ΤΑ ΩΡΟΛΟΓΙΑ. αγχόνην έστημένην, έδόξασαν

Σχετικά έγγραφα
Π α σα πνο η αι νε σα τω τον Κυ ρι. Π α σα πνο η αι νε σα α τω τον. Ἕτερον. Τάξις Ἑωθινοῦ Εὐαγγελίου, Ὀ Ν Ψαλµός. Μέλος Ἰωάννου Ἀ. Νέγρη.

α κα ρι ι ο ος α α νηρ ος ου ουκ ε πο ρε ε ευ θη εν βου λη η η α α σε ε ε βων και εν ο δω ω α α µαρ τω λω ων ουουκ ε ε ε

Οι τα α α α α α α α Κ. ε ε ε ε ε ε ε ε ε Χε ε ε. ε ε ε ε ε ε ρου ου βι ι ι ι ι ι ι. ιµ µυ στι κω ω ω ω ω ως ει κο ο

JEAN-CHARLES BLATZ 02XD RE52755

Μέτοπον Τ.Τ Δεσποινίς

FAX : spudonpe@ypepth.gr) Φ. 12 / 600 / /Γ1


ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΩΝ ΔΟΜΩΝ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ

ΣΤΟ ΧΟΣ- Ε ΠΙ ΔΙΩ ΞΗ ΠΛΑΙ ΣΙΟ ΧΡΗ ΜΑ ΤΟ ΔΟ ΤΗ ΣΗΣ

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: ΟΦΕΙΛΕΣ ΕΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΚΕΛΟΥΣ. Ληξιπρόθεσµες οφειλές (τιµολόγιο>90 ηµερών) Εγκεκριµένη πίστωση. Χωρις κατανοµή πίστωσης

"Στην αρχή το φως και η πρώτη ώρα που τα χείλη ακόμα στον πηλό δοκιμάζουν τα πράγματα του κόσμου." (Οδυσσέας Ελύτης)

1) Μες τους κάμπους τ αγγελούδια ύμνους ουράνιους σκορπούν κι από τα γλυκά τραγούδια όλα τριγύρω αχολογούν. Gloria in excelsis Deo!

31 Ιουλίου 6 Αυγούστου 2017 Πνεύμα

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ: ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΑΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Ν.2238/1994.

ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΟΝΟ ΕΝΑΣ ΘΕΟΣ!

πανέτοιμος για να έλθει είναι πολύ πρόθυμος και έτοιμος κάθε στιγμή με ευχαρίστηση, με χαρά, με καλή διάθεση, να έλθει να επισκιάσει και να βοηθήσει

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΑ & ΘΕΟΤΟΚΙΑ ΕΣΠΕΡΑΣ 1-15 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ. Παρασκευή 1/08/2014 Ἑσπέρας Ψάλλοµεν τὸ Ἀπολυτίκιο τῆς 2/8/2014. Ἦχος.

Κυ ρι ον ευ λο γη τος ει Κυ ρι ε ευ. λο γει η ψυ χη µου τον Κυ ρι ον και πα αν. τα τα εν τος µου το ο νο µα το α γι ον αυ

ΘΕΜΑ: Οδηγίες για την αποστολή στοιχείων απλήρωτων υποχρεώσεων & ληξιπρόθεσµων οφειλών του Προγράµµατος ηµοσίων Επενδύσεων

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

ΤΜΗΜΑ ΦΩΚΑ/ΤΕΤΑΡΤΗ

Ε Π Ι Μ Ε Λ Η Τ Η Ρ Ι Ο Κ Υ Κ Λ Α Δ Ω Ν

Μητρ.Λεμεσού: Όταν δεν υπάρχει η ειρήνη του Θεού, τότε ζηλεύουμε και φοβόμαστε ο ένας τον άλλο

αναλυτικός απλός 1 Ο αναλυτικός βλέπει τον κόσμο σαν να αποτελείται από πολλά μικρά κομμάτια.

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Ελαβον την επιστολήν σου και εχάρην τα μέγιστα μαθών ότι είσαι καλά.



ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι χε ε ρου ου βι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ιµ µυ υ υ υ υ υ υ Π ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ζο ο ο ει ει κο ο

Π Τ Υ Χ 1 A κ Η. ΘΕΜΑ; Πως επ η ρ ε ά ζο υ ν ο ι π ρ ο τ ιμ ή σ ε ις (σ υ μ π ε ρ ιφ ο ρ ά ) TJ I. Κ ΑΒ Α Λ. Εισηγητής

Τι μπορεί να δει κάποιος στο μουσείο της Ι.Μ. Μεγάλου Μετεώρου

ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ

ΚΑΝΟΝΙΣ ΜΟ Ι ΙΕΞΑΓΩΓΗΣ ΑΓΩΝΩΝ 1 / 8 SCALE IC TRA CK ΕΛ. Μ. Ε

έτησκόττηοη της εξέλιξης της επαγγελματικής εκπαίδευσης των Μαιών-Μαιευτών ( )

:00:11:17 00:00:13:23. Έλα δω να δεις :00:13:23 00:00:15:18. Η Χλόη είναι αυτή; :00:16:21 00:00:18:10. Ναι.

AΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 3 Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΕΙΜΕΝΟ

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ ΤΥΦΛΟΥ (Ιω. 9, 1-38)

ΗΛΙΑΣ Γ. ΚΑΡΚΑΝΙΑΣ - ΕΦΗ Ι. ΣΟΥΛΙΩΤΟΥ ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΠΡΩΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ. τ... μαθητ... ΤΑΞΗ Α ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ... Β Τεύχος

Ό λοι οι κα νό νες πε ρί με λέ της συ νο ψί ζο νται στον ε ξής έ να: Μά θε, μό νο προκει μέ νου. Friedrich Schelling. σελ. 13. σελ. 17. σελ.

14 Ἰουνίου. Προφήτου Ἐλισσαίου. Τῇ ΙΔ τοῦ µηνὸς Ἰουνίου. Μνήµη τοῦ Ἁγίου Προφήτου Ἐλισσαίου Ἐν τῷ Ἑσπερινῷ. Δόξα. Ἦχος Πα

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Γι αυτό και εμείς, ενωμένοι με τους Αγγέλους και τους αγίους, διακηρύττουμε τη δόξα σου αναφωνώντας και λέγοντας (ψάλλοντας):

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΖΩΗ. Καθ. Δημήτρης Δημηρούλης. Δήμος Ν. Σμύρνης. 22 Νοεμβρίου 2018

20/5/ /5/ /5/ /5/2005

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΕΒ ΟΜΑ ΟΣ ΝΗΣΤΕΙΩΝ ἐν τῷ Ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης. Ἦχος

1 1 παυλος και σιλουανος και τιμοθεος

Ξεκίνησα τεχνοκράτισσα... Να υπολογίζω νούμερα και αριθμούς... Τα πάντα να είναι λογική και υπολογισμοί... Αυτά συνήθως φέρνουν και απαισιοδοξία.

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

ο Θε ος η η µων κα τα φυ γη η και δυ υ υ να α α α µις βο η θο ος ε εν θλι ψε ε ε σι ταις ευ ρου ου ου ου ου σαις η η µα α α ας σφο ο ο ο

ΠΑΡΟΙΜΙΑΚΕΣ ΦΡΑΣΕΙΣ ΨΑΛΤΗΡΙΟΥ & ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΑΓΙΟΝΙΚΟΔΗΜΙΚΗ

Πα κ έ τ ο Ε ρ γ α σ ί α ς 4 Α ν ά π τ υ ξ η κ α ι π ρ ο σ α ρ µ ο γ ή έ ν τ υ π ο υ κ α ι η λ ε κ τ ρ ο ν ι κ ο ύ ε κ π α ι δ ε υ τ ι κ ο ύ υ λ ι κ ο

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΣΤ ΕΒ ΟΜΑ ΟΣ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ. ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης


Κα λόν ύπ νο και όνειρ α γλυκά

Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΟΣΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΠΡΟΩΡΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛΕΙΟΜΗΝΩΝ ΝΕΟΓΝΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΠΡΩΤΟ ΜΗΝΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

Όταν φεύγουν τα σύννεφα μένει το καθαρό

Ο Άνθρωπος Δημιουργός στην Αθήνα. «ΠΟΛΙΣ». Ο χώρος των ανθρώπων-δημιουργών στην Αρχαία Αθήνα ζωντανεύει στην σύγχρονη Ελλάδα.

Εργασία Κειμένων Α Λυκείου

Εικονογραφημένο Λεξικό Το Πρώτο μου Λεξικό

Κόστος Λειτουργίας AdvanTex: Ανάλυση και Συγκριτική Αξιολόγηση

ΝΕΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΤΟΥ MANAGEMENT ( ).

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

1 ΕΠΑ.Λ. ΣΙΒΙΤΑΝΙΔΕΙΟΥ ΣΧΟΛΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ 2011 Α ΤΕΤΡΑΜΗΝΟ

Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία

ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ. ΘΕΜΑ: «Προκήρυξη πλήρωσης θέσεων Προϊσταμένων Νηπιαγωγείων και Προϊσταμένων Δημοτικών Σχολείων Π.Ε. Καρδίτσας»

ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΑΣ, ΑΚΤΙΝΙΔΙΩΝ ΚΑΙ ΕΛΙΑΣ ΣΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ ΑΡΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΕΒΕΖΑΣ

Αντιστοιχήστε ένα γράμμα της πρώτης στήλης με έναν αριθμό της δεύτερης στήλης (στη δεύτερη στήλη δύο επιλογές περισσεύουν).

ΤΟ ΗΛΙΑΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ! ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΠΑΤΣΙΑΒΑ ΚΑΙ ΣΟΦΙΑ ΚΟΥΤΡΟΥΜΑΝΗ

ΤΡΙΤΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Ας υψώσουμε τις καρδιές μας. Είναι στραμμένες προς τον Κύριο. Ας ευχαριστήσουμε τον Κύριο τον Θεό μας. Άξιο και δίκαιο.

Μάθημα 19 ΤΑ ΜΟΡΙΑ ΣΤΑ ΑΕΡΙΑ Είναι πολύ μακριά το ένα από το άλλο, κινούνται πολύ γρήγορα και συγκρούονται μεταξύ τους και με τα τ

Περιεχόµ εν α. Εισαγω γή. Επ ισκόπ ηση υπ ο βο λής φακέλω ν (IUCLID 5) Επ ισκόπ ηση υπ ο βο λής φακέλω ν (Reach-IT) Ερω τήσεις καιαπ αν τήσεις

ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΦΥΣΙΚΗ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΘΕΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

Θέ α: ωσ ή ια ροφή και άσκηση ια ο ς εφήβο ς.

Α. ΚΕΙΜΕΝΑ 1 «ΤΟ ΧΕΡΙ»

Εικονογραφημένο Λεξικό Το Πρώτο μου Λεξικό

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Κάθε άτομο στο σώμα σου προέρχεται από έκρηξη άστρου και τα άτομα του αριστερού σου χεριού πιθανόν να προέρχονται από διαφορετικό άστρο απ ότι του

Μητρ. Βεροίας: «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγά πης τοῦ Χριστοῦ;»

Η εταιρεία Kiefer. ιδρυ θηκε το 2014 και θεωρει ται μι α απο τις. μεγαλυ τερες εταιρει ες Κατασκευη ς Μονα δων. Ηλεκτροπαραγωγη ς απο Ανανεω σιμες

Εικονογραφημένο Λεξικό Το Πρώτο μου Λεξικό

1.2.3 ιαρ θρω τι κές πο λι τι κές Σύ στη μα έ λεγ χου της κοι νής α λιευ τι κής πο λι τι κής...37

Ένα γόνιμο μέλλον. στο παρόν και πνευματικές ιδιότητες που εκδηλώνουν οι Έλληνες όταν κάνουν τα καλά τους έργα

Το ημερολόγιό μου Πηνελόπη

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: Να λες στη γυναίκα. σου ότι την αγαπάς και να της το δείχνεις.

Ἔκτασις. οι τα α α Δ. α α α α Δ. ου ου ου ου ου ου ου ου ου ου ου ου ου. υ υ υ υ υ υ υ υ υ υ µυ υ στι ι ι Μ. ι ι ει ει κο ο νι ι ι ι ι ι ι

Το παραμύθι της αγάπης

ΣΟΦΟΚΛΈΟΥΣ ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΕΠΙ ΚΟΛΩΝΩ. Μετάφραση ΔΉΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ 2017

Εικονογραφημένο Λεξικό Το Πρώτο μου Λεξικό

Φύλλο Εργασίας 1: Μετρήσεις μήκους Η μέση τιμή

Οι αστέρες δαπανούν περίπου το 90% της διάρκειας της ζωής στη σύντηξη υδρογόνου που μετατρέπεται σε ήλιο σε υψηλή θερμοκρασία και υψηλή πίεση κοντά

5 Μαρτίου Το μυστήριο της ζωής. Θρησκεία / Θεολογία. Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς ( 1979)

ΜΑΘΗΜΑTA ΓΙΑ ΜΕΡΟΣ Δ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ V ΜΑΘΗΜΑ 171. Ο Θεός είναι µόνο και µόνο Αγάπη και εποµένως το ίδιο είµαι κι Εγώ.

Κυ ρι ε ε κε κρα α ξα προ ο ος σε ε ει σα

Tη λ.: +30 (210) Fax: +30 (210)

ε ε λε η σον Κυ ρι ε ε ε

27 Φεβρουαρίου 5 Μαρτίου 2017 Ο άνθρωπος

0a1qqW+1a1`qÁlw n εν σοί Κύ ρι ε τρο πού μαι τού τον.

Θεωρι α Γραφημα των 8η Δια λεξη

Ἐν τῷ ἑσπερινῷ τῆς Προηγιασμένης

14/5/ /12/ /5/ /5/2007

Transcript:

Κύριε, κ ύ ρ ιε... παρακαλώ, τί ώρα είνε ; Είνε έρώτησις συνηθεστάτη, τήν οποίαν ακούετε κατά πάσαν ώραν τ η ; ήμ.έρα; ένώ βαδίζετε καθ' οδόν. Ενίοτε τήν ακούετε καί τήν νύκτα, άλλ.ά τότε δεν ύποχρεοΰσθε ν άπαντήσητε,τότε τό φρονιμώτερον είνε νά έπισπεύσητε τό βήμα καί νά π α - ρέλθητε ή νά προτείνητε τό όπλον σας, άν φέρητε τοιοΰτο, διότι έν ώρα νυκτερινή καί εις άπόκεντρον μάλιστα μέρος ή τοιαύτη έρώτησις είνε συνηθεστατα τό προοίμ.'.ον αύθάδου; λω - ποδυτική; έπιθέσεω ς.έ νώ εϊς τήν άθώαν τ η ; ήμέρας έρώτησιν, ήν οά; απευθύνει [Λίκρός τις μαθητής φέρων υπό μ.άλη; τά βιβλία του, φιλόπονο; τ ι; χειρώναζ μεταβαίνοιν εί; τήν εργασίαν του ή άλλο; τ ι; οίοςδηποτε διαβάτης, έχετε καθήκον ν'ά π α ντή σ η τε άν φέρητε ώρολόγιον καί άν δέν θελητε νά φανήτε αγροίκος. Δ ιηγούνται ότι ναυαγοί τινε; άποβάντες μ ετά πολλ ά ; κακουχίας εις ζένην χώραν καί ίοοντε; ώ ; πρώτον άντικείμενον αυτόθι ΤΑ ΩΡΟΛΟΓΙΑ αγχόνην έστημένην, έδόξασαν μ ετά χαράς τόν ουρανόν εΐκάοαντες έκ τού σημείου τούτου ότι είχον φθάσει εί; τόπον πεπο.η - τισμέκον."ω οτε άν ή α γ χόνη δύναται εις τιν α ; π ε ριστάσεις νά χρησιμεύσγ, καί αυτή ώ ; γνώρισμα τού πολιτισμού, πολύ περισσότερον, πιστεύομ.εν. δυναται ν ά λ η φ θ ή ώ ; μ.έτρον τό ώρολόγιον. ' Α λ λ ' άν ο πολιτισμό; τής χώρα; μ α ; έπέπρωτό ποτε να μετρηθή διά τώ ν ωρολογίων, ο ζένο; ήθελε συναγάγει θλιβερώ τατα συμ περάσμ ατα' διότι κ α θ' 5- Ε Ι Τ Ι Α 1 8 8 0-7 Η Σ Α Ρ Ρ Δ Β Ε Ρ Ν Α Ρ ώ ; Ί ιιά ν ν α ί λην τήν έκτασιν τήν οϋ σμικράν τού κλεινού ημών καί ίοστεφάνου ά σ τεω ; υπάρχει εν κα ί μόνον δημόσιον ώρολόγιον, τό τ η ; Μ ητροπόλεως,τό όποιον., δέν λειτουργεί. Είνε αληθές ότι κ α θ έκάστην ακριβώς καί μαθημ-ατικώς κα τά τήν στιγμήν τής μεσημβρία; ό απόμαχος τού Αστεροσκοπείου δεικνύει έκείθεν τήν σημαίαν καί κρούονται πάοαυτα οί κώ δωνες τώ ν ν α ώ ν ά λ λ ούτε τις εϋρίσκεται π ά ν τοτε έςω κατά τήν ώραν τής μεσημβρίας, ούτε οί ναοί είνε τόσον πολυάριθμοι έν τή πόλει μ α ; καί τόσον πυκνοί ώστε ν ά - κούηται πανταχού ό ήχος τώ ν κωδώνων τω ν, ον καλ ύ π τει συχνότατα ό μυκηθμό; τού άνεμου ή έξουύετεροϊ ή βαρύηχο; συναυλία τώ ν άλλω ν ποικίλων τ ή ; πόλεως κρ ό τω ν ά λλω ; τε ή μεσημβρία είνε εί; τώ ν σπουδαιότερων, ά λ λ ούχί καί ο μόνος σταθμός τού ημερησίου βίου,ύπάοχουσι δε καί πολλαί ά λλαι ώ ραι, πάσαι ίσως τού ή - μερονυκτίου. ών ή ακριβή; γνώσις είνε αναγκαία πρός ρύθμισιν τώ ν παντοίω ν α ναγκώ ν τού επαγγέλμ α τος, τής ύιαίτη ς καί έν γ ίν ε ι τού συστήματος τής κα θ ημέραν ζω ής. Ά λ λ ο τ ε τουλάχιστον έν Ά θ ή ν α ι; ύπήρχον τρία ω ρολόγια. Δέν ήσαν σύμφωνα άληθώ ; πρός άλληλ α ' ή ελληνική διχόνοια επάρατο; είχεν εισχωρήσει καί μέχρι τή ς λ ειουργίας αυτώ ν καί ότε τό έν έσήμαινε τέταρτον, ε ν ω τό άλλο προ; άντίκρουσιν" έσή μ αινε.τήν ή μ ί Ί-ια ν, μετ'ολίγον ήκούετο το τρίτον π εισμ α τω δώ ; κροΰον όλα τά κτυπ ή μ α τα τής άρτιας ώρας.

I Ιαραδοξως, ένώ δέν έλήφθη εκτοτε πρόνοια περί ά ντικατασ τάσ εω ς τώ ν καταργηθέντω ν ωρολο γίω ν, άν ουχί περί προσθήκης νέων τοιούτων εί: την όλονέν τεραστίως αϋξουσα.ν π όλιν, έςελιπον απεναντίας καί τινα άλλα έθιμα χρησιμεύοντα έν τινι μ ετςω ούς άναπληρω τικχ τοϋ έλλείπονqs 'Α λλά τέλος π ά ντω ν, οσάκις έπήρχετο σθ».βιβασμός μεταφύ τω ν, οί 'Α θηναίοι είχον προχειρότερα τ ά γνω ρίσμ ατα του χρόνου τής ημέρας. Γά ωρολόγια τα ϋ τα ή τα ν, παρεκτός του σωζομένου είσέτι τη ς Μ ητροπόλεως, τό τοϋ Έ λ γ ί- νου, εν τώ πύργω της ΙΙαλαιας Αγοράς καί τό τοϋ Π ανεπιστημίου. Ι ό πρώτον έκ των δύο τελευτα ίω ν έκέκτητο καί ιστορικήν σημασίαν. Ό εύγενής Σ κώ τος, ό συλητης τοϋ Παρθενώνος, ό πράξας quod non feceruut Gothi, κα τά τή ν κα υ στικήν ρήσιν τοϋ Βύρωνος ε'δώρησεν εις τή ν κοινό τη τα τω ν 'Α θηνώ ν τό ωρολόγιο / αύτό ώς π ε νιχρότατου α ντά λλαγμ α τών ανεκτίμητω ν κειμηλίω ν τής άρχαιότητος. [Ιλήν όσον ευτελές καί άν ή το, δέν ήτο οΰχ ήττον «εχθρών άδωρον δώρον κούκ ονήσιμ ον». Μέ τήν -χαλκίνην του λαλιά ν ήτο προωρισμένον νά ύπομιμνήσκη π λειστάκις τής ή μέρας εις τούς κατοίκους τής ίερας πόλεω ; καί θεματοφύλακας τώ ν σεπτών λειψάνω ν τής αρχαίας δόΐης οτι ό καιρός παρέρχεται, ότι παρήλθον οί ελεεινοί χρόνοι κ α θ ' ούς έπετρέπετο εις τούς ξένους άρπαγας καί τούς εντοπίους καπηλους νά συλώσιν άτιμ.ωρητεί τά κλείζο ντα τήν χώραν ήμ ώ ν κειμήλια. παραίνεσις ή τις δυστυχώ ς, καθά άπεδειξαν τα τελ ευ τα ία γεγονότα, δέν είσηκούσθη. ϊ'π ό τήν σκιάν τοϋ Πύργου τοϋ Ω ρολογίου τοϋ Έ λγίνο υ ήκμασαν καί προήχθησαν α ί διάσημοι μ ύ γ χ α ι τ, μ οσχομ άγ* eat τώ ν Α θηνών, καί ή προσω νυμ ία ήν ξ αύτοΰ έλάμβανον έπέτεινε τήν φ ή μην τω ν. II μ ά γ κ α τοϋ 'Ρο,Ιο γιον ήτο τίτλο ς επίζηλος μ ετα ξύ τής άλήτιδος π άτρ ιάς τώ ν Α θηναίων άγυιοπαίδω ν, νομίζω δέ ότι τοιοϋτον τ ί τλον φέρει κα ί π α λα ιό ν τε πρω τότυπον μυθιστόρημα, άνχφερόμενον εις τ ά ήθη α υτώ ν. Τό τελευταίου ώρολόγιον.τό τοϋ Π ανεπιστημίου, έλειτούργει μ έχρι: εσχάτω ν μ ετά πολλώ ν διαλειμμ άτω ν αργίας αληθώς, ά λ λ ' όπως δήποτε π α - ρεχον ωφέλιμον εκδούλευσή εις τούς άκαδημ.αϊκούς πολίτα ς, τους περίοικους καί τούς δια βάτα ς. ΙΙλήν οτε προ τίνος τή δαπάνη, φιλοκάλου ομογενούς ά - πεφασίσθη νά ζωγραφηθή ή ύπάρχουσα ζωοφόρος εις τήν πρόσοψιν τοϋ Π ανεπιστημ ίο υ, τό τ α λ α ί πωρο / ώρολόγιον άφηρέθη έκείθεν καί κατεδικάσθη εις αχρηστίαν. Δέν εΰρέθη μ ία γ ω ν ία δ ι αύτό κα θ άπαν τό εύρύ άλλω ς κτίριον καί οί νεαροί θεράποντες τής επιστήμ ης, οΐτινες υπέρ πάντα άλλον οφείλουσι νά γινώ σκω σι καί νά ίνθυμ ώ νται οτι ο βίος βραχύς καί ή τέχνη μακρά, διέρχονται τ α : ήμέρας τω ν άνευ ωφελίμου τίνος ύπομνήσεως περί τήν χρήσιν κα ί τή ν δ απ άνη ν τοϋ χρόνου. Τα ωρολόγια τος διά τήν καταμέτρησιν τή ς ώοας γνώμονος. Τοιοϋτο κ α τ έζοχήν ήτο τό εσπερινόν σάλπισμα τής στρατιω τικής άποχωρήσεως. Πρό ολίγου έτι χρόνου, ώ ς ένθυμεϊσθε, λόχος ολόκληρος σ α λ π ιγ κτώ ν τώ ν διαφόρων τοϋ στρατοϋ σωμ.άτων έστάθμευεν εις τά πρό τοϋ Φρουραρχείου πεζοδρόμια τή ς όδοϋ Σταδίου άναμένων τήν τεταγμ ένην ώ ραν, άμα δέ τα ύτη ς έπιστάσης διεσπείροντο κατά σμήνη εις τά ς ά γυιά ς τή ς πόλεως πληροϋντες α υ τά Ικκωφαντικοΰ παρατεταμένου θορύβου. Κ ατά τά τελευτα ία έτη ή μ ανία τοϋ νεωτερισμού καί τή ς άπομιμήσεως είχεν εισχωρήσει καί μέχρι τοϋ σαλπίσματος τής άποχωρήσεως, ρυθμός δέ άήθης ζενόηχος αντικατέστησε τήν δημωδεστάτην Θοόάφ αχ. Δ ιότι 6 λαός είχε προσαρμόσει έπιτυχώ ς ιδίας λεξεις εις τόν ήχον τοϋ σαλπίσματος καί οί στίχοι Θ ο δ ώ ρ α, Θ ο δ ώ ρ α, Τ ο π ά π λ ω μ α δ ι π λ ό ήσαν γνωστοί κ α θ ' άπασαν τήν Ε λλά δα. Μία υπουργική δ ια τα γή κατήργησε τό εσπερινόν σάλπισ μ α τής άποχωρήσεως καί αν τό μέτρον είνε. ώς ΰποθέτώ, γενικήν, τήν στέρησιν θα συνγ,σθάνθησαν παρεκτός τώ ν κατοίκων τής πρωτευούσης καί οί κάτοικοι τώ ν επαρχιακών πόλεων, όπου σταθμεύουσι στρατιω τικά σώ μ α τα, ένθα ή έλλεεψις δημοσίων ώρολογίων είνε όπωςδήποτε μάλλον δεδικαιολογημένη. Π αρ' αύτοίς ή φράσις «έσήμανεν ή Θοδώρα )> ίδήλου ότι έσήμανεν ή έβδομη, ή όγδόη, ή ένάτη ώρα τή ς εσπέρας, άναλόγως τής ώρας τοϋ έτους. "Αλλο σ άλπισμ α σ τρ ατιω τικόν συντελούν εις τήν γνώσιν τή ς ώρας δέν άπέμεινεν είμή τό γλυκύτατο / π ρ ά γμ α τι καί ποιητικώ τατον εωθινόν, τό όποιον όμως άκούουσιν, άν έγρηγορώσιν έννο εΐται, μόνον οί παρα τους στρατώ νας οίκοϋντες. Οί πλανόδιοι π ω λ η τα ί, ών ή διάβασις ένιαχοϋ χρησιμεύειώς τεκμήριου τήςώ ρας τή ς ήμέρας, π α ρ ή μ ΐν δέν έχουσιν ώραν σταθερόν καί ώςισμένην, εξαιρέσει τώ ν σα.ιε.ΐγσηόων. Οί νυκτοπλανεϊς αύτοί μικρέμποροι, ών ή έμφάνισις σημειοί π α ρ ' ή μ ΐν τήν έλευσιν τοϋ χειμώνος. εξέρχονται εις περιοδείαν πρός π ώ λησιν τοϋ θερμαντικού ποτού τω ν περί τόν όρθρον κ α ί ή φωνή τω ν ή βαρεία, ή λαρυγγώ δης, τά διακεκομμένα εκείνα «ζεστό!!», «βράζει!» εΰκρινώς άκουόμενα έν τώ μέσω τής βαθείας σιγής, καθώς καί ή ερυθρωπή άντανάκλασις τοϋ φανού, αίφνης εισδύουσα άμυδρώς διά μέσου τώ ν κεκλεισμένων δικ τυω τώ ν τώ ν παραθύρων καί άκαριαίως παρερχομένη. έμποιοϋσιν εις τούς ήδη άφυπνισθέντας κ α τά τήν ώραν εκείνην έντύπω σιν ουχί δυσάρεστου, καθότι άναγγέλλουσι τό πέρας τής μακράς καί ά τελευτήτου χειμερινής νυκτός. Ά φ ετέρου ομως προκαλοΰσι τή ν άγανά κτη σ ιν κα ί τά ς άοάς εκείνων οΐτινες βραδέως κατακλεθέντες ά φυπνίζονται ύ π αύτώ ν κατά τήν ώραν κα θ' ήν ό ύπνος υπέρ- ποτε γλυκύς βαρύνει τά βλέφαρα. Ωστε οί σκλεπτσήδες χρησιμεύουσιν ώς μέτρον τή ς ώρας, ή δέ φράσις «έζύπνησα ή έπλάγιασα μέ το πρώ το σα./ίπι η είνε συνηθεστάτη παρά τ ώ λα ώ. Έ κ - τελοϋσιν άκουσίως τή ν υπηρεσίαν τώ ν νυκτο φυλάκων ή νυκτοκρκκτών, οΐτινες άλλοτε ύπήρχον έν τή Δ υτική Ε υρώπη, ένιαχοϋ δέ κ α ί νϋν, καθήκον έχοντεςνά περιφέρωνται εις τάς οδούς τή ς πόλεως καί νά βοώσι στεντορείως έκάστοτε έν τή σιγή τής νυκτός. «Ή ώρα είνε τρίτη (ά ς ύποθέσωμεν) μετα τά ι/.εσονύκτιον κοιμήθητε ήσύχω ς, π ο λιτα ι! ν. Καί έάν μέν έκοιμώντο, καλώ ς' ά λ λ ' όσοι τυχόν άφυπνίζοντο αίφνης ύπό τής άγγελία ς, θα ήκουον μετά μομφασμοϋ τήν παρακέλευσιν τού να κοιμηθώσιν ήσύχως τό πάθημ α αύτώ ν ώμοίαζε πρός τό τοϋ κυρίου έκείνου, όστις παραγγείλας εις τόν υπηρέτην του, γνήσιον Δ εκαστριάδην, νά τόν άφυπνισγ κατά τήν έβδόμην τή ς πρω ίας επειδή έμ ελλε / άναχωρήσγ κα τά τήν έπιόϋσκν, άφυπνίσθη κατά τήν πέμ πτη ν ύπό τοϋ υπηρέτου, λέγουτος αύτώ : «Ή ώρα είνε πέντε, κύριε' έχετε καιρόν νά κοιμηθήτε άκόμ.η δύο ώρας!». ΙΙλήν αύτώ ν τών νεωτέρων νυκτοκρακτών, πλήν τών διαδεχομένων αύτούς χου.ιουρτζηάιοκ καί γα.ιαιάάι,ιχ, ών ή λα λιά ά γγέλλει ότι ή ή μέρα ά- νέτειλεν, ήδη πλήν τής κωδωνοκρουσίας τής μ.εσημβρίας, πλήν τοϋ ωρολογίου τής Μ ητροπόλεως όπερ άπό πολλοϋ ήδη άναισθητεϊ προσβληθέν ύπό γενικής κα ί ά νιάτου,ώ ς φ αίνεται,παραλυσίας,ούδεμία άλλη ενδειξι;, ούδέν τεκμήριον ύποπίπτον εις τάς αισθήσεις περί τής παρόδου τού χρόνου υπάρχει έν τή πόλει διά τόν πολύν πληθυσμόν τόν δια ι- τώμ.ενον έκτός τοϋ οίκου ενεκα τοϋ έπαγγέλμ,ατός του. Ό χρόνος παρέρχεται σιω πηλώ ς, ρέει άψοφητεί ώς τό μυθολογούμενου ύδωρ τής Λ ήθης, χωρίς σωτηριώδης τις ΰπόμνησις νά ύπενθυμίζη έκάστοτε κ α τ ' ίσα διαλείμ μ ατα μέ τήν βαρείαν καί άδυσώπητον φω νήν του τήν άπώ λειαν ήν ύ - φιστάμεθα άσωτεύοντες αύτόν. Νωθροί, άδράνείς ώσεί κατειλημμένοι ύπό παχυλή ς άσια τική ; μοιροδοςίας τρέφομεν πρός τά ωρολόγια τήν άποστροφήν ήν είχε κ α τ ' αύτώ ν ό ΒκαόβΙαί«, π ο ιη τή ; έν τούτοις τόσον άγνωστος καί εις αύτάς έτι τάς τάςεις τώ ν ήμετέρων λογιώ ν : Τ ά ω ρολόγια 99 Horloge! dieu sinistre, effrayant, impassible, Dont le doigt nous menace et nous dit: «Souviens toi!» Trois mille six cents fois par heure, la Seconde Chuchote! Souviens-toi! Rapide avec sa voix D' insecte, Maintenant dit : Je suis Autrefois, Ht j ai pornpé ta vie avec ma trompe immonde! R em em her Souviens-toi! prodigue! Esto m em o r! (.Mon gosier de métal parle toutes les langues j Souviens-toi que le Temps est un joueur avide Qui gagne sans tricher à tout coup! c est la loi Le jour décroît; la nuit augm ente; Souviens-toi!» Le gouffre a toujours soif ; la clepsydre se vide... Ν α ι ά λ λ ό ταλαίπω ρος Baudelaire ήτο ποιη τή ς. φαντασιοκόπος καί το πνεύμ α αύτοϋ έξεπορεύετο άπό τό ομιχλώδες πνεϋμ.α τοϋ άμερικανοΰ Έ δγάρδου Ιΐόου. Ό Baudelaire ήρέσκετο νά μ ε- θυσκηται διά τοϋ χ α σ ίς, όπως ό Πόου ήρέσκετο νά μ.εθύσκηται δια οινοπνευμάτων πρόωρον σχών κα ί ελεεινόν θάνατον. Δ ιά τούς τοιούτους χαρακτήρας βεβαίως ή πάροδος τοϋ χρόνου είνε τόσον φοβερά, ώστε προσπαθούσε π α ντί σθένει νά τήν λησμ ονώ σιν άλλά διά τούς πρακτικούς καί έμφρονας ή μυστηριώδης φωνή τοϋ ώρολογίου είνε παραίνεσις διηνεκής περί τής κα τα λλη λο τά της καί λυσ ιτελεσ τά τη ς χρήσεως τοϋ χρόνου. Κ αί τις ο ί- δεν!. αν α υτη η παραίνεσις ηκουετο συνεχεστερον εις τήν χώραν μ α ς, δέν ήθέλομεν δεικνύει ίσως τόσην ά ναλγη σ ίαν καί τόσην άσυνετόν ελευθεριότ η τα περί τήν άσκοπο / δαπάνην τοϋ χρόνου' δέν ήθέλομεν κατασπαταλή σει όμοΰ μέ τόσον άλλον υλικόν πλούτον τήν άμέτρητον άξίαν τοϋ χρόνου όστις καί αύτός, κατά τό άγγλικόν λόγιον, είνε χρήματα καί θα έφροντίζομεν νά χρησιμοποιώμεν τόν καιρόν μας έπικερδέστερον ή κα τά τά μέχρι τοϋδε παρελθόντα έξήκοντα άπό τή ς ήμετέρας α νεξαρτησίας έτη. Ί ό έ π έμοί δέν ήθελον διστάσει ποσώς νά συστήσω εις τούς ήμετέρους άρχοντας ώς κατεπείγουσαν ύπέρ πολλά ά λλα την άσήμχντον άλλως δαπάνην τής άγορας καί τής τοποθετήσεως μερικών ώρολογίων εις τά κεντρικώτατα τούλάχιστον τών μερών τής πόλεως, δια νά μας ύπενθυμ ίζω σι κα θ' έκάστην ότι ό καιρός παρέρχ ετα ι, ότι ή πρόοόος καί ό πολιτισμός προχωρούσε καί ότι επομένως ήμ εΐς δέν πρέπει νά ύστερώμεν. Χ α ρ λ α α μ π η ε Α ν ν ιν ο ε

«y1! fy*, r ís τ ό r ís r/*,? γ ΐ. ν! f ís r^s rís M H T P T I A Δχή γ χχ υ. α Συν/χ» ια* Μ. ϊ Λ! ί «83. Ή φωνή του, άναλαβοϋσα ήδη τό έλαφρόν της ρητορικόν ΰφος,ήκούετο μ ετά τ ή ; α ύ τή ; ήρεμου καί γλυκεία ; έντάσεω ; ά φ ' όλων τώ ν σημείων τής α ι θούση;. μέχρι τής εσχατιάς. Ή γα π η μ ένη φωνή! Ποσάκις άντήχησεν εί; τ ά ώ τ α τοΰ Π αύλου, δονούσα τ ά ; μ υχια ιτά τα ς ίνα ; τ ή : καρδία; του!.. Είτε θω τεύουσα, είτε διδάσκουσα, ε ϊτ έπ ιπ λήττουσα, ήτο πάντοτε η α υτή, ή λατρευμένη φ ω νή του πατρός του... Κ αί τόρ ακόμη έν τή παραδοσει. μ εθ όλους τούς επιστημονικούς όςους, το ύ: όποιους παρέτασσεν έν φράσει έπιμεμ.ελημενη καί ψυχρά, ή φωνή έκείνη τώ έφαίνετο παραδόςω; μ αλακω τέοα, τρυφεοωτε'ρα, είςδύουσα εί; τά βάθη τής ψυχής του καί έρωτώσα μ ' έλαφραν έπ ίπ λη ξιν, μέ συμπαθές παράπονον : 'Ε ναντίον μου, έναντίον τοΰ πατρός σου, σκέπτεσαι, αύτά ποΰ σ κ έπ τεσ α ι;'λ. ΙΙαΰλε, δέν μ 'α γα π ά ς!.. Νά το πιστεύσω λοιπόν ότι δέν έχει; τήν δύναμιν, τήν όποιαν έμπνέει ή α γά π η, νά ΰποχωρήση; ενώπιον μου : 'Ο νομάζεται υιός ό μή έχων τό θάρρος νά θυσιασθή υπέρ τ ή ; ευτυχίας τοΰ πατοός του! Μόνον ή ιδέα ότι τήν ά γα π ώ, έπρεπε νά σου έμποιή φρίκην είμαι δυςτυχής, πολύ δυςτυχής; όχι διότι α γ α π ά ; τήν Έ ρ μ ινία ν, άλλά διότι δέν α γαπάς έμε... δέν μ.' α γα π ά ς... Κ αί αί θλιβεραί α ύτα ι έπωδοί τώ έφαίνοντο άποσπώμεναι αίμ.όφυρτοι άπο τοΰ βάθους τ ή ; ψ υ χής τοΰ πατρός του, περιπλανώ μ εναι άνά τήν αίθουσαν, εριιπτάμεναι περί τά φ ώ τα, βου.βοΰσαι έν μέσω πένθιμου σ ιγ ή ς... Κ αί ήσαν τόσον πολλαί καί αλλεπάλληλοι, ώστε ή ατμόσφαιρα έπληρώθη βαθμηδόν καί ό υιός άνέπνεεν ήδη ασφυκτικόν άερα άδ.αφορίας καί αχαριστίας. Τ ώ όντι ήσθμαινεν. Ό σο ν άν προσεπά.θει να πεισθή ότι ή γα πα τόν πατέρα του, ήσθάνετα πάντοτε επί του στήθους τό αυτό βάρος, τήν αύτήν δύςπνοιαν. Κ αί έπυκνοΰντο όλοέν α ί θλιβεραί έπωδοί : Λέν μ ' α γ α π ά ς... δέν μ ' αγα π ά ς... Εν τή τύψ ει τα ύτη τοΰ συνειδότος, ο υτω : ά - ποτομω; άφυπνισθέντος, ό Παύλος ήσθάνθη α ί- φνιδίως οίκτον πρός τόν πατέρα του. Ό καϊμένος ό πατέρας! Ί ί έπταιεν αύτός ό καλοκάγαθος, ώστε να π λ α νά τα ι αόρατο: ύπέρ τήν κεφαλήν του τοιαυτη συμφορά: Δ ιότι έν τή τόση του ευτυχία, εις ήν έπίστευεν ασφαλώ ς, διέτρεχε τόν κίνδυνον νά γείνη ό δυςτυχέστερος τώ ν πατέρω ν καί τών συζύγων τοΰ κόσμου. Κ αί ήτο χωρίς νά το ή ξεύρη καί θά το έμάνθανεν ίσως ποτε, ήρκει μόνον νάνεγίνωσκεν εί: τήν καρδίαν τοΰ υίοΰ τ ο υ... Είχε δίκαιον- δ ια τί νά μή τον α γα π ά ; διατί νάφίνη εναντίον του τόσα; σκέψεις έπιβούλου, : διατί νά τον καταράται μέ το ύ; μυστικού; του λογισμούς; Ά, ήτο έγω ϊστής, αχάριστο: καί άστοργος... Τό συμπέρασμα τοΰτο έπεφέρετο άπό τοΰδε έπιμόνως έκ πάσης σειρά: συλλογισμών, καί άνεπήδα έκάστοτε ένώπιόν το υ, ώ ; τ ά τερατώ δη έκείνα ινδ ά λμ α τα, πρό τώ ν όποιων κλείει κανείς τού; ο φθαλμούς. Ό ή λιο ; είχε δ ύσει. Εντός τοΰ συμπυκνουμένου σκότους τή ς αιθούσης διέχεον ήδη λάμψεις τα π αλλό μ ενα ράμφη τοΰ φω ταερίου. 'Ε π ί τής ερυθρωπής άνταυγείας τώ ν τοίχων έπλανώντο σκιαί ασταθείς. Εκ τών ακροατών άλλοι έκυπτον έπί τώ ν τετραδίω ν τ ω ν, άλλοι ήτένιζον τόν καθηγητή ν. Ή μ άζα τώ ν κρανίων, έφ ής έλαμπον έδώ κ έκεί ολόζανθ-.ί τ ινε; κόμαι, έφαίνετο αμαυρότερα. Σ υχνά ό γ ελω : διέτρεχε θορυβώδης τό α κροατήριο / εί; τά ς χαριτολογία: τοΰ καθηγητοΰ. δ ι ών ή γ ά π α νάρτύη πάντοτε τ α : παραδόσεις του. Σήμερον έν τή εύθυμία του ήτο πολύ αφειδέστερος ά λ λ ' ό γέλι./ς ό έκρηγνύμενος ούτως α ί- φ νιδ ίω ; έζέσχιζε τήν καρδίαν τοΰ Π αύλου, διότι ά ντα νεκλά το επίσης καί έπί τής μορφή; τοΰ π α τρός του. Ητο λυπηρόν πράγμα ή ασυμφωνία τώ ν διαθέσεων μ εταξύ δύο ούτως ήγαπη μένω ν προσώπων. Ό εί; νά γελά καί ό άλλος νά σπαράσσηται. Μέχρι τέλους τοΰ μαθήματος, αί διά τώ ν διόπτρων τοΰ πατρός έκπεμπόμεναι ακτίνες εις έκαστον γ έλω τα, διετρύπων ώ ; βελόνα, τόν υιόν βαθύτατα... Ε γκατέλιπε τήν αίθουσαν πλήρης έντυπώσεων καί νέων αισθημ άτω ν. Ε ί: τά προπύλαια περιέμεινε τήν εξοδον τοΰ πατρός του καί άπήλθον μ αζί. Ο καθηγητής, θερμός έκ τοΰ άγώνος, είχεν ανυψώσει το περιτοαχήλιον τοΰ φαιού του έπανω ΐιοριου καί έσπευδε μέ τό ιδιόρρυθμον ά λ λ εύχαρι βήμά του. "Οστις το ύ ; έβλεπε, πατέρα καί υιόν. βαδίζοντας τόν ένα πρός τό πλευρόν τοΰ άλλου, θά ένόει βεβαίω ς, όχι έκ τ ή ; όμοιότητο: διότι ό Παύλος ώμοίαζε μέ τήν μητέρα το υ, ά λ λ ' έκ τοΰ ίδιάζοντος εκείνου κ α θ όδόν ύφους, ότι είνε στενοί συγγενείς. Ά λ λ ά θά το υ; έξελάμβανε μ ά λ λον ώ ; δύο αδελφούς. Τόσον ή εύθυμία κα ί ή κ α λή κράσις τοΰ ενός, όσον καί ή πρόωρο; ά νά π τυ- V-; και ή εμβρίθεια τοΰ άλλου, προςήγγιζον τ ά ; ηλικίας τω ν. «Ε ίδε; οί καϊμένοι οι φ ο ιτη τα ί,» έλεγεν 6 κ. Ά νδρεάδης πρό; τόν υιόν του, «μ έ πόσην χαράν μ χειροκρότησαν σ ή μ ε ρ α ;... Λ ύτη τω ν ή αγάπ η, που έςεδήλωσαν πρό; έμε τόσες φορές, αποτελεί, σέ βεβαιώ, μ.ίαν τώ ν ευτυχιώ ν μου. Σ ή μερα ολίγον ελειψε νά μου έλθουν τα δάκρυα τά μ ά τια. Ε ίδε; δα πώ ς έτρεμεν ή φωνή αου... Ε υχαριστήθηκα πολύ ποΰ Ιτυχες ; αύτό το μ ά- Μτιτουιά θηαα. Πώς τώ π α θ ε; ; θ ά έμάντευσες ίσως τί θά συν έβαινε, καί θά ήλθες καί σύ νά χαρής μαζί αέ τόν πατέρα σου.» Ό ΙΙαΰλο; περιωρίσθη εις εν μ ειδίαμ α. Κ ά τι τώ ήλθεν εις τά χείλη νά π α ντή σ η, ά λλ ητο τόσον τολμηοόν, ώστε τό έξαπέστειλεν εύθύς οπίσω εις τήν καρδίαν το υ, όπου έκρύπτοντο τοσα σκοτεινά. Βραδύτερο /, έν ώ ό πατήρ του έξηκολούθει έπί του αύτοΰ θέματος, τώ ήλθεν ή αύτή έπιθυαία, άλλά καί πάλιν τήν κατεσίγασε. Τοΰτο έπανελήφθη πολλάκις, κ α θ δλον τό διάστημα τοΰ δρόμου. Ε πάλαιεν ό Παύλος άν έπρεπε νά όμιλήση ή νά σιωπήση κα ί τόρα, ώ ; έσιώπησε τοσάκις. Μ ία έπίμονο; καί μυστική ιδέα τόν έβασάνιζεν. Ή τύψ ις τοΰ συνειδότος, ώς άφυπνίσθη έν τή αιθούση, έξηγείρετο όλοέν έν όλη αυτής τή δυνάμει. Ω χρός, ριγώ ν, άλλά κρυπτόμενος έ / τή σκοτία τής εσπέρας, ήτένιζε κούφα τό πρόσωπον τού πατρός του κα ί έλεγεν έκ βάθους ψυχής : «Ά, είνε κρίμ α, κ ρ ίμ α...» Έβάδιζο / έπί τής λεωφόρου Π ανεπιστημίου. Ό τα ν έπρόβαλον έπί τής όδοΰ Π ατησίων έχωρίσθησαν. «Π ήγαινε σ π ίτι καί τόρα έρχομαι, θ ά π ά γω ποώτα εως έδώ ποΰ έχω μιάν ύπόθεσι» είπεν ο κ. Ά νδρεάδης καίήκολούθησε τή ν όδόν Π ατησίω ν. «Π ολύ καλά σάς περιμένουμε διά τό δείπνον» άπήντησεν ό Παύλος. Ά λ λ άντί νά έξακολουθήση τόν δρόμον του πρός τήν Π λατείαν τή ς 'Ο μόνοιας, έστη παρακολουθών διά τοΰ βλέμματος τόν άπομακρυνόμενον πατέρα του. Οί φανοί ε- καιον μ εταξύ τώ / δενδ:ω ν και έπί τοΰ λευκού πεζοδρομίου έμηκύνετο καί έβραχύνετο έναλαζ ή σκιά τ ο υ... Ε ί; τον Παύλον έπήλθεν ή σκέψις νά τόν κράξη, νά τον σταματή ση,νά τρέςη προς αυτόν καί νά έκτελέση τή / μυστικήν του άπόφασιν. Έ σκέπτετο άν έπρεπε νά μή χάση καιρόν ή έάν ήρμοζε τό κίνημά του έν μέση όδω... Ας μήν έσπευδε, δέν θά ήτο πολυ φρόνιμ ον... Κ αί εν τώ δισταγμώ τούτω ό πατήρ του προεχώρει. Α μα η άπόστασις ηϋξησεν, ό ΙΙαΰλο; ήναγκάσθη νά κλίνη ϋπέρ της αναβολής καί μέ βήμα βραδύ διηυθύνθη πρό: τήν οικίαν του. Ή λευκή καί χαοίεσσα οικοδομή, τετράγω νο; μέ πολλούς έξώ στας, βεβυθισμενη έν ή μ ίφ ω τι καί σιγή, άπέπνεεν ευτυχή τινα γα λή νη ν. Μ ία γ α - λακτόχρους σφαίρα, άπό τ ή ; όροφή; έξηρτημένη, (φώ τιζε μέ γλυκεία / λάμψιν τήν είσοδον, άπο τοΰ βάθους τής όποια; ήοχιζεν έλισσομένη κομψή μαρμάρινη κλίμ α ξ. Τ ήν ώραν εκείνην ήτένισεν ό Π αύλο; τήν πατρική οικίαν μέ παράδοξον συναίσθημα. Ή το λοιπόν άληθές ότι δέν θά έδύνατο πλέον νά ζήση ευτυχής έν αύτή : Α λήθεια ότι ύπό τήν ειρηνικήν α ύ τή ; στέγην, ύπό τήν λευκήν όψιν, ύπό πρόσχημα ζη λ ευτή ; οικογενειακή; ευημερίας, θα έκρύπτοντο μαύρα μυστήρια παθώ ν ;... Καθώς έσκέπτετο τόρα, εν λυπηρόν δράμα εί; τό μέλλον θά έξείλισσεν έκεί μέσα τ ά ; άποτροπαίους αύτοΰ σκηνάς. Ά λ λ άν ήτο τ ώ όντι κύριο; τή ς σκεψεώ; το υ. άν έδύνατο νάσκήση θέλησιν έλευθέραν,έπρεπε νά φεισθή τοΰ ιερού εκείνου ασύλου, έπρεπε πρό παντός άλλου νά έξασφαλίση την ησυχίαν τής πατρικής ο ικ ία ς... Κ αθ όλην τήν διάρκειαν τοΰ δείπνου άνέστρεφε τήν ιδέαν τα ύτη ν καί έκρατύνετο περισσότερον έν α ύτή. Ισόγειον ήτο τό καθημερινόν αύτώ ν έ- στιατήριον, Οσάκις έλησμόνει ή υπηρέτρια νά - να π τύξη τάς έρυθράς α υλα ία ς, οί έξωθεν διερχόμενοι διέκοινον διά τριών παραθύρων τήν φιλόκαλον αύτοΰ διακόσμησιν, τήν εύρεΐαν ώοειδή τράπεζαν λάμπουσαν, πέριζ τ ή ; οποίας έκάθητο φαιδρά ή οικογένεια, ύπό τή ν ορεκτικήν κνίσσαν τοΰ παρακειμένου μαγειρείου,ύπό τό ζωηρόν φώς τοΰ άνωθεν άνηρτημένου τετραπλού λαμπτήρος. Εδείπνουν μέ άξο.γαστον α π λό τη τα, υπηρετούμενοι ύπό μιας μόνον ύπηρετριας. έν ώ είςήρχετο άπο καιρού εις καιρόν α φελέσ τατα κα ί ό γηραιός μάγειρος, ζητώ ν σκεύος τ ι έκ τοΰ κυλικείου. Π μικρά Α νθ ή, ό χαριέστερος καί ζωηρότερος δαιτυμ ώ ν, έκάθητο έπί τής μ ιά ; πλευράς, παρά τήν κυρίαν Έ λλιο τ, μέ τήν μελανήν ενδυμασίαν τής χήρας, μέ τήν εύσαρκίαν τ ή ; μεσήλικος, μέ τό συμπαθές πρόσω- -ο ν τής άλλοτε ώραίας γυναικός, μέ τ ά ; χρυσά; διόπτρας τής παιδαγω γού, μέ τό όξυ βλέμμα τής νοήμονος. Α π έ ν α ν τ ι έκάθητο ό Π αύλος, παρά τήν θείαν του, τήν δεσποινίδα Α να σ τα σ ία ν Ά ν - δρεάδου, ύπερβάσαν ήδη πρό πολλοΰ τήν άνθηράν ή λικ ία ν, καί διά τοΰτο πολύ ίδιότροπον καί πολύ σεβαστήν. Μ εταξύ τώ ν δύο ζευγώ ν κατείχε μόνος τήν προεδρικήν θέσιν ό κ. Ά νδρεάδης, πλήρη; όρεξιως πάντοτε καί λάλου ευθυμίας, θ ελκτικ ή είκών οικογενειακής ευτυχ ίας! Κ αί έν ώ μ ε τ ο λίγον διά τή ς προσθήκη; έκτου συνδαιτυμόνος, μιας λατρευτής καί α γγελική; γυναικός, έδύνατο νά σ υσφιγχθή έτι μάλλον ό σύνδεσμος τή ς αγάπης τω ν, έπηπειλείτο έξ εναντίου ή καταστροφή καί ή δυςτυχ ία. Ό ΙΙαΰλο; τό έσκέπτετο φρίσσων. Ιδού ότι άπό τοΰδε, ένωρίς, ά φ ής έψιθυρίσθη ό μετά τ ή : Έ ρ μ ινία ς γάμ ος, παρετηρείτο ώ ; κακός προάγγελος ελαφρά τις δ ια τά ραξις: ό νέο; δέν έτόλμα νά ύποστή τό βλέμμα τ ή ; κυρίας Έ λ λ ιο τ... Τί νά κάμη ; Ν ά φ ύγ η ; θά έγένετο αύτός δυςτ υ χ ή ς... Ν ά μείνη ; θ α έγίνοντο δυστυχείς ολοι τ ω ν... Τόσον λοιπόν ήτο ασθενής, ώστε δέ/ ϊσχυε νά καταστείλη άνοσίους παλμούς και νά μείνη α- πλούστατα ά λ λ ευτυχέστατα ό υιός τοΰ πατρός του καί... τ ή ; συζύγου του ; Τό πεοίσκεπτον ήθος τοΰ Π αύλου έκίνησεν α πόψε τήν προσοχήν όλων. Ο κ. Ανδρεάδη: διεμαρτυρήθη πλέον ή ά π α ξ. Καί αύτή ή δεσποινίς Α να σ τα σ ία, ή όποια δέν συνείθιζε νά να μ ιγνύη τα ι εις τά ς διαθέσεις τώ ν άλλω ν, ά φ ού ή ίδική της

ή το π ά ντο τε δύςκολος, άπεφάσισε ν χ τ ο ν έρω τήση: «Τ ί έχεις απόψε, Π αύλε ; μή σου συμβαίνγ) τίπ ο τα ; Ο χι. θεία μου. Τ ί νά μου συμβαίνη ;» άπήντησεν ό Π αϋλο; διαστέλλ,ων το ύ; μυς του προσώπου του εί; μ ειδ ίαμ α. «Α φ ή σ α τε τον, σ ά ; παρακαλώ» ύπέλαβεν ή κυρία Ε λλιοτ «νέο; ο όποιος ετοιμάζεται νά πάρη τό δ ίπλω μ ά του, δέν ήμπορεΐ νά ήνε π ά ν τοτε φαιδρό; Α μ φ ιβ ά λ λ ω άν τέτοιε; υποθέσει; τόν σκοτίζουν. Ά ; ήνε' βλέπω ότι άρχισε νά γ ε λ ά... Γιά νά σε π ώ, Π αύλε μου Σέ χρειάζεται π εία αυτό τό κομμάτι τή ς μ πριζό λα ; : "Ό χι, θεία μου, τί το θέλετε ; Έ π α ρ α ψ ή - θηκι κα ί είνε ζερό. "Ισα ϊσα γ ι ' αύτο τό θέλω - δόσε μέ το εδώ, σέ παρακαλώ.» Ό ΙΙαΟλο; μετεβίβασε τό πυρίκαυστου ύπόλειμ μ α τού κρέατο; εις τό πινάκιον τ ή ; θεία; του. Τό έλαβεν εκείνη, τό εκοψεν εί; δύο δ ιά τώ ν δακτύλω ν καί προςεφερεν άνά εν τώ ν τεμ αχίω ν εί; δύο ισπανικά κυνάρια, περισαίνοντα παρά τού; πόδα; τ η ;. Αί σιαγόνες τώ ν ζωαρίων ήκούσθησαν τρω γαλίζουσαι μ εθ ηδονής, έν ώ τοίς έμειδία ή κυρία των συμπαθέστατον μειδίαμ α, σπογγίζουσα τ ά δ ά κ τυλα έπ ί τού χειρομάκτρου. «Τ α λ α ίπ ω ρ ο ; θ ε ία!..» έλεγε καθ' εαυτόν ό Παύλος, περιάγων τό βλέμμα άπό τ ή ; κάτισχνου μορφή; τής γεροντοκόρη; έπ ί τώ ν οξυρρύγχων μορφών τ ή ; "Η ρα; καί τ ή ; Λ ουλούς. Τ ί; οίδε μ.ετά π ο ια ; έλπ ίδ α ; ψευσθιίσαςέν τώ βίω τη ς, συνεκέντοιοσε τήν αγάπην τ η ; όλην εί; τά περιστοιχίζοντα αυτήν ζώ α. Ό οργανισμό; τ η ; είχε διαστραφή, ώ ; όλων τώ ν γεροντοκορών. Ε ίχε γίνει νευρική, ιδιότροπος, μελαγχολική καί εί: άκρον ολιγόλογος. ΙΙρό; το ύ ; οικείου; τ η ; έφέρετο μετά τοσούτον μεμετρημένη; φιλοφροσύνης, μ.ετά ψ υ - χρότητο; σχεδόν, ώστε ή 'Ανθή ίσχυρίζετο έν παση παιδική άφελεία ότι ή θεία δέν ή γ ά π α κανέν α, μ ά κανένα. Κ αί δέν ήξευρε μέν κανείς τ ί έ- κρύπτετο ύπό τ ά μεμαραμένα στήθη τής σνγώση; γυναικός, άλ.λ.' ή αλήθεια είνε ότι κανείς σήμερον δέν έτρεφε πρό; α υτή ν ζωηρόν καί θερμόν αίσθημα α γάπης. "Ολοι έκεΐ μέσα τήν περιέοαλλον μέ τόν απεριόριστον σεβασμόν τού καθήκοντος καί τήν λεπ τεπ ίλεπ το ν μέριμναν τή ς κ α λή ; ανα τρ οφής... άλλά τίπ ο τε περισσότερον. Ή δεσποινίς 'Α να στασία έδύνατο νά έχη εύλογον αφορμήν παραπ ό ν ω ν καί θά είχεν, άν δέν τη ν άπερρόφα, ώστε νά μή σκέπτη τα ι πολύ περί άλλου, ή αγάπη καί ή φροντίς τώ ν κυναρίων τη ς, τώ ν άκανθίδων τη ς, τού γαλιδέω ς τ η ; κα ί τού ψ ιττακο ύ τη ς. Μέ μίαν έσθήτα α π λή ν, αμαυρού πάντοτε χρώματος, μέ μίαν ανδρικήν άλυσινώρολογίου καί μ εν πεοιλαίμιον π λ α τύ κολλαρισμένον, έκάθητο ώ Μ η τρυιά ρα; ολοκλήρους, κατασκευάζουσα τά σιγάρα <5ι' ών έπλήρου ό λα; τ ά ; σιγαροθήκας τής οικίας. Τό κάνιστρον τής εργασία; της ήτο εν κιβώτιον εκ λευκοσιδήρου, εί; τρία διηρημένον εί: τό πρώτον διαμέρισμα, τό εύρύτερον,περιείχετο ό καπνός εί; τό δεύτερον,το στενότερον τό σιγαρόχ ά ρ το ν κα ί εί; τό μεσαΐον,μιά ψ α λλίς, δύο-τρία τεμ ά χ ια ναστόχαρτου κυλινδροειδή καί μία φ ιά λη διαλελυμένου κόμμεο; μέ λεπτόν χρωστήρα. Ε νίο τε ή να π τε καί α υτή εν σίγαρον καί διεξήοχετο τ α ; έφημερίδας,ή παρεδίδετο εί; τήν ά νάγνω σιν γαλλικού τινο ; μ υ θιστορήματος. Ά λ λ ά πόσον δύςκολο; ήτο εί; την Εκλογήν τ η ς! συνέβαινε νά διατελή έπί τριήμερον εί; νευρικήν δια τά ραξιν, οσάκις έπλανάτο α π 'α ρ χής καί άνεγίνωσκε μυθιστόρημα, μή άποπερατούμενον κ α τά τ ά ; ορέξεις της καί τ ά ; εϋχχς της. Ώ ; ό Δ χρβιν, ή δεσποινίς Ά νδρεάδου τά ήθελε γοργά, ένδιαφέροντα, άνευ ψυχολογικής ά να λύσεω ; καί άνευ τραγικού τέλους. Μέ το ιαύτας κλίσεις, εννοεί κανείς ποσον θά διετάρασσε τό νευρικόν σύστημα τού πτω χού πλάσματος κανέν τών οικογενειακών έκείνων μυθιστορημάτων, τό όποιον έδύνατο νά έξελιχθή έντός τ ή ; οικίας τη ς, μέ σω ρείαν ψυχολογικών στιγμ ώ ν πολύ βίαιω ν, καί τ ί; οίδε, μέ τραγικώ τατον τ έ λ ο ς!... Ε ϊ; τήν έκκλησίαν είχε τήν ιδιοτροπίαν νά φορή ολόμαυρα κ α ί νά ήνε δακρυσμένη ά π αρχής μέχρι τέλους τής ιεροτελεστίας. Ε ις τό θέατρον μετεβαινε μέν, ά λ λ 'ύ π ό τόν άπαράβατον όρον νά φθάση εί; τό τέλ.ο; τ ή ; πρώτης καί νά φ ύγη εί: τά ς άρχάς τ ή ; τρίτα,: πράξεω :. Ε ί; τό φαγητόν έτρωγε πολύ καί ά π όλα, άλλά μετά συχνών μορφασμών δυ;αρισκεία; αν δε συνέβαινέ ποτε νά τελειώση α υτή πρώ τη τό φαγητόν τ η ; ή νά βραδύνη κα νεί; τώ ν ά λλω ν, έσπευδε νά έγερθή τ ή ; τραπέζης καί νάποσυρθή. διότι δέν ύπέφερε νά βλέπη άλλον τρώ γοντα αύτή χορτασμένη. Ε ί; τοιούτον χαρακτήρα φ α ντά ζετα ι τ ι; πόσον δυςχερή θά ήσαν τά κοινωνικά καθήκοντα, αί υποχρεώσεις τή ς οίκοδεσποίνης, δ ι ών έπεβαούνετο κ α τ' α νάγκη ν, μόνη άπομείνασα έν τή πατρική οικία. Τ ήν ηνώ χλουν αί επισκέψεις, αί άντεπισκέψεις, ή προεδρεία τώ ν γευμ ά τω ν, ή έποπτεία τώ ν χορών. Ά ν η το εις τό χέρι τη ς, δέν θά ύπήρχεν έν Ά - θήναις οικογένεια περισσότερον περιωρισμένη τής ίδικής τ η ; ά λ λ ούτε ό Π αύλος, ούτε πολύ μάλλον ό Κ. Ά νδρεάδη; ένόουν νά ύποταχθώσιν εις τ ά ; νευρικά; α ύ τή ; έξεις... καί ή γεροντοκόρη ήναγκάζετο νά ύποκύπτη, δυςηρεστημένη αιω νίω ς καί αγέλαστος. Τόρα μόλις θάπηλλάσσετο τών β ασάνω ν, δτε θά παρέδιδε τό βάρος τ ή ; αρχής εί; τήν νέαν κυρίαν Ά νδρεάδου καί θά έδύνατο νά περιορισθή ήσυχο; καί άφροντις εις τά σιω πηλά δ ω μ άτιά της μελαγχολικά ώ ; άναχωρητήρια. α ύτά εκείνα, τ ά όποια τήν είδον άλλοτε αι- δράν νεάνιδα συμ-παθή καί εύ έλπ ιδ α... 'Ε ν τού- τοις δέν έξεφράσθη εύνοϊκώς περί τού γάμου τού αδελφού της. Τήν ημέραν, κα θ' ήν τώ άνηγγέλθη. έφάνη μέν δίδουσα ευχαρίστως τήν συγκατάθεσίν τ η ς, διότι δέν άνθίστατο συνήθως εί; τίποτε, μή άφορών αύτήν ά το μ ικ ώ ς, ά λ λ ευθύς έξ άρχή; κατελήφθη ύπό τοσαύτης νευρικής ανορεξίας, ώ στε δέν ένεφανίσθη διόλου εις τό γ εύ μ α - καί πρό; τό έσπέρας, συναντήσασα έπάνω εί; τό δώμα τόν Π αύλον, «Ά ρ γη σ ε, άργησε» τ ώ είπε, χωρίς νά τον βλέπη, προςηλωμένη εί; τήν άπό τού δώματος θέαν, «μά την 'βρήκεν έπί τελο υ; ό πατέρας σου. Μ πά! π ώ ς ; τ ίλ έ τ ε, θεία μ ο υ... ή δεσποι- Έ ρμινία μού φαίνετα ι να ήνε αξιόλογος ύπό π ά σαν έποψιν. Κ αί σείς δέν τη ν επαινέσατε.τόσες φο=ε; ; Ν αι, παιδί μου' μά πολύ ν έ α... πολύ ν έ α!» άπήντησεν ή γεροντοκόρη μέ μορφασμόν δυςπιστίας. Τό δεϊπνον εύρίσκετο περί τό τέλος. Ό Κ. Ά ν δρεάδη;, καταβροχθίζων ήδονικώ; μ εγά λα τεμ ά χ ια πουδίγκας, διηγείτο συγχρόνως αναμνήσεις τού έν Ε ύρώπή φοιτητικού του βίου, πλήρεις α στείων ανεκδότων, τά ς όποια: ή μέν δεσποινίς Α ναστασία ήκουεν αδιάφορος, κ α τ ' άντίθεσιν πρό; τήν μακράν Ά ν θ ή ν, άπληστον διηγήσεων καί έ- κρηγνυομένην εις μακαρίου; γέλω τα ; ή δέ κυρία Έ λ λ ιο τ προσεϊχε, χωρίς νά φ α ίνη τα ι προσέχουσα. κ α τ άντίθεσιν πρός τόν Π αύλον, ό όποιος έ- φαίνετο προσεχών, χωρίς νά προςέχη... Κ ατόπι παρεκλήθη ή Ά νθ ή νά π α γγείλη το ποίημ α, τό όποιον είχε μάθει τήν ήμέοαν εκείνην. Ή π α ΐς ή ρ νεϊτο κ α τ' άρχάς, άκκιζομ.ένη ά λ λ είς'έν βλε μ - μα αυστηρόν τής παιδαγω γού της, ήρχισεν εύπειθής, ήρεμος, μέ καταβιβασ μ ένα όμ μ.ατα: Μ η το νιά P o u r l e s c œ u r s c o r r o m p u s Γ a m i t i é n ' e s t p o in t [ fa ite... Ά λ λ α βαθμ.ηδόν τήν ένθουσίαζεν ή α π α γγελία. L2; πολλούς τώ ν μεγίστων ρητόρων καί τών σκηνικών, τήν έμέθυεν ό τόνο; τής ίδιας φωνής, συμπαθώ ; βραχνής καί βαρείας. Α νύψωσε τούς οφθαλμούς φεγγοβόλου;, έλαβε τό μικρόν μελιχρόν τ η ; ποτήριον καί έσυνέχισε μέ τήν τελευταίαν λέξιν τού ποιήματος τήν ενθουν αύτήν πρόποσιν: «... à chanter le bonheur, π ίνω στήν υγεία τού μ π α μ π ά μου, πού παντρεύεται!» Κ αί έφερε μέ πολλήν σοβαρότητα τό ποτήριον εί; τά χείλη, έν ώ όλοι έγέλω ν, μ η δ ' α ύ τή ; τής θείας Α να σ τα σ ία ς έξαιρουμένης. Ό Παύλος ήσθάνετο άπόψε πολύ τό οικογενειακόν θελγητοον. 1 2 ; το έβλεπε μέ τα όμ.ματα τού φόβου καί τώ ν περί τού μελλ.οντο; ανησυχιών, τώ έφαίνετο ώραιότερον άκόμ.η καί προςφιλέστερον. Έ ποτίζετο β α θύτα τα έκ τ ή ; ειρήνης έκείνη; τής ίεράς, διεπεράτο όλο; κα ί έμαλάσσετο έκ τής ά - γά π η ς τού πατρό; του. Ό λοέν έπετείνετο ή έν τή καρδία του άρςαμ-ένη έπανά.στασις. Ιναί ήτο έπανάστασις κ α τ έπαναστάσεω ς. 'Π γω νίζετο τόρα νά κ α τα π νί'η όσα αισθήματα ήγειρον έκεΐ θρασείας κεφαλάς, άπειλούντα να τον έξορίσωσι δυςτυ χ ή. μακράν ή ; οικογένειας του, δυςτυχούς. Επρεπε νά σκεφθή απόψε πολύ ώρίμως καί νά κλίνη σταθεοώς ύπέρ μιας άποφάσεως. Τό μετέω - ρον τόν άνησύχει- ή βαρεία σννείδησι; τόν έτυ π τεν ή π λάνη, τήν όποιαν ακόμη μετήοχετο, τόν κ α - τή σ χ υ νεν ό κίνδυνο; τόν κατετρόμ.αζε... Κ αί έν τ ώ μέσω όλου τούτου τού σκότους, έλαμ.πεν έκεΐ μακράν 'έν φ ω ς, πρός τό όποιον έσπευδεν, έσπευ- <5εν... Ε ί; τήν μετά το δεϊπνον συνήθη συναναστροφήν προςετέθησαν ή κυρία Οικονόμου, άλλη αδελφή τού κ. Ά νδρεάδου, μ ετά τ ή : μ ικρά; τ η ; θ ά λειας, κα ί ό λαμπρό; έκεϊνος Ά γαμέμ.νων Ζιβράς μέ τά ύψηλά του περιλαίμ ια καί τά μ εγάλα του όνειρα. '<) αδελφός τ ή ; Έ ρ μ ινία ς ήτο δανδής τέλειος, ά π οστίλβ ω ν ώς νεόκοπον δ εκάλεπτον, π ε ριβαλλόμενο; ύπό μεμυρωμενη; ατμ όσφαιρα; καλλω πιστού. Υ π ά λ λ η λ ο ; έν τ φ Ί πουογείφ τώ ν Ε ξω τερικώ ν, καίτοι κάτοχο; καλής περιουσίας, άπέβλεπεν ε ί; δ ιπλω μ α τικό ν στάδιον, πρός το ό ποιον εξεδήλου διακαέστατον έρω τα. Ε λα φ ρ ά μάλλον κεφαλή, έθαμ.βώθη έκ τή ς λάμψεω ς τών πρεσβειών, έκ τώ ν χρυσοποίκιλτων στολώ ν, έκ τών ευφυολογιών καί τώ ν ύποκλίσεων τή ς αιθούσης, έκ τής κ α τ επίφ ασή άβρότητος, έκ τ ή ; όλη; έ κείνη; κομψή; έπιτηδεύσεω ; τώ ν τροπώ ν. Ά π ε - στήθιζε τό Λ ιεθνέ; δ ίκ α ιο ν ή το μ,ανιώδη; διά ζη τή μ α τα έξωτερική; π ο λ ιτικ ή ;, έγνώριζεν έκ μνημ.η; όλον σχεδόν τό Ή μερολόγιοο τ ή ; Γόθαςήξευοε πάσαν σχετικήν λεπτομέρειαν ήρέσκετο διηγούμενο; μ ε τ άκρατου θαυμασμ.ού ανέκδοτα δ ιπλω μ α τικά, ευφυολογίας καί τεχνάσματα πρέσβεων. Ε ϊ; τ α ύ τ α περιεστρέφετο π ά ντο τε ή ομιλ ία του, είτε α γγλισ τί, εϊτε γα λ λ ισ τί, είτε ελλη νισ τί. Το όνειρόν του ήτο νά διορισθή πρέσβυ; έν Λ ονδίνω ή έν Παρισίοις καί σ ιγά -σ ιγά θά το κ α τώ ϊθ ω νε. Ή συναναστροφή προςέλαβε ταχέω ς τήν συνήθη α ύ τή ; όψιν. Ή κυρία Οικονόμου συνω μίλει μετά τού αδελφού τ η ;- έλεγον οτι ό γάμος θα τελείτο τόν Α π ρ ίλιο ν, ότι ή Έ ρ μ ινία ητο πολύ καλή κόρη ότι περιέμενεν έκ ΙΙαρισίων τήν προίκα τη ς, ό τι όλοι ησχν ευχαριστημένοι ολα στερεότυπα πρό μηνός. II θεία Α να σ τα σ ία έβάλθη νά κατασκευάζη σιγάρα. ά"ταλάσσουσα πού καί που κανέν αονοσύλλαβον μ ετά τ ή ; κυρ ία ; Έ λ λ ιο τ, πλησίον της φυλλομετρούσης έν βιβλίον. II θ ά λεια μ ετά τής έξαδέλφης της Α νθής έφλυάρουν ώ ; π τη νά, καθήμεναι παράμερα έπί μικρών σκιμπόδω ν, μέ μυρίας ένδείςει; άμ.οιβαία; λατρ είας. Έ - ι,. ι «υνί,.,«γρηγοριοσ Ξ ηνοπουλο».

Ουρανία ΟΤΡΑΝΙ Α ύ π ό Κ α μ ί λ λ ο υ Φ λ α μ μ α ρ ι δ ν Συν χ\«α, Τδι σ. 88 Ο χι κ α ί α ύ τή επ ίσ η ς δέν έμ ελλε νά ά π ο - ανεύρισκε κ α ί το πνεύμ α -της προσηλοΰτο, συνθάνη ούδ εις η λ ικ ία ν τρ ιά κ ο ντα έτώ ν, ούτε νεδ έετο μ ετά τού ιδικοΰ του ζωηρότερου ίσω ς η βραδύτερου. Ιναί εκ είνο ς! Έ χ εϊrot-, ν ά π ο θ ά - ή κα ρ δ ία τη ς. νη! Ή έξοχος α ύ τ ή δ ια νο ια νά έκμ,ηδενισθή δ ι Προ τρ ιώ ν περίπου μ ηνώ ν έζω ν ούτω κοινήν α π λ ή ς παύσεω ς τώ ν π α λ μ ώ ν τή ς καρδίας ή τή ς π νευ μ α τικ ή ν ζω ή ν, κα τα τρ ίβοντες σχεδόν κ α θ α να π νο ή ς: Ο χι, δέν εινε δ υ ν α τ ό ν οί άνθρωποι έκ ά σ τη ν π ο λ λ ά ς ώρας τή ς ημέρας εις τή ν ά ν ά - α π α τ ω ν τ α ι. Μ ια ν ημέραν θά το έμάνθανον. γνο>σιν π ρ ω το τύπ ω ν ύπ ο μ νη μ ά τω ν γεγραμμένω ν Κ αί α ύ τη επίσης εσκέπτετο τά μ υστήρια εις διαφόρους γλώ σ σ α ς περί τή ς επιστημ ονική ς ΙΟΥΛΙΟΣ ΒΑΡΒΙΕ Ό ποιιιτίις τή ς " Ιωάννας δ' "Λοκ». τ α ύ τ α, ά λ λ ύπό καλο λο γικήν μ ά λλο ν κ α ί α ι σ θημ α τική ν ή επιστημ ο νική ν έ π ο ψ ιν.ε σ κέπ τετο όμως. Ιΐα σ α ι α ΰ τ α ι α ί ερω τήσεις, π α σ α ι α ί άμ φ ιβ ο λ ία ι, ό κρύφιος σκοπός τώ ν σ υνδιαλέξεω ν τη ς, ή τόσον τ α χ ε ία ίσ ω ς πρός τον φίλον α ύ τή ς άφοσίωσίς τη ς, π ά ν τ α τ α ύ τ α α ιτ ία ν είχον την άσβεστου τή ς μαθήσεω ς δ ίψ α ν ύφ ής κα τείχετο ή ψ υχ ή τη ς. Η λ π ιζεν εις α ΰτό ν, δ ιό τι είχεν ή δ η κνεύρει εις τά σ υγγρ ά μ μ α τα του τή ν έ π ι- λ υ σ ιν τώ ν μ εγίσ τω ν π ρ ο β λη μ άτω ν. Έ δ ιδ ά χ θ η ές α υ τώ ν νά γνω ρίση το σ ύ μ π α ν κ α ί τη ν γνώ σ ιν τ α ύ τ η ν εϋρισκεν ώραιοτέραν. ζωηρό τέραν, μ ε - γ α λ ειτέρ α ν, ποιητικο ιτέρ αν άπο τά ς αρχαίας π λ ά ν α ς κ α ί έσφαλμ ένας δοξασίας. Ά π ο τή ς ήμερας καθ' ή ν έμαθεν άπο τώ ν χ ειλ έω ν του ότι ή ζω ή δέν ειχεν ά λλον σκοπόν είμή τή ν ά ν α - ζή τη σ.ν τή ς α λή θεια ς, ήτο βέβαια ό τι θά τή ν ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΚΟΥΝΠ Ό μεν.οποιός τής «'Ιω άννας δ Ά ρ κ. φιλοσοφίας, τή ς θεωρίας τώ ν ατό μ ω ν, τή ς φυσικ ή ς. τώ ν μορίων τή ς οργανικής χ η μ εία ς, τή ς θερμοδυναμικής κ α ί τώ ν διαφόρων επ ισ τη μ ώ ν ώ, ό σκοπός τείνει εις τή ν έξακρίβωσιν τού οντος, δ ιαλεγό μ ενοι περί τώ ν κ α τ επ ιφ ά νεια ν ή πραγ μ α τ ικ ώ ν α ντιφ άσεω ν τώ ν εν αύτοΐς εικ α σιώ ν,εύρίσκοντες ενίοτε εις συγγραφείς καθαρώς φ ιλο λο γικ ή ς ίδ ιό τη το ς σκέψεις κ α ί συμ πτώ σεις λία ν ε κ π λ η κ τ ικ ά ; μ ετά τώ ν επ ιστημ ονικώ ν α ξιω μ ά τ ω ν, εκ πλη ττό μ ενο ι δια τινα ς προγνώσεις μ εγά λ ω ν σ υγγρ α φ έω ν.τ ά α να γ νώ σ μ α τα κ α ί αί έρευναι κ α ί α ί π α ραβολα ί α ύ τ α ι τούς έθελγον ιδ ίω ς ένεκ α τού ό τι το όσημέραι φωτιζόμενου έτι μάλλον π νεΰμ ά τω ν κ α τ ή ν τ α ν άπορρίπτη τ ά έννέα δέκ α τ α τ ώ ν συγγραφέω ν, ώ ν τ ά έργα εινε καθ' όλοκληρίαν κενά κ α ί το ήμισυ προσέτι τού τ ε λ ευτα ίο υ δέκατου α ύ τ ώ ν, ούν τ ά σ υγγρ άμ μ ατα Η MHTHPTQN ΤΕΘΛΙΜΜΕΝΩΝ Εϊκών Βουγεοώ. έχουσι μόνον επιπόλαιου ά ρ ια ν άποκαθάραντες ουτω τό πεδίον τή ς φιλο λο γίας έ',ω ν μ.ετα τίνος ίκανοποιήσεως έν τ ή περιωρισμένη κο ινω νία τώ ν υπέροχων π νευμ ά τω ν. Ί σ ω ς εις τούτο έμπεριειχετο κ α ί έλαφρόν τ ι αίσθημ α ύπερηφανείας. Η μέραν τ ιν ά ό Έ λ π ισ τ ο ς άφίκετο ένω ρ ίτερον του συνήθους. «Ε νρηχα/» ά νεκ ρ α ξεν ά λ λ ά μεταμελούμενος π ά ρ α υ τα, προσέθηκεν; «Ίσω<;..» Έ ρειδόμενος επ ί τ ή ς εσ τία ς ένθα έσπινθήριζε πύρ φλ.ογερόν, έν ώ ή σύντροφό; του τον παρετήρει μέ τούς μ εγάλους οφθαλμούς τη ς πλήρεις περιεργείας ήρχισε νά λ α λ ή μ ετά τίνος ά σ υνει-

I 06 δήτου εμφάσεως, ώ; νά συνωμίλει μετά τού ίδιου αύτοϋ λογισμού έντό; ήρεμου δάσους : «Ιΐαντα όσα βλέπομεν εινε φαινομενικότηςάλλαχού έγκειται ή πραγματικότη;, «Ό ήλιο; φαίνεται στρεφόμενος περί ήμά;, ' άνατέλλων τήν πρωίαν καί δύων την έσπέ: αν, ή δέ Γη φ ή; εύρισκόμεθα φαίνεται άκινητος. ^"Α λλά το άλ.ηθές εινε το άντίθετο /. Κατοικοϋυ.εν. επί σώματος περιδινουμένου, φερομένου εις τό κενόν μετά όρμής έβδομηκονταπεντακις τα χύτερα; άπό τήν όρμήν σφαίρα; τηλεβόλου. «Έναρμόνιο; συμφωνία θέλγει τά ώτα μα;. Ό ήχο; δέν υπάρχει- άλλο τι δέν είνε είμ.ή εντύπωσις των αίσθήσεών μα;, παραγομίνη έκτων δονήσεων τοϋ ζερό; κατά τι διάστημα καί μετά ποια; τίνος τζχύτητος, δονήσεων αίτινε; αύταί καθ' έαυτάς είσι σιωπηλαί. Ά νευ τοϋ άκουστ κοϋ νεύρου καί τοϋ εγκεφάλου δέν θά ύπ Λοχον πλέον ήχοι. Καί ούοίζν άλλο τι δέν υπάρχει είμή κινητές. «Τό ουράνιον τόξον επιδεικνύει τήν φωτολαμπή καμπύλην του, τό ρόδον καί ό κυανός ύγρά έκ τής βροχός σπινθηροβολοϋσιν ύπό τόν ήλιον, ό πράσινος λειμών, οί χρυσιζοντες αγροί πικίλλουσι τήν πεδιάδα διά των λαμπρών χοω- Αάτων των. Ά λλάδέν ΰπάρχουσι χρώμ.ατα, δεν υπάρχει φως ΰπάρχουσι μόνον κυμάνσεις τοϋ ζίθέρος μεταδίδουσαι τήν δόνησιν εις τό οπτικόν νεϋρον. Εινε άπζτη λζί φαινομενικότητες- δ ήλιος θερμζινει καί γονιμοποιεϊ, τό πϋρ καίει, καί ου.ως δεν ϋπαρχει θερμότης, άλλά υ.όνον εντυπώσεις. ΊΙ θερυ.ότης όπως καί τό φως είνε μόνον τρόπος κινήσεως. Κινήσεις αόρατοι, άλλά κυρίαρχοι, ύπέρταται! «Ιδού μία Ισχυρά δοκός, εκ των γενικώς χρησιμοποιουμένων σήριερον εις τάς οικοδομά;. Τοποθετείται εις τό κενόν, εις ύψος δέκα μέτρων, επί δυο τοίχων, εφ' ών στηρίζονται τά δύο ά κρα της. Είνε βεβαίως στερεά. Εις τό ριέσον α υ τής άπετέθη βάρος χιλίων, δισχιλίων, δισεκακχιλίων χιλιογράμμων, άλλ ούτε καν αίσθανεται το ύπέρογκον αύτο βάρος- μόλις κατά τήν ίσορ/.έτρησιν δεικνύει άδιόρατον κλίσιν. Έν τούτοι; ή δοκος αυτή συνίσταται έκ μορίων άτινα δεν έγγι,ουσι πρός άλληλα, άτινα διατελοϋσιν έν διηνεκεϊ δονήσει, άτινα άφίστανται άλλήλων ύπο την έπίδρασιν τής θερμότητας καί συσφίγγονται ύπο τήν έπίδρασιν τού ψύχους. Είπατε /.οι, παρακαλώ, τι αποτελεί τήν στερεότητα τής σιδηράς αύτής δοκού; Τά ύλικά αύτής άτομα : Βεβαίως όχι, άφοϋ δέν έγγίζουσιν άλληλα. Ή στερεότης έγκειται εις τήν ελξιν τών /.ορίων, τουτέστι εις δύναμιν άϋλον. «Κατ' απόλυτον έννοιαν, στερεότης δέν ύφίσταται. Λαμ.βάνομεν άνά χεϊρας βαρείαν σφαίραν σιδηράν- ή σφαίρα κύτη συνίσταται έκ ;/.ο Ονηανία ρίων αόρατων, άτινα δέν εφάπτονται άλλήλων καί άτινα επίσης σύγκεινται ές «τόμων μη εφαπτομένων άλλήλων. Η συνοχή άρα ήν φαίνεται έχουσα ή έπιφάνεια τής έν λόγω σφαίρας καί ή φαινομενική αύτής στερεότης είνε εντελής πλάνη. Αιά τό πνεύμα τό οποίον ήθελεν αναλύσει τήν εσωτερικήν αύτής σύστασιν. εινε σμήνος μυιδίων, οία τά περιδινούμενκ εις τήν ατμόσφαιραν εν ήμερα θέρους. Αλλως τε ας θερμάνωμεν την σφαίραν ταύτην ήτις μάς φαίνεται στερεά- θά ζναλυθή- αν την θερμάνωμεν ε τι πλέον, θά έςάτμισθή, χωρίς όμως διά τούτο ν' άλλάξη φύσ ιν είτε έν καταστασει όευστοϋ, είτε εν καταστζσει αερίου έ'σται πάντοτε σίδηρος. «Εύρίσκόμεθα τήνστιγμήν ταύτην έντός οϊκου Ιΐαντες ούτοι οί τοίχοι, τά πατώ ματα, οί τά πητες, τά έπιπλα, ή έκ μαρμάρου εστία σύγκεινται εκ μορίων ώσαυτως μή εφαπτομένων άλλήλων. ΙΙάντα δέ αυτά τά μόρια τά συστατικά τών σωμ,ατων διατελοϋσιν εις κινησιν π ε ριφερικήν πέριξ άλλήλων. «Τό αύτ ρητέον καί περί τοϋ σώματός μάς. Άποτελείται εκ τής διηνεκούς κυκλοφορίας ά - τόμων- εινε φλόξ άκαταπαύστως αναλισκόμενη καί άνανεουμίνη. Εινε ποταμός παρά τήν όχθην τοϋ όποιου προσέρχεται τι; καί κάθηται νομίζω / ότι έπαναβλίπει πάντοτε τό αύτό ύδωρ, άλλ' όπου άληθώς δ άένναος τών πραγμάτων ρους επιφέρει πάντοτε όδοιρ νέον. «Έκαστον αίμοσφαιοίδιον τοϋ αίματός μας εινε κόσμος δλόκληρος(ε/ομενδέ πέντε εκατομμύρια τοιαϋτζ κατά παν κυβικόν χιλιοστόμετρόν). Ά λλεπαλλήλως, αδιαλείπτως, άνευ διακοπής εις τά ; αρτηρίας μας, εις τάς φλέβας /.ας, εις τή ι σάρκα μα; τό παν κυκλοφορεί, τό παν βαδ-ίξει, το παν φέρεται δρμητικώς έν ζωική δίνη κατ'άναλογίαν τόσον ταχεία όσον ή καί των ουρανίων σωμάτων. Μάριον προ; μ.όριον δ έγκέφα λό; μας, τό κρανίον /.ας, οί οφθαλμοί υ.ας, τά νεύρα μας, ή σάρζ μα; δλόκληρο; άνανεοϋνται άδιακόπως καί τόσον ταχέως ώστε έντό; ολίγων μηνών τό ήμέτερον σώμα εξ ολοκλήρου άνασυνισταται. «Κατά θεωρία; στηριζομένας έπί τών έλξεων των μορίων, ύπελογίσθη ότι έντός μικροσκοπία ίς ρανιδος υδατος χυνομένης διά τής αιχμής καρφίδος, ρανιδος άοράτου εις τόν γυμνόν οφθαλμόν, ίχουσης όγκον ενο; χιλιοστού τού κυβικού χιλιομέτρου εμπεριέχονται πλείονα τών διακοσιων είκοσι πέντε εκατομμυρίων μορίων. «Εί; μίαν κεφαλήν καρφίδος δέν ύπαρχουσιν ολιγώτερα τών οκτώ δισεκατομμυρίων ατόμο»ν. ήτοι όκτω χ ιλιάδες δισεκατομμύρια δισεκατομμυριων, τά δέ άτομα ταϋτα αποχωρίζονται άλλήλων ύπό διαστημάτων σημαντικώς μεγαλειτέρων τοϋ όγκου των, όστι; άλλως τε εινε άόρατος καί διά τού ισχυρότατου τών μικροσκοπίων. Ά ν ήθελέ τις ν' άριθμήση τήν πληθυν τοϋν περιεχον.ένων εις τήν κεφαλήν καρφίδος ατόμων α ριθμών νοεροί; εν δισεκατομμύριο-/ κατά δευτερόλεπτό / έπρεπε νά εξακολούθηση τό τοιούτο έπί διακόσια; πεντήοοντα χιλιάδας έτών όπως άποπερατώση την άρίθμησιν. «Εις μίαν ρανίδα υδατος, εις μίαν κεφαλήν καρφίδος ύπαρχουσιν άσυγκρίτως περισσότερα ά τομα άφ' όσοι ύπαρχουσιν άστερες εις τον ουρανόν τόν γνωστόν εί; τού; άστρονόμ.ους, εφωδιασμενους μέ τά ισχυρότατα τών τηλεσκοπίων των. «Τις ύποστηρίζει τήν Γήν εις τό αιώνιον κενόν, τόν "Ηλιον καί τους αστέρας τού σύμπαντος; Τις ύποστηρίζει τήν μακράν σιδηράν δοκόν, τήν έρριμένην μεταξύ δύο τοίχων καί έφ' ής κτίζονται πλεΐστα πατώματα; Τις ύποστηρίζει τό σχήμα πάντων τών σωμάτων ; ΤΙ Αύναμις. «Τό σύμπαν, τά πράγματα καί τά όντα, παν ό,τι βλέπομεν άποτελείται έξ άτόμων άοράτων καί άσταθμήτων. Τό συμπαν εινε δυναμισμός. Ό Θεός είνε ή παγκόσμιος ψυχή- er αντω ζω- /ίί»" χαί χινούμεθα xai eir/tsr. «Ό πως ή ύυχή είνε ή κινητήριος δύναμις τοϋ σώματος,τό άπειρονόν εινε ή κινητήριος δύναμις τού σύμπατος. Ή καθαρώς μηχανική θεωρία τοϋ σύυ.παντος υ.ένει άτελής διά τόν έξεταστην τον έμβαθύνοντα εις τήν φύσιν τών πραγμάτων. II ανθρώπινο; θέλησις εινε ασθενής άληθώς ^χίτικώς πρός τάς κοσμικά; δυνάμεις. Έν τούτοι; ε- ξαποστέλλων σιδηροδρομικήν αμαξοστοιχίαν εκ Παρισίων εις Μασσαλίαν, πλοίον έκ Μασσαλίας εις Σουέζ, μετατοπίζω έλευθέρως μέρος άπειροστόν τής γηίνη; μαζης καί τροποποιώ την πορείαν τής Σελήνης. Ώ τυφλοί του 10 αίώνος, έπα.νέλθετε εί; τον κύκνον τής Μαντούης : Mens agital molem. «Εάν άνατέμω τήν ύλην, θ άνεύρω έσχατον εις τό βαθο; τό άόρατον άτομον ή υλη έςαφανίζεται, παρέρχεται ώς καπνός. Ά ν οί ό- φθαλρ.οί /.ου είχον τήν ίσχυν νά ίδωσι τήν πραγματικότητα,θά έ'βλεπονδιά μέσου τών τοίχων άποτελουμένην έξ άποκεχωρισμένων μορίων, διά μέσου τών σωμάτων, δίνα; άτόμων. Οί εκ σαρκό; οφθαλμοί μας δέν βλέπσυσιν ό,τι υπάρχει. ΙΙρέπει νά ιδη τ ι; /.έ τούς οφθαλμούς τού πνεύματος. "Ας μή έμπιστευώμεθα εις μόνην την μαρτυείαν τώ ν αίσθήσεών μας. Ί'πάρχουσι τόσοι άστέρες ύπεράνω τής κεφαλής μας κατά τήν ημέραν όσοι καί κατά τήν νύκτα. (ι Έν τή φύσει δέν -ϋπαρχει ουτε άστρονομία, ούτε φυσική, ούτε χημεία, ούτε μηχανική. Εινε αύται μέθοδοι παρατηρήσει»; έξ ύποκειμένου. Υπάρχει μία μόνη ενότης. Τό άπείρως μέγα εινε παρόμοιον μέ τό άπείρως μικρόν. Τό διάστημά Οίφανία είνε άπειρον χωρίς νά είνε μέγα. Ή διάρκεια είνε αίωνία χωρίς νά είνε μακρα. Αστέρες καί άτομα είνε έ'ν καί το αυτό. «Ή ενότης τοϋ σύμπαντος άποτελείται έ τη; άοράτου, άσταθμήτου, άυλου δυνάμεω; ήτ κινεί τά άτομα. "Αν έν μόνον άτομο / ήθελε παύσει νά κινήται ύπό τής δυνάμεως, τό σύμπαν θά έσταματα. Η Γή στρέφεται περί τον "Ηλιον ό "Ηλιος κινείται ένεκα τής έλξεως πέριξ κοινού κέντρου βαρύτητος πολλών αστέρων κινητού επίσης- τά έκατομμύρια, τά δισεκατομμύρια τών ήλιων τά διεσπαρμένα εις τό σύμπαν τρέχουσι ταχύτερον άπο τά βλήματα τής π υ- ' ρίτιδος. Οί άστέρες οϊτινες μάς φαίνονται άκίνητοι είνε ήλιοι φερόμενοι εις τά αιώνιον κενόν μέ ταχύτητα δέκα, είκοσι, τριάκοντα εκατομμυρίων χιλιομέτρων καθ έκαστην, πάντες τρέχοντες πρός άγνωστον τέρμα, ήλιος, πλανήται, γαϊαι, δορυφόροι, κομήται πλάνητες... τό σταθερόν σημείον, τό κέντρον τής βαρύτητος τό ά- ναζητούμενον ύπό τού αναλυτού φεύγει καθ οσον τό άναζητεί καί δέν ύπάρχει πραγματικώς ούδαμ.οϋ. Τά άτομα τά άποτελούντα το σωμα κινούνται σχετικώς τόσον ταχέως όσον καί οί άστέρες εις τόν ουρανόν. Ί Ι κίνησις διέπει τό πάν, αποτελεί το παν. «Τό άτομοy αντό der eire < 1 όρηri/r v.hy ειγε xsrepor όυηίμεωι;. «Τό αποτελούν κυρίως τό ανθρώπινον ον, το όρνανίζον αύτό δέν εινε ή ύλική ουσία, δεν εινε ούτε τό πρωτόπλασμα,ούτε το κύτταρον, ουτε οι θαυμάσιοι καί γόνιμοι συνδυασμοί τοϋ άνθρακο; ι/.ετά τοϋ ύδρογόνου, τού οξυγόνου καί τού αζώτου4 είνε ή Ji'trajtii: ή ψυχική, ή άόρατος, ή άϋλος. Αύτή συσσωματεί, διευθύνει καί διατη- ;εί συνδυασμένα τ' αναρίθμητα μόρια τ' άποτελούντα τήν θαυμαστήν αρμονίαν τού ζώντος σώι/.ατος. «Ή ύλη καί ή ένέργεια ούδέποτε έθεαθησαν άποκεχωρισμέναι άλλήλω ν ή ϋπαρξις τής μιάς συνεπάγεται τήν ϋπαρξιν τής άλλη;... ύπαρχε ι ίσως ούσιαστική ταύτότης έν τή μια καί έν τή άλλη. «Άδιαφορον έάν το σώμα δέν διαλύεται δια μιάς μετά θανατον, όπως διαλύεται βραδέως και άνανεούται κατά τήν διάρκειαν τής ζωής. Η ψυχή άπομένει. Τό diopyarunxor ι.'τυχιχόγ άτομο> ε ιπ τό xerrpor τή. όνπ'ιμεωι; ταύτι/ι:. Καί αύτό επίσης εινε άνεςιχνίαστον. «"Ο,τι βλέπομεν είνε απατηλόν. Το π ρ α γ μ α τ ι κ ό ν E IN E Τ Ο Α Ο Ρ Α Τ Ο Ν...» Ήρχισε νά περιπατή μεγάλοι; βήμασιν. Ή νεανις τόν ήκροασθη <ός άκροάταί τις άπόστολον προσφιλή, καίτοι δέ πρός αύτήν καί μόνην έλαλει πραγματικώς,δέν εφαίνετο συναισθανόμενος τήν παρουσίαν της, τόσον ίστατο αύτη

i ο8 α κ ίνη το ; κ α ί σ ιω π η λ ή. Έ π λη ο ία σ ε πρός αυτόν κ α ί ελ α β ε τή ν μ ία ν τ ώ ν χειρών του μ ετα ξύ τώ ν ίδ ικ ώ ν τη ς. «2, είπ εν, ά ν δέν κ α τέκ τη ο ε; ακόμη τή ν α λ ή θ ε ια ν, δέν θά οοϋ διαφύγγ, όμως.» Ε ιτα έξαπτομ.ένη κ α ί α ύ τή κ α ί ύπαινισσομένη έπ ιφ ϋ λα ξιν ήν σ υχ νά έξέφραζεν ό Γ εώ ργιος: «Π ιστεύεις, προσεθηκεν, ό τι είνε α δύνα το ν ε'ις τον επίγειο ν άνθρωπον νά προσέγγιση ε ί; τή ν Α λή θεια ν, δ ιό τι δέν εχομ,εν είμ η π έντε μ όνα; αισθήσεις, π λ ε ΐσ τ α ι δε όσα, εκδη λώ σεις τή ς φ ύ - σεως άπομένουσαι ξένα, δ ιά τό πνεύμ α μ ας, μή ύπάρχοντος τού με'σου όπως οθασω σι μ.έχρις α υ το ύ. Ό π ω ς θά μ.άς έ'λειπεν ή όρασις αν έ σ τ ε - ρούμεθα τού οπτικού νεύρου, όπως θά μάς έ λειπ εν ή άκοη άν έστερούμεθα τού άκουστικού νεύρου, κ τ λ., τοιουτοτρόπω ς αί δονήσεις, α ί εκδη λώ σεις τή ς όυνάμ.εως α ίτινες διέρχονται άναμέσον τώ ν χορδών τού ζω ικού ή μ ώ ν οργάνου χω ρίς νά Οίξω σι τά ς ύπαρχούσας, άπομένουσιν ά γνω σ το ι εις ήμ ας. Π αραδέχομαι κ α ί συμφωνώ υ.ετά τ ή ς ί- δέεας σου οτι οι κάτοικοι κόσμων τ ινω ν ενδεχόμενον νά είνε ά σ υγκρίτω τίρ λό γω περισσότερον ήμ.ών προωδευμ.ένοι. Μου φ α ίνετα ι όμως ότι κ α ί σύ, κ α ί περ κάτοικος ών τ ή ς Γ ής, κ ά τ ι εύρες. Λ εκαπενθα μ εροιτπτάτολα» Δ Ε Κ Α Π Ε Ν Θ Η Μ Ε Ρ Ο Ι Φ ιλτά τη μ.ου, ά π ή ντη σ εν αυτός καθήυ.ενος πλη σ ίο ν τη ς έπί τού εύρυχώρου διβανίου τή ς βιβλιοθήκης, είνε [ίεβ αιότατον ό τι έλλείπουσι π ο λ λ α ί χορδαί άπό τά επίγειο ν ή μ ώ ν ψ α λ τ ή ριον κ α ί είνε πιθανόν ό τι π ο λ ίτη ς τις τού σ υσ τή - μ.ατος τού Σείριου θά έγ ελα δ ιά τά ς αξιώ σεις μ α ς. Το έλα χ ισ το ν τεμ α χ ιο ν μ α γνη τισ μ ένο υ σιδήρου ισ χ ύει περισσότερον τού Ν εύτωνος κ α ί τού Λ είβ νιτίο υ περί τή ν άνεύρεσιν τού μ.αγνητικού πόλου κ α ί ή χ ελ ιδ ώ ν γινώ σ κ ει κάλλ.ιον τού Χρι στόφορου Κολόμβου ή τού Μ α γελλά νο υ τά ς μ ε - τ α β ο λ ά ςτο ύ γεω γραφικού π λά το υ ς. Τ ί είπ α πρό ολίγου ; Ό τ ι τ ά φαινόμ.ενα είνε ά π α τ η λ ά κ α ί ο τι δ ιά μέσου τ ή ς ύλη ς τό πνεύμ ά μ.ας πρέπει νά β λέπ η τ η ν άόρατον δ ύ να μ ιν. Α ύτό είνε τό ασφαλέστερο /. Ί Ι ύ λ η δέν είνε ό,τ ι φ α ίν ετα ι κ α ί ούδείς μ-εμυημένος τ ή ν πρόοδον τ ώ ν θ ετικ ώ ν ε π ισ τη μ ώ ν δ ύ ν α τ α ι σήμερον νά κ α υχ η θή ό τι είνε υλισ τή ς. Τ ότε, ύπ έλα β εν ή νεάνις, τό ψυχικόν ε γ κεφαλικό ν άτομον, ή άρχή τού άνθρω πίνου όργανισμ.ού είνε α θά να το ν, όπο»ς ά λ λ ω ς τε κ α ί όλα τ ά άτομ-α, άν παραδεχθώ μ εν τ ά θεμ ελιώ δη δ ιδ ά γ μ α τ α τή ς χ ημ εία ς. [ Μ ε τ ά φ ρ α σ ι ς X. ] Ε Π Ι Σ Τ Ο Λ Α Ι 15 Φ ε β ρ ο υ ά ρ ιο ν Iβ!Η Ι. Ψ ίλτατε, Δέν ήξεύρω άν εις τό βάθος τής ορεινής επαρχίας, εις τήν οποίαν ζής, τό ψύχος ήτο εφέτος τόσον οριμύ. ά λ λ εγώ ομολογώ ότι δεν αναγνωρίζω τάς Αθήνας μου, με τόν γλυκόν, τόν ήπιον, τόν λουόμενον εις θερμά: ανταύγειας, σχεδόν εαρινόν χειμώνα των. Τ ί αντιστροφή όρων! Ό βορράς πρό τριών ήδη μηνών μυκαται σχεδόν αδιακόπως. παγώνω / δχι πλέον τά άρνάκια, άλλά τούς ανθρώπους. Ί Ι χιώ ν, ή χιών, τήν όποιαν βλέπομεν εις τάς Αθήνας σπανιώτερον άπό έξυπνο / άνθρωπον, επί μήνα καί πλέον έστεφε διαρκώς τήν κορυφήν τού Υμηττού, διατηρούσα επ αυτής λευκήν άντίθεσιν πρός τάς μυρίαςάποχρώσεις τού κυανού, τού σαπφειρίνου. τού ιώδους, τού ίανθους. διά τών όποιων βάφει τάς πλευράς τού όρους ο δύων ήλιος. Σ τιγμήν δεν Ιλειψεν άπό τήν εστίαν τό πύρ και δεν ενθυμούμαι ήμέραν. καθ ήν νά μή εξήλθα εις τούς δρόμους έπιμελώς έγκεκορϊυλημενος εις τό έπανωφόριόν μου. Τ είνω νά πιστέύσω τόν παραδοξολόγον εκείνον, οστις έγραψε / ότι διά νά εύρη τις αληθινόν ψύχος πρέπει νά κατελθη εις τάς μεσημβρινά; χώρας. Ή θερμοκρασία έν τή μέση Εΰρώπη συνήθως δεν κατήλθε τούς 1(1 ύπερ τό μηδενικόν βαθμούς, άν υπήρχε δέ καί έν Έ λλάδι ή άνεξήγητος αυτή μανία τών Φράγκων νά ύπολογίζωμεν τήν θερμοκρασίαν τής ατμόσφαιρας καί είχον. ώ ς εις τάς ευρωπαϊκά; πόλεις, επίσημα διδόμενα περί τής θερμοκρασίας τών Αθηνών, θά εύρίσκετο ότι ήμεϊς εφέτος ύπερεδημεν πολύ τούς εις βορειοτέρας χώρας ζώ ντας. Ά λ λ ω ς τό επ έμοί φρονώ ότι ό Θεός, οστις τά πάντα εν σοφία έποίησεν, είχεν άποθεσει προσωρινώς τήν άρετήν ταύτην. όταν έποίησε τάς λεγομέναςώρας τού έτους. Τας δύο ευαρεστοτέρας έξ αυτών, τήν ά- νοιξιν καί τό φθινόπωρο /, έκαμε τάς συντομωτέρας, έδωκε δ αφόρητο / μήκος εις τόν χειμώνα καί τό θέρος. Τ α ρόδα τού εαρος. επί τώ ν όποιων ή πρωινή δρόσος αποθέτει τα αδαμάντινα στίγματα τών ρανίδων της. άποφυλλιζονται εις όλίγας πρωίας, ή μ.ελιχρα δ ευωδία τών χειμωνανθών τού φθινοπώρου δεν οιαρκετ περισσότερον τών ρόδων. Συλλογίζομαι ό μ ω ς... Τ ί πταίει ό Θεός εις όλα αυτά: Λυτός έπλασε / ημέρας πάσης τάξεως. χειμ ε ρινά;, θερινά; εαρινά;, φθινοπωρινά; καί τάς διέσπειρε άνά μέσον τού έτους, δηλαδή τού χρόνου διότι και το έτος και αυτό δεν εινε γνήσιον τέκνο / τού θείου. Ά λ λ ' ήμείς ήσθάνθημεν τήν ανάγκην νά τάς ταςινομήσωμεν. Έ νεκα τούτου καί τό κάπ ω ς σπάνιον, ά λ λ ' όπωςδήποτε παρατηρούμενο / φαινόμενο / να κρυώνωμεν μεσούντος τού Ιουνίου καί νά ϊδρώνωμεν έν μέσω Δεκεμδριω. παραξενευόμενοι διά τούτο. Είνε αληθές οτι ό εφετεινός αθηναϊκό: χειμών απέδειξε τήν ταξινόμησιν δικαιολογημένη /, μή θελήσας να ξεκουκκουλωθή άπό τόν βαρύ / έπενδύτην του ούτε στιγμήν, ά λλά διά τούτο άπετέλει καί εςαίοεσιν τού κανόνος... Σό; Κ... ΑΙ ΑΠΟΚΡΕΩ ΑΝΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Α Ι Α Π Ο Κ Ρ Ε Ω Κ Α Ι Α Ι Π Ρ Ο Ε Ω Π Ι Δ Ο Φ Ο Ρ Ι Λ Ι Λ ί Ά τ ι ό κ ρ ε ω 'Ε ν ΙΙά τ μ ω. Ά πό τής 17ης Ιανουάριου, τής επετείου τής μνήμης τού Ά γ. Α ντωνίου άρχοντα, έν Πάτμω κυρίως αί Ά πόκρεω, διότι κατ αύτήν τήν ήμέραν εμφανίζονται κατά πρώτον άνά τάς όδούς τής κωμοπόλεως οί προσωπιδοφόροι. «μουσκάραις» καλούμενοι ύπό των εγχωρίων. Πανηγυρικώτατα ο έωρταζοντο αι αποκρεω, μαλισία πρό τεσσαρακονταετίας ή πεντηκονταετίας, ότε ήνθει ή ιστιοπλοΐα έν τώ Α ίγα ιω, καί τά πληρώματα τών έπί τρεις περίπου μήνας διαχειμαζόντων έν Πάτμω πλοίων, έξ έγχωρίων, ώ ς έπί τό πολύ. ή καί άλλοδαπών έν Π άτμω νυμφευμένων συγκείμενα έδιδον κίνησιν καί ζωήν έκτακτο / εις τήν πρώην ήρεμο / και λειψανδροΰσαν με τάς συχνά; - πυκνας διασκεδάσεις των, μέ τά τραγούδια καί ταίς π α- τινάδαις των καθ έκάστην σχεδόν νύκτα προ τών οικιών τών μνηστών, έρωμένων. ή καί συγγενών αυτών. Αυτοί δέ ούτοι οί ναύται άπετέλουν καί τούς ήρωας τών Άπόκρεω /, μεταμφιαζόμενοι ποικιλοτρόπως πρός διασκέδασιν καί ευθυμίαν εαυτών τε καί τών ά λλω ν συμπολιτών καί συμπολιτίδων των. * 'Η Μουσκάρ αις. ή προσωπιδοφόροι. οί τινες κατά τάς Άπόκρεω άπετέλουν τάς κυριωτέρας και ζωηροτέρας διασκεδάσεις τών νησιωτών διηρούντο εις δύο τάξεις' καί εις μέν τήν πρώτη / άνήκον ή καλαίς μ ο υ σ κ ά ρ α. ς.είς δε τήν δεύτερα / τάξιν ή π α λ η ο- μ ο υ σκ ά ρ α ι ς. 'Ιδού δε τί ήσαν καί κατά τί διεκρίνοντο ή καλαίς ή ε ϋ μ ο ρ φ α ι ς μ ο υ σ κ ά ρ α. ς καί ή παλη ο-μουσκάραις. Τήν παραμονήν, ή καί όλίγας ημέρας πρό τής έ- πετείου τής μ,νήμης τού πού ιστ-ΰ τής έρημου τό πριν νήσου άγιου, όσοι έκ τών ναυτών.ή ναυτιλομενων ειχον συγγενείς ή φίλους έκ τών καλών καί εύκαταστάτων τής νήσου οικογενειών μεταβαίνοντες εις τάς οικίας αυτών έδανείζοντο τάς πλουσιωτερας καί ώραιοτέρας στο/.ας τών ν οικοκυράδων, πολλακις δε και αυτ ά : τ ά : νυμφικά; των στολάς, αι όποια, χρησιμεύσασαι αύταϊς εις τ α ι: χαραίς των ήτοι κατά τήν ή μέραν τών γάμων των εφύλάττοντο επιμελέστατα καί διετηρούντο όλως σχεδόν άθικτοι καί καινουργείς. ί /α χρησιμεύσω«καί εις τό μέλλον εις τοιαύτα; χαρμοσύνους τελετάς. Ήσαν δε αύται. ιός έπί τό πλεΐστον έκ βαρυτίμων, χρυσούφάντων στοφών τή ; Βενετίας καί τοσούτον πολλάκις βαρεται. ώστε δεν θα έψεύδετό τις λέγω /, ότι και άνευ τού περιβαλλόμενου έν αύτατς σώματος τής νύμφης Οά ήδύναντο νά στέκωνται όρθια*.. Μετά τών πολυτίμων τούτων περίβολων έοιοον αύτοϊ; καί τά τότε έν χρήσει πελώρια πράγματι καλύμματα τής κεφαλής, τά όντως παράδοξα τό σχήμα, άτινα εκαλούντο π ό σ σ ι α, μετά τών σκεπών, τών π α σ π ά 3 ω ν. τών χρυσών καροίδων καί λοιπών συμπαρομαρτοΰντων αύτοΐς. Σύ / αύτοΐς δ' έτι καί τα κυριώτερα τών διαφόρων νυμφικών κοσμημάτων τω ν, οίον κα μ π α νώ ν είδος ύπερμεγέθων κωδωνοειδών ενωτίων έν Β ενετία κα- ά ν ά τ η ν Ε λ λ ά δ α 1 09 τασκευαζομένων, τώ ν λα ιμ ώ ν, ήτοι περιδέραιων χρυσών με τα πολυτίμων λίθω ν οιακε κοσμημένων, τών ά λ υ σ ω ν, έτερου είδους περιδέραιων χρυσόπλεκτων, τών σ υ χ α ντρ ικ ώ ν τω ν, δηλ. σειρών έκ μαργαριτών καί έκ χρυσοσμάλτων κομδίων διαποικιλλομενων, καί σχεδόν παν ό,τι έτερον άπετέλει τόν κόσμον πλούσιας καί καλώ ς προικισμένης νύμφης, ήτις στολιζομένη κατά τήν ήμέραν των γάμων της έκαλύπτετο κατά γράμμα άπό τής κεφαλής μέχρι τών γονάτων ύπ αυτών. Ούτω λοιπόν ύπό τών αδελφών, έξαδέλφων ή άλλω ν συγγενών των ένδυόμεναι καί καταστόλιστοι ή καλαίς μασκάραις καί συνοδευόμεναι ύπ' άλλων τινων φίλω ν καί συντρόφων των εύπρεπώς καί όσον τό δυνατόν σεμνοπρεπώς ανδρικά ένδεδυμένων καί παριστώντων τούς έραστάς, μνηστήρας ή καί συγγενείς αύ ιών καί προσωπιδοφοροΰντες καταλλήλω ς απαντες έξήρχοντο συνοδευόμενοι ύπό τών περιφημότερων λ υρ ισ τώ ν ή λαουτάριδων κρουόντων τά όργανά των καί συνεκρότουν χορούς δημοσίους εις τάς κυριωτέρας τής κωμοπόλεως πλατείας, ή καί. άν τό έπετρεπεν ό χώρος καί κάτωθεν τών οικιών τών μνηστών, ερωμένων καί συγγενών των προσάδοντος καί συνοδεύοντας τούς διαφόρου; χορούς διά τής λ ι- γηρας φωνής τού λ α ο υ τ ά ρ η, οστις έπήνει καί εγκωμίαζε ώς αντιπρόσωπος των μετημφιεσμένων τά κά λλη καί τάς χάριτας τώ ν ερωμένων καί μνηστών των ώς καί αυτών τών ιδίων. "Ινα μή συμβή δε άπώλειά τις, ή καί κατάχρησίς τίνος τών πολλών κοσμημάτων αυτών συνωδεϋοντο καί ύπό τού κλητήρας τής κοινότητας, βαρ διάνου έπί τό ίταλικώτερον μέχρι τής σήμερον καλούμενου. Τοσαύτη δε κατά τούς χρόνους εκείνους έπεκράτει καλή πίστις καί τιμιότης, ώστε ούδέ αυτοί οί ίδιοι προσωπιδοφόροι ποτέ. ούτε τό ακολουθούν αυτούς πλήθος μικρών τε καί μ εγάλω ν άπεπειράθησαν νά σφετεριοθώσι τό έλάχιστον τών έμπιστευθέντων αύτοΐς πολλώ ν καί πολυτίμων κοσμημάτων. Άφού δε περιήρχοντο τάς κυριωτέρας τής κωμοπόλεω : ρύμας μετεβαινον είτα πρός χαιρετισμόν καί εκφρασιν τών τής ευγνωμοσύνης των αισθημάτων εις τάς οικίας τών τοσαύτη / έμπιστοσόνην δεικνυόντων αύτοΐς συγγενών καί οικείων τω ν. καί ευχόμενοι αυτο ί: νά ζήσωσιν Ιτη πάμπολλα καί πανευτυχή συνεορτάζατε; καί συνευθυμούντες κατά τάς φαιδράς Ά πόκρεω:. συνεκρότουν καί έν αύταίς πάλιν τούς συνήθεις χορούς' οί 3ε οίκοδεσπόται εύχαριστούντες αύτούς διά τήν τιμήν καί άντεπευχόμενοι τα αύτα προσεφερον τό απαραίτητον γλυκόν καί τόν καφέ, ή καί ποτήριον οίνου, ή καί άλλα εδέσματα' άπήρχοντο δε έπειτα, άφού καθ όλον τό διάστημα καθ ό διέμενον έν ταίς οίκίαις τών υποδεχόμενων αύτούς μετά χαράς καί εύχαριστήσεω: έξηκολούθουν άπαντ ε : πλήν ενός, τού καί συγγενέστερου, ή οίκειοτέρου. οστις άπεβαλλε τήν προσωπίδα, διαμένοντες ά γνω στοι. Ούτω δέ έξηκολούθουν διασκεδάζοντας καθ' όλην τήν ήμέραν έκείνην καί τήν νύκτα. Τήν δ έπομενην άνανήψαντες έκ τής βακχικής εύθυμίας έπεστρεφον μετά τών θερμοτάτον/ ευχαριστιών καί ευχών των τάς δανεισθείσας στολά: καί κοσμήματα. Μετά τών καλών -μουσκάρων συνεξήρχετο καί τις τώ ν εύφυεστέρων καί αστειότερων καί ίκανωτέρων,

ι ι ο ί'να διά των σκωμμάτων καί γελοίων παραστάσεων εδραίοο, ή τούρκου, ή άλλου τοιούτου προσώπου επί το γελοιωδέστερο / ένδεδυμ-ενων καί άπομοιμουμένων αύτά κινώσιν εις γέλω τα τούς Οεωμένους καί άκροωμένους αυτούς, ενώ οί προσωπιδοφόροι έξηκολούθουν ζωι,ρως καί μετά χάριτος προς τον ήχον τής λύρας ή βιολιού καί τοϋ λαούτου όρχούμενοι καί χορεύοντις τούς διαφόρους συνήθεις χορούς, σιγανόν, μ π α λ λ α ρ ισ τ δ ν καί κ α ρ σ ι λ α μ. α ν ύπδ των εγχωρίων καλούμενους, διότι ή πόλκα, το βαλς καί οί τοιοίίτοι ξενικοί χοροί ήσαν τότε ολως άγνωστοι αϋτοτς. Λι προσωπιδοφορία, αΰται άρχόμεναι. ώς ήδη εΐπομεν άπδ τής 17ης Ιανουάριου κατέληγον τήν Κυριακήν τής Τυροφάγου, επαναλαμβανόμενα, εις το μεταξύ τούτο καθ άπάσας τάς Κυριακάς, ή καί παρεμπιπτούσας έορτάς, με αλλαγήν πάντοτε των 3ανειζομ.ένων εις τούς προσωπιδοφόρους ενδυμασιών. ΤΟ Γλι'ιγοο' αργά θίι μέδεχθή μια μέοα Ί Ι αγκαλιά τοϋ τάφου η μαγικά. Κι άγνώριάτος αν εζηιία έδώ πέρα. Λησμονημένος Οά είμαι κάτου έκεϊ. Έ (!ύ ποϋ Οά με κλάύης σαν πεοάνω, Σαν άδολη καρδιά, Όάν χριστιανό, ( )ά κλάύμς εναν φεύτη κ ένα πλάνο, Λ λλ όχι εμένα το ν άλιιοινό. Κ ι αν έγυρα σέ άτήθη ΛφροπλαΟμένα Τί> στήθος, τό κεφάλι μου γλυκά, Λέν έδειξα ποτέ μου σέ κανένα Τά βάθη και τώ ν δύο τά μυστικά. Κανείς τ ί έχω μέσα ς τή ν καρδιά μου Λέν είδε, Αδέρφια, φίλοι, συγγενείς. Μ ήτε ή γυναίκα, μήτε τά παιδιά μου. Κ ι άν έχω καί καρδιά, κανείς, κανείς Τό Σύννεφο Αί δε παλιό μ. ασκάραις ήσαν καί αυτοί ναϋται. τήν ημέραν, ά λλά καί τήν νύκτα ώς επί τδ πολύ, εξερχόμενοι άλλοκότως καί έπί τδ γελοιωδέστερο / ενδεδυμένοι καί φέροντες προσωπίδας οσον τδ δυνατδν δυσειδείς καί άλλοκότους. ή καί άπλώς μ ουτζουρω μ ένοι καί με τά σκώμματα καί τάς βωμολοχίας τω ν προσεπάθουν νά διεγείρουν τήν ευθυμίαν καί τδν άπλετο / γέλω τα των άκολουθούντων αυτούς άνδρών καί παίδων. οί τινες πρδς έκδήλωσιν "ή? εύχαριστήσεώς των επέρριπτον κατά των κεφαλών αύτών εκ φιλοφρονήσεως, φαίνεται, σεσηπότα λεμονιά, παλιοπάπουτσα, καί πατσαβοΰ- ρ ε ς και παν δ.τι άλλο τοιοΰτο έκ τύχης πρδ πο- δών των είίρισκον καί άλαλάζοντες εξήγειρον την περιέργειαν τών οίκοι διαμενουσών γυναικών, αί τινες προβάλλουσαι εις τά παράθυρα εθεώντο καί ήκροώντο αυτώ ν. Α λλά καί ή π α λ ιο μ. ο υ σ κ ά ρ α ι ς. ο σάκις ήδύναντο άντιφιλοφρονουντες τούς άκολουθούντας ή γιουχατίζοντας αύτούς παϊδας τούς επεδαψίλευον γενναία ραβδοκοπήματα. ούκ ολίγον καί ταυ τα συμβάλλοντα εις τήν ίλαρότητα τών Οεωμένων, οσάκις αυτοί οΰτοι δεν ησαν οι εχοντες τήν εΰχαρίστησι/ νά φιλοδωροϋνται μ.ε τοιαϋτα φιλοφρονήματα. Έ πεσκέπτοντο δε καί οΰτοι τάς διαφόρους οικίας, ενός αύτών. τοϋ οίκειοτέρου πρδς τδν οικοδεσπότην, ή τήν οικοδέσποιναν άποβάλλοντος τήν προσωπίδα, πριν ή άνοίξωσι τήν εσω τής οικίας Ούραν καί ύποδεχθώσιν αύτούς. Καί άφου προσεφέροντο καί εις αύτούς τά συνήθη γλϋκύσματα, εδέσματα, ή καί ποτά μετά τάς διά τάς άπόκρεως συνειθιζομένας εύχάς καί άμοιβαίας ευχαριστίας άπήρχοντο μεταδαίνοντες εις ά λ - λα ς οικίας καί διενυκτέρευον ουτω εύθυμοϋντες καί διασκεδάζοντες. Κατ αύτάς τάς ήμέρας τών άπόκρεων συνείθιζον τεσσαρες. πέντε, ή καί πλειότεραι οικογένεια, συγγενικά! καί οίκεται νά συνέρχωνται εις τήν οικίαν μιας εξ αύτών καί συγκομίζουσαι εκάστη μεθ έαυτής τα εν τη ιδία αύτής οικία παρασκευασθέντα ε δέσματα να συνδειπνώσι καί συνδιασκεδάζο/σι μέχρι βαθύτατης νυκτός. και τούτο επανελαμ.δάνετο. καί επαναλαμβάνεται ετι καί σήμερον καί εις πολλάς αλ/.ας νήσους, κατά πάσαν σχεδόν εσπέραν Σαββάτου καί Κυριακής άλλάσσουσαι άλληλοδιαδόχως τάς οικίας εις άς πρδς κοινήν διασκέδασιν συνέρχονται μέχρι τής τελευταίας καί οΰτοι τής Τυροφάγου ήμέρας. Ε π λ μ. Λ λ κ ξ α κ η ς. ΣΥΝΝΕΦΟ Κ ι δ,τι ά π ό μένα μείνη μάθε το ϋ,τι Σημάδι, λείύανο άγραφο, γραφτό, Λέν θά φωτίση τά δικά μου σκότη, Γ ια τί δέ Οά είμ εγώ μέσα ς αυτό. Γ ιατί χαραϊς. αφροντισιά ς, έλπίδαις, "Ερωτες, βάσανα, τρέλλαις, ντροπαίς. Α ύτα είνε τή ς φυχής μου ίι προσωπίδες, Λέν είνε τή ς ύυχιΐς μου ή ώστραπαίς. Σ τ ή γέννησί μου δέ φεγγοβολούσε Κανένα αστέρι μέσ ς τόν ουρανό Σ τά βάθη του μονάχα όργοκυλοϋσε Ά π λ α σ το σύννεφο καί σκοτεινό. Ποϋ ξέσπασε; ποιάίς χώραις καί ποιίι δάση Καί ποιίι βουνά νά τώχουνε δεχθή : Ή σκόρπισε καί σδύσθηκε ποίν φοάιΐμ Ν άστράύη νά βροντύση, νά χυθή. Λργοκυλοϋσε κ έφυγε κ έχάοη, Πέρα ς τή ν άκρη, Λπί> τόν ουρανό... Τί νάκρυΰε ς τά μαύρα του τά βάθη: Βοοχιί, χαλάζι, χιόνι, κεραυνό; Κ α ε τ ι ιε 1Ιλλαμλ. A Ν Α Λ Ε Κ Τ Α ε κ ε ί ν η, ό τ ι 3 ε ν π η γ α ί ν ε τ ε π ο τ έ ε ι ς τ δ θ έ α τ ρ ο /. Ε ί μ α ι π ρ ι μ α δ ό ν α τ ο ϋ μ ε λ ο δ ρ ά μ α τ ο ς. " Ο λ ο ι έ ο ώ μ έ γ ν ω ρ ί ζ ο υ ν. Κ α ί σ ε Γ ς, σ ά ς π α ρ α κ α λ ώ, π ο ι ο ς ε ί σ θ ε ; Κ α ί ε γ ώ ε κ ς έ ρ ω τ ή ε ώ ς σ α ς β λ έ π ω ό τ ι δ ε ν π η γ α ί ν ε τ ε π ο τ έ ε ι ς τ ή ν ε κ κ λ η σ ί α ν. Ε ί μ α ι ό ί ε ρ ο κ ή ρ υ ; Γ έ ρ ο κ. " Ο λ ο, ο ί φ ι - λ α κ ό λ ο υ θ ο ι μ έ γ ν ω ρ ί ζ ο υ ν. S... ----- Γ *,, _ >' π ά ο χ ο υ σ ι γ ρ α φ ε ί α Ι ν ο ύ κ. Σ κ ο π ο ς τ ο ϋ π ρ α κ τ ο ρ ε ί ο υ ε ι ε ή δ ι ε υ κ ό λ υ ν σ ι ς τ ν π ε ρ ι η γ ή σ ε ω ν κ α ί τ ώ ν τ α ς ε ι δ ι ω ν Λ υ ν ά μ ε ι σ υ μ φ ω ν ι ώ ν α ύ τ ο ϋ μ ε τ α τ ώ ν σ ι ο η ρ ο ο ρ ο μ ι κ ω ν κ α ι ά τ μ ο π λ ο ί κ ώ ν ε τ α ι ρ ι ώ ν π α ρ έ χ ε ι ε ι ς τ δ ν τ α ξ ε ι δ ι ώ τ η ν ό - ουσκο/ιΐχς λ τη, λγνυιτη, γλωυυ τ ο ύ τ ο υ, ε π ε ι δ ή π ο λ λ ο ί έ π ι θ υ υ. ο ϋ σ ι ν ά π ε ρ ι η γ η θ ώ σ ι ν ώ - Σ Η ΜΕΙΩΣΕΙΣ κ α τ α τ ο ο π ο ί ο ν μ ε τ α φ ε ρ ε τ α ι τ ι ς ω ς α π ο σ κ ε υ ή α π ο τ ο π ο υ.νν.ν «. **" (' *.... - -... r,.. ν,}.,. χιλ. φ ρ ά γ κ ω ν ν α κ α η τ ο ν γ υ ρ ο ν τ η ς γ η ς ε ι ς ε ν μ ή ν α ς, ά π ο τ ε λ ώ ν ό μ ω ς μ έ ρ ο ς π ο ι μ ν ί ο υ ο /. ο υ π ε - κ ο ι τ ώ ν β ο ρ ε ι ό τ ε ρ ω ν κ λ ι μ ά τ ω ν ά λ λ ω ς σ κ έ π τ ο ν τ α ι κ α ί τ ξ ε ι δ ε ύ ο υ σ ι κ α τ ά μ υ ρ ι ά δ α ς έ τ η σ ί ω ς, κ α ί θ η σ α υ ρ ί ζ ε ι ε κ α τ ο μ μ ύ ρ ι α τ δ Π ρ α κ τ ο ρ ε ί ο / Κ ο ύ κ. Ό ΊΊ'ιιρης κ α ί ή ε ι ρ ή ν η. Α ί γ ε ρ μ α ν ι κ α ί ε φ η μ ε ρ δ ε ς ά ν α γ ρ ά φ ο υ σ ι τ δ έ ξ η ς α ν έ κ δ ο τ ο ν : Γ ά λ λ ο ς ρ α π ε ζ ί τ η ς έ ν Ι Ι ε τ ρ ο υ π ό λ ε ι δ ι α τ ρ ι β ώ ν ή ξ ι ώ θ η τ ή ς τ ι μ ή ς ν ά κ λ η θ ή ύ π δ τ ο ϋ Τ ζ ά ρ ο υ ε ι ς μ ι κ ρ ά ν σ υ ν α ν α σ τ ρ ο φ ή ν, Έ ν ώ ό Τ ζ ά ρ ο ς έ κ ρ ά τ ε ι τ δ κ ύ π ε λ λ ο / τ ο ϋ τ ε ο υ ε ι ς τ α ς χ ε ι ρ α ς σ υ ν ο μ ι λ ι ώ ν μ ε τ ά τ ο ϋ τ ρ α π ε ζ ί τ ο υ π ε ρ ί π ρ α γ μ ά τ ω ν δ ι ε Ο ν ο ϋ ς π ο λ ι τ ι κ ή ς, ε ί π ε ν ε κ ε ί ν ο ς ζ ω η ρ ώ ς ; Ε ί θ ε ή μ ε - γ α λ ε ι ό τ η ς Σ α ς ν ά κ ρ α τ ή τ ή ν π α γ κ ό σ μ ι ο ν ε ι ρ ν η ν ε ι ς τ ά ς χ ε ί ρ α ς τ ό σ ο ν σ τ ε ρ ε ά, δ σ ο ν κ ρ α τ ε ί α υ τ ή ν τ ή ν σ τ ι γ - ή ν τ δ κ ύ π ε λ λ ο / τ ο ϋ τ ε ί ο υ! " Α ν ε ί ν ε έ τ σ ι, α π ε κ ς ι θ η μ ε ι δ ι ώ ν δ Τ ζ ρ ο ς, ε ί θ ε τ ο υ λ ά χ ι σ τ ο ν ν ά μ ή ά φ ή σ ω ά π δ τ ά ς χ ε ί ρ ά ς μ ο τ ό σ ο ν γ ρ ή γ ο ρ α τ ή ν ε ι ρ ή ν η ν ό σ ο ν κ α ί τ δ κ ύ π ε λ λ ο / α υ τ ό. / η σ χ Ί π γ ρ χ ' ρ ή μ η τ α τ ο υ Σ τ α η. ί ε ί. Τ ά ε ι κ ο ν ο γ ρ α φ η μ έ ν α Ν έ α τ ο ϋ Λ ο ν δ ί ν ο υ δ η μ ο σ ι ε ύ ο υ σ ι σ ε ι ρ ά ν ε ι κ ό ν ω ν ε κ τ ή ς Κ ε ν τ ρ ι κ ή ς Α φ ρ ι κ ή ς κ α τ ά σ κ ι α γ ρ α φ ή μ α τ α λ η - φ θ έ ν τ χ ύ π α ΰ τ ο ΰ τ ο ϋ Σ τ ά ν λ ε ϋ. Τ ά σ κ ι α γ ρ α φ ή μ α τ α τ α ΰ τ α π ε ρ ι ή λ θ ο ν ε ι ς τ ή ν ι δ ι ο κ τ η σ ί α ν τ ο ϋ λ ο ν δ ι ν ε ι ο υ π ε - ρ ι ο δ '. κ ο ϋ κ α τ ά τ δ ν έ ξ η ς ρ ό π ο ν ; Ε ύ θ ΰ ς ώ ς ή λ θ ε ν ε ι ς Λ ο ν δ Γ ν ο ν ή ε ί ' δ η σ ι ς ό τ ι ό Σ τ ά ν λ ε ϋ χ ε ρ α τ ώ σ α ς α ι σ ί ω ς τ ή ν ά π ο σ τ ο ή ν τ ο υ έ π ά τ η σ ε ν ε ι ς α σ φ α λ έ ς έ δ α φ ο ς κ α ί ό τ ι π λ ή ά λ λ ω ν α π ο κ ο μ ί ζ ε ι ε κ τ ο ϋ τ α ξ ε ι δ ί ο υ κ α > δ ι ά φ ο ρ α ά δ ρ ο τ ά τ η α μ ο ι β ή. Ό κ α λ λ ι τ έ χ ν η ς έ ξ ε τ έ λ ε σ ε τ ή ν ε ν τ ο λ ή ν σ υ ν α ν τ ή σ α ς τ δ ν Σ τ ά ν λ ε ϋ έ ν Ζ α ν ζ ι β ά ρ ή ρ ώ τ η - σ ε ν α ΰ τ δ ν ά ν έ σ τ ε ρ γ ε ν ά π α ρ α χ ω ρ ή σ η τ α σ κ ι α ν ρ α φ ή - μ α τ ά τ ο υ ε ι ς τ ά Ε ι κ ο ν ο γ ρ α φ η μ έ ν α Ν έ α. Μ χ λ ι σ τ χ ε υ χ α ρ ί σ τ ω ς, ά π ή ν τ η σ ε ν έ κ ε ί / ο ς. Α ν τ ί π ό σ ο υ. Τ α / χ ρ ίζ ω. Λ ω ρ ε ά ν δ ε ν δ ύ ν α μ α ι ν ά τ ά δ ε χ θ ώ έ χ ω έ ν -, ι ρ ω α /, Λ η τ ο π /. ε ο ν α ρ γ α! σ υ ν ε ρ γ ά τ η ς τ ώ ν Ε ι κ ο ν ο γ ρ α φ η μ έ ν ω ν Ν έ ω ν ε π α ν ή λ θ ε / Λ ο ν δ Γ ν ο ν φ έ ρ ω / έ ν Ο ρ ι ά μ β ω τ ή ν λ ε ί α ν κ α ί έ λ α β ε ν ε ι ς α μ ο ι β ή ν τ ή ς ι κ α ν ό τ η τ ά ς τ ο υ ( 0 0 λ ί ρ α ς. ΧΡΟΝΙΚΑ ' Ε π ι σ τ η μ ο ν ι κ ά. " Ε ν τ ι ν ι τ ώ ν τ ε λ ε υ τ α ί ω ν σ υ ν ε δ ρ ι ά σ ε ω ν έ ν ρ ι σ ί ο ι ς ' Α κ α δ η μ ί α ς τ ή ς Ι α τ ρ ι κ ή ς ο κ α θ η γ η τ ή ς κ. Π α ν α ς ά ν ε κ ο ί ν ω σ ε τ ά π ο ρ ί σ μ α τ α τ ώ ν π ε ι ο χ ' λ ά ω ν α ΰ τ ο ϋ π ε : ί δ ύ ο τ ο π ι κ ώ ν α ν α ι σ θ η τ ι κ ώ, τ ή ς σ τ ρ ο φ α ν τ ν η ς κ α ί τ ή ς ο ύ χ β χ ί ν η ς, ά τ ι ν π ρ ο ξ ε ν ο ΰ σ ι ν α ν α ι σ θ η σ ί α ν ε ι ς τ δ ν σ κ λ η ρ δ ν κ α ί τ δ ν κ ε ρ α τ ο ε ι δ ή χ. ώ - ν α τ ο ϋ ό τ θ α λ μ ο ϋ. Π α ρ ε τ η ρ η σ ε ν ό μ ω ς ό τ ι τ ο π ρ ώ τ ο ν έ ν ε ς ν ε ί μ ε ν ό ξ έ ω ς, ά λ λ ά π ρ ο ξ ε ν ε ί τ ο σ ο ϋ τ ο ν έ ρ ε θ ι σ μ δ ν ε ι ς τ δ ν ό φ θ α λ μ δ ν τ ο ϋ α ν θ ρ ώ π ο υ, ώ σ τ ε α π ο β α ί ν ε ι α φ ό ρ η τ ο / ή δ έ ο ΰ α β α ί ν η έ χ ε ι έ ν έ ρ γ ε ι α ν μ ό ν ο ν ε π ί τ ώ ν ο φ θ α μ ώ ν τ ώ ν κ ο ν ί κ λ ω ν. Σ υ ν ε π έ ρ α ν ε δ ' ό τ ι τ δ μ ό ν ο ν κ α τ ά λ λ η λ ο ν ά ν α ι σ θ η τ ι κ δ ν δ ι ά τ ά ς έ γ χ ε ι ρ ή σ ε ι ς ε ι ς ό φ θ α λ -

I I 2 μ ο ύ ς μ έ ν ε ι ή κ ο κ α ΐ ν η. Δ ι ά τ ω ν π ε ι ρ α μ ά τ ω ν τ ο ύ σ ο φ ο ύ κ α θ η γ η τ ο ϋ ά π ε δ ε ί χ θ η ε π ί π λ έ ο ν ό τ ι κ ά κ ι σ τ α π ο ι ο ΰ σ ι ν ο! έ κ π ε ι ρ α μ ά τ ω ν γ ε ν ο μ έ ν ω ν ε ι ς ζ ώ α σ υ ν ά γ ο ν τ ε ς π ο ρ ί σ μ τ α π ε ρ ί τ α ύ τ ό τ η τ ο ς τ ή ς έ ν ε ρ γ ε ί α ς τ ω ν α υ τ ώ ν π ε ι ρ α μ ά τ ω κ α ί ε ι ς τ ο ν ά ν θ ρ ω π ο ν, δ '. ό τ. ή ο ΰ α β α ι ν η π. χ. κ α τ ά λ λ η λ ο ν ο ύ σ α α ν ι σ θ η τ ι κ ό ν δ ι ά τ ο ο ς κ ο ν ί κ λ ο υ ς, ο ϋ - δ έ ν φ έ ρ ε α π ο τ έ λ ε σ μ α έ π! τ ο ϋ α ν θ ρ ώ π ο υ. Κ α λ λ ι τ ε χ ν ι κ ά Έ ν Π α ρ ι σ ί ο ι ς έ π ω λ ή θ η ε σ χ ά τ ω ς ε π ί π λ ε ι σ τ η ρ ι α σ μ ο ϋ π ί ν α ξ τ ι ς, π ε ρ ί ο ύ π ο λ ύ ν ί ν ε τ α ι λ ό γ ς έ ν τ ώ γ α λ λ ι κ ώ τ ύ π ω. Ό π ί ν α ς ο ύ τ ο ς α π ε ι κ ο ν ί ζ ε ι τ ο ν Α β ρ α ά μ ξ ε ν ί ζ ο ν τ α τ ο ύ ς α γ γ έ λ ο υ ς, φ έ ^ ε ι δ ε τ ή ν υ π ο γ ρ α φ ή ν τ ο ϋ π ε ρ ι ω ν ύ μ ο υ Ό λ λ α ν δ ο ϋ ζ ω γ ρ ά φ ο υ ' Ρ έ μ - β ρ α ν δ, κ α ί έ τ ο ς γ ρ α φ ή ς 1 6 5 1 ) Ή π ρ ώ τ η π ρ ο σ φ ο ρ ά η τ ο χ ί λ ι α φ ρ ά γ κ α, κ α τ ε κ υ ρ ώ θ η ϊ έ α ν τ ί ε ύ τ ε λ ο ΰ ς σ χ ε - τ ι κ ώ ς π ο σ ο ΰ, ( 4 0 5 0 φ ρ ά γ κ ω ν ) ό ν υ ν κ ά τ ο χ ο ς ζ η τ ε Γ, ό ω ς τ η ν π ώ λ η σ η, 2 5 0 χ ι λ. φ ρ ά γ κ ω ν. Α λ λ ά π ο λ λ ή υ π ά ρ χ ε ι δ ι χ ο γ ν ω μ ί α π ε ρ ί τ ή ς γ ν η σ ι ό τ η τ ο ς τ ο ϋ π ί α - κ ο ς ό δ ι ά σ η μ ο ς ζ ω γ ρ ά φ ο ς Β ο ν ν ά, ε μ π ε ι ρ ό τ α τ ο ς γ ν ώ σ τ η ς τ ω ν έ ρ γ ω ν τ ο ϋ Ί έ μ β ρ α ν δ, δ ι α ρ ρ ή δ η ν ά π ο φ α ί ν ε ι δ ε ν ε ί ν α ι έ ρ γ ο ν τ ο ύ τ ο υ, ά λ λ ο ι π ά λ ι ν ι σ χ υ ρ ί ζ ο ν τ α ι ό τ ι ε ί ν α ι έ ρ γ ο ν μ α θ η τ ο ϋ τ ο ϋ Τ έ μ β ρ α ν δ κ α ί ά λ λ ο ι έ κ θ ύ μ ω ς ύ π ο σ τ η ρ ί ζ ο υ σ ι ή ν γ ν η σ ι ό τ η τ α Ο ύ ό ε ί ς ό μ ω ς ά μ - φ ι σ β η τ ε Γ τ ή ν α ρ χ α ι ό τ η τ α κ α ί τ ή ν μ ε γ ά λ η ν κ α λ λ ι τ ε χ ν ι κ ή ν ά ξ ί α ν τ ο ϋ έ ρ γ ο υ. Ό Γ ά λ λ ο ς ε π ί σ κ π ο κ. Π α ζ ί ς, ά ν α λ α β ώ ν τ ή ν π ρ ω τ ο β ο υ λ. ί α ν τ ή ς σ υ λ λ ο γ ή ς ε ρ ά ν ω ν π ρ ό ς ί δ ρ υ σ ι ν μ ν η μ ε ί ο υ ή ς Ι ω ά ν ν η ς δ " Α ρ κ, ώ μ ί λ η σ ε ν έ π ε σ χ ά τ ω ν λ. ί α ν ε υ γ λ ώ τ τ ω ε ύ π ε ρ τ ο ϋ σ κ ο π ο ΰ τ ο ύ τ ο υ ε ν τ ή ε κ κ λ η σ ί α τ ή ς Μ α γ δ α λ η ν ή ς έ ν Π α ρ ι σ ί ο ι ς έ ν ώ χ ι ο ν π ο λ υ π λ η θ ε σ τ ά τ ο υ κ α ί έ κ λ ε κ τ ο ϋ α κ ρ ο α τ η ρ ί ο υ. Μ ε τ ά δ τ ο π έ ρ α ς τ ή ς ο μ ι λ ί α ς τ ο υ π ε ρ ι η γ α γ ε δ σ κ ο ν κ α ί σ υ ν έ λ ε ς ε μ έ γ α π ο σ ό ν ε ρ ά ν ω ν. Ή ι τ α λ ι κ ή [ Ι ο υ λ ή σ χ ε δ ό ν ό μ ο θ ύ μ ω ς ε π ε ψ ή φ ι σ ε ν ό μ ο ν δ Γ ο ύ α ν α κ η ρ ύ σ σ ε τ α ι μ ν η μ ε Γ ο ν ε θ ν ι κ ό ν ό τ ά φ ο ς τ ή ς ο ι κ ο γ έ ν ε ι α ς Κ α ϊ ρ ό λ η έ ν Γ ρ ο π έ λ λ ω κ α ί π α ρ έ χ ε τ α ι ε ι σ φ ο ρ ά τ ο ϋ κ ρ τ ο υ ς έ κ 3 0, 0 0 0 λ ι ρ ώ ν ε ι ς τ ό ν δ η μ ό σ ο έ ρ α ν ο ν π ρ ό ς ά ν έ γ ε ρ σ ι ν μ ν η ί ο υ ε ι ς τ ή ν ο ι κ ο γ έ ν ε ι α ν Κ α ϊ ρ ό λ η έ ν Ι Ι α β ί α. Τ ό μ ν η μ ε Γ ο ν τ ο ϋ τ ο ε ί ν ε τ ό δ ε ύ τ ε ρ ο ν ό π ε ρ θ ά έ γ ε ρ θ ή έ ν Ι τ α λ ί α ε ι ς τ ι μ ή ν τ ω ν Κ α ϊ ρ ό λ η. ο ι τ ι ν ε π ά ν τ ε ς έ π ο λ έ μ η σ α ν ύ π έ ρ τ ή ς έ ν ό τ ν, τ ο ς τ ή ς Ι τ α λ ί α ς κ α ί έ π ε σ α ν έ ν τ ο Γ ς π ε δ ί ο ι ς τ ώ ν μ α χ ώ ν, έ ν ό ς μ ό ν ε π ι ζ η σ α ν τ ο ς, τ ο ϋ ε π έ σ χ α τ ω ν ά π ο θ α ν ό ν τ ο ς π ρ ω θ υ π ο υ ρ γ ο ύ. Τ ο π ρ ώ τ ο ν μ ν η μ ε Γ ο ν ε γ ε ί ρ ε τ α ι έ ν τ ώ Μ ό ν τ ε Π ί ν τ σ ι έ ν Ρ ώ μ η. Φ ι λ ο λ γ ι κ ά. Κ α τ ά τ ά τ έ λ η τ ϋ π α ρ ε λ θ ό ν τ ο ς μ η ν ό ς Ι α ν ο υ ά ρ ι ο υ ό Α μ ε ρ ι κ ό ς α ρ χ α ι ο λ ό γ ο ς Λ ο υ ί Δ ά ϋ ε ρ έ - π ρ α γ μ α τ ε ύ θ η ε ν σ ε ι ρ ά α ν α γ ν ω σ μ ά τ ω ν έ ν Β ο σ η «Π ε ρ ί ώ έ ν Έ λ λ ά δ ι θ ε ώ ν κ α τ ά τ ά π ο ρ ί σ μ α τ α τ ώ ν ν ε ω τ ά τ ω ν ά ν α σ κ α φ ώ ν». Π ρ ο τ ά ζ α ς ε ι σ γ ω γ ή ν π ε ρ ί τ ο ϋ χ α ρ α κ τ ή ρ ο ς τ ή ς ε λ λ η ν ι κ ή ς θ ρ η σ κ ε ί α ς κ α ί π ε ρ ί τ ή ς έ π ι - δ ρ α σ ε ω ς α υ τ ή ς ε ι ς τ ό ν χ ρ ι σ τ ι α ν ι σ μ ό ν, ο σ τ ι ς κ α τ α ύ τ ό ν έ κ τ ώ ν ε λ λ η ν ι κ ώ ν θ ρ η σ κ ε υ τ ι κ ώ ν ι δ ε ώ ν σ υ ν ε π λ ή ρ ω σ ε τ ά ς ά τ ε λ ε Γ ς κ α ί α ν ε π α κ ε ί ς π ε ρ ί τ ο ϋ θ ε ί ο υ ι δ έ α ς τ ώ Ε β ρ α ί ω ν, ώ μ ί λ η σ ε π ε ρ ί τ ο ϋ Α π ό λ λ ω ν ς κ α ί τ ώ ν έ ν Λ ε λ φ ο Γ ς ά ν α σ κ α φ ώ ν, ώ ν έ π έ δ ε ι ξ ε σ τ ε ρ ε ο σ κ ο π ι κ ή ς δ ι ά π ρ ο β ο λ ώ ν ε ι κ ό ν α ς. Έ ν δ ε υ τ έ ρ ω δ ά ν α γ ν ώ σ μ α τ ι έ ξ ή τ α σ ε λ ε π τ ο μ ε ρ ώ ς τ ο ύ ς π ε ρ ί Δ ή μ η τ ρ ο ς π α λ α ι ο τ ά τ ο υ ς μ ύ θ ο υ ς. Έ ς ε δ ό Ο η ε ι ς ί δ ι ο ν τ ό μ ο / τ ό έ ν τ ή Illustration τ ΰ έ τ ο υ ς τ ο ύ τ ο υ μ ε τ ε ς α ι ο έ τ ω ν ε ι κ ό ν ω ν ΰ Β α γ ι ά ρ δ η μ ο - σ ι ε υ θ έ ν τ ό π ρ ώ τ ο ν ν έ ο ν μ υ θ ι σ τ ό ρ η μ α τ ο ϋ α κ α δ η μ α ϊ κ ο ύ Φ ρ α γ κ ί σ κ ο υ Κ ο π π έ. τ ό έ π ι γ ρ α φ ό α ε ν ο ν Τ ο :! Ο Π Η jeun e s s e. Τ ό μ υ θ ι σ τ ό ρ η μ α τ ύ τ ο, ά π λ ο υ σ τ ά τ η ν έ χ ο ν ύ π ό - Ο ε σ ι ν, ά λ λ α δ ι α κ ρ ι ν ό μ ε ν ο ν δ ι ά τ ό γ ρ α φ ι κ ό ν κ α ί γ λ α φ υ ρ ό ν ύ φ ο ς κ α ί τ ς π ο ι η τ ι κ ή ς κ α λ λ ο ν ή ς α ύ τ ο ΰ, ά φ η γ ε Γ τ α ι τ ό ν! ΐ ί ο ν κ α ί τ ο ύ ς έ ρ ω τ α ς ν έ ο υ π ο ι η τ ο ΰ, ά π ε ι - κ ο ν ί ζ ο ν ζ ω η ρ ό τ α τ α τ ή ν γ α λ λ ι κ ή ν κ ο ι ν ω ν ί α ν κ α τ ά τ ά τ ε λ ε υ τ α ί α ε τ η τ ή ς α υ τ ο κ ρ α τ ο ρ ί α ς κ α ί τ ό ν Γ α λ λ ο γ ε ρ - μ α ν ι κ ό ν π ό λ ε μ ο ν. Σημειώνεις Β ι ο ι * η χ α ν ί α. Τ ό μ έ γ α έ ρ γ α σ τ ά σ ι ο ν " Ε ν σ ε λ έ ν Κ ά σ σ ε λ τ ή ς Γ ε ρ μ α ν ί α ς κ α τ ε σ κ ε ύ α σ ε ν έ σ χ ά τ ω ς τ ή ν τ ρ ι σ χ ι - λ ι ο σ τ ή ν α τ μ ά μ α ξ α ν Έ π ί τ ο ύ τ ω ό ι δ ι ο κ τ ή τ η ς δ ι έ ν ε ι μ ε 1 0 0 0 0 μ α ρ κ ώ ν φ ι λ ο δ ω ρ ή μ α τ α ε ι ς τ ο ύ ς έ ρ γ ά τ α ς τ υ κ α ί κ α τ έ β α λ ε ν 5 0 0 0 0 μ α ρ κ ώ ν ύ π έ ρ ί δ ρ ύ σ ε ω ς ν ο σ ο κ ο μ ε ί ο υ τ ο ϋ ε ρ γ α τ ι κ ο ύ π λ η θ υ σ μ ο ύ τ ή ς π ό λ ε ω ς. Η ε α τ ρ κ ά. Έ π τ ώ ί Δ δ ε ί ω τ ώ ν Γ Ι α ρ ι σ ί ω ν π α ρ α σ κ ε υ ά ζ ε τ α ι ή π α ρ ά σ τ α σ ι ς τ ο ϋ Δ ό ν Κ α ρ ό λ ο υ, τ ο ϋ γ ν ω σ τ ο ΰ δ ρ ά μ α τ ο ς τ ο ΰ Σ χ ί λ λ ε ρ, κ α ν ά μ ε τ ά φ ρ α σ ι ν τ ο ϋ Κ α ρ ό λ ο υ Ρ α ι μ ό ν. Α Ι Ε Ι Κ Ο Ν Ε Σ ' / / Σ ά ρ ρ α ΙΙερ νάρ ώ σ Ι ω ά ν ν α < 5 ' Αρχ. Έ ν τ ώ π α ρ ι σ ι ν ο ί θ ε ά τ ρ ω τ ή ς Π ύ λ η ς τ ο ϋ Ά γ ι ο υ Μ α ρ τ ί ν ο υ π α - ρ ι σ τ α ν ε τ α ι σ υ ν ε χ ώ ς α π ό μ η ν ο ς η δ η ή «Ι ω α ν ν α ο Α ρ κ», ε θ ν ι κ ή ς ύ π ο θ έ σ ε ω ς έ ρ γ ο ν. ε ι ς τ ό ό π ο Γ ο ν π ρ ω τ α γ ω ν ι σ τ ε Γ ή Σ ά ρ ρ α Β ε ρ ν ά ρ, ά ν α δ ε ι κ ν ύ ο υ σ α έ ν τ ώ ή ρ ω ϊ κ ώ π ρ ο σ ώ π ω τ ή ς Α ύ ρ η λ ι α ν ή ς π α ρ θ έ ν ο υ, δ λ η ν α υ τ ή ς τ ή ν έ - ς ο χ ο / δ ρ α μ α τ ι κ ή ν τ έ χ ν η ν Ί ηνλ ιοι: Μ αρβιι δ π ο ι η τ ή ς κ α ί Λ'ιίρο.ίος Γ κ α υ ν ω ό α ε λ ο π ο ι ό ς τ ή ς «Ι ω ά ν ν α ς δ -, Ά ρ κ υ. Τ ό ό ν ο μ α τ ΰ π ο ι η τ ο ΰ Β α ρ β ι έ ε ί ν ε ά γ ν ω σ τ ο ν π α ρ ' ή μ Γ ν, α λ λ ά τ ό Γ κ ο υ ν ώ γ ν ω σ τ ό τ α τ ο υ τ υ γ χ ά ν ε ι ε κ τ ο ΰ Ψ ά ο υ σ τ > τ ο ϋ «Ρ ω μ α ί ο υ κ α ί Ί ο υ λ ι έ τ τ α ς ί ) τ ή ς «Μ ι ρ έ ϊ λ» κ α ί ά λ λ ω ν έ ρ γ ω ν α ύ τ ο ΰ. Β ο κ α λ λ ιτ ε χ ν ώ ν, σ ι ν τ ώ ν έ ρ γ ω ν τ ο υ. Ή π α ρ ο ΰ σ α ε ι κ ω ν α ρ ι σ τ ά τ η ν Π α ν α γ ί α ν ε ι ς τ ά γ ό ν α τ α 0 ' α υ τ ή ς π ρ ο σ π ί π τ ε ι μ ή τ η ρ ό λ ο - φ υ ρ ο μ έ ν η έ π ί τ ώ θ α ν ά τ ω τ ο ϋ τ έ κ ν ο υ τ η ς. ό π ε ρ ν ε κ ρ ό ν κ α τ ά κ ε ι τ α ι π α ρ ' α ύ τ ή. Ε Α Ω Κ Ε Κ Ε Ι Τρι'ποα < ί π α ΙΑηγηα. Έ ν τ ώ σ ι δ η ρ ο δ ρ ο μ ι κ ώ σ υ ρ μ ώ ά π ό Π α τ ρ ώ ν ε ι ς Α θ ή ν α ς τ α ξ ε δ ε ύ ο υ σ ι μ ό ν ο ι έ ν τ ό ς ά - μ ά ξ η ς π ρ ώ τ η ς Ο έ σ ε ω ς δ ύ ο κ ύ ρ ι ο ι. Ό ε ι ς ε ί ν ε ζ ω η ρ ό τ α τ ς, ε ύ θ υ μ ό τ α τ ο ς κ α ί β λ έ π ε ι τ ό ν ά λ ο ν μ έ δ ι ά θ ε σ ι ν σ υ ν ο μ ι λ ί α ς " ο ά λ λ ο ς φ α ί ν ε τ α ι μ ε λ α γ χ ο λ ι κ ό ς κ α ί β λ έ π ε ι ε ξ ω ά π ό τ ό π α ρ ά θ υ ρ ο ν. Έ π ί τ έ λ ο υ ς 6 π ρ ώ τ ο ς α π ε υ θ ύ ν ε ι τ ό ν λ ό γ ο ν : Θ α ρ ρ ώ π ώ ς δ έ ν μ ο υ ε ι σ θ ε ά γ ν ω σ τ ο ς... τ ό π ρ ό σ ω π ό ν σ α ς κ ά π ο υ τ ό έ χ ω ξ α ν α ϊ δ ή... Κ α ί ό ά λ λ ο ς ξ η ρ ά ξ η ρ ά : Μ π ο ρ ε Γ ή μ ο υ ν δ ε κ α π έ ν τ ε χ ρ ό ν ι α ς τ ή φ υ λ α κ ή! Τ ό. Ι ι ι /. ι. τ ρ ό ν ιατρικήν. Γ ι α τ ρ έ, δ έ ν η μ π ο ρ ώ ν α μ ή σ α ς σ υ γ χ α ρ ώ κ α ί ν ά μ ή σ α ς ε υ χ α ρ ι σ τ ή σ ω γ ι α τ ο λ α μ π ρ ε κ ε ί ν ο γ ι α τ ρ ι κ ό π ο ύ δ ί δ ε τ ε ι ς ό σ ο υ ς π α σ χ ο υ ν ά π ό τ ό σ τ ο μ ά χ ι. - - Σ α ς ω φ έ λ η σ ε ; " Ο χ ι, δ ό ξ α τ ώ ε ώ ε γ ώ δ έ ν έ π ή ρ α.. έ π ή ο ε : αθ -~-. ε Γ ό ς.. υ. ο. υ.. κ. α. ί.. ε. ι υ. α ι ' η ρ ο ' 1 Ρ Ε Ι Σ ΓΝΠΜΑ1 ΚΑΘ ΕΒΔΟΜΑΔΑ Τ ό μ έ λ λ ο ν ν - ή ιτ γ ν τ α ι μ ό ν ο ν, ε ν ώ τ ό π α ρ ό ν -U n p ό - r e í κ α ί π ρ έ π ι ν α τ α έ χ η κ α ν ε ί ς κ α λ α μ ε κ ε Γ ν ο ν δ σ τ ι ; κ ο α τ ε Γ τ ά ς κ λ ε Γ δ α ς τ ο ϋ τ α μ ε ί ο υ. Κ ο ι ν ω ν ι κ ή α λ ή θ ε ι α : Σ υ ν ή θ ω ς ό φ ί λ ο : δ λ ο υ τ ο ΰ κ ό σ μ ο υ δ έ ν έ χ ε ι κ α ν έ ν α φ ί λ ο ν κ α ί ο μ ή έ χ ω ν κ α ν έ ν α φ ί λ ο ν ε ί ν ε φ ί λ ο ς ό λ ο υ τ ο ϋ κ ό σ μ ο υ. Μ ρ η ν ε Γ τ ι ς ό τ α ν ε ί ν ε δ υ σ τ υ χ ή ς, ά λ λ ' ε ί ν ε π ρ ά γ μ α τ ι δ υ σ τ υ χ ή ς ό τ α ν θ ρ η ν ή μ ό ν ο ς. «14 ΣΥΜΒΟΥΛΗ ΚΑΘ ΕΒΔΟΜΑΔΑ - Ι ι ό > «μ ή itxiíci) ά π ό τ ή ν φ λ ό γ α ό ύ έ λ ι ν ο ς σ ω λ ή ν τ ή ς λ ά μ π ς ά ρ κ ε Γ ν ά χ α ρ α χ θ ή ο λ ί γ ο ν δ Γ ά δ ά μ α ν τ ο ς κ α τ α τ ό α ν ω χ ε Γ λ ο ς. ΕΒ ΛβΗΝΙΛΕ ΒΚ ΤΟΤ ΤΙ'ΠΟΓΡΑΦΕΙΟΓ TUN ΚΑΤΛΕΤΗΜΛΤΟΝ ΑΝ ΕΣΤΗ Κ Ω Ν Σ Τ Α Ν Τ ΙΝ ΙΔ Ο Υ 1 Θ Θ 0-2 0 6 Θ