ΕΓΩ, ΤΟ ΡΟΜΠΟΤ L.. ΚΑΚΤΟΙ



Σχετικά έγγραφα
Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

α κα ρι ι ο ος α α νηρ ος ου ουκ ε πο ρε ε ευ θη εν βου λη η η α α σε ε ε βων και εν ο δω ω α α µαρ τω λω ων ουουκ ε ε ε

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

ο Θε ος η η µων κα τα φυ γη η και δυ υ υ να α α α µις βο η θο ος ε εν θλι ψε ε ε σι ταις ευ ρου ου ου ου ου σαις η η µα α α ας σφο ο ο ο

Το παραμύθι της αγάπης

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Ξέρεις ένα μικρό χω ριου δάκι μπροστά

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών

Τι μπορεί να δει κάποιος στο μουσείο της Ι.Μ. Μεγάλου Μετεώρου

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

ΠΕΡΙΓΡΑΦΩ ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ. Μια ολοκληρωμένη περιγραφή της εικόνας: Βρέχει. Σήμερα βρέχει. Σήμερα βρέχει όλη την ημέρα και κάνει κρύο.

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

Αϊνστάιν. Η ζωή και το έργο του από τη γέννησή του έως το τέλος της ζωής του ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΒΑΚΑΛΗ-ΣΥΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ. Εικόνες: Νίκος Μαρουλάκης

Πρώτες μου απορίες. ΚΟΙΤΑΖΑ τ αγόρια και σκέπτουμουν. [7]

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

Κα λόν ύπ νο και όνειρ α γλυκά

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 4 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

Π α σα πνο η αι νε σα τω τον Κυ ρι. Π α σα πνο η αι νε σα α τω τον. Ἕτερον. Τάξις Ἑωθινοῦ Εὐαγγελίου, Ὀ Ν Ψαλµός. Μέλος Ἰωάννου Ἀ. Νέγρη.

Εικόνες: Eύα Καραντινού

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

1.2.3 ιαρ θρω τι κές πο λι τι κές Σύ στη μα έ λεγ χου της κοι νής α λιευ τι κής πο λι τι κής...37

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ

Βρισκόμαστε σε ένα μικρό νησί, που βρίσκεται εκεί που ο κόσμος, όχι όλος, πίστευε και θα πιστεύει ότι παλιά υπήρχε η Ατλαντίδα, δηλαδή για να σας

ΑΝ ΚΑΙ ΖΩ ΣΤΟΝ ΒΥΘΌ, το ξέρω καλά πια. Ο καλύτερος τρόπος να επικοινωνήσεις με τους ανθρώπους και να τους πεις όσα θέλεις είναι να γράψεις ένα

Κάποια μέρα, όπως όλοι παντρεύονται, έτσι παντρεύτηκε και ο Σοτός. Σον ρωτάει η γυναίκα του:

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

Παπαγεωργίου Αννα-Μαρία του Αθανασίου, 10 ετών

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Σακιδη Δανάη του Αλέξανδρου, 13 ετών

Ο χαρούμενος βυθός. Αφηγητής : Ένας όμορφος βυθός. που ήταν γαλαζοπράσινος χρυσός υπήρχε κάπου εδώ κοντά και ήταν γεμάτος όλος με χρυσόψαρα.

Πρόλογος. Καλή τύχη! Carl-Johan Forssén Ehrlin

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι...

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

ΤΟ ΣΤΕΡΕΟ ΠΟΥ ΤΡΩΕΙ ΣΟΚΟΛΑΤΑ

ΑΣΚΗΣΗ, ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ

Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή

Μεγάλο βραβείο, μεγάλοι μπελάδες. Μάνος Κοντολέων. Εικονογράφηση: Τέτη Σώλου

Το δικό µου σκυλάκι. Ησαΐα Ευτυχία

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

«Το δαμαλάκι με τα χρυσά πόδια»

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΙΣΙΩΝ

Έτσι, αν το αγόρι σου κάνει τα παρακάτω, αυτό σημαίνει ότι είναι αρκετά ανασφαλής. #1 Αμφιβάλλει για τα κίνητρα σου

Ουλρίκε Ράιλανς. Τα μυστήρια της. εικονογραφηση. Λ ι ζ α Χ e ν σ

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ


ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

Τα παραμύθια της τάξης μας!

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

Δύο ιστορίες που ρωτάνε

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

ΧΑΡΤΙΝΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΟΜΑΔΑ Β. Ερώτηση 1 α

Μια μέρα μπήκε η δασκάλα στην τάξη κι είπε ότι θα πήγαιναν ένα μακρινό ταξίδι.

Γλωσσικές πράξεις στη διαγλώσσα των μαθητών της Ελληνικής ως Γ2

Transcript:

ΕΓΩ, ΤΟ ΡΟΜΠΟΤ L.. ΚΑΚΤΟΙ

Τίτλος πρωτοτύ1tοv ISAA( ASIMOV: Ι. ROBOT ΚΑΚ ΓΟΣ 1976 Για την έλληνική γλωσσα ΕΚΔΟΣΕ Ι Σ ΚΑΚΤΟΣ ΟΔΥΣΣΕΑΣ Ι. ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ ΚΑΙ Σ/Α Ο.Ε.

Ισααl( Ασιμωφ ΕΥω, το ρομποτ Μετάq:ραση Δ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ι. ιι ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΚΤΟΣ

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΝΟΜΟΙ ΣfΜΙΙΕΡΙΦΟΡΑΣ ΤΩΝ ΡΟΜΠΟΤ. 1. Δεν επιτρ έπ εται στο Ρομποτ να. 6λά,πτη τον άνθρωπο -η με την α.δρά,νειά, τοι.> ν' α.φ ση να. πά,θη κακό. 2. Το Ρομπ ο τ πρέπει να. ύπακούη στις διαταγε; ποu λαμ6&. νει α.πο τον α.νθρωπο, έ κτ ο; εα.ν οί διαταγε; αδτες ερχον ται σ ε α.ντιθεση με τον ΠρΙ'i)τΟ Νόμο. 3. ΤΟ Ρομποτ πρέπει να. προστατεύη την {)παρξ τοu, εφ' όσον -ή φροντίδα αότη δεν σuγκρούετα.ι με τον Πρώτο 'Υ.αΙ Δεύτερο Νόμο. 'Εγχειρίδιον Ρομποτικ'ijς 56'1j ΖΧ80σις 2058 μ.χ. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 'Έρριξα μιoc μ:χτιoc στlς ιτημειώσεις μου κ:χ1. πάλι δεν μου 1. ρεσαν. ΕΙχα ξοδέψει τ?εις μέρες στ' 'Aμε?ικ:χν κoc Ι)ομποτ xιxt θιi 1jταν το rato αν είχα μείνει σπίτι μου κα ειχα συμβουλευθη -;:''r,v 'Γελουρικ-η Έγκυκλο π α ί δειct. ΟΙ σ'1jμειώσεις μου υεγαν 0-;:ι 7ι Σούζαν Κάλβιν είχε γεννίjθ1} το 1982. δ-ηλ. -ηταν τώρα εβδoμίjντα πέντε χρονων. "Oλo ό κό σμος το ξεpε αύτό. KΙXL κατoc σύμπτωσ-η, 7ι 'Ανών')μος 'Εταιρεία Ρομποτ καt μ-ηχανικων ά.νθρώτ.ων των Η.Π.Α. Ίjταν επ[σίjς έβδομηντα πέν τε χρονων, εφ' οσον -;:ον χρόνο πο\; γενν'ήθηκε 7ι Δρ. Κάλβιν δ Λωρενς Ρόμπερτσον, είχε πάρει τ-ην πρώτ-η cxaetct Ιδρυσεως για. την εταιρεί«"ο\; γινε τελικoc δ πιο παρά ξενο ς βιομ-ηχανικος γίγας στυιν άνθ? ώϊοινη ίστορια, κ α!. αύτο επίιτης 1jταν γνωστο σ' Ολους. Σε -ήλι)ίας 20 χρονων 7ι Σουζαν Κάλβιν φοιτοuσε σ' εκείνο -το σεμινι:ipιo τ5ίν Ψυχο - Μαθηματικων στο όποιο ό Δρ. 'Άλφpεn Λά,νινΎΚ τω" Αμερ ικαν ικων Ρομποτ επέδειξε το πρωτο όμ λοϋυ κινούμενο Ρομπότ. 'Ήταν ενα μεγάλο ά.δέξto κα ασχημ ο Ρομποτ που μύριζε μηχανόλαδο και -ηταν προωρισμ.έ'ιο για. τα. όρυχειoc πο,) σχεδιαζόνταν νoc γίνουν στο Έρμη. 'Aλλιi flr:opo'jae να. μιλή ση χ-χτιχ νο-ητά.. Ή Σούζαν δέν είπε -;:[ποτα στο σεμινάριο αύτο ουτε λαβε μέρος στην συζ'ήτηιτη ΠΟ'J ε ϊοακ ο λου &φε. ΤΗταν ενcι ψυχρο κορ[τσι άπλο και όίχρωμο πο\; προστάτευε τον εαυτό της ά.πο εναν κόσμο ΠΟ'J αντιπα θouqe πίσω ά.πο μια. ά.νέκφραστη μάσκα xrxι μέ μια. διανοητικ"γ,,:.ιπερ τροφιοι. 'ΑλλOC κ αοω ς παρατηροσσε και ακουγε, αίσθάνθ',ικε μέσα: της τιχ πρωτοι σκιρτηματιχ ένος ψυχρου ενοουaιασμο:'ί. ll'ijpe το πτυχιο της ά.πο το Π ανεπιστημιον της Κολούμπια το 2003 κιχι κανε μεταπτυχιακές σπουδές στυιν Κυβερν-ητικ'ή. 'Όσα ετχαν επιτευχθ'ij στο τομtα των ύπολογιστικων μίjy'ocνων γύρω στιχ μέσα τοϋ 20ου αιωνος, είχαν ά.νcιτpαπεί μέ την έφε'j?εσ7j το\) «ΠοζιτρονLκοϋ έ-yκεφcxλoυ» ά.πο τον Ρόμπερτσον. ΤΙΧ μιλlα των ένlσχuτων και των φωτοκυττάρων ά.ντικατεστάθ-ησαν ά.πο την 1':0. 7

ρώ8'1] σφιχ!ριχ &.πό πλιχτινοφι8ιον πού είχε περιπου τό μέγεος ΈVoςθ &.vθρωπίνου έγκεφάλου. Ή Σοόζιχν μιxθε νιχ δπολογιζη τιχ στιχθεριχ 07)με!ιχ πού χρει ιχζόντιχν γιιχ νιχ προσ3ιοριστοϋν οι πιθιχνες μετιχβλ'l)τες μέσιχ στον «ποζιτρονικόν έγκέφαλο» νιχ xiiv'l) γριχφικες κατιχσκευες «έγκεφocλωνlt τσ &στε νιχ μποροσν νιχ προβλεφθοσν με &.κριβειιχ οι ιχντι8ρocσεις τouι; σε δε80μένους έρεθισμοuς. ΤΟ 2008 lylve 3ι3ά:κτωρ κιχι ιχνέλαβε δπ"/1ρεσιιχ στιχ 'Αμερικιχ νιχιχ Ρομπότ ώς «Poμπoτoψυχoλόγoζl> γιιχ νιχ ylv'l) τ ελι κιχ δ πρωτος μεγά.λος ά.ντιπρόσωπος μια,ς νέιχς έπιστ μ7)ς. Ό Λωρενς Ρόμπερτσον ;jτιxv ά.κόμ'l) πρόε3ρος της έτιχφειιχς, ΈV<ϊ> δ 'Άλφρεντ ΛOCνινγχ είχε γίν ει 8ιευθυντης έρευνων. ΈπΙ πενηντιχ χρόνια Σoόζιxv πιχριχτηροόσε τήν κατεόθυνση της ιχνθfώπιν7)ς προό30υ ν' ά.λλocζη κιχι να. προχωρη με &λματιχ... Τώρα Σοόζιχν ιχποχωροσσε &.πο τήν ένεργο δπ1jpεσίιx -δσο θιχ ταν 8υνιχτο ν' &.ποχωρ'ήσ7)-. ΤουλOCχιστον θα. έπέτρεπε σε χocποιον &λλον να. βά:λ7) τ' Ι)νομά: του στήν πόρτιχ τοϋ γραφείου Τ7)ς. Αύτα. Τ,ταν με λίγιχ λόγια δτι ξεpα. Είχα α κατocλογο των δ'l)μοσιευμένων ΙΙργων τ"!)ς, των 3ιπλωμOCτων εδρεσιτεχνίιχς, πού εί χιχν έχδοθη στο Ι>νομά: Τ7)ς, είχα τις λεπτομερείς χρονολογίες των προιχγω γων της. Με 8όο λόύια είχιχ τήν έπιστ7)μονικη ζω της σε 8 λες τις λεπτομέρειες της. 'ΆλλιΧ ιχό τό 8εν -ητιχν έκείνο πού θελιx. Χρειιχζόμουν πολλα. περισσότεριχ ιχπ' ιχότα. γιιχ την σεφ&: των ρεπορτα.ζ για. το 8ιαπλαν7)ΤΙΚΟ τόπο. Πολλα. περισσότερα. της το είπιχ. (ιδρ. ΚOCλβιν» είπιχ, όσο πιό πειστικα. μποροσσιχ, «στα. μocτιlχ το\) κοινοϋ έσε!ς και τα. 'Αμερικανικα. Ρομπότ είστε ιx και το ιχύτό. Ή ιχποχώρ7)σ'ή σας θα. 07)μά:ν7) το τέλος μιιχς έποχ'ijς»... «Θέλεις την προσωπικη πλευρα. της 'Ιστορίιχς;» Δεν μοϋ χιχμογέ λιχσε. Δεν νομίζω δτι χαμογελιχ ποτέ 'Άλλα. τα. μά:,τιχ της -ητιχν διιχ περιχστικoc, Ι>χι δμως θυμωμένα. Αlσθocνθ'l)ΧΙΧ το βλέμμιχ της να. μt 8ιιχπερνιΧ και να. βγαιν7) &.πο το πίσω μέρος τοϋ κεφιχλιοσ μου κιχι ηξερα: δτι ημουν σα.ν 8ιαq>ΙXνής για. ιχότην. Ό κιχθένιχς 1jorιxv. 'Αλλα. της είπιχ «ΣωστOC». «Ή προσωπική πλευρα. της 'ΙστορΙιχς των ρομπότ; Είνιχι ά.ντιφιχ.. τιχό». «'Όχι 8όκτωρ της δικ'ijς σιχς Ιστορίας». «'Όμως ΙΙχουν 'Π'ij δτι είμιχι κι' έγω ιx ρομπότ. ΣΙγουριχ θα: σa.ι; lχoυν 'Π'ij δτ ι 8εν είμαι &νθι:ωπος». Μο\) το ετχιχν 'Π'ij &'λλα. 8εν " τιxv ΚΙΧιΡος να. το πω. Σ'l)κώθ7)κε &'πό το κocθισμoc της. Δ 1jorιxv ψ'l)λή κιχι φrιι.ν6τlxν ciσoevtx'ή. Τήν &'κoλoόθ'l)σιx στο πιχρocθυρο κιχι κοιτά.ξιχμε Ιξω. τα: γριχφε!ιχ κιχι τα: έργοστocσιιχ των Aμεριxιxvικων Ρομπότ ciπo πλoϋσιxv μια: μικρή πόλ'l). όργιxvωμέν'l) κιχι τιχκτική. Ξιχπλωνότιχν μπροστoc μιχς σα.ν μια. ένιχέριιχ φωτογραφίιχ. (ι'ότιχν 1jλθΙΧ για. πρώτη φορα. έδω» ετπε «είχιχ ινιχ μιχρο δωμocτιο σ' ινιχ κτιριο που βρισχότιχν έχε! περίπου που ετνιχι τώριχ δ Π υρο σβε στικός στιχθμόι;», μοσ ΙΙ8ειξε, «ΚιχτεδιχφΙι:ιτηκε πριν γενy1jθ'ijς. Μικριχ ζόμουν το δωμά.τιο με τρε!ς ιf.λλoυς. Είχιχ για: δικό μου μισό 'YfJΙXtpCLO. 'Όλιχ τα: ρομπότ τα. χιχτιχσκευάζιχμε σ' ινιχ κτίριο. ΠCφιxyωyή, τρι. την έβδομά.8ιχ-. ΚιχΙ τώριχ δίς μας>). 8

«Πεν'ίjντx Χρόνιοι» χα:να: τ'γιν τετρψμtνη πrxρα..'f;;;ηση, «εiνot πολλά)). «'Ό χι οτα:ν τα βλέπεις &να 3ρομικά», είπε «' Λπορείς πως εξ:χφσι νιστ1)κσιν τόσο γρήγορα:». Ξαναγυρισε σ.ο γρσιφείο της κιλ κάθισε. κιχτα κάπ ο ιο τρόπο δεν χρεια:ζότσιν ν' άλλάξη κφ?σιση για να φαν'ίj λ.)πημέν-'j. «Πόσο χρονων είσσιι;)) θέλησε να μάθη. «Τριάντσι Μο» της είπα:. «Ί'ότε 8εν θυμασσιι πως ήτσιν δ κόσμος χωρις.α ρομπότ. 'Υπηοχε μιοι" εποχη, που, η οιν σιντψετωπι ηις κα ζ ε το' συμϊ.οιν μον'ι), θ ρωποτη,οι ', ', χωρις κοινένοι φlλo. ΤΙ:)ρα: δ ανθρωϊ.ος εχει πλάσμα.1οι vi τον βοηθήσουν πλάσμοιτσι πιο 8υνοιτα άπ' αύτc,ν, πιο πιστά, πιο χρ' σιμα και άπόλυτα: ά.φοσιωμένα σ' α:ύτόν. Ή άνθρωπό,η.α: δεν ετνα:ι πια μόνη. ΤΟ σκέ φτηκες ποτε το ζ'f;τίjilα άπο την αποψ η σιύ,7) ;». «Πολύ φοβάμοιι πως Οχι. Μπορω ν' άνα:φέρω τα λ6γιοι σα.ς;». «Μπορείς. Για σένοι ενσι ρομποτ είναι ενα ('ομπό,. Γρανάζι&, κ«ι μέταλλο, Ίιλεκ,ρισμος και. ποζιτρόνια. Νους κ'χι σιοερο! ' Ανθρώ πινο κοιτασκευσισμοι! Κσιι, εαν είναι άνάγκη, κάτι που δ όίνθρωπος μπορεί: να κσιτασ,ρέψίj. Άλλα ίιεν εχεις ίιουλέψει μαζυ τους και ετσι δεν τα ξέρεις. ΕΙνσιι μια γενια πιο κσιθσιρη και πιο καλη άπο μας.ι) Προσπάθησα να την παρακιv-f;σω ελαφρα με λόγια. ιιθα θέλσιμε ν' άκουσουμε Ηγα άπο τα πράγματα ϊ.ου θα μπορο'jσατε να μας πητε. να: μάθουμε τ ις άπόψεις σοις, Υυρω &π' τα. Ι>ομπότ». Δεν ήταν άνάγκ'η να την παρακινήσω. Δεν με ακουγε άλλα &κο λουθοσσε τη σωστη XOΙTEUOuvcrΊJ. «Θα επρεπε να το ξεpαν &πο την άρχή. Τό,ε ΠΟUλΟ'Jσαμε ρομποτ για να χρησιμοποιηθοσν στην ΓΊj, &κόμα και πρι.ν &1.0 την εποχή μου. Φυσικα ήτοιν τό,ε που τα ρομποτ 8εν μιλουσαν. Κοιτόπιν τα ρομποτ «ρχισαν να YLvov'tOΙL πιο &νθρώπ να και "ότε αρχισε ή άντι8ρασ'η. ΟΙ εργοιτικες ένώσεις, βέβαια, &ν'tι8ρουσαν οπως ' 'tixv 'j)ucrιxo στο συνσιγωνισμο των ρομπο" για "Ις 80υλειες που εκαναν οι ανθρωποι κα:ι ίιιάφορες θρησκευ'tικες όργανώσεις είχαν τι.ς έχθρικες προλήψεις τους. 'Όλα αύ'tα ήτοιν βέβαια γελοία και ασκοπα. ΚαΙ. δμως ύπηρχανll. 'Όλσι αύτα "α γpαφα στο μαύvίjτόφωνo τσέπίjζ πο':; είχσι και προσπαθοσσα να μην άντιλr;φθη τις κινήσεις,ων 3ακ,'Jλων του χεριοι) μου..με λ[γη εξάσκηση φθάνει κανεις στο σημείο να μπορη να κ.χνη ciχριβ7j έγγραφη χωρι.ς να βγάλίj το μικρο μ'ηχά.νημα &πο,ην τσέπη το'.). «"Ας πάροuμε την περιπ,ωση του Ρόμπu, είπε. «Δεν τον γνώ ρισα ποτ':. Τον 8ιέλυσαν ενα χρόνο πριν πιάσω 80υλεια στην έταιρε[οι. 'Ήταν άπελπισ'nκα παλίjός. Άλλα ε'ί8α το μικρο κοριτσάκι στο μου σ εl ο ι). Σταμάτησε άλλα έγω 8εν είπα τ(ποτε. "AψΊJσε να βοuρκώσουν τιχ μιχτια; της και το μυαλό ΤΊJς να τσιξι8έυ'η στο παρελθόν. ΕΙχε τόσιχ πολλα χρόνια; να ξαναθuμηθ'ij. «'Άκουσα γι' αύτον &ργότερσι και οταν μας άϊ.οκοιλουσαν βλάσφη μους και 8ημιουργους 8αιμόνων, πάντοι τον σχεπτόμοuν. Ό Ρόμπu ΤΙτιχν ενα βουβο Ρομπότ. Δεν μπορουσε να μιλήση. Είχε κατασκευασθίj και πoυληθ'ίj 'to 1996.ΑύτΟ γινε πριν &7':0 τίjν ετ:οχί] τ'1jς όίκροις έξει οικεόσε<:>ς oιι γι' αύτο τον πο'.jλησοιν για γ;ωυβε;;ν!χνταll. «Για; τι ;11 (ιγια Υχουβερνά.ντοι». Ι Ιό, 9

1.. «Ένενηνταοχτώ, ένενηνταενιά, έκατό». Ή Γκλόρια τράβηξε το παχουλο μπρατσάκι της, απ' τα μάτια της και στάθηκε μ ια στιγμή, σουφρώνοντας τη μύ τη κι' ανοιγοκλείνοντας τα μάτια της, γ ι α να συνηθίση το δυνατο φως. "Έπειτα, προσπαθώντας να κοιτάξη προς όλες τις διευθύνσεις συγχρόνως, τραβήχτηκε δ ισταχτικα μερικα 6ήματα, απ' το δέντρο, που ήταν ακουμπισμένη. Τέντωσε το λαιμό της έρευνώντας μια συστάδα θάμνων πρός τα δεξιό: και μετα προχώρησε λίγο ακόμα γ ι α να δη καλύτερα μέσα στη σκοτεινη φυλλωσιά. 'Ήταν απόλυτη ή συχία κι' ακουγότανε μονάχα το αδιάκοπο ζουζούνισμα των εντόμων και το αραιο κελάίδισμα κάποιου πουλιοο που α ψηφοοσε τον καυτο μεσημέριατικο ήλιο. <Η Γκλόρ ια κατσούφιασε, «Είμαι σίγουρη πως πηγε μέσ' στο σπίτι, και τουχω πει χίλιες φορες πως αύτο είναι ζα60λιά», Με τα χειλάκι α της σφιγμένα και κατσουφιασμένο το μουτράκι της, προχώρησε αποφασιστι κα προς το διώροφο σπίτι, στο βάθος του κήπου. 'Άργησε πολι) ν' ακούση το θόρυ60 απ' το 6ιαστι κο ά νασήκωμα και ϊο χαραχτηριστικο ρuθμιko γδοοπο των με ταλλικων πελμάτων του Ρόμπυ που ακολούθησε. Γύρισε α πότομα και είδε τον σύντροφό της να βγαίνη απ' την κρυψώ να του και θριαμ6ευτικα να κατευθύνεται όλοταχως προς τη «μάνα». Ή Γκλόρια τσίριξε θυμωμένα. «Περίμενε, Ρόμπυ! Αύ το ετναι ζαβολιά, Ρόμπυ! Ύποσχέθηκες να μην τρέξης προ τοο σε βρω». Με τα μ ι κρά της πόδ ια, ήταν αδύνατο να συ ναυωνιστη τις γιγάντιες δρασκελ ιες του Ρόμπυ. Τότε, δέκα μέτρα πριν απ' το τέρμα, ό Ρόμπυ έκοψε το βημα του σχε δον σε σημειωτόν, και ή Γκλόρια, τρέχοντας απεγνωσμένα, τον προσπέρασε κ ι ' έφτασε πρώτη στη «μάνα». Γεμάτη χαρά, εστρεψε πρός τον πιστό της PόμΠU, και με τη μεγαλύτερη αχαριστία τον άντάμ ιψε για τη θυσία του, πε ιράζοντάς τον σκληρα για τιιν ανι κανότητά του στο τρέξι μο. «'Ο Ρόμπυ δεν μπορει να τρέξη», Φώναξε μ' όλη τη δu ναμη της παιδικης της φωνούλας. «Πάντα τον νικάω, πάντα τον νικάω». Έπαναλάμβανε ΤΡαΥουδιστα τις λέξεις. 10

Ό Ρόμπυ, δεν απάντησε, φυσικά, με λέξεις. 'Αντίθετα, εκανε πως τρέχει, οπισθοχωρώντας λίγο ως που ή Γκλόρια 6άλθηκε να τον κυνηγάη, χωρις να μπορη να τον πιάση, καθως της ξέφευγε συνεχώς, αναγκάζοντάς την να τρέχη γύρω - γύρω, με τα χέρια της να χτυπανε τον αέρα. «Ρόμπυ», τσίριξε, «σταμάτα!». Και το γέλιο 6γηκε α θέλητα μαζι με τη λαχανιασμένη της ανάσα. Τότε γύρισε απότομα, τη σήκωσε ψηλα κι' αρχισε να τη στριφογυρίζη τόσο γρήγορα ωσπου ό κόσμός, για τη Γκλόρια, εγινε ενα γαλάζιο φόντο απο πάνω κι' απο κάτω μια πράσινη μάζα σπο δέντρα. Μετα βρέθηκε πάλι καθισμέ νη στο γρασίδι γέρνοντας πάνω στο πόδι του Ρόμπυ και κρατώντας ακόμα ενα σκληρο μεταλλικο δάχτυλο. ΝΕπειτ' απο λίγο, ξαναβρηκε την κανονικη αναπνοή της. ΝΕσιαξε τ' ανακατωμένα μαλλιά της με μια κίνηση που εί χε O:vτιγράψει απ' τη μητέρα της και στριφογύρισε να δη αν είχε σκισηί το φόρεμά της. Χτύπησε με το χέρι της το κορμι του Ρόμπυ, «Κακο παιδί! θα σε δείρω!» Και ό Ρόμπυ,κουλουριάστηκε κρύβοντας το πρόσωπο μέσ' στα χέρια του, ετσι που την ανάγκασε να προσθέση, «"Όχι, οχι, Ρόμπυ. Δε θα σε δείρω. Τώρα δμως είναι ή σει ρά σου να φυλάξης, γιατι εχεις μεγαλύτερα πόδια και μου ίιποσχέθηκες να μην τρέξης πριν σε ορώ». Ό Ρόμπυ εγνεψε καταφατικα με το κεφάλι του - ενα μικρο παραλληλεπίπεδο με στρογγυλεμένες ακρες και γω νίες που συνδέονταν μ' ενα εύλύγιστο Ελασμα με ενα πα ρόμοιο, άλλα πoλu μεγαλύτερο παραλληλεπίπεδο που απα τελουσε το κύριο σώμα - και υπάκουα γύρισε προς το δέν τρο. Μια λεπτ11 μεταλλικη μεμβράνη κατέβηκε μπρος απο τα φωτεινα μάτια του και μέσ' απ' το σώμα του αρχισε ν' ακούγεται ενας σταθερος ρυθμικος ήχος. «Μην κρυφοκοιτάζης και μην κλέψης στο μέτρημα», προ ειδοποίησε Τι Γκλόρια κι' ετρεξε να κρυφτη. Με ακρίβεια ρολογιου, τα δευτερόλεπτα μετρήθηκαν, και στο έκατοστό, τα βλέφαρα σηκώθηκαν, και τα κόκκινα φωτεινα μάτια του Ρόμπυ αρχισαν να έρεuνoυν την περιο χή. Για μια στιγμη σταμάτησαν σ' ενα κομμάτι πολύχρω μο ύφασμα που έξεί'χε πίσω απο ενα 6ράχο. Προχώρησε λί γα βήματα για να 6εβαιωθη δτι ήταν ή Γκλόρια που είχε κρυφτη πίσω απ' το βράχο. Προσεχτικά, μένοντας πάντα ανάμεσα στη Γκλόρια και στη «μάνα», προχώρησε προς την κρυψώνα, και σταν πια ή Γκλόρια φάνηκε καθαρα ωστε να μη μπορεί' να Ισχυριστη δτι δεν την είχε δει, απλωσε το ενα χέρι προς το μέρος της, ένω με το Ο:λλο χτύπαγε το πόδι του κάνοντας ενα κουδου' νιστο ήχο. Ή Γκλόρια ξεπρόβαλλε κατσουφιασμένη. 11

«Κ ρυφοκοίταζες!» ξεφώνισε πεισματάρικα. «'"Ασε, πov 6αρέθηκα πια να παίζω κρυφτό. Θέλω να με πάρης κα6άλ λα». Ό Ρόμπυ, ομως είχε προσβληθη άπ' τήν άδικη κατη γορία, γι' αυτο κάθησε κάτω με προσοχή και κούνησε αρ νητικα το κεφάλι του. Ή Γκλόρια κατάλαβε πως επρεπε να τον καλοπιάση. «'Έλα, Ρόμπυ. 'Αστεία τ6λεγα πως κρυφοκοίταζες. 'Έλα 1!"άρε με κα6άλλα». Ό Ρόμπυ δμως δεν ηταv απ' αυτους πou εξευμενίζoνταv είίκολα. Κοίταξε με πείσμα τον ουρανο και κουνουσε το κε φάλι του πιο εντονα. Σε παρακαλω, Ρόμπυ, πάρε με κα6άλλα, σε παρακα λω». Άγκάλιασε το λαιμό του με τα τρυφερα χεράκια της και τον εσφιξε. 'Έπειτα, αλλάζοντας ξαφνικα διάθεση άπα τρα6ήχτηκε. «"Αν δε με πάρης, θα 6άλω τα κλάματα». Και σούφρωσε τα χειλάκια της ετοιμη να πραγματο1τοιήση την άπειλή της. ΆσUΓKίνηΤOς, ό Ρόμπυ, δεν εδωσε καμμια σημασία στην άπειλή της, και κούνησε για τρίτη φορα το κεφάλι του. Τότε ή Γκλόρια αναγκάστηκε να 6άλη σ' ενέργεια τα μεγά λα μέσα. «Aν δε με πάρης», φώναξε πεισματάρικα, «δε θα σou πω άλλα παραμύθια πιά, ουτε ενα!» Ό Ρόμπυ, ύποχώρησε αμέσως και χωρις δρους μπροστα σ' αυτο το τελεσίγραφο, γνέφοντας καταφατικα με το κε φάλι του, τόσο δυνατα πou το ελασμα τou λαιμου του αρ χισε να τρίζη. Με προσοχή, σήκωσε το κοριτσάκι και τοδα λε επάνω στους φαρδείς επίπεδους ωμους του. τα δάκρυα της Γκλόρια εξαφανίστηkαv αμέσως και ξεφώνισε απο χα ρά. Ή μεταλλικη επιδερμίδα του Ρόμπυ που διατηρουσε μια σταθερη θερμοκρασία 180 χάρις στα εσωτερικα πηνία ύψηλης τάσεως. την εκανε να αισθάνεται πoλu εύχάρίστα και ό ομορφος ηχος που εkαναv τα τακούνια της καθως χτυ πουσαν ριιθμικα πάνω στο στηθος του την ένθουσίαζε. «ΕΤσαι αεροπλάνο, Ρόμπυ, είσαι ενα μεγάλο ασημένιο αεροπλάνο. ΝΑνοιξε τα χέρια σου - ετσι πρέπει, Ρόμ1TU, αφοίι είσαι αεροπλάνο». το επιχείρημα ήταν λογικό. τα χέρια του Ρόμπυ ηταν τα φτερα που εσκιζαν τον αέρα κι' δ ίδιος ηταν το άεροπλά νο. Ή Γκλόρια εστριψε το κεφάλι του ρομποτ και εγειρε προς τα δεξιά. Αυτος γύρισε απότομα. Ή Γκλόρια έφωδία σε το αεροπλάνο με μια μηχανη που εκανε «μπρρρ... :. και με οπλα που εκαναν «μπάμ, μπάμ, και κχχχ...». τους KU νηγουσαν καταδιωκτικα του έxθρocι και τα πολυ6όλα του αεροπλάνου α ισαν το τραγούδι τους. Τα καταδιωκτικα του έχθρου επεφταv σα μύιυες. 12

«Το φάγαμε κι αύτο - κι άλλα δύο», φώναξε. Μετα «πιο γρήγορα παιδιά», ετπε ή Γκλόρια με στόμφο, «Μας πλειώνουν τα πυρομαχικά». Σημάδεψε πάνω &Π' τον ώμο της μ' άννπέρ6λητο θάρρος, κι' δ Ρόμπυ ήταν ενα χον τροκομμένο διαστημόπλοιο, που διέσχιζε το άπειρο με τη μεγαλύτερη δυναηί ταχύτητα. Πέρασε δρμητικα το χωράφι, μέχρι τη λουρίδα τοσ ψηλοο γρασιδιοσ &Π' την άλλη μερια και σταμάτησε τόσο άπότομα, ετσι, που εκανε την ξαναμ μένη έπι6άτιδά του να στριγγλίση τρομαγμένη και μετα την άκούμπησε μαλακα στο. πράσινο ταπέτο. Ή Γκλόρια κοντανάσαινε λαχανιασμένη, ξεφωνίζοντας κάθε τόσο, «Τί ώραία που ήταν r» Ό Ρόμπυ, περίμενε ώσπου να ξανα6ρη την κανονική της άναπνοη και μετα της τράβηξε tλαφρα τη μπούκλα «θες τίποτα;:. ρώτησε ή Γκλόρια, άνοίγοντας διάπλατα τα μάτια της και δίνοντας στο πρόσωπό της την πιο &θώα εκφραση του κόσμου ή δποία όμως δεν κατάφερε να ξεγε λάση την τεράστια γκου6ερνάντα της. την τρά6ηξε πιο Δu vατα τη μπούκλα. «'Α, κατάλαβα, θες παραμύθι. Ό PόμΠ U, κούνησε γρήγορα το κεφάλι του. «Ποιό άπ' δλα;:. Ό PόμΠU, σχημάτισε στον άέρα ενα Σ με το δάχτυλό. του. Το κοριτσάκι διαμαρτυρήθηκε. «Πάλι; Σοσ εχω πεϊ τη Σταχτοποστα χιλιάδες φορές. Δεν τη βαρέθηκες άκόμα; Αύ τη ετναl για μωρα παιδιά». Ό Ρόμπυ, έπανέλα& το Σ με το δάχτυλο. «Καλά, λοιπόν», ή Γκλόρια συγκεντρώθηκε σκέφτηκε τις λεπτομέρειες τοσ παραμυθιοσ - μαζί με τις δικές της τrρoσθηkες που ήταν άρκετες - κι' αρχισε: «Eτoιμoς, λοιπόν, μια φορα κι' εναν καιρο ήταν ενα δ μορφο κοριτσάκι που το φώναζαν 'Έλλα. ΕΤχε μια 1TOΛU κα κια μητρυια και δυο πoλu άσκημες και πολι) κακες άδερφες και.. :'. Ή Γκλόρια εφτανε στο πιο ένδιαφέρον σημείο του πα ραμυθιού - XΤUΠOυσαν μεσάνυχτα και όλα ξαναγύριζαν στην άρχικη άσκημη μορφή τους, ένω δ PόμΠU, άκουγε με μεγάλη προσοχή, και μάτια που καίγανε - δταν την δ ιέ κοψαν. «Γκλόρια! :. 'Ήταν ή διαπεραστικη φωνη μιας γυναίκας που δεν ταν ή πρώτη φορα που τη φώναζε. Κ αι ή φωνή της ετχε τον νευρικο τόνο της φωνης τοσ άνθρώπου που ή άνησuxία εχει επεράσεl την άνuπoμoνησία του. 13

cή μαμα με φωνάζει», ετπε ή Γκλόρια, χωρις πoλu κέ φι. «Καλύτερα να με πας σπ ίτι, Ρ όμπυ». Ό Ρόμπυ, υπάκουσε χωρις αντι ρρήσεις, γιατι κάτι ύ,τηρχε μέσα του που του ελεγε στι το καλύτερο που είχε να κάνη ήταν να υπακούη σtlιν κυρία Γουέστον, χωρις τον παρα μ ι κρο δισταγ μό. Ό πατέρας της Γκλόρια πολι) σπά νια ήταν στο σπίτ ι Τιlν ή μέρα, έκτος απ' τις Κ υριακές, δ πως σήμερα - κ ι ' οταν ήταν φερνό1"αν μ' έγκαρδιότητα και κα1"ανόηση. Ή μητέρα της Γκλόρια δμως ήταν μ ια πη γη ανησυχίας γ ια τον Ρόμπυ και είχε την τάση ν' αποφεύ γη να 6ρίσκεται μπροστά της. Ή κυρία Γουέστον, τους είδε μόλ ις σηκώθηκαν πίσω απ' το ψηλο χορτάρι που τους εκρυ6ε και μπηκε μέσα στο σπί τι να τους περι μένη. <,3ράχνιασα να σε φωνάζω, Γκλόρια», είπε, αυστηρά, «που ησουν;» «Hμoυν μ ε τον Ρ όμπυ», ψέλλ ισε ή Γκλόρια. Τoϋλεyα τη Σ ταxτoπoυrα, και ξέχασα πως ήρθε ή ωρα για το,φα γητό». «Κ αλά, δυστυχως το ξέχασε κι' Ο Ρόμπυ». 'Έπε ιτα, σαν αυτο να της θύμισε Τιlν παρουσία τoιj ρομπότ, στράφηκε προς το μέρος του. «ΜπορεΊς να πηγαίνης, Ρ όμπυ. Δε σε χρειάζεται άλλο τώρα». Μετα σκληρά, «και μη γυρίσης αν δεν σε καλέσω». Ό Ρόμπυ εκανε να φύγη, ό:λλα δίσταζε καθως ή Γκλό ρ ι α ανέλα6ε την υπεράσπισή του. «Σ τάσου, μαμά, πρέπει να τον αφήσης να μείνη. Δεν του τελείωσα τη Σ ταχτοπου τα. του υποσχέθηκα να του την πω κ αι δεν την τέλειωσα ακόμα». «Γκλόρια!» «Άλήθεια, στ' ορκ ίζομαι, μαμά, θ α κάτση τόσο ησυχα που ούτε θα καταλά6ης πως είναι έδω. Θα κάτση στην κα ρέκλα του στή γωνια και δε θα 6γάλη μ ιλιά, - θέλω να πω δε θα κάνη τίποτα. ΝΕτσι δεν ετναι, Ρόμπυ;» Ό Ρόμπυ, κούνησε μια φορα το χοντρό του κεφάλι γνέ φοντας καταφατ ι κά. <,Γκλόρια, αν δεν σταματήσης αμέσως, δε θα δης τον Ρ όμπυ γ ι α μ ια 6λόκληρη 6δομάδα». ΤΟ κοριτσάκι χαμήλωσε τα μάτι<χ. «Καλά! Άλλα ή Σ ταχτοπουτα είναι το αγαπημένο του παραμύθ ι και το α φησα στη μέση, και του αρέσε ι τόσο πολύ». Το ρομποτ εφυγε με αργα βή ματα κ ι ' ή Γκλόρια επν ι ξε ενα λυγ μό. Ό Τζωρτζ Γουέστον αναπαυόταν. Τοχε συνήθειο ν' ανα παύεται τα απογεύματα της Κ υρ ιακης. 'Έπειτα Ο:πο ενα 14

καλο χορταστικο γευμα, ενα μαλακο κρεδάτι για να ξαπλώ ση, ενα φύλλο των Τάϊμς, με τις παντουφλες και χωρις που κάμισο ήταν δτι θα μποροοσε να έπιθυμήση περισσότερο ενα τέτοιο απόγευμα. Γι' αυτο δεν εύχαρίστήθηκε πολι) ό ταν είδε τη γυναίκα του να μπαίνη. "γστερα απο δέκα χρόνια συζυγικης ζωης ήταν ακόμα αρκετα ό:νόητος ώστε να την άγαπάη και δεν ύπηρχε αμφιδολία πως πάντα χαι ρόταν να τη δλέπη στόσo τα Κυριακάτικα απομεσήμε ρα, μετα το γευμα ήταν ίερα γι' αυτον και την ανάπαυση την έννοουσε σα δυο ώρες απόλυτης μοναξιας. Γι' αυτό, έ ξαkoλ OCισε να διαόάζη με προσοχη τα τελευταία νέα για την άποστολη Λεφέιμπρ - Γιοσσίντα, στον ΝΑρη - έπρό κειτο να ξεκινήση άπο μια σεληνιακη Όάση και είχε μεγά λες πιθανότητες έπιτυχίας - κάνοντας πως δεν την είδε. Ή κυρία Γouέστον περίμενε ίιπομονετικα δυο λεπτά, μετα άλλα δύο ανυπόμονα, και τελικα Εσ-πασε τη σιωπή. «Τζώρτζ! :. «Μμμμμ;» «Τζώρτζ, ετπα, εχεις σκοπο να παρατήσης την έφημε ρίδα και να μ' ακούσης για λίγο;:. Ό Τζωρτζ ακούμπησε την έφημερίδα στο πάτωμα και στράφηκε άκεφα προς τη γυναίκα του. «Τί συμδαίνει, χρυ σή μου;» «Ξέρεις, τί συμδαίνει, Τζώρτζ. Πρόκειται για τη Γκλό ρια κι' αυτη τη φοδερη μηχανή». «Ποιά φοδερη μηχανή;» «Τώρα κάνεις πως δεν καταλαδαίνεις τί σου λέω; Σου λέω γι' αυτο το ρομπότ, τον Ρόμπυ, δπως το λέει ή Γκλό ρια. Δεν την αφήνει οϋτε στιγμή». «Και γιατί να την αφήση; Ύποτίθεται πως ετσι πρέπει να κάνη. Και σίγουρα δεν είναι φο6ερη μηχανή. ΕΤναι το καλύτερο ρομποτ που ύπάρχει στην άγορά, και μου κόστι σε ενα σωρσ λεφτά. Τ' αξίζει σμως, ετναι πολι) πιο εξuπνoς απ' τους περισσότερους ύπαλλήλους του γραφείου μου». 'Έκανε να πιάση πάλι την έφη-μερίδα του, αλλα ή γυ ναίκα του πρόφτασε και του την άρπαξε. «Πρόσεξέ με, Τζώρτζ. Δεν μπορω ν α έμπιστεύουμαι την κόρη μου σε μια μηχανή. Δεν μ' ένδιαφέρει αν είναι εξυπνη. Δεν εχει ψυχή, και κανεις δεν ξέρει τί μπορεί' να σκέπτεται. τα παιδια ν πρέπει να εχουν για γκουόερνάντες αύτα τα μεταλλ ικα πράγματα».. Ό Γουέστον συνωφρυώθηκε. «'Απδ πότε απέκτησες αύ τες τις ίδέες; Είναι δυο χρόνια που τον εχουμε και προσέ χει την Γκλόρια και ποτε δεν σε ετδα ν' ό:νησυχης και τώ ρα...». «'Ήταν διαφορετικα στην αρχή. Ήταν μια καινοτομία, 15

με άπήλλαξε άπ' την πoλu φροντίδα, καί... έπι τέλους, ηταν της μόδας. Τώρα όμως, δεν ξέρω. Οί γείτονες...». «Και τί σχέση εχουν οί γείτονες; Πρόσεξέ με. Μπορείς να έμπιστεύεσαι μια γκου6ερνάντα - ρομποτ περισσότερο άπο μια γκου6ερνάντα - ανθρωπο. 'Ο Ρόμπυ κατασκευάσθη κε άποκλειστικα για ενα σκοπό: να συντροφεύη παιδι. 'Ο λόκληρη ή «νοοτροπία» του δημιουργήθηκε γι' αύτον τον σκοπό, είναι μια μηχανη ετσι φτιαγμένη. Κι' αύτο δεν μπο ρείς να το πης για τους άνθρώπους». «Μά... κάτι μπορει να χαλάση. Κάτι... κάποιο», ή κυ ρία Γουέστον ηταν μcxλλoν άδαης περι τα έσωτερικα των ρομπότ, «κάποια 6ίδα μπορει να φύγη άπ' τη θέση της και το φο6ερο αυτο πρδ:γμα να τρελλαθη καί... καί». Δεν μπό ρεσε να ολοκληρώση την ολοφάνερη σκέψη της. «Άνοησίες», δήλωσε ο Γουέστον, με ενα άκούσιο νευρι κο ρίγος. «Πέρα για πέρα γελοιότητες. Συζητήσαμε λεπτο μερως, όταν άυοράσαμε τον Ρόμπυ, για τον πρωτο νόμο της ρομποτικης. Ξέρεις πoλu καλα πως είναι άδύνατο, τα ρομποτ να 6λάψουν ανθρωπο, πως αν φθάση στο σημειο να πρόκειται να παρα6η το πρωτο νόμο ο μηχανισμός του παύει αύτόματα να λειτουργη. Είναι μαθηματικη άπιθανότης. Έξ άλλου, δυο φορες το χρόνο ερχεται ενας μηχανικος άπ' την «Ρομποτ, ΗΠΑ, ΑΕ.» και κάνει γενικο Ελεγχο. Και να ξέ ρης περισσότερες πιθανότητες να τρελλαθοομε εχουμε έγω και σύ, παρα ο Ρόμπυ. 'Εξ &λλου, πώς θα καταφέρης να τον πάρης απ' την Γκλόρια;» "Έκανε άκόμα μια μάταιη προσπάθεια να πιάση την έ φημερίδα του, &.λλα ή γυναικα του την άρπαξε και την πέ ταξε θυμωμένα μακριά. «Γι' αύτο άκρι6ως πρόκειται, Τζώρτζ! Δεν θέλει να παίξη με κανέναν αλλον. Ύπάρχουν ενα σωρό άγοράκια και κοριτσάκια που μποροοσε να κάνη παρέα, μα δεν θέλει. Δεν τα πλησιάζει καν, έκτος αν την ύποχρεώσω έγώ. ΕΊναι σω στα πράγματα αυτα για ενα κοριτσάκι της ήλικίας της; Δεν θέλεις ή κόρη σου να είναι τελείως νορμάλ; Δεν θέλεις να μεγαλώση σωστα και να πάρη τη θέση της στην κοινω νία;» «Βγάζεις έσφαλμένα συμπεράσματα, Γκραίης. "Ας πou με πως ό Ρόμπυ ηταν σκύλος. ΝΕχω δει χιλιάδες παιδια που προτιμοον τον σκύλο τους άπ' τον ίδιο τους τον.πατέρα». «'Ο σκύλος είναι άλλο πρδ:γμα, Τζώρτζ. Πρέπει να άπαλ λαυοομε απ' αύτο το φριχτο κατασκεύασμα. Μπορεις να το πουλήσης πάλι στην έταιρία. τους ρώτησα αν γίνεται, και μοο είπανε ότι γίνεται». «τους ρώτησες; ΝΑκου δω, Γκραίης, δεν θέλω να φτά σουμε στα ακρα. Θα κρατήσουμε το ρομποτ ώσπου να με γαλώση ή Γκλόρια, και δεν θέλω καμμια συζήτηση για το 16

θέμα αvτo άπο δω και στο έξη9. Και δ Τζωρτζ βγήκε οια στικα άπ' το δωμάτιο. Δυο μέρες αργότερα η κυρία Γουέστov περίμενε τον άν δρα της στην πόρτα. «θέλω να σου μιλήσω, Τζώρτζ. Ξέρεις" πολλα λένε για μας στο χωριό». «Μπά, γ ιατί ; ρώτησε ό Γουέστον. Π ροχώρησε και μπη :μπήκε στην τουαλέτα κι' ό θόρυβος του νερου έπνιξε κάθε α πάντηση της γυναίκας του. Ή κυρία Γουέστον περίμενε και να σταματήση ό θό- ρυδος κα! μ ετ α είπε: «Για τον Ρόμπυ». Ό Τζωρτζ βγήκε με την πετσέτα στο χέρι και το πρό σωπο κατακόκκινο απο θυμό. «Τί είνα ι tivtcx που λές;» «Ώ, απο καιρό συμβαίνει αύτό. Π ροσπάθησα να το α γ νοήσω μέχρι τώρα, άλλα δεν μπορω π ιά Οί πι ο πολλο. απ' του ς χωρικouς θεωρουν τον Ρόμπυ έπικίνδυνο. Δεν ά φίνουν τα παιδιά τους να πλησιάσουν το σπίτι μας το δρά δυ». «Μα έμείς έμπ ι στευό μαστε το παιδί μας στον Ρό μπ}j» «Ναί, άλλα οί άνθρωπο ι δεν καταλα6αίνουν αίιτα τα πρά γμα' -:χ». «Να πανε στο δ ιά ολο τότε». «Δεν λύνεται το πρόβλημα με το να του ς στέλνης στο δ ιά60λο. Έγω πηγαίνω κάθε μέρα στο χω ρ ιο για ψώνια, τouς. σ υναντω κάθε μέρα. Κ αι στις πόλεις ετναι ακόμα χειρότερα. με τα ρομπότ. Στη Νέα Ύόρκη 6γήκε διαταγη που άπαγο ρεύει την κυκλοφορία των ρομπότ στους δρόμους απ' τtιv δύση μέχρι τη ν ανατολη του ηλίου». «Σύμφωνοι, άλλα δεν μπορουν να μας έμποδίσουν να κρα τήσουμε τον Ρόμπυ. Γκραίης, το κατάλα6α, ετναι κι' αίιτο ενα απ' τα κόλπα σου για να διώξης τον Ρόμπυ. Μάθε δ μως, ότι ή απάντηση είναι η ίδια, οχι! Θα κρατήσουμε ΤοΥ' Ρό μ πυ!».. Κ ι' όμως άγαποίισε τη γυναίκα του - και το' κακο ή ταν ότι η γυναίκα του το ήξερε αύτό. 'Ο Τζωρτζ Γουέστον, στο κάτω κάτω, δεν ήταν παρό: ενας άνδρας - δ δύστυ χος και Τι γυναίκα του EKΑVΕ χρήση όλων των μέσων που διαθέτει το ασθενες φυλο, απο λογικη και πειθω μέχρι κλά,ματα και απε ιλές. Δέκα φορες την βδομάδα που ακολούθησε, ό ΓουέστοΥ' φώναζε «'Ο Ρόμπυ θα με ίνη, χώνεψέ το καλά!» άλλα κάθε φορα ή <ΧΠάντησή του ηταν λιγώτερο σταθερη και συνωδευό- ταν άπο ενα μ ούγκρισμα όλο πιο δυνατό, δλο 1Τιο αγωνιωδες. Τελικα μια μέρα ό Γουέστον, με ένοχο ύφος, πλησίασε: - - 2 17

,.ην κόρη του, και της πρότεινε να την πάρη στο χωριο να δουνε μια παράσταση «Βιζι6όξ». Ή Γκλόρια πήδησε «(1'τ' ηί χαρά της, «Να πάρουμ ε και ίον Ρόμπυ μαζί μας;» «"Όχι, χρυσό μους, είπε, κι' ό ήχος της φωνης του τον παραξένεψε, «δεν επιτρέπο υν ρομποτ στο.«8 ιζι6a ξ - αλ λα θα τοο διηγηθοuμε το εργο σταν γυρίσουμε». Κόμπιαζε συνεχως και άπέφεuγε το βλέμμα της Γκλόρια. Ή Γκλόρ ι α ήταν ένθουσιασμένη σταν έπέστρεψαν. ΤΟ 8ιζι60ξ είχε ενα πoλu ωραίο εργο. Περίμενε τον πατέρα της να παρκάρη το αύτοκίνητο.,.ζετ Q'TO ύπόγ ε ιο γκαράζ, «Περίμενε να δ ι ηγηθω το εργο 'στον Ρόμπυ, μπαμπα, θα τοο αρέση πολύ. 'ΕκεΊ που Τι Φράν σις φαν τα βάζει με τους 'Ανθρώπους - Λεοπαρδάλεις και τους νικάει σλους». Γέλασε πάλι, «'Αλήθεια, μπαμπα, ύ πάρχουν &vθρωπoι - λεοπαρδάλ ε ι ς σηι Σ ελήνη;ι/ «Μαλλον οχι», είπε ό Γουέστον αφη ρη μ ένα, «αστείες φανταστικες ίστορίες». ΕΤχε τελειώσει το παρκάρι σμα τοο αίιτοκινήτου. Δεν μποροο σε να κα8υστερήση κι' &λλο. 'Έ πρεπε ν' αντιμετωπί ση Τιlν κατάσταση. Ή Γκλόρια ετρεξε προς το σπίτι. «Ρόμπu-Ρόμπυ!:.. Τότε σταμάτησε απότομα καθως είδε στη βεράντα ενα ομορφο σκυλάκι, που την κοίταζε σο6α ρα κουνώντας την οίιρ6: του. «Ώ! τί ώραίό σκυλάκι!». Ή Γκλόρια ανέοηκε τα σκα λοπάτια της βεράν'ϊας, το πλησίασε με προσοχη κο:l το χάϊ -δεψε. «Δ ι κό μου ετνα ι, μ παμπα;». Ή μητέρα της ετχε πλησιάσει στο μεταξύ. «Ναί, Γκλό,ρια. Δεν είναι χαριτωμένο; Κ ι' είνα ι καλό, κι' αγαπάε ι τα μικρα κορίτσια;». «Ξέρει πα ιχνίδια;». «Βέβαια. Ξέρει ενα σωρο κόλπα. Ν α τον βάλουμε να σοο,κάνη κανένα;». «Ναί, ναί, αλλα θέλω να τα δη κ ι ' ό Ρόμπu-Ρόμπυ!». Σταμάτησε απότομα. «ΕΞΤμαι σίγουρη στ ι κλείσίηκε στο -δωμάτιό του έπε ιδη θύμc,)σε που δεν τον πijρα στο Βιζl6όξ. Πρέπει να του έξηγ σης έσύ, μπαμπα, Μπο ρεί να μη με π ιστέψη έμένα, άλλα ο,τι λες έσυ το π ιστεύει». Ό Γουέστον εσφ ι ξε τα χείλη του. Κ ύτταξε τη γυναίκα ίου, αλλ' αίιτη απέφυγε το 6λέμμα του. Ή Γκλόρια &φμησε κάτω στο ύπόγ ειο φων6:ζοντας : 1:Ρόμπυ, Ρομπάκο, ελα να δης τί μ οuφ εραν ό μπc ψπας κι' '11, μ αμά. ΜοUφεραν ενα σκύλο, Ρόμπυ». Σ' ενα λεπτο γύρισε πίσω με ύφος φοβισμένο. «Μαμά, ό Ρόμπυ δεν ετναι στο δωμάτιό του. ΠοΟ ετναι ;». Καμμια α ίτάντηση κι' ό Τζωρτζ Γουέστον αφοο ε6ηξε αμήχανα, βάλ -θηκε να κυττάζη ενα σύννεφο που φάνηκε στο 6άθος του 18

όρίζοντα. Ή Γκλόρια, ετοιμη να κλάψη, ξαναρώτησε: «ποι) ε Τνα ι ό Ρόμπυ, μαμά;». Ή κυρία Γουέστον κάθησε και τρά6ηξε άπαλα.ην Γκλό ρια κοντά της. «Μην κάνης ετσ ι, Γκλόρια. Μου φαίνεται πως ό Ρόμπυ εφυγε». «Eφυγε, που πηγε, που πηγε, μαμά;,>. «Κανει ς δεν ξέρει, χρυσό μου. ΜΕφυγε. Ψάξαμε παντου. να τον βρουμε, άλλα δεν μπορέσαμε». «Θες να πης πως δεν θα ξανάρ9η ;». τα μάτ ια της ήταν όρθάνοιχτα απ' τον τρόμο. «Μπορεί να τον βρουμε γρήγορα. Θα ψάξουμε κι' άλ λο. Σ το μεταξυ εσυ μπορεί'ς να παίζης με το 6μορφο σκυλά κ ι σου. Κύττα τον! Τον λένε «Άστραπη» και μπορεί...,>. Τ α μάτια της Γκλόρια είχαν βουρκώσει. «Δεν το θέλω το παλlόσκυλο-------{)έλω τον Ρόμπυ. Θέλω να μου βρητε το\.'" Ρόμπυ.». Ή συγκίνησή της δεν την άφηνε να μιλήση, κι' άρ χ ισε να κλαίη γοερά. Ή κυρία Γουέστον κύτταξε τον σύζυγό τ ης σαν να ζήτα γε δοήθ1ξ:ια, αλλα αυτος έξακολούθησε vαxη το βλέμμα καρ φωμένο στο σύννεφο. Ή κυρία Γουέστον έξακολούθησε αβο ήθητη την προσπάθει ά της να παρηγορήση την κόρη της. «Μα γιατί κλαίς, Γκλόρια; Ό Ρό μπυ δεν ήταν παρα μια μηχανή, μια παλιομηχανή. Δεν ήταν ζωντανή». «Δεν ηταν μηχανή!» τσίριξε ή Γκλόρια, άγρια. «ΤΗταν άνθρωπος όπως έσυ κι' έγώ, και ήταν και ' φίλος μου. ΤΟν θέλω πίσω. ΤΩ, μαμά, τον θέλω π ίσω». Ή μητέρα της αναστέναξε απελπισμένη και εφυγε άφή νοντας την Γκλόρια στη θλίψη της. «ΝΑστην να κλάψη», είπε στον άνδρα της. «Οί λύπες των παιδιων δεν διαρkoίjν πολύ. Σ ε λίγες μέρες θό:χη ξεχάσει άκόμα και την ϋπαρξη του φοβερου αυτου ρομπότ», Ό καιρος όμως άπέδειξε, ότι ή κυρία Γουέστον ήταν τrερισσότερo αισιόδοξη άπ' 000 έπρεπε. Ή άλήθεια είναι πως ή Γκλόρια επαψε να κλαίη, επαψε όμως και να γελάη. Κι' δσον πέρναγαν οί μέρες, τόσο πιο σιωπηλη και πιο σκυ θρωπη ήταν ή Γκλόρια. Αυτη ή παθητικη αντίσταση έξενεύ ρισε άφάνταστα την κυρία Γουέστον, άλλα δεν ξέσπασε, για τί δεν ήθελε να παραδεχθη Τ11ν ηττα της στον άνδρα της. veva βράδυ, μπηκε φουριόζα στο λί6ιγκ ρούμ, κάθησε σε μια καρέκλα σταυρώνοντας τα χέρι α της, ένω άπ' το ϋφος της φαινόταν πως εβραζε άπο θυμό. Ό άνδρας σήκωσε το κεφάλι του για να την δη πίσω απ' την έφημερίδα του. «Τί συμ6αίνει, Γκραίης;». «Αότο το παιδί, Τζώρτζ. Σήμερα αναγκάστηκα να δώ 19

σω πίσω το σκυλί. Ή Γκλόρια δήλωσε δη οίίτε να το 6λέ πη δζν μπορεί. Αυτο το παιδι θα με τρελλάνη». Ό Γουέστον &φησε Τιlν εφημερίδα του και μια λάμψη -ελπίδας διαγρ6:φηκε στο βλέμμα του. «Η Ι σως... ϊσως ν5:πρε πε να φέρουμε πίσω τον Ρόμπυ. ΜπορεΊ να γίνη, ξέρεις.. Θα συνεννοηθω μέ...». «'Όχι!» "ον διέκοψε πεισματάρικα ή γυναίκα του. «00τε ν' ακούσω γι' αυτό. ΝΕτσι εuκολα θα υποχωρήσουμε; το παιδί μου δεν θα ανατραφη απο ενα ρομπότ, εστω κι' αν χρειαστουν χρόνια να την κάνουμε να το ξεχάση». Ό Γουέστον πηρε πάλι τι)ν εφημερίδα του με άπογοη τευμένο υφος. «Αιυτη ή κατάσταση Θα με γεράση πριν την i)pa μου». «l:ξύτυχως που με 60ηθας πολύ, Τζώρτζ», ήταν ή ψυχρη aπάντηση. «Έκείνο που χρειάζεται ή Γκλόρια είναι ή άλ λαγη περιβάλλοντος. Και 6έ6αια δεν,μπορεί να ξεχάση τον Ρόμπυ εδω. τα πάντα της τον θυμίζουν, "Ας είύαι, αυη).είναι η πιο ανόητη κατάσταση που αντιμετώπισα ποτέ. E να παιδι να λυώνη απο τη στενοχώρια του επειδη XάiθηKε ενα ρομπότ». «Καλά, μη ξεφεύγης δμως άπο το θέμα. Τί αλλαγη περι -δάλλοντος έτοιμάζεις;». «Θα την πάρουμε στη Νέα Ύόρκη». «Στη Νέα Ύόρκη καλοκαιριάτικο; Δεν ξέρεις πως είναι ή Νέα 'Υόρκη τον Αύγουστο; Ι:::Τναι ανυπόφορη». «Γα έκατομμύρια που μένουν έκεί' Τιιν υποφέρουν». «Δεν εχουν σπίτια στην εξοχή, δπως εμείς. "Αν ε"ίχανε δε θαμεναν στη Νέα Ύόρκη». «'Όμως πρέπει να πάμε. Θα φύγουμε το συντομώτερο δυνατόν. Στην πόλη, ή Γκλόρια θα βρη τόσο ενδιαφέροντα πράγματα καί τόσους νέους φίλους ωστε θα ξεχάση επιτέ λους αυτη τη μηχανή».,«θεέ μου», γκρίνιαξε το ετερον ημισυ, «δσο σκέπτομαι,τα πεζοδρόμια της Νέας Ύόρκης. Καμίνια της Κόλασης!» «Πρέπει να πάμε!», ήταν ή ασυγκίνητη απάντηση. «Ή Γκλόρια έχασε δυο κιλα τον τελευταίο μηνα, και ή υγεία της κόρης μου είναι πιο σημαντικη άπ' την άνεσή σου». «ΚρΊμα που δεν σκέφτηκες την υγεία της κόρης σου δταv aπoφάσισες να διώξης τον Ρόμπυ της», μουρμούρισε ό Τζωρτζ χωρις να τον ακούση ή γυναίκα του. Ή Γκλόρια εδειξε μερικα σημεία 6ελτιώσεως δταν της ετπαν για το ταξίδι στην πόλη. Δεν μιλοσσε πολί) γι' αυτό, αλλ' σταν μιλοσσε, έδειχνε μια κάποια ζωηρη ανυπομονησία. Σ ιγα - σιγα αρχισε να γελάη πάλι κι' ή όρεξή της αρχισε -να επανέρχεται στα παλιά της επίπεδα. Ή κυρία Γouέστον ήταν γεμάτη χαρα και δεν εχανε ευ20

καφία νά θριαμ60λογη σίον ανδρα 'Της, ό όποιος άκ όμ α ετ χε τις αμφιβολίες του. «Βλf.ΠΕις, Τζώρτζ, με βοηθάει με. μεγάλη προθυμία να έτοιμάσω τα πράγματά μας, κι' ολη T11V ciιpa τιτιβίζει σαν ϊτουλcκι, λ ς και δ v εχει καμμια εννοια. Θυμάσαι τί σouλε γ α--α υτο που χρειάζεται είναι να της βρουμε νέα ενδlαφέ ροντα». «Χμ...», ηταν Τι σκεπτικη απάντηση, «ελπίζω VΑXης δίκιο». Οί προετοιμασίες τέλειωσαν γρήγορα. Είδοποίησαν να τους έτοιμάσουν το σπίτι τους στην πόλη και προσέλαβαν δύο οικονόμους για να προσέχουν το σπίτι της έξοχης κατα ϊο διάστημα της απουσίας τους. 'Όταν τελικα έφθασε Τι μέ ρα της αναχωρήσεως, Τι Γκλόρια είχε 6ρη ολότελα τον πα λιό της έαυτό, και ούτε καν ανέφερε το όνομα του Ρόμπυ. Σ ε πολυ μεγάλα κέφια Τι οικογένεια μπηκε σ' ενα γυρο ϊαξί-ό Γουέστον θα προτιμοίίσε να χρησιμοποιήση το δικό γίίρο, αλλα ήταν διθέσιο και δεν είχε χωρο 'Τ'ου Ιδιωτικο για αποσκευές-, έφθασε στο αεροδρόμιο και επl6ι6άστηκε στο μεγάλο τζέτ. «ΗΕλα, Γκλόρια», φώναξε Τι κυρία Γουέστον. «Σου φύλα ξα μια θέση κοντα στο παράθυρο για να μπορης να 6λέπης ϊο τοπίο». Ή Γκλόρια ετρεξε χαρούμενα στο διάδρομο, και κόλλη σε το μουτράκι της στο χοντρο καθαρο τζά μι του παραθύ ρου, και βάλθηκε να παρακολουθη η1 διαδικασία 'Της CrnG γείωσης με συνεχως αυξανόμενο ένδιαφέρον. 'Ήταν πολι) μ ι κρή για να νοιώση φόβο οταν το εδαφος χάθηκε απο κάτω, σαν νάχαν ανοίξει μια καταπακτή, και Οταν το 66:ρος της έγινε απότομα διπλάσια απ' το συνηθισμένο, αλλα δεν ηταν τόσο μικρη ωστ ε να δείξη ενδlαφέρον κι' απορία. 'Όταν πια ϊο έδαφος δεν ήταν παρα ενα σύμπλεγμα απο μlκροσκοπι κες λουρίδες, ξεκόλλησε απ' το τζάμι και στράφηκε στη μη 'ϊέρα της: «Θα φθάσουμε γρήγορα στ11ν πόλη, μαμά;» ρώτησε τρί oνtας την παγωμένη απ' το τζάμι μύτη της, ενω κύτταζε με ενδlαφέρον Τ11ν κηλίδα άπο ύδρατμούς, που ε Ίχε δημιουρ γήσει Τι ανάσα της στο τζάμι, να μικραίνη και να εξαφανί - ζεατ ι. «Σε μιση ωρα περίπου, χρυσό μου». Και συνέχισε, ενω ίχνη ανησυχίας άρχισαν να διαγράφωνται στο 6λέμμα της. -«Δεν ετσαι χαρούμενη που θα πάμε; Δεν θο:μαστε είιτυχισμέ νοι στην πόλη, με τα ψηλα κτίρια και τους πσλλους Cxνθρώ 'Πους; Και τόσα πράγματα να δουμε! Θα πηγ αίνου μ ε στο 8ιζι60ξ κάθε μέρα, θα παμε στα θέατρα, στο τσίρκο, στην 'Πλάζ, στό... «Ναί, μαμά», είπε ή Γκλόρια, χωρις εvθoυσιασμo σμωι;. 21

Το τζετ πέ ρναγ ε μέσα άπο μια σε ι ρα σύννεφα ε κε ίνη τιι στι γμη κι' ή Γκλόρια απορροφήθηκε γιο: λίγο στο ασυνήθιστο θέαμα. λαετά, μόλ ι ς βγηκαν πάλι στον καθαρο ουρανό, στρά φ ηκε στη μ ητέρα της, παίρνοντας το μυστηρ ιωδες ίjφoς τolι ανθρώπου, που ξέρει κάποι ο μυστ ικό : «Ξέρω γιατί πάμε στι1ν πόλη, μα μ ά!» «Ξέρεις;», ή κι;ρία Γουέστον απόρησε. «Γιατί, χρυσό μ ου ;». «Δεν μου τσπες, γιατ] ηθελες να μου κάνης εκπληξη, εγω δμως ξέρω». Γ ι α μια στιγμτi σώπασε και φάνηκε να άπολαμ 6άvη τιιν αμ ηχαν ία της μητέρας της, μετα γέλασε χαρού μενα: «παμε στη Νέα Ύόρκη για ν:::χ 6ρουμε το ν Ρόμπυ, ετσι;-με ντετέκτιβ». Ή δήλωση αυτη της Γκλόρια 6ρηκε τον Τζωρτζ Γ ουέ στον την ωρα που Επινε ενα ποτηρι νε ρό, και το αποτέλεσμα ήταν μαλλον δ υσάρεστ ο. πρωτα πιάστηκε ή αναπνοή του, λες κι' εκλεισε ό λαιμ ός του, μετα το νερο σκορπίστηκε, και τέλος ενας ασταμάτητος βήχας. 'Όταν του πέρασε τελ ικά, -παροuσιασε ίο ΟIΚίΡΟ θέ.αμα ένο<; αvθρώποu καιακκόκ\vοu, βρεγμένου και πολυ απελπ ισμένου. Ή κ υρ ία Γουέστον διατι'ιρησε την ψυχραι μία της, οταν δμως ή Γκλόρια επα νέλαβ ε Τιιν ερώτησή τη ς, κάπ ως ανήσυχη αυτη 111 φορά, ενοι ωσε τα νευρα της να σπάζ ουν. «Ηlσως», απάντησε ξερά. Tώρα κ άτ σ ε ησυχα, για ονο μα του 0εου». Ή Ν έα Ύόρκη του 1998 μ.χ. ήταν ενα ς πραγματικος παράδεισος γι α το ν επι σκέπ τη. Οί γονεις της Γκλόρι α το ήξεραν αυτο και θέλησαν να επωφεληθουν. Ό Τζωρτζ Γουέστον, άκολουθώντας τις ύπ οδε ί ξε ις της γυναίκας του, είχε κανονίσει τις δουλειές του ετσι ωστε να μην είναι απαραίτητη ή παρουσία του για ενα μηνα. ΝΕτσι θαταν ελεύθερ ος να βοηθήση την Γκλόρι α να «σωθη απ' την καταστρ οφή». Ό Γ ουέστον ή ταν ενας μεθοδικος ανθρωπος και κανόνιζε τις δουλε ι ές του βάσει προγράμματος. ΝΕτσι και τώρα ετχε προγρα μ ματί σε ι 111 διασκέδαση της Γκλόρια, και το πρόγραμμά του αυτο τηρήθηκε κατα γράμμα. την πηγε σ111ν κορ υφη του ρ ου ζ 6 ελ τ λλπίλντιγκ, πο& ήταν οκτακόσια μέτρα ψηλό, για να Ο:πολαύση το συναρ'!τα στικο π ανόραμ α της Ν έας Ύόρκης. Έπισκέφτηκαν το ζωο λογ ικο κηπο, δπου με δέος ή Γκλόρι α απήλαυσε το θέαμα ένος «άληθινου λιονταριου» (απογοητεύθηκε δμως δταν ετδε. πως οί φύ λακες το τάϊζαν με ωμα μπιφτέκια άντι με αvθρώ -πους, δπως περί μενε), και ζήτησε επ ί μ ον α να δη και μια: φάλαινα. Δεν παρέλειψαν τα δι άφορα μουσεία, τα πάρκα, τις πλαζ και το ενυδρείο. 22

πηγαν έκδρομη στον ποταμο XoUΝτσOν μ ενα παλαιϊκο cnμόπλοιο του 1 920. Ταξίδευαν στη στρατόσφαιρα με το Ειδικο «σκάφος έπιδείξεως» κι' είδαν τον OUρανο να γίνεται 6αθυκόκκινος, τ' αστέρια να βγαίνουν, και τη γη απο κάτω να φαίνετα ι σαν μια τεράστια ό μ ι χλώδης σουπιέρα. Μέσα σ' ενα γυάλινο 6αθύσκαφος κατέβηκαν στον 6ι.13Ο ϊ11ς θάλασσας στ' ανοιχτα του Λογκ 'Άϊλαντ, κι' απήλαυσαν το μαγευτικο έαμα του βυθου με τα παράξενα ζωσ. του. Άπ' την αλλη μεριά, ή κυρία Γουέστον πηρε Τιlν Γκλό ρια στα μεγάλα καταστήματα για ν' ανακαλύψη εκεί' ενα &λλο ετδος χώρας του παραμυθιου. Oταν πέρασε ό μήνας, ό κύριος και ή κυρία Γουέστον ήταν 6έ6αιοι, δτι εκαναν δ,τι περνοοσε απ' τ ο χέρι τους για να κάνουν Τ11ν Γκλόρια να ξεχάση τον Ρόμπυ, δεν ηταν δμως 6έβα ιοι για την έπιτυχία τους. Ή αλήθε ια ι1ταν δτι δπου κι' αν πηγε ή Γκλόρια, έδε ι ξε ίο μεγαλύτερο ενδιαφέρον γ ια τα ρομποτ που έτυχε να αν ναντήσουν. 'Όσο ένδιαφέρον και καινούργι ο να ήταν το θέα μα πού ε6λεπε, το παράταγε για να αφοσιωθη στα ρομπότ. Ή κυρία Γουέστον είδε πως ήταν αδύνατον να κρατήση ίην κόρη της μακρυα απ' δλα τα ρομπότ. ΤΟ πρδ:υμα εφτασε στο άπροχώρητο με το επεισόδιο στο ΜουσείΌ 'Εφηρμοσμένων 'Επιστημών. ΤΟ ΜουσεΊο είχε αναγ γείλει ενα είδικο πρόγραμμα για πα ιδιά, στο όποιο επρό κειτο να επιδει χθουν, με τρόπο που να γίνη αντι ληπτος άπο ϊταιδιά, δλα τα τελευταια επιτεύγματα της επιστήμης. Φυσι κά, οί γονεις της Γκλόρια θεώρησαν απαραίτητη την παρα κολούθηση του προγρά μματος αίιτου. 'Ενώ λοιπον οί Γουέστον τελείως απορροφημένοι παρα1<ολουθοίίσαν τις επιτεύξεις ενος Ισχυρώτατου ήλεκτρομα γνή-ι, ξαφνικα ανακάλυψαν δτι ή Γκλόρια δεν ήταν δίπλα,ου\, Στην αρχη αναστατώθηκαν, μετα δμως ηρέμησαν και J.1E Τ\ V 6011Θεια τριών υπαλλήλων αρχισαν να ψάχνουν με θοδικά το κτίριο. Ή Γκλόρια δζν ηταν απ' τα κορίτσια που τους αρέσει να τριγυρίζουν άσκοπα. Σ' αίιτο το σημείο είχε ακολουθήσει τις συμ60υλες της μητέρας της. Είχε δη μια μεγάλη επι γραφη στο τρίτο πάτωμα, που εγραφε: «Προς Όμ ιλοίίν Ρομ ϊτότ». ΤΟ διά6ασε και 6λέπovτας πως ΟΙ γονεί'ς της δεν ετxαv σκοπο να πάρουν Τ11ν κατεύθυνση ποϋδειχνε. το 6έλος κάτω απ' την επιγραφή, περίμενε νάρθη μια στιγμη που δεν πρό σεχαν οί γονεί'ς της, τους ξέφυγε με χίλι ες προφυλάξεις και πηρε 6ιαστικα Τ11ν κατεύθυνση της έπιγραφης. ΤΟ Όμ ιλουν Ρομποτ παρ' δλον δτι ηταν ενα κατόρθωμα ίεχνικης, ήταν τελείως άχρηστο, χρησ ι μ οποιούμενο μόνο 23