ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Σχετικά έγγραφα
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ... VII ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... XV ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ...1 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Η ποινικοποίηση της διαφθοράς στον ιδιωτικό τομέα: Το διεθνές νομικό πλαίσιο και το παράδειγμα της Ελλάδας

09. Ποινικό Δίκαιο & Ποινική Δικονομία

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ...

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Η ΟΠΤΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ

(2015) 1 PRO JUSTITIA

Στέφανος Παύλου, Καθηγητής Ποινικού ικαίου Γιώργος ημήτραινας, Λέκτορας Ποινικού ικαίου

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Ποινική προστασία της περιουσίας του ελληνικού δημοσίου από εξωτερικές προσβολές

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. MEΡOΣ A Εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ...17 Α. Ελληνικές...17 Β. Ξενόγλωσσες...19

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Πρόληψη και καταπολέµηση της εµπορίας ανθρώπων και προστασία των θυµάτων αυτής»

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ

Ηλίας Α. Στεφάνου Έλενα Α. Καπαρδή Δικηγόροι

ΕΘΝΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ: ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΑΤΑΞΗΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 4: Βασικές Αρχές της απονομής δικαιοσύνης σε ανηλίκους

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κατάλογος των νομικών βάσεων που προβλέπουν τη συνήθη νομοθετική διαδικασία στη Συνθήκη της Λισαβόνας 1

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 3: Ποινικό Δίκαιο των Ανηλίκων

Τελευταίως παρατηρείται έξαρση του φαινομένου επιθέσεων, βιαιοπραγιών και διενέργειας ελέγχων σε αλλοδαπούς μετανάστες, σε σχέση με τη νομιμότητα της

Το έργο διαρκούς επιμόρφωσης δικαστικών λειτουργών εντάσσεται στο Ε.Π. «Διοικητική Μεταρρύθμιση » του Υπουργείου Εσωτερικών και

φωνα με το δίκαιο του αλλοδαπού τόπου τέλεσής του, προκειμένου να εφαρμοστούν οι ελληνικοί ποινικοί νόμοι για τη δίωξη του συναφούς ξεπλύματος.

Καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης ***I

ΓΙΑΝΝΗΣ Ε. ΓΙΑΝΝΑΚΕΛΟΣ

Υπεύθυνη δήλωση σχετικά με τα κριτήρια αποκλεισμού και τα κριτήρια επιλογής

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Α) Η θεωρητική και νοµολογιακή προσέγγιση πριν από το Ν 2408/1996 (Υπεράσπιση 1992, 357)... 9

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 7: Ιδιαιτερότητες της ποινικής διαδικασίας ανηλίκων

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ 25ΗΣ ΣΕΙΡΑΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ. Δεύτερο Στάδιο

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΔΙΟ - ΣΥΝΟΛΟ ΔΙΩΡΩΝ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος. Συντομογραφίες..

ΓΡΑΦΕΙΟ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ(Γ.Δ.Ο.Ε.)-ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

16542/1/09 REV 1 ΛΜ/νικ 1 DG H 2B

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Μιλώντας για την καταπολέμηση της διαφθοράς στην Χώρα μας, νομίζω ότι είναι σωστό να κάνουμε δύο διαπιστώσεις:

Στυλιανός Παπαγεωργίου -Γονατάς,

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η θέση της πολιτικής αγωγής στην ποινική δίκη. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος

Γιώργος ηµήτραινας, Λέκτορας

Αθήνα 1Ο Απριλίου 2013 ΠΡΟΣ

ΝΟΜΙΚΕΣ ΒΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΗΘΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Νομική βάση Περιγραφή Διαδικαστικά στοιχεία 1

Οι συνθήκες του Μάαστριχτ και του Άμστερνταμ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

Δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Επιτροπή Νομικών Θεμάτων. Συντάκτης γνωμοδότησης (*): Tadeusz Zwiefka

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ Προλογικό σημείωμα...5. Ι. Αιτιολογική Έκθεση στο σχέδιο νόμου «Κύρωση του Ποινικού Κώδικα»...

ΙΙ. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΟΙ ΒΑΣΙΚΕΣ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

H ποινική ευθύνη του Διευθύνοντος Συμβούλου

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3920, 12/11/2004 Ο ΠΕΡΙ ΚΟΙΝΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΕΡΕΥΝΑΣ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο COM(2017) 606 final.

Περιεχόμενα ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΟΙ ΚΥΡΙΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ Α ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ. Πρώτο Κεφάλαιο

Θέματα Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης 24ος Διαγωνισμός Εξεταζόμενο μάθημα: Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2015/2110(INI)

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΞΕΝΟΦΟΒΙΑΣ» Άρθρο 1. Σκοπός

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

«Η Διαφθορά και η πάταξή της στην Κύπρο: Παρελθόν Παρόν Μέλλον» Ηλίας Α. Στεφάνου Δικηγόρος

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0297(COD) της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4592, (I)/2017 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

18(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΕ ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ (ΕΤΟΥΣ 1987)

Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ι

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ι. Η πρωτότυπη κτήση του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας... 1

15412/16 ΔΙ/ακι 1 DGD 1C

Ποινική ευθύνη στις σύγχρονες μορφές «ηλεκτρονικής λ ή απάτης» ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΥΛΗΣ

Δεύτερο Στάδιο - Σύνολο Διώρων

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Η συμβολή των whistleblowers στην οικονομική ακεραιότητα. Μαρία Στυλιανίδου, Δ.Ν. Μέλος Δ.Σ. της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

3 η Ενότητα Εγκλήματα διαφθοράς

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Συντομογραφίες...15 Ελληνικές...15 Ξενόγλωσσες...18

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Bρυξέλλες, 20 εκεµβρίου 2001 (11.01) (OR. en) 15525/01 DROIPEN 113 ENV 678 ΣΗΜΕΙΩΜΑ

καθώς επιλαμβάνεστε των καθηκόντων σας, θεωρώ αναγκαίο να θέσω υπόψη σας τα εξής:

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 1: Αυτονόμηση της αντιμετώπισης των ανηλίκων

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Προλογικό σημείωμα... Εισαγωγικές παρατηρήσεις... 1

ΑΔΑ: 4Ι0ΡΗ-ΓΞ ΚΟ Ι Ν Η Α Π Ο Φ Α Σ Η. Β. ΓΕΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ Διεύθυνση Είσπραξης Δημ. Εσόδων

Περιγραφή του ισχύοντος συστήµατος οριοθέτησης αρµοδιοτήτων µεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών µελών

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΟΔΗΓΙΕΣ

Ενώπιον του Α Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών

«Σύσταση αρχής καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από ε- από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας,

Ποινική ευθύνη Δικηγόρων για µη γνωστοποίηση παραβάσεων του «πόθεν έσχες» από υπόχρεα πρόσωπα. Πολυχρόνη Τσιρίδη, Δ.Ν. Δικηγόρου Πειραιώς

EL Eνωµένη στην πολυµορφία EL B8-0350/1. Τροπολογία

7 η Ενότητα. Ευθύνη και κυρώσεις νομικών προσώπων και επιχειρήσεων - Ποινική ευθύνη διοικητών

ΟΙ ΝΕΟΙ ΠΟΙΝΙΚΟΙ ΚΩΔΙΚΕΣ. 6-8 Σεπτεμβρίου 2019 ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΝΩΣΗΣ ΔΙΚΑΣΤΩΝ ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΟΙΜΙΟ... 1 Α ΜΕΡΟΣ. Θεωρητική θεμελίωση

Β ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ

δικαίου προς τις διατάξεις του καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου που κυρώθηκε με τον ν. 3003/2002 (ΦΕΚ Α 75)»

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 21 Μαΐου 2019 (OR. en)

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

Ο Ν. 3691/2008 για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποιήσεως εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδοτήσεως της τρομοκρατίας

Πρόλογος... ΙΧ Συντομογραφίες... ΧΧV Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ Ι. Περιεχόμενο του Δικαίου Καταστάσεως

9718/17 ΚΑΛ/μκρ/ΔΛ 1 DG D 2B

Δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις

Transcript:

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΓΕΛΙΚΗ Π. ΣΤΟΪΛΑ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΜΔΕ Ποινικών Επιστημών ΔΠΘ ΥΠΟΤΡΟΦΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ ΙΙ - ΔΠΘ Η ΑΞΙΟΠΟΙΝΗ «ΔΙΑΦΘΟΡΑ» Η διεθνής και ελληνική διάσταση και ειδικότερα ο σκληρός πυρήνας της στον ελληνικό Ποινικό Κώδικα Τριμελής Επιτροπή: Καθηγητής Στέφανος Παύλου (Επιβλέπων Καθηγητής), Καθηγητής Αριστοτέλης Χαραλαμπάκης, Αναπληρωτής Καθηγητής Γιάννης Μπέκας Κομοτηνή, Αύγουστος 2016 1

Η παρούσα έρευνα έχει συγχρηματοδοτηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο - ΕΚΤ) και από εθνικούς πόρους μέσω του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Εκπαίδευση και Δια Βίου Μάθηση» του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) - Ερευνητικό Χρηματοδούμενο Έργο: ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ ΙΙ. Επένδυση στην κοινωνία της γνώσης μέσω του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου. 2

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Α ΜΕΡΟΣ Ο ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΟΣ, ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟΣ ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΕΩΣ ΤΩΝ ΑΞΙΟΠΟΙΝΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ «ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ» Η ΠΛΟΥΡΑΛΙΣΤΙΚΗ ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ I. Εισαγωγικά σελ. 15 II. Το διεθνές νομικό πλαίσιο των προσπαθειών αντιμετωπίσεως της «διαφθοράς» σελ. 16 III. Οι προσπάθειες αντιμετωπίσεως της «διαφθοράς» στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ενώσεως - Καταγραφή του ενωσιακού θεσμικού πλαισίου σελ. 21 IV. Η -άκριτη και δουλική (;)- ενσωμάτωση του ως άνω διεθνούς και ευρωπαϊκού πλαισίου για την καταπολέμηση της «διαφθοράς» στην εθνική μας έννομη τάξη και επιγραμματική αναφορά των συναφών υιοθετήσεων στο ελληνικό Ποινικό Δίκαιο σελ. 30 V. Προσπάθεια εννοιολογικής προσεγγίσεως και ορισμοδοτήσεως της έννοιας της αξιόποινης «διαφθοράς» σελ. 37 VI. Πρώτα συμπεράσματα - Η θέση της παρούσης μελέτης σελ. 42 VII. Η σημερινή πραγματικότητα. Η παλινωδία των συνεχών τροποποιήσεων των σχετικών διατάξεων, ενδεικτική της προφανούς αμηχανίας του εθνικού νομοθέτη. Η πρότασή μας περί δημιουργίας αυτοτελούς Κεφαλαίου εγκλημάτων δωροδοκίας Σελ. 46 Β ΜΕΡΟΣ Η ΒΑΣΙΚΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΠΥΡΗΝΑ ΤΗΣ «ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ»: Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΘΥΤΗ I. Εισαγωγικές Παρατηρήσεις - Το δογματικό στίγμα σελ. 51 3

II. Ο «διεφθαρμένος» υπάλληλος: η θεσμική ιστορία της έννοιας του υπαλλήλου, ορολογικές διακρίσεις και νομολογιακή επισκόπηση σελ. 51 II.1 Η (παραδοσιακή) έννοια του υπαλλήλου κατ άρθρον 13 στοιχ. α ΠΚ σελ. 51 II.1.1. Ο υπάλληλος του άρθρου 13 στοιχ. α ΠΚ σελ. 51 ΙΙ.1.2. Συμβολή στην αντιμετώπιση του εριζόμενου ειδικότερου ζητήματος της υπαλληλικής ή μη ιδιότητας των δικαστικών λειτουργών - Η θέση της μελέτης σελ. 62 ΙΙ.2. Η διεύρυνση της έννοιας του υπαλλήλου κατ άρθρον 263Α ΠΚ και η περαιτέρω επέκτασή της βάσει Ευρωπαϊκών Συμβάσεων που έχει κυρώσει η Ελλάδα σελ. 66 ΙΙ.2.1. Εισαγωγικές και εννοιολογικές επισημάνσεις - Συμβολή στην αντιμετώπιση ειδικότερων ζητημάτων σελ. 66 ΙΙ.2.2. Η μετεξέλιξη της διευρυμένης έννοιας του υπαλλήλου βάσει του άρθρου 263Α ΠΚ ειδικότερα μετά την πρόσφατη εκ βάθρων αντικατάστασή του - Η αποδόμηση των συναφών (διάσπαρτων) ρυθμίσεων των Ειδικών Ποινικών Νόμων σελ. 70 ΙΙ.2.3. Αντί συμπεράσματος - Η (πλασματική) διεύρυνση της έννοιας του υπαλλήλου δυνάμει ευρωπαϊκών συμβάσεων και η (επί τω τέλει) ενσωμάτωσή των στις νέες παρ. 2 και 3 του άρθρου 263Α ΠΚ σελ. 82 ΙΙΙ. Η αξιολογική αστοχία της μετατοπίσεως του κανονιστικού άξονα του άρθρου 263Α ΠΚ από τον δράστη προς τον φορέα - Η διεύρυνση της δημόσιας περιουσίας δια του άρθρου 263Α ΠΚ στον Ν. 1608/1950: η ανατροπή της αξιολογικής σταθεράς σε κατασταλτικές και πραγματοπαγείς εκδοχές σελ. 87 Γ ΜΕΡΟΣ ΚΑΙ ΜΙΑ (ΜΕΤΑ)ΝΕΩΤΕΡΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ: Η ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ (ΑΡΘΡΟ 263Β ΠΚ) Ι. Η ρηξικέλευθη διάταξη του άρθρου 263Β ΠΚ - «Τα μέτρα επιείκειας για όσους συμβάλλουν στην αποκάλυψη πράξεων διαφθοράς» σελ. 89 Ι.1. Εισαγωγικές Παρατηρήσεις - Οι προϊσχύουσες ρυθμίσεις των άρθρων 236 παρ. 3 και 237 παρ. 4 ΠΚ περί οιονεί έμπρακτης μετάνοιας σελ. 89 Ι.2. Η νέα διάταξη του άρθρου 263Β ΠΚ - Μια πρώτη (επι)κριτική αποτίμηση σελ. 92 Ι.3. Ειδικότερα, οι νέες προβλέψεις σελ. 97 4

Ι.3.1.Τα μέτρα επιείκειας - η εξάλειψη του αξιοποίνου για τον δράστη των αξιοποίνων πράξεων των διατάξεων των άρθρων 236 παρ. 1, 2 και 3, 237 παρ. 2 και 3 και 237Β παρ. 1 ΠΚ (παρ. 1) σελ. 97 Ι.3.1.1. Η ρύθμιση του νόμου σελ. 97 Ι.3.1.2. Μια ακόμη (επι)κριτική αποτίμηση της νέας παρ. 1 του άρθρου 263Β ΠΚ σελ. 100 Ι.3.2. Τα μέτρα επιείκειας για τον ιδιώτη που συμβάλλει στην αποκάλυψη της συμμετοχής υπαλλήλου ή δικαστικού λειτουργού στις πράξεις των άρθρων 235 έως 261 ΠΚ και του άρθρου 390 ΠΚ (παρ. 2) σελ. 101 Ι.3.3. Τα μέτρα επιείκειας για τον υπάλληλο, υπαίτιο τελέσεως των πράξεων των άρθρων 235 έως 261 ΠΚ και του άρθρου 390 ΠΚ, που συμβάλλει στην αποκάλυψη της συμμετοχής στις πράξεις αυτές άλλων υπαλλήλων (παρ. 3) σελ. 105 Ι.3.4. Τα μέτρα επιείκειας για τον υπαίτιο τελέσεως των πράξεων των άρθρων 235 έως 261 ΠΚ και του άρθρου 390 ΠΚ ή πράξεων νομιμοποιήσεως εσόδων που προέρχονται άμεσα από αυτές τις εγκληματικές δραστηριότητες, ο οποίος εισσφέρει αποδεικτικά στοιχεία για τη συμμετοχή στις πράξεις αυτές ατόμων που διατελούν ή διετέλεσαν μέλη της Κυβερνήσεως ή Υφυπουργοί (παρ. 4 και 5) σελ. 107 Ι.3.5. Η προβολή του (αυτοτελούς) ισχυρισμού περί συνδρομής των προϋποθέσεων του άρθρου 263Β ΠΚ και ζητήματα αιτιολογίας σελ. 110 ΙΙ. Η δυνατότητα μετατάξεως του υπαλλήλου που καταγγέλλει την τέλεση κάποιου από τα εγκλήματα των άρθρων 235 έως 261 ΠΚ ως έκφραση προστασίας του (;) και η (αυξημένη) ειδική παρεκκλίνουσα προστασία μαρτύρων εγκλημάτων «διαφθοράς» - «μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος» (whistleblowers) σελ. 111 ΙΙΙ. Αντί συμπεράσματος - Μία διαγραμματική (κριτική) αποτίμηση των ανατροπών στις δογματικές και αξιολογικές σταθερές του σύγχρονου Ποινικού Δικαίου σελ. 114 Δ ΜΕΡΟΣ Ο ΒΑΣΙΚΟΣ ΑΞΟΝΑΣ ΤΗΣ ΑΞΙΟΠΟΙΝΗΣ «ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ» ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΚΩΔΙΚΑ. ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΒΑΣΙΚΩΝ ΝΟΜΟΤΥΠΙΚΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΕΜΦΑΝΙΣΕΩΣ ΤΟΥ STRICTO SENSU ΠΥΡΗΝΑ ΤΗΣ ΑΞΙΟΠΟΙΝΗΣ «ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ». Η ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗ ΕΝΟΣ «ΠΟΛΥΤΡΟΠΟΥ» ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ 5

Ι. Τα «πολυδαίδαλα και πολυσχιδή» εγκλήματα δωροδοκίας και η νέα τους νομοτεχνική όψη - Η πρότασή μας για θέσπιση αυτοτελούς Κεφαλαίου εγκλημάτων δωροδοκίας εν γένει στον Ποινικό Κώδικα Ι.1. Εισαγωγικά περί των τυποποιήσεων των εγκλημάτων δωροδοκίας σελ. 117 Ι.2. Η αξιόποινη πράξη της δωροληψίας υπαλλήλου κατ άρθρον 235 ΠΚ σελ. 119 Ι.2.1. Η διαχρονική διάσταση του άρθρου 235 ΠΚ σελ. 119 Ι.2.1.1. Οι ρυθμίσεις των νόμων σελ. 119 Ι.2.1.2. Τα πρώτα (θλιβερά) συμπεράσματα της παρούσης μελέτης σελ. 123 Ι.3. Η αναζήτηση και αποσαφήνιση της ουσίας της απαξίας της αξιόποινης πράξεως της δωροληψίας υπαλλήλου κατ άρθρον 235 ΠΚ, η οποία συνάδει και συμπροσδιορίζει την έννοια της «διαφθοράς» - Το προστατευόμενο έννομο αγαθό σελ. 125 Ι.4. Το λογικό προαπαιτούμενο της «διεφθαρμένης» σχέσεως: το αναγκαίο δίπολο δωρεολήπτη και δωρεοδότη. Η δωροληψία και η δωροδοκία υπαλλήλου ως εγκλήματα διμερούς φύσεως σελ. 129 Ι.5. Η ερμηνευτική προσέγγιση της νομοτυπικής μορφής της αξιόποινης πράξεως που τυποποιείται στο άρθρο 235 ΠΚ στη διαχρονική της διάσταση Η ταυτότητα του δράστη του εγκλήματος της δωροληψίας υπαλλήλου - Γενικές επισημάνσεις σελ. 131 Ι.6. Η δωροληψία υπαλλήλου κατ άρθρον 235 ΠΚ ως modus operandi του σκληρού πυρήνα της αξιόποινης «διαφθοράς» σελ. 134 Ι.6.1. Ειδικότερα, η απαίτηση - λήψη - αποδοχή υποσχέσεως αθέμιτων ωφελημάτων οποιασδήποτε φύσεως σελ. 135 Ι.6.2. Η (τριγωνική) έμμεση δωροληψία υπαλλήλου σελ. 136 Ι.6.3. Η εμφανής αμηχανία του εθνικού ποινικού νομοθέτη να προσδιορίσει εν τέλει το «do ut des» στην ανταλλακτική σχέση της «διαφθοράς» - Η έννοια των «οποιασδήποτε φύσεως αθέμιτων ωφελημάτων» σελ. 137 Ι.6.4. Ο πυρήνας της «διεφθαρμένης» και ποινικά κολάσιμης συμπεριφοράς: ο επανακαθορισμός της υποκρυπτόμενης σκοπιμότητας σελ. 142 Ι.6.5. Οι αξιόποινες πράξεις της δωροληψίας, δωροδοκίας υπαλλήλου και δωροδοκίας δικαστικών λειτουργών ως γνήσια πολύτροπα ή υπαλλακτικώς μεικτά εγκλήματα και οι εντεύθεν ουσιαστικές συνέπειες σελ. 150 Ι.6.6. Η εξέλιξη και γιγάντωση της δογματικής και κυρωτικής εκτροπής των εγκλημάτων δωροδοκίας υπό το πρόσχημα της «πατάξεως της μάστιγας της διαφθοράς» - Οι νέες επιβαρυντικές περιστάσεις σελ. 152 6

I.6.7. Το θεσμικό στίγμα της επεκτάσεως του μοντέλου της έννοιας της «διαφθοράς» σε σύγχρονα modus operandi σελ. 156 Ι.6.7.1. Η δωροδοκία για «καλλιέργεια κλίματος» (η πρόβλεψη και ο προσδιορισμός της τυποποιήσεως της νέας παρ. 3 του άρθρου 235 ΠΚ) σελ. 156 Ι.6.7.2. Η ρωγμή της διευρύνσεως των ορίων του αξιοποίνου - Η sui generis διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 235 ΠΚ και η τυποποίηση το πρώτον εγκλήματος τελεσθέντος εξ αμελείας στα εγκλήματα περί δωροδοκίας σελ. 159 Ι.7. Το γνωστικό περιεχόμενο του δόλου του «διεφθαρμένου» δωρεολήπτη σελ. 162 Ι.8. Η διαφαινόμενη κατασταλτική επιβάρυνση υπό τον μανδύα «της παθογένειας της διαφθοράς»: η απειλούμενη ποινική κύρωση της δωροληψίας υπαλλήλου κατ άρθρον 235 ΠΚ, ζητήματα διαχρονικού δικαίου και κριτικές επισημάνσεις σελ. 164 Ι.9. Μια επισκόπηση των μορφών εμφανίσεως της αξιόποινης πράξεως της δωροληψίας υπαλλήλου σελ. 173 Ι.9.1. Ζητήματα αξιόποινης απόπειρας σελ. 173 Ι.9.2. Ζητήματα συμμετοχής σελ. 175 Ι.9.3. Ζητήματα συρροής και (νομολογιακή) αντιμετώπισή των σελ. 175 ΙΙ. Η αξιόποινη πράξη της δωροδοκίας υπαλλήλου κατ άρθρον 236 ΠΚ - Το (αναγκαίο) δίπολο δωρεολήπτη και δωροδοκούντα σελ. 180 ΙΙ.1. Η διαχρονική διάσταση του άρθρου 236 ΠΚ σελ. 180 ΙΙ.2. Προστατευόμενο έννομο αγαθό της αξιόποινης πράξεως της δωροδοκίας υπαλλήλου κατ άρθρον 236 ΠΚ και σύνδεσή του με τον σκληρό πυρήνα της αξιόποινης «διαφθοράς» σελ. 184 ΙΙ.3. Η σύγχρονη τυποποίηση του modus operandi της δωροδοκίας υπαλλήλου και η κατασταλτική του κατάστρωση στο άρθρο 236 ΠΚ σελ. 186 ΙΙ.3.1. Το ενεργητικό υποκείμενο τελέσεως - Ο αναγκαίως συμπράττων υπαίτιος της αξιόποινης πράξεως της ομόλογης διατάξεως του άρθρου 235 ΠΚ περί δωροληψίας υπαλλήλου σελ. 186 ΙΙ.3.2. Οι επιμέρους τρόποι τελέσεως της δωροδοκίας υπαλλήλου κατ άρθρον 236 ΠΚ ως modus operandi του σκληρού πυρήνα της αξιόποινης «διαφθοράς»: η προσφορά, υπόσχεση ή παροχή άμεσα ή μέσω τρίτου οποιασδήποτε φύσεως αθέμιτων ωφελημάτων σελ. 187 ΙΙ.3.3. Η έννοια των «αθέμιτων ωφελημάτων οποιασδήποτε φύσεως» στη διάταξη του άρθρου 236 ΠΚ σελ. 190 7

ΙΙ.3.4. Η υποκρυπτόμενη σκοπιμότητα - Ο πυρήνας της αξιόποινης «διεφθαρμένης» ποινικά κολάσιμης συμπεριφοράς του δωροδοκούντος υπάλληλο. Οι εντεύθεν διαφορές της διατυπώσεως σε σχέση με τις προϊσχύουσες ρυθμίσεις αλλά και με την ομόλογη διάταξη του άρθρου 235 ΠΚ περί δωροληψίας υπαλλήλου σελ. 191 ΙΙ.3.5. Η sui generis νεότευκτη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 236 ΠΚ και η τιμώρηση των διευθυντών επιχειρήσεων κ.λπ. για την εξ αμελείας μη αποτροπή τελέσεως δωροδοκίας υπαλλήλου σελ. 195 ΙΙ.4. Η κάμψη της λειτουργίας της αρχής τής ενεργητικής υπηκοότητας που καθιερώνει το παραδοσιακό άρθρο 6 ΠΚ - Η διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής της αρχής της παγκόσμιας δικαιοσύνης κατ άρθρον 8 ΠΚ στα Υπηρεσιακά Εγκλήματα σελ. 197 ΙΙ.5. Το γνωστικό περιεχόμενο του δόλου του δωροδοκούντος τον «διεφθαρμένο» υπάλληλο σελ. 201 ΙΙ.6. Η απειλούμενη ποινική κύρωση της αξιόποινης πράξεως της δωροδοκίας υπαλλήλου κατ άρθρον 236 ΠΚ, ζητήματα διαχρονικού δικαίου και κριτικές επισημάνσεις σελ. 203 ΙΙ.7. Μια επισκόπηση των μορφών εμφανίσεως της αξιόποινης πράξεως της δωροδοκίας υπαλλήλου σελ. 209 ΙΙ.7.1. Ζητήματα αξιόποινης απόπειρας σελ. 209 ΙΙ.7.2. Ζητήματα συρροής σελ. 210 ΙΙΙ. Το δογματικό στίγμα της αξιόποινης δωροληψίας και δωροδοκίας δικαστικών λειτουργών κατ άρθρον 237 ΠΚ, ως σκληρός πυρήνας της αξιόποινης «διαφθοράς». Η θεσμική ιστορία της διατάξεως - Συμβολή στην αντιμετώπιση ειδικότερων ζητημάτων διαχρονικού δικαίου σελ. 213 ΙΙΙ.1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις σελ. 213 ΙΙΙ.2. Η καταγραφή της διαχρονικής διαστάσεως του άρθρου 237 ΠΚ περί δωροδοκίας δικαστή σελ. 214 ΙΙΙ.3. Το προστατευόμενο, υπερατομικό, έννομο αγαθό της αξιόποινης πράξεως της δωροληψίας και δωροδοκίας δικαστικών λειτουργών και σύνδεσή του με τον stricto sensu πυρήνα της αξιόποινης «διαφθοράς» - Μία de lege ferenda πρόταση σελ. 219 ΙΙΙ.4. Η επαναοριοθέτηση των (παραδοσιακών και νέων) αντικειμενικών υποστάσεων που τυποποιούνται στο άρθρο 237 ΠΚ περί δωροληψίας και δωροδοκίας δικαστικών λειτουργών σελ. 223 8

ΙΙΙ.4.1. Η ταυτότητα του δράστη κατά την παρ. 1 του άρθρου 237 ΠΚ: ειδικότερα, η έννοια του «καλουμένου, κατά τον νόμο, να ασκήσει δικαστικά καθήκοντα» σελ. 223 ΙΙΙ.4.1.1. Η ratio της ρητής προβλέψεως και του διαιτητή ως ενεργητικό υποκείμενο τελέσεως της δωροληψίας και δωροδοκίας δικαστικών λειτουργών σελ. 226 ΙΙΙ.4.1.2. Παρέκβαση: Η εριζόμενη περίπτωση του μουφτή και του ραββίνου ως ενεργητικά υποκείμενα τελέσεως δωροληψίας κατ άρθρον 237 παρ. 1 ΠΚ σελ. 227 ΙΙΙ.4.2. Η δωροληψία και δωροδοκία δικαστικών λειτουργών κατ άρθρον 237 παρ. 1 και 2 ΠΚ ως modus operandi του σκληρού πυρήνα της αξιόποινης «διαφθοράς» - Η νέα διατύπωση των αντικειμενικών υποστάσεων σελ. 228 ΙΙΙ.4.2.1. Η απαίτηση - λήψη - αποδοχή υποσχέσεως, άμεσα ή μέσω τρίτου, οποιασδήποτε φύσεως αθέμιτων ωφελημάτων για τον ίδιο ή τρίτο (παρ. 1) σελ. 228 ΙΙΙ.4.2.2. Η υπόσχεση - παροχή, άμεσα ή μέσω τρίτου, αθέμιτων ωφελημάτων οποιασδήποτε φύσεως στον καλούμενο να εκτελέσει δικαστικά καθήκοντα ή διαιτητή, προς όφελός τους ή προς όφελος τρίτου προσώπου (παρ. 2) σελ. 230 ΙΙΙ.4.2.3. Η «αμφοτεροβαρής» και «διεφθαρμένη» σχέση δωρεολήπτη και δωρεοδότη κατά το άρθρο 237 ΠΚ σελ. 233 ΙΙΙ.4.2.4. Η υποκρυπτόμενη σκοπιμότητα - Ο πυρήνας της αξιόποινης «διεφθαρμένης» και ποινικά κολάσιμης συμπεριφοράς του δωρεολήπτη και δωροδεοδότη δικαστικών λειτουργών: η νέα (διευρυμένη και ακριβέστερη) διατύπωση σελ. 234 ΙΙΙ.4.2.5. Η sui generis διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 237 ΠΚ και η τιμώρηση των διευθυντών επιχειρήσεων κ.λπ. για την εξ αμελείας μη αποτροπή τελέσεως δωροληψίας δικαστικού λειτουργού σελ. 238 ΙΙΙ.5. Το γνωστικό περιεχόμενο του δόλου του υπαιτίου των εγκλημάτων δωροληψίας και δωροδοκίας δικαστικών λειτουργών σελ. 239 ΙΙΙ.6. Η διαχρονικά απειλούμενη ποινική κύρωση της δωροληψίας και δωροδοκίας δικαστικών λειτουργών κατ άρθρον 237 ΠΚ: η άρση μιας προϋπάρχουσας αξιολογικής αντινομίας σελ. 241 ΙΙΙ.7. Μια επισκόπηση των μορφών εμφανίσεως της αξιόποινης πράξεως της δωροληψίας και δωροδοκίας δικαστικών λειτουργών σελ. 249 ΙΙΙ.7.1. Ουσιαστική και τυπική αποπεράτωση του εγκλήματος της δωροληψίας και δωροδοκίας δικαστικών λειτουργών - Ζητήματα αξιόποινης απόπειρας σελ. 249 ΙΙΙ.7.2. Ζητήματα συμμετοχής σελ. 250 ΙΙΙ.7.3. Ζητήματα συρροής σελ. 252 9

IV. Η νέα κατασταλτική τυποποίηση του άρθρου 237Α ΠΚ (trading in influence): η τυπολογική της συσχέτιση με τις κοινές διατάξεις περί δωροδοκίας - Η οριοθέτησή της ως μορφή εκφάνσεως του σκληρού πυρήνα της αξιόποινης «παρασκηνιακής διαφθοράς» σελ. 254 IV.1. Εισαγωγικές Παρατηρήσεις - Η ratio της αυτοτελούς τυποποιήσεως - Αντικείμενο προστασίας σελ. 254 IV.2. Ειδικότερα, η κυρωτική περιγραφή των νέων αντικειμενικών υποστάσεων που τυποποιούνται στο άρθρο 237Α ΠΚ περί εμπορίας επιρροής - Συγγένειες και διαφορές με τις (παραδοσιακές) κοινές περί δωροδοκίας διατάξεις του Ποινικού Κώδικα σελ. 257 IV.3. Η απειλούμενη ποινική κύρωση της εμπορίας επιρροής (trading in influence) κατ άρθρον 237Α ΠΚ σελ. 262 IV.4. Ζητήματα συρροής σελ. 263 V. Παρέκβαση: Η υπέρμετρη επέκταση της έννοιας της «διαφθοράς» και στον ιδιωτικό τομέα (Το νέο άρθρο 237Β ΠΚ). Δογματική χασμωδία (;) σελ. 264 V.1. Η εμπέδωση της κατασταλτικής υπερβολής και η συνειδητή δογματική διαστροφή της έννοιας της αξιόποινης «διαφθοράς». Εισαγωγικές Παρατηρήσεις σελ. 264 V.2. Η ενσωμάτωση διατάξεως περί δωροδοκίας στον ιδιωτικό τομέα στο σώμα του Ποινικού Κώδικα - Κριτικές επισημάνσεις - De lege ferenda προτάσεις συσταλτικές του αξιοποίνου σελ. 268 Ε ΜΕΡΟΣ ΟΙ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΑΞΙΟΠΟΙΝΕΣ ΕΚΔΟΧΕΣ ΤΟΥ STICTO SENSU ΠΥΡΗΝΑ ΤΗΣ «ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ» Ι. Προλεγόμενα σελ. 275 ΙΙ. Η αξιόποινη πράξη της ψευδούς βεβαιώσεως, νοθεύσεως κ.λπ. κατ άρθρον 242 ΠΚ και η συσχέτισή της με τα φαινόμενα της «διαφθοράς» σελ. 276 ΙΙ.1. Η επανατοποθέτηση του προστατευομένου εννόμου αγαθού σελ. 276 ΙΙ.2. Η ταυτότητα του δράστη στις κατ ιδίαν μορφές εμφανίσεως της αξιόποινης πράξεως του άρθρου 242 ΠΚ σελ. 278 10

ΙΙ.3. Το υλικό αντικείμενο των κρισίμων νομοτυπικών συμπεριφορών σελ. 285 ΙΙ.4. Η κατάστρωση των κατ ιδίαν νομοτυπικών μορφών της ψευδούς βεβαιώσεως, νοθεύσεως κ.λπ. σελ. 288 ΙΙ.4.1. Η αξιόποινη συμπεριφορά της ψευδούς βεβαιώσεως της παρ. 1 σελ. 288 ΙΙ.4.2. Η αξιόποινη συμπεριφορά της νοθεύσεως, καταστροφής, βλάβης και υπεξαγωγής εγγράφου της παρ. 2 σελ. 292 ΙΙ.4.3. Η αξιόποινη συμπεριφορά της κακουργηματικής ψευδούς βεβαιώσεως, νοθεύσεως κ.λπ. της παρ. 3 - Ζητήματα διαχρονικού δικαίου σελ. 294 ΙΙ.4.4. Η αξιόποινη συμπεριφορά της χρήσεως του πλαστού ή νοθευθέντος ή υπεξαχθέντος εγγράφου της παρ. 4 σελ. 297 ΙΙ.5. Το γνωστικό περιεχόμενο του δόλου του υπαιτίου των κατ ιδίαν μορφών εμφανίσεως της αξιόποινης πράξεως του άρθρου 242 ΠΚ σελ. 298 ΙΙ.6. Η απειλούμενη ποινική κύρωση σελ. 300 ΙΙ.7. Ζητήματα συμμετοχής σελ. 302 ΙΙ.8. Ζητήματα συρροής σελ. 304 ΙΙΙ. Η εκ των ένδον κατάχρηση της εξουσίας του «διεφθαρμένου» υπαλλήλου: Τα «διαχειριστικά» εγκλήματα της απιστίας σχετικής με την υπηρεσία και της υπεξαιρέσεως στην υπηρεσία ΙΙΙ.1. Ειδικότερα, η αξιόποινη πράξη της απιστίας σχετικής με την υπηρεσία κατ άρθρον 256 ΠΚ: η συσχέτισή της με τον σκληρό πυρήνα της αξιόποινης «διαφθοράς» σελ. 309 ΙΙΙ.1.1. Η οριοθέτηση του προστατευομένου εννόμου αγαθού της απιστίας σχετικής με την υπηρεσία ως μέσο καταστολής ενάντια στα φαινόμενα «διαφθοράς» σελ. 309 ΙΙΙ.1.2. Η ταυτότητα του «διεφθαρμένου» δράστη, ιδίως στη νομολογία σελ. 311 ΙΙΙ.1.3. Ο πυρήνας του εγκληματικού αδίκου - Τα στοιχεία της «διεφθαρμένης» συμπεριφοράς του (καταχρωμένου των εξουσιών του) υπαλλήλου σελ. 317 ΙΙΙ.1.4. Η καταγραφή των διακεκριμένων μορφών απιστίας - Οι νομοτεχνικές επιλογές κατά την κατάστρωσή των σελ. 325 11

ΙΙΙ.1.4.1. Η ιδιαίτερα μεγάλης αξίας ελάττωση της περιουσίας (στοιχ. β ) σελ. 325 ΙΙΙ.1.4.2. Οι επιβαρυντικές περιστάσεις του στοιχ. γ του άρθρου 256 ΠΚ σελ. 326 ΙΙΙ.1.5. Το γνωστικό περιεχόμενο του δόλου τού, «διεφθαρμένου» και «άπιστου» εν σχέση προς την υπηρεσία του, υπαλλήλου σελ. 328 ΙΙΙ.1.6. Η απειλούμενη ποινική κύρωση σελ. 329 ΙΙΙ.1.7. Ζητήματα συρροής σελ. 331 ΙΙΙ.2. Η αξιόποινη πράξη της υπεξαιρέσεως στην υπηρεσία κατ άρθρον 258 ΠΚ. Η προστασία της δημόσιας περιουσίας και του δημοσιονομικού συστήματος εν γένει από «έσωθεν» προσβολές, ως ασπίδα κατά της «διαφθοράς» σελ. 334 ΙΙΙ.2.1. Το (υπερ)ατομικό έννομο αγαθό της ιδιοκτησίας και η ανάγκη της διακρίνουσας προστασίας της στα πλαίσια της αντιμετωπίσεως των φαινομένων «διαφθοράς» σελ. 334 ΙΙΙ.2.2. Η ταυτότητα του «διεφθαρμένου» υπεξαιρέτη και η νομολογιακή του οριοθέτηση σελ. 338 ΙΙΙ.2.3. Η οριοθέτηση του υλικού αντικειμένου της πράξεως της υπεξαιρέσεως στην υπηρεσία σελ. 343 ΙΙΙ.2.4. Ο πυρήνας της «διεφθαρμένης» εγκληματικής συμπεριφοράς - Συμβολή στην εννοιολογική προσέγγιση των σχετικών εννοιών σελ. 345 ΙΙΙ.2.5. Η καταγραφή των διακεκριμένων μορφών υπεξαιρέσεως στην υπηρεσία - Οι νομοτεχνικές επιλογές κατά την κατάστρωσή των σελ. 349 ΙΙΙ.2.5.1. Η ιδιαίτερα μεγάλη αξία του αντικειμένου της πράξεως (στοιχ. β ) σελ. 349 ΙΙΙ.2.5.2. Οι επιβαρυντικές περιστάσεις του στοιχ. γ του άρθρου 258 ΠΚ και ζητήματα διαχρονικού δικαίου σελ. 350 ΙΙΙ.2.6. Το γνωστικό περιεχόμενο του δόλου του υπαιτίου υπεξαιρέσεως στην υπηρεσία σελ. 356 ΙΙΙ.2.7. Η απειλούμενη ποινική κύρωση σελ. 357 ΙΙΙ.2.8. Ζητήματα συμμετοχής σελ. 359 ΙΙΙ.2.9. Ζητήματα συρροής σελ. 360 ΙΙΙ.2.10. Και ένα συναφές ζήτημα διαχρονικού δικαίου: η θεσμική ιστορία και η οριοθέτηση της εφαρμογής της έμπρακτης μετάνοιας στη διάταξη του άρθρου 258 ΠΚ σελ. 364 12

ΙV. Ο επικουρικός και παρακολουθηματικός χαρακτήρας της διατάξεως της παραβάσεως καθήκοντος κατ άρθρον 259 ΠΚ σε σχέση με τις λοιπές μορφές εμφανίσεως του κατ εξοχήν σκληρού πυρήνα της αξιόποινης «διαφθοράς» σελ.366 ΙV.1. Εισαγωγικές Παρατηρήσεις σελ. 366 ΙV.2. Η οριοθέτηση του προστατευομένου εννόμου αγαθού σελ. 367 ΙV.3. Το ενεργητικό υποκείμενο τελέσεως και νομολογιακή του προσέγγιση σελ. 370 ΙV.4. Η αξιόποινη εγκληματική συμπεριφορά: ορολογικές διακρίσεις και αστοχίες - Η οριοθέτηση από το πειθαρχικό άδικο σελ. 375 ΙV.5. Το γνωστικό περιεχόμενο του δόλου του παραβαίνοντος τα καθήκοντά του σελ. 381 ΙV.6. Η απειλούμενη ποινική κύρωση σελ. 386 ΙV.7. Η λειτουργία τής μοναδικά απαντώμενης στον Ποινικό Κώδικα ρήτρας απόλυτης επικουρικότητας - Ζητήματα Συρροής σελ. 387 V. Και η αναπόφευκτη, σήμερα, παρακολουθηματική συμπεριφορά: η νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες. Η αξιολογική και νομοτεχνική αστοχία της εντάξεως των πράξεων δωροδοκίας στον κατάλογο των βασικών αδικημάτων του Ν. 3691/2008 για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες σελ. 391 ΣΤ ΜΕΡΟΣ ΤΟ ΙΔΙΑΙΤΕΡΩΣ ΕΠΑΧΘΕΣ (ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟ) ΚΥΡΩΤΙΚΟ ΟΠΛΟΣΤΑΣΙΟ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΑΞΙΟΠΟΙΝΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΠΟΥ ΣΥΝΙΣΤΟΥΝ ΤΟΝ ΣΚΛΗΡΟ ΠΥΡΗΝΑ ΤΩΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΩΝ «ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ» Ι. Η απειλούμενη δήμευση σελ. 395 Ι.1. Εισαγωγικές Παρατηρήσεις - Η θεαματική επέκταση της παρεπόμενης ποινής της δημεύσεως δυνάμει του άρθρου 238 ΠΚ στα εγκλήματα «διαφθοράς» σελ. 395 Ι.2. Το ευρύτερο δογματικό στίγμα της παρεπόμενης ποινής της δημεύσεως - Η ισχύουσα ρύθμιση και η νομοτεχνική φυσιογνωμία της σελ. 397 Ι.3. Τα υποκείμενα σε δήμευση και οι προϋποθέσεις επιβολής της σελ. 399 13

Ι.4. Αντί συμπεράσματος σελ. 403 ΙΙ. Η παρεπόμενη ποινή της αποστερήσεως των πολιτικών δικαιωμάτων δυνάμει του άρθρου 263 ΠΚ σελ. 406 ΙΙ.1. Εισαγωγικές Παρατηρήσεις σελ. 406 ΙΙ.2. Οι παρεπόμενες ποινές του άρθρου 263 ΠΚ και οι εντεύθεν διαφορές με την προϊσχύουσα διάταξη σελ. 407 ΙΙΙ. Η συσχέτιση με τον δρακόντειο και αναχρονιστικό Ν. 1608/1950 ΙΙΙ.1. Ο Ν. 1608/1950 περί καταχραστών του Δημοσίου και η διαπλοκή του με τα εγκλήματα που συνιστούν τον σκληρό πυρήνα του modus operandi των εγκλημάτων «διαφθοράς» - Αξιολογικές αστοχίες σελ. 413 ΙΙΙ.2. Ειδικότερα, η αξιόποινη πράξη της απιστίας σχετικής με την υπηρεσία στον Ν. 1608/1950 περί καταχραστών του Δημοσίου σελ. 419 Ζ ΜΕΡΟΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΠΙΜΕΤΡΟ Ι. Η εξαιρετική καθ ύλην και κατά τόπον αρμοδιότητα του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, όταν δράστης είναι δικαστικός λειτουργός σελ. 422 ΙΙ. Ειδικές (παρα)δικονομικές ρυθμίσεις σελ. 423 ΙΙ.1. Η (αναγκαία;) θεσμοθέτηση του Εισαγγελέα και Ανακριτή Εγκλημάτων Διαφθοράς με τον Ν. 4022/2011 σελ. 423 ΙΙ.2. Οι ειδικές ανακριτικές πράξεις του άρθρου 253Β ΚΠΔ και η (αυξημένη) ειδική παρεκκλίνουσα προστασία μαρτύρων εγκλημάτων «διαφθοράς» - «μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος» (whistleblowers) σελ. 426 Παράρτημα σελ. 431 Βιβλιογραφία - Αρθρογραφία σελ. 443 14

Α ΜΕΡΟΣ Ο ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΟΣ, ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟΣ ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΕΩΣ ΤΩΝ ΑΞΙΟΠΟΙΝΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ «ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ» Η ΠΛΟΥΡΑΛΙΣΤΙΚΗ ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ I. Εισαγωγικά Η πανσπερμία από νομικά διεθνή κείμενα που κάνουν λόγο για ποινική καταστολή πράξεων «διαφθοράς» τόσο σε διεθνές όσο και στο εσωτερικό δίκαιο των κρατώνμελών είναι πλέον μία πανθομολογούμενη πραγματικότητα. Σειρά Συμβάσεων, Συστάσεων και άλλων νομικών κειμένων επιστρατεύθηκαν κατά την τελευταία εικοσαετία από όλους τους διεθνείς οργανισμούς, όπως ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, η Ευρωπαϊκή Ένωση, ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και το Συμβούλιο της Ευρώπης, προκειμένου να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τη σύγχρονη «μάστιγα της διαφθοράς», όπως διαλαμβάνουν εν είδει προγραμματικών δηλώσεων στα σχετικά Προοίμιά τους. Η προσέγγιση του φαινομένου της «διαφθοράς» καταδεικνύει ότι συνδέεται στενά με το οικονομικό έγκλημα. Η επιδίωξη για μεγιστοποίηση του οικονομικού πλούτου με αθέμιτα μέσα χρησιμοποιεί συχνά και τη δωροδοκία δημοσίων λειτουργών ως μέσο για την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου και ειδικά το τελευταίο αυτό δεδομένο τροφοδοτεί δυναμικά την εμφάνιση των φαινομένων «διαφθοράς». Το φαινόμενο έχει λάβει αναπόδραστα διεθνείς διαστάσεις, ενόψει και της παγκοσμιοποιήσεως της οικονομίας και της διακρατικής δράσεως του οργανωμένου εγκλήματος. Η σύγχρονη δικαιϊκή εξέλιξη στο πεδίο της αντιμετωπίσεως της «διαφθοράς» αναμφισβήτητα συνιστά απότοκο της διεθνοποιήσεως των σχετικών δράσεων κατά του φαινομένου. Και η ορθή σύλληψη των ειδικότερων μορφών εμφανίσεως της «διαφθοράς» είναι αδύνατη χωρίς την αναγωγή σε μηχανισμούς διεθνούς συνεργασίας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, ως υπερκρατικός οργανισμός που κατά το μάλλον ή ήττον κατευθύνει δεσμευτικά τις δράσεις των κρατών μελών της για προώθηση συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών, ενδιαφέρεται να συντονίζει τις επιλογές της με αυτές των λοιπών διεθνών σχηματισμών στους οποίους μετέχουν τα μέλη της, αφού 15

από τους τελευταίους επηρεάζεται και η έννομη τάξη τους 1. II. Το διεθνές νομικό πλαίσιο των προσπαθειών αντιμετωπίσεως της «διαφθοράς» Τα διεθνή κείμενα 2, πάντως, δεν είναι μεμονωμένα, αλλά συνιστούν μέρος μιας διεθνούς κινητοποιήσεως κατά της «διαφθοράς», η οποία έχει τις απαρχές της στην περίοδο μετά τον ψυχρό πόλεμο και έκτοτε κλιμακώνεται διαρκώς 3. Σε μια συνοπτική θεώρηση του διεθνούς νομικού πλαισίου για την αντιμετώπιση της «διαφθοράς», το πρώτο βήμα που αποτέλεσε και τον κεντρικό πυλώνα έγινε με τη Σύμβαση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για την Καταπολέμηση της Δωροδοκίας αλλοδαπών δημόσιων λειτουργών στις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές (Convention Combating on Bribery) 4, που υιοθετήθηκε στις 17.12.1997 και τέθηκε σε ισχύ στις 15.02.1999 και η οποία εξέφρασε την προσπάθεια για καταπολέμηση μιας επιμέρους εκφάνσεως της «διαφθοράς» από κυβερνήσεις που ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος του παγκοσμίου εμπορίου, της διακινήσεως αγαθών και των 1 Βλ. αναλυτικά Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι, Ποινική καταστολή της διαφθοράς στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα: το νομοθετικό πλαίσιο της Ε.Ε. στην ευρύτερη διεθνή σκηνή και το εθνικό μας δίκαιο, ΠοινΧρ 2010, 3 επ. (= in: Σύγχρονες εξελίξεις του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Ποινικού Δικαίου, 2010, σελ. 139 επ.) και την ίδια, σε: Οικονομικό έγκλημα & Διαφθορά στο Δημόσιο Τομέα. Τόμος 1. Αξιολόγηση του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου, 2014, σελ. 695 επ. 2 Βλ. καταγραφή διεθνούς νομικού πλαισίου και από Α. Γιωτοπούλου-Μαραγκοπούλου, Διαφθορά: Ένα διμερές έγκλημα που έχει σαν θεμέλιο την αρχή ότι ο πλουτισμός είναι η πρώτη αξία, σε: Ίδρυμα Μαραγκοπούλου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Η Διαφθορά & η καταπολέμησή της, (διεύθ. έκδ. Ηρ. Σαγκουνίδου-Δασκαλάκη), 2013, σελ. 3 επ., ιδίως σελ. 4 in fine, 5 και Α. Μπρεδήμα, Διεθνείς ρυθμίσεις για την καταπολέμηση της διαφθοράς, σε: Ίδρυμα Μαραγκοπούλου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Η Διαφθορά & η καταπολέμησή της, ό.π., σελ. 11 επ. 3 Βλ. αναλυτικά Ι. Ανδρουλάκη, Το παγκόσμιο νομικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση της διαφθοράς, in: Η ποινική διαχείριση της δωροδοκίας. Δυνατότητες και όρια, 6ο Συνέδριο Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων, 2013, σελ. 91 επ., Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι, Ποινική καταστολή της διαφθοράς στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, ό.π., ΠοινΧρ 2010, 3 επ. (= in: Σύγχρονες εξελίξεις του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Ποινικού Δικαίου, ό.π., σελ. 139 επ.). 4 Βλ. αναλυτικά για τη Σύμβαση του ΟΟΣΑ Χ. Δημόπουλο, Η διαφθορά, 2005, σελ. 45 επ., Δ. Σπινέλλη, Η διεθνής αντιμετώπιση της δωροδοκίας από το Ποινικό Δίκαιο, σε: Προσφορά Τιμής στην Άν. Ψαρούδα-Μπενάκη, 2008, σελ. 1149 επ., ιδίως σελ. 1153 επ. 16

επενδύσεων 5. Η Σύμβαση του ΟΟΣΑ, που αποτέλεσε ουσιαστικά ορόσημο της υπό συζήτηση εκστρατείας, έχει περιορισμένο αντικείμενο αναφοράς και αναφέρεται στη χρήση του ποινικού δικαίου για την καταπολέμηση της ενεργητικής και μόνο δωροδοκίας αλλοδαπών αποκλειστικά δημοσίων λειτουργών ανά τον κόσμο, δίδοντας έναν δικό της ευρύ ορισμό. Κατά συνέπεια, δεν καλύπτει τη δωροδοκία που έχει καθαρά εθνικά χαρακτηριστικά, ούτε πράξεις παθητικής δωροδοκίας, ακόμη και αν τελούνται από αλλοδαπούς δημοσίους λειτουργούς, αλλά ούτε και τέτοιες που γίνονται χωρίς συσχετισμό με διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές 6. Σκοπός της δεν ήταν να επιβάλει στα κράτη-μέλη την προστασία τής αλλοδαπής δημόσιας υπηρεσίας, αλλά να θωρακίσει επαρκώς τον διεθνή επιχειρηματικό ανταγωνισμό. Η αμέσως επόμενη χρονικά διεθνής προσπάθεια για την καταπολέμηση της «διαφθοράς» προήλθε από το Συμβούλιο της Ευρώπης με τη Σύμβαση Ποινικού Δικαίου του Συμβουλίου της Ευρώπης περί Διαφθοράς (Criminal Law Convention on Corruption) που υιοθετήθηκε στις 27.01.1999 και τέθηκε σε ισχύ στις 01.07.2002. Σύμφωνα δε με το Προίμιο της εν λόγω Συμβάσεως, η διαφθορά συνιστά απειλή για το κράτος δικαίου, τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα, υπονομεύει τη χρηστή διοίκηση, τη δίκαιη μεταχείριση και την κοινωνική δικαιοσύνη, στρεβλώνει τον ανταγωνισμό, παρεμποδίζει την οικονομική ανάπτυξη και θέτει σε κίνδυνο τη σταθερότητα των δημοκρατικών θεσμών και των ηθικών θεμελίων της κοινωνίας. Οι ρυθμίσεις της έχουν πολύ πιο διευρυμένο αντικείμενο σε σύγκριση με τη Σύμβαση του ΟΟΣΑ 7. Το Συμβούλιο της Ευρώπης κάλεσε τα μέλη που θα υπογράψουν τη Σύμβαση να ποινικοποιήσουν συμπεριφορές ενεργητικής και παθητικής δωροδοκίας στον δημόσιο τομέα, ήτοι τη δωροδοκία εθνικών δημοσίων λειτουργών (άρθρα 2 και 3) 5 Η Σύμβαση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για την Καταπολέμηση της Δωροδοκίας αλλοδαπών δημόσιων λειτουργών στις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές κυρώθηκε από την Ελλάδα με τον Ν. 2656/1998 (ΦΕΚ Α 265/01.12.1998) «Κύρωση της Σύμβασης για την καταπολέμηση της δωροδοκίας αλλοδαπών δημόσιων λειτουργών σε διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές». 6 Βλ. αναλυτικά Δ. Σπινέλλη, Η διεθνής αντιμετώπιση της δωροδοκίας από το Ποινικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 1149 επ., Β. Φλωρίδη, Το διεθνές νομικό πλαίσιο για την καταπολέμηση της διαφθοράς, με ιδιαίτερη έμφαση στη θεσμική θωράκιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ΠοινΔικ 2007, 203 επ. 7 Βλ. Αγλ. Τσήτσουρα, Η πρόληψη και καταστολή της διαφθοράς (δωροδοκίας) στο προσκήνιο της αντεγκληματικής πολιτικής. Η Ποινική Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης, ΠοινΔικ 2000, 875 επ. 17

και μελών εθνικών κοινοβουλευτικών συνελεύσεων (άρθρο 4) αλλά και αντίστοιχων αλλοδαπών (άρθρα 5 και 6), όπως επίσης τη δωροδοκία λειτουργών διεθνών οργανισμών (άρθρο 9) και μελών κοινοβουλευτικών συνελεύσεων διεθνών οργανισμών (άρθρο 10). Επιπροσθέτως, κάλεσε σε ποινικοποίηση της δωροδοκίας δικαστών και υπαλλήλων διεθνών διακστηρίων (άρθρο 11), έγινε μνεία για ποινικοποίηση τον πρώτον της δωροληψίας και δωροδοκίας στον ιδιωτικό τομέα (άρθρα 7 και 8) και της εμπορευματοποιήσεως της επιρροής (άρθρο 12), του ξεπλύματος των εσόδων των πιο πάνω πράξεων διαφθοράς (άρθρο 13) αλλά και των λογιστικών αδικημάτων που έχουν ως στόχο την τέλεση ή συγκάλυψη αδικημάτων διαφθοράς (άρθρο 14). Παράλληλα, το Συμβούλιο της Ευρώπης κατήρτισε και ένα Πρόσθετο Πρωτόκολλο στην ως άνω Σύμβαση το 2003, με το οποίο ζητήθηκε από τα κράτη-μέλη να ποινικοποιήσουν επιπροσθέτως και πράξεις δωροληψίας και δωροδοκίας εθνικών και αλλοδαπών διαιτητών ή ενόρκων 8. Για λόγους μάλιστα σφαιρικής αντιμετωπίσεως, το Συμβούλιο της Ευρώπης προχώρησε και σε Αστική Σύμβαση για τη «διαφθορά», υπογράφοντας τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για θέματα Αστικού Δικαίου περί Διαφθοράς (Civil Law Convention on Corruption), που υιοθετήθηκε στις 04.11.1999 και τέθηκε σε ισχύ στις 01.11.2003. Αξίζει να αναφερθεί, ότι για πρώτη φορά η έννοια της «διαφθοράς» δίδεται με σαφήνεια, αφού σύμφωνα με το άρθρο 2 της ως άνω Συμβάσεως, «Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης, ως "διαφθορά" νοείται η απαίτηση, προσφορά, παροχή ή αποδοχή, αμέσως ή εμμέσως, δώρου ή οποιουδήποτε άλλου μη προσήκοντος ωφελήματος ή υπόσχεσης ενός τέτοιου ωφελήματος, που επηρεάζει την ορθή εκτέλεση καθήκοντος ή την απαιτούμενη συμπεριφορά του λήπτη του δώρου ή του μη προσήκοντος ωφελήματος ή της υπόσχεσης ενός τέτοιου ωφελήματος» 9. Συμπερασματικά, δύο είναι οι βασικοί άξονες της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης Ποινικού Δικαίου περί Διαφθοράς: α) Ο ολιστικός χαρακτήρας της απαιτήσεως για ποινικοποίηση της δωροδοκίας τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, που εκφράζει μια τάση εξομοιώσεώς των και 8 Η Ελλάδα κύρωσε την ως άνω Σύμβαση και το Πρόσθετο σε αυτήν Πρωτόκολλο με τον Ν. 3560/2007 (ΦΕΚ Α 103/14.05.2007) «Κύρωση και εφαρμογή της Σύμβασης ποινικού δικαίου για τη διαφθορά και του Πρόσθετου σ αυτήν Πρωτοκόλλου», δημοσιευμένος σε ΠοινΧρ 2007, 663 επ. 9 Η Ελλάδα κύρωσε αυτήν τη Σύμβαση με τον Ν. 2957/2001 (ΦΕΚ Α 260/12.11.2001) «Κύρωση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για θέματα Αστικού Δικαίου περί διαφθοράς». 18

β) η υπέρβαση της μέχρι πρότινος ταυτίσεως της «διαφθοράς» με τη δωροδοκία και η ενσωμάτωση στην έννοια της πρώτης μιας νέας μορφής αξιόποινης συμπεριφοράς για τον δημόσιο τομέα εν γένει, της εμπορευματοποιήσεως της επιρροής, που βρίσκεται ακόμη στο προστάδιο της «διαφθοράς». Ακολούθως, η χρονικά τελευταία διεθνής προσπάθεια για αντιμετώπιση της «διαφθοράς» πραγματοποιήθηκε με την Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς (United Nations Convention Against Corruption), η οποία υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 31.10.2003 και τέθηκε σε ισχύ στος 14.12.2005 10, ενώ έχει υπογραφεί και από την Ευρωπαϊκή Ένωση 11. Η πιο πάνω Σύμβαση συνιστά το πλέον ευρύ νομικό εργαλείο από τα υπάρχοντα διεθνή συμβατικά κείμενα για την καταπολέμηση της «διαφθοράς», δεδομένου ότι το περιεχόμενο και οι κανονιστικές επιταγές της εκτείνονται σε ένα ευρύτατο φάσμα δράσεων που αλληλοσυμπληρώνονται μεταξύ των, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο 12 και προβλέπει τρεις βασικούς άξονες δράσεως: την πρόληψη (Κεφάλαιο ΙΙ), την ποινική καταστολή (Κεφάλαιο ΙΙΙ) και τη διεθνή συνεργασία (Κεφάλαιο IV). Στον βασικό άξονα της ποινικής καταστολής παρατηρεί κανείς αφενός την υπέρβαση της ταυτίσεως της «διαφθοράς» με τη δωροδοκία στον δημόσιο τομέα, αφού η ποινικοποίηση αφορά πέρα από την κλασική δωροδοκία (άρθρα 15-16) και την υπεξαίρεση ή άλλης μορφής σφετερισμό δημόσιας περιουσίας (άρθρο 17), την 10 Βλ. αναλυτικά για τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς Αθ. Διονυσοπούλου, Σκέψεις για την ενεργητική και παθητική δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα (άρθρο πέμπτο Ν. 3560/2007), ΠοινΧρ 2009, 967 επ., Μ. Καϊάφα- Γκμπάντι, Ποινική καταστολή της διαφθοράς στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, ό.π., ΠοινΧρ 2010, 3 επ. (= in: Σύγχρονες εξελίξεις του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Ποινικού Δικαίου, ό.π., σελ. 139 επ.), Δ. Σπινέλλη, Η διεθνής αντιμετώπιση της δωροδοκίας από το Ποινικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 1149 επ., ιδίως σελ. 1158 επ., Δ. Χρυσικό/Δ. Βλάσση, Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς ως μεταίχμιο και σημείο αναφοράς των σχετικών πρωτοβουλιών και δράσεων της διεθνούς κοινότητας, ΠοινΔικ 2004, 723 επ. 11 Η Ελλάδα κύρωσε την ως άνω Σύμβαση με τον Ν. 3666/2008 (ΦΕΚ Α 105/10.06.2008) «Κύρωση και εφαρμογή της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς και αντικατάσταση συναφών διατάξεων του Ποινικού Κώδικα». Το πλήρες κείμενο του οποίου μετά της Αιτιολογικής Εκθέσεως και της Εκθέσεως του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής, βλ. σε ΠοινΧρ 2008, 653 επ. 12 Βλ. αναλυτικά Δ. Χρυσικό, Η ποινική διαχείριση της δωροδοκίας και άλλων πρακτικών διαφθοράς: «χαρτογραφώντας» εθνικές νομοθετικές τάσεις και προσεγγίσεις στο πλαίσιο της εποπτείας εφαρμογής της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς, in: Η ποινική διαχείριση της δωροδοκίας. Δυνατότητες και όρια, 6ο Συνέδριο Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων, 2013, σελ. 129 επ. 19

εμπορευματοποίηση επιρροής (άρθρο 18), την κατάχρηση λειτουργιών ή θέσεως (άρθρο 19), τον παράνομο πλουτισμό (άρθρο 20), καθώς επίσης πράξεις ξεπλύματος προϊόντων διαφθοράς (άρθρο 23) ή αποκρύψεως αυτής (άρθρο 24) ή παρεμποδίσεως της λειτουργίας της δικαιοσύνης σε σχετικές υποθέσεις. Αφετέρου, παρατηρούμε και πάλι την προσπάθεια για ολιστική αντιμετώπιση της δωροδοκίας και υπεξαιρέσεως ή άλλης μορφής σφετερισμού περιουσίας, τουτέστιν τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα (άρθρα 21-22) 13. Συμπερασματικά, η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών εμφανίζεται αρχικά ως ένα εργαλείο με ευρύτατο αντικείμενο και ταυτόχρονα πολύ πιο βαθείς τομές στο πεδίο της ποινικής καταστολής της «διαφθοράς», ωστόσο η ευρύτητα στις τομές συνδυάζεται με σχετική ανοικτή επιλογή των κρατών που θα την υπογράψουν όσον αφορά στην υιοθέτηση ποινικών κατασταλτικών μέτρων. Σε αντίθεση με τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης, η Σύμβαση του ΟΗΕ περιορίζει γενικά την υποχρεωτική επέκταση της ποινικοποιήσεως στον αλλοδαπό δημόσιο τομέα στην ενεργητική δωροδοκία σε σχέση με διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές, προβάλλοντας κατ αυτόν τον τρόπο το ενδιαφέρον της για διαφύλαξη των κανόνων του διεθνούς οικονομικού παιχνιδιού κυρίως και όχι τόσο για την προστασία της δημόσιας υπηρεσίας ξένων κρατών ως αλλοδαπού εννόμου αγαθού. Ωστόσο, η Σύμβαση του ΟΗΕ διατηρεί το προβάδισμά της έναντι της Συμβάσεως του Συμβουλίου της Ευρώπης όσον αφορά στην υποχρεωτικότητα της απαιτήσεώς της για την τιμώρηση της δωροδοκίας (παθητικής και ενεργητικής) ημεδαπών και (ενεργητικής σε σχέση με διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές) αλλοδαπών βουλευτών και μάλιστα με περιεχόμενο που υπερβαίνει την απλή εξαγορά της ψήφου 14. 13 Βλ. εκτενή προσέγγιση ρυθμίσεων ποινικού ενδιαφέροντος της Συμβάσεως των Ηνωμένων Εθνών από Αλ. Δημάκη, Το έγκλημα του «παρανόμου πλουτισμού» (άρθρο 4 Ν. 3213/2003). Με αναφορά και στα άρθρα 19 και 20 της Συμβάσεως των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς, ΠοινΧρ 2013, 489 επ. (= in: Η ποινική διαχείριση της δωροδοκίας, 2013, ό.π., σελ. 215 επ.). 14 Βλ. αναλυτική προσέγγιση και καταγραφή των αξιόλογων ποινικών διατάξεων περί «διαφθοράς» της Συμβάσεως των Ηνωμένων Εθνών από Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι, Ποινική καταστολή της διαφθοράς στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, ό.π., ΠοινΧρ 2010, 3 επ. (= in: Σύγχρονες εξελίξεις του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Ποινικού Δικαίου, ό.π., σελ. 139 επ., ιδίως σελ. 147 επ.) και την ίδια, σε: Οικονομικό έγκλημα & Διαφθορά στο Δημόσιο Τομέα. Τόμος 1, ό.π., σελ. 695 επ., 702 επ. 20

III. Οι προσπάθειες αντιμετωπίσεως της «διαφθοράς» στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ενώσεως - Καταγραφή του ενωσιακού θεσμικού πλαισίου Αποτελεί κοινό τόπο ότι κατά τα τελευταία έτη παρατηρείται διόγκωση της κανονιστικής αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Ενώσεως σε θέματα του Ποινικού Δικαίου, θεσμοθετώντας εν είδει κοσμογονίας νεοπαγή κυρωτικά μοντέλα. Υπό τη σκέπη της δημιουργίας ενός «ενιαίου χώρου ελευθερίας, δικαιοσύνης και ασφάλειας», με ιλιγγιώδεις ρυθμούς λαμβάνει χώρα η εισβολή τού ευρωπαϊκού ποινικού δικαίου στον κορμό του ελληνικού (κοινές δράσεις και συμβάσεις του Γ Πυλώνα - Συνθήκη Μάαστριχτ). Ειδικότερα, από τη Συνθήκη της Λισαβόνας και μετά η Ευρωπαϊκή Ένωση, ως υπερκρατικός οργανισμός, παρεμβαίνει για τη δημιουργία ποινικών κανόνων στα εθνικά δίκαια των κρατών-μελών δεσμευτικά, ακόμη και αν τα τελευταία διαφωνούν με τις σχετικές οδηγίες, αφού για τη θέσπισή τους ισχύει πλέον και στον τομέα των ποινικών υποθέσεων η αρχή της πλειοψηφίας 15. Εν προκειμένω, εφαλτήριο για την ενοποίηση του Ποινικού Δικαίου στον ευρωπαϊκό χώρο αποτέλεσε η ανάγκη ποινικής προστασίας των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και πλέον -μετά τη Συνθήκη της Λισαβόνας- της Ευρωπαϊκής Ενώσεως 16. Τούτο μάλιστα είναι εύλογο, δεδομένου ότι τα οικονομικά συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, ο κοινοτικός προϋπολογισμός, είναι το κεφάλαιο που επιτρέπει στην Ευρωπαϊκή Ένωση να υλοποιεί τους στόχους της όσον αφορά στην οικονομική και κοινωνική σύγκλιση των επιμέρους κρατών-μελών, άρα είναι λογικό και επόμενο να έχει ουχί μόνον οικονομική, αλλά επιπροσθέτως και πολιτική σημασία, καθώς συνιστά σημαντικό μέσο της πολιτικής ολοκληρώσεως της Ευρωπαϊκής Ενώσεως 17. Όπως σημειώνεται 15 Βλ. σχετικά Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι, Ευρωπαϊκό Ποινικό Δίκαιο και Συνθήκη της Λισσαβώνας. Θεσμικό πλαίσιο ανάπτυξης και αρχές ποινικοποίησης σε ευρωπαϊκό περιβάλλον, 2011, ιδίως σελ. 11 επ. 16 Βλ. Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι, Οικονομικά συμφέροντα ΕΕ και κρατών μελών: Προβάδισμα ενωσιακού δικαίου ή εθνικής νομοθεσίας;, ΠοινΔικ 2007, 1315 επ. Βλ. αναλυτικά και P. Asp, The Substantive Criminal Law Competence of the EU, 2013, ιδίως σελ. 142 επ., R. Sicurella, Some reflections on the need for a general theory of the competence of the European Union Criminal Law, in: A. Klip (ed.), Substantive Criminal Law of the European Union, 2011, σελ. 233 επ. 17 Βλ. αναλυτικά Ν. Μπιτζιλέκη, Η ποινική προστασία των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, in: Σύγχρονες Εξελίξεις του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Ποινικού Δικαίου, 2010, σελ. 119 επ., τον ίδιο, Η ποινική προστασία των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ και ειδικότερα το αδίκημα της κοινοτικής απάτης, ΠοινΧρ 2010, 81 επ. Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι, σε: Οικονομικό έγκλημα & Διαφθορά στο Δημόσιο Τομέα. Τόμος 1, ό.π., σελ. 457 επ. 21

χαρακτηριστικά, «η προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως αποτελεί την ατμομηχανή της πιο βαθιά διείσδυσής της στο χώρο του ποινικού δικαίου» 18. Ακριβώς αυτή η ενεργοποίηση αποτέλεσε την ουσιαστική αφετηρία συναντήσεως μεταξύ της κοινοτικής πολιτικής και του Ποινικού Δικαίου 19. Ήδη το 1999 προς αυτήν την κατεύθυνση η Επιτροπή ίδρυσε την OLAF (Office de la Lutte Antifraude - Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολεμήσεως της Απάτης), αναλαμβάνοντας κατ αρχάς όλες τις αρμοδιότητες που είχε μέχρι τότε η Task Force (Συντονισμός για την καταπολέμηση της απάτης) 20, ως μια διοικητική υπερεθνική Αρχή καταπολεμήσεως της απάτης, η οποία βοηθά και συντονίζει τα μέτρα για την καταπολέμηση της απάτης σε επίπεδο των κρατών-μελών. Έχει αρμοδιότητα να προβαίνει αυτόνομα σε διοικητικούς ελέγχους, τα στοιχεία δε τα διαβιβάζει περαιτέρω στα αρμόδια κοινοτικά όργανα και στα όργανα των κρατώνμελών 21. Προς υλοποίηση αυτού του σκοπού αποκλειστικά αποτελεσματικότερης προασπίσεως των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, ανατέθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε μια ομάδα εργασίας, αποτελούμενη από Ευρωπαίους Καθηγητές Ποινικού Δικαίου να συντάξει ένα πρότυπο κανονιστικό κείμενο, που να αφορά στην ποινική προστασία των οικονομικών συμφερόντων της σε έναν ενιαίο δικαστικό χώρο, το λεγόμενο «Corpus Juris». Το μεγαλόπνοο για την εποχή του εγχείρημα του Corpus Juris Penalis εμφανίστηκε ως μια πρωτοποριακή προσπάθεια θεσμοθετήσεως ενός ενιαίου ευρωπαϊκού 18 Έτσι ακριβώς Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι, Οικονομικά συμφέροντα ΕΕ και κρατών μελών, ό.π., ΠοινΔικ 2007, 1315 επ. 19 Βλ. και Όλ. Τσόλκα, Η πορεία προς το Corpus Juris: Παράγοντας αναδιαμόρφωσης της δικονομικής προστασίας του κατηγορουμένου, σε: Τιμητικό Τόμο για τον Δ. Σπινέλλη, 2001, σελ. 1168 επ. 20 Η οποία πήρε τη θέση της προγενέστερής της, UCLAF (Unite de Coordination de la Lutte Anti-Fraude), που λειτουργούσε από το 1987. 21 Βλ. αναλυτικά για το έργο της OLAF, τις αρμοδιότητες και εξουσίες της, τη νομική βάση και το κανονιστικό πλαίσιο λειτουργίας της Ι. Ναζίρη, σε: Οικονομικό έγκλημα & Διαφθορά στο Δημόσιο Τομέα. Τόμος 1. Αξιολόγηση του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου (επιστημονική εποπτεία Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι) 2014, σελ. 971 επ., 988 επ., Γ. Παπαδημητράκη, Η νομική διάσταση του Ευρωπαϊκού Γραφείου για την Καταπολέμηση της Απάτης στο πλαίσιο της ΕΕ (OLAF) και ορισμένοι προβληματισμοί όσον αφορά τον τρόπο λειτουργίας της, ΠοινΔικ 2012, 811 επ., Όλ. Τσόλκα, Ενωσιακοί θεσμοί εξιχνίασης της «ευρωαπάτης». Παρόν και μέλλον, in: Σύγχρονες Εξελίξεις του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Ποινικού Δικαίου, 2010, σελ. 77 επ., 79 επ. 22

κώδικα για την καταπολέμηση της κοινοτικής απάτης, το οποίο βέβαια ναυάγησε λόγω της λάθρας εισδοχής μηχανισμών καταστολής απαράδεκτων για τις επιμέρους εθνικές ποινικές δικαιοταξίες και την δικαιολογημένη απροθυμία και δυσθυμία των κρατών-μελών να εκχωρήσουν ποινική εξουσία σε κεντρικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως 22. Δεν ίσχυσε ποτέ, καθώς ήταν καταδικασμένο να μην καταφέρει να λειτουργήσει ως κοινοτική νομοθετική πράξη δεσμευτική για όλα τα κράτη-μέλη. Το τελευταίο μάλιστα, ως ένα ενιαίο νομοθετικό κείμενο με 39 άρθρα σε ουσιαστικό (γενικό και ειδικό μέρος) και δικονομικό επίπεδο, που εκλήθη να εναρμονίσει παντελώς διαφορετικές έννομες τάξεις, επικρίθηκε 23 και για την ευρύτητα της ποινικής καταστολής που υιοθετούσε 24 αλλά και γιατί εγκαινίαζε μια άμεση ποινική αρμοδιότητα της Ενώσεως, τη θέσπιση αξιοποίνου από την Κοινότητα με κοινοτική νομοθετική πράξη 25. Παρά ταύτα, και παρά το γεγονός ότι 22 Πρβλ. σχετικώς και ECPI, Κείμενο αρχών για μια Ευρωπαϊκή Αντεγκληματική Πολιτική, ΠοινΔικ 2010, 70 επ. 23 Βλ. εντονότατη κριτική μεταξύ άλλων και από Χρ. Αργυρόπουλο, Οι δικονομικές ρυθμίσεις απέναντι στην εθνική έννομη τάξη, Υπερ. 1999, 1115 επ., Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι, «Corpus Juris» και τυποποίηση του ποινικού φαινομένου στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Υπερ. 1999, 621 επ., την ίδια, Το ευρωπαϊκό εγχείρημα διαμόρφωσης κοινών ποινικών κανόνων. Οι ουσιαστικές διατάξεις του «Corpus Juris» κατά το νέο τροποποιημένο σχέδιο των προτάσεων της Φλωρεντίας, ΠοινΧρ 2001, 97 επ., Ι. Μανωλεδάκη, Προβληματισμοί για τη συγκρότηση ενός ενιαίου ευρωπαϊκού ποινικού δικαστικού χώρου, Υπερ. 1999, 1091 επ., τον ίδιο, Η νέα διεθνοποίηση του ποινικού δικαίου και ο κίνδυνος υποβάθμισης του νομικού μας πολιτισμού, Αρμ. 2000, 3 επ., τον ίδιο, Μπορεί να επιβιώσει το Ποινικό Δίκαιο -όπως διαμορφώθηκε μέχρι σήμερα στον ευρωπαϊκό χώρο- και στο νέο αιώνα;, Υπερ. 2000, 15 επ., Λ. Μαργαρίτη, Corpus Juris και ελληνική ποινική δικονομική τάξη, Υπερ. 1999, 1103 επ., Αν. Περιστεράκη, Τα οικονομικά εγκλήματα κατά της Ευρωπαϊκής Κοινότητας - Corpus Juris, ΠοινΔικ 2002, 204 επ., Δ. Σπινέλλη, Το Corpus Juris για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Υπερ. 1999, 3 επ. (= ίδιος, Μελέτες Ποινικών Επιστημών, 2001, σελ. 397 επ.)., Αθ. Συκιώτου- Ανδρουλάκη, Νέες εξελίξεις στην ποινική προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης: τα δύο σχέδια του Corpus Juris και η προοπτική μετά τη Συνθήκη του Άμστερνταμ, ΠοινΧρ 2000, 389 επ., Αρ. Χαραλαμπάκη, Η εικόνα του Ποινικού Δικαίου στο ξεκίνημα του 21ου αιώνα, ΠΛογ 2001, 809 επ., τον ίδιο, Διαχρονικά και επίκαιρα προβλήματα του Ποινικού Δικαίου, ΠΛογ 2002, 11 επ., W. Hassemer, «Corpus Juris». Προς ένα ευρωπαϊκό Ποινικό Δίκαιο; (Μετάφραση Στ. Καρεκλά), Υπερ. 1999, 595 επ. 24 Για παράδειγμα, προέβλεπε την τιμώρηση εγκλημάτων βλάβης αλλά και διακινδυνεύσεως των οικονομικών συμφερόντων, επιπλέον ακόμη και μορφές βαρειάς αμέλειας, ενώ επιπλέον αναγνώριζε έως και την ποινική ευθύνη των επιχειρήσεων. Ειδικά για το τελευταίο βλ. διεξοδικώς Ν. Λίβο, Ευθύνη των επιχειρήσεων και των διοικητών τους για οικομικά εγκλήματα: Ένα παράδειγμα σύγχρονου σχεδιασμού του ποινικού δικαίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, in: Σύγχρονες Εξελίξεις του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Ποινικού Δικαίου, ό.π., σελ. 97 επ., ιδίως σελ. 102 επ. 25 Βλ. και κριτική Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι, Η πρόταση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για τη δημιουργία Ευρωπαϊκής Εισαγγελικής Αρχής και το σχεδιασμό των εγκλημάτων κατά των οικονομικών συμφερόντων της κοινότητας στα πλαίσια του Α 23

ουδέποτε κατέληξε να περιαφθεί τη μορφή ευρωπαϊκής συμβάσεως και κατ επέκτασιν κανόνα εσωτερικού ποινικού δικαίου 26, ωστόσο προλείανε με τις προβλέψεις του πολλές από τις επικείμενες εξελίξεις στον χώρο του ευρωπαϊκού Ποινικού Δικαίου. Ακολούθως, και στη θέση τής πιο πάνω ήδη αποτυχήσασας προτάσεως, η Επιτροπή υπέβαλε το 2001 την αποκαλούμενη «Πράσινη Βίβλο» σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της τότε Κοινότητας, αντικείμενο της οποίας ήτο η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελικής Αρχής 27. Μεταξύ των δικαιολογητικών λόγων ιδρύσεώς της ήταν η αποτροπή του κατακερματισμού του «ευρωπαϊκού δικαστικού χώρου» ή άλλως της ασυνέχειας της κατασταλτικής δράσεως για την αντιμετώπιση της ανωτέρω μορφής εγκληματικότητας. Παράλληλα, και στη Συνθήκη της Λισαβόνας 28 απαντάται η πρόβλεψη για τη δυνατότητα συστάσεως Ευρωπαϊκής Εισαγγελικής Αρχής -σε συνεργασία με τα θεσμοθετημένα ενωσιακά δίκτυα δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, Europol και Eurojust 29 - αρμόδιας «για την καταζήτηση, τη δίωξη και την παραπομπή ενώπιον της δικαιοσύνης των δραστών αδικημάτων σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης καθώς και των συνεργών τους. Ασκεί δε Πυλώνα - Διάλογος με την Πράσινη Βίβλο, ΠοινΔικ 2002, 563 επ., της ιδίας, Το ποινικό δίκαιο στην καμπή του 2000: Με το βλέμμα προς το μέλλον χωρίς αποτίμηση του παρελθόντος;, Υπερ. 2000, 47 επ., Π. Στάγκου, Η ορθή νομική βάση για τη θέσπιση του Corpus Juris υπό τους όρους της συνθήκης ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, Υπερ. 1999, 1123 επ. 26 Βλ. Αρ. Χαραλαμπάκη, Η σχέση απάτης κατά του δημοσίου και της λεγόμενης «κοινοτικής απάτης», ΠΛογ 2004, 977 επ. 27 Βλ. σχετικά με την Ευρωπαϊκή Εισαγγελική Αρχή Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι, Η πρόταση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για τη δημιουργία Ευρωπαϊκής Εισαγγελικής Αρχής και τον σχεδιασμό των εγκλημάτων κατά των οικονομικών συμφερόντων της κοινότητας στα πλαίσια του Α Πυλώνα, ό.π., ΠοινΔικ 2002, 563 επ., Ι. Ναζίρη, σε: Οικονομικό έγκλημα & Διαφθορά στο Δημόσιο Τομέα, ό.π., σελ. 971 επ., ιδίως σελ. 1006 επ. και Ευστ. Παπαθανασόπουλο, Πρωτοβουλίες υπό εξέλιξη στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικά θέματα - Ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας, ΠοινΔικ 2003, 1131 επ. 28 Στο άρθρο 86 της ΣυνθΛΕΕ. 29 Βλ. σχετικώς Μ. Καϊάφα-Γκμπάντι, Συντονιστικά όργανα για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση: Από τον αστυνομικό (Europol) στον δικαστικό (Eurojust) συντονισμό - Η προοπτική της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων, ΠοινΔικ 2003, 165 επ., επίσης Λ. Πατσαβέλλα, Ο ρόλος της Eurojust στη δικαστική συνεργασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση - Η συνεργασία με τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, ΠοινΔικ 2006, 780 επ., τον ίδιο, Κοινές Ομάδες Έρευνας: Ένα νέο, νομικό και επιχειρησιακό εργαλείο για την αντιμετώπιση του οργανωμένου διασυνοριακού εγκλήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ΠοινΔικ 2008, 911 επ. 24

ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων των κρατών μελών την ποινική δίωξη των αδικημάτων αυτών». Εκ των ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι άνοιξε πλέον στο πλαίσιο της λεγόμενης «ενωσιακής νομοθετικής διαδικασίας» μια κρίσιμη διαβούλευση για το μέλλον της απονομής της ποινικής δικαιοσύνης στο πεδίο της καταστολής της οικονομικής εγκληματικότητας εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας για καταστολή σε ευρωπαϊκό επίπεδο της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως η πρώτη ουσιαστική παρέμβαση πραγματοποιήθηκε με τη Σύμβαση για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων - Σύμβαση PIF (Protection des Interests Financiers de la Communaute) των Βρυξελλών της 26.07.1995, με την οποία καλούνταν τα κράτη-μέλη να ποινικοποιήσουν στο εθνικό τους δίκαιο με αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινικές κυρώσεις τις από πρόθεση συμπεριφορές που χαρακτηρίζονται ως απάτη εις βάρος των συμφερόντων της, να προβλέψουν ακόμη και την ποινική ευθύνη των διευθυντών της επιχειρήσεως, σε περίπτωση που πρόσωπο υπό την εποπτεία τους διαπράξε για λογαρισμό της επιχειρήσεως κοινοτική απάτη, και με τα συνημμένα σε αυτήν πρόσθετα Πρωτόκολλά της της 27.09.1996, της 29.11.1996 και της 19.06.1997, που κυρώθηκαν από την Ελλάδα με τον προσαρμοστικό Ν. 2803/2000 30 «Κύρωση της Σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των συναφών με αυτήν Πρωτοκόλλων». Στο ανωτέρω Πρωτόκολλο ορίσθηκε η έννοια του κοινοτικού υπαλλήλου (άρθρο 1 παρ. 1β), ενώ στην έννοια του υπαλλήλου γενικότερα περιελήφθησαν ρητά οι εθνικοί υπάλληλοι όλων των κρατών-μελών με πρόσληψη της έννοιάς τους σύμφωνα με αυτήν που κρατεί στα επιμέρους κράτη-μέλη (άρθο 1 παρ. 1γ). Σε περίπτωση δε υποθέσεως στην οποία εμπλέκεται υπάλληλος άλλου κράτους-μέλους, το ασκούν τη δίωξη κράτος δεν υποχρεούται κατά το Πρωτόκολλο να εφαρμόζει τον ορισμό τού «εθνικού δημοσίου υπαλλήλου» του άλλου κράτους-μέλους, παρά μόνον στο μέτρο που αυτός ο ορισμός συμβιβάζεται με το εθνικό του δίκαιο (άρθρο 1 παρ. 1 γ εδ. τελ.). Επιπλέον, και αυτό είναι το ουσιωδέστερο, οι πράξεις της ενεργητικής και παθητικής δωροδοκίας ορίσθηκαν κατά περιεχόμενο με τέτοιον τρόπο, ώστε το αξιόποινο να εξαρτάται ρητά από το κατά πόσον οι συγκεκριμένες πράξεις ζημίωναν ή μπορούσαν 30 (ΦΕΚ Α 48/03.03.2000). 25