Ο Γενικός Επιθεωρητής Δηµόσιας Διοίκησης στο Διεθνές Περιβάλλον Α ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ 2004 ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ 3
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 4 Πρόλογος Γενικού Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης 6 Α. Ο Γενικός Επιθεωρητής Δηµόσιας Διοίκησης στο διεθνές περιβάλλον 12 Β. Παρουσίαση του θεσµού του Γενικού Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης 18 1. Νοµοθετικό πλαίσιο λειτουργίας 18 2. Αρµοδιότητες 18 3. Πεδίο δράσης 23 4. Στελέχωση του Γραφείου 27 5. Μεθοδολογία δράσης 28 5.1. Διαδικασία έναρξης δράσης 29 5.1.1. Καταγγελίες φυσικών και νοµικών προσώπων 29 5.1.2. Πορίσµατα και εκθέσεις ελεγκτικών σωµάτων και υπηρεσιών επιθεώρησης και ελέγχου 31 5.1.3. Πληροφόρηση από τον τύπο και τα ηλεκτρονικά µέσα µαζικής ενηµέρωσης 32 5.2. Μορφές δράσης 33 5.2.1. Εντολή ελέγχου 34 5.2.2. Εντολή επανελέγχου 35 5.2.3. Απευθείας έλεγχος 36 5.2.4. Σύσταση µικτών κλιµακίων ελέγχου 37 Γ. Η συνολική εικόνα δράσης του Γενικού Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης µέσα από τα στατιστικά στοιχεία 38 1. Συνοπτική παρουσίαση πεπραγµένων Γενικού Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης 38 2. Στατιστικά στοιχεία πειθαρχικών υποθέσεων 39 3. Στατιστικά στοιχεία υποθέσεων 45 3.1. Υποθέσεις εντός και εκτός αρµοδιότητας 45 3.2. Σύνολο υποθέσεων ανά προέλευση υπόθεσης 46 3.3. Προέλευση συνόλου υποθέσεων 47 3.4. Θεµατική κατηγοριοποίηση υποθέσεων 48 3.5. Κατηγοριοποίηση υποθέσεων ανά νοµική µορφή ελεγχόµενου φορέα 51 3.6. Κατηγοριοποίηση υποθέσεων ανά φορέα που διενεργεί τον έλεγχο 52 3.7. Στάδιο εξέλιξης των υποθέσεων 53 3.8. Μορφή προβλήµατος 54 3.9. Γεωγραφική κατανοµή των υποθέσεων 55 4. Πορίσµατα και εκθέσεις επιθεώρησης και ελέγχου 56 Δ. Η άσκηση της πειθαρχικής δικαιοδοσίας του Γενικού Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης 58 Ε. Έλεγχος περιουσιακών στοιχείων Επιθεωρητών Σωµάτων Επιθεώρησης και Ελέγχου 90 ΣΤ. Παρουσίαση χαρακτηριστικών υποθέσεων Γενικού Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης 98 1. Εξέλιξη σηµαντικών υποθέσεων έτους 2003 98 1.1. Κατεδαφίσεις αυθαιρέτων και διερεύνηση νοµικού πλαισίου για απλοποίηση των διαδικασιών 98 1.2. Καταστήµατα υγειονοµικού ενδιαφέροντος 105 1.3. Συνθήκες λειτουργίας σφαγείων και εγκαταστάσεων µεταποίησης ζωϊκών αποβλήτων 108 1.4. Ανάθεση και υλοποίηση δηµόσιου έργου από το Πανεπιστήµιο Κρήτης 110 1.5. Υποθέσεις κλάδου µεταφορών 111 1.6. Λειτουργία και διαχείριση Συνδέσµου Ύδρευσης Δήµου Ζακύνθου 115 1.7. Οικονοµική ατασθαλία στον Δήµο Ρεθύµνου 116 1.8. Υπόθεση παράνοµων ενεργειών στον Δήµο Αµαρουσίου 117 1.9. Λειτουργία τµήµατος επειγόντων περιστατικών Γενικού Νοσοκοµείου ΑΧΕΠΑ Θεσσαλονίκης 119 2. Χαρακτηριστικές υποθέσεις έτους 2004 120 2.1. Πολεοδοµικές υποθέσεις 120 2.2. Οικονοµική διαχείριση - Οικονοµικοί έλεγχοι 126 2.3. Δηµόσια έργα 138 6
Ο Γενικός Επιθεωρητής Δηµόσιας Διοίκησης στο Διεθνές Περιβάλλον Α 2.4. Προµήθειες 142 2.5. Περιβάλλον 146 2.6. Υγεία - Πρόνοια / Δηµόσια υγεία 147 2.7. Μεταφορές - Επικοινωνίες 154 2.8. Εκπαιδευτικά 163 2.9. Άδειες καταστηµάτων υγειονοµικού ενδιαφέροντος 168 2.10. Υπόλοιπες άδειες λειτουργίας 170 Ζ. Απευθείας έλεγχοι από τον Γενικό Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης 174 1. Μετεγκατάσταση αρχείων Ευαγγελισµού 175 2. Ανέγερση και λειτουργία ξενοδοχειακής µονάδας στη Ρόδο 176 3. Έλεγχος στον Δήµο Κυθήρων 179 4. Έλεγχος στην Νοµαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αθηνών 181 5. Έλεγχος στην Πολιτιστική Ολυµπιάδα και στην Εθνική Πινακοθήκη 183 Η. Παρακολούθηση και αξιολόγηση Ελεγκτικών Σωµάτων της δηµόσιας διοίκησης 186 1. Αξιολόγηση των Σωµάτων Επιθεώρησης και Ελέγχου 186 2. Η διαφθορά και η κακοδιοίκηση µέσα από τα στατιστικά στοιχεία των ελεγκτικών σωµάτων και των υπηρεσιών ελέγχου και επιθεώρησης της δηµόσιας διοίκησης 189 Θ. Προτάσεις και Μέτρα Υποστήριξης Γενικού Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης 196 1. Αυτοτέλεια της πειθαρχικής διαδικασίας 196 2. Προτάσεις µε στόχο την απλοποίηση των διαδικασιών και την καταπολέµηση της κακοδιοίκησης 197 2.1. Παρακολούθηση (monitoring) επιπτώσεων από δράσεις του Δηµοσίου 197 2.2. Διαδικασία έκδοσης οικοδοµικών αδειών 197 2.3. Διαδικασία σύνταξης πράξεων αποδοχής κληρονοµιάς 198 2.4. Διαδικασία µεταβίβασης ακινήτων 199 2.5. Λειτουργία και οργάνωση των Πολεοδοµικών Γραφείων 200 2.6. Διαδικασία εκπαίδευσης αιρετών εκλεγµένων σε Οργανισµούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α και Β Βαθµού 202 3. Μέτρα υποστήριξης έργου Γενικού Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης 202 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 Νοµοθετικό πλαίσιο Γενικού Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης 206 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2 Συνοπτικές εκθέσεις Ελεγκτικών Σωµάτων και Υπηρεσιών Επιθεώρησης και Ελέγχου της δηµόσιας διοίκησης 238 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3 Η εσωτερική και η διεθνής δράση του Γενικού Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης 308 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 4 Έκθεση πεπραγµένων Συντονιστικού Οργάνου Επιθεώρησης και Ελέγχου 2004 314 ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ 2004 ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ 7
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗ Η διαφθορά στο δηµόσιο τοµέα, ειδικότερη µορφή της οποίας είναι η διαπλοκή, συνίσταται στην επιρροή παράνοµων συµφερόντων στις κρατικές λειτουργίες τόσο κατά το στάδιο της απόφασης όσο και κατά το στάδιο της εκτέλεσης µε οικονοµικό όφελος υπέρ των παράνοµων συµφερόντων και αντίστοιχη ζηµία του ευρύτερου δηµόσιου τοµέα και κατ επέκταση του κοινού. Εκτός όµως από την οικονοµική ζηµία, η διαφθορά δηµιουργεί διάχυτη δυσλειτουργία του κράτους και γραφειοκρατική αναποτελεσµατικότητα του κρατικού µηχανισµού, που επιτείνει τα φαινόµενα κακοδιοίκησης και αδιαφάνειας των κρατικών λειτουργιών, τα οποία όµως οφείλονται και σ άλλες αιτίες, όπως µη αξιοκρατική αλλά µε πλάγια µέσα επιλογή του προσωπικού των δηµοσίων υπηρεσιών, ανεπαρκής εκπαίδευση αυτού, επιλογή διευθυντικών στελεχών µε κριτήρια µη αξιοκρατικά, αλλά πολιτικά και κυρίως η εκ µέρους των περισσοτέρων των υπαλλήλων αδιαφορία για την εκτέλεση του υπαλληλικού καθήκοντος. Υπάρχουν πολυάριθµες µορφές και ευκαιρίες για διαφθορά σε όλους τους τοµείς της δηµόσιας δράσης, ανάλογα µε το πολιτικό, οικονοµικό και κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο αναπτύσσεται. Πρόκειται δε για παγκόσµιο φαινόµενο, µε επιπτώσεις στην παγκόσµια οικονοµία, ιδιαίτερα στους λαούς των υπό ανάπτυξη χωρών. Το πρόβληµα, όµως, µε την καταπολέµηση της διαφθοράς είναι ότι αποκαλύπτεται πάρα πολύ δύσκολα, γιατί κανένα από τα εµπλεκόµενα µέρη δεν είναι διατεθειµένο να προβεί σε αποκαλύψεις, προς αποφυγή βεβαίως και των ιδίων ευθυνών, αλλά και διότι πολλές φορές υπάρχει κρατική κάλυψη και εν πάση περιπτώσει απροθυµία των αρµοδίων οργάνων για αποτελεσµατική δράση, παρά τις οποιεσδήποτε νοµικές επιταγές ή και ανυπαρξία επαρκούς τεχνογνωσίας για την παρεµπόδιση µεθοδεύσεων που υποκρύπτουν διαφθορά. 8
Ο Γενικός Επιθεωρητής Δηµόσιας Διοίκησης ΠΡΟΛΟΓΟΣ στο Διεθνές ΓΕΝΙΚΟΥ Περιβάλλον ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗ Α Συνεπώς, απαιτείται ταυτόχρονη πολιτική βούληση και τεχνογνωσία για να δηµιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για την καταπολέµηση της διαφθοράς στο δηµόσιο τοµέα και εν γένει στη χρηστή διοίκηση. Η δηµιουργία των κατάλληλων συνθηκών πρέπει να βασίζεται στις εξής αρχές: α) πρέπει να µελετηθεί και να θεσπισθεί το κατάλληλο σύστηµα ελέγχου της δηµόσιας διοίκησης, β) να αξιολογηθούν τα υπάρχοντα συστήµατα ελέγχου από την άποψη του οφέλους και τους κόστους και γ) να γίνει ανταλλαγή τεχνογνωσίας για την καταπολέµηση της διαφθοράς και για τη βελτίωση των συστηµάτων διοίκησης µε άλλες δηµόσιες ή ιδιωτικές οικονοµίες που αντιµετώπισαν παρόµοιας φύσεως προβλήµατα. Εξάλλου, η κατανόηση των αιτίων της διαφθοράς και της κακοδιοίκησης θα βοηθήσει στην κινητοποίηση των πολιτών όλων των κοινωνικών τάξεων για τη λύση του προβλήµατος µε πράξεις και όχι µε λόγια. Υπάρχουν µερικοί γενικοί παράγοντες που λειτουργούν υπέρ της διαφθοράς και της διαπλοκής καθώς και της κακοδιοίκησης, όπως: α) η έλλειψη κατάλληλων µηχανισµών για τον ακριβή έλεγχο της διοίκησης, που συνήθως είναι η απουσία δηµόσιων κανονιστικών υπηρεσιών, αόριστες ή επάλληλες αρµοδιότητες, γραφειοκρατικά εµπόδια, χαµηλής ποιότητας µηχανισµοί και ακόµη κανόνες που θεσπίσθηκαν ad hoc για να επιτρέψουν διεφθαρµένη συµπεριφορά, β) η ανέλεγκτη εξουσία που παρέχεται στους αρµόδιους για να αποφασίζουν, την οποία ασκούν χωρίς διάκριση και λογικούς περιορισµούς µε µόνη την επίκληση της πολιτικής βούλησης, γ) η έλλειψη διαφάνειας, δηλαδή απουσία κανόνων ή µη εφαρµογή αυτών, ώστε οι πολίτες και τα ΜΚΟ να µην µπορούν να αποκτήσουν πληροφορίες για να τις χρησιµοποιήσουν για τον έλεγχο της δηµόσιας δράσης και της κακοδιοίκησης, δ) η έλλειψη προληπτικού ελέγχου και η βραδύτητα του κατασταλτικού ελέγχου, ε) η βραδύτητα περί την απονοµή της δικαιοσύνης και εν πολλοίς ανεπάρκεια των Δικαστηρίων να επιβάλουν το νόµο, κυρίως στα οικονοµικά εγκλήµατα, όπου πολλοί διαφεύγουν δια της παραγραφής των αδικηµάτων, όπως και η σε µεγάλο βαθµό πειθαρχική ατιµωρησία των δηµοσίων υπαλλήλων, που έχει δηµιουργήσει στους παρανοµούντες αίσθηµα ασυδοσίας. ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ 2004 ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ 9
Σύµφωνα µε τον ορισµό που έδωσε η Διεθνής Τράπεζα, διαφθορά είναι η κατάχρηση δηµοσίου αξιώµατος για ιδιωτικό όφελος, το οποίο µπορεί να είναι µε τη µορφή χρήµατος ή εύνοιας για την οικογένεια ή φίλους ή προς όφελος οµάδος συµφερόντων όπως πολιτικού κόµµατος για να αποκτήσει ή να διατηρήσει εξουσία. Η διαφθορά δεν αποτελεί αυτή καθ αυτή ποινικό αδίκηµα, αλλά εµφανίζεται ως παραγωγικό αίτιο σε σειρά ποινικών αδικηµάτων όπως στη δωροδοκία (ενεργητική και παθητική), στην απάτη, στην υπεξαίρεση, στην απιστία, στην πλαστογραφία, στην παράβαση καθήκοντος, στο ξέπλυµα βρώµικου χρήµατος, στην λαθρεµπορία κ.λπ. Η διαφθορά εκτείνεται από τα ανώτερα στελέχη της κρατικής ιεραρχίας µέχρι τα κατώτατα στρώµατα της υπαλληλικής ιεραρχίας και σ αυτή εµπλέκονται οικονοµικοί παράγοντες εντός ή εκτός της επικράτειας µε τεράστια συµφέροντα ή ακόµη και απλοί πολίτες σε περιπτώσεις ατοµικές, µε αποτέλεσµα να δηµιουργεί και να αναπαραγάγει γενικευµένη γραφειοκρατική αναποτελεσµατικότητα της κρατικής µηχανής και διάχυτη δυσλειτουργία του κράτους. Παράλληλα µε τα φαινόµενα διαφθοράς, συχνότατα εµφανίζονται και συµπτώµατα κακοδιοίκησης, λόγω της µη εκτέλεσης του υπηρεσιακού καθήκοντος εκ µέρους των αρµοδίων υπαλλήλων. Τα φαινόµενα αυτά της κακοδιοίκησης αντιµετωπίζονται από τα αρµόδια πειθαρχικά συµβούλια, αλλά και εδώ υπάρχει πρόβληµα δυσλειτουργίας και αναποτελεσµατικότητας, διότι τόσο η διαπίστωση των πειθαρχικών ευθυνών, όσο και η τελική επιβολή πειθαρχικών ποινών στους πειθαρχικώς ελεγχόµενους υπαλλήλους βραδύνει υπέρµετρα, η δε κρίση των πειθαρχικών συµβουλίων είναι ως επί το πλείστον πολύ επιεικής. Η διαφθορά και η κακοδιοίκηση κλονίζουν τους κρατικούς θεσµούς και την εµπιστοσύνη των πολιτών στην κρατική λειτουργία και µάλιστα ενισχύουν την επικρατούσα στην πλειονότητα των πολιτών άποψη, ότι ορισµένα ζητήµατα, για τα οποία η γραφειοκρατία δηµιουργεί εµπόδια για την ταχεία επίλυσή τους, µόνο µε πλάγιες µεθόδους, όπως µε δωροδοκία χάρη νοµίµων ακόµη πράξεων ή µε πολιτική ή φιλική παρέµβαση, είναι δυνατόν να επιλυθούν. 10
Ο Γενικός Επιθεωρητής Δηµόσιας Διοίκησης ΠΡΟΛΟΓΟΣ στο Διεθνές ΓΕΝΙΚΟΥ Περιβάλλον ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗ Α Για την καταπολέµηση λοιπόν της διαφθοράς και κακοδιοίκησης τα µέτρα που θα λάβουν οι κυβερνήσεις πρέπει να έχουν τρεις στόχους δηλαδή της πρόληψης, της καταστολής και της εκπαίδευσης των πολιτών. Και για µεν την πρόληψη τα µέτρα πρέπει να αποσκοπούν στην αναβάθµιση των παρεχόµενων υπηρεσιών, στην απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών, στη µείωση της γραφειοκρατίας και στη διαφάνεια της δράσης των κρατικών οργάνων µε την παράλληλη και αξιοκρατική επιλογή του προσωπικού, κυρίως ως προς το ήθος του και την προθυµία του να προσφέρει. Αυτά τα δύο στοιχεία δεν µπορούν να διαπιστωθούν µόνο από τον τρόπο διεξαγωγής των διαγωνισµών από το ΑΣΕΠ. Ίσως θα έπρεπε να διαπιστώνονται και από συστατικές επιστολές µε την απαραίτητη όµως προϋπόθεση, ότι ο παρέχων αυτή να σέβεται τον εαυτό του και την υπογραφή του. Όσον αφορά στην καταστολή των φαινοµένων, πρέπει να λειτουργήσουν αποτελεσµατικά οι ελεγκτικοί, διωκτικοί και κατασταλτικοί µηχανισµοί. Είναι απίστευτο αλλά δεν υπάρχουν στατιστικά στοιχεία για τον αριθµό των δηµόσιων υπαλλήλων που έχουν καταδικαστεί αµετάκλητα για αδικήµατα περί την υπηρεσία, για τον απλούστατο λόγο της ανυπαρξίας µιας κεντρικής τράπεζας πληροφοριών. Ήδη όµως µε το άρθρο 12 του ν. 3320/2005 επιλύεται το πρόβληµα αυτό. Η ατιµωρησία των δηµόσιων υπαλλήλων τόσο ποινικά όσο και πειθαρχικά έχει απογοητεύσει τους πολίτες και τους έχει αποθαρρύνει να προβαίνουν σε καταγγελίες, γιατί πιστεύουν, ότι τελικά κανένας δε θα τιµωρηθεί. Τέλος και το σπουδαιότερο, το κράτος, οι ΜΚΟ και οι άλλοι φορείς και µε τη βοήθεια των ΜΜΕ πρέπει να εκπαιδεύσουµε την κοινωνία, ακόµη µε την εισαγωγή σχετικών µαθηµάτων στα σχολεία, ώστε οι πολίτες να καταστούν ενεργοί, να αποφεύγουν την παθητική ανοχή των φαινοµένων διαφθοράς, να προσδίδουν στους παράγοντες της διαφθοράς την προσήκουσα κοινωνική απαξία, να συνειδητοποιήσουν τη βλάβη που προκαλεί η διαφθορά στην κοινωνία, στην κρατική λειτουργία και στα θεµέλια της δηµοκρατίας και κάθε ενεργός πολίτης συνειδητοποιώντας την ατοµική του ευθύνη να συµβάλει στην καταπολέµηση της διαφθοράς τουλάχιστον µε µέτρο να µην προσφεύγει ο ίδιος σε τέτοιες πράξεις. ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ 2004 ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ 11
Ο Γενικός Επιθεωρητής Δηµόσιας Διοίκησης συµπλήρωσε ήδη δύο χρόνια επιτυχούς λειτουργίας, όπως αποτυπώνεται στην Έκθεση Πεπραγµένων του έτους 2003 και στην παρούσα Έκθεση του έτους 2004. Στο διάστηµα αυτό, χάρη στις προσπάθειες των βοηθών µου και του προσωπικού της υπηρεσίας πετύχαµε πολλά, σκοπεύουµε δε όλοι µαζί να πετύχουµε περισσότερα και ειδικότερα: Με την εισαγωγή κοινού περιβάλλοντος εργασίας θα παρακολουθούµε πλέον ηλεκτρονικά την πορεία των υποθέσεων από τα ελεγκτικά σώµατα και την υλοποίηση των προτάσεών µας. Με το υπό κατάρτιση προεδρικό διάταγµα για την αξιολόγηση των ελεγκτικών σωµάτων, θα εισαχθεί κοινό σύστηµα επιθεώρησης, αφού ληφθούν υπόψη και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε σώµατος, µε το οποίο θα είναι δυνατή η επιθεώρηση βάσει συγκεκριµένων κριτηρίων κατά τα διεθνή πρότυπα και η επιστηµονική συναγωγή πορισµάτων. Με τη διάταξη του άρθρου 12 του ν. 3320/2005 δόθηκε η δυνατότητα στον Γενικό Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης να δίνει εντολή για παράσταση πολιτικής αγωγής υπέρ του Δηµοσίου και νοµικών προσώπων δηµοσίου δικαίου, όταν πρόκειται για εγκλήµατα περί την υπηρεσία. Με τη συστηµατική χρήση της δυνατότητας αυτής και του δικαιώµατός µας να ασκούµε ενστάσεις (εφέσεις) κατά των αποφάσεων των πρωτοβαθµίων πειθαρχικών συµβουλίων πρόκειται να περιορισθεί η ποινική και πειθαρχική ατιµωρησία των υπαλλήλων. Με τη διάταξη του άρθρο 13 του παραπάνω νόµου, µας δόθηκε η δυνατότητα µε χρηµατοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διοργανώσουµε σεµινάρια για την επιµόρφωση στελεχών των ελεγκτικών σωµάτων της Ελλάδας και άλλων χωρών. Ήδη προγραµµατίζεται η διεξαγωγή του πρώτου σεµιναρίου. 12
Ο Γενικός Επιθεωρητής Δηµόσιας Διοίκησης ΠΡΟΛΟΓΟΣ στο Διεθνές ΓΕΝΙΚΟΥ Περιβάλλον ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗ Α Επιδιώκουµε τη συνεχή επιµόρφωση του προσωπικού µας µε διεθνείς επαφές και συµµετοχή σε συνέδρια και στην αγαστή συνεργασία µε τις ηγεσίες των Σωµάτων και των Υπηρεσιών Επιθεώρησης και Ελέγχου. Προσπαθούµε µε τις παρεµβάσεις µας να προστατεύσουµε το περιβάλλον, ώστε να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής των πολιτών και να προστατευθεί η υγεία τους από την αλόγιστη εκµετάλλευση της φύσεως και την κατασπατάληση των δηµοσίων αγαθών. Για την επιτυχία των σκοπών της Υπηρεσίας, θα πρέπει να εξασφαλίσουµε την εµπιστοσύνη των πολιτών και την κοινή συναίνεση και βοήθεια των ενεργών πολιτών και των εµπλεκοµένων υπηρεσιών σε κάθε υπόθεση. Παράλληλα, η Υπηρεσία µας καταβάλλει κάθε προσπάθεια να λειτουργεί σύµφωνα µε τις αρχές της χρηστής διοίκησης και τους κανόνες δεοντολογίας µε διακριτικότητα και αµεροληψία, αποτελεσµατικά µε κάθε δυνατή ταχύτητα, ώστε και µε τη συνεργασία των ελεγκτικών σωµάτων και των υπηρεσιών ελέγχου και επιθεώρησης να εξαλειφθούν κατά το δυνατόν τα φαινόµενα διαφθοράς και κακοδιοίκησης στον εποπτευόµενο δηµόσιο τοµέα. Λέανδρος Ρακιντζής Γενικός Επιθεωρητής Δηµόσιας Διοίκησης Αρεοπαγίτης ε.τ. ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ 2004 ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ 13
Α. Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ Ο Γενικός Επιθεωρητής Δηµόσιας Διοίκησης θεσπίστηκε τον Δεκέµβριο του 2002, σε συµµόρφωση µε τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας, ως το συντονιστικό όργανο της δράσης των ελεγκτικών σωµάτων και των υπηρεσιών ελέγχου που εποπτεύουν τους φορείς του δηµόσιου τοµέα, µε στόχο την πρόληψη και την καταστολή της διαφθοράς και της κακοδιοίκησης. Από την έναρξη της λειτουργίας του, ο Γενικός Επιθεωρητής Δηµόσιας Διοίκησης θεώρησε κρίσιµο να ενταχθεί στο διεθνές περιβάλλον, αναγνωρίζοντας ότι το φαινόµενο της διαφθοράς είναι παγκόσµιο και απαιτεί εναρµονισµένη αντιµετώπιση από όλα τα κράτη. Κατά το έτος 2004, η συνεργασία του µε τους διεθνείς οργανισµούς και την Ευρωπαϊκή Ένωση συστηµατοποιήθηκε και έγινε περισσότερο ουσιαστική µε τη συµµετοχή του, των Βοηθών και των Ειδικών Επιθεωρητών του σε συνέδρια και συναντήσεις που έλαβαν χώρα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (Παράρτηµα 3). Οι διεθνείς συµβάσεις, στις οποίες πρόσφατα προστέθηκε και η Παγκόσµια Σύµβαση του Ο.Η.Ε για τη Διαφθορά (United Nations Convention Against Corruption) αποτελούν χρήσιµο οδηγό για τον Γενικό Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης στην προσπάθειά του να οριοθετήσει το ρόλο του στην εθνική πολιτική για την καταπολέµηση της διαφθοράς και να προσανατολίσει τη δράση του. Από το σύνολο των διεθνών συµβάσεων και άλλων µη δεσµευτικών κειµένων, που πραγµατεύονται ζητήµατα διαφθοράς, συνάγεται το συµπέρασµα ότι η διεθνής τάση είναι η δηµιουργία Ειδικών Σωµάτων κατά της Διαφθοράς, µε σκοπό τη χάραξη από τα κράτη αποτελεσµατικού σχεδίου δράσης, που να συνάδει µε τις απαιτήσεις της διεθνούς κοινότητας. Η συστηµατοποίηση της πολιτικής των κρατών είναι απαραίτητη στον τοµέα αυτό, κυρίως για 14
Ο Γενικός Επιθεωρητής Δηµόσιας Διοίκησης στο Διεθνές Περιβάλλον Α τον περιορισµό των εκτεταµένων οικονοµικών επιπτώσεων που έχει η διαφθορά στο πλαίσιο του οργανωµένου και του διεθνούς οικονοµικού εγκλήµατος. Η υποχρέωση θέσπισης Ειδικών Σωµάτων κατά της Διαφθοράς διατυπώνεται κυρίως στα ακόλουθα διεθνή κείµενα: Στην έβδοµη από τις είκοσι κατευθυντήριες Αρχές κατά της Διαφθοράς του Συµβουλίου των Υπουργών του Συµβουλίου της Ευρώπης (απόφαση 97-24) ορίζεται ότι τα κράτη µέλη οφείλουν "να προωθήσουν την ειδίκευση προσώπων ή σωµάτων για την καταπολέµηση της διαφθοράς και να τους διαθέσουν τα απαραίτητα µέσα και εκπαίδευση ώστε να ασκήσουν τα καθήκοντά τους". Την επιταγή αυτή περιλαµβάνει και η Ποινική Σύµβαση του Συµβουλίου της Ευρώπης για τη Διαφθορά των Δηµοσίων Υπαλλήλων (2002), η οποία υπογράφηκε από τα κράτη µέλη του Συµβουλίου της Ευρώπης στις 1-7-2002. Στη διάταξη του άρθρου 20 της παραπάνω Σύµβασης ορίζεται ότι "κάθε µέρος πρέπει να υιοθετεί τα κατάλληλα µέτρα ώστε να είναι βέβαιο ότι υπάρχουν πρόσωπα ή υπηρεσίες ειδικευµένα στην καταπολέµηση της διαφθοράς. Αυτά πρέπει να διαθέτουν την απαραίτητη ανεξαρτησία σύµφωνα µε τις θεµελιώδεις αρχές του νοµικού συστήµατος κάθε µέρους, προκειµένου να µπορούν να διεκπεραιώνουν τις αρµοδιότητές τους αποτελεσµατικά και ελεύθερα από κάθε αθέµιτη επιρροή. Τα µέρη πρέπει να βεβαιώνουν ότι το προσωπικό των υπηρεσιών αυτών διαθέτει επαρκή εκπαίδευση και οικονοµική ενίσχυση για την αποστολή αυτή". Η υποχρέωση αυτή αποτυπώνεται και στη σύµβαση του Ο.Ο.Σ.Α για την καταπολέµηση της δωροδοκίας αλλοδαπών δηµοσίων υπαλλήλων στις διεθνείς επιχειρηµατικές συναλλαγές, που υπογράφηκε στο Παρίσι στις 17 Δεκεµβρίου 1997 και κυρώθηκε από την χώρα µας µε τον ν. 2656/1998. Ειδικότερα, η ανάγκη να δηµιουργηθούν ειδικά σώµατα που να ειδικευτούν στα ζητήµατα της δίωξης και της καταπολέµησης της διαφθοράς διατυπώνεται στη διάταξη ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ 2004 ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ 15
του άρθρου 11 που ορίζει ότι τα κράτη µέρη πρέπει να ορίσουν την αρχή ή τις αρχές που θα λειτουργήσουν σαν δίαυλοι επικοινωνίας για τα θέµατα αυτά µε τον Ο.Ο.Σ.Α. Ιδιαίτερα σηµαντική είναι η Σύµβαση των Ηνωµένων Εθνών κατά της Διαφθοράς που υιοθετήθηκε τον Δεκέµβριο του 2003, διότι συνιστά επίτευγµα της παγκόσµιας κοινότητας και αποτελεί εναργές παράδειγµα για την προτεραιότητα που αποδίδεται στην εξειδίκευση των υπηρεσιών και των υπαλλήλων που θα εργασθούν για την πρόληψη και καταπολέµηση της διαφθοράς. Σε αντίθεση µε τις προγενέστερες συµβάσεις στο πλαίσιο του Συµβουλίου της Ευρώπης, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ο.Ο.Σ.Α, που θεσπίστηκαν σε περιφερειακό επίπεδο, η Σύµβαση των Ηνωµένων Εθνών αποτελεί την πρώτη παγκόσµια προσπάθεια για την κοινή αντιµετώπιση της διαφθοράς. Στο παράδειγµα των προηγούµενων συµβάσεων, προβλέπει µηχανισµό παρακολούθησης της συµµόρφωσης των κρατών στους τιθέµενους όρους. Στη διάταξη του άρθρου 5 αναφέρεται ρητά ότι κάθε µέρος οφείλει να διασφαλίζει, σύµφωνα µε τις θεµελιώδεις αρχές του νοµικού του συστήµατος, την ύπαρξη σώµατος ή σωµάτων που να είναι κατάλληλα να προλαµβάνουν τη διαφθορά µε τα παρακάτω µέσα: (α) να εφαρµόζουν τις πολιτικές που αναφέρονται στη Σύµβαση και όπου είναι απαραίτητο να επιβλέπουν και να συντονίζουν την εφαρµογή των πολιτικών αυτών και (β) να συµβάλλουν στην αύξηση της τεχνογνωσίας για την πρόληψη της διαφθοράς. Στη συνέχεια, αναφέρονται οι εγγυήσεις ανεξαρτησίας και αποτελεσµατικής λειτουργίας του σώµατος αυτού, κατά το πρότυπο του Συµβουλίου της Ευρώπης. Στη διάταξη του άρθρου 39 της Σύµβασης επισηµαίνεται η ανάγκη να δηµιουργηθεί σώµα ειδικευµένο στην καταπολέµηση της διαφθοράς µέσω της εφαρµογής του νόµου ("body specialized in combating corruption through law enforcement"). Στο πλαίσιο του επιγραµµατικά αναφερόµενου νοµικού πλαισίου, το οποίο ενισχύει και σχεδόν επιβάλλει την εξειδίκευση των υπηρεσιών στην καταπολέµηση της διαφθοράς ως απαραίτητο συστατικό για την άσκηση µιας επιτυχηµένης πολιτικής στον τοµέα αυτό, έχουν ήδη συσταθεί στις περισσότερες χώρες του κόσµου Ειδικά Σώµατα κατά της Διαφθοράς. Η 16
Ο Γενικός Επιθεωρητής Δηµόσιας Διοίκησης στο Διεθνές Περιβάλλον Α τάση αυτή εµφανίζεται εντονότερη στο πλαίσιο του Συµβουλίου της Ευρώπης, όπου γίνεται βέβαια αποδεκτό ότι κάθε κράτος επιλέγει µόνο του τη µορφή και τις αρµοδιότητες που θα αναθέσει στο ειδικό αυτό όργανο. Έτσι, υπάρχουν κράτη, όπως η Ελλάδα, τα οποία εντάσσουν το Ειδικό Σώµα στον εσωτερικό έλεγχο της δηµόσιας διοίκησης, ενώ άλλα το τοποθετούν στην οργανωτική δοµή της αστυνοµίας ή των δικαστηρίων. Όπως όµως και να οριστεί η ένταξη της ειδικής αυτής υπηρεσίες στην έννοµη τάξη, ήδη γίνεται αποδεκτό ότι για την επιτυχία της αποστολής του απαιτείται η συνδροµή των ακόλουθων συγκεκριµένων προϋποθέσεων: Η δηµιουργία του ειδικού σώµατος κατά της διαφθοράς πρέπει να συνοδεύεται από πραγµατική πολιτική βούληση του κράτους να καταπολεµήσει το φαινόµενο της διαφθοράς. Κατ αποτέλεσµα, πρέπει η δηµιουργία ενός τέτοιου θεσµού να εντάσσεται σε ένα γενικό στρατηγικό σχεδιασµό για την αντιµετώπιση της διαφθοράς. Η ένταξη του Γενικού Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης στο πλαίσιο του εσωτερικού ελέγχου της δράσης της δηµόσιας διοίκησης, ως επιτελικό και συντονιστικό όργανο ελέγχου πληροί την απαίτηση αυτή. Ο θεσµός πρέπει να έχει τη νοµιµοποίηση της κοινωνίας, δηλαδή των πολιτών. Ο όρος αυτός εξασφαλίζεται κυρίως µε την πρόβλεψη µίας αξιόπιστης και αυστηρής διαδικασίας λογοδοσίας του θεσµού για τη δράση του καθώς και την απόλυτη εφαρµογή των κανόνων της διαφάνειας. Αυτό επιτυγχάνεται σε µεγάλο βαθµό µε την υποβολή της Ετήσιας Έκθεσης του Γενικού Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης στον Πρωθυπουργό και στον Πρόεδρο της Βουλής. Τα Ειδικά Σώµατα κατά της Διαφθοράς πρέπει να είναι ανεξάρτητες υπηρεσίες που να διαθέτουν επαρκείς πόρους και ικανό και ειδικευµένο ανθρώπινο δυναµικό, το οποίο πρέπει να επιλέγεται όχι µόνο µε βάση τις ικανότητές του αλλά και µε βάση την ακεραιότητά του. Η δε ανεξαρτησία εξασφαλίζεται όταν τα Ειδικά Σώµατα µπορούν να συντάσσουν το δικό τους ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ 2004 ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ 17
προϋπολογισµό και να διαθέτουν κατά βούληση τους πόρους τους. Γενικότερα, τα Ειδικά Σώµατα κατά της Διαφθοράς οφείλουν να αποτελούν υπηρεσίες "πρότυπο", να εφαρµόζουν την αρχή της διαφάνειας στη δράση τους και να τηρούν το απόρρητο στις καταγγελίες, µε στόχο την καταξίωσή τους στην κοινή γνώµη. Ο Γενικός Επιθεωρητής Δηµόσιας Διοίκησης καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια να ανταποκριθεί στα προαναφερόµενα διεθνή πρότυπα και ταυτόχρονα συµβάλει στην εκπλήρωση των διεθνών υποχρεώσεων της χώρας µας, παρέχοντας πληροφόρηση στους διεθνείς οργανισµούς στα πλαίσια του ελέγχου που διεξάγουν για τη συµµόρφωση της Ελλάδας στις διεθνείς της υποχρεώσεις. Ειδικότερα, ο Γενικός Επιθεωρητής Δηµόσιας Διοίκησης καλείται και συµµετέχει στους µηχανισµούς παρακολούθησης που δραστηριοποιούνται µε βάση τις προαναφερόµενες διεθνείς συµβάσεις, παρέχοντας πληροφόρηση για τις ενέργειες που αναλαµβάνονται για την καταπολέµηση της διαφθοράς. Ήδη κατά το έτος 2004, συµµετείχε στο δεύτερο γύρο αξιολόγησης της χώρας µας από τον Ο.Ο.Σ.Α (Παράρτηµα 3). Τέλος, σηµειώνεται ότι ήδη ο Γενικός Επιθεωρητής Δηµόσιας Διοίκησης συµµετέχει, µαζί µε άλλους δηµόσιους φορείς, στο δεύτερο γύρο αξιολόγησης της GRECO, η οποία δραστηριοποιείται στο πλαίσιο του Συµβουλίου της Ευρώπης. Η αξιολόγηση θα λάβει χώρα τον Μάιο του 2005. 18
Ο Γενικός Επιθεωρητής Δηµόσιας Διοίκησης στο Διεθνές Περιβάλλον Α ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ 2004 ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ 19
Β. ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ 1. Νοµοθετικό πλαίσιο λειτουργίας Ο θεσµός του Γενικού Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης ιδρύθηκε µε τον ν. 3074/2002 "Γενικός Επιθεωρητής Δηµόσιας Διοίκησης. Αναβάθµιση του Σώµατος Επιθεωρητών-Ελεγκτών Δηµόσιας Διοίκησης και του Συντονιστικού Οργάνου Επιθεώρησης και Ελέγχου και άλλες διατάξεις", σε συµµόρφωση µε τις διεθνείς δεσµεύσεις της χώρας για τη θέσπιση επιτελικού-συντονιστικού οργάνου της δράσης των επιµέρους Ελεγκτικών Σωµάτων και των Υπηρεσιών Επιθεώρησης και Ελέγχου της δηµόσιας διοίκησης. Ο ιδρυτικός ν. 2074/2002 έχει τροποποιηθεί και συµπληρωθεί µέχρι σήµερα µε τους νόµους 3094/2003, 3146/2003, 3174/2003, 3200/2003 και 3320/2005, προκειµένου να εξασφαλιστεί η µεγαλύτερη δυνατή απόδοση του θεσµού, µε την παροχή όλων των αναγκαίων µέσων προς εκπλήρωση του πολύπλευρου έργου του. Το ισχύον νοµοθετικό πλαίσιο λειτουργίας του θεσµού παρουσιάζεται αναλυτικά στο Παράρτηµα 1 της παρούσας Έκθεσης. Παράλληλα, αναµένεται η έκδοση προεδρικού διατάγµατος για την οργάνωση της εσωτερικής λειτουργίας του θεσµού και είναι υπό επεξεργασία και άλλο προεδρικό διάταγµα για την αξιολόγηση των ελεγκτικών σωµάτων. 2. Αρµοδιότητες Ο νοµοθέτης εξέφρασε µε σαφήνεια τη βούλησή του να δηµιουργήσει ένα επιτελικό όργανο µε ευρείες αρµοδιότητες και ενισχυµένες δυνατότητες παρέµβασης και ελέγχου. Για το λόγο αυτό, ρύθµισε τα σηµαντικότερα θέµατα λειτουργίας και δράσης του θεσµού, παρέχοντας για 20
Παρουσίαση του θεσµού του Γενικού Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης Β τα υπόλοιπα ευρεία διακριτική ευχέρεια τόσο για την πρωτοβουλία δράσης όσο και για την επιλογή των κατάλληλων µέσων ελέγχου. Αποστολή του Γενικού Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης είναι α) η διασφάλιση της εύρυθµης και αποτελεσµατικής λειτουργίας της διοίκησης, β) η παρακολούθηση και η αξιολόγηση του έργου των ελεγκτικών σωµάτων της δηµόσιας διοίκησης και γ) ο εντοπισµός των φαινοµένων διαφθοράς και κακοδιοίκησης (άρθρο 1 ν. 3074/2002). Με σκοπό την εκπλήρωση αυτής της πολύπλευρης αποστολής, ο νοµοθέτης παρέχει στον Γενικό Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης τις ακόλουθες αρµοδιότητες: Εντολή διενέργειας επιθεωρήσεων, ελέγχων και ερευνών στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ και στα υπόλοιπα ελεγκτικά σώµατα και υπηρεσίες του δηµόσιου τοµέα (άρθρο 1 παρ. 2 εδ. α ν. 3074/2002). Παρακολούθηση της δράσης των ελεγκτικών σωµάτων, ιδίως της πορείας των διενεργούµενων ελέγχων, µε υποχρέωση ενηµέρωσής του για τα πορίσµατά τους οποτεδήποτε το ζητήσει (άρθρο 1 παρ. 2 εδ. β ν. 3074/2002). Αξιολόγηση του έργου των σωµάτων επιθεώρησης και ελέγχου µε βάση σχετικό προεδρικό διάταγµα (άρθρο 1 παρ. 2 εδ. γ ν. 3074/2002). Αυτεπάγγελτη διεξαγωγή ελέγχων, επανελέγχων, επιθεωρήσεων και ερευνών στον δηµόσιο τοµέα (άρθρο 1 παρ. 2 εδ. δ ν. 3074/2002). Έλεγχος καταγγελιών που υποβάλλονται στο Γραφείο του σχετικά µε φαινόµενα κακοδιοίκησης στους φορείς του δηµοσίου τοµέα και στα ειδικά σώµατα ελέγχου και επιθεώρησης (αρ. 1 παρ. 2 εδ. ζ ν. 2074/2002). ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ 2004 ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ 21
Διεξαγωγή ένορκης διοικητικής εξέτασης (άρθρο 1 παρ. 2 εδ. δ ν. 3074/2002, όπως συµπληρώθηκε µε το άρθρο 26 παρ. 1 ν. 3200/2003). Άσκηση πειθαρχικής δίωξης ή λήψης άλλων διοικητικών µέτρων (άρθρο 1 παρ. 2 εδ. δ ν. 3074/2002, όπως συµπληρώθηκε µε το άρθρο 26 παρ. 1 ν. 3200/2003). Με πρόσφατη νοµοθετική ρύθµιση (άρθρο 12 παρ. 1 ν. 3320/2005), καθιερώθηκε η υποχρέωση του Εισαγγελέα Πρωτοδικών να ανακοινώνει στον Γενικό Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης την ποινική δίωξη, που ασκείται µε κάθε µορφή συµµετοχής κατά υπαλλήλου, λειτουργού ή οργάνου των φορέων της παρ. 2 α του άρθρου 1 του ν. 3074/2002 για εγκλήµατα περί την υπηρεσία, περί τα υποµνήµατα, κατά της ιδιοκτησίας και κατά περιουσιακών δικαιωµάτων, που στρέφονται κατά του δηµοσίου και των παραπάνω φορέων. Επίσης, καθιερώθηκε η υποχρέωση του γραµµατέα του δικαστηρίου ή του δικαστικού συµβουλίου να ανακοινώνει τα παραπεµπτικά ή απαλλακτικά βουλεύµατα σε κάθε βαθµό δικαιοδοσίας, καθώς και τις εκδιδόµενες, επίσης σε κάθε βαθµό δικαιοδοσίας, καταδικαστικές ή αθωωτικές αποφάσεις κατά των παραπάνω προσώπων και για τις προαναφερόµενες αξιόποινες πράξεις. Σηµειώνεται ότι η υποχρέωση της Εισαγγελικής Αρχής να ανακοινώνει αµέσως στην προϊστάµενη του υπαλλήλου αρχή κάθε ποινική δίωξη που ασκείται κατά αυτού, καθώς και κάθε βούλευµα ή απόφαση µε το οποίο τερµατίζεται η δίωξη, ισχύει ήδη µε βάση τη διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 114 του ν. 2683/1999. Με τη νέα διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 12 ν. 3320/2005, θεσπίζεται αντίστοιχη υποχρέωσή της απέναντι στον Γενικό Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης. Η γνωστοποίηση στον Γενικό Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης των ποινικών διώξεων κατά υπαλλήλων και των εκδοθεισών αποφάσεων ή βουλευµάτων για τις αξιόποινες πράξεις που αναφέρονται στην παραπάνω διάταξη, καθιστά δυνατή την άσκηση από αυτόν της αρµοδιότητάς 22
Παρουσίαση του θεσµού του Γενικού Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης Β του να ζητά από το Δηµόσιο, νόµιµα εκπροσωπούµενο από τον Υπουργό Οικονοµίας και Οικονοµικών ή από τους φορείς της παρ. 2 α του άρθρου 1 του ν. 3074/2002, µε υποχρέωση συµµόρφωσης των τελευταίων, (α) να παρίστανται κατά την προδικασία και την κύρια ακροαµατική διαδικασία ως πολιτικώς ενάγοντες για χρηµατική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστησαν από τις αξιόποινες πράξεις του υπαλλήλου, λειτουργού ή οργάνου τους (β) να ασκούν υπό την ιδιότητα του πολιτικώς ενάγοντος όλα τα παρεχόµενα σε αυτούς ένδικα µέσα κατά αποφάσεων ή βουλευµάτων και (γ) να ζητούν από τον αρµόδιο Εισαγγελέα υπό την ιδιότητα του πολιτικώς ενάγοντος να ασκήσει τα παρεχόµενα σε αυτόν ένδικα µέσα κατά αποφάσεων και βουλευµάτων, καθώς και την επίσπευση της ποινικής διαδικασίας και την κατά προτίµηση εκδίκαση των υποθέσεων (άρθρο 12 παρ. 2 ν. 3320/2005). Σύµφωνα µε τα προαναφερόµενα, ο Γενικός Επιθεωρητής Δηµόσιας Διοίκησης έχει δικαίωµα να ζητήσει από το Δηµόσιο να παρίσταται ως πολιτικός ενάγων στις παραπάνω δίκες και να ασκεί τα προβλεπόµενα στο νόµο ένδικα µέσα είτε άµεσα είτε µε αίτηµά του στον αρµόδιο Εισαγγελέα. Ιδιαίτερα σηµαντική είναι και η δυνατότητα του Γενικού Επιθεωρητή Δηµόσιας Διοίκησης να ζητά την επίσπευση της ποινικής διαδικασίας και την κατά προτίµηση εκδίκαση των υποθέσεων. Παραποµπή υποθέσεων για τις οποίες έχει εκδοθεί απόφαση πειθαρχικού οργάνου στο αµέσως ανώτερο πειθαρχικό όργανο, µε άσκηση των προβλεποµένων από το νόµο ένδικων µέσων (άρθρο 1 παρ. 2 εδ. δ ν. 3074/2002, όπως συµπληρώθηκε µε το άρθρο 26 παρ. 1 ν. 3200/2003). ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ 2004 ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ 23