Έντγκαρ Άλλαν Πόε Το κοράκι (Μετάφραση Κώστας Ουράνης)



Σχετικά έγγραφα
Του Έντγκαρ Άλλαν Πόε

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Εικόνες: Δήμητρα Ψυχογυιού. Μετάφραση από το πρωτότυπο Μάνος Κοντολέων Κώστια Κοντολέων

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ Η ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt


Α Σ Τ Ε Ρ Η Σ. -Εσύ είσαι ο Άρχος γιατί είσαι δυνατός και τα φύλλα σου μοιάζουν με στέμμα

Κατερίνα Κατράκη. Παράθυρο. Ποίηση

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Ο χαρούμενος βυθός. Αφηγητής : Ένας όμορφος βυθός. που ήταν γαλαζοπράσινος χρυσός υπήρχε κάπου εδώ κοντά και ήταν γεμάτος όλος με χρυσόψαρα.

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Αγοριών ηµοτικού

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Ένα βήμα μπροστά στίχοι: Νίκος Φάρφας μουσική: Κωνσταντίνος Πολυχρονίου

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

ΜΕΡΟΣ Ι. Τυμπανιστής:

ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ

ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ 1 ΠΟΙΗΜΑ από κάθε συλλογή του Η ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΗ (1945)

Κώστας Λεµονίδης - Κάπως Αµήχανα

ΓΙΟΡΤΗ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ ΤΡΑΓΟΥ ΙΑ

ΒΟΚΑΚΚΙΟ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΚΑΗΜΕΡΟ

Πρώτες μου απορίες. ΚΟΙΤΑΖΑ τ αγόρια και σκέπτουμουν. [7]

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

Παναγιώτης Πεϊκίδης PAE8397. Σενάριο μικρού μήκους

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Είμαι ξεχωριστός. Είσαι ξεχωριστή. Εγώ είμαι εγώ και εσύ είσαι εσύ.

Το παραμύθι της αγάπης

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

Α. Κείμενο: Μαρούλα Κλιάφα, Ο δρόμος για τον Παράδεισο είναι μακρύς. 1 Δεκεμβρίου. Αγαπημένη μου φίλη Ελένη,

Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών Γυµνασίου - Λυκείου

Όσκαρ Ουάιλντ - Ο Ψαράς και η Ψυχή του

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ. Σταχτοφτέρης : ο μεγάλος μου αδερφός, ο προστάτης μου

Σαράντα από τις φράσεις που αποθησαυρίστηκαν μέσα από το έργο του Καζαντζάκη επίκαιρες κάθε φορά που τις διαβάζουμε:

Άνοιξε και μετάνιωσα :: Χιώτης Μ. - Καζαντζίδης Σ. :: Αριθμός δίσκου: DG

Τα παραμύθια της τάξης μας!

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

Χαμπάρι ο Γιαννάκης. Η μάνα χαμηλώνει το στερεοφωνικό... Ο Γιαννάκης επιτέλους, γυρίζει! Βλέπει τη μάνα... θυμώνει... της βάζει τις φωνές...

Ξέρεις ένα μικρό χω ριου δάκι μπροστά

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

Συμμετοχή στην έκθεση για τις προσωπικότητες της " Μη βίας"

Δύο ιστορίες που ρωτάνε

Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή

THE ENGLISH SCHOOL ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Μαρία Παντελή, Β1 Γυμνάσιο Αρχαγγέλου, Διδάσκουσα: Γεωργία Τσιάρτα

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΑΙΔΙΩΝ. Τραγούδι:

Άνοιξε και μετάνιωσα :: Χιώτης Μ. - Καζαντζίδης Σ. :: Αριθμός δίσκου: DG

ΑΒΑ ΡΟΖΟΥ. Εμμανουέλα Κακαβιά ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ οσελότος

ΕΚΕΙΝΗ ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥ Ι ΓΙΑ ΤΟΝ Γ

Η ιστορία του μικρού δελφινιού που λεγόταν Μούντζι

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ

Έκαψα την καλύβα μου :: Μπακάλης Μ. - Μπέλλου Σ. :: Αριθμός δίσκου: GA

Έπαιξαν χιονoπόλεμο, έφτιαξαν και μια χιονοχελώνα, κι όταν πια μεσημέριασε, γύρισαν στη φωλιά τους κι έφαγαν με όρεξη τις λιχουδιές που είχε

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

ΦΥΛΑΚΗ ΥΨΙΣΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Bίντεο 1: Η Αµµόχωστος του σήµερα (2 λεπτά) ήχος θάλασσας

ΣΟΦΟΚΛΈΟΥΣ ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΕΠΙ ΚΟΛΩΝΩ. Μετάφραση ΔΉΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ 2017

Βαλεντσιάνες :: Λαύκας Γ. - Χασκήλ Σ. :: Αριθμός δίσκου:

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός

Απόψε μες στο καπηλειό :: Τσιτσάνης Β. - Καβουράκης Θ. :: Αριθμός δίσκου: Kal-301.

«Πούλα τα όσο θες... πούλα ας πούµε το καλάµι από 200 ευρώ, 100. Κατάλαβες;»

ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΠΟΟΥΠ ΩΔΗ ΣΤΗΝ ΜΟΝΑΞΙΑ

Παναγιώτης Σκάρπας του Νικολάου, 13 ετών

Με της αφής τα μάτια Χρήστος Τουμανίδης

«Η ΣΕΛΗΝΟΜΟΡΦΗ» Πράσινη κλωστή κλωσμένη. στην ανέμη τυλιγμένη. δωσ της κλώτσο να γυρίσει. παραμύθι ν αρχίσει

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη

Κείμενο & εικονογράφηση Σκανδάμη Φωτεινή

Aφιερωμένο στην Παυλίνα Κ. για το νόστο και τη θλίψη πού έχει για το Μαγικό Ψάρι του Αιγαίου

Δασκαλάκης Αντώνης του Ιωάννη, 8 ετών

Ο Αϊ-Βασίλης και...το όνομα του παιδιού σας...

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Transcript:

Έντγκαρ Άλλαν Πόε Το κοράκι (Μετάφραση Κώστας Ουράνης) Κάποια φορά, μεσάνυχτα, ενώ εμελετούσα κατάκοπος κι αδύναμος ένα παλιό βιβλίο μιας επιστήμης άγνωστης, άκουσα ένα κρότο σα να χτυπούσε σιγανά κανείς στη ξώπορτά μου. «Κανένας ξένος», σκέφτηκα «οπού χτυπά τη πόρτα, τούτο θα είναι μοναχά και όχι τίποτ άλλο». Θυμάμαι ήταν στον ψυχρό και παγερό Δεκέμβρη και κάθε λάμψη της φωτιάς σα φάντασμα φαινόταν. Ποθούσα το ξημέρωμα, μάταια προσπαθούσα να δώσει με παρηγοριά στη λύπη το βιβλίο, για τη γλυκιά Ελεονόρα μου, την όμορφη τη κόρη όπως οι αγγέλοι τη καλούν, ενώ εδώ δεν έχει για πάντα ούτε όνομα. Και τ αλαφρό μουρμουρητό που κάναν οι κουρτίνες με άγγιζε, με γέμιζε με τρόμους φανταχτούς, και για να πάψει τ άγριο το χτύπημα η καρδιά μου σηκώθηκα φωνάζοντας: «Θα είναι κάποιος ξένος όπου ζητά να κοιμηθεί εδώ στη κάμαρά μου αυτό θα είναι μοναχά και περισσότερο όχι». Τώρα μου φάνηκε η ψυχή πιο δυνατή για τούτο, «Κύριε» είπα, «ή Κυρά, ζητώ να συγχωρείστε, γιατί εγώ ενύσταζα κι ο κρότος ήταν λίγος, ήσυχος, που δεν άκουσα εάν χτυπά η πόρτα» κι άνοιξα στους αγέρηδες ορθάνοιχτη τη πόρτα σκοτάδι ήταν γύρω μου και όχι τίποτ άλλο.

Μες στο σκοτάδι στάθηκα ώρα πολλή μονάχος, γεμάτος τρόμους κι όνειρα που πρώτη φορά τότε η λυπημένη μου ψυχή στα βάθη της επήρε, μα η σιγή ήταν άσωστη και το σκοτάδι μαύρο κι «Ελεονόρα» μοναχά ακούγονταν η ηχώ από τη λέξη που βγαινε απ τα ανοιχτά μου χείλη. Αυτό μονάχα ήτανε και όχι τίποτ άλλο. Γυρίζοντας στη κάμαρα με μια καρδιά όλο φλόγα, άκουσα πάλι να χτυπούν πιο δυνατά από πρώτα. «Σίγουρα κάποιος θα χτυπά από το παραθύρι, ας πάω να δω κι ας λύσω πια ετούτο το μυστήριο, ας ησυχάσει η μαύρη μου καρδιά και θα το λύσω, θα είναι οι αγέρηδες και όχι τίποτ άλλο. Ανοιξα το παράθυρο κι ένα κοράκι μαύρο με σχήμα μεγαλόπρεπο στη κάμαρα μου μπήκε και χωρίς διόλου να σταθεί ή ν αμφιβάλλει λίγο, επήγε και εκάθισε στη πέτρινη Παλλάδα απάνω από τη πόρτα μου, γιομάτο σοβαρότη. Κουνήθηκεν, εκάθισε και όχι τίποτ άλλο. Το εβενόχρωμο πουλί που σοβαρό καθόταν τη λυπημένη μου ψυχή έκανε να γελάσει. «Χωρίς λοφίο», ρώτησα, «κι αν είν η κεφαλή σου δεν είσαι κάνας άνανδρος, αρχαϊκό κοράκι, που κατοικείς στις πένθιμες ακρογιαλιές της Νύχτας; Στ όνομα της Πλουτωνικής της Νύχτας, τ όνομά σου!» Και το κοράκι απάντησε: «Ποτέ από δω και πια».

Απόρησα σαν άκουσα το άχαρο πουλί ν' ακούει τόσον εύκολα τα όσα το ρωτούσα αν κι η μικρή απάντηση που μου 'δωσε δεν ήταν καθόλου ικανοποιητική στα όσα του πρωτόπα, γιατί ποτέ δεν έτυχε να δεις μες στη ζωή σου ένα πουλί να κάθεται σε προτομή γλυμμένη απάνω από τη πόρτα σου να λέει: "Ποτέ πια". Μα το Κοράκι από κει που ήταν καθισμένο δεν είπε άλλη λέξη πια σα να 'ταν η ψυχή του από τις λέξεις: "Ποτέ πια", γεμάτη από καιρό. Ακίνητο καθότανε, χωρίς ένα φτερό του να κινηθεί σαν άρχιζα να ψιθυρίζω αυτά: "Τόσοι μου φίλοι φύγανε ως και αυτές οι Ελπίδες κι όταν θε να 'ρθει το πρωΐ κι εσύ θε να μου φύγεις". Μα το πουλί απάντησε: "Ποτέ από δω και πια". Ετρόμαξα στη γρήγορη απάντηση που μου 'πε πάντα εκεί ακίνητο στη προτομήν απάνω. "Σίγουρα" σκέφτηκα, "αυτό που λέει και ξαναλέει θα είναι ό,τι έμαθε από τον κύριό του που αμείλικτη η καταστροφή θα του κοψε το τραγούδι που θα 'λεγε ολημερίς και του 'καμε να λέει λυπητερά "Ποτέ πια" για τη χαμένη ελπίδα". Μα η θέα του ξωτικού πουλιού μ' έφερε γέλιο κι αρπάζοντας το κάθισμα εκάθισα μπροστά του και βυθισμένος σ' όνειρα προσπάθησα να έβρω τι λέει με τη φράση αυτή, το μαύρο το Κοράκι, το άχαρο, τ' απαίσιο, ο τρόμος των ανθρώπων, σαν έλεγε τις θλιβερές τις λέξεις: "Ποτέ Πια!".

Κι έτσι ακίνητος βαθιά σε μαύρες σκέψεις μπήκα χωρίς μια λέξη μοναχά να πω εις το Κοράκι που τα όλο φλόγα μάτια του μες στη καρδιά με καίγαν. Έτσι σκεφτόμουν έχοντας στο βελουδένιο μέρος του παλαιού καθίσματος γερμένο το κεφάλι, στο μέρος που το χάϊδευαν η λάμψη της καντήλας, εκεί όπου η αγάπη μου δε θ' ακουμπήσει πια! Τότε ο αγέρας φάνηκε σα να 'ταν μυρωμένος από 'να θυμιατήριο αόρατο που αγγέλοι και Σεραφείμ το κούναγαν και τ' αλαφρά τους πόδια ακούγονταν στο μαλακό χαλί της κάμαράς μου. "Ναυαγισμένε" φώναξα, "αναβολή σου στέλνει με τους αγγέλους, ο Θεός και μαύρη λησμοσύνη για τη χαμένη αγάπη σου την όμορφη Ελεονόρα. Πιες απ' το μαύρο το πιοτό της Λήθης και λησμόνα εκείνην όπου χάθηκε". Και το Κοράκι είπε: "Ποτέ από δω και πια!". Είπα: "Προφήτη των κακών, είτε πουλί είτε δαίμων είτε του μαύρου πειρασμού αποσταλμένε συ είτε στης άγριας θύελλας το μάνιασμα χαμένε, αλλ' άφοβε, στον κόσμο αυτό που κατοικεί ο Τρόμος, πες μου με ειλικρίνεια, υπάρχει δω στον κόσμο της λύπης κανά βάλσαμο που δίνει η Ιουδαία; Πες μου!", μα κείνο απάντησε: "Ποτέ από δω και πια!". "Προφήτη", είπα, "δαίμονα, της Συφοράς πουλί, Προφήτης όμως πάντοτε, στον Ουρανό σ' ορκίζω, που απλώνεται από πάνω μας παρηγορήτρα αψίδα, εις του Θεού το όνομα που οι δυο μας τον λατρεύουν, πες μου αν στον Παράδεισο θε ν' αγκαλιάσω κείνη,

εκείνη που οι άγγελοι τη λεν Ελεονόρα"; Και το κοράκι απάντησε: "Ποτέ από δω και πια!". "Ας γίν' η μαύρη φράση σου το σύνθημα να φύγεις", εφώναξα αγριωπός πηδώντας κει μπροστά του. "Πήγαινε πάλι να χαθείς στην άγρια καταιγίδα ή γύρνα στις ακρογιαλιές της Πλουτωνείου Νύχτας ούτ' ένα μαύρο σου φτερό δε θέλω δω ν' αφήσεις ενθύμηση της φράσης σου της ψεύτικης και πλάνας βγάλ' απ' τη δόλια μου καρδιά το ράμφος που 'χεις μπήξει και σύρε τη φανταστική μορφή σου στα σκοτάδια!" Και το Κοράκι απάντησε: "Ποτέ από δω και πια!". Και το Κοράκι ακίνητο στη προτομή όλο μένει, στης Αθηνάς τη προτομή απάνω από τη πόρτα και τ' αγριωπά τα μάτια του σα του Διαβόλου μοιάζουν όταν μονάχος σκέφτεται. Και το θαμπό λυχνάρι ρίχνει σκιά στο πάτωμα σαν πέφτει στο Κοράκι. Και η ψυχή μου ανήμπορη δε θα μπορέσει πια να βγει απ' τον αμφίβολο τον κύκλο της Σκιάς που φαίνεται στο πάτωμα. Ποτέ από δω και πια!

Annabel Lee Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε Σ ένα βασίλειο δίπλα στη θάλασσα Που κάποια κόρη ζούσε, ίσως την ξέρετε Άναμπελ Λη ήταν το όνομα της Κι η κόρη αυτή με μία μόνο σκέψη ζούσε Να μ αγαπά και να την αγαπώ. Ήμαστε ακόμα τότε και οι δυο παιδιά Σ ένα βασίλειο δίπλα στη θάλασσα αλλά αγαπιόμαστε με μιαν αγάπη μεγαλύτερη ακόμα κι από την αγάπη εγώ και η δική μου Άναμπελ Λη. Με μιαν αγάπη που τη ζήλευαν τα φτερωτά τα σεραφείμ στον ουρανό Μας ζήλευαν εκείνη κι εμένα. Κι αυτός ήταν ο λόγος που χρόνια πριν Σε αυτό το βασίλειο δίπλα στη θάλασσα Φύσηξε ένας άνεμος από ένα σύννεφο και πάγωσε την όμορφη Άναμπελ μου Κι έτσι οι συγγενείς της ήρθαν και την πήραν μακριά από εμένα να την κλείσουν μέσα σε ένα μνήμα Στο βασίλειο αυτό δίπλα στη θάλασσα Οι άγγελοι, που δεν είχαν ούτε τη μισή δική μας ευτυχία ζήλεψαν εμένα και εκείνη.

Ναι! Αυτός ήταν ο λόγος (και το ξέρουν όλοι στο βασίλειο αυτό δίπλα στη θάλασσα) ότι ένας άνεμος από ένα σύννεφο τη νύχτα πάγωσε και σκότωσε την Άναμπελ Λη. Αλλά η αγάπη μας ήταν πιο δυνατή από την αγάπη, Αυτών που είναι μεγαλύτεροι μας, Αυτών που είναι σοφότεροι από εμάς. Και ούτε οι άγγελοι στον παράδεισο ψηλά ούτε οι δαίμονες κάτω από τη θάλασσα μπορούν να χωρίσουν την ψυχή μου από την ψυχή της Άναμπελ Λη. Γιατί το φεγγάρι ποτέ δε φέγγει χωρίς να μου φέρει όνειρα της όμορφης Άναμπελ Λη και τα αστέρια δε βγαίνουν ποτέ, μόνο νιώθω τα λαμπερά μάτια της όμορφης Άναμπελ Λη Και έτσι, όλη τη νύχτα, ξαπλώνω δίπλα από την αγαπημένη μου, τη ζωή μου και τη γυναίκα μου στο μνήμα δίπλα από τη θάλασσα στον τάφο της εκεί που σκάει το κύμα.