Θεσ/νίκη Εργασία Ιανουάριος 2004

Σχετικά έγγραφα
ΡΟΥΠΕΛ, ΧΡΗΣΤΟΥ ΖΑΛΟΚΩΣΤΑ. Ονοματεπώνυμο: Χρήστος Αριστείδου Τάξη: Γ 6

Κεφάλαιο 8. Η γερµανική επίθεση και ο Β' Παγκόσµιος Πόλεµος (σελ )

Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΟΧΥΡΩΝ (6-9 ΑΠΡΙΛΟΥ 1941)

Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912)

21 Απριλίου 1941: Η μάχη των Θερμοπυλών

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

Δήμος Λαγκαδά. Επέτειος Μάχης του Λαχανά. 103 Χρόνια Ελευθερίας Ιουνίου

Δήμος Λαγκαδά. Επέτειος Μάχης του Λαχανά Ιουνίου Το Ιστορικό της Μάχης

Μικρασιατική καταστροφή

Κεφάλαιο 3. Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ )

Κεφάλαιο 4. Η Ελλάδα στον Α' Παγκόσµιο Πόλεµο (σελ )

Ιστορία ζώσα η Οκτωβρίου Ξάνθη

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΠΟΥΔΕΣ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑ

Εθνική Αντίσταση Ιωάννης Νιούτσικος Διδάκτωρ Σπουδών Πολέμου King s College London

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ ΒΙΕΤΝΑΜ. Εργασία της μαθήτριας Έλλης Βελέντζα για το πρόγραμμα ΣινΕφηβοι

Το ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου 1940

Ανασκόπηση Στο προηγούμενο μάθημα είδαμε πως μετά το θάνατο του Βασιλείου Β : το Βυζάντιο έδειχνε ακμαίο, αλλά είχαν τεθεί οι βάσεις της κρίσης στρατι

Συνδυασμένα Συστήματα Μεταφορών στον Τουρισμό

Ο «Δεκέμβρης» του 1944

Ποιός πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει; Ανάλυση εισερχόμενου τουρισμού στην Ελλάδα ανά Περιφέρεια και ανά αγορά, 2017.

Φωτ. Αεροδρόμιο Σερρών

Η ΚΙΝΑ ΣΤΟΝ 21 Ο ΑΙΩΝΑ: ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ

Ποιος πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει; Ανάλυση εισερχόμενου τουρισμού ανά Περιφέρεια και ανά Αγορά

Ιστορικό της διεύρυνσης του χώρου Σένγκεν

Κεφάλαιο 5 (σελ ) Η επανάσταση στα νησιά του Αιγαίου

Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι

Από τον Κήρυκο Σταυρίδη Γ 2

1ο Σχέδιο. δεδοµένων της Β και Γ στήλης, που αντιστοιχούν στα δεδοµένα της Α στήλης. A. Βασικοί όροι των συνθηκών Β. Συνθήκες Γ.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

Επικήδειος Στέλιου Περικλέους. Από τον Πρόεδρο του Συνδέσμου 3/211 ΤΠ Στρατηγό Χαράλαμπο Λόττα. στην εκκλησία Τίμιου Σταυρού.

Κεφάλαιο 12. Η δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου - ο ιονύσιος Σολωµός (σελ )

29. Νέοι εχθροί εμφανίζονται και αποσπούν εδάφη από την αυτοκρατορία

600 π.χ π.χ. Ο ΕΛΛΗΝΑΣ ΟΠΛΙΤΗΣ

Ποιος πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει;

Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα της Ιστορίας. κατεύθυνσης των Πανελλαδικών εξετάσεων 2014

Εκδρομή, Λίμνη Κερκίνη-Οχυρό Ρούπελ-Μονή Τιμίου Προδρόμου (Εντυπώσεις-Fotos)

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΤΗΣ ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΠΑ.Λ. (ΟΜΑ Α Β ) 2012 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

Ποιος πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει; Ανάλυση εισερχόμενου τουρισμού ανά Περιφέρεια και ανά Αγορά

Ο προσωρινός οργανισμός του Στρατού του 1913 Σύσταση νέων Σωμάτων και Υπηρεσιών

A8-0375/22. Luke Ming Flanagan, Paloma López Bermejo, Marina Albiol Guzmán, Ángela Vallina εξ ονόματος Ομάδας GUE/NGL

Στο Πίνοβο με την υπέροχη κορυφογραμμή του

Ο επίσημος ελληνογαλλικός οδηγός των δρομολογίων των Σ.Ε.Κ. της περιόδου 15 Μαΐου 1938 ως 14 Οκτωβρίου 1938.

Εκπαίδευση της αμυντικής υποομαδικής τακτικής ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΕΠΟ

Άνθρωποι και μηχανές «Πώς οι μηχανές συμβάλλουν στον πόλεμο»

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ

Εκπαίδευση της αμυντικής υποομαδικής τακτικής Μ. ΜΗΤΡΟΤΑΣΙΟΣ

DGC 1C EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 1 Δεκεμβρίου 2017 (OR. en) 2016/0207 (COD) PE-CONS 54/17

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ : Κείμενο του ενημερωτικού εντύπου

ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΗΜΕΡΑ

Το κίνηµα στο Γουδί και η κυβέρνηση Βενιζέλου

O A E Δ ΕΚΘΕΣΗ Α ΕΞΑΜΗΝΟΥ 2011 «ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΗ ΑΝΕΡΓΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΡΟΕΣ ΤΗΣ ΜΙΣΘΩΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΣΤΟΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ»

ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΤΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΤΤΙΚΗΣ

1. Γράφουμε το όνομα της Κύπρου και του Ηνωμένου Βασιλείου στη θέση τους στον χάρτη.

33 Ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΣΥΛΟ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΤΜΗΜΑ Ε

Η απελευθέρωση του Διδυμοτείχου απο τους Γερμανούς. Σάββατο, 25 Αύγουστος :22

1. Ο εξολοθρευτής του Da Vinci.

Ανθρωπιστική Βοήθεια Λεζάντες Φωτογραφιών

Οριστική οργάνωση του Στρατού σε Μεραρχίες και Ταξιαρχίες

Το πεδίο μάχης σε Έβρο και Αιγαίο

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο της Τίρυνθας

ΕΙΡΗΝΗ ΒΥΖΙΡΙΑΝΝΑΚΗ ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΥ ΠΑΥΛΟΣ ΔΕΡΜΙΤΖΑΚΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΟΥΡΗΣ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΥΤΕΡΑ 27 ΜΑΪΟΥ 2002 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙ ΩΝ: ΠΕΝΤΕ (5)

από 6η έως 6η ώρα 6η ώρα ,67 0,67 1,33

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚZ Η ΕΛΛΑ Α ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟ Ο ο θρίαµβος της εθνικής αντίστασης και η τραγωδία του εµφυλίου πολέµου

Τα γραμματόσημα της Μοσχόπολης

Π ο λ υ ή μ ε ρ η ε κ δ ρ ο μ ή Γ Λ υ κ ε ί ο υ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΣΤ Ο ΕΥΤΕΡΟΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

XRTC ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΗ 2015 ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΡΑΠΕΖΩΝ ΜΕ ΕΤΑΙΡΙΕΣ

ΕΓΝΑΤΙΑ Ο ΟΣ: ΚΑΙΝΟΤΟΜΕΣ ΡΑΣΕΙΣ, ΕΡΕΥΝΑ, ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΣΤΙΣ ΖΩΝΕΣ ΕΠΙΡΡΟΗΣ ΤΗΣ

ΕΙΔΙΚΗ ΤΑΚΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΕΠΟ

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ TRA07: ΔΙΑΝΥΘΕΝΤΑ ΟΧΗΜΑΤΟΧΙΛΙΟΜΕΤΡΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΧΩΡΟΥ ΣΤΟ ΤΕΛΙΚΟ ΤΡΙΤΟ (ΤΑΚΤΙΚΗ ΤΟΥ MASSIMILIANO ALLEGRI)

Διακήρυξη της Μάλτας, από τα μέλη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, για τις εξωτερικές πτυχές της μετανάστευσης: το ζήτημα της διαδρομής της κεντρικής

HFF Coach Educators COACHING PROGRAMME UEFA B DIPLOMA

Ελεγχόμενη κατεδάφιση του Churchill House στο Μπέλφαστ της Β. Ιρλανδίας

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΦΟΙΝΙΚΑΣ Αποστολή 7

Ταξιδεύοντας στην ηπειρωτική Ελλάδα. Τάξη Φύλλο Εργασίας 1 Μάθημα Ε Δημοτικού Διαιρώντας την Ελλάδα σε διαμερίσματα και περιφέρειες Γεωγραφία

Το 1766, το Ναυαρχείο προσέλαβε τον Cook για να διοικήσει ένα επιστημονικό ταξίδι στον Ειρηνικό Ωκεανό. Ο σκοπός του ταξιδιού ήταν να παρατηρήσει και

ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

Η Κίνα στο διάστημα οι ΗΠΑ σε πανικό

ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2016

Η θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο προσφυγικό ζήτημα: Μια κριτική ανάλυση

Επιδιώξεις και στοχεύσεις της Άγκυρας

Τουρκικά σχέδια καταστροφής ελληνικών αεροπορικών βάσεων

ΠΕΡΙΟΔΟΣ Η συγκρότηση και οργάνωση των Μονάδων Καταδρομών

14300/15 ΠΧΚ/γομ 3 DG D 1 A LIMITE EL

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΟΜΟΓΕΝΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Αποστολή διερεύνησης της κατάστασης των μεταναστών «χωρίς έγγραφα» που εισέρχονται στην Ελλάδα

Η Αµµόχωστος βοµβαρδίζεται από την Τουρκική αεροπορία

ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ Risk Assessment

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Γ ΤΡΙΜΗΝΟΥ 2009

ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α: Η ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΝ 19 Ο ΑΙΩΝΑ

ΔΙΗΜΕΡΙΔΑ "ΟΙ ΣΗΡΑΓΓΕΣ ΤΗΣ ΕΓΝΑΤΙΑΣ ΟΔΟΥ"

Κωνσταντίνος: από τη Ρώμη στη Νέα Ρώμη

Νέοι τόποι Περιπέτεια Φύση Παράδοση Ιστορία. Πολιτισμός Ζωή Μνημεία Ασφάλεια Χαρά

Το συγκλονιστικό άρθρο. του Γλέζου στη Welt. Διαβάστε το συγκλονιστικό άρθρο του Μανώλη Γλέζου στη 1 / 5

Transcript:

Θεσ/νίκη Εργασία Ιανουάριος 2004

Η Μ ΑΧΗ ΤΩΝ ΟΧΥΡΩΝ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΕΛ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α (ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΟΧΥΡΩΝ) Η Οχύρωση πριν τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Οχύρωση στον Μεσοπόλεμο. Τι Ήταν το Οχυρό. Σκοποί Οχύρωσης - Τελική Διάταξη Γραμμής. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β (ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΧΥΡΩΣΗΣ) Όργανα Εκτέλεσης Οχυρώσεων. Έργα Οδοποιίας και Έργα Εκστρατείας. Δαπάνες - Αριθμητικά Στοιχεία - Συνολική Αποτίμηση. Παρατηρήσεις για τα Οχυρά από Ξένους. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ Η Αμυντική Διάταξη Ελλήνων και Βρετανών. Κατάσταση Ελληνικών και Συμμαχικών Δυνάμεων. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ Η Επίθεση Η Επίθεση κατά του Δυτικού Τομέα του ΤΣΑΜ. Καταστροφή στα Κρούσια. Η Επίθεση στα Οχυρά της «Γραμμής Μεταξά». Η Επίθεση στα Ανατολικά Οχυρά και στη Δυτική Θράκη. Το Τέλος του ΤΣΑΜ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε Κριτική και Σημασία της Μάχης των Οχυρών. ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ Α : Χάρτης Πίνακας Οχυρών Β : Δύναμη Διάταξη Αντιπάλων Γ : Πίνακες Αριθμητικών Δεδομένων Δ : Σχεδιάγραμμα Οχυρού Περιθώρι Ε : Αποσπάσματα Εφημερίδων Εποχής Ζ : Σχεδιαγράμματα Επιχειρήσεων Περιοχής Οχυρών Η : Σχέδια και Αποστολές Αντιπάλων Θ : Οι Απώλειες του Γερμανικού Στρατού Ι : Έγγραφο Παραδόσεως Ελληνικών Δυνάμεων ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

«Είχαμε ακούσει να μιλούν για την γενναιότητα και τον ηρωισμό του Ελληνικού Στρατού, αλλά δεν φανταζόμασταν την γενναιότητα και τον ηρωισμό τον οποίο επέδειξαν οι στρατιώτες σας. Πολεμήσατε θαυμάσια! Θαυμάσια! Και πάλι σας συγχαίρω εγκαρδίως» Ο διοικητής του XVIII Γερμανικού Ορεινού Σώματος Στρατού, Franz Bohme, προς τον Επιτελάρχη του ΤΣΑΜ. Συνταγματάρχη (ΠΒ) Παν. Καλογερόπουλο. «Πολέμησα στην Πολωνία και στην Γαλλία αλλά πουθενά δεν συνάντησα τόσο αποτελεσματική και φθοροποιό αντίσταση όσο στην Ελλάδα» Ο Διοικητής της 72ας Γερμανικής Μεραρχίας Αντιστράτηγος Mattenklott, προς τον Διοικητή του ΤΣΑΜ, Αντιστράτηγο Κων. Μπακόπουλο. «...η ηρωική αντίσταση των Ελλήνων στρατιωτών των οχυρών προκάλεσε τον θαυμασμό και αυτού ακόμα του εχθρού. Αιχμαλωτισθέντες Γερμανοί αξιωματικοί που πολέμησαν στην Πολωνία, στην Νορβηγία και στην Γαλλία, ανέφεραν ότι πουθενά δεν αντιμετώπισαν τέτοιους στρατιώτες...» Ραδιοφωνικός σταθμός Λονδίνου, 10 Ιουνίου 1941 «... Η αντίσταση αυτή προσεγγίζει τα όρια του υπεράνθρωπου, έχει δε προκαλέσει την έκπληξη και αυτού ακόμα του εχθρού...» Ανταποκριτής του Ανεξάρτητου Γαλλικού Πρακτορείου στο πολεμικό μέτωπο της Ελλάδος, 9 Ιουνίου 1941. «... Οι Έλληνες φρουροί των οχυρών αμύνθηκαν μετά σκληρού φανατισμού, ανάλογο του οποίου δεν είχαν συναντήσει οι Γερμανοί στρατιώτες σε καμία από τις προηγούμενες εκστρατείες τους. Εφ όσον και ένας ακόμη στρατιώτης μπορούσε να μείνει στο οχυρό του, πυροβολούσε...» Από το άρθρο «Οι ανδρείοι Έλληνες» του Στρατηγού Πάουλ Χάσσε σε γερμανική εφημερίδα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ 1941, ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ ΠΟΥ Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΘΡΙΑΜΒΕΥΕ ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΟ ΗΠΕΙΡΟ ΕΞΑΣΦΑΛΙΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΕΔΑΦΗ ΠΟΥ ΜΕ ΤΟΣΟ ΚΟΠΟ ΕΙΧΕ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕΙ ΤΟΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΧΕΙΜΩΝΑ, ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΑΠΟΦΑΣΙΖΑΝ ΝΑ ΕΠΕΜΒΟΥΝ ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΑΣΩΣΟΥΝ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΡΕΟΥΣΑ ΤΙΜΗ ΤΟΥ ΑΞΟΝΑ. ΑΝ ΟΜΩΣ ΟΙ ΙΤΑΛΟΙ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΑΝ ΤΟ ΑΣΘΕΝΕΣΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΑΧΙΑΣ, Ο ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΒΡΙΣΚΟΤΑΝ ΣΤΟ ΑΠΟΓΕΙΟ ΤΩΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥ, ΤΟΣΟ ΑΠΟ ΠΛΕΥΡΑΣ ΕΜΨΥΧΟΥ ΥΛΙΚΟΥ ΟΣΟ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΩΝ. ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΟΥΝ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΣΤΡΑΤΟ ΜΕ ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΞΕΝΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΚΑΙ ΜΕ ΤΗ ΣΥΝΤΡΙΠΤΙΚΗ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ ΤΩΝ ΕΜΠΕΙΡΟΠΟΛΕΜΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ. Η ΜΟΝΗ ΤΟΥΣ ΕΛΠΙΔΑ ΔΙΑΦΑΙΝΟΤΑΝ ΣΤΗ ΝΕΟΣΥΣΤΑΤΗ ΑΜΥΝΤΙΚΗ ΓΡΑΜΜΗ ΟΧΥΡΩΣΕΩΝ, ΓΝΩΣΤΗ ΩΣ «ΓΡΑΜΜΗ ΜΕΤΑΞΑ». ΚΑΙ, ΠΡΑΓΜΑΤΙ, ΟΙ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΑΠΟΔΕΙΧΘΗΚΑΝ ΑΝΤΑΞΙΟΙ ΤΗΣ ΠΑΝΙΣΧΥΡΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΟΥ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΕΦΕΡΕ ΚΑΙ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ. Πηγή: περιοδικό «Στρατιωτική Ιστορία», Σειρά Μεγάλες Μάχες τεύχ.6, «Η Μάχη των Οχυρών» Το δραματικό τέλος της «Εαρινής Επίθεσης» των Ιταλών τον Μάρτιο του 1941, βρήκε τους Έλληνες μαχητές νικητές, με το ηθικό τους αναπτερωμένο. Ενώ όμως οι επιχειρήσεις στο Αλβανικό Μέτωπο στέφονταν με επιτυχίες, οι δυνατότητες του Ελληνικού Στρατού έφθαναν στα όρια τους. Ο Ελληνικός Στρατός ήταν εξαντλημένος, όχι μόνο λόγω της φυσικής κόπωσης των ανδρών του, αλλά κυρίως λόγω των ελλείψεων σε μέσα και υλικά. Τα πυρομαχικά και τα ελαφρά όπλα του πεζικού δεν αποτελούσαν ιδιαίτερο πρόβλημα, αφού συμπληρώνονταν από τις μεγάλες ποσότητες λαφύρων ιταλικής προέλευσης. Οι σωλήνες όμως των πυροβόλων του πολύτιμου ορειβατικού πυροβολικού ήταν φθαρμένοι χωρίς δυνατότητα αντικατάστασης τους και είχαν παρουσιαστεί ελλείψεις σε όλα τα βαρέα όπλα. Η ΕΒΑ (Ελληνική Βασιλική Αεροπορία) είχε μειώσει στο ελάχιστο τις επιχειρήσεις επάνω από το μέτωπο της Αλβανίας λόγω της αδυναμίας της να αντικαταστήσει τις απώλειες της, οι οποίες το 1940 και τους τρεις πρώτους μήνες του 1941 ανέρχονταν στο 85% της συνολικής δύναμης της. Προκειμένου να αναπληρωθούν οι απώλειες αυτές, είχαν φθάσει στην Ελλάδα μόνο μια μοίρα διπλανών Gladiator και μισή μοίρα βομβαρδιστικών Blenheim από τη Βρετανική Βασιλική Αεροπορία (RAF). Επιπλέον, τα αντιαεροπορικά και τα πολυβόλα του Στρατού εμφάνιζαν μονίμως ελλείψεις, οι οποίες έπρεπε να καλυφθούν από άλλα μέτωπα. Το 1941, οι μόνες δυνάμεις που

υπήρχαν εκτός της Ηπείρου ήταν αυτές του Μακεδoνικού Μετώπου, το ανατολικό μέρος του οποίου προστατευόταν από τη λεγόμενη «Γραμμή Μεταξά». Αλλά η συνεχής ικανοποίηση των αναγκών του Αλβανικού Μετώπου είχε μειώσει τις διατιθέμενες δυνάμεις στη Μακεδονία σε μόλις τέσσερις εξασθενημένες μεραρχίες με υλικό δεύτερης διαλογής. Οι πιθανότητες συνδρομής από άλλη πλευρά ήταν μικρές και οι διπλωματικές προσπάθειες για βρετανική υποστήριξη ή για επίτευξη συνεργασίας με τη Γιουγκοσλαβία και την Τουρκία δεν είχαν αποδώσει καρπούς. Οι Βρετανοί, ιεραρχώντας τότε τις δικές τους προτεραιότητες στη βόρειο Αφρική, είχαν περιορίσει στο ελάχιστο τη βοήθεια προς την Ελλάδα, σε σημείο που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως απλή ένδειξη καλής θέλησης. Μάλιστα, η θέση των Βρετανών στις αρχές του 1941 ήταν τόσο ευάλωτη, που και αυτή ακόμα η ελάχιστη βοήθεια παρεχόταν εις βάρος των επιτυχιών τους στη βόρειο Αφρική. Οι Γιουγκοσλάβοι, από την πλευρά τους, δυσκολεύονταν να λάβουν θέση, φοβούμενοι γερμανική εισβολή σε περίπτωση που θα τολμούσαν να εκδηλωθούν εναντίον του Άξονα. Οι Τούρκοι, τέλος, τηρούσαν επιμελώς αυστηρή ουδετερότητα. Η ελληνική ηγεσία γνώριζε για την επερχόμενη «καταιγίδα» ήδη από τα μέσα Ιανουαρίου του 1941, ενώ οι συζητήσεις για το σχέδιο άμυνας είχαν ξεκινήσει ακόμη νωρίτερα. Το τελικό αμυντικό σχέδιο όριζε ότι η προσπάθεια θα πραγματοποιείτο σε δύο ξεχωριστά μέτωπα: το Τμήμα Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας (ΤΣΑΜ), δύναμης τρεισήμισι μεραρχιών, θα κάλυπτε τη γραμμή ανατολικής όχθης Αξιού - όρους Μπέλες - Νέστου, συμπεριλαμβανομένης και της Θεσσαλονίκης, και η μεικτή Ελληνοβρετανική διοίκηση, δύναμης πέντε μεραρχιών, γνωστή ως Συγκρότημα W, προς τα νοτιοδυτικά, θα κάλυπτε τη γραμμή Βερμίου - Αλιάκμονα - Θερμαϊκού κόλπου. Η διπλή αυτή διάταξη επρόκειτο να αποβεί καταστροφική για τους αμυνόμενους στη Μακεδονία. Από τα τέλη Μαρτίου, οι κινήσεις των γερμανικών στρατευμάτων μέσα στο βουλγαρικό έδαφος συνοδεύονταν από έντονη δραστηριότητα αναγνωριστικών αεροσκαφών. Στις 5 Απριλίου οι παρατηρήσεις των ελληνικών φρουρών των οχυρών ανέφεραν πως η επίθεση ήταν πιθανότατα θέμα ωρών και γι' αυτό το Γενικό Στρατηγείο εξέδωσε διαταγή να αρχίσουν τα έργα καταστροφής οδών και προσβάσεων στην παραμεθόριο πριν από την αυγή της επομένης. Τα έργα αυτά, Πηγή: Διαδίκτυο όταν ξεκίνησε η γερμανική εισβολή ταυτόχρονα σε δύο μέτωπα, στη νότιο Γιουγκοσλαβία και στα Ελληνοβουλγαρικά σύνορα, είχαν ολοκληρωθεί με επιτυχία. Δεν επιδόθηκε ποτέ επίσημο τελεσίγραφο κήρυξης πολέμου, παρά μόνο ένα διάβημα εκ μέρους του Γερμανού πρέσβη τον Έλληνα πρωθυπουργό, Αλέξανδρο Κορυζή, στις 05.30 το πρωί, στο οποίο διατυπώνονταν κατηγορίες ότι η Ελλάδα είχε εγκαταλείψει τη στάση ουδετερότητας που είχε τηρήσει μέχρι τότε. Στις 6 Απριλίου, ώρα 05.15, ξεσπούσε θυελλώδης η έφοδος κατά των οχυρών της «Γραμμής Μεταξά».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α : ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΟΧΥΡΩΝ Η ΟΧΥΡΩΣΗ ΠΡΙΝ ΤΟΝ Α' ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ Η πρώτη προσπάθεια οχύρωσης της ελληνοβουλγαρικής μεθορίου έγινε την περίοδο 1913-1914 μετά από εισήγηση του Ι. Μεταξά, Αντισυνταγματάρχη τότε του Μηχανικού και διευθυντή της Β' Επιτελικής Διευθύνσεως, για τη δημιουργία μιας οχυρωτικής γραμμής. Οι οικονομικές δυσχέρειες οδήγησαν στη δημιουργία οχυρών ανάσχεσης με προορισμό να εμποδίσουν με το πυροβολικό τους τη χρησιμοποίηση από τον εχθρό μίας ή περισσότερων οδεύσεων. Τα οχυρά που κατασκευάστηκαν ήταν εννέα: Ρούπελ, Φαιά Πέτρα, Περιθώρι, Λίσσε, Τουλουμπάρ, Παρανέστιο, Παράδεισος, Δοβά Τεπέ. Τέλος, οχυρώθηκε η Καβάλα ως δεύτερη τοποθεσία άμυνας. Το Ρούπελ ήταν ένα μετρίου μεγέθους έργο, με ελαφρά σκέπαστρα για τη φρουρά και την αποθήκευση του υλικού, οπλισμένο με 4 πυροβόλα ακάλυπτα (κατάλοιπα των Βαλκανικών πολέμων). Είχε περίμετρο δύο ως τρία χιλιόμετρα για την καλύτερη προστασία των πυροβόλων. Στη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, το Ρούπελ καταλήφθηκε από γερμανοβουλγαρικές δυνάμεις (13/26 Μαΐου 1916), με τη σύμφωνη γνώμη της ελληνικής κυβέρνησης. Οι δυνάμεις αυτές κράτησαν το οχυρό μέχρι το τέλος του πολέμου, ενώ το επεισόδιο προσέθεσε μία ακόμα έριδα στη διαμάχη βενιζελικών-αντιβενιζελικών. Το ζήτημα της οχύρωσης της περιοχής τέθηκε σε στερεότερες βάσεις και διευθετήθηκε τελικά στη δεκαετία του 1930. Η ΟΧΥΡΩΣΗ ΣΤΟΝ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ Στην Ευρώπη του Μεσοπολέμου, οι εμπειρίες του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, πολέμου χαρακωμάτων, όπως χαρακτηρίστηκε, ώθησαν τα κράτη στην κατασκευή νέων ή την αναβάθμιση παλαιότερων οχυρωματικών γραμμών κατά μήκος των πλέον απειλούμενων συνόρων τους. Οχυρωματικές γραμμές κατασκεύασαν η Γαλλία κατά μήκος των κοινών συνόρων της με την Ιταλία και τη Γερμανία, έως τα σύνορα με το Βέλγιο («γραμμή Μαζινό»), η Γερμανία («γραμμή Ζίγκφριντ») απέναντι από την αντίστοιχη γαλλική, το Βέλγιο («γραμμή Ντεβέζ»), η Φινλανδία («γραμμή Μάννερχαϊμ») για την προστασία από μια πιθανή σοβιετική εισβολή, η Σοβιετική Ένωση («γραμμή Στάλιν») για την απόκρουση ενδεχόμενης Πηγή: περιοδικό «Πόλεμος & Ιστορία», «Η Μάχη των Οχυρών», Απρ2002 Πηγή: περιοδικό «Πόλεμος & Ιστορία», Αφιέρωμα «Η Μάχη των Οχυρών», Απρ2002 γερμανικής επίθεσης, η Τσεχοσλοβακία κ.ά. Στη διάρκεια του πολέμου, η Γερμανία κατασκεύασε το «τείχος του Ατλαντικού» για να εμποδίσει αποβατική ενέργεια στις βόρειες ακτές της Γαλλίας. Η Ελλάδα δεν αποτέλεσε εξαίρεση σε αυτή τη γενική τάση. Την περίοδο 1933-1941 έλαβε χώρα μια τιτάνια προσπάθεια οχύρωσης των πλέον ευαίσθητων

συνόρων της χώρας στην Ανατολική Μακεδονία (ποταμοί Αξιός - Νέστος) και τη Δυτική Θράκη για να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος από τη Βουλγαρία, τη μόνη δύναμη στα Βαλκάνια που επιδίωκε την αλλαγή των συνόρων, λόγος για τον οποίο δε συμμετείχε στο Βαλκανικό Σύμφωνο. Στο ερώτημα γιατί προκρίθηκε αυτή η μορφή άμυνας οι απαντήσεις μπορούν να αναζητηθούν στο στενό βάθος του χώρου, που καθιστά δύσκολο τον ελιγμό μεγάλων μονάδων, στο παράδειγμα των Γάλλων και στην προσωπικότητα του πρωθυπουργού Ιωάννη Μεταξά. ΤΙ ΗΤΑΝ ΤΟ ΟΧΥΡΟ Η οχύρωση είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ισχυροποίηση μιας αμυντικής τοποθεσίας. Στο Μεσοπόλεμο, αυτή πήρε τη μορφή της κατασκευής ενός δικτύου από μεγάλα συγκροτήματα μόνιμης οχυρωτικής, τα οχυρά. Με τον όρο οχυρό εννοούνταν ένα σύνολο από επιφανειακά και υπόγεια έργα, κατασκευασμένα από οπλισμένο σκυρόδεμα (μπετόν αρμέ), που συνδέονταν μεταξύ τους με υπόγειες στοές και αποτελούσαν ένα ενιαίο σύνολο. Σκοπός του συγκροτήματος ήταν να εμποδίσει τη διέλευση εχθρικών τμημάτων από σημαντικές οδεύσεις για όσο το δυνατό μεγαλύτερο διάστημα. Τα επιφανειακά έργα, που ονομάζονται ενεργητικά σκέπαστρα, είχαν προορισμό την προστασία των οργάνων πυρός και των μέσων παρατήρησης. Ανάλογα με το όπλο ή το όργανο παρατήρησης που στέγαζαν, τα ενεργητικά σκέπαστρα διακρίνονταν στους παρακάτω τύπους: πολυβολεία, ολμοβολεία, βομβιδοβολεία, παρατηρητήρια, σκέπαστρα προβολέων, σκέπαστρα οπτικών σταθμών κ.ά. Ένα από τα σημαντικότερα ενεργητικά σκέπαστρα ήταν τα πυροβολεία που ανάλογα με την αποστολή τους διακρίνονταν στις εξής κατηγορίες: πλαγιοφύλαξης, αντιαεροπορικά, αντιαρματικά και αντιαρματικά περιπόλια (ενεργητικά σκέπαστρα έξω από το κύριο συγκρότημα των οχυρών). Τα πυροβολεία περιελάμβαναν και όλες τις αναγκαίες εγκαταστάσεις για την εξυπηρέτηση του όπλου: σταθμούς διοίκησης, υπόγειες αποθήκες πυρομαχικών, Πηγή: Λεύκωμα «Ρούπελ, Απρίλιος 1941», Γ.Χαρωνίτης, 2002 Πηγή: Διαδίκτυο παρατηρητήρια, διαβιβάσεις κ.λπ. και συνδέονταν με τα υπόγεια συγκροτήματα με στοές. Τα οχυρά διέθεταν μεγάλα υπόγεια καταφύγια για την ασφαλή διαβίωση της φρουράς, που αποτελούσαν τα έργα διαβίωσης. Υπήρχαν διοικητήρια, θάλαμοι οπλιτών και αξιωματικών, τηλεφωνικά κέντρα, σταθμοί ασυρμάτου, μαγειρεία, αποθήκες (τροφίμων, καυσίμων, πυρομαχικών, μέσων μηχανικού κ.λπ.) που εξασφάλιζαν την αυτάρκεια των οχυρών για 10 μέρες, δεξαμενές νερού, αποχωρητήρια, μηχανοστάσια, σταθμοί πρώτων βοηθειών, στοές επικοινωνίας κ.λπ. Η οχυρωμένη τοποθεσία συμπληρωνόταν από έργα εκστρατείας μεταξύ των οχυρών.

ΣΚΟΠΟΙ ΟΧΥΡΩΣΗΣ-ΤΕΛΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ ΓΡΑΜΜΗΣ Στον Μεσοπόλεμο, η πρωτοβουλία για την έναρξη της οχυρωματικής εργασίας στην Ελλάδα ανήκε στο Γενικό Επιτελείο Στρατού (ΓΕΣ), η δε εργασία μπορεί να διακριθεί σε δύο περιόδους. Στην πρώτη περίοδο (1933 - Αύγουστος 1936), ο σχεδιασμός της οχύρωσης είχε αμυντικό προσανατολισμό με κύριο σκοπό την απόκρουση αιφνιδιαστικής επίθεσης και εξασφάλιση του απαραίτητου χρόνου για την ολοκλήρωση της επιστράτευσης και της συγκέντρωσης του στρατού εκστρατείας. Ο αριθμός των οχυρών που θα κατασκευάζονταν ήταν 15. Η οριστική μορφή, ωστόσο, της οχυρωμένης τοποθεσίας σχηματοποιήθηκε στη δεύτερη περίοδο (Αύγουστος 1936-1941) με την ανάληψη της αρχηγίας του ΓΕΣ από τον Αλέξανδρο Παπάγο, τον Αύγουστο του 1936. Σύμφωνα με τις αποφάσεις του Αλ. Παπάγου, στους σκοπούς της οχυρωμένης τοποθεσίας περιλαμβανόταν, εκτός από αυτούς που είχαν τεθεί την προηγούμενη περίοδο, η δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν τα οχυρά ως τοποθεσία αντίστασης ολόκληρης της Στρατιάς και ως ορμητήριο για την ανάληψη επιθετικής πρωτοβουλίας προς τη Βουλγαρία. Παράλληλα, το κέντρο βάρους της μετατοπίστηκε στην Πηγή: Διαδίκτυο ελληνοβουλγαρική μεθόριο, γιατί θεωρήθηκε ότι δεν υπήρχε κίνδυνος από τη Γιουγκοσλαβία που ήταν σύμμαχος της Ελλάδας στα πλαίσια του Βαλκανικού Συμφώνου. Οι νέοι σκοποί προσδιόρισαν τη μορφή της οχυρωμένης τοποθεσίας. Ο αριθμός των προς κατασκευή οχυρών αυξήθηκε σε 24 (από 15 που ήταν ο αρχικός σχεδιασμός) και για τα περισσότερα ορίστηκε αντοχή σε βολή πυροβολικού διαμετρήματος 220 χιλ. Η κυρίως γραμμή εκτεινόταν από το όρος Μπέλες (Κερκίνη) έως τον ποταμό Νέστο. Ανατολικότερα, στη Δυτική Θράκη, κατασκευάστηκαν δύο οχυρά. Προβλέφθηκε επίσης η κατασκευή προγεφυρωμάτων για τη συγκέντρωση του στρατού εκστρατείας και τη διευκόλυνση ανάληψης επιθετικής δραστηριότητας στην περιοχή Παπάδων (κοντά στο Παρανέστιο), στην Αλεξανδρούπολη και στο Πύθιο, στο νομό Έβρου. Τον Απρίλιο του 1941 ήταν σχεδόν ολοκληρωμένα 21 οχυρά: Ανατολική Μακεδονία Περιοχή Μπέλες : Ποποτλίβιτσα (Παπαδοπούλα), Ιστίμπεη (Οχυρό), Κελκαγιά (Σπανή Πέτρα), Αρπαλούκι (Στήριγμα), Παλιουριώνες. : Ροΰπελ, Καρατάς, Κάλη. : Περσέκ Περιοχή Αγκίστρου Περιοχή Αλή Μπουτούς και Μαΰρο Βουνό (Τσολιάς) Υψίπεδο Κάτιο Νευροκοπίου : Μπαμπαζώρα, Μαλιάγκα, Περιθώρι, Λίσσε (Οχυρό), Παρταλούσκα, Ντάσαβλη, Πυραμοειδές Περιοχή Βώλακα : Καστίλλο, Άγιος Νικόλαος, Μπαρτίσεβα Δυτική Θράκη Ξάνθη : Εχίνος Κομοτηνή : Νυμφαία

Το δίκτυο των οχυρών έμεινε γνωστό στη νεότερη ελληνική ιστορία με τον τίτλο «γραμμή Μεταξά», επειδή η κατασκευή του συντελέστηκε, στο μεγαλύτερο μέρος της, την περίοδο κατά την οποία πρωθυπουργός της Ελλάδας ήταν ο Ιωάννης Μεταξάς. Με αυτόν τον όρο εννοείται το τμήμα της οχύρωσης που κάλυπτε την Ανατολική Μακεδονία (Μπέλες-Νέστος) χωρίς να συμπεριλαμβάνονται τα οχυρά της Δυτικής Θράκης. Στη νέα μορφή της η οχύρωση ανταποκρινόταν πλήρως στην περίπτωση πολέμου με τη Βουλγαρία. Ωστόσο, όλη η τοποθεσία διέτρεχε κίνδυνο υπερκέρασης από τη Γιουγκοσλαβία μέσω της κοιλάδας του Αξιού, η οχύρωση της οποίας προγραμματίστηκε δεύτερη σε σειρά προτεραιότητας. Οι ελλείψεις στην περιοχή αναπληρώθηκαν σε μικρό βαθμό από την κατασκευή οχυρωματικών έργων στα Κρούσια όρη, που, όμως, δεν είχαν την ισχύ της κύριας γραμμής. Στο Μπέλες, επιπλέον, η φύση του ορεινού όγκου, αλλά και η διπλή αποστολή των οχυρών (αμυντική και επιθετική) υπαγόρευαν την κατασκευή τους Πηγή: Λεύκωμα «Ρούπελ, Απρίλιος 1941», Γ.Χαρωνίτης, 2002 πολύ κοντά στα σύνορα (τα Ιστίμπεη και Κελκαγιά απείχαν μόλις 200 μέτρα), γεγονός που τα καθιστούσε εξαιρετικά ευάλωτα, αφού ο εχθρός μπορούσε να καταλάβει άνετα τις θέσεις εφόδου χωρίς να χρειαστεί να διανύσει μεγάλη απόσταση, υφιστάμενος τα πυρά των οχυρών. Πηγή: Λεύκωμα «Ρούπελ, Απρίλιος 1941», Γ.Χαρωνίτης, 2002

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β : ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΧΥΡΩΣΗΣ ΟΡΓΑΝΑ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΟΧΥΡΩΣΕΩΝ Η κατασκευή των οχυρών ανατέθηκε από το ΓΕΣ στην Κεντρική Επιτροπή Οχυρώσεων (ΚΕΟ), υπεύθυνη για τις τακτικές μελέτες (αποστολή οχυρού, σχέδιο πυρός, προσδιορισμός της θέσης των ενεργητικών σκέπαστρων κ.λπ..) και στη Διοίκηση Φρουρίου Θεσσαλονίκης (ΔΦΘ), υπεύθυνη για τις τεχνικές μελέτες (προϋπολογισμοί, κατασκευαστικές μελέτες κ.λπ.) και τη συμπλήρωση των τακτικών μελετών. Οι δύο υπηρεσίες συγκροτήθηκαν το 1935 και εκπονούσαν τις μελέτες τους με βάση τις οδηγίες του ΓΕΣ για τη σύνθεση του κάθε οχυρού. Το έργο της εκτέλεσης των κατασκευών, όπως αναφέρθηκε, ανέλαβε η ΔΦΘ, στην οποία δόθηκε μεγάλη διοικητική και οικονομική δικαιοδοσία. Για τον καταμερισμό της εκτέλεσης Πηγή: περιοδικό «Στρατ.Ιστορία», Σειρά Μεγάλες Μάχες τεύχ.6, «Η Μάχη των Οχυρών» των εργασιών συγκροτήθηκαν στα πλαίσια της ΔΦΘ πέντε Διευθύνσεις Έργων, ανάλογα με τις περιοχές εκτέλεσης των έργων, και αυτές με τη σειρά τους επιφόρτιζαν έναν αξιωματικό έργων με την ευθύνη κατασκευής ενός ή περισσοτέρων οχυρών. Άλλοι φορείς που αναμείχθηκαν στην κατασκευή των οχυρών ήταν το Τμήμα Οχύρωσης του ΓΕΣ, η Επιθεώρησις Μηχανικού, η Επιθεώρησις Υλικού και Τεχνικών Υπηρεσιών Πυροβολικού, το Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο, ενώ πειραματικές κατασκευές εκτελέστηκαν σε διάφορα εργοστάσια. Τα οχυρά που κατασκευάστηκαν διέθεταν πλήρες σύστημα αερισμού με χημικά φίλτρα για προστασία από χημικά αέρια και από αέρια που αναπτύσσονταν κατά τη διάρκεια εκτέλεσης βολής. Ειδική διάταξη ίσχυσε για τη συλλογή και απομόνωση των καλύκων. Οι διαβιβάσεις εντός του οχυρού πραγματοποιούνταν με υπόγειο τηλεφωνικό δίκτυο και φωναγωγούς ενώ με τις μονάδες που βρίσκονταν έξω από τα οχυρά με τηλεφωνικό δίκτυο και οπτικούς τηλέγραφους. Για την εύρυθμη λειτουργία όλων των συστημάτων προβλέφθηκε η χρήση ηλεκτρικής ενέργειας. Η εγκατάσταση όμως των κατάλληλων μηχανημάτων έγινε σε μικρή κλίμακα γιατί έλειπαν οι απαραίτητες πιστώσεις. Στη διάρκεια του πολέμου χρησιμοποιήθηκαν λάμπες πετρελαίου για φωτισμό και χειροκίνηση των μηχανημάτων αερισμού. Το συγκρότημα συμπληρωνόταν από επιφανειακά έργα που εξασφάλιζαν τη διαμονή της φρουράς σε περίοδο ειρήνης. Το προσωπικό της φρουράς των οχυρών ήταν μόνιμο και ειδικά εκπαιδευμένο. Όσον αφορά τον οπλισμό, πρέπει να Πηγή: περιοδικό «Στρατ.Ιστορία», Σειρά Μεγάλες Μάχες τεύχ.6, «Η Μάχη των Οχυρών» τονιστεί ότι δεν έγινε δυνατή η προμήθεια ειδικού οπλισμού οχυρώσεων (οπισθογεμείς όλμοι, πυροβόλα υπό πυργιά κ.ά.) εξαιτίας οικονομικών

προβλημάτων και της απροθυμίας των χωρών παραγωγής να εξάγουν τέτοιο υλικό. Γι' αυτό προκρίθηκε η χρήση υλικού του στρατού εκστρατείας. Η ΔΦΘ ανέλαβε να λύσει τα πρακτικά προβλήματα που ανέκυψαν, με ιδιαίτερα επιτυχημένο τρόπο. Η μορφή των οχυρών δεν έμεινε στατική. Με το πέρασμα του χρόνου έγιναν διάφορες βελτιώσεις ύστερα από πιο εμβριθείς μελέτες και την επίσκεψη Ελλήνων αξιωματικών στη «γραμμή Μαζινό» το 1938: τα φατνώματα και οι θυρίδες βολής επενδύθηκαν με χαλύβδινα πλαίσια, αυξήθηκαν τα συρματοπλέγματα, αντικαταστάθηκαν τα περισσότερα χαρακώματα από υπόγειες στοές, γιατί μπορούσαν να εντοπιστούν εύκολα από αέρος, και κατασκευάστηκαν σύνθετα έργα που στέγαζαν περισσότερα Πηγή: περιοδικό «Πόλεμος & Ιστορία», Αφιέρωμα «Η Μάχη των Οχυρών», Απρ2002 όργανα πυρός ή/και παρατήρησης στο ίδιο σκέπαστρο (πχ. πολυβολείο-πυροβολείο, διπλό πολυβολείο, πυροβολείοπαρατηρητήριο κ.λπ.). Παράλληλα, από το 1937, αποφασίστηκε ότι όλα τα έργα (πυροβολεία, πολυβολεία, κ.λπ.) του ίδιου οχυρού θα είχαν το ίδιο επίπεδο αντοχής, σε αντίθεση με την πρακτική που μέχρι τότε εφαρμοζόταν, και σύμφωνα με την οποία ίσχυαν διαφορετικά επίπεδα αντοχής για λόγους οικονομίας. Σε κάθε οχυρό υπήρχε μία κύρια είσοδος, από την οποία εισέρχονταν η φρουρά και τα αυτοκίνητα και γινόταν η εκφόρτωση των εφοδίων. Σε ορισμένα οχυρά υπήρχε επιπλέον μία βοηθητική. Χαρακτηριστικό των εισόδων ήταν η τέλεια παραλλαγή τους και το γεγονός ότι γίνονταν αντιληπτές μόνον όταν κάποιος πλησίαζε αρκετά κοντά. Σημαντικός νεωτερισμός, τέλος, στα ελληνικά οχυρά ήταν η ύπαρξη δευτερευόντων κρυφών εξόδων που οδηγούσαν σε κρίσιμα σημεία της επιφάνειας του οχυρού. Σκοπός τους ήταν η διενέργεια αντεπίθεσης εναντίον εχθρικών τμημάτων που τυχόν κατάφερναν να ανέλθουν (επικαθίσουν) στην επιφάνεια του οχυρού. Με τον τρόπο αυτό, ο διοικητής του οχυρού μπορούσε να διεξάγει ενεργητική άμυνα χωρίς να εξαρτάται αποκλειστικά από τις εφεδρείες της Διοίκησης. Η ύπαρξη των εξόδων αυτών προκάλεσε την έκπληξη των Γερμανών στη διάρκεια των μαχών. ΕΡΓΑ ΟΔΟΠΟΙΙΑΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑΣ Πηγή: περιοδικό «Πόλεμος & Ιστορία», Αφιέρωμα «Η Μάχη των Οχυρών», Απρ2002 Εκτός των κυρίως εγκαταστάσεων, κατασκευάστηκαν αμαξιτοί οδοί πολλών χιλιομέτρων προκειμένου να μεταφερθούν τα υλικά κατασκευής επί τόπου και να εξασφαλιστεί η συγκοινωνία μεταξύ των οχυρών. Είναι ενδεικτικό ότι στα πλαίσια της οχύρωσης ανοίχτηκαν νέοι δρόμοι μήκους 174.320 μέτρων,

ενώ έγιναν σοβαρές βελτιώσεις σε 83.700 μέτρα του υπάρχοντος δικτύου. Επιπλέον, πραγματοποιήθηκαν αποψιλώσεις και διευθετήσεις εκτάσεων, αντιαρματικά κωλύματα (εμπόδια), κ.λπ. ΔΑΠΑΝΕΣ - ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ - ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ Το κόστος κατασκευής των οχυρών ανήλθε τελικά σε 1.457.975.336 δρχ., γεγονός που δικαιολογείται από τη φύση και τον αριθμό των έργων και από το διπλασιασμό των τιμών των υλικών στη διεθνή αγορά λόγω των παγκόσμιων εξελίξεων. Εντυπωσιακά είναι τα μεγέθη που αφορούν τις εργασίες οχύρωσης: ημερομίσθια 2.856.554 δρχ., Πηγή: Διαδίκτυο στοές 36.500 μέτρων, σκυρόδεμα οπλισμένο 108.000 κυβ.μ., μη οπλισμένο 68.000 κυβ.μ., υπόγειες εκσκαφές 291.000 κυβ.μ., εκσκαφές επιφανείας 616.000 κυβ.μ., εξωτερικά υδραγωγεία 74.000 τρέχ.μ., εσωτερικά υδραγωγεία 14.000 τρέχ.μ., τσιμέντο 66.000 τόνοι. Το πρώτο έργο (σκυρόδετο πολυβολείο) εγκαινιάστηκε από τον Αλ. Παπάγο τον Σεπτέμβριο του 1936 ενώ το καλοκαίρι του 1940 έγινε μια γενική δοκιμή σε έργο που είχε αποπερατωθεί και λειτούργησε ικανοποιητικά. Είναι γεγονός ότι οι δαπάνες οχύρωσης υπήρξαν μεγάλες. Κρίνονται, όμως, μικρές σε σχέση με το μέγεθος και την αρτιότητα της εργασίας που εκτελέστηκε, γεγονός που εξέπληξε τους Γερμανούς. Το σημαντικότερο όμως ήταν ότι η οχύρωση κατάφερε να εγγυηθεί την άμυνα ενός μετώπου συνολικού μήκους περίπου 400 χιλιομέτρων με πολύ μικρό βάθος. Εξυπηρέτησε, έτσι, την αρχή της οικονομίας δυνάμεων επιτρέποντας την ανεμπόδιστη προσήλωση στο μέτωπο της Αλβανίας και τη μετακίνηση μεγάλων στρατιωτικών δυνάμεων προς τα εκεί οι οποίες, σε διαφορετική περίπτωση, θα έμεναν καθηλωμένες στην ελληνοβουλγαρική μεθόριο. Επιπλέον, με τον οπλισμό που αρχικά αγοράστηκε ειδικά για τα οχυρά (κυρίως τα αντιαρματικά πυροβόλα), ενισχύθηκε ο αγωνιζόμενος στην Αλβανία ελληνικός στρατός. Τέλος, αξίζει να εξαρθεί το γεγονός ότι αυτή η τόσο απαιτητική και επίπονη εργασία έγινε αποκλειστικά από Έλληνες στρατιωτικούς και ιδιώτες, είναι δε άξιες επαίνου οι καινοτομίες που επινοήθηκαν για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που ανέκυπταν, γεγονός που παραδέχτηκαν και οι Γερμανοί. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΟΧΥΡΑ ΑΠΟ ΞΕΝΟΥΣ Το αξιόμαχο των οχυρών επισημάνθηκε από πολλές πλευρές. Γάλλος αξιωματικός, στον οποίο επιτράπηκε η επίσκεψη σε ανταπόδοση της αντίστοιχης που είχε πραγματοποιηθεί από Έλληνες αξιωματικούς στη «γραμμή Μαζινό» με άδεια της γαλλικής κυβέρνησης, εκφράστηκε με κολακευτικά λόγια για το έργο οχύρωσης, χαρακτηρίζοντας ως καινοφανείς ορισμένες διατάξεις και επενδύσεις. Πρόσθεσε μάλιστα ότι θα έκανε ιδιαίτερη έκθεση στην κυβέρνηση του για τις οχυρώσεις αυτές. Τα οχυρά επισκέφτηκαν επίσης Τούρκοι αξιωματικοί, λόγω των τότε καλών σχέσεων των δύο χωρών και εκφράστηκαν το ίδιο κολακευτικά. Ο μεγαλύτερος έπαινος, πάντως, ήταν αυτός των Γερμανών.

Πηγή: περιοδικό «Πόλεμος & Ιστορία», Αφιέρωμα «Η Μάχη των Οχυρών», Απρ2002 Εντυπωσιασμένοι από την αντίσταση των οχυρών, οι διοικητές των μεγάλων μονάδων που πολέμησαν στο μέτωπο της Α. Μακεδονίας και Δ. Θράκης, εκφράστηκαν με τα κολακευτικότερα λόγια για την ελληνική οχύρωση. Στα τέλη Μαΐου 1941, έφθασαν στην Ελλάδα ο Στρατηγός Σνάιντερ, ο Συνταγματάρχης Σράιμπερ και ο Ταγματάρχης Θεοχάρης απεσταλμένοι του Επιτελείου της Ανωτάτης Διοίκησης του Γερμανικού Στρατού, για να μελετήσουν την ελληνική οχυρωματική γραμμή και τα συστήματα άμυνας. Η γερμανική επιτροπή παρέμεινε στην Ανατολική Μακεδονία για έξι εβδομάδες και συναντήθηκε με όλους τους διοικητές των γερμανικών μονάδων που επιτέθηκαν κατά των οχυρών και με Έλληνες ανώτερους αξιωματικούς της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, που είχαν μετάσχει στην κατασκευή των έργων. Σημειώνεται ότι οι ίδιοι Γερμανοί αξιωματικοί είχαν εξετάσει όλες τις ευρωπαϊκές οχυρωματικές γραμμές στις κατεχόμενες χώρες. Το συμπέρασμα της επιτροπής, όπως εκφράστηκε από τον Στρατηγό Σνάιντερ, ήταν ότι το σύστημα της ελληνικής οχύρωσης αποτελούσε τον χρυσό μέσο όρο μεταξύ του γαλλικού συστήματος και των συστημάτων άλλων κρατών και ήταν το πλέον κατάλληλο για ορεινά εδάφη όπως τα ελληνικά. Αιτιολογώντας την άποψη του, ο Στρατηγός ανέφερε ότι η γαλλική οχύρωση χαρακτηριζόταν από υπερβολική κάλυψη, υπερβολική φροντίδα για την άνεση και την ευζωία του προσωπικού και από ποσότητα οπλισμού δυσανάλογα μικρή σε σχέση με την υπόγεια έκταση των οχυρών και τα διατεθέντα χρηματικά ποσά. Αντίθετα, η οχύρωση άλλων κρατών χαρακτηριζόταν από ανεπαρκή κάλυψη, ανεπαρκή φροντίδα για τη ζωή του προσωπικού και, σε κάποιες περιπτώσεις, δυσανάλογα μεγάλο αριθμό όπλων σε σχέση με τον αριθμό των έργων. Πρόσθετε δε ότι αν και σκοπός της οχύρωσης ήταν η απόκρουση βουλγαρικής επίθεσης, αποδείχτηκε, ωστόσο, ισχυρή και για τα μέσα του γερμανικού στρατού. Σχετικά με την αντοχή των έργων, ο Γερμανός Στρατηγός ανέφερε επίσης ότι κατά τη διάρκεια των επισκέψεων του στη γραμμή παρατήρησε πως πολλά έργα είχαν Πηγή: περιοδικό «Πόλεμος & Ιστορία», Αφιέρωμα «Η Μάχη των δεχθεί βόμβες Οχυρών», Απρ2002 αεροπλάνων και οβίδες πυροβολικού με μόνο αποτέλεσμα κάποιες αποφλιώσεις και ελαφρές ρωγμές, οι οποίες δεν επηρέασαν την εκτέλεση της αποστολής τους. Παρατήρησε ακόμα ότι και τα έργα που είχαν δεχτεί τις βολές βαρέων πυροβόλων ευθυτενούς τροχιάς εκ του σύνεγγυς, παρά τις ζημιές που είχαν υποστεί στα

φατνώματα, δεν είχαν χάσει τη μαχητική τους αξία καθώς μπορούσαν κάλλιστα να χρησιμοποιηθούν, αν γινόταν αντικατάσταση του κατεστραμμένου οπλισμού και των στρατιωτών που είχαν τεθεί εκτός μάχης. Κοινή ήταν η πεποίθηση όλων ότι ο βουλγαρικός στρατός ποτέ δεν θα πετύχαινε τη διάσπαση της γραμμής. Θαυμασμό και έκπληξη προκάλεσε επίσης η ύπαρξη των κρυφών εξόδων που οι Γερμανοί δεν είχαν συναντήσει σε καμιά άλλη οχύρωση. Επιπλέον, εντύπωση προξένησε το χαμηλό, σχετικά, κόστος και το μικρό χρονικό διάστημα κατασκευής των οχυρών. Η τεχνική απόκρυψη και παραλλαγή (οι Γερμανοί δεν κατόρθωσαν να εντοπίσουν πριν την έναρξη των επιχειρήσεων τα φατνώματα των ελληνικών οχυρών), το σύστημα μυστικότητας (οι Βούλγαροι δεν είχαν πληροφορίες για τα οχυρά), η άριστη ποιότητα σκυροδέματος, η έλλειψη ειδικού οπλισμού οχύρωσης και η τέλεια προσαρμογή του οπλισμού του στρατού εκστρατείας ήταν μερικά ακόμα από τα στοιχεία που εντυπωσίασαν τους Γερμανούς. Πηγή: περιοδικό «Πόλεμος & Ιστορία», Αφιέρωμα «Η Μάχη των Οχυρών», Απρ2002

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ ΑΜΥΝΤΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ Ένα από τα κύρια θέματα, που αφορούν τη σύγκρουση αυτή, αποτελεί και η απόφαση για ανάπτυξη των περιορισμένων δυνάμεων του Μακεδονικού Μετώπου σε δύο ξεχωριστές αμυντικές γραμμές. Το ιστορικό αυτής της απόφασης είναι αρκετά σύνθετο, αλλά ταυτόχρονα τόσο σημαντικό, ώστε αξίζει να γίνει μία σύντομη αναφορά στο στρατηγικό προοίμιο της μάχης. Η απόφαση να διατηρηθεί το μέτωπο Ανατολικής Μακεδονίας (γραμμή όρ. Μπέλες ποτ. Νέστος) ελήφθη (τουλάχιστον κατά την ελληνική πλευρά) στις 2 Μαρτίου 1941 μετά από κοινή Ελληνοβρετανική σύσκεψη. Επρόκειτο για τον μοναδικό συμβιβασμό, στον οποίο μπόρεσαν να καταλήξουν Έλληνες και Βρετανοί, εξαιτίας των διαφορετικών τους απόψεων, τόσο έντονων, ώστε προς στιγμή τέθηκε σε κίνδυνο η γενικότερη συνεργασία. Ο διοικητής μάλιστα του Τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας (ΤΣΑΜ), αντιστράτηγος Κωνσταντίνος Μπακόπουλος, σε αναφορά του προς το Γενικό Στρατηγείο, χαρακτήρισε τις διαφωνίες με τους Βρετανούς τόσο «θερμές», ώστε να ελλοχεύει ο κίνδυνος να διαταραχθούν οι καλές σχέσεις μεταξύ των δύο συμμάχων. Εξαρχής, το ασθενέστερο σημείο της αμυντικής γραμμής του Μακεδονικού Μετώπου ήταν οι προσβάσεις της κοιλάδας του ποτ. Αξιού προς τη Θεσσαλονίκη μέσω της Γιουγκοσλαβίας. Κατά συνέπεια, το αριστερό πλευρό της γραμμής αυτής ήταν απόλυτα εξαρτημένο από τη στάση που θα τηρούσε η Γιουγκοσλαβία. Εάν οι Γιουγκοσλάβοι αποφάσιζαν να μην αντισταθούν ή αδυνατούσαν να συγκρατήσουν τους Γερμανούς, οι αμυνόμενοι στη γραμμή Μπέλες-Νέστος θα πολεμούσαν υπό την απειλή υπερφαλάγγισης από τα αριστερά και περικύκλωσης. Ο μόνος τρόπος για να εξασφαλισθεί αυτό το πλευρό ήταν η άμεση ενίσχυση του με νέες δυνάμεις και βαρύ πυροβολικό. Δεδομένης της αδυναμίας ενίσχυσης του, η απόφαση να παραμείνει το ΤΣΑΜ, και να πολεμήσει, σήμαινε πρακτικά ότι δεν υπήρχε καμία ελπίδα να επιτύχει τους αντικειμενικούς του στόχους. Κατά τον διοικητή του, αντιστράτηγο Μπακόπουλο, η μοναδική ελπίδα του ΤΣΑΜ να κρατήσει τη γραμμή Μπέλες - Νέστος ήταν η ισχυρή ενίσχυση του. Στις 23 Μαρτίου, ζήτησε να επιτραπεί στο ΤΣΑΜ να αντιτάξει σοβαρή αντίσταση, έστω και με την παροχή του ελάχιστου των ενισχύσεων, Πηγή: Λεύκωμα «Ρούπελ, Απρίλιος 1941», Γ.Χαρωνίτης, 2002 Πηγή: Λεύκωμα «Ρούπελ, Απρίλιος 1941», Γ.Χαρωνίτης, 2002 συμπεριλαμβανομένων και της 19ης Μηχανοκίνητης Μεραρχίας, 6-8 ταγμάτων πεζικού, καθώς και αεροσκαφών, αντιαεροπορικών και αντιαρματικών όπλων. Τα περισσότερα όμως από αυτά απλά δεν υπήρχαν και ουσιαστικά μόνο η απόλεμη 19η Μεραρχία

Πεζικού μπόρεσε να ενισχύσει το αριστερό πλευρό του ΤΣΑΜ. Όταν, μετά την προσχώρηση της Γιουγκοσλαβίας στο Τριμερές Σύμφωνο, στις 25 Μαρτίου, ο Μπακόπουλος ζήτησε να υποχωρήσει νοτιοδυτικά της γραμμής του ποτ. Αλιάκμονα, η απάντηση του Παπάγου ήταν σαφής: «Δεν αναμένουμε από το ΤΣΑΜ να κάνει θαύματα, αλλά απλώς να διαφυλάξει την τιμή της Ελλάδος». Για τις ελληνικές δυνάμεις ήταν πιο σημαντικό να πέσουν πολεμώντας, παρά να αντιμετωπίσουν την ταπείνωση μιας υποχώρησης προ των ηττημένων Ιταλών. Αυτό όμως καθιστούσε αδύνατη οποιαδήποτε απαγκίστρωση δυνάμεων από το μέτωπο της Ηπείρου προς ενίσχυση του αγώνα εναντίον των Γερμανών. Η βρετανική πρόταση να σχηματισθεί μια αμυντική γραμμή νοτιότερα, στη γραμμή όρ. Καϊμακτσακλάν ορ. Βέρμιο ποτ. Αλιάκμονας ήταν η πιο ορθή, με καθαρά στρατιωτικά κριτήρια, αφού προσέφερε περιορισμό του μετώπου και καταλληλότερο έδαφος για άμυνα. Δεν άφηνε όμως καθόλου περιθώρια επιλογής στον αρχιστράτηγο Παπάγο, ο οποίος ούτε μπορούσε να εγκαταλείψει αφύλακτα τα πλευρά του ΤΣΑΜ και του μετώπου της Ηπείρου, για να περιορίσει το εύρος του μετώπου στην κεντρική Ελλάδα, ούτε διέθετε τις απαιτούμενες δυνάμεις για να σταματήσει τους Γερμανούς σε τόσο ευρύ μέτωπο, χωρίς μάλιστα τη βοήθεια της Γιουγκοσλαβίας και της Τουρκίας και, κυρίως, χωρίς ουσιαστική βρετανική παρέμβαση. Άλλωστε, από ελληνικής πλευράς, ήταν αδιανόητη η εγκατάλειψη των οχυρών, όπως απαιτούσαν επίμονα οι Βρετανοί, διότι αφενός η κατασκευή τους είχε ξεκινήσει μόλις το 1936, με τεράστιες οικονομικές θυσίες, αφετέρου κάτι τέτοιο θα σήμαινε την παράδοση της Μακεδονίας και της Θράκης αμαχητί στους Βουλγάρους, ακριβώς για την αντιμετώπιση των οποίων είχε κατασκευαστεί το τεράστιο αυτό αμυντικό έργο. Οι Γερμανοί δεν αντιπροσώπευαν παρά έναν περιστασιακό εχθρό. Οι Βούλγαροι, όμως, μόλις πριν από 25 έτη είχαν διεξαγάγει σκληρό αγώνα για αυτή την περιοχή και θεωρούσαν την πρόσβαση τους στο Αιγαίο ως διαρκή στρατηγικό στόχο. Οι οχυρώσεις της Γραμμής Μεταξά, κατά μήκος των ελληνοβουλγαρικών συνόρων, αποσκοπούσαν στην εξάλειψη ακριβώς αυτού του διαρκούς κινδύνου. Η γραμμή, συνολικού μήκους 170 χλμ, από τον Αξιό ποταμό έως τον Νέστο ποταμό, αποτελείτο από υπόγεια οχυρά συγκροτήματα με μόνιμα αμυντικά έργα επιφανείας, πολυβολεία, αντιαρματικά εμπόδια και προστατευμένα ναρκοπέδια. Το κύριο τμήμα των οχυρώσεων προστάτευε την στενωπό του ποταμού Στρυμόνα, η οποία οδηγεί στο υψίπεδο του Νευροκοπίου και αποτελεί τη συνήθη οδό εισβολής από Βορρά εναντίον της κεντρικής Μακεδονίας (διάβαση Ρούπελ ή Η κοιλάδα του Στρυμόνα όπως φαίνεται σήμερα από το οχ. Ρούπελ Πηγή: Λεύκωμα «Ρούπελ, Απρίλιος 1941», Γ.Χαρωνίτης, 2002 Κλειδί, επί Βυζαντίου). Αυτό το μέτωπο, μήκους 80 χλμ, καλυπτόταν από 19 κύρια συγκροτήματα, 34 κεντρικά οχυρά και περίπου 600 πολυβολεία. Τα οχυρά προσέφεραν άριστη προστασία στους αμυνόμενους και η κατασκευή τους αποδείχτηκε ανώτερη από κάθε άλλη οχύρωση αυτού του είδους. Σε αυτό συνετέλεσε η σχεδίαση των οχυρώσεων και των έργων επιφανείας, τα οποία έκαναν την καλύτερη δυνατή εκμετάλλευση των εδαφικών χαρακτηριστικών. Ανησυχώντας, λοιπόν, ο Παπάγος για τη διφορούμενη στάση της Γιουγκοσλαβίας, υποστήριξε ότι το μεικτό «Συγκρότημα W» (Συμμαχικές δυνάμεις και ελληνικές μονάδες) θα έπρεπε να αναπτυχθεί σε πολύ προωθημένη θέση, ώστε αφενός να προσφέρει πλευρική κάλυψη στο ΤΣΑΜ προς τα ανατολικά και αφετέρου

να διατηρεί επαφή με το Αλβανικό Μέτωπο προς τα δυτικά. Όταν κατέρρευσε η Γιουγκοσλαβία, οι φόβοι αυτοί επρόκειτο να επαληθευτούν, αλλά σε κάθε περίπτωση εύκολη λύση για την άμυνα όλων των μετώπων της Ελλάδας δεν υπήρχε. Εκτός όμως των πολιτικών ή στρατηγικών προτεραιοτήτων, και από τεχνικής πλευράς, οι δυνατότητες απαγκίστρωσης του ΤΣΑΜ στις λίγες μόνο ημέρες που απέμεναν μέχρι την εκδήλωση της γερμανικής επίθεσης ήταν μηδαμινές. Τα μεταφορικά μέσα ήταν ελάχιστα και, ακόμη και αν μια τέτοια απόφαση είχε ληφθεί ήδη από τα μέσα Μαρτίου, η επαναδιάταξη όλων των δυνάμεων του ΤΣΑΜ προς τα νοτιοδυτικά θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί εσπευσμένα, επιτρέποντας την κατασκευή πρόχειρων μόνο αμυντικών έργων στις νέες θέσεις. Αλλά ούτε και ο χρόνος αυτός ήταν διαθέσιμος. Οι στρατηγικές επιλογές των Βρετανών αποδεικνύουν ότι μέχρι την τελευταία στιγμή βασίζονταν στην προσχώρηση της Γιουγκοσλαβίας ή ακόμη και της Τουρκίας στον αγώνα κατά του Άξονα. Η Βρετανία, μάλιστα, με την - περιορισμένη έστω - υποστήριξη που παρείχε προς την Ελλάδα, φρόντιζε ώστε να μη συνάψει συνθήκη κάποιας μορφής με τον Άξονα και να συνεχίσει να καθηλώνει μεγάλες ιταλικές δυνάμεις στην Αλβανία, μακριά από το μέτωπο της Αφρικής. Η θέση της Βρετανίας εκείνη την περίοδο ήταν τόσο κρίσιμη, ώστε προτιμούσε να κρατήσει την Ελλάδα στον πόλεμο, ακόμα και χωρίς βοήθεια από τη Γιουγκοσλαβία ή την Τουρκία, θυσιάζοντας μέχρι και τις δικές της δυνάμεις που θα έστελνε εκεί, από το να επιτρέψει να προελάσουν αμαχητί οι Γερμανοί και να εγκατασταθούν ανενόχλητοι απέναντι από το Λιβυκό πέλαγος και το λιμάνι της Αλεξάνδρειας. Όταν, όμως, κατέστη φανερό πως οι διπλωματικές της προσπάθειες προς τη Γιουγκοσλαβία και την Τουρκία δεν θα καρποφορούσαν, ήταν πλέον αργά για όλους να τροποποιήσουν τα σχέδια τους. Ένα μεγάλο μέρος των βρετανικών δυνάμεων βρισκόταν ακόμη στα νότια της Ελλάδας, καθ' οδόν προς το Μακεδονικό Μέτωπο, οι Γερμανοί, ήδη ανεπτυγμένοι στη Βουλγαρία, δεν επρόκειτο να αναστείλουν την επίθεση τους, ενώ οι Έλληνες δεν μπορούσαν να δεχθούν κανένα γερμανικό συμβιβασμό που δεν θα περιελάμβανε την πλήρη αποχώρηση των Ιταλών από την Αλβανία. Πηγή: Λεύκωμα «Ρούπελ, Απρίλιος 1941», Γ.Χαρωνίτης, 2002 ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΣΥΜΜΑΧΙΚΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ Αναπόφευκτα, καθίσταται αναγκαία μία ευρύτερη σύγκριση των δύο αντιπάλων, καθόσον μάλιστα και ποιοτικά οι αντίπαλες δυνάμεις παρουσίαζαν μεγάλες ανισότητες.

Ο Ελληνικός Στρατός στη Μακεδονία εμφάνιζε σημαντικές ελλείψεις σε επιτελικούς αξιωματικούς λόγω των αναγκών του Αλβανικού Μετώπου. Από την άλλη πλευρά, βέβαια, τόσο το ηθικό όσο και οι ικανότητες των περισσότερων εφέδρων αξιωματικών, οι οποίoι αντιπροσώπευαν περίπου το 80% του συνόλου, ήταν άριστα και στην πράξη αποδείχθηκαν αντάξιοι των περιστάσεων, παρά τις αντιξοότητες κάτω από τις οποίες ανέλαβαν το διοικητικό τους έργο. Τα ελληνικά τάγματα ήταν μειωμένης δύναμης και σε ελάχιστες περιπτώσεις υπερέβαιναν τους 500 άνδρες, ενώ πολλοί διοικητές λόχων είχαν μόλις αποφοιτήσει από τις στρατιωτικές σχολές. Τα οχυρά σε πολλές περιπτώσεις είχαν απογυμνωθεί εξ ολοκλήρου από βαρέα όπλα, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα αναπλήρωσης ή αντικατάστασης τους αν και την τελευταία στιγμή πραγματοποιήθηκαν κάποιες προσπάθειες για να επιστραφούν τουλάχιστον τα αντιαεροπορικά πυροβόλα που είχαν μεταφερθεί στο Αλβανικό Μέτωπο. Η δίοδος του Αξιού - το πιο ευάλωτο σημείο του μετώπου - διέθετε στις 6 Απριλίου μόλις 13 ιταλικά αντιαρματικά των 47 χιλ, προερχόμενα από λάφυρα, αντί των 30 που προέβλεπε το αμυντικό σχέδιο, και αυτά χωρίς εκπαιδευμένα πληρώματα. Σοβαρότερο ακόμη πρόβλημα συνιστούσε η κατάσταση των πυρομαχικών, τα αποθέματα των οποίων ήταν τόσο μικρά, ώστε στις πεδινές πυροβολαρχίες θα επαρκούσαν μόνο για λίγες ημέρες αγώνα υπό συνθήκες σύγχρονου πολέμου. Οι περισσότερες πυροβολαρχίες είχαν στη διάθεση τους περίπου 100-150 βλήματα ανά πυροβόλο, με μόνη εξαίρεση τις πυροβολαρχίες θέσης των οχυρών, οι οποίες διέθεταν κατά μέσο όρο 1.000 βλήματα ανά πυροβόλο (ενώ το σχέδιο προέβλεπε 2.500). Η αναχορηγία σε πυρομαχικά ελαφρών όπλων είχε μειωθεί στο 35% του προβλεπόμενου, ενώ τα μεταφορικά και επικοινωνιακά μέσα απουσίαζαν εντελώς. Τέλος, τακτικές εφεδρείες και μονάδες υποστήριξης υπήρχαν μόνο κατ' όνομα, ενώ δεν υφίστατο καμία απολύτως στρατηγική εφεδρεία. Το θετικότερο στοιχείο από ελληνικής πλευράς έγκειτο στο φρόνημα των ελληνικών στρατευμάτων, το οποίο ήταν ιδιαίτερα υψηλό, ιδίως στις μονάδες που υπηρετούσαν τα οχυρά της Γραμμής Μεταξά. Οι περισσότεροι από τους υπερασπιστές των οχυρών δεν έτρεφαν αυταπάτες για την επικείμενη επίθεση, καθώς η διαφορά δυναμικού μεταξύ των δύο αντιπάλων ήταν προφανής. Άλλωστε, οι επιτυχίες του Γερμανικού Πηγή: Λεύκωμα «Ρούπελ, Απρίλιος 1941», Γ.Χαρωνίτης, 2002 Στρατού εναντίον των οχυρώσεων της Γαλλίας και του Βελγίου είχαν ήδη γίνει γνωστές (εξ ου και η επιμονή για τη φύλαξη των νώτων των οχυρών από πιθανή επίθεση αλεξιπτωτιστών). Στην περίπτωση αυτή, όμως, επρόκειτο για τη διαφύλαξη του «Έπους της Αλβανίας», του μεγάλου θριάμβου των Ελλήνων. Η ψυχολογική ανάγκη για στρατιωτική επιτυχία πήγαζε και από τις πρόσφατες μνήμες της εποχής: ο τελευταίος πόλεμος της Ελλάδας είχε καταλήξει στην ολοκληρωτική καταστροφή του 1922, με αποτέλεσμα η απόκρουση της ιταλικής επίθεσης το 1940 και η ανακατάληψη ελληνικών εδαφών μέσα στην Αλβανία να αντιπροσωπεύει εκείνη τη στιγμή την ανακούφιση και την αποκάθαρση από την ταπείνωση. Εξαιρέσεις από τον κανόνα υπήρξαν, ιδίως μάλιστα σε μονάδες δευτερευόντων μετώπων, όπως της δυτικής Θράκης, καθώς και στις XII και 20ή Μεραρχίες στη γραμμή του Βερμίου, των οποίων το μεν έμψυχο υλικό απαρτιζόταν

από οποιονδήποτε είχε την ικανότητα να φέρει όπλο, ο δε εξοπλισμός από ότι πιο απαρχαιωμένο διατίθετο σε υλικό. Η μαχητική ικανότητα αυτών των μονάδων θεωρήθηκε μειωμένη, παρά το γεγονός ότι τα στρατεύματα τους σε ελάχιστες περιπτώσεις εγκατέλειψαν το πεδίο της μάχης χωρίς να πολεμήσουν. Οι βρετανικές μονάδες από την πλευρά τους ήταν σχετικά καλά εξοπλισμένες και, το κυριότερο, εμπειροπόλεμες. Το κύριο μειονέκτημα που παρουσίαζαν έγκειτο στον εξοπλισμό τους, ο οποίος ήταν μάλλον ακατάλληλος για ορεινό αγώνα και επιπλέον ταλαιπωρημένος. Αυτό δημιούργησε σοβαρά προβλήματα στον εφοδιασμό των μάχιμων μονάδων τους, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του βρετανικού Μηχανικού, το οποίο διάνοιγε συνεχώς αμαξιτές οδεύσεις πίσω από τις αμυντικές θέσεις, και παρά την ενοικίαση ημιόνων και ημιονηγών από τους ντόπιους αγρότες. Επίσης, το μεγαλύτερο μέρος του στρατού τους (το μεγαλύτερο μέρος του Πεζικού) αποτελείτο από Αυστραλούς και Νεοζηλανδούς, οι οποίοι έχαιραν μεγάλης εκτίμησης με ταξύ των Ελλήνων συμπολεμιστών τους και ήταν γνωστοί για τη σταθερότητα και τη συνοχή τους κάτω από αντίξοες συνθήκες. Τέλος, η RAF στην Ελλάδα αριθμούσε περίπου τα 80 επιχειρησιακά αεροσκάφη σε τέσσερις μοίρες βομβαρδιστικών (την 11η, 84η: 113 και τη 211 με ελαφρά βομβαρδιστικά τύπου Βlenhein MK1), την 30ή Μοίρα Δίωξης (με καταδιωκτικά Βlenhein }, τρεις μοίρες μονοκινητήριων καταδιωκτικών Πηγή: Διαδίκτυο Πηγή: Διαδίκτυο (την 33η με Haricane και τις 80ή και 112 με Gladiator), καθώς και τρεις μοίρες βομβαρδισμού νυκτός με Wellington, οι οποίες όμως επιχειρούσαν από βάσεις της Αιγύπτου. Η RAF διέθετε πλέον λιγότερα από 20 επιχειρησιακά αεροσκάφη, κυρίως δίωξης, αφού δεν είχε τη δυνατότητα να αναπληρώσει τις απώλειες των πολωνικής, γαλλικής και γερμανικής προέλευσης αεροσκαφών της. Πηγή: Διαδίκτυο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ Η ΕΠΙΘΕΣΗ Τις πρώτες πρωινές ώρες της 6ης Απριλίου 1941, τα προκεχωρημένα τμήματα του ΤΣΑΜ άρχισαν να παρατηρούν ισχυρές ενδείξεις, οι οποίες οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι η εχθρική επίθεσ ήταν θέμα ωρών. Όλες οι καταστροφές και υπονομεύσεις οδών και σιδηροδρομικών γραμμών είχαν εκτελεσθεί κανονικά ήδη από τη 01.00. Γύρω στις 02.00 αναφέρθηκαν από τις σκοπιές στο όρος Μπέλες κινήσεις στρατιωτών με λευκή παραλλαγή, οι οποίοι διείσδυσαν ανάμεσα στα φυλάκια με συνοδεία Βουλγάρων οδηγών που γνώριζαν καλά την περιοχή. Στις 05.15 ή 05.20 κατά τους Γερμανούς, εκδηλώθηκε η πρώτη επίθεση εναντίον ελληνικών φυλακίων παρατήρησης στο όρος Μπέλες, προς τα βόρεια του τομέα Κρουσίων. Τα εχθρικά τμήματα διείσδυσαν σε βάθος 3-5 χιλ ανάμεσα στα φυλάκια και παρά την επιφυλακή αιφνιδίασαν και αιχμαλώτισαν τον 7ο Λόχο/11 Τάγματος κοντά στο χωριό Καστανούσα. Η αμυντική γραμμή ξεκινούσε περίπου 1 χιλ πίσω από τη μεθόριο, αλλά δεν υπήρχαν μόνιμες οχυρώσεις, καθώς οι ελληνικές δυνάμεις θεωρούσαν το έδαφος εξαιρετικά δύσβατο και άρα κατάλληλο για άμυνα. Στις 05.30, ο πρέσβης της Γερμανίας στην Ελλάδα, πρίγκιπας Ερμπαχ, επισκέφθηκε τον Έλληνα πρωθυπουργό, Α. Κορυζή, και του επέδωσε νότα (όχι τελεσίγραφο ή επίσημη κήρυξη πολέμου), η οποία αποτελούσε καθαρή υποκρισία, Συγκεκριμένα, οι Γερμανοί κατηγορούσαν την Ελλάδα ότι αγνόησε τις εκκλήσεις της Γερμανίας για τήρηση ουδετερότητας και προσέθεταν ότι η γερμανική επίδεση δεν είχε ως στόχο τους Έλληνες αλλά τις βρετανικές δυνάμεις που στάθμευαν εκεί, οπότε ουσιαστικά προσέφεραν στην Ελλάδα χάρη! Η ΕΠΙΘΕΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΔΥΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ ΤΟΥ ΤΣΑΜ Στο 18ο ΣΣ είχε ανατεθεί η διάσπαση της «Γραμμής Μεταξά», ώστε να διανοιχθεί δρόμος για τις ταχυκίνητες μονάδες, Οι οποίες θα καταλάμβαναν τη Θεσσαλονίκη και θα απειλούσαν από Ανατολάς τις αμυντικές θέσεις των συμμάχων κατά μήκος του Αξιού ποταμού. Στην πραγματικότητα, όμως, συνέβη μάλλον το αντίθετο, αφού οι αμυντικές δέσεις των προσβάσεων προς τη Θεσσαλονίκη άντεξαν λιγότερο από τα οχυρά και με ελάχιστο συγκριτικά κόστος για τους Πηγή: περιοδικό «Πόλεμος & Ιστορία», Αφιέρωμα «Η Μάχη των Οχυρών», Απρ2002 Πηγή: Διαδίκτυο επιτιθέμενους. Αποδείχθηκε, λοιπόν, ότι η επίθεση κατά των οχυρών δεν ήταν καν αναγκαία. Εάν, μάλιστα, δεν

υπογραφόταν η συνθηκολόγηση του ΤΣΑΜ, όταν καταλήφθηκε η Θεσσαλονίκη στις 9 Α πριλίου, τα υπόλοιπα οχυρά της «Γραμμής Μεταξά» θα είχαν σίγουρα υπερφαλαγγισθεί από Δυσμάς. Η κυρίως επίθεση έλαβε χώρα στο δεξιό πλευρό των Γερμανών, εναντίον του τομέα Κρουσίων με αιχμή της (από Δυσμάς προς Ανατολάς) τη 2η Τεθωρακισμένη Μεραρχία (μέσω Γιουγκοσλαβίας) και την 6η Μεραρχία Ορεινών Κυνηγών (ΜΟΚ), καθώς και με κάποια στοιχεία της 5ης ΜΟΚ. Τα υπόλοιπα τμήματα της 5ης ΜΟΚ επιτέθηκαν κατά των κεντρικών οχυρών Ιστίμπεη, Κελκαγιά και Αρπαλούκι και αργότερα κατά του οχυρού Παληουριώνες. Το ενισχυμένο 125 Σύνταγμα Πεζικού ήταν η μονάδα που ανέλαβε να εκπορθήσει τη δίοδο του ποταμού Στρυμόνα με τα οχυρά του, Ρούπελ και Καρατάς. (Η μονάδα αυτή θεωρείτο ειδική σε τέτοιου είδους εφόδους εναντίον οχυρώσεων και είχε ήδη χρησιμοποιηθεί στη Γαλλία). Το αριστερό των επιτιθέμενων θα κάλυπτε η 72η Μεραρχία Πεζικού, η οποία είχε ως αντικειμενικό στόχο το οροπέδιο του Νευροκοπίου με τα διάφορα οχυρά του. Τα στενά του Ρούπελ αποτελούσαν ένα σχεδόν ανυπέρβλητο εμπόδιο, αφενός λόγω του εδάφους και της στενότητας του μετώπου και αφετέρου λόγω των ισχυρών αμυντικών έργων. Η αρχική επίθεση στη διάβαση αυτή είχε ανατεθεί σε ένα εξειδικευμένο καταδρομικό απόσπασμα 60 ανδρών (του 8ου Λόχου του Συντάγματος Βrandenburg), οι οποίοι, ενδεδυμένοι με ελληνικές στολές, θα προσπαθούσαν να διεισδύσουν με φουσκωτές βάρκες και να κυριεύσουν τις γέφυρες του Στρυμόνα, πριν γίνουν αντιληπτοί. Τελικά, το καταδρομικό τμήμα δεν κατόρθωσε να συγκεντρωθεί εγκαίρως και την επιδρομή ανέλαβε μια μικρότερη ομάδα 14 ανδρών - συν τον διοικητή - με τρεις φουσκωτές βάρκες. Προτού, όμως, προλάβει να επιτεθεί, έγινε αντιληπτή στα στενά του Στρυμόνα και εξουδετερώθηκε. Πιστεύεται ότι μόλις τρεις κατάφεραν να διασωθούν. Απέναντι στις δυνάμεις του τομέα αυτού (από Δυσμάς προς Ανατολάς) βρίσκονταν ανεπτυγμένες: η XVIII ΜΠ στα Κρούσια και στην οροσειρά του Μπέλες, με τρεις υποτομείς, Ροδόπολης, Ρουπέσκο και θύλακα, και νοτιότερα, προς το Κιλκίς, η 19η Μηχανοκίνητη Μεραρχία. Το κεντρικό οχυρό του Ρούπελ υπεράσπιζε η XIV ΜΠ (τομείς Σιδηροκάστρου και Καραντάγ), ενώ η VII ΜΠ προάσπιζε το μέτωπο από το οροπέδιο Νευροκοπίου (τομείς Φαλακρού και Τουλούμπαρ) μέχρι και την πόλη και το λιμάνι της Καβάλας (τομέας Παρανεστίου). Τέλος, οι Ταξιαρχίες Νέστου και Εβρου θα κάλυπταν το άκρο δεξιό έως τα σύνορα με την Τουρκία. ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΣΤΑ ΚΡΟΥΣΙΑ Πηγή: Λεύκωμα «Ρούπελ, Απρίλιος 1941», Γ.Χαρωνίτης, 2002 Η επίθεση εναντίον του δυτικού τομέα εκδηλώθηκε στις 05.30, σε μεγάλο εύρος 40 χιλ. Το VIII Σώμα Αεροπορίας της Luftwaffe ήταν ο προπομπός της επίθεσης κατά του ΤΣΑΜ, ενώ οι βομβαρδισμοί συγκεκριμένων αμυντικών θέσεων ξεκίνησαν από τις 06.00. Κύριοι στόχοι ήταν τα διάφορα αμυντικά έργα γύρω από τη δίοδο του Ρούπελ, καθώς και οι μονάδες υποστήριξης του ΤΣΑΜ στα μετόπισθεν. Οι επιθέσεις πραγματοποιήθηκαν κυρίως από βομβαρδιστικά κάθετης

εφόρμησης STUKAS, τα οποία μέσα σε διάστημα δύο ωρών εξαπέλυσαν τέσσερις διαδοχικούς βομβαρδισμούς. Ταυτόχρονα, ολόκληρο το μέτωπο σφυροκοπείτο από το γερμανικό πυροβολικό. Η επίθεση στην οροσειρά Μπέλες ξεκίνησε ευοίωνα για τους Γερμανούς, οι οποίοι μέχρι τις 07.00 είχαν κυριεύσει όλα τα προκεχωρημένα φυλάκια. Οι ελληνικές αμυντικές θέσεις στην περιοχή αυτή ήταν διατεταγμένες σε τρεις ξεχωριστές γραμμές, χωρίς άμεση δυνατότητα Πηγή: περιοδικό «Πόλεμος & Ιστορία», Αφιέρωμα «Η Μάχη των Οχυρών», Απρ2002 αλληλοϋποστήριξης, πλήρως εξαρτημένες από την τηλεφωνική επικοινωνία. Οι εντολές προς τους αμυνόμενους της πρώτης γραμμής διέτασσαν να καθυστερήσουν τους εισβολείς υποχωρώντας, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στο φυλάκιο αρ.162, ολόκληρα τμήματα περικυκλώθηκαν και πολέμησαν μέχρι τέλους. Οι Γερμανοί συνάντησαν την πρώτη δυσκολία τους στο ύψωμα 1.120, στο οποίο είχε οχυρωθεί μία δύναμη περίπου δύο ενισχυμένων διμοιριών, υποστηριζόμενη από δύο όλμους και τέσσερα πολυβόλα. Τελικά, μετά από ολοήμερο αγώνα, στις 16.30, παραδόθηκαν στους Γερμανούς μόλις τέσσερις επιζήσαντες. Χαρακτηριστική της σκληρότητας των συγκρούσεων ήταν και η δράση του πολυβολείου Π8, οι άνδρες του οποίου, μέχρι να εξαντληθούν τα πυρομαχικά τους και αναγκασθούν να παραδοθούν, προκάλεσαν μεγάλες απώλειες στους επιτιθέμενους. Ο διοικητής του γερμανικού τμήματος, που είχε πληγεί τόσο σκληρά, με χαρακτηριστική τευτονική υποκρισία, πρώτα συνεχάρη τον Ελληνα επικεφαλής του πολυβολείου, έφεδρο επιλοχία Δημήτριο Ιντζο, και στη συνέχεια διέταξε να τον εκτελέσουν επί τόπου, χωρίς άλλο κατηγορητήριο. Οι μάχες κατά μήκος του Μπέλες γενικεύθηκαν, με αποτέλεσμα εξαιτίας των συνεχών βομβαρδισμών να ξεσπάσει πυρκαϊά στα πυκνά δάση της περιοχής. Οι τηλεφων ικές γραμμές διακόπηκαν και, σε συνδυασμό με τον πυκνό καπνό από τις πυρκαϊές, το στρατηγείο της Μεραρχίας έπαψε να διατηρεί τον έλεγχο της μάχης, αγνοώντας τις εξελίξεις σε κάδε μονάδα. Οι Γερμανοί διέσπασαν το μέτωπο προς την κοιλάδα των Πορροϊων και άρχισαν να Πηγή: περιοδικό «Πόλεμος & Ιστορία», Αφιέρωμα «Η Μάχη των Οχυρών», Απρ2002 προωθούνται, απειλώντας το πλευρό ολόκληρου του υποτομέα Ροδόπολης. Οι πρώτες σχετικές αναφορές έφθασαν στον σταθμό διοίκησης της XVIII Μεραρχίας στις 18.00, ήταν όμως πλέον αργά για να ληφθούν αντίμετρα. Τα υπολείμματα των προκεχωρημένων ταγμάτων (11/91, Ν/70) άρχισαν να καταφθάνουν εξατλημένα στο χωριό Πανόραμα στις 19.00, όπου και ανασυντάχθηκαν. Σε αυτή τη φάση η συνδρομή των STUKAS υπήρξε αποφασιστική, καθώς κάθε μετακίνηση ελληνικών τμημάτων, η οποία γινόταν αντιληπτή, δεχόταν μετά από λίγο επίθεση από αέρος, με αποτέλεσμα την πλήρη σύγχυση, αποδιοργάνωση και αδυναμία συγκροτημένης αντίδρασης. Μέχρι το τέλος της ημέρας το μεγαλύτερο

μέρος του Μπελες, μαζί με τη δεύτερη γραμμή των Ελλήνων, είχε περιέλθει υπό γερμανική κατοχή και η 6η ΜΟΚ ήταν έτοιμη να επιτεθεί εναντίον των αμυντικών θέσεων των Κρουσίων. Η θέση της, πάντως, ήταν επισφαλής, αφού οι Γερμανοί δεν διέθεταν πυροβολικό ή αντιαρματικά όπλα, το ανατολικό πλευρό της ήταν εκτεθειμένο και η όποια υποχώρηση θα απέβαινε δυσχερής λόγω του απόκρημνου Μπέλες στα νώτα της. Οι Ελληνες από την άλλη αντιμετώπιζαν διάφορα σοβαρά προβλήματα. Η διείσδυση των Γερμανών στο αριστερό πλευρό των αμυνόμενων, από τον υποτομέα Ροδόπολης, απειλούσε πλέον ολόκληρο το μέτωπο και έπρεπε να αντιμετωπισθεί με αντεπιθέσεις. Οι ικανές για τέτοιου είδους ενέργειες μονάδες, όμως, ήταν λιγοστές. Η XVIII ΜΠ διατάχθηκε να ανασυντάξει τις δυνάμεις της κατά τη διάρκεια της νύκτας, στα υψώματα των Κρουσίων. Τα υπολείμματα των δυνάμεων της πρώτης ημέρας, περίπου τρία τάγματα πεζικού, ενσωματώθηκαν τελικά στη 19η Μηχανοκίνητη Μεραρχία. Η αποτελεσματικότητα των αεροπορικών βομβαρδισμών εναντίον των οχυρών θέσεων θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ανεπαρκής. Αφενός οι στόχοι από αέρος ήταν λιγοστοί, λόγω της άριστης παραλλαγής τους, και αφετέρου οι θυρίδες των οχυρών ήταν εξαιρετικά δύσκολο να βληθούν από αέρος, με αποτέλεσμα η συνδρομή των βομβαρδισμών να μην είναι τόσο αποφασιστική για τη γερμανική επίθεση, όπως ήταν σε άλλα μέτωπα μέχρι τότε. Οι γερμανικές πηγές αναφέρουν ότι Πηγή: περιοδικό «Πόλεμος & Ιστορία», Αφιέρωμα «Η Μάχη των Οχυρών», Απρ2002 οι εσπευσμένες αναγνωριστικές προσπάθειεςπου είχαν ξεκινήσει μόλις από τον Μάρτιο, δεν είχαν καταφέρει να αποκαλύψουν τις άριστα παραλλαγμένες θέσεις των ελληνικών στρατευμάτων, ιδίως πίσω από την κορυφογραμμή του όρους Μπέλες. Επιπλέον, όποια εξωτερικά έργα είχαν καταφέρει να καταδείξουν ως στόχους, τα είχαν εκλάβει ως μεμονωμένα πολυβολεία, με αποτέλεσμα η επίθεση να πραγματοποιηθεί σε ευρύ μέτωπο, με ελλιπή προετοιμασία και με κατά μέτωπο εφόδους. Αντίθετα, οι Γερμανοί θα μπορούσαν να είχαν αποφύγει τις σημαντικές απώλειες των πρώτων ωρών, εκτελώντας υπερφαλάγγιση των οχυρώσεων από τα δυτικά. Οι ελληνικές μονάδες, πάντως, οι οποίες προσπαθούσαν να ελιχθούν, είτε προς ενίσχυση είτε προς αναδίπλωση, δέχονταν ισχυρά πλήγματα από τη Lyftwaffe, γεγονός που επηρέαζε τόσο το ηθικό, όσο και την αποτελεσματικότητα τους. Οι γερμανικές πηγές επικρίνουν με ευκολία την αδράνεια της ελληνικής διοίκησης; η οποία δεν διέταξε τη 19η Μηχανοκίνητη Μεραρχία να αντεπιτεθεί άμεσα, ώστε να εκμεταλλευθεί την προσωρινή αδυναμία της 6ης Ορεινής. Η άποψη αυτή, όμως, δεν λαμβάνει καθόλου υπόψη την πραγματικότητα της ελληνικής πλευράς. Οι δυνάμεις, οι οποίες θα έπρεπε να εκτελέσουν την αντεπίθεση, δεν είχαν την παραμικρή εμπειρία χειρισμού τεθωρακισμένων, ιδίως υπό συνθήκες νυκτός. Ακόμα, λοιπόν, και αν λάμβαναν τέτοια εντολή, ήταν αμφίβολο εάν θα μπορούσαν να την εκτελέσουν. Όσον αφορά την περίπτωση αντεπίθεσης την επόμενη ημέρα, το ηθικό το υς δεν ήταν σε άριστη κατάσταση: την προηγουμένη είχαν δεχθεί επανειλημμένες αεροπορικές επιθέσεις, με αποτέλεσμα κατά τις απογευματινές ώρες να πληγεί σοβαρά το 192 Μηχανοκίνητο Σύνταγμα της