ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ. Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Θανοπούλου Σχεδίαση: MOTIBO A.E. Συντονισμός παραγωγής: Τάσος Οικονομόπουλος



Σχετικά έγγραφα
Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Μαθαίνω να κυκλοφορώ ΜΕ ΑΣΦΑΛΕΙΑ. Σεμινάρια Κυκλοφοριακής Αγωγής για παιδιά Δημοτικού 6-8 ετών. Ινστιτούτο Βιώσιμης Κινητικότητας & Δικτύων Μεταφορών

Μαθαίνω να κυκλοφορώ ΜΕ ΑΣΦΑΛΕΙΑ. Σεμινάρια Κυκλοφοριακής Αγωγής για παιδιά Δημοτικού 9-12 ετών. Ινστιτούτο Βιώσιμης Κινητικότητας & Δικτύων Μεταφορών

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Παναγιώτης Πεϊκίδης PAE8397. Σενάριο μικρού μήκους

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Το κυνηγί της φώκιας νέο index Το κυνήγι της φώκιας...2 Λεξιλόγιο...2 Ερωτήσεις...4 Κείμενο...5 Το κυνήγι της φώκιας...5

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΟΜΑΔΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Ο Φώτης και η Φωτεινή

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

Παιχνίδια. 2. Το σπίτι

ΠΟΛΕΜΟΣ ΦΩΤΙΤΣΑΣ - ΣΤΑΓΟΝΙΤΣΑΣ

ΚΕΙΜΕΝΟ. Πέμπτη 19 Νοεμβρίου Αγαπητή Κίττυ,

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑ ΟΠΟΥΛΟΣ

ΤΡΑΚΑΡΑΜΕ! ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΚΑΙ ΖΩΓΡΑΦΙΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ. Β ο Δημοτικό Σχολείο Ευόσμου

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Μια ιστορία με αλήθειες και φαντασία

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού

ΕΊΜΑΙ ένας ποντικός φτωχός

Σκηνή 1η Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Ερωτηματολόγιο Προγράμματος "Ασφαλώς Κυκλοφορώ" (αρχικό ερωτηματολόγιο) Για μαθητές Δ - Ε - ΣΤ Δημοτικού

Εάν όμως πείτε να κάνετε το πάρτι γενεθλίων στο σπίτι ή τον κήπο σας, τα πράγματα δυσκολέυουν. Πρέπει να οργανώσετε μόνοι σας ένα σωρό πράγματα.

Συγγραφέας. Ραφαέλα Ρουσσάκη. Εικονογράφηση. Αμαλία Βεργετάκη. Γεωργία Καμπιτάκη. Γωγώ Μουλιανάκη. Ζαίρα Γαραζανάκη. Κατερίνα Τσατσαράκη

Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΥΜΝΑΖΕΤΑΙ (Κωµικό σκετς)

Η ιστορία του Φερδινάνδου Συγγραφέας: Μούνρω Λιφ. Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου

Aφιερωμένο στην Παυλίνα Κ. για το νόστο και τη θλίψη πού έχει για το Μαγικό Ψάρι του Αιγαίου

ΧΑΡΤΙΝΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΟΜΑΔΑ Β. Ερώτηση 1 α

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

T: Έλενα Περικλέους

Το παραμύθι της αγάπης

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑ ΟΠΟΥΛΟΣ

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

Εκμυστηρεύσεις. Πετρίδης Σωτήρης.

Ερωτηματολόγιο Προγράμματος "Ασφαλώς Κυκλοφορώ" (αρχικό ερωτηματολόγιο) Για μαθητές Β - Γ Δημοτικού

ΜΕΡΟΣ Ι. Τυμπανιστής:

Η πορεία προς την Ανάσταση...

ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΧΕ ΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΘΕΜΑ: εξιότητες κοψίματος Σβούρες ΤΑΞΗ: Α-Β

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι...

Η λεοπάρδαλη, η νυχτερίδα ή η κουκουβάγια βλέπουν πιο καλά μέσα στο απόλυτο σκοτάδι;

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΟΔΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

29 Μαΐου 1453: Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ!


Σεμινάρια Κυκλοφοριακής Αγωγής για παιδιά Δημοτικού 6-8 ετών Ινστιτούτο Βιώσιμης Κινητικότητας & Δικτύων Μεταφορών

ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ 1 ΠΟΙΗΜΑ από κάθε συλλογή του Η ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΗ (1945)

Αντώνης Πασχαλία Στέλλα Α.

Από τους μαθητές/τριές Μπεγκέγιαγ γ Χριστιάνα Παπαδάκης Χριστόφορος Παπαδάκης Π Κωνσταντίνος Ροδουσάκης Μάνος Ραφτοπούλου Πόπη

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Το Μπαούλο του κυρ Γιάννη

Σεμινάρια Κυκλοφοριακής Αγωγής για παιδιά Δημοτικού 9-12 ετών Ινστιτούτο Βιώσιμης Κινητικότητας & Δικτύων Μεταφορών

Πρώτη έκδοση Νοέμβριος 2017 ISBN

2016 Εκδόσεις Vakxikon.gr & Κατερίνα Λουκίδου

Ο Αϊ-Βασίλης και...το όνομα του παιδιού σας...

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Όμορφος κόσμος

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΞΩΤΙΚΩΝ. Ιστορίες από τη Σκωτία και την Ιρλανδία

Ο ΓΑΜΟΣ ΤΗΣ ΑΦΡΟΔΩΣ. Διασκευή ενός κεφαλαίου του λογοτεχνικού βιβλίου. (Δημιουργική γραφή)

ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ

Δύο ιστορίες που ρωτάνε

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

VAKXIKON.gr MEDIA GROUP Εκδόσεις Βακχικόν Ασκληπιού 17, Αθήνα τηλέφωνο: web site: ekdoseis.vakxikon.

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ. Για την ΗΜΕΡΑ ΑΣΦΑΛΟΥΣ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ και τη Δράση Saferinternet.gr

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη

ΕΚΜΑΘΗΣΗ ΤΟΥ ΜΑΝ ΤΟ ΜΑΝ ΣΤΗΝ ΗΛΙΚΙΑΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 8-10 χρ.

Πρώτη έκδοση Νοέμβριος 2017 ISBN

Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΙΣΙΩΝ

Η πολύ λαίμαργη μπουλτόζα που έφαγε τον Ακάμα

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

Η ΆΝΝΑ ΚΑΙ Ο ΑΛΈΞΗΣ ΕΝΆΝΤΙΑ ΣΤΟΥΣ ΠΑΡΑΧΑΡΆΚΤΕΣ

Caroline Pluvier & Ruud Schreuder 1

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΕΤΑΞΑ. Μαύρα, σαν τον έβενο, μαλλιά

Γίργκεν Μπανσέρους. Mικρά και. μεγάλα ψάρια

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

ΑΝ ΚΑΙ ΖΩ ΣΤΟΝ ΒΥΘΌ, το ξέρω καλά πια. Ο καλύτερος τρόπος να επικοινωνήσεις με τους ανθρώπους και να τους πεις όσα θέλεις είναι να γράψεις ένα

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Έτσι, αν το αγόρι σου κάνει τα παρακάτω, αυτό σημαίνει ότι είναι αρκετά ανασφαλής. #1 Αμφιβάλλει για τα κίνητρα σου

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Caroline Pluvier & Ruud Schreuder 1

Transcript:

Εκ Πειραιώς

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Θανοπούλου Σχεδίαση: MOTIBO A.E. Συντονισμός παραγωγής: Τάσος Οικονομόπουλος 2012 Εκδόσεις Τόπος & Διονύσης Χαριτόπουλος Ισαίου 6, ΑΘΗΝΑ 116 33, d.charitopoulos@gmail.com για την ελληνική γλώσσα σε όλο τον κόσμο ISBN 978-960-6760-94-5 Η πνευματική ιδιοκτησία αποκτάται χωρίς καμία διατύπωση και χωρίς την ανάγκη ρήτρας απαγορευτικής των προσβολών της. Κατά το Ν. 2387/20 (όπως έχει τροποποιηθεί με το Ν. 2121/93 και ισχύει σήμερα) και κατά τη Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης (που έχει κυρωθεί με το Ν. 100/1975), απαγορεύεται η αναδημοσίευση, η αποθήκευση σε κάποιο σύστημα διάσωσης και γενικά η αναπαραγωγή του παρόντος έργου με οποιονδήποτε τρόπο ή μορφή, τμηματικά ή περιληπτικά, στο πρωτότυπο ή σε μετάφραση ή άλλη διασκευή, χωρίς τη γραπτή άδεια του εκδότη. Εκδόσεις Τόπος Πλαπούτα 2 και Καλλιδρομίου 11473, Αθήνα Τηλ.: 210 8222835-856 Fax: 210 8222684 www.toposbooks.gr

ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΣ Εκ Πειραιώς ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΔΙΑΔΡΟΜΗ 1947-1967

στον Πειραιά πατάω στεριά

7 Νοεμβρίου 1955 (1) Στο Λιμάνι κατεβαίνει πρώτη φορά μόνος του, να βρει από πού έρχονται τα φέρετρα. Τα έχει συνέχεια στο μυαλό του από εκείνο το πρωινό που έτρεξε μαζί με τους άλλους στη γωνία της Αιτωλικού να δουν τη φάλαγγα των μεγάλων στρατιωτικών αυτοκινήτων που ανέβαιναν τραντάζοντας την άσφαλτο η Αιτωλικού είναι ο μόνος ασφαλτοστρωμένος δρόμος που περνάει μέσα από τα Μανιάτικα, έρχεται σε κακό χάλι από το Λιμάνι όλο λακκούβες και ξεφτίσματα, ανάμεσα σε εργοστάσια και μηχανουργεία, διασχίζει τα στενά της Αγια-Σοφίας και κόβει κάθετα τα μανιάτικα σοκάκια από την Αγχιάλου ως πάνω ψηλά στη Νικηταρά και Πέντε Πηγαδίων για να χαθεί πίσω από την κορφή του λόφου προς τον Καραβά και την Κοκκινιά.

8 ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΣ Εκείνο το πρωινό στα Μανιάτικα οι γωνίες της Αιτωλικού είχαν γεμίσει γυναίκες που πετάχτηκαν από τα σπίτια με τις λεκιασμένες ρόμπες και τα ξυπόλυτα μικρά τους, σφίγγαν στο ένα χέρι τα παιδιά και με το άλλο έκαναν τον σταυρό τους ξανά και ξανά βγήκαν και όσοι άντρες ήταν εκείνη την ώρα στα καφενεία και κοίταζαν τη νεκρική πομπή καπνίζοντας αμίλητοι, έτσι κι αλλιώς δεν τους παίρνεις κουβέντα, αλλά τώρα φαίνονταν ακόμα πιο σκοτεινοί και γυρισμένοι μέσα τους. Τα στρατιωτικά GMC ή Τζέιμς προχωρούσαν αργά αργά το ένα πίσω από το άλλο ενωμένα σε άγριο και απειλητικό μουγκρητό που κανείς δεν είχε ξανακούσει, και από τους λασκαρισμένους πίσω μουσαμάδες της καρότσας διακρίνονταν μέσα αραδιασμένα τα φέρετρα με τα λείψανα των στρατιωτών που σκοτώθηκαν στην Κορέα. Στην αρχή το οχτάχρονο παιδί χάζευε μόνο τα θεόρατα στρατιωτικά φορτηγά και αν δεν το έλεγε κάποιος δεν θα πήγαινε ποτέ το μυαλό του πως εκείνα τα γυαλιστερά μακρινάρια που ήταν φασκιωμένα με ελληνικές σημαίες και έβγαιναν στα πλάγια μόνο κάτι μακριά μεταλλικά χερούλια ήταν φέρετρα αμερικάνικα, δεν έμοιαζαν καθόλου με τις κίτρινες σανιδένιες κάσες που εμφανίζονται κάθε τόσο στα γύρω σοκάκια σε αυτά τα κατσάβραχα πιο συχνά βλέπεις κάσα παρά αυτοκίνητο, τόσο συχνά που λες και ένα μουγγό

ΕΚ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 9 μακελειό γίνεται στα Μανιάτικα και χάνεται ο ένας μετά τον άλλον. Ακουμπάνε το καπάκι τής κάσας πλάι στην εξώπορτα του σπιτιού, σημάδι πένθους για τη γειτονιά, και βάζουν τον πεθαμένο μέσα ξεσκέπαστο να τον δουν τελευταία φορά συγγενείς και φίλοι άλλος έχει λιώσει από το χτικιό, άλλον τον έλιωσε μια σαμπανιά στο Λιμάνι, άλλους τους φάγανε στα νταβατζιλίκια ή στο κουμάρι και άλλοι σφάχτηκαν μεταξύ τους για υπόληψη ή εκδίκηση. Σε όποιο σπίτι στήνεται απέξω καπάκι πάει και το παιδί, μπερδεύεται στα πόδια των μεγάλων, τρυπώνει στο μισοσκότεινο καμαράκι που το έχουν αδειάσει από πράγματα να χωρέσει ο νεκρός και οι καρέκλες που δανείστηκαν από τη γειτονιά να κάτσουν οι πολύ δικοί και οι μοιρολογίστρες ενώ οι υπόλοιποι μπαίνουν ίσα να τον δουν, να χαιρετήσουν και βγαίνουν πάλι έξω, να παρασταθούν στο πένθος όρθιοι στην αυλή ή στο πεζοδρόμιο το παιδί χώνεται ανάμεσα στις κρουσμένες μοιρολογίστρες που μαδιούνται και υποδέχονται με ουρλιαχτά και κραυγές «αδέρφι, αδέρφι» κάθε καινουργιοφερμένο, στέκεται πλάι στον νεκρό και τον παρατηρεί από πολύ κοντά με προσοχή, προσπαθεί να καταλάβει τι ακριβώς αλλάζει με τον θάνατο και γιατί γίνεται όλο αυτό το κακό. Μα πέρα από ότι είναι άσχημα στριμωγμένος μέσα στο στενό κιβούρι με στουμπωμένα μπαμπάκια στη μύτη και στο στόμα δεν βγαίνει

10 ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΣ νόημα φαίνεται πως πεθαμένος είναι ο ακίνητος που ό,τι και να κάνεις δεν σαλεύει, σαν τις κοκαλωμένες γάτες που σκοτώνουν με πέτρες τα παιδιά, τις κλοτσάς και δεν κουνιούνται, έτσι και οι πεθαμένοι, χαλάει ο κόσμος γύρω τους και αυτών δεν παίζει βλέφαρο. Το μόνο που έχει πια για σίγουρο είναι ότι δεν θα τους ξαναδεί όσοι μπαίνουν στην κάσα χάνονται, εξαφανίζονται σαν να τους κατάπιε η γη και δεν βγαίνουν ξανά στην πόρτα του σπιτιού τους ούτε περνάνε ξανά από τη γειτονιά.... Στα Μανιάτικα επικρατεί μια απατηλή ηρεμία που δεν συναντάς σε καμιά άλλη συνοικία του Πειραιά που οι άνθρωποι μιλάνε δυνατά, γελάνε, πίνουν παρέα, τσακώνονται, τα ξαναφτιάχνουν και πάλι φίλοι είναι. Εδώ δεν έχει γέλια, τραγούδια και ελαφρότητες, όλοι είναι σκυθρωποί και τσιτωμένοι και η κάθε ήσυχη ημέρα που περνάει μοιάζει εύθραυστη εκεχειρία σε εμπόλεμη ζώνη αγέλαστοι άνθρωποι, αυστηροί, χωρίς φόβο και έλεος, πέτρινοι σαν τον φοβερό βραχότοπο που παράτησαν για να βρεθούν στριμωγμένοι σε ένα καμαράκι με τσίγκια ή πισσόχαρτα στη σκεπή, σε μια αυλή με άλλες δυο τρεις οικογένειες όπως η δική τους και, σαν να μην έφτανε που έφεραν τις παλιές έχθρητες από τη Μάνη, εδώ άνοιξαν και και-

ΕΚ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 11 νούργιες, ένα βιαστικό βήμα, ένα τρέξιμο, μια βαβούρα, μια φωνή που υψώνεται ξαφνικά σημαίνει πως η εκεχειρία κάπου έσπασε και βγήκαν μαχαίρια. Η μανιάτικη τιμή και υπόληψη απαιτεί αμείλικτη σοβαρότητα σε όλα γιατί είναι άντρες σοϊλήδες, πρίγκιπες του βυζαντινού θρόνου στην καταγωγή και το βαστάνε αιώνες τώρα, σαν πρίγκιπες φέρονται και απαιτούν να τους φέρεσαι και ας μην έχουν δεύτερο παντελόνι να βάλουν τα αστεία και τα πειράγματα ακόμα και μεταξύ φίλων ή συγγενών είναι λίγα και μετρημένα, δεν ξέρεις πώς θα το πάρει ο άλλος, μια άστοχη κίνηση, μια παραπανίσια κουβέντα είναι αρκετή για να φάει η μούρη σου χώμα όποιος και να σαι αφού είναι γνωστό πως «ο Μανιάτης νηστεύει την Παρασκευή το λάδι, αλλά τον λαδά τον σκοτώνει». Κάθε μανιάτικη πατριά έχει έναν ανοιχτό τάφο που δεν λέει να γεμίσει, σε καμιά εκκλησία στον Πειραιά δεν γίνονται τόσες κηδείες και τόσα μνημόσυνα σαν την Παναγία την Οδηγήτρια μετά από αιώνες πολέμων και σφαγών δεν έχουν καταλαγιάσει τα αίματα να μπουν σε ειρήνη με τον υπόλοιπο κόσμο και μεταξύ τους, και αν οι υπόλοιποι άνθρωποι εύχονται έναν γαλήνιο, ήσυχο θάνατο στα γεράματα, για τους Μανιάτες θεωρείται σχεδόν ταπεινωτικός: «Αν αποθάνει και κανείς ασκότωτος / τον κλαίσι / ασκότωτον, αμάτωτον, αδίκιωτον / τον λέσι».

12 ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΣ Το αίμα ζητάει αίμα. Ο δικιωμός ή γδικιωμός είναι απαράβατος ηθικός νόμος της Μάνης για την απονομή δικαίου στον σκοτωμένο, υποχρέωση των δικών του να ανταποδώσουν το φονικό, που δεν επιτρέπεται να ξεχαστεί όσα χρόνια και να περάσουν, εξού και «το κρατάει μανιάτικο», «θα πάρει το αίμα του πίσω». Όποιος δεν ξεπλύνει με αίμα την προσβολή ή τον φόνο θεωρείται «μουτζουρωμένος», χάνει τον σεβασμό και την υπόληψη της μανιάτικης κοινωνίας. Ακόμα και το νανούρισμα της μάνας καθορίζει στο αρσενικό βρέφος την αποστολή ζωής που το περιμένει: «Να μεγαλώσεις ν αξιωθείς / και το σαρμά* να ζαλουθείς / να κυνηγήσεις το φονιά / απ αγκρεμά κι από βουνά / το δίκιο μας να γδικιωθεί / το αίμα του πατέρα σου». Και όταν μεγαλώσουν τα παιδιά, η μάνα, σαν μνησίκακο και θανατηφόρο θηλυκό της φύσης, δεν ξεχνάει το χρέος, αντιθέτως, αψηφώντας τον κίνδυνο να τα δει σκοτωμένα, υπενθυμίζει και φοβερίζει: «Αλλιώς και δεν το κάμετε / χαΐρι να μην έχετε / κι η μαύρη η κατάρα μου / να σας ακολουθάη παντού». Άγρια ράτσα, σκληρή και ανελέητη, και πρώτα με τον εαυτό της δεν ξέρεις τι να τους σεβαστείς και τι να τους μισήσεις. Οι Μανιάτες είναι από τους πρώτους που εγκαταστάθηκαν στον Πειραιά μετά τους Υδραίους και τους Χιώτες μαθημένοι από τις κακοτο- * Σαρμάς: τουφέκι.

ΕΚ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 13 πιές που φύτρωσαν, δεν τρόμαξαν από τον κακοτράχαλο Λόφο του Βώκου, από το όνομα του Υδραίου κτηματία Δημητρίου Βώκου, και πιάσαν την πλευρά που βλέπει το Λιμάνι. Όλα κι όλα τα Μανιάτικα είναι καμιά εικοσαριά παράλληλα στενάκια που ανηφορίζουν σαν σκαλιά από την Αγχιάλου και πάνω ανάμεσα στις τρεις μεγάλες κάθετες οδούς, Αιτωλικού, Αρτεμισίου* και Λακωνίας που ξεκινάνε από την προκυμαία. Μόνο δρόμους κανονικούς δεν μπορείς να τα πεις αυτά τα σοκάκια παρά βουρκότοπους, ρέματα και απότομα βράχια, χωρίς πεζοδρόμια και φωτισμό κανείς δεν διανοήθηκε ποτέ να έρθει εδώ για βόλτα όπως σε άλλες περιοχές για να χαζέψει κορίτσια ή να κάτσει στα μισοσκότεινα καφενεία που βλέπεις όλο τους ίδιους και τους ίδιους, αμίλητους για ώρες πάνω από το αδειασμένο φλιτζάνι καφέ ή το πιωμένο ποτηράκι κονιάκ, που επιβάλλεται να μένει στο τραπέζι και να μην το μαζέψει το κατάστημα γιατί ο πελάτης θέλει να φαίνεται ότι έχει παραγγείλει και δεν είναι κάνας τσέτουλας που πιάνει τζάμπα την καρέκλα ούτε μανάβηδες, ψαράδες, γαλατάδες και άλλοι πλανόδιοι πολυφαίνονται από δω, δεν είναι μόνο ότι δεν υπάρχουν όβολα για χάλασμα, δεν βολεύει και ο τόπος να περάσει η σούστα ή ο φορτωμένος στην πλάτη το εμπόρευμα. * Σήμερα, Αντιπλοίαρχου Παναγιώτη Βλαχάκου (σκοτώθηκε στα Ίμια).

14 ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΣ Έτσι κι αλλιώς δεν μπαίνει εύκολα ξένος στην τενεκεδούπολη, όπως λένε οι απέξω τα Μανιάτικα, δεκάδες μάτια τον παρακολουθούν ποιος είναι και πού πάει και, αν δεν εμφανιστεί έγκαιρα άνθρωπος ειδοποιημένος να τον παραλάβει ή δεν προλάβει να τρυπώσει σε καμιά χαμοκέλα, σύντομα θα έχει να δώσει εξηγήσεις για την παρουσία του. (Το γκέτο γίνεται εντελώς αδιαπέραστο δεξιά της Αιτωλικού, όπως ανεβαίνει από το Λιμάνι, στις τρώγλες της Καπετάν Γέρμα, Καλλικράτιδας, Παπαφλέσσα και Πέντε Πηγαδίων εδώ είναι τα βαθιά Μανιάτικα, που ακόμα και οι άλλοι Μανιάτες τα αποφεύγουν. Οι απόκληροι των απόκληρων μόνο οι παράνομοι της Καπετάν Γέρμα γεμίζουν μια φυλακή και της Παπαφλέσσα άλλη μία αν τολμήσει και μπει ξένος εδώ, το λιγότερο να τον αφήσουν ξεβράκωτο.) Η αστυνομία δεν έχει θέση στη γειτονιά, τις μεταξύ τους διαφορές τις λύνουν μόνοι τους. Ούτε υπάρχει αστυνομικό τμήμα στα Μανιάτικα, το κοντινότερο είναι το Τρίτο στην Αγια- Σοφία μα οι μπασκίνες δεν εμφανίζονται ποτέ στο μανιάτικο γκέτο και, αν πρέπει να συλληφθεί κάποιος συνήθως περιμένουν να ξεμυτίσει για να τον πιάσουν γιατί όπως παραδέχεται ο Γεράσιμος Λιαρομάτης, από τους πιο ικανούς αρχηγούς της Αστυνομίας Πειραιά, τα Μανιάτικα είναι «απροσπέλαστα». Ο λόγος είναι ότι ποτέ

ΕΚ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 15 οι μπάτσοι δεν έχουν να κάνουν με έναν μόνο άνθρωπο ό,τι και αν τον βαραίνει, έχει εξασφαλισμένη την υποστήριξη της πατριάς, των φίλων, της γειτονιάς και ολόκληρου του συνοικισμού, του συμπαραστέκονται ακόμα και αυτοί που τον αποστρέφονται για τον βίο και τα έργα του. Αν το αδίκημα είναι βαρύ, χρειάζεται να κουβαληθεί στη γειτονιά η Ασφάλεια με όλη την αστυνομική δύναμη του Τρίτου, και πάλι χεσμένοι πάνω τους και με το καλό, χωρίς φωνές και αγριάδες, και αφού προηγουμένως έχουν μεσολαβήσει ορισμένοι γεροντότεροι, που ο λόγος τους έχει πέραση, να παραδοθεί ο φταίχτης και να εξασφαλιστεί ότι οι μπάτσοι θα τον σεβαστούν και δεν θα πέσει βούρδουλας αφού «μια ξυλιά με το καμτσίκι είν αιώνιο ρεζιλίκι». Στα Μανιάτικα σχεδόν κάθε σπίτι κοιμίζει συγγενείς που έρχονται στον Πειραιά να φάνε ψωμί αλλά οι Μανιάτες σπάνια κλείνονται σε δουλειές με αφεντικό και συγκεκριμένο ωράριο, δεν είναι στη φύση τους. Εκτός και αν πρόκειται για το Δημόσιο που το θεωρούν σίγουρο και τιμητικό, εξού και το γνωστό τηλεγράφημα: «Ποτίτσα εγέννησεν υιόν, ετοιμάσατε θέσιν δημόσιον». Από την αρχή που εγκαταστάθηκαν στον Πειραιά, λίγοι μπήκαν στις φάμπρικες, οι πολλοί κατέβηκαν στο Λιμάνι ξυπόλυτοι με ένα σκοινίθηλιά στον ώμο να κάνουν τους χαμάληδες με τον τσαμπουκά και το άστε ντούε καπάρωσαν

16 ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΣ αποκλειστικά το χαμαλίκι, και άλλος δεν στεκόταν εκεί αν δεν τα είχε καλά μαζί τους, στο παλιό Τελωνείο κουμαντάριζαν όχι μόνο τα φορτία των βαποριών μα και τα μπαγκάζια των ταξιδιωτών, ήθελες δεν ήθελες να σου κουβαλήσουν τα πράγματα θα τους πλήρωνες, και όταν η κυβέρνηση το 1901 για να βάλει τάξη στο χάος του Τελωνείου ζήτησε να δημιουργηθεί σωματείο αχθοφόρων δεν έφεραν αντίρρηση, μόνο που κάθε Μανιάτης ήθελε πρόεδρο τον εαυτό του καθώς προεδριλίκι σήμαινε τέρμα τα σακιά στην πλάτη, αρχηγιλίκι, νταηλίκι και χοντροί λουφέδες άρχισαν να τρώγονται μεταξύ τους, με πιο επιθετικές και επίμονες δύο μεγάλες πατριές, τους Τσατσαρούνους και τους Φιλιππιάνους, που λογομαχούσαν καθημερινά πάνω στη δουλειά. Πρόεδρος θα βγει Τσατσαρούνος, είμαστε μεγάλη οικογένεια, δήλωναν αποφασιστικά οι Τσατσαρούνοι. Πρόεδρος θα γίνει Φιλιππιάνος, που είμαστε ένας κι ένας, απαντούσαν πεισματικά οι Φιλιππιάνοι. Και δεν έμειναν στα λόγια. Κάποιο πρωινό, μετά από νέο καβγά για την προεδρία, τα μέλη των δύο οικογενειών οπλισμένοι με τουφέκια, πιστόλια και μαχαίρες αποφάσισαν να λύσουν οριστικά το ζήτημα το Τελωνείο έγινε πεδίο μάχης, έτρεχαν υπάλληλοι, εργάτες, ναυτικοί και επιβάτες να σωθούν, πήδαγαν στις

ΕΚ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 17 βάρκες, πέφτανε στη θάλασσα, και οι δύο μανιάτικες πατριές ταμπουρωμένες πίσω από βαρέλια και κασόνια χτυπιόντουσαν στο ψαχνό και μετά όρμησαν ο ένας στον άλλον να αλληλοσφαχτούν σε μια άγρια πάλη σώμα με σώμα, και μέχρι να τους χωρίσει ο στρατός έμειναν στην αποβάθρα πάνω από δέκα τραυματισμένοι βαριά και η σύσταση σωματείου αναβλήθηκε για αρκετά χρόνια. Το Λιμάνι είναι το βασίλειο των Μανιατών. Και από τότε που έγινε ο Οργανισμός, όπως λένε οι Πειραιώτες τον ΟΛΠ, και για δύο τετραετίες πρόεδρος ο δικός τους Νικόλαος Γεννηματάς, ο Μανιάτης που έρχεται στον Πειραιά δεν ψάχνει στα τυφλά για δουλειά, έρχεται να γίνει λιμενεργάτης «στου Νικολάκη το λιμάνι». Με τρεις τέσσερις ώρες χαμαλίκι σε καλή πόστα θα βγάλει διπλάσιο και βάλε μεροκάματο από του εργάτη που δουλεύει οχτάωρο στις φάμπρικες σύμφωνα με τον κανονισμό του Οργανισμού, για ένα διάστημα δουλεύουν «ελεύθεροι» με σκόρπια μεροκάματα, μετά γίνονται πιο γρήγορα από τους άλλους «δόκιμοι» με ταχτική δουλειά και ύστερα «μόνιμοι», μπαίνουν στις καλές πόστες και στα φορτία ή επιβλέπουν σαν σημειωτές, κουμανταδόροι ή αρχιεργάτες και έχουν μερίδιο στα λαθραία και στις καθημερινές βούτες. Και αφού στον Εμφύλιο, ως βασιλόφρονες από κούνια στη μεγάλη πλειοψηφία, βρέθηκαν από

18 ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΣ τη μεριά των νικητών, αυτό τούς έδωσε νέο αέρα, και τα Μανιάτικα απλώθηκαν αριστερά της Αιτωλικού προς τον Άγιο Δημήτρη και κάτω από την Αγχιάλου προς την Αγια-Σοφία. Μανιάτης και κομουνιστής δεν κολλάει. Όπως σταυροκοπιούνται οι γριές στη γειτονιά «μας φύλαξε ο Θεός και δε γίναμε κουκουέδες», μα ένας από τους μεγάλους «κόκκινους ήρωες» είναι Μανιάτης και μάλιστα πολυτραγουδισμένος. Την 1η Αυγούστου 1931 είχε ξεσπάσει μεγάλη απεργία σε όλα τα εργοστάσια του Πειραιά, στη Δραπετσώνα έβραζε ο τόπος από συγκεντρωμένους απεργούς και οι μπάτσοι άρχισαν ως συνήθως τις προληπτικές συλλήψεις των σταμπαρισμένων κομουνιστών για να αποκεφαλίσουν το πλήθος ο αστυφύλακας Γιώργος Γυφτοδημητρόπουλος ανάλαβε να οδηγήσει στο τμήμα έναν από τους συλληφθέντες, τον νεαρό εργάτη Σαρίκα, επειδή «εκινείτο υπόπτως», αλλά τον σταμάτησε ομάδα απεργών με επικεφαλής τον Μιχάλη Μπεζεντάκο και του ζήτησαν να τον αφήσει ελεύθερο. Δώσε μας το παιδί, δεν έκανε τίποτα. Ο αστυφύλακας Γυφτοδημητρόπουλος αρνήθηκε και τους αποπήρε μα αυτοί επέμειναν, κάτι ασυνήθιστο για κομουνιστές της εποχής, που ήταν τα πιο βολικά θύματα των μπάτσων τις έτρωγαν αδιαμαρτύρητα, περίπου σαν τους χριστιανούς οσιομάρτυρες δεν σήκωναν ποτέ

ΕΚ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 19 χέρι, και εκτός πολύ σπάνιων εξαιρέσεων υπέμεναν το βρισίδι και τη βία των οργάνων της τάξης χωρίς ανταπόδοση. Στη σύλληψη Σαρίκα άλλοι κομουνιστές θα φώναζαν συνθήματα, θα καλούσαν τον λαό και τους απεργούς σε συμπαράσταση ή το πολύ θα δημιουργούσαν κλοιό γύρω από τον αστυφύλακα και τον κρατούμενο προκειμένου να μην τον πάει στο μπουντρούμι. Για κακή τύχη του αστυφύλακα, ο Μπεζαντάκος μπορεί να είχε ασπαστεί τον ουμανισμό και τη διαλεκτική αλλά μέσα του ξύπνησε το μανιάτικο αίμα και αγρίεψε. Εμείς τον Σαρίκα θα τον πάρουμε... Γι αυτό δώσ τον με το καλό, προειδοποίησε τον Γυφτοδημητρόπουλο. Εκείνος σαστισμένος τραβάει το πιστόλι του για να τους φοβίσει μα ο Μπεζαντάκος δεν χαμπαριάζει από απειλές, του αρπάζει το όπλο, τον σκοτώνει στην ψύχρα μπροστά σε όλους και εξαφανίζεται η αστυνομία θα τον αναζητά επί δύο μήνες μέχρι να κατορθώσει να τον συλλάβει κάπου στη Μαγκουφάνα* και να τον κλείσει στις φυλακές Συγγρού όχι όμως για πολύ, ο Μπεζαντάκος δεν μαντρωνόταν: «Τον είχανε κλεισμένο / διπλωμανταλωμένο / να τον δικάσουνε σε θάνατο / μ αυτός τρυπά τον τοίχο / χωρίς κανέναν ήχο / και βρίσκουν κούτσουρα στο θάλαμο». Το έσκασε από τη χώρα και τα ίχνη του χάθηκαν * Η σημερινή Πεύκη.

20 ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΣ αργότερα ακούστηκε εθελοντής στην Ισπανία, να πολεμάει με τις Διεθνείς Ταξιαρχίες εναντίον του Φράνκο, και μετά την ήττα των Δημοκρατικών της Ισπανίας δεν γύρισε εδώ γιατί ήταν ακόμα καταζητούμενος, κατέφυγε στη Σοβιετική Ένωση και σε λίγο θα εκτελεστεί μαζί με άλλους μαχητές του Ισπανικού Εμφύλιου στις μεγάλες εσωτερικές εκκαθαρίσεις του Στάλιν. Οι Μανιάτες δεν ελέγχουν μόνο το Λιμάνι. Οι πιο νέοι και ζόρικοι έμπλεξαν από νωρίς στα πονηρά, τακίμιασαν με την παλιά μαγκιά του Πειραιά και καθώς είναι από τα γεννοφάσκια τους μαθημένοι στα ζόρικα πήραν και δω το πάνω χέρι αν κάποιος παρίστανε τον καμπόσο έβλεπε μπροστά του τρεις και τέσσερις Μανιάτες αποφασισμένους για όλα, και αν ήταν δυο και τρεις οι βλάμηδες, οι Μανιάτες κατά την πάγια τακτική τής τοπικής υπεροπλίας πήγαιναν εφτά και οχτώ χωρίς φωνές, απειλές και μεγάλες κουβέντες να κάνουν κατευθείαν αυτό που ήταν να κάνουν. Δεν τα βγάζεις πέρα με ανθρώπους που έχουν το θανατικό στο αίμα τους. Ξεπάστρεψαν στα βουβά διαβόητους νταήδες και μπόσηδες της πιάτσας, όπως τον τρομερό Κώστα Κεφάλα: «Ήταν σε όλα όμορφος / σε όλα του ξεφτέρι / το πιο μεγάλο ήτανε / της Τρούμπας το μαχαίρι», και σκόρπισαν άγριες συμμορίες για να πάρουν το κουμάντο στην πιάτσα και σε όλα τα πονηρά στέκια της πόλης.

ΕΚ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 21 Οι ανήξεροι τους είπαν ύπουλους και μπαμπέσηδες επειδή δεν ακολουθούσαν κανόνες ιπποσύνης για κατά μέτωπο αναμέτρηση ένας με έναν, παρά δυο τρεις μαζί σκότωναν κάποιον ή του έστηναν ενέδρα, τη θανατηφόρα μανιάτικη χωσία, ή τον ξέκαναν πισώπλατα οι Μανιάτες εφάρμοζαν τους δικούς τους νόμους, από τη στιγμή που είχαν ανακοινώσει στον αντίπαλο «να φυλάγεσαι» ας έκανε τα κουμάντα του, αυτοί δεν είχαν πλέον κανέναν ενδοιασμό για τον τρόπο που θα εκτελέσουν την αποστολή τους, όπως όταν ένα δικαστήριο ανακοινώνει απόφαση σε θάνατο, το θέμα πλέον είναι τεχνικό και μικρή σημασία έχει αν πάνε τον μελλοθάνατο δεμένο και με συνοδεία, αν τον κρεμάσουν, τον αποκεφαλίσουν ή τον τουφεκίσουν ούτε πόσοι θα είναι στο εκτελεστικό απόσπασμα. Τις πιο επίμονες και θανάσιμες συγκρούσεις τις είχαν παλιότερα, στις σκοτεινές εποχές του Πειραιά, με τους πολυπληθέστερους Κρητικούς, που είχαν φτιάξει τα Κρητικά, τη δική τους συνοικία πλάι στην εκκλησία της Ευαγγελίστριας στις ανηφόρες του Προφήτη Ηλία και ήθελαν το κουμάντο της πόλης για πάρτη τους οι δύο παροικίες συγκρούστηκαν άγρια παρότι είχαν μεγάλη προϊστορία κοινών απελευθερωτικών αγώνων, σε όλες τις επαναστάσεις των Κρητικών εναντίον των Τούρκων έσπευδαν πρώτοι οι Μανιάτες να τους βοηθήσουν με καραβιές πολε-

22 ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΣ μιστές και κόστος εκατοντάδες νεκρούς ώσπου να ελευθερωθεί το νησί. Η μεγαλύτερη γενικευμένη σύγκρουση Κρητικών - Μανιατών στον Πειραιά έγινε τον Φεβρουάριο του 1906, άνθρωποι σκοτώθηκαν και από τις δύο πλευρές, η πόλη νέκρωσε, τα μαγαζιά έμειναν κλειστά, οι δρόμοι ερήμωσαν, και επειδή οι τοπικές δυνάμεις της αστυνομίας και του στρατού ήταν αδύνατον να επιβάλουν την τάξη, με απόφαση της κυβέρνησης στάλθηκαν από την Αθήνα δύο ίλες ιππικού, πεντακόσιοι εύζωνοι και δύο λόχοι πεζικού να μπουν ανάμεσα στους εμπόλεμους να ηρεμήσει η πόλη. Τα επόμενα χρόνια οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν. Οι Κρητικοί, παρ όλο που ήταν περισσότεροι από τους Μανιάτες και δέχονταν κάθε τόσο ενισχύσεις από εκατοντάδες πολεμοχαρείς συμπατριώτες τους που ζούσαν στην Αθήνα, δεν τα έβγαλαν πέρα γιατί, εκτός από την παράλογη αψηφησιά των Μανιατών στον θάνατο, τους Κρητικούς τούς χαντάκωσε και το κουσούρι της προφοράς τους τα σινάφια της παλιάς μαγκιάς περιφρονούσαν, δεν εμπιστεύονταν και δεν ανέχονταν δίπλα τους όσους μίλαγαν με την προφορά του τόπου τους: «φύλα τσίλιες για τους βλάχους» Κρητικοί, Πόντιοι και βουνίσιοι ήταν για τους μάγκες συλλήβδην βλαχαδερά, μπουρτζόβλαχοι, γίδια και γίνονταν περίγελος όποτε

ΕΚ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 23 άνοιγαν το στόμα τους, γι αυτό αβαντάρισαν τους Μανιάτες που έπνιξαν τους Κρητικούς στο αίμα, και το ζήτημα έληξε, ενώ η συνοικία τους μαράζωσε και σιγά σιγά σβήνει. Όποτε εμφανίζεται κάποιος νεαρός στη γειτονιά με κουστούμι, γυαλισμένο σκαρπίνι και τσίλικο γυαλί, όλοι ξέρουν τον δρόμο που πήρε και ακόμα χειρότερα, αν καβαλάει BSA, Triumph, Machules ή Norton μαρσάροντας επιδεικτικά, τότε χώθηκε βαθιά στη λούμπα και δεν έχει γυρισμό παρά μια ζωή μπες βγες στη στενή ή στην ακόμα πιο στενή για πάντα με ένα κίτρινο καπάκι στην εξώπορτα του σπιτιού του. Βέβαια οι Μανιάτες μπόσηδες που έχουν ανοιχτεί σε χοντρά κόλπα με Ιταλούς και Λιβανέζους λαθρέμπορους δεν μένουν πια στα Μανιάτικα, έχουν μετακομίσει στις καλές συνοικίες γύρω από το Πασαλιμάνι, την Καστέλα και τη Φρεαττύδα, εδώ έρχονται καμιά φορά επίσκεψη με τα αμάξια τους από την Αιτωλικού για να βοηθήσουν επιδεικτικά την οικογένεια κάποιου που χάθηκε πάνω στη δουλειά ή τον έριξαν για πολλά χρόνια στα σίδερα, και τα πιτσιρίκια τρέχουν θαμπωμένα πίσω από τα αυτοκίνητα και ονειρεύονται να τους μοιάσουν.