Η δυνατότητα επιβολής ποινής λιποµαρτυρίας από το Στρατοδικείο σε ιδιώτη µάρτυρα



Σχετικά έγγραφα
ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕ ΡΙΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ TΡΙΜΕΛΟΥΣ ΣΤΡΑΤΟ ΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ...9 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Α ΕΚ ΟΣΗΣ...11 ΠΕΡΙΛΗΨΗ...13 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ...15 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Μαρία Καρ. Μάρκου, Δικηγόρος ΔΕΙΓΜΑ ΕΡΩΤΗΣΕΕΩΝ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Ποινική ικονομία II. Υποχρεωτικό. Πτυχίο (1ος Κύκλος) Θα ανακοινωθεί

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5969-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 181/2014

Ποινική ικονομία I. Υποχρεωτικό. Πτυχίο (1ος Κύκλος) Θα ανακοινωθεί

ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ Ε.Α.Ν.Δ.Α. ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΑΣΚΟΥΜΕΝΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ. Εισηγητές

ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΚΑΙΟΣΥΝΗ: Η «ΑΛΛΗ» ΙΚΑΙΟΣΥΝΗ; *

ΣΤΑ ΙΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΙΚΗΣ (είναι 4) 2 Η ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ ΣΤΟ ΑΚΡΟΑΤΗΡΙΟ. Προπαρασκευαστική. Κύρια διαδικασία ΑΡΧΕΣ

Ο Νόμος 1608/1950 περί καταχραστών δημοσίου χρήματος

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 4322/2015

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ι. ΚΩ ΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΙΚΟΝΟΜΙΑΣ. ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ Άρθρα Σελ. ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ Ποινικά δικαστήρια και δικαστικά πρόσωπα 1

Τελευταίως παρατηρείται έξαρση του φαινομένου επιθέσεων, βιαιοπραγιών και διενέργειας ελέγχων σε αλλοδαπούς μετανάστες, σε σχέση με τη νομιμότητα της

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Πίνακας νομοθετικών μεταβολών*

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ.... ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ.... ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Α. Ορισμός του Ποινικού Δικονομικού

ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕ ΡΙΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΤΡΙΜΕΛΟΥΣ ΣΤΡΑΤΟ ΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ. ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ Ποινικά δικαστήρια και δικαστικά πρόσωπα. ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ποινική δικαιοδοσία

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: ΙΚΑΙΟ ΟΣΙΑ ΤΩΝ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ Για την πλήρη κατανόηση της οργάνωσης των ποινικών δικαστηρίων προαπαιτείται η κατανόηση της έννοιας

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η θέση της πολιτικής αγωγής στην ποινική δίκη. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ - ΠΡΟΣΘΗΚΗ. Στο σ/ν «Μεταρρυθµίσεις ποινικών διατάξεων, κατάργηση των καταστηµάτων κράτησης Γ τύπου και άλλες διατάξεις»

ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ» Άρθρο 1

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΞΕΝΟΦΟΒΙΑΣ» Άρθρο 1. Σκοπός

ΜΠρΑθ 10689/2008 [Διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον ΠτΚ - Προληπτικά μέτρα*] (παρατ. Ι. Σπυριδάκης)

Β.13 Τι καλείται αυτόφωρο έγκλημα κατά τον κώδικα Ποινικής δικονομίας;

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 8: Η θέση του ανηλίκου ως κατηγορουμένου

Αθήνα 1Ο Απριλίου 2013 ΠΡΟΣ

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΔΑΠ ΝΔΦΚ ΝΟΜΙΚΗΣ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ 25ΗΣ ΣΕΙΡΑΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ. Δεύτερο Στάδιο

18(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΕ ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ. Γενικοί ορισμοί ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ Ποινικά δικαστήρια και δικαστικά πρόσωπα... 11

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 3: Ποινικό Δίκαιο των Ανηλίκων

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου

ΘΕΜΑ ΕΙΣΗΓΗΣΗΣ. Η διαδικασία στο ακροατήριο του Πταισματοδικείου

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΛΑΧΙΣΤΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΩΝ ΑΜΟΙΒΩΝ

ΕΛΕΝΗ Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ρ.ν Ι Κ Η Γ Ο Ρ Ο Σ ΤΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΚΑΙ Η ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΗ ΕΠΙΤΑΓΗ

ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Administrative eviction act and right to a prior hearing: observations on Naxos Court 27/2012 judgment. Αθανάσιος Παπαθανασόπουλος

ΠΡΟΣ ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 218/2016 Α2 Τμ.

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 7: Ιδιαιτερότητες της ποινικής διαδικασίας ανηλίκων

Το ύψος της εφέσιµης ποινής των εκδικαζοµένων, (από τα τριµελή Εφετεία κακουργηµάτων), πληµµεληµάτων, άρθρο 489 παρ.1, εδάφιο στ, του Κ.Ποιν. ικ.

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

ΠΡΟΛΟΓΟΣ. Γ. Ν. Τριανταφύλλου

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΡΑΒΟΛΑ ΚΑΙ ΤΕΛΗ ΕΝΔΙΚΩΝ ΒΟΗΘΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΑ ΕΞΟΔΑ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Συνοδευτικό έγγραφο στην

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜ ΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΟΣΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Κύκλος ικαιωµάτων του Ανθρώπου ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΙΚΑΣΤΙΚΗ ΙΑΤΑΓΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΘΕΜΑΤΑ ΙΑΜΟΝΗΣ ΑΛΛΟ ΑΠΩΝ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2619/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 40/2017

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

Καταργούµενες και τροποποιούµενες διατάξεις

ΚΩΔΙΚΑΣ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΓΡΑΦΩΝ

ΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΑ: ΠΟΙΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ NB (2002) σελ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ. Άρθρο 1. (άρθρο 1 της Οδηγίας) Αντικείμενο της ρύθμισης. Άρθρο 2. (άρθρο 2 της Οδηγίας) Ορισμοί

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3480, 9/3/2001

1. Το µονοµελές δικαστήριο ανηλίκων συγκροτείται από έναν πρωτοδίκη σε κάθε πρωτοδικείο, ο οποίος ορίζεται µαζί µε έναν αναπληρωτή για δύο χρόνια, µε

ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Ν.3226/2004 (ΦΕΚ Ά 24)

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Άρθρο 3 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ Τροποποιήσεις του Κώδικα Ποινικής Δικονοµίας Άρθρο 4

Αθήνα, Αριθ.Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1289/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 28/2015

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4071, 24/2/2006 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΣΤΕΡΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΝΟΜΟ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Π Ε - ΤΕ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ. Α. Έννοια Β. Πηγές.

ΘΕΜΑ: «Προσδιορισμός των ελάχιστων αμοιβών των Δικηγόρων» ΑΠΟΦΑΣΗ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ Αναµόρφωση της Ποινικής νοµοθεσίας ανηλίκων και άλλες διατάξεις

δικαίου προς τις διατάξεις του καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου που κυρώθηκε με τον ν. 3003/2002 (ΦΕΚ Α 75)»

Εργασιακά Θέματα «Το νέο καθεστώς της Μεσολάβησης Διαιτησίας μετά τον Ν. 4303/2014»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

Σχέδιο Νόμου Μέρος Α Άρθρο 1 Σύσταση ενεχύρου στις περιπτώσεις των νόμων 3213/2003, 3691/2008, 4022/2011, 2960/2001 και των υπόχρεων του νόμου

Ευγένιος Αρ. Γιαρένης Αντεισαγγελέας του Στρατοδικείου Ιωαννίνων ρ. ηµοσίου ικαίου Παντείου Πανεπιστηµίου

Δεύτερο Στάδιο - Σύνολο Διώρων

ΑΠΟΝΟΜΗ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΔΙΟ - ΣΥΝΟΛΟ ΔΙΩΡΩΝ

ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ. Αρ. 243 ΠΚ: Παράλειψη βεβαίωσης ταυτότητας

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

ΣΤΡΑΤΟ ΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Αριθµ. Βουλ. 1157/2007. Το ικαστικό Συµβούλιο του Στρατοδικείου Αθηνών.

Η ΚΑΘ' ΥΛΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

Αρθρο 1. Πεδίο εφαρμογής του νόμου

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4271, 25/2/2011

Σύνοψη περιεχομένων. ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Ο δικαστικός έλεγχος της διοικήσεως και η έννομη προστασία του ιδιώτη

Α Π Ο Φ Α Σ Η 71/2011

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΠ. ΜΑΝΤΖΟΥΤΣΟΣ Σύμβουλος ΔΣΑ, π. Πρόεδρος ΕΑΝΔΑ Ο ΝΕΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΗΜΟ. ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ (Περί ισχύος προσωρινής διαταγής επί αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων από συμβασιούχους)

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

Transcript:

Η δυνατότητα επιβολής ποινής λιποµαρτυρίας από το Στρατοδικείο σε ιδιώτη µάρτυρα Κουτσαγγέλης Γεώργιος, ικηγόρος στον Άρειο Πάγο Το κείµενο που ακολουθεί δηµοσιεύτηκε στα «ΠΟΙΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ» τόµος 2011, σελ. 752 Η στερητική της ελευθερίας ποινή απείθειας που επιβάλλεται από το δικαστήριο στο λιποµάρτυρα δεν είναι ποινική κύρωση αλλά ποινή τάξης. Τούτο συνάγεται κυρίως από τη διαφοροποιηµένη αντιµετώπιση του νόµου (άρθρα 229 εδ. γ και 231 παρ. 3 ΚΠ ) όσων εµφανισθέντων µαρτύρων παραβαίνουν το καθήκον όρκισης ή κατάθεσης σε σχέση µε αυτούς που δεν εµφανίστηκαν, από το ότι η ποινή απείθειας στο λιποµάρτυρα επιβάλλεται χωρίς την προηγούµενη άσκηση ποινικής δίωξης (αρχή της νοµιµότητας) και από το ότι η απόφαση που επιβάλλει ποινή απείθειας σε λιποµάρτυρα υπόκειται σε ανακοπή και όχι στα ένδικα µέσα στα οποία υπόκεινται οι καταδικαστικές αποφάσεις. Το στρατοδικείο έχει τη δυνατότητα επιβολής ποινής απείθειας σε ιδιώτη λιποµάρτυρα χωρίς αυτό να συνιστά υπέρβαση εξουσίας και χωρίς να προσκρούει στη συνταγµατική επιταγή της απαγόρευσης υπαγωγής ιδιωτών στη δωσιδικία των στρατιωτικών ποινικών δικαστηρίων. Στο άρθρο 209 ΚΠ θεσµοποιείται το καθήκον µαρτυρίας, δηλαδή η υποχρέωση του οποιουδήποτε προσώπου να συµβάλει µε τη µαρτυρία του στην απονοµή της δικαιοσύνης, πάντοτε, βέβαια, υπό την αναγκαία προϋπόθεση της προηγούµενης νόµιµης κλήτευσής του. Παρά το γεγονός ότι η µαρτυρία ως αποδεικτικό µέσο έχει αντιµετωπιστεί µε σκεπτικισµό και έχει υποστεί έντονη αµφισβήτηση1, εν τούτοις, η αναγκαιότητά της την έχει καταστήσει δηµόσια υποχρέωση2. Η υποχρέωση µαρτυρίας περιλαµβάνει πρώτιστα το καθήκον της αυτοπρόσωπης εµφάνισης, δηλαδή την υποχρέωση του µάρτυρα να εµφανιστεί έγκαιρα στον τόπο που κλήθηκε και να παραµείνει εκεί µέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας ή µέχρι την αποδέσµευσή του από τον διενεργούντα τη διαδικαστική πράξη ή από τον διευθύνοντα το δικαστήριο. Περαιτέρω, στην υποχρέωση µαρτυρίας περιλαµβάνονται το καθήκον όρκισης, το καθήκον κατάθεσης όσων σχετικών µε την εκκρεµή υπόθεση πραγµατικών περιστατικών και άλλων στοιχείων γνωρίζει ο µάρτυρας και, τέλος, το καθήκον αλήθειας3. Η υποχρέωση µαρτυρίας υφίσταται για κάθε πρόσωπο και ως προς τα στρατοδικεία4, χωρίς να ενδιαφέρει αν ο µάρτυρας έχει ή όχι τη στρατιωτική ιδιότητα. Τούτο προκύπτει αβίαστα από το συνδυασµό των διατάξεων του άρθρου 209 ΚΠ και του άρθρου 213 ΣΠΚ, σύµφωνα µε την οποία οι διατάξεις του ΚΠ και οι υπόλοιπες διατάξεις που εφαρµόζονται στα κοινά ποινικά δικαστήρια εφαρµόζονται και στα στρατιωτικά ποινικά δικαστήρια. Εξ άλλου δεν υφίσταται διάταξη οποιουδήποτε νοµοθετήµατος που να εισάγει για τα στρατοδικεία εξαίρεση από την υποχρέωση µαρτυρίας των ιδιωτών. Ο νόµος δεν αρκείται στην ελπίδα πως ο µάρτυρας θα ανταποκριθεί εκούσια στο καθήκον µαρτυρίας, αλλά µε τις ρυθµίσεις των άρθρων 229 και 231 ΚΠ προβλέπονται κυρώσεις που σκοπό έχουν τον έµµεσο εξαναγκασµό του δυστροπούντος µάρτυρα να συνδράµει στην απονοµή της ποινικής δικαιοσύνης και να διασφαλιστεί η εµφάνισή του5. Ανάλογες είναι οι διατάξεις των άρθρων 352 παρ. 1, 2, 353 παρ. 3 και 375 ΚΠ. 1

Στα άρθρα 229 και 231 ΚΠ ορίζονται οι συνέπειες για τους λιποµάρτυρες στα στάδια της προδικασίας και της κύριας διαδικασίας αντίστοιχα. Έτσι, σύµφωνα µε το άρθρο 229 ΚΠ, αν κατά την ανάκριση (και την προανάκριση) δεν εµφανιστεί µάρτυρας που κλήθηκε νόµιµα, ο διενεργών την ανάκριση εκδίδει υποχρεωτικά σε βάρος του ένταλµα βίαιης προσαγωγής. Παράλληλα, αν ο διενεργών την ανάκριση (ή την προανάκριση) είναι ανακριτής, εισαγγελέας, ειρηνοδίκης ή πταισµατοδίκης, εφόσον κρίνει ότι η λιποµαρτυρία οφείλεται σε απείθεια, µπορεί να επιβάλει σε βάρος του λιποµάρτυρα πρόστιµο, οριζόµενο στη διάταξη από πενήντα εννέα (0,59 ) λεπτά µέχρι πέντε ευρώ και ενενήντα λεπτά (5,90 ). Στο άρθρο 231 ΚΠ ορίζεται πως σε περίπτωση λιποµαρτυρίας νόµιµα κλητευθέντος στο ακροατήριο µάρτυρα, το δικαστήριο ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα ή του δηµόσιου κατηγόρου ή και αυτεπάγγελτα καταδικάζει το λιποµάρτυρα σε πρόστιµο, κλιµακούµενο ανάλογα µε το δικαστήριο, στα όρια που ορίζονται στην πρώτη παράγραφο του άρθρου, δηλαδή δεκαπέντε (15) έως πενήντα εννέα ευρώ (59,00 ) αν πρόκειται για πταισµατοδικείο ή µονοµελές πληµµελειοδικείο, είκοσι εννέα (29) έως εκατόν είκοσι (120) ευρώ αν πρόκειται για τριµελές πληµµελειοδικείο ή τριµελές εφετείο πληµµεληµάτων και πενήντα εννέα (59) έως εκατόν πενήντα (150) ευρώ αν πρόκειται για µικτό ορκωτό δικαστήριο ή µικτό ορκωτό εφετείο ή εφετείο κακουργηµάτων6. Περαιτέρω, σύµφωνα µε τη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 231 ΚΠ, το δικαστήριο (εκτός από το πταισµατοδικείο), αν πεισθεί πως η λιποµαρτυρία έγινε µε σκοπό να αναβληθεί ή να µαταιωθεί η εκδίκαση της υπόθεσης, καταδικάζει το λιποµάρτυρα επιπλέον και σε ποινή απείθειας, οριζόµενη στο άρθρο 169 ΠΚ (φυλάκιση µέχρι έξη µηνών) και συγχρόνως, σύµφωνα µε την τέταρτη παράγραφο, διατάζει τη βίαιη προσαγωγή του στη νέα δικάσιµο που θα οριστεί. Με δεδοµένο ότι σύµφωνα µε το άρθρο 193 παρ. 1 ΣΠΚ, σε συνδυασµό µε το άρθρο 96 παρ. 4 περ. α Συντ., στη δικαιοδοσία των στρατοδικείων υπάγονται µόνο όσοι είναι στρατιωτικοί κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης και ποτέ οι ιδιώτες, αναµφισβήτητα τα δικαστικά πρόσωπα της στρατιωτικής ποινικής δικαιοσύνης (ανακριτής ή εισαγγελέας) ή το στρατοδικείο έχουν τη δυνατότητα εφαρµογής των παραπάνω διατάξεων σε µάρτυρα που είναι στρατιωτικός. Προβληµατισµός, όµως, γεννιέται αν υφίσταται η εξουσία τους αυτή και όταν πρόκειται για ιδιώτη µάρτυρα που δεν εµφανίστηκε ενώπιόν τους αν και κλητεύτηκε νόµιµα και, ιδιαίτερα, αν µπορούν να διατάξουν τη βίαιη προσαγωγή του µάρτυρα που συνιστά περιορισµό της ελευθερίας του7 ή να επιβάλουν ποινή απείθειας στον ιδιώτη λιποµάρτυρα. Κατ αρχήν είναι ερευνητέο αν οι προβλεπόµενες στα άρθρα 229 και 231 ΚΠ κυρώσεις είναι ποινικές κυρώσεις ή ποινές τάξης. Η θεωρία και η νοµολογία συµφωνούν ότι τα προβλεπόµενα στις διατάξεις αυτές χρηµατικά πρόστιµα είναι ποινές (µέτρα) τάξης8, ανεξάρτητα αν το µέγεθός τους κρίνεται αποτελεσµατικό για την επίτευξη του σκοπού του νοµοθέτη να υποχρεώσει τον µάρτυρα να ανταποκριθεί στο καθήκον µαρτυρίας. Ζήτηµα, όµως, υφίσταται σχετικά µε τη φύση της προβλεπόµενης στο άρθρο 231 παρ. 2 ΚΠ ποινής απείθειας, στερητικής της ελευθερίας, στα όρια του άρθρου 169 ΠΚ (φυλάκιση µέχρι έξη µηνών). Προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να παρατηρήσουµε πως στον Ποινικό Κώδικα δεν τυποποιείται ως αδίκηµα η λιποµαρτυρία (µη εµφάνιση). Η παραβίαση του καθήκοντος εµφάνισης δεν µπορεί παρά να υπαχθεί ποινικά στην διάταξη του άρθρου 169 ΠΚ (γι αυτό και ο ΚΠ παραπέµπει στο πλαίσιο ποινής της). Αντίθετα, η παράβαση του καθήκοντος όρκισης ή κατάθεσης τυποποιείται αυτοτελώς ως 2

αξιόποινη συµπεριφορά στο άρθρο 225 παρ. 2 εδ. β ΠΚ. Πρέπει επίσης να παρατηρήσουµε ότι οι διατάξεις των άρθρων 229 και 231 ΚΠ εξοµοιώνουν µε τους λιποµάρτυρες και όσους µάρτυρες εµφανίστηκαν µεν, παραβαίνουν όµως το καθήκον όρκισης ή κατάθεσης. Παρά την παραπάνω εξοµοίωση, ο νόµος (άρθρα 229 εδ. γ και 231 παρ. 3 ΚΠ ) περιέχει διαφοροποίηση όσον αφορά την αντιµετώπιση όσων εµφανισθέντων µαρτύρων παραβαίνουν το καθήκον όρκισης ή κατάθεσης: δίνει, µεν, στον ανακριτή ή στο δικαστήριο τη δυνατότητα επιβολής ποινής απείθειας, κλιµακώνει όµως τις συνέπειες γι αυτούς, εισάγοντας την επιφύλαξη των ποινών του άρθρου 225 παρ. 2 εδ. β ΠΚ (φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους ή χρηµατική ποινή). Ακόµα παρατηρούµε πως ο νόµος δεν δίνει στον ανακριτή ή στο δικαστήριο τη δυνατότητα άµεσης επιβολής των συνεπειών του άρθρου 225 παρ. 2 ΠΚ, σε αντίθεση µε την ποινή απείθειας, για την επιβολή της οποίας παρέχεται στο δικαστήριο αυτή η άµεση δυνατότητα. Η διατυπωµένη στις παραπάνω διατάξεις (229 εδ. γ και 231 παρ. 3 ΚΠ ) επιφύλαξη των συνεπειών του άρθρου 225 παρ. 2 εδ. β ΠΚ, καταδεικνύει ένταση των συνεπειών και πρακτικά σηµαίνει ανακοίνωση της παράβασης του καθήκοντος όρκισης ή κατάθεσης από τον ανακριτή ή από το δικαστήριο στον αρµόδιο εισαγγελέα και αποστολή της έκθεσης ή των πρακτικών σ αυτόν, ώστε να κινηθεί η ποινική διαδικασία9. Ο λόγος της διαφοροποίησης είναι µάλλον προφανής: ο λιποµάρτυρας είναι αξιοποιήσιµο αποδεικτικό µέσο και γι αυτό είναι επιτακτική η ανάγκη εξαναγκασµού του να εµφανιστεί ώστε να συµβάλει µε τη µαρτυρία του στη διερεύνηση της υπόθεσης, στην αναζήτηση της αλήθειας και στο σχηµατισµό δικανικής πεποίθησης. Στην προδικασία ο ανακριτής δεν έχει την εξουσία επιβολής ποινής απείθειας αλλά µόνο προστίµου, γιατί προφανώς εξακολουθεί η δυνατότητά του να αναπληρώσει τη µαρτυρία µε την αναζήτηση άλλων αποδείξεων. Όµως, στο ακροατήριο είναι επιτακτική η ανάγκη άµεσης εκκαθάρισης της υπόθεσης και ο νόµος παρέχει στο δικαστήριο την εξουσία να ενεργοποιήσει όλο το φάσµα των προβλεπόµενων συνεπειών, προκειµένου να εξαναγκάσει τον λιποµάρτυρα να εµφανιστεί. Μάλιστα, η σχετική κρίση του δικαστηρίου για την αναγκαιότητα και επιβολή κυρώσεων τάξης είναι αναιρετικά ανέλεγκτη10. Έτσι, η παράγραφος 2 του άρθρου 231 ΚΠ παρέχει τη δυνατότητα επιβολής ποινής απείθειας του άρθρου 169 ΠΚ και η παράγραφος 4 του άρθρου 231 ΚΠ επιβάλλει συγχρόνως να διαταχτεί και η βίαιη προσαγωγή του λιποµάρτυρα11. Αντίθετα, ο αρνούµενος να ορκιστεί12 ή να καταθέσει, αν εµµένει στην άρνησή του και µετά την καταδίκη του σε πρόστιµο ή ποινή απείθειας, καθίσταται αποδεικτικά άχρηστος µάρτυρας και γι αυτό εισάγεται στο νόµο η επιφύλαξη των συνεπειών του άρθρου 225 παρ. 2 εδ. β ΠΚ. Πλέον, δεν είναι δυνατός ο εξαναγκασµός αυτού του µάρτυρα να συµβάλει στην διάγνωση της αλήθειας και αναδεικνύεται η αναγκαιότητα της διερεύνησης της ποινικής ευθύνης του και η ποινική αποδοκιµασία της συµπεριφοράς του. Έτσι, ο δικονοµικός νοµοθέτης στο άρθρο 231 παρ. 3 ΚΠ δίνει, µεν, στο δικαστήριο τη δυνατότητα να επιβάλει και σ αυτόν το µάρτυρα την ποινή απείθειας που προβλέπεται στην παρ. 2, σε µια ύστατη προσπάθεια άµεσου εξαναγκασµού του να εµφανιστεί και να καταθέσει, χρησιµοποιεί, όµως, παράλληλα και την απειλή των συνεπειών του άρθρου 225 παρ. 2 εδ. β ΠΚ, γιατί ο επιµένων στην παραβίαση της υποχρέωσής του µάρτυρας ακυρώνει τον προορισµό του ως αποδεικτικό µέσο, οπότε η εξουσία του δικαστηρίου περιορίζεται στο να ανακοινώσει στον αρµόδιο εισαγγελέα την παράβαση και προχωράει στην εκδίκαση της υπόθεσης, µη αναµένοντας πλέον από τον µάρτυρα αυτόν την οποιαδήποτε συνδροµή. 3

Από την παραπάνω διαφοροποίηση του ΚΠ µπορούµε να συνάγουµε ότι και η ποινή απείθειας της 231 παρ. 2 ΚΠ είναι ποινή τάξης και όχι ποινική κύρωση13, επιβάλλεται προς εξαναγκασµό του λιποµάρτυρα να συµβάλει στην διεξαγωγή της ποινικής δίκης και όχι ως ένδειξη αποδοκιµασίας από την έννοµη τάξη της συµπεριφοράς του14. Προς τούτο συνηγορεί το γεγονός ότι το δικαστήριο µπορεί να την επιβάλει αµέσως χωρίς την προηγούµενη άσκηση ποινικής δίωξης. Αντίθετα, η παραδοχή πως πρόκειται για ποινική κύρωση, προϋποθέτει την ακραία συνθήκη πως ο ίδιος ο ΚΠ καταστρατηγεί τους βασικούς δικονοµικούς κανόνες nemo judex sine actore και nullum crimen nulla poena sine processu, καταργεί την κατηγορητική δίκη (ο δικαστής δεν µπορεί να επιληφθεί της εκδίκασης µιας υπόθεσης χωρίς εισαγγελική κατηγορία15) και επιτάσσει στο δικαστήριο την καταπάτηση της αρχής της νοµιµότητας ή υποχρεωτικής δίωξης των εγκληµάτων που απορρέει από τα άρθρα 27 παρ. 1α, 43, 47 παρ. 1-2 και 50 παρ. 2α ΚΠ. Τέτοια παραδοχή θα ήταν άτοπη, δεδοµένου ότι η µη τήρηση της αρχής της νοµιµότητας επάγεται απόλυτη ακυρότητα της ποινικής διαδικασίας που λαµβάνεται υπόψη αυτεπάγγελτα σε κάθε στάδιο και στον Άρειο Πάγο (171 περ. β ΚΠ ). Αν επρόκειτο για ποινική κύρωση, το δικαστήριο θα έπρεπε να ανακοινώσει τη µη εµφάνιση του µάρτυρα στον αρµόδιο εισαγγελέα, ώστε να τηρηθεί η αρχή της νοµιµότητας και η διάταξη του άρθρου 231 παρ. 2 ΚΠ θα περιείχε ρητή διατύπωση της επιφύλαξης ποινής απείθειας, ανάλογη µε αυτή για την άρνηση όρκισης ή κατάθεσης. Κατά συνέπεια, η παραποµπή του άρθρου 231 παρ. 2 ΚΠ στο άρθρο 169 ΠΚ γίνεται αποκλειστικά για λόγους προσδιορισµού του πλαισίου της ποινής τάξης, αφού µόνο µε την εκεί τυποποιούµενη πράξη της απείθειας προσιδιάζει η µη εµφάνιση του µάρτυρα και όχι για να προσδώσει στην απόφαση του δικαστηρίου χαρακτήρα ποινικής κύρωσης. Βεβαίως, το άρθρο 231 παρ. 2 ΚΠ εξαιρεί αυτή τη δυνατότητα από το πταισµατοδικείο. Ως προς αυτή την εξαίρεση υποστηρίζεται η άποψη πως η εν λόγω ποινή απείθειας δεν µπορεί να επιβληθεί από το πταισµατοδικείο γιατί η απείθεια αποτελεί πληµµέληµα16. Αυτή η επιχειρηµατολογία προϋποθέτει την αποδοχή ότι πρόκειται για ποινική κύρωση. Συνεπέστερη, όµως, προς την αρχή της νοµιµότητας και τις παραπάνω διαφοροποιήσεις του ΚΠ, είναι η εκδοχή πως αυτή η εξαίρεση στα πταισµατοδικεία αιτιολογείται από τη διατήρηση της αναγκαίας αναλογίας που πρέπει να υφίσταται ανάµεσα στη βλάβη που προκαλεί η µη εµφάνιση του µάρτυρα, µε την κύρωση που αυτός θα υποστεί: ο νοµοθέτης στάθµισε in concreto το προσδοκώµενο από την εµφάνιση και κατάθεση του µάρτυρα όφελος και την αντίστοιχη βλάβη που η λιποµαρτυρία του προκαλεί στην απονοµή της δικαιοσύνης, ώστε να ορίσει την ανάλογη κύρωση ως µέτρο εξαναγκασµού. Με δεδοµένο ότι τα πταίσµατα τιµωρούνται µε κράτηση, η διάρκεια της οποίας κατ αρχήν δεν υπερβαίνει τον ένα µήνα αν ο νόµος δεν ορίζει διαφορετικά (άρθρο 55 ΠΚ), το βαρύτερα, δε, τιµωρούµενο στον ποινικό κώδικα πταίσµα είναι αυτό του άρθρου 425 ΠΚ (επικίνδυνη για την υγεία συνάφεια) που τιµωρείται µε κράτηση µέχρι πέντε µηνών, θα ήταν αδόκιµο να προβλέπεται για εξαναγκασµό του λιποµάρτυρα κύρωση βαρύτερη (φυλάκιση έως 6 µηνών) από την απειλούµενη για την τιµώρηση του εγκλήµατος ποινή. Αυτό θα ήταν δικαιικά άστοχο και δυσανάλογο του προσδοκώµενου από την εµφάνιση του µάρτυρα οφέλους για την απονοµή της δικαιοσύνης. Εξ άλλου, αν η καταδίκη του λιποµάρτυρα σε ποινή για απείθεια είχε τη φύση ποινικής κύρωσης επί του πληµµελήµατος της απείθειας και όχι µέτρου τάξης, 4

ο δικονοµικός νοµοθέτης δεν θα χρειαζόταν να εξαιρέσει ρητά τη δυνατότητα επιβολής της από τα πταισµατοδικεία, αφού η αρµοδιότητα των πταισµατοδικείων καθορίζεται σαφώς από τις διατάξεις των άρθρων 115 και 119 παρ. 1 ΚΠ. Επιχείρηµα που συνηγορεί υπέρ της άποψης ότι πρόκειται για ποινή τάξης είναι το γεγονός ότι ρητά ο νόµος (άρθρο 232 παρ. 1 εδ. α ΚΠ ) ορίζει πως και η επιβληθείσα στο λιποµάρτυρα ποινή απείθειας προσβάλλεται µε ανακοπή µέσα σε 15 µέρες από την επίδοση της απόφασης17. Επίσης, σύµφωνα µε την παρ. 3 του ίδιου άρθρου, το δικαστήριο µπορεί να εξαφανίσει την ποινή της απείθειας και να επιβάλει µόνο πρόστιµο. εν προβλέπεται, εποµένως, ακύρωση της απόφασης (430 ΚΠ ) ούτε ακύρωση της διαδικασίας (341 ΚΠ ) ούτε βεβαίως έφεση (489 παρ. 1 περ β ΚΠ ) ή αίτηση αναίρεσης (505 παρ. 1 περ. α ΚΠ ) που προβλέπονται για τις καταδικαστικές αποφάσεις. Αν επρόκειτο για ποινική κύρωση, θα έπρεπε να δεχτούµε αναγκαστικά πως ο λιποµάρτυρας κατέστη κατηγορούµενος και πως η σχετική απόφαση είναι καταδικαστική µε αναγκαία συνεπαγωγή ότι θα έπρεπε ο λιποµάρτυρας να έχει όλα τα δικαιώµατα του κατηγορούµενου και η απόφαση θα έπρεπε να µπορεί να προσβληθεί µε τα παραπάνω ένδικα µέσα και βοηθήµατα. Επιπλέον επιχείρηµα υπέρ της υποστηριζόµενης εδώ θέσης, αντλείται και από τη νοµολογία, η οποία δέχεται πως οι ποινές λιποµαρτυρίας είναι δεκτικές συγχώνευσης κατ ανάλογη και όχι κατ ευθεία εφαρµογή των άρθρων 94, 96 ΠΚ και 551 ΚΠ 18. Κατά συνέπεια, επιβάλλοντας το στρατοδικείο ποινή για απείθεια σε ιδιώτη λιποµάρτυρα ή διατάσσοντας τη βίαιη προσαγωγή του, δεν ασκεί ποινική δικαιοδοσία επ αυτού. Η αντίθετη άποψη θα επαγόταν ανεπίτρεπτα δικονοµικά αδιέξοδα και ηθεληµένη νοµοθετική αγκύλωση της στρατιωτικής δικαιοσύνης, ως φορέα ειδικής ποινικής δικαιοδοσίας και ως συστήµατος απονοµής ποινικής δικαιοσύνης. Αν το στρατοδικείο δεν µπορούσε ποτέ να διατάξει τη βίαιη προσαγωγή ιδιώτη µάρτυρα ούτε να επιβάλει ποινή λιποµαρτυρίας, τότε η ενώπιόν του διαδικασία θα παρέλυε: δεν θα είχε τη δυνατότητα να φέρει αναγκαστικά ενώπιόν του ιδιώτη µάρτυρα του οποίου τη µαρτυρία θα είχε κρίνει απαραίτητη για τον σχηµατισµό δικανικής πεποίθησης, αφού θα ήταν αποκλεισµένο από την εφαρµογή όλου το πλέγµατος των δικονοµικών διατάξεων εξαναγκασµού του µάρτυρα. Αυτή η αδυναµία του στρατοδικείου θα ήταν, µάλιστα, απόλυτη, αφού δεν προβλέπεται δυνατότητα του στρατοδικείου να ζητήσει συνδροµή από το αντίστοιχο κοινό δικαστήριο, ώστε εκείνο να διατάξει τη βίαιη προσαγωγή ενώπιον του στρατοδικείου ή εκείνο να επιβάλει ποινή λιποµαρτυρίας, για να εξαναγκαστεί ο ιδιώτης µάρτυρας να εµφανιστεί στο στρατοδικείο. Άλλωστε, κάτι τέτοιο θα ήταν ιδιαίτερα βλαπτικό για την οικονοµία της δίκης. Έτσι, το στρατοδικείο ή απλά θα κρατούσε την υπόθεση σε εκκρεµότητα, µε εφαρµογή του άρθρου 352 ΚΠ, µέχρι να δεήσει ο λιποµάρτυρας να καταθέσει ή θα αρκείτο να προχωρήσει στην εκδίκαση χωρίς τη µαρτυρία, που όµως θα συνεπαγόταν απόφαση χωρίς εχέγγυο δίκαιης δίκης και ενδεχοµένως θα υπέκρυπτε παραβίαση από το στρατοδικείο της αρχής της ηθικής απόδειξης (άρθρο 177 ΚΠ ). Η αγκύλωση αυτή θα αναιρούσε τη φύση των στρατιωτικών δικαστηρίων ως δικαστηρίων ποινικής δικαιοδοσίας, θα καθιστούσε την υπαγωγή των στρατιωτικών στα στρατοδικεία αντίθετη στην αρχή της ισότητας (άρθρο 4 Συντ.) και στο δικαίωµα για δίκαιη δίκη (άρθρο 6 ΕΣ Α), αφού το στρατοδικείο θα ήγετο σε κρίση χωρίς να έχει στη διάθεσή του αποδεικτικό µέσο που θεώρησε απαραίτητο. Και περαιτέρω, η αδυναµία των στρατοδικείων να τιµωρήσουν τον λιποµάρτυρα και να διατάξουν τη βίαιη προσαγωγή του θα έπρεπε να ισχύει mutatis mutandis και για τα κοινά ποινικά δικαστήρια επί µαρτύρων στρατιωτικών, γιατί δεν έχουν δικαιοδοσία 5

επί προσώπων που έχουν τη στρατιωτική ιδιότητα, τα οποία, κατά τη διάταξη του άρθρου 193 παρ. 1 ΣΠΚ, υπάγονται στη δικαιοδοσία των στρατιωτικών ποινικών δικαστηρίων. Το άρθρο 193 παρ. 2 περ. β ΣΠΚ, βεβαίως, εισάγει εξαίρεση ως προς τη δωσιδικία των στρατιωτικών, ορίζοντας πως αυτοί υπάγονται στα κοινά ποινικά δικαστήρια για πληµµελήµατα και πταίσµατα που διαπράττουν στο ακροατήριο οποιουδήποτε ποινικού δικαστηρίου, αν αυτά δικαστούν αµέσως µε εφαρµογή της αυτόφωρης διαδικασίας των άρθρων 417 έως 424 ΚΠ. Όπως, όµως, σηµειώθηκε παραπάνω, η λιποµαρτυρία δεν αποτελεί αδίκηµα τυποποιούµενο στον Ποινικό Κώδικα, κατά συνέπεια δεν τυγχάνει εφαρµογής η διάταξη του άρθρου 193 παρ. 2 περ. β ΣΠΚ. ιαφαινόµενο, εποµένως, τελικό αποτέλεσµα θα ήταν η συνολική αποδυνάµωση της δικαιοσύνης (κοινής και στρατιωτικής), ανάλογα µε την ιδιότητα του µάρτυρα ως στρατιωτικού ή ιδιώτη. Εποµένως, η επιβολή ποινής για απείθεια σε ιδιώτη λιποµάρτυρα από το στρατοδικείο ή η διάταξή του για βίαιη προσαγωγή του λιποµάρτυρα, δεν συνιστούν υπέρβαση εξουσίας του στρατοδικείου ούτε προσκρούουν στη συνταγµατική απαγόρευση υπαγωγής ιδιωτών στη δικαιοδοσία των στρατιωτικών ποινικών δικαστηρίων. Η µόνη νοητή εξαίρεση αφορά το τριµελές στρατοδικείο όταν δικάζει πταίσµατα19, κατ ανάλογη εφαρµογή της εξαίρεσης του άρθρου 231 παρ. 2 ΚΠ για το πταισµατοδικείο. Φυσικά, η ίδια δυνατότητα του στρατοδικείου ισχύει και για τον ιδιώτη πραγµατογνώµονα, σύµφωνα µε τη διάταξη του άρθρου 231 ΚΠ. 1. Βλ. Ζησιάδη, Η ψυχολογική θεώρηση της ποινικής δίκης, 2000, σελ. 183 επ. 2. έδες, Ποινική ικονοµία, 1988, σελ. 287. 3. έδες, ό.π. σελ. 289, Ανδρουλάκης, ΠοινΧρ 1979, 833. 4. Ως στρατοδικεία νοούνται και το ναυτοδικείο και το αεροδικείο (άρθρο 5 παρ. 1 περ. ιγ ΣΠΚ). 5. Βλ. και ΜΟ Τρικ 54/1995 ΠοινΧρ 1995, 1293. 6. Τα ποσά µετατράπηκαν σε ευρώ µε τα άρθρα 3-5 Ν. 2943/2001. 7. ΓνωµΕισΠληµΑγρ 2/1987. 8. Βλ. Χωραφά, Ποινικόν ίκαιον, Γενικαί Αρχαί, 1966, σελ. 89, Μ. Μαργαρίτη, Ερµηνεία Κώδικα Ποινικής ικονοµίας, σελ. 449. 9. ΑΠ 61/1988 ΠοινΧρ 1988, 461. 10. ΑΠ 456/2006 ΠοινΧρ 2006, 978. 11. Ανάλογες είναι οι διατάξεις των άρθρων 352, 353, 375 παρ. 3 ΚΠ. 12. Ενόψει της κατοχυρώσεως του δικαιώµατος της θρησκευτικής ελευθερίας από τα άρθρα 13 του Συντάγµατος και 9 ΕΣ Α, αν ο µάρτυρας αρνείται να δώσει θρησκευτικό όρκο για λόγους θρησκευτικής συνειδήσεως (δηλαδή είτε ότι οι αρχές της θρησκείας που πρεσβεύει, όπως αυτός τις ερµηνεύει, και την οποία, πάντως, 6

πρέπει να δηλώσει, δεν του επιτρέπουν τον όρκο, είτε ότι είναι άθεος ή άθρησκος), δικαιούται αντί θρησκευτικού όρκου (υποσχετικού ή αποδεικτικού) να δώσει, επικαλούµενος την τιµή και την συνείδησή του, ισότιµη, από πλευράς συνεπειών, διαβεβαίωση στην τιµή και τη συνείδησή του, κατ αναλογία της διατάξεως της παρ. 2 του άρθρου 220 ΚΠ ΤρΕφΘεσ 3269/1989 Υπερ. 1991, 637, ΣυµβΠληµΜυτ 64/1997 ΤΝΠ Nomos. 13. Αντίθετα βλ. Ανδρουλάκη σε ΠοινΧρ 1971, 364, όπου τη θεωρεί αληθινή εγκληµατική ποινή. 14. Ανάλογες είναι οι προβλέπουσες µέτρα (ποινές) τάξης διατάξεις των άρθρων 252 παρ. 3 (κράτηση έως 24 ωρών όσων διαταράσσουν την ησυχία και τάξη στις διεξαγόµενες ανακριτικές πράξεις) και 336 παρ. 1 ΚΠ (χρηµατικό πρόστιµο ή κράτηση έως 24 ωρών για ανυπακοή στο ακροατήριο). 15. Παπαδαµάκης, Ποινική ικονοµία, 2008, σελ. 249. 16. Μιχ. Μαργαρίτης, ό.π., σελ. 450. 17. ΑΠ 456/2006 ΠοινΧρ 2006, 978. 18. ΑΠ 238/1961 ΠοινΧρ 1961, 520. 19. Άρθρο 198 παρ. 1 ΣΠΚ. 7