ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ: ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Α1. Επειδή βλέπουμε ότι κάθε πόλη-κράτος είναι ένα είδος κοινότητας και ότι κάθε κοινότητα έχει συσταθεί για την επίτευξη κάποιου αγαθού (πράγματι όλοι κάνουν τα πάντα για χάρη εκείνου που θεωρείται καλό), είναι φανερό ότι όλες οι κοινότητες αποβλέπουν σε κάποιο αγαθό και, φυσικά, αυτή που είναι ανώτερη από όλες και κλείνει μέσα της όλες τις άλλες αποβλέπει στο ανώτερο από όλα τα αγαθά. Αυτή είναι που ονομάζεται πόλη ή πολιτική κοινωνία. Όμως, επειδή η πόλη ανήκει στην κατηγορία των σύνθετων πραγμάτων, όπως όλα τα πράγματα που το καθένα τους είναι ένα όλον, αλλά αποτελείται από πολλά μέρη, είναι φανερό ότι πρώτα πρέπει να ψάξουμε να βρούμε τι είναι ο πολίτης, γιατί η πόλη είναι ένα σύνολο από πολίτες. Επομένως, πρέπει να ερευνήσουμε ποιον πρέπει να ονομάζουμε πολίτη και ποια είναι η ουσία της έννοιας πολίτης. Πράγματι, για το περιεχόμενο της λέξης πολίτης διατυπώνονται πολλές φορές διαφορετικές μεταξύ τους γνώμες. Δηλαδή δεν υπάρχει ομοφωνία για το περιεχόμενο της λέξης πολίτης γιατί κάποιος, ενώ είναι πολίτης σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα, συχνά δεν είναι πολίτης σε ένα ολιγαρχικό πολίτευμα. Β1. Στην πρώτη αυτή ενότητα των «Πολιτικών» ο φιλόσοφος ξεδιπλώνει τη συλλογιστική του πορεία, προκειμένου να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η πόλη είναι η τελειότερη μορφή κοινωνικής συνύπαρξης. Αρχίζει με μια γενική πρόταση που αναφέρεται στα κοινά θέματα και στη συνέχεια περνά στα ειδικά, στις επιμέρους περιπτώσεις (παραγωγική συλλογιστική μέθοδος). Η υπερκείμενη έννοια του γένους είναι η έννοια «κοινωνία», ενώ η ειδική είναι η έννοια «πόλις», η οποία διαφέρει από τις άλλες ως προς το στόχο της, που είναι ο ανώτερος από όλα τα αγαθά ( ειδοποιός διαφορά). Ο συλλογισμός θα μπορούσε να διατυπωθεί σχηματικά ως εξής: Κάθε πόλη είναι ένα είδος κοινωνίας Κάθε μορφή κοινωνίας έχει συσταθεί για την επίτευξη κάποιου αγαθού Άρα, όλες οι κοινωνίες αποβλέπουν σε κάποιο αγαθό Αυτή που είναι ανώτερη από όλες τις κοινωνίες αποβλέπει στο ανώτερο από όλα τα αγαθά. Το τελευταίο συμπέρασμα προϋποθέτει τις εξής κρίσεις: Κάθε κοινωνία επιδιώκει ένα αγαθό ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της και ότι οι υποδεέστερες κοινωνίες επιδιώκουν υποδεέστερα αγαθά, ενώ οι ανώτερες,τα ανώτερα.
Η πόλη λοιπόν επειδή περικλείει μέσα της όλους τους άλλους κοινωνικούς σχηματισμούς και επειδή στοχεύει στον ανώτερο από όλους τους στόχους, την ευδαιμονία, είναι η τελειότερη μορφή κοινωνίας. Β2. Ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι η ενασχόληση με το ζήτημα του τρόπου διακυβέρνησης μιας πόλης και με την ουσία και τα χαρακτηριστικά του πολιτεύματος, επιβάλλει την απάντηση στο ερώτημα «τι είναι πόλις». Αφού δηλώσει τους τρεις λόγους για τους οποίους πρέπει να απαντηθεί το ερώτημα αυτό, περνά με αναλυτική συλλογιστική πορεία στο δεύτερο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί : «τι είναι ο πολίτης». Τη μετάβαση τη δικαιολογεί με το επιχείρημα ότι η πόλη ανήκει στην κατηγορία των σύνθετων πραγμάτων, είναι δηλαδή ένα όλον αποτελούμενο από πολλά μέρη. Επομένως, οποιαδήποτε έρευνα για την έννοια της πόλης προϋποθέτει την έρευνα της έννοιας πολίτης και την αναζήτηση των χαρακτηριστικών του. Επίσης, είναι απαραίτητο να γίνει αυτή η αναφορά, γιατί δεν υπάρχει ομοφωνία ως προς το περιεχόμενο του πολίτη στα διάφορα πολιτεύματα. Τα κριτήρια για την απόδοση αυτής της ιδιότητας διέφεραν από πολίτευμα σε πολίτευμα και ήταν κατά περίπτωση η καταγωγή, το εισόδημα, το είδος της απασχόλησης κ.α. Στο επόμενο απόσπασμα ο φιλόσοφος ορίζει τη σχέση του πολίτη με την πόλη. Είναι μια σχέση αλληλεπίδρασης και αλληλεξάρτησης, αφού είναι το όλον το αποτελούμενο από μέρη. Αποκλείει από τον ορισμό της έννοιας του πολίτη τα κριτήρια που δεν είναι ικανοποιητικά, και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ιδιότητα του πολίτη οριοθετείται από τη συμμετοχή του στη βουλευτική και δικαστική αρχή, με τη συμμετοχή του δηλαδή σε όλες τις λειτουργίες της πόλης. Μάλιστα, προχωρά περαιτέρω τη σκέψη του και ορίζει με βάση την έννοια του πολίτη και την πόλη: είναι ένα σύνολο τέτοιου είδους πολιτών που είναι σε αριθμό ικανοί, ώστε να εξασφαλίζεται η αυτάρκεια στη ζωή τους. Όπως διαφαίνεται, λοιπόν, η σχέση πόληςπολίτη είναι διαλεκτική: η ενεργητική συμμετοχή των πολιτών εξασφαλίζει τις προϋποθέσεις για την εύρυθμη λειτουργία της πόλης, αλλά και η πόλη αποτελεί το απαραίτητο εκείνο πλαίσιο, ώστε ο πολίτης να μπορέσει να κατακτήσει την δική του ατομική ευδαιμονία. Β3. Στην πρώτη ενότητα των «Πολιτικών» ο Αριστοτέλης όρισε την πόλη ως την ανώτερη μορφή κοινωνίας που περικλείει όλες τις υπόλοιπες και στοχεύει στο ανώτερο αγαθό από όλες. Συνιστά, επομένως, την τελειότερη μορφή κοινωνίας. Η έννοια του τέλους επανέρχεται και στο μεταφρασμένο απόσπασμα και έχει διττή σημασία : είναι το τελικό στάδιο της εξελικτικής πορείας των κοινωνικών σχηματισμών και ταυτόχρονα η ολοκλήρωσή τους. Επίσης, η πόλη είναι τέλεια αφού έχει κατακτήσει την απόλυτη αυτάρκεια, το τέλειο αγαθό που δίνει αξία στη ζωή των ανθρώπων πολιτών της και τους οδηγεί στην ευδαιμονία. Μια πόλη είναι αυτάρκης όταν η γεωγραφική της θέση εξασφαλίζει άφθονα υλικά αγαθά και εμπορική ανάπτυξη, όταν διαθέτει καλή άμυνα και σύστημα χρηστής διοίκησης και κυρίως όταν απονέμει δικαιοσύνη, χωρίς να εξαρτάται από εξωτερικούς παράγοντες για να καλύψει τις ανάγκες της. Η πόλις υπάρχει εκ φύσεως για τους ακόλουθους λόγους:
επειδή και οι πρώτες κοινωνικές οντότητες, από τη συνένωση των οποίων αυτή προήλθε, υπάρχουν και αυτές εκ φύσεως. επειδή είναι το τέλος των πρώτων κοινωνικών οντοτήτων (η φύση ενός πράγματος είναι η μορφή που έχει αυτό τη στιγμή της τελείωσης του, η. μορφή που αυτό παίρνει όταν ολοκληρωθεί η εξελικτική του πορεία και αφού η φύση των πρώτων κοινωνικών οντοτήτων είναι η πόλις ως τελείωση τους, και η πόλις είναι εκ φύσεως). επειδή κάθε ον, από τη φύση του υπηρετεί ένα στόχο που είναι κάτι το άριστο, και στόχος της πόλεως είναι η αυτάρκεια, που είναι κάτι άριστο. άρα η πόλις υπάρχει εκ φύσεως, αφού επιδιώκει και πραγματώνει κάτι το άριστο. Β4. Η απάντηση βρίσκεται στο σχολικό βιβλίο ( σελ: 178-179), «Επειδή διαβάζοντας τις ενότητες.από οτιδήποτε βρίσκεται έξω από την πόλιν». Β5. Ενόραση ὁρῶμεν Σύσταση- συνεστηκυῖαν Κατάσχεση- περιέχουσα Σύγκλητος- καλουμένη Κειμήλιο- συγκειμένων Σκόπιμος- σκεπτέον Άρχοντας- ἀρχῆς- ὑπάρχει Άφαντος- φανερόν Ρητό- λέγομεν- εἰπεῖν Άφιξη- ἱκανόν
Γ. ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ: ΚΕΙΜΕΝΟ Γ1. ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ Δεν καταγγέλλεται, λοιπόν, τίποτα σχετικό με τις Ερμές (κεφαλές) από κάποιους μέτοικους και υπηρέτες, αλλά κάποιοι ακρωτηριασμοί άλλων αγαλμάτων που είχαν γίνει πρωτύτερα από κάποιους νεαρούς την ώρα που διασκέδαζαν και υπό την επήρεια οινοποσίας και συγχρόνως (καταγγέλλεται) ότι σε μερικά σπίτια γίνονται παρωδίες των μυστηρίων. Γι αυτές κατηγορούσαν και τον Αλκιβιάδη. Τις κατηγορίες αυτές υιοθετούσαν όσοι εχθρεύονταν πάρα πολύ τον Αλκιβιάδη, επειδή αποτελούσε εμπόδιο στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν την αρχηγία της δημοκρατικής μερίδας και επειδή νόμιζαν ότι αν πετύχουν τον εξοστρακισμό του, θα καταλάμβαναν αυτοί την πρώτη θέση, μεγαλοποιούσαν τις κατηγορίες αυτές και φώναζαν ότι η υπόθεση των μυστηρίων και ο ακρωτηριασμός των Ερμών (κεφαλών) γίνονταν για να καταλυθεί το δημοκρατικό πολίτευμα και ότι όλα αυτά έγιναν με συνεννόηση εκείνου, επικαλούμενοι ως απόδειξη τον τρόπο της ζωής του, τον τόσο αντίθετο με το πνεύμα του δημοκρατικού πολιτεύματος. Γ2. ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ - τινων : τινά - ὓβρει : ὓβριν - ὄντι : οὖσι - μάλιστα : μάλα - ἐπῃτιῶντο : ἐπαιτιῶ - ὑπολαμβάνοντες : ὑποληφθεῖσι - ἐξελάσειαν : ἐξελῷεν - ἐβόων : βοᾶν - εἴη : ἔσται - ἐπράχθη : πεπράχθω Γ3α. ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ - περί τῶν Ἑρμῶν: εμπρόθετος προσδιορισμός της αναφοράς στο ρήμα «μηνύεται» - ὑπό νεωτέρων: ποιητικό αίτιο από την επιθετική μετοχή παρακειμένου «γεγενημέναι»
- τά μυστήρια: υποκείμενο του ρήματος «ποιεῖται» (αττική σύνταξη) - τόν Ἀλκιβιάδην: αντικείμενο του ρήματος «ἐπῃτιῶντο» - δήμου: ετερόπτωτος προσδιορισμός, γενική αντικειμενική στο εμπρόθετο ουσιαστικό «καταλύσει» - αὐτοῦ: ετερόπτωτος προσδιορισμός, γενική υποκειμενική στο ουσιαστικό «παρανομίαν» Γ3β. ΥΠΟΘΕΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ Ο υποθετικός λόγος του κειμένου είναι ένας εξαρτημένος / πλαγιασμένος υποθετικός λόγος. Εξαρτάται από τη μετοχή ιστορικού χρόνου «νομίσαντες» που εξαρτάται με τη σειρά της από το ρήμα ιστορικού χρόνου «εμεγάλυνον» Εἰ αὐτόν ἐξελάσειαν, πρῶτοι ἄν εἶναι Υ: εἰ + ευκτική -> Α:ειδικό δυνητικό απαρέμφατο Ο υποθετικός λόγος δηλώνει την απλή σκέψη του λέγοντος Η μετατροπή του σε ευθύ λόγο (αν και δεν αποτελεί ζητούμενο) είναι: εἰ ἐξελάσαιμεν αὐτόν, πρῶτοι ἄν εἴημεν ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΩΝ: Βλάχου Ευαγγελία Φιλόλογος evag_vlachou@yahoo.gr Γρύλλη Νεκταρία Φιλόλογος grnektar@gmail.com