ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Σχετικά έγγραφα
Παιδαγωγικό Υπόβαθρο ΤΠΕ. Κυρίαρχες παιδαγωγικές θεωρίες

Σύγχρονες θεωρήσεις για τη μάθηση

Κάθε επιλογή, κάθε ενέργεια ή εκδήλωση του νηπιαγωγού κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι σε άμεση συνάρτηση με τις προσδοκίες, που

Έννοιες Φυσικών Επιστημών Ι

Σύγχρονες θεωρίες μάθησης

Η ανάπτυξη της Εποικοδομητικής Πρότασης για τη διδασκαλία και τη μάθηση του μαθήματος της Χημείας. Άννα Κουκά

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Κασιμάτη Αικατερίνη Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Παιδαγωγικού Τμήματος ΑΣΠΑΙΤΕ

Εκπαιδευτική Τεχνολογία και Θεωρίες Μάθησης

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

Ο συμπεριφορισμός ή το μεταδοτικό μοντέλο μάθησης. Η πραγματικότητα έχει την ίδια σημασία για όλους. Διδάσκω με τον ίδιο τρόπο όλους τους μαθητές

ΤΩΝ ΤΠΕ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Τρίτη 24 και Τετάρτη 25 Οκτωβρίου 2017

Μάθηση σε νέα τεχνολογικά περιβάλλοντα

Η Θεωρία του Piaget για την εξέλιξη της νοημοσύνης

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗ Ετήσιο Πρόγραμμα Παιδαγωγικής Κατάρτισης Ε.Π.ΠΑΙ.Κ.

ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ

Μαθηματικά: θεωρίες μάθησης. Διαφορετικές σχολές Διαφορετικές υποθέσεις

EDUS265 Εκπαιδευτική Τεχνολογία

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ Η/Υ

ΘΕΜΑΤΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΕΡΩΤΗΣΕΩΝ. Άννα Κουκά

Γράφοντας ένα σχολικό βιβλίο για τα Μαθηματικά. Μαριάννα Τζεκάκη Αν. Καθηγήτρια Α.Π.Θ. Μ. Καλδρυμίδου Αν. Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Διήμερο εκπαιδευτικού επιμόρφωση Μέθοδος project στο νηπιαγωγείο. Έλενα Τζιαμπάζη Νίκη Χ γαβριήλ-σιέκκερη

Συμπεριφοριστικές απόψεις για τη μάθηση. Διδάσκουσα Φ. Αντωνίου

ΡΟΜΠΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Μάθηση: Οποιαδήποτε µακράς διαρκείας αλλαγή στη συµπεριφορά (ή νόηση) που οφείλεται στην εµπειρία

Η Μάθηση. PDF created with pdffactory Pro trial version

ΒΗΜΑΤΑ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΕΝΟΣ ΣΧΕΔΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (PROJECT)

Παιδαγωγικές δραστηριότητες μοντελοποίησης με χρήση ανοικτών υπολογιστικών περιβαλλόντων

ΝΕΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΣΤΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ. Παρασχίδης Κυριαζής Σχολικός Σύμβουλος 3 ης Περιφέρειας ν. Ξάνθης

Θεωρίες Μάθησης και ΤΠΕ Συμπεριφορισμός

Σ. Κ. ΚΡΑΣΣΑΣ &Ν. Μ. ΣΑΛΤΕΡΗΣ. Σχολικοί Σύμβουλοι Δημοτικής Εκπαίδευσης Αττικής

ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ

Σύγχρονες απόψεις για τη μάθηση και θέματα αξιολόγησης. Άννα Κουκά

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ. Μάθηση - Κλασική εξάρτηση -Συντελεστική εξάρτηση - Λειτουργική εξάρτηση

Το μάθημα της Τεχνολογία ευκαιρία μεταγνωστικής ανάπτυξης

των βασικών αρχών των θεωριών μάθησης και των πιο γνωστών τους διδακτικών μοντέλων.

Λογισμικό Καθοδήγησης ή Διδασκαλίας

Δεύτερη Συνάντηση ΜΑΘΗΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΟΜΑΔΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Κάππας Σπυρίδων

Η αλλαγή (μόνιμη και διαρκής) στη συμπεριφορά, που οφείλεται στην απόκτηση εμπειριών, γνώσεων και ικανοτήτων. Η αλλαγή αφορά στην συμπεριφορά, τις

Κοινωνικοπολιτισμικές. Θεωρίες Μάθησης. & Εκπαιδευτικό Λογισμικό

Ενότητα 1: Πώς να διδάξεις ηλικιωμένους για να χρησιμοποιήσουν τη ψηφιακή τεχνολογία. Ημερομηνία: 15/09/2017. Intellectual Output:

Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου

Κοινωνιογνωστική θεωρία Social Cognitive Theory

Εναλλακτικές θεωρήσεις για την εκπαίδευση και το επάγγελμα του εκπαιδευτικού

Αξιολόγηση του διδακτικού έργου και του μαθητή: πρακτική προσέγγιση από την μεριά του επαγγελματία εκπαιδευτικού

Μάθημα 5 ο. Κοινωνικο-γνωστικές Προσεγγίσεις για τη Μάθηση: Θεωρητικές Αρχές και Εφαρμογές στην Εκπαίδευση. Κυριακή Γ. Γιώτα Ψυχολόγος MSc., Ph.D.

Η ανάλυση της κριτικής διδασκαλίας. Περιεχόμενο ή διαδικασία? Βασικό δίλημμα κάθε εκπαιδευτικού. Περιεχόμενο - η γνώση ως μετάδοση πληροφορίας

Διδακτική της Πληροφορικής

Γεωργική Εκπαίδευση. Θεματική ενότητα 9 1/2. Όνομα καθηγητή: Αλέξανδρος Κουτσούρης Τμήμα: Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης

ΑΛΛΑΓΗ ΣΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΏΝ:

Διδακτική Μεθοδολογία

Θεωρίες Μάθησης. Μάθημα 3 ο. Κυριακή Γ. Γιώτα Ψυχολόγος MSc., Ph.D.

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

Αυθεντικό πλαίσιο μάθησης και διδασκαλίας για ένα σχολείο που μαθαίνει. Κατερίνα Κασιμάτη Επικ. Καθηγήτρια Παιδαγωγικού Τμήματος ΑΣΠΑΙΤΕ

2/12/2014. Μάθηση είναι. Μάθηση είναι.. Το αντικείµενο µελέτης της ψυχολογίας. Το έργο του ψυχολόγου

ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΠ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

Αναλυτικό Πρόγραμμα Μαθηματικών

Εννοιολογική χαρτογράφηση: Διδακτική αξιοποίηση- Αποτελέσματα για το μαθητή

Μέθοδος-Προσέγγιση- Διδακτικός σχεδιασμός. A. Xατζηδάκη, Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μιο Κρήτης

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Μάθηση. Η σχολή του Συμπεριφορισμού

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ. ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ Διδακτική της Πληροφορικής

Θεωρίες μάθησης και μάθηση ενηλίκων

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Τα σχέδια μαθήματος 1 Εισαγωγή

Τα Διδακτικά Σενάρια και οι Προδιαγραφές τους. του Σταύρου Κοκκαλίδη. Μαθηματικού

Βασικά ερωτήματα. ι βασικές Θεωρίες Μάθησης. Συμπεριφοριστικές ΘΜ Γνωστικές ΘΜ. Κονστρουκτιβιστικές Θ.Μ. 4. Κοινωνικός κονστρουκτιβισμός

Μάθημα 5 ο. Κοινωνικο-γνωστικές Προσεγγίσεις για τη Μάθηση: Θεωρητικές Αρχές και Εφαρμογές στην Εκπαίδευση. Κυριακή Γ. Γιώτα Ψυχολόγος MSc., Ph.D.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ Μάθημα 6 ο. Κοινωνικο-γνωστικές Προσεγγίσεις για τη Μάθηση: Θεωρητικές Αρχές και Εφαρμογές στην Εκπαίδευση

Θεωρίες ανάπτυξης και μάθησης του παιδιού σε σχέση με τη μουσική

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑΣ, ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ


Παρακολούθηση Διδασκαλίας στη βάση του Δυναμικού Μοντέλου Εκπαιδευτικής Αποτελεσματικότητας. Μαργαρίτα Χριστοφορίδου 28 Νοεμβρίου 2013

ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΑΥΤΙΣΤΙΚΟΥ ΦΑΣΜΑΤΟΣ: Βασικε ς πληροφορι ες

Μάθηση σε νέα τεχνολογικά περιβάλλοντα

ΗΘΙΚΗ & ΗΘΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΤΟΝ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟ & ΣΤΗΝ Φ.Α.

Κίνητρο και εμψύχωση στη διδασκαλία: Η περίπτωση των αλλόγλωσσων μαθητών/τριών

ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΜΑΘΗΣΙΑΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΜΑΘΗΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ 6 ΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ (5 Ο ΜΑΘΗΜΑ)

Δημήτρης Ρώσσης, Φάνη Στυλιανίδου Ελληνογερμανική Αγωγή.

ΔΙΔΑΚΤΙΚΉ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΏΝ

Έννοιες Φυσικών Επιστημών Ι

Μάθηση & διδασκαλία στην προσχολική εκπαίδευση: βασικές αρχές

Παιδαγωγικές εφαρμογές Η/Υ. Μάθημα 1 ο

H μάθηση υπό το πρίσμα των σύγχρονων παιδαγωγικών αντιλήψεων

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Γεωργική Εκπαίδευση. Θεματική ενότητα 9 1/2. Όνομα καθηγητή: Αλέξανδρος Κουτσούρης Τμήμα: Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: ΔΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

Λογισμικό διδασκαλίας των μαθηματικών της Γ Τάξης Γυμνασίου

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΑΣΕΠ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ

Τμήμα: Προσχολικής & Πρωτοβάθμιας Φωκίδας. Φορέας ιεξαγωγής: ΠΕΚ Λαμίας Συντονιστής: ημητρακάκης Κωνσταντίνος Τηλέφωνο:

ΤΑ ΣΤΙΛ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΣΤΗΦΥΣΙΚΗΑΓΩΓΗ

το σύστηµα ελέγχει διαρκώς το µαθητή,

ΦΥΣΙΚΑ Ε & Στ ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΡΑΣΣΑΣ ΣΧΟΛΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ

Μάθηση σε νέα τεχνολογικά περιβάλλοντα

Μαθηση και διαδικασίες γραμματισμού

Δομώ - Οικοδομώ - Αναδομώ

Εποικοδομητική διδασκαλία μέσω γνωστικής σύγκρουσης. Εννοιολογική αλλαγή

Transcript:

ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΠΟΙΕΣ ΠΕΙΘΑΡΧΙΕΣ ΣΤΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΔΙΕΠΟΝΤΑΙ ΑΠΌ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΜΟΥ; ΙΣΤΟΡΙΚΟ - ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΜΟΥ Οι κυριότεροι εκπρόσωποι του Συμπεριφορισμού είναι ο I.Pavlov, ο E.L.Thorndike που θεωρείται ο πρόδρομος της συμπεριφοριστικής σχολής, ο J.Watson ο οποίος θεωρείται ο ιδρυτής του συμπεριφορισμού και ο B.F.Skinner που είναι ο κυριότερος εκπρόσωπος του συμπεριφορισμού. Οι παραπάνω ανέπτυξαν τις θεωρίες της Κλασικής Εξαρτημένης Μάθησης, της Συνειρμικής Θεωρίας, της Λειτουργικής Εξάρτησης και της Συντελεστικής Εξαρτημένης Μάθησης. Ivan Pavlov (1849-1936) *Κλασική Εξαρτημένη Μάθηση Η ανθρώπινη συμπεριφορά, ως προϊόν μάθησης, αποτελεί μια σύνδεση ερεθισμάτων με αντιδράσεις. Ο Ρώσος φυσιολόγος φιλόσοφος μελέτησε το φαινόμενο της εξαρτημένης μάθησης κάνοντας πειράματα με ζώα και συγκεκριμένα με σκύλους. Η κλασική εξαρτημένη μάθηση είναι μια διεργασία μάθησης στην οποία ένα προηγουμένως ουδέτερο ερέθισμα συνδέεται με ένα άλλο ερέθισμα, παρουσιαζόμενο επανειλημμένα με το ερέθισμα αυτό. B.F. Skinner (1904-1990) *Λειτουργική Εξάρτηση Συντελεστική Εξαρτημένη Μάθηση Ο Αμερικανός ψυχολόγος Skinner θεωρείται ένας από τους αντιπροσωπευτικότερους και ο κορυφαίος από τους τελευταίους εκπροσώπους της σχολής της συμπεριφοράς ενώ η θεωρία του για τη συντελεστική μάθηση άσκησε ιδιαίτερη επιρροή στην εκπαίδευση και την αγωγή. Υιοθέτησε τις μεθόδους των θετικών επιστημών (παρατήρηση και πείραμα) για τη διεξαγωγή των μελετών του ώστε να δώσει την ακριβή περιγραφή της συμπεριφοράς καθώς και των νόμων που τη διέπουν. O Skinner υποστήριξε ότι η μάθηση επιτυγχάνεται με τη συνάφεια της συμπεριφοράς με τις συνέπειές της και όχι μέσα από την τοποχρονική σύνδεσή της με κάποιες αντιδράσεις. Διακρίνει επίσης δύο ειδών συμπεριφορές, την αντανακλαστική, όπου το άτομο αντιδρά στο περιβάλλον, συνδέοντας απλά ερεθίσματα με αντιδράσεις και την συντελεστική, η οποία είναι ενεργός, το άτομο [1]

δρα στο περιβάλλον και οι συνέπειες μιας αντίδρασης είναι αυτές που θεωρούνται πιο σημαντικές. Ερέθισμα Αντίδραση Συνέπειες Οι συνέπειες είναι αυτές που καθορίζουν την επανεμφάνιση ή όχι της συμπεριφοράς αντίδρασης. Εάν η συμπεριφορά αυτή ενισχυθεί τότε θα επαναληφθεί ενώ σε αντίθετη περίπτωση όχι, ακόμα, για να λειτουργήσει η ενίσχυση θα πρέπει να παρασχεθεί αμέσως μετά την αντίδραση. Συντελεστική Εξαρτημένη Μάθηση Σύμφωνα με τον Skinner τα είδη της συντελεστικής μάθησης είναι: Η Ενίσχυση της επιθυμητής συμπεριφοράς με θετικούς ή αρνητικούς ενισχυτές. Θετική Ενίσχυση: Αυξάνει την πιθανότητα να εμφανιστεί μια συμπεριφορά μέσω της προσφοράς ενός θετικού ενισχυτή (π.χ. έπαινος). Αρνητική Ενίσχυση: Αυξάνει την πιθανότητα να εμφανιστεί μια συμπεριφορά μέσω της απομάκρυνσης ενός αρνητικού ενισχυτή (π.χ. εργασίες για το σπίτι). Η Τιμωρία μειώνει εξαλείφει την εμφάνιση μιας αρνητικής συμπεριφοράς, υπάρχουν δύο είδη τιμωρίας: Αρνητική Τιμωρία: όπου απομακρύνεται ένας θετικός ενισχυτής μετά από μια ανεπιθύμητη συμπεριφορά (π.χ. στέρηση τηλεόρασης) Θετική Τιμωρία: όπου εμφανίζεται ένας αρνητικός ενισχυτής δυσάρεστο ερέθισμα μετά από μια ανεπιθύμητη συμπεριφορά (π.χ. επιπλέον εργασίες). Η Απόσβεση αναφέρεται στην μείωση ή εξάλειψη μιας αντίδρασης και προκύπτει από τη μη ενίσχυση ή τιμωρία της αντίδρασης αυτής. Ο Skinner διατύπωσε ότι η ενίσχυση, για να είναι αποτελεσματική, θα πρέπει να παρέχεται άμεσα. Ακόμα, ότι θα πρέπει να επιλέγονται οι κατάλληλοι ενισχυτές που θα διαφέρουν από άτομο σε άτομο (καθώς δεν ενισχύονται όλοι από τους ίδιους ενισχυτές), αλλά και ανάλογα με την περίπτωση Επιπλέον, αναγνωρίζεται ότι η ενίσχυση είναι προτιμότερη της τιμωρίας, όσο αφορά την μάθηση, καθώς με την ενίσχυση έχουμε επανάληψη εκμάθηση της επιθυμητής συμπεριφοράς και συνεπώς καλύτερα αποτελέσματα [2]

ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΛΑΣΙΚΗΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ https://www.youtube.com/watch?v=h6lecm0e0io ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΜΑΘΗΣΗ Το Συμπεριφοριστικό μοντέλο μάθησης αποτελεί ένα από τα πιο διαδεδομένα και ισχυρά μοντέλα μάθησης, και επικράτησε στον εκπαιδευτικό χώρο το πρώτο μισό του 20 ου αιώνα. Ουσιαστικά, αποτελεί την πρώτη προσπάθεια για την επιστημονικοποίηση της μελέτης των ψυχολογικών και παιδαγωγικών φαινομένων, η οποία έως τότε αντλούσε το υπόβαθρό της από την φιλοσοφία και τις κοινωνικές επιστήμες. Οι συμπεριφοριστικές θεωρίες αναπτύχθηκαν στα ψυχολογικά εργαστήρια, χρησιμοποιούν τις μεθόδους και τις τεχνικές των θετικών επιστημών και συνθέτουν μια σχολή επιστημονικής σκέψης η οποία έχει ως επίκεντρο μελέτης την μάθηση. Η μάθηση δεν είναι άμεσα παρατηρήσιμη αλλά γίνεται φανερή από την τροποποίηση της εξωτερικής συμπεριφοράς ενός ανθρώπου. Σύμφωνα με την συμπεριφοριστική θεωρία ως μάθηση ορίζεται «η μόνιμη μεταβολή της συμπεριφοράς ενός ατόμου η οποία προκύπτει ως αποτέλεσμα εμπειρίας ή άσκησης». Από τον παραπάνω ορισμό γίνονται φανερά τα τρία κύρια χαρακτηριστικά της μάθησης: Η μάθηση είναι μια διαδικασία που οδηγεί στην μεταβολή της συμπεριφοράς του υποκειμένου. Η μεταβολή αυτή προκύπτει ως αποτέλεσμα της εμπειρίας ή της άσκησης. Η μεταβολή της συμπεριφοράς που προκύπτει από την μάθηση είναι σχετικά μόνιμη. Η ενίσχυση είναι προτιμότερη της τιμωρίας, όσο αφορά την μάθηση, καθώς με την ενίσχυση έχουμε επανάληψη εκμάθηση της επιθυμητής συμπεριφοράς και συνεπώς καλύτερα αποτελέσματα ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ Αναγνωρίζεται ότι η ενίσχυση είναι προτιμότερη της τιμωρίας, όσο αφορά την μάθηση, καθώς με την ενίσχυση έχουμε επανάληψη εκμάθηση της επιθυμητής συμπεριφοράς και συνεπώς καλύτερα αποτελέσματα. [3]

Η συμπεριφοριστική θεωρία μάθησης επηρέασε ιδιαίτερα την εκπαίδευση σε πολλούς τομείς. Ακόμα, προσανατόλισε την εκπαίδευση προς μια συγκεκριμένη και σαφή κατεύθυνση τόσο ως προς τους στόχους αλλά και ως προς το περιεχόμενο. Ως προς τα Αναλυτικά Προγράμματα, με τα έργα των Bloom και Tyler, δίνεται έμφαση σε κλειστά αναλυτικά προγράμματα, με σαφείς σκοπούς και στόχους που πρέπει να επιτευχθούν. Ουσιαστικά, βρίσκονται στο επίκεντρο της εκπαιδευτικής διαδικασίας οι γνώσεις και οι δεξιότητες που πρέπει να αποκτήσουν οι μαθητές, των οποίων η επίτευξη ελέγχεται σε αντιστοιχία με τους στόχους που είχαν τεθεί αρχικά. Ακόμα, παρατηρείται κατάτμηση της ύλης, από τα εύκολα προς τα πιο δύσκολα και επιμέρους στόχοι ανά ενότητα. Μέσω της διδασκαλίας επιδιώκεται η ενίσχυση της επιθυμητής συμπεριφοράς ενώ το λάθος δαιμονοποιείται, δεν αξιοποιείται παιδαγωγικά και τιμωρείται. Ακόμα, η σχολική αίθουσα θεωρείται όχι μόνο ως χώρος μάθησης αλλά και ως ένα εργαστήριο όπου διεξάγεται συνεχής έρευνα για τη βελτίωση των διδακτικών μεθόδων και του διδακτικού υλικού. Έτσι, κατά την διδασκαλία η μεγαλύτερη έμφαση δίνεται στην εξάσκηση λύση ασκήσεων. Όσο αφορά την μάθηση, παρουσιάζεται ως αλληλεπίδραση μόνο εξωτερικών παραγόντων, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα εσωτερικά κίνητρα του ατόμου. Η μάθηση, στον συμπεριφορισμό, είναι μια αθροιστική διαδικασία κατά την οποία αξιολογείται μόνο το παρατηρήσιμο αποτέλεσμα και όχι οι εσωτερικές διεργασίες. Διενεργείται εκτός κάποιου συγκεκριμένου πλαισίου και πρόκειται για μια διαδικαστική μηχανική διαδικασία, η οποία είναι βοηθητική κυρίως σε δραστηριότητες απομνημόνευσης και χαμηλού επιπέδου (π.χ. εκμάθηση προπαίδειας) αλλά υστερεί σε σύνθετες δραστηριότητες. Κατά τη διαδικασία της μάθησης, ακολουθείται μόνο η εξατομικευμένη ατομική μάθηση, ενώ σχεδιάζονται και επιμέρους βήματα ενέργειες για την επίτευξη ενός στόχου. Κατά τον συμπεριφορισμό, η συμπεριφορά του μαθητή καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την συμπεριφορά του δασκάλου, έτσι, ο ρόλος του δασκάλου είναι να αποτελεί πρότυπο προς μίμηση για τους μαθητές του. Επιπλέον, όσο αφορά τη διδακτική διαδικασία, είναι υπεύθυνος για την επιλογή και την ποσότητα των κατάλληλων προβλημάτων καθώς και για την παροχή ανατροφοδότησης στους μαθητές. Τέλος, όσο αφορά την αξιολόγηση, αξιολογείται μόνο η παρατηρούμενη συμπεριφορά και δίνεται έμφαση μόνο στα αποτέλεσμα και όχι στη διαδικασία. Θεωρείται ότι η γνώση είναι σαφής και αδιαμφισβήτητη ενώ πάντα υπάρχουν σωστές απαντήσεις - λύσεις εάν ακολουθηθούν οι κατάλληλες διαδικασίες. Το λάθος είναι προτιμότερο να αποφεύγεται ενώ οι επιδιωκόμενες συμπεριφορές απαντήσεις ενισχύονται. [4]

Προγραμματισμένη διδασκαλία Ο Skinner θεώρησε πως η αναποτελεσματικότητα των σχολείων οφειλόταν στην ακατάλληλη παροχή ενίσχυσης στους μαθητές και για αυτό τον λόγο προτείνει ως λύση, τη μέθοδο της προγραμματισμένης διδασκαλίας. Η μέθοδος αυτή στηρίζεται στις αρχές της συντελεστικής μάθησης, όπου οι μαθητές ενισχύονται θετικά ή αρνητικά μετά από κάθε τους ενέργεια. Για την εφαρμογή αυτής της μεθόδου δημιουργήθηκαν τα προγραμματισμένα βιβλία κα οι διδακτικές ή προγραμματισμένες μηχανές που στόχευαν στην εξατομίκευση της διδασκαλίας σύμφωνα με τους προσωπικούς ρυθμούς του κάθε μαθητή. Η προγραμματισμένη διδασκαλία βασίζεται στη συντελεστική μάθηση και κυρίως στη θετική και αρνητική ενίσχυση. Για την εφαρμογή της προγραμματισμένης διδασκαλίας χρησιμοποιήθηκαν οι διδακτικές προγραμματισμένες μηχανές με γραμμική οργάνωση. Η μάθηση προχωρούσε γραμμικά χωρίς διακλαδώσεις, από τα εύκολα στα πιο δύσκολα ενώ οι απαντήσεις στα ερωτήματα δίνονταν με ΝΑΙ ή ΟΧΙ. Βασική προϋπόθεση για να προχωρήσει κάποιος στο επόμενο ερώτημα ήταν η να έχει δοθεί η σωστή απάντηση στο προηγούμενο (λογισμικό δοκιμής και λάθους - drill and practice). Με αυτό τον τρόπο οργάνωσης ο Skinner προσπαθεί να αποφύγει οπωσδήποτε το λάθος. Με την ανακάλυψη των ηλεκτρονικών υπολογιστών γίνεται εκτεταμένη χρήση της προγραμματισμένης διδασκαλίας και χρησιμοποιούνται οι συμπεριφοριστικές πρακτικές για τη δημιουργία εκπαιδευτικών λογισμικών. Διακρίνονται τρία είδη εκπαιδευτικού λογισμικού ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΤΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Παρόλο που οι συμπεριφοριστικές θεωρίες επηρέασαν την εκπαιδευτική διαδικασία προσφέροντας κάποια θετικά αποτελέσματα, τα αρνητικά σημεία θεωρούνται πολύ σοβαρότερα. Αυτό γίνεται φανερό και από την αντίληψη που επικρατεί ότι ο χαρακτηρισμός «συμπεριφοριστικό ή μπιχεβιοριστικό» προσδίδει μια πολύ αρνητική σημασία. Καταρχήν, η αγνόηση της σημαντικότητας της σχέσης δασκάλου μαθητή, που υιοθετείται από τους περισσότερους συμπεριφοριστές οδηγεί στην κατάργηση της παιδαγωγικής σχέσης και μέσω των διδακτικών μηχανών και του Η/Υ στον υποβιβασμό του ρόλου του δασκάλου σε απλό παρατηρητή ή πάροχο ανατροφοδότησης. Ένα ακόμα σημαντικό μειονέκτημα είναι ότι αγνοούνται παντελώς οι εσωτερικές διεργασίες, όπως τα κίνητρα, οι πεποιθήσεις και οι αντιλήψεις του ατόμου και η [5]

διδακτική διαδικασία επικεντρώνεται μόνο στην παρατηρήσιμη μετρήσιμη εξωτερική συμπεριφορά του ατόμου. Ως αποτέλεσμα, τα εσωτερικά κίνητρα αντικαθίστανται από εξωτερικά, έτσι η μάθηση δεν προσφέρει εσωτερική ευχαρίστηση και μπορεί να οδηγήσει και σε μείωση των μαθησιακών αποτελεσμάτων αφού οι μαθητές χάνουν το ενδιαφέρον για την ίδια τη μάθηση. Η απλουστευμένη άποψη για την μάθηση ως αντιδράσεις σε ερεθίσματα μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για χαμηλού επιπέδου δραστηριότητες που απαιτούν παθητική συμμετοχή από τους μαθητές. Σε υψηλού επιπέδου δραστηριότητες και περίπλοκες μαθησιακές καταστάσεις που απαιτούν την ενεργή συμμετοχή των μαθητών δεν μπορεί να εφαρμοστεί, καθώς αντιλαμβάνεται τα παιδιά ως άγραφους χάρτες. Ακόμα, μέσω της συμπεριφοριστικής προσέγγισης παρέχονται ξηρές γνώσεις και δημιουργούνται μαθητές οι οποίοι είναι ικανοί να ανταποκριθούν με επιτυχία στα διάφορα τεστ αλλά είναι μη σκεπτόμενοι καθώς δεν έχουν αναπτύξει την κριτική σκέψη τους. Επίσης, δίνεται μεγαλύτερη σημασία στο αποτέλεσμα και όχι στην διαδικασία που ακολουθείται. Επιπρόσθετα πρόκειται για μια προσέγγιση που αντιμετωπίζει τα συμπτώματα και όχι τα αίτια μιας συμπεριφοράς ενώ δεν μπορεί να προλάβει μια ανεπιθύμητη συμπεριφορά αλλά μόνο να την καταστείλει αφού αυτή εκδηλωθεί. Επιπλέον, μπορεί μέσω της τιμωρίας να μην καταστείλει μια ανεπιθύμητη συμπεριφορά αλλά να την ενισχύσει (π.χ. άτακτοι μαθητές που αποζητούν την προσοχή). Όσο αφορά στο ψυχολογικό κομμάτι, η συνεχής ενίσχυση κάποιων μαθητών μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τους άλλους μαθητές και να μειώσει την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους. Ακόμα, μπορεί να προκληθούν και ψυχολογικές διαταραχές στα άτομα, όπως φοβίες (βλ. πείραμα Watson) αλλά και αρνητικά συναισθήματα λόγω των τιμωριών. Τέλος, υπάρχουν και οι θετικές συμβολές του συμπεριφορισμού στην διδασκαλία - κυρίως δεδομένων προς απομνημόνευση- (π.χ. προπαίδεια) αλλά και αντικειμένων που δεν επηρεάζονται από το πλαίσιο (π.χ. ξένες γλώσσες, μουσικά όργανα). Η κεντρική όμως φιλοσοφία του συμπεριφορισμού ότι το άτομο διαπλάθεται όχι σύμφωνα με τα πιστεύω του αλλά με βάση τα όσα διδάσκεται χωρίς να έχει δικαίωμα κρίσης καθιστούν τον συμπεριφορισμό μια αυταρχική και επικίνδυνη θεωρία μάθησης, καθώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί δογματικά και από απολυταρχικά καθεστώτα για την παραγωγή «μαζών» και όχι ελεύθερων κριτικά σκεπτόμενων ανθρώπων. [6]

Πως μαθαίνουμε; ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΟΣ (CONSTRUCTIVISM) Με την εμπειρία (βιώνοντας το γνωστό ή το νέο) π.χ. παίζοντας με τους άλλους γνωρίζω τον εαυτό μου και τους άλλους Με τη νοηματοδότηση (ορολογίες) και θεωρητικοποίηση (θεωρία) κατακτώ την έννοια του φίλου, του συμπαίκτη (σκέφτομαι και μπορώ να περιγράψω λεκτικά τι κάνει ένας φίλος) και τη χρησιμοποιώ για να πάρω αποφάσεις ή να διαπραγματευτώ αντικείμενα και σχέσεις. Με την ανάλυση πώς έμαθα τι είναι φιλία (λειτουργική) και γιατί χρειάζομαι τη φιλία; (κριτική) - αναστοχασμός Με την εφαρμογή (κατάλληλη εφαρμογή σε ένα νέο πλαίσιο ξέρω να κάνω φίλους σε ένα νέο περιβάλλον). Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΝΟΗΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ Βασική θέση: η ανθρώπινη νοημοσύνη αποτελεί μια διαδικασία προσαρμογής. Ο ανθρώπινος οργανισμός και το περιβάλλον έχουν εμπλακεί σε μια συνεχή διαδικασία δράσης και αντίδρασης του ενός επί του άλλου. Σύμφωνα με τον εποικοδομισμό, η γνώση μπορεί να κατασκευαστεί μεμονωμένα ή συλλογικά. Οι άνθρωποι κατασκευάζουν γνώσεις και τις σημασίες τους από τα ερεθίσματα στο περιβάλλον τους, τα οποία οδηγούν σε διόρθωση ή, μερικές φορές, εσφαλμένες σημασίες. Στο ερώτημα «Παιδιά, μπορείτε να μου πείτε τι ζυγίζει περισσότερο, ένα κιλό φτερά ή κιλό τούβλα»; φαίνεται ότι έχουμε κάποια διαφωνία μεταξύ των παιδιών της τάξης. Κάποια από τα παιδιά έκαναν λάθη ανασυγκρότησης. Είχαν προηγούμενη αποθηκευμένη γνώση των τούβλων που ζυγίζουν περισσότερο από τα φτερά, και έτσι όταν τους ζητήθηκε να απαντήσουν «τι ζυγίζει περισσότερο;» εσφαλμένα έκριναν ότι ήταν τα τούβλα, παρά το γεγονός ότι και τα δύο πραγματικά ζυγίζουν το ίδιο. Οι διαδικασίες πίσω από την κατασκευή της γνώσης είναι οι ακόλουθες: Νοητικές λειτουργίες κατά τη μάθηση 1. Αφομοίωση: η διαδικασία κατά την οποία ο οργανισμός αντιδρά προς το περιβάλλον με την ενσωμάτωση εμπειριών στα υπάρχοντα σχήματα (απορροφούμε [7]

μια καινούργια εμπειρία μόνο αν τη μεταβάλουμε με τέτοιο τρόπο, ώστε να ταιριάζει στο μοντέλο μας για τον κόσμο). 2. Συμμόρφωση: η διαδικασία κατά την οποία τροποποιούνται τα υπάρχοντα σχήματα, ώστε η νοητική δομή να συμπεριλάβει και τις νέες εμπειρίες (απαραίτητη για την αφομοίωση νέων εμπειριών για τις οποίες το άτομο δε διαθέτει παρόμοια σχήματα). 3. Εξισορρόπηση: η εσωτερική τάση του οργανισμού να δημιουργεί μια σχέση αρμονική με το περιβάλλον, μια ιδανική προσαρμογή. Η συνεχής παρόρμηση του οργανισμού να οργανώνει τις εμπειρίες του, ώστε να εξασφαλίζει τέλεια προσαρμογή, ισορροπία. ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΟΣ (ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΚΑΙ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ PIAGET) Βασική θέση: Το παιδί κατασκευάζει ενεργητικά τη γνώση, κατανοώντας την σύμφωνα με τα δικά του γνωστικά αποθέματα και δεν την απορροφά παθητικά αποδεχόμενο τις απόψεις των άλλων (δε ν μπορείς να επιβάλλεις τη γνώση). Προβληματική κατάσταση: Το ερέθισμα για την κατασκευή της νέας γνώσης, η οποία κατ αρχήν φαίνεται να μην μπορεί να συμβιβαστεί με την ενυπάρχουσα οργάνωση της γνώσης στο παιδί (δεν μπορεί να λύσει ή να εξηγήσει κάτι). π.χ. το άνοιγμα μίας βρύσης, η γέφυρα που γκρεμίζεται στο παιχνίδι. Η έλλειψη ισορροπίας (αστάθεια) οδηγεί σε διανοητική δράση και σε τροποποίηση των προηγούμενων αντιλήψεων Κοινωνική κατασκευή της γνώσης: ομάδες επικοινωνούν μεταξύ τους, προωθούν τους σκοπούς της ομάδας, διάφορες ιδέες τίθενται υπό διαπραγμάτευση και τα μέλη συνειδητοποιούν την αστάθεια που προκαλείται από τη διαφορά των ιδεών. Μέσα σ ένα κλίμα επικοινωνίας, συγκρούσεων αλλά και συνεργασίας προωθείται η αναδιοργάνωση της προηγούμενης γνώσης. Η διδασκαλία πρέπει να προσαρμόζεται στο επίπεδο νοητικής κατάστασης του κάθε μαθητή. Η μάθηση δεν μεταδίδεται αλλά οικοδομείται. Η διδασκαλία πρέπει να είναι ενεργητική συνεργασία μεταξύ δασκάλου και μαθητή και των μαθητών μεταξύ τους. Η εκπαίδευση δεν πρέπει να στοχεύει στην αύξηση των γνώσεων αλλά στη δημιουργία ικανοτήτων στο μαθητή να ανακαλύπτει και να επινοεί. Η θεωρία κατασκευής της γνώσης [8]

Η εποικοδομητική προσέγγιση στη διδασκαλία και τη μάθηση στηρίζεται σε δύο βασικές αρχές (Wheatley 1991). Η πρώτη αρχή δέχεται ότι η γνώση δεν είναι δυνατό να γίνει παθητικά αποδεκτή, αλλά οικοδομείται ενεργητικά από τον άνθρωπο, και η δεύτερη υποστηρίζει ότι η γνωστική λειτουργία είναι προσαρμόσιμη και υπηρετεί την οργάνωση ενός κόσμου, ο οποίος προέρχεται από την εμπειρία (Glasserfeld 1987). Η βασική διαφορά του εποικοδομητικού προτύπου από τις άλλες διδακτικές προσεγγίσεις έγκειται στο γεγονός ότι αυτό λαμβάνει υπόψη του τις προϋπάρχουσες ιδέες των μαθητών και προβαίνει στη διδακτική τους αξιοποίηση. Ο Ausubel (1968) επισημαίνει ότι : «ο πιο σπουδαίος παράγοντας που επηρεάζει τη μάθηση είναι αυτός πού ο μαθητής γνωρίζει ήδη. Εξακρίβωσέ το και δίδαξέ τον, σύμφωνα με αυτό» Ένας από τους βασικούς στόχους του εποικοδομητικού μοντέλου είναι η αλλαγή της επικρατούσας αντίληψης ότι τα σχολικά Μαθηματικά είναι απομονωμένες από την πραγματικότητα έννοιες και δεξιότητες προκειμένου να καταδειχθεί ότι τα Μαθηματικά είναι μια ανθρώπινη δραστηριότητα η οποία έχει άμεση σχέση με την καθημερινότητα. Η διδασκαλία και η μάθηση θεωρούνται πλέον ως διαδικασία «κατασκευής της γνώσης» αντίθετη με την επικρατούσα ισχυρή τάση ότι οι γνώσεις μεταφέρονται από τον εκπαιδευτικό στον μαθητή. Η ισχυρή αυτή τάση, όπως έχει δειχθεί σε διεθνείς έρευνες, οδηγεί τους μαθητές στο να λύνουν προβλήματα με αλγοριθμικό και επιφανειακό τρόπο, χωρίς καμία κριτική θεώρησή τους. ΟΙ ΒΑΣΙΚΕΣ ΙΔΕΕΣ ΤΟΥ ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΙΣΜΟΥ Α) Τα παιδιά επινοούν και κατασκευάζουν τις δικές τους μεθόδους για να λύσουν προβλήματα. Χρησιμοποιούν προηγούμενες γνώσεις για να δώσουν προσωπικές λύσεις σε καταστάσεις προβληματισμού. Οι λύσεις αυτές αντανακλούν τις προϋπάρχουσες γνώσεις. Η γνώση δεν είναι δυνατόν να μεταφερθεί στα παιδιά. άρα σημαντικό να καθοριστεί τι γνωρίζουν τα παιδιά και τι χρειάζεται να γνωρίζουν για να ασχοληθούν με μία συγκεκριμένη δραστηριότητα Β) Η μάθηση είναι μια δραστηριότητα επίλυσης προβλήματος. Κάθε παιδί προσπαθεί να λύσει εκείνα τα προβλήματα που του προκαλούν αίσθηση, σε συνδυασμό με το επίπεδο της μαθηματικής ωριμότητας και νοητικής ανάπτυξης άρα η δραστηριότητα κοντά στο επίπεδο των παιδιών - προσέλκυση του ενδιαφέροντος των παιδιών [9]

τα παιδιά προτείνουν βρίσκουν λύσεις και όχι ο / η εκπαιδευτικός). Γ) Ο ρόλος της κοινωνικής αλληλεπίδρασης στη μάθηση είναι καθοριστικής σημασίας. Η μάθηση αποτελεί μια ζωντανή ανθρώπινη δραστηριότητα η οποία εκτυλίσσεται με διαρκή ανταλλαγή απόψεων και συνεργασία. άρα εξασφάλιση ευκαιριών για διάλογο, συζήτηση, συνεργασία. ΕΞΑΣΦΑΛΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ Το παιδί μαθαίνει μόνο όταν και ό,τι επιθυμεί να μάθει όταν είναι πνευματικώς και φυσικώς ώριμο και ικανό να μάθει μέσα από εμπειρίες σχετικές μ αυτό που πρόκειται να μάθει όταν συμμετέχει ενεργά στη διαδικασία της μάθησης μέσα σε μια κατάλληλη ατμόσφαιρα μάθησης συγκεκριμένα πράγματα κάθε φορά με το δικό του ατομικό τρόπο με το δικό του ατομικό ρυθμό μάθησης Η επανάληψη συμβάλλει ουσιαστικά στη μάθηση ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΚΟΝΣΤΡΟΥΚΤΙΒΙΣΜΟΣ (VYGOTSKY) Η μάθηση σε ένα κοινωνικο-ιστορικό πλαίσιο η κατάκτηση της γνώσης είναι μια ενεργός διαδικασία οικοδόμησης νοημάτων και σημασιών, η οποία συντελείται σε κοινωνικό πλαίσιο μέσα από τη χρήση της γλώσσας και τη συμμετοχή ομάδων ατόμων σε κοινές πρακτικές, εμπειρικές και πολιτιστικές Ενώ η ατομική μάθηση είναι πιο συχνή στην τάξη, υπάρχουν επίσης ευκαιρίες για τους μαθητές κατασκευής της γνώσης σε ομάδες. Η προοπτική αυτή αναφέρεται ως κοινωνικός κονστρουκτιβισμός και επικεντρώνεται στις συλλογικές προσπάθειες των ανθρώπων να επιβάλουν νόημα στον κόσμο. Η προοπτική αυτή τονίζει επίσης τη σημασία του πολιτισμού και του πλαισίου στην κατανόηση του τι συμβαίνει στην κοινωνία και στην οικοδόμηση των ατομικών σχημάτων. [10]

Οι κατευθυντήριες αρχές του κοινωνικού κονστρουκτιβισμού περιλαμβάνουν τα εξής: 1. Η γνώση κατασκευάζεται μέσα από την ανθρώπινη δραστηριότητα και η αλήθεια εφευρίσκεται από κοινού από τα μέλη μιας κοινότητας ανθρώπων. 2. Τα άτομα δημιουργούν νόημα μέσω της αλληλεπίδρασής τους με τους άλλους και τα περιβάλλοντα όπου ζουν. 3. Η μάθηση είναι κοινωνική και ενεργός, και ουσιαστική μάθηση συμβαίνει μόνο όταν τα άτομα ασχολούνται σε κοινωνικές δραστηριότητες. Μέσα από αυτές τις κοινωνικές δραστηριότητες (συλλογικές προσπάθειες) μάθησης, συμβαίνει η κατανομή της γνώσης. Κατανεμημένη γνώση είναι η διαδικασία κατά την οποία οι εκπαιδευόμενοι σκέφτονται για ένα θέμα ή πρόβλημα μαζί, μοιράζονται ιδέες και εργάζονται από κοινού για να συναχθούν συμπεράσματα ή να προκύψουν λύσεις. ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ 1. Παραδοσιακή-νεωτερική αντίληψη Διδακτική του Αντικειμένου Καθοδηγητική-ελεγχόμενη (δεν είναι δυνατή η αυτόνομη μάθηση). Μάθηση αποτέλεσμα επιβράβευσης ή ποινής, άθροισμα γνώσεων, πραγματοποιείται με διαδικασίες μετάδοσης, αποκτάται με κόπο. Ετεροκαθορισμένη μάθηση, με εξωτερικά κίνητρα. 2. Σύγχρονη-μετανεωτερική αντίληψη Διδακτική του Ενεργού Υποκειμένου Χειραφετική-επικοινωνιακή (είναι δυνατή η αυτόνομη μάθηση). Έμφυτη τάση για έρευνα του περιβάλλοντος, ανάγκη για πρωτογενή εσωτερικά κίνητρα. Προσαρμογή στον ατομικό ρυθμό μάθησης. Ουσιαστική μάθηση όταν ενεργοποιείται ο μαθητής και εμβαθύνει στο θέμα. 1.1. Βασική αντίληψη για τη διδασκαλία Μετατροπή των παιδιών σε ανθρώπους με τη βοήθεια των ενηλίκων, κατόχων της γνώσης, εκπροσώπων του πρέπει. Μια διδακτική κατευθυντική, προσανατολισμένη στο αντικείμενο της διδασκαλίας. 2.1. Βασική αντίληψη για τη διδασκαλία [11]

Προσφορά στα Υποκείμενα δυνατοτήτων για ανάπτυξη ικανοτήτων προσέγγισης της γνώσης, κοινωνικών ικανοτήτων, ατομικού προσανατολισμού και ικανοτήτων δράσης. Μια επικοινωνιακή διδακτική, προσανατολισμένη στο Υποκείμενο 1.2. Περιεχόμενο της διδασκαλίας Η γνώση είναι αντικειμενική. Ειδικοί γνωρίζουν τι είναι σημαντικό και ορίζουν τις απαιτήσεις, τους κανόνες και τις υποχρεώσεις. Προσανατολισμός στην ειδική γνώση και στα διακριτά γνωστικά αντικείμενα με προκατασκευασμένη γνώση και διδακτέα ύλη. 2.2. Περιεχόμενο της διδασκαλίας Η γνώση έχει υποκειμενικό χαρακτήρα και υπόκειται σε αλλαγές. Οι εκπαιδευτικοί ως οργανωτές της μάθησης προσφέρουν περιεχόμενα ως παραδείγματα προσέγγισης, ερμηνείες βασικών περιοχών ζωής και κοινωνικής συνύπαρξης, προσανατολισμό στη διαθεματικότητα και στην από κοινού επιλογή της διδακτέας ύλης. 1.3. Μέθοδοι και μέσα διδασκαλίας Μέθοδοι της μετάδοσης με κυριαρχία της προσφοράς, προσανατολισμός στους αντικειμενικούς στόχους και στον έλεγχο της επίδοσης σε προκαθορισμένους τομείς. Μάθημα προσανατολισμένο στην αποτελεσματικότητα και στο στόχο. Σημασία έχει η μετάδοση της αντικειμενικής γνώσης με το λιγότερο δυνατό κόστος σε χρόνο 2.3. Μέθοδοι και μέσα διδασκαλίας Η διδασκαλία είναι συλλογική δράση στον σχεδιασμό, στη διεξαγωγή και στην αξιολόγηση των διδακτικών και μαθησιακών δραστηριοτήτων. Σημασία έχει η κατανόηση από τον ίδιο το μαθητή της υποκειμενικής σημασίας που αποδίδει στη γνώση και τη μετατροπή της. Κυριαρχεί ο προσανατολισμός στη διατύπωση και επίλυση προβλημάτων [12]