Ευγένιος Αρ. Γιαρένης Αντεισαγγελέας του Στρατοδικείου Ιωαννίνων ρ. ηµοσίου ικαίου Παντείου Πανεπιστηµίου

Σχετικά έγγραφα
Αρείου Πάγου 2440/2008 (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) Πηγή: WPyfb8Gf6LeV&apof=2440_2008

Ενώπιον του Α Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Newsletter 01-02/2013 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ποινικό [ 2 ]

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕ ΡΙΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ TΡΙΜΕΛΟΥΣ ΣΤΡΑΤΟ ΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ

Αριθ. 1384/2000 Τμ. Στ

Αρείου Πάγου: 310/1994 Πηγή: Ποιν.Χρ. Μ '1994 σελ. 485

ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕ ΡΙΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΤΡΙΜΕΛΟΥΣ ΣΤΡΑΤΟ ΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

Αρείου Πάγου 1914/2008 (Α, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) Πηγή: ZJh9qcqtFcGW&apof=1914_2008

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015

Newsletter 01-02/2012 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ποινικό [ 2 ]

Newsletter 12/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ποινικό [ 2 ]

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

Newsletter 09-10/2012 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ποινικό [ 2 ]

ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕ ΡΙΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΤΡΙΜΕΛΟΥΣ ΣΤΡΑΤΟ ΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/2783-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 71/2014

Ποινική ικονομία I. Υποχρεωτικό. Πτυχίο (1ος Κύκλος) Θα ανακοινωθεί

Ποινική ικονομία II. Υποχρεωτικό. Πτυχίο (1ος Κύκλος) Θα ανακοινωθεί

Newsletter 10/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ποινικό [ 2 ]

18(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΕ ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Αρείου Πάγου: 1578/1993 Πηγή: Ποιν.Χρ. Μ ' 1994, σ. 28

καθώς επιλαμβάνεστε των καθηκόντων σας, θεωρώ αναγκαίο να θέσω υπόψη σας τα εξής:

ΣΤΑ ΙΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΙΚΗΣ (είναι 4) 2 Η ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ ΣΤΟ ΑΚΡΟΑΤΗΡΙΟ. Προπαρασκευαστική. Κύρια διαδικασία ΑΡΧΕΣ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

της δίωξης ή στην αθώωση.

Άρειος Πάγος: 678/1998 Πηγή: Ποιν. Χρονικά ΜΘ/99, σελ. 321

Αθήνα 1Ο Απριλίου 2013 ΠΡΟΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΑΣ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ. ΕΤΟΥΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

Αρείου Πάγου 302/2010 (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) Πηγή: 8SCXOBEZZ2A7&apof=302_2010

Γιώργος ηµήτραινας, Λέκτορας

Newsletter 03-04/2013 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ποινικό [ 2 ]

Αρείου Πάγου: 39/1996 Πηγή: Ποιν. Χρ. ΜΣΤ'/96, σελ. 1429

ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΑΠΟ ΑΜΕΛΕΙΑ

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

Αριθμός 4/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΣΤ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕ ΡΙΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΤΡΙΜΕΛΟΥΣ ΣΤΡΑΤΟ ΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/7133-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 149/2013

ΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΑ: ΠΟΙΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ NB (2002) σελ

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Newsletter 07-08/2012 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ποινικό [ 2 ]

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :15. Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :6. Αρθρο :16

Newsletter 3/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ποινικό 3-44 [ 2 ]

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ι. ΚΩ ΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΙΚΟΝΟΜΙΑΣ. ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ Άρθρα Σελ. ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ Ποινικά δικαστήρια και δικαστικά πρόσωπα 1

ΣΤΡΑΤΟ ΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Αριθµ. Βουλ. 1157/2007. Το ικαστικό Συµβούλιο του Στρατοδικείου Αθηνών.

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η :

Ιατρική Ευθύνη &Βιοηθική Μαρτίου Ζητήματα απόδειξης στην ποινική ιατρική ευθύνη

Αρείου Πάγου 535/2009 (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) Πηγή: AL3mpqVnjW&apof=535_2009

Α Π Ο Φ Α Σ Η 155/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 48/2012

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Αρείου Πάγου 2366/2009 (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) NMJNC9NJD8R7&apof=2366_2009

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η θέση της πολιτικής αγωγής στην ποινική δίκη. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος

Κύκλος ικαιωµάτων του Ανθρώπου ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΙΚΑΣΤΙΚΗ ΙΑΤΑΓΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΘΕΜΑΤΑ ΙΑΜΟΝΗΣ ΑΛΛΟ ΑΠΩΝ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/7081/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 128/2013

Αρείου Πάγου 932/2013 (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) Πηγή: GIPROZC37VE0L&apof=932_2013

Θέμα. Αιτιολογίας επάρκεια, Καθυστέρηση αποδοχών εργαζομένου, Δόλος. Περίληψη:

ΤΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΓ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. (Εξετάσεις σύμφωνα με το Άρθρο 5 του περί Δικηγόρων Νόμου)

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΥΠΡΟΥ Εξετάσεις με το Άρθρο 5 του Περί Δικηγόρων Νόμου ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2009

Ο.Τ. του Γ., κάτοικος Λιβαδιάς Βοιωτίας

Αρείου Πάγου 1050/2010 (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) Πηγή: PZSWN19XHYD3&apof=1050_2010

Oργάνωση της δικαιοσύνης - Πορτογαλία

Α Π Ο Φ Α Σ Η 38//2012

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Newsletter 07-08/2013 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 15/ 2011

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

Αριθμός 1118/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Μαρία Καρ. Μάρκου, Δικηγόρος ΔΕΙΓΜΑ ΕΡΩΤΗΣΕΕΩΝ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΜΑΘΗΜΑ: «ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΙΚΑΙΟ» A ΚΛΙΜΑΚΙΟ (Α-Κ)

Αρείου Πάγου 1620/2009 (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) Πηγή: 7S9UVMCZOXILN&apof=1620_2009

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΞΕΝΟΦΟΒΙΑΣ» Άρθρο 1. Σκοπός

ΠΡΟΣ ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Υπόχρεος επί Α.Ε ο Διευθύνων Σύμβουλος (ΑΠ 404/2008). Πτώχευση εταιρίας...

λειτουργεί αποτρεπτικά και εξυπηρετεί την τακτική της καθυστέρησης της γενικευµένης χορήγησης του επιδόµατος σε όλους τους δικαιούχους, πάγια θέση και

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ...

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕ ΡΙΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΕΝΤΑΜΕΛΟΥΣ ΣΤΡΑΤΟ ΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 14/2012

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ...17 Α. Ελληνικές...17 Β. Ξενόγλωσσες...19

Αθήνα, Αριθ.Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1289/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 28/2015

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5969-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 181/2014

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Χρυσούλα Παρασκευά, Αντιπρόεδρο του Αρείου. Πάγου, Μαρία Γαλάνη - Λεοναρδοπούλου - Εισηγήτρια, Δημήτριο Χονδρογιάννη,

Α Π Ο Φ Α Σ Η 153/2014

Αρείου Πάγου: 108/2000 Πηγή: Ποιν. Χρονικά Ν/00, σελ. 313

Α Π Ο Φ Α Σ Η 66/2017 (Τµήµα)

ΕΛΕΝΗ Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ρ.ν Ι Κ Η Γ Ο Ρ Ο Σ ΤΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΚΑΙ Η ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΗ ΕΠΙΤΑΓΗ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ 25ΗΣ ΣΕΙΡΑΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ. Δεύτερο Στάδιο

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ)

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

Αρείου Πάγου 990/2013 (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) Πηγή: Z9M9YYZ93HVHYG&apof=990_2013

Newsletter 4/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ποινικό [ 2 ]

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Transcript:

Η µη αναγραφή του άρθρου 15 ΠΚ επί του κλητηρίου θεσπίσµατος, σε περίπτωση ανθρωποκτονίας από αµέλεια µε παράλειψη από έχοντα ιδιαίτερη νοµική υποχρέωση να παρεµποδίσει την επέλευση του αποτελέσµατος δράστη, ως λόγος ακυρότητας του κλητηρίου θεσπίσµατος * Ευγένιος Αρ. Γιαρένης Αντεισαγγελέας του Στρατοδικείου Ιωαννίνων ρ. ηµοσίου ικαίου Παντείου Πανεπιστηµίου * Το κείµενο που ακολουθεί δηµοσιεύθηκε στα Ποινικά Χρονικά ΝΘ (2009) σελ. 189-191 Η (σχετική) ακυρότητα του κλητηρίου θεσπίσµατος µπορεί να αποτελέσει αντικείµενο αναιρετικού ελέγχου σύµφωνα µε το άρθρο 510 παρ. 1 Β ΚΠ, εάν δεν καλυφθεί κατά τα άρθρα 173 και 174 ΚΠ, τούτο δε συµβαίνει, σε περίπτωση ανέκκλητης (πρωτόδικης) αποφάσεως, είτε εάν ο κατηγορούµενος, ο οποίος δεν εµφανίστηκε στο ακροατήριο, καταδικαστεί ερήµην σε ανέκκλητη ποινή, είτε εάν ο κατηγορούµενος εµφανίστηκε µεν στο ακροατήριο, προέβαλε εγκαίρως την ένσταση ακυρότητας, αλλά αυτή (κακώς) απορρίφθηκε 1. Εάν η καταδικαστική απόφαση είναι εκκλητή, η ακυρότητα του κλητηρίου θεσπίσµατος καλύπτεται σε περίπτωση που δεν περιληφθεί ως ειδικός λόγος µεταξύ των λόγων εφέσεως η παρά το νόµο απόρριψη της προβληθείσας ένστασης ακυρότητας 2, και βέβαια, η ένσταση περί ακυρότητας του κλητηρίου θεσπίσµατος θα πρέπει να προβάλλεται πριν από την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας, τόσο σε πρώτο όσο και σε δεύτερο 1 Βλ. ΑΠ 68/2002 ΠοινΧρ ΝΒ (2002), σελ. 825, ΑΠ 309/1963 ΠοινΧρ ΙΓ (1963), σελ. 623. Προκειµένου δε για απόφαση δευτεροβάθµιου δικαστηρίου, τούτο συµβαίνει σε περίπτωση κατά την οποία ο κατηγορούµενος προέβαλε εγκαίρως την (µη καλυφθείσα πρωτοδίκως) ακυρότητα και αυτή (παρά το νόµο) δεν έγινε δεκτή και από το δευτεροβάθµιο δικαστήριο. Βλ. ΑΠ 1261/1985 ΠοινΧρ ΛΣΤ (1986), σελ. 260-261. 2 Βλ. ΑΠ 783/1987 ΠοινΧρ ΛΖ (1987), σελ. 640 επ., ιδίως 646, ΑΠ 1622/2002 ΠραξΛογΠ 3 (2002), σελ. 293, ΑΠ 549/2004 ΠραξΛογΠ 5 (2004), σελ. 235. Το δευτεροβάθµιο δικαστήριο οφείλει δε να αποφανθεί επί του συγκεκριµένου, ειδικώς εκκληθέντος, µέρους της πρωτόδικης απόφασης, άλλως υποπίπτει σε αρνητική υπέρβαση εξουσίας. Βλ. ΑΠ 2370/2005, ΠραξΛογΠ 7 (2006), σελ. 11, ΑΠ 761/2000 Υπερ 2000, σελ. 1013 (µε παρατηρήσεις Α.Κ.Ζαχαριάδη). Για την αρνητική υπέρβαση εξουσίας βλ. Καρρά Α., Η υπέρβασις εξουσίας εν τω ποινικώ δικονοµικώ δικαίω, 1972, σελ. 89 επ., Μαργαρίτη Λ., Ποινική ικονοµία - Ένδικα µέσα, τοµ. Ι, 1994, σελ. 191 υποσηµ. 25.

βαθµό, άλλως η ακυρότητα θεραπεύεται, η σχετική δε ένσταση απορρίπτεται από το δικαστήριο ως απαράδεκτη 3. Ανάµεσα στα σηµαντικότερα στοιχεία τα οποία θα πρέπει να περιλαµβάνονται, µε ποινή ακυρότητας, στο κλητήριο θέσπισµα, σύµφωνα µε τις προβλέψεις του άρθρου 321 παρ. 1 και 4 ΚΠ, είναι το να περιέχεται ακριβής καθορισµός της πράξης και να γίνεται µνεία του άρθρου του ποινικού νόµου που την προβλέπει, κι αυτό βέβαια προκειµένου να γνωρίζει µε σαφήνεια ο κατηγορούµενος το ακριβές περιεχόµενο της κατηγορίας που του αποδίδεται και να µπορεί να προετοιµάσει αποτελεσµατικά την υπεράσπιση του. Θεωρείται δικαιολογηµένα ότι τα στοιχεία αυτά είναι τα σπουδαιότερα από τα περιλαµβανόµενα στο κλητήριο θέσπισµα στοιχεία (βλ. ΑΠ 1261/1985 ΠοινΧρ ΛΣΤ (1986), σελ. 260-261), διότι µε τον ακριβή καθορισµό, στο κλητήριο θέσπισµα, της αξιόποινης πράξεως και τη µνεία της ουσιαστικής ποινικής διατάξεως που την προβλέπει και την τιµωρεί, αφενός µεν καθιερώνεται σε νοµοθετικό επίπεδο το δικαίωµα του κατηγορουµένου να πληροφορείται λεπτοµερώς την κατηγορία που του αποδίδεται ("δικαίωµα πληροφόρησης"), όπως απαιτούν οι αυξηµένης τυπικής ισχύος σχετικές συνταγµατικές προβλέψεις (βλ. άρθρο 20 παρ. 1 Σ), αφετέρου δε επιτυγχάνεται ο αναγκαίος θεµατικός προσδιορισµός του αντικειµένου της δίκης. 4 Είναι άλλωστε απολύτως αναγκαίο, σύµφωνα µε το περιεχόµενο των προβλέψεων τόσο του άρθρου 6 παρ. 3 περ. α ΕΣ Α, όσο και των παρεµφερών ρυθµίσεων του άρθρου 14 παρ. 3 περ. α του ιεθνούς Συµφώνου για τα Ατοµικά 3 Βλ. ΑΠ 592/2004 Ελλ νη 45, σελ. 1553-1554. Σε περίπτωση δε κατά την οποία ο κατηγορούµενος δικάστηκε πρωτοδίκως «ωσεί παρών», µπορεί να προτείνει την ακυρότητα το πρώτον στο δευτεροβάθµιο δικαστήριο, µε λόγο εφέσεως κατά της εκκαλουµένης αποφάσεως, άλλως η ακυρότητα και πάλι θεραπεύεται (βλ. ΑΠ 1114/2004 (περιλ.) Ποιν ικ 2004, σελ. 1197). Έχει υποστηριχθεί (βλ. ΑΠ 1402/1998 ΠοινΧρ ΜΘ (1999), σελ. 739 επ., ιδίως 741 = ΝοΒ 47 (1999), σελ. 488 επ.) ότι ως έσχατο χρονικό σηµείο υποβολής της ενστάσεως, θεωρείται η έναρξη της συζητήσεως στο ακροατήριο, η οποία συντελείται µε την απαγγελία της κατηγορίας (στο πρωτόδικο δικαστήριο) ή την ανάπτυξη της έφεσης (στο δευτεροβάθµιο δικαστήριο). Έτσι, εάν η ένσταση περί της ακυρότητας του κλητηρίου θεσπίσµατος προβληθεί µετά από την εξέταση µάρτυρα κατηγορίας καλύπτεται η σχετική ακυρότητα και, συνακόλουθα, ο σχετικός υπερασπιστικός ισχυρισµός απορρίπτεται ως απαράδεκτος, λόγω της µη έγκαιρης προβολής του (βλ. και ΑΠ 1495/2001 ΠραξΛογΠ 2 (2001), σελ. 475). 4 Βλ. σχετ. Καρρά, Ποινικό ικονοµικό ίκαιο, β έκδ. 1998, σελ. 557 επ., Ανδρουλάκη, Θεµελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης, β έκδ. 1994, σελ. 336 επ., έτση Μ., Σύνταξη κλητηρίων θεσπισµάτων. Πρακτική-Συνέπειες-Παραδείγµατα, ΠοινΧρ Μ (1994), σελ. 892, ασκαλόπουλου, Τα δικαιώµατα του κατηγορουµένου και του θύµατος στην ποινική δίκη, εκδ. 1991, σελ. 80. Ευγένιος Αρ. Γιαρένης 2 ΠοινΧρ ΝΘ (2009)

και Πολιτικά ικαιώµατα (το οποίο κυρώθηκε µε το Ν 2462/1997) 5, να µπορεί ο κατηγορούµενος να πληροφορηθεί µε κάθε λεπτοµέρεια και στη συντοµότερη δυνατή προθεσµία, και σε γλώσσα βέβαια την οποία κατανοεί, τη φύση και το λόγο της εναντίον του κατηγορίας 6. Ένα ζήτηµα το οποίο µπορεί να ανακύψει σε περίπτωση ανθρωποκτονίας από αµέλεια που τελείται µε παράλειψη, από δράστη ο οποίος έχει ιδιαίτερη νοµική υποχρέωση να εµποδίσει την επέλευση του αποτελέσµατος, είναι το εάν η αναγραφή και του άρθρου 15 ΠΚ αποτελεί ένα από τα απαραίτητα στοιχεία του κλητηρίου θεσπίσµατος, και, συνακόλουθα, το εάν η µη αναγραφή του επιφέρει, δίχως άλλο, την ακυρότητα του σχετικού κλητηρίου θεσπίσµατος. Ελάχιστα θα πρέπει να σηµειωθεί εδώ ότι ακριβής, κατά τις επιταγές του νόµου, είναι ο καθορισµός της πράξης όταν στο κλητήριο θέσπισµα εκτίθενται µε σαφήνεια και πληρότητα και περιγράφονται όλα τα πραγµατικά περιστατικά τα οποία συγκροτούν τα στοιχεία τόσο της αντικειµενικής όσο και της υποκειµενικής υποστάσεως του εγκλήµατος, καθώς και οι εξωτερικοί όροι του αξιοποίνου, όπου αυτό απαιτείται, όταν, µε άλλα λόγια, περιγράφεται η ανθρώπινη συµπεριφορά, το υποκείµενο και το υλικό αντικείµενο του εγκλήµατος, οι περιστάσεις της αξιόποινης συµπεριφοράς καθώς και η υπαιτιότητα 7, η δε περιγραφή της πράξεως του κατηγορουµένου θα πρέπει να είναι λιτή, απαλλαγµένη από περιττά στοιχεία και πλατειασµούς που δυσκολεύουν τον κατηγορούµενο να εντοπίσει την πράξη για την οποία κατηγορείται. 8 Στην περίπτωση, ειδικότερα, κατηγορουµένου για ανθρωποκτονία από αµέλεια µε παράλειψη, όταν συντρέχουν οι όροι του άρθρου 15 ΠΚ 9, έχει κριθεί ότι 5 Όπου ορίζεται ότι «κάθε πρόσωπο που κατηγορείται για ποινικό αδίκηµα απολαύει, σε πλήρη ισότητα, τις ακόλουθες τουλάχιστον εγγυήσεις: α) να πληροφορηθεί το συντοµότερο δυνατό σε γλώσσα που κατανοεί και λεπτοµερώς τη φύση και τους λόγους της κατηγορίας εναντίον του». 6 Βλ. και άρθρο 5 παρ. 2 ΕΣ Α: «Πάν συλληφθέν πρόσωπον δέον να πληροφορηθή κατά το δυνατόν συντοµότερον και εις γλώσσαν την οποία εννοεί, τους λόγους της συλλήψεώς του ως και πάσαν διατυπούµενην εναντίον του κατηγορίαν». Πρβλ. εδώ και το περιεχόµενο των άρθρων 101 παρ. 1 και 104 παρ. 1 ΚΠ. 7 Βλ. Καρρά, ό.π., σελ. 558, Ζησιάδη, Ποινική ικονοµία, τοµ. Β, 1977, σελ. 415, τοµ. Γ, 1977, σελ. 294 επ., Μπουρόπουλου, Ερµηνεία του Κώδικος Ποινικής ικονοµίας, τοµ. Β, 1957, σελ. 203 & 274, ΑΠ 185/2004 ΠοινΧρ ΝΕ (2005), σελ 41, ΑΠ 507/1990 ΠοινΧρ ΜΑ (1991), σελ. 25, ΑΠ 1887/1989 ΠοινΧρ Μ (1990), σελ. 888. 8 Βλ. σχετ., ΕγκΕισΑΠ (Α. Ζύγουρα) 4/2005, Αρµ 2005, σελ. 1638. Για περισσότερα, βλ. Μαργαρίτη Λ., Εφαρµοσµένη Ποινική ικονοµία, Τόµος εύτερος, ιαδικασία στο ακροατήριο Ι, β έκδ. Νοµική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2006, σελ. 241-245. 9 Σύµφωνα µε το οποίο, όπου ο νόµος για την ύπαρξη αξιόποινης πράξης απαιτεί να έχει επέλθει ορισµένο αποτέλεσµα, η µη αποτροπή του τιµωρείται όπως η πρόκλησή του µε ενέργεια, αν ο Ευγένιος Αρ. Γιαρένης 3 ΠοινΧρ ΝΘ (2009)

τα στοιχεία της διατάξεως αυτής εντάσσονται στην αντικειµενική υπόσταση του εγκλήµατος και, κατά συνέπεια, στο κλητήριο θέσπισµα θα πρέπει να µνηµονεύονται, πέραν των υπολοίπων αναγκαίων στοιχείων, όλα εκείνα τα πραγµατικά περιστατικά τα οποία συγκροτούν τόσο την παράλειψη του κατηγορουµένου, όσο και την θεµελίωση της ιδιαίτερης νοµικής του υποχρεώσεως προς αποτροπή επέλευσης του αποτελέσµατος 10. Από το συνδυασµό άλλωστε των διατάξεων των άρθρων 302 και 28 ΠΚ, συνάγεται ότι για τη θεµελίωση του εγκλήµατος της ανθρωποκτονίας από αµέλεια απαιτείται να διαπιστωθεί, αφενός µεν, ότι ο δράστης δεν κατέβαλε την κατά αντικειµενική κρίση απαιτούµενη προσοχή, την οποία θα κατέβαλε κάτω από τις ίδιες συνθήκες ο µέσος, συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος µε βάση τους νοµικούς κανόνες, τις συνήθειες που επικρατούν στις συναλλαγές και τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής, αφετέρου δε, ότι είχε τη δυνατότητα να προβλέψει και να αποφύγει το αξιόποινο αποτέλεσµα, το οποίο θα πρέπει να τελεί σε αντικειµενικό αιτιώδη σύνδεσµο µε την πράξη ή την παράλειψη του. Η παράλειψη, ως έννοια, ενυπάρχει βεβαίως σε κάθε είδος αµέλειας, εφόσον το ένα σκέλος της ευθύνης συνίσταται στη µη καταβολή της αναγκαίας προσοχής, όταν όµως η αµέλεια δεν συνίσταται απλώς σε µία τέτοια παράλειψη οφειλόµενης προσοχής, αλλά σε ένα σύνολο συµπεριφοράς που προηγήθηκε του αποτελέσµατος, τότε, για τη θεµελίωση του εγκλήµατος απαιτείται η συνδροµή των όρων του άρθρου 15 ΠΚ. Αναγκαία λοιπόν προϋπόθεση εφαρµογής της διατάξεως του άρθρου 15 ΠΚ αποτελεί η ύπαρξη ιδιαίτερης, ειδικής, νοµικής υποχρέωσης του υπαιτίου προς παρεµπόδιση επέλευσης του αποτελέσµατος. Η ιδιαίτερη αυτή υποχρέωση, η οποία δηµιουργείται για τον έχοντα θέση εγγυητή της ασφάλειας του προστατευοµένου εννόµου αγαθού το οποίο προσβάλλεται µε την επέλευση του αποτελέσµατος, θεωρείται ότι συνιστά πρόσθετο στοιχείο συγκρότησης του τελουµένου δια παραλείψεως εγκλήµατος, πηγάζει δε είτε από ρητή διάταξη νόµου είτε από τα ιδιαίτερα καθήκοντα του υπαιτίου, τα οποία προβλέπονται στο νόµο και συνδέονται µε ορισµένη έννοµη σχέση ή συγκεκριµένη συµπεριφορά αυτού. υπαίτιος της παράλειψης είχε ιδιαίτερη νοµική υποχρέωση να παρεµποδίσει την επέλευσή του αποτελέσµατος. 10 Κατά το λόγο αυτό, η αναφορά απλώς στο κλητήριο θέσπισµα ότι ο κατηγορούµενος δεν έλαβε τα αναγκαία µέτρα για την αποτροπή επέλευσης του θανατηφόρου αποτελέσµατος της πράξης του, δεν αποτελεί ακριβή, σύµφωνα µε τις απαιτήσεις του νόµου, τρόπο καθορισµού της πράξης του. Βλ. ΑΠ 1102/1988 ΠοινΧρ ΛΘ (1989), σελ. 72, ΑΠ 1350/1988 ΝοΒ 36 (1988), σελ. 1684. Ευγένιος Αρ. Γιαρένης 4 ΠοινΧρ ΝΘ (2009)

Επανερχόµενοι στο εξεταστέο ζήτηµα, θα πρέπει να σηµειώσουµε ότι ο σχετικός προβληµατισµός, αφενός µεν εστιάζεται στην περίπτωση κατά την οποία έχει παραληφθεί η αναγραφή του άρθρου 15 ΠΚ επί του κλητηρίου θεσπίσµατος, αφετέρου δε σχετίζεται µε την τύχη της υποβληθείσης ενστάσεως µε την οποία ζητείται η ακυρότητα αυτού. Θα µπορούσε κανείς να δεχθεί ότι το σχετικό κλητήριο θέσπισµα όντως πάσχει, και ότι θα πρέπει για το λόγο αυτό να ακυρωθεί, γενοµένης δεκτής της υποβληθείσης από την πλευρά της υπερασπίσεως του κατηγορουµένου ενστάσεως ακυρότητας, ίσως όµως τα πράγµατα πρέπει να εξεταστούν λίγο περισσότερο. Το στοιχείο που κυριαρχικά κατά τη γνώµη µου καθορίζει την κατεύθυνση την οποία θα πρέπει να πάρει η δικαστική κρίση σε µία τέτοια περίπτωση, είναι το εάν στο κείµενο του κλητηρίου θεσπίσµατος, κατά την περιγραφή ειδικότερα των πραγµατικών περιστατικών τα οποία συγκροτούν την πράξη του κατηγορουµένου, µνηµονεύονται όλα εκείνα τα πραγµατικά περιστατικά τα οποία στοιχειοθετούν τόσο την παράλειψη του κατηγορουµένου, όσο και τον τρόπο θεµελίωσης της ιδιαίτερης νοµικής του υποχρέωσης προς αποτροπή επέλευσης του θανατηφόρου αποτελέσµατος. Εάν αυτό πράγµατι γίνεται, και µάλιστα µε τρόπο λιτό, απαλλαγµένο από πλατειασµούς και δυσνόητες εκφράσεις που µπορεί ενδεχοµένως να δυσκολέψουν τον µέσο κατηγορούµενο από την κατανόηση της κατηγορίας, τότε οι απαιτήσεις του νόµου, ως προς τα απαραιτήτως περιλαµβανόµενα στο κλητήριο θέσπισµα στοιχεία, νοµίζω ότι καλύπτονται. Μπορεί συνεπώς να γίνει δεκτό ότι αρκεί στην προκείµενη περίπτωση, καλύπτοντας τις απαιτήσεις του νόµου, η µνεία του άρθρου 302 ΠΚ, χωρίς να απαιτείται επιπροσθέτως ειδικότερη µνεία και του άρθρου 15 ΠΚ, ή, τουλάχιστον, χωρίς να προκαλεί ακυρότητα η παράλειψη της ειδικότερης µνείας του άρθρου αυτού, αφού µε την πλήρη, λιτή και απαλλαγµένη από περιττά στοιχεία περιγραφή της αποδιδόµενης πράξεως στο κλητήριο θέσπισµα, προκύπτει µε σαφήνεια ότι η επέλευση των αποτελεσµάτων αυτής αποτελεί συνέπεια συγκεκριµένης παραλείψεως ενεργείας από πλευράς κατηγορουµένου, ενεργείας την οποία είχε ειδική νοµική υποχρέωση να µην παραλείψει, αλλά αντίθετα να πράξει, προκειµένου Ευγένιος Αρ. Γιαρένης 5 ΠοινΧρ ΝΘ (2009)

να αποφευχθεί η επέλευση του αξιοποίνου αποτελέσµατος για το οποίο και κατηγορείται. 11 Θα πρέπει να δεχθούµε κατόπιν τούτων, ότι η τυπική παράλειψη µνείας, από πλευράς της κατηγορούσας αρχής, και του άρθρου 15 ΠΚ επί του κλητηρίου θεσπίσµατος, σε περίπτωση ανθρωποκτονίας από αµέλεια µε παράλειψη, από έχοντα ιδιαίτερη νοµική υποχρέωση να παρεµποδίσει την επέλευση του αξιοποίνου αποτελέσµατος δράστη, δεν προκαλεί, υπό τις προαναφερόµενες συνθήκες, ακυρότητα, ούτε δηµιουργεί κάποιο συγκεκριµένο υπερασπιστικό πρόβληµα στον κατηγορούµενο, ούτε εµποδίζει εν γένει την αποτελεσµατική υπεράσπιση αυτού, ούτε βεβαίως περιστέλλει τα δικαιώµατά του, εφόσον από το περιεχόµενο του κλητηρίου θεσπίσµατος συνολικώς, προσδιορίζονται µε σαφήνεια τα πραγµατικά περιστατικά που συγκροτούν την πράξη για την οποία κατηγορείται, συµπεριλαµβανοµένων των περιστατικών που στοιχειοθετούν τόσο την παράλειψη του κατηγορουµένου, όσο και τον τρόπο θεµελίωσης της ιδιαίτερης νοµικής του υποχρέωσης προς αποτροπή επέλευσης του θανατηφόρου αποτελέσµατος, και βεβαίως γίνεται µνεία των λοιπών άρθρων του ποινικού νόµου που την προβλέπουν και την τιµωρούν.- 11 Βλ. ΑΠ 507/1990 ΠοινΧρ ΜΑ (1991), σελ. 25-26 (όπου σε περίπτωση σωµατικής βλάβης από αµέλεια, η ιδιαίτερη προσοχή θεωρήθηκε δικονοµική προϋπόθεση και όχι στοιχείο της αντικειµενικής υπόστασης του εγκλήµατος), ΑΠ 453/1990 Υπερ 1991, σελ. 31 επ., ιδίως 33 (όπου σε περίπτωση σωµατικής βλάβης και ανθρωποκτονίας από αµέλεια, κρίθηκε ότι δεν ήταν αναγκαία η µνεία και του άρθρου 15 ΠΚ), ΑΠ 1877/1994 Υπερ 1994, σελ. 814 επ., ιδίως 816 (όπου και πάλι κρίθηκε ότι αρκεί η αναφορά του άρθρου 302 ΠΚ, χωρίς να απαιτείται και η µνεία του άρθρου 15 ΠΚ). Ιδίως λοιπόν σε περιπτώσεις σωµατικής βλάβης από αµέλεια που τελείται µε παράλειψη, έχει κριθεί ότι αρκεί η µνεία του άρθρου 314 ΠΚ, χωρίς να απαιτείται και η ειδικότερη µνεία του άρθρου 15 ΠΚ. Βλ. και ΑΠ 2378/2002 (περιλ.) Ποιν ικ 2003, σελ. 593 (µε την οποία απορρίφθηκε αναίρεση για µη παράθεση άρθρου ποινικού νόµου, αφού επίσης έγινε δεκτό ότι αρκεί η µνεία του άρθρου 314 ΠΚ κι όχι απαραιτήτως και του άρθρου 15 ΠΚ). Ευγένιος Αρ. Γιαρένης 6 ΠοινΧρ ΝΘ (2009)