1 Μάθημα 11_ Η Ιρανική Επανάσταση και η σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν (1978-1979) Η Ιρανική Επανάσταση του 1978-79 και η συνακόλουθη επιβολή θεοκρατικού καθεστώτος στο Ιράν, καθώς και η σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν με τις συνέπειές της, αποτελούν σημαντικά ορόσημα του Μεταπολεμικού Κόσμου και της περιόδου του Ψυχρού Πολέμου. Έθεσαν σε κίνηση εξελίξεις που επηρέασαν και επηρεάζουν ακόμα τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή με κυριότερη την ισχυροποίηση του ισλαμικού φονταμενταλισμού, τόσο στη σιιτική όσο και στη σουνιτική εκδοχή του. Επίσης, αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα της αλληλεπίδρασης του Ψυχρού Πολέμου και των γεγονότων που έλαβαν χώρα στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, και του πώς τα γεγονότα αυτά επηρέασαν με τη σειρά τους την εξέλιξη του Ψυχρού Πολέμου. α) Τα βαθύτερα και τα αμεσότερα αίτια της Ιρανικής Επανάστασης Μετά την ανατροπή του Ιρανού πρωθυπουργού Μοχάμεντ Μοσαντέκ (με ανάμιξη της Βρετανίας και των ΗΠΑ) το 1953, ο σάχης (=αυτοκράτορας) του Ιράν, Μωχάμετ Ρεζά Παχλεβί, παγίωσε πλήρως τον έλεγχο του στη μεγάλη αυτή μουσουλμανική αλλά όχι αραβική χώρα, που αποτελούσε και εξακολουθεί να αποτελεί το προπύργιο του σιιτισμού. Το Ιράν από την αρχή του Ψυχρού Πολέμου θεωρείτο κράτος με καίρια σημασία, ιδίως για τις ΗΠΑ και την εφαρμογή της αμερικανικής στρατηγικής της «ανάσχεσης» της ΕΣΣΔ. Ήταν χώρα μεγάλης έκτασης, δεκάδων εκατομμυρίων κατοίκων (με ραγδαίο ρυθμό πληθυσμιακής αύξησης), σχετικά ομοιογενής εθνικά και θρησκευτικά, με σταθερά φιλοδυτικό (μέχρι και το 1978) καθεστώς και σε καίρια γεωστρατηγική θέση: αφενός νότια της Σοβιετικής Ένωσης, και αφετέρου στις βόρειες ακτές του Περσικού Κόλπου, όπου βρίσκονταν τα μεγαλύτερα κοιτάσματα πετρελαίου της εποχής. Επίσης, παρότι το Ιράν επωφελήθηκε και το ίδιο από την εκτόξευση των τιμών μετά την πετρελαϊκή κρίση του 1973, ωστόσο δεν είχε υιοθετήσει εχθρική στάση εναντίον της Δύσης και ειδικότερα των ΗΠΑ, ούτε είχε χρησιμοποιήσει το «όπλο» του πετρελαίου ως μοχλό πίεσης, όπως πχ είχαν πράξει άλλα φιλοδυτικά κράτη της περιοχής. Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ 85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ - Σημειώσεις Σελίδα 1
2 Οι ρίζες της ιρανικής επανάστασης μπορούν να εντοπιστούν στα γεγονότα του 1953, δηλαδή στην αποσταθεροποίηση και αντικατάσταση του Μοσαντέκ και της κυβέρνησής κατόπιν της αγγλοαμερικανικής παρασκηνιακής δράσης, και στην ακόλουθη επιβολή αυταρχικού καθεστώτος από τον σάχη, που έκτοτε ακολούθησε φιλοδυτική πολιτική. Κύριο όργανο εσωτερικής καταστολής αποτέλεσε η διαβόητη μυστική αστυνομία Σαβάκ. Επίσης, ένα άλλο σημείο καμπής υπήρξε το 1963, όταν ο σάχης εγκαινίασε τη λεγόμενη «Λευκή Επανάσταση», ένα ευρύτατο πρόγραμμα οικονομικών και κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, που αποσκοπούσε στον εκσυγχρονισμό του κράτους και την αλλαγή των παραδοσιακών κοινωνικών δομών και συνηθειών. Το πρόγραμμα αυτό περιλάμβανε αρκετά θετικά στοιχεία, αλλά αποσκοπούσε όχι μόνο στον εκσυγχρονισμό του Ιράν και την άνοδο του βιοτικού επιπέδου, αλλά και στην παγίωση ενός κοσμικού καθεστώτος με ταυτόχρονη ενίσχυση της προσωπική θέσης και εξουσίας του σάχη και της αυτοκρατορικής οικογένειας και αποδυνάμωση των αντίπαλων πόλων εξουσίας (όπως οι μεγαλογαιοκτήμονες οργανωμένος σιιτικός κλήρος). Έτσι, η «Λευκή Επανάσταση», που εν μέρει αποσκοπούσε και στην αποτροπή εκδήλωσης μιας «κόκκινης» (δηλ. κομμουνιστικής) επανάστασης, είχε και φανατικούς πολέμιους: όχι μόνο όσους θίγονταν τα προνόμια και συμφέροντά τους (όπως πχ οι μεγαλογαιοκτήμονες της υπαίθρου και σημαντική μερίδα της μικροαστικής τάξης), αλλά και όσα συντηρητικά κοινωνικά στρώματα δεν συμφωνούσαν με τον εκσυγχρονισμό με βάση φιλοδυτικά πρότυπα. Επίσης, πολλές επαγγελματικές τάξεις (ιδίως διανοούμενοι, ακαδημαϊκοί, δημοσιογράφοι, δικηγόροι, δημόσιοι υπάλληλοι και φοιτητές) επιζητούσαν πρωτίστως πολιτικές και συνταγματικές μεταρρυθμίσεις και φιλελευθεροποίηση του καθεστώτος. Τέλος, οι διωκόμενοι παραδοσιακοί αντίπαλοι του σάχη, όπως το Τουντέχ (το ιρανικό κομμουνιστικό κόμμα) κι άλλες οργανώσεις με μαρξιστικό ή μικτό μαρξιστικόισλαμιστικό προσανατολισμό περίμεναν την ευκαιρία να κινηθούν δυναμικά. Το 1964 αναδείχθηκε για πρώτη φορά ως μείζων αντιπολιτευτική φωνή ο αγιατολάχ (=ανώτατος Σιίτης κληρικός-νομομαθής) Ρουχολάχ Χομεϊνί, ο οποίος κατακεραύνωνε τον σάχη και τη φιλοδυτική πολιτική του. Ο Χομεϊνί αρχικά συνελήφθη, και το 1965 εξορίστηκε, βρίσκοντας καταφύγιο στο γειτονικό Ιράκ. Από εκεί συνέχισε την πολεμική του κατά του καθεστώτος, μέσω και ενός δικτύου Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ 85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ - Σημειώσεις Σελίδα 2
3 κληρικών στο ίδιο το Ιράν, αν και μέχρι το 1977 είχε περιορισμένες δυνατότητες και απήχηση. Πάντως, για αρκετά χρόνια οι αντιπολιτευτικές φωνές δεν είχαν αποτέλεσμα, τόσο λόγω έλλειψης συντονισμού και ηγεσίας, όσο και λόγω της αποτελεσματικής καταστολής από τη Σαβάκ. Εξάλλου και οι ένοπλες δυνάμεις ήταν πιστές στον σάχη. Μάλιστα, από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 αναβαθμίστηκε και ο γεωστρατηγικός ρόλος του Ιράν, καθώς οι κυβερνήσεις του Νίξον (1969-1974) και του Φόρντ (1974-76) αύξησαν σημαντικά τη στρατιωτική βοήθεια προς το Ιράν. Επίσης, η μεγαλομανία του σάχη και τα αυξημένα έσοδα από το πετρέλαιο τον οδήγησαν στην επιθυμία να καταστήσει τη χώρα του «χωροφύλακα» της περιοχής, και, σε βάθος δεκαετίας, ένα από τα ισχυρότερα (στρατιωτικά και οικονομικά) κράτη του πλανήτη. Έτσι, πολλαπλασίασε τις στρατιωτικές δαπάνες και εγκαινίασε ένα ακόμα πιο φιλόδοξο σχέδιο οικονομικής ανάπτυξης και εκσυγχρονισμού, το οποίο όμως ούτε απέδωσε τα αναμενόμενα, ούτε κατέστη εφικτό να ολοκληρωθεί. Αλλά δεν ήταν και σωστά προσαρμοσμένο στις ανάγκες της ιρανικής οικονομίας και μιας κοινωνίας που χαρακτηριζόταν από υψηλά επίπεδα αναλφαβητισμού και υψηλότατης (ιδίως νεανικής) ανεργίας. Αυτό το φιλόδοξο πρόγραμμα, παρά τις βραχυπρόθεσμες επιτυχίες, οδήγησε γρήγορα σε «υπερθέρμανση» της ιρανικής οικονομίας, εκτροχιασμό των δημόσιων δαπανών, όξυνση των ανισοτήτων, εκτεταμένη κερδοσκοπία και διαφθορά, και τελικά γενικευμένη άνοδο των τιμών (που έπληξε κυρίως τα λαϊκά εισοδήματα) επίσης, μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1970 οι τιμές του πετρελαίου σταθεροποιήθηκαν (μέχρι τη δεύτερη πετρελαϊκή κρίση του 1979-80), οπότε η ιρανική κυβέρνηση αναγκάστηκε να λάβει μέτρα λιτότητας. Ήταν φανερό ότι μεγάλο μέρος των προσδοκιών για ταχύτατη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου είχε διαψευσθεί, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η δυσαρέσκεια εναντίον του καθεστώτος και να επικρατεί γενικευμένος κοινωνικός αναβρασμός. Παρά την εντεινόμενη κοινωνική δυσαρέσκεια και την αποξένωση του σάχη από τον ιρανικό λαό, τίποτε δεν προμήνυε την επερχόμενη καταιγίδα. Όταν όμως ο νέος Αμερικανός πρόεδρος Τζίμυ Κάρτερ, υπέρμαχος (τουλάχιστον σε επίπεδο ρητορείας) των ανθρώπινων δικαιωμάτων και ελευθεριών, ανέλαβε καθήκοντα στις αρχές του 1977, ο σάχης ένιωσε την ανάγκη να προβεί σε κάποιες κινήσεις περιορισμένης φιλελευθεροποίησης, ώστε να μην απολέσει την «ειδική σχέση» με την Ουάσιγκτον. Όμως, μόλις ξεκίνησε αυτή η διαδικασία, έλαβε από το φθινόπωρο Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ 85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ - Σημειώσεις Σελίδα 3
4 του 1977 ολοένα και μεγαλύτερη δυναμική. Παρά το μίγμα καταστολής και κατευνασμού που ακολούθησε ο σάχης, αλλά και της διπλωματικής υποστήριξης του καθεστώτος από τις ΗΠΑ, το σκηνικό ήταν έτοιμο για την επανάσταση του 1978-79. β) Η έκρηξη της Ιρανικής Επανάστασης και η μετατροπή του Ιράν σε Ισλαμική Δημοκρατία Ο πολιτικός αναβρασμός άρχισε να λαμβάνει μορφή πολιτικής και κοινωνικής εξέγερσης από τον Ιανουάριο του 1978, με βίαιες και αιματηρές διαδηλώσεις εναντίον του σάχη σε ιρανικές μεγαλουπόλεις, όπου έπεσαν και οι πρώτοι νεκροί. Τους επόμενους μήνες, οι διαδηλώσεις υποκινούνταν πρωτίστως από το υπόγειο δίκτυο των ακραίων σιιτών κληρικών και των οπαδών τους, που υποκινούνταν εν πολλοίς από τον Χομεϊνί και το δίκτυό του. Ο σάχης εξεπλάγη από το μέγεθος και τη μαχητικότητα της λαϊκής κινητοποίησης και η πολιτική που ακολούθησε ήταν ασυνεπής: από τη μια πλευρά, η αστυνομία δεν είχε ούτε την εκπαίδευση και την οργάνωση, ούτε τον εξοπλισμό για να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά (και αναίμακτα) διαδηλώσεις σε αστικό περιβάλλον, οπότε συχνά καλείτο ο στρατός να επιβάλει την τάξη, με τραγικά αποτελέσματα, αφού είτε λόγω πανικού είτε λόγω υπερβάλλοντος ζήλου έβαλλε με πραγματικά πυρά εναντίον των διαδηλωτών από την άλλη, ο σάχης δίσταζε να υιοθετήσει σαφώς μια κατασταλτική πολιτική, συνέχισε το πείραμα της πολιτικής φιλελευθεροποίησης και υιοθέτησε πολιτική παραχωρήσεων και κατευνασμού. Έτσι, η ετερόκλητη αντιπολίτευση και οι λαϊκές μάζες έπαψαν σταδιακά να φοβούνται το καθεστώς (ακόμα και τη Σαβάκ) και έγιναν πιο τολμηροί στις διεκδικήσεις τους. Πάντως, γύρω στα μέσα του 1978 φαινόταν ότι ο επαναστατικός αναβρασμός είχε χάσει τη δυναμική του. Ωστόσο, τον Αύγουστο του 1978 η εξέγερση έλαβε νέα δυναμική, με αφορμή εμπρησμούς σε κινηματογράφους, μπαρ, και άλλους στόχους που εκδηλώθηκαν σε διάφορες πόλεις της επικράτειας, με θύματα εκατοντάδες αθώους πολίτες. Οι εμπρησμοί εσφαλμένα αποδόθηκαν στο καθεστώς (πραγματικοί δράστες ήταν φανατικοί ισλαμιστές), και, σε συνδυασμό με νέα μέτρα λιτότητας που είχαν επιβληθεί το καλοκαίρι, αποτέλεσαν τη θρυαλλίδα για τη γιγάντωση της εξέγερσης, με συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων Ιρανών στις διαδηλώσεις που λάμβαναν χώρα στα αστικά κέντρα (πλέον και στην πρωτεύουσα Τεχεράνη) και σε γενικευμένες Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ 85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ - Σημειώσεις Σελίδα 4
5 απεργιακές κινητοποιήσεις. Ο σάχης συνέχισε να αμφιταλαντεύεται μεταξύ κατασταλτικών μέτρων και κατευνασμού, αλλά, εφόσον δίστασε να διατάξει τη βίαιη καταστολή της εξέγερσης, σύντομα έχασε τον έλεγχο. Από τον Νοέμβριο του 1978 σύσσωμη η ετερόκλητη αντιπολίτευση επιζητούσε την απομάκρυνση του σάχη και την κατάργηση της μοναρχίας. Έτσι, στα μέσα Ιανουαρίου 1979 ο σάχης Μωχάμετ Ρεζά Παχλεβί και η αυτοκρατορική οικογένεια εγκατέλειψαν «προσωρινά» το Ιράν, παραδίνοντας την εξουσία σε έναν μετριοπαθή ηγέτη. Ωστόσο, όταν ο Χομεϊνί την 1 Φεβρουαρίου 1979 επέστρεψε θριαμβευτής στην Τεχεράνη τυγχάνοντας θριαμβευτικής υποδοχής, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για την επιβολή θεοκρατικού καθεστώτος στο Ιράν. Ο Χομεϊνί και οι υποστηρικτές του αποτελούσαν την πιο καλά οργανωμένη ομάδα στο Ιράν ήδη πριν τη φυγή του σάχη, και σταδιακά επέβαλαν τις απόψεις τους παρακάμπτοντας ή συντρίβοντας κάθε αντίθετη φωνή. Στο δημοψήφισμα της 31 Μαρτίου 1979 εγκρίθηκε το νέο Σύνταγμα και το Ιράν ανακηρύχθηκε Ισλαμική Δημοκρατία, όπου την ουσιαστική εποπτεία του καθεστώτος θα είχε ο πανίσχυρος Ανώτατος Ηγέτης της Επανάστασης, θέση που μέχρι τον θάνατό του το 1989 ανέλαβε ο Χομεϊνί. Σύντομα η Ιρανική Επανάσταση μετατράπηκε σε ισλαμική επανάσταση και πέρασε στη ριζοσπαστική/ακραία της φάση: στο διάστημα 1979-82 ο Χομεϊνί και οι οπαδοί του αγωνίστηκαν για να παγιώσουν τη θέση τους εξαλείφοντας πολιτικά ή φυσικά τους αντιπάλους τους. Εξανάγκασαν σε παραίτηση και φυγή τον εκλεγμένο πρόεδρο Μπάνι Σαντρ, εξόντωσαν τις οργανώσεις των μαρξιστών-ισλαμιστών και συνέτριψαν το Τουντέχ (το ιρανικό κομμουνιστικό κόμμα), ενώ καταδίωξαν άλλους ανώτατους κληρικούς που που δεν συμμερίζονταν το όραμα του Χομεϊνί. Χιλιάδες ήταν οι εκκαθαρίσεις που έλαβαν χώρα στις δυνάμεις ασφαλείας και τις ένοπλες δυνάμεις, γεγονός που επηρέασε το αξιόμαχό τους και ώθησε το Ιράκ να επιτεθεί στο Ιράν τον Σεπτέμβριο του 1980. Προκειμένου να συσπειρώσει τους Ιρανούς γύρω από το πρόσωπό του και την πολιτική του, υποστήριξε τους φανατικούς οπαδούς του που τον Νοέμβριο του 1979 κατέλαβαν την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Τεχεράνη συλλαμβάνοντας δεκάδες Αμερικανούς ως ομήρους (μέχρι τον Ιανουάριο του 1981). Επίσης, υπέρ του Χομεϊνί και της ενίσχυσης της θέσης του στο εσωτερικό λειτούργησε και η επίθεση του Ιράκ εναντίον του Ιράν τον Σεπτέμβριο του 1980, αφού ο ιρανικός λαός συσπειρώθηκε πέριξ της ηγεσίας του. Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ 85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ - Σημειώσεις Σελίδα 5
6 Στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, ο Χομεϊνί διακήρυξε ότι το Ιράν δεν θα ακολουθούσε ούτε φιλοδυτική ούτε φιλοσοβιετική πολιτική, αλλά ανεξάρτητη «φιλοισλαμική», ενώ κλιμάκωσε τη βιτριολική ρητορική του έναντι των ΗΠΑ, τις οποίες αποκαλούσε «Μεγάλο Σατανά». Εύλογα η κρίση που προκλήθηκε εξαιτίας της σύλληψης των Αμερικανών διπλωματών και υπαλλήλων της πρεσβείας προκάλεσε τη δραματική επιδείνωση των σχέσεων ΗΠΑ-Ιράν, ενώ οι ΗΠΑ πρωτοστάτησαν και στη μακροχρόνια επιβολή εμπάργκο από τη Δύση στο Ιράν. Ενώ λοιπόν οι ΗΠΑ απώλεσαν από το 1979 και εξής τον σημαντικότερο περιφερειακό τους σύμμαχο στην περιοχή, ωστόσο το νέο καθεστώς του Ιράν υιοθέτησε και αντισοβιετική στάση, αφού ο Χομεϊνί και οι φανατικοί ισλαμιστές έβλεπαν με δυσπιστία και εχθρότητα και τους «άθεους» Σοβιετικούς και εν γένει τον κομμουνισμό, ιδίως έπειτα από τη σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν στα τέλη του 1979. Έτσι, για τους Ιρανούς ισλαμιστές η Σοβιετική Ένωση υπήρξε «ο άλλος Μεγάλος Σατανάς». γ) Οι εξελίξεις στο Αφγανιστάν μέχρι το 1979 Μέχρι το 1973, στο Αφγανιστάν επικρατούσε σχετική σταθερότητα. Η χώρα κυβερνήθηκε για δεκαετίες από ένα κοσμικό βασιλικό καθεστώς που είχε αναπτύξει στενούς δεσμούς με τη Μόσχα αλλά και ανεκτές σχέσεις με την Ουάσιγκτον. Η μουσουλμανική αυτή χώρα, εν αντιθέσει με το Ιράν, στερείτο εθνοτικής και θρησκευτικής ομοιογένειας, καθώς και πλουτοπαραγωγικών πηγών. Όταν κατά τη δεκαετία του 1960 ο βασιλιάς Ζαχίρ εγκαινίασε πρόγραμμα περιορισμένων πολιτικών μεταρρυθμίσεων, εμφανίστηκαν τρεις βασικές πολιτικές κινήσεις/«παρατάξεις». Η πρώτη είχε άτυπο επικεφαλής τον ξάδερφο και πολιτικό αντίπαλο του βασιλιά, τον Νταούντ, η οποία δεν είχε κάποιο ιδεολογικό προσανατολισμό. Η δεύτερη παράταξη ήταν οι Αφγανοί κομμουνιστές, που όμως, παρότι προσωρινά σχημάτισαν ενιαίο κόμμα (το PDPA), ήταν βαθιά διαιρεμένοι σε δύο φιλοσοβιετικές φράξιες με διαφορετική φυλετική και κοινωνική προέλευση: το Παρχάμ (με αρχηγό τον Μπαμπράκ Καρμάλ) και το Χαλκ (με αρχηγό τον Ταράκι και υπαρχηγό τον Αμίν). Η τρίτη πολιτική κίνηση ήταν οι φανατικοί ισλαμιστές οι οποίοι, τελικά, αποτέλεσαν μερικούς από τους ηγέτες των μουτζαχεντίν (= ιεροί πολεμιστές) στον αγώνα εναντίον των Σοβιετικών κατά τη δεκαετία του 1980. Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ 85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ - Σημειώσεις Σελίδα 6
7 Το 1973 ο Νταούντ, με τη βοήθεια της μιας κομμουνιστικής φράξιας, ανέτρεψε τον βασιλιά, ανακήρυξε τη χώρα «αβασίλευτη δημοκρατία» και σύντομα κινήθηκε για την παγίωση της προσωπικής του εξουσίας ακολουθώντας αυταρχική πολιτική. Σύντομα ήρθε σε ρήξη με τους κομμουνιστές πρώην συμμάχους του, ενώ στην εξωτερική του πολιτική σταδιακά προσπάθησε να απομακρυνθεί από τη σοβιετική σφαίρα επιρροής. Το 1978 οι Σοβιετικοί, ανήσυχοι για την μελλοντική εξωτερική πολιτική του Νταούντ, κάλεσαν τις κομμουνιστικές φράξιες να επανενωθούν και να ανατρέψουν τον Νταούντ, ώστε τη διακυβέρνηση να αναλάβει το PDPA και να διασφαλιστεί η σοβιετική επιρροή στο Αφγανιστάν, το οποίο συνόρευε με την ΕΣΣΔ. Πράγματι, τον Απρίλιο του 1978 το πραξικόπημα έγινε, ο Νταούντ εκτελέστηκε και οι Αφγανοί κομμουνιστές ανέλαβαν τη διακυβέρνηση. Ωστόσο, οι Αφγανοί κομμουνιστές δεν είχαν καμιά εμπειρία διακυβέρνησης, ακολούθησαν ιδιαίτερα δογματική πολιτική για την ταχύτατη επιβολή του σοσιαλισμού σε μια χώρα που δεν ήταν ούτε έτοιμη ούτε πρόθυμη για τέτοιες αλλαγές (παρά τις συμβουλές των Σοβιετικών για επίδειξη μετριοπάθειας), ενώ οι εσωτερικές έριδες συνεχίστηκαν. Προσωρινά επικράτησε η μια κομμουνιστική φράξια που ήλεγξε το κόμμα και την κυβέρνηση. Παράλληλα όμως, ο Αφγανικός στρατός και οι δυνάμεις ασφαλείας αδυνατούσαν να ελέγξουν πλήρως την ύπαιθρο, καθώς ήδη από το 1978 είχε αρχίσει η δράση ισλαμιστών ανταρτών. Οι τελευταίοι λάμβαναν ήδη πολύτιμη υποστήριξη από το Πακιστάν. δ) Τα αίτια και οι συνέπειες της σοβιετικής εισβολής στο Αφγανιστάν Παράλληλα, στη Μόσχα εκφράζονταν φόβοι ότι ο νέος κομμουνιστής ηγέτης Αμίν (είχε καθαιρέσει και εκτελέσει τον κομμουνιστή προκάτοχό του), που ήταν ικανός στρατιωτικός ηγέτης αλλά βίαιος, αδίστακτος και υπερβολικά άκαμπτος, είτε θα αποτύγχανε να ελέγξει την κατάσταση στη χώρα του, είτε θα προχωρούσε σε «άνοιγμα» προς τις ΗΠΑ. Καθώς η περίοδος της ύφεσης (detente) του ανταγωνισμού με τη Δύση έβαινε προς το τέλος της, ενώ ήδη στο Ιράν είχε επικρατήσει ο Χομεϊνί (και το Πακιστάν ακολουθούσε όλο και πιο αντισοβιετική πολιτική), οι Σοβιετικοί ηγέτες έκριναν ότι δεν μπορούσαν να διακινδυνέψουν τον εκμηδενισμό της σοβιετικής επιρροής στο Αφγανιστάν. Η χώρα αποτελούσε ένα είδος «υγειονομικής ζώνης» ώστε να αποφευχθεί η επιρροή και παρουσία των ΗΠΑ ή του ριζοσπαστικού Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ 85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ - Σημειώσεις Σελίδα 7
8 Ισλάμ στα νότια σύνορα της Σοβιετικής Ένωσης (όπου διαβιούσαν συμπαγείς μουσουλμανικοί πληθυσμοί). Έτσι, αποφασίστηκε η ανατροπή του Αμίν και η αντικατάστασή του από τον Καρμάλ και την αντίπαλη κομμουνιστική φράξια του PDPA, και η αποστολή αξιόλογων σοβιετικών δυνάμεων για να εξαλείψουν την όποια αντίσταση και να βοηθήσουν τη νέα αφγανική ηγεσία να σταθεροποιηθεί στην εξουσία και να ελέγξει τη χώρα. Πράγματι, στα τέλη Δεκεμβρίου 1979 οι σοβιετικές ειδικές δυνάμεις εξόντωσαν τον Αμίν και πολλούς συνεργάτες του, ενώ ισχυρές αεροκίνητες και μηχανοκίνητες μονάδες έλεγξαν την πρωτεύουσα Καμπούλ, τους κύριους οδικούς άξονες και στρατηγικά σημεία, ενώ προσπάθησαν να σφραγίσουν και τα σύνορα της χώρας με το Ιράν και το Πακιστάν. Η σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν, παρότι η Μόσχα τη θεώρησε αμυντική κίνηση και προσπάθησε να υποβαθμίσει την έκταση και σημασία της, είχε σοβαρές άμεσες αλλά και μακροπρόθεσμες συνέπειες στην εξέλιξη του Ψυχρού Πολέμου. Καταρχάς προκάλεσε τη διεθνή κατακραυγή (της Δύσης, αλλά και σύσσωμου του αραβικού και ισλαμικού κόσμου, καθώς και της κομμουνιστικής Κίνας), καθώς υπήρξε η πρώτη φορά που ο σοβιετικός στρατός κινήθηκε πέραν των ορίων του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Επίσης, σε μια περίοδο έντονης αναταραχής και ανακατατάξεων στη Μέση Ανατολή (κυρίως λόγω της Ιρανικής Επανάστασης) και εν μέσω νέας πετρελαϊκής κρίσης που έπληττε σκληρά τη Δύση, εκφράστηκαν φόβοι για κάθοδο των Σοβιετικών στον Περσικό Κόλπο. Οι ΗΠΑ αντέδρασαν διακηρύσσοντας την αποφασιστικότητά τους να αποτρέψουν με κάθε μέσο τον έλεγχο του Περσικού Κόλπου από ξένη δύναμη (Δόγμα Κάρτερ, Ιανουάριος 1980). Αυτός ήταν και ο οριστικός ενταφιασμός της ύφεσης, καθώς αναζωπυρώθηκε σε πλήρη έκταση ο ψυχροπολεμικός ανταγωνισμός ΗΠΑ-ΕΣΣΔ και των συμμάχων τους. Μέχρι το 1986/7 κυριάρχησε η διεθνής ένταση. Στο στρατιωτικό πεδίο, οι Σοβιετικοί αρχικά σκόπευαν να αποχωρήσουν μετά από έξι ή το πολύ δώδεκα μήνες. Ωστόσο, σύντομα ανακάλυψαν ότι είχαν εμπλακεί σε έναν πόλεμο φθοράς για τον οποίο δεν είχαν προετοιμαστεί κατάλληλα και ότι υπήρχαν πολλοί αντάρτες πρόθυμοι να συνεχίσουν την αντίσταση. Τόσο οι σοβιετικές δυνάμεις όσο και η Αφγανική κυβέρνηση δεν κατόρθωσαν να κερδίσουν την υποστήριξη του αφγανικού πληθυσμού. Παράλληλα, το Πακιστάν πρόσφερε καταφύγιο, εκπαίδευση, εφόδια και οπλισμό στους αντάρτες, ενώ σύντομα άρχισε να καταφτάνει ποικίλη βοήθεια κυρίως από τις ΗΠΑ, τη Βρετανία, τη Σαουδική Αραβία Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ 85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ - Σημειώσεις Σελίδα 8
9 και άλλα αραβικά κράτη, την Κίνα (εξαιτίας της αντιπαράθεσής της με τη Σοβιετική Ένωση), ενώ χιλιάδες ισλαμιστές εθελοντές από όλα τα μέρη του κόσμου πύκνωσαν κατά τη δεκαετία του 1980 τις τάξεις των μουτζαχεντίν, που διεξήγαν τζιχάντ εναντίον των «άπιστων» και «άθεων» Σοβιετικών και των Αφγανών κομμουνιστών. Αλλά και το Ιράν του Χομεϊνί υιοθέτησε σαφώς αντισοβιετική στάση. Εν τέλει το Αφγανιστάν αποδείχθηκε για τους Σοβιετικούς ό,τι το Βιετνάμ για τους Αμερικανούς. Περί το 1988 ο Σοβιετικός ηγέτης Μιχαήλ Γκορμπατσόφ δρομολόγησε την αποχώρηση των σοβιετικών δυνάμεων εντός ενός έτους. Το αφγανικό κομμουνιστικό καθεστώς κατέρρευσε το 1992 (ένα έτος μετά τη διάλυση της ίδιας της Σοβιετικής Ένωσης), ενώ, τελικά, την εξουσία κατέλαβαν το 1996 οι Ταλιμπάν, ομάδα φανατικών Σουνιτών Ισλαμιστών μαχητών που είχαν την αμέριστη υποστήριξη του Πακιστάν. Έτσι, το Αφγανιστάν κατέστη το κύριο προπύργιο του (σουνιτικού) ισλαμικού φονταμενταλισμού, αφού εκεί άλλωστε βρήκε καταφύγιο κι η Αλ Κάιντα του Οσάμα Μπιν Λάντεν και άλλες ανάλογες οργανώσεις. Αυτές οι τρομοκρατικές οργανώσεις θα στρέφονταν εναντίον των ΗΠΑ και άλλων δυτικών κρατών, ενώ και η Ρωσία βρέθηκε αντιμέτωπη με τη δράση ακραίων ισλαμικών τρομοκρατικών οργανώσεων. Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ 85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ - Σημειώσεις Σελίδα 9