ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟ Προοίµιο. Επειδή, το επικαιροποιηµένο Μνηµόνιο Συναντίληψης µεταξύ της Κυπριακής ηµοκρατίας και του ιεθνούς Νοµισµατικού Ταµείου, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προνοεί ότι στα πλαίσια ολοκληρωµένης µεταρρύθµισης που θα εισαγάγει κατάλληλες διαδικασίες αφερεγγυότητας για φυσικά και νοµικά πρόσωπα, θα εισαχθεί µια αποτελεσµατική διαδικασία αναδιάρθρωσης για νοµικά πρόσωπα, συµπεριλαµβανοµένων των µεγάλων δανειοληπτών, Επειδή, το Υπουργικό Συµβούλιο, µετά από διαβούλευση µε το ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, καθώς και ενηµέρωση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Ευρωπαϊκού Μηχανισµού Σταθερότητας, ενέκρινε το πλαίσιο αφερεγγυότητας αναφορικά µε την ολοκληρωµένη µεταρρύθµιση για διαδικασίες αφερεγγυότητας, Επειδή, η Βουλή των Αντιπροσώπων µε Απόφασή της υιοθέτησε τις πρόνοιες του εν λόγω πλαισίου αφερεγγυότητας, Επειδή, στην παρούσα φάση η ηµοκρατία διέρχεται δύσκολη οικονοµική περίοδο και είναι αναγκαία η διασφάλιση της χρηµατοοικονοµικής σταθερότητας, Επειδή, προς αποφυγή περαιτέρω επιδείνωσης της οικονοµικής και δηµοσιονοµικής κατάστασης, είναι αναγκαίο όπως αντιµετωπιστεί το υπέρµετρα ψηλό επίπεδο ιδιωτικού χρέους και η συνεχής αύξηση των µη εξυπηρετούµενων τραπεζικών δανείων, Επειδή, η ανοδική τάση των µη εξυπηρετούµενων δανείων έχει αρνητικές προεκτάσεις για την οικονοµική ευρωστία των πιστωτικών ιδρυµάτων και κατ επέκταση στη διοχέτευση δανείων για συνέχιση ή επανέναρξη οικονοµικών δραστηριοτήτων, Επειδή, τα πιστωτικά ιδρύµατα έχουν υποστεί ζηµίες λόγω της αύξησης των µη εξυπηρετούµενων δανείων και έχουν προβεί σε προβλέψεις στους ισολογισµούς τους, επιδιώκεται η ενίσχυση του πλαισίου αναδιάρθρωσης εταιρικών δανείων µε σκοπό τη µείωση του µεγέθους των µη εξυπηρετούµενων δανείων για αποφυγή πρόκλησης περαιτέρω ζηµίας στα πιστωτικά ιδρύµατα, Επειδή, µε τη συνοµολόγηση ενός συµβιβασµού που καθιστά µια εταιρεία ικανή να αποπληρώσει τα χρέη της, αυτά θα µειωθούν, ενώ παράλληλα θα λαµβάνονται υπόψη τα συµφέροντα των πιστωτών, αφού θα είναι σε καλύτερη θέση παρά αν η εταιρεία υπόκειτο σε διαδικασία εκκαθάρισης, Επειδή, οποιοσδήποτε τυχόν περιορισµός δικαιωµάτων και ενεργειών τρίτων είναι για αυστηρά περιορισµένη χρονική περίοδο και κατόπιν απόφασης ικαστηρίου,
2 Επειδή, θα πρέπει να θεσπιστούν ειδικές πρόνοιες για την αντιµετώπιση των εγγυητών οι οποίοι παρείχαν εγγυήσεις σε σχέση µε χρέος της εταιρείας το οποίο δύναται να αναδιαρθρωθεί στα πλαίσια του παρόντος Νόµου, σύµφωνα µε τις οποίες θα προστατεύονται τα δικαιώµατα των εγγυητών, της εταιρείας και των πιστωτών, µε στόχο την εξεύρεση ισορροπίας µεταξύ τους, µε τρόπο που να προστατεύεται ο πυρήνας των δικαιωµάτων όλων τους, και Επειδή, µέσω της θεσµοθέτησης ενός µηχανισµού που θα αποβλέπει στην αναδιάρθρωση του χρέους και τη διάσωση και αποκατάσταση της επιχειρηµατικής δραστηριότητας, µε σκοπό τη διατήρηση και εύρυθµη λειτουργία βιώσιµων επιχειρήσεων, θα προκύψουν σηµαντικά οφέλη για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας τους και θα βοηθήσουν την οικονοµική ανάπτυξη και τη διατήρηση απασχόλησης, Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως: Συνοπτικός τίτλος. Κεφ. 113. 9 του 1968 76 του 1977 17 του 1979 105 του 1985 198 του 1986 19 του 1990 41(I) του 1994 15(I) του 1995 21(I) του 1997 82(I) του 1999 149(I) του 1999 2(I) του 2000 135(I) του 2000 151(I) του 2000 76(I) του 2001 70 του 2003 167(Ι) του 2003 92(Ι) του 2004 24(Ι) του 2005 129(Ι) του 2005 130(Ι) του 2005 98(Ι) του 2006 124(Ι) του 2006 70(Ι) του 2007 71(Ι) του 2007 1. Ο παρών Νόµος θα αναφέρεται ως ο περί Εταιρειών (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόµος του 2015 και θα διαβάζεται µαζί µε τον περί Εταιρειών Νόµο (που στο εξής θα αναφέρεται ως «ο βασικός νόµος»).
3 131(Ι) του 2007 186(I) του 2007 87(Ι) του 2008 49(Ι) του 2009 99(I) του 2009 42(Ι) του 2010 60(Ι) του 2010 88(Ι) του 2010 53(Ι) του 2011 41(Ι) του 2009 117(Ι) του 2011 145(Ι) του 2011 157(Ι) του 2011 198(Ι) του 2011 64(Ι) του 2012 98(I) του 2012 190(Ι) του 2012 203(Ι) του 2012 6(Ι) του 2013 90(Ι) του 2013 74(Ι) του 2014 75(I) του 2014 18(Ι) του 2015. Τροποποίηση του άρθρου 2 του βασικού νόµου. Κεφ. 149. 22(Ι) του 1995 99(Ι) του 2013. 2. Το άρθρο 2 του βασικού νόµου τροποποιείται µε την προσθήκη στο εδάφιο (1) αυτού, στην κατάλληλη αλφαβητική σειρά, των ακόλουθων νέων όρων και των ορισµών τους: ««ανεξάρτητος εµπειρογνώµονας» έχει την έννοια που αποδίδεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 202Β. «εγγύηση» σηµαίνει σύµβαση εγγύησης κατά την έννοια του περί Συµβάσεων Νόµου «εγγυητής» σηµαίνει οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο έχει ευθύνη υπό εγγύηση αναφορικά µε το χρέος µιας εταιρείας στην οποία έχει διοριστεί εξεταστής «εξεταστής» σηµαίνει τον εξεταστή που διορίζεται σύµφωνα µε το άρθρο 202Α «ενδιαφερόµενο µέρος» σε σχέση µε εταιρεία, στην οποία αφορά το εδάφιο (1) του άρθρου 202Α σηµαίνει (α) πιστωτή της εταιρείας µέλος της εταιρείας
4 (γ) συνεισφορέα (δ) εγγυητή οποιωνδήποτε υποχρεώσεων της εταιρείας (ε) οποιοδήποτε πρόσωπο, η περιουσία του οποίου υπόκειται σε οποιαδήποτε υποθήκη ή επιβάρυνση ή εξασφάλιση για οποιαδήποτε οφειλή ή υποχρέωση της εταιρείας «Υπουργός» σηµαίνει τον Υπουργό Ενέργειας, Εµπορίου, Βιοµηχανίας και Τουρισµού. «χρέος προς χρηµατοπιστωτικό ίδρυµα» σηµαίνει ποσό, το οποίο αποτελεί οφειλή βάσει αρχικά συναφθείσας σύµβασης για παροχή οποιασδήποτε χρηµατοπιστωτικής διευκόλυνσης εκ µέρους πιστωτικού ιδρύµατος και περιλαµβάνει το συµβατικό τόκο και τον τόκο υπερηµερίας, ο οποίος δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσοστό του δύο τοις εκατόν (2%) επί των καθυστερηµένων δόσεων και µη συνυπολογιζοµένων κατά τον καθορισµό του εν λόγω τόκου υπερηµερίας, οποιωνδήποτε δόσεων έχουν ήδη καταβληθεί από την εταιρεία.». Τροποποίηση του βασικού νόµου µε την προσθήκη νέου Μέρους IVA. 3. Ο βασικός νόµος τροποποιείται µε την προσθήκη, αµέσως µετά το άρθρο 202 αυτού, του ακόλουθου νέου Μέρους: «ΜΕΡΟΣ IVA ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΕΞΕΤΑΣΤΗ Εξουσία του ικαστηρίου για διορισµό εξεταστή. 202Α.-(1) Τηρουµένων των διατάξεων του εδαφίου (2), στις περιπτώσεις που το ικαστήριο κρίνει ότι (α) Εταιρεία είναι ή κατά πάσα πιθανότητα θα είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της, και (γ) δεν έχει εγκριθεί και δηµοσιευτεί στην Επίσηµη Εφηµερίδα της ηµοκρατίας οποιοδήποτε ψήφισµα αναφορικά µε εκκαθάριση της εταιρείας, και κανένα διάταγµα δεν έχει εκδοθεί για την εκκαθάριση της εταιρείας, δύναται, κατόπιν αιτήσεως που υποβάλλεται ενώπιόν του, να διορίσει εξεταστή στην εταιρεία για σκοπούς εξέτασης της κατάστασης των υποθέσεων της εταιρείας και την
5 εκτέλεση τέτοιων καθηκόντων σε σχέση µε την εταιρεία, όπως δύναται να επιβάλλεται από ή σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος Νόµου. (2) Το ικαστήριο εκδίδει διάταγµα σύµφωνα µε τα προβλεπόµενα στο παρόν άρθρο µόνο εφόσον ικανοποιηθεί ότι υπάρχει εύλογη προοπτική επιβίωσης της εταιρείας και ολόκληρης ή οποιουδήποτε µέρους της επιχείρησης αυτής ως δρώσας οικονοµικής µονάδας (going concern). (3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, µία εταιρεία είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της, αν (α) (γ) είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της κατά το χρόνο που αυτά καθίστανται πληρωτέα, η αξία των στοιχείων του ενεργητικού της είναι χαµηλότερη από το ποσό των υποχρεώσεων της, λαµβάνοντας υπόψη τις ενδεχόµενες και µελλοντικές υποχρεώσεις της, ή εφαρµόζονται ως προς αυτήν οι διατάξεις του άρθρου 212. Επίσηµη Εφηµερίδα, Παράρτηµα Τρίτο (Ι): 9.9.2013. 14.2.2014. (4) Το ικαστήριο, κατά τη λήψη της απόφασης κατά πόσο να εκδώσει διάταγµα σύµφωνα µε το παρόν άρθρο, δύναται να λάβει υπόψη κατά πόσο η εταιρεία έχει ζητήσει από τους πιστωτές της σηµαντικές παρατάσεις χρόνου για την πληρωµή των χρεών της, από όπου εύλογα δύναται να συναχθεί ότι η εταιρεία ήταν πιθανόν ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της. το ικαστήριο δύναται να λάβει υπόψη επίσης κατά πόσο η εταιρεία έχει χρησιµοποιήσει την διαδικασία αναδιάρθρωσης που προβλέπεται στις εκάστοτε σε ισχύ της ιαχείρισης Καθυστερήσεων Οδηγίες που εκδίδονται από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου δυνάµει του άρθρου 41 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυµάτων Νόµου. 66(I) του 1997 74(Ι) του 1999 94(Ι) του 2000 119(I) του 2003 4(Ι) του 2004 151(Ι) του 2004 231(Ι) του 2004
6 235(I) του 2004 20(Ι) του 2005 80(Ι) του 2008 100(Ι) του 2009 123(Ι) του 2009 27(Ι) του 2011 104(Ι) του 2011 107(Ι) του 2012 14(Ι) του 2013 87(Ι) του 2013 102(Ι) του 2013 141(Ι) του 2013 5 (Ι) του 2015 26(Ι) του 2015 35(Ι) του 2015. 35(I) του 2002 141(Ι) του 2003 165(Ι) του 2003 69(Ι) του 2004 70(Ι) του 2004 136(Ι) του 2004 152(Ι) του 2004 153(Ι) του 2004 240(Ι) του 2004 17(Ι) του 2005 26(Ι) του 2008 105(Ι) του 2009 50(Ι) του 2011 132(Ι) του 2013. (5) εν δύναται να διοριστεί εξεταστής σε οποιαδήποτε πιστωτικά ιδρύµατα στα οποία εφαρµόζεται ο περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυµάτων Νόµος και σε οποιεσδήποτε ασφαλιστικές επιχειρήσεις στις οποίες εφαρµόζεται ο περί Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και άλλων Συναφών Θεµάτων Νόµος. Αίτηση για προστασία από το ικαστήριο. 202Β.-(1) Αίτηση, σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 202Α δύναται να υποβληθεί από - (α) την εταιρεία, ή (γ) πιστωτή ή ενδεχόµενο ή µελλοντικό πιστωτή, συµπεριλαµβανοµένου εργοδοτούµενου της εταιρείας, ή µέλη της εταιρείας που κατέχουν, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, σύµφωνα µε το άρθρο 202Α, όχι λιγότερο από το ένα δέκατο του καταβληθέντος κεφαλαίου της εταιρείας
7 που, κατά το χρόνο εκείνο, φέρει δικαίωµα ψήφου στις γενικές συνελεύσεις της εταιρείας, ή (δ) (ε) εγγυητή οποιωνδήποτε υποχρεώσεων της εταιρείας, ή από όλα τα πιο πάνω µέρη, µαζί ή ξεχωριστά. (2) Αίτηση που υποβάλλεται σύµφωνα µε το άρθρο 202Α (α) (γ) (δ) προτείνει πρόσωπο για να διοριστεί ως εξεταστής, και υποστηρίζεται από τέτοια µαρτυρία, που δεικνύει ότι ο αιτητής έχει βάσιµο λόγο να αιτηθεί τον διορισµό εξεταστή, περιλαµβάνει, όταν αυτή υποβάλλεται από την εταιρεία, κατάσταση των στοιχείων του ενεργητικού και των υποχρεώσεών της, στην έκταση που είναι γνωστά σε αυτή, όπως υφίστανται κατά ηµεροµηνία όχι ενωρίτερη από δεκατέσσερις (14) ηµέρες πριν από την υποβολή της αίτησης, και περιλαµβάνει πληροφορίες κατά πόσο έχει προηγουµένως υποβληθεί αίτηση για διορισµό εξεταστή ή/και έχει διοριστεί εξεταστής στην εταιρεία. (3) Επιπροσθέτως των στοιχείων που αναφέρονται στο εδάφιο (5), αίτηση που υποβάλλεται σύµφωνα µε το άρθρο 202Α συνοδεύεται από έκθεση σε σχέση µε την εταιρεία, η οποία ετοιµάζεται από ανεξάρτητο εµπειρογνώµονα, ο οποίος είναι είτε ο ελεγκτής της εταιρείας είτε πρόσωπο το οποίο έχει τα προσόντα να διοριστεί ως ελεγκτής εταιρείας ή ως εξεταστής της εταιρείας. (4) Η έκθεση του ανεξάρτητου εµπειρογνώµονα περιλαµβάνει τα ακόλουθα: (α) Τα ονόµατα και τις διευθύνσεις των αξιωµατούχων της εταιρείας, τα ονόµατα οποιωνδήποτε άλλων σχετιζόµενων νοµικών προσώπων, των οποίων σύµβουλοι της εταιρείας είναι επίσης
8 σύµβουλοι, (γ) δήλωση υποθέσεων της εταιρείας που δεικνύει, στο βαθµό που είναι ευλόγως δυνατό, λεπτοµέρειες των στοιχειών του ενεργητικού και των υποχρεώσεων της εταιρείας, περιλαµβανοµένων ενδεχόµενων και µελλοντικών υποχρεώσεων κατά την τελευταία ηµεροµηνία που είναι πρακτικά δυνατόν, τα ονόµατα και τις διευθύνσεις των πιστωτών της, τις εξασφαλίσεις που κατέχονται από αυτούς, αντίστοιχα, και τις ηµεροµηνίες κατά τις οποίες δόθηκαν οι εξασφαλίσεις, αντίστοιχα, καθώς και τα ονόµατα των εγγυητών της: Νοείται ότι, για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, «εξασφάλιση» σηµαίνει οποιαδήποτε υποθήκη, επιβάρυνση, δικαίωµα επίσχεσης ή άλλη εξασφάλιση, (δ) (ε) τη γνώµη του, κατά πόσο οποιοδήποτε έλλειµµα που παρουσιάζεται µεταξύ των στοιχείων του ενεργητικού και των υποχρεώσεων της εταιρείας υπολογίστηκε ικανοποιητικά και αν όχι, κατά πόσον υπάρχει µαρτυρία αναφορικά µε εξαφάνιση περιουσίας ή περιουσιών ή στοιχείων ενεργητικού που συσσωρεύονται σε ουσιαστικά ποσά ή αξίες τα οποία δεν λογίζονται ικανοποιητικά, τη γνώµη του κατά πόσο η εταιρεία και ολόκληρη ή οποιοδήποτε µέρος της επιχείρησής της, έχει εύλογη προοπτική επιβίωσης ως δρώσα οικονοµική µονάδα (going concern) και δήλωση των προϋποθέσεων που θεωρεί ως απαραίτητες για να διασφαλιστεί η επιβίωσή της είτε αναφορικά µε την εσωτερική διεύθυνση και τις διαδικασίες ελέγχου της εταιρείας, είτε άλλως πως, (στ) τη γνώµη του κατά πόσο η διαµόρφωση, αποδοχή και επιβεβαίωση προτάσεων για συµβιβασµό ή σχέδιο διακανονισµού θα προσέφερε εύλογη προοπτική επιβίωσης της εταιρείας και ολόκληρης ή οποιουδήποτε µέρους της επιχείρησης της ως δρώσας οικονοµικής µονάδας (going concern),
9 (ζ) τη γνώµη του κατά πόσο µία προσπάθεια συνέχισης ολόκληρης ή οποιουδήποτε µέρους της επιχείρησης πιθανόν να είναι πιο επωφελής στα µέλη ως σύνολο και στους πιστωτές ως σύνολο παρά η εκκαθάριση της εταιρείας, (η) συστάσεις αναφορικά µε τη διαδικασία που εκείνος πιστεύει ότι πρέπει να ακολουθηθεί αναφορικά µε την εταιρεία, περιλαµβανοµένων, αν δικαιολογείται, προσχεδίων προτάσεων για συµβιβασµό ή σχεδίου διακανονισµού, (θ) (ι) (ια) (ιβ) (ιγ) τη γνώµη του κατά πόσο τα γεγονότα που αποκαλύπτονται δικαιολογούν περαιτέρω διερεύνηση έχοντας υπόψη τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 311, λεπτοµέρειες της έκτασης της χρηµατοδότησης που απαιτείται για να δυνηθεί η εταιρεία να συνεχίσει τις εργασίες της κατά τη διάρκεια της περιόδου προστασίας καθώς και των πηγών της χρηµατοδότησης, τις συστάσεις του κατά πόσο υποχρεώσεις που προέκυψαν πριν από την υποβολή της αίτησης πρέπει να πληρωθούν, τη γνώµη του κατά πόσο η εργασία του εξεταστή θα βοηθηθεί από οδηγίες του ικαστηρίου σε σχέση µε τον ρόλο ή την ιδιότητα µέλους οποιασδήποτε επιτροπής πιστωτών που αναφέρεται στο άρθρο 202ΚΒ, και οποιαδήποτε άλλα θέµατα θεωρεί ο ίδιος ότι είναι σχετικά. (5) Αίτηση, η οποία υποβάλλεται σύµφωνα µε το άρθρο 202Α συνοδεύεται από - (α) συγκατάθεση υπογεγραµµένη από τον εξεταστή. και αντίγραφα των προτάσεων για συµβιβασµό ή σχέδιο διακανονισµού σε σχέση µε τις
10 υποθέσεις της εταιρείας, αν τέτοιες προτάσεις έχουν ετοιµαστεί, για υποβολή σε ενδιαφερόµενα µέρη για την έγκρισή τους. (6) Το ικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να µην προχωρήσει σε ακρόαση σε σχέση µε αίτηση σύµφωνα µε το άρθρο 202Α, η οποία υποβάλλεται από ενδεχόµενο ή µελλοντικό πιστωτή µέχρις ότου καταβληθεί εξασφάλιση για τα έξοδα, η οποία κρίνεται εύλογη από το ικαστήριο. (7) Το ικαστήριο δεν προχωρεί σε ακρόαση σε σχέση µε αίτηση σύµφωνα µε το άρθρο 202Α, αν υπάρχει διορισµένος παραλήπτης για την εταιρεία που αφορά η αίτηση και ο παραλήπτης αυτός ήταν διορισµένος για συνεχή περίοδο τουλάχιστον τριάντα (30) ηµερών πριν από την υποβολή της αίτησης: 62(Ι) του 2015. Νοείται ότι, αν υπάρχει διορισµένος παραλήπτης στην εταιρεία που αφορά η αίτηση και ο παραλήπτης αυτός διορίστηκε εντός περιόδου τριών (3) µηνών που προηγείται της ηµεροµηνίας έναρξης της ισχύος του περί Εταιρειών (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόµου του 2015, το παρόν εδάφιο δεν εφαρµόζεται και τυγχάνει εφαρµογής το άρθρο 202Ι. (8) Κατά την ακρόαση αίτησης, σύµφωνα µε το παρόν άρθρο, το ικαστήριο δύναται να εγκρίνει, απορρίψει την αίτηση ή να αναβάλει την ακρόαση, υπό όρους ή χωρίς όρους ή να προβεί σε έκδοση προσωρινού διατάγµατος ή οποιουδήποτε άλλου διατάγµατος θεωρεί πρέπον. (9) Άνευ επηρεασµού της γενικότητας του εδαφίου (8), προσωρινό διάταγµα που εκδίδεται σύµφωνα µε το παρόν εδάφιο δύναται να περιορίσει την άσκηση οποιωνδήποτε εξουσιών των συµβούλων ή της εταιρείας, λαµβανοµένων υπόψη των θεµάτων που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 202Ι. (10) Χωρίς επηρεασµό των εδαφίων (8) ή (9) ή µετά από την υποβολή αίτησης, το ικαστήριο δύναται, κατόπιν αιτήσεως προς αυτό, να διορίσει εξεταστή στην εταιρεία επί προσωρινής βάσεως. (11) Αίτηση σύµφωνα µε το άρθρο 202Α δεν δύναται να υποβληθεί κατά τη διάρκεια περιόδου δώδεκα (12) µηνών που άρχεται από την ηµεροµηνία τερµατισµού του διορισµού του εξεταστή σύµφωνα µε το άρθρο 202ΚΘ, εκτός αν το ικαστήριο ικανοποιηθεί ότι νέα γεγονότα ή
11 συνθήκες δικαιολογούν τέτοια αίτηση. Προσωρινή προστασία από το ικαστήριο εκκρεµούσης της έκθεσης. 202Γ.-(1) Σε περίπτωση που αίτηση που υποβάλλεται σύµφωνα µε το άρθρο 202Α ικανοποιεί το ικαστήριο ότι (α) λόγω περιστάσεων εκτός του ελέγχου του αιτητή, η έκθεση του ανεξάρτητου εµπειρογνώµονα δεν είναι διαθέσιµη εγκαίρως για να συνοδεύσει την αίτηση, και ο αιτητής δεν θα µπορούσε εύλογα να προβλέψει τις περιστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (α), το ικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγµα σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και να θέσει την εταιρεία για την οποία γίνεται αίτηση υπό την προστασία του ικαστηρίου για περίοδο που το ικαστήριο θεωρεί κατάλληλη, µε σκοπό να επιτραπεί η υποβολή της έκθεσης του ανεξάρτητου εµπειρογνώµονα: Νοείται ότι, αν υπάρχει διορισµένος παραλήπτης σε σχέση µε ολόκληρη ή οποιοδήποτε µέρος της περιουσίας ή της επιχείρησης της εταιρείας κατά το χρόνο υποβολής αίτησης, σύµφωνα µε το άρθρο 202Α, αναφορικά µε την εταιρεία, αυτό δεν αποτελεί από µόνο του, για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, περιστάσεις εκτός του ελέγχου του αιτητή. (2) Η περίοδος που προβλέπεται στο εδάφιο (1) λήγει όχι αργότερα από τη δέκατη πέµπτη ηµέρα που ακολουθεί την έκδοση του εν λόγω διατάγµατος ή σε περίπτωση που η δέκατη πέµπτη ηµέρα συµπίπτει µε Σάββατο, Κυριακή ή δηµόσια αργία, την πρώτη ηµέρα που ακολουθεί το Σάββατο, την Κυριακή ή τη δηµόσια αργία, ανάλογα. (3) Σε περίπτωση που η αίτηση υποβληθεί από οποιοδήποτε από τα πρόσωπα που αναφέρονται στις παραγράφους και (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 202Β και εκδοθεί διάταγµα αναφορικά µε την εν λόγω εταιρεία, σύµφωνα µε το εδάφιο (1), οι σύµβουλοι της εταιρείας συνεργάζονται για την προετοιµασία της έκθεσης του ανεξάρτητου εµπειρογνώµονα, ιδιαίτερα αναφορικά µε τα θέµατα που προβλέπονται στις παραγράφους (α), και (γ) του εδαφίου (4) του άρθρου 202Β. (4) Σε περίπτωση που οι σύµβουλοι της εταιρείας παραλείψουν να συµµορφωθούν µε τις διατάξεις του
12 εδαφίου (3), το πρόσωπο που υπέβαλε την αίτηση ή ο ανεξάρτητος εµπειρογνώµονας δύναται να αιτηθεί στο ικαστήριο την έκδοση διατάγµατος, το οποίο να απαιτεί από τους συµβούλους να προβούν σε συγκεκριµένες ενέργειες προς συµµόρφωση µε τα προβλεπόµενα στο εδάφιο (3). (5) Σε περίπτωση που η έκθεση του ανεξάρτητου εµπειρογνώµονα υποβληθεί στο ικαστήριο πριν από τη λήξη της περιόδου προστασίας που προσδιορίζεται σε διάταγµα που εκδίδεται σύµφωνα µε το εδάφιο (1), το ικαστήριο προχωρεί µε την εξέταση της αίτησης µαζί µε την έκθεση ως εάν αυτές να υποβλήθηκαν σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 202Α. (6) Άνευ επηρεασµού της δυνατότητας υποβολής οποιασδήποτε περαιτέρω αίτησης, σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 202Α, σε περίπτωση που η έκθεση του ανεξάρτητου εµπειρογνώµονα δεν υποβληθεί στο ικαστήριο πριν από τη λήξη της περιόδου προστασίας που προσδιορίζεται σε διάταγµα που εκδίδεται σύµφωνα µε τις διατάξεις του εδαφίου (1), τότε κατά τη λήξη της περιόδου αυτής, η εταιρεία παύει να τελεί υπό την προστασία του ικαστηρίου. (7) Οποιεσδήποτε υποχρεώσεις που προκύπτουν έναντι της εταιρείας κατά τη διάρκεια της περιόδου προστασίας που καθορίζεται από διάταγµα που εκδίδεται σύµφωνα µε το εδάφιο (1) δεν δύναται να αποτελέσουν αντικείµενο πιστοποιητικού σύµφωνα µε τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 202ΙΕ. ικαίωµα ακρόασης. ιαθεσιµότητα έκθεσης ανεξάρτητου εµπειρογνώµονα. 202. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (8) του άρθρου 202Β, το ικαστήριο δεν εκδίδει διάταγµα, το οποίο απορρίπτει την αίτηση που υποβάλλεται σύµφωνα µε το άρθρο 202Α ή διάταγµα, το οποίο διορίζει εξεταστή σε εταιρεία, χωρίς να έχει προηγουµένως δοθεί στην εταιρεία ή σε κάθε πιστωτή της εταιρείας, ο οποίος έχει εκφράσει στο ικαστήριο την επιθυµία να ακουστεί επί του θέµατος, η ευκαιρία να ακουστεί. 202Ε.-(1) Ο ανεξάρτητος εµπειρογνώµονας παρέχει αντίγραφο της έκθεσης που ετοιµάστηκε από τον ίδιο, σύµφωνα µε το εδάφιο (3) του άρθρου 202Β, στην εταιρεία για την οποία έγινε αίτηση σύµφωνα µε το άρθρο 202Α ή σε οποιοδήποτε ενδιαφερόµενο µέρος, κατόπιν σχετικής έγγραφης αίτησης που υποβάλλεται προς αυτόν.
13 (2) Το ικαστήριο δύναται, κατόπιν αίτησης, να δώσει οδηγίες µε τις οποίες να δύναται να απαλειφθούν από το αντίγραφο της έκθεσης οποιεσδήποτε πληροφορίες, η συµπερίληψη των οποίων είναι πιθανόν να επηρεάσει δυσµενώς την επιβίωση της εταιρείας ή ολόκληρης ή οποιουδήποτε µέρους της επιχείρησης της ως δρώσας οικονοµικής µονάδας (going concern). Σχετιζόµενες εταιρείες. 202ΣΤ.-(1) Τηρουµένων των διατάξεων του εδαφίου (2), όταν το ικαστήριο διορίζει εξεταστή σε εταιρεία, δύναται κατά τον ίδιο χρόνο ή µετέπειτα, να εκδώσει διάταγµα το οποίο (α) διορίζει τον εξεταστή να είναι εξεταστής για τους σκοπούς του παρόντος Νόµου σε σχετιζόµενη εταιρεία, ή παραχωρεί στον εξεταστή, σε σχέση µε την εταιρεία αυτή, όλες ή µερικές από τις εξουσίες ή τα καθήκοντα που του παρέχονται σε σχέση µε την προαναφερόµενη εταιρεία. (2) Το ικαστήριο κατά την εξέταση της αίτησης για την έκδοση διατάγµατος, σύµφωνα µε το εδάφιο (1), λαµβάνει υπόψη κατά πόσο η έκδοση του διατάγµατος ενδέχεται να διευκολύνει την επιβίωση της εταιρείας ή της σχετιζόµενης εταιρείας ή και των δύο και ολόκληρης ή οποιουδήποτε µέρους της επιχείρησης της ως δρώσας οικονοµικής µονάδας (going concern), και σε καµία περίπτωση δεν εκδίδει τέτοιο διάταγµα αν δεν ικανοποιηθεί ότι υπάρχει εύλογη προοπτική επιβίωσης της σχετιζόµενης εταιρείας και ολόκληρης ή οποιουδήποτε µέρους της επιχείρησης της ως δρώσας οικονοµικής µονάδας (going concern). (3) Μία σχετιζόµενη εταιρεία, στην οποία διορίζεται εξεταστής, θεωρείται ότι τελεί υπό την προστασία του ικαστηρίου για την περίοδο που άρχεται από την έκδοση διατάγµατος σύµφωνα µε το παρόν άρθρο και συνεχίζει για την περίοδο κατά την οποία η εταιρεία µε την οποία σχετίζεται τελεί υπό προστασία. (4) Σε περίπτωση που εξεταστής είναι διορισµένος σε δύο ή περισσότερες σχετιζόµενες εταιρείες, έχει τις ίδιες εξουσίες και καθήκοντα σε σχέση µε κάθε εταιρεία, ως χωριστή οντότητα, εκτός αν το ικαστήριο εκδώσει διαφορετικές οδηγίες. (5) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόµου, µία εταιρεία
14 σχετίζεται µε άλλη εταιρεία, αν (α) (γ) (δ) αυτή η άλλη εταιρεία είναι η µητρική της εταιρεία ή θυγατρική της, ή πέραν του ενός δευτέρου της ονοµαστικής αξίας του συνηθισµένου µετοχικού κεφαλαίου της όπως αυτό καθορίζεται στο εδάφιο (5) του άρθρου 148, κατέχεται από την άλλη εταιρεία και εταιρείες που σχετίζονται µε εκείνην την άλλη εταιρεία είτε άµεσα είτε έµµεσα, αλλά µε άλλο τρόπο παρά µε εµπιστευµατική ιδιότητα, ή πέραν του ενός δευτέρου της ονοµαστικής αξίας του συνηθισµένου µετοχικού κεφαλαίου όπως αυτό καθορίζεται στο εδάφιο (5) του άρθρου 148, της κάθε µίας κατέχεται από µέλη της άλλης, είτε άµεσα είτε έµµεσα, αλλά µε άλλο τρόπο παρά µε εµπιστευµατική ιδιότητα, ή αυτή η άλλη εταιρεία ή εταιρεία ή εταιρείες που σχετίζονται µε εκείνην την άλλη εταιρεία ή αυτή ή άλλη εταιρεία µαζί µε εταιρεία ή εταιρείες που σχετίζονται µε αυτή δικαιούνται να ασκήσουν ή να ελέγξουν την άσκηση πέραν του ενός δευτέρου των δικαιωµάτων ψήφου κατ οποιαδήποτε γενική συνέλευση της εταιρείας, ή (ε) οι εργασίες των εταιρειών διεκπεραιώνονται µε τέτοιο τρόπο, ώστε οι ξεχωριστές εργασίες της κάθε εταιρείας ή ουσιαστικό µέρος αυτής δε διακρίνεται εύκολα, ή (στ) υπάρχει άλλη εταιρεία, µε την οποία σχετίζονται και οι δύο εταιρείες, και «σχετιζόµενη εταιρεία» έχει αντίστοιχη έννοια. (6) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «εταιρεία» περιλαµβάνει οποιαδήποτε οντότητα, η οποία δύναται να υποβληθεί σε εκκαθάριση κατά τα οριζόµενα στον παρόντα Νόµο. Άρνηση ικαστηρίου 202Ζ. Το ικαστήριο δύναται να αρνηθεί ακρόαση αίτησης που υποβάλλεται σύµφωνα µε το άρθρο 202Α ή, ανάλογα
15 ακρόασης αίτησης υπό προϋποθέσεις. µε την περίπτωση, δύναται να αρνηθεί τη συνέχιση ακρόασης τέτοιας αίτησης, αν κρίνει ότι κατά την ετοιµασία ή υποβολή της αίτησης ή κατά την ετοιµασία της έκθεσης του ανεξάρτητου εµπειρογνώµονα, ο αιτητής ή ο ανεξάρτητος εµπειρογνώµονας (α) έχει παραλείψει να αποκαλύψει οποιεσδήποτε πληροφορίες που είναι διαθέσιµες σε αυτόν, οι οποίες είναι ουσιώδεις για την άσκηση από το ικαστήριο των εξουσιών του σύµφωνα µε τον Νόµο αυτό, ή δεν ενήργησε µε καλή πίστη. Αποτελέσµατα αίτησης για διορισµό εξεταστή επί πιστωτών και άλλων. 202Η.-(1) Τηρουµένων των διατάξεων του άρθρου 202Γ κατά την περίοδο που αρχίζει από την ηµεροµηνία υποβολής αίτησης σύµφωνα µε το άρθρο 202Α και τηρουµένων των διατάξεων των εδαφίων (3) και (4) του άρθρου 202ΙΘ, και τελειώνει κατά τη λήξη περιόδου τεσσάρων (4) µηνών από την ηµεροµηνία εκείνη ή κατά την απόσυρση ή απόρριψη της αίτησης, οποιοδήποτε γεγονός επέλθει πρώτο, η εταιρεία θεωρείται ότι τελεί υπό την προστασία του ικαστηρίου. (2) Για όσο χρόνο µία εταιρεία τελεί υπό την προστασία του ικαστηρίου, σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος Νόµου, ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις: (α) εν δύνανται να αρχίσουν εναντίον της εταιρείας οποιεσδήποτε διαδικασίες εκκαθάρισης, ούτε να εγκριθεί ψήφισµα για εκκαθάριση σε σχέση µε την εταιρεία εκείνη και οποιοδήποτε ψήφισµα που εγκρίνεται κατά τον τρόπο αυτό δεν έχει αποτέλεσµα, δεν διορίζεται παραλήπτης επί οποιουδήποτε µέρους της περιουσίας ή της επιχείρησης της εταιρείας ή αν έχει διοριστεί παραλήπτης πριν από την υποβολή αίτησης σύµφωνα µε το άρθρο 202Α, τηρουµένων των διατάξεων του άρθρου 202Ι, τέτοιος παραλήπτης µπορεί να συνεχίσει να ενεργεί ως παραλήπτης, (γ) καµία κατάσχεση στα χέρια τρίτου, µεσεγγύηση, κατάσχεση ή εκτέλεση δεν θα λαµβάνει χώρα έναντι της περιουσίας ή των αντικειµένων της εταιρείας, παρά µόνο µε την συγκατάθεση του εξεταστή,
16 (δ) (ε) σε περίπτωση που οποιαδήποτε αξίωση εναντίον της εταιρείας εξασφαλίζεται µε υποθήκη, επιβάρυνση, δικαίωµα επίσχεσης ή άλλη επιβάρυνση ή ενέχυρο επί ή που επηρεάζει ολόκληρη ή οποιοδήποτε µέρος της περιουσίας, των αντικειµένων ή του εισοδήµατος της εταιρείας, καµία ενέργεια δεν µπορεί να λάβει χώρα για τη ρευστοποίηση ολόκληρης ή οποιουδήποτε µέρους αυτής της εξασφάλισης, παρά µόνο µε την συγκατάθεση του εξεταστή, δεν δύναται να ληφθούν οποιαδήποτε µέτρα για την ανάκτηση αγαθών που ευρίσκονται στην κατοχή της εταιρείας σύµφωνα µε οποιαδήποτε συµφωνία ενοικιαγοράς, παρά µόνο µε τη συγκατάθεση του εξεταστή, (στ) σε περίπτωση που, σύµφωνα µε τις διατάξεις οποιουδήποτε Νόµου, Κανονισµού ή άλλης ρύθµισης, οποιοδήποτε πρόσωπο άλλο από την εταιρεία είναι υπεύθυνο να καταβάλει όλα ή οποιοδήποτε µέρος των χρεών της εταιρείας (i) (ii) (iii) καµία κατάσχεση στα χέρια τρίτου, µεσεγγύηση, κατάσχεση ή εκτέλεση δεν λαµβάνει χώρα έναντι της περιουσίας ή των αντικειµένων του προσώπου αυτού αναφορικά µε τα χρέη της εταιρείας, και καµία διαδικασία οποιουδήποτε είδους δεν δύναται να κινηθεί εναντίον του προσώπου αυτού αναφορικά µε τα χρέη της εταιρείας, όταν οποιαδήποτε αξίωση εναντίον του προσώπου αυτού εξασφαλίζεται µε υποθήκη, επιβάρυνση, δικαίωµα επίσχεσης ή άλλη επιβάρυνση ή ενέχυρο επί ή που επηρεάζει ολόκληρη ή οποιοδήποτε µέρος της περιουσίας, των αντικειµένων ή του εισοδήµατος της εταιρείας, καµία ενέργεια δεν µπορεί να λάβει χώρα για τη ρευστοποίηση ολόκληρης ή οποιουδήποτε µέρους αυτής της εξασφάλισης, παρά µόνο µε
17 την συγκατάθεση του εξεταστή, 66(Ι) του 2012 41(Ι) του 2013 159(Ι) του 2013 190(Ι) του 2014. (ζ) (η) κανένα διάταγµα για θεραπεία δεν δύναται να εκδοθεί σύµφωνα µε το άρθρο 202 έναντι της εταιρείας αναφορικά µε παράπονα όσον αφορά τη διεξαγωγή των υποθέσεων της εταιρείας ή την άσκηση των εξουσιών των συµβούλων πριν από την υποβολή της αίτησης, οποιαδήποτε χρονική περίοδος κατά την οποία µία εταιρεία τελεί υπό την προστασία του ικαστηρίου δεν υπολογίζεται κατά τον καθορισµό της προδιαγραφόµενης περιόδου σύµφωνα µε τον περί Παραγραφής Αγώγιµων ικαιωµάτων Νόµο, (θ) κατά τον καθορισµό της περιόδου των έξι (6) µηνών που προβλέπεται στο άρθρο 301, δεν προσµετράται οποιαδήποτε χρονική περίοδος, κατά την οποία η εταιρεία τελεί υπό την προστασία του ικαστηρίου. (3) Τηρουµένων των διατάξεων του εδαφίου (2), καµία άλλη διαδικασία εναντίον της εταιρείας δεν δύναται να αρχίσει, παρά µόνο µε την άδεια του ικαστηρίου και τηρουµένων των όρων που το ικαστήριο δύναται να επιβάλει: Νοείται ότι, το ικαστήριο δύναται, κατόπιν αίτησης του εξεταστή, να εκδώσει τέτοιο διάταγµα, όπως κρίνει ορθό, αναφορικά µε οποιεσδήποτε διαδικασίες που ήδη υφίστανται, συµπεριλαµβανοµένης της αναστολής των διαδικασιών αυτών. (4) Παράπονα αναφορικά µε τη διεξαγωγή των εργασιών της εταιρείας ενώ τελεί υπό την προστασία του ικαστηρίου δεν αποτελούν βάση για την έκδοση διατάγµατος για θεραπεία σύµφωνα µε το άρθρο 202.
18 Περιορισµός σε πληρωµές χρεών που προϋπήρχαν της αίτησης. 202Θ.-(1) Καµία πληρωµή δεν δύναται να πραγµατοποιηθεί από εταιρεία κατά την περίοδο κατά την οποία τελεί υπό την προστασία του ικαστηρίου προς ικανοποίηση ή εξόφληση ολόκληρης ή µέρους υποχρέωσης που δηµιουργήθηκε εναντίον της εταιρείας πριν από την ηµεροµηνία υποβολής της αίτησης σε σχέση µε αυτή, εκτός αν (α) η έκθεση του ανεξάρτητου εµπειρογνώµονα περιέχει σύσταση όπως ολόκληρη ή, ανάλογα µε την περίπτωση, µέρος της υποχρέωσης αυτής εξοφληθεί ή ικανοποιηθεί, ή ο εξεταστής εξουσιοδοτήσει τέτοια πληρωµή. (2) Το ικαστήριο δύναται, κατόπιν σχετικής αίτησης προς αυτό από τον εξεταστή ή οποιοδήποτε ενδιαφερόµενο µέρος, να εξουσιοδοτήσει την εξόφληση ή ικανοποίηση, εξ ολοκλήρου ή µερικώς, από τη σχετική εταιρεία, υποχρέωσης που αναφέρεται στο εδάφιο (1), αν ικανοποιηθεί ότι παράλειψη εξόφλησης ή ικανοποίησης, εξ ολοκλήρου ή µερικώς, εκείνης της υποχρέωσης, µειώνει ουσιαστικά την προοπτική επιβίωσης της εταιρείας εξ ολοκλήρου ή οποιουδήποτε µέρους της επιχείρησης αυτής ως δρώσας οικονοµικής µονάδας (going concern). (3) Πάροχοι υπηρεσιών κοινής ωφελείας, συµπεριλαµβανοµένων εκείνων που παρέχουν ηλεκτρισµό, τηλεφωνικές υπηρεσίες, νερό, διαδικτυακές υπηρεσίες, συνεχίζουν την παροχή υπηρεσιών στην εταιρεία, νοουµένου ότι πληρώνονται για οποιεσδήποτε δαπάνες που δηµιουργούνται κατά τη διάρκεια της περιόδου προστασίας: Νοείται ότι, οι δαπάνες θεωρούνται, για τους σκοπούς του άρθρου 202ΛΒ, ως δαπάνες, οι οποίες δεόντως δηµιουργήθηκαν, σύµφωνα µε το άρθρο 202ΙΕ. Αποτελέσµατα του διατάγµατος διορισµού εξεταστή επί παραλήπτη ή προσωρινού εκκαθαριστή. 202Ι.-(1) Τηρουµένων των διατάξεων του εδαφίου (7) του άρθρου 202Β, σε περίπτωση που κατά την ηµεροµηνία υποβολής αίτησης σε σχέση µε εταιρεία υπάρχει διορισµένος παραλήπτης για ολόκληρο ή οποιοδήποτε µέρος της περιουσίας ή της επιχείρησης εκείνης της εταιρείας, το ικαστήριο δύναται να εκδώσει οποιοδήποτε διάταγµα θεωρεί πρέπον συµπεριλαµβανοµένου διατάγµατος, το οποίο να διατάσσει όπως (α) ο παραλήπτης παύσει να ενεργεί ως παραλήπτης από ηµεροµηνία την οποία θα καθορίσει το ικαστήριο,
19 (γ) (δ) ο παραλήπτης, από ηµεροµηνία που θα καθορίσει το ικαστήριο, ενεργεί ως παραλήπτης µόνο αναφορικά µε ορισµένα στοιχεία ενεργητικού που καθορίζονται από το ικαστήριο, ο παραλήπτης µε οδηγίες του ικαστηρίου παραδώσει στον εξεταστή όλα τα βιβλία, έγγραφα και άλλα αρχεία που σχετίζονται µε την περιουσία ή επιχείρηση της εταιρείας ή οποιοδήποτε µέρος αυτών, τα οποία ευρίσκονται στην κατοχή και στον έλεγχό του, εντός περιόδου που καθορίζει το ίδιο, ο παραλήπτης µε οδηγίες του ικαστηρίου δώσει στον εξεταστή πλήρεις λεπτοµέρειες όλων των συναλλαγών του αναφορικά µε την περιουσία και την επιχείρηση της εταιρείας. (2) Σε περίπτωση που κατά την ηµεροµηνία υποβολής αίτησης σε σχέση µε εταιρεία υπάρχει διορισµένος προσωρινός εκκαθαριστής για την εταιρεία, το ικαστήριο δύναται να εκδώσει οποιοδήποτε διάταγµα θεωρεί πρέπον, συµπεριλαµβανοµένου διατάγµατος, το οποίο να διατάσσει όπως (α) ο προσωρινός εκκαθαριστής διοριστεί ως εξεταστής της εταιρείας, διοριστεί άλλο πρόσωπο ως εξεταστής της εταιρείας, (γ) ο προσωρινός εκκαθαριστής παύσει να ενεργεί ως προσωρινός εκκαθαριστής από ηµεροµηνία την οποία καθορίζει το ικαστήριο, (δ) (ε) ο προσωρινός εκκαθαριστής παραδώσει στον εξεταστή όλα τα βιβλία, έγγραφα και άλλα αρχεία που σχετίζονται µε την περιουσία ή επιχείρηση της εταιρείας ή οποιοδήποτε µέρος αυτών, τα οποία ευρίσκονται στην κατοχή και στον έλεγχό του, εντός περιόδου που καθορίζεται από το ίδιο, ο προσωρινός εκκαθαριστής δώσει στον εξεταστή πλήρεις λεπτοµέρειες όλων των συναλλαγών του αναφορικά µε την περιουσία
20 και την επιχείρηση της εταιρείας. (3) Το ικαστήριο εκδίδει διάταγµα σύµφωνα µε τις διατάξεις των παραγράφων (α) ή του εδαφίου (1) ή της παραγράφου (γ) του εδαφίου (2), µόνον εφόσον ικανοποιηθεί ότι υπάρχει εύλογη προοπτική επιβίωσης της εταιρείας και ολόκληρης ή οποιουδήποτε µέρους της επιχείρησης της ως δρώσας οικονοµικής µονάδας (going concern). (4) Σε περίπτωση που το ικαστήριο εκδίδει διάταγµα, σύµφωνα µε τις διατάξεις του εδαφίου (1) ή (2), δύναται να συµπεριλάβει σε αυτό τέτοιους όρους και να προβεί στην έκδοση τέτοιων άλλων διαταγµάτων, όπως θεωρεί πρέπον. (5) Σε περίπτωση που υποβάλλεται αίτηση σύµφωνα µε το άρθρο 202Α, σε ηµεροµηνία µεταγενέστερη από την υποβολή αίτησης για την εκκαθάριση της εταιρείας αυτής, αλλά πριν από το διορισµό προσωρινού εκκαθαριστή ή την έκδοση διατάγµατος για την εκκαθάρισή της, οι δύο αιτήσεις τυγχάνουν ακρόασης από κοινού. Μη εφαρµογή των διατάξεων του άρθρου 89 του βασικού νόµου επί παραληπτών κάτω από συγκεκριµένες περιστάσεις. 202ΙΑ.-(1) Άνευ επηρεασµού της γενικότητας του εδαφίου (1) του άρθρου 202Ι, το ικαστήριο κατά την υποβολή σχετικής αίτησης δύναται σε σχέση µε παραλήπτη ο οποίος είναι διορισµένος για ολόκληρη ή οποιοδήποτε µέρος της περιουσίας ή της επιχείρησης εταιρείας, να εκδώσει διάταγµα, το οποίο να προβλέπει ότι οι διατάξεις του άρθρου 89 δεν εφαρµόζονται αναφορικά µε πληρωµές που έγιναν από τον παραλήπτη από τα στοιχεία ενεργητικού που περιήλθαν σε αυτόν ως παραλήπτη, αν (α) (i) έχει διοριστεί εξεταστής για την εταιρεία, ή (ii) δεν έχει διοριστεί εξεταστής για την εταιρεία αλλά κατά τη γνώµη του ικαστηρίου τέτοιος διορισµός δύναται ακόµη να λάβει χώρα, και η έκδοση του διατάγµατος κατά τη γνώµη του ικαστηρίου ενδέχεται να διευκολύνει την επιβίωση της εταιρείας και ολόκληρης ή οποιουδήποτε µέρους της επιχείρησης της ως δρώσας οικονοµικής µονάδας (going concern). (2) ιάταγµα σύµφωνα µε τις διατάξεις του εδαφίου (1), δεν εκδίδεται χωρίς να δίνεται σε κάθε πιστωτή η ευκαιρία να ακουστεί:
21 Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου «πιστωτής» σηµαίνει πιστωτή, του οποίου τα χρέη που οφείλονται από την εταιρεία είναι χρέη τα οποία σε περίπτωση διορισµού παραλήπτη ή σε περίπτωση εκκαθάρισης σύµφωνα µε τις διατάξεις των άρθρων 89 και 300, αντίστοιχα, απαιτούνται να πληρωθούν κατά προτεραιότητα έναντι των άλλων χρεών. Εξουσίες εξεταστή. 202ΙΒ.-(1) Οι διατάξεις του παρόντος Νόµου ή οποιουδήποτε άλλου Νόµου που σχετίζονται µε τα δικαιώµατα και τις εξουσίες ελεγκτή εταιρείας, την παροχή πληροφοριών και τη συνεργασία µε τον ελεγκτή, τυγχάνουν εφαρµογής κατ αναλογίαν και σε εξεταστή. (2) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος Νόµου που σχετίζονται µε την ειδοποίηση γενικών συνελεύσεων, ο εξεταστής έχει την εξουσία να συγκαλεί, καθορίζει την ηµερήσια διάταξη και προεδρεύει σε συνεδριάσεις του συµβουλίου και σε γενικές συνελεύσεις της εταιρείας στην οποία διορίστηκε, να προβαίνει σε προτάσεις ή ψηφίσµατα και να δίνει αναφορές σε αυτές τις συνελεύσεις. (3) Ο εξεταστής δικαιούται να λαµβάνει εύλογη ειδοποίηση για να παραστεί και να ακουστεί σε όλες τις συνεδριάσεις του συµβουλίου της εταιρείας και σε όλες τις γενικές συνελεύσεις της εταιρείας, στην οποία διορίστηκε. (4) Για τους σκοπούς του εδαφίου (3), «εύλογη ειδοποίηση» θεωρείται ότι περιλαµβάνει και περιγραφή των εργασιών που λαµβάνουν χώρα σε οποιαδήποτε τέτοια συνεδρίαση ή συνέλευση. (5)(α) Ο εξεταστής έχει την εξουσία να λάβει µέτρα σύµφωνα µε την παράγραφο του παρόντος εδαφίου, σε περίπτωση που περιέρχεται σε γνώση του οποιαδήποτε γενόµενη ή προτεινόµενη πράξη, παράλειψη, συµπεριφορά, απόφαση ή σύµβαση από ή εκ µέρους: (i) της εταιρείας στην οποία έχει διοριστεί, (ii) των αξιωµατούχων, εργοδοτουµένων, µελών ή πιστωτών αυτής, ή (iii) οποιουδήποτε άλλου προσώπου, αναφορικά µε το εισόδηµα, στοιχεία ενεργητικού
22 ή υποχρεώσεις της εταιρείας, που κατά τη γνώµη του εξεταστή είναι ή πιθανόν να είναι εις βάρος της εταιρείας ή οποιουδήποτε ενδιαφερόµενου µέρους. Ο εξεταστής έχει την εξουσία να λάβει οποιαδήποτε αναγκαία µέτρα για να σταµατήσει, προλάβει ή επανορθώσει τα αποτελέσµατα τέτοιας πράξης, παράλειψης, συµπεριφοράς, απόφασης ή σύµβασης, τηρουµένων των δικαιωµάτων των µερών που αποκτούν συµφέρον, καλόπιστα και µε αντιπαροχή που έχει αξία, σε τέτοιο εισόδηµα, στοιχεία ενεργητικού ή υποχρεώσεις. (6) Εκτός όπου προβλέπεται διαφορετικά στο άρθρο 202ΚΑ και χωρίς επηρεασµό των διατάξεων του εδαφίου (7), καµιά διάταξη του παρόντος άρθρου δεν δίνει το δικαίωµα στον εξεταστή να αποκηρύξει σύµβαση, στην οποία η εταιρεία είναι συµβαλλόµενο µέρος πριν από την περίοδο κατά την οποία η εταιρεία τέθηκε υπό την προστασία του ικαστηρίου. (7) Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά από τις διατάξεις του άρθρου 202ΚΑ, πρόνοια που αναφέρεται στο εδάφιο (8) δεν είναι δεσµευτική για την εταιρεία κατά οποιοδήποτε χρόνο µετά την επίδοση ειδοποίησης σύµφωνα µε το παρόν εδάφιο και πριν από τη λήξη της περιόδου κατά την οποία η εταιρεία τελεί υπό την προστασία του ικαστηρίου, αν ο εξεταστής κρίνει ότι αν εφαρµοζόταν τέτοια πρόνοια πιθανόν να επηρεαζόταν δυσµενώς η επιβίωση της εταιρείας ή ολόκληρης ή οποιουδήποτε µέρους της επιχείρησης της ως δρώσας οικονοµικής µονάδας (going concern) και επιδίδει ειδοποίηση στο άλλο µέρος ή σε µέρη της συµφωνίας στην οποία περιέχεται η πρόνοια, πληροφορώντας τα αναφορικά µε τη γνώµη του. (8) Οποιαδήποτε αναφορά στον όρο «πρόνοια» στο εδάφιο (7), σηµαίνει πρόνοια σε συµφωνία, στην οποία η εταιρεία είναι συµβαλλόµενο µέρος και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο κατά οποιοδήποτε χρόνο, συµπεριλαµβανοµένου χρόνου πριν από την περίοδο κατά την οποία η εταιρεία τελεί υπό την προστασία του ικαστηρίου, η οποία προβλέπει ότι η εταιρεία δεν ή µόνο υπό ορισµένες συνθήκες δεν (α) δανείζεται χρήµατα ή µε οποιοδήποτε άλλο τρόπο εξασφαλίζει πίστωση από οποιοδήποτε
23 πρόσωπο άλλο από το εν λόγω πρόσωπο ή πρόσωπα, ή δηµιουργεί ή επιτρέπει τη διατήρηση οποιασδήποτε υποθήκης, επιβάρυνσης, δικαιώµατος επίσχεσης ή άλλης επιβάρυνσης ή ενέχυρου επί ολοκλήρου ή οποιουδήποτε µέρους της περιουσίας ή επιχείρησης της εταιρείας. (9) Ο εξεταστής δύναται να αποταθεί στο ικαστήριο για τον καθορισµό οποιουδήποτε θέµατος προκύπτει κατά τη διάρκεια του διορισµού του ή αναφορικά µε την άσκηση, σε σχέση µε την εταιρεία, όλων ή οποιωνδήποτε από τις εξουσίες, τις οποίες το ικαστήριο δύναται να ασκήσει σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος Νόµου, κατόπιν αίτησης προς αυτό από οποιοδήποτε µέλος, συνεισφορέα, πιστωτή ή σύµβουλο εταιρείας. (10) Ο εξεταστής, µετά από σχετικές οδηγίες του ικαστηρίου, έχει την εξουσία να εξακριβώσει και να συνάψει συµφωνία αναφορικά µε αξιώσεις εναντίον της εταιρείας, στην οποία έχει διοριστεί. Παρουσίαση εγγράφων και µαρτυρίας. 202ΙΓ.-(1) Όλοι οι αξιωµατούχοι και αντιπρόσωποι της εταιρείας ή σχετιζόµενης εταιρείας στην οποία έχει διοριστεί εξεταστής έχουν καθήκον (α) (γ) να παρουσιάσουν στον εξεταστή όλα τα βιβλία και έγγραφά της ή όλα τα βιβλία και έγγραφα που αφορούν την εταιρεία και τα οποία ευρίσκονται στην κατοχή τους ή κάτω από τον έλεγχο τους. να παρουσιάζονται ενώπιον του εξεταστή όποτε τους ζητηθεί από τον εξεταστή. και να παρέχουν µε άλλο τρόπο στον εξεταστή κάθε βοήθεια σε σχέση µε τις λειτουργίες του εξεταστή, την οποία εύλογα δύνανται να παράσχουν. (2) Αν ο εξεταστής θεωρήσει ότι πρόσωπο άλλο από αξιωµατούχο ή αντιπρόσωπο οποιασδήποτε προαναφερόµενης εταιρείας κατέχει ή δύναται να κατέχει οποιαδήποτε πληροφορία αναφορικά µε τις υποθέσεις της εταιρείας, ο εξεταστής δύναται να ζητήσει όπως το πρόσωπο αυτό
24 (α) (γ) παρουσιάζει στον εξεταστή όλα τα βιβλία ή έγγραφα που ευρίσκονται στην κατοχή του ή κάτω από τον έλεγχό του που σχετίζονται µε την εταιρεία, παρουσιάζεται ενώπιον του εξεταστή, παρέχει στον εξεταστή όλη τη βοήθεια σε σχέση µε τις λειτουργίες του εξεταστή, την οποία εύλογα δύναται να παράσχει, και είναι καθήκον του προσώπου αυτού να συµµορφώνεται µε αυτή την απαίτηση. (3) Αν ο εξεταστής έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι σύµβουλος ή πρώην σύµβουλος οποιασδήποτε τέτοιας εταιρείας διατηρεί ή διατηρούσε τραπεζικό λογαριασµό οποιασδήποτε περιγραφής είτε µόνος είτε από κοινού µε άλλο πρόσωπο και είτε εντός της ηµοκρατίας είτε αλλού, στον οποίο κατατέθηκαν ή αποσύρθηκαν (α) οποιαδήποτε χρήµατα, τα οποία προήλθαν από ή χρησιµοποιήθηκαν για την χρηµατοδότηση οποιασδήποτε συναλλαγής, διακανονισµού ή συµφωνίας λεπτοµέρειες των οποίων δεν έχουν αποκαλυφθεί στους λογαριασµούς οποιασδήποτε εταιρείας για οποιοδήποτε οικονοµικό έτος όπως απαιτείται από τον νόµο, ή οποιαδήποτε χρήµατα, τα οποία µε οποιοδήποτε τρόπο συνδέονται µε οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη ή σειρά πράξεων ή παραλείψεων που από πλευράς εκείνου του συµβούλου αποτελούν κακή διαγωγή, είτε δόλια είτε όχι, προς εκείνη την εταιρεία ή τα µέλη της, ο εξεταστής δύναται να ζητήσει από το σύµβουλο να του παρουσιάσει όλα τα έγγραφα που ευρίσκονται στην κατοχή ή κάτω από τον έλεγχο του συµβούλου, τα οποία σχετίζονται µε εκείνο τον τραπεζικό λογαριασµό: Νοείται ότι, για σκοπούς του παρόντος εδαφίου «τραπεζικός λογαριασµός» συµπεριλαµβάνει λογαριασµό µε οποιοδήποτε πρόσωπο, µε τον οποίο καταθέσεις χρηµάτων δύναται να έχουν εξαιρεθεί από τον ορισµό του
25 όρου «κατάθεση» δυνάµει του εδαφίου (3) του άρθρου 3 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυµάτων Νόµου. (4) Ο εξεταστής δύναται να εξετάσει, είτε προφορικά είτε στη βάση γραπτού ερωτηµατολογίου, τους αξιωµατούχους και αντιπροσώπους της εταιρείας ή άλλο πρόσωπο όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) ή (2), σε σχέση µε τις υποθέσεις της εταιρείας: Νοείται ότι, ο εξεταστής δύναται να καταγράψει τις απαντήσεις τέτοιου προσώπου και να απαιτήσει όπως το εν λόγω πρόσωπο υπογράψει το έγγραφο στο οποίο καταχωρήθηκαν οι απαντήσεις του από τον εξεταστή. (5) Αν οποιοσδήποτε αξιωµατούχος ή αντιπρόσωπος της εταιρείας ή άλλο πρόσωπο (α) αρνείται να παρουσιάσει στον εξεταστή οποιοδήποτε βιβλίο ή έγγραφο, το οποίο είναι καθήκον του να παρουσιάσει σύµφωνα µε το παρόν άρθρο, ή αρνείται να παρουσιαστεί ενώπιον του εξεταστή όταν αυτό του ζητηθεί, ή (γ) αρνείται να απαντήσει οποιαδήποτε ερώτηση που του τίθεται από τον εξεταστή αναφορικά µε τις υποθέσεις της εταιρείας, ο εξεταστής δύναται να επιβεβαιώσει, µε την υπογραφή του, την άρνηση στο ικαστήριο και το ικαστήριο δύναται, κατόπιν αυτού, να εξετάσει την υπόθεση και αφού ακούσει είτε οποιουσδήποτε µάρτυρες, οι οποίοι δύναται να παρουσιαστούν εναντίον ή υπέρ του εν λόγω αξιωµατούχου, αντιπροσώπου ή άλλου προσώπου, είτε οποιαδήποτε δήλωση, η οποία δύναται να γίνει προς υπεράσπιση, δύναται να εκδώσει οποιοδήποτε διάταγµα ή δώσει οποιεσδήποτε οδηγίες, ως θεωρεί πρέπον: Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, ο όρος «αντιπρόσωπος» σε σχέση µε εταιρεία έχει την ίδια έννοια που έχει στο άρθρο 313. (6) Άνευ επηρεασµού της γενικότητας του εδαφίου (5), το ικαστήριο δύναται, µετά από ακρόαση σύµφωνα µε το εδάφιο (5), να δώσει οδηγίες (α) στο σχετικό πρόσωπο να παρουσιαστεί ή να
26 παρουσιαστεί εκ νέου ενώπιον του εξεταστή ή να παρουσιάσει συγκεκριµένα βιβλία ή έγγραφα ή να απαντήσει συγκεκριµένες ερωτήσεις που του υποβάλλονται από τον εξεταστή, ή ότι το σχετικό πρόσωπο δεν υποχρεούται να παρουσιάσει συγκεκριµένο βιβλίο ή έγγραφο ή να απαντήσει συγκεκριµένη ερώτηση που του υποβάλλεται από τον εξεταστή. Περαιτέρω εξουσίες του ικαστηρίου. 202Ι.-(1) Σε περίπτωση που το ικαστήριο κρίνει, κατόπιν αίτησης από τον εξεταστή, ότι, έχοντας υπόψη τα προβλεπόµενα στο εδάφιο (2), είναι δίκαιο και σύµφωνο µε τις αρχές της επιείκειας, δύναται να εκδώσει διάταγµα όπως όλες ή οποιεσδήποτε από τις αρµοδιότητες ή εξουσίες που έχουν δοθεί ή ασκούνται από τους συµβούλους είτε δυνάµει του ιδρυτικού εγγράφου ή καταστατικού της εταιρείας είτε από νόµο ή διαφορετικά, εκτελούνται ή ασκούνται µόνον από τον εξεταστή. (2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1) το ικαστήριο λαµβάνει υπόψη (α) ότι οι υποθέσεις της εταιρείας διεξάγονται ή δύναται να διεξαχθούν µε τρόπο που υπολογίζεται να ή είναι πιθανόν να επηρεάζουν δυσµενώς τα συµφέροντα της εταιρείας ή των εργοδοτουµένων της ή των πιστωτών της ως σύνολο, ή ότι για σκοπούς διατήρησης των στοιχείων του ενεργητικού της εταιρείας ή για τη διασφάλιση των συµφερόντων της εταιρείας ή των εργοδοτουµένων ή των πιστωτών της ως σύνολο, είναι σκόπιµο η διεξαγωγή των εργασιών της εταιρείας από τους συµβούλους ή τη διεύθυνση ή η άσκηση των εξουσιών των συµβούλων ή της διεύθυνσης περιοριστεί ή ρυθµιστεί µε οποιοδήποτε συγκεκριµένο τρόπο, ή (γ) (δ) ότι η εταιρεία ή οι σύµβουλοι της έχουν αποφασίσει ότι θα πρέπει να ζητηθεί τέτοιο διάταγµα, ή οποιοδήποτε άλλο θέµα σε σχέση µε την εταιρεία το οποίο θεωρείται σχετικό από το
27 ικαστήριο. (3) Σε περίπτωση που το ικαστήριο εκδίδει διάταγµα σύµφωνα µε τις διατάξεις του εδαφίου (1), δύναται να συµπεριλάβει σε αυτό τέτοιους όρους και να προβεί στην έκδοση τέτοιων άλλων διαταγµάτων, όπως θεωρεί πρέπον. (4) Άνευ επηρεασµού της γενικότητας των εδαφίων (1) και (3), διάταγµα που εκδίδεται σύµφωνα µε το παρόν άρθρο δύναται να προβλέπει ότι ο εξεταστής έχει όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες που θα είχε αν ήταν εκκαθαριστής που διορίστηκε από το ικαστήριο αναφορικά µε την εταιρεία. ηµιουργία ορισµένων υποχρεώσεων εξεταστή. 202ΙΕ.-(1) Σε περίπτωση έκδοσης διατάγµατος σύµφωνα µε τον Νόµο αυτό για την εκκαθάριση της εταιρείας ή διορισµού παραλήπτη, οποιεσδήποτε υποχρεώσεις δηµιούργησε η εταιρεία κατά τη διάρκεια της περιόδου προστασίας που αναφέρονται στο εδάφιο (2), θεωρούνται, για τους σκοπούς του άρθρου 202ΛΒ, ως δαπάνες οι οποίες δεόντως δηµιουργήθηκαν. (2) Οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) είναι εκείνες που πιστοποιούνται από τον εξεταστή κατά το χρόνο που προκύπτουν, ως δαπάνες που προκύπτουν κάτω από περιστάσεις όπου διαφορετικά, κατά τη γνώµη του εξεταστή, η επιβίωση της εταιρείας ως δρώσας οικονοµικής µονάδας (going concern) κατά την περίοδο προστασίας θα επηρεαζόταν δυσµενώς σε µεγάλο βαθµό. (3) Στο παρόν άρθρο, «περίοδος προστασίας» σηµαίνει την περίοδο που αρχίζει από το διορισµό εξεταστή και κατά τη διάρκεια της οποίας η εταιρεία τελεί υπό την προστασία του ικαστηρίου. Εξουσία χειρισµού επιβαρυµένης περιουσίας. 202ΙΣΤ.-(1) Σε περίπτωση που, κατόπιν αίτησης του εξεταστή, το ικαστήριο ικανοποιείται ότι η διάθεση µε ή χωρίς άλλα στοιχεία ενεργητικού οποιασδήποτε περιουσίας της εταιρείας, η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση, η οποία, όταν δηµιουργήθηκε ήταν κυµαινόµενη επιβάρυνση και η άσκηση από τον εξεταστή των εξουσιών του σε σχέση µε την περιουσία αυτή ενδέχεται να διευκολύνει την επιβίωση ολόκληρης ή οποιουδήποτε µέρους της εταιρείας ως δρώσας οικονοµικής µονάδας (going concern), το ικαστήριο δύναται µε διάταγµα να εξουσιοδοτήσει τον εξεταστή να διαθέσει την περιουσία ή να ασκήσει τις εξουσίες του αναφορικά µε αυτήν, ανάλογα µε την περίπτωση, ως εάν αυτή µη υπόκειτο στην εξασφάλιση.
28 (2) Σε περίπτωση που, κατόπιν αίτησης του εξεταστή, το ικαστήριο ικανοποιείται ότι η διάθεση µε ή χωρίς άλλα στοιχεία ενεργητικού (α) οποιασδήποτε περιουσίας της εταιρείας που υπόκειται σε εξασφάλιση άλλη από εξασφάλιση στην οποία εφαρµόζεται το εδάφιο (1), ή οποιωνδήποτε αγαθών που ευρίσκονται στην κατοχή της εταιρείας κάτω από συµφωνία ενοικιαγοράς, ενδέχεται να διευκολύνει την επιβίωση ολόκληρης ή οποιουδήποτε µέρους της εταιρείας ως δρώσας οικονοµικής µονάδας (going concern), το ικαστήριο δύναται µε διάταγµα να εξουσιοδοτήσει τον εξεταστή να διαθέσει την περιουσία ως εάν να µην ήταν υποκείµενη στην εξασφάλιση ή να διαθέσει τα αγαθά ως εάν όλα τα δικαιώµατα ιδιοκτησίας κάτω από τη συµφωνία της ενοικιαγοράς να περιήλθαν στην εταιρεία. (3) Σε περίπτωση που περιουσία διατίθεται σύµφωνα µε το εδάφιο (1), ο κάτοχος της εξασφάλισης έχει την ίδια προτεραιότητα αναφορικά µε οποιαδήποτε περιουσία της εταιρείας, η οποία άµεσα ή έµµεσα αντιπροσωπεύει την περιουσία που διατέθηκε όπως θα είχε σε σχέση µε την περιουσία υπό εξασφάλιση. (4) Αποτελεί όρο διατάγµατος που εκδίδεται σύµφωνα µε το εδάφιο (2) ότι (α) το καθαρό προϊόν της διάθεσης, και σε περίπτωση που το προϊόν αυτό είναι λιγότερο από το ποσό το οποίο δύναται να καθοριστεί από το ικαστήριο ως το καθαρό ποσό που θα απέφερε η πώληση της περιουσίας ή των αγαθών στην ελεύθερη αγορά από πρόθυµο πωλητή, τα ποσά τα οποία δύναται να απαιτούνται για να καλύψουν τη διαφορά, θα χρησιµοποιούνται προς εξόφληση των ποσών που εξασφαλίζονται από την εξασφάλιση ή τα οποία είναι πληρωτέα κάτω από τη συµφωνία ενοικιαγοράς.
29 (5) Σε περίπτωση που όρος που επιβάλλεται σύµφωνα µε το εδάφιο (4) σχετίζεται µε δύο ή περισσότερες εξασφαλίσεις, ο όρος αυτός απαιτεί όπως το καθαρό προϊόν της διάθεσης και όπου εφαρµόζεται η παράγραφος του εδαφίου (4) τα ποσά που αναφέρονται σε αυτή, χρησιµοποιούνται έναντι των ποσών που εξασφαλίζονται από εκείνες τις εξασφαλίσεις κατά σειρά προτεραιότητας. (6) Αντίγραφο διατάγµατος, το οποίο εκδίδεται σύµφωνα µε το εδάφιο (1) ή (2) σε σχέση µε εξασφάλιση παραδίδεται από τον εξεταστή στον έφορο εταιρειών εντός επτά (7) ηµερών από την έκδοση διατάγµατος. (7) Σε περίπτωση που ο εξεταστής, χωρίς εύλογη αιτία, παραλείψει να συµµορφωθεί µε τις διατάξεις του εδαφίου (6), είναι ένοχος αδικήµατος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε πρόστιµο, το οποίο δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ ( 5.000). (8) Οποιαδήποτε αναφορά στο παρόν άρθρο σε «συµφωνία ενοικιαγοράς» περιλαµβάνει και συµφωνία αγοράς υπό όρους, συµφωνία παρακράτησης κυριότητας και συµφωνία για την ενεχυρίαση εµπορευµάτων η οποία δύναται να ισχύει πέραν των τριών (3) µηνών. Ειδοποίηση διορισµού εξεταστή. 202ΙΖ.-(1) Σε περίπτωση υποβολής αίτησης, σύµφωνα µε το άρθρο 202Α, παραδίδεται από τον αιτητή σχετική ειδοποίηση στον έφορο εταιρειών και σε οποιοδήποτε ενδιαφερόµενο µέρος εντός (3) ηµερών. (2) Εντός είκοσι µίας (21) ηµερών από το διορισµό του εξεταστή, ο εξεταστής µεριµνά για τη δηµοσίευση στην Επίσηµη Εφηµερίδα της ηµοκρατίας της ειδοποίησης του διορισµού του και της ηµεροµηνίας του διορισµού. (3) Εντός τριών (3) ηµερών από τον διορισµό του, ο εξεταστής παραδίδει στον έφορο εταιρειών και στο Τµήµα Κτηµατολογίου και Χωροµετρίας, αντίγραφο του διατάγµατος διορισµού του. ο έφορος εταιρειών τηρεί δηµόσιο µητρώο που αναρτάται στην επίσηµη ιστοσελίδα του Τµήµατος Εφόρου Εταιρειών και Επίσηµου Παραλήπτη, όπου καταγράφονται οι εταιρείες για τις οποίες έχει υποβληθεί αίτηση για διορισµό εξεταστή ή/και για τις οποίες έχει διοριστεί εξεταστής. (4) Σε περίπτωση που εταιρεία τελεί, δυνάµει του άρθρου 202Η, υπό την προστασία του ικαστηρίου, κάθε τιµολόγιο, παραγγελία για αγαθά ή εµπορική επιστολή που