Τ.Ε.Ι. ΚΑΒΑΛΑΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΔΡΑΜΑΣ ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΤΟΠΙΟΥ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ- Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΜΑΥΡΑΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΛΕΥΚΑΔΑΣ» ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΣΠΟΥΔΑΣΤΡΙΑΣ: ΚΤΕΝΑ ΠΗΝΕΛΟΠΗ ΔΡΑΜΑ 2007
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΑΡΟΜΟΙΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΜΕΛΕΤΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ: ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΣΧΕΔΙΟ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΦΥΤΕΥΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΑΡΔΕΥΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΦΩΤΙΣΜΟΥ ΤΟΜΗ Α-1 ΤΟΜΗ Α-2 ΤΟΜΗ 3D Α-3 ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΓΕΝΙΚΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΓΕΝΙΚΟΥ ΦΥΤΕΥΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΓΕΝΙΚΟΥ ΑΡΔΕΥΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΓΕΝΙΚΟΥ ΦΩΤΙΣΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΦΥΤΕΥΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΑΡΔΕΥΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΦΩΤΙΣΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ GANTT ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΤΩΝ ΕΡΓΩΝ ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ: ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η εργασία που ακολουθεί, συντάχθηκε από την σπουδάστρια Κτενά Πηνελόπη, ως παρουσίαση μιας τελικής και ολοκληρωμένης, Πτυχιακής μελέτης στα πλαίσια του 8 ου εξαμήνου σπουδών της στο τμήμα, του Τ.Ε.Ι. Καβάλας, Παράρτημα Δράμας, Τμήματος Αρχιτεκτονικής Τοπίου. Το θέμα της εργασίας με ευαισθητοποίησε αρκετά, καταρχάς διότι βρίσκεται στη γενέθλια πατρίδα μου και διότι, αναφέρεται σε αρχαιολογικό χώρο. Αρχαιολογικούς χώρους συναντάμε σε κάθε μέρος του τόπου μας και μας θυμίζουν πάμπολλες φορές την ιστορία μας. Το νησί της Λευκάδας υπήρξε τόπος ζωής και πολιτισμού από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι σήμερα. Σημείο που μαρτυρά και το πέρασμα όλων αυτών των αιώνων, αποτελεί το φρούριο της Αγίας Μαύρας. Σκοπός της παρούσης μελέτης, είναι η ανάδειξη και βελτίωση του περιβάλλοντα χώρου (εσωτερικού και εξωτερικού του φρουρίου), του ιστορικού μνημείου για λόγους αισθητικούς, οικολογικούς και τουριστικούς, ταυτόχρονα όμως με μεγάλη ευθύνη ως προς τη διατήρηση και διαφύλαξη του, λαμβάνοντας τα αναγκαία μέτρα. Την επίβλεψη της εργασίας είχε ο καθηγητής κ. Σπιτάλας Νικόλαος τον οποίο ευχαριστώ θερμά για τις υποδείξεις, παρατηρήσεις και τη βοήθεια του, καθ όλη τη διάρκεια σύνταξης της παρούσας μελέτης. Επίσης, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά, τον Νομάρχη Λευκάδος κ. Αραβανή Κωνσταντίνο τον ιστοριογράφο κ. Βαγενά Νικόλαο, καθώς και τον Ιερέα Γεράσιμο Ζαμπέλη για την πολύτιμη συμβολή τους στην εργασία αυτή, κυρίως για την βοήθεια στη συλλογή στοιχείων. Τέλος, θα ήταν μεγάλη παράλειψη αν δεν αναφέρω όλους τους καθηγητές του Τ.Ε.Ι. Δράμας και τους υπαλλήλους του Αρχαιολογικού Μουσείου Ναυπάκτου, του αρχαιολογικού γραφείου Λευκάδας και της δημόσιας βιβλιοθήκης Λευκάδας, των οποίων η βοήθεια ήταν πραγματικά αξιόλογη.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το κάστρο της Λευκάδας, βρίσκεται σε νησίδα επί της ακαρνανικής ακτής στο Βόρειο τµήµα του Νοµού Λευκάδας και απέχει 1 χιλιόμετρο από την πόλη της Λευκάδας. Σύμφωνα με την παράδοση ιδρύθηκε το 1300 από τον Φράγκο ηγεμόνα του νησιού Ιωάννη Ορσίνι, προκειμένου να διασφαλιστεί το νησί από επιδρομές. Το όνομα του το πήρε, από την εκκλησία της Αγίας Μαύρας που διασώζεται μέχρι σήμερα και ιδρύθηκε από την Βασίλισσα Francesca Acciaioli σύζυγο του Carlo Tocco (1374-1429). Η συνολική έκταση της υπό μελέτης περιοχής ανέρχεται σε 45.000 τμ. Η εν λόγω περιοχή έχει ορισθεί διατηρητέο μνημείο της φύσης και μέρος του έχει διαμορφωθεί από το Υπουργείο Πολιτισμού. Χάρτης 1. Νομός Λευκάδος Ευρύτερη περιοχή κάστρου.
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: ΣΥΛΛΟΓΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΕΠΙΤΟΠΙΑ ΕΡΕΥΝΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΑΡΟΜΟΙΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗ (CONCEPT PLAN) ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΕΡΓΟΥ (MASTER PLAN) ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΑΡΟΜΟΙΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ: ΚΑΣΤΡΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ Το πολυθρύλητο Κάστρο των Ιωαννίνων με τις δυο ακροπόλεις, που στη σημερινή του μορφή αποτελεί κατά το μεγαλύτερο μέρος του έργο της εποχής της Τουρκοκρατίας, με ενσωματωμένες ωστόσο και παλαιότερες βυζαντινές οικοδομικές φάσεις. Το κάστρο των Ιωαννίνων είναι στα βορειοδυτικά της πόλης και διαμορφωμένο, ως προς την αρχιτεκτονική του περιβάλλοντα χώρου του. Φωτ.1 Κάστρο Ιωαννίνων Πηγή: Προσωπικό αρχείο Συγκεκριμένα: Περιέχει διαδρομές περιπάτου, που ξεκινούν εξωτερικά του κάστρου και καταλήγουν μέσα σ αυτό. Κατασκευές εσωτερικά του κάστρου, όπως καθιστικά, Φωτ.1. W-C, Κάστρο πινακίδες Ιωαννίνων και Πηγή: Προσωπικό αρχείο κάδους απορριμμάτων. (Δεν έχει παρατηρητήρια για το λόγω του ότι είναι επάνω σε λόφο, μεγάλο υψόμετρο και έχει πλήρη θέα στην πόλη των Ιωαννίνων, αλλά και στο γύρο χώρο της περιοχής.) Φύτευση εντός και εκτός του κάστρου. Δίκτυο άρδευσης Φωτισμό εξωτερικά του κάστρου κυρίως, και στο εσωτερικό του σε περιορισμό. Αρχαιολογικό γραφείο και χώρο ανοικτό για διάφορες εκδηλώσεις.
ΚΑΣΤΡΟ ΡΟΔΟΥ Φωτ.2. Κάστρο Ρόδου Πηγή: www.iranon.gr Το κάστρο ιδρύθηκε στις αρχές του 14 ου αιώνα μ.χ. από Ιωαννίτες ιππότες (Βενεδικτίνοι μοναχοί) που ήρθαν από την Ιερουσαλήμ. Πρόκειται για ένα μνημείο που σχετίζεται με μια από τις πιο παραγωγικές και λαβυρινθώδεις περιόδους της ιστορίας του μεσαίωνα. Το κάστρο αυτό είναι από τα πιο καλοδιατηρημένα κάστρα της Ευρώπης, ενώ η UNESCO το 1988 ανακήρυξε την πόλη της Ρόδου, ως πόλη Παγκόσμιας κληρονομιάς, εξαιτίας του κάστρου και των τειχών του. Το κάστρο σήμερα είναι σε πολύ καλή κατάσταση, είναι διαμορφωμένο και περιέχει: Κατασκευές εσωτερικά και εξωτερικά του κάστρου, όπως καθιστικά, W-C, πληροφοριακές πινακίδες και κάδους απορριμμάτων. Διαδρομές περιπάτου εξωτερικά και εσωτερικά αυτού. Φυτευτικό υλικό σε όλους τους χώρους του κάστρου, με αυτοφυή είδη της περιοχής αλλά και ξενικά. Φωτισμό εξωτερικά του κάστρου. Δίκτυο άρδευσης. Αρχαιολογικό γραφείο και χώρο εκδηλώσεων. Αναψυκτήριο εξωτερικά του κάστρου. Φωτ.3. Κάστρο Ρόδου Πηγή: www.iranon.gr Φωτ.4. Κάστρο Ρόδου Πηγή: www.iranon.gr
ΚΑΣΤΡΟ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ Φωτ.5 Κάστρο Ναυπάκτου Πηγή: www.nafpaktia.gr Το κάστρο σήμερα είναι το "σήμα κατατεθέν" της πόλης και το μοναδικό στην Ευρώπη κάστρο με την οχύρωση του κάστρου σε πέντε αμυντικές ζώνες, από το λιμάνι μέχρι τη κορυφή του λόφου. Οι Πελασγοί οχύρωσαν για πρώτη φορά τη Ναύπακτο με τείχος τεράστιων ογκόλιθων στην κορυφή του λόφου, την Ακρόπολη. Πάνω στους πελώριους αυτούς ογκόλιθους πρόσθεσαν οχυρωματικά έργα και άφησαν βαθιά χαραγμένα τα χνάρια τους Δωριείς, Ρωμαίοι, Βυζαντινοί, Φράγκοι και Τούρκοι. Η κορυφή του λόφου που δεσπόζει στην πόλη με υψόμετρο περίπου 200 μέτρα περικλείεται από κυκλικό τείχος διαμέτρου 100 μέτρων. Δύο βραχίονες κατεβαίνουν μέχρι τη θάλασσα, όπου με δύο πύργους κλείνουν την είσοδο του μικρού λιμανιού και συμπληρώνουν την εξωτερική οχύρωση της πόλης. Τρεις κάθετες προς τους δύο βραχίονες σειρές τειχών δημιουργούν πέντε διαζώματα, που το καθένα αποτελεί ανεξάρτητο φρούριο, των οπίων η έκταση μειώνεται όσο πλησιάζουμε προς την κορυφή. Κοινό χαρακτηριστικό κάθε διαζώματος είναι μια πύλη που πάνω της παραμονεύει και μια ξεθερμίστρα, έτοιμη να λούσει με καυτό λάδι κάθε παράτολμο πολιορκητή. Οι πύργοι, συνολικά 25 στο εξωτερικό τείχος, είναι τοποθετημένοι σε διάφορα σημεία του φρουρίου ανάλογα με την προσιτότητα του εδάφους και το βαθμό ασφαλείας της περιοχής. Το κάστρο σήμερα είναι καλοδιατηρημένο με κύρια στοιχεία: Διαδρομές που ξεκινούν από το λιμάνι και καταλήγουν μέσα στο κάστρο. Κατασκευές που αποτελούνται από καθιστικά και πινακίδες πληροφόρησης. Φυτευτικό υλικό κυρίως μέσα στο κάστρο. (Εξωτερικά, υπάρχει η αυτοφυής βλάστηση της περιοχής) Αρδευτικό δίκτυο Αρχαιολογικό γραφείο Αναψυκτήριο στο πρώτο διάζευγμα των τειχών. Φωτ.6. Κάστρο Ναυπάκτου Πηγή: www.nafpaktia.gr
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ: Τα κάστρα του εξωτερικού και της Ιταλίας ειδικότερα που θα εξετάσουμε πιο κάτω, διαμορφώθηκαν σαν ανάκτορα ή παλάτια με πολύ εντυπωσιακούς κήπους. Οι κήποι αυτοί είναι σχεδιασμένοι σε γραμμικό στυλ σχεδίου και κύριο χαρακτηριστικό τους είναι οι λαβύρινθοι. Οι λαβύρινθοι είναι δημιουργημένοι από θάμνους τους οποίους με το κατάλληλο κούρεμα, παίρνουν τα αντίστοιχα σχέδια. Τα περισσότερα από αυτά δεν είναι κοντά σε παραθαλάσσιες περιοχές, σε αντίθεση με της χώρας μας, που τα περισσότερα ιδρύονταν κοντά σε παραθαλάσσιες περιοχές για να έχουν τον πλήρη έλεγχο της θάλασσας από επιδρομές πειρατών. Φωτ. 7. Λαβύρινθος www.kastle Italian.gr ΚΑΣΤΡΟ ΑΝΑΚΤΟΡΟ DΟΝNAFUCATA Φωτ.8. Ανάκτορο Donnafucata www.kastle Italian.gr Το κάστρο αυτό βρίσκεται στην Ιταλία και χρησιμοποιείται για την διαμονή εξεχόντων ατόμων. Το κάστρο είναι πλήρες διαμορφωμένο ως προς την αρχιτεκτονική τοπίου και συγκεντρωτικά περιέχει: Καθιστικό χώρο, με κατασκευές από πέργκολες, καθιστικά, κάδους ανακύκλωσης, κ.λπ. Χώρο για παιχνίδι και ξεκούραση. Διαδρομές περιπάτου. Χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων Φυτευτικό υλικό Ολοκληρωμένο σύστημα αρδευτικού δικτύου. Φωτ.9. Ανάκτορο Donnafucata www.kastle Italian.gr
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΣΤΡΩΝ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΑΣ Τα κάστρα που απεικονίζονται στη συνέχεια έχουν όλα τα παραπάνω στοιχεία ως προς την αρχιτεκτονική τοπίου. Φωτ.10. Ιταλικό Ανάκτορο - κάστρο www.kastle Italian.gr Φωτ.11. Ιταλικό Παλάτι - κάστρο www.kastle Italian.gr
ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΟ ΦΡΟΥΡΙΟ ΤΗΣ ΛΕΥΚΑΔΑΣ Η παλαιότερη γνωστή γραπτή μαρτυρία για την ύπαρξη του οχυρώματος της Αγίας Μαύρας χρονολογείται το 1300 σύμφωνα με τον Κ. Μαχαίρα και προέρχεται από θέσπισμα του βασιλέα Νεαπόλεως Carlo V d Anjou, επικυρίαρχου Ορσίνι, με το οποίο εκχωρήθηκε στον κόμη το δικαίωμα ίδρυσης οχυρώματος στη θέση «Γύρα» της Λευκάδας. Το μεσαιωνικό οχύρωμα αποτέλεσε στα μέσα του 14 ου αιώνα κτήση του πρίγκιπα του Τάραντα και κληρονόμου του δουκάτου της Αθήνας και στη συνέχεια έδρα του αφθέντου Λευκάδας, Ενετού Grazziano Zorzi. Μετά το θάνατο του Zorzi παραχωρήθηκε στον παλατινό κόμη Leonardo Tocco, συγγενή των Orsini, διοικητή της Κέρκυρας και ηγεμόνα Κεφαλονιάς και Ζακύνθου. Ο λόγος της ίδρυσης του θα πρέπει να αναζητηθεί στην προσπάθεια των λατίνων ηγεμόνων να κυριαρχήσουν στην Ανατολική Μεσόγειο, αφού κατέχοντας το βόρειο άκρο της Λευκάδας μπορούσαν να εποπτεύουν την είσοδο του Αμβρακικού και τους θαλάσσιους και χερσαίους δρόμους του κεντρικού Ιονίου. Σημαντικές εργασίες βελτίωσης και επέκτασης των οχυρώσεων της Λευκάδας αποδίδονται στον Carlo Tocco (1374-1429) και στη συζυγό του Francesca Acciaioli. Οι πηγές αναφέρονται στο ζωηρό επενδυτικό ενδιαφέρον, σύμφωνα με τον D. Nicol, που υπέδειξαν οι ηγεμόνες, στην έντονη κοινωνικότητα που ανέπτυξε η αυλή της «Βασίλισσας» Φραγκίσκας. Η μορφή που είχε αποκτήσει το οχύρωμα αυτή την εποχή αποδίδεται στο σχέδιο του περιηγητή Christoforo Buondelmonti. Η Οθωμανική απειλή επεκτείνεται στα μέσα του 15 ου αιώνα στη Βαλκανική χερσόνησο. Το μεγάλο κράτος που δημιούργησε ο Carlo de Tocchis, προσθέτοντας στην κομητεία Κεφαλονιάς, Ζακύνθου, Ιθάκης και Λευκάδας την Ήπειρο και την Αιτωλοακαρνανία, από τα Ιωάννινα μέχρι το Αγγελόκαστρο και την κατοχή, σύμφωνα με τον Ι. Γιαννόπουλο, διαμελίστηκε μετά το θάνατο του και κατακτήθηκε σταδιακά, από το 1425 μέχρι το 1479, από τα οθωμανικά στρατεύματα. Η Λευκάδα αποτέλεσε ένα από τα τελευταία ερείσματα της δυναστείας de Tocchis στην Ελλάδα. Η παράδοση του νησιού, το 1479, έγινε αμαχητί μετά την αποχώρηση του Leonardo II και της αυλής του από το κάστρο της Αγίας Μαύρας. Ακολούθησε μεγάλη σφαγή και αιχμαλωσία των κατοίκων.
Η προωθημένη θέση του νησιού στα παράλια Ιονίου απέκτησε ιδιαίτερη σημασία στο σχεδιασμό επέκτασης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας προς την Ιταλία. Η στρατηγική αυτή αποκαλύπτεται με τη μετά από ένα χρόνο κατάκτηση του Ortando, στην Ιταλία, και με την επικίνδυνη για τις ευρωπαϊκές νηοπομπές δράση του μουσουλμανικού πειρατικού στόλου στο Ιόνιο, με ορμητήρια στη Λευκάδα και τον Αυλώνα. Με αυτά το φρούριο της Αγίας Μαύρας έγινε «το αγκάθι στο μάτι της Φραγκιάς» Στο διάστημα των 200 χρόνων τουρκικής κατοχής της Λευκάδας, σημειώθηκαν πολλές προσπάθειες των ενετικών και συμμαχικών δυνάμεων για την ανάκτηση του νησιού, με σημαντικότερες εκείνες των χρόνων 1502, 1572, 1684 και 1717. Στις αντίστοιχες χρονικές περιόδους πραγματοποιήθηκαν σοβαρές επεμβάσεις στις για τη βελτίωση της άμυνας και την προσαρμογή τους στα νέα δεδομένα πολέμου. Στα χρόνια της Ενετοκρατίας (1684-1797), το οχύρωμα απέκτησε σταδιακά τη σημερινή μορφή του. Έτσι σε σχέδια της περιόδου 1684 1704, διαπιστώνεται η δομή του φρουρίου κατά την ύστατη εποχή της Τουρκοκρατίας, και οι πρώτες δραστικές μεταβολές που επέβαλε η στρατιωτική οργάνωσή του κατά τα χρόνια της Ενετοκρατίας. Στα σχέδια αυτά διακρίνεται ο οχυρωμένος οικισμός της Αγίας Μαύρας, που κάλυπτε όλη την περιτειχισμένη επιφάνειά του, εκτός από το βορειοανατολικό τμήμα του, όπου σημειώνεται η ακρόπολη. Αξιόπιστες απεικονίσεις της μορφής της ακρόπολης έχουμε από σχέδια του 17 ου αιώνα, που εκπόνησαν μηχανικοί της Βενετίας. Η ακρόπολη δεν είναι σήμερα ορατή, γιατί ισοπεδώθηκε μεταξύ 1717-1719. Αυτή την εποχή πραγματοποιήθηκαν εκτεταμένες τροποποιήσεις που περιλάμβαναν την ενσωμάτωση των αρχικών φάσεων σε αναδιοργωμένα, ενισχυμένου πλάτους, αμυντικά μέτωπα και σήμερα αναγνωρίζονται με δυσκολία με τη βοήθεια ανασκαφικής ή γεωλογικής έρευνας. Την τελική μορφή του απέκτησε το φρούριο στο διάστημα της Ενετοκρατίας (1684-1797). Εργασίες που πραγματοποιήθηκαν στην περίοδο της Αγγλοκρατίας (1810-1864) δεν επηρέασαν το περίγραμμα των οχυρώσεων, αλλά μόνο τη διευθέτηση των δημοσίων κτισμάτων σύμφωνα με τους όρους υγιεινής, με σωστό προσανατολισμό και αερισμό, αντισεισμικό σχεδιασμό, την εξυγίανση του αποχετευτικού και υδροδοτικού δικτύου, τη διάστρωση με βοτσαλωτό και κουρασάνι των διαδρόμων εντός των τειχών, τη διευκόλυνση της διέλευσης πλοίων από τον πορθμό.
Περιορισμένες ήταν οι επεμβάσεις στα τείχη και είχαν σαν αποτέλεσμα κυρίως την αύξηση του ύψους και του πλάτους του νοτιοδυτικού περιδρόμου, την ενοποίηση του χώρου του νότιου προτειχίσματος με την κύρια οχύρωση, και την επισκευή και την διαμόρφωση των κανονιοθυρίδων του περιγράμματος των κανονιοστοιχιών με πλινθοδομή. Η καταστροφή συνεχίστηκε τριάντα χρόνια αργότερα, όταν το οικοδομικό υλικό του φρουρίου πωλήθηκε υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Στρατού, παρά τον προηγούμενο χαρακτηρισμό του ως διατηρητέο ιστορικό μνημείο (Βασιλικό Διάταγμα της 25 ης Φεβρουαρίου 1932), και στο χώρο που φιλοξενήθηκαν για πολλά χρόνια οι παραστάσεις Λόγου και Τέχνης του Πνευματικού Κέντρου Δήμου Λευκάδας μέχρι το 1999. Στην τελευταία δεκαετία του 20 ου αιώνα συντάχθηκε μελέτη αποκατάστασης και ανάδειξης του μνημείου και υλοποιήθηκε τμήμα της από το ΥΠΠΟ. Σημερινή κατάσταση Αρχιτεκτονική και αμυντική συγκρότηση του φρουρίου Ο φρουριακός χαρακτήρας του κτίσματος είναι εμφανής παρά το μικρό ύψος των τειχών του και τους λιτούς όγκους του. Η θέση στο επίπεδο της θάλασσας, μακριά από οικιστικά κέντρα, και η εναρμονισμένη ένταξή του στο ήπιο ανάγλυφο, που διαμορφώνεται από την ήρεμη λιμνοθάλασσα και το χωρίς εξάρσεις αμμώδες έδαφος του ισθμού, βοηθά να σχηματιστεί η εικόνα μιας στιβαρής αμυντικής μηχανής άξιας να αντεπεξέλθει σε δύσκολες πολιορκίες. Η σύνθετη φυσιογνωμία του φρουρίου είναι προϊόν των αλλεπάλληλων πολιτισμικών επιρροών, καταστροφών και μεταβολών, που δέχτηκε στο διάστημα των έξι αιώνων από την ίδρυσή του. Στο διάστημα αυτό αναθεωρήθηκαν πολλές φορές οι τεχνικές πολέμου και ο σχεδιασμός άμυνας των παραμεθόριων περιοχών και των οχυρωματικών εγκαταστάσεων. Η κατά τόπoυς προσαρμογή των αμυντικών συστημάτων στις καινούριες μεθόδους και τεχνικές έγινε με γνώμονα τις στρατιωτικές δεξιότητες των κατόχων του, την οικονομική κατάστασή τους, τη στρατηγική που εξυπηρετούσε η συγκεκριμένη θέση, τη μορφολογία της περιοχής, τον διαθέσιμο χρόνο μέχρι την επικείμενη επίθεση, και πολλούς άλλους παράγοντες. Το φρούριο αποτελείται από τα σχετικά καλά διατηρημένα τείχη, που περικλείουν ένα εκτεταμένο χώρο με ερειπωμένα κτίρια. Ο εσωτερικός χώρος διαρθώνεται σε δύο στάθμες με μεταξύ τους την υψομετρική διαφορά της τάξεως των
3μ. Το ανώτερο επίπεδο βρίσκεται στη βορειοανατολική πλευρά και έχει έκταση 5.000 τ.μ., ενώ σε όλη την έκταση του το ερειπωμένο σήμερα χώρο της παλιάς πόλης της Αγίας Μαύρας. Ο αρχικός πυρήνας του 1300, το φράγκικο κάστρο του 15 ου αιώνα, καθώς και τα κτίσματα του οχυρωμένου οικισμού του 16 ου 17 ου αιώνα δεν είναι σήμερα ορατά, αφού ισοπεδώθηκαν ή ενσωματώθηκαν σε μεταγενέστερες κατασκευές. Έχει δύο κύριες πύλες στην ανατολική και δυτική πλευρά, μέσω των οποίων ήταν δυνατή η επικοινωνία με την Ακαρνανία και την ενδοχώρα της Λευκάδας, αντίστοιχα. Από την ανατολική πύλη μπορεί κανείς να διακρίνει τις λίθινες βάσεις της γέφυρας πάνω από την ανατολική τάφρο. Πέρα από αυτή διακρίνονται τα ανατολικά προτειχίσματα σε σχήμα τριγωνικών εξωτερικών προμαχώνων, που κατασκευάσθηκαν το 1684 σύμφωνα με τη θεωρία της οχυρωματικής αρχιτεκτονικής του γάλλου στρατηγού Sebastian Le Prestre μαρκήσιου de Vayban και ανακατασκευάστηκαν από τον προβλεπτή Sagredo μετά από σεισμό το 1732. Προτειχίσματα αντίστοιχης κατασκευής και τάφρος υπήρχαν μέχρι το 1902 στη δυτική πλευρά του φρουρίου, εκεί απ όπου σήμερα διέρχεται η διώρυγα της Λευκάδας. Εξωτερικά της δυτικής πύλης σχηματίζεται τριγωνικού σχήματος αύλειος χώρος. Σήμερα το φρούριο έχει σχήμα ακανόνιστου επταγώνου. Τα μήκη των ευθύγραμμων τμημάτων των πλευρών (32-74 μ.) όσο και οι διάμετροι των προμαχώνων (12-34μ.) διαφέρουν μεταξύ τους επιτείνοντας την ασυμμετρία του οχυρώματος. Στις ακμές του σχηματίζονται προμαχώνες κυλινδρικοί, ημικυλινδρικοί και παραλληλόγραμμου σχήματος διαφόρων διαστάσεων. Η κανονιοστοιχία που κατασκευάστηκε στη δυτική πλευρά έδωσε στο χώρο αυτό το χαρακτήρα του εξωτερικού προμαχώνα και λειτούργησε ως ενισχυτική κατασκευή για την προστασία της αντίστοιχης πύλης. Ανάλογα κατασκευάστηκε και λειτούργησε το προτείχισμα στα νότια, κατ επέκταση της ανατολικής πλευράς. Με το έργο αυτό εντάχθηκέ ο χαμηλός σχηματισμός χαμηλού εδάφους (νησίδα), σύμφωνα με το Γ. Κούκη, στη λοιπή οχύρωση. Φωτ. 12 Το κάστρο στις αρχές του 20 αιώνα. Πηγή: Βιβλιοπωλείο Τσιρίμπασης
Το ύψος των τειχών είναι 10 μ., με εξαίρεση το ύψος στο βορειοανατολικό τμήμα, όπου ανέρχεται στα 12 μ. Τα προτειχίσματα δεν υπερβαίνουν τα 4.50-5.00 μ. Ο οχυρωμένος χώρος εσωτερικά διαμορφώνεται σε δύο επίπεδα. Το υψηλότερο, στα βορειοανατολικά, βρίσκεται στη στάθμη του μέσου συνολικού ύψους των τειχών και καταλαμβάνει έκταση 5.500 τ.μ. περίπου. Στο χαμηλότερο επίπεδο υπάρχουν αραιά ερείπια διώροφων λιθόκτιστων κτισμάτων, που ανήκαν σε δημόσια και θρησκευτικά κτίρια, δεξαμενές νερού, δύο πηγάδια και το κτίριο της πυριτιδαποθήκης, το μοναδικό που διατηρεί την τετράρριχτη στέγη του. Στα ανατολικά και δυτικά, όπου συνεχίζεται η γλώσσα ξηράς, το πλάτος των οχυρωμάτων είναι 20μ., ενώ στα νοτιοδυτικά και νότια, όπου βρίσκεται η λιμνοθάλασσα, έχουν πλάτος, έως 10μ. Η εσωτερική στοά στα νότια έχει καταρρεύσει, μετά από έκρηξη το 1888, σύμφωνα με τον Κ. Μαχαιρά, αποκαλύπτοντας παλαιότερες φάσεις κατασκευής του φρουρίου αλλά και της διαδικασίας διαδοχικής διαπλάτυνσης των τειχών στο πέρασμα των αιώνων. Στο πλάτος της οχύρωσης στα ανατολικά έχει διαμορφωθεί ενδιάμεσο επίπεδο με στοές, που οδηγούν σε κανονιοθυρίδες. Από αυτές μπορούσαν να σκοπεύσουν από το μέσο του ύψους την τάφρο, προστατεύοντας τα χαμηλότερα σημεία του ανατολικού τείχους (πλαγιοβολή) και του βόρειου του προτειχίσματος. Μερικές στοές, οδηγούν σε θολωτούς θαλάμους απαραίτητους για να καταφεύγουν οι μαχητές και να προστατεύονται οι κανονιοστοιχίες. Το σχήμα, το μέγεθος και η θέση των στοών είχαν επιλεγεί από τους ειδικούς, σε θέματα οχύρωσης, μηχανικούς της Δημοκρατίας της Βενετίας, για την καλύτερη εξυπηρέτηση της άμυνας του φρουρίου. Οι πύλες του φρουρίου ήταν καλά προφυλαγμένες από τα τείχη και τους προμαχώνες. Στον κεντρικό χώρο της περιτειχισμένης έκτασης, μετά την κατεδάφιση των περισσότερων κατοικιών, που βρίσκονταν εκεί από την εποχή των Φράγκων και των Τούρκων, εγκαταστάθηκαν οι διοικητικές και στρατιωτικές υπηρεσίες των Ενετών, το μοναστήρι των δομινικανών μοναχών, ο ορθόδοξος παπάς της εκκλησίας Αγίας Μαύρας που από τα χρόνια των Φράγκων βρίσκονταν μέσα στο φρούριο, το τζαμί που μετατράπηκε σε καθολική εκκλησία, οι αποθήκες και άλλα βοηθητικά κτίσματα. Σήμερα έχει διασωθεί της εκποιήσεως οικοδομικών υλικών και των σεισμών μια ομάδα ερειπίων στη βόρεια πλευρά του φρουρίου, που αποτελείται από τα κτίρια της καθολικής εκκλησίας Παντοκράτορα, το μοναστήρι των δομινικανών μοναχών, το μέγαρο του προβλεπτή, το νοσοκομείο, την πυριτιδαποθήκη με τη μοναδική
τετράρριχτη στέγη του φρουρίου, και άλλους χώρους αποθηκών και βοηθητικών λειτουργιών. Στο κέντρο του χώρου διακρίνονται τα ερείπια 4 παραλληλόγραμμων κτισμάτων με όροφο και πέτρινη εξωτερική σκάλα, που κατασκευάστηκαν το 1843 και προορίζονταν για στρατώνες. Σε χειρότερη κατάσταση σώζονται τα ερείπια άλλων κτισμάτων που βρίσκονταν στο φρούριο πριν από τη μεγάλη πυρκαγιά του 1888. Η ανάγκη για πόσιμο νερό στο φρούριο αντιμετωπίστηκε με δεξαμενές και πηγάδια. Πολλά ιδιωτικά κτίρια διέθεταν υπόγειες δεξαμενές και πηγάδια για την άντληση γλυφού νερού. Μεγάλης σημασίας για την υγιεινή των κατοίκων ήταν η κατασκευή υδραγωγείου που έφερνε πόσιμο νερό καλής ποιότητας από τη πηγή στη Σπασμένη Βρύση. Το υδραγωγείο κατέληξε στο φρούριο σε βρύση με εφτά στόμια, σε κεντρικό σημείο του οικισμού κοντά στο αυτοκρατορικό τζαμί (Το τζαμί μετατράπηκε το 1684 σε καθολικό ναό αφιερωμένο στον Παντοκράτορα) και στα δημόσια λουτρά (αναγράφεται ότι μέσα στα λουτρά υπήρχαν πολλοί χριστιανοί), όπως συμβαίνει συνήθως σε μία οργανωμένη μουσουλμανική πόλη. Σημαντικές εργασίες αναμόρφωσης και προσαρμογής της αμυντικής λειτουργίας του φρουρίου έγιναν με εντολή του σουλτάνου το 1573-74. Τις εργασίες επέβλεπε ο μηχανικός του τουρκικού στρατού Κώστας. Εκτεταμένες επεμβάσεις βελτίωσης των οχυρώσεων επιχείρησε ο στρατηγός von Schylenburg μετά τη λήξη του Δ Ενετοτουρκικού πολέμου (1715-1717). Η επίβλεψη του έργου ανατέθηκε στο μηχανικό Santo Semitecolo. Τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν είναι ντόπιος ακανόνιστος ασβεστόλιθος, ψαμμόλιθος από την περιοχή της Πλάκας (ισθμός Γύρας), μεγάλοι λαξευμένοι λίθοι από τα αρχαία ερείπια της περιοχής της αρχαίας Λευκάδας και της Νηρίκου, πλάκες από τους Παξούς για τη διαμόρφωση των πλακόστρωτων της Αγγλικής περιόδου (1810-1864) και λιθόπλακες μεγάλων διαστάσεων για την επίστρωση των περιδρόμων στη στάθμη των κανονιοστοιχιών. Βοτσαλωτά δάπεδα χρησιμοποιούνται σε αρκετούς χώρους, όπως στη δυτική είσοδο και γύρω από τους αγγλικούς στρατώνες. Αρκετό ενδιαφέρον από αρχιτεκτονική άποψη παρουσιάζει η διαμόρφωση κεκλιμένων επιπέδων που χρησίμευαν για την κύλιση των υλικών πολέμου στο επίπεδο των κανονιοστοιχιών. Για την εξέλιξη του φρουρίου από το 1300 έως και το 1977 παρατίθενται σχεδιαγράμματα της εποχής στο παράρτημα. (Απεικονίσεις 1-16).
ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ Υφιστάμενη κατάσταση περιβάλλοντος. Στα Ν ΝΔ της περιοχής βρίσκεται ένα μέρος του φρουρίου, όπου αποτελείται από λιμνάζοντα νερά και, χαρακτηρίζεται σήμερα από πολύ μικρά βάθη θάλασσας. Δυτικά βρίσκεται ο Δίαυλος, ο οποίος στην περιοχή αυτή έχει βάθη της τάξης των -4.0m έως -5.0m, το δε πλάτος του κυμαίνεται μεταξύ 15 και 25m. Ο πυθμένας της θάλασσας Ν στην υπό μελέτη αβαθή περιοχή αποτελείται από ιλύ αναμεμιγμένη με κελύφη από αρτιγόνα μαλάκια και υπολείμματα από την σήψη υδροχαρών φυτών. Αποτέλεσμα αυτού είναι το αυξημένο οργανικό φορτίο και μείωση του διαλυμένου οξυγόνου στο νερό και γενικότερα υποβαθμισμένη ποιότητα νερού και ιζήματος πυθμένα. Γεωγραφική θέση Έκταση Διοικητική υπαγωγή Η νήσος Λευκάδα βρίσκεται στο Ιόνιο Πέλαγος και είναι το δεύτερο βορειότερο μεγάλο νησί του συμπλέγματος των Ιονίων Νήσων, νότια της Κέρκυρας και βόρεια της Κεφαλλονιάς και της Ιθάκης. Η απόσταση του βορειότερου σημείου του νησιού από το νοτιότερο σημείο της Κέρκυρας είναι περίπου 40 ναυτικά μίλια, ενώ η ελάχιστη απόσταση από την Κεφαλλονιά και την Ιθάκη είναι περίπου 5 ν.μ. (στενό Κεφαλλονιάς). Οι γεωγραφικές συντεταγμένες του νησιού περικλείονται μεταξύ των παραλλήλων: Βόρειο πλάτος : 38 ο 33-38 ο 51 Ανατολικό Μήκος: 20 ο 32 20 ο 44 Γενικά μορφολογικά (αλλά και εν μέρει ιστορικά) η Λευκάδα έχει μεγάλη σχέση με το Νομό Αιτωλοακαρνανίας. Το βόρειο άκρο του νησιού όπου και η πόλη της Λευκάδας, βρίσκεται πολύ κοντά στην ηπειρωτική ακτή (Ακαρνανία), από την οποία χωρίζεται με αβαθείς λιμνοθάλασσες και τενάγη. Στην αβαθή αυτή περιοχή έχει διανοιχθεί ο Δίαυλος Λευκάδας, για την εξυπηρέτηση της ναυσιπλοΐας.
Χάρη σε αυτή τη γεωγραφική διαμόρφωση η Λευκάδα είναι το πιο άμεσα προσπελάσιμο νησί του Ιονίου. Έχει άμεση οδική σύνδεση με την υπόλοιπη χώρα συνδεόμενη με πλωτή γέφυρα (μήκους 70m) με την απέναντι ηπειρωτική ακτή γεγονός που έχει συμβάλλει στην ανάπτυξη σημαντικών σχέσεων με γειτονικά αστικά κέντρα όπως η Πρέβεζα, η Άρτα, τα Ιωάννινα, η Πάτρα κ.α. Η συνολική έκταση του Νομού Λευκάδας ανέρχεται σε 356km2, αναλογώντας στο 15,4% της συνολικής έκτασης των Ιονίων Νήσων και στο 0,27% της συνολικής έκτασης της Ελλάδας. Εκτός από τη Λευκάδα, ο νομός περιλαμβάνει και σειρά μικρότερων νησιών, όπως το Μεγανήσι, ο Καστός, ο Σκορπιός, το Σκορπίδι, η Σπάρτη, η Μαδουρή, η Θηλειά, το ξερονήσι Κύθρος και τα νησάκια Χελώνη, Σέσουλα, Σιδηρά, Φορμίκουλα και Προβάτιο. Το νησί της Λευκάδας έχει έκταση 303km2,με μέγιστο πλάτος περίπου 8 ναυτικά μίλια στο νοτιότερο τμήμα της και εκτείνεται από βορρά προς νότο περί τα 18 ν.μ. Οι εκτάσεις των μεγαλύτερων από τα υπόλοιπα νησιά του νομού είναι: Μεγανήσι 20km2, Kάλαμος 25 km2, και Καστός 6 km2. Tο ανάπτυγμα των ακτών του νησιού έχει μήκος 117 km. Το φρούριο της Λευκάδας βρίσκεται στην είσοδο της πόλης και απέχει από αυτή 1 χιλιόμετρο. Φυσικό περιβάλλον: Γεωμορφολογία Γεωλογία Ανάγλυφο Γεωλογικά στοιχεία Το ανάγλυφο στην ευρύτερη περιοχή μελέτης είναι πολύ ομαλό, καθώς η πόλη της Λευκάδας βρίσκεται στην πεδινή ζώνη. Γενικά μορφολογικά το νησί της Λευκάδας είναι ορεινό με έντονο κατακόρυφο και οριζόντιο διαμελισμό και όρη μεσαίου ύψους με απότομες πλαγιές και χαράδρες. Χαρακτηρίζεται από ένα εκτεταμένο (καλύπτει το 1/5 περίπου του νησιού) ορεινό τμήμα στο κέντρο του, με μέσο υψόμετρο 900m και υψηλότερο σημείο του νησιού την κορυφή του όρους Σταυρωτά (υψόμετρο 1182m). Από το κεντρικό αυτό τμήμα ξεκινούν χαμηλότεροι κλάδοι, οι οποίοι καταλήγουν στη μεν δυτική πλευρά σε απόκρημνες βραχώδεις ακτές με πολλές αμμώδεις παραλίες, στη δε ανατολική πλευρά σε πιο ομαλές και πολυσχιδείς ακτές.
Το κάστρο της Αγίας Μαύρας βρίσκεται πάνω σε νησίδα και έχει ήπιες κλίσεις. Όσον αφορά στη γεωλογική δομή της Λευκάδας, αυτή χαρακτηρίζεται στο μεγαλύτερο τμήμα της από έντονα τεκτονισμένους ασβεστολιθικούς και δολομιτικούς σχηματισμούς της Ιονίου Ζώνης, η οποία επεκτείνεται και στη δυτική ηπειρωτική Ελλάδα, ενώ ένα μικρό τμήμα του νησιού προς τα νότια και δυτικά (προς τη χερσόνησο Λευκάτα) ανήκει στη Ζώνη Παξών. Στο κάστρο συναντάμε έπειτα από ανασκαφή, λιθόπλακες, ασβεστόλιθους, ψαμμόλιθους, ενώ στο δυτικό τμήμα βοτσαλωτό δάπεδο. Τεκτονικά Φαινόμενα Η Λευκάδα όπως και τα υπόλοιπα νησιά εμφανίζει εντονότατη σεισμική δραστηριότητα και δοκιμάζεται πολύ συχνά από ισχυρούς τεκτονικούς σεισμούς. Η περιοχή αυτή του Ιονίου, είναι η πλέον σεισμική περιοχή της Ελλάδας και χαρακτηρίζεται από αρκετά βαθιά ρήγματα απροσδιορίστου ηλικίας. Σε αυτή έχουν καταγραφεί πολλοί μεγάλοι τεκτονικοί σεισμοί μεγέθους ακόμη και πάνω από 7 βαθμούς της κλίμακας Richter και μάλιστα με εστιακά βάθη μικρότερα των 60 km. Σύμφωνα με πληροφορίες του αρχείου Λευκάδας, οι σοβαροί σεισμοί στην ευρύτερη περιοχή Λευκάδας, που είναι γνωστοί μεταξύ των ετών 1469-1948, ανέρχονται τουλάχιστον σε 40, οι μισοί από τους οποίους ήταν καταστρεπτικοί. Από διάφορες περιγραφές προκύπτει ότι την μεγαλύτερη κινητικότητα εμφανίζουν δύο εστίες που εκλύουν μέσους σεισμούς. Η μία από αυτές βρίσκεται στη θαλάσσια περιοχή βορειοδυτικά του νησιού, στη διασταύρωση του μεγάλου ρήγματος των Τσουκαλάδων με άλλο ρήγμα του Ιονίου. Κοντά σχετικά της πόλης και της περιοχής διαμόρφωσης, εκτός από την προαναφερθείσα εστία βορειοδυτικά του νησιού, εντοπίζονται δύο εστίες μικρών σεισμών βάθους στην Ακαρνανία και μια εστία τοπικών ιστών βάθους, στην θαλάσσια περιοχή του όρμου Δρεπάνου. Γενικά η περιοχή μελέτης δοκιμάζεται συχνά από ισχυρούς σεισμούς, εκλυόμενους κυρίως από τη βορειοδυτική εστία, οι οποίοι σε συνδυασμό και με το επισφαλές έδαφος θεμελίωσης έχουν προκαλέσει στο παρελθόν μεγάλες καταστροφές στη πόλη της Λευκάδας (με πιο πρόσφατο παράδειγμα τον καταστρεπτικό σεισμό του 1948). Κατά τον νέο αντισεισμικό κανονισμό (ΝΕΑΚ) η περιοχή εντάσσεται στην κατηγορία της μεγαλύτερης σεισμικής επικινδυνότητας. Σύμφωνα με σχετικές
μελέτες το πιθανότερο μέγιστο μέγεθος σεισμού το οποίο αναμένεται στην περιοχή μελέτης για τα επόμενα 100 χρόνια, είναι 7.0-7.2 βαθμοί της κλίμακας Richter και η τιμή της μέγιστης αναμενόμενης επιτάχυνσης (με πιθανότητα 90% να μην γίνει υπέρβασή της) για τα επόμενα 25 χρόνια είναι 260. Στην υπό μελέτη περιοχή μέσα από ιστορικές μαρτυρίες, είδαμε ότι οι σεισμοί επηρέασαν αρκετά και με μεγάλη συχνότητα κυρίως τα κτίρια του φρουρίου και λιγότερο τα τείχη. Ο πιο πρόσφατος καταστρεπτικός σεισμός ήταν το 2003, με 8,2 Richter και γκρέμισε πέτρες από τα κτίρια του βόρειου τμήματος. Μετεωρολογικά και Κλιματολογικά χαρακτηριστικά Γενικά: Το κλίμα της Λευκάδας είναι μεσογειακό, χαρακτηριστικό των νησιών του Ιονίου πελάγους. Το καλοκαίρι δεν είναι πολύ θερμό, ενώ ο χειμώνας είναι ήπιος και πολύ βροχερός. Τα μετεωρολογικά χαρακτηριστικά της ευρύτερης περιοχής μελέτης μπορούν να προσδιοριστούν με βάση τα στατιστικά στοιχεία του μετεωρολογικού σταθμού Λευκάδας για την περίοδο 1975 1993, τα οποία παρουσιάζονται παρακάτω, σύμφωνα με το μετεωρολογικό σταθμό που βρίσκεται στην πόλη της Πρέβεζας. Θερμοκρασιακά στοιχεία: Οι μηνιαίες θερμοκρασίες, έχουν καταγραφεί στο Μ.Σ. Λευκάδας. Οι μέσες μηνιαίες θερμοκρασίες κυμαίνονται από 9.9 ο C τον Ιανουάριο έως 25.3 ο C τον Αύγουστο. Οι μέσες ελάχιστες μηνιαίες θερμοκρασίες κυμαίνονται από 6.3 ο C τον Ιανουάριο έως 17.2 ο C τον Αύγουστο. Οι μέσες μέγιστες μηνιαίες θερμοκρασίες κυμαίνονται από 13.2 ο C τον Ιανουάριο έως 28.8 ο C τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Η απόλυτη ελάχιστη θερμοκρασία που έχει καταγραφεί είναι -3.0οC (τον Ιανουάριο) και η απόλυτη μέγιστη 38.4 ο C (τον Ιούλιο). Η μέση ετήσια θερμοκρασία είναι σχετικά υψηλή (περίπου 17.5 ο C). Βροχομετρικά Στοιχεία
Το μέσο ετήσιο ύψος βροχής στο Μ.Σ. Λευκάδας για την περίοδο 1975 1993 φτάνει τα 916.8 mm. Το μέσο μηνιαίο ύψος βροχόπτωσης κυμαίνεται από 9.5 mm τον Ιούνιο έως 198.6 mm τον Νοέμβριο. Η μέγιστη βροχόπτωση εικοσιτετραώρου που έχει καταγραφεί είναι 158.0 mm. Γενικά στην περιοχή μελέτης παρατηρούνται αρκετές βροχοπτώσεις σε όλη τη διάρκεια του έτους. Πάντως από το μήνα Οκτώβριο έως τον Απρίλιο, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της ΕΜΥ καταγράφεται περίπου το 88.6% του μέσου ετήσιου ύψους βροχής. Μικρότερες τιμές βροχόπτωσης καταγράφονται κατά τους μήνες Μάιο και Σεπτέμβριο, ενώ το τρίμηνο Ιουνίου-Ιουλίου-Αυγουστου αποτελεί σχετικά την πιο ξηρή περίοδο. Οι πνέοντες άνεμοι είναι συνήθως ασθενούς ή μέτριας έντασης (έως 5 Βf). Το συνολικό ποσοστό νηνεμίας ή ανέμων έως 5 Beaufort είναι περίπου 98%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για ανέμους έως και 6 Beaufort φθάνει περίπου το 99.8%. Θυελλώδεις άνεμοι (7-9 Bf) παρατηρούνται ως επί το πλείστον κατά την χειμερινή περίοδο και κυρίως από Α και ΒΔ διεύθυνση και σπανιότερα από Α, ΒΑ και Δ διεύθυνση. Άνεμοι άνω των 9 Βf έχουν καταγραφεί σχεδόν αποκλειστικά από ΒΔ και Α διεύθυνση και συνηθέστατα κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο από τις δύο αυτές διευθύνσεις (και περισσότερο από ΒΔ), έχουν καταγραφεί θυελλώδεις άνεμοι, έντασης ίσης ή μεγαλύτερης των 11 Βf. Υδρολογικά στοιχεία Σε ολόκληρη την Λευκάδα, δεν υπάρχουν αξιόλογα επιφανειακά νερά. Γενικά ένα μικρό μέρος των απορροών διεισδύει στο έδαφος και ο κύριος όγκος απορρέει επιφανειακά, ενώ το υδρολογικό δίκτυο είναι χειμαρρώδους μορφής. Έτσι στο νησί δεν υπάρχουν ποτάμια παρά μόνο χείμαρροι με απότομη κοίτη, οι οποίοι ρέουν ως επί το πλείστον ως χαράδρες ή φαράγγια και μέσω αυτών γίνεται η απορροή των νερών της βροχής προς την θάλασσα. Οι περισσότεροι χείμαρροι και τα ρέματα δεν ρέουν καθ όλη τη διάρκεια του έτους, αλλά μόνο κατά την υγρή περίοδο ή μετά από βροχή. Προτιμώμενη διεύθυνση των χειμάρρων δεν παρατηρείται, καθώς κατά κανόνα αυτοί ξεκινούν από την κεντρική ορεινή περιοχή του νησιού και κινούνται προς διάφορες κατευθύνσεις.