2. Η ελληνοτουρκική προσέγγιση 1. Μετά την υπογραφή της Σύμβασης ανταλλαγής και τη Συνθήκη Ειρήνης της Λοζάνης σημειώθηκαν εντάσεις στις σχέσεις Ελλάδας - Τουρκίας Υπογράφηκαν μετά από διαπραγματεύσεις και ρύθμιζαν τα επίμαχα θέματα στις σχέσεις Ελλάδας Τουρκίας Δεν εφαρμόστηκαν ποτέ: Σύμβαση Άγκυρας Συμφωνία των Αθηνών Ιούνιος 1925 Δεκέμβριος 1926 1928: Οι Φιλελεύθεροι ξεκινούν διαπραγματεύσεις (2 χρόνια) Στόχοι: 1. διευθέτηση οικονομικών διαφορών 2. αναγνώριση εδαφικού καθεστώτος ανάμεσα στις δύο χώρες Εμπόδιο: Η έντονα αρνητική στάση των προσφύγων 2. Συμφωνία της Άγκυρας ( 1 0 Ιουνίου 1930 ): Οικονομικό Σύμφωνο μεταξύ των δύο γωρών ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ: 1. Ρύθμιζε: Α. Το ζήτημα των Ελλήνων Ορθοδόξων της Κωνσταντινούπολης Β. Το ζήτημα των Μουσουλμάνων της Θράκης Γ. Το ζήτημα των «φυγάδων» 2.Όριζε: Οι ανταλλάξιμες μουσουλμανικές περιουσίες στην Ελλάδα και οι ελληνικές στην Τουρκία να περιέρχονται στην κυριότητα του ελληνικού και του τουρκικού δημοσίου αντίστοιχα 3. Προέβλεπε : Αμοιβαία απόσβεση οικονομικών υποχρεώσεων 4.0λοκληρώθηκε με.
3. Α. Σύμφωνο Φιλίας, ουδετερότητας και διαιτησίας (30/10/1930) Β. Πρωτόκολλο για περιορισμό των ναυτικών εξοπλισμών Γ. Σύμβαση εμπορίου εγκατάστασης και ναυτιλίας Δυνατότητα στους υπηκόους των δύο κρατών να ταξιδεύουν /εγκαθίστανται στο άλλο κράτος 4. Οι προσδοκίες διαψεύστηκαν: ΘΕΤΙΚΑ: Δεν σημειώθηκαν τριβές / αμφισβητήσεις συνόρων (βασική επιδίωξη του Βενιζέλου) όμως ο συμψηφισμός των ανταλλάξιμων περιουσιών Θύελλα αντιδράσεων ανάμεσα στους πρόσφυγες Αιτία: εξισώθηκε πολύ μεγαλύτερη περιουσία Ορθοδόξων με τη μικρή των Μουσουλμάνων Απομάκρυνση τμήματος των προσφύγων από την εκλογική βάση των Φιλελευθέρων Ήττα των Φιλελευθέρων στις εκλογές του 1932-1933 (δηλαδή) Γιατί έχασαν οι φιλελεύθεροι; 1. Ο συμψηφισμός και η εξίσωση των (μη ισάξιων) περιουσιών 2. Η παρακράτηση του 25% της προκαταβολής της αποζημίωσης από την Εθνική Τράπεζα 3. Η άρνηση διακανονισμού των προσφυγικών χρεών
Με τη φράση «χος γκέλντινιζ» (καλώς ορίσατε) να επαναλαμβάνεται σε διαφορετικές γραφές και προσφωνήσεις για τον έλληνα πρωθυπουργό και τη συνοδεία του, σε ατμόσφαιρα εξαιρετικής λαμπρότητας και εγκαρδιότητας, το πολεμικό καταδρομικό «Έλλη» που είχε ξεκινήσει από το Πέραμα στις 25 Οκτωβρίου 1930 για την Κωνσταντινούπολη γινόταν δεκτό με απόδοση τιμών στην ακτή του Χαϊδάρ Πασά, ένα προάστιο της Βασιλεύουσας επί της ασιατικής ακτής του Βοσπόρου, νοτίως του Σκούταρι. Ήταν ένα όμορφο, ζεστό σχετικά, απόγευμα. Οι τρεις ανώτεροι διπλωματικοί υπάλληλοι που συνόδευαν τον πρωθυπουργό και τον έλληνα ΥΠΕΞ Α. Μιχαλακόπουλο με κόπο συμμερίζονταν την αισιοδοξία της πολιτικής ηγεσίας της χώρας τους. Ο Βενιζέλος, αντίθετα, ατένιζε με αισιοδοξία την ακτή. Για την επιτυχία εκείνης της επίσκεψης, η οποία κατέληξε στη συνομολόγηση μιας σειράς διμερών συμφωνιών, δηλωτική της ελεύθερης και ανεξάρτητης βουλήσεως των δύο λαών να χαράξουν από κοινού την οδό της φιλίας και της συνεργασίας, ο ίδιος ο Βενιζέλος, ευρισκόμενος πλέον στην αντιπολίτευση, τρία χρόνια αργότερα, το 1933, θα ομολογούσε, παρουσία του έλληνα πρεσβευτή στην Άγκυρα Σπ. Πολυχρονιάδη, στον τούρκο ομόλογό του σε δεξίωση στην τουρκική πρεσβεία στην Αθήνα: «Αι συμφωνίαι αύται είναι το μεγαλύτερον πολιτικόν έργον το οποίον θα αφήσω μετά τον θάνατόν μου». Μάλιστα, γράφοντας στη σύζυγό του, Έλενα Βενιζέλου, την επομένη κιόλας των εκλογών, έχοντας ήδη ενώπιόν του το πρόγραμμα της εξωτερικής πολιτικής, με κυρίαρχη την ελληνοτουρκική προσέγγιση, εκμυστηρευόταν: «Τώρα, ο Θεός βοηθός! Αν η υγεία μου δεν με προδώσει, πιστεύω πραγματικώς ότι εις μίαν τετραετίαν η Ελλάς ημπορεί να γίνη αγνώριστη» (30 Ιουλίου 1928). Της Φωτεινής Τομαή από το Βήμα, 9/5/2010
ΠΗΓΗ Συνθέτοντας τις πληροφορίες του παραθέματος με αυτές του σχολικού βιβλίου να παρουσιάσετε το Σύμφωνο φιλίας που υπέγραψε ο Βενιζέλος το 1930 και τα αποτελέσματά του. Το Ελληνοτουρκικό Σύμφωνο Φιλίας Ουδετερότητας, Συνδιαλλαγής και Διαιτησίας υπογράφηκε στην Άγκυρα, στις 30 Οκτωβρίου του 1930. Σε αυτό, διακηρυσσόταν η ανάγκη φιλίας ανάμεσα στις δύο χώρες, ενώ ταυτόχρονα, υπογράφηκε και το Πρωτόκολλο για τους ναυτικούς εξοπλισμούς, το Σύμφωνο Εγκαταστάσεως και η Σύμβαση Εμπορίου. Οι όροι του Συμφώνου Φιλίας ήταν σαφώς πολύ ευνοϊκοί για την Τουρκία: ως βάση της συμφωνίας ορίστηκε ο συμψηφισμός των περιουσιών των προσφύγων, γεγονός που εξίσωνε τους εύπορους Έλληνες πρόσφυγες με τους σαφώς οικονομικά ασθενέστερους Τούρκους. Παράλληλα, με βάση το σύμφωνο, οι δύο χώρες δεσμεύονταν να μην υπογράψουν με τρίτους, κανένα σύμφωνο πολιτικής ή οικονομικής υφής, το οποίο θα έβλαπτε την άλλη χώρα (Ελλάδα Τουρκία), ενώ οι πρόσφυγες δεν θα μπορούσαν πλέον να εγκατασταθούν ξανά στην περιοχή, από την οποία είχαν φύγει με τον πόλεμο και την ανταλλαγή. Η συμφωνία αποτέλεσε μία ρεαλιστική προσέγγιση των συνθηκών της εποχής. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, αναγνωρίζοντας την αλλαγή των ισορροπιών ανάμεσα στις δύο χώρες που είχε επιφέρει η νίκη του Κεμάλ, αντιμετώπισε ως μονόδρομο τον ιστορικό συμβιβασμό, έστω και με το πολιτικό κόστος που θα του επέφερε η δικαιολογημένη αντίδραση των προσφύγων της Ελλάδας. Ταυτόχρονα, εκτίμησε ότι οι νέες στρατιωτικοπολιτικές συνθήκες που διαμορφώνονταν συνολικά στην Ευρώπη, πιθανότατα θα οδηγούσαν σε νέα εμπόλεμη σύρραξη (κάτι που τελικά συνέβη, μία δεκαετία αργότερα) και προσπάθησε να «οχυρώσει» το μικρό κράτος της Ελλάδας, πίσω από διαδοχικές συμφωνίες με τους γείτονές της. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, η Ελλάδα θα έπρεπε να είναι «φίλη και σύμμαχος όλων, και εχθρός ουδενός». Με την υπογραφή του Συμφώνου Φιλίας, η Ελλάδα και η Τουρκία δεν έγιναν αυτομάτως δύο φίλα διακείμενες χώρες. Ωστόσο, με τη συμφωνία αυτή, διακήρυσσαν ότι ουσιαστικά δεν έχουν πλέον τίποτα να χωρίσουν, ενώ έθεσαν τις βάσεις για μία πιθανή, μελλοντική «πραγματική» φιλία ανάμεσα στις δύο χώρες. Τρία χρόνια αργότερα (14/9/1933), οι δύο χώρες υπέγραψαν ένα ακόμα σύμφωνο (Εγκάρδιας Συνεννόησης), το οποίο εγγυούταν το απαραβίαστο των κοινών τους συνόρων. Η αρχή μίας πολύτιμης και για τις δύο χώρες φιλίας είχε ξεκινήσει: πάντως, η συνέχεια δεν έμελλε να δικαιώσει τις αισιόδοξες προσδοκίες των εμπνευστών της. Του Αριστείδη Αποστόλου -Kathimerini.gr
ΠΗΓΗ Συνθέτοντας τις πληροφορίες του παραθέματος με αυτές του σχολικού βιβλίου να παρουσιάσετε το Σύμφωνο φιλίας που υπέγραψε ο Βενιζέλος το 1930 και τα αποτελέσματά του Το Ελληνοτουρκικό Σύμφωνο Φιλίας Ουδετερότητας, Συνδιαλλαγής και Διαιτησίας υπογράφηκε στην Άγκυρα, στις 30 Οκτωβρίου του 1930. Σε αυτό, διακηρυσσόταν η ανάγκη φιλίας ανάμεσα στις δύο χώρες, ενώ ταυτόχρονα, υπογράφηκε και το Πρωτόκολλο για τους ναυτικούς εξοπλισμούς, το Σύμφωνο Εγκαταστάσεως και η Σύμβαση Εμπορίου. Οι όροι του Συμφώνου Φιλίας ήταν σαφώς πολύ ευνοϊκοί για την Τουρκία: ως βάση της συμφωνίας ορίστηκε ο συμψηφισμός των περιουσιών των προσφύγων, γεγονός που εξίσωνε τους εύπορους Έλληνες πρόσφυγες με τους σαφώς οικονομικά ασθενέστερους Τούρκους. Παράλληλα, με βάση το σύμφωνο, οι δύο χώρες δεσμεύονταν να μην υπογράψουν με τρίτους, κανένα σύμφωνο πολιτικής ή οικονομικής υφής, το οποίο θα έβλαπτε την άλλη χώρα (Ελλάδα Τουρκία), ενώ οι πρόσφυγες δεν θα μπορούσαν πλέον να εγκατασταθούν ξανά στην περιοχή, από την οποία είχαν φύγει με τον πόλεμο και την ανταλλαγή. Η συμφωνία αποτέλεσε μία ρεαλιστική προσέγγιση των συνθηκών της εποχής. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, αναγνωρίζοντας την αλλαγή των ισορροπιών ανάμεσα στις δύο χώρες που είχε επιφέρει η νίκη του Κεμάλ, αντιμετώπισε ως μονόδρομο τον ιστορικό συμβιβασμό, έστω και με το πολιτικό κόστος που θα του επέφερε η δικαιολογημένη αντίδραση των προσφύγων της Ελλάδας. Ταυτόχρονα, εκτίμησε ότι οι νέες στρατιωτικοπολιτικές συνθήκες που διαμορφώνονταν συνολικά στην Ευρώπη, πιθανότατα θα οδηγούσαν σε νέα εμπόλεμη σύρραξη (κάτι που τελικά συνέβη, μία δεκαετία αργότερα) και προσπάθησε να «οχυρώσει» το μικρό κράτος της Ελλάδας, πίσω από διαδοχικές συμφωνίες με τους γείτονές της. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, η Ελλάδα θα έπρεπε να είναι «φίλη και σύμμαχος όλων, και εχθρός ουδενός». Με την υπογραφή του Συμφώνου Φιλίας, η Ελλάδα και η Τουρκία δεν έγιναν αυτομάτως δύο φίλα διακείμενες χώρες. Ωστόσο, με τη συμφωνία αυτή, διακήρυσσαν ότι ουσιαστικά δεν έχουν πλέον τίποτα να χωρίσουν, ενώ έθεσαν τις βάσεις για μία πιθανή, μελλοντική «πραγματική» φιλία ανάμεσα στις δύο χώρες. Τρία χρόνια αργότερα (14/9/1933), οι δύο χώρες υπέγραψαν ένα ακόμα σύμφωνο (Εγκάρδιας Συνεννόησης), το οποίο εγγυούταν το απαραβίαστο των κοινών τους συνόρων. Η αρχή μίας πολύτιμης και για τις δύο χώρες φιλίας είχε ξεκινήσει: πάντως, η συνέχεια δεν έμελλε να δικαιώσει τις αισιόδοξες προσδοκίες των εμπνευστών της. Του Αριστείδη Αποστόλου -Kathimerini.gr