ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΜΕΝΩΝ ΠΕΤΡΩΜΑΤΩΝ

Σχετικά έγγραφα
Π ΕΤΡΟΛΟΓΙΑ Μ ΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΚΑΙ Μ ΕΤΑΜΟΡΦΩΜΕΝΩΝ Π ΕΤΡΩΜΑΤΩΝ ΑΣΚΗΣΗ 7

Στοιχεία Θερμοδυναμικής. Ι. Βασικές αρχές. Χριστίνα Στουραϊτη

Έδαφος Αποσάθρωση - τρεις φάσεις

ΧΗΜΙΚΗ ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ ΚΑΙ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΔΑΦΩΝ

Αρχές Κρυσταλλοχημείας: Ιοντικές υποκαταστάσεις. Γεωχημεία (Υ4203) Χ. Στουραϊτη

1. Υποκαταστάσεις μεταξύ κυρίων στοιχείων (στερεά διαλύματα)

Δασική Εδαφολογία. Ορυκτά και Πετρώματα

Χρονική σχέση με τα φιλοξενούντα πετρώματα

Υποκαταστάσεις μεταξύ κυρίων στοιχείων (στερεά διαλύματα)

ΜΑΓΜΑΤΙΚΑ ΑΕΡΙΑ ΠΝΕΥΜΑΤΟΛΥΤΙΚΟΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΟΡΥΚΤΩΝ

Κεφάλαιο 1 Δομή της Γης

ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ Δ ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ- ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ. Χριστίνα Στουραϊτη

ΧΗΜΙΚΗ ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ Σ' όλα τα επίπεδα και σ' όλα τα περιβάλλοντα, η χηµική αποσάθρωση εξαρτάται οπό την παρουσία νερού καθώς και των στερεών και αερίων

ΑΣΚΗΣΗ 1 η. Ολική πυριτική Γη = ο σύγχρονος μανδύας + πρωτο-φλοιός = πρωταρχικός μανδύας

Μεταφορά Πρότυπο διασποράς. Ευκίνητη φάση. Περιβάλλον κινητοποίησης στοιχείων. Περιβάλλον απόθεσης στοιχείων

Μάθημα 2 ο ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΙΧΝΟΣΤΟΙΧΕΙΩΝ. Επικ. Καθ. Χ. Στουραϊτη Τομέας Οικονομικής Γεωλογίας - Γεωχημείας

Ηλίας Χατζηθεοδωρίδης, Απρίλιος 2007 ΠΥΡΙΤΙΚΆ ΟΡΥΚΤΆ

Μάθημα 1 ο. - Κατανομή των χημικών στοιχείων - Ταξινομήσεις. Επικ. Καθ. Χ. Στουραϊτη Τομέας Οικονομικής Γεωλογίας - Γεωχημείας. Γεωχημεία Δ εξάμηνο 1

Γεωχημεία. Ενότητα 1: Γεωχημικές διεργασίες στο εσωτερικό της γης. Χριστίνα Στουραϊτη Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος

ΧΗΜΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΕΔΑΦΩΝ

Στοιχεία Θερμοδυναμικής. Ι. Βασικές αρχές. Χριστίνα Στουραϊτη

ΔΙΑΓΕΝΕΤΙΚΕΣ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ. Αριάδνη Αργυράκη

Στοιχεία Θερμοδυναμικής. Ι. Θερμότητα. Χριστίνα Στουραϊτη

Περιεχόμενα. Σύστημα υπόγειου νερού. Αντιδράσεις υδρόλυσης πυριτικών ορυκτών. Ρύθμιση ph

Είναι μίγματα ορυκτών φάσεων Οι ορυκτές φάσεις μπορεί να είναι ενός είδους ή περισσότερων ειδών Μάρμαρο

ΓΕΩΧΗΜΙΚΕΣ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΣ ΑΡΙΑΔΝΗ ΑΡΓΥΡΑΚΗ

ΙΑΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ

ΑΣΚΗΣΗ 2 η Εφαρμογή Βασικών Αρχών Θερμοδυναμικής - Διαγράμματα Φάσεων Δύο Συστατικών

Μεταμορφωμένα Πετρώματα

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ

ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ Δ ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ- ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ. Χριστίνα Στουραϊτη

Πιο ενεργά συστατικά κολλοειδή κλασματα Διάμετρο μικρότερη από 0,001 mm ή 1μ ανήκουν στα κολλοειδή.

ΥΔΡΟΣΦΑΙΡΑ Σύσταση του θαλασσινού νερού, αλμυρότητα, θερμοκρασία.

Γεωχημεία Ιχνοστοιχείων

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ

Μάγμα. Το μάγμα, όπως είναι γνωστό, είναι το μητρικό υλικό των πυριγενών πετρωμάτων και το τμήμα του που εκχύνεται σαν λάβα από τα ηφαίστεια είναι

ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΦΛΟΙΟΥ ΤΗΣ ΓΗΣ.

Μαγματικά, πλουτώνια πετρώματα ΓΡΑΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΓΡΑΝΙΤΟΕΙΔΗ ΡΥΟΛΙΘΟΣ

Γεωχημεία. Ενότητα 2: Γεωχημικές διεργασίες στην επιφάνεια της γης. Αριάδνη Αργυράκη Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος

5. Να βρείτε τον ατομικό αριθμό του 2ου μέλους της ομάδας των αλογόνων και να γράψετε την ηλεκτρονιακή δομή του.

Τα Fe-Ni-ούχα λατεριτικά μεταλλεύματα της Ελλάδας. Συμβολή της Ορυκτολογίας- Πετρολογίας στην αξιοποίησή τους. Ευριπίδης Μπόσκος, Καθηγητής

ΑΝΟΡΓΑΝΟΙ ΡΥΠΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΔΕΣΜΕΥΣΗΣ ΚΥΡΙΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΔΕΣΜΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΕΔΑΦΟΣ

ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ- ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΙΖΗΜΑΤΩΝ. Αριάδνη Αργυράκη

ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ. Αριάδνη Αργυράκη

1. ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΚΟΚΚΩΝ ΑΝΘΡΑΚΙΚΟΥ ΑΣΒΕΣΤΙΟΥ 2. ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΘΑΛΑΣΣΙΟΥ ΝΕΡΟΥ 3. ΚΥΡΙΑ ΑΝΘΡΑΚΙΚΑ ΟΡΥΚΤΑ 4. ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΚΑΘΙΖΗΣΗ 5.

ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΙΜΗ ΖΩΝΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΕΔΑΦΩΝ. Ε. Κελεπερτζής

ΟΡΥΚΤΟΛΟΓΙΑ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ - ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΜΑΘΗΜΑ 2. ΟΡΥΚΤΑ - ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ

Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής - ΣΑΕΤ

ΧΗΜΕΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ B ΛΥΚΕΙΟΥ

Δασική Εδαφολογία. Χημικές ιδιότητες του εδάφους

ΟΡΥΚΤΑ. Ο όρος ορυκτό προέρχεται από το ρήμα «ορύσσω» ή «ορύττω» που σημαίνει «σκάβω». Χαλαζίας. Ορυκτό αλάτι (αλίτης)

(είναι οι αντιδράσεις στις οποίες δεν μεταβάλλεται ο αριθμός οξείδωσης σε κανένα από τα στοιχεία που συμμετέχουν)

ΥΛΙΚΑ ΤΗΣ ΓΗΣ ΙI : Κρυσταλλοχημεία και Συστηματική των Ορυκτών

ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΥΔΡΟΘΕΡΜΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ. Αριάδνη Αργυράκη

ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ ΤΟΜΕΑΣ ΟΡΥΚΤΟΛΟΓΙΑΣ-ΠΕΤΡΟΛΟΓΙΑΣ-ΚΟΙΤΑΣΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ

Γεωχημεία. Ενότητα 1: Γεωχημικές διεργασίες στο εσωτερικό της γης. Χριστίνα Στουραϊτη Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος

Μεταβολή ορισμένων περιοδικών ιδιοτήτων

Πετρολογία Μαγματικών & Μεταμορφωμένων μ Πετρωμάτων Μέρος 1 ο : Μαγματικά Πετρώματα

ΓΕΝΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΞΕΙΔΩΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΓΩΓΗ

Καλή Τσικνοπέμπτη!!! Καλή Τσικνοπέμπτη!!! 2

Τι είναι. Πηγή του υλικού Μάγμα Τήξη πετρωμάτων στο θερμό κάτω φλοιό ή άνω μανδύα. ιαδικασία γένεσης Κρυστάλλωση (στερεοποίηση μάγματος)

7 η ΕΝΟΤΗΤΑ ΦΥΣΙΚΟΙ ΛΙΘΟΙ

ΠΕΤΡΟΓΕΝΕΤΙΚΑ ΟΡΥΚΤΑ ΙΟΥΝΙΟΣ 2010 ΥΠΟ ΕΙΓΜΑ ΣΩΣΤΩΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕΩΝ

ΟΞΕΙΔΟΑΝΑΓΩΓΙΚEΣ ΓΕΩΧΗΜΙΚΕΣ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ. Αριάδνη Αργυράκη

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΧΗΜΕΙΑ / Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΣΕΙΡΑ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΟΣ: Θεοδοσία Τσαβλίδου, Μαρίνος Ιωάννου ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΓΕΝΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΞΕΙΔΩΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΓΩΓΗ

ΧΗΜΕΙΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ. ΚΕΦ.3.1: ΧΗΜΙΚΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ (α)

Πετρολογία Μαγματικών & Μεταμορφωμένων μ Πετρωμάτων Μέρος 1 ο : Μαγματικά Πετρώματα

Διπλή διάθλαση είναι το φαινόμενο, κατά το οποίο το φως διερχόμενο μέσα από έναν ανισότροπο κρύσταλλο

Υδροθερμική εξαλλοίωση - Υδροθερμική απόθεση

Χημεία Α Λυκείου. Ασκήσεις τράπεζας θεμάτων στο 2 ο Κεφάλαιο

Ανόργανη Χημεία. Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων. Ενότητα 4 η : Ιοντικοί Δεσμοί Χημεία Κύριων Ομάδων. Δρ. Δημήτρης Π. Μακρής Αναπληρωτής Καθηγητής

Ca. Να μεταφέρετε στην κόλλα σας συμπληρωμένο τον παρακάτω πίνακα που αναφέρεται στο άτομο του ασβεστίου: ΣΤΙΒΑΔΕΣ νετρόνια K L M N Ca 2

Ημερομηνία: Τρίτη 18 Απριλίου 2017 Διάρκεια Εξέτασης: 3 ώρες ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

Φωτογραφία του Reykjavik το 1932, όταν τα κτίρια θερμαίνονταν με συμβατικά καύσιμα.

C L = συγκέντρωση ιχνοστοιχείου στο υγρό C O = συγκέντρωση ιχνοστοιχείου στο αρχικό πέτρωμα πριν την έναρξη της τήξης F = κλάσμα του τήγματος που

Περιεχόμενα. Παράδειγμα εφαρμογής αντιδράσεων εξουδετέρωσης στον προσδιορισμό παραγόντων ρύθμισης του ph φυσικών νερών

Περιοδικό Σύστημα Ιστορική Εξέλιξη

Ερωτήσεις στο 2o κεφάλαιο από τράπεζα θεμάτων. Περιοδικός πίνακας. Σταυρακαντωνάκης Γιώργος Λύκειο Γαζίου Page 1

Χημικές Αντιδράσεις. Εισαγωγική Χημεία

Τύποι Χημικών αντιδράσεων

ΟΡΥΚΤΟΛΟΓΙΑ / ΜΑΘΗΜΑ 6 ΠΥΡΙΤΙΚΑ ΟΡΥΚΤΑ (φυλλοπυριτικά) Σχολή Μηχανικών Μεταλλείων-Μεταλλουργών, ΕΜΠ Μαρία Περράκη, Λέκτορας 1 ο εξάμηνο ΟΡΥΚΤΟΛΟΓΙΑ

ΛΥΚΕΙΟ ΚΥΚΚΟΥ ΠΑΦΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 2011 ΜΑΘΗΜΑ : ΧΗΜΕΙΑ ΤΑΞΗ : Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΒΑΘΜΟΣ:.

Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ (ΚΕΦΑΛΑΙΑ 2-3) ( ) ΘΕΜΑ Α Α1.

2.3 ΜΕΡΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΜΕΤΑΛΛΩΝ. Επιμέλεια παρουσίασης Παναγιώτης Αθανασόπουλος Δρ - Χημικός

1. Δειγματοληψία. 2. Μέθοδοι ανάλυσης γεωχημικών δειγμάτων. 3. Στατιστική επεξεργασία - αποτίμηση. αποτελεσμάτων

Παράδειγµα κριτηρίου σύντοµης διάρκειας

Χημεία: Μεταθετικές αντιδράσεις - Σχετική ατομική μάζα - Σχετική μοριακή μάζα - mole

3.2 Οξυγόνο Ποιες είναι οι φυσικές ιδιότητες του οξυγόνου. Οι φυσικές ιδιότητες του οξυγόνου εμφανίζονται στον παρακάτω πίνακα.

ΕΝΟΤΗΤΑ 2η:Ταξινόμηση των στοιχείων-στοιχεία με ιδιαίτερο ενδιαφέρον

Μέθοδος χρονολόγησης Rb-Sr

4.11. Ορυκτά - Πετρώματα

Χηµεία Α Γενικού Λυκείου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΤΕΡΕΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ. Περιληπτική θεωρητική εισαγωγή

3 ΜΑΓΜΑ ΚΑΙ ΚΡΥΣΤΑΛΛΩΣΗ ΤΟΥ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΡΥΣΤΑΛΛΟΧΗΜΕΙΑΣ

Μέθοδος Γεωχρονολόγησης Re-Os

Α.2 Από τα παρακάτω ζεύγη στοιχείων ευγενή αέρια είναι: α. 12 Mg και 20 Ca β. 2 He και 18 Αr γ. 6 C και 14 Si δ. 17 Cl και 35 Br

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΝΤΟΧΗΣ ΣΤΗ ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΤΟΥ ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΥ ΑΝΟΔΙΩΣΗ

Δύο προσεγγίσεις Ποιοτική εκτίμηση: για τη μελέτη ενός γεωλογικού συστήματος ή την πρόβλεψη της επίδρασης φυσικοχημικών μεταβολών (P/T/ P/T/Χ) σε ένα

Transcript:

ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΜΕΝΩΝ ΠΕΤΡΩΜΑΤΩΝ Χημική σύσταση. Η χημική σύσταση των μεταμορφωμένων πετρωμάτων ποικίλλει πάρα πολύ. Μπορεί βέβαια να αντιστοιχεί στη σύσταση του αντίστοιχου πυριγενούς ή ιζηματογενούς πετρώματος, πολλές φορές όμως μπορεί να είναι τελείως διαφορετική από αυτές λόγω μετασωμάτωσης. Παρόλα αυτά είναι δυνατό συχνά να καθορίσουμε τη φύση του αρχικού πετρώματος από τη χημική του σύσταση ακόμη και σε περίπτωση που αυτό έχει τελείως ανακρυσταλλωθεί και ο αρχικός του ιστός καταστράφηκε. Μερικά χημικά κριτήρια που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ιζηματογενή προέλευση ενός μεταμορφωμένου πετρώματος είναι: α) η περίσσεια οξειδίου, η οποία στον υπολογισμό της δυνητικής σύστασης (Norm) εμφανίζεται ως c(=al 2 O 3, δυνητικό κορούνδιο). Εαν το c υπερβαίνει το 5% τότε μέχρι 10% η ιζηματογενής προέλευση είναι πιθανή, εάν το c είναι μεγαλύτερο του 10% τότε η ιζηματογενής προέλευση είναι σχεδόν βέβαιη. β) το K 2 O>Na 2 O σε συνδυασμό με MgO>CaO. To γνώρισμα αυτό είναι χαρακτηριστικό των αργιλωδών πετρωμάτων και κυρίως εκείνων που περιέχουν αξιόλογα ποσά ιλλίτη και μοντμοριλλονίτη. γ) Υψηλές περιεκτικότητες σε SiO 2 πράγμα που σημαίνει πιθανότατα ότι το πέτρωμα ήταν στην αρχή ψαμμίτης ή κερατόλιθος. Η συνολική χημική σύσταση ενός πετρώματος μπορεί να μείνει σταθερή κατά το μεταμορφισμό (ισοχημική μεταμόρφωση) ή να αλλάζει με την είσοδο ή απομάκρυνση υλικού στο μεταμορφικό σύστημα (αλλοχημική μεταμόρφωση, μετασωμάτωση). Ακόμη και στην ισοχημική μεταμόρφωση μπορούμε να έχουμε ορισμένη μεταφορά υλικού. Το νερό και άλλες πτητικές ουσίες, έστω και σε ελάχιστες ποσότητες, βρίσκονται πρακτικά σε όλα τα πετρώματα. Αυτά ελευθερώνονται με την πυριγενή δραστηριότητα ή άλλες διεργασίες και γίνονται μέσο μεταφοράς υλικού στις μεταμορφικές λειτουργίες. Παρατηρήσεις και πειράματα έχουν αποδείξει ότι η μετασωμάτωση είναι το αποτέλεσμα εισαγωγής ή απομάκρυνσης υλικού με υγρά ή αέρια. Ορυκτολογία των μεταμορφωμένων πετρωμάτων. Εφόσον η χημική σύσταση των μεταμορφωμένων πετρωμάτων ποικίλλει τόσο πολύ είναι φανερό ότι η ορυκτολογία τους θα είναι αντίστοιχα διάφορη. Εξάλλου τα μεταμορφωμένα πετρώματα σχηματίζονται κάτω από διάφορες θερμοκρασίες και

πιέσεις. Ακόμη και στην περίπτωση που δεν συμβαίνει καμιά μεταβολή στην ολική σύσταση, είναι δυνατό μια ορυκτολογική ένωση σταθερή κάτω από ορισμένες συνθήκες Ρ, Τ να αντικατασταθεί από άλλη τελείως διαφορετική κάτω από άλλες συνθήκες Ρ, Τ. Πίνακας 27. Πυριτικά ορυκτά των μεταμορφωμένων πετρωμάτων (με βάση 2 οξυγόνα). Ορυκτό Τύπος Si Al Μg Ca Fe Na K Χαλαζίας Ανδαλουσίτης Κορδιερίτης Πυρωπό Χλωρίτης Ενστατίτης Ανθοφυλλίτης Τάλκης Σερπεντίνης Φορστερίτης SiO 2 Al 2 SiO 5 Mg 2 Al Si 5 O 1 Mg 3 Al 2 (SiO ) 3 Mg 5 Al(AlSi 3 O 10 )(OH) MgSiO 3 Mg 7 (Si O 11 ) 2 (OH) 2 Mg 3 (OH) 2 Si O 10 Mg 3 (OH) Si 2 O 5 Mg 2 Si 12 ~5 ~7 5 ~10 ~5 ~3 ~3 ~7 7 12 Σταυρόλιθος Χλωριτοειδής Αλμανδίνης Fe 2 Al 9 Si O 23 (OH) Fe 2 Al 2 (Al 2 Si 2 O 10 )(OH) Fe 2 Al 2 (SiO ) 3 ~ 9 ~ 2 ~ Κουμμινγκτονίτης Βολλαστονίτης Fe 7 (Si O 11 ) 2 (OH) 2 CaSiO 3 7 Γροσσουλάρης Ζοϊσίτης Ανορθίτης Ca 3 Al 2 (SiO ) 3 Ca 2 Al 3 (SiO ) 3 (OH) CaAl 2 Si 2 O ~ ~ ~ 3 Διοψίδιος Τρεμολίτης CaMgSi 2 O Ca 2 Mg 5 (Si O 11 ) 2 (OH) 2 5 2 Ιαδεΐτης NaAlSi 2 O Αλβίτης NaAlSi 3 O 9 3 3 Καλιούχος άστριος Μοσχοβίτης KAlSi 3 O KAl 2 (OH) 2 (AlSi 3 O 10 ) 9 3 3 2

Στον πίνακα 27 δίνεται μια σειρά από ορισμένα πυριτικά ορυκτά των μεταμορφωμένων πετρωμάτων με τη χημική τους σύσταση. Οι αριθμοί των κατιόντων στον πίνακα προέρχονται από τους χημικούς τύπους των ορυκτών όταν τους ανάγουμε σε κοινή βάση 2(Ο, ΟΗ) ιόντων. Ο πίνακας αυτός μας δίνει ένα χρήσιμο τρόπο γρήγορης σύγκρισης των ορυκτών έτσι ώστε να μπορούμε να καθορίσουμε ποιες προσθήκες ή αφαιρέσεις χρειάζονται για να μετατραπεί ένα ορυκτό σε άλλο ανάλογης σύστασης καθώς και ποια ορυκτά μπορούν να εμφανιστούν σε πετρώματα ορισμένης σύστασης. Ισοχημική μεταμόρφωση. Με τον όρο αυτό εννοούμε τη μεταβολή ενός πετρώματος χωρίς να αλλάξει η χημική του σύσταση. Η γεωχημική έρευνα των διεργασιών της μεταβολής των πετρωμάτων κατά το μεταμορφισμό προϋποθέτει να έχουμε επαρκείς αναλύσεις μεταμορφωμένων πετρωμάτων που προήλθαν από το ίδιο μητρικό πέτρωμα και από διάφορα της μεταμόρφωσης. Αυτό φαινομενικά βέβαια είναι εύκολο, στην πραγματικότητα όμως παρουσιάζει κάποιες δυσκολίες. Πρώτα θα πρέπει να διασαφηνιστεί, όσο βέβαια είναι δυνατό, ότι το μητρικό πέτρωμα και το προϊόν της μετατροπής αντιστοιχούν στο ίδιο υλικό. Αυτό φαίνεται στην περίπτωση των ιζηματογενών πετρωμάτων όπου ένα ορισμένο στρώμα διατηρεί σε τόσο μεγάλο βαθμό τη σύστασή του ώστε η προμεταμορφική του κατάσταση να μπορεί να θεωρηθεί με βεβαιότητα αμετάβλητη. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και με τα μαγματικά μητρικά πετρώματα τα οποία συχνά είναι αρκετά ομοιογενή. Ομως στην πράξη πάρα πολλά ιζηματογενή ή μαγματικά πετρώματα παρουσιάζουν μικρές ετερογένειες όταν τα εξετάζουμε με ευαίσθητες γεωχημικές μεθόδους. Εάν λοιπόν πρέπει να προσδιοριστούν οι διαφορές μεταξύ του μητρικού πετρώματος και του τελικού μεταμορφικού προϊόντος θα πρέπει να είναι γνωστή με ακρίβεια η αρχική ετερογένεια τόσο του πρώτου όσο και του δεύτερου. Μια δεύτερη δυσκολία προκύπτει από το ότι η μεταβολή των πετρωμάτων γενικά προχωρεί σταδιακά. Ετσι οι μεταμορφικές διεργασίες γίνονται ακανόνιστα δηλαδή ανάλογα με την αρχική σύσταση του πετρώματος. Οι γεωχημικές διαφορές που βρίσκονται σε μια σειρά μεταμορφωμένων πετρωμάτων μπορούν λοιπόν να προέρχονται είτε από αρχικές ετερογένειες ή μπορούν να οφείλονται σε εκλεκτικό μεταμορφισμό. Παραπέρα μπορούν να ερμηνευτούν με εκλεκτικό μεταμορφισμό που

ακολουθεί τις αρχικές ετερογένειες. Το κλειδί για την ερμηνεία στο πολύπλοκο αυτό πρόβλημα μπορεί να βρεθεί ως εξής: Αν οι διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στο μητρικό πέτρωμα και το πανομοιότυπο μεταμορφωμένο είναι μεγαλύτερες από την ετερογένεια του μητρικού πετρώματος η οποία καθορίστηκε στατιστικά, τότε είναι πολύ πιθανό οι διαφορές αυτές να οφείλονται σε μεταμορφικές αντιδράσεις. Αυτό το συμπέρασμα βγαίνει από τη στατιστική σύγκριση των συγγενετικών σειρών δειγμάτων που προήλθαν κάτω από συνθήκες αυξανόμενου μεταμορφισμού (πίνακας 2). Τέλος η τελευταία πιθανόν κυριότερη δυσκολία στη γεωχημική μελέτη των μεταμορφωμένων πετρωμάτων προκύπτει από το γεγονός ότι κατά κανόνα οι μεταμορφικές Πίνακας 2. Μέσες τιμές τυπικών δειγμάτων μεταμορφωμένων πετρωμάτων πηλιτικής προέλευσης. (Από Mason, 19). 1 2 3 5 Αργιλικοί φιλλίτες Φυλλίτες Μαρμαρ. Κινζιγκίτες Ι ΙΙ σχιστόλιθοι σχιστόλιθοι SiO 2 TiO 2 Al 2 O 3 Fe 2 O 3 FeO MnO MgO CaO Na 2 O K 2 O H 2 O + P 2 O 5 CO 2 C SO 3 S 0,15 0,7 1,5,0 2,90 ίχνη 2,32 1,1 1,01 3,0 3,2 3,15 1, 0. 0,5 0,1 0,7 17,70 2,5,7 0,1 3,01 1,52 1,2 3,79 3,19 0,19 0.30 0,3 0,10 0,0 1,7 0,73 1,5 2,3 5,5 0,07 2,35 1,9 1,9,1 2,32 0,27 0,01 0,2 0,91 1,1 2,5, 0,09 3,7 0,9 1,0 3,25 2,39 0,21 0,1 59, 0,75 17,2 2,2 5, 0,13 3,2 1,2 1,9 3,32 2,23 0,0

αντιδράσεις συμβαίνουν με σύγχρονη αλλαγή αρκετών ανεξαρτήτων παραμέτρων, όπως θερμοκρασίας, ολικής πίεσης, μερικής πίεσης νερού, μερικής πίεσης άλλων πτητικών καθώς και μιας μάλλον ποικίλουσας συγκέντρωσης των χημικών στοιχείων λόγω προσθήκης ή απομάκρυνσης ευκίνητων συστατικών. Στις γεωχημικές έρευνες συνήθως θεωρούμε μόνο μια από τις παραπάνω παραμέτρους παθαίνει μια ελεγχόμενη μεταβολή ενώ τις άλλες θεωρούμε ότι παραμένουν σταθερές. Στην πραγματικότητα βέβαια αυτό δύσκολα συμβαίνει. Για να λύσουμε όμως το πολύπλοκο αυτό πρόβλημα είναι απαραίτητο να αθροίσουμε αρκετές από αυτές τις παραμέτρους, οι οποίες σύμφωνα με τις γεωλογικές εμπειρίες και δεδομένα που έχουμε συνήθως πηγαίνουν μαζί. Από τις μελέτες που έχουν γίνει πάνω σε μια "φυσική σειρά" πετρωμάτων αυξανόμενης γενικής μεταμόρφωσης προκύπτει ότι καμία βασική αλλαγή δεν προκύπτει στη σύσταση καθώς προχωρεί ο μεταμορφισμός. Οι μόνες φανερές μεταβολές είναι η ελάττωση του Η 2 Ο και CaCO 3 καθώς και η ελάττωση του Fe 3+. Ετσι λοιπόν δεχόμαστε ότι σε φυσικές συνθήκες ο γενικός μεταμορφισμός προχωρεί κατά ένα συντηρητικό τρόπο από γεωχημικής πλευράς. Αυστηρά ισοχημικές αντιδράσεις συμβαίνουν, αλλά σπάνια, ιδιαίτερα μέσα στο ίδιο ορυκτό. Η ολική όμως σύσταση του πετρώματος παραμένει γενικά αμετάβλητη. Σαν συμπέρασμα θα μπορούσαμε να πούμε ότι από τη μια πλευρά έχουμε "φυσικές σειρές" αυξανόμενου μεταμορφισμού στις οποίες οι μεταβολές γενικά συμβαίνουν ισοχημικά και οι μετακινήσεις είναι σχετικά περιορισμένες και από την άλλη πλευρά υπάρχουν αλλοχημικές "φυσικές σειρές" που χαρακτηρίζονται από εκτεταμένη μετακίνηση ευκίνητων συστατικών μέσα στο φλοιό της γης. Προφανώς και οι δύο τύποι μπορούν να βρίσκονται συγχρόνως ή και ακόμη να συγχωνεύονται μεταξύ τους μέχρι ένα βαθμό. Μετασσωμάτωση (Αλλοχημική μεταμόρφωση). Μεταξύ όλων των δυνατών αλλοχημικών αντιδράσεων που συμβαίνουν κατά το μεταμορφισμό η έννοια της μετασωμάτωσης μπορεί να ορισθεί ως η ειδική διεργασία της πρακτικά ταυτόχρονης διάλυσης και επαναπόθεσης. Με τη μετασωμάτωση ένα ορυκτό ή συσσωματώματα ορυκτών αντικαθίστανται από νέα με σύσταση μερικώς ή ολικώς διαφορετική. Η διεργασία αυτή της άμεσης αντικατάστασης ενός ορυκτού από άλλο είναι προφανώς πολύ μεγάλης σημασίας κατά τη μεταμόρφωση. Η αλλαγή στη σύσταση μπορεί να ποικίλλει ποσοτικά, υπάρχουν όμως πολλές περιπτώσεις κατά τις οποίες πρέπει να υποθέσουμε πλήρη αλλαγή όλων των στοιχείων, διότι δεν παρατηρούνται

υπολείμματα των προηγούμενων ορυκτών. Σε άλλες περιπτώσεις ορισμένα γεωχημικά "αδρανή" (ακίνητα) στοιχεία παραμένουν, ενώ άλλα ευκίνητα ανταλλάσσονται. Ποιο από αυτά τα στοιχεία αδρανεί η κινητοποιείται εξαρτάται κατά πολύ από τις ΡΤΧσυνθήκες που επικρατούν. Για αυτό το λόγο είναι δύσκολο να καθορίσουμε μια σειρά γεωχημικής κινητικότητας η οποία θα μπορούσε να ισχύει για όλες τις ΡΤΧσυνθήκες. Γενικά είναι ευκίνητα εκείνα τα συστατικά τα οποία εύκολα διαλύονται σε υδροθερμικά διαλύματα όπως το Na και Κ. Αντίθετα το Al μπορεί κάτω από τις περισσότερες συνθήκες του φλοιού της γης να θεωρηθεί μάλλον σαν ακίνητο. Η σειρά από υψηλή προς χαμηλή γεωχημική κινητικότητα που προτάθηκε είναι η παρακάτω: Η 2 Ο, CO 2, S, SO 3, Cl, K 2 O, Na 2 O, F, CaO, O 2, Fe, MgO, SiO 2, P 2 O 5, Al 2 O 3, TiO 2. Οπως ήδη αναφέρθηκε η σειρά αυτή μπορεί να ισχύσει μόνο σαν γενική αρχή, διότι παρουσιάζονται πολλές αποκλίσεις που εξαρτώνται από το μεταφορικό μέσο, το βαθμό οξείδωσης κ.λ.π. Οσο αφορά την κινητικότητα μερικών άλλων στοιχείων (π.χ. Pb, Rb, Tl και Au) κατά τη διάρκεια της γενικής (regional) μεταμόρφωσης, δεν έχουμε σαφείς ενδείξεις. ιδιαίτερα στους υψηλούς βαθμούς μεταμόρφωσης. Πολλές μεταμορφικές αλλαγές δεν είναι ισοχημικές αλλά παρουσιάζουν είσοδο ορισμένων στοιχείων στο πέτρωμα από εξωτερικές πηγές ή και απομάκρυνση άλλων στοιχείων. Οι λειτουργίες αυτές ορίζουν τη μετασωμάτωση. Οι ουσιαστικές μεταβολές επιτυγχάνονται με τη δράση χημικώς ενεργών υγρών και συχνά συμβαίνουν κάτω από συνθήκες σταθερού όγκου πετρώματος έτσι ώστε να έχουμε ελάχιστη διατάραξη του ιστού του. Το νερό και το διοξείδιο του άνθρακα είναι ευκίνητα κατά τη διάρκεια του μεταμορφισμού και μπορούν να διαφύγουν με διαδικασίες αφυδάτωσης και διάσπασης των ανθρακικών αντίστοιχα CaMg(CO 3 ) 2 + 2SiO 2 CaMgSi 2 O + 2CO 2 δολομίτης χαλαζίας διοψίδιος ή και να δημιουργηθούν όπως π.χ. κατά το σχηματισμό καολίνη από αλκαλιούχους αστρίους 2ΚAlSi 3 O + 2H 2 O Al 2 Si 2 O 5 (OH) + K 2 O + SiO 2 άστριος καολίνης

Πετρώματα που βρίσκονται κοντά στην επιφάνεια του φλοιού της γης, όταν μεταμορφώνονται υπόκεινται σε ενυδάτωση και οξείδωση λόγω επίδρασης της ατμόσφαιρας και υδρόσφαιρας. Οι κυριότερες κατηγορίες μετασωμάτωσης είναι πέντε και κάθε μια συνδέεται με την παρουσία ενός ή περισσοτέρων στοιχείων. Δηλαδή: α) Αλκαλιούχος μετασωμάτωση. Αλκαλιμέταλλα, β) Ασβεστιούχος μετασωμάτωση. Ca, γ) Fe Mg πυριτική μετασωμάτωση. Fe, Mg, SiO 2, δ) Βοριούχος μετασωμάτωση, B, Li, F, Cl, Si, Sn, ε) CO 2 μετασωμάτωση. CO 2 Η προσθήκη ή απομάκρυνση κυρίων στοιχείων και ιχνοστοιχείων κατά τη μετασωμάτωση εξαρτάται από την ορυκτολογία των μετασωματούμενων πετρωμάτων και από τη σύσταση των μετασωματικών υγρών. Τα Cl και CO 32 είναι άφθονα κατά την πορεία ορισμένων μετασωματικών αντιδράσεων (π.χ. σκαπολιθίωση) και δημιουργούν κατάλληλες συνθήκες για την κινητικότητα πολλών στοιχείων. Το ίδιο ισχύει και για τα F και SO 2. Η αλκαλιούχος μετασωμάτωση είναι δυνατό να ευνοήσει την είσοδο στις αντιδράσεις πολλών ιχνοστοιχείων (εκτος βέβαια από τα Νa και Κ) όπως Nb, Ba, REE, (σπανίων γαιών), Ta και Re. Γενικά η αλκαλιούχος μετασωμάτωση είναι σημαντική διεργασία το W και το Tl π.χ. είναι στοιχεία τα οποία κατά μεν τη νατριούχο μετασωμάτωση τείνουν να απομακρυνθούν, ενώ κατά την καλιούχο να εισαχθούν. Το Ga αντίθετα συνδέεται περισσότερο με τη νατριούχο παρά με την καλιούχο μετασωμάτωση. Η παρουσία μιας σχετικά υψηλής πτητικότητας θείου μπορεί να προκαλέσει την απελευθέρωση πολλών βαριών μετάλλων όπως Hg, Ag, Sn, Sb, As, W, Mo και Au, τα οποία σχηματίζουν ευδιάλυτες σουλφιδικές και υδροσουλφιδικές ενώσεις. Τα διάφορα αλκαλικά διαλύματα πιθανόν λειτουργούν σαν μέσα μεταφοράς για μερικά ελαφρύτερα στοιχεία π.χ. το Be σχηματίζει σταθερά και ευδιάλυτα ανθρακοβηρυλικά σύμπλοκα σε αλκαλικά διαλύματα και σε περιοχές ph 712. Πολλές προσπάθειες έχουν γίνει προκειμένου να προσδιορισθεί η φύση και σύσταση των μετασωματικών υγρών. Διαλύματα ή αέρια πλούσια σε αλογόνα δρουν σαν μεταφορικά μέσα για πολλά στοιχεία όπως τα αλκαλιμέταλλα και τις αλκαλικές γαίες. Τα αλογόνα, κυρίως το χλώριο, είναι δυνατό να παίζουν σημαντικό ρόλο στις αλλοιώσεις των πετρωμάτων, όπως π.χ. στην σερπεντινίωση. Για τις αντιδράσεις μετατροπής του φορστεριτικού ολιβίνη σε σερπεντίνη επικρατούσε η άποψη ότι χρειαζόταν η παρουσία μόνο νερού για να σχηματιστεί σαν δεύτερο προϊόν βρουτσίτης.

2Mg 2 SiO + 3H 2 O Mg 3 Si 2 O 5 (OH) + Μg(ΟΗ) 2 (1) ολιβίνης σερπεντίνης βρουτσίτης ή αλλιώς με την απομάκρυνση SiO 2 5Mg 2 SiO + H 2 O Mg 3 Si 2 O 5 (OH) + ΜgΟ + SiO 2 (2) Εάν όμως υπάρχουν επαρκείς ποσότητες από διαλύματα ή αέρια που φέρουν CO 2, τότε είναι δυνατό να δημιουργηθεί μαγνησίτης από το οξείδιο του μαγνησίου που ελευθερώνεται με τη σερπεντινίωση. Δηλαδή πως φαίνεται οι αντιδράσεις (1) και (2) αντιπροσωπεύουν τις απλούστερες μόνο περιπτώσεις αλλοιώσεων. Ακόμη έχει παρατηρηθεί, ύστερα από πολύ προσεκτική μελέτη με μικροαναλυτή, ότι κατά τη μερική σερπεντινίωση ενός δουνίτη, εκτός από το νικέλιο που ελευθερώνεται από το μη αλλοιούμενο υλικό που βρίσκεται σε επαφή με σερπεντινικές φλέβες, διαπιστώνεται επίσης σημαντική συγκέντρωση (μέχρι 0,5%) χλωρίου αντίθετα ένας αναλλοίωτος ολιβίνης δεν παρουσιάζει σχεδόν καθόλου χλώριο. Το στοιχείο αυτό λοιπόν παρουσιάζει εξαιρετικά μεγάλη κινητικότητα και γι αυτό εξαφανίζεται μετά την αλλοίωση του πετρώματος. Πάντως γενικά κατά τη διαδικασία μιας μετασωμάτωσης δεν είναι πάντα εύκολο να προσδιορίσουμε την κινητικότητα ορισμένων στοιχείων γι αυτό χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή όταν χρησιμοποιούμε τις συγκεντρώσεις ιχνοστοιχείων για να βγάλουμε συμπεράσματα όπως π.χ. πετρογενετικά. Ο πρώτος σπουδαίος παράγοντας αποτελεσματικότητας των μετασωματικών διεργασιών βασίζεται στην αντίσταση που παρουσιάζει το μητρικό πέτρωμα (παλαιόσωμα) στα διεισδύοντα μετασωματικά υλικά. Στα πορώδη πετρώματα τα υγρά και τα αέρια μπορούν εύκολα να διαχέονται. Στα περισσότερα όμως μεταμορφωμένα πετρώματα τα ανοίγματα των πόρων κλείνονται από ανακρυστάλλωση, έτσι ώστε κάθε μεταφορά με διάχυση μπορεί να συμβεί μόνο κατά μήκος των διαστημάτων μεταξύ των κόκκων. Αυτού του είδους η μετακίνηση προφανώς ευνοείται από την παραμόρφωση. Η κατάκλαση, δηλαδή το σπάσιμο και κομμάτιασμα ορυκτών και πετρωμάτων μέσα στη ζώνη παραμόρφωσης βοηθούν στη μεταφορά μετακινούμενου υλικού. Δεύτερος παράγοντας είναι ο βαθμός αντίδρασης του παλαιοσώματος σε σχέση με το ενεργό νεοσωματικό υγρό ή αέριο. Π.χ. η αντίδραση προχωρεί γρήγορα αν το παλαιόσωμα έχει κυρίως βασικό χαρακτήρα, δηλαδή αν είναι πλούσιο σε Ca, Mg και Fe και το νεοσωματικό υλικό έχει όξινο χαρακτήρα δηλαδή είναι πλούσιο σε HCl, HF

κ.λ.π. Κάτω από αυτές τις συνθήκες μπορεί να έχουμε ένα αξιόλογο τοπικό εμπλουτισμό των προϊόντων της αντίδρασης. Αν όμως οι χημικές διαφορές είναι μικρές, τα προϊόντα της αντίδρασης συχνά διασκορπίζονται και η τοπική συγκέντρωση νεοσωματικών ορυκτών είναι γενικά μικρή. Αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία σε ότι αφορά τις μετασωματικές μεταλλευματικές αποθέσεις. Εάν ο βαθμός της αντίδρασης είναι μικρός και η διεισδυτικότητα μεγάλη, τότε η αντίδραση της ματασωμάτωσης συμβαίνει σαν ένα είδος διήθησης ή εμπότισης. Σ' αυτή την περίπτωση το όριο μεταξύ παλαιοσώματος και νεοσώματος είναι μάλλον ακανόνιστο. Εάν ο βαθμός αντίδρασης του παλαιοσώματος είναι μεγάλος και η διεισδυτικότητά του μικρή, σχηματίζεται ένα μετασωματικό μέτωπο. Σ' αυτή την περίπτωση το όριο μεταξύ του παλαιοσώματος και του νεοσώματος είναι κατά πάσα πιθανότητα συνεχές. Θα πρέπει να τονιστεί επίσης, ότι πλήρης μετασωμάτωση ακόμη και παλαιοσωμάτων που διαφέρουν πάρα πολύ, μπορεί να δώσει στο τέλος ένα σχεδόν ομοιόμορφο νεόσωμα. Η ταξινόμηση των μετασωματικών πετρωμάτων και μεταλλευμάτων βασίζεται στο γεωχημικό χαρακτήρα του νεοσώματος επειδή το παλαιόσωμα κατά κανόνα έχει αλλοιωθεί όσο αφορά την αρχική του σύσταση. Κινητικοί μηχανισμοί κατανομή των στοιχείων στα πετρώματα. Η γένεση τόσο των πυριγενών όσο και των μεταμορφωμένων πετρωμάτων συνεπάγεται την κίνηση διαφόρων χημικών ουσιών σε ευρεία κλίμακα. Η φύση, ταχύτητα και διάρκεια των διαδικασιών δημιουργίας ενός πετρώματος έχουν άμεση σχέση με τη χημική σύσταση του τελικού προϊόντος. Το να συμπεράνει κανείς την πετρολογική ιστορία ενός πετρώματος είναι πολύ δύσκολο διότι πολλές φορές συμβαίνουν διαδικασίες και αντιδράσεις που δεν γίνονται αντιληπτές στον παρατηρητή. Γι αυτό λοιπόν δεν είναι περίεργο το γεγονός ότι θέτουμε σαν απαραίτητους μερικούς περιορισμούς όταν προσπαθούμε να προσδιορίσουμε την προέλευση ενός πετρώματος, όπως π.χ. ότι κατά τη γενική μεταμόρφωση τα πετρώματα συμπεριφέρονται σαν κλειστό χημικό σύστημα. Ετσι κατά η δημιουργία των πυριγενών πετρωμάτων διακρίνουμε γενικά τρία στάδια μεταβολών: α) Γένεση του συστήματος. β) Μεταφορά και κατά τόπους συγκέντρωση του μάγματος.

γ) Στερεοποίηση του μάγματος. Οι επιμέρους διαδικασίες των τριών αυτών σταδίων είναι οι εξής: α) Γένεση του μάγματος. 1. Φύση και σύσταση του αρχικού υλικού. 2. Ταχύτητα και βαθμός της τήξης του αρχικού υλικού. 3. Ταχύτητα και βαθμός αποχωρισμού της υγρής φάσης από τη στερεά κατά τη διάρκεια της τήξης.. Φυσικοχημικές συνθήκες της τήξης: T, P, P H2O κ.λ.π. β) Μεταφορά και κατά τόπους συγκέντρωση του μάγματος. 1. Αντίδραση του μάγματος με τα περιβάλλοντα πετρώματα. 2. Κλασματική κρυστάλλωση ή διαχωρισμός κατά τη μεταφορά του μάγματος. 3. Ανάμιξη διαφόρων μαγμάτων.. Τρόπος συσσώρευσης κατά χώρους (reservoir) του μάγματος. γ) Στερεοποίηση του μάγματος. 1. Φυσικοχημικές συνθήκες κρυστάλλωσης, Ρ, Τ κ.λ.π. 2. Ταχύτητα ψύξης και κρυστάλλωσης. 3. Εκταση κλασματικής κρυστάλλωσης.. Ανοιγμα του μαγματικού συστήματος. (Το στάδιο αυτό μπορεί να περιλαμβάνει διαφυγή πτητικών, αντίδραση του μάγματος με υπόγεια νερά κ.λ.π.). Σ' όλη την παραπάνω ομάδα μεταβολών θα μπορούσαμε να προσθέσουμε και ένα αριθμό διαδικασιών που συμβαίνουν μετά τη στερεοποίηση. Διάχυση Οι ταχύτητες με τις οποίες συμβαίνουν ορισμένες λειτουργίες στη γεωλογία είναι δυνατό να εξαρτώνται από το είδος και το βαθμό διάχυσης των χημικών συστατικών στο σύστημα. Οι διαδικασίες αλλοίωσης των πετρωμάτων ρυθμίζονται εν μέρει από αυτή την ίδια τη διάχυση των χημικών συστατικών στην επιφάνεια του πετρώματος ή κατά μήκος των περιθωρίων των κρυστάλλων ή και ακόμη δια μέσου του κυρίως σώματος του κόκκου του ορυκτού (Σχ. 20). Οι ταχύτητες της ανάπτυξης των κρυστάλλων μπορούν να εξαρτώνται από τις ταχύτητες διάχυσης στο τήγμα ή στο μάγμα.

Σχήμα 20. Σχηματική αναπαράσταση των τρόπων που ακολουθεί η διάχυση. (Από Mason and Moore, 192). 1. Επιφανειακή διάχυση (S). 2. Διάχυση στις επαφές των κόκκων (G). 3. Διάχυση μέσα στους κόκκους (V). Διάχυση στα τήγματα. Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολλές μελέτες πάνω στη διάχυση που συμβαίνει σε πυριτικά τήγματα. Ειδικότερα μελετήθηκε η διάχυση των αλκαλίων, των αλκαλικών γαιών και των μεταβατικών στοιχείων (transition elements). Τα δεδομένα που έχουμε μας βοηθούν να βγάλουμε τα παρακάτω συμπεράσματα: α) Πολλά κατιόντα (όχι όμως όλα) διαχέονται με μεγαλύτερες ταχύτητες σε ένα βααλτικό τήγμα παρά σε ένα πιο όξινο. β) Οι ενέργειες ενεργοποίησης (activation energies) των διάφορων κατιόντων όσον αφορά τη διάχυση σε ένα βασαλτικό τήγμα δεν είναι ούτε σταθερά μεγαλύτέρες ούτε μικρότερες από τις ενέργειες ενεργοποίησης των κατιόντων σε ένα πιο όξινο τήγμα. γ) Φαίνεται να υπάρχει άμεση σχέση μεταξύ ενέργειας ενεργοποίησης και της ιοντικής ακτίνας για κατιόντα με ορισμένη κατάσταση οξείδωσης. Π.χ. σε ένα βασαλτικό τήγμα η ενέργεια ενεργοποίησης αυξάνει όταν αυξάνεται η ιοντική ακτίνα των Μ + ιόντων αλλά ελαττώνεται σε σχέση με την ακτίνα σε ορισμένα Μ 3+ ιόντα. δ) Προσθήκη νερού σε γρανιτικό τήγμα μπορεί να αυξήσει τις σταθερές διάχυσης των κατιόντων κατά αρκετές τάξεις μεγέθους.

Διάχυση στα στερεά σώματα. Τα δεδομένα που έχουμε σχετικά με τη διάχυση στα πυριτικά πετρώματα βοηθούν τους πετρολόγους στο να καθορίσουν τις ταχύτητες των μεταμορφικών αντιδράσεων ή να προσδιορίσουν διαδικασίες χημικής εξισορρόπησης στα συστήματα των πυριγενών πετρωμάτων. Οι ταχύτητες διάχυσης των περισσοτέρων ιόντων στα ορυκτά είναι πολύ μικρές, αλλά σημαντικές μέσα στα πλαίσια του παράγοντα "γεωλογικός χρόνος". Η διάχυση των ιόντων στο πλέγμα των κρυστάλλων μπορεί να συμβεί με ένα από τους παρακάτω τέσσερις μηχανισμούς: (α) Μηχανισμός ανταλλαγής θέσεων γειτονικών ατόμων ή ιόντων. Ο μηχανισμος αυτός παρουσιάζει υψηλή ενεργοποίηση (activation energy). (β) Ενδόθετος μηχανισμός κατά τον οποίο ιόντα (ή άτομα) σχετικά μικρού μεγέθους μπορούν να μετακινηθούν από μία θέση μέσα στη δομή σε μία άλλη. Μ' αυτή τη λειτουργία συνδέεται χαμηλή ενεργοποίηση. (γ) Μηχανισμός κατά τον οποίο ένα άτομο (ή ιόν) εκτοπίζεται από μία θέση πλευρική της δομής σε μία μεσοδιαστημική θέση, από άλλο άτομο παρόμοιου μεγέθους το οποίο στη συνέχεια καταλαμβάνει στην πλευρική θέση του προηγούμενου. Η ενεργοποίηση γι' αυτό το μηχανισμό είναι σχετικά υψηλή. (δ) Μηχανισμός κενών ή ελλιπών θέσεων που είναι και ο πιο κοινός στις περιπτώσεις διάχυσης ατόμων στο πλέγμα. Κατ' αυτόν άτομα γειτονικά σε μια κενή ή ελαττωματική θέση ενός κρυσταλλικού πλέγματος, μετακινούνται προς αυτή τη θέση και μ' αυτό τον τρόπο δημιουργούν πίσω τους μια νέα κενή θέση η οποία με τη σειρά της μπορεί να καλυφθεί από άλλο άτομο και ούτω καθεξής. Εχει παρατηρηθεί ότι για κάθε στοιχείο λειτουργεί και διαφορετικός μηχανισμός διάχυσης. Π.Χ. η διάχυση των αλκαλίων στο ορθόκλαστο ελαττώνεται και η ενεργοποίηση αυξάνει όταν αυξάνει η ιοντική ακτίνα. Η μεγάλη διαφορά όμως μεταξύ της ικανότητας προς διάχυση των Na, K και Rb πιστοποιεί τη δράση διαφορετικών μηχανισμών. Εχει παρατηρηθεί ότι το Na διαχέεται με τον (β) μηχανισμό, ενώ το Κ και Rb με τον (δ) ή ίσως τον (γ) μηχανισμό. Επίσης έχει βρεθεί ότι η διάχυση κατιόντων στους ολιβίνες διέπεται από τον (δ) μηχανισμό ενώ στα σουλφίδια από τον (β). Γενικά παρατηρούμε ότι οι ταχύτητες διάχυσης είναι πολύ μικρές για αντιδράσεις που αφορούν κρυσταλλικές φάσεις, είναι όμως σημαντικές κατά τη διάδοση και κατανομή

των στοιχείων στο φλοιό της γης. Οπωσδήποτε η κινητοποίηση των στοιχείων είναι ταχύτερη όταν υπεισέρχεται στο σύστημα μια ρευστή φάση.