υπαίθρου Μια πρώτη προσέγγιση

Σχετικά έγγραφα
Αγροτική Κοινωνιολογία

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Αγροτική Κοινωνιολογία

Αγροτική Κοινωνιολογία

young people in agriculture remains stable. Brussels: Eurostat, Statistics in Focus, Theme 5-7/2002.

Αγροτική Κοινωνιολογία

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΙΣΟΤΗΤΑΣ ΦΥΛΩΝ Β. Η ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΛΕΝΗ ΝΙΝΑ-ΠΑΖΑΡΖΗ ΑΝ. ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αγροτική Κοινωνιολογία

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Πίνακας 4.1 : Eργασιακά χαρακτηριστικά Εργατικό δυναµικό (άτοµα)

ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ Α τρίμηνο 2006

Αγροτική Κοινωνιολογία

Αγροτική Κοινωνιολογία

ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ Δ τρίμηνο 2005

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΠΟΣΟΣΤΩΝ ΑΝΕΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΠΟΣΟΣΤΩΝ ΑΝΕΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ

Αγροτική Κοινωνιολογία

Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου Συνέντευξη Τύπου. Για την παρουσίαση της μελέτης του κ. Ρερρέ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΕΨΕΩΝ

ΖΗΤΗΣΗ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΧΙΟΥ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΙΣ ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Αγροτική Κοινωνιολογία

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Αγροτική Κοινωνιολογία

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ 27 ΜΑΡΤΙΟΥ 2011 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Αγροτική Κοινωνιολογία

Αγροτική Κοινωνιολογία

Πειραιάς, 17 Σεπτεμβρίου 2009 ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ Β τρίμηνο 2009

ΚΑΠ και ανταγωνιστικότητα της γεωργίας και των τροφίμων

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ Δ τρίμηνο 2009

2 Η απασχόληση στο εμπόριο: Διάρθρωση και εξελίξεις

«Κοινωνία σε κρίση, αυτοδιοίκηση σε δράση»

Η ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΩΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ ΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΤΩΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ ΣΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ. «Μεικτά» Συστήματα Καπιταλισμού και η Θέση της Ελλάδας

Μερική απασχόληση γυναικών

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟΥ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΟΠΙΚΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΙΔΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ - AD HOC MODULE 2015

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ τρίµηνο 2004

ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ (Ο.Κ.Ε.) ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΥΨΗΛΗΣ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ (Ν. 4071/2012)

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ Γ τρίµηνο 2007

Δεκέμβριος ο Ενημερωτικό Σημείωμα

Πρόταση Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης για τη διαμόρφωση των κατευθύνσεων Αναπτυξιακής Στρατηγικής Προγραμματικής Περιόδου

Η αγορά εργασίας στους κλάδους παρέµβασης, στην ευρύτερη περιοχή του Κεντρικού Τοµέα Αθηνών

1. Γυναίκα & Απασχόληση

με θέμα: Οικονομική κρίση και κρίση απασχόλησης στον τομέα των κατασκευών

ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ Α τρίµηνο 2005

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΕΠΙ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΗ ΣΩΤΗΡΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΔΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΪΌΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ (ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ

ΖΗΤΗΣΗ ΕΙ ΙΚΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΞΙΟΤΗΤΩΝ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΙΣ Ι ΙΩΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

γηγενών στην αγορά εργασίας

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Αγροτική Κοινωνιολογία

Αν. Καθ. Μαρία Καραμεσίνη ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Ημερίδα ΕΙΕΑΔ,«Η αγορά εργασίας σε κρίση», Αθήνα, 9 Ιουλίου 2012

στον πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή τοµέα.

A. ΠΗΓΕΣ &ΜΕΛΕΤΗ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΩΝ ΤΑΣΕΩΝ ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΥΝΟΛΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Θεοδόσιος Παλάσκας, Πάντειο Πανεπιστήμιο Μαρία Τσάμπρα, Πανεπιστήμιο Δυτικής Ελλάδας Χρυσόστομος Στοφόρος, Πάντειο Πανεπιστήμιο

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας Ενότητα 8:

Ε.Π. ΕΘΝΙΚΟ ΑΠΟΘΕΜΑΤΙΚΟ ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΩΝ

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας Ενότητα 8:

Οικονομική κρίση και μετανάστευση κοινωνικο-οικονομικοί παράμετροι και τρόποι διαχείρισης. Γρηγόρης Νεοκλέους Πανεπιστήμιο Λευκωσίας

Εθνικό Ινστιτούτο Εργασίας & Ανθρώπινου Δυναμικού (Ε.Ι.Ε.Α.Δ Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας

«Η επιχειρηματικότητα στις ορεινές περιοχές του Δήμου Πύλης»

Αγροτική Κοινωνιολογία

Δελτίο Μακροοικονομικής Ανάλυσης Ελληνικής Οικονομίας Ιούλιος Δελτίο Τύπου ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ. Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης Ιούλιος 2017

ΑΞΟΝΕΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ Ε.Π. «EΘΝΙΚΟ ΑΠΟΘΕΜΑΤΙΚΟ ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΩΝ »

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ζ Έρευνα του Τ.Ε.Ε. 2006

ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ: Β Τρίμηνο 2010 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ. Πειραιάς, 16 Σεπτεμβρίου 2010

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ - BOOK PRESENTATIONS

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΣΙΜΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ. Εισαγωγή

Η Περιφερειακή Πολιτική της Ε.Ε ( )

Οµιλία του Προέδρου του ΣΕΒ. κ. Οδυσσέα Κυριακόπουλου. «Περιφερειακή Ανάπτυξη και Απασχόληση»

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΚΡΗΤΗΣ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ: Α Τρίμηνο 2013 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ. Πειραιάς, 13 Ιουνίου 2013

Οικονομία. Η οικονομία του νομού Ιωαννίνων βασίζεται στην κτηνοτροφία, κυρίως μικρών ζώων, στη γεωργία και στα δάση. Η συμβολή της βιομηχανίας και

ΖΗΤΗΣΗ ΕΙ ΙΚΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΞΙΟΤΗΤΩΝ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΙΣ Ι ΙΩΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Αγροτική Κοινωνιολογία

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Επιχειρηματική εκμετάλλευση προϊόντων Ε&Τ και καινοτομιών από υφιστάμενες και νεοϊδρυόμενες ΜΜΕ για αύξηση της παραγωγικότητας τους

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

ΑΝΕΡΓΙΑ ΟΡΙΣΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΜΟΡΦΕΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ

ΣΥΝΔΕΣΗ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΜΕ ΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ

Κτηνοτροφία Ορεινών Περιοχών & Κοινωνική Επιχειρηματικότητα ΚΑΝΤΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ, ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. «Η Επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα : Ενδείξεις ανάκαμψης της μικρής επιχειρηματικότητας;»

ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ. «Νέες συνεργασίες μεταξύ εκπαιδευτικών ιδρυμάτων»

ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ. Η ΠΕΤΑ Α.Ε. τηρεί το Μητρώο των Δημοτικών Επιχειρήσεων της Αυτοδιοίκησης Α

Αγροτική Κοινωνιολογία

Θέματα Συνάντησης. Υποστηρικτικό Υλικό Συνάντησης 1

ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ B τρίµηνο 2004

ΓΕΩΓΡΑΦΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ: ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

και Πολιτική Απασχόλησης

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓ. ΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ: Γ Τρίμηνο 2016 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ. Πειραιάς, 15 Δεκεμβρίου 2016

Χαιρετισµός του Γενικού ιευθυντή του ΣΕΒ κ. ιονύση Νικολάου. Στο 1 ο Συνέδριο του ΙΕΠΑΣ µε θέµα : «ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ»

Βιομηχανική Επανάσταση. 6η διάλεξη

ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΑΓΡΟΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α

Transcript:

1 Μετανάστες και τμηματοποιημένες τοπικές αγορές εργασίας της ελληνικής υπαίθρου Μια πρώτη προσέγγιση Εισαγωγή Κατά τα τελευταία έτη η ελληνική οικονομία παρουσίασε υψηλούς ρυθμούς μεγέθυνσης, υπερδιπλάσιους από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Δεδομένου, όμως, ότι η ανάπτυξη αυτή δεν οφείλονταν στην άρση της δυσκαμψίας και των διαρθρωτικών προβλημάτων της, συρρικνώθηκε η ανταγωνιστικότητά της, σε επίπεδο επιχειρηματικής αποτελεσματικότητας και οικονομικής απόδοσης (Γκαργκάνας, 2005; ΙΜD, 2005; ΙΝΕ ΓΣΕΕ / ΑΔΕΔΥ, 2005). Δυσάρεστες είναι οι εξελίξεις και σε επίπεδο απασχόλησης, όπως χαρακτηριστικά αποτυπώνεται στον αργό ρυθμό αύξησης της απασχόλησης, στην υψηλή συνολική ανεργία (9,6% το Β τρίμηνο του 2005, σύμφωνα με την ΕΣΥΕ), το χαμηλό ποσοστό απασχόλησης, που ανέρχεται στο 55,4% του πληθυσμού το 2001 (Διαρθρωτικοί δείκτες ΕΣΥΕ, 2003) και είναι χαμηλότερο από το μέσο όρο της Ε.Ε. (64,1%), και τις αλλαγές στη δομή και τη σύνθεση της απασχόλησης. Κύρια χαρακτηριστικά της δομής της απασχόλησης στη χώρα αποτελούν το μεγάλο ποσοστό μικρών επιχειρήσεων και αυτοαπασχολούμενων (πάνω από 45%), η αυξημένη απασχόληση στο δημόσιο τομέα και στις επιχειρήσεις του Δημοσίου και η εκτεταμένη παραοικονομία. Θέσεις εργασίας δημιουργούνται κυρίως στον τομέα των υπηρεσιών (μεταξύ των οποίων στον τουρισμό και τις οικιακές υπηρεσίες) και των κατασκευών, ενώ η απασχόληση στο γεωργικό τομέα, αν και μειώνεται, εξακολουθεί να είναι σημαντική, όπως σημαντική είναι και η ζήτηση για ανειδίκευτους εργάτες σε μικρές επιχειρήσεις. Φαίνεται ότι η ελληνική οικονομία παράγει, κυρίως, θέσεις εργασίας χαμηλού επιπέδου προσόντων και κοινωνικής αναγνώρισης, ημιειδικευμένων ή ανειδίκευτων εργαζομένων (34% του συνόλου των δημιουργηθεισών θέσεων το 2003 σε σχέση με 21% στην Ε.Ε.). Οι αλλαγές στη δομή της απασχόλησης που σχετίζονται με την επέκταση της εποχιακής, μερικής και υψηλής χωρικής κινητικότητας μορφής απασχόλησης σε τομείς που παρουσιάζουν μείωση του αριθμού των απασχολούμενων νέων, ενισχύουν 1 Η εργασία αυτή συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση, στα πλαίσια του προγράμματος με τίτλο «ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ Ι», του προγράμματος ΕΠΕΑΕΚ ΙΙ του 3 ου Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης του ΥΠ.Ε.Π.Θ., με χρηματοδότηση κατά 25% από εθνικούς πόρους και κατά 75% από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ) 1

την εικόνα μιας τμηματοποιημένης αγοράς εργασίας, όπου υπάρχει ζήτηση περισσότερο ευέλικτων σχέσεων εργασίας και φτηνού εργατικού δυναμικού, δεν αξιοποιείται επαρκώς το ανθρώπινο δυναμικό υψηλού επιπέδου και δεν αποτελεί προτεραιότητα η βελτίωση των δεξιοτήτων και η διαρκής εκπαίδευση του προσωπικού. Ιδιαίτερα οι μορφωμένοι νέοι αναμένουν θέσεις ανάλογες των προσόντων τους και αρνούνται να απασχοληθούν σε επαγγέλματα χαμηλού κύρους γεγονός που, σε συνδυασμό με την άνιση περιφερειακή ανάπτυξη των τομέων της οικονομίας, εξηγεί το έλλειμμα εργασίας που παρουσιάζεται σε κάποιους τομείς, παρά το υψηλό ποσοστό συνολικής ανεργίας. Η εξάρτηση της χώρας από τον πρωτογενή τομέα, ο οποίος δεν είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικός αλλά και εγκαταλείπεται, είναι η υψηλότερη στην Ε.Ε. Το γεγονός αυτό δεν αποτελεί απαραίτητα παράγοντα στασιμότητας της οικονομίας της υπαίθρου. Η διαπίστωση αυτή ενισχύεται από τις νέες πολιτικές περιφερειακής ανάπτυξης της χώρας που απορρέουν από την ΚΑΠ και τις μεταρρυθμίσεις της και την Agenda 2000, όπου τίθενται ζητήματα περιφερειακής εξισορρόπησης και κοινωνικής συνοχής, προστασίας του περιβάλλοντος και του αγροτικού τοπίου και αλλαγών στις χρήσεις γης (Παπαδόπουλος, Α., 2004; Ευστράτογλου και συνεργάτες, 1998; Ανθοπούλου, 2001). Απόρροια αυτών των νέων πολιτικών υπήρξε η διαφοροποίηση των λειτουργιών της υπαίθρου, με αντίστοιχη σταδιακή τομεακή ανακατανομή της οικονομίας αλλά και της διάρθρωσης της απασχόλησης. Χαρακτηριστικά αυτού του μετασχηματισμού της υπαίθρου είναι η μεγάλη μείωση της εργασίας στη γεωργία - λόγω τεχνολογικού εκσυγχρονισμού και αναδιάρθρωσης της γεωργικής παραγωγής, γήρανσης του γεωργικού πληθυσμού και απροθυμίας των νέων να ασχοληθούν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία- και η ανάπτυξη εξωγεωργικών δραστηριοτήτων, όπως είναι ο τουρισμός, η οικιστική επέκταση με την κατασκευή κατοικιών, οι νέες καταναλωτικές συμπεριφορές και η επιστροφή κατοίκων της πόλης στον τόπο καταγωγής τους. Οι δραστηριότητες αυτές δημιούργησαν μια πολυλειτουργική ύπαιθρο όπου η γεωργία εξακολουθεί, ακόμη, να κατέχει κεντρικό ρόλο στην οικονομική και κοινωνική ζωή αλλά, παράλληλα, επεκτείνονται οι ευκαιρίες απασχόλησης στις αγροτικές περιοχές και σε τομείς που δε σχετίζονται με τη γεωργία (τουρισμός, δραστηριότητες επεξεργασίας βασιζόμενες στους αγροτικούς πόρους, άλλες βιομηχανικές δραστηριότητες, εμπόριο και άλλες ιδιωτικές υπηρεσίες) οδηγώντας, 2

ταυτόχρονα, σε έντονες ανάγκες μη-οικογενειακής αγροτικής απασχόλησης (ΜΕΜΟ 05/215 της Ε.Ε., 2005; Kasimis & Papadopoulos, 2005; Ευστράτογλου, 1998). Σε αυτή την τάση συνέβαλλαν τα υψηλότερα εισοδήματα από τη γεωργία, η επέκταση του τουρισμού, η διάχυση των βιομηχανικών δραστηριοτήτων στις αγροτικές περιοχές, η βελτίωση της οικονομικής και κοινωνικής υποδομής και γενικά το υψηλότερο βιοτικό επίπεδο, παράγοντες που έχουν προκαλέσει περαιτέρω ζήτηση ευέλικτου εργατικού δυναμικού. Αυτός ο κοινωνικοοικονομικός μετασχηματισμός του αγροτικού χώρου ενισχύθηκε από τα πρόσφατα μεταναστευτικά ρεύματα προς την Ελλάδα. Οι μετανάστες που έφθασαν στην Ελλάδα κατά τα τελευταία 15 έτη, απάντησαν στις συγκεκριμένες ανάγκες και ευκαιρίες, κυρίως στον τριτογενή και τον πρωτογενή τομέα, καθώς και σε δραστηριότητες της παραοικονομίας, δίνοντας λύσεις στην αναγκαιότητα ενίσχυσης της ευελιξίας των αγορών εργασίας, βοηθώντας στην επιβίωση κλάδων της οικονομίας (ιδιαίτερα της γεωργίας) και στην ανάπτυξη άλλων, επιδρώντας εν τέλει και στον τρόπο ζωής των τοπικών κοινωνιών. Μετανάστες στην ελληνική αγορά εργασίας Οι τομείς που τείνουν να απορροφούν την εργατική δύναμη των μεταναστών χαρακτηρίζονται από μεγάλη ευελιξία ή / και εποχικότητα στην παραγωγή, χαμηλά επίπεδα τεχνολογικής καινοτομίας καθώς είναι, κυρίως, έντασης εργασίας και χαμηλή παραγωγικότητα, ενώ έχουν ανάγκη μείωσης του εργατικού κόστους. Σύμφωνα με την Απογραφή του 2001, το 24,5% των απασχολούμενων μεταναστών εργάζεται στις κατασκευές (κυρίως ως ανειδίκευτοι εργάτες), το 20,5% στις υπηρεσίες (ως επί το πλείστον στις οικιακές υπηρεσίες), σε μη εξειδικευμένες εργασίες στο εμπόριο, τον τουρισμό και την εστίαση το 15,7% και το 17,5% στον αγροτικό τομέα (Kasimis & Papadopoulos, 2005; Baldwin-Edwards, 2004). Σχεδόν όλοι οι μετανάστες εργάζονται σε χαμηλού επιπέδου καθήκοντα. Εντούτοις, η αυξανόμενη παρουσία τους σε δηλωμένες εργασίες συνηγορεί στο συμπέρασμα ότι οι εργασιακές τους συνθήκες έχουν βελτιωθεί σε σχέση με τα πρώτα χρόνια που, στην πλειοψηφία τους, εργάζονταν ανασφάλιστοι ή στην άτυπη αγορά. Παρατηρείται, ακόμη, αυξημένη γεωγραφική και επαγγελματική κινητικότητα, εξαιτίας της επαγγελματικής αστάθειας που διακρίνει τους μετανάστες και της εποχιακής φύσης πολλών από τις επαγγελματικές τους δραστηριότητες (Reyneri, 2003; Fakiolas, 2000; Mingione & Quasoli, 2000; Lianos et al, 1996). Αν 3

και συγκεντρώνονται στα μεγάλα αστικά κέντρα (80% του συνολικού πληθυσμού) εντούτοις η παρουσία τους στις αγροτικές περιοχές μοιάζει να έχει σημαντικότερη δημογραφική, οικονομική και κοινωνική επίδραση (Kasimis, 2004). Παρά το γεγονός ότι ο διαχωρισμός των επαγγελμάτων που ασκούν οι μετανάστες σε σχέση με το φύλο, φαίνεται να περιορίζεται σταδιακά, εντούτοις η απασχόληση γυναικών ως οικιακές βοηθοί αποτελεί αναμφισβήτητη πρακτική. Η υψηλή ζήτηση γι αυτό τον τύπο απασχόλησης οφείλεται στην ανεπάρκεια των προσφερόμενων κοινωνικών υπηρεσιών για τα παιδιά και τους ηλικιωμένους αλλά και στις πιεστικές ανάγκες φροντίδας πάσης φύσεως, αποτέλεσμα της αυξημένης (και καθυστερημένης) εισόδου των ντόπιων γυναικών στην αγορά εργασίας καθώς και της επιβίωσης παλαιών αξιών που σχετίζονται με την κατανομή των εργασιών στο νοικοκυριό. Εκτός από τα οικιακά, παρατηρήθηκε, επίσης, αύξηση των ευκαιριών απασχόλησης γυναικών και σε άλλα επαγγέλματα, όπως είναι η παραγωγή τροφίμων, η εργασία σε μεταποιητικές και εμπορικές επιχειρήσεις καθώς και σε επιχειρήσεις εστίασης. Μόνο ένας πολύ μικρός αριθμός γυναικών επιτυγχάνει να αφήσει τη χειρωνακτική εργασία και να απασχοληθεί σε θέσεις γραφείου ή να λειτουργήσει τη δική του εμπορική επιχείρηση. Αντίστοιχα, για τους άντρες μετανάστες στην Ελλάδα, κύριοι τομείς απασχόλησης είναι οι κατασκευές και η γεωργία. Στις κατασκευές εκτιμάται ότι μετανάστες χωρίς άδεια εργασίας παρέχουν το 50% περίπου της συνολικής απασχόλησης στον τομέα και οι περισσότεροι εξ αυτών είναι Αλβανοί. Πολλοί προσλαμβάνονται σε ημερήσια βάση από σημεία συγκέντρωσής τους, σημαντική ζήτηση προέρχεται από νοικοκυριά για εργασίες που σχετίζονται με επισκευές και συντήρηση ακίνητης περιουσίας τους, μεγάλος αριθμός τους απασχολείται με μισθωτή εργασία σε εργοληπτικές επιχειρήσεις, ενώ απασχολούνται και ως εργολάβοι ή και υπεργολάβοι (Reyneri, 2004). Στον πρωτογενή τομέα, παρά τη συρρίκνωσή του, εμφανίζονται στενότητες σε εποχιακές αγροτικές εργασίες, καθώς η προσφορά αντίστοιχου εγχώριου εργατικού δυναμικού είναι ανεπαρκής. Η απασχόληση των μεταναστών αποτελεί ένα θεμελιώδη παράγοντα της ελληνικής γεωργίας, καθώς παρέχουν το 20% των συνολικών ανθρωποημερών εργασίας και πάνω από το 50% της εξαρτημένης εργασίας, αντικαθιστώντας σταδιακά την παρεχόμενη εργασία από τις γυναίκες, τους νέους και τους ηλικιωμένους (Kasimis & Papadopoulos, 2005). 4

Επιπλέον, σημαντικός αριθμός επιχειρήσεων, ιδιαίτερα μικρομεσαίων, απασχολεί μετανάστες, καθώς δράττουν την ευκαιρία να παραμείνουν ανταγωνιστικές, με την απασχόληση φθηνού εργατικού δυναμικού. Σύμφωνα με τη Baldwin-Edwards και τους συνεργάτες της (2004), δεδομένης της οικονομικής κατάστασης της χώρας και της κυβερνητικής πολιτικής που ενθάρρυνε την παραοικονομία, σε συνδυασμό με την ανεπάρκεια των κοινοτικών ενισχύσεων (εκτός, ίσως, από τις επιχειρήσεις και τις μεγάλες εκμεταλλεύσεις του πρωτογενούς τομέα), η απασχόληση μεταναστών αποτέλεσε βασική διέξοδο, προκειμένου οι επιχειρήσεις αυτές να παραμείνουν ανταγωνιστικές. Αυξημένη, επίσης, παρουσιάζεται η ζήτηση για ανειδίκευτη, ή χαμηλής ειδίκευσης, εργασία σε ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, σε επιχειρήσεις υπηρεσιών τροφοδοσίας, διασκέδασης, οικιακών υπηρεσιών, κ.α. Ως κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις δουλειές των μεταναστών με εξαρτημένη σχέση εργασίας εκλαμβάνονται οι απαιτήσεις για χαμηλή εξειδίκευση, η ανάγκη για φυσική αντοχή, μεγάλο ή και άστατο ωράριο, η μικρή δυνατότητα για επαγγελματική ανέλιξη, σε συνδυασμό με χαμηλή κοινωνική θέση. Ακόμη και στην περίπτωση νόμιμης απασχόλησης, τα συμφωνητικά εργασίας είναι συνήθως αβέβαια και οι μισθοί σε χαμηλότερα επίπεδα από των ντόπιων. Σημαντική, επίσης, είναι η αυξητική τάση μεταναστών που εργάζονται ως αυτοαπασχολούμενοι, αν και ο αριθμός τους είναι μικρός λόγω, πιθανόν, θεσμικών δυσκολιών, αλλά και λόγω του μεγάλου αριθμού Ελλήνων αυτοαπασχολούμενων που συνεπάγεται συγκριτικά λίγο χώρο για νεοεισερχόμενους μετανάστες. Δεδομένης της διαθεσιμότητάς τους και της ανάγκης τους να εργαστούν, οι μετανάστες συμμετέχουν στην αναπαραγωγή της παραοικονομίας. Πολλές εμπειρικές έρευνες ανέδειξαν τη συσχέτιση ανάμεσα στη δυναμική της παραοικονομίας και στην οικονομική μετανάστευση (Fakiolas, 2000; Ψημμένος, 1998; Lianos et al, 1996). Θεωρώντας, όμως, δεδομένο το ότι η ελληνική οικονομία είχε μεγάλη παραοικονομία ακόμη και την εποχή που εξήγαγε εργατικό δυναμικό στις περισσότερο ανεπτυγμένες βιομηχανικές χώρες, γίνεται κατανοητό γιατί η ύπαρξη παραοικονομικής δραστηριότητας με σημαντικό ειδικό βάρος δεν προϋποθέτει την προσέλκυση μεταναστών. Η διαθεσιμότητα του φτηνού και πολιτικά αδύναμου ξένου εργατικού δυναμικού καλύπτει υπαρκτές ανάγκες και την αυξημένη ζήτηση για φτηνή, ελαστική και συχνά άτυπη εργασία (Ψημμένος, 1998). 5

Η απασχόλησή τους στην παραοικονομία πραγματοποιήθηκε ταυτόχρονα με μια σημαντική μετακίνηση αντικειμένων απασχόλησης από την απλήρωτη οικογενειακή εργασία στη μισθωμένη εργασία. Διάφορες οικονομικές δραστηριότητες που πραγματοποιούνταν με οικογενειακή εργασία, τώρα διεκπεραιώνονται με μισθωμένη εργασία. Η διαθεσιμότητα φθηνής μεταναστευτικής εργασίας ευνόησε τη μεταφορά αυτού του είδους εργασίας στον αμειβόμενο τομέα, καθώς η αμοιβή των μεταναστών σε επίπεδα κάτω του ελάχιστου ημερομίσθιου έκανε δυνατή τη μίσθωση εργασίας σε μια περίοδο που η οικογενειακή εργασία εγκαταλείπονταν από τα νέα μέλη και τις γυναίκες τόσο στη γεωργία, όσο και στις μικρές επιχειρήσεις στον τομέα των κατασκευών και τη βιοτεχνία. Στο παραπάνω πλαίσιο, τυχόν συγκρούσεις μεταξύ μεταναστών και τοπικών πληθυσμών μόνο μερικώς σχετίζονται με προβλήματα στην αγορά εργασίας. Παρά τις εντυπωσιακά αρνητικές και ξενοφοβικές συμπεριφορές που εκδηλώνονται στην ελληνική κοινωνία έναντι των μεταναστών και που αποτυπώθηκαν στο Ευρωβαρόμετρο (2000), το μεταναστευτικό φαινόμενο ποτέ δεν τοποθετήθηκε σε υψηλή θέση στη λίστα των κοινωνικών προβλημάτων στην Ελλάδα (ESS, 2003). Μετανάστες στις τοπικές αγορές εργασίας της ελληνικής υπαίθρου Το ιδιαίτερο βάρος της γεωργίας στην ελληνική οικονομία και κοινωνία σε συνδυασμό με την ταχεία αύξηση της απασχόλησης μεταναστών στον τομέα αλλά και με τη σταδιακή εγκατάλειψή του από το γηγενή πληθυσμό, συντελούν ως παράγοντες ανάδειξης μιας σημαντικής όψης της μεταναστευτικής διαδικασίας στην Ελλάδα, που συνδέεται με τον αγροτικό τομέα και τις αγροτικές περιοχές. Οι περιφερειακές οικονομίες, συνήθως έντασης εργασίας, βρήκαν τη λύση στο πρόβλημα του ελλείμματος εργατικού δυναμικού στο ξένο εργατικό δυναμικό που εργάζεται στις οικονομικά μετασχηματιζόμενες αγροτικές περιοχές και στην, αυξανόμενης εξειδίκευσης, εποχιακή γεωργία καθώς και σε άλλες μη γεωργικές οικονομικές δραστηριότητες στην ύπαιθρο. Οι μετανάστες βοήθησαν στην επιβίωση των αγροτικών νοικοκυριών με τη διατήρηση της αγροτικής δραστηριότητας και του παραδοσιακού τρόπου ζωής, στις ορεινές περιοχές, τον εκσυγχρονισμό, την επέκταση και τη διαφοροποίηση της δραστηριότητας των εκμεταλλεύσεων και των μεταποιητικών επιχειρήσεων στις πεδινές και τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας των αγροτικών προϊόντων και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην ύπαιθρο (Kasimis & 6

Papadopoulos, 2005; Kasimis et al, 2003; Βαΐου & Χατζημιχάλης, 1997). Η ραγδαία ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας στις αγροτικές περιοχές, αποτέλεσμα των αλλαγών χρήσης της υπαίθρου (ύπαιθρος ως χώρος κατοικίας αστών, επαναπατρισμός αποδήμων Ελλήνων, ανάπτυξη του τουρισμού, κλπ.) στηρίχθηκε σε σημαντικό βαθμό στη χρησιμοποίηση ξένου ανθρώπινου δυναμικού. Αποτέλεσαν δε σημαντικό παράγοντα κοινωνικής διαφοροποίησης και βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης στην ελληνική ύπαιθρο, μειώνοντας τη συνδεδεμένη με την εκμετάλλευση οικογενειακή απασχόληση, ανακουφίζοντας μέλη της οικογένειας από την ενασχόληση με βαριές εργασίες, ενισχύοντας τη διαφοροποίηση των ρόλων των φύλων στις αγροτικές οικογένειες, επιτρέποντας στα νοικοκυριά να σχεδιάσουν νέες στρατηγικές. Η απασχόλησή τους, ως επί το πλείστον, είχε χαρακτήρα συμπληρωματικό σε αυτή του γηγενούς εργατικού δυναμικού καλύπτοντας «τρύπες» στις αγορές εργασίας. Στις περιπτώσεις αντικατάστασης -αποτέλεσμα του χαμηλότερου κόστους της εργασίας, κυρίως ανειδίκευτων νέων, μεταναστών στον τομέα των κατασκευώνυπάρχει συνήθως ανέλιξη στην επαγγελματική ιεραρχία των Ελλήνων εργατών, ενώ στον τομέα της γεωργίας και σε μεταποιητικές επιχειρήσεις του γεωργικού τομέα υπάρχει αντικατάσταση μεσήλικων γυναικών και, συνήθως, έξοδός τους από την αγορά εργασίας (Kasimis & Papadopoulos, 2005; Kasimis, 2004; Βαΐου & Χατζημιχάλης, 1997). Οι ποικίλες αυτές επιδράσεις των μεταναστών σε διαφορετικές αγροτικές περιοχές με διάφορες τομεακές κατανομές της οικονομίας είναι δυνατό να ειδωθούν ως αντανάκλαση της πολυλειτουργικότητας της ελληνικής υπαίθρου. Οι μετανάστες συμμετέχουν σε όλους τους τομείς της οικονομίας και η παρουσία τους διαφέρει ανά τομέα και γεωγραφική περιοχή, επιδρώντας σε χαρακτηριστικά των περιφερειακών αγορών εργασίας και, εν τέλει, στην ενσωμάτωση ή τον αποκλεισμό τους. Απόρροια αυτών είναι ότι οι μετανάστες δε νοούνται αυστηρά ως αγροτικό εργατικό δυναμικό, καθώς φαίνεται να παρουσιάζουν υψηλή κινητικότητα μεταξύ κλάδων και αγροτικών περιοχών αλλά, ευρύτερα, ως εργατικό δυναμικό της υπαίθρου. Το δυναμικό αυτό επιφέρει πολλαπλές επιδράσεις καθώς και σημαντικές και διαφορετικές κοινωνικο-δημογραφικές επιπτώσεις στην κοινωνία και την οικονομία του ελληνικού αγροτικού χώρου. Κατά την έρευνα που υλοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ Ι πραγματοποιείται, μεταξύ άλλων, συγκριτική μελέτη της επίδρασης 7

των μεταναστών στις τοπικές αγορές εργασίας σε τρεις διαφορετικούς τύπους αγροτικών περιοχών της Περιφέρειας Ηπείρου. Οι αγροτικές περιοχές διαφοροποιούνται αφενός σε ό,τι αφορά στα γεωγραφικά χαρακτηριστικά τους και, αφετέρου, στις αγορές εργασίας στις περιοχές αυτές. Η γεωγραφική διαφοροποίηση των αγορών εργασίας αποτυπώνεται στη χωρική διαφοροποίηση των τύπων των παραγωγικών δραστηριοτήτων, στην τομεακή σύνθεση της απασχόλησης, στην κατανομή των θέσεων εργασίας και στο είδος των επιχειρήσεων. Τέλος, οι αγορές εργασίας διαφοροποιούνται ως προς το γενικό μέγεθός τους, όπως αυτό εκφράζεται από τα στατιστικά στοιχεία που αναφέρονται στο εργατικό δυναμικό, αν και στα στοιχεία αυτά δεν συμπεριλαμβάνονται εργαζόμενοι και πρακτικές πολύ διαδεδομένες στην Ελλάδα, που πιθανόν να μεταβάλλουν την εικόνα που προκύπτει από τα επίσημα στατιστικά δεδομένα. Έναν από τους κύριους στόχους του συγκεκριμένου ερευνητικού έργου αποτελεί η ανάδειξη των ποικίλων επιπτώσεων της μεταναστευτικής εργασίας σε διαφορετικές αγροτικές περιοχές με διάφορες τομεακές κατανομές της οικονομίας. Στο πλαίσιο της παρούσας εργασίας παρουσιάζονται στοιχεία από τη μελέτη και επεξεργασία των αιτήσεων αλλοδαπών για έκδοση αδειών εργασίας, που χορηγήθηκαν από τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων. Η παρουσίασή τους αναδεικνύει τις προαναφερθείσες παραμέτρους ύπαρξης τεμαχισμένων στη δομή τους τοπικών αγορών εργασίας. Στο Νομό Ιωαννίνων οι αλλοδαποί στους οποίους έχει χορηγηθεί άδεια εργασίας και ήταν ενεργή το Δεκέμβριο του 2004 ανέρχονται σε 1.728, εκ των οποίων το 84,9% άνδρες και το 15,1% γυναίκες, ενώ η μέση ηλικία τους ήταν τα 36,5 έτη. Ανήκουν στο δυναμικότερο κομμάτι των κοινωνιών προέλευσης, καθώς στην πλειοψηφία τους (82,9%) είναι μεταξύ 25 και 54 ετών, ενώ μεταξύ 25 και 39 ετών είναι το 51%. Αν και προέρχονται από 24 χώρες, σε ποσοστό 86,1% έχουν αλβανική υπηκοότητα, με δεύτερη την ινδική (3,7%) και ακολουθούν η βουλγαρική (2,3 %), η ρουμανική (1,9%), η ουκρανική (1,4%) και οι υπόλοιπες 19 με 4,6% των αλλοδαπών. Σε ό,τι αφορά στο επάγγελμα του εργοδότη, όπως αυτό δηλώνεται στις αιτήσεις των αλλοδαπών, παρατηρείται ότι στη γεωργία και την κτηνοτροφία απασχολείται το 35,39% των αλλοδαπών του Νομού, σε παραγωγικές μονάδες του πρωτογενούς τομέα το 3,3%, σε υλοτόμους και σε επιχειρήσεις και συνεταιρισμούς παραγωγής και επεξεργασίας δασικών προϊόντων το 1,91%. Σημαντικός τομέας απασχόλησης είναι τα επαγγέλματα που σχετίζονται με την οικοδομική δραστηριότητα, όπου απασχολείται το 24,09%. Σε εμπορικές επιχειρήσεις 8

κάθε είδους (γενικό εμπόριο, εμπόριο τροφίμων, αγροτικών προϊόντων, ειδών ένδυσης και υπόδησης, κλπ.) απασχολείται το 4,84% και ίδιο ποσοστό σε δραστηριότητες εστίασης και ψυχαγωγίας. Σχετικά με το είδος εργασίας που ασκούν παρατηρούμε ότι το 27,5% παρέχουν εργασίες που σχετίζονται με την οικοδομική δραστηριότητα, το 21% απασχολούνται ως εργάτες γης, το 14,5% απασχολούνται στην κτηνοτροφία ως βοσκοί ή παρέχοντας άλλες κτηνοτροφικές εργασίες και το 1,5% εργάζονται ως δασεργάτες. Το 10,6% απασχολούνται ως εργάτες ή ως ανειδίκευτοι εργάτες ενώ μόλις το 0,2% απασχολούνται ως εργάτες στη βιομηχανία. Το 2,3% εργάζονται ως οικιακοί βοηθοί και το 1,6% ως καθαριστές/τριες. Υφίσταται, επίσης, διαχωρισμός των επαγγελμάτων που ασκούν οι μετανάστες σε σχέση με το φύλο, καθώς όσοι απασχολούνται ως εργάτες σε οικοδομικές εργασίες και ως βοσκοί είναι σχεδόν αποκλειστικά άρρενες. Στις αγροτικές και κτηνοτροφικές εργασίες απασχολούνται άρρενες σε ποσοστό 86,2% και 88,2%, αντίστοιχα. Γυναίκες απασχολούνται κυρίως ως σερβιτόρες - βοηθοί σερβιτόρου (81,1%) και λαντζέρισσες (92,9%), καθαρίστριες (88,9%) και οικιακές βοηθοί (97,5%), πωλήτριες και ταμίες (70%). Συμπεράσματα Ο ρόλος που διαδραματίζουν οι μετανάστες στην Ελλάδα σήμερα είναι δυνατό να συμπυκνωθεί στα ακόλουθα σημεία: α. ενίσχυση της ευελιξίας των αγορών εργασίας, β. επιβίωση κλάδων της οικονομίας (ιδιαίτερα της γεωργίας) και ανάπτυξη άλλων, γ. επίδραση στον τρόπο ζωής των τοπικών κοινωνιών, δ. διευκόλυνση ένταξης των ντόπιων γυναικών στις αγορές εργασίας, ε. συσχέτιση αρνητική ή θετική με το γηγενές ανθρώπινο δυναμικό και την απασχόλησή του, στ. εξέλιξη της παραοικονομικής δραστηριότητας. Είναι φανερό ότι σε συνδυασμό με τον αριθμό τους και τα κοινωνικο-δημογραφικά τους χαρακτηριστικά, αναδεικνύονται σε δομικό συστατικό της κατατμημένης αγοράς εργασίας της Ελλάδας. Η κατάτμηση της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα παρουσιάζει πολλαπλές εκφάνσεις, αποτελώντας ένα μη στατικό αλλά διαρκώς εξελισσόμενο, σε πολλαπλά επίπεδα, παράγοντα. Υπάρχουν τομείς της οικονομίας με καλές αλλά και με πολύ άσχημες συνθήκες απασχόλησης σε όρους ανθρώπινου κεφαλαίου, εργασιακών σχέσεων και επιπέδου αποδοχών. Στους τομείς αυτούς συναντώνται θέσεις ειδικευμένης εργασίας, ανώτερου προσωπικού, με σταθερή σχέση απασχόλησης, υψηλή αμοιβή και δυνατότητα ανέλιξης, καθώς και θέσεις εργασίας κυρίως 9

ανειδίκευτης, κατώτερου κύρους, με εργασιακή αβεβαιότητα, χαμηλή αμοιβή και έλλειψη δυνατότητας ανέλιξης. Προς αυτή την κατεύθυνση η κοινωνική τάξη, το φύλο, η ηλικία, το επίπεδο εκπαίδευσης και η κατάσταση του νοικοκυριού, ενισχύουν την τμηματοποίηση, όπως επίσης και η εθνικότητα. Ενδεικτικά είναι δυνατό να αναφερθεί το γεγονός ότι οι ντόπιοι που αναζητούν εργασία δεν ενδιαφέρονται για τις δουλειές που απευθύνονται σε μετανάστες. Το χαμηλό κοινωνικό κύρος συγκεκριμένων εργασιών που βρίσκονται στη βάση της εργασιακής ιεραρχίας λειτουργεί αποθαρρυντικά προς τους ντόπιους, εντούτοις ενθαρρύνονται οι μετανάστες που αναζητούν εργασία με στόχο την εξασφάλιση χρημάτων για συγκεκριμένους σκοπούς και με γνώμονα τη βελτίωση της θέσης τους στη χώρα προέλευσης, καθώς δεν θεωρούν τους εαυτούς τους ως μέρος της κοινωνίας υποδοχής. Επιπλέον, οι χαμηλοί μισθοί, οι ασταθείς συνθήκες και η έλλειψη λογικών προοπτικών για κινητικότητα στο δευτερεύοντα, έντασης εργασίας, τομέα αποθαρρύνουν τους ντόπιους, οι οποίοι απασχολούνται ή αναζητούν απασχόληση στον πρωτεύοντα, έντασης κεφαλαίου, τομέα όπου οι μισθοί είναι μεγαλύτεροι, οι δουλειές περισσότερο ασφαλείς και υπάρχει η προοπτική επαγγελματικής βελτίωσης. Για την κάλυψη του δημιουργούμενου κενού στον δευτερεύοντα τομέα οι εργοδότες στρέφονται στους μετανάστες (Piore, 1979; Reyneri, 2004). Είναι φανερό ότι η γνώση της ύπαρξης κατάτμησης είναι ουσιαστική για την πιθανότητα κατανόησης και επίλυσης πολλών σημαντικών προβλημάτων της αγοράς εργασίας όπως η ανεργία, η φτώχια και οι διακρίσεις. Η αποκάλυψη της ύπαρξης των τμημάτων με τις αβέβαιες συνθήκες απασχόλησης, αν και αποτελεί δύσκολη διαδικασία, θα μπορούσε να βοηθήσει στη λήψη επαρκών και καλά στοχευμένων μέτρων πολιτικής για την αναβάθμισή τους. Βιβλιογραφία Baldwin-Edwards, M. (2004a) «Albanian Emigration and the Greek Labour Market: Economic symbiosis and Social Ambiguity», South East European Review Baldwin-Edwards, M. και συνεργάτες (2004), «Στατιστικά Δεδομένα για τους Μετανάστες στην Ελλάδα: Αναλυτική μελέτη για τα διαθέσιμα στοιχεία και προτάσεις για τη συμμόρφωση µε τα standards της Ευρωπαϊκής Ένωσης», Μελέτη του Μεσογειακού Παρατηρητηρίου Μετανάστευσης (Ι.Α.Π.Α.. Πάντειο Πανεπιστήµιο) για λογαριασμό του Ι.Μ.Ε.Π.Ο. 10

European Commission (2005), «Rural development in the EU» (MEMO/05/215), Brussels, DG for Agriculture European Social Survey (2003) (διαθέσιμο στο http://www.ekke.gr/ess) Eurostat (2005) Employment and Unemployment, Eurostat Metadata (SDDS format) στο http://europa.eu.int/estatref/info/sdds/en/employ/lfs_base.htm#top Fakiolas, R. (2000), «Migration and Unregistered Labour in the Greek Economy», in R. King, G. Lazaridis and C. Tsardanidis (eds), Eldorado or Fortress? Migration in Southern Europe, London, Macmillan Press, pp. 55-78 Kasimis, Ch. (2004) «Recent Migration Flows to Greece: Evidence from the 2001 Greek Census», ανακοίνωση σε συνέδριο «New Perspectives on Albanian Migration and Development», που διενεργήθηκε 16-17 Σεπτεμβρίου 2004, Korce, Αλβανία Kasimis, Ch., Papadopoulos, A. (2005) «The Multifunctional Role of Migrants in the Greek Countryside : Implications for the Rural Economy and Society», Journal of Ethnic and Migration Studies, Vol. 31, No. 1, pp. 99-127 Kasimis, Ch., Papadopoulos, A. G., Zakopoulou, E. (2003), «Migrants in Rural Greece», Sociologia Ruralis, Vol 43, Number 2, 167-184 Lianos, T., Sarris, A., & Katseli, L. (1996) «Illegal migration and local labour markets: the case of northern Greece», International Migration, Vol. 34 (3), pp. 449-484 Mingione, E. & Quasoli, F. (2000), «The participation of immigrants in the underground economy in Italy», in R. King, G. Lazaridis and C. Tsardanidis (eds), Eldorado or Fortress? Migration in Southern Europe, London, Macmillan Press, pp. 29-56 Piore, M.J. (1979) «Birds of Passage, Migrant Labor and Industrial Societies», Cambridge (Μ. Βρετανία), Cambridge University Press Reyneri, E. (2003), «Immigration and the Underground Economy in New Receiving South European Countries: Manifold Negative Effects, Manifold Deep-rooted Causes», International Review of Sociology, Vol. 13, No. 1 Reyneri, E. (2004), «Immigrants in a Segmented and often Undeclared Labour Market», Journal of Modern Italian Studies Vol. 9, No. 1, pp. 71-93 Ανθοπούλου, Θ. (2001), «Γεωγραφικές διαφοροποιήσεις, χωρικές και κοινωνικές ανασυνθέσεις του ύπαιθρου χώρου» στο Ανθοπούλου, Θ. και Μωυσίδης, Α. (επιμ.) «Από τον Αγροτικό Χώρο στην Ύπαιθρο Χώρα: Μετασχηματισμοί και Σύγχρονα Δεδομένα του Αγροτικού Κόσμου στην Ελλάδα», Αθήνα, Θεμέλιο, σσ. 103-148 11

Βαΐου, Ντ., Χατζημιχάλης, Κ. (1997) «Με τη Ραπτομηχανή στην Κουζίνα και τους Πολωνούς στους Αγρούς Πόλεις, Περιφέρειες και Άτυπη Εργασία», Αθήνα, Εκδ. Εξάντας Γκαργκάνας, Ν. (2005), «Οι Δείκτες Διεθνούς Ανταγωνιστικότητας και η Κατάταξη της Ελλάδας», Ομιλία του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος στην ημερίδα του Υπουργείου Ανάπτυξης «Η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδος στη ζώνη του ευρώ» Ε.Σ.Υ.Ε (2003) Διαρθρωτικοί δείκτες Ε.Σ.Υ.Ε (2005) Έρευνα Εργατικού υναµικού-β' τρίμηνο 2005 Ευστράτογλου, Σ. και συνεργάτες (1998), «Μελέτη Έρευνα του Αγροτικού Χώρου Τελική Έκθεση», έρευνα του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, συγχρηματοδοτούμενη από το ΥΠΕΧΩΔΕ κκαι το ΕΤΠΑ ΙΝ.Ε ΓΣΕΕ (2005β) «Ανταγωνιστικότητα και Απασχόληση: η ανάγκη ενός Νέου Αναπτυξιακού Υποδείγματος» Παπαδόπουλος, Α. (2004), «Το Διακύβευμα της Αγροτικής Ανάπτυξης σε μια Πολυλειτουργική Ύπαιθρο» στο «Η Ανάπτυξη σε μια Πολυλειτουργική Ύπαιθρο» (εισαγ. επιμ. Παπαδόπουλος, Α.), σσ. 13 49, Αθήνα, Εκδ. Gutenberg Ψημμένος, Ι. (1998), «Δημιουργώντας χώρους Κοινωνικού Αποκλεισμού: Η περίπτωση των Αλβανών ανεπίσημων μεταναστών στο κέντρο της Αθήνας», στο Κασιμάτη, Κ. (επιμ.), Κοινωνικός Αποκλεισμός: Η ελληνική εμπειρία. ΚΕ.Κ.ΜΟ.ΚΟ.Π., Gutenberg, Αθήνα, σσ. 221-273 12