ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ. Εργασία στις Εφαρµογές ηµοσίου ικαίου Θέµα : Η καλή πίστη ως συνταγµατική αρχή.

Σχετικά έγγραφα
Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων ΙΙ (ΣτΕ 438/2001)

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ. Δίκαιο είναι το σύνολο των ετερόνομων κανόνων που ρυθμίζουν με τρόπο υποχρεωτικό την κοινωνική συμβίωση των ανθρώπων.

Σελίδα 1 από 5. Τ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ- ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Κύκλος ικαιωµάτων του Ανθρώπου ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΙΚΑΣΤΙΚΗ ΙΑΤΑΓΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΘΕΜΑΤΑ ΙΑΜΟΝΗΣ ΑΛΛΟ ΑΠΩΝ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η :

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

7/3/2014. ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό ; νόμος είναι το δίκαιο του εργοδότη ; ή νομικός κανόνας

ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΗ. Χρόνος αναθεώρησης εργασιών που έχουν εκτελεσθεί προ της έγκρισης Α.Π.Ε. Ανώνυµη εταιρεία µέλος του ΣΑΤΕ υπέβαλε το ακόλουθο ερώτηµα:

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ : Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΛΟΥΚΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2003

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ :

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

Θέµα εργασίας : Γενικές Συνταγµατικές Αρχές «Απαγόρευση κατάχρησης δικαιώµατος» Καµιντζή Ιωάννα Α.Μ:322 Ε Mail:

«ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ Ο.Σ.Π.Α.»

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΠΕΡΓΙΑΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ,ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η θέση της πολιτικής αγωγής στην ποινική δίκη. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Το Δίκαιο, η Νομική Επιστήμη και η σημασία τους για τις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές. Αναλυτικό διάγραμμα του μαθήματος της Δευτέρας 5/10/2015

Θέµα εργασίας. Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας (Εφετείο Λάρισας408/2002)

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :0. Αρθρο :1 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :12

ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΜΙΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΥΝΗΘΗ ΛΑΘΗ ΚΑΙ ΑΣΤΟΧΙΕΣ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 1: Κράτος Δικαίου 1

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

1ο Κεφάλαιο Το δικαίωµα του συνεταιρίζεσθαι στα πλαίσια του άρθρου 12 του Συντάγµατος

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Βουλή είναι εξοπλισμένη με αναθεωρητική αρμοδιότητα. Το ερώτημα συνεπώς που τίθεται αφορά την κατά χρόνον αρμοδιότητα αυτού τούτου του αναθεωρητικού

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

ΓΕΝΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΜΗΜΑ

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ»

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Α ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΤΟΣ:

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/ 2656/ ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΗ 2/2016

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Προλογικό σημείωμα... Εισαγωγικές παρατηρήσεις... 1

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015

Θέµα: Επαναφορά των προτάσεων του Συνηγόρου του Πολίτη για την φορολογική ισότητα ανδρών και γυναικών

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Θέμα: «Δημόσια Διαβούλευση Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας».

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ ΩΣ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΡΑΤΟΥΣ ΙΚΑΙΟΥ

ΚΥΚΛΟΣ ΣΧΕΣΕΩΝ ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΗ

Άποψη περί εφαρμογής ν 4030/2011.

Περιεχόμενα. Χουρδάκης Ευστράτιος Σελίδα 1

ΜΠρΑθ 10689/2008 [Διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον ΠτΚ - Προληπτικά μέτρα*] (παρατ. Ι. Σπυριδάκης)

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ AΘΗΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΕΤΟΥΣ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΛΕΞΗ 1 ΣΟΦΙΑ ΜΑΡΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ

Δικαίωμα στην εκπαίδευση. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

Administrative eviction act and right to a prior hearing: observations on Naxos Court 27/2012 judgment. Αθανάσιος Παπαθανασόπουλος

Η Αρχή της Νομιμότητας ως Οριοθέτηση των Συνταγματικών Δικαιωμάτων

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Μ ΑΡΙΑ ΚΟΤΣΙΝΟΝΟΥ 1 Η ΕΡΓΑΣΙΑ

15 Μαΐου Η σχέση του συνεταιρισμού με τα μέλη του: Η περίπτωση ΟΣΔΕ

Εργασιακά Θέματα. Καταχρηστική καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου εκ μέρους του εργοδότη

Στρατιωτικό προσωπικό και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πρόσφατες Εξελίξεις στην Ελλάδα

Συνταγματικό Δίκαιο. Ενότητα 8: Συντακτική Εξουσία και Αναθεωρητική Λειτουργία

ίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής εργαζομένων

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Ι. Η έννοια του δικαίου. 1. Ορισμός του κανόνα δικαίου

Διοικητικό Δίκαιο Ι. Μαθητική σχέση έννομη σχέση δημόσιου διοικητικού δικαίου. Αντικείμενο Διοικητικού Δικαίου Διοίκηση

ΕΡΓΑΣΙΑ. «Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας, ως γενικής συνταγµατικής αρχής της ελληνικής έννοµης τάξης»

ΑΡΧΕΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 4: Πηγές του Δικαίου

Ε Ν Σ Τ Α Σ Η ΚΑΤΑ Α ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ (Οι αριθμοί παραπέμπουν στις παραγράφους και στις σελίδες, όπου ενδείκνυται)

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΜΑΡΙΑ ΚΟΤΣΙΝΟΝΟΥ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 11 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Λ. ΑΛΕΞΑΝ ΡΑΣ 144, ΑΘΗΝΑ / ΤΗΛ.: , , ΦΑΞ:

Αθήνα 1Ο Απριλίου 2013 ΠΡΟΣ

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

ΕΡΓΑΣΙΑ 6 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΙΚΑΙΩΜΑ ΕΠΙ ΤΗΣ Ι ΙΑΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ

Εργασιακά Θέματα «Το νέο καθεστώς της Μεσολάβησης Διαιτησίας μετά τον Ν. 4303/2014»

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Transcript:

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Εργασία στις Εφαρµογές ηµοσίου ικαίου Θέµα : Η καλή πίστη ως συνταγµατική αρχή. Καθηγητής: Ανδρέας ηµητρόπουλος ΕΠΩΝΥΜΟ:Ιωαννίδη ΟΝΟΜΑ: Αναστασία-Μαρία Α.Μ: 1340199812614 Εξάµηνο:8 ο Ακαδηµαϊκό έτος: 2003-2004

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο : Εισαγωγή ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο : Η έννοια της αρχής της καλής πίστης. 2.1 Γενικά σχόλια για την έννοια της καλής πίστης. 2.2 Η προέλευση της αρχής της καλής πίστης. 2.2.1 Η επίδραση του ελληνικού δικαίου 2.2.2 Η καλή πίστη κατά το Ρωµαικό ίκαιο. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ο : Η καλή πίστη στο Αστικό ίκαιο. 3.1 Η έννοια της καλής πίστης γενικά. 3.2 Η έννοια της καλής πίστης ειδικότερα διακρίσεις. 3.2.1 Η έννοια της αντικειµενικής καλής πίστης. 3.2.2 Η έννοια της υποκειµενικής καλής πίστης. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ο : Ο κανόνας του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα. 4.1 Η έννοια της καλής πίστης στο άρθρο 281 του ΑΚ. 4.2 Άσκηση δικαιώµατος : Έννοια. 4.3 Η υπέρβαση των όριων της άσκησεως δικαιώµατος Κατάχρηση δικαιώµατος. 4.4 Το πεδίο εφαρµογής του κανόνα του άρθρου 281 του ΑΚ Ποιες απόψεις διατυπώθηκαν. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ο : Το άρθρο 281 του ΑΚ και η διάκριση του δικαίου σε ιδιωτικό και δηµόσιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ο : Το άρθρο 281 του ΑΚ και το ηµόσιο ίκαιο. 6.1 Η εφαρµογή του άρθρου 281 του ΑΚ στο δηµόσιο δίκαιο. 6.2 Το άρθρο 281 του ΑΚ ως κανόνας δηµόσιας τάξης. 6.2.1 Συνέπειες από τον χαρακτήρα του άρθρου 281 του ΑΚ ως κανόνα δηµόσιας τάξης. 6.3.1 ικονοµικές συνέπειες. 6.3.2 Ουσιαστικές συνέπειες. 6.3 Ο κίνδυνος κατάχρησης δικαιώµατος στο δηµόσιο δίκαιο. 6.3.1 Λόγοι που καθιστούν τον κίνδυνο κατάχρησης δικαιώµατος µεγαλύτερο στο δηµόσιο δίκαιοεφαρµογή του άρθρου 281 του ΑΚ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ο : Το άρθρο του ΑΚ και η σχέση του µε το Συνταγµατικό δίκαιο. 7.1 Το συνταγµατικό έρεισµα της διατάξεως του άρθρου 281 του ΑΚ. 7.2 Το έυρος της διάταξης του άρθρου 25 παρ. 3 του Συντάγµατος. 7.3 Είναι δυνατή η ταύτιση της έννοιας του άρθρου 25 παρ. 3 του Συντάγµατος µε την έννοια του άρθρου 281 του ΑΚ. 7.4 Η σχέση της διάταξης του άρθρου 281 του ΑΚ µε τη διάταξη του άρθρου 25 παρ. του Συντάγµατος. 7.5 Απαγόρευση της καταχρηστικής ασκήσεως

δικαιώµατος κατά το άρθρο 25 παρ. 3 του Συντάγµατος και πονικές κυρώσεις. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 ο : Το άρθαο 25 παράγραφος 1 του Συντάγµατος. 8.1 Η τροποποίηση του άρθρου 25 παρ. 1 του Συντάγµατος µετά την αναθεώρηση. 8.2 Η σηµαντικότερη λειτουργία του άρθρου 25 παρ. του Συντάγµατος και το κράτος δικαίου. 8.3 Η ρύθµιση του τρίτου εδαφίου του άρθρου 25 παρ.1 του Συντάγµατος. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ο : Σχετική Νοµολογία Απόφαση Αρείου Πάγου: Αριθµ.651/1957 Τµ.Α. Απόφαση Μονοµελούς Πρωτοδικείου: Αριθµ.920/1983. Απόφαση Εφετείου: Αριθµ.3254/1990. Απόφαση Ολοµέλειας ΑΠ: 17/1978. Απόφαση ΠΠρΑΘ.: 2364/2002. Απόφαση ΕφΑθ: 1740/2001. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10 ο : Συµπέρασµα. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η έννοια της αρχής της καλής πίστης, οι απαρχές της οποίας βρίσκονται στο Ρωµαϊκό δίκαιο, έµεινε ως ουσιαστικό στοιχείο κυρίως στο αστικό δίκαιο όπου κυριάρχησε και κυριαρχεί ως στις µέρες µας 1. Η αρχή της καλής πίστης είναι, όπως λέγεται, η εντιµότητα και η συνέπεια στην εκπλήρωση µιας υπόσχεσης. Επιτάσσει στα υποκείµενα του δικαίου να ενεργούν κατά τρόπο που να είναι σύµφωνος µε την εντιµότητα και την ευπρέπεια που απαιτείται στις συναλλαγές, επιτυγχάνοντας έτσι την διασφάλιση της οµαλής κοινωνικής συµβίωσης 2. Η κοινωνική λειτουργία της αρχής της καλής πίστης στον Αστικό Κώδικα βρίσκει εφαρµογή στη διάταξη περί απαγορεύσεως της καταχρήσεως δικαιώµατος (α 281 ΑΚ). Γίνεται δεκτό ότι κάθε δικαίωµα σε οποιοδήποτε πεδίο ή κλάδο ικαίου και αν ανήκει οποιασδήποτε βαρύνουσας σηµασίας και αν είναι, θα υπάρξουν φορές που κάτι θα σκιάσει την άσκηση του: σε τέτοια περίπτωση αυτό ασκείται καταχρηστικά. Κατά πόσο η αρχή της καλής πίστης βρίσκει εφαρµογή και στο ηµόσιο ίκαιο είναι ζήτηµα που απασχόλησε τη νοµική επιστήµη. Και για το οποίο εκφράσθηκαν διάφορες απόψεις και αντιρρήσεις. Σήµερα, υπό το κράτος δικαίου, η απαγόρευση καταχρηστικής άσκησης δικαιώµατος (α 1 Ν. Πανταζόπουλος, Ρωµαϊκόν ίκαιον εν διαλεκτική συναντήσει προς το ελληνικό, Αθήνα 1974, σελ. 185 2 Ν. Παπαντωνίου, Γενικές αρχές του αστικού δικαίου, β έκδ. Α, 1976, σελ. 216 επ.

281 ΑΚ), η οποία βρίσκεται σε εναρµόνιση προς την αντίστοιχη συνταγµατική επιταγή (α 25 3 Σ), επεκτάθηκε σε όλο το ίκαιο και το διατρέχει από άκρο σε άκρο ως βασική καταστατική αρχή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΚΑΛΗΣ ΠΙΣΤΗΣ 2.1. Γενικά Η έννοια της καλής πίστης (bona fides) έχει την προέλευσή της στο Ρωµαϊκό δίκαιο. Ήδη, κατά τον 4 ο π.χ. αιώνα, µε τη δικαιοπλαστική δικαιοδοσία που είχαν οι Πραίτορες, εφαρµόζεται στην πράξη η αρχή της καλής πίστης, µε την χορήγηση ένδικων µέσων, τα οποία ανέτρεπαν µε την άσκηση τους την τότε δηµιουργηθείσα έννοµη κατάσταση µε βάσει το Jus Spritum, η οποία (άσκησή τους) θεµελιωνόταν σε καθαρά τυπικές προϋποθέσεις 3. 2.2. Η προέλευση της αρχής της καλής πίστης 2.2.1. Η επίδραση του ελληνικού ικαίου Ως φυσικό δίκαιο, που πρώτοι οι αρχαίοι Έλληνες, διέκριναν στη σύγχρονη κοινωνία µας θεωρείται είτε το διαχρονικά συναγόµενο, είτε το θείο δίκαιο, που βρίσκεται πίσω από την αρχή Naturalis 4. Και βέβαια, για τον κάθε πιστό σηµαίνει ένα φυσικό κανόνα δικαίου. Έτσι το φυσικό δίκαιο δεν είναι ένα ιδεώδες, αλλά ούτε και ένα απλά φιλολογικό δίκαιο, αλλά ένα θείο δίκαιο, βαθιά ριζωµένο που δεσµεύει τις συνειδήσεις όλων 3 Ν. Πανταζόπουλος, Ρωµαϊκό ίκαιον, όπ.π. σελ.186, 187 4 Ν. Πανταζόπουλος, Ρωµαϊκό ίκαιον, όπ.π. σελ. 181 επ.

των ανθρώπων, κάθε φυλής, κάθε χρώµατος, κάθε ιδεολογίας και πολιτιστικής αγωγής 5. Στην κλασική εποχή, οι σχέσεις του πολίτη και της πόλεως κράτους θεµελιώνονταν σε µια σιωπηρή συνθήκη (συµφωνία) που καταρτίζονταν µεταξύ της πολιτείας και του κάθε πολίτη, σύµφωνα µε τα όσα ίσχυαν για την «οµολογία» (συµφωνία) που στηρίζονταν βάση στη θεµελιώδη ρήτρα της καλής πίστης 6. Από αυτά προκύπτει ότι η καλή πίστη προέλευσης ελληνικής πηγάζει από το θετικό δίκαιο, ασχέτως αν µετέπειτα µεταφυτεύθηκε στο Ρωµαϊκό δίκαιο και αναδείχτηκε σε αυτό ως σπουδαία αρχή. 2.2.2. Η καλή πίστη κατά το Ρωµαϊκό ίκαιο Αρχικά η αρχή της καλής πίστης ήταν έννοια θρησκευτική και εξυπηρετούσε τις σχέσεις των πιστών. Αργότερα, παρατηρείται η επέκταση αυτής και στο πεδίο του δικαίου. Στο Ρωµαϊκό δίκαιο, η λεγόµενη εξουσία (imperium) που ασκείται από τον Πραίτορα, ο οποίος έχει δικαιοπλαστικές δικαιοδοσίες, για την εφαρµογή των κανόνων του γραπτού δικαίου, θεµελιώνεται στην αρχή της καλής πίστης ως γενικής ρήτρας του δηµοσίου δικαίου 7. 5 Χρήστος, Παν. ετσαρίδης, Οι αρχές της δικαιολογηµένης εµπιστοσύνης και της καλής πίστης στο διοικητικό δίκαιο, 2003, σελ.154 επ. 6 Ν. Πανταζόπουλος, Ρωµαϊκό ίκαιον, όπ.π., σελ. 181 επ. 7 Ν. Πανταζόπουλος, Ρωµαϊκό ίκαιο, όπ.π., σελ. 189

Ιδιαίτερη σηµασία αποκτά η γενική ρήτρα της καλής πίστης στην υποκειµενική της έννοια (ως ευδιάθετη κατάσταση) 8 στο δίκαιο των παπύρων 9. Στις δικαιοπραξίες του ιδιωτικού δικαίου και κυρίως, του συναλλακτικού δικαίου συναντάµε, την ρήτρα της καλής πίστης στους τοµείς των πωλητηρίων ακινήτων, στα πωλητήρια δούλων, στα µισθωτήρια κτηµάτων κ.α. Με την αντικειµενική της έννοια (ως η ευθύτητα και ειλικρίνεια που πρέπει να τηρεί κανείς στις συναλλαγές) 10 συναντάµε τη ρήτρα της καλής πίστης στην επιβαλλόµενη εντιµότητα στις συναλλαγές, ενώ στη Ρώµη τη συναντούµε στις σχέσεις Επιτροπείας, σε περίπτωση µίσθωσης εντολής, εταιρίας, χρησιδανείου, παρακαταθήκες κ.α. 11 8 Α., Σ., Γεωργιάδης, Γενικές Αρχές Αστικού ικαίου, Β έκδ., Εκδ. Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα Κοµοτηνή, 1997, σελ. 22 9 Ν. Πανταζόπουλος, Ρωµαϊκό ίκαιο, όπ.π., σελ.186 10 Απ., Σ., Γεωργιάδης, Γενικές Αρχές Αστικού ικαίου, οπ.π., σελ. 11 Σ., Τρωϊανός Ι. Βελισσαροπούλου Καρακώστα, Ιστορία ικαίου, Ρωµαϊκό ίκαιο, Εκδ. Σάκκουλα, 2002, σελ.119 επ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ο Η ΚΑΛΗ ΠΙΣΤΗ ΣΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ 3.1 Η έννοια της καλής πίστης γενικά Στη σύγχρονη αντίληψη, η έννοια της καλής πίστης περιλαµβάνει γενικές περί ηθικής αντιλήψεις, που υπάρχουν και επικρατούν στις συναλλαγές στις οποίες στηρίζονται κατά την εκπλήρωση τους (άρθρο 288ΑΚ). Όπως ορίζεται στο άρθρο 281ΑΚ, η άσκηση του δικαιώµατος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και ο κοινωνικός και οικονοµικός σκοπός του δικαιώµατος. 12 Παρακάτω, στο δεύτερο βιβλίο του Αστικού Κώδικα, στο άρθρο 287ΑΚ, ο νοµοθέτης καθόρισε την έννοια της ενοχής (ενοχή είναι η σχέση µε την οποία ένα πρόσωπο έχει υποχρέωση προς το άλλο σε παροχή. Η παροχή µπορεί να συνίσταται και σε παράλειψη) 13. Αµέσως µετά στο επόµενο άρθρο, 288ΑΚ, θέσπισε διάταξη η οποία εγκαθιδρύει την αρχή της καλής πίστης µεταξύ των συναλλασσόµενων, αποκτώντας έτσι η διάταξη του άρθρου 287ΑΚ τον κοινωνικό της προσανατολισµού διαµέσου της διατάξεως του άρθρου 288ΑΚ. Κατά αυτόν τον τρόπο, εκτός από τις υποχρεώσεις που τα µέρη προβλέψουν ρητά για κάποια συναλλαγή τους, ενδέχεται να προκύψουν και άλλες (υποχρεώσεις) που θα επιβάλλονται από την καλή πίστη 14. Γενικά, η αρχή της καλής πίστης (βλ. ΑΚ144, 281, 288 κα) επιτάσσει στα υποκείµενα του δικαίου να ενεργούν κατά τρόπο που δεν έρχεται σε αντίθεση µε την εντιµότητα και την ευπρέπεια που απαιτείται στις 12 Μιχ., Σταθόπουλος, Γενικό Ενοχικό ίκαιο, Γ Έκδ., Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα Κοµοτηνή, 1998 13 Αντ. Βαθρακοκοίλης, Αναλυτική Ερµηνεία Νοµολογία Αστικού Κώδικα, Γ Έκδοση, Αθήνα 1989 14 Μιχ. Σταθόπουλος, Γενικό Ενοχικό ίκαιο, όπ.π., σελ.

συναλλαγές και επιβάλλεται για τη διασφάλιση της οµαλής κοινωνικής συµβίωσης. Σκοπός της αρχής της καλής πίστης είναι η εξισορρόπηση των διαφόρων συµφερόντων κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να µην προκαλούνται υπέρµετρες αδικίες εις βάρος κάποιου προσώπου 15,16. 3.2 Η έννοια της καλής πίστης ειδικότερα διακρίσεις 3.2.1 Η έννοια της αντικειµενικής καλής πίστης Η καλή πίστη διακρίνεται σε αντικειµενική καλή πίστη και σε υποκειµενική καλή πίστη 17. Ως αντικειµενική καλή πίστη εννοείται η ευθύτητα εντιµότητα και ειλικρίνεια που πρέπει να τηρεί κανείς στις συναλλαγές και γενικότερα στην κοινωνική συµβίωση. Η αντικειµενική καλή πίστη σε αντίθεση µε την υποκειµενική, αξιολογεί την εξωτερική συµπεριφορά του ατόµου αδιαφορώντας για τα κίνητρα του και γενικότερα για υποκειµενικούς παράγοντες 18,19. 3.2.2 Η έννοια της υποκειµενικής καλής πίστης Ως καλή πίστη εννοείται η πεποίθηση ενός προσώπου ότι η συµπεριφορά του είναι καθόλα νόµιµη, ότι δεν αδικεί κανένα, ότι απέκτησε νοµότυπα ένα δικαίωµα και κατά συνέπεια ότι δεν δρα αδίκως. Πρόκειται για µια ευδιάθετη κατάσταση της οποίας το ακριβές περιεχόµενο προσδιορίζεται 15,16 Απ., Γεωργιάδης, Γενικές Αρχές Αστικού ικαίου, Β Έκδοση, Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα Κοµοτηνή, 1997, σελ. 22 Απ., Γεωργιάδης, α 281 Αστικός Κώδιξ, Ι Γενικαί Αρχαί, 1978, σελ. 489-497 17 Απ., Γεωργιάδης, Γενικές Αρχές Αστικού ικαίου, όπ.π., σελ.22 18,19 Απ., Γεωργιάδης, όπ.π., σελ.22 Ιω., Σπυριδάκης, Γενικές Αρχές, Α, 1985, σελ.130 επ.

στις κατ ιδίαν περιπτώσεις από τις οικείες διατάξεις (ΑΚ 1037, 1042 κλπ.) 20,21. 20,21 Απ., Γεωργιάδης, Γενικές Αρχές Αστικού ικαίου, όπ.π., σελ.22 και α 281, Αστικός Κώδιξ, Ι Γενικαί Αρχαί, 1978 Ιω., Σπυριδάκης, όπ.π., σελ.130 επ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ο Ο ΚΑΝΟΝΑΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 281ΑΚ 4.1 Η έννοια της καλής πίστης στο α 281ΑΚ Στο άρθρο 281ΑΚ ο νοµοθέτης ορίζει πότε η συµπεριφορά κατά την άσκηση οποιουδήποτε δικαιώµατος συνιστά κατάχρηση αυτού. Η έννοια της καλής πίστης, που εδώ εµφανίζεται ως όριο (µαζί µε χρηστά ήθη και τον κοινωνικό και οικονοµικό σκοπό του δικαιώµατος) της θεµιτής άσκησης δικαιώµατος, εκφράζει την απαιτούµενη στις συναλλαγές ευθύτητα και αξιοπιστία µεταξύ των συναλλασσόµενων (δικαιούχου και υπόχρεου) όπως στα άρθρα 197, 200, 288 κλπ. του ΑΚ 22. Παρατηρείται ακόµη ότι η έννοια της καλής πίστης στο α 281ΑΚ έχει µεγαλύτερο εύρος από την έννοια των χρηστών ηθών η οποία εκφράζει την απαιτούµενη στην κοινωνία ηθική συµπεριφορά, και την οποία περικλείει (η έννοια της καλής πίστης αυτή των χρηστών ηθών) έτσι ώστε ό,τι αντίκειται στα χρηστά ήθη να αντίκειται και στην καλή πίστη. Με τον παραπάνω συλλογισµό διατυπώθηκε η άποψη ότι η αναφορά στα χρηστά ήθη στο α 281ΑΚ αποτελεί πλεονασµό, εφόσον η καλή πίστη καλύπτει στο πεδίο της την έννοια των χρηστών ηθών, εκτός αν ο όρος «χρηστά ήθη» περιορισθεί στη «δηµόσια αιδώ» 23. 22 Αλ., Λίπυβατς, Η απαγόρευση κατάχρησης δικαιώµατος. Βασική αρχή του δικαίου µε συνταγµατική ισχύ και διεθνή αναγνώριση, ΝοΒ 1989, σελ. 1009 επ. 23 Αλ. Λίπυβατς, Η απαγόρευση κατάχρησης δικαιώµατος, όπ.π., σελ. 1012

4.2 Άσκηση δικαιώµατος Έννοια Με τον όρο άσκηση δικαιώµατος εννοείται η χρησιµοποίηση της εξουσίας που ενυπάρχει στο δικαίωµα και περιλαµβάνει την απόλαυση των ωφελειών που παρέχει, τη διάθεση του µε κάποιες εξαιρέσεις και την προστασία του. Γίνεται δεκτό ότι σε κάθε δικαίωµα ενυπάρχει ένας φραγµός ο οποίος προσδιορίζεται από το γενικό περί δικαίω συναίσθηµα και από τον σκοπό του δικαιώµατος. Η άσκηση του κάθε δικαιώµατος επιτρέπεται, είναι θεµιτή, εντός των πλαισίων του φραγµού αυτού. Όταν επέρχεται η υπέρβαση των ορίων αυτών, τότε συνιστάται η λεγόµενη κατάχρηση δικαιώµατος την οποία ο νόµος απαγορεύει διαµέσου της ερµηνευόµενης διατάξεως (α 281ΑΚ) η οποία αποτελεί γενική ρήτρα και έχει χαρακτήρα κατευθυντήριας αρχής 24,25,26. 4.3 Η Υπέρβαση των ορίων της άσκησης δικαιώµατος Κατάχρηση δικαιώµατος Όπως αναφέρθηκε παραπάνω όταν η άσκηση του δικαιώµατος (ή ο τρόπος κτήσεως αυτού) υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονοµικός σκοπός του 24,25,26 Π., Θεράπου, Το άρθρον 281 Βασ., Βαθρακοκοίλης, Αναλυτική Ερµηνεία Νοµολογία Αστικού Κώδικα, Γ Έκδοση, Αθήνα 1989 Απ., Γεωργιάδης, α 281, Αστικός Κώδιξ, Γενικαί Αρχαί, 1978, σελ. 489-497

δικαιώµατος, τότε πρόκειται για κατάχρηση δικαιώµατος 27,28. Η κατάχρηση αποτελεί καταρχήν νοµότυπη άσκηση δικαιώµατος. εν συνιστά δηλαδή παράβαση κανόνων δικαίου. Ο καταχρώµενος τα δικαιώµατα του τα ασκεί καταρχήν νοµίµως µε την έννοια ότι δεν παραβαίνει κάποια συγκεκριµένη διάταξη. Αυτό που συνιστά την κατάχρηση είναι η υπερβολική συµπεριφορά, η οποία αγγίζει τέτοιο βαθµό υπερβολής ώστε δεν είναι πλέον ανεκτή από την έννοµη τάξη 29. Ο νόµος θέτει για τον προσδιορισµό των ορίων πέραν των οποίων η άσκηση δικαιώµατος απαγορεύεται ως καταχρηστική, αντικειµενικά κριτήρια, τα οποία αποτελούν «αόριστες νοµικές έννοιες», δηλ. το περιεχόµενο τους εξειδικεύεται στις κατ ιδίαν περιπτώσεις. Επί τη βάση αυτών ο δικαστής θα κρίνει από το πραγµατικό υλικό που θα προσαχθεί αν, στην εκάστοτε συγκεκριµένη περίπτωση η άσκηση του δικαιώµατος είναι καταχρηστική 30,31. Στο σηµείο αυτό θα πρέπει να γίνει κάποια αναφορά στην «προφανής» υπέρβαση που ορίζεται στο ά 281ΑΚ κατά την άσκηση του δικαιώµατος. Ποια η ερµηνευτική θέση του επιρρηµατικού προσδιορισµού «προφανής» στη διάταξη του ά 281ΑΚ; Το επίρρηµα «προφανής» κατά την άποψη Λίπυβατς, του ά 281ΑΚ δεν µπορεί παρά να αναφέρεται στην απόδειξη για την οποία αν και τοποθετούµενο πλεοναστικά σηµαίνει από τη µια ότι µπαίνει µαχητό τεκµήριο µη κατάχρησης του δικαιώµατος και από την άλλη ότι δεν αρκεί πιθανολόγηση της κατάχρησης αλλά απαιτείται πλήρης απόδειξη των πραγµατικών ισχυρισµών που την 27,28 Βασ., Βαθρακοκοίλης, όπ.π., άρθρον 281ΑΚ Απ., Γεωργιάδης, α 281, Αστικός Κώδιξ, όπ.π., σελ. 489-497 29 Ανδ., ηµητρόπουλος, Γενική Συνταγµατική θεωρία, Παραδόσεις Συνταγµατικού ικαίου, τόµος Γ, Θ Έκδοση, 2001 σελ. 898 30,31 Βασ., Βαθρακοκοίλης, όπ.π., άρθρον 281ΑΚ Απ., Γεωργιάδης, ά 281, Αστικός Κώδιξ, όπ.π., σελ. 489-497

στοιχειοθετούν. Η πλεοναστική τοποθέτηση του «προφανώς» φαίνεται και από το ότι παραλείπεται από την απαγόρευση κατάχρησης δικαιώµατος του άρθρου 25 3 Σ (1975) 32. Στη συνέχεια θα εξετασθεί λεπτοµερώς η σχέση του ά 281ΑΚ και του άρθρου του Συντάγµατος 25 3. 4.4 Το πεδίο εφαρµογής του κανόνα του άρθρου 281ΑΚ Το άρθρο 281ΑΚ, σε σχέση µε τις υπόλοιπες γενικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα, όπως είναι οι 174, 178, 200, 288 ΑΚ, κατέχει ιδιαίτερη θέση. Η διάταξη του άρθρου αυτού, του 281ΑΚ, οφείλει την ιδιαίτερη αυτή θέση που κατέχει µέσα στο πλέγµα των βασικών διατάξεων του δικαϊκού µας συστήµατος, στο γεγονός ότι έχει χαρακτήρα προληπτικό, προλαµβάνει δηλ. την παράνοµη πράξη. Αντίθετα όλες οι παραπάνω αναφερθείσες διατάξεις στοχεύουν στην καταστολή γι αυτό και ο χαρακτήρας τους είναι κατασταλτικός. Εκ προοιµίου συνεπώς, η διάταξη του ά 281ΑΚ απαγορεύει την άσκηση δικαιώµατος αντίθετης προς το νόµο 33. Για το πεδίο εφαρµογής του ά 281ΑΚ έχουν διατυπωθεί αρκετές απόψεις και κάποιες από αυτές βρίσκονται και σε σύγκρουση. Κατά γενική οµολογία, συνοψίζοντας όλα όσα έχουν υποστηριχθεί για την εφαρµογή της διάταξης του άρθρου αυτού µπορεί κάποιος να καταλήξει στο σχηµατισµό δυο ευρύτερων οµάδων που οι µεν δέχονται την εφαρµογή 32 Αλ. Λίπυβατς, Η απαγόρευση κατάχρησης δικαιώµατος, όπ.π., ΝοµΒ 1989, σελ. 1012 33 Γεωργ., Σιαµκούρης, Καταχρηστική άσκηση δικαιώµατος (Ερµηνεία Νοµολογία), Εκδ. Σάκκουλα, θεσ., 1994, σελ.19

της διάταξης αυτής στον ευρύτερο δικαϊκό χώρο, καλύπτοντας όλους τους κλάδους του δικαίου και όχι µόνο τον ιδιωτικό. Οι δε δέχονται περιορισµούς στην εφαρµογή αυτής και την καθιστούν ανενεργή σε κλάδους πέραν του ιδιωτικού δικαίου. Παρακάτω γίνεται λεπτοµερής αναφορά για την εφαρµογή του ά 281ΑΚ στο ιδιωτικό και στο ηµόσιο ίκαιο, στο αντίστοιχο κεφάλαιο. Στο σηµείο αυτό θα αναφερθεί συνοπτικά το περιεχόµενο των δύο ευρύτερων οµάδων σύµφωνα µε την πρώτη, οι µεν οπαδοί αυτοί υποστηρίζουν ότι από το ά 281ΑΚ ελέγχονται δικαιώµατα που αποτιµώνται και έχουν οικονοµική αξία, όπως αυτά που απορρέουν από τον Αστικό Κώδικα 34, εν αντιθέσει µε τους δε που υποστηρίζουν η διάταξη του ά 281ΑΚ αποτελεί εξειδίκευση της τυπικά ανώτερης συνταγµατικής επιταγής του άρθρου 25 3Σ και κατ επέκταση εφαρµόζεται και σε δικαιώµατα που απορρέουν από το Σύνταγµα. ηλαδή δεν περιορίζεται η εφαρµογή της µόνο στο πεδίο του Ιδιωτικού ικαίου 35. 34 Γεωρ. Σιαµκούρης, Καταχρηστική άσκηση δικαιώµατος, (Ερµηνεία Νοµολογία) Εκδ. Σάκκουλα, θεσ., 1994, σελ. 26-27 35 Ανδρ. ηµητρόπουλος, Γενική Συνταγµατική θεωρία, όπ.π., σελ. 899

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ο Το άρθρο 281ΑΚ και η διάκριση του δικαίου σε ιδιωτικό και δηµόσιο Η ρήτρα που περιέχεται στο ά 281ΑΚ έχει βαρύνουσα σηµασία για την ηθική και την κοινωνική τάξη. Γι αυτό ακριβώς τον λόγο γεννάται το ερώτηµα, εάν µπορεί αυτή (η ρήτρα) να τύχει εφαρµογής και πέρα από το πεδίο του Αστικού ικαίου. Η γενική ρήτρα του ά 281ΑΚ διαποτίζει ως ιδέα ολόκληρο το δίκαιο (αυτή ήταν άλλωστε και η πρόθεση του Γ. Μπαλή ο οποίος καθιέρωσε αυτή στον Αστικό Κώδικα να τύχει εφαρµογής αυτή σε ολόκληρο το δίκαιο «ε λλείψει ει δικότερων ορισµω ν» 36. Οπωσδήποτε όµως το πρόβληµα εφαρµογής του ά 281ΑΚ σε όλους του κλάδους του δικαίου δεν είναι άµοιρο δυσχερειών που προκύπτουν κυρίως από τη διαφορά που υπάρχει ανάµεσα στο ιδιωτικό και δηµόσιο δίκαιο και επηρεάζει την αντίστοιχη συνήθη διάκριση των δικαιωµάτων σε ιδιωτικά και δηµόσια. ιότι υποστηρίζεται µεν η θεωρία της ενότητας του δικαίου υπάρχουν όµως διαφορές ανάµεσα στο ιδιωτικό και το δηµόσιο δίκαιο, οι οποίες επεκτείνονται και σε άλλους τοµείς και διαµορφώνουν την ίδια την ουσία του δικαίου 37. Αρχικά ως κριτήριο για την κατάταξη ενός κανόνα δικαίου στο ιδιωτικό ή στο δηµόσιο δίκαιο εθεωρείτο ο ιδιωτικός ή δηµόσιος χαρακτήρας του συµφέροντος. Η βαθµιαία όµως δηµοσιοποίηση των ιδιωτικών σχέσεων οδήγησε τη νοµική επιστήµη στην υιοθέτηση ενός νέου κριτηρίου για την 36 Ν., Κουράκης, Κατάχρησις δικαιώµατος κατά το ιδιωτικόν και δηµόσιον δίκαιον, 1978, σελ. 105-112 37 Ν. Κουράκης, Κατάχρησις δικαιώµατος κατά το Ιδιωτικόν και δηµόσιον δίκαιον, 1978, σελ. 105-112

ένταξη ενός κανόνα δικαίου στο ιδιωτικό ή στο δηµόσιο δίκαιο. Έτσι γίνεται δεκτό ως νέο κριτήριο, το είδος της έννοµης σχέσης, η οποία ρυθµίζεται από τον κανόνα δικαίου και η οποία θα προσδιορίσει τη φύση του κανόνα δικαίου ως ιδιωτικού ή ως δηµοσίου δικαίου. Η διάκριση του ιδιωτικού από το δηµόσιο δίκαιο, καθώς και η αυτοτέλεια του κάθε δικαϊκού κλάδου είναι καθιερωµένες, και µάλιστα στη χώρα µας έχουν και συνταγµατικό έρεισµα 38. Αναµφισβήτητα όµως, η διάκριση ιδιωτικού και δηµοσίου δικαίου και η πλήρης αιτιολόγηση της έχει ατονήσει γεγονός που οφείλεται στον αλληλοεπηρεασµό και την αλληλοδιείσδυση των δυο αυτών κλάδων του δικαίου. Έτσι δεχόµαστε ότι οι δύο αυτοί κλάδοι του δικαίου όχι µόνο δεν είναι εντελώς ξεχωριστοί, αλλά συνυπάρχουν και αλληλοσυµπληρώνονται χωρίς να χάνουν την αυτονοµία τους. Κατά αυτόν τον τρόπο υπάρχει η δυνατότητα δανεισµού από τον κάθε κλάδο δογµατικών αρχών και εννοιών που είτε είναι κοινές σε ολόκληρη την έννοµη τάξη είτε καλλιεργήθηκαν αποκλειστικά στα πλαίσια του ενός µόνον κλάδου δικαίου 39. Σύµφωνα µε µια άποψη η εφαρµογή των διατάξεων του Αστικού Κώδικα στο δηµόσιο δίκαιο θεµελιώνεται, στο ότι οι γενικές αρχές που καθιερώνονται στον Αστικό Κώδικα ισχύουν σε όλο το δικαϊκό Πλέγµα και η Προσφυγή στις διατάξεις του Αστικού Κώδικα, έχει σαν σκοπό την διασαφήνιση του περιεχοµένου τους. Κατά άλλη άποψη η ύπαρξη κενών που εµφανίζουν οι ρυθµίσεις του δηµοσίου δικαίου καθιστά αναγκαίο την αναλογική εφαρµογή των διατάξεων του Αστικού Κώδικα προς 38 Βλ. άρθρο 94 παρ. 1-3 Συντάγµατος όπου γίνεται λόγος για διοικητικές και ιδιωτικές διαφορές, και άρθρο 103 παρ. 2-3 Συντάγµατος, όπου αναφέρεται η ύπαρξη σχέσεων ιδιωτικού δικαίου 39 Χρήστος, ετσαρίδης, Οι αρχές της δικαιολογηµένης εµπιστοσύνης και της καλής πίστης στο διοικητικό δίκαιο, Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα Θεσσαλονίκη, 2003, σελ. 150-152

κάλυψη των κενών αυτών. Απαραίτητη προϋπόθεση για αυτή την αναλογική εφαρµογή είναι η οµοιότητα των πραγµατικών περιστατικών που θα την επιτρέπει (την εφαρµογή). Και οι δυο αυτές απόψεις αλληλοσυµπληρώνονται καταλήγοντας, η αρχή της καλής πίστης εφαρµόζεται γενικά στο δηµόσιο δίκαιο, είτε αναλογικά, ως αρχή του ιδιωτικού δικαίου, είτε αυτοτελώς στις περιπτώσεις όπου ο πολίτης και το κράτος φέρονται ως συναλλασσόµενοι δυνάµει συµβατικής σχέσης 40. 40 Χρήστος, ετσαρίδης, όπ.π., σελ. 153-154

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ο ΤΟ ΑΡΘΡΟ 281 ΤΟΥ ΑΚ ΚΑΙ ΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ 6.1 Η Εφαρµογή του άρθρου 281ΑΚ στο δηµόσιο δίκαιο Πέχθηκαν πολλά µε την πάροδο του χρόνου και τη νοµοθετική εξέλιξη για το αν και κατά πόσο είναι δυνατή η εφαρµογή του άρθρου 281ΑΚ στο πεδίο του ηµόσιου ικαίου. Υποστηρίχθηκε τόσο η άποψη που έκανε δεκτή την εφαρµογή του άρθρου στο ηµόσιο ίκαιο, όσο και η άποψη που απέρριπτε την εφαρµογή αυτού. Η διαµάχη για την εφαρµογή ή µη του άρθρου 281ΑΚ στο πεδίο του ηµοσίου ικαίου κράτησε ως τη στιγµή που ο Άρειος Πάγος εκφράστηκε. Με την Α.Πολ 173/61 Ελ..2/441 το Ανώτατο ικαστήριο είπε ότι το άρθρο 281ΑΚ εφαρµόζεται και σε θέµατα ηµοσίου ικαίου, όπως είναι το Εργατικό ίκαιο, υποστηρίζοντας ότι δεν χωρεί αποδυνάµωση από δικαιώµατα του εργαζοµένου 41. Πρέπει όµως να επεξηγηθεί ότι το νόηµα προηγούµενης απόφασης του Αρείου Πάγου, της ΑΠ 174/60 Αλ. 1/362 που διετύπωνε ότι το άρθρο 281ΑΚ είχε θεσπιστεί για το ουσιαστικό δίκαιο, δεν ήταν να αποκλείσει την εφαρµογή αυτού από άλλα πεδία του δικαϊκού χώρου (π.χ. στο ηµόσιο ίκαιο κλπ.). Σκοπός της ήταν να επισηµάνει ότι δεν ήταν νοητή απλώς η εφαρµογή του άρθρου 281ΑΚ σε άλλα πεδία του δικαϊκού χώρου πέραν του ιδιωτικού υπό την τυπική µορφή και διατύπωση (προφανής υπέρβαση των ορίων της καλής πίστης ή των χρηστών ηθών κλπ.). Το άρθρο 281ΑΚ, σαφώς και εφαρµόζεται και σε άλλα πεδία του δικαίου (π.χ. ηµόσιο, ιοικητικό κλπ.) όπου ο νόµος ειδικεύει την καταχρηστική άσκηση δικαιώµατος λ.χ. στο ηµόσιο ίκαιο σαν 41 Γεωργ., Σιαµκούρης, Καταχρηστική άσκηση δικαιώµατος, όπ.π., σελ. 44-46

κατάχρηση εξουσίας 42, (ά 25 3Σ), σαν κακή εκτίµηση διακριτικής ευχέρειας κλπ., εφόσον κάθε δικαίωµα από οποιονδήποτε χώρο και αν προέρχεται και ασκείται στα νόµιµα πλαίσια που έχουν τεθεί τυγχάνει συνταγµατικής προστασίας. Γι αυτό και η εφαρµογή του άρθρου 281ΑΚ σε τέτοια περίπτωση είναι αυτονόητη 43. 6.2 Το άρθρο 281ΑΚ ως κανόνας δηµόσιας τάξης Το άρθρο 281ΑΚ είναι αναµφισβήτητα µια από τις σηµαντικότερες καινοτοµίες στον Αστικό Κώδικα γιατί εισήγαγε την αντικειµενική κατάχρηση δικαιώµατος. Η αντικειµενική αυτή κατάχρηση εξουσίας εισήχθη και στην περίπτωση εκτροπής της εξουσίας από τα νόµιµα πλαίσια άσκησης αυτής, η οποία υπάρχει ανεξάρτητα από υποκειµενικούς παράγοντες όπως η πρόθεση και γενικότερα η υπαιτιότητα του ασκούντος το δικαίωµα 44. Επιπλέον το άρθρο 281ΑΚ αποβλέπει στην καταπολέµηση των εγωιστικών τάσεων και στη διασφάλιση της κοινωνικής ισορροπίας. Ο χαρακτήρας του είναι θεµελιώδης ηθικός και κοινωνικός και γι αυτόν τον λόγο αποτελεί κανόνα έντονα δηµόσιας τάξης. Η ιδιότητα του δε αυτή ως κανόνα δηµόσιας τάξης έχει πρακτικές συνέπειες τόσο σε δικονοµικό επίπεδο όσο και σε ουσιαστικό 45. 42 Ανδρ., ηµητρόπουλος, Γενική Συνταγµατική Θεωρία, όπ.π., σελ. 898 43 Γεωργ., Σιαµκούρης, όπ.π., σελ. 44-46 44 Ε., Βουζίκας, Η εφαρµογή της περί καταχρήσεως διατάξεως του ά 281ΑΚ στο δηµόσιο δίκαιο συνάµα κριτική της υπ αριθµόν 8/1985 αποφάσεως του Ανωτάτου Ειδικού ικαστηρίου, ΕΕΝ, 1989, σελ. 565-571 45 Ν. Κουράκης, όπ.π., σελ. 86-88

6.2.1.1 ικονοµικές συνέπειες Κύρια δικονοµική συνέπεια του χαρακτήρα της διατάξεως του άρθρου 281ΑΚ ως κανόνα δηµόσιας τάξης είναι ότι η ένσταση που απορρέει από τον κανόνα δικαίου του άρθρου για καταχρηστική άσκηση είναι επιτρεπτό να προταθεί σε κάθε στάση της δίκης, ακόµη και για πρώτη φορά ενώπιον του ΑΠ. Προϋπόθεση για το επιτρεπτό της πρότασης αυτής ενώπιον του ΑΠ για πρώτη φορά είναι τα πραγµατικά περιστατικά που την θεµελιώνουν να έχουν προβληθεί στο δικαστήριο της ουσίας εµπρόθεσµα και κατά προσήκοντα τρόπο (να έχει ασκηθεί από τον φορέα τον ίδιο και όχι από πρόσωπο τρίτου αµέτοχου στην έννοµη σχέση), δηλαδή κατά την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης ή και µεταγενέστερα αλλά χωρίς να τα αποκρούσει ως απαράδεκτα ο αντίδικος αυτού που τα προτείνει 46,47,48. 6.2.1.2 Ουσιαστικές συνέπειες Η διάταξη του άρθρου 281ΑΚ, αποτελώντας έντονα κανόνα δηµόσιας τάξης, εφαρµόζεται σύµφωνα µε το άρθρο 19 του Εισαγωγικού Νόµου του Αστικού Κώδικα και σε δικαιώµατα τα οποία γεννήθηκαν πριν από την Εισαγωγή του Αστικού Κώδικα. Αποκτά κατά αυτόν τον τρόπο αναδροµική δύναµη. Το άρθρο 19 Εισαγ. Ν.ΑΚ ορίζει «Η διάταξη του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα εφαρµόζεται και σε γεγονότα και σχέσεις προγενέστερες από την εισαγωγή του». Το δικαίωµα είναι 46,47,48 Βας. Βαθρακοκοίλης, Κώδικας Πολιτικής ικονοµίας, Ερµηνευτική και Νοµολογιακή Ανάλυση (κατ άρθρο) τόµος Β, Άρθρα 221-477, Αθήνα 1994, σελ. 186-197 (σελ.192) Ν. Κουράκης, Κατάχρησις δικαιώµατος κατά το ιδιωτικόν και δηµόσιον δίκαιον, 1978, σελ. 75-103, 105-124 Νικολ. Τσάκος, Οι ενστάσεις του αστικού δικαίου και της πολιτικής δικονοµίας, Τεύχος Α, Γ Έκδοση, Εκδ. Αντ. Σάκκουλα/Θεσσαλονίκη, 1991, σελ. 86-128, (σελ.90)

δυνατό να έχει γεννηθεί πριν την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα, απαραίτητα όµως προϋπόθεση για την εφαρµογή του άρθρου 19 Εισαγ.ΝΑΚ είναι η άσκηση του να γίνεται υπό την ισχύ του Κώδικα αυτού. Για το λόγο αυτό το άρθρο 281ΑΚ µπορεί να εφαρµοσθεί και σε δικαιώµατα που απορρέουν από νόµους δηµόσιας τάξης, όσες φορές σταθµίζοντας τα εκατέρωθεν συµφέροντα προκύπτει έντονη παραβίαση της αρχής της καλής πίστης και υπέρβαση του κοινωνικού σκοπού για χάριν του οποίου τα δικαιώµατα αυτά ετάχθησαν 49. 6.3 Ο κίνδυνος κατάχρησης δικαιώµατος στο δηµόσιο δίκαιο Έχει υποστηριχθεί, από όσα συµπερασµατικά συνάγονται και από την παραπάνω ανάπτυξη, ότι το άρθρο 281ΑΚ εφαρµόζεται κατ αναλογία και στην περιοχή του δηµοσίου δικαίου. Άποψη που επικράτησε στη νοµολογία των πολιτικών δικαστηρίων παρά την αντίθεση του Συµβουλίου της Επικρατείας που παρέµενε στην µη επιτρεπόµενη εφαρµογή του ά281ακ στο δηµόσιο δικαίου προβάλλοντας την αιτιολογία ότι το άρθρο αυτό «αφορά στην άσκηση ιδιωτικών δικαιωµάτων». Για το αν όµως επιτρέπεται ή όχι η εφαρµογή του άρθρου 281ΑΚ και στο δηµόσιο δίκαιο θα έπρεπε να µη δοθούν βιαστικές απαντήσεις αλλά να ληφθεί υπόψη η έννοια του δικαιώµατος όσον αφορά τη θέση του για την εξυπηρέτηση του δηµόσιου συµφέροντος και να εξεταστεί επιπλέον κατά πόσο ο κίνδυνος κατάχρησης δικαιώµατος στο πεδίο του δηµοσίου 49 Ν. Κουράκης, όπ.π., σελ. 86-88

δικαίου είναι περισσότερο αυξηµένος από ότι σε κάποιο άλλο χώρο του δικαίου 50. 6.3.1 Λόγοι που καθιστούν τον κίνδυνο καταχρήσεως δικαιώµατος µεγαλύτερο στο δηµόσιο δίκαιο Αναµφισβήτητα ο κρατικός µηχανισµός έχει τροµακτική εξουσία. Οι σχέσεις δηµοσίου δικαίου δεν είναι ισότιµες ανάµεσα στα συµβαλλόµενα πρόσωπα, εφόσον από τη µια πλευρά βρίσκεται ο ιδιώτης και από την άλλη κάποιος φορέας δηµόσιας εξουσίας. Για τον λόγο αυτό ακριβώς ο κίνδυνος καταχρηστικής ασκήσεως από τη µεριά του κράτους και των λοιπών φορέων δηµόσιας εξουσίας, ως µορφή κατάχρησης εξουσίας ή υπέρβαση των νοµίµων ορίων της διακριτικής ευχέρειας. Είναι πολύ µεγαλύτερος παρά από µέρους των ατόµων / ιδιωτών. Συνεπώς είναι δικαιολογηµένη απόλυτα η αναλογική επέκταση του ά281ακ στο δηµόσιο δίκαιο σύµφωνα µε την γνωστή δικαιοπολιτική αρχή «εκ των οµοίων τέµνεσθαι δει τα περί ων αι κείται νόµος». Η αναλογική εφαρµογή του ά281ακ στο δηµόσιο δίκαιο, πρέπει να σηµειωθεί, ότι δεν κατέστησε περιττή η διάταξη του Συντάγµατος του άρθρου 25 παρ.3 σύµφωνα µε την οποία «Η καταχρηστική άσκηση δικαιώµατος δεν επιτρέπεται». Και αυτό διότι η διάταξη αυτή του Συντάγµατος εισάγει απλώς µια γενική αρχή του δικαίου περί απαγορεύσεως της καταχρηστικής άσκησης οποιουδήποτε δικαιώµατος, 50 Ε. Βουζίκας, Η εφαρµογή της περί καταχρήσεως διατάξεως του ά281ακ στο δηµόσιο δίκαιο, όπ.π., σελ.569

τόσο ιδιωτικού όσο και δηµοσίου, τόσον από µέρους του κράτους ή άλλου δηµόσιου φορέα, όσο και από µέρους των ατόµων 51,52,53. 51,52,53 Ε. Βουζίκας, όπ.π., σελ.565-571, 569 Ανδρ. ηµητρόπουλος, όπ.π., σελ. 898,899 Π.. αγτόγλου, Συνταγµατικό ίκαιο, Ατοµικά ικαιώµατα, Τόµος Α, Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα Κοµοτηνή, 1991, σελ. 131επ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ο ΤΟ ΑΡΘΡΟ 281ΑΚ ΚΑΙ Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ 7.1 Το συνταγµατικό έρεισµα της διατάξεως του άρθρου 281ΑΚ Η απαγόρευση της καταχρηστικής ασκήσεως δικαιώµατος έχει λάβει συνταγµατική κατοχύρωση στο άρθρο 25 του Συντάγµατος παράγραφος 3, στην οποία ορίζεται ότι «η καταχρηστική άσκηση δικαιώµατος δεν επιτρέπεται». Στο Αστικό ίκαιο η αρχή αυτή εξειδικεύεται στην διάταξη του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα το οποίο ορίζει ότι «Η άσκηση δικαιώµατος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο οικονοµικός σκοπός του δικαιώµατος». Από τη διατύπωση του άρθρου προκύπτει ότι για την εφαρµογή της διάταξης απαιτείται να συντρέχουν οι παρακάτω προϋποθέσεις: να υπάρχει δικαίωµα, το δικαίωµα να ασκείται και η άσκηση του να αποτελεί κατάχρηση. Να συνιστάται δηλαδή σε µια καταχρηστική συµπεριφορά, µια υπερβολική συµπεριφορά όπως προκύπτει από την ίδια την ετυµολογία της λέξης 54. Σκοπός της διάταξης του άρθρου 281ΑΚ είναι η καταπολέµηση της κακοπιστίας και της ανηθικότητας κατά την άσκηση των δικαιωµάτων. 7.2 Το εύρος της διάταξης του άρθρου 25 παρ.3 του Συντάγµατος Είναι σηµαντικό ερµηνεύοντας µια διάταξη να οριοθετηθεί το πλαίσιο εφαρµογής της. Ετέθη το ζήτηµα ποιο είναι το εύρος της διάταξης του 54 Ανδρ. ηµητρόπουλος, όπ.π., σελ.898

άρθρου 25 παρ.3 του Συντάγµατος, ποια δικαιώµατα καλύπτει η απαγόρευση. ηλαδή εκφράσθηκε η άποψη ότι εάν η διάταξη του άρθρου 25 παρ.3 του Συντάγµατος είχε διατύπωση κατά τρόπο που να προσδιορίζει ποιων δικαιωµάτων απαγορεύεται η καταχρηστική άσκηση, π.χ. των ιδιωτικών δικαιωµάτων, τότε θα προέκυπτε εύλογα το ερώτηµα αν αυτή (η διάταξη) ίσχυε και στα ατοµικά δικαιώµατα. Σε µια τέτοια περίπτωση θα µπορούσε να γίνει δεκτή ενδεχοµένως η συσταλτική ερµηνεία της διάταξης. Συσταλτική ερµηνεία ενός απαγορευτικού κανόνα είναι σκόπιµη όταν αυτή πρόκειται να εµποδίσει την επέκταση του κανόνα σε θέµατα, τα οποία παρουσιάζουν µεγαλύτερη και όχι µικρότερη ευαισθησία έναντι εκείνων, τα οποία ρυθµίζονται από τον κανόνα. 7.3 Είναι δυνατή η ταύτιση της έννοιας του άρθρου 25 3 Σ µε την έννοια του άρθρου 281ΑΚ; Η αρχή που ενυπάρχει στο άρθρο 281ΑΚ βρίσκει µεν τη συνταγµατική της θεµελίωση στη διάταξη του άρθρου 25 παρ.3 Σ, πρέπει όµως δε να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στο αν υπάρχει δυνατότητα ταύτισης της έννοιας ανάµεσα στις δύο αυτές διατάξεις του ά281 του ΑΚ και του ά25 3 Σ. Η έννοια του άρθρου 25 παρ.3 του Συντάγµατος δεν µπορεί να ταυτιστεί µε την έννοια του άρθρου 281ΑΚ, ώστε να µπορεί να θεωρηθεί το τελευταίο (το άρθρο 281ΑΚ) κατά τους ορισµούς του περιεχοµένου του συνταγµατικό κατοχυρωµένο. Μόνο η γενική αρχή της απαγόρευσης καταχρηστικής άσκησης δικαιώµατος αποκτά µε τη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 25 του Συντάγµατος επαυξηµένη και τυπική.

Στην προκειµένη όµως περίπτωση η παρούσα διατύπωση της διάταξης αφορά τα ατοµικά δικαιώµατα. Άρα δεν υπάρχει λόγος να ακολουθηθεί η οδός της συσταλτικής ερµηνείας αυτής. Η διάταξη του άρθρου 25 παρ.3 του Συντάγµατος αφορά όχι µόνο τα ατοµικά δικαιώµατα αλλά όλα τα δικαιώµατα γενικά, όπως και κάθε έννοµη δραστηριότητα και συµπεριφορά του πολίτη µέσα στο κοινωνικό πλαίσιο. Το εύρος τέλος της διάταξης όσον αφορά στα πρόσωπα, εφόσον δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος προσδιορισµός ρητά, καλύπτει οποιονδήποτε ο οποίος ασκεί το δικαίωµα και προβαίνει σε καταχρηστική άσκηση αυτού µε τη συµπεριφορά του 55 συνταγµατική ισχύ, ώστε να µη µπορεί να καταργηθεί ή να αλλοιωθεί µε κοινό νόµο. Τίθεται από την αρχή της απαγόρευσης αυτής (της καταχρηστικής άσκησης) στην άσκηση των δικαιωµάτων δεν µπορεί να είναι αυτόµατα ή κατ αναλογία τα ίδια µε εκείνα του άρθρου 281ΑΚ (καλή πίστη, χρηστά ήθη, κοινωνικός ή οικονοµικός σκοπός του δικαιώµατος). Αυτά πρέπει να προσδιορισθούν κατ αναλογία από το σύνολο των διατάξεων του Συντάγµατος και τις γενικές αρχές που προκύπτουν από αυτές 56. 7.4 Η σχέση της διάταξης του άρθρου 281ΑΚ µε τη διάταξη του άρθρου 25παρ.3Σ 55 Ν. Κλαµαρής, Η καταχρηστική α σκησις δικαιώµατος εν τω α στικω δικονοµικω δικαίω, 1980, σελ. 303-305 56 Αλ. Λίπυβατς, Η απαγόρευση κατάχρησις δικαιώµατος. Βασική αρχή του δικαίου µε συνταγµατική ισχύ και διεθνή αναγνώριση, ΝΟΒ 1989, σελ. 1013

Η αρχή της απαγόρευσης κατάχρησης δικαιώµατος αποτελεί γενικότερη αρχή του δικαίου την οποία ορθά συµπεριέλαβε ο συντακτικός νοµοθέτης στο νέο Σύνταγµα. Η διάταξη του άρθρου 25 παρ.3 του Συντάγµατος απαγορεύει καταρχήν την κατάχρηση των θεµελιωδών δικαιωµάτων. Εξαιτίας όµως του χαρακτήρα αυτής ως συνταγµατικής αναφέρεται και ρυθµίζει και τα παρεχόµενα από το κοινό δίκαιο δικαιώµατα. Η γενική αυτή αρχή αναφέρεται σε όλα τα δικαιώµατα και τα δηµόσια και τα ιδιωτικά. Η αντίστοιχη διάταξη περί απαγορεύσεως της καταχρήσεως δικαιώµατος του κοινού δικαίου, η διάταξη του άρθρου 281 του ΑΚ αποτελεί εξειδίκευση της ιεραρχικά ανώτερης συνταγµατικής διάταξης. Ενόψει της ενότητας της έννοµης τάξης, εφόσον η ευκρινής διάκριση δηµοσίου και ιδιωτικού έχει ατονήσει γεγονός που οφείλεται στον αλληλοεπηρεασµό και στην αλληλοδιείσδυση των δύο αυτών κλάδων του δικαίου 57, όχι απλά επιτρέπεται αλλά επιβάλλεται η ταυτόχρονη εφαρµογή της διάταξης αυτής του ΑΚ και η χρησιµοποίηση των κριτηρίων που θέτει 58,59. 7.5 Απαγόρευση της καταχρηστικής ασκήσεως δικαιώµατος κατά το άρθρο 25 παρ.3 του Σ. και ποινικές κυρώσεις Ζήτηµα δηµιουργήθηκε γύρω από το γεγονός ότι το άρθρο 25 παρ.3 του Σ δεν περιλαµβάνει κάποιες κυρώσεις για την συµπεριφορά την οποία 57 Χρ. ετσαρίδης, όπ.π., σελ.152 58,59 Ανδρ. ηµητρόπουλος, όπ.π., σελ.899 Αλ. Λίπυβατς, όπ.π., σελ.1013

αναφέρει και την οποία αποδοκιµάζει, την καταχρηστική άσκηση δικαιώµατος. Στο ζήτηµα αυτό, διατυπώθηκε η άποψη ότι η απουσία ποινικών κυρώσεων για την καταχρηστική αυτή συµπεριφορά εκφράζει τη βούληση του συγκεκριµένου συντακτικού νοµοθέτη, άποψη η οποία δεν φαίνεται σωστή αφού σηµασία έχει το αντικειµενικό νόηµα του Συντάγµατος. Αν υποτεθεί ότι η απουσία αναφοράς ποινικών κυρώσεων στη διάταξη αντιπροσωπεύει την βούληση του συντακτικού νοµοθέτη, εκείνο που έχει σηµασία είναι ότι το Σύνταγµα συµπεριέλαβε την καταχρηστική άσκηση δικαιώµατος ως µια συµπεριφορά που επισύρει την αποδοκιµασία. Για τον λόγο αυτό δεν εµποδίζεται από τίποτα ο κοινός νοµοθέτης να εισάγει ποινικές κυρώσεις για αυτή τη µορφή αποδοκιµαζόµενης συµπεριφοράς 60. Ακόµη διατυπώθηκε η άποψη (κατά Στράγγα) ότι η ρητή συνταγµατική απαγόρευση της κατάχρησης δικαιώµατος έχει παιδευτικό χαρακτήρα διότι η ύπαρξη αυτής της γενικής ρήτρας ή µη στο Σύνταγµα δεν έχει κάποιο ουσιαστικό ρόλο τη στιγµή που η «κατάχρηση» δικαιώµατος βρίσκεται ούτως ή άλλως εκτός της σφαίρας της συνταγµατικής προστασίας. Και αυτό συµβαίνει διότι, εκείνος που δεν κάνει χρήση αλλά κατάχρηση του δικαιώµατος του κινείται έξω από το συνταγµατικά περί χαρακωµένο δικαίωµά του. Επιπλέον η άποψη για τον παιδευτικό χαρακτήρα του άρθρου ενισχύεται και από το γεγονός της µη πρόβλεψης κάποιας ρητής κύρωσης που να επιβάλλεται για τη συµµόρφωση από την παρεκκλίνουσα συµπεριφορά 61. 60 Ανδρ. ηµητρόπουλος, όπ.π., σελ.900 61 Τρ. Ηλιοπούλου Στράγγα, Κατάχρηση θεµελιωδών δικαιωµάτων και δηµοκρατία, ΕΕΝ, 1989, σελ.85επ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 ο ΤΟ ΑΡΘΡΟ 25 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ 8.1 Η τροποποίηση του άρθρου 25 παρ.1 του Συντάγµατος µετά την αναθεώρηση Η σηµαντικότερη από τις αναθεωρηµένες διατάξεις του Συντάγµατος του 1975 είναι αυτή της παραγράφου 1 του άρθρου 25, µε την οποία τίθεται το νέο γενικό πλαίσιο της προστασίας όλων των συνταγµατικών δικαιωµάτων, όλων των «γενεών» των συνταγµατικών δικαιωµάτων: των αµυντικών, των συµµετοχικών, των κοινωνικών, των δικονοµικών κλπ. Επιπλέον στο νέο άρθρο 25 παρ. 1 αποτυπώνεται και συντίθεται ένας προφανής «διάλογος» ανάµεσα στον αναθεωρητικό νοµοθέτη, τον κοινό νοµοθέτη, την νοµολογία και την επιστήµη. Αυτό αφορά πρωτίστως τη χρήση των όρων και άρα την επιλογή των νοµικών εννοιών 62. 8.2 Η σηµαντικότερη λειτουργία του άρθρου 25 παρ.1 του Συντάγµατος και το κράτος δικαίου Η σηµαντικότερη λειτουργία που επιτελεί ερµηνευτικά το άρθρο 25 παρ.1 του Συντάγµατος είναι η συµπληρωµατική του ερµηνεία η 62 Ευαγ. Βενιζέλος, Το Αναθεωρητικό Κεκτηµένο, Το Συνταγµατικό φαινόµενο στον 21 ο αιώνα και η εισφορά της αναθεώρησης του 2001, Εκδ. Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα Κοµοτηνή, 2002, σελ.131-132

συµπλήρωση κάθε ενδεχόµενου γραµµατικού κενού µέσα στο σύστηµα της προστασίας των συνταγµατικών δικαιωµάτων µε την αναγωγή στην αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου, στην υποχρέωση όλων των κρατικών οργάνων να διασφαλίζουν την ανεµπόδιστη και αποτελεσµατική άσκηση των δικαιωµάτων. Είναι γνωστό ότι η προστασία του ιδιώτη από τη δραστηριότητα της διοίκησης και των φορέων δηµόσιας εξουσίας επιβάλλεται µέσα στα πλαίσια ενός κράτος δικαίου. Με τον όρο κράτος δικαίου εννοείται το κράτος του οποίου όλες οι δραστηριότητες υπακούουν σε ορισµένους κανόνες δικαίου και επιβάλλονται αρχές όπως η νοµιµότητα της δράσης της διοίκησης που καθιστούν δυνατό έλεγχο της δραστηριότητας αυτής προς όφελος και προστασία για την µη παραβίαση δικαιωµάτων του ιδιώτη. Η προστασία των δικαιωµάτων του ανθρώπου ως µέλους του κοινωνικού συνόλου υπό την αρχή του κοινωνικού κράτους διατυπώνεται τώρα ρητά στην αναθεωρηµένη αυτή διάταξη 63. 8.3 Η ρύθµιση του γ εδαφίου του άρθρου 25 παρ.1 του Συντάγµατος Το γ εδάφιο του άρθρου 25 παρ.1 του Συντάγµατος ορίζει ότι «τα δικαιώµατα αυτά ισχύουν και στις σχέσεις µεταξύ των ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουν». Επιτυγχάνεται µε αυτή τη διατύπωση να προσδιορίζεται µε τον ευρύτερο δυνατό τρόπο το πεδίο εφαρµογής του άρθρου 25 του Συντάγµατος, του συνόλου των διατάξεων περί συνταγµατικών δικαιωµάτων, αλλά και όλης της συνταγµατικής τάξης. 63 Ευαγ. Βενιζέλος, όπ.π., σελ.131-132, Το κανονιστικό περιεχόµενο του Α25 παρ.1

Το Σύνταγµα, ως γνωστόν, δεν ρυθµίζει µόνο τη συγκρότηση και τη λειτουργία του κράτους και τη σχέση του ατόµου µε την κρατική εξουσία, αλλά και όλη τη λειτουργία της οικονοµίας και της κοινωνίας. Το Σύνταγµα συγκροτεί τη βάση και θέτει το πλαίσιο όλης της έννοµης τάξης, την οποία και διέπει. Συνεπώς αν το Σύνταγµα ως ρυθµιστική ύλη όσο και το κράτος ως οντότητα και ως σχέση συνθέτουν το εύρος και το αντικείµενο της έννοµης τάξης, τότε στο πεδίο εµπίπτουν προφανώς και οι σχέσεις µεταξύ ιδιωτών. ιαπιστώνεται λοιπόν ότι µε το εδάφιο γ του αναθεωρηµένου άρθρου 25 παρ.1 επεκτείνεται ευθέως η ισχύς των συνταγµατικών δικαιωµάτων και στις σχέσεις µεταξύ των ιδιωτών προσδιορίζοντας έτσι ρητά το ίδιο το πεδίο του Συντάγµατος και άρα του Κράτους. Οι σχέσεις, τέλος µεταξύ ιδιωτών µπορεί να είναι σχέσεις είτε µεταξύ φυσικών είτε µεταξύ νοµικών είτε µεταξύ φυσικών και νοµικών προσώπων. Κρίνοντας από αυτή τη σκοπιά η διατύπωση του άρθρου «...σχέσεις µεταξύ ιδιωτών...» είναι ακριβέστερη από την έκφραση «ιδιωτικές σχέσεις», καθώς ιδιωτική σχέση µε την έννοια της σχέσης που διέπεται από το ιδιωτικό δίκαιο µπορεί να συναφθεί και από το ίδιο το δηµόσιο και τα δηµόσια νοµικά πρόσωπα 64. 64 Ευαγ. Βενιζέλος, όπ.π., σελ.136-139

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ο ΣΧΕΤΙΚΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ Στις παρακάτω αποφάσεις, που παρατίθενται ενδεικτικά, παρατηρείται η εφαρµογή του άρθρου 281 του ΑΚ και σε σχέσεις δηµοσίου δικαίου, σε συνδυασµό µε την εφαρµογή του άρθρου 25 παρ.3 του Σ., για τον προσδιορισµό των ορίων της µη καταχρηστικής άσκησης δικαιώµατος. Απόφαση 651/1957 τµ. Α Στην απόφαση αυτή του Αρείου Πάγου εφαρµόζεται το άρθρο 281 του ΑΚ σε σχέση δηµοσίου δικαίου (σχέση ασφαλιστικού ταµείου µε ασφαλισµένο) Ταµείο Μεταλλευτών παροχή σύνταξης κατάχρηση δικαιώµατος αναίρεση λόγω εσφαλµένης εφαρµογής και ψευδούς ερµηνείας του άρθρου 281 του ΑΚ 65. Απόφαση 920/1983 Μον. Στην απόφαση αυτή η ενάγουσα εταιρία ζητεί την κήρυξη της απεργίας από επαγγελµατικό σωµατείο ως παράνοµη µε την αιτιολογία ότι δεν τήρησε (το σωµατείο) την από τον νόµο προβλεπόµενη διαδικασία. Επιπλέον ζητεί την κήρυξη αυτής ως παράνοµης γιατί οι απεργιακές εκδηλώσεις υπερέβησαν τις διατάξεις των άρθρων 281 του ΑΚ και 25 65 651/1957 τµ.α, ΑΠ, ΝΟΒ 1958, σελ. 436 επ.

παρ.3 Σ., και ζητά την παύση αυτών και τη µη επανάληψη τους στο µέλλον 66. Απόφαση 3254/1990 Εδώ πρόκειται για επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης. Η αναγκαστική εκτέλεση αποτελεί άσκηση ουσιαστικού δικαιώµατος που πραγµατοποιείται από τον επισπεύδοντα δανειστή. Σαν δικαίωµα πρέπει να ασκείται σύµφωνα µε τις προϋποθέσεις άσκησης αυτού και να µην φτάνει σε σηµείο κατάχρησης. Στα συγκεκριµένα περιστατικά πρόκειται για κατάχρηση δικαιώµατος κατά το στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης εφόσον διεξήχθη ο πλειστηριασµός προ της ηµεροµηνίας για την οποία είχε οριστεί η αναστολή του. Η απαγόρευση της κατάχρησης θεµελιώνεται στις διατάξεις των άρθρων 20 1 και 25 παρ.3 Σ., 281ΑΚ και 116 Κπολ 67. Απόφαση 17/1978 Ολοµέλειας Στην απόφαση αυτή της Ολοµέλειας εξετάζεται το δικαίωµα του ηµοσίου κατ άµισθων υποθηκοφυλάκων για την απόδοση σ αυτό δικαιωµάτων που αυτοί εισπράττουν σύµφωνα µε τις ειδικές διατάξεις της οικείας νοµοθεσίας το δικαίωµα αυτό έχει χαρακτήρα δηµοσίου δικαίου για την άσκηση αυτού τίθενται τα όρια µε την αναλογική εφαρµογή του άρθρου 281ΑΚ για τη µη κατάχρηση δικαιώµατος. 66 920/1983 Μον., ΝοΒ1983, σελ.549 67 3254/1990, ΝοΒ 1990, σελ.1177 επ.

Σύµφωνα µε τα πραγµατικά περιστατικά της απόφασης η απαίτηση του ηµοσίου να αποδώσει ο υποθηκοφύλακας σ αυτό τα νόµιµα δικαιώµατα σε σηµείο που αυτά υπερτερούσαν τα παρακρατητέα απ αυτόν, υπερβαίνει τα όρια της καλής πίστης και του κοινωνικού σκοπού του δικαιώµατος, το οποίο ιδρύθηκε για µετριασµό των κερδών των άµισθων υποθηκοφυλάκων προς ανατροπή υπερβολών όχι όµως να καταλήξει και προς θετική ζηµία αυτών. Το επίδικο δικαίωµα παρόλο που ανήκει στη σφαίρα του ουσιαστικού δηµοσίου δικαίου, υπόκειται κατ αρχήν στην απαγόρευση του άρθρου 281ΑΚ που κηρύσσει σαφέστερα από το άρθρο 25 παρ.3 του Σ., το οποίο αναφέρεται γενικά και αδιάκριτα, στην άσκηση κάθε δικαιώµατος 68. Απόφαση 2364/2002 ΠΠρΑθ. Η απόφαση αυτή αφορά στην προστασία του δικαιώµατος της προσωπικότητας και την ελευθερία του δικαιώµατος της ελευθεροτυπίας και ελεύθερης δηµοσιογραφίας. Εδώ γίνεται αναφορά ότι το δικαίωµα της ελευθεροτυπίας όπως και της ελεύθερης δηµοσιογραφίας σύµφωνα µε τα άρθρα 25 παρ.3 του Συντάγµατος αλλά και 281 του Αστικού Κώδικα, υπόκεινται στους περιορισµούς των νόµων µε σκοπό τη µη καταχρηστική άσκηση αυτού του συνταγµατικού δικαιώµατος. Όσο δυσδιακριτικά και αν είναι τα όρια µεταξύ της ελεύθερης και της καταχρηστικής άσκησης του δικαιώµατος της ελευθεροτυπίας, δεν αποκλείεται η εφαρµογή των άρθρων 281ΑΚ σε συνδυασµό µε 25 παρ.3 Σ., κατά τα οποία κανένα δικαίωµα δεν µπορεί να ασκηθεί κατά τρόπο 68 17/1978 Ολοµελείας, ΝοΒ 1978, σελ. 1223 επ.

που να υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή ο οικονοµικός σκοπός του δικαιώµατος 69. Απόφαση 1740/2001 ΕφΑθ. Και στην συγκεκριµένη απόφαση γίνεται αναφορά για την ελευθερία και τα όρια του συνταγµατικού δικαιώµατος της ελευθερίας του τύπου. Εξετάζεται το ζήτηµα για την ευθύνη του ιδιοκτήτη εντύπου για την δηµοσίευση σχολίων και αν συνίσταται προσβολή της προσωπικότητας των ατόµων που αναφέρονται σε αυτά. Και εδώ τα όρια για τη άσκηση του δικαιώµατος της ελευθεροτυπίας τίθενται από τον συνδυασµό των άρθρων 281ΑΚ και 25 παρ.3 του Σ 70. 69 ΠΠρΑθ. 2364/2002, ΕΕ, 2002, σελ.595 70 1740/2001 ΕφΑθ., ΑΡΧΝ, 2001, σελ.505

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10 ο ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Από την συνολική παρουσίαση για την έρευνα του ζητήµατος της καλής πίστης ως συνταγµατικής αρχής προκύπτει ότι η καλή πίστη ως γενική ρήτρα που διέπει τις έννοµες σχέσεις στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου εµφανίζεται στο άρθρο 281 του Αστικού Κώδικα, µε το οποίο ορίζεται η απαγόρευση της κατάχρησης δικαιώµατος. Η καλή πίστη δεν κατοχυρώνεται ως έννοια στο πεδίο του συνταγµατικού δικαίου όπως συµβαίνει µε άλλες νοµικές έννοιες που βρίσκονται στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου (π.χ. τα χρηστά ήθη), αλλά βρίσκει συνταγµατικό έρεισµα ως τεθέν όριο της µη καταχρηστικής άσκησης του άρθρου 281ΑΚ στο άρθρο 25 παρ.3 του Σ. που αφορά στην απαγόρευση της κατάχρησης δικαιώµατος. Η κατάχρηση οποιουδήποτε δικαιώµατος απαγορεύεται από τη διάταξη αυτή του Συντάγµατος (άρθρο 25 παρ.3). Η προσφυγή σε περίπτωση κατάχρησης και στην αναλογική εφαρµογή του άρθρου 281ΑΚ είναι λογική τη στιγµή που το Σύνταγµα δεν προσδιορίζει τα κριτήρια της καταχρηστικής άσκησης δικαιώµατος 71. Με αυτόν τον τρόπο η συµπληρωµατική ανάλογη εφαρµογή της διάταξης του άρθρου 281ΑΚ ανάγεται σε εξειδίκευση αυτής της συνταγµατικά ανώτερης αρχής, αφού το νοµοθετικό κενό που υπάρχει στο Σύνταγµα ως προς τα κριτήρια, καλείται να καλύψει το άρθρο 281ΑΚ. Επιπλέον υπό το καθεστώς του κοινωνικού κράτους δικαίου και της αρχής της «ενότητας της εννόµου τάξεως», που δηµιουργείται από την 71 Κ.Ι.Παπαδηµητρίου, Εισαγωγικό Σηµείωµα, Απόφαση Ολοµέλειας ΑΠ., 17/1978, ΝοΒ 1978, σελ. 1223-1225

αλληλοσυµπλήρωση και αλληλοδιείσδυση στοιχείων και εννοιών από τους χώρους του ιδιωτικού και δηµοσίου δικαίου, µπορεί η διάταξη του άρθρου 281ΑΚ να εφαρµόζεται παράλληλα και ως συµπλήρωσης της διάταξης του άρθρου 25 παρ.3 Σ. τόσο για περιπτώσεις κατάχρησης στον ιδιωτικό πεδίο έννοµων σχέσεων όσο και στο δηµόσιο.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Βαθρακοκοίλης, Αντ. Βασ., Αναλυτική Ερµηνεία Νοµολογία Αστικού Κώδικα, Γ Έκδοση, Αθήνα, 1989, σελ.395 επ. Βαθρακοκοίλης, Αντ. Βασ., Κώδικας Πολιτικής ικονοµίας, Ερµηνευτική και Νοµολογιακή Ανάλυση (κατ άρθρο), Τόµος Β, Άρθρα 221-477, Αθήνα, 1994, σελ.186-197 Βενιζέλος, Ευάγγελος, Το Αναθεωρητικό Κεκτηµένο, το Συνταγµατικό φαινόµενο στον 21 ο αιώνα και η εισφορά της αναθεώρησης του 2001, Εκδ. Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα Κοµοτηνή, 2002, σελ.131-132, 136-139 Γεωργιάδης, Σ. Απόστολος, Γενικές Αρχές Αστικού ικαίου, εύτερη Έκδοση, Εκδ. Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα Κοµοτηνή, 1997, σελ.22 Γεωργιάδης, Σ. Απ., ά281, Αστικός Κώδιξ, Ι Γενικαί αρχαί, 1978, σελ.489-497 αγτόγλου, Π.., Συνταγµατικό ίκαιο, Ατοµικά ικαιώµατα, Τόµος Α, Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα Κοµοτηνή, 1991, σελ.131 επ. ετσαρίδης, Παν. Χρήστος, Οι αρχές της δικαιολογηµένης εµπιστοσύνης και της καλής πίστης στο διοικητικό δίκαιο, Εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα Θεσσαλονίκη, 2003, σελ.30-36, 149-179

ηµητρόπουλος, Α.Γ., Γενική Συνταγµατική Θεωρία, Παραδόσεις Συνταγµατικού ικαίου, Τόµος Γ, Θ Έκδοση, 2001, σελ.897-900 Ηλιοπούλου Στράγγα, Τζ., Κατάχρηση θεµελιωδών δικαιωµάτων και δηµοκρατία, ΕΕΝ, 1989, σελ.85 επ. Θεράπου, Π., Το άρθρον 281, σελ.42-96, 228-235 Κλαµαρής, Ν., Η καταχρηστική α σκησις δικαιώµατος εν τω α στικω δικονοµικω δικαίω, 1980 Κουράκης, Ν., Κατάχρησις δικαιώµατος κατά το ιδιωτικόν και δηµόσιον δίκαιον, 1978, σελ.75-103, 105-124 Λίπυβατς, Αλ., Η απαγόρευση κατάχρησις δικαιώµατος. Βασική αρχή του δικαίου µε συνταγµατική ισχύ και διεθνή αναγνώριση, ΝοΒ, 1989, σελ.1009 επ. Λιτζερόπουλος, Αλ., Κατάχρησις της γενικής ελευθερίας του ατόµου ει ς τα σχέσεις ι διωτικού δικαίου (ά281ακ και 25 3 Σ 1975). Αφιέρωµα ει ς τον Αλέξανδρον Τσιριντάνην, 1980, σελ.435 επ. Πανταζόπουλος, Ν., Ρωµαϊκόν ίκαιον εν διαλεκτική συναρτήσει προς το ελληνικόν, Θεσσαλονίκη, Αθήνα, 1974, σελ.186 επ. Παπαδηµητρίου Ι.Κ., Εισαγωγικό Σηµείωµα, Απόφαση Ολοµέλειας ΑΠ., 17/1978, ΝοΒ, 1978, σελ.1223 επ.

Παπαντωνίου, Ν., Γενικές αρχές του αστικού δικαίου, 3 η 1983, σελ.216 επ. έκδ., Σηµαντήρας, Κ., Γενικαί αρχαί του αστικού δικαίου, β έκδ., Α, 1976, σελ.300 επ. Σιαµκουρής, Γρ. Γεώργιος, Καταχρηστική άσκηση δικαιώµατος (Ερµηνεία Νοµολογία), Εκδ. Σάκκουλα, Θεσ. 1994, σελ.19, 26-27, 44, 46 Σπυριδάκης, Ιω., Γενικές Αρχές, Α, 1985, σελ.130 επ. Σταθόπουλος, Π.Μιχ., Γενικό Ενοχικό ικαίο, Τρίτη έκδοση, Εκδ. Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα Κοµοτηνή, 1998 Τρωϊανός, Σ., - Βελισσαροπούλου Καρακώστα, Ι., Ιστορία ικαίου, Ρωµαϊκό ίκαιο, Εκδ. Σάκκουλα, 2002, σελ.119 επ.(120, 121) Τσάκος, Νικόλαος, Οι ενστάσεις του αστικού δικαίου και της πολιτικής δικονοµίας, τεύχος Α, Γ Έκδοση, Εκδ. Σάκκουλα, Θεσσαλονίκη, 1991, σελ.86-128