Συνέντευξη με τον Νίκο Τσαγκαράκη. Ερ : Νίκο, θα ήθελα να μου πεις, μέχρι πότε έζησες στην Τουρλωτή Σητείας. Η καταγωγή σου είναι από την Τουρλωτή Σητείας. Απ: Ναι. Ερ: Μέχρι πότε έζησες εκεί; Απ: Εκεί έζησα μέχρι το 1965,1966. Ερ: Δηλαδή, μέχρι ποια ηλικία; Aπ: Tο 1965, το 1966 έφυγα μετά. Ερ: Το 1965 τι ηλικίας ήσουν; Απ: Εικοσι - τεσσάρων. Ερ : Εικοσι- τεσσάρων. Επομένως έζησες τη ζωή του χωριού της Τουρλωτής. Την έζησες αρκετά καλά. Απ: Ναι, βέβαια. Ερ: Βιολί έπαιζες τότε ή το έμαθες μετά; Aπ: Όχι, όχι, έπαιζα. Ερ : Ποια ήταν τα πρώτα σου έτσι, ερεθίσματα να μάθεις βιολί; Πώς σου ήρθε η ιδέα δηλαδή; Aπ: Έπαιζε ο πατέρας μου και ο αδερφός μου. Ερ: Ως επαγγελματίες; Απ: Όχι, όχι, ερασιτέχνες. Ερ: Ναι. Απ: Κι από εκεί με έβαζε ο πατέρας μου και έπαιζα την κιθάρα, κρατούσα ακομπανιαμέντο κι από κει άρχισα και... Ερ: Όταν λέω επαγγελματίες, δεν εννοώ ότι ήταν επαγγελματίες που έπαιζαν σε κέντρα. Απ: Όχι, όχι. 1
Ερ: Αλλά ήταν, ας πούμε, βιολιστές. Απ: Παρέες, στο χωριό, σε χορούς. Ερ: Παίζανε σε γάμους; Απ: Βέβαια, σε γάμους. Ερ: Επομένως, ήταν καλοί οργανοπαίχτες. Απ: Ε, κατά κάποιον τρόπο. Ερ: Ναι. Και κοντά σ αυτούς έμαθες κι εσύ. Απ: Σωστά. Ερ: Σε πίεσαν καθόλου να το κάνεις αυτό ή από μόνος σου έτσι το διάλεξες; Απ: Όχι, όχι, από μόνος μου. Ερ: Δηλαδή αν σε ρωτούσα έτσι να μου πεις, ποιόν θεωρείς δάσκαλό σου στη μουσική, και μουσική δεν λέω τη μουσική αυτή γενικά, εννοώ αυτή την παραδοσιακή μουσική που παίζεις. Ποιος είναι ο δάσκαλός σου; Aπ: Ο αδερφός μου. Ερ : Ο αδερφός σου ζει ακόμα; Aπ: Όχι. Ερ: Πώς ήταν το όνομα του αδερφού σου; Απ: Γιώργος. Ερ: Εκτός από τον αδερφό σου και τον πατέρα σου παίζανε, άλλοι στο χωριό, βιολί; Aπ: Πάρα πολλοί. Ερ: Ήταν συνηθισμένο στα γλέντια που παίζανε, το βιολί πέρναγε από χέρι σε χέρι; Δεν έπαιζε ένας μόνο; Aπ: Όχι, ήταν πάρα πολλοί βιολάτορες. Στο βιολί, αρκετοί. Ερ: Ναι, αλλά όταν γινόταν ένα γλέντι, πέρναγε το βιολί από χέρι σε χέρι; Aπ: Ναι, εναλλάξ. Τουλάχιστον τρεις - τέσσερις παίζανε. Ερ: Δε λέω για το τραγούδι, γιατί βέβαια εκεί, τραγουδούσανε στο χορό. Απ: Ναι. Ερ: Aπό πότε άρχισες να ασχολείσαι πιο συστηματικά με το όργανο; 2
Aπ: Να σας πω. Δεν έχω... συστηματικά, γιατί...μέχρι το 1965 που ήμουν στο χωριό, έπαιζα εκεί. Μετά έφυγα στην αστυνομία, σταμάτησα. Εδώ και πέντε χρόνια που έχω αποστρατευθεί, πάλι...το έχω αφήσει το βιολί. Δεν παίζω καθόλου, έτσι, λίγο, ελάχιστες ώρες να ασχοληθώ. Ερ: Εννοώ ότι το «συστηματικά» δεν πάει στο «επαγγελματικά», εννοώ ότι κάπως άρχισες να μαθαίνεις το βιολί πιο συστηματικά. Απ: Πιο συστηματικά, όταν ήμουν δεκαοχτώ χρονών, εκεί. Ερ: Αφού ήταν ο πατέρας σου και ο αδερφός σου μουσικοί, φαντάζομαι πως μέσα στο σπίτι δεν θα υπήρξε καμία αντίθεση ως προς την εκλογή σου να ασχοληθείς με το βιολί. Απ: Όχι, όχι, καθόλου. Ερ: Δηλαδή, αν τους έλεγες πως θα γινόμουν απλός βιολιστής και δεν θα πήγαινες στην αστυνομία, θα τους άρεσε αυτό; Aπ: Θα το χαιρόταν, οπωσδήποτε. Ερ: Θα το χαιρόταν. Τώρα, από τον αδερφό σου και από τον πατέρα σου, πώς έμαθες να παίζεις; Δηλαδή,με ποιο σύστημα έμαθες να παίζεις; Απ: Με το αυτί. Έπιανα την μουσική με το αυτί και έβλεπα, ας πούμε, πώς κρατάνε το δοξάρι και από κει το μαθα μόνος μου. Δεν μου έδειξε κανένας, ότι έτσι θα κάνεις, έτσι θα πιάσεις το βιολί κλπ. Ό,τι έβλεπα, ας πούμε, το κανα. Ερ: Και τους σκοπούς, πώς τους μάθαινες; Aπ: Με το αυτί. Ερ: Δηλαδή παρακολουθούσες την ώρα που παίζανε; Απ: Ναι, με το αυτί. Παρακολουθούσα και αποτύπωνα τους σκοπούς και μετά έπιανα και τους μάθαινα. Ερ: Μόνο από τον αδερφό σου και τον πατέρα σου ή και από άλλους; Απ: Μόνο, μόνο, από κανέναν άλλον. Ερ: Από κανέναν άλλον; Απ: Όχι, όχι. Ερ: Γιατί όχι από άλλον; 3
Απ: Κοιτάτε να δείτε, ήταν συνηθισμένο τώρα. Όταν παίζαμε στο σπίτι με τον πατέρα μου, από κει «έπιανα». Τώρα, δεν μπορώ να πω ότι δεν έχω πιάσει ορισμένα γυρίσματα και από άλλον. Αλλά τα περισσότερα είναι του αδερφού μου και του πατέρα μου. Ερ: Από άλλους, πώς τα «έπιανες»; Aπ: Πάλι το ίδιο, πάλι με το αυτί. Ερ: Λένε στο χωριό σου, ότι κανείς κάποια γυρίσματα, έτσι,... «κλέβει»; Απ: Όχι, όχι. Ερ: Ότι παρακολουθεί τον άλλον καλλιτέχνη και «κλέβει» τις κοντυλιές του, το παίξιμό του; Απ: Όχι, όχι. Ερ: Δεν το λέτε; Απ: Όχι, καθόλου. Δεν το χω ακούσει. Ερ: Με τον πατέρα σου και τον αδερφό σου, συνεργάστηκες ποτέ σε γλέντια, έτσι, παίξατε μαζί; Aπ: Με τον αδερφό μου, ναι. Με τον πατέρα μου, όχι. Ερ: Γιατί όχι; Απ: Είχα φύγει εγώ τότε και δεν τον πρόλαβα. Με τον αδερφό μου έχουμε κάνει, έχουμε παίξει μαζί. Εγώ κρατούσα ακομπανιαμέντο κι αυτός έπαιζε βιολί ή εναλλάξ. Ερ: Παίξατε ποτέ με αμοιβή σε κάποια γλέντια; Aπ: Με αμοιβή έχω παίξει μόνο σε έναν γάμο. Δηλαδή κι αυτά μας τα δώσανε έτσι, όχι ότι ζήτησα λεφτά. Ερ: Απ ότι ξέρεις, υπήρχε αμοιβή στους καλλιτέχνες στο χωριό της Τουρλωτής; Απ: Όχι, όχι. Ερ: Δεν τους πλήρωναν; Απ: Όχι, όχι. Ερ: Και πώς αμείβονταν αυτοί οι άνθρωποι; 4
Απ: Έτσι, αφιλοκερδώς. Μια παρέα, πέντε - δέκα άτομα νεαροί, από ποιόν να πάρεις τώρα, αφού ήμαστε όλοι μπατίρηδες! Ερ: Όχι, δεν μιλάω για τέτοιες περιπτώσεις. Λέω για τους γάμους, ας πούμε. Στον γάμο, πάλι έτσι αφιλοκερδώς παίζατε δηλαδή; Aπ: Έτσι, αφιλοκερδώς. Σ έναν γάμο πετάξανε ορισμένα λεφτά, που πετάνε την ώρα του χορού, κι αυτά ήταν. Ερ: Ναι. Άλλα όργανα παίζεις εκτός από το βιολί; Απ: Παίζω ακορντεόν, κιθάρα σε ακομπανιαμέντο και φυσαρμόνικα. Ερ: Αυτά πώς τα έμαθες; Απ: Πάλι έτσι. Ερ: Ποιος έπαιζε; Απ: Έπαιζε ο αδερφός μου ακορντεόν και φυσαρμόνικα. Είχε κάνει μερικά μαθήματα. Ερ: Και συνεχίζεις να παίζεις ακορντεόν; Απ: Μπα, το χω σταματήσει. Έχω δηλαδή ένα ακορντεόν, αλλά δεν παίζω. Σπανίως. Ερ: Κιθάρα, όμως, παίζεις. Απ: Κιθάρα, ακομπανιαμέντο κρατώ. Παίζουν δυο βιολατόροι, κρατάει ο ένας του αλλουνού. Ερ: Πώς δεν σε παρέσυρε κάποιο άλλο όργανο; Ήθελες πάντα το βιολί, έτσι, πρώτο; Απ: Δεν είχα και την ευκαιρία, έτσι, να σας πω την αλήθεια. Γιατί τα χρόνια εκείνα, δεν υπήρχε η ευχέρεια, να πας κάπου...μ άρεσε η μουσική, αλλά η ευχέρεια δεν υπήρχε. Ερ: Δηλαδή, αν υπήρχε η ευχέρεια, θα θυσίαζες το βιολί για κάποιο άλλο όργανο; Απ: Όχι, το βιολί όχι, αλλά θα προσπαθούσα να μάθω και κάποιο άλλο όργανο. Ερ: Μάλιστα. Τα χρόνια που έζησες εκεί στο χωριό, τα άλλα παιδιά πώς μάθαιναν την τοπική μουσική; 5
Aπ: Ακριβώς τα ίδια κι αυτοί. Με το αυτί κι αυτοί. Ερ: Δηλαδή, παρακολουθώντας. Απ: Παρακολουθώντας, ακούγοντας και παρακολουθώντας τη μαθαίνανε. Ερ: Εσύ προσωπικά, θεωρείς τον εαυτό σου, πώς: επαγγελματία, ημιεπαγγελματία, ερασιτέχνη; Απ: Όχι, όχι, ερασιτέχνη. Ερ: Το βιολί δεν το χρησιμοποιείς ποτέ για βιοποριστικό λόγο; Aπ: Όχι, όχι. Ερ: Εκτός από γλέντια, μου είπες πως έπαιξες σε γάμους. Αλλού; Aπ: Σε γάμους και στη Λέσχη Κρητών Παιρσού. Και στην Σητειακή λέσχη, την Παιρσό, στην Αθήνα. Ερ: Σε πανηγύρια, έπαιξες ποτέ; Aπ: Σε πανηγύρια, όχι. Μόνο στο χωριό κάτω. Ερ: Έπαιξες, όμως. Απ: Ναι, αμέ. Ερ: Έχεις πάρει ποτέ πρόσκληση για να πας κάπου και να παίξεις; Aπ: Όχι, όχι. Ερ: Έχεις συνεργαστεί με άλλους μουσικούς στο παρελθόν; Aπ: Εκτός από τον αδερφό μου και τον πατέρα μου, όχι. Ερ: Υπήρχε ποτέ στο χωριό, ή και στην ευρύτερη περιφέρεια απ όσο ξέρεις, η συνήθεια της «χαρτούρας», όπως συνηθίζεται έτσι να λέμε λαϊκά, αυτήν της παραγγελιάς; Aπ: Στο χωριό όταν ήμαστε, μου λέγανε ας πούμε ο κάθε νεαρός: «Παίξε μου ένα ταγκό» ή «παίξε μου ένα βαλς» ή «παίξε μου έναν Χανιώτικο». Σ αυτό το στυλ επάνω, όχι για να μας χρηματίσουν, «πάρε τόσα και παίξε μας αυτό». Ερ: Δεν δίνανε λεφτά. Απ: Όχι, ποτέ. Ερ: Αλλά όταν κάποιος ζητούσε κάτι τέτοιο, δεν αισθανόταν την ανάγκη να προσφέρει κάτι στον καλλιτέχνη, τη στιγμή που δεν είχατε αμοιβή; 6
Απ: Tίποτα, τίποτα. Τώρα, από το να κεράσει ένα ποτό, δεν είχαμε τίποτα άλλο. Ερ: Όταν γινόταν μια τέτοια παραγγελιά, έλεγε ας πούμε «Παίξε μου ένα ταγκό», μπορούσε να χορέψει οποιοσδήποτε ή μόνο αυτός κι η παρέα του; Απ: Όχι, όλοι. Ερ: Απλώς, ήταν μια επιθυμία. Απ: Σε δημόσιο μέρος όποιος ερχόταν -είτε χωριανός, είτε ξένος- ήταν ευπρόσδεκτος. Δεν του λέγαμε ότι είναι ιδιωτικής χρήσης... το πάρτι! Δεν υπήρχε τέτοιο πράγμα. Ερ: Αυτό που παρατηρείται τελευταία, είναι ότι όταν λένε «παραγγελιές», σηκώνεται μόνο αυτός που παραγγέλνει κι η παρέα του. Δεν επιτρέπεται να χορέψει άλλος. Απ: Τι να σας πω για τώρα. Έχω να πάω στο χωριό από τότε. Τα καλοκαίρια κατεβαίνω για καμιά εικοσαριά μέρες, δεν ξέρω. Ερ: Δεν συμβαίνει ούτε σήμερα; Απ: Όχι, όχι. Στο χωριό μου, όχι. Ερ: Η μουσική αυτή, που ξέρεις εκεί από τον τόπο σου, έχει κάποια ιδιαίτερα έτσι στοιχεία που την διακρίνουν από τη μουσική άλλων περιοχών, γειτονικών περιοχών; Απ: Όχι, γιατί είχαμε εμείς παλιά τον Καλογερίδη και σ αυτόν επάνω «πατάμε», στου Καλογερίδη τα βήματα, στις κοντυλιές του Καλογερίδη. Ερ: Δηλαδή το χωριό σου, δεν έχει κάτι το ιδιαίτερο; Aπ: Ιδιαίτερο, όχι, δεν έχει. Ερ: Συνήθως, ποια τραγούδια ή σκοπούς γνωρίζεις έτσι, να παίζεις; Μπορείς να μου τα πεις με τίτλους; Απ: Τις τραγουδιστικές παίζω. Του Ρε την κοντυλιά, του Λα την κοντυλιά, του Ντο την κοντυλιά, του Φα την κοντυλιά, μετά σε συρτό «Χανιώτικο» τον Στειακό και τον «Πηδηχτό» τον Στειακό. Και ταγκό, αυτά τα συνηθισμένα, τα παλιά τραγούδια. 7
Ερ: Συνηθίζουν ακόμα και σήμερα να παίζουν ταγκό; Απ: Βεβαίως. Ερ: Σ όλα τα γλέντια; Απ: Σ όλα τα γλέντια, τουλάχιστον όσο πάω εγώ, όσο είμαι στο χωριό, βέβαια. Ερ: Υπάρχουν άλλες περιστάσεις στο χωριό που έπαιζαν όργανα, εκτός από τις κοντυλιές στα γλέντια; Δηλαδή, εκτός από το γλέντι, το πανηγύρι και τη ξεφάντωση στον γάμο - που έπαιζαν κοντυλιές ή έπαιζαν χορευτικού σκοπούς - υπήρχαν άλλες περιπτώσεις που τραγουδούσαν κι έπαιζαν μαζί με τα όργανα; Απ: Όχι, όχι. Ερ: Στον κλήδονα, ας πούμε, δεν είχαν; Απ: Τον κλήδονα εγώ δεν τον πρόλαβα και πολύ. Ήμουν πολύ μικρός και δεν τα θυμάμαι. Ερ: Όταν λέγανε τα κάλαντα, τα έλεγαν παιδιά μόνο ή βγαίνανε και μεγάλοι με όργανα και τα τραγουδούσαν; Απ: Αν θυμάμαι καλά, είχανε βγει κάνα-δυο φορές. Είχανε βγει με όργανα: βιολί- κιθάρα και ακορντεόν. Και η Φιλαρμονική ερχόταν κάπου - κάπου από την Σητεία. Ερ: Καντάδες κάνατε; Απ: Βεβαίως. Ερ: Ήταν συνηθισμένο παλιότερα; Aπ: Ναι, οπωσδήποτε. Μετά το γλέντι, είχαμε την καντάδα. Ερ: Ποιες ήταν οι πιο συνηθισμένες κοντυλιές που παίζατε στις καντάδες; Aπ: Τα ξημερώματα, η συνηθισμένη κοντυλιά, ήταν του Ντο. Ερ: Όταν λέμε τα ξημερώματα, εννοούμε μετά τις 12:00; Aπ: Τα χαράματα, από τις 3:00 και μετά. Tρεις- τέσσερις η ώρα και πέντε η ώρα, παίζανε του Ντο την κοντυλιά, αλλά βέβαια παίζανε και τις άλλες, αλλά πιο συνηθισμένη ήταν αυτή του Ντο. Ερ: Και πριν από τις 3:00; 8
Απ: Παίζαμε όλες τις άλλες. Ερ: Σήμερα, αυτά που παίζατε τότε, παλιότερα, στη νεαρή ηλικία τότε που ήσουν στο χωριό σου και δεν είχαν αλλάξει τα πράγματα, σήμερα που επισκέπτεσαι και πάλι το χωριό, βλέπεις να έχουν αλλάξει οι συνήθειες; Απ: Οι συνήθειες αλλάξανε, διότι βιολατόροι δεν υπάρχουν, δεν παίζουν πια. Στους γάμους φέρνουν και παίζουνε λυράρηδες. Εν τω μεταξύ, μας έχει καταστρέψει βέβαια και η τηλεόραση, διότι παλιά κάναμε τις παρέες μας και τώρα ο καθένας είναι στο σπίτι του με την γυναίκα του και κοιτάνε, βλέπουνε κανένα έργο κι έχει εξαλειφθεί η παρέα. Ερ: Δηλαδή δεν υπάρχει σήμερα βιολάτορας στο χωριό; Aπ: Υπάρχει, αλλά στη χάξη και στη φέξη να παίξουν. Έτσι, σε καμιά παρέα. Αλλά γλέντια, χορούς που κάναμε παλιά - που απαραιτήτως κάθε Κυριακή χορεύαμε σε καφενείο - τώρα δεν υπάρχει αυτό το πράγμα. Στις γιορτές τις μεγάλες που είχαμε, του Αγίου Παντελεήμονα και της Παναγίας, και βλέπω τώρα, δεν υπάρχει τίποτα. Έχουν σβήσει όλα. Ερ: Κάνοντας, έτσι, μια κριτική του βιολάτορα αυτού που υπάρχει, χωρίς κακή πρόθεση, αλλά συγκρίνοντας την εποχή την δικιά σου, τότε που ήσουν νεαρός, με τώρα, βρίσκεις διαφορές στο παίξιμο του καινούργιου βιολάτορα από τον τρόπο που παίζανε παλιότερα; Απ: Να σας πω. Στο χωριό μου, ο πιο μικρός βιολάτορας πρέπει να είμαι εγώ με τον Γιώργο. Ερ: Κι αυτός που είναι τώρα δηλαδή, είναι μεγάλος στην ηλικία. Απ: Ναι, έναν χρόνο πιο μεγάλος. Ερ: Ναι. Απ: Όχι, έναν χρόνο πιο μικρός. Ερ: Επομένως έχει κι αυτός την ίδια νοοτροπία με την δικιά σου. Απ: Το ίδιο. Ερ: Δηλαδή δεν βλέπεις διαφορές ως προς το παίξιμο ή.. 9
Απ: Τίποτα, τίποτα. Κι αυτοί που έχουν μείνει στο χωριό, δυο- τρεις, είναι κι αυτοί στο ίδιο «μοτίβο». Ερ: Συνεχίζουν ακόμα και σήμερα και κάνουν γλεντάκια, έστω; Απ: Γλεντάκια, παρέες. Παρέες κάπου- κάπου κάνουνε. Γλέντια, ελάχιστα, πάρα πολύ ελάχιστα. Ερ: Λοιπόν, το βασικότερο που παίζεις είναι το βιολί. Απ: Το βιολί. Ερ: Πού το βρήκες το βιολί αυτό; Απ: Αυτό ήταν του πατέρα μου. Ερ: Και ο πατέρας σου πού το βρήκε; Απ: Ο πατέρας μου το είχε αγοράσει από τον Δερμιτζάκη τον Γιάννη. Το 1948, ογδόντα οκάδες λάδι. Ερ: Δηλαδή, αν ήθελε να αγοράσει κάποιος όργανο, μπορούσε να βρει κάπου; Aπ: Μόνο στην Σητεία. Ερ: Υπήρχε κατάστημα; Απ: Πιο κοντινά. Ναι, ο Δερμιτζάκης είχε βιολιά. Ερ: Ο Δερμιτζάκης ο ίδιος; Απ: Ο ίδιος. Ερ: Μάλιστα. Επομένως, αν κάποιος ήθελε να μάθει βιολί, υπήρχε η δυνατότητα με ευκολία να το βρει κανείς το βιολί. Απ: Βεβαίως, πάρα πολύ. Ερ: Αν δεν υπήρχε στη Σητεία, θα υπήρχε κάπου αλλού; Απ: Kαι στο Ηράκλειο υπήρχαν και στον Άγιο Νικόλαο. Ερ: Αγοράζοντας ένα βιολί κανείς, τι πρέπει να προσέξει για να πει, ας πούμε, ότι είναι καλό όργανο; Απ: Κατ αρχήν πρέπει να γνωρίζει από ξύλα. Το ξύλο πρέπει να είναι κελεμπέκι. Το κελεμπέκι είναι σε δυο - τρεις κατηγορίες: πρώτο, δεύτερο και τρίτο. Το πρώτο, βέβαια, είναι αυτό που έχει τα πολλά νερά. Φαίνονται τα νερά του ξύλου, μέσα. Αυτό είναι το μυστικό του βιολιού. Και βέβαια παίζει ρόλο και ο κατασκευαστής. 10
Ερ: Δηλαδή, οπτικά κάνει κανείς τη διαπίστωση αυτή; Απ: Βεβαίως. Οπτικά όταν δεις το βιολί κι έχει νερά, είναι και καλό το πρώτο ξύλο επάνω. Ερ: Μάλιστα. Άλλο; Απ: Μπορεί να βρεις και άλλο βιολί έτσι να είναι, αλλά λέμε ότι είναι και από τον κατασκευαστή, εξαρτάται. Ερ: Ναι. Εκτός απ αυτό, τι άλλο; Απ: Οι χορδές που είναι, παίζουν κι αυτές ρόλο. Κι η ψυχή του βιολιού,μέσα. Ερ: Όταν ήσουν μικρός που άρχισες να μαθαίνεις βιολί κι έπαιζες τότε, χρησιμοποιούσες πάντα μετάλλινες, μεταλλικές χορδές; Απ: Μεταλλικές. Δεν είχαμε τις πλαστικές, δεν τις είχαμε. Ερ: Δεν τις είχατε. Παλιότερα, όχι; Aπ: Όχι. Ερ: Υπάρχουν κάποιες ειδικές στάσεις που κρατάει κανείς το όργανο όταν παίζει; Απ: Να σας πω. Εγώ, πιο πολύ, με βολεύει όρθιο. Ερ: Και το όργανο, πού το ακουμπάς; Απ: Στο σαγόνι. Ερ: Όταν λες σαγόνι ή και πιο κάτω; Απ: Εδώ κάτω, ας πούμε. Υπάρχουν ορισμένοι που το κρατάνε εδώ κάτω. Εγώ δεν μπορώ. Ερ: Δηλαδή το στηρίζεις κανονικά στο σαγόνι. Απ: Το στηρίζω κανονικά στο σαγόνι. Ερ: Το κρατάς με το σαγόνι. Απ: Ναι. Ερ: Δεν πρόσεξα εχτές που έπαιζες, αν στο όργανο υπάρχουν, του χεις βάλει κάποια στολίδια ή είναι έτσι σκέτο το όργανο. Απ: Όχι, στολίδια δεν έχω βάλει τίποτα. Ερ: Τίποτα απολύτως; 11
Απ: Τίποτα δεν έχω βάλει, το μόνο που χω, τα...επάνω τα κουρδιστήρια που χω στη.. Ερ: Καλά, αυτά είναι του οργάνου. Απ: Πρόσθετα, υπάρχουν κάτι αυτά που τα βάζεις επάνω, ας πούμε, για να μην πιάνεις το... Ερ: Α, μάλιστα. Για να διορθώσεις, ας πούμε, τον ήχο. Απ: Ναι, ναι. Ερ: Όταν λέμε συγκρότημα, εννοούμε μερικά όργανα που παίζουν μαζί. Πώς είναι σήμερα αυτό το «συγκρότημα» στην περιοχή αυτή και πώς ήταν παλιότερα; Υπάρχουν διαφορές; Απ: Όχι, διαφορά δεν υπάρχει, διότι ήτανε ένα βιολί και μία κιθάρα. Ερ: Ζυγιά, δηλαδή. Απ: Ζυγιά. Ερ: Πάντοτε ήταν βιολί και κιθάρα; Aπ: Πάντα. Άλλο όργανο δεν είχαμε. Ερ: Μαντολίνο, ας πούμε, δεν είχατε; Aπ: Μαντολίνο, δεν το θυμάμαι. Ερ: Ούτε λαγούτο; Aπ: Όχι. Ερ: Σε κάποιο συγκρότημα δεν συνεργάστηκες ποτέ, εκτός από τον πατέρα και τον αδερφό σου; Aπ: Όχι, ποτέ. Ερ: Είχατε κανένα όνομα; Απ: Παρατσούκλι. Ερ: Ναι; Απ: Παρατσούκλι. Ερ: Πώς; Απ: Κουτούνιος, Κουτούνιος. Ερ: Προσωπικό ή όλη η οικογένεια; Aπ: Αυτό ήταν από τον παππού. 12
Ερ: Ναι. Aπ: Και μετά έπιασε όλους. Ερ: Ναι. Κι όταν παίζατε, ας πούμε, λέγανε «Παίζουν τα Κουτουνάκια»; Απ: Ναι. Παίζει ο Κουτούνιος ή παίζουν τα Κουτουνάκια ή παίζει ο Κουτούνιος, αν παίζω μόνος μου εγώ. Ερ: Είχατε καλή συνεργασία με τον πατέρα και τον αδερφό πάντα; Απ: Βεβαίως. Τον πατέρα μου βέβαια εγώ δεν τον πρόλαβα να παίξουμε μαζί, διότι τον πρόλαβα μόνο τώρα στα γεράματα. Εδώ στην Αθήνα μια φορά που παίξαμε. Μ άφησε να παίζουμε, εγώ τον βοηθούσα πάντοτε όταν ήμουν μικρός στο ακομπανιαμέντο με την κιθάρα. Μετά έφυγα, πήγα στην αστυνομία, δεν...παίξαμε μετά μια φορά, εδώ πέρα, μαζί στο σπίτι. Ερ: Δηλαδή όταν ήσουν μικρός κι ο αδερφός σου επίσης μικρός, - ο αδερφός σου είναι μεγαλύτερος ή μικρότερος; Aπ: Μεγαλύτερος. Δεκαοχτώ χρόνια. Ερ: Συνοδεύατε τον πατέρα με κιθάρα ή έπαιζε και βιολί κάποιος από τους άλλους; Απ: Όχι. Εγώ δεν έπαιζα βιολί, τότε. Τον συνόδευα τον πατέρα μου. Ερ: Και ο αδερφός σου; Απ: Ο αδερφός μου κι αυτός έλειπε στην αστυνομία, έπαιζε πιο μπροστά στο χωριό πριν φύγει στην αστυνομία, αλλά εγώ ήμουν πολύ μικρός και δεν τον θυμάμαι και πολύ καλά. Μετά, μετά παίζαμε, παίξαμε... Ερ: Όταν έπαιζε ο πατέρας σου, άφηνε και τον αδερφό σου να παίξει βιολί; Δηλαδή, του επέτρεπε; Απ: Όχι, δεν ήταν αυτό, αλλά έφευγε ο πατέρας μου άφηνε το βιολί και το έπιανε ο αδερφός μου, ας πούμε. Ερ: Όχι, εννοώ σ ένα γλέντι, σ έναν γάμο. Απ: Όχι, όχι. Δεν παίξαμε ποτέ σε γλέντι με τον πατέρα μου σε γλέντι με τον πατέρα μου. Στο σπίτι. 13
Ερ: Τώρα το βιολί, απ όσο τουλάχιστον ξέρεις ή έχεις ακουστά από τον πατέρα σου ή από τον παππού σου, πόσο παλιά παιζόταν στην Σητεία; Έχεις, έτσι, κάποια πληροφορία; Απ: Στην Σητεία, τουλάχιστον, μόνο από του Καλογερίδη. Ερ: Την εποχή του Καλογερίδη; Aπ: Ναι. Ερ: Από τον παππού σου, ας πούμε, δεν έτυχε να ακούσεις καμιά φορά ότι «στην εποχή μου» - δεν ξέρω πότε έζησε ο παππούς σου - ότι παίζανε βιολί και δεν παίζανε λύρα ή έπαιζαν λύρα και δεν έπαιζαν βιολί; Απ: Όχι, λύρα έπαιζε ένα άτομο στο χωριό μου, ο Ζερβουλάκης. Άλλος δεν έπαιζε. Ερ: Κι αυτή την λύρα την είχε φτιάξει μόνος του; Απ: Μόνος του, μόνος του. Λύρα με νταούλι. Ερ: Δηλαδή την εποχή αυτή για την οποία μιλάμε, το κύριο όργανο στην Σητεία ήταν το βιολί; Απ: Το βιολί, ναι. Ερ: Όμως υπήρχε η λύρα; Ήταν η λύρα κάπως διαδεδομένη; Απ: Πολύ λίγο, πάρα πολύ λίγο. Ερ: Από πότε άρχισε να παίρνει τα «πάνω» της η λύρα; Απ: Τώρα τελευταία πρέπει να συμβαίνει αυτό. Ερ: Γιατί αυτό; Απ: Δεν ξέρω, τι να σας πω. Ερ: Έχεις καμιά εξήγηση; Απ: Δεν ξέρω, ίσως επειδή ερχόταν οι Ρεθυμιοχανιώτες και οι Ηρακλειώτες, αυτοί που παίζανε λύρα τους καλάγανε στους γάμους από κει, ίσως από κει γινόταν ό,τι γινόταν. Έτσι το υπολογίζω εγώ. Ερ: Ο Δερμιτζάκης που έλεγες προηγουμένως, ο οποίος είχε κι ένα μαγαζί που πουλούσε τα όργανα, αυτός έπαιζε λύρα στην αρχή ή βιολί; Απ: Δεν ξέρω τι έπαιζε. Πάντως έπαιζε και βιολί και λύρα. Τώρα, δεν ξέρω ποιο ήταν το βασικό του όργανο που έπαιζε. 14
Ερ: Τώρα αυτά τα γλεντάκια, τα γλέντια γενικά που μου έλεγες, εκτός από τα πανηγύρια, απ τους αρραβώνες, τους γάμους, τις ονομαστικές εορτές κλπ, σε ποιες άλλες περιστάσεις γινόντουσαν; Απ: Στο χωριό μου, κοιτάξτε, δεν γινόταν σε τίποτα άλλο. Ερ: Ιδιωτικά, δεν γινόντουσαν; Απ: Μπα, τίποτα. Να κάναμε κάνα πάρτι; Ερ: Όχι. Έτσι, στο καφενείο, ας πούμε. Απ: Όχι, τίποτα. Παρέα, τώρα, αν κάνουμε, αν βρεθούμε πέντε άτομα και πάμε και πιούμε στο καφενείο κανένα κρασί και έρθουμε στο κέφι και πάμε και φέρουμε τα όργανα και παίξουμε έτσι παρέα, γινόταν αυτό. Ερ: Στα γλέντια αυτά, συμμετέχουν όλοι ανεξαιρέτως ή υπάρχει διαφοροποίηση; Απ: Όλοι, όλοι. Ερ: Μπορεί, ας πούμε, να είναι νεαροί, μεσήλικες, γέροι; Απ: Tουλάχιστον εγώ όταν ήμουν στο χωριό, χορεύαμε όλοι μαζί. Ερ: Ναι. Απ: Όλοι μαζί. Δεν υπήρχε διαχωρισμός. Πάντοτε ανοίγανε τον χορό οι μεγάλοι στην ηλικία, από τους νεαρούς και μετά γινόμασταν ένα πράγμα όλοι, μικροί - μεγάλοι. Ερ: Τι σημασία είχε το γλέντι αυτό για το χωριό; Aπ: Ήτανε η μόνη διασκέδαση. Η διασκέδαση που είχαμε τότε, ήταν αυτό το πράγμα. Το γλέντι, τίποτα άλλο. Ερ: Ήταν, δηλαδή, καθαρά ψυχαγωγία μόνο; Απ: Ναι, βέβαια. Ερ: Δεν εξυπηρετούσε κανέναν άλλον σκοπό; Απ: Τίποτα άλλο. Τι άλλο να εξυπηρετήσει; Ερ: Ήταν μόνο άντρες στο γλέντι; Aπ: Όχι. Και γυναίκες. Ερ: Ισότιμα μπορούσαν να συμμετέχουν στο γλέντι και οι γυναίκες; Aπ: Βεβαίως. Δεν υπήρχε διαχωρισμός ή παρεξήγηση. 15
Ερ: Μήπως ήταν μια ευκαιρία να γνωριστούν οι άντρες με τις γυναίκες; Μιλάω για τις νεαρές και τους νεαρούς. Απ: Όχι, δεν πιστεύω ότι ήταν. Είναι τόσο μικρός ο κύκλος, που έτσι κι αλλιώς γνωρίζεσαι. Δηλαδή δεν πας στο γλέντι για να γνωριστείς. Ερ: Στην περιοχή αυτή μου είπες προηγουμένως, ότι ερχόντουσαν ή τουλάχιστον έρχονται τώρα τελευταία,χανιώτες και Ρεθυμιώτες λυράρηδες. Απ: Ναι. Ερ: Βιολιτζήδες έρχονται καθόλου από τα Χανιά; Απ: Βιολιτζήδες, όχι. Ερ: Από τα Αιγαιοπελαγίτικα νησιά ή από άλλες γειτονικές περιοχές, έρχονται; Απ: Όχι, όχι. Ερ: Γενικά ο κόσμος, πώς αντιμετώπιζε παλιότερα τους μουσικούς; Τους θεωρούσε ως σημαντικά πρόσωπα, τους θεωρούσε παρακατιανούς; Σε κάποια μέρη της Ελλάδας, ας πούμε, λέγανε: «Να ρθουν και οι γύφτοι». Τους θεωρούσαν παρακατιανούς. Στην Κρήτη συνέβαινε αυτό το πράγμα; Aπ: Όχι, τουλάχιστον σ εμάς, στην περιοχή τη δικιά μας, όχι. Κατά κάποιον τρόπο μας είχαν έτσι πιο...υπήρχε ένας διαχωρισμός, ας το πούμε έτσι. Ερ: Προς το καλύτερο ή... Απ: Προς το καλύτερο, βέβαια. Ερ: Υπάρχουν περιπτώσεις που μέσα στο γλέντι και με το τραγούδι, εκδηλώνονται διαφορές ταξικές, αν θέλεις, κοινωνικές κλπ, και λύνονται προβλήματα ή καμιά φορά και δημιουργούνται καταστάσεις μέσα από ένα γλέντι; Δηλαδή μπορεί να πει μια μαντινάδα κάποιος... Απ: Κοιτάξτε. Είπαμε πως παρεξήγηση δεν υπάρχει στο χωριό μας τουλάχιστον, δεν υπάρχει παρεξήγηση, είτε σε μαντινάδα είτε σε...τέτοιο πράγμα. Δεν παρεξηγούνε. Καταστάσεις τώρα, έτσι την ώρα του χορού, ας το πούμε έτσι, πάντοτε υπάρχουν. Ε, τώρα πιστεύω, πρέπει να 16
υπάρχουν καταστάσεις από νεαρό έτσι σε κοπέλα. Δηλαδή, να τα «φτιάξουν», όπως λέμε εμείς στο χωριό μας. Τώρα, άλλες καταστάσεις δεν υπάρχουν. Ερ: Αυτό εννοούσα προηγουμένως που έλεγα αν το γλέντι δεν είναι μόνο ψυχαγωγία, μήπως έτσι, ήταν ευκαιρία να γνωριστούν. Απ: Ε, δεν μπορούμε να πούμε πως δεν υπάρχουν. Όλο και κάτι υπάρχει. Ερ: Ναι, αλλά αυτό που λέμε τραγούδια που λέει ο ένας μια μαντινάδα και απαντάει ο άλλος και πάνω στον διάλογο αυτόν, βγάζει το άχτι του ο ένας για τον άλλον; Απ: Αυτό υπήρχε παλιά. Τώρα δεν ξέρω αν υπάρχει. Τώρα δεν έχω τύχει, δεν ξέρω. Ερ: Και παλιότερα θέλω να μου πεις αλλά και τώρα: Όταν παίζουν οι οργανοπαίχτες, πού κάθονται σ ένα γλέντι; Απ: Στη μέση. Συνήθως σε καφενείο χορεύαμε και καθόμαστε στη μέση του καφενείου. Ερ: Όχι σε παλκοσένικο; Απ: Όχι, όχι. Ερ: Ποτέ; Απ: Όχι, δεν υπήρχε ποτέ. Δεν υπήρχε. Ερ: Και στο γλέντι συμμετείχανε όλοι ισότιμα; Απ: Ισότιμα. Ερ: Δηλαδή οποιοσδήποτε μπορεί να τραγουδήσει, οποιοσδήποτε μπορεί να παίξει; Απ: Όλοι, όλοι. Τα πάντα. Ερ: Χρησιμοποιούν ηχογραφημένη μουσική τώρα τελευταία; Απ: Τώρα τελευταία, ναι. Ερ: Την ακούν ευχάριστα την ηχογραφημένη μουσική ή προτιμούν τη ζωντανή; Απ: Τη ζωντανή προτιμούν. 17
Ερ: Υπάρχουν κάποιοι κανόνες που διέπουν, που καθορίζουν, που υπάρχουν στο γλέντι; Ας πούμε, με ποια σειρά θα παίξουν, με ποια σειρά θα χορέψουν, ποιος θα χορέψει μπροστά, ποιος θα πληρώσει τα όργανα, παραγγελιές και τέτοια πράγματα; Απ: Τότε, όχι, δεν υπήρχε. Αλλά συνήθως ο χορός άρχιζε με Κρητικά, με Στειακά. Είτε τον Πηδηχτό, είτε Χανιώτικο. Με καλαματιανά και τέτοια. Ερ: Και κατέληγε; Απ: Κατέληγε μετά σε ταγκό, σε βαλς, σε φοξ. Εμείς τα παίζαμε ποικιλία. Αλλά πάντοτε άρχιζε ο χορός με τα Κρητικά: είτε Χανιώτικο, είτε Πηδηχτό. Μ αυτά άρχιζε. Και μετά, ας πούμε, μπαίνανε και τα Καλαματιανά μέσα, μπαίνανε και τα Ευρωπαϊκά (ταγκό, βαλς, φοξ) σε ποικιλία. Ερ: Το ακροατήριο, αυτοί που συμμετέχουν στο γλέντι, στο χορό, έστω κι αν δεν υπάρχει η διάκριση αυτή που είπαμε προηγουμένως, με τον τρόπο που αντιδρά, επηρεάζεται ο καλλιτέχνης; Απ: Να σας πω. Κάπως, βέβαια, επηρεάζεται. Όταν βλέπεις κι έρθει ο άλλος στο κέφι, θα έρθεις κι εσύ. Ερ: Δηλαδή, ας πούμε ότι παίζεις εσύ μια Σούστα ή παίζεις έναν Πηδηχτό και χορεύει μια παρέα. Ανάλογα με το πώς χορεύει, αυτό σε επηρεάζει κι εσένα τον ίδιο να παίξεις διαφορετικά; Aπ: Βεβαίως, βεβαίως επηρεάζει. Ερ: Δηλαδή πώς σε επηρεάζει αυτό; Απ: Επηρεάζει, διότι όταν βλέπεις τον άλλον και παίρνει το σάλτο και βγαίνει στο ταβάνι επάνω, κάπως σε ενθαρρύνει κι εσένα. Ερ: Δηλαδή προσαρμόζεις το παίξιμό σου. Απ: Ναι, βεβαίως. Κι εσύ παρακολουθείς τον χορευτή, αλλά βέβαια πιο πολύ ο χορευτής παρακολουθεί τον ήχο, τον σκοπό. Ερ: Υπάρχουν περιπτώσεις που μπορεί να παίζει κανείς έτσι και χωρίς ακροατήριο, από μόνος του; 18
Απ: Υπάρχουν, βέβαια. Αλλά τουλάχιστον εγώ, παίζω έτσι μόνος μου αλλά δεν παίζω για πολύ ώρα. Παίζω ένα δεκάλεπτο, ένα τέταρτο, εκεί. Ερ: Υπάρχουν άλλες περιπτώσεις; Απ: Όχι. Ερ: Δεν μιλάω για σένα, αλλά και για άλλους οργανοπαίχτες. Απ: Δεν πιστεύω. Και οι άλλοι τα ίδια θα κάνουν. Ερ: Ο βοσκός, ας πούμε, όταν είναι έξω και βόσκει τα πρόβατά του, έχεις ακούσει ποτέ να παίζει βιολί; Απ: Μπα, όχι. Τίποτα. Παλιά κάποιος, ένας τουλάχιστον στο χωριό μας που ήταν ο Σάββας (Σάββα τον λέγανε), που έπαιζε μαντούρα, αυτός την έπαιρνε στο χωράφι εκεί που είχε τις κατσίκες και τα πρόβατα και έπαιζε. Ερ: Ασκομαντούρα παίζανε στο χωριό, καθόλου; Aπ: Όχι, στο χωριό δεν είχανε. Μαντούρα, ναι. Ασκομαντούρα, όχι. Ερ: Αν έπαιζες σ ένα πανηγύρι ή σ έναν γάμο ή σ ένα γλέντι, ή αν ήσουν υποχρεωμένος να παίξεις όπως εδώ, κατά κάποιον τρόπο, σε έναν ελεγχόμενο χώρο, σ ένα στούντιο ηχογράφησης, αισθάνεσαι το ίδιο; Aπ: Να σας πω. Εγώ τουλάχιστον αισθάνομαι το ίδιο. Δεν έχω... Ερ: Δεν σε επηρεάζει ο χώρος; Απ: Μπα, τίποτα. Όχι. Ερ: Πού αισθάνεσαι ότι παίζεις καλύτερα, όμως; Aπ: Το ίδιο παντού. Εξαρτάται κι από την όρεξη που έχεις. Υπάρχουν ώρες που παίζεις ωραία κι υπάρχουν ώρες που δεν θέλεις να παίξεις και καθόλου. Ερ: Δηλαδή σ ένα στούντιο που σου λείπει το ακροατήριο, δεν σου χρειάζεται αυτό το πράγμα; Aπ: Όχι, τίποτα. Όταν παίζεις με ενισχυτή, με μικρόφωνο δηλαδή, αυτό σου δημιουργεί κανένα πρόβλημα, το αισθάνεσαι ευχάριστα; Πώς το αισθάνεσαι αυτό; 19
Απ: Εγώ με ενισχυτή, ζήτημα αν έχω παίξει δέκα φορές. Δεν πιστεύω, αλλά δεν μπορώ, δεν έχω την απόδοση που έχω με σκέτο το βιολί, χωρίς ενισχυτή. Ερ: Γιατί; Απ: Δεν ξέρω. Δεν το χω συνηθίσει; Δεν ξέρω. Ερ: Δηλαδή την ώρα που παίζεις με ενισχυτή, τι αισθάνεσαι; Τι διαφοροποιείται μέσα σου; Απ: Δεν ακούω το βιολί. Ακούω τα μεγάφωνα και δεν ακούω το βιολί. Μου έρχεται παράξενα. Δεν μπορώ να το... Ερ: Όταν παίζεις, το ακούς το βιολί; Πώς το ακούς; Απ: Ε, βέβαια. Όταν παίζω το ακούω το βιολί. Έτσι κάπως, μια γλυκύτητα μου δημιουργεί, ενώ όταν το ακούς από τα μεγάφωνα είναι άλλο πράγμα. Δεν είναι...τώρα,είναι ζήτημα συνήθειας, δεν ξέρω. Ερ: Όταν λες ότι το ακούς το βιολί, το ακούς έτσι, με το αυτί; Απ: Βεβαίως, το αισθάνομαι. Ερ: Το αισθάνεσαι. Απ: Βεβαίως, το αισθάνομαι. Ερ: Πώς; Απ: Το αισθάνομαι με τον ήχο, με το αυτί. Το αισθάνομαι, το νιώθω. Ερ: Το ακούμπισμα που κάνει το βιολί επάνω σου, σου μεταδίδει κάτι άλλο; Απ: Βεβαίως. Τουλάχιστον συναισθηματικά όταν παίξω του αδερφού μου το βιολί, εκεί έρχονται άλλες βέβαια σκέψεις. Ερ: Αν σε έβαζαν κριτή, να κρίνεις τους καλούς καλλιτέχνες της περιοχής, ποια θα ήταν τα βασικά σου κριτήρια για να πεις «αυτός είναι καλός», «αυτός δεν είναι καλός»; Απ: Εξαρτάται πώς παίζει ο καθένας. Βέβαια αν παίζει με νότες, εγώ είμαι ερασιτέχνης, δεν μπορώ να τον... Ερ: Μιλάμε για παραδοσιακή μουσική. Το θεωρείς, λοιπόν, προσόν να ξέρει κανείς μουσική ως παραδοσιακός καλλιτέχνης; Απ: Οπωσδήποτε. Τουλάχιστον αυτοί που παίζουν πρακτικά, σίγουρα. 20
Ερ: Δεν αισθάνεσαι ότι αυτός που ξέρει νότες, είναι δεσμευμένος κατά κάποιο τρόπο; Απ: Οπωσδήποτε. Αυτός βλέπει και παίζει. Εγώ, όμως δεν βλέπω, ο ερασιτέχνης. Ερ: Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι παίζεις καλύτερα εσύ από αυτόν; Απ: Ο καθένας εξαρτάται πώς θεωρεί τον εαυτό του. Ερ: Όχι. Εννοώ από πλευράς ελευθερίας. Απ: Ε, βέβαια, ασφαλώς. Ερ: Αυτό που ξέρεις να παίζεις, παίζεις μια κοντυλιά, την παίζεις πάντοτε την ίδια ακριβώς ή κάθε φορά... Απ: Την ίδια. Μπορεί να αλλάξεις το γύρισμα, και να φέρεις άλλο γύρισμα πιο μπροστά και το πιο μπροστά να το πας πιο πίσω. Αυτό, ναι. Ερ: Αλλά αυτή καθεαυτή την κοντυλιά, την παίζεις ακριβώς το ίδιο πράγμα; Απ: Το ίδιο. Ερ: Δεν κάνεις κάποια ποικίλματα μέσα, κάποια στολίδια; Απ: Όχι, όχι. Δεν μπορώ. Τουλάχιστον στα παραδοσιακά δεν μπορώ. Ερ: Υπήρχαν ποτέ στην Σητεία αλλοεθνείς, γενικά, οργανοπαίχτες; Δηλαδή Τσιγγάνοι, Εβραίοι, Αρμένιοι, Μουσουλμάνοι; Απ: Όχι, τουλάχιστον στα χωριά μας, όχι. Ερ: Υπήρξαν ποτέ γυναίκες μουσικοί; Ξέρεις καμιά γυναίκα μουσικό, εκεί στην περιοχή σας; Απ: Στο χωριό, ναι. Υπήρχε μία που έπαιζε μαντολίνο, αλλά δεν την πρόλαβα εγώ. Ζει βέβαια ακόμα σήμερα αυτή, αλλά δεν την πρόλαβα εγώ να παίζει μαντολίνο. Είναι η Λιλιπάκη η Πιπίνα με το μαντολίνο. Αλλά για άλλη κοπέλα, γυναίκα...κοπέλα μόνο ακορντεόν που παίζει τώρα, η Λιζάκη η Μαρία. Άλλη γυναίκα δεν ξέρω. Ερ: Οι ντόπιοι εκεί, πώς το κρίνουν αυτό; Δηλαδή το να δουν μια γυναίκα να παίζει κυρίως αυτά τα παραδοσιακά όργανα, δηλαδή το βιολί ή την κιθάρα ή το μαντολίνο, το εκτιμούν ή το κατακρίνουν; 21
Απ: Οπωσδήποτε, διότι δεν υπάρχουν πολλές.το εκτιμούν, διότι δεν υπάρχουν πολλές. Ερ: Τα καινούργια όργανα που χρησιμοποιούν τώρα τελευταία (ηλεκτρική κιθάρα, ντραμς, αρμόνιο κλπ.) πώς τα βλέπεις; Απ: Εμένα δεν μου αρέσουν όλα αυτά. Ερ: Τα χρησιμοποιούν στην περιοχή; Aπ: Να σας πω. Όταν φέρνουν από άλλο μέρος λυράρηδες, έχουν κάτι τέτοια. Ερ: Οι ντόπιοι δεν τα χρησιμοποιούν. Απ: Οι ντόπιοι, κανένας. Ερ: Εκτός από τις κοντυλιές του Καλογερίδη, που ξέρουμε ότι είναι συγκεκριμένα αυτός ο διασκευαστής - θα έλεγα - των μελωδιών αυτών και έχουν το όνομά του - λένε ότι αυτές είναι οι κοντυλιές του Λα του Καλογερίδη - υπάρχουν άλλες τέτοιες περιπτώσεις μουσικών κομματιών που αναφέρονται σε κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο, σε κάποιο άλλο πρόσωπο; Απ: Όλοι τουλάχιστον οι Στειακοί, βασίζονται πάνω στις κοντυλιές του Καλογερίδη. Τώρα μπορεί ο άλλος να βάζει κάτι, ένα γύρισμα δικό του, αλλά εμείς εκεί τριγύρω στο χωριό μας, είμαστε... Ερ: Δεν υπάρχει δηλαδή κανένας άλλος σκοπός που να λένε ότι αυτό είναι κοντυλιά του Αμαργιανάκη, ας πούμε; Απ: Όχι. Όλες οι κοντυλιές είναι του Καλογερίδη. Ερ: Βλέπεις διαφορά ανάμεσα στους βιολιστές της Ανατολικής και Δυτική Κρήτης; Απ: Εμείς παίζουμε άλλο είδος κι αυτοί παίζουν άλλο είδος. Αλλά πάνε να μιμηθούνε τον Καλογερίδη. Και από Ηρακλειώτες και από Χανιώτες, αλλά δεν... Ερ: Ως προς την τεχνική, υπάρχει διαφορά; Απ: Στην τεχνική, δεν πιστεύω να υπάρχει διαφορά. Κι αυτοί τα ίδια. 22
Ερ: Ο κόσμος τι λέει για έναν καλό καλλιτέχνη, ας πούμε; Είχατε τον Δερμιζογιάννη, είχατε τον Καλογερίδη. Μεγάλα ονόματα. Τι λέει ο κόσμος για αυτούς, για τον καλό καλλιτέχνη: ότι γίνεται ή γεννιέται; Απ: Μάλλον γεννιέται. Οπωσδήποτε. Ερ: Ο κόσμος θεωρεί την μουσική, το τάλαντο αυτό το μουσικό ως δώρο Θεού; Απ: Ναι, βεβαίως. Ερ: Υπάρχει καμιά παράδοση σχετική; Απ: Από την οικογένεια την δικιά μας, έπαιζε ο πατέρας μου βιολί, ο αδερφός μου βιολί, εγώ βιολί κι ο αδερφός μου ο άλλος κιθάρα. Πάει σόι το βασιλίκι. Ερ: Μήπως υπάρχουν κάποιες παράξενες ιστορίες, μήπως έχεις ακούσει καμιά παράξενη ιστορία, επειδή οι άνθρωποι δεν μπορούν να εξηγήσουν πολλές φορές το ταλέντο, αυτό που λέμε ταλέντο; Δηλαδή το πώς μπορεί ένας άνθρωπος να παίζει τόσο ωραία και πού τα βρήκε αυτά που παίζει. Έχω ακούσει κάπου αλλού μια διήγηση ότι κάποιος έμαθε από νεράιδες. Υπάρχει καμιά τέτοια παράδοση εκεί; Απ: Όχι, σ εμάς όχι. Ερ: Υπάρχουν κάποια τραγούδια στην περιοχή που απαγορεύεται να συνοδεύονται από μουσικά όργανα; Απ: Σ εμάς, όχι, δεν υπάρχουν. Ερ: Στην Δυτική Κρήτη, λόγου χάρη, είναι τα Ριζίτικα τραγούδια. Τα Ριζίτικα τραγούδια, όταν τραγουδιούνται, δεν συνοδεύονται κανονικά με μουσικά όργανα. Εδώ δεν υπάρχει δηλαδή κάτι τέτοιο; Απ: Όχι, δεν έχουμε. Ερ: Σου έχει τύχει ποτέ ή έτυχε να βρεθείς ποτέ σε μια κατάσταση κηδείας μιας νεαρής κοπέλας ή ενός νεαρού άντρα, που δεν παντρεύτηκε, δεν πρόλαβε να παντρευτεί και πέθανε και να παίζουν στην κηδεία αντί για μοιρολόγια, να παίζουν γαμήλια τραγούδια; Aπ: Όχι, σε μένα όχι. 23
Ερ: Έχεις ακούσει να χει συμβεί αυτό στην περιοχή; Απ: Όχι, σ εμάς, όχι. Ερ: Τον Καλογερίδη τον ξέρεις εσύ καθόλου; Απ: Έχουμε μια συγγένεια. Η μάνα του Καλογερίδη, η Τσαγκαροπούλα, ήτανε του παππού μου πρώτη ξαδέρφη. Ήταν από το σόι αυτό, του παππού μου το σόι, του Τσαγκαράκη. Ερ: Εσύ δεν τον γνώρισες καθόλου; Απ: Όχι. Ερ: Τελικά ερίζουν η Σητεία και το Ηράκλειο για την καταγωγή του Καλογερίδη. Από πού ήταν ο Καλογερίδης; Απ: Δεν ξέρω από πού ήταν ο Καλογερίδης. Ο πατέρας του, δηλαδή, δεν ξέρω από πού ήταν. Η μάνα του Καλογερίδη ήταν από το σόι του πατέρα μου, του Τσαγκαράκη. Ερ: Εγώ αυτά ήθελα να σε ρωτήσω. Δεν ξέρω αν εσύ έχεις να μας πεις κάτι άλλο συγκεκριμένο. Απ: Πάντως η προσπάθεια αυτή που κάνετε, είναι πάρα πολύ ωραία. Πιστεύω εγώ ότι όλοι οι συνάδελφοί μου θα το αποδέχτηκαν με χαρά. Ερ: Κι από τα αποτελέσματα φαντάζομαι ότι θα φανεί ακόμα πιο πολύ. Απ: Βεβαίως. Είναι αξιέπαινη η ενέργεια αυτή. Και ο συχωρεμένος ο αδερφός μου το λεγε: «Μα δεν υπάρχει ένας, να κάτσει να γράψει αυτά τα πράγματα». Έφυγε ο αδερφός μου τώρα κι ευτυχώς που έχουμε βγάλει μια κασέτα με ένα κασετοφωνάκι, έτσι για ενθύμιο. Ήταν πολλοί που δεν... Έχω μία από το 1962, μια παρέα μαγνητοφωνημένη μ έναν Λιλιμπάκη, τον Μιχάλη, μια παρέα στο χωριό. Αυτά είναι, τι να σου πω τώρα. Να μου πεις «πάρε δέκα εκατομμύρια να μου δώσεις αυτήν την κασέτα», δεν στη δίνω. Ερ: Από τον πατέρα σου έχεις καμιά ηχογράφηση; Απ: Όχι, δεν τον έχω τον πατέρα μου. Ηχογράφηση δεν τον έχω, διότι αυτός ήταν άρρωστος που ήρθε εδώ πάνω και τον έβαλα να παίξει, τρέμανε τα χέρια του, δεν μπορούσε να παίξει καθόλου. 24
Ερ: Από αυτή την κασέτα που λες με τον αδερφό σου, θα μπορούσες να μας δώσεις ένα αντίγραφο; Απ: Βέβαια. Από την κασέτα μπορούμε να βγάλουμε τα... γιατί είναι και διάφορες ομιλίες μέσα σε κάθε κομμάτι, με τις κοντυλιές μπορούμε να τις βγάλουμε. Συνοδεύω εγώ με την κιθάρα. Ερ: Ωραία. Σπ: Μπορώ να ρωτήσω κάτι κι εγώ; Ερ: Ναι. Σπ: Είπατε ότι στους παλιότερους αμοιβή δεν υπήρχε. Απ: Ναι. Σπ: Δεν υπήρξαν ποτέ κάποιοι που αποφάσισαν να ασχοληθούν ως επαγγελματίες, να ζήσουν δηλαδή από την μουσική; Aπ: Όχι, τότε όχι. Τώρα υπάρχει ένας που παίζει λαούτο και ο γιος του που παίζει λύρα και παίζουν με αμοιβή αυτοί. Σπ: Δηλαδή στα πανηγύρια, δεν φωνάζατε ποτέ επαγγελματίες μουσικούς; Aπ: Όχι, τίποτα. Σπ: Παίζατε έτσι; Απ: Τουλάχιστον όταν ήμουν εγώ εκεί πέρα, παίζανε γύρω στα εικοσιτρία άτομα βιολί. Από το χωριό μέσα παίζανε εικοσιτρία άτομα βιολί, μικροί μεγάλοι. Τώρα στο χωριό, ήμαστε δέκα άτομα παρέα, ας πούμε, όλοι μπατίρηδες - μιλάμε για τα χρόνια εκείνα, δεν ήταν λεφτά πενήντα δραχμές ή ένα εικοσάρικο που είχε στην τσέπη του ο καθένας -τώρα ποιανού να πάρεις λεφτά και ποιανού να μην πάρεις! Αφού ξέρεις την κατάσταση του καθενός, ας πούμε. Δεν παίρναμε λεφτά. Δεν παίρναμε ποτέ. Σπ: Με τι ασχολούντουσαν τότε στο χωριό; Απ: Με αγροτικές δουλειές. Ερ: Και κτηνοτροφικές βέβαια, αλλά κυρίως γεωργικές. Απ: Ένας - δυο ήταν οι κτηνοτρόφοι στο χωριό, οι υπόλοιποι ήταν αγρότες και ψαράδες κάνα - δυο. Όπως ο πατέρας μου, ας πούμε, ήταν ψαράς. 25
Σπ: Διαφοροποιούσατε καθόλου το παίξιμό σας ανάλογα με το ακροατήριο, δηλαδή παίζατε, αλλάζατε καθόλου την τεχνική σας; Απ: Η τεχνική ήταν η ίδια, αλλά απλώς έπαιζα με πιο πολλή όρεξη. Σπ: Αν είχατε κόσμο, παρά... Απ: Ναι, βέβαια. Έρχεσαι στην όρεξη, ας πούμε. Όταν είμαι μόνος μου και κάτσω και παίξω μόνος μου, δεν έχω την απόδοση που θα χω όταν κάτσω με παρέα. Σπ: Δεν χρησιμοποιούσατε κάτι ιδιαίτερο ώστε να προκαλέσετε τον θαυμασμό του κοινού, ας πούμε; Aπ: Όχι, όχι, τίποτα. Ερ: Ή για να το πούμε διαφορετικά, μήπως υπήρχε κάτι που εκτιμούσε ιδιαίτερα το κοινό, δηλαδή μήπως περίμενε από τον βιολιτζή να κάνει κάτι κι όταν το έκανε, τότε λέγανε: «α, τι ωραίο που είναι!»; Απ: Όχι, όχι, τίποτα. Ερ: Δηλαδή στον Πηδηχτό, λόγου χάρη, δεν περίμεναν τις όρτσες; Απ: Κοιτάτε, εμάς ο Πηδηχτός ήτανε ένας. Δηλαδή τα γυρίσματα ήταν τα ίδια πάντοτε. Τώρα, άλλοτε τα παιζε με πιο πολλή όρεξη κι άλλοτε με τα παιζε με πιο λίγη όρεξη. Είναι ανάλογα με το πώς είσαι εκείνη την ώρα. Σπ: Η συνοδεία στην κιθάρα είναι όπως την ακούσαμε χθες; O τρόπος πιασίματος των χορδών... Απ: Όχι, δεν ήτανε, δεν ήτανε διότι δεν ξέραμε ακομπανιαμέντο. Απλώς κρατάγαμε το πάτημα του Ρε, ας πούμε, πατάγαμε το Ρε ματζόρε και εναλλαγές δεν κάναμε. Σπ: Πατάγατε μόνο το Ρε; Aπ: Πατάγαμε μόνο το Ρε κι εκεί, συνέχεια. Σπ: Και από πότε άρχισαν να χρησιμοποιούν τα ακόρντα αυτά που είδαμε χτες; Απ: Εγώ στο χωριό δεν τα πρόλαβα. Στις αλλαγές δεν τα πρόλαβα. Σπ: Τα φέρανε κάποιοι που ήρθαν στην Αθήνα και τα μάθανε; 26
Απ: Κάπως έτσι. Σπ: Υπήρχε ποτέ το λαούτο, αντί για την κιθάρα να συνοδεύει το βιολί; Aπ: Σ εμένα έχει τύχει μια φορά. Συγκεκριμένα, πρέπει να ήταν πέρσι, μου φαίνεται. Πέρσι, βιολί με λαούτο. Σπ: Υπήρχε διαφορά στην συνοδεία από την κιθάρα; Απ: Ναι, διότι το λαούτο, όπως παίζεις εσύ τον σκοπό, τον φέρνει κι αυτό. Σπ: Περνάει δηλαδή και στο λαούτο ο σκοπός. Aπ: Ναι, αλλά πρέπει να είναι βέβαια από εκεί ντόπιος, να ξέρει τα Στειακά. Σπ: Ο κόσμος που ήταν του χωριού, πώς τους ακουγόταν αυτό, τους άρεσε το λαούτο; Προτιμούσαν μάλλον την κιθάρα ή το λαούτο; Απ: Εμείς παίξαμε μια παρέα, σε σπίτι μέσα, όχι σε καφενείο και πρέπει να ήμαστε γύρω στα δέκα άτομα. Τους άρεσε. Αυτός, βέβαια, ήταν επαγγελματίας. Ο λαουτιέρης ήταν επαγγελματίας. Σπ: Αυτούς που παίζουν τώρα βιολί, τους είδατε πουθενά αλλού με την λύρα; Προσπάθησαν, δηλαδή, κάποιοι να τα παίξουν και με την λύρα; Απ: Ναι βεβαίως, παίζουν και με την λύρα, αλλά δεν βγάζει του βιολιού τα γυρίσματα. Ερ: Στην Ρόδο είδα ότι έχουν φτιάξει και τετράχορδη λύρα, προσπαθώντας να μιμηθούν το βιολί. Στην Σητεία έχετε καμιά τέτοια περίπτωση; Απ: Έχει έναν με τετράχορδη. Ερ: Και παίζει τώρα; Απ: Δεν ξέρω. Πέρσι που είχα πάει στο χωριό, μου το είπε ότι «έχω μια τετράχορδη λύρα». Τώρα την παίζει...αυτός άμα πιάσει το βιολί έτσι ανάποδα και το παίξει, το παίζει. Ανάποδα, σε στυλ λύρας, με τέσσερις χορδές. Τώρα για την λύρα, πρέπει να την παίζει. Ειρ: Είπατε ότι παίζατε και τον Σιγανό χορό στην Κρήτη; Aπ: Ο Σιγανός χορός χορεύεται με αυτές τις κοντυλιές. Αυτός είναι ο Σιγανός. Και στα Χανιά, δηλαδή, που τον παίζανε, στην τηλεόραση που βλέπεις καμιά φορά αυτόν τον Σιγανό, αυτές είναι απομιμήσεις όλες του Καλογερίδη οι κοντυλιές. Και χορεύεται αυτός ο Σιγανός. Δεν υπάρχει, 27
δηλαδή, ξεχωριστός σκοπός για τον Σιγανό, όπως είναι ο Καλαματιανός, ας πούμε, ή όπως είναι ο Χανιώτικος ή ο Πηδηχτός. Ο Σιγανός είναι όλες οι κοντυλιές. Αυτές που παίζαμε, του Ρε η κοντυλιά, του Λα η κοντυλιά, του Φα η κοντυλιά, του Ντο η κοντυλιά, αυτές χορεύονται όλες Σιγανό. Κι αυτές είναι βγαλμένες τώρα, τελευταία. Δεν υπήρχε παλιά, τουλάχιστον όσο ήμουν εγώ στο χωριό. Ο Σιγανός, τώρα τελευταία τον έχουν εφεύρει. Ειρ: Δηλαδή δεν βλέπετε κάποια επίδραση από τα Δωδεκάνησα; Απ: Όχι. Ειρ: Η μητέρα σας που ήταν από την Κάρπαθο, σας επηρέασε καθόλου; Απ: Όχι, τίποτα. Είχε φύγει από μικρό κορίτσι από το νησί. Ειρ: Και κάτι άλλο. Όταν λέμε «θα παίξουμε την κοντυλιά του Ρε του Καλογερίδη», την είχε ονομάσει ο ίδιος ο Καλογερίδης κοντυλιά του «Ρε»; Απ: Αυτές όλες μαζί τις έλεγε κοντυλιές: και του Ρε και του Λα και του Φα και του Ντο. Όλες. Με την διαφορά ότι έλεγε, ας πούμε, ο σκοπός θα αρχίζει από το Ρε ματζόρε ή από το Λα. Έτσι τις έλεγε τότε. Δεν υπήρχε άλλο. Του Λα, πιάσε στο Λα, ή πιάσε στο Ρε ή πιάσε στο Ντο. Ο σκοπός είναι όλος, ας πούμε, αυτός στο Ντο μέσα. Eρ: Όχι, αυτό που κάνει εντύπωση στην Ειρήνη φαντάζομαι, είναι ότι λες ότι θα παίξω κοντυλιές του Ρε και δεν διευκρινίζεις αν είναι Ρε ματζόρε ή αν είναι Ρε μινόρε ή αν είναι Ρε χρωματικός. Απ: Αυτό κι εμείς το λέμε όπως το λεγε και ο ίδιος ο Καλογερίδης, του Ρε. Δεν λέγαμε Ρε ματζόρε ή Λα μινόρε. Σπ: Δεν το πιάνετε το ακόρντο ολόκληρο; Απ: Όχι, δεν το πιάνουμε. Λέει, κράτα με, ας πούμε, στο Ρε, θα παίξουμε του Ρε την κοντυλιά. Δεν κάναμε εμείς εναλλαγές Ρε ματζόρε ή στο Λα να πιάσεις Λα μινόρε ή Λα ματζόρε. Σ ένα μέρος. Στο Λα, στο Λα εκεί, δεν αλλάζαμε. 28