ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΜΕΛΕΤΗ ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΥ, ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ «ΦΥΣΗ» ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΚΤΥΟ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Κυριάκος Γεωργίου, Αναστάσιος Λεγάκις, Παναγιώτης Δημόπουλος ΑΘΗΝΑ 2001
ΧΛΩΡΙΔΑ Πηγές για την ελληνική χλωρίδα αποτελούν οι γενικά αποδεκτές ως βασικές και πρότυπες χλωρίδες και οι χλωριδικοί κατάλογοι, καθώς και πρωτότυπες δημοσιεύσεις σε έγκυρα επιστημονικά περιοδικά ή βιβλία και διδακτορικές διατριβές. Οι δημοσιεύσεις που αφορούν την ελληνική χλωρίδα (περίοδος 1753-1994) ανέρχονται σε περίπου 10.000 σύμφωνα με την πρόσφατα εκδοθείσα ανασκόπηση της βιβλιογραφίας της Ελληνικής χλωρίδας (Strid A. 1996. Flora Hellenica Bibliography. Fragmenta Floristica et Geobotanica, Suppl. 4. 508 p.). Παρά το πλήθος των δημοσιεύσεων, λείπει η συνολική εικόνα της ελληνικής χλωρίδας, καθώς καμιά πρότυπη χλωρίδα δεν καλύπτει ολόκληρη την ελληνική επικράτεια. Η Flora Europaea (Χλωρίδα της Ευρώπης) και η μη ολοκληρωμένη σειρά, Atlas Florae Europaeae (Χλωριδικός Άτλας της Ευρώπης) δεν περιλαμβάνουν το Ανατολικό Αιγαίο, το οποίο καλύπτεται από τη Flora of Turkey and the East Aegean Islands (Χλωρίδα της Τουρκίας και των Νήσων του Ανατολικού Αιγαίου). Το έργο Mountain Flora of Greece (Ορεινή Χλωρίδα της Ελλάδας) περιλαμβάνει μόνο τις περιοχές με υψόμετρο μεγαλύτερο από 1.400 m, ενώ το MedChecklist (χλωριδικός κατάλογος των χωρών της Μεσογείου) δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί. Η ολοκλήρωση της έκδοσης της Flora Hellenica (Ελληνική Χλωρίδα), της οποίας ο 1 ος από τους 10 προβλεπόμενους τόμους εκδόθηκε πρόσφατα (Strid A. & Tan Κ., 1997), θα καλύψει μακροπρόθεσμα (ένας τόμος κάθε 2-3 χρόνια) το κενό που αναφέρθηκε προηγούμενα. Πηγές σε έντυπη μορφή (BΑΣΙΚΕΣ ΠΡΟΤΥΠΕΣ ΧΛΩΡΙΔΕΣ ΚΑΙ ΧΛΩΡΙΔΙΚΟΙ ΚΑΤΑΛΟΓΟΙ) Στη συνέχεια παρατίθενται οι πηγές πληροφόρησης για την ελληνική χλωρίδα σε έντυπη μορφή: 1. Davis P.H. 1965-1986. Flora of Turkey and the East Aegean Islands. Vols 1-10. Edinburgh University Press, Edinburgh 2. Greuter W., Burdet H.M. & Long G. 1984, 1986, 1989. Med-Checklist. A critical inventory of vascular plants of the circum-mediterranean countries. Vols 1, 3, 4. Geneve & Berlin. 3. Halacsy E. De. 1901, 1902, 1904. Conspectus Florae Graecae 1, 2, 3. G. Engelmann, Lipsiae. 2
4. Halacsy E. De. 1908. Supplementum Conspectus Florae Graecae. G. Engelmann. Lipsiae. 5. Halacsy E. De. 1912. Supplementum Secundum Conspectus Florae Graecae. Magyar Bot. Lapok 11: 114-202. 6. Jahn R. & Schönfelder P. 1995. Exkursionsflora für Kreta. Verlang Eugen Ulmer, Stuttgart (Hohenheim). pp. 447. 7. Jalas J. & Suominen J. (eds). 1972-1994. Atlas Florae Europaeae. Distribution of vascular plants in Europe. Vols 1-10. Helsinki University Printing House. 8. Strid A. & Tan K. (eds) 1997. Flora Hellenica. Vol. 1: Gymnospermae to Caryophyllaceae. ISBN 3-87429-391-2. 9. Rechinger K.H. 1943. Flora Aegaea. Acad. Wiss. Wien, Math.-Naturwiss. Kl., Denkschr. 105/1. 10. Strid A. (ed). 1986. Mountain Flora of Greece. Vol. 1. University Press, Cambridge. pp. 822. 11. Strid A. & Tan K. (eds). 1991. Mountain Flora of Greece. Vol. 2. University Press, Edinburgh. 12. Turland N. J., Chilton L. & Press J. R. 1993. Flora of the Cretan Area. Annotated Check List and Atlas. The Natural History Museum, HMSO, London. pp. 439. 13. Tutin T.G. et al. (eds). 1968-1980. Flora Europaea. Vols 2-5. Cambridge University Press. 14. Tutin T.G. et al. (eds). 1993. Flora Europaea. Vol 1, second edition. Cambridge University Press. Οι προαναφερθείσες πηγές ανήκουν στη διεθνή βιβλιογραφία, είναι αξιόπιστες, καλύπτουν σε σημαντικό βαθμό τα υφιστάμενα πεδία της σχεδιαζόμενης βάσης δεδομένων του ΕΔΠΠ για τη φύση αλλά παρουσιάζουν σημαντικές δυσκολίες στην αναζήτηση των απαιτουμένων στοιχείων λόγω της διασποράς που παρουσιάζουν οι πηγές αυτές και της εξειδίκευσης που απαιτείται για τον χειρισμό τους. Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στα ενδημικά, απειλούμενα και προστατευόμενα είδη της ελληνικής χλωρίδας. Όσον αφορά στα απειλούμενα είδη, δύο είναι οι βασικές πηγές πληροφοριών: α) Η βάση δεδομένων της IUCN (WCMC), η οποία υπήρξε για πολλά χρόνια η μοναδική πηγή πληροφοριών, συγκεντρωτικών τουλάχιστον, για τα απειλούμενα φυτά της 3
ελληνικής χλωρίδας. Ο κατάλογος της IUCN του 1997 περιλαμβάνει 915 απειλούμενα ελληνικά taxa. β) Το Κόκκινο Βιβλίο των Φυτών της Ελλάδας, το οποίο δημοσιεύτηκε το 1995 αν και δεν καλύπτει το σύνολο των απειλουμένων ελληνικών φυτών, προσφέρει ολοκληρωμένη εικόνα για 243 σπάνια, εύτρωτα και κινδυνεύοντα είδη (272 taxa). Άλλες πηγές πληροφοριών για τα απειλούμενα φυτά της Ελλάδας είναι διάφοροι κατάλογοι, μερικοί από τους οποίους βασίζονται στη βάση δεδομένων της IUCN, καθώς και διάσπαρτες πρωτότυπες δημοσιεύσεις. ΚΑΤΑΛΟΓΟΙ ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΕΙΔΩΝ 1. Το Κόκκινο Βιβλίο των σπάνιων και απειλούμενων φυτών της Ελλάδας (1995). D. Phitos, A. Strid, S. Snogerup, W. Greuter (eds). 1995. The Red Data Book of rare and threatened plants of Greece. World Wide Fund for Nature. Athens. 527 p. 2. Κόκκινος Κατάλογος της IUCN (Διεθνής Ένωση για τη Διατήρηση της Φύσης και των Φυσικών Πόρων) (1997). Κατάσταση διατήρησης των φυτών της Ελλάδας σύμφωνα με τα στοιχεία της βάσης δεδομένων του Παγκόσμιου Κέντρου Παρακολούθησης της Διατήρησης της Φύσης (WCMC). Greece. Conservation status listing of Plants. Compiled from the World Conservation Monitoring Centre Plants Database. Status report as of 24 February, 1997 3. Ευρωπαϊκός Ερυθρός Κατάλογος των Παγκοσμίως Απειλουμένων Ζώων και Φυτών (1991). Οι κατηγορίες κινδύνου προέρχονται από τη βάση δεδομένων της IUCN της αντίστοιχης χρονικής περιόδου. European Red List of Globally Threatened Animals and Plants, Economic Commision for Europe (Geneva) - United Nations, New York, 1991. 4. Κατάλογος σπάνιων, απειλούμενων και ενδημικών φυτών της Ευρώπης που εκδόθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης (1982). Οι κατηγορίες κινδύνου προέρχονται από τη βάση δεδομένων της IUCN της αντίστοιχης χρονικής περιόδου. List of rare, threatened and endemic plants in Europe. Edited by the Threatened Plants Unit (IUCN Conservation Monitoring Centre), Kew, United Kingdom. European Committee for the conservation of nature and natural resources. Nature and Environment Series, No 27. Strasbourg, 1983. 5. Κατάλογος απειλουμένων φυτών της Ευρώπης του προγράμματος CORINE (1991). 4
CORINE Biotopes Manual, Vol. 3. Commission of the European Communities, Luxembourg, CD-NB-12587-EN-C, pp. K 1-10. Νομική προστασία παρέχεται από το Ελληνικό Κράτος σε είδη φυτών που προστατεύονται από Διεθνείς Συμβάσεις που έχει προσυπογράψει η Ελλάδα καθώς και στα είδη που προστατεύονται σύμφωνα με το Προεδρικό Διάταγμα 67/1981. Κατάλογος των πηγών σχετικά με τα προστατευόμενα είδη παρουσιάζεται πιο κάτω: ΚΑΤΑΛΟΓΟΙ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΕΙΔΩΝ 1. Σύμβαση Βέρνης (υπογράφηκε το 1979, τέθηκε σε ισχύ το 1982 και έχει επικυρωθεί από το Ελληνικό Κράτος). Παράρτημα Ι: αυστηρώς απειλούμενα φυτά (τελευταία αναθεώρηση: Δεκέμβριος 1996, σε ισχύ από τον Μάιο 1997). Council Decision 82/72/EEC of 3 December 1981 concerning the conclusion of the Convention on the Conservation of European Wildlife and Natural Habitats. In: European Community Environment Legislation, Vol. 4. Nature. Commision of the European Communities, DG XI, Environment, Nuclear Safety and Civil Protection, Luxenburg, 1992. pp. 74-102. Morgan V. & Leon C. 1992. Datasheets of flora species for revision of Appendix I of the Bern Convention. Nature and Environment, No. 60-63. Council of Europe, Publishing and Documentation Service, Strasbourg. Council of Europe. Convention on the conservation of the European Wildlife and Natural Habitats. Appendix I. Strictly protected flora species. Document published on by ECNC on request of the Council of Europe. Last revision and modification: 24 March 1997 2. Σύμβαση για το Διεθνές Εμπόριο των Κινδυνευόντων Ειδών (CITES υπογράφηκε το 1973, τέθηκε σε ισχύ το 1975 και έχει επικυρωθεί από το Ελληνικό Κράτος). Παράρτημα BΙ και ΒΙΙ (τα είδη του Παραρτήματος C αντιμετωπίζονται ως είδη του Παραρτήματος BI από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα). Council Regulation EEC/3626/82 on the Convention on the International Trade in Endangered Species of Wild Fauna and Flora (CITES, Washington, 1973). In: European Community Environment Legislation, Vol. 4. Nature. Commision of the European Communities, DG XI, Environment, Nuclear Safety and Civil Protection, Luxenburg, 1992. pp. 126-256. Akeroyd J., McCough N., Wyse-Jackson P. 1994. Plant species listed in CITES Appendices I and II as of 11 June 1992. In: A CITES manual for botanic gardens, Botanic Gardens Conservation International, Kew, Richmont, United Kingdom, 1994. 5
3. Οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 21 ης Μαΐου 1992 για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων και της άγριας πανίδας και χλωρίδας. Παραρτήματα II, IV και V. Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων L 206, 22 Ιουλίου 1992, σελ. 7-49. Έκδοση στην ελληνική γλώσσα. Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων L 107, 24 Απριλίου 1997, σελ. 1-156. Έκδοση στην ελληνική γλώσσα 4. Προεδρικό Διάταγμα 67/1981 «Περί προστασίας της αυτοφυούς Χλωρίδος και Άγριας Πανίδος και καθορισμού διαδικασίας συντονισμού και Ελέγχου της Ερεύνης επ αυτών» Πηγές σε ηλεκτρονική μορφή (Βάσεις δεδομένων) 1. Η παλαιότερη βάση δεδομένων με είδη της ελληνικής χλωρίδας είναι η βάση δεδομένων της IUCN-the World Conservation Union, η οποία έχει ενσωματωθεί στη βάση δεδομένων του WCMC (Παγκόσμια Ένωση Διατήρησης της Φύσης παλαιότερη ονομασία: International Union for the Conservation of Nature and Natural Resources). Η βάση δεδομένων της IUCN, και αργότερα της WCMC, βρίσκεται σε συνεχή εξέλιξη και ενημερώνεται διαρκώς με την ενσωμάτωση διορθώσεων και συμπληρώσεων από τους συνεργάτες της σε όλο τον κόσμο. Στη συμπλήρωσή της συνεργάστηκαν, και συνεργάζονται, Έλληνες και ξένοι επιστήμονες και έχει χρησιμοποιηθεί στην κατάρτιση και άλλων καταλόγων απειλούμενων φυτών, όπως ο κατάλογος του Συμβουλίου της Ευρώπης και ο Ευρωπαϊκός Κατάλογος των Παγκοσμίως απειλούμενων Ζώων και Φυτών της UN- ECE. Επίσης, οι πληροφορίες του καταλόγου έχουν χρησιμοποιηθεί στις αναθεωρήσεις του Παραρτήματος Ι της Σύμβασης της Βέρνης, το οποίο αποτέλεσε τη βάση για το Παράρτημα ΙΙ της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ. Οι πληροφορίες από τη βάση δεδομένων, οι οποίες παρέχονται από την WCMC σε έντυπο και επίσης δημοσιεύονται στο διαδίκτυο (internet) απεικονίζουν τις υπάρχουσες ανά πάσα στιγμή πληροφορίες. Η βάση δεδομένων της IUCN (WCMC) περιλαμβάνει (Φεβρουάριος 1997) 1422 ελληνικά φυτικά taxa. 2. «Τράπεζα δεδομένων για το ελληνικό φυσικό περιβάλλον» η οποία δημιουργήθηκε από ομάδα επιστημόνων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (υπεύθυνος: Κίμων Χατζημπίρος, Ε.Μ.Π.) με συνεργασία και άλλων ειδικών επιστημόνων (απάντηση σε ερωτηματολόγια) στα πλαίσια του προγράμματος MEDSPA (ECE, DGXI). Στόχος της ήταν η χρήση της υπάρχουσας πληροφορίας για την προώθηση των διαδικασιών προστασίας και το σχεδιασμό της ανάπτυξης και βασίστηκε κυρίως στη συγκέντρωση και οργάνωση προϋπαρχόντων στοιχείων για την ελληνική φύση. Αρχή της βάσης αυτής ήταν η δημιουργία του αρχείου των βιοτόπων CORINE (CORINE Biotopes Database) για την Ελλάδα, το οποίο διαρθρώθηκε, διευρύνθηκε και συμπληρώθηκε. Στην τελική της φάση 6
περιλαμβάνει 5.517 φυτικά taxa, το σύνολο σχεδόν των ανώτερων φυτών της Ελλάδας, καθώς και στοιχεία για είδη πανίδας και την περιγραφή 430 βιοτόπων (βιότοποι CORINE). Η βάση δεδομένων δημοσιοποιήθηκε σε έντυπα και σε δισκέτες σε μορφή βάσης δεδομένων MSAccess (πίνακες δεδομένων, χωρίς πρόγραμμα διαχείρισης), η οποία είναι συμβατή με ευρεία ποικιλία άλλων ηλεκτρονικών προγραμμάτων. Η εισαγωγή των δεδομένων έγινε με μορφή τέτοια ώστε αυτά να είναι συμβατά με ευρωπαϊκό δίκτυο δεδομένων (CORINE, EIONET). Στοιχεία της, με κριτική επιλογή, χρησιμοποιήθηκαν για τη συμπλήρωση των τυποποιημένων δελτίων δεδομένων των προτεινόμενων προς ένταξη στο δίκτυο «ΦΥΣΗ 2000» περιοχών. 3. To σύστημα βάσεων δεδομένων της Flora Hellenica το οποίο αναπτύχθηκε για τη διαχείριση της πληθώρας των δεδομένων για την ελληνική χλωρίδα που χρησιμοποιούνται για τη συγγραφή της Flora Hellenica. Τα περισσότερα αρχεία είναι σε μορφή Paradox 4.0. To 1994 η βάση δεδομένων περιλάμβανε στοιχεία για 5.605 ιθαγενή και επιγενή είδη. Καταγράφονται συστηματικά όλες οι αναφορές για την ελληνική χλωρίδα που βρίσκονται είτε στη βιβλιογραφία είτε σε herbaria. Η βάση δεδομένων παράγει χάρτες εξάπλωσης (dot maps) για όλα σχεδόν τα taxa της ελληνικής χλωρίδας. 4. Η βάση δεδομένων των ενδημικών, υπενδημικών, απειλούμενων και προστατευόμενων φυτών της ελληνικής χλωρίδας («Chloris») δημιουργήθηκε στον Τομέα Βοτανικής του Πανεπιστημίου Αθηνών από τον επίκουρο καθηγητή του Τμήματος Βιολογίας Κυριάκο Γεωργίου και τους συνεργάτες του στα πλαίσια των ερευνητικών τους δραστηριοτήτων από το 1990 μέχρι σήμερα. Το πρόγραμμα αυτό χρηματοδοτήθηκε εν μέρει από τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας. (ΠΕΝΕΔ, 1993-95 και ΕΠΕΤ ΙΙ, 1998-2000). Πρόκειται για μία συσχετιστική (relational) βάση δεδομένων, δομημένη στην MSAccess που είναι συμβατή τόσο με την προηγούμενη βάση δεδομένων όσο και με το ευρωπαϊκό δίκτυο δεδομένων (CORINE, EIONET, Natura 2000). Πρόσφατα η βάση δεδομένων «ΧΛΩΡΙΣ» είναι διαθέσιμη και σε λογισμικό PERSONAL ORACLE. Περιλαμβάνει πληροφορίες για την ταξινομική θέση, την εξάπλωση, την κατάσταση διατήρησης, το καθεστώς προστασίας, τη βιολογία, την οικολογία και τη βιβλιογραφία περίπου 3000 φυτικών taxa της Ελλάδας και περιλαμβάνει όλα τα ενδημικά, υπενδημικά, απειλούμενα και προστατευόμενα ελληνικά taxa. Η βάση δεδομένων χρησιμοποιήθηκε στη συμπλήρωση των τυποποιημένων δελτίων δεδομένων των προτεινόμενων προς ένταξη στο δίκτυο «ΦΥΣΗ 2000» περιοχών. Τμήμα της έχει δημοσιευθεί στην τελική έκθεση του προγράμματος ΠΕΝΕΔ. 5. Η οικολογική βάση δεδομένων για τη χλωριδική ποικιλότητα της Ελλάδας αναπτύχθηκε στο Εργαστήριο Οικολογίας Φυτών του Τμήματος Βιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών για να καλύψει τις ανάγκες που παρουσιάζονται στο ερευνητικό έργο όσον αφορά στην άμεση εύρεση των οικολογικών πληροφοριών που συνδέονται με τα φυτικά taxa της Ελλάδας. Το σύστημα δομήθηκε σε γραφικό περιβάλλον (MSWindows 7
3.1) και βασίζεται στο Σχεσιακό Σύστημα Διαχείρισης Βάσης Δεδομένων ORACLE και χαρακτηρίζεται από προσαρμοστικότητα και μεταφερσιμότητα σε οποιοδήποτε υπολογιστικό και λειτουργικό σύστημα. Μέχρι σήμερα περιλαμβάνει 2.080 φυτικά taxa της ορεινής κυρίως χλωρίδας. 6. Δύο ακόμα βάσεις δεδομένων περιέχουν στοιχεία για φυτά της Ελλάδας: η βάση των βιοτόπων CORINE και η βάση δεδομένων BIOGREECE (στοιχεία των περιοχών Natura 2000), οι οποίες περιγράφονται στην ενότητα των οικοτόπων. 7. Η βάση δεδομένων που περιλαμβάνει το σύνολο της ελληνικής χλωρίδας, όπως αυτή τροποποιήθηκε-προσαρμόστηκε πρόσφατα στους σύγχρονους ονοματολογικούς κανόνες (τα παλαιότερα ονόματα δίνονται ως συνώνυμα) από τους Erwin BERGMEIER, Παναγιώτη Δημόπουλο & Karle SYKORA και η οποία αποτελεί τον κατάλογο των φυτικών taxa του πακέτου λογισμικού TURBOVEG. 8
ΠΑΝΙΔΑ Πηγές και βάσεις δεδομένων για την πανίδα Οι κύριες πηγές πληροφορίας για την ελληνική πανίδα είναι οι μεμονωμένες εργασίες Ελλήνων και ξένων ερευνητών, οι διδακτορικές διατριβές με πανιδικό αντικείμενο, τα αποτελέσματα ερευνητικών προγραμμάτων και η σειρά FAUNA GRAECIAE της Ελληνικής Ζωολογικής Εταιρείας (ΕΖΕ). Τα πληρέστερα σχετικά βιβλιογραφικά αρχεία είναι αυτά του Κέντρου Απογραφής της Ελληνικής Πανίδας της Ελληνικής Ζωολογικής Εταιρείας και του Προγράμματος Απογραφής της Πανίδας της Ελλάδας του Τμ. Βιολογίας του Παν. Αθηνών. Αυτά μεταξύ τους περιλαμβάνουν περίπου 5.000 εργασίες από το σύνολο των 9.000 που έχουν δημοσιευτεί. Αυτή τη στιγμή πραγματοποιείται από το Ζωολογικό Μουσείο του Παν. Αθηνών αποδελτίωση των εργασιών για ορισμένα είδη (όλα τα σπονδυλωτά και ορισμένα ασπόνδυλα) με σκοπό τη δημιουργία ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων για το σύνολο της ελληνικής πανίδας. Μέρος αυτής της βάσης δεδομένων θα είναι διαθέσιμο σε ηλεκτρονική μορφή στο τέλος του 2000. Η βάση αυτή, όταν θα ολοκληρωθεί, θα καλύπτει το σύνολο των πεδίων της εθνικής βάσης δεδομένων. Η αξιοπιστία της είναι υψηλή γιατί στην τελική διαμόρφωση της θα συμμετάσχουν το σύνολο των ελλήνων ειδικών για την πανίδα. Το σημαντικότερο συγκεντρωτικό έργο είναι το "Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Σπονδυλοζώων της Ελλάδας" (Ελληνική Ζωολογική Εταιρεία και Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία) στο οποίο καταγράφεται το σύνολο των γνωστών σπονδυλωτών με πληθυσμιακά και άλλα στοιχεία για τα απειλούμενα και σπάνια είδη. Τα δεδομένα που περιλαμβάνονται στο Κόκκινο Βιβλίο είναι διαθέσιμα και σε ηλεκτρονική μορφή ως κείμενα. Τα κείμενα αυτά καλύπτουν το 80 % των πεδίων της εθνικής βάσης δεδομένων. Το γραπτό κείμενο υπάρχει στο ΥΠΕΧΩΔΕ ενώ η ηλεκτρονική του μορφή ανήκει στην Ελληνική Ζωολογική Εταιρεία από την οποία μπορεί να διατεθεί έναντι συγκεκριμένου ποσού. Η αξιοπιστία των δεδομένων είναι υψηλή γιατί στην διαμόρφωση του βιβλίου συμμετείχαν το σύνολο των ελλήνων ειδικών για την πανίδα. Το μόνο μειονέκτημα είναι ότι τα δεδομένα που υπάρχουν είναι σχετικά παλαιά (1992), υπάρχει όμως πρόγραμμα για την ανανέωση τους. Ο κατάλογος των απειλουμένων, προστατευόμενων και ενδημικών ειδών της Ελλάδας του Ζωολογικού Μουσείου του Παν. Αθηνών περιλαμβάνει σε γραπτή και ηλεκτρονική μορφή όλα τα είδη της πανίδας που ανήκουν στις παραπάνω κατηγορίες. Σε γραπτή μορφή είναι διαθέσιμο από το ΥΠΕΧΩΔΕ ενώ σε ηλεκτρονική μορφή είναι διαθέσιμο από το Ζωολογικό Μουσείο έναντι συγκεκριμένης αμοιβής. Ο κατάλογος 9
καλύπτει πλήρως τα πεδία που αφορούν τη νομοθετική προστασία, την κατάσταση απειλής και την ενδημικότητα των ειδών. Τα δεδομένα είναι πλήρως ενημερωμένα μέχρι σήμερα. Η ηλεκτρονική Τράπεζα δεδομένων για το ελληνικό φυσικό περιβάλλον δημιουργήθηκε από ομάδα επιστημόνων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου με τη συνεργασία και άλλων ειδικών επιστημόνων και με χρήση ερωτηματολογίων, στο πλαίσιο του προγράμματος MEDSPA (ECE, DGXI). Αρχή της βάσης αυτής ήταν η δημιουργία του αρχείου των βιοτόπων CORINE (CORINE Biotopes Database) για την Ελλάδα, το οποίο διαρθρώθηκε, διευρύνθηκε και συμπληρώθηκε. Η Τράπεζα περιλαμβάνει στοιχεία για τα σημαντικά είδη πανίδας που συναντώνται στις περιοχές CORINE καθώς και σε άλλες σημαντικές για την πανίδα περιοχές. Καλύπτει το 50% των πεδίων και είναι διαθέσιμη από το ΥΠΕΧΩΔΕ. Η αξιοπιστία της είναι μέτρια γιατί έχει συμμετάσχει ένας πολύ μικρός αριθμός σχετικών επιστημόνων. Η ηλεκτρονική βάση δεδομένων BIOGREECE είναι μία βάση περιοχών με τα στοιχεία των τυποποιημένων δελτίων δεδομένων (Standard Data Forms) για τις περιοχές του ελληνικού εθνικού καταλόγου περιοχών προτεινόμενων προς ένταξη στο δίκτυο NATURA 2000. Η βάση αυτή δημιουργήθηκε στα πλαίσια του προγράμματος Inventory, Identification, Evaluation and Mapping of the Habitat Types and Flora and Fauna Species in Greece (Directive 92/43/EEC), ΥΠΕΧΩΔΕ, Υπουργείο Γεωργίας, 1994-1995. Το πρόγραμμα υλοποιήθηκε με συντονισμό από το Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων-Υγροτόπων (ΕΚΒΥ) του Μουσείου Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας και ομάδες εργασίας από το Εθνικό και Καποδιστριακό Παν/μιο Αθηνών, το Αριστοτέλειο Παν/μιο Θεσσαλονίκης και το Παν/μιο Πατρών. Η βάση περιλαμβάνει στοιχεία για τα σημαντικά είδη πανίδας που συναντώνται στις προταθείσες περιοχές NATURA 2000. Καλύπτει μικρό ποσοστό των πεδίων. Είναι διαθέσιμη από το ΥΠΕΧΩΔΕ. Η αξιοπιστία της είναι υψηλή καθώς συμμετείχε στη διαμόρφωση της ένας μεγάλος αριθμός ελλήνων ειδικών. Η ηλεκτρονική βάση δεδομένων του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Παν/μίου Κρήτης για την πανίδα της νότιας Ελλάδας περιλαμβάνει δεδομένα για την κατανομή όλων των σπονδυλωτών και πολλών ασπονδύλων της νότιας Ελλάδας. Καλύπτει πολύ μικρό ποσοστό των πεδίων, είναι διαθέσιμη μόνο από το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Παν/μίου Κρήτης και έχει πολύ ικανοποιητική αξιοπιστία. Επιπλέον, υπάρχουν και ορισμένες μικρότερες βάσεις δεδομένων με στοιχεία για ορισμένα είδη, οι οποίες δημιουργήθηκαν από περιβαλλοντικές οργανώσεις και άλλα ιδρύματα (π.χ. για τη Μεσογειακή Φώκια από τη Mom-Εταιρία για τη Μελέτη και Προστασία της Μεσογειακής Φώκιας, για την αρκούδα από τον ΑΡΚΤΟΥΡΟ, για τα πουλιά από την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία κλπ.). Οι βάσεις αυτές καλύπτουν ένα μικρό ποσοστό των πεδίων καθώς αναφέρονται σε λίγα είδη. Υπάρχουν επίσης και διεθνείς βάσεις δεδομένων, όπως αυτή του World Conservation Monitoring Centre για τα 10
απειλούμενα είδη ζώων, και την έκδοση του Συμβουλίου της Ευρώπης Background Information on Invertebrates of the Habitats Directive and the Bern Convention που περιέχουν δεδομένα για την πανίδα της Ελλάδας. Ειδικά το τελευταίο περιλαμβάνει δεδομένα για τα ελληνικά είδη ασπονδύλων που υπάρχουν στις διεθνείς συμβάσεις τα οποία καλύπτουν μεγάλο ποσοστό των πεδίων Συμπερασματικά, η καλύτερη αυτή τη στιγμή πηγή για την πανίδα είναι η ηλεκτρονική μορφή του Κόκκινου Βιβλίου των Απειλουμένων Σπονδυλοζώων. Περιλαμβάνει δεδομένα που καλύπτουν το μεγαλύτερο ποσοστό των πεδίων για τα σημαντικότερα είδη σπονδυλοζώων της ελληνικής πανίδας και μπορεί να μεταφερθεί εύκολα στην εθνική βάση δεδομένων. Εάν υπάρχει κάποια οικονομική ενίσχυση, μπορεί γρήγορα (12 μήνες) να ενημερωθεί με τα σημερινά δεδομένα. Για τα ασπόνδυλα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πρώτη βάση ο κατάλογος των απειλουμένων, προστατευόμενων και ενδημικών ειδών της Ελλάδας. Για τα είδη ασπονδύλων που υπάρχουν στις δεθνείς συμβάσεις, ο κατάλογος μπορεί να συμπληρωθεί με τα δεδομένα του Background Information on Invertebrates of the Habitats Directive and the Bern Convention. 11
ΤΟΠΟΙ (ΒΙΟΤΟΠΟΙ) ΤΟΠΙΑ Τα στοιχεία τα οποία θα εισαχθούν στο ΕΔΠΠ πρέπει κατά τη γνώμη μας να καλύπτουν κατά κύριο λόγο τις κάτωθι περιοχές: Κατηγορία περιοχών Αριθμός περιοχών Εθνικοί Δρυμοί 10 Αισθητικά Δάση 19 Διατηρητέα Μνημεία της Φύσης 14 Θηραματικά Αποθέματα 7 Θαλάσσια Πάρκα 2 Υγροβιότοποι Διεθνούς Σπουδαιότητας (Ramsar) 10 Περιοχές Παγκόσμιας Κληρονομιάς 2 Βιοσφαιρικά Αποθέματα 2 Βιότοποι CORINE 430 Ζώνες Ειδικής Προστασίας (SPA, Οδηγία 79/409/ΕΟΚ) 28 Υποψήφιες περιοχές Δικτύου ΦΥΣΗ 2000 (Οδηγία 92/43/ΕΟΚ) 296 Πηγές σε ηλεκτρονική μορφή (Βάσεις δεδομένων) 1. Το 1994, ξεκίνησε η προσπάθεια εισαγωγής όλων των φυτοκοινωνιολογικών πληροφοριών σε βάση δεδομένων (Δημόπουλος Π., Παπαστεργιάδου Ε., Sykora K., Γεωργιάδης Θ., Μπαμπαλώνας Δ., Ντάφης Σ. Συλλογή και ανάλυση φυτοκοινωνιολογικών δεδομένων για τη βλάστηση της Ελλάδας. Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας - ΕΚΒΥ, Θεσσαλονίκη, 1995, 94 σελ.). Δημιουργήθηκαν μία βιβλιογραφική βάση δεδομένων και μία φυτοκοινωνιολογική βάση (6.200 rélevés) χρησιμοποιώντας το πρόγραμμα TURBOREG για τις φυτοκοινωνιολογικές μετρήσεις και κατάλληλα 12
ανεπτυγμένα προγράμματα δομημένα σε MSAccess και ORACLE. Σήμερα η φυτοκοινωνιολογική αυτή βάση δεδομένων περιλαμβάνει περισσότερες από 10.000 δειγματοληψίες: relevés) 2. Πληροφορίες για τους ελληνικούς οικοτόπους σε συγκεκριμένες περιοχές περιέχει η «Τράπεζα δεδομένων για το ελληνικό φυσικό περιβάλλον» η οποία δημιουργήθηκε από ομάδα επιστημόνων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (υπεύθυνος: Κίμων Χατζημπίρος, λέκτορας Ε.Μ.Π.) με συνεργασία και άλλων ειδικών επιστημόνων (απάντηση σε ερωτηματολόγια) στα πλαίσια του προγράμματος MEDSPA (ECE, DGXI). Στη βάση αυτή περιλαμβάνονται, ταξινομημένοι με το σύστημα CORINE 91, οι οικότοποι 430 περιοχών οι οποίες έχουν χαρακτηριστεί ως βιότοποι CORINE καθώς και επιπρόσθετων περιοχών (NO-CORINE), σημαντικών για τη διατήρηση της φύσης. 3. H πανευρωπαϊκή CORINE Biotopes Sites Database (EEA-ETC/NC, Institute of Terrestrial Ecology) περιλαμβάνει για την Ελλάδα τα στοιχεία των βιοτόπων CORINE. Η καταγραφή των οικοτόπων αποτελεί αξιόλογη προσπάθεια, υπάρχουν, ωστόσο, μεγάλες ελλείψεις οι οποίες αντανακλούν κυρίως την ανεπαρκή καταγραφή των ελληνικών οικοτόπων. Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι για την Ελλάδα έχουν καταγραφεί στη βάση δεδομένων 470 συνολικά τύποι οικοτόπων, ισάριθμοι με εκείνους της Μ. Βρετανίας (1.800 μόνο είδη φυτών) και κατά πολύ λιγότεροι από εκείνους τους Γαλλίας (με 2.000 είδη), που ανέρχονται σε 1.031. 4. Η βάση δεδομένων BIOGREECE είναι επίσης μία βάση περιοχών με τα στοιχεία των τυποποιημένων δελτίων δεδομένων (Standard Data Forms) για τις 296 περιοχές του ελληνικού εθνικού καταλόγου περιοχών προτεινόμενων προς ένταξη στο δίκτυο «ΦΥΣΗ 2000». Η βάση αυτή δημιουργήθηκε στα πλαίσια του προγράμματος Inventory, Identification, Evaluation and Mapping of the Habitat Types and Flora and Fauna Species in Greece (Directive 92/43/EEC), Ευρωπαϊκή Ένωση (DG XI, LIFE - Contract No. B4-3200/94/756), ΥΠΕΧΩΔΕ, Υπουργείο Γεωργίας, 1994-1995, με συντονισμό από το Μ.Γ.Φ.Ι.-Ε.Κ.Β.Υ. και ομάδες εργασίας από το Εθνικό και Καποδιστριακό Παν/μιο Αθηνών, το Αριστοτέλειο Παν/μιο Θεσσαλονίκης και το Παν/μιο Πατρών. Οι οικότοποι ανά περιοχή αντιστοιχίστηκαν σε τύπους οικοτόπων του Παραρτήματος Ι της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, οι οποίοι καθορίζονται με αντιστοίχησή τους σε κωδικούς της Παλαιαρκτικής ταξινόμησης (Palearctic class, «Interpretation Manual of European Union Habitats, EUR15»). Αναγνωρίστηκαν 109 τύποι οικοτόπων του Παρατήματος Ι και στις περισσότερες περιπτώσεις, οι οικότοποι ανά περιοχή αξιολογήθηκαν όσον αφορά την αντιπροσωπευτικότητά τους, τη διατήρηση της δομής και των λειτουργιών και τη συνολική τους αξία. Τα δεδομένα αυτά μπορεί να θεωρηθεί ότι αποδίδουν έναν πρώτο «οικολογικό χάρτη της Ελλάδας» και καταδεικνύουν την τοπική ποικιλότητα σε επίπεδο οικοτόπων (αριθμός οικοτόπων ανά περιοχή). Ωστόσο, τα αποτελέσματα είναι ελλιπή, καθώς α) το Παράρτημα Ι έχει σημαντικές ελλείψεις όσον αφορά στους σημαντικούς για 13
τη διατήρηση της βιοποικιλότητας οικοτόπους της Ελλάδας και β) οι γνώσεις μας δεν καλύπτουν πλήρως την ποικιλότητα της βλάστησης στον ελληνικό χώρο. 5. Βάση δεδομένων στην οποία περιλαμβάνονται όλα τα Σημαντικά φυτικά taxa (εδώ εντάσσονται όλα τα ενδημικά, σπάνια ή απειλούμενα taxa ανά τόπο και συνδέονται με το κεφάλαιο στον περιβαλλοντικό τομέα «ΦΥΣΗ» ΑΞΙΕΣ ΤΟΠΟΥ) και οι τύποι φυσικών οικοτόπων της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ που είναι παρόντες στην Ελλάδα (εδώ περιλαμβάνονται οι οικότοποι προτεραιότητας, σύμφωνα με την Οδηγία 92/43/ΕΟΚ και οι λοιποί σπάνιοι οικότοποι με κριτήρια χλωριδικά-φυτογεωγραφικά, αλλά και με βάση την παρουσία σπάνιων ειδών ζώων). Επιπλέον, η βάση επιτρέπει τη σύνδεση των φυτικών taxa της Ελλάδας με τις συνταξινομικές μονάδες βλάστησης τις οποίες χαρακτηρίζουν ή απλά διαφοροποιούν από άλλες γειτονικές (χαρακτηριστικά και/ή διαφοριστικά taxa) καθώς και με τις φυσιογνωμικά διακρινόμενες μονάδες βλάστησης (δάσος ορεινών κωνοφόρων, παραλιακό δάσος χαλέπιου πεύκης, κ.ά.). Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ανά περιοχή (τόπο) όχι αποσπασματικά τη χλωρίδα από τη μια και τους οικοτόπους από την άλλη, αλλά τη σύνθεση και την αντιστοίχηση που υπάρχει ώστε η διατήρηση να είναι εφικτή και η διαχείριση αποτελεσματική. 14