Τα Υφαντά με Γεωμετρικό Διάκοσμο Τα κρητικά υφαντά με γεωμετρικό διάκοσμο είναι τα πλουσιότερα και τα πιο δομημένα απ όλα τα γεωμετρικά παραδοσιακά υφαντά που συναντάμε και στις πέντε ηπείρους, έστω κι αν διαπραγματεύονται, με παραλλαγές, ένα μόνο γεωμετρικό σχήμα: το ρόμβο. Τέτοια υφαντά δεν υφαίνονται πια εδώ και χρόνια και από τα παλαιά ελάχιστα έχουν μείνει, καθώς αγοράστηκαν από γυρολόγους και μεταπουλήθηκαν έξω από την Κρήτη ή ακόμα και την Ελλάδα. Στην ομορφιά, τον πλούτο και την ποικιλία των υφαντών αυτών, πρέπει να προσθέσουμε και τη μοναδικότητά τους, τόσο από την άποψη της υφαντικής τεχνικής όσο και των μορφολογικών τους στοιχείων. Μακάθι, Μονή Καλυβιανής Προέλευση Εθνολογικά αποτελούν μια αδικαιολόγητη εξαίρεση μέσα στη διαδικασία της λαϊκής διακοσμητικής. Στα κρητικά υφαντά δεν έχουμε μεμονωμένα σχέδια αλλά ολόκληρες συνθέσεις γεωμετρικών σχεδίων και χρωμάτων περίπλοκες και απόλυτα εναρμονισμένες. Δεν είναι υπερβολή να υποθέσουμε ότι ο διάκοσμος αυτός όχι μόνο προέρχεται από το Βυζάντιο αλλά και ότι σχεδιάστηκε σε εργαστήρια της Αυτοκρατορικής αυλής από πρωτομάστορες, ανθρώπους καλλιτεχνικά ευαίσθητους αλλά και πολύ έμπειρους τεχνίτες, γνώστες της γεωμετρίας. Το πιθανότερο είναι ότι τα γεωμετρικά υφαντά ήρθαν στην Κρήτη το 1092 με τους 12 βυζαντινούς άρχοντες και τις οικογένειές τους. Τα πρότυπα σχέδια μεταβιβάστηκαν από γενιά σε γενιά, οι άρχοντες πλήθεναν και τα σχέδια πέρασαν στο λαό και αποτέλεσαν έτσι παράδοση και λαϊκή κληρονομιά για τις υφάντρες της Κρήτης στους επόμενους αιώνες, και το κοινό καλλιτεχνικό απόθεμα του τόπου. Όλες οι γυναίκες αντλούν από το ίδιο απόθεμα, και παρόλο που καθεμιά τους μπορεί να πιστεύει πως δημιουργεί κάτι καινούργιο, στην πραγματικότητα η εφευρετικότητά της περιορίζεται σε μικρές παραλλαγές των θεμάτων της παράδοσης. Δημιουργία εντελώς νέα και πρωτότυπη δεν υπάρχει στην παράδοση της υφαντικής, ούτε και στη λαϊκή τέχνη γενικότερα. Γιατί είναι πολύ δύσκολο, ακατόρθωτο σχεδόν, για το λαϊκό άνθρωπο να ξεπεράσει τους περιορισμούς που του επιβάλλει η καλλιτεχνική παράδοση του τόπου του, περιορισμούς τεχνικής, ύφους, έκφρασης, τεχνοτροπίας. Γι αυτό πιστεύουμε πως στα υφαντά που συναντήσαμε στην Κρήτη, και που χρονολογούνται από τις αρχές του 19ου αιώνα, διατηρήθηκαν τα βυζαντινά σχέδια των Κομνηνών. Είναι ένα γεγονός που προκαλεί το δέος και παράλληλα αποτελεί μια σημαντικότατη ανακάλυψη τεκμηρίων του βυζαντινού πολιτισμού του 11ου αιώνα. Γεωγραφική Κατανομή Τα υφαντά με γεωμετρικό διάκοσμο υφαίνονται σ ολόκληρη την Κρήτη, με παραλλαγές και ιδιαιτερότητες για την κάθε περιοχή.
Χρήση Με γεωμετρικά σχέδια κοσμούνται τα υφαντά που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες και τον στολισμό του σπιτιού, όπως τα διάφορα κλινοσκεπάσματα, οι πάντες για τον τοίχο, τα καλύμματα του καναπέ κ.λ.π., καθώς και υφαντά απαραίτητα για τις εκτός σπιτιού εργασίες, όπως οι "σιντζαντέδες" που έριχναν πάνω στα ζώα, οι ντρουβάδες και οι βούργιες που μέχρι πρόσφατα χρησιμοποιούνταν από τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους της Κρήτης. Οι Πρώτες Ύλες Λόγω της χρήσης τους, τα υφαντά με γεωμετρικό διάκοσμο είναι κατά κανόνα μάλλινα και για την ακρίβεια μαλλοβάμβακα: τα υφάδια, που παίζουν και τον βασικό ρόλο, είναι από μαλλί, ενώ τα στημόνια που λειτουργούν σαν στοιχεία σύνδεσης, είναι από βαμβάκι. Η Τεχνική Στα "ξομπλιαστά" υφαντά, που λέγονται και "κεντητά στον αργαλειό", ο διάκοσμος γίνεται στον αργαλειό, παράλληλα και ταυτόχρονα με την ύφανση του υφάσματος. Η τεχνική των υφαντών αυτών είναι πολύπλοκη και απαιτεί πολύ χρόνο και μεγάλη προσοχή. Για να δημιουργήσει τα διακοσμητικά θέματα η υφάντρια περνάει με το χέρι ανάμεσα στις κλωστές του στημονιού τα χρωματιστά υφάδια, που είναι τυλιγμένα σε κουβαράκια. Καθώς στην κάθε υφαντική σειρά εναλλάσσονται υφάδια διαφόρων χρωμάτων, η υφάντρια πρέπει να υπολογίσει με προσοχή το μήκος της γραμμής του κάθε χρώματος, μετρώντας τον αριθμό των στημονιών. Στην επόμενη σειρά χρειάζονται νέες, διαφορετικές μετρήσεις γιατί τα διακοσμητικά θέματα δημιουργούνται με την αύξηση ή των ελάττωση του μήκους των χρωματιστών γραμμών, με τη μετατόπισή τους, με τη δημιουργία νέων ή με την κατάργηση άλλων. Καθώς η ύφανση προχωράει, εμφανίζονται τα διακοσμητικά θέματα, και ανάμεσά τους διακρίνεται το χρώμα του φόντου, του "κάμπου", ο οποίος υφαίνεται με τη σαϊτα. Τις περισσότερες φορές, τα υφάδια κάθε χρώματος, στην ίδια σειρά, δεν συνδέονται μεταξύ τους, αλλά απλώς παλινδρομούν, αγκαλιάζοντας δύο πλαϊνά στημόνια. Τότε σχηματίζονται στο υφαντό μικρές διακοπές της συνοχής του (1). Όταν οι παράλληλες με τα στημόνια γραμμές του σχεδίου είναι μεγάλες, και προκειμένου το υφαντό να έχει συνοχή, τα υφάδια "θηλυκώνονται" μεταξύ τους (2, 3). Η εργασία αυτή είναι δύσκολη και απαιτεί πολύ χρόνο. Άλλος τρόπος για να επιτευχθεί το ίδιο αποτέλεσμα, είναι τα δύο πλαϊνά υφάδια να περαστούν από το ίδιο στημόνι, τότε όμως σχηματίζεται μία γραμμή ελαφρώς τεθλασμένη (4). Στα κρητικά υφαντά, τα διακοσμητικά σχέδια που έχουν γραμμές κάθετες προς την ύφανση είναι λίγα. Κατά κανόνα οι γραμμές των σχεδίων είναι πλάγιες, αφού το βασικό μοτίβο είναι ο ρόμβος. Σχεδιαστικές Αρχές Στα υφαντά, όπως και σ όλα τα έργα τέχνης που δημιουργούνται και συντηρούνται μέσα στα πλαίσια του λαϊκού πολιτισμού, εφαρμόζονται αυστηρά σχεδιαστικές αρχές ή αλλιώς κανόνες της διακοσμητικής, που είναι κοινοί σ όλες τις χώρες και σε όλες τις εποχές. Αυτοί προσδιορίζουν και τη διακόσμηση των κρητικών υφαντών με γεωμετρικό διάκοσμο.
- Ο πρώτος κανόνας στη διακόσμηση των κρητικών υφαντών είναι η οριζόντια συμμετρία, η διάταξη δηλαδή όμοιων θεμάτων δεξιά και αριστερά ενός κατακόρυφου άξονα. Στα υφαντά με γεωμετρικό διάκοσμο η συμμετρία διέπει όχι μόνο ολόκληρη την επιφάνεια του υφαντού, αλλά και το καθένα μοτίβο ξεχωριστά. - Δεύτερος κανόνας - που έχει άμεση σχέση με την τεχνική της υφαντικής - είναι η διάταξη των διακοσμητικών μοτίβων σε οριζόντιες ζώνες. - Τρίτος γενικός κανόνας της υφαντικής διακόσμησης είναι ο ρυθμός, δηλαδή η κανονική επανάληψη των μοτίβων κατά μήκος μιας οριζόντιας ζώνης. Στα κρητικά υφαντά με γεωμετρικό διάκοσμο, σε κάθε ζώνη επαναλαμβάνεται το ίδιο μοτίβο, συχνά όμως παρατηρείται εναλλαγή των χρωμάτων, με αποτέλεσμα ο χρωματικός ρυθμός να είναι πιο σύνθετος. - Τελευταίος είναι ο κανόνας των παραπληρωματικών θεμάτων ή μοτίβων πλήρωσης: στις διακοσμητικές ζώνες, ανάμεσα στα κύρια μοτίβα αλλά και μέσα σ αυτά, τοποθετούνται τα μοτίβα πλήρωσης ώστε να μην μένουν κενά στην επιφάνεια του υφαντού. Κιλίμι, Καινούριο 1910 Κλινοσκέπασμα, Μεραμπέλλο Βούργια, Καινούργιο. Και οι τρεις ζώνες της είναι "εφταροδάτες" γιατί η εσωτερική επιφάνεια των μοτίβων χωρίζεται σε επτά ρόμβους η ρόδα. Τα Μοτίβα Στα κρητικά υφαντά με γεωμετρικό διάκοσμο συναντάμε ποικιλία διακοσμητικών μοτίβων, με κοινά γενικά χαρακτηριστικά αλλά και με ιδιαιτερότητες. - Κάθε μοτίβο συνιστά ένα ολοκληρωμένο, αυτόνομο
θέμα, με σαφές, κανονικού σχήματος πλαίσιο, μέσα στο οποίο οργανώνεται σχεδιαστικά τις περισσότερες φορές το βασικό σχήμα των μοτίβων των κρητικών υφαντών είναι ο ρόμβος. - Οι "γραμμές" των μοτίβων, τόσο αυτές που ορίζουν τη βασική δομή τους όσο και οι "γραμμές" των επιμέρους διακοσμητικών θεμάτων, περιορίζονται κατά κανόνα σε δύο πλάγιες και κάθετες, ή σχεδόν κάθετες, μεταξύ τους. Λίγα είναι τα μοτίβα που έχουν "γραμμές" κάθετες ή παράλληλες με τη διεύθυνση της ύφανσης. - Η συμμετρία ως προς τον άξονα που είναι κάθετος στη διεύθυνση της ύφανσης, αποτελεί ιδιαίτερα αυστηρό κανόνα, που ακολουθούν όλα τα διακοσμητικά μοτίβα. Μοναδική εξαίρεση συναντάμε σε κάποια πολύ μικρά και απλά μοτίβα, που παραθέτονται σε στενές, δευτερεύουσες ζώνες. Στα περισσότερα μοτίβα συναντάμε και μια δεύτερη συμμετρία, ως προς τον άξονα που είναι κάθετος στα υφάδια. - Η μεγάλη πυκνότητα των γραμμών και η συνακόλουθη ανυπαρξία της μονοχρωματικής επιφάνειας μέσα στο μοτίβο, είναι μία αρχή που ακολουθείται πιστά, και ταυτόχρονα μία ιδιομορφία των διακοσμητικών μοτίβων των κρητικών υφαντών. Λεπτομέρεια από κιλίμι της επ. Αμαρίου 1870 Λεπτομέρεια από κιλίμι της επ. Καινουρίου 1910 Λεπτομέρεια από μακάθι της Μονής Καλυβιανής Η Διάταξη των Μοτιβων Σε Ζώνες Τα ξομπλιαστά υφαντά της Κρήτης παρουσιάζουν στη συντριπτική τους πλειοψηφία κοινή οργάνωση των
διακοσμητικών τους μοτίβων, που χαρακτηρίζεται από την ένταξή τους σε οριζόντιες ζώνες. Η οργάνωση αυτή έχει καθιερωθεί γιατί εναρμονίζεται απόλυτα με τη διαδικασία της ύφανσης στον καθιστό αργαλειό: καθώς η υφάντρια δουλεύει στον αργαλειό, δημιουργεί τα διακοσμητικά μοτίβα ταυτόχρονα και παράλληλα με το ύφασμα - φόντο, που υφαίνεται με τη σαΐτα. Σε κάθε διακοσμητική ζώνη το βασικό μοτίβο παραμένει το ίδιο σ όλο το μήκος της. Ο αυστηρός σχεδιαστικός ρυθμός, η πλήρωση των κενών που αφήνουν τα βασικά μοτίβα της ζώνης με κάποια άλλα που σχεδιαστικά ταιριάζουν και εναρμονίζονται απόλυτα και η συχνή σύνδεση των γειτονικών μοτίβων με το "μπλέξιμο" των πλαισίων τους, χαρακτηρίζουν τις διακοσμητικές ζώνες και τους προσδίδουν συνοχή και ενιαίο σχεδιαστικό ύφος. Μπαγκάλι, Σητεία + 1790 Βούργια, Μεράμπελλο 1860 Τα μεγάλα Υφαντά Τα μεγάλα υφαντά με γεωμετρικό διάκοσμο είναι τα διάφορα μάλλινα κλινοσκεπάσματα (κιλίμια, πατανίες, χιράμια), οι πάντες που κρεμιούνταν για στολίδι στον τοίχο, τα μακάθια που μ αυτά σκέπαζαν την πλάτη και το κάθισμα του καναπέ, τα μπαγκάλια που χρησιμοποιούνταν σαν κάλυμμα του καναπέ αλλά επίσης και για να τυλίγουν τα βρέφη, οι σιντσαντίδες που έριχναν πάνω στα ζώα. Όλα αυτά τα υφαντά είναι κεντημένα στον αργαλειό με ωραιότατο διάκοσμο, που άλλοτε καλύπτει ολόκληρη την επιφάνειά τους κι άλλοτε περιορίζεται στις άκρες τους. Σ όλα παρατηρείται αυστηρή γεωμετρική τάξη, οργάνωση και "υπακοή" στις σχεδιαστικές αρχές της συμμετρίας, της διάταξης σε οριζόντιες ζώνες, του ρυθμού και της απουσίας του κενού ανάμεσα στα μοτίβα. Τα μοτίβα στα μεγάλα υφαντά παρουσιάζουν μια εντυπωσιακή ποικιλία, παρόλο που στη μεγάλη τους πλειοψηφία έχουν σαν απαρχή τους το σχήμα του ρόμβου. Υπάρχουν όμως και εξαιρέσεις, όπως ο κουμπές, που θυμίζει περίγραμμα εκκλησίας, ή τα μοτίβα κάποιων Κιλίμι, Καινούριο 1910
πολύ χαρακτηριστικών υφαντών του νομού Χανίων. Κιλίμι, Καινούριο 1888 Πάντα, Μεραμπέλλο 1885 Τα Σώγιωμα Υφαντά Στα υφαντά αυτής της κατηγορίας, ολόκληρη η επιφάνεια καλύπτεται με διάκοσμο, χωρίς να δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στις άκρες ή στο κέντρο. Τα σώγιωμα υφαντά παρουσιάζουν κοινή σχεδιαστική οργάνωση της επιφάνειάς τους, που χαρακτηρίζεται από τη διαδοχή διακοσμητικών ζωνών με γεωμετρικά μοτίβα. Είναι ωστόσο εντυπωσιακή η ιδιαιτερότητα του κάθε υφαντού, που έγκειται στην επιλογή από την υφάντρα των μοτίβων και των χρωμάτων που χρησιμοποιεί και του τρόπου που τα συνθέτει στην επιφάνεια του υφαντού. Σώγιωμα είναι συνήθως τα υφαντά που η χρήση τους επιβάλλει την έκθεση ολόκληρης της επιφάνειάς τους, όπως κιλίμια, πάντες, μπαγκάλια, μακάθια. Τα σώγιωμα υφαντά συναντώνται στην Ανατολική και την Κεντρική Κρήτη, αλλά καθόλου στο νομό Χανίων. Κιλίμι, Λασίθι 1860
Κιλίμι, Αμάρι 1870 Μπαγκάλι, Σητεία 1876 Υφαντά με Γεωμετρικό Διάκοσμο & Γραμμικούς Σχηματισμούς Η ομάδα αυτή των υφαντών μπορεί να θεωρηθεί υποκατηγορία των σώγιωμων, γιατί κι αυτά καλύπτονται ολόκληρα με διάκοσμο. Όμως εδώ ο διάκοσμος δεν είναι ίδιος σ ολόκληρη την επιφάνειά τους, καθώς στα άκρα τους κοσμούνται με ζώνες διακοσμητικών μοτίβων όπως αυτές των σώγιωμων υφαντών, ενώ στο κεντρικός τους τμήμα εναλλάσσονται λεπτές ομοιόχρωμες ρίγες με στενές ζώνες απλών γεωμετρικών μοτίβων. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον των υφαντών της ομάδας αυτής έγκειται στην αρμονική σύνθεση των περιοχών διαφορετικού ύφους πάνω στην επιφάνεια του υφαντού. Τα υφαντά με γεωμετρικό διάκοσμο και γραμμικούς σχηματισμούς είναι κατά κανόνα κλινοσκεπάσματα και συναντώνται στην επαρχία Λασιθίου και στις επαρχίες Μαλεβιζίου, Πεδιάδας, Μονοφατσίου και Βιάνου του νομού Ηρακλείου. Κιλίμι, Λασίθι 1860
Κιλίμι, Μονοφάτσι 1910 Κιλίμι, Μονοφάτσι + 1880 Υφαντά με Σχέδια Στις Δύο Άκρες Στα υφαντά αυτά κοσμούνται με σχέδια μόνο οι δύο πλευρές, ενώ η υπόλοιπη επιφάνεια που λέγεται κάμπος είτε παραμένει χωρίς διάκοσμο, είτε σπανιότερα κεντιέται με μικρά διάσπαρτα διακοσμητικά μοτίβα. Τα υφαντά που έχουν σχέδια μόνο στις δύο άκρες τους είναι μπαγκάλια, πατανίες, κιλίμια και χιράμια, και τα συναντήσαμε στην Ανατολική και στη Δυτική Κρήτη (νομοί Λασιθίου και Χανίων) και καθόλου στην Κεντρική (νομοί Ηρακλείου και Ρεθύμνης). Τα γεωμετρικά σχέδια που κοσμούν την επιφάνεια των υφαντών της κατηγορίας αυτής, είναι ίδια μ αυτά των σώγιωμων υφαντών, εκτός από μία ζώνη σχηματοποιημένων, παραστατικών μοτίβων που ορίζει το τελείωμα της διακοσμημένης επιφάνειας προς την πλευρά του κάμπου.
Κλινοσκέπασμα, Μεραμπέλλο Τα Κουμπελίδικα Κιλίμια της Κεντρικής Κρήτης Τα "κουμπελίδιμα" είναι μια ιδιαίτερη κατηγορία κιλιμιών που συναντώνται αποκλειστικά στην Κεντρική Κρήτη. Η ονομασία τους προέρχεται από το κύριο διακοσμητικό τους θέμα, τον "κουμπέ", λεξη τουρκική, που σημαίνει "υπερυψωμένος θόλος". Οι κουμπέδες χαρακτηρίζουν την κατηγορία των υφαντών στα οποία τους συναντάμε, όχι μόνο λόγω της ιδιαιτερότητάς τους σαν διακοσμητικού θέματος, αλλά και λόγω της μεγάλης έκτασης που καταλαμβάνουν στην επιφάνεια του υφαντού. Τα κουμπελίδικα κιλίμια είναι συνήθως σώγιωμα σπανιότερα είναι τα κουμπελίδικα με ρίγες στη μέση, ή με διάκοσμο μόνο στις άκρες. Όλα τα κουμπελίδικα κιλίμια που συναντήσαμε είναι σχετικά παλαιά. Η κατασκευή του παλαιότερου ανέρχεται στο 1840, ενώ το νεώτερο δεν ξεπερνά το 1910. Οι προσπάθειες πάντως διερεύνησης της προέλευσης του κουμπέ σαν διακοσμητικού θέματος, οδηγούν αναπόφευκτα στη σύγκριση του μοτίβου αυτού με τα Mihrab, που κοσμούν τα "κιλίμια προσευχής" των μουσουλμάνων, και συναντώνται στα υφαντά της Μικράς Ασίας, της Περσίας κ.λ.π. Κιλίμι, Μονοφάτσι 1900
Κιλίμι, Μυλοπόταμος 1900 Μια Ιδιαίτερη Μορφή Υφαντών στο Ν. Χανίων Πολλά μεγάλα υφαντά του νομού Χανίων διαφέρουν τόσο στο ύφος όσο και στην τεχνοτροπία από τα υπόλοιπα κρητικά υφαντά με γεωμετρικό διάκοσμο. Παρόμοια υφαντά φαίνεται πως σπανίζουν στις άλλες περιοχές της Κρήτης, συναντώνται όμως σε άλλα μέρη της Ελλάδας όπως στην Μακεδονία, τη Θράκη, την Πελοπόννησο και αλλού. Τα υφαντά αυτά δεν κοσμούνται με τα γνωστά μας ρομβοειδή μοτίβα, που χαρακτηρίζονται από περιπλοκότητα και μεγάλη πυκνότητα γραμμών, υλοποιημένων με διαφορετικά χρώματα. Εδώ τα μοτίβα είναι απλά σχήματα που ορίζουν άλλοτε μικρές κι άλλοτε μεγαλύτερες ομοιόχρωμες επιφάνειες και που επαναλαμβάνονται είτε μέσα σε μία ζώνη, είτε σ ολόκληρη την επιφάνεια του υφαντού. Τα μοτίβα δεν κεντιούνται πάνω στο υφαντό, δεν γίνονται δηλαδή πάνω σ ένα δεδομένο δομικό και χρωματικό συνεχές υπόστρωμα, αλλά είναι αυτά τα ίδια που αρθρώνουν και δημιουργούν την επιφάνεια του υφαντού. Τα χρώματα σ αυτό το είδος των υφαντών παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο, λόγω του πλούτου, της έντασης και της λαμπρότητάς τους, αλλά και της μεγάλης, σχετικά με άλλα είδη υφαντών, επιφάνειας που το καθένα καλύπτει. Συναντάμε όλα τα βασικά χρώματα (κόκκινο - πράσινο, μπλε - πορτοκαλί, κίτρινο, μωβ) και ακόμα ροζ, γαλάζιο, μαύρο και άσπρο. Παρά τα κοινά χαρακτηριστικά τους, τα υφαντά αυτά μπορούν να χωριστούν σε τρεις ομάδες, όπως φαίνεται στις φωτογραφίες. ΟΜΑΔΑ 1: Μονόχρωμες ζώνες εναλλάσσονται με ζώνες διακοσμημένες με απλά μοτίβα. (Κιλίμι, Κυδωνία 1920) ΟΜΑΔΑ 2: Πάνω σε κόκκινο πάντοτε φόντο, προβάλλονται τα μοτίβα με τεθλασμένες γραμμές. (Πατανία, Κυδωνία 1920)
ΟΜΑΔΑ 3: Η επιφάνεια αρθρώνεται από το ίδιο "μοναδιαίο" μοτίβο: τα χρώματα είναι αυτά που δημιουργούν τους γεωμετρικούς σχηματισμούς. (Κιλίμι, Σέλινο 1875) Δύο Κιλίμια της Επαρχίας Αμαρίου Στην επαρχία Αμαρίου συναντήσαμε δύο σώγιωμα κιλίμια που αποτελούν εξαίρεση τόσο για την οργάνωση της επιφανείας τους όσο και για τη σύνθεση των γεωμετρικών τους μοτίβων. Στα κιλίμια αυτά υπάρχουν μόνο δύο διακοσμητικές ζώνες στην αρχή και στο τέλος τους. Ολόκληρη η υπόλοιπη επιφάνεια οργανώνεται με ένα κυψελωτό πλέγμα, που ορίζει μικρούς, ίσους μεταξύ τους εξάγωνους χώρους. Στα εξάγωνα αυτά τοποθετούνται και επαναλαμβάνονται, στο μεν παλαιότερο από τα δύο κιλίμια, δύο διαφορετικά μοτίβα, στο δε νεώτερο μόνο ένα. Η οργάνωση αυτή δίνει την εντύπωση του ενιαίου και του ομοιόμορφου και την αίσθηση ότι κάθε επιμέρους περιοχή είναι όμοια με τις άλλες. Στην εντύπωση αυτή συντείνει και η κοινή χρωματική αντιμετώπιση όπου τα διάφορα χρώματα και οι τόνοι μοιράζονται στην επιφάνεια του υφαντού χωρίς να ορίζουν κάποιες πιθανές χρωματικές ζώνες. Τα κιλίμια αυτά από την επαρχία Αμαρίου, παρουσιάζουν σημαντικές ομοιότητες με υφαντά της Τουρκίας, της Περσίας και του Καύκασου. Κιλίμι, Αμάρι 1900
Κιλίμι, Αμάρι 1830-40 Τα Μικρά Υφαντά Οι ντρουβάδες, οι βούργιες και τα σακούλια γενικά υπήρξαν άλλοτε - και σε αρκετές περιοχές της Κρήτης ακόμα και σήμερα - αντικείμενα καθημερινής χρήσης για τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους της Κρήτης. Παρά την περιορισμένη επιφάνειά τους, τα υφαντά αυτά έχουν συχνά πολύ πλούσιο και περίτεχνο διάκοσμο και παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον, όντας ταυτόχρονα μικρά αριστουργήματα αισθητικής αλλά και τεχνικής. Σε όλα τα μικρά υφαντά με κεντητό στον αργαλειό διάκοσμο, παρατηρείται αυστηρότητα στην οργάνωση της επιφάνειας και υπακοή σε κανόνες απαράβατους - στα παλαιότερα τουλάχιστον υφαντά - που άλλοι ισχύουν σ ολόκληρη την Κρήτη κι άλλοι φαίνεται να ανήκουν στην ιδιαίτερη παράδοση της καθεμίας περιοχής. Η οργάνωση των μοτίβων σε ζώνες και η συμμετρία του διακόσμου ως προς κατακόρυφο άξονα, είναι χαρακτηριστικά όλων των ξομπλιαστών σακουλιών της Κρήτης: υπάρχει πάντα μία κεντρική ζώνη - σε μερικές περιοχές αυτή η ζώνη αποκτά ιδιαίτερη σημασία - που αποτελεί τον άξονα συμμετρίας για τον διάκοσμο του υφαντού. Στις βούργιες και τους ντρουβάδες συναντήσαμε τα μοτίβα που κοσμούν και τα μεγάλα υφαντά, αλλά και άλλα, ιδιαίτερα μοτίβα, που φαίνεται να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά στα μικρά υφαντά. Βούργια, Μεράμπελλο 1860 Σακούλι, Κίσσαμος 1885
Βούργια, Μυλοπόταμος 1955 Ο Τρόπος Κατασκευής Από κατασκευαστική άποψη, διακρίνουμε τρεις διαφορετικούς τύπους σακουλιών: Τύπος 1: στον αργαλειό υφαίνεται ένα ενιαίο ύφασμα με φάρδος 60-70 εκ. (όσο και το φάρδος που έχει τη δυνατότητα να βάλει ο αργαλειός) και μήκος περίπου ένα μέτρο. Το ύφασμα διπλώνεται στη μέση και ενώνεται με δύο ραφές, στις δύο συνεχόμενες πλευρές του. Αυτού του είδους τα σακούλια μπορεί να έχουν ίδιες ή διαφορετικές όψεις. Τύπος2: στον αργαλειό υφαίνεται ένα ενιαίο ύφασμα με διαστάσεις 70Χ45 εκ. περίπου, διπλώνεται στη μέση και ενώνεται στις δύο απέναντι πλευρές του. Τα σακούλια του τύπου 2 έχουν και τις δύο όψεις τους ίδιες, και είναι μικρότερα απ αυτά του τύπου 1. Τύπος 3: η μία πλευρά υφαίνεται ξεχωριστά απ την άλλη και ενώνονται στη συνέχεια. Οι δυο όψεις του σακουλιού είναι διαφορετικές και διακρίνουμε την "καλή όψη", αυτή που φαίνεται όταν το σακούλι είναι φορεμένο και τη "δευτερεύουσα", που συνήθως είναι ριγωτή και υφαίνεται πιο γρήγορα και πιο εύκολα. Ο κατασκευαστικός τύπος 3 επικρατεί στις βούργιες που φοριούνται στην πλάτη και φαίνεται μόνο η μία τους πλευρά. Κιλίμι, Κίσσαμος 1925. Σε όλη την επιφάνεια του υφαντού εναλλάσσονται ομοιόχρωμες με διακοσμημένες ζώνες, άλλοτε στενές και άλλοτε φαρδύτερες, με πιο περίπλοκα μοτίβα. Πατανία, Κυδωνία 1980. Οι ομοιόχρωμες και "στατικές" ζώνες εναλλάσσονται με τις διακοσμημένες, που χαρακτηρίζονται από κινητικότητα και από ίδια φορά: μοιάζουν όλες
με σειρές από βέλη που δείχνουν προς την ίδια κατεύθυνση. Η Σχεδιαστική οργάνωση της Επιφάνειας Στα ξομπλιαστά σακούλια της Κρήτης - και λέγοντας σακούλια συμπεριλαμβάνουμε πάντα τις βούργιες και τους ντρουβάδες - ολόκληρη η επιφάνεια της "καλής" πλευράς καλύπτεται με διάκοσμο. Ανάλογα με τον ιδιαίτερο κάθε φορά τρόπο οργάνωσης της επιφάνειας, διακρίνουμε τέσσερις βασικούς τύπους ξομπλιαστών σακουλιών. Κιλίμι, Κυδωνία 1930. Οι γεωμετρικοί σχηματισμοί είναι εδώ ρόμβοι: το περίγραμμα και η περιοδικότητά τους ορίζεται από το χρώμα, που λειτουργεί σχεδιαστικά. Κιλίμι, Κυδωνία 1950. Τα σχέδια σ αυτό το κιλίμι είναι ρόμβοι, όπως και στο προηγούμενο. Το μοναδιαίο μοτίβο είναι διαφορετικό, όπως διαφορετικός είναι και ο κανόνας επανάληψης των χρωμάτων.
Τα Ξομπλιαστά Σακούλια του Ν. Λασιθίου Τα λασιθιώτικα ξομπλιαστά σακούλια χαρακτηρίζονται από σαφήνεια και αυστηρότητα, που οφείλονται κυρίως στη λιτότητα των χρωματικών επιλογών αλλά και στην οργάνωση της επιφάνειάς τους. Αντίθετα με τη συντριπτική πλειοψηφία των ξομπλιαστών σακουλιών από άλλες περιοχές της Κρήτης, όπου το φόντο είναι κόκκινο, εδώ είναι άσπρο ή ώχρα. Για τα μοτίβα χρησιμοποιούνται κυρίως τα τρία βασικά χρώματα: μπλε, κόκκινο και - σε μικρότερες ποσότητες - κίτρινο. Η λιτότητα στη χρωματική γκάμα συνοδεύεται από την ορθολογική χρήση των χρωμάτων: τα όμοια σχήματα χρωματίζονται πάντα με το ίδιο χρώμα, με αποτέλεσμα τα μοτίβα - που δεν είναι παρά χρωματικά σχήματα - επαναλαμβανόμενα μέσα στις ζώνες, να είναι πολύ σαφή και καθαρά. Στη γενική εντύπωση της αυστηρότητας και της σαφήνειας που χαρακτηρίζει τα λασιθιώτικα ξομπλιαστά σακούλια, συμβάλλει και η απόσταση ανάμεσα στις διακοσμητικές ζώνες. Οι ζώνες αυτές διαχωρίζονται με δύο τρόπους: με την παρεμβολή είτε του άσπρου φόντου, είτε ζωνών εντελώς διαφορετικού χαρακτήρα, που αποτελούνται από ομαδοποιημένες, λεπτές ρίγες. Βούργια, Μεράμπελλο 1860 ΟΜΑΔΑ 1: Μονόχρωμες ζώνες εναλλάσσονται με ζώνες διακοσμημένες με απλά μοτίβα. (Κιλίμι, Κυδωνία 1920) Κιλίμι, Κυδωνία 1930. Η διάταξη των χρωμάτων είναι τέτοια ώστε η τελική σχετική εντύπωση να είναι, ζώνες που επαναλαμβάνονται κανονικά.
Τα Ξομπλιαστά Σακούλια του Ν. Χανίων Στο νομό Χανίων συναντήσαμε λίγα μόνο ξομπλιαστά σακούλια, που όλα έχουν κεντημένο το χαρακτηριστικό "σφακιανό" μοτίβο στην "καλή" πλευρά τους. Το μοτίβο αυτό είναι το κεντρικό θέμα στα χανιώτικα σακούλια - προβάλλεται με το μέγεθός του και με την κεντροβαρική θέση του στην επιφάνεια του υφαντού, ενταγμένο σε μια φαρδιά διακοσμητική ζώνη. Η υπόλοιπη επιφάνεια φαίνεται σα να συμπληρώνεται με ζώνες αισθητά στενότερες, που τοποθετούνται συμμετρικά ως προς την κεντρική ζώνη με το βασικό μοτίβο. Το χρώμα που επικρατεί στα χανιώτικα σακούλια είναι το κόκκινο, κυρίως επειδή χρησιμοποιείται για το φόντο. Στα μοτίβα χρησιμοποιούνται όλα τα χρώματα: μπλε, γαλάζιο, μωβ, ροζ, κόκκινο, ώχρα, πράσινο, άσπρο. Βούργια, Σφακιά 1955 Βούργια, Σέλινο Τα Ξομπλιαστά Σακούλια της Κεντρικής Κρήτης Στην Κεντρική Κρήτη (Νομοί Ηρακλείου και Ρεθύμνης) συναντήσαμε μία εξαιρετικά μεγάλη ποικιλία ξομπλιαστών σακουλιών. Οι διαφοροποιήσεις μεταξύ τους αφορούν στο είδος του διακόσμου - φαρδιές ζώνες
γεωμετρικών μοτίβων ή μόνο στενές ζώνες με πολύ απλά μοτίβα - στην οργάνωση της επιφάνειας του υφαντού και τέλος στα ίδια τα διακοσμητικά μοτίβα. Κατά κανόνα οι βούργιες της Κεντρικής Κρήτης είναι έντονα κοκκινωπές. Η αίσθηση αυτή προκύπτει από το φόντο που είναι κόκκινο και που διαφαίνεται ανάμεσα στις ζώνες και τις γραμμές των μοτίβων. Βούργια, Ρέθυμνο 1940 Βούργιες Τύπου Ανωγείων Σ ένα μεγάλο αριθμό από βούργιες συναντάμε τρεις κύριες διακοσμητικές ζώνες που τα μοτίβα τους ανήκουν σε δύο τύπους: είναι είτε ολόκληροι είτε "σπασμένοι" στις δύο γωνίες ρόμβοι. Αυτόν τον τύπο διακόσμου τον χαρακτηρίζουμε σαν "τύπο Ανωγείων" γιατί, ενώ στα άλλα μέρη οι βούργιες αυτές αποτελούν ένα μικρό ποσοστό, στα Ανώγεια είναι ο τύπος που αναμφισβήτητα επικρατεί. Οι παραλλαγές των μοτίβων στα υφαντά αυτά μπορεί σ εμάς να μοιάζουν ασήμαντες, έχουν όμως ιδιαίτερο
νόημα για την υφάντρια, που βασισμένη σ αυτές χαρακτηρίζει αντίστοιχα τις ζώνες και συχνά και τις ίδιες τις βούργιες. Η πίσω πλευρά της βούργιας από το Μεράμπελλο (1860) Βούργιες με Χαρακτηριστικές Διακοσμητικές Ζώνες Εκτός από τις βούργιες με τις "κλασσικές" διακοσμητικές ζώνες, στην Κεντρική Κρήτη συναντάμε βούργιες με χαρακτηριστικές ζώνες μοτίβων, που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Οι ζώνες αυτές σπάνια συναντώνται στα μεγαλύτερα υφαντά (κιλίμια κ.λ.π.). Βούργια, από την επαρχία Καινουρίου (1888). Με το μοτίβο που λέγεται "σουφρόξομπλο" στις δύο πλαϊνές ζώνες.
Βούργια, Σφακιά 1955 Βούργια, από την επαρχία Καινουρίου (1890). Στην κεντρική της ζώνη είναι κεντημένο σε διπλή σειρά το χαρακτηριστικό μοτίβο "σουφρόξομπλο". Βούργιες με Στενές Διακοσμητικές Ζώνες Πολλές βούργιες της Κεντρικής Κρήτης έχουν μόνο στενές διακοσμητικές ζώνες με απλά μοτίβα. Συχνά οι ζώνες είναι τόσο λεπτές που τα μοτίβα τους δεν διακρίνονται και το υφαντό μοιάζει να είναι ριγωτό. Άλλες φορές τα μοτίβα είναι μεγαλύτερα και τότε αποτελούν την αφορμή για ένα παιχνίδι της υφάντριας με τα χρώματα. Βούργια, Αγ. Βασίλειος 1935
Βούργια, Μαλεβίζι 1900 Βούργια, Μυλοπόταμος 1920 Μορφολογική Ανάλυση Η αναλυτική προσέγγιση και η συστηματική παρουσίαση των μοτίβων που προχωράει από τις πιο απλές στις πιο σύνθετες μορφές, παρόλο που δεν ανταποκρίνεται στη φυσική δημιουργία και την εξέλιξη των μορφών από τις υφάντρες, βοηθάει στην κατανόηση των βασικών χαρακτηριστικών και των αρχών που διέπουν τον διάκοσμο των γεωμετρικών υφαντών. Κάθε μοτίβο χαρακτηρίζεται κυρίως από τη βασική του δομή, αλλά και από τα επιμέρους διακοσμητικά θέματα ή μοτίβα πλήρωσης. Η βασική δομή συνίσταται στις κύριες γραμμές του σχεδίου, που οργανώνουν το μοτίβο και το χωρίζουν σε μικρότερες επιφάνειες. Οι ελεύθεροι (κενοί) χώροι, που προκύπτουν από τη βασική δομή, πληρούνται με τα επιμέρους διακοσμητικά θέματα. Οι Βασικές Δομές των Μοτίβων
Πάντα, Μεραμπέλλο 1885 Μπαγκάλι, Σητεία + 1790 Τα Μοτίβα Πλήρωσης Τα μοτίβα πλήρωσης στα ξομπλιαστά υφαντά είναι πάντα γεωμετρικά, μη παραστατικά σχήματα, που τοποθετούνται στις κενές, επιμέρους επιφάνειες της βασική δομής του κύριου μοτίβου, οι οποίες έχουν κατά κανόνα σχήμα ρόμβου: προκειμένου να μπορούν να ενταχθούν στο ρομβοειδές περίγραμμα, τα περισσότερα μοτίβα πλήρωσης έχουν κι αυτά αντίστοιχο σχήμα. Είναι άλλοτε μεγάλα - όταν οι γραμμές του κύριου μοτίβου οργανώνουν έτσι την επιφάνεια, ώστε οι επιμέρους χώροι που δημιουργούνται να είναι μεγάλοι - και άλλοτε πολύ μικρά - τη στιγμή που και οι μικρότερες ακόμα κενές επιφάνειες καλύπτονται με διάκοσμο. Είναι ακόμα δυνατό σε μερικές περιπτώσεις το κύριο μοτίβο να μην αφήνει καθόλου ή να αφήνει ελάχιστα περιθώρια στη χρήση επιμέρους διακοσμητικών θεμάτων, γιατί η οργάνωσή του είναι πολύπλοκη και πυκνή.
Σχ.1 Ένας κανονικός ρόμβος αποτελεί το ξεκίνημα,την απαρχή των παρακάτω γεωμετρικών μοτίβων. Μπορούμε να θεωρήσουμε πως απ αυτόν προήλθαν όλα, από τα απλά μέχρι τα περισσότερο πολύπλοκα. Σχέσεις Ανάμεσα στα Μοτίβα Πλήρωσης Σε κάθε λαϊκή τέχνη, όταν ένα σχέδιο ενσωματώνεται στην παράδοση ποτέ δεν παραμένει ίδιο, αλλά μεταβάλλεται και εξελίσσεται και διαχρονικά εμφανίζεται με ένα σωρό παραλλαγές. Ανάμεσα στα περισσότερα μοτίβα πλήρωσης των ξομπλιαστών υφαντών υπάρχει σαφής συγγένεια που
δίνει τη δυνατότητα να διαφανούν, να περιγραφούν και να αναλυθούν οι μεταξύ τους σχέσεις. Όλα τα διακοσμητικά θέματα, από τα πιο απλά μέχρι τα πιο περίπλοκα, ακόμα και τα λίγα εκείνα που φαίνεται να έχουν προέλθει από ανεξάρτητη, πρωτότυπη σύλληψη, διέπονται από το ίδιο πνεύμα και την ίδια τεχνοτροπία, και ακολουθούν πιστά τις γενικές αρχές: - συμμετρία ως προς κατακόρυφο άξονα - "γραμμές" σε δύο πλάγιες, κάθετες μεταξύ τους διευθύνσεις - ένταξη του θέματος σε περίγραμμα σχήματος ρόμβου - περιορισμός στο ελάχιστο της ομοιόχρωμης, ενιαίας επιφάνειας Κιλίμι, Καινούριο 1888 Οι Ζώνες: Αναλυτική Προσέγγιση Σε κάθε ζώνη επαναλαμβάνεται το ίδιο πάντα μοτίβο: Στα κρητικά υφαντά με τα γεωμετρικά διακοσμητικά θέματα, δεν θα συναντήσουμε ποτέ δύο διαφορετικά μοτίβα να εναλλάσσονται στην ίδια ζώνη, ακόμα κι όταν τα μοτίβα αυτά έχουν το ίδιο μέγεθος, ή και την ίδια βασική δομή. Το μέγεθος του μοτίβου προσδιορίζει το πλάτος της ζώνης: όταν τα μοτίβα είναι μεγάλα η ζώνη προκύπτει πλατιά και με λιγότερα μοτίβα. Αντίθετα, όταν τα μοτίβα είναι μικρά, τότε έχουμε περισσότερα μοτίβα σε στενότερες ζώνες. Κάθε διακοσμητική ζώνη έχει αρχή και τέλος: στις δύο μακριές της πλευρές ορίζεται είτε με γραμμές είτε με κάποιες πολύ στενές ζώνες με απλά μοτίβα. Τις ζώνες αυτές τις χαρακτηρίζουμε "δευτερεύουσες" ή "συμπληρωματικές", γιατί ποτέ (στα παλαιότερα τουλάχιστον υφαντά) δεν χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τη διακόσμηση του υφαντού, αλλά πάντα συνοδεύουν - πλαισιώνοντάς τες τις περισσότερες φορές - τις φαρδύτερες (κύριες) ζώνες. Μέσα στα όριά τους, οι ζώνες είναι συμμετρικές ως προς τον οριζόντιο άξονα που περνάει από το μέσο του πλάτους τους. Εξαίρεση αποτελούν οι ζώνες με τους "κουμπέδες", που συναντάμε στα κουμπελίδικα υφαντά της Κεντρικής Κρήτης. Λεπτομέρεια από μακάθι της Μονής Καλυβιανής
Κατά κανόνα το τέλος μιας ζώνης ορίζεται με την ολοκλήρωση του μοτίβου. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις όπου το ίδιο μοτίβο επαναλαμβάνεται σε δεύτερη ή και τρίτη σειρά, που η καθεμιά "μπλέκει" με την προηγούμενη, δίνοντας την εντύπωση της πλάγιας (διαγώνιας) οργάνωσης των μοτίβων μέσα στη ζώνη. Μέσα σε κάθε ζώνη - όπως και μέσα σε κάθε μοτίβο - δεν συναντάμε μονοχρωματικές ("άδειες", μη διακοσμημένες) επιφάνειες. Οι περιοχές της ζώνης που δεν καλύπτονται από το κύριο μοτίβο της ζώνης και που κατά κανόνα είναι τριγωνικές, πληρούνται, γεμίζουν με διακοσμητικά στοιχεία που τα χαρακτηρίζουμε σαν "παραπληρωματικά" μοτίβα. Τα παραπληρωματικά μοτίβα ανήκουν στις παρακάτω κατηγορίες: - Είναι το μισό ή τμήμα του κύριου μοτίβου της ζώνης - Είναι το μισό ή τμήμα κάποιου άλλου μοτίβου, διαφορετικού από το κύριο μοτίβο της ζώνης - Πρόκειται για τριγωνικό μοτίβο που δεν συναντιέται ποτέ διπλασιασμένο (ολόκληρος ρόμβος δηλαδή) και αποτελεί πάντα παραπληρωματικό μοτίβο Η Σχεδιαστική οργάνωση της Επιφάνειας Στα σώγιωμα υφαντά η σχέση ανάμεσα στα φάρδη των διακοσμητικών ζωνών και ο τρόπος που αυτές οργανώνουν την επιφάνεια του υφαντού, παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και αξιοσημείωτη ποικιλία. Στην απλούστερη περίπτωση παρατηρείται σταθερή εναλλαγή δύο ζωνών με μεγάλη διαφορά φάρδους: τότε οι στενές, δευτερεύουσες ζώνες έχουν ρόλο να διαχωρίσουν τις φαρδιές και να τις προβάλουν. Συχνά οι δευτερεύουσες αναλύονται σε περισσότερες και στενότερες, με αποτέλεσμα να τονίζονται οι οριζόντιες γραμμές. Στον αντίποδα της προηγούμενης διάταξης, όπου ολόκληρη η επιφάνεια του υφαντού αντιμετωπίζεται με τον ίδιο τρόπο, είναι αυτή όπου στις δύο ακραίες περιοχές οι ζώνες είναι αισθητά φαρδύτερες και άρα πιο περίτεχνα διακοσμημένες απ ότι στο κέντρο. Η ιδιαίτερη κάθε φορά σχέση μεγεθών ανάμεσα στις διακοσμητικές ζώνες, αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικά του καθενός υφαντού που το διαφοροποιεί και το κάνει να ξεχωρίζει από τα άλλα που του μοιάζουν. Μπαγκάλι, Σητεία 1876 Μακάθι, Μονή Καλυβιανής
Κιλίμι, Καινούριο 1888 Η Σύνθεση Εκείνο που τελικά ενδιαφέρει περισσότερο απ όλα είναι η συνολική οπτική εντύπωση που προκύπτει από την αντιπαράθεση επιφανειών διαφορετικού ύφους: ποια είναι τα στοιχεία εκείνα που ενοποιούν και συνθέτουν τις επιφάνειες αυτές σε μια ενιαία, απολύτως αρμονική τόσο χρωματικά όσο και σχεδιαστικά επιφάνεια, την επιφάνεια ολόκληρου του υφαντού. Η κοινή χρωματική αντιμετώπιση είναι ένα πρωταρχικό στοιχείο ενοποίησης ολόκληρης της επιφάνειας. Ένα δεύτερο εξίσου σημαντικό στοιχείο είναι η ύπαρξη στην κεντρική περιοχή ζωνών με διακοσμητικά μοτίβα - ασφαλώς μικρότερα αλλά πάντως συγγενή με τα μοτίβα των ακραίων περιοχών. Στα υφαντά αυτής της κατηγορίας, τόσο τα σχεδιαστικά όσο και τα χρωματικά στοιχεία των δύο ακραίων περιοχών διεισδύουν στην κεντρική επιφάνεια του υφαντού. Ο περίπλοκος και πυκνός σχεδιαστικός ρυθμός των άκρων απλουστεύεται και αραιώνει στο κέντρο, καθώς οι ομοιόχρωμες ρίγες παρεμβάλλονται με κανονικότητα ανάμεσα στις διακοσμητικές ζώνες. Διακόπτουν έτσι τη συνέχειά τους και τις απομονώνουν, με αποτέλεσμα στην κεντρική επιφάνεια του υφαντού να αναλύεται η σύνθετη εικόνα των άκρων. Κιλίμι, Λασίθι 1860 Κιλίμι, Πεδιάδα
Κιλίμι, Μονοφάτσι 1910 Διαφορές Ανάμεσα στα Λασιθιώτικα Υφαντά και τα Υφαντά του Ν. ηρακλειου Δύο σημαντικές διαφορές παρατηρούνται ανάμεσα στα υφαντά της επαρχίας Λασιθίου και σ εκείνα των άλλων επαρχιών: - Οι ζώνες των γεωμετρικών μοτίβων στις ακραίες περιοχές των λασιθιώτικων υφαντών είναι πάντα τρεις, εκ των οποίων η κεντρική είναι κατά κανόνα φαρδύτερη, ενώ οι δύο άλλες που την περιβάλλουν, είναι ίδιες μεταξύ τους. Στα υφαντά των άλλων επαρχιών ο αριθμός των διακοσμητικών ζωνών στις ακραίες περιοχές του υφαντού ποικίλει από 2 έως 6 και η τοποθέτησή τους είναι σπάνια συμμετρική. - Η κεντρική περιοχή με τους γραμμικούς σχηματισμούς έχει στα λασιθιώτικα υφαντά φαρδιές σχετικά διακοσμητικές ζώνες και λίγες ομοιόχρωμες. Αντίθετα στα υφαντά των άλλων επαρχιών η περιοχή αυτή καλύπτεται από ομάδες ομοιόχρωμων ριγών και οι διακοσμητικές ζώνες - όταν υπάρχουν - είναι στενές, με μικρά και απλά διακοσμητικά μοτίβα. Εδώ, τα στοιχεία των άκρων που έχουν διεισδύσει στην κεντρική περιοχή είναι μόνο χρωματικά. Κιλίμι, Αμάρι
Μπαγκάλι σέλλας, Λασίθι 1880 Ο Διάκοσμος: οι Ζώνες Όπως και στα σώγιωμα υφαντά έτσι και εδώ η διακοσμημένη επιφάνεια αποτελείται από ζώνες γεωμετρικών μοτίβων. Συχνά οι διακοσμητικές ζώνες είναι τρεις: η κεντρική είναι η φαρδύτερη, αυτή που έχει τα πιο μεγάλα και περίπλοκα μοτίβα, ενώ οι δύο άλλες που την περιβάλλουν είναι στενότερες, με μικρότερα μοτίβα και πιο απλά. Σε αρκετές περιπτώσεις οι ζώνες είναι παραπάνω από τρεις, και μερικές φορές μόνο δύο. Χιράμι, Ιεράπετρα Κλινοσκέπασμα, Σφακιά
Τα Παραστατικά Μοτίβα Εκτός από τις "κλασσικές" διακοσμητικές ζώνες που πάντοτε περιορίζονται από οριζόντιες γραμμές υφαδιού, στα υφαντά με διάκοσμο στις άκρες συναντάμε κατά κανόνα και μια ζώνη παραστατικών μοτίβων. Τα μοτίβα αυτά, που είναι αφαιρετικά και σχηματοποιημένα, τοποθετούνται προς το μέρος του κάμπου και παριστάνουν συνήθως ανθρωπάκια, πουλιά ή λουλούδια. Η τελευταία συνεχής γραμμή της διακοσμημένης επιφάνειας μπορούμε να πούμε πως συμβολίζει τη γη και θυμίζει τα παιδικά σχέδια όπου οι άνθρωποι, τα ζώα, τα δέντρα και τα λουλούδια ακουμπάνε σε μια γραμμή που διαχωρίζει τη γη από τον ουρανό. Η κάθε μία διακοσμημένη άκρη του υφαντού έχει διπολικό χαρακτήρα: το ένα μέρος βλέπει προς το τέλος του υφαντού, όπου μπαίνει η "δεσά", η χαρακτηριστική κρητική δαντέλα, και το άλλο προς τον κάμπο. Τα παραστατικά μοτίβα, που έχουν πολύ μικρότερη σχεδιαστική και χρωματική πυκνότητα απ ότι τα γεωμετρικά, εισχωρούν στο φόντο - ή το φόντο διεισδύει ανάμεσα στα μοτίβα - με αποτέλεσμα το ομαλό πέρασμα από την διακοσμημένη στην χωρίς διάκοσμο επιφάνεια. Χιράμι, Σέλινο Τα Μοτίβα του Κάμπου Σε λίγες περιπτώσεις συναντώνται υφαντά με μικρά μοτίβα διάσπαρτα στον κάμπο, σαν χρωματικά σημεία ή χρωματικές νύξεις. Τα μοτίβα αυτά διασπούν την ενιαία επιφάνεια, από παθητική και στατική των κάνουν κινητική και συνδέουν τις δύο χρωματικές επιφάνειες μεταξύ τους, περνώντας τα χρώματα της μιας στην απέναντί της. Στο κιλίμι από την Ιεράπετρα τα μικρά μοτίβα που είναι
κεντημένα στον κάμπο θυμίζουν χρωματικές νιφάδες, που άλλες αιωρούνται κι άλλες έχουν ακουμπήσει στη γη φτιάχνοντας ένα στρώμα από πολύχρωμο χιόνι, την επιφάνεια με τα διακοσμητικά μοτίβα. Χαρακτηριστικό των μεγάλων υφαντών που κοσμούνται στις άκρες, είναι ότι ο κάμπος είναι σχεδόν παντού άσπρος, με λίγες εξαιρέσεις όπου μπορεί να είναι κίτρινος, πορτοκαλί ή πράσινο, αλλά ποτέ κόκκινος. Οι Δύο Άκρες Η διακόσμηση στις δύο άκρες του ίδιου υφαντού δεν είναι ίδια και συχνά δεν είναι ούτε και ισοδύναμη: ο μεγαλύτερος αριθμός των ζωνών αλλά και η πολυπλοκότητα των μοτίβων της μιας άκρης, την καθιστούν κύρια σε σχέση με την άλλη, που μπορεί να θεωρηθεί δευτερεύουσα. Το γεγονός αυτό εξηγείται από τη χρήση των υφαντών αυτών, που τοποθετούνται έτσι ώστε η μία τους άκρη να φαίνεται περισσότερο και να προβάλλεται. Η διακόσμηση στις δύο άκρες του υφαντού έχει κοινό ύφος, συχνά μάλιστα αυτή της δευτερεύουσας προκύπτει από την κύρια με αφαίρεση ζωνών, σύμπτυξη του πάχους μιας ζώνης, απλοποίηση των διακοσμητικών μοτίβων κ.λ.π. Το κύριο μοτίβο της φαρδιάς διακοσμημένης επιφάνειας, ο ολόκληρος ρόμβος παρατιθέμενος με τον ίδιο τρόπο συνιστά την κεντρική ζώνη της δευτερεύουσας επιφάνεια. Τα σχεδιαστικά σχόλια μέσα και ανάμεσα στα μοτίβα είναι αφαιρετικά και απλουστευμένα, ενώ τα παραστατικά μοτίβα που συνέχουν τη διακοσμημένη με την ομοιόχρωμη επιφάνεια μικραίνουν και απλοποιούνται στην άκρη του υφαντού με τη λιγότερη διακόσμηση, προκειμένου να προσαρμοστούν στην κλίμακά της. Στις δύο άκρες του υφαντού διατηρείται το ενιαίο ύψος, ακόμα και όταν δεν υπάρχει ομοιότητα ανάμεσα στα μοτίβα. Αυτό οφείλεται στο κοινό χρωματικό υπόστρωμα, στη χρήση ίδιων χρωμάτων που μάλιστα εμφανίζονται στις ίδιες αναλογίες, στην κοινή χρωματική και σχεδιαστική πυκνότητα των μοτίβων. Μπαγκάλι σέλλας, Λασίθι 1880
Μπαγκάλι, Σητεία Το Μοτίβο: ο Κουμπές Ο κουμπές εμφανίζεται στα κρητικά υφαντά με αρκετές παραλλαγές και με διαφορετικές αναλογίες στα μεγέθη των γραμμών του, με τα ίδια όμως πάντα βασικά χαρακτηριστικά. Το περίγραμμα του κουμπέ στο κατώτερο τμήμα του συνιστάται σε δύο κατακόρυφες γραμμές, που από ένα σημείο και πάνω γίνονται πλάγιες και αρχίζουν να συγκλίνουν. Πριν προλάβουν να ενωθούν, οι γραμμές ξαναγίνονται κατακόρυφες και σχηματίζουν ένα "λαιμό", που στην κορυφή απολήγει σε ρόμβο. Σχεδόν πάντοτε υπάρχει και ένα δεύτερο, εσωτερικό περίγραμμα, σε σχήμα που θυμίζει την όψη σπιτιού με δίρριχτη στέγη. Λεπτομέρεια κιλιμιού από την επαρχία Καινουρίου Κιλίμι, Πεδιάδα
Λεπτομέρεια κιλιμιού από την επαρχία Αμαρίου Η Σχεδιαστική οργάνωση της Επιφάνειας Η οργάνωση της επιφάνειας των κουμπελίδικων υφαντών, που συνήθως είναι δίφυλλα η τρίφυλλα, παρουσιάζει αξιοσημείωτη ποικιλία. Οι κουμπέδες είτε κοσμούν μόνο η μία άκρη του υφαντού - οπότε στην υπόλοιπη επιφάνειά του έχουμε διακοσμητικές ζώνες με γεωμετρικά μοτίβα - είτε τοποθετούνται και στις δύο άκρες αντικριστά, με οριζόντιο άξονα συμμετρίας που περνάει από το κέντρο του υφαντού. Στην περίπτωση αυτή, η κεντρική επιφάνεια του υφαντού, ανάμεσα στις κορυφές των αντικριστών κουμπέδων, κοσμείται με ζώνες γεωμετρικών μοτίβων, ή με απλές ρίγες, και σε λίγες περιπτώσεις μένει κενή. Κιλίμι, Μονοφάτσι 1910
Κιλίμι, Μονοφάτσι 1900 Οι Ιδιαιτερότητες στον Διάκοσμο των Κουμπελίδικων Κιλιμιών Στα κουμπελίδικα κιλίμια παρατηρούμε κάποιες ιδιαιτερότητες στον διάκοσμο και συγκεκριμένα στον τρόπο πλήρωσης των επιφανειών που δημιουργούνται από τις βασικές "γραμμές" του κύριου μοτίβου, του κουμπέ. Όπως συμβαίνει σε όλα τα κρητικά υφαντά με γεωμετρικό διάκοσμο, έτσι και στα κουμπελίδικα οι κοσμημένες περιοχές του υφαντού είναι "γεμάτες" με σχέδια και η ομοιόχρωμη επιφάνεια του φόντου που διαφαίνεται ανάμεσά τους είναι πολύ μικρή. Οι ιδιαίτερου σχήματος επιφάνειες των ίδιων των κουμπέδων, αλλά και οι επιφάνειες ανάμεσα στους κουμπέδες αντιμετωπίζονται σ όλα τα υφαντά της κατηγορίας αυτής με τον ίδιο τρόπο: - με διακοσμητικές ζώνες απλών μοτίβων κάθετες προς την διεύθυνση της ύφανσης και - με διάφορες συνθέσεις του ίδιου πάντα μοτίβου, που προκύπτουν από την επανάληψή του προς όλες τις διευθύνσεις Κιλίμι, Καινούριο 1840
Κιλίμι, Αμάρι Ομάδα 1 Η επιφάνεια των υφαντών της ομάδας αυτής χωρίζεται σε σχετικά στενές ζώνες, άλλες ομοιόχρωμες και άλλες διακοσμημένες με απλά μοτίβα. Η κάθε μία ζώνη φαίνεται σα να είναι "συναρμολογημένη" από ίδια, διαφορετικού όμως χρώματος κομμάτια, τοποθετημένα στη σειρά. Η απλότητα του σχεδίου γίνεται ερέθισμα για τη χρησιμοποίηση καθαρών και λαμπερών χρωμάτων που παραθέτονται με φαντασία και τόλμη. Πατανία, Κυδωνία 1950. Ο χρωματικός ρυθμός προσδιορίζεται εδώ από τις ίδιες τις ζώνες, που οι περισσότερες είναι ομοιόχρωμες τα απλά μοτίβα λειτουργούν κυρίως διακόπτοντας την ένταση των χρωματιστών "ριγών". Κιλίμι, Κίσσαμος 1925. Οι
διακοσμημένες ζώνες έχουν πολύ απλά μοτίβα και περιορίζονται στις δύο άκρες του υφαντού. Κιλίμι, Σέλινο 1880. Στο υφαντό αυτό κυριαρχούν οι διακοσμημένες ζώνες, που διαχωρίζονται μεταξύ τους από λεπτές ρίγες. Επειδή η πυκνότητα των κινητικών ζωνών είναι μεγάλη, η τελική οπτική εντύπωση είναι κι αυτή κινητική. Ομάδα 2 Από την άποψη της σχεδιαστικής οργάνωσης, η επιφάνεια των υφαντών αυτών είναι χωρισμένη σε ζώνες με διαβαθμισμένα πάχη. Τα μικρότερα μοτίβα (στις στενές ζώνες) δεν είναι παρά αποσπάσματα του μεγάλου, σύνθετου μοτίβου, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πολλές κλίμακες, όμοιων μεταξύ τους επιφανειών. Τα σχήματα των επιφανειών αυτών θα μπορούσαν να είναι ορθογώνια, αν οι κάθετες προς την ύφανση πλευρές τους δεν είχαν αντικατασταθεί από ζίγκ - ζάγκ Οι τεθλασμένες γραμμές με τις οξείες γωνίες που επαναλαμβάνονται ρυθμικά, προσδίδουν κινητικότητα στην επιφάνεια του υφαντού. Κιλίμι, Αποκόρωνας 1890. Το κόκκινο χρώμα χρησιμοποιείται στις λεπτές ρίγες ανάμεσα στις ζώνες αλλά και περνάει μέσα σ αυτές διαχωρίζοντας, απομονώνοντας και προβάλλοντας τα μοτίβα.
Κιλίμι, Κυδωνία 1950. Η χρήση των χρωμάτων γίνεται χωρίς κανονικότητα ή τάξη: ο χρωματισμός ρυθμός είναι ελεύθερος και φαίνεται να κυριαρχεί πάνω στη σχεδιαστική οργάνωση της επιφάνειας του υφαντού. Ομάδα 3 Η ιδιομορφία της ομάδας αυτής υφαντών είναι ότι οι γεωμετρικοί σχηματισμοί αρθρώνονται από πολύ μικρά μοτίβα που μπορούμε να τα χαρακτηρίσουμε "μοναδιαία". Στα υφαντά αυτά οι γραμμές που αποτελούν τα όρια ανάμεσα σε δύο διαφορετικά χρώματα είναι τέτοιες, ώστε τα μοτίβα που απομονώνουν να έχουν το ίδιο ακριβώς σχήμα. Μέσα σ αυτό το πλέγμα των γραμμών, στον σχεδιαστικό κάνναβο, τοποθετούνται τα χρώματα που δημιουργούν μια δεύτερη, μεγαλύτερη κλίμακα σχεδίου. Στην ουσία, είναι αυτά που ορίζουν τους γεωμετρικούς σχηματισμούς, γιατί σ αυτή την ομάδα υφαντών τα χρώματα χρησιμοποιούνται με αυστηρή κανονικότητα και έχουν τον πρωτεύοντα ρόλο. Κιλίμι, Κυδωνία 1930. Η διάταξη των χρωμάτων είναι τέτοια ώστε η τελική σχετική εντύπωση να είναι, ζώνες που επαναλαμβάνονται κανονικά.
Κιλίμι, Κυδωνία 1930. Οι γεωμετρικοί σχηματισμοί είναι εδώ ρόμβοι: το περίγραμμα και η περιοδικότητά τους ορίζεται από το χρώμα, που λειτουργεί σχεδιαστικά.