ΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ Επειδή, ο λόγος τού Θεού είναι ζωντανός, και ενεργός, και κοφτερότερος περισσότερο από κάθε δίκοπη µάχαιρα, και εισχωρεί βαθιά, µέχρι διαίρεσης και της ψυχής και του πνεύµατος, µέχρι τους συνδέσµους και τους µυελούς, και διερευνάει τούς συλλογισµούς και τις έννοιες της καρδιάς (Εβρ. 4:12). Ο διαχωρισµός της ψυχής από το πνεύµα είναι ύψιστης σηµασίας για την πνευµατική αύξηση ενός χριστιανού. Εάν δεν µπορεί να ξεχωρίσει την ψυχή από το πνεύµα, πως µπορεί να φρονήσει για τα πράγµατα του πνεύµατος και µέσα από αυτά να αυξηθεί πνευµατικά; Όσο δεν γνωρίζει την διαφορά µεταξύ πνεύµατος και ψυχής, αναγκάζεται να χρησιµοποιεί συνεχώς τα ψυχικά πράγµατα ως πνευµατικά. Παραµένει λοιπόν στην ψυχή του και δεν είναι σε θέση να εισχωρήσει στα πράγµατα του Πνεύµατος. Ο Λόγος του Θεού περιγράφει σε πολλά σηµεία τους τρόπους συµπεριφοράς τόσο της ψυχής µας όσο και του πνεύµατός µας: ιαβάζουµε για ανθρώπους που είναι θλιµµένοι στην ψυχή και επίσης για ανθρώπους που είναι θλιµµένοι στο πνεύµα, για ανθρώπους που χαίρονται στην ψυχή και για ανθρώπους που χαίρονται στο πνεύµα. Μερικοί συµπεραίνουν από κάποια εδάφια πως η ψυχή και το πνεύµα είναι ίδια. Όµως έτσι είναι σαν να λέει κάποιος: «Εσύ µπορείς να τρως κι εγώ µπορώ να τρώω εποµένως εσύ και εγώ είµαστε το ίδιο άτοµο». Γι αυτό ας διαβάσουµε άλλη µια φορά το Εβρ. 4:12: «Επειδή, ο λόγος τού Θεού είναι ζωντανός, και ενεργός, και κοφτερότερος περισσότερο από κάθε δίκοπη µάχαιρα, και εισχωρεί βαθιά, µέχρι διαίρεσης και της ψυχής και του πνεύµατος». Αυτό το εδάφιο µας δείχνει καθαρά πως η ψυχή από το πνεύµα µπορούν να διαχωριστούν το ένα από το άλλο και εποµένως δεν είναι ίδια η ψυχή είναι ψυχή και το πνεύµα είναι πνεύµα. Στη Γένεση στο 2 ο κεφάλαιο, µας αναφέρει πως στην αρχή ο Θεός δηµιούργησε τον άνθρωπο από το χώµα της γης και φύσηξε στους µυκτήρες του πνοή. ζωής Τη στιγµή που αυτή η πνοή ζωής ήρθε σε επαφή µε το σώµα του έγινε σε ψυχή που ζει*. Αυτή η ψυχή είναι η πραγµατική προσωπικότητα του ανθρώπου. Η πνοή ζωής όµως είναι το πνεύµα του ανθρώπου επειδή προήρθε από τον Θεό. Το πνεύµα έχει µια άµεση συνειδητοποίηση από τον Θεό, γνωρίζει τη φωνή του Θεού και µπορεί να έχει απευθείας επικοινωνία µαζί Του. Όταν όµως ο Αδάµ έπεσε, το πνεύµα του πέθανε για τον Θεό και αχρηστεύτηκε τελείως. Σαν αποτέλεσµα, ήρθε σε τέτοιο βαθµό κάτω από την κυριαρχία της ψυχής του, ώστε δεν µπορεί πλέον να ξεχωρίσει την ψυχή από το πνεύµα. Αυτό το αποτέλεσµα της πτώσης είναι σε όλους τους απογόνους του Αδάµ. Από τη στιγµή όµως που ένας άνθρωπος αναγεννιέται, το πνεύµα του ζωοποιείται πάλι µπροστά στον Θεό. Ωστόσο το πνεύµα του ανθρώπου είναι όπως πριν αναµιγµένο µε την ψυχή και αυτός είναι ο λόγος που έχουµε ανάγκη από τον Λόγο του Θεού, ώστε να µπορέσουµε πάλι να ξεχωρίσουµε σε µας το πνεύµα από την ψυχή. * Η ψυχή του ανθρώπου είναι το κέντρο της οντότητάς του, το κατοικητήριο του «εγώ» του και της προσωπικότητάς του. Βασικές λειτουργίες της ψυχής είναι η νόηση, η βούληση και το συναίσθηµα όπως αυτά αναφέρονται µέσα από τη Γραφή.
ύο ειδών αρχές: ψυχή ή πνεύµα Παρόλο που οι εκδηλώσεις της ψυχής και του πνεύµατος εξωτερικά φαίνονται να µοιάζουν µεταξύ τους, ανήκουν σε τελείως διαφορετικά τµήµατα, όπως και για το καθένα η αρχή του είναι τελείως διαφορετική. Ας πούµε για παράδειγµα, ότι σήµερα είσαι χαρούµενος. Αυτή η χαρά από πού προέρχεται, από την ψυχή σου ή από το πνεύµα σου; Αυτό έχει µεγάλη σηµασία! Αυτό που είναι σηµαντικό δεν είναι το ότι είσαι χαρούµενος, αλλά από πού προέρχεται αυτή η χαρά. Ή ίσως είσαι λυπηµένος από πού προέρχεται αυτή η λύπη; Προέρχεται από την ψυχή σου ή από το πνεύµα σου; Το ερώτηµα που µας θέτει πάντα ο Θεός, είναι από ποια πηγή προέρχεται οτιδήποτε. Ας παρατηρήσουµε ένα παράδειγµα στη Γραφή: Ο Θεός υποσχέθηκε ένα γιο στον Αβραάµ σε µια χρονική στιγµή που ήταν πολύ γέρος, και που οι ελπίδες για να αποκτήσει έναν απόγονο ήταν ελάχιστες. Αφού ο Αβραάµ περίµενε αρκετό χρονικό διάστηµα και η υπόσχεση του Θεού δεν εκπληρωνόταν, η γυναίκα του η Σάρα του πρότεινε να τεκνοποιήσει µε την Άγαρ τη δούλη, και έτσι γεννήθηκε ο Ισµαήλ. Η υπόσχεση όµως του Θεού εκπληρώθηκε µετά από 14 χρόνια όταν η Σάρα γέννησε τον Ισαάκ. ιαβάζοντας την ιστορία στα κεφάλαια 15,16,17 και 21 της Γένεσης, δεν µπορούµε ακόµη να γνωρίζουµε τι σηµαίνει στην πραγµατικότητα ο Ισαάκ και ο Ισµαήλ. Αυτό όµως µας το δείχνει στο τέταρτο κεφάλαιο προς Γαλάτες. Ο Παύλος µας λέει εκεί ότι ο ένας γεννήθηκε κατά σάρκα και ο άλλος µέσω της υπόσχεσης. Μας είναι συνειδητό τι σηµαίνει αυτή η διαφορά; Εµείς σκεφτόµαστε πάντα ότι είναι αρκετό και µόνο να έχουµε ένα γιο, είτε Ισµαήλ είναι αυτός είτε Ισαάκ, όµως ο Θεός θέτει το ερώτηµα µε ποιον τρόπο αποκτήσαµε αυτόν τον γιο. Εµείς είµαστε ευχαριστηµένοι και µόνο αν έχουµε έναν γιο αδιάφορο πως προέκυψε, όµως ο Θεός δεν είναι ευχαριστηµένος, επειδή ο Λόγος Του λέει για τον Ισµαήλ ότι είναι γεννηµένος κατά σάρκα και αντιθέτως για τον Ισαάκ, πως είναι διαµέσου του Πνεύµατος. Ο Ισµαήλ υποδηλώνει τον χριστιανό ο οποίος δηµιουργεί κάτι από τη δική του εξυπνάδα και από τη δική του δύναµη. Ο Ισαάκ όµως υποδηλώνει αυτό το οποίο δηµιουργεί ο Θεός, αυτό που προέρχεται από Αυτόν. Τι σηµαίνει λοιπόν «κατά σάρκα» και τι σηµαίνει «κατά Πνεύµα»; Το πρώτο δείχνει, αυτό που έκανες από τον εαυτό σου και ενώ αντιθέτως το δεύτερο, αυτό που ενέργησε ο Θεός. Εδώ τώρα βρίσκεται η ουσιώδης διαφορά. Το ένα µπορείς αυτονόητα να το κάνεις τελείως ανεξάρτητα από τον Θεό και χωρίς να περιµένεις Αυτόν, δηλαδή να είσαι ψυχικός και ενεργείς από την ψυχή σου. Αυτό είναι το κατά σάρκα. Ωστόσο υπάρχει και µια άλλη δυνατότητα. Να µπορώ να µιλάω µόνο όταν µιλάει ο Θεός, να µπορώ να κάνω κάτι µόνο όταν ο Θεός ενεργεί. Για όλα να κοιτάζω σ Αυτόν, και να περιµένω Αυτόν να µου δείξει, όντας απόλυτα εξαρτηµένος από Αυτόν. Αυτό σηµαίνει, βαδίζω κατά το Πνεύµα! Γι αυτό, ας εξετάζουµε τον εαυτό µας διαρκώς κάνοντας την ερώτηση: Αυτό που κάνω τώρα είναι από το Πνεύµα ή µήπως όχι; Αυτό το ερώτηµα είναι καθοριστικό. Συχνά στη ζωή µας αφού κάναµε κάτι, έχουµε την εντύπωση πως είναι σωστό, όµως µέσα µας αισθανόµαστε κάτι να µας καταδικάζει και αυτό όχι, επειδή δεν το κάναµε σωστά, αλλά επειδή δεν προήρθε από τον Θεό. Η πηγή ήταν κάποια άλλη και όχι το Άγιο Πνεύµα.
Από τους ανθρώπους ή από τον Θεό; Στο Α Κορ. 3 ο Παύλος µιλάει για την οικοδοµή και αυτή την ονοµάζει «το έργο κάποιου». Μερικοί λέει, χτίζουν µε χρυσάφι, ασήµι και πολύτιµες πέτρες, αντιθέτως άλλοι µε ξύλα, χορτάρι και καλαµιά. Ποια είναι τώρα η διαφορά µεταξύ ενός έργου από χρυσάφι, ασήµι και πολύτιµες πέτρες και ενός από ξύλα, χορτάρι και καλαµιά; Στο Λόγο του Θεού, χρυσάφι, ασήµι και πολύτιµες πέτρες, σηµαίνει αυτό που προέρχεται από τον Θεό: Το χρυσάφι αντιπροσωπεύει την αιώνια δόξα του Πατέρα Θεού, το ασήµι το έργο σωτηρίας του Υιού το οποίο έκανε πάνω στον σταυρό και οι πολύτιµες πέτρες καθώς προέρχονται από τη γη, οι οποίες µεταµορφώθηκαν µε πίεση και θερµότητα, αντιπροσωπεύουν το έργο του Αγίου Πνεύµατος το οποίο µας µεταµορφώνει. Αντιθέτως, ξύλα χορτάρι και καλαµιά χαρακτηρίζουν αυτό που προέρχεται κάθε φορά από τον ίδιο τον άνθρωπο. Η δόξα του ανθρώπου είναι όπως το χορτάρι και η φύση του όπως το ξύλο και αυτό που παράγει είναι όπως η καλαµιά. Χρυσάφι, ασήµι και πολύτιµες πέτρες είναι µια εικόνα για κάτι που προέρχεται από τον Θεό. Αυτά δεν τα βρίσκει κανείς στην επιφάνεια της γης, αλλά σε µεγάλο βάθος στο εσωτερικό της. Κάποιος πρέπει να σκάψει βαθιά για να τα αποκτήσει. Αντίθετα, ξύλα, χορτάρι και καλαµιά αναπτύσσονται στην επιφάνεια και είναι εύκολο να τα έχει ο καθένας. Αυτό που προέρχεται από το βάθος, έχει το χαρακτηριστικό της ενέργειας του Θεού, αυτό όµως που γίνεται κατά σάρκα προέρχεται από τον ίδιο τον άνθρωπο και δεν έχει αξία. Αυτό που µπορεί να γίνει εύκολα, σπάνια έχει πνευµατική αξία, επειδή συνήθως είναι µόνο κάτι επιφανειακό. Μόνο αυτό που προέρχεται από το βάθος έχει πνευµατική αξία. Αυτή τη διαφορά πρέπει να την προσέχουµε είτε κηρύττουµε το ευαγγέλιο είτε συµµεριζόµαστε τον Λόγο του Θεού στη συνάθροιση ή οτιδήποτε άλλο κάνουµε. Κάποιοι, πριν µιλήσουν προσµένουν από τον Κύριο να τους πει, τι είναι σηµαντικό να πούνε και µε πλήρη εµπιστοσύνη κοιτάζουν σ Αυτόν, όπως µια γυναίκα που κυοφορεί και αυτό που «γεννάνε», είναι ένα έργο από χρυσάφι, ασήµι και πολύτιµες πέτρες. Άλλοι όµως κηρύττουν το ευαγγέλιο, επειδή κατέχουν ένα ευφυές µυαλό, µπορούν να µιλάνε καλά και έχουν καλό θυµητικό. Έτσι µπορούν εύκολα να κηρύττουν και είναι γεµάτοι από ενεργητικότητα. Όµως µπροστά στον Θεό όλα είναι ξύλα, χορτάρι και καλαµιά, χωρίς κάποια πνευµατική αξία. Γνώριζα έναν αδελφό, του οποίου το κήρυγµα έκανε καλή εντύπωση και οπότε ασφαλώς θα έπρεπε να είναι ευχαριστηµένος. Κατά περίεργο τρόπο όµως, όσο περισσότερο κήρυττε, τόσο περισσότερο εσωτερικά αισθανότανε άδειος. Εξωτερικά έδειχνε να µεταφέρει τον Λόγο µε πολύ δύναµη, αλλά εσωτερικά γινότανε όλο και πιο νηστικός, στεγνός και άδειος. Μετά το κήρυγµα αισθάνθηκε την ανάγκη να µετανοήσει µπροστά στον Θεό ότι όλα τα έκανε από τον εαυτό του. Το ζήτηµα δεν είναι λοιπόν πως δείχνει εξωτερικά το έργο, αλλά ποιος είναι αυτός που ενεργεί, ποια είναι δηλαδή η πηγή του. Έτσι µπορεί να συµβεί δύο να µιλήσουν για το ίδιο θέµα και γενικά να χρησιµοποιήσουν τα ίδια περίπου λόγια, και όµως οι ακροατές στη µια περίπτωση να αισθάνονται πως µπροστά τους έχουν έναν έξυπνο άνθρωπο και στην άλλη περίπτωση ότι έχουν έναν άνθρωπο ο οποίος γνωρίζει τον Θεό.
Σε κάποιους αδελφούς που συναντούµε, οµολογούµε µε δέος πως ο Θεός είναι παρών. Αντιθέτως σε άλλους µπορούµε να πούµε, πως είναι έξυπνοι και έχουν το χάρισµα της οµιλίας. Μόνο αν εσύ ο ίδιος έχεις αγγίξει τον Θεό µπορείς να βοηθήσεις και τους άλλους να Τον αγγίξουν. Αν όµως είναι η ψυχή αυτή που λειτουργεί, οι άλλοι θα αγγίξουν αυτόν τον ψυχικό σου εαυτό. Αυτή η διαφορά είναι πραγµατικά καθοριστικής σηµασίας. Έγινε από τον εαυτό µας ή από τον Θεό; Αυτά που ειπώθηκαν, ασφαλώς δεν ισχύουν µόνο για τη συµπεριφορά µας κατά την υπηρεσία µας στον Θεό, παρά και σε όλες τις φάσεις της καθηµερινής µας ζωής. Κάποτε ένας αδελφός κλήθηκε να µιλήσει µε κάποιους έµπειρους αδελφούς. Είχε τόσο µεγάλο φόβο να µη κριθεί από αυτούς, που στο διάστηµα που µιλούσε κατέβαλε τις µεγαλύτερες προσπάθειες να δείξει πως είναι ταπεινός. Η στάση του, η οµιλία του όλα σ αυτόν έδειχναν ταπεινότητα. Όµως καθώς αυτός προσπαθούσε τόσο πολύ, οι ακροατές του µόνο λύπη αισθάνονταν γι αυτόν. Αν κάποιος είναι πραγµατικά ταπεινός δεν χρειάζεται να προσπαθήσει τόσο πολύ. Αυτός ο αδελφός είχε προσποιηθεί ταπεινότητα και αυτό ήταν γι αυτόν πολύ κουραστικό. Σε όλα του διέκρινε κανείς πολύ ταπεινότητα και κάποια σχετική ταπεινότητα είχε και στην πράξη, αλλά όµως ήτανε µια φτιαχτή ταπεινότητα, κάτι από την ψυχή. Αντιθέτως όταν ο Θεός ενεργεί σε έναν άνθρωπο την ταπεινότητα, πόσο διαφορά υπάρχει! Ένας τέτοιος άνθρωπος είναι τότε πραγµατικά ταπεινός, και µάλιστα χωρίς να το συνειδητοποιεί και ο ίδιος, αυτός όµως που έρχεται σε επαφή µε αυτόν αναγνωρίζει το έργο του Θεού σ αυτόν. Μια γυναίκα που µακιγιάρεται, αισθάνεται την ανάγκη να κοιτάζει συνεχώς στον καθρέπτη, για να βεβαιώνεται πως δεν της έφυγε το µακιγιάζ. Όταν όµως το πρόσωπο του Μωυσή έλαµπε, ο ίδιος δεν το είχε συνειδητοποιήσει καθόλου. Αυτό που ενεργεί ο Θεός σε έναν άνθρωπο είναι όπως αυτό που έκανε στον Μωυσή και είναι πνευµατικό. Αντιθέτως όταν κάποιος από µόνος του χρωµατίζεται εξωτερικά, είναι ψυχικό, και επειδή το ενέργησε από µόνος του, χρειάστηκε να κοπιάσει πολύ. εν είναι παράξενο λοιπόν, πως ένας τέτοιος άνθρωπος βρίσκει τη χριστιανική του ζωή πολύ κουραστική δεν γνώρισε πως γενικά ένας χριστιανός δεν χρειάζεται να καταπιέζεται και να κουράζεται. Έχουµε πάντα την εντύπωση πως όταν κρατάµε µια πολύ καλή στάση εξωτερικά ότι κάναµε αρκετά για τον Θεό. Όµως ο Θεός το µόνο που κοιτάζει, είναι το πως καταφέραµε να κρατήσουµε αυτή τη στάση: Έγινε από τον Θεό ή τη χρωµατίσαµε από µόνοι µας µε την ενέργεια της σάρκας µας; Συχνά λυπάται κανείς όταν βλέπει αδελφούς να κοπιάζουν, για παράδειγµα: να είναι υποµονετικοί, ενώ κάποιοι άλλοι χωρίς καν να το συνειδητοποιούν να είναι µε τέτοια άνεση υποµονετικοί, ώστε να οµολογούµε µε θαυµασµό πως ο Θεός έκανε έργο σ αυτούς. Οι πρώτοι το καταφέρνουν από τη δύναµη του ανθρώπου. Στους δεύτερους ενεργεί ο Θεός. Η διαφορά λοιπόν έχει να κάνει όχι µε αυτό που φαίνεται εξωτερικά, αλλά µε την πηγή του καθενός.
Φυσικές αρετές ή από την επίδραση του Πνεύµατος; Όµως ακόµη και αν κάποιες αρετές ή κάποιο καλό χαρακτηριστικό όπως η υποµονή δεν τις κατέχεις µε κόπο, δεν σηµαίνει οπωσδήποτε πως προέρχονται από το πνεύµα σου πολύ περισσότερο µπορεί απλά να ταιριάζει να κατέχεις αυτό το χαρακτηριστικό, λόγω του ότι γεννήθηκες µε αυτό. Μερικοί για παράδειγµα είναι από τη φύση τους πράοι, αλλά κάποια µέρα θα αναγνωρίσουν ξαφνικά πως η πραότητα µε την οποία γεννήθηκαν δεν έχει καµία σχέση µε αυτή που ο Κύριος θέλει να ενεργήσει σ αυτούς. Άλλοι οι οποίοι κατέχουν από τη φύση τους αγάπη για τους ανθρώπους, αργά ή γρήγορα θα ανακαλύψουν πως η φυσική τους αγάπη µε την οποία γεννήθηκαν είναι τελείως διαφορετική από αυτή του Κυρίου. Και άλλοι πάλι οι οποίοι είναι από τη φύση τους εξολοκλήρου ταπεινοί, κάποια µέρα θα ανακαλύψουν πως η ταπεινότητα που θέλει ο Κύριος να ενεργήσει σ αυτούς είναι τελείως διαφορετική από τη δική τους φυσική ταπεινότητα. Είναι φανερό πως ένα τέτοιο φυσικό χαρακτηριστικό είναι πολύ ευκολότερο να αντικαταστεί το αντίστοιχο πνευµατικό, από ένα µακιγιαρισµένο ή φτιαχτό. Έτσι στην πράξη, εµείς οι άνθρωποι πολύ συχνά µπερδεύουµε τα καλά µας φυσικά χαρακτηριστικά µε αυτά που ο Θεός θέλει να ενεργήσει σε µας. Γι αυτό οφείλουµε να είµαστε πάντα συνειδητοποιηµένοι, πως οτιδήποτε προέρχεται από µας δηλαδή από την ψυχή µας δεν έχει να κάνει καθόλου µε τον Θεό. Μόνο αυτό που προέρχεται από το πνεύµα µας σχετίζεται µαζί Του. Ακόµη και αυτός που από τη φύση του είναι πράος, σε κάποια µέρα πειρασµού όπου κάποιος θα τον οργίσει, θα βιώσει πως η φυσική του πραότητα παραµερίζεται. Ο καθένας κάποτε έρχεται στο τέρµα µε τη φυσική του πραότητα και το ίδιο γίνεται αργά η γρήγορα και µε την υποµονή του. Έτσι γίνεται ουσιαστικά µε όλα τα φυσικά χαρακτηριστικά. Η ανθρώπινη δύναµη που µας δόθηκε από τον Θεό είναι τελείως διαφορετική από τη δική Του. Αυτό που θέλει να κάνει ο Κύριος εγώ δεν µπορώ να το κάνω από τη δική µου δύναµη. Εάν τώρα κατάφερα για παράδειγµα να µείνω σε µια περίπτωση υποµονετικός δεν ήµουν εγώ ο υποµονετικός, παρά από τον Κύριο έγινε αυτό, ο Οποίος ενεργεί σε µένα. Κατόπιν αναρωτιέµαι έκπληκτος, πως έγινε αυτό και ποιος ήτανε τελικά ο υποµονετικός και τότε µπορώ να οµολογήσω µε ευχαριστίες τον Κύριο: «Κύριε, εγώ ο ίδιος δεν έχω καθόλου υποµονή, αλλά σε δοξάζω και σ ευχαριστώ που Εσύ είσαι η υποµονή µου. Εσύ είσαι ο υποµονετικός µέσα σε µένα!» Μόνο αυτό που ενεργεί ο Κύριος, µόνο αυτό που προέρχεται από το πνεύµα µας, µόνο αυτό είναι πνευµατικό. Ξεχωρίζοντας πνεύµα και ψυχή Πως όµως µπορούµε να ξεχωρίσουµε, τι είναι ψυχικό και τι πνευµατικό; Πρέπει να οµολογήσουµε πως δεν είναι εύκολο να το ξεχωρίζουµε κάθε φορά απ έξω, από τον τρόπο που κάποιος εκδηλώνεται και πολλές φορές ούτε και σε µας τους ίδιους. Αλλά κι αν εγώ αναρωτιέµαι συνεχώς αυτό που κάνω τώρα αν είναι από το πνεύµα ή από την ψυχή, δεν θα µπορέσω να το ξεκαθαρίσω ποτέ. Το να αναρωτιέµαι συνεχώς, να αναλογίζοµαι και να αναλύω, δεν έχει καµία πνευµατική αξία, αντιθέτως µας οδηγεί σε αδιέξοδο και µας παραλύει την πνευµατική µας ζωή. Μας αρρωσταίνει κυριολεκτικά. Πρέπει να δούµε πως τα πράγµατα του Πνεύµατος, δεν θα µπορέσουµε ποτέ να τα δούµε και να τα κατανοήσουµε διαµέσου τέτοιων ερωτήσεων µε έρευνες και αναλύσεις. Η πραγµατική όραση των πνευµατικών πραγµάτων, έρχεται µόνο από τη φώτιση του Θεού. Όταν το φως Του πέφτει επάνω µας, τότε βλέπουµε αµέσως. Γι αυτό να µη
ταλαιπωρούµαστε µε ερωτήσεις αν αυτό που κάνουµε είναι πνευµατικό ή ψυχικό, παρά απλά οφείλουµε να ζητάµε από τον Θεό να εισέρχεται πραγµατικά ο Λόγος Του µέσα µας και να µας φωτίζει. Αυτός ο Λόγος είναι ζωντανός και ενεργός και κοφτερότερος από κάθε δίκοπο µαχαίρι, τόσο κοφτερό, που εισχωρεί βαθιά µέχρι διαίρεσης και της ψυχής και του πνεύµατος, µέχρι τους συνδέσµους και τους µυελούς. Από τη στιγµή που θα αφήσεις πραγµατικά αυτόν τον Λόγο µέσα σου, θα δεις, τι είναι από το πνεύµα και τι από την ψυχή. Θα υπάρχει µια κρίση µέσα σου που θα είναι πιο δυνατή από οποιαδήποτε ανθρώπινη κρίση. Αρχίζεις για παράδειγµα να κάνεις κάποιο έργο, και κάτι σου λέει: «Αυτό δεν είναι σωστό», σε κάποια άλλη περίπτωση πάλι σου µιλάει αυτή η εσωτερική φωνή: «Αυτό δεν είναι αρκετά σηµαντικό», ή καθώς βρίσκεσαι σε κάποια οµιλία, κάτι σε προειδοποιεί: «Αυτό µη το λες» κ.ο. Αυτή η ξεχωριστή δύναµη ενεργεί από µέσα, χωρίς να επηρεάζεται καθόλου από τα εξωτερικά. Ας υποθέσουµε πως κάποιος σε προειδοποιεί όταν κάνεις αυτό ή εκείνο ότι είναι από σένα και µετά που το συλλογίζεσαι παραδέχεσαι και ο ίδιος πως στην πραγµατικότητα έτσι είναι. Αυτό όµως δεν είναι το κύριο σηµείο. Αυτό που είναι καθοριστικό, είναι η εσωτερική σου όραση. Είθε ο Κύριος να µας δώσει χάρη, να λαβαίνουµε αυτό το εσωτερικό φως, ώστε να βλέπουµε εσωτερικά για να µπορούµε να ξεχωρίζουµε. Η βασική προϋπόθεση για να είναι ένας χριστιανός ικανός να ξεχωρίζει να διακρίνει, είναι να µπορεί να διαχωρίζει την ψυχή από το πνεύµα. Για να αποκτήσει κάποιος αυτή την ικανότητα να διακρίνει και να διαχωρίζει δεν γίνεται απλά από τη γνώση του Λόγου, αλλά αποκλειστικά από εσωτερική φώτιση. Η ελπίδα µας είναι στον Θεό, ώστε ο Λόγος Του να εισχωρεί µέσα µας, να µας φωτίζει εσωτερικά και να µας δείχνει καθαρά στα έργα µας, τι προέρχεται από την ψυχή µας και τι από Εκείνον. Εκδόσεις: Η εκκλησία στη Λάρισα - Χριστοβασίλη 1, 41221 Τηλ.2413012611 www.ekklesiastilarissa.gr