Αποςπϊςματα από τα βιβλύα τησ Αμαλύασ Κ. Ηλιϊδη,φιλολόγου-ιςτορικού: 1.Οι Βύοι των Αγύων τησ Μϋςησ Βυζαντινόσ περιόδου ωσ ιςτορικϋσ πηγϋσ. (ημειώςεισ και παρατηρόςεισ για τα βυζαντινϊ αγιολογικϊ κεύμενα τησ Μϋςησ περιόδου : 7 οσ -10 οσ αιώνασ ). Σρύκαλα 2006. ISBN 960-92360-5-7. 2. Μαρτυρολόγια και υναξϊρια απ τα πρωτοχριςτιανικϊ χρόνια ϋωσ τον 6 ο αι. μ.χ.: Η πρώιμη Βυζαντινό περύοδοσ μϋςα απ τουσ βύουσ των αγύων. Σα αγιολογικϊ κεύμενα τησ πρώιμησ βυζαντινόσ περιόδου ωσ ιςτορικϋσ πηγϋσ. Επιςημϊνςεισ και Παρατηρόςεισ. http://www.archive.gr 3. ημειώςεισ και παρατηρόςεισ ςτην ιςτορύα τησ Βυζαντινόσ αυτοκρατορύασ απ τον 11 ο ωσ το 15 ο αι. Σα αγιολογικϊ κεύμενα τησ περιόδου. (υμβολό ςτη μελϋτη των βύων των αγύων, απ τον 11 ο ωσ τον 15 ο αι., ωσ ιςτορικών πηγών). Σρύκαλα 2006. ISBN 960-92360-6-5 Προώπόθεςη τησ εςωτερικόσ δόμηςησ και ςύνθεςησ των μελετών μου αυτών αποτελούν οριςμϋνα κριτόρια κατηγοριοπούηςησ των αγύων, τα οπούα διατρϋχουν το βαςικό κορμό τουσ και διαπλϋκουν τα εςωτερικϊ τουσ «νόματα». ξέταςη Βίων τῆσ ἐποχῆσ τῆσ Εἰκονομαχίασ Ὅπωσ οἱ χρονογράφοι καί οἱ ἱςτορικοί, ἔτςι καί τά ἁγιολογικά κείμενα τῆσ ἐποχῆσ τῆσ Εἰκονομαχίασ ἐκπροςωποῦν τή γραμμή τῶν εἰκονόφιλων καί μάλιςτα, ςυχνά, μέ μεγάλη ἔμφαςη καί ὑπερβολή. Σά κείμενα αὐτά εἶναι ἀφιερωμένα ςτούσ μάρτυρεσ τῆσ
Εἰκονομαχίασ, γι αὐτό καί ἔχουν, φυςικά, χαρακτήρα πανηγυρικό. 1 Ὡςτόςο πολλά ἀπ αὐτά ἔχουν μεγάλη ἀξία ὡσ ἱςτορικέσ πηγέσ πού ςυμπληρώνουν τίσ εἰδήςεισ τῶν καθαρά ἱςτορικῶν ἔργων. 2 Ἀπό τούσ πολλούσ βίουσ τῆσ εἰκονομαχικῆσ περιόδου μέ ἰδιαίτερη ἱςτορική ἀξία, εἶναι ὁ Βίοσ τοῦ τεφάνου τοῦ Νέου ( 767) πού ςτηρίζεται ςέ παλιότερεσ διηγήςεισ τοῦ τεφάνου, διακόνου τῆσ Ἁγίασ οφίασ, γράφτηκε τό 808 καί ἀποτελεῖ τή ςπουδαιότερη καί ἀρχαιότερη ἐξιςτόρηςη τῶν εἰκονοκλαςτικῶν διωγμῶν τοῦ Κωνςταντίνου Ε. Σά μειονεκτήματα πού χαρακτηρίζουν ςυνήθωσ τό φιλολογικό αὐτό εἶδοσ, ἀντιςταθμίζονται ςτήν περίπτωςη αὐτή ἀπ τήν ἀφθονία τῶν ἱςτορικῶν λεπτομερειῶν. 3 Πηγή πρώτησ ἀξίασ εἶναι ἐπίςησ καί ὁ Βίοσ τοῦ Νικήτα, ἡγουμένου τῆσ Μονῆσ Μηδικίου ςτή Βιθυνία ( 824), ὁ ὁποῖοσ ςυντάχθηκε νωρίσ μετά τό θάνατο τοῦ ἁγίου ἀπ τό μαθητή τοῦ Θεοςτήρικτο. Ἀνεκτίμητη ἀξία, ὄχι τόςο γιά τήν ἱςτορία τῆσ Εἰκονομαχίασ, ὅςο γιά τήν ἐςωτερική ἱςτορία τῆσ βυζαντινῆσ αὐτοκρατορίασ τῆσ Μέςησ περιόδου, ἔχει ἐπίςησ ὁ Βίοσ τοῦ Φιλαρέτου τοῦ λεήμονα ( 792), πού ςυντάχθηκε τό 821/822. ημαντική ἱςτορική ἀξία ἔχουν καί ὁ Βίοσ τοῦ Ἰωάννη, ἐπιςκόπου Γοτθίασ καθώσ καί οἱ Πράξεισ τῶν ἐν Ἀμορίῳ 42 Μαρτύρων, 4 πού γράφτηκαν ἀπό ἕναν ςύγχρονο μέ τά γεγονότα ςυγγραφέα. τήν πρώτη ςειρά ἀνάμεςα ςτά φιλολογικά εἴδη πού ἄνθηςαν χάρη ςτήν εἰκονομαχία πρέπει νά τοποθετήςουμε τίσ βιογραφίεσ εὐςεβῶν προςώπων τῆσ ἐποχῆσ, ἰδιαίτερα ἐκείνων πού δοξάςτηκαν ςτόν ἀγῶνα κατά τῆσ εἰκονομαχίασ. Αὐτοί οἱ βίοι, πού μᾶσ διαςώθηκαν ςέ μεγάλο ἀριθμό, παρουςιάζουν δυςκολίεσ ςτήν ἐρμηνεία τουσ καί καμιά φορά εἶναι παραπλανητικοί: γιατί ἀντιγράφουν ὁ ἕνασ τόν ἄλλο
γιατί περιέχουν ἄφθονεσ ςυμβατικέσ περιγραφέσ γιατί οἱ ςυγγραφεῖσ τουσ ἔχουν ςυχνά ἀπόλυτη ἄγνοια γιά τά πράγματα τῆσ ἐποχῆσ τουσ καί μεταχειρίζονται ἐλάχιςτα ἀκριβή φραςεολογία τέλοσ, γιατί εἶναι μεροληπτικοί ατό ἐξυπακούεται ὄχι μόνο εἰσ βάροσ τῶν εἰκονοκλαςτῶν, ἀλλά καί ἀπέναντι ςέ καθετί κοςμικό. Ὡςτόςο, μέςα ςτή ςιωπή τῶν ἄλλων πηγῶν, ἡ «φιλολογία» ατή εἶναι γιά μᾶσ ςημαντική. τούσ βίουσ ατούσ εἶναι ποχρεωτική ἡ ἀναφορά ςτήν παιδική ἠλικία καί τή νεότητα τοῦ ἥρωα 5 κι ἄν πολλοί ἀπό τούσ βιογραφουμένουσ δείχνουν ἀπό τήν πιό νεαρή ἡλικία τουσ μιά πηγή ἀπέχθεια πρόσ τήν κοςμική παιδεία, ἄλλοι πῆραν ἐκπαίδευςη καί μόρφωςη εὔπορού ἀςτοῦ. 6 τήν ἐποχή τῆσ εἰκονομαχίασ ἀναφέρεται ὁ βίοσ τοῦ Θεοδώρου τοῦ ὁμολογητή, ἡγουμένου τῆσ μονῆσ τοῦ τουδίου. Θεόδωροσ γεννήθηκε κατά τούσ χρόνουσ τοῦ Κων/νου τοῦ Κοπρώνυμου (741) ἀπ τό Φωτεινό καί τή Θεοκτίςτη. Ἀφοῦ ἔγινε μοναχόσ καί χειροτονήθηκε ἱερέασ ἀπ τόν Πατριάρχη Σαράςιο, μετά τήν παρέλευςη ὁριςμένου χρόνου διαδέχθηκε τόν θεῖο τοῦ Πλάτωνα ςτήν ἡγουμενία τῆσ μονῆσ τοῦ τουδίου. 7 πειδή ἤλεγξε τόν ατοκράτορα Κων/νο, γιό τῆσ Εἰρήνησ (780) μαζί μέ τόν Σαράςιο, διότι χώριςε τή νόμιμη γυναῖκα του καί παντρεύτηκε ἄλλη, ὁ Σαράςιοσ ἐκπίπτει ἀπ τόν πατριαρχικό θρόνο καί ὁ Θεόδωροσ τουδίτησ 8 δέρνεται καί ἐξορίζεται ςτή Θες/νίκη. Ὅταν ὁ Κων/νοσ ὁ τ τυφλώθηκε καί διώχθηκε ἀπ τό θρόνο, ὁ Θεόδωροσ ἀνακλήθηκε ἀπ τήν ἐξορία, ἀλλά ὅταν ὁ Νικηφόροσ ἀνέβηκε ςτό θρόνο (802), ἐξορίςτηκε καί πάλι ςτή Θες/νίκη. Ὅταν ἀνέλαβε τήν ἐξουςία ὁ Λέων Ε ὁ Ἀρμένιοσ (813), ὁ Θεόδωροσ ἐξορίςτηκε ςτή λίμνη τῆσ Ἀπολλωνιάδασ καί ἀπό ἐκεῖ ςτάλθηκε ςτό θέμα τῶν Ἀνατολικῶν, ὅπου δέχθηκε ἑκατό ραβδιςμούσ ςτήν πλάτη καί βαςανίςτηκε ἀπ τόν ςτρατηγό τοῦ θέματοσ. Ἀπό ἐκεῖ τόν μετέφεραν ςέ φυλακή τῆσ μύρνησ ὅπου
παρέμεινε ὡσ τό 820 πού ὁ Μιχαήλ ὁ Σραυλόσ πῆρε τό θρόνο. Σότε ἀνακλήθηκε ὁ Θεόδωροσ τουδίτησ ἀπ τήν ἐξορία καί ἀφέθηκε ἐλεύθεροσ. ύμφωνα μέ τό Μιχαήλ, τό μαθητή του πού ἔγραψε τό βίο του, ὡσ πρόσ τήν ἐμφάνιςη ἦταν ἀδύνατοσ καί ξερακιανόσ, μέ κιτρινωπό χρῶμα ςτό πρόςωπο, μέ γκρίζα μαλλιά καί φαλακρόσ. Μιά Κυριακή τῶν Βαΐων, ὅταν τό θρόνο κατεῖχε ὁ Λέων Ε ὁ Ἀρμένιοσ, ὁ Θεόδωροσ ὁ τουδίτησ εἶπε ςτούσ μοναχούσ του, νά πάρουν ςτά χέρια τουσ μιά εἰκόνα ὁ καθένασ καί νά τίσ περιφέρουν γύρω ἀπ τό μοναςτήρι, κάνοντασ λιτανεία καί ψάλλοντασ τό τροπάριο «Σήν ἄχραντον εἰκόνα ςου προςκυνοῦμεν, ἀγαθέ», καί ἄλλουσ ὕμνουσ «νικοποιούσ» τῶν Ἁγίων εἰκόνων. Ἀκούγοντασ μέ τά ἴδια του τά ατιά τό γεγονόσ ὁ ατοκράτορασ, φοβέριςε τόν Ἅγιο μέ ἀπεςταλμένουσ του, ἀλλά ατόσ δέν πτοήθηκε, μᾶσ διηγεῖται ὁ μαθητήσ του ςτό βίο του, καί κλείνει τή διήγηςή του μέ τά ἑξῆσ: «τέθη μετά τῶν ἁγίων ὁ ἅγιοσ, μετά τῶν μαρτύρων ὁ μάρτυσ, οὗ ὁ φθόγγοσ ἐξῆλθεν εἰσ πᾶςαν τήν οἰκουμένην, ἀπέθανεν ὁ πολέμιοσ τῶν ἁγιομάχων, τῶν εἰκονοκλαςτῶν ὁ ἐλεγκτήσ, τῶν βαςιλέων ὁ διδακτήσ». 9 (Σό ἡρωώκό πνεῦμα τῶν λεγομένων θυμίζουν δημοτικό τραγούδι).
πιςκόπηςη Βίων τῆσ ἐποχῆσ τῆσ Εἰκονομαχίασ Θεόφιλοσ ὁ νέοσ ἔζηςε ςτά τέλη τοῦ 8 ου αἰῶνα (785) ἐπί Κων/νου καί Εἰρήνησ καί ἦταν γέννημα θρέμα τῆσ Κων/πολησ. Προχειρίςτηκε ςτρατηγόσ τοῦ θέματοσ τῶν Κιβυρραιτῶν καί ἀπέπλευςε μέ τό ςτόλο τῶν Βυζαντινῶν γιά ναυμαχία ἐναντίον τῶν Ἀράβων. βίοσ του μᾶσ πληροφορεῖ πῶσ εἶχε ἄλλουσ δύο ςτρατηγούσ μαζί του γιά βοήθεια, οἱ ὁποῖοι τόν φθονοῦςαν. Καί γιά τοῦ λόγου τό ἀληθέσ ὁ βιογράφοσ του παραθέτει τό ἀκόλουθο περιςτατικό: ὅταν οἱ αρακηνοί πληςίαςαν τό ςτόλο τῶν Βυζαντινῶν, τότε ὁ Θεόφιλοσ μαζί μέ τούσ δύο ςυναδέλφουσ του ςτρατιωτικούσ, μπῆκε ἐπικεφαλήσ του γιά νά τούσ πολεμήςει. ρμώντασ ςτή μέςη τοῦ ςτόλου τῶν αρακηνῶν, μέ μηχανέσ καί τεχνάςματα τούσ κατέβαλε δείχνοντασ μεγάλη γενναιότητα. Ὅμωσ ἐξαιτίασ τῆσ ζήλειασ τουσ οἱ δύο ςυςτράτηγοί του τόν ἄφηςαν ἀβοήθητο καί ἔφυγαν. Οἱ αρακηνοί, ἐπειδή εἶχαν περιςςότερα πλοῖα ἀπ τά δικά του, περικύκλωςαν τό ςτολίςκο του καί τόν ςυνέλαβαν. Κατόπιν τόν πῆραν αἰχμάλωτο ςτόν τόπο τουσ, ὅπου τόν κράτηςαν φυλακιςμένο τέςςερα χρόνια. 10 Οἱ παραπάνω πληροφορίεσ γιά τίσ ναυτικέσ ςυμπλοκέσ Βυζαντινῶν καί Ἀράβων ςτό τέλοσ τοῦ 8 ου αἰῶνα, πρέπει νά ςυνεκτιμηθοῦν καί νά διαςταυρωθοῦν μέ τίσ πληροφορίεσ τῶν Βυζαντινῶν ἱςτορικῶν τῆσ ἴδιασ ἐποχῆσ γιά τήν ἵδρυςη τοῦ ναυτικοῦ θέματοσ τῶν Κιβυρραιωτῶν ςέ ςυνάρτηςη μέ τίσ πειρατικέσ ἐπιδρομέσ τῶν Ἀράβων ςτό Αἰγαῖο. 11 Ὅςιοσ καί ὁμολογητήσ Ἀθανάςιοσ ἐν τῷ Παυλοπετρίῳ (τοπωνύμιο-περιοχή ςτήν Κων/πολη) διαπεραιώθηκε ςτά μέρη τοῦ πορθμοῦ τῆσ Νικομήδειασ καί ἐκεῖ ἔγινε μοναχόσ ς ἕνα μοναςτήρι. Ἡ φήμη του ἔφταςε καί ςτόν ατοκράτορα καί ςτά χρόνια τοῦ Λέοντα Ε τοῦ Ἀρμένιου βαςανίςτηκε καί ἐξορίςτηκε γιά τήν εἰκονολατρεία του (813). 12 πίςησ ὁ Προκόπιοσ ὁ
Δεκαπολίτησ ἐπί Λέοντοσ Γ τοῦ Ἰςαῦρου (740) «ὁμολόγηςε» τήν ὀρθοδοξία καί τήν εἰκονολατρεία του (Ἴςωσ νά ςυνδέεται μέ τόν Γρηγόριο τόν Δεκαπολίτη). πίςησ ὁ Ὅςιοσ καί ὁμολογητήσ Βαςίλειοσ, γνώριμοσ καί φίλοσ τοῦ Προκοπίου τοῦ Δεκαπολίτου ἔζηςε τήν ἐποχή τοῦ Λέοντα Γ τοῦ Ἰςαῦρου (740) καί ὁμολόγηςε κι ατόσ τήν εἰκονολατρεία του. τό βίο τοῦ ςίου Ἰωαννικίου τοῦ μεγάλου του ἐν τῷ λύμπῳ διαβάζουμε πώσ ατόσ γεννήθηκε κατά τόν 24 ο χρόνο τῆσ βαςιλείασ τοῦ Λέοντοσ Γ τοῦ Ἰςαύρου (740), μέ πατέρα τόν Μυριτρίκην ἤ Μυριτζίκιον καί μητέρα τήν Ἀναςταςώ, ςτήν περιοχή τῆσ Βιθυνίασ. 13 Ὅταν ἔφταςε ςέ ἀνδρική ἠλικία, ςυμμετεῖχε ςτήν ἐκςτρατεία τοῦ ατοκράτορα κατά τῶν Βουλγάρων. τόν πόλεμο ατό ἀπέδειξε μεγάλη γενναιότητα ςκοτώνοντασ πολλούσ Βούλγαρουσ καί ἐλευθερώνοντασ πολλούσ Βυζαντινούσ. Ἄν καί πολλοί μελετητέσ τοῦ βίου του τόν θεωροῦν ςλαβογεννή (ςλαβικῆσ καταγωγῆσ), ὡςτόςο τό ςυμπέραςμά τουσ ατό ςτηρίζεται ςτή γλωςςολογική ἀνάλυςη τῶν κυρίων ὀνομάτων τοῦ πατέρα καί τῆσ μητέρασ του κι ὄχι ςέ ἄμεςη πληροφόρηςη ἀπ τό βίο του. Ἀργότερα ο Ἅγιοσ Ἰωαννίκιοσ ἔγινε ἀναχωρητήσ ςτό ὄροσ τοῦ Σριχάλικοσ καί ἔπειτα μετέβη ςτό μοναςτήρι τῶν Αζάρων, καταλήγοντασ ςτά βουνά τῆσ Κοντουρίασ. Σέλοσ πεθαίνει ςτό μοναςτήρι τοῦ Ἀντιδίου. 14 Ὅςιοσ καί ὁμολογητήσ τέφανοσ ὁ νέοσ ἔζηςε κατά τούσ χρόνουσ τοῦ Ἀρτεμίου-Ἀναςταςίου (713) ὅταν Πατριάρχησ ἦταν ὁ Γερμανόσ. Γεννήθηκε ςτήν Κων/πολη καί οἱ γονεῖσ του ὀνομάζονταν Ἰωάννησ καί Ἄννα. Ἔγινε ἡγούμενοσ ςτό ὄροσ τοῦ Ἁγίου Αξεντίου καί φυλακίςτηκε ἀπ τόν Κων/νο τόν Ε ςτό Πραιτώριο, ςτό ὁποῖο ἦταν φυλακιςμένοι, ςύμφωνα μέ τό βιογράφο του, κι ἄλλοι ἐξέχοντεσ μοναχοί καί ἐκλεγμένοι ἡγούμενοι μοναςτηριῶν, οἱ ὁποῖοι ςυγκεντρώθηκαν ἐκεῖ ἀπό διάφορουσ τόπουσ τῆσ ατοκρατορίασ γιά τά
εἰκονολατρικά τουσ φρονήματα. Ὅλοι κι ὅλοι ἦταν ςαρανταδύο. Ξαφνικά ὁ βιογράφοσ τοῦ τεφάνου τοῦ νέου, κι ἐνῶ μᾶσ δίνει τήν ἐντύπωςη πώσ πολόγιςε ὅλουσ τούσ φυλακιςμένουσ μοναχούσ δίνοντασ τόν ἀριθμό ςαρανταδύο, μιλᾶ γιά ἄλλουσ τριακόςιουσ φυλακιςμένουσ ςτό Πραιτώριο πού βριςκόντουςαν μέ κάποιουσ ςίουσ ὀνόματι Πέτρο καί Ἀνδρέα, οἱ ὁποῖοι εἶχαν κομμένεσ μύτεσ, ατιά, χέρια, γένια καί ἄλλοι εἶχαν τυφλωθεῖ. Ατή ἡ περςυςςώρευςη φυλακιςμένων μοιάζει περβολική καί ὕποπτη, ἀλλά βοηθᾶ τό βιογράφο τοῦ Ἁγίου νά πεῖ ὅτι ἡ φυλακή μετατράπηκε ςέ μοναςτήρι ἀπ τόν τέφανο τό νέο. Ἀφοῦ ἔμεινε ἔντεκα μῆνεσ ςτή φυλακή, ὁ Ἅγιοσ βαςανίζεται καί θανατώνεται καί οἱ δήμιοι ςέρνουν τό λείψανό του γυμνό ςτήν ἀγορά. 15 Ὅςιοσ Ἰωάννησ, ἐπίςκοποσ Πολυβότου, ςτίσ ἀρχέσ τῆσ βαςιλείασ τοῦ Λέοντοσ τοῦ Γ τοῦ Ἰςαύρου (716), ςτηλίτευςε τήν εἰκονομαχία τοῦ ατοκράτορα καί ςτή ςυνέχεια, ςύμφωνα μέ τό βίο του, τιμώρηςε τούσ Ἄραβεσ πού κατοικοῦςαν ςτήν περιοχή γύρω ἀπ τό Ἀμόριο τῆσ Φρυγίασ, μέ θεώκή τιμωρία καί ἔτςι τούσ ἀνάγκαςε νά τοῦ ἀποδώςουν τούσ χριςτιανούσ αἰχμαλώτουσ τουσ. Σό γεγονόσ ατό δείχνει τό ρόλο τοῦ ἐπιςκόπου ςτίσ διαπραγματεύςεισ καί ςυμφωνίεσ μέ τόν ἐχθρό γιά τήν ἐξαγορά αἰχμαλώτων. 16 τό βίο τοῦ Μιχαήλ τοῦ ύγκελλου καί μολογητοῦ διαβάζουμε πώσ καταγόταν ἀπ τήν Ἱερουςαλήμ, ἦταν γιόσ γονέων εςεβῶν καί μορφώθηκε καί μέ τήν ἔξω ςοφία τῶν λλήνων καί μέ τήν ἔςω τῶν Χριςτιανῶν. 17 Ἔγινε μοναχόσ, ὅπωσ καί ἡ μητέρα του μέ τίσ κόρεσ τησ, ὅταν πέθανε ὁ πατέρασ τῆσ οἰκογένειασ. Ἡ περίπτωςη μιᾶσ ὁλόκληρησ οἰκογένειασ πού ἀκολουθεῖ τή «μοναχική πολιτεία» εἶναι ςυχνότερη κατά τήν πρώώμη βυζαντινή περίοδο παρά κατά τή μέςη ὡςτόςο δέν ἀποτελεῖ ςπανιότατη ἐξαίρεςη, ἀλλά μᾶλλον ἐντάςςεται ςτούσ κοινούσ τόπουσ τῶν βίων τῶν ἁγίων.
Μιχαήλ κατόπιν γίνεται ἀναχωρητέσ ςέ ςπήλαιο καί οἱ ἅγιοι Θεόδωροσ καί Θεοφάνησ οἱ «γραπτοί» πού χειροτονήθηκαν ἱερεῖσ ἦρθαν κοντά του νά τόν ἐπιςκεφθοῦν. Σότε ὁ Μιχαήλ χειροτονεῖται ύγκελλοσ ἀπ τόν πατριάρχη Ἱεροςολύμων. Οἱ τρεῖσ ὅςιοι (Μιχαήλ, Θεόδωροσ, Θεοφάνησ) ςτέλνονται ἀπ τόν πατριάρχη ςτή Ρώμη (προφανῶσ γιά ςυνομιλίεσ μέ τόν πάπα) καί ςτή ςυνέχεια ςτήν Κων/πολη γιά νά κάνουν κάποιεσ ἀναφορέσ ςτόν Λέοντα Ε τόν Ἀρμενιο (813) καί τόν πατριάρχη Θεόδοτο ςχετικά μέ τήν ἀπαγόρευςη τῆσ προςκύνηςησ τῶν εἰκόνων. Λέων ὁ Ε ἐξορίζει γιά τήν εἰκονολατρία τουσ τόν Θεόδωρο καί τόν Θεοφάνη, ἐνῶ τόν Μιχαήλ καί τόν ἀδελφό του Ἰώβ τούσ φυλακίζει ςτό πραιτώριο. πί Μιχαήλ τοῦ Σαυλοῦ (820) ὁ Μιχαήλ ἐξορίζεται ς ἕνα μοναςτήρι τῆσ Πλουςιάδεσ. Ἡ ἐξορία ςέ μοναςτήρι γιά ἕναν εἰκονολάτρη μοναχό εἶναι πρᾶγμα ἄξιο ἀπορίασ, καθώσ τά μοναςτήρια, γενικά, ἦταν κέντρα λατρείασ καί παραγωγῆσ εἰκόνων. 18 Ἅγιοσ Εθύμιοσ, ἐπίςκοποσ άρδεων ὁ ὁμολογητήσ ἔδραςε κατά τούσ χρόνουσ τοῦ Κων/νου καί τῆσ Εἰρήνησ (780). Ἤλεγξε τόν ατοκράτορα Νικηφόρο γιά τόν γάμο τοῦ γιοῦ του ταυράκου (807), γιά τήν «παράνομη» ζωή του, καί γι ατό ἐξορίςτηκε μαζί μ ἄλλουσ ἐπιςκόπουσ ςτήν Παταλαρέα τῆσ Δύςησ. 19 Ἀπό τότε μέχρι τήν ὁμολογία του, ςέ διάςτημα δηλαδή 29 χρόνων, δέν μπόρεςε νά ξαναπάρει τή μητρόπολή του. Ὅταν ἔγινε ατοκράτορασ ὁ Λέων Ε ὁ Ἀρμένιοσ ξαναεξορίςτηκε, λόγω τῆσ εἰκονολατρείασ του, ςτήν Ἄςςο (Ἀπολλωνία) κοντά ςτό Ἀχδραμύττιο. πί Μιχαήλ τοῦ Σραυλοῦ (820) ἀνακαλεῖται ἀπ τήν ἐξορία ἀλλά ςύμφωνα μέ τόν βίο του, ἀναγκάζεται νά μήν προςκυνᾶ τίσ εἰκόνεσ. Ἀργότερα ὅμωσ ἐξορίζεται καί πάλι ςτόν Ἀκρίτα (ἀκρωτήριο ςτή Μαύρη θάλαςςα), ὅπου πεθαίνει ἀπ τά βαςανιςτήρια. (Ὑπάρχει καί ἡ ἄποψη ὅτι μαρτύρηςε ἐπί Θεοφίλου). 20
τό βίο τοῦ ὁςίου Εαρέςτου ἤ Εαρίςτου πού ἔζηςε ἐπί Λέοντοσ Ε Ἀρμενίου (γεν. 815), 21 βρίςκουμε τήν πληροφορία πώσ ὁ ἅγιοσ μαζί μέ τόν πατέρα του ςτήν Κων/πολη ὅπου φιλοξενήθηκαν ἀπ τόν ςυγγενή τουσ Βρυέννιο, ὁ ὁποῖοσ ἀργότερα τιμήθηκε μέ τό ἀξίωμα τοῦ Πατρικίου. Μόλισ πέραςαν λίγεσ μέρεσ ἀπ τήν ἄφιξή τουσ ςτήν Κων/πολη ἀπ τήν ἐπαρχία τῶν Γαλατῶν, ἡ ατοκράτειρα Θεοδώρα ςύζυγοσ τοῦ Θεοφίλου, ςτέλνει τόν Πατρίκιο Βρυέννιο πρέςβη ςτούσ Βουλγάρουσ. Ἄραγε ἡ Θεοδώρα εἶχε αναλάβει ἀρμοδιότητεσ ἐπί τῆσ ἐξωτερικῆσ πολιτικῆσ τοῦ Βυζαντινοῦ κράτουσ ἤ ὁ εἰκονολάτρησ βιογράφοσ τοῦ ἁγίου Εαρέςτου, ἐξυψώνει ςκόπιμα τό ρόλο τησ ςτίσ κρατικέσ ποθέςεισ, λόγω τῆσ εἰκονοφιλίασ τησ; Ὅπωσ καί νά χει τό πρᾶγμα ὁ Βρυέννιοσ παίρνει μαζί του ςτή Βουλγαρία τόν ςυγγενή του Εάρεςτο. Φθάνοντασ ς ἕναν τόπο πού ὀνομαζόταν κόπελοσ ςυναντᾶ ἕναν γέροντα καί βρίςκει κι ἕνα βιβλίο τοῦ ὁςίου φραίμ τοῦ ύρου καί γίνεται μοναχόσ. Ἀργότερα ὁ προ..θείσ γέροντασ ἐφοδιάζει τόν Εάρεςτο μέ εχέσ καί ςυςτατικέσ ἐπιςτολέσ καί τόν ςτέλνει ςτή Μονή τοῦ τουδίου. 22 Ἀργότερα «ἁγίαςε» καί τό λείψανό του ἐνταφιάςτηκε ςτή μονή τοῦ Κοκκοροβίου. ἅγιοσ Θεόδωροσ ὁ Γραπτόσ καί ὁ ἀδελφόσ του Θεοφάνησ ὁ ποιητήσ καί Γραπτόσ πῆρξαν μεγάλοι ἀγωνιςτέσ τῆσ εἰκονολατρείασ, βαςανίςτηκαν ἐπί Θεοφίλου (830) 23 καί κατά προςταγή τοῦ ατοκράτορα «γράφτηκαν» μέ πυρωμένο ςίδηρο ςτό μέτωπό τουσ ςκωπτικοί ἰαμβικοί ςτίχοι. 24 Ὅςιοσ Θαδδαῖοσ ἦταν δοῦλοσ τοῦ ςίου Θεοδώρου τοῦ τουδίτου, πού ἀφοῦ ἔλαβε μέ ατοκρατορική ἄδεια τή μονή τοῦ τουδίου καί τήν ἔκανε κοινόβιο, ἐλευθέρωςε τό Θαδδαῖο καί τόν ἔκανε μοναχό ςτή μονή του. 25 ( Θαδδαῖοσ ἦταν δοῦλοσ πού προῆλθε ἀπό αἰχμαλωςία, ὅπωσ θά δειχτεῖ παρακάτω). Μιά φορά, ὅπωσ μᾶσ παραδίδει ὁ βίοσ του, ὁ Ὅςιοσ Θαδδαῖοσ πῆγε μαζί μέ τόν Θεόδωρο τουδίτη ςτό
ατοκρατορικό παλάτιο καί ἤλεγξε τόν εἰκονομάχο ατοκράτορα (τόν Μιχαήλ Σραυλό: 820, ἤ τό γιό του Θεόφιλο: 829), μπροςτά ςτή ςύγκλητο: ατοκράτορασ θυμωμένοσ πρόςταξε νά τοποθετηθεῖ ἡ εἰκόνα τοῦ Χριςτοῦ καταγῆσ καί ν ἀναγκαςτεῖ ὁ Ὅςιοσ Θαδδαῖοσ ἀπό δυνατούσ ἄνδρεσ νά τήν πατᾶ χωρίσ νά τό θέλει. Θαδδαῖοσ «ἕβριςε τόν ατοκράτορα καί ατόσ ντράπηκε γιατί ἐξυβρίςτηκε ἀπό ἕναν ἀγροῖκο καί κύθη κατά τό γένοσ». Ἀπ τήν πληροφορία ατή μποροῦμε νά ποθέςουμε πώσ ὁ Θαδδαῖοσ, ὄντασ δοῦλοσ καί «κύθησ», πρέπει νά χε πιαςτεῖ αἰχμάλωτοσ ἀπ τούσ Βυζαντινούσ ςέ κάποια μάχη (πού διηξήγαγε, ἴςωσ, ὁ Λέων Ε : 813-820) μέ τούσ Βουλγάρουσ. 26 Εἶναι γνωςτή ἄλλωςτε ἡ ςυνήθεια τῶν Βυζαντινῶν νά ὀνομάζουν ςύγχρονούσ τουσ λαούσ μέ παλιότερα ὀνόματα λαῶν τῆσ ἀρχαιότητασ πού κατοικοῦςαν ςτίσ ἴδιεσ περιοχέσ (ἀρχαιομανάι τῶν Βυζαντινῶν). 27 Θαδδαῖοσ δάρθηκε μέ χοντρά ραβδιά ἕωσ θανάτου καί ἀφοῦ οἱ βαςανιςτέσ του τόν ἔδεςαν ἀπ τά πόδια, τόν ἔςυραν ςά ψοφίμι ἀκάθαρτο ς ὅλη τήν ἀγορά καί ἀφοῦ τόν ἔριξαν κοντά ςτό τεῖχοσ τῆσ πόλησ ὅπου βριςκόταν ἡ βρύςη τοῦ νεροῦ, γύριςαν καί πλύθηκαν ςά νά εἶχαν πιάςει πρᾶγμα ἀκάθαρτο. κηνέσ ὅπωσ ἡ παραπάνω, ὅπου ὁ ἐξευτελιςμόσ ἑνόσ Ἁγίου γίνεται ταυτόχρονα δημόςιο θέαμα, ςυναντῶνται ςυχνά ςτήν περίοδο τῆσ εἰκονομαχίασ. 28 Ἡ ὁςία Θεοδώρα ἡ ἀπό Καιςαρείασ γεννήθηκε τό ἔτοσ 716 ἐπί Λέοντοσ τοῦ Ἰςαύρου, τοῦ πατέρα τοῦ Κων/νου τοῦ Κοπρωνύμου. 29 Καταγόταν ἀπό περιφανέσ γένοσ, κόρη τοῦ Θεοφίλου τοῦ πατρικίου καί τῆσ Θεοδώρασ. ὁςία Θεοδώρα προςφέρθηκε ἀπ τούσ γονεῖσ τησ, ἐπειδή ἄργηςαν πολύ νά τήν ἀποκτήςουν καί τήν εἶχαν ἀφιερώςει ςτήν ἁγία Ἄννα ςτή μονή τοῦ Ριγιδίου, ὅπου πῆρχε ναόσ τῆσ Ἁγίασ Ἄννασ. Λέοντασ ὁ Ἴςαυροσ, ζητῶντασ νά βρεῖ γυναῖκα γιά τό γιό του Χριςτόφορο, τόν ὁποῖο εἶχε ανακηρύξει
καίςαρα, καταλήγει ςτή Θεοδώρα, τήν ἀποχωρίζει μέ βία ἀπ τό μοναςτήρι τησ καί τήν ἀναγκάζει νά πάει ςτήν Κων/πολη. τή ςυνέχεια ἔγιναν ὅλεσ οἱ ἐτοιμαςίεσ τοῦ γάμου καί ετρεπίςτηκε ὁ νυφικόσ θάλαμοσ. Ὅμωσ, ἐνῶ γινόντουςαν οἱ ἐτοιμαςίεσ, αἰφνίδια ρώπη. Ἀμέςωσ ςτάλθηκε ὁ γιόσ τοῦ Βαςιλιά καί ποψήφιοσ γαμπρόσ ςτό μέτωπο νά πολεμήςει ἐπικεφαλήσ τοῦ ςτρατεύματοσ καί κατά τήν πρώτη μάχη τραυματίζεται ἀπ' τούσ Βουλγάρουσ καί πεθαίνει. 30 τό ἄκουςμα τῆσ χαρμόςυνησ γι ατήν εἴδηςησ ἡ Θεοδώρα παίρνει χρυςάφι, ἀςήμι, μαργαριτάρια καί πολύτιμα ἐνδύματα ἀπ τό παλάτι καί φεύγει κρυφά γιά τό μοναςτήρι τησ μέ πλοῖο. 31 Προφανῶσ τά λικά ατά ἀγαθά, θά τά ἐνέταςςε ςτήν περιουςία τοῦ μοναςτηριοῦ. ύμφωνα μέ τό βίο τησ ὁ δεύτεροσ γιόσ τοῦ ατοκράτορα, μετά τή φυγή τησ, πῆγε ςτό μοναςτήρι νά τή βρεῖ καί ἐπειδή τή βρῆκε κουρεμένη, δηλαδή μοναχή, μέ παλιά καί ξεςχιςμένα ἐνδύματα, τήν ἄφηςε ςτήν ἡςυχύα τησ καί δέν τήν ἐνόχληςε. Ἡ τελευταία ατή πληροφορία εἶναι ἀμφιςβητήςιμη ὡσ γεγονόσ, καθώσ ὁ λόγοσ πού ὁ δεύτεροσ γιόσ τοῦ ατοκράτορα ἀφήνει ςτήν ἡςυχία τησ τή Θεοδώρα, ἐνῶ ἀπέςπαςε ἀπ τό παλάτι τόςα πολύτιμα ἀντικείμενα, εἶναι τουλάχιςτον ἀφελήσ. 32 τό βίο τοῦ ςίου Θεοφυλάκτου, ἐπιςκόπου Νικομηδείασ, πού καταγόνταν ἀπ τά μέρη τῆσ ἀνατολῆσ καί γεννήθηκε τό 779, πάρχουν ἀρκετέσ πληροφορίεσ γιά γεγονότα καί πρόςωπα τῆσ ἐποχῆσ (9 οσ αἰώνασ). Θεοφύλακτοσ ἦρθε ςτήν Κων/πολη καί ἔπιαςε φιλίεσ μέ τόν μετέπειτα πατριάρχη Σαράςιο, 33 ὅταν ἀκόμη ἦταν προταςηκρήτησ (δηλαδή πρῶτοσ ἀνάμεςα ς ατούσ πού πηρετοῦςαν ςτήν ατοκρατορική γραμματεία). Ὅταν ὁ Σαράςιοσ ἔγινε Πατριάρχησ, ἀφοῦ παραιτήθηκε ὁ Παῦλοσ ὁ Κύπριοσ πού εἶχε διοριςτεῖ πατριάρχησ ἀπ τούσ εἰκονομάχουσ, ὁ Θεοφύλακτοσ μαζί μέ τόν Μιχαήλ υννάδων γίνονται μοναχοί καί ςτέλνονται ἀπ τόν
Σαράςιο ςτό μοναςτήριο πού βρίςκεται ςτήν εἴςοδο τῆσ Μαύρησ θάλαςςασ. Οἱ δύο ατοί Ἅγιοι ἦταν παρόντεσ ςτήν Ζ Οἰκουμενική ύνοδο. Μετά τή ςύνοδο ὁ Σαράςιοσ ἔκρινε πώσ οἱ δύο πατέρεσ εἶναι ἄξιοι ἀρχιερωςύνησ: ἔτςι προχειρίζει τόν Μιχαήλ ἐπίςκοπο ςτά ύνναδα (μεγάλη πόλη τῆσ Φρυγίασ, ξακουςτή γιά τά μάρμαρά τησ) καί τόν Θεοφύλακτο, ἐπίςκοπο ςτή Νικομήδεια. κεῖ ὁ Θεοφύλακτοσ ἀνέπτυξε μεγάλη φιλανθρωπική δραςτηριότητα: ἔχτιςε ἐκκληςίεσ καί νοςοκομεῖα, προςτάτευςε τίσ χῆρεσ καί τά ὀρφανά, ἔκανε ἐλεημοςύνεσ, προςφέροντασ προςωπικά τίσ πηρεςίεσ του ςτούσ καταφρονημένουσ καί τούσ ἀναξιοπαθοῦντεσ: γέμιζε μιά φιάλη μέ ζεςτό νερό, μᾶσ λέει ὁ βιογράφοσ του, καί μ ατό ἔπλυνε καί καθάριζε μέ τά ἴδια του τά χέρια, τούσ τυφλούσ, τούσ χωλούσ καί ὅςουσ ἀςθενεῖσ εἶχαν γενικά ςωματικέσ ἀναπηρίεσ. Ὅταν ὁ Σαράςιοσ πέθανε, ἔχοντασ παραμείνει ἐπί 19 ἔτη ςτόν πατριαρχικό θρόνο, ἔγινε πατριάρχησ ὁ Νικηφόροσ, ὁ ὁποῖοσ ἔρχεται ςέ ςύγκρουςη μέ τόν Λέοντα τόν Ἀρμένιο (813) γιά τό ζήτημα τῶν εἰκόνων. Νικηφόροσ ςυγκεντρώνει ςτήν Κων/πολη πολλούσ καί ἐκλεκτούσ ἀρχιερεῖσ δηλ. τόν Κυζίκου Αἰμιλιανό, τόν άρδεων Εθύμιο, τόν Θεςςαλονίκησ Ἰωςήφ, τόν Ἀμορίου Εδόξιο, τόν υννάδων Μιχαήλ, τόν Νικομηδείασ Θεοφύλακτο καί ἄλλουσ, προκειμένου νά πείςουν τόν ατοκράτορα γιά τό ὅτι πρέπει νά προςκυνοῦνται οἱ εἰκόνεσ. 34 Κι ἐνῶ οἱ ἄλλοι ἀρχιερεῖσ «ςιώπηςαν» μπροςτά ςτήν ἀμετακίνητη γνώμη τοῦ ατοκράτορα, ὁ Θεοφύλακτοσ τοῦ προέβλεψε τόν ἀφανιςμό του, ἐξαιτίασ τῆσ κακοδοξίασ του. ατοκράτορασ θύμωςε καί ἐξορίζει τούσ ἀρχιερεῖσ: τόν Νικηφόρο πατριάρχη ἐξορίζει ςτη Θάςο, τόν Μιχαήλ υννάδων ςτήν Εδοκιάδα τῆσ Καππαδοκίασ καί τόν Θεοφύλακτο ςτό τρόβηλο, παραθαλάςςια τοποθεςία ςτό Θέμα τῶν Κιββυραιωτῶν.
Σριάντα χρόνια ἔζηςε ὁ Θεοφύλακτοσ ςτήν ἐξορία ὥςπου πέθανε. Μέ τήν ἀναςτήλωςη τῶν εἰκόνων ἀπ τή Θεοδώρα τό 842, ὁ πατριϊχησ Μεθόδιοσ μετέφερε ἀπ τό τρόβηλο τό λείψανο τοῦ Θεοφυλάκτου καί τό ἀπέθεςε ςέ ναό πού ἔχτιςε ςτή Νικομήδεια. Ἔτςι ὁ Θεοφύλακτοσ μετά θάνατον ξαναπήγε ςτήν ἕδρα του. 35 βίοσ τοῦ Θεοφυλάκτου εἶναι ἀπ τούσ πιό λεπτομερειακούσ καί ςαφείσ βίουσ τῆσ ἐποχῆσ τῆσ εἰκονομαχίασ. Οἱ ἀναφορέσ του ςέ πρόςωπα γεγονότα καί χρονολογίεσ ἐπιβεβαιώνονται κι ἀπ ἄλλεσ ἱςτορικέσ πηγέσ. Ἀντιθέτωσ ἀρκετοί βίοι ἁγίων τῆσ ἴδιασ ἐποχῆσ χαρακτηρίζονται ἀπό γενικότητεσ ἀςάφεια, κοινοτυπία καθώσ κι ἀπό ἔλλειψη ςυγκεκριμένων ἱςτορικῶν πληροφοριῶν, ὅπωσ, γιά παράδειγμα ὁ βίοσ τοῦ ὁςίου Παύλου Πλουςιάδοσ, τοῦ ὁμολογητοῦ. 36 Θεοφάνησ ὁ ὁμολογητήσ ὁ λεγόμενοσ τῆσ ιγριανῆσ καί κείμενοσ ἐν τῷ μεγάλῳ ἀγρῷ, γεννήθηκε ςτά χρόνια τοῦ Λέοντα τοῦ Ἰςαύρου (735) καί ἦταν γιόσ τοῦ Ἰςαάκ καί τῆσ Θεοδότησ. Ὅταν πέθανε ὁ πατέρασ του, ἡ μητέρα του τόν ἀνάγκαςε νά παντρευτεῖ χωρίσ νά τό θέλει καί μέ τή γυναῖκα του ςυμβίωςε ὀκτώ χρόνια. πειδή ὅμωσ ἀγαποῦςε τό μοναχικό βίο, κρατοῦςε ἀκόμη καί ἔγγαμοσ τήν παρθενία του καί ἔπειςε καί τή ςύζυγό του μάλιςτα νά κάνει καί ἐκείνη τό ἴδιο. Ἀλλά ὁ πεθερόσ του, ὅπωσ μᾶσ παραδίδει ὁ βίοσ του, τόν ἀνάγκαζε νά ἐπιτελεῖ τά ςυζυγικά του καθήκοντα. Μάλιςτα μαζί μέ τόν Λέοντα τόν Ἴςαυρο, ὁ πεθερόσ του τόν ἐμπόδιζε ἀπ τό ςκοπό τῆσ παρθενίασ. Σά παραπάνω πού ἀναφέρονται ςτό βίο τοῦ Θεοφάνουσ, φαντάζουν περβολικά καί ἀφελή, ὅμωσ προςπαθώντασ κάποιοσ νά τά ἑρμηνεύςει μέ βάςη τό ἱςτορικό πλαίςιο τῆσ ἐποχῆσ, φτάνει ςτό ςυμπέραςμα πώσ ἡ ςύγκρουςη πεθεροῦ καί γαμπροῦ ὀφειλόταν ςτό ὅτι ὁ πρῶτοσ ἦταν εἰκονομάχοσ καί ὁ δεύτεροσ φανατικόσ εἰκονολάτρησ. 37 Ἀπ τήν ἄλλη μεριά ἡ ἐμπλοκή τοῦ ατοκράτορα Λέοντα Γ τοῦ Ἰςαύρου, μέςω τῆσ γνωριμίασ του μέ τόν πεθερό, ςτήν προςωπική ζωή
τοῦ Θεοφάνη, γίνεται κατανοητή μόνο μέςα ςτά παραπάνω ςυμφραζόμενα: γι ατό ὁ ατοκράτορασ ςτέλνει τόν εἰκονολάτρη Θεοφάνη ἔξω ἀπ τήν Κων/πολη, ς ἕνα κάςτρο τῆσ Κυζίκου γιά νά βοηθήςει ςτό χτίςιμο καί τήν ἀνέγερςή του. Σελικά τό κάςτρο ὁλοκληρώνεται μέ ἔξοδα τοῦ Θεοφάνη, ςύμφωνα μέ τήν προςταγή τοῦ ατοκράτορα. δῶ ἔχουμε μία ἐνδιαφέρουςα περίπτωςη ἀναγκαςτικῆσ χρηματικῆσ ςυνειςφορᾶσ ςέ ὀχυρωματικά ἔργα, πού ἐπιβάλλεται ἀπ τόν εἰκονομάχο ατοκράτορα ςάν ἀντίποινο ςτήν εἰκονολατρεία τοῦ Θεοφάνη. 38 Ὅταν ὁ Ἅγιοσ ἔγινε εἰκοςιενόσ ἔτουσ, πέθανε καί ὁ πεθερόσ του καί ὁ ατοκράτορασ Λέων Γ ὁ Ἴςαυροσ. πί Εἰρήνησ πού οἱ εἰκόνεσ ἀποκαθίςτανται (780), ἐλεύθεροσ πιά ὁ Θεοφάνησ ἀπ τά «δεςμά» τῶν εἰκονομάχων καί τοῦ γάμου του, μοίραςε ςτούσ πένητεσ τά πάρχοντά του καί ἐλευθέρωςε τούσ δούλουσ του. τήν τίμια ςύζυγό του ἔδωςε πολλά χρήματα καί τήν ἔκανε μοναχή ςέ μοναςτήρι τῶν Πριγκηπόννηςων, μετανομάζοντάσ την Εἰρήνη ἀντί Μεγαλούσ. Σό ὅτι ἔδωςε χρήματα ςτή ςύζυγό του, εἶναι ἕνα γεγονόσ πού ἐπιδέχεται πολλέσ ἑρμηνεῖεσ: α) προςπαθοῦςε νά τήν ἀποζημιώςει γιά τή διάλυςη τοῦ γάμου τουσ, β) τῆσ ἀπέδιδε μέ ατό τόν τρόπο, τήν προίκα πού εἶχε λάβει πρίν τό γάμο τουσ, γ) ἐνδυνάμωνε τή θέςη τησ ςτό μοναςτήρι, ἀφοῦ ἡ δωρεά τησ θά ἐνίςχυε τή μοναςτική περιουςία. τή ςυνέχεια ὁ Θεοφάνησ πῆγε ςτό βουνό τῆσ ιγριανῆσ καί ἔγινε μοναχόσ ςτή μονή τοῦ Πολιχίνου ἤ Πολυχρονίου, ὅπου κλείςτηκε ς ἕνα κελλί καί καταγινόταν ἀποκλειςτικά μέ τήν καλλιγραφία (ἀντιγραφή χειρογράφων). 39 Ἀπ τήν καλλιγραφία κέρδιζε τά ἀναγκαῖα πρόσ τό ζῆν καί μετά ἀπό ἕξη χρόνια, ἀναχώρηςε ἀπ τό μοναςτήρι του καί πῆγε ςτό νηςί πού ὀνομάζεται Καλώνυμοσ ἤ Καλόλιμνοσ καί πόκειται ςτόν ἐπίςκοπο Νικομηδείασ. Ἀφοῦ ἔχτιςε ἐκεῖ
μεγάλο μοναςτήρι, ἐπέςτρεψε ςτό βουνό τῆσ ιγριανῆσ. 40 Κατά τό πεντηκοςτό ἔτοσ τῆσ ἡλικίασ του ἔπαθε λιθίαςη (ἀςθένεια τῶν νεφρῶν καί τῆσ οροδόχου κύςτεωσ) καί ἀπό τότε ἔμεινε κλινήρησ. Ὅταν ἀνέβηκε ςτό θρόνο ὁ Λέων Ε ὁ Ἀρμένιοσ (813), κάλεςε τόν Ἅγιο Θεοφάνη νά πάει ςτήν Κων/πολη καί νά εχηθεῖ ςτόν ατοκράτορα νικηφόρα ἔκβαςη ςτήν ἐκςτρατεία του ἐναντίον τῶν Βουλγάρων. 41 τό ςημεῖο ατό τοῦ βίου διακρίνεται ἡ προςπάθεια τοῦ βιογράφου τοῦ ὁ Θεοφάνη, Μιχαήλ τοῦ Πατριάρχη, νά ἀποδώςει τό τυχόν νικηφόρο ἀποτέλεςμα τῆσ ἐκςτρατείασ κατά τῶν Βουλγάρων ςτίσ δεήςεισ καί τίσ εχέσ τοῦ εἰκονολάτρη Ἁγίου καί ὄχι ςτή ςτρατηγική καί ςτρατιωτική ἱκανότητα τοῦ εἰκονομάχου ατοκράτορα. 42 Ἅγιοσ ὡσ νομοταγήσ πολίτησ, ἄν καί κλινήρησ, μπῆκε ἀπό τήν ἅμαξα ςτό πλοῖο καί πῆγε ςτήν Κων/πολη, ἀλλά δέν εἶδε τό ἄςχημο πρόςωπο τοῦ ατοκράτορα. Λέων τοῦ ἔςτειλε μήνυμα πώσ ἄν προςχωροῦςε ςτούσ εἰκονομάχουσ, θά πρόςφερε πολλά ἀγαθά καί ς ατόν καί ςτό μοναςτήρι του ἀντιθέτωσ, ἄν ὁ Ἅγιοσ δέν πείθονταν, θά τόν κρεμοῦςε ςέ ξῦλο πρόσ παραδειγματιςμό. Καί ἐπειδή ὁ Ἅγιοσ ἀρνήθηκε τήν προςφορά του, τόν παρέδωςε ςτόν πατριάρχη Ἰωάννη τόν Μάντη, ὁ ὁποῖοσ ἦταν ςοφόσ καί πειςτικόσ εἰκονομάχοσ, γιά νά πείςει τό Θεοφάνη μέ τά λόγια του. Ἡ ςυνάντηςή τουσ καί ἡ ςυνακόλουθη φιλονικία τουσ ςυνέβηςαν ςτή μονή τῶν εργίου καί Βάκχου (κοντά ςτό μέγα παλάτιο) καί φυςικά ὁ Θεοφάνησ κατατρόπωςε μέ τά ἐπιχειρήματά του τόν εἰκονομάχο πατριάρχη. πατριάρχησ πού ἀντί νά ἀποκτήςει πόληψη ρήτορα ἀπόκτηςε πόληψη βάρβαρου καί ἀγράμματου, ςύμφωνα μέ τό βιογράφο τοῦ Θεοφάνη, ντροπιάςτηκε μπροςτά ςτόν ατοκράτορα. τή ςυνέχεια ὁ ατοκράτορασ μεταφέρει τό Θεοφάνη ςτά παλάτια τοῦ λευθερίου καί τόν κλείνει ς ἕνα πολύ
ςκοτεινό οἴκημα μάλιςτα διόριςε καί φύλακεσ γιά νά μήν μπορεῖ κανένασ νά τόν πηρετήςει (προφανώσ ἀπό τούσ περιοίκουσ καί τόν λαό). Ἔτςι φυλακιςμένοσ παρέμεινε δύο χρόνια. Ὕςτερα ἐξορίςτηκε ςτή αμοθράκη καί εἰκοςιτρεῖσ μέρεσ, μετά τήν ἄφιξή του ςτό νηςί, πέθανε. ατοκράτορασ Λέων Ε ὁ Ἀρμένιοσ τελικά δέν πραγματοποίηςε τήν ἀρχική του ἀπειλή νά κρεμάςει τόν Θεοφάνη ςέ ξύλο, ἀλλά ςύμφωνα μέ τήν ἐξέλιξη τοῦ βίου του τόν πέβαλε ςέ πιό ἤπιεσ τιμωρίεσ. Σό γεγονόσ ατό καθώσ καί ἡ περβολή ςτό ἐπειςόδιο μέ τόν πατριάρχη Ἰωάννη φανερώνουν τήν προςπάθεια τῶν εἰκονολατρικῶν ἁγιογραφικῶν κειμένων νά ἀμαυρώςουν τούσ εἰκονομάχουσ ατοκράτορεσ καί πατριάρχεσ, ἀκόμη κι ὅταν ατοί ἦταν ἱκανοί ςτρατιωτικοί ἤ ςημαντικοί λόγιοι. 43 Γι ατό καί ἡ φύςη τῶν κειμένων ατῶν, ὡσ ἱςτορικῶν πληγῶν, εἶναι ἀκανθώδησ. 44 Ἡ ἀνακομιδή τοῦ λειψάνου τοῦ Νικηφόρου πατριάρχη, ἔγινε μέ ἐνέργειεσ τοῦ πατριάρχη Μεθοδίου τό 843, μετά τήν ἀναςτήλωςη τῶν εἰκόνων, ὁ ὁποῖοσ ἔπειςε τήν Θεοδώρα μέ τό γιό τησ Μιχαήλ νά ςτείλουν ἀνθρώπου γιά νά μεταφέρουν τό λείψανο τοῦ Νικηφόρου ςτήν Κων/πολη. Μαζί τουσ πῆγε καί ὁ πατριάρχησ Μεθόδιοσ μέ τή ςυνοδεία ἱερέων καί μοναχῶν. Βρῆκαν τό λείψανο ἄφθαρτο μετά ἀπό δεκαεννέα χρόνια ἀπ τό θάνατο τοῦ Νικηφόρου, τό ἔβαλαν ςέ ατοκρατορικό πλοῖο καί τό ἔφεραν ςτήν Κων/πολη μέ λαμπάδεσ καί ὕμνουσ. Ὅταν τό πλοῖο διέςχιζε τό πέραςμα ἀπέναντι ἀπ τήν ἀκρόπολη, ὁ ατοκράτορασ καί ὅλη ἡ ςύγκλητοσ κρατώντασ λαμπάδεσ ςτά χέρια, ἔτρεξαν νά τό προώπαντήςουν καί νά τό ἀςπαςτοῦν. Ἔπειτα τό ςήκωςαν ςτούσ ὥμουσ τουσ καί τό ἀπόθεςαν ςτήν Ἁγία οφία. κεῖ ἔκαναν ἀγρυπνία καί τό πρωΐ τό μετέφεραν ςτό ναό τῶν Ἁγίων Ἀποςτόλων ςτίσ δεκατρεῖσ Μαρτίου, ἡμέρα τῆσ ἐξορίασ τοῦ Νικηφόρου. 45
Ἡ παραπάνω βυζαντινή τελετουργία τῆσ Μέςησ περιόδου εἶναι κοινόσ τόποσ πού ἀκολουθεῖται ςέ ἀνακομιδέσ τῶν λειψάνων τῶν Ἁγίων. τό βίο τοῦ ςίου Γρηγορίου τοῦ Δεκαπολίτου (γεννήθηκε περίπου τό 795-800 ἤ 837 ςτήν Εἰρηνόπολη τῆσ Ἰςαυρικῆσ Δεκαπόλεωσ) παρακολουθοῦμε τό ταξίδι τοῦ Ἁγίου ἀπ τή Δεκάπολη ςτή Ρώμη, ἀπ τή Ρώμη ςτή Θες/νίκη, ἀπ τή Θες/νίκη ςτήν Κων/πολη, ἀπό ἐκεῖ ςτόν Ὄλυμπο τῆσ Βιθυνίασ, τό περίφημο μοναςτικό κέντρο τῆσ ἐποχῆσ, καί ξανά ςτήν Κων/πολη. Οἱ πολλέσ μετακινήςεισ ἀπό τόπο ςέ τόπο καί τά πολλά ταξίδια εἶναι κοινόσ τόποσ ς ὅλουσ ςχεδόν τούσ βίουσ τῆσ Πρώώμησ ἀλλά καί τῆσ Μέςησ βυζαντινῆσ περιόδου. βιογράφοσ τοῦ Γρηγορίου Δεκαπολίτου διάκονοσ Ἰγνάτιοσ γράφει τό βίο του περιγρϊφοντασ ταυτόχρονα και τισ ευρύτερεσ ςυνθόκεσ τησ εικονομαχικόσ περιόδου.