ΡΑΣΗ: 1 ΤΙΤΛΟΣ: ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΗΣ ΕΝΕΡΓΟΥ ΓΗΡΑΝΣΗΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ, ΕΥΤΕΡΟΓΕΝΗ ΚΑΙ ΤΡΙΤΟΓΕΝΗ ΤΟΜΕΑ ράση 1: Μελέτη ανάλυσης της υφιστάµενης κατάστασης στον τοµέα της διαχείρισης της ηλικιακής διάρθρωσης του ανθρωπίνου δυναµικού στον πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή τοµέα. ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΠΑΡΑ ΟΤΕΟΥ ΤΙΤΛΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ: ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΦΟΡΕΑΣ: ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ : ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: «Μελέτη ανάλυσης της υφιστάµενης κατάστασης στον τοµέα διαχείρισης της ηλικιακής διάρθρωσης του ανθρώπινου δυναµικού στον πρωτογενή τοµέα» Γενική Συνοµοσπονδία Αγροτικών Συλλόγων Ελλάδας (ΓΕΣΑΣΕ) ΛΑΠΠΑΣ ΝΙΚΟΣ ΛΑΠΠΑΣ ΝΙΚΟΣ Μάρτιος 2006 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΠΟΡΩΝ
Εισαγωγή Η δηµογραφική αλλαγή, από κοινού µε την παγκοσµιοποίηση και την τεχνολογία, αποτελούν τις τρεις βασικές δυνάµεις που µεταµορφώνουν την Ευρώπη.(1) Η δηµογραφική εικόνα και αρνητική προοπτική της Ένωσης έχει ως αιτίες : (2) - Την συνεχή αύξηση του προσδόκιµου ζωής λόγω της βελτίωσης των παροχών υγείας και ποιότητας ζωής στην Ευρώπη - Το µεγάλο ειδικό βάρος της ηλικιακής κατηγορίας 60 ετών και άνω, που λόγω συγκυριών θα υπάρχει έως το 2030. - Τη συνεχιζόµενη υπογεννητικότητα Η δηµογραφική γήρανση, θα έχει σηµαντικές οικονοµικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Η Ε.Ε., στην προσπάθεια της να αποτρέψει, εκτός των άλλων, τις συνέπειες στα συστήµατα κοινωνικών παροχών, έθεσε ως στόχους κατά τη Σύνοδο Κορυφής της Λισσαβόνας, την αύξηση της απασχόλησης έως το έτος 2010 «στο υψηλότερο δυνατό ποσοστό που θα πλησιάζει το 70%» και την αύξηση της απασχόλησης των γυναικών στο 60%. Η Σύνοδος Κορυφής της Στοκχόλµης το επόµενο έτος, έθεσε ως µια από τις προϋποθέσεις επίτευξης των παραπάνω, την αύξηση των απασχολούµενων ηλικίας 55-64 ετών σε ποσοστό 50%. Η επιλογή αύτη εµφανίζεται να βρίσκεται σε πλήρη διάσταση µε τα µέτρα πολιτικής που εφαρµόζονται και ενθαρρύνουν την πρόωρη παύση της αγροτικής δραστηριότητας και αφορούν την ίδια ηλικιακή κατηγορία. Η παρούσα µελέτη καταγράφει τη θέση,την εξέλιξη και τη προοπτική των αγροτών ηλικίας 55-64 ετών στην Ελληνική Γεωργία µέσα στο πλαίσιο της αγροτικής απασχόλησης συνολικά. (1) J.M. Barrosso,2005, παρουσίαση στο συνέδριο Confronting demographic change : a new solidarity between the generations Brussels : E.U. (2) Commission of the European Commities, 2005, Green Paper Confronting demographic change : a new solidarity between the generations COM ( 2005) 94 final, Brussels 2
Επιχειρεί να αποτιµήσει το κατά πόσο η συνέχιση πολιτικών περιορισµών του ειδικού βάρους της ηλικιακής αυτής οµάδας, θα επιδρούσε δραστικά στην οικονοµική πορεία του κλάδου, την έλλειψη απασχόλησης, το σύστηµα κοινωνικών παροχών. Όλα αυτά εντάσσονται στις ευρύτερες στρατηγικές επιλογές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τον προσανατολισµό που ακολουθεί ένας ιδιαίτερα εξωστρεφής κλάδος της Ελληνικής Οικονοµίας, όπως ο αγροτοδιατροφικός. Η µελέτη περιλαµβάνει τρία µέρη. Στο πρώτο µέρος παρουσιάζεται η συνολική συµβολή της γεωργίας στην οικονοµία, η δηµογραφική εξέλιξη του χώρου της υπαίθρου, η εξέλιξη της συνολικής απασχόλησης του τοµέα και ο ρόλος των πιο ηλικιωµένων παραγωγών σε αυτή. Ιδιαίτερη έµφαση δίνεται στο φαινόµενο υποαπασχόλησης που υφίσταται, την κατανοµή των απασχολούµενων µε κριτήρια το µέγεθος της εκµετάλλευσης, τη θέση στο επάγγελµα και το φύλο. Τέλος, γίνονται αναφορές για τις αδυναµίες και τις διαφορετικές προσεγγίσεις που χαρακτηρίζουν τα στοιχεία απασχόλησης Γεωργίας της ΕΣΥΕ και την λανθασµένη εικόνα που µπορεί να διαµορφώσουν. Το δεύτερο µέρος αναφέρεται στα προγράµµατα Πρόωρης Συνταξιοδότησης των αγροτών στην Ελλάδα και την Ε.Ε. από το έτος 1988 έως σήµερα, στα οποία έχει ενταχθεί ένα σηµαντικό τµήµα της ηλικιακής κατηγορίας 55-64 ετών. Ιδιαίτερες αναφορές γίνονται για τα προβλήµατα διαδοχής που επικρατούν και τη σηµασία σύνδεσης αυτών των προγραµµάτων όχι απλά µε την πρώιµη αποχώρηση από το επάγγελµα, αλλά τη συνολική ηλικιακή ανασύνθεση του τοµέα. Στο τρίτο µέρος γίνεται µια ανασκόπηση όλων των διαθέσιµων µελετών της ΕΕ και άλλων οργανισµών, για τις επιπτώσεις της νέα Κοινής Αγροτικής Πολιτικής στην απασχόληση αλλά και τον προσανατολισµό της Γεωργίας. Με τον τρόπο αυτό επιχειρείται µια προσέγγιση της προοπτικής και του νέου ρόλου των πιο ηλικιωµένων αγροτών. 3
Μέρος Ι : Η απασχόληση στη Γεωργία και η σηµασία των ατόµων µεγαλύτερης ηλικίας Ι. 1. Το διακύβευµα Η συµβολή της Γεωργίας στη συνολική απασχόληση µιας χώρας και τη διαµόρφωση του εθνικού της πλούτου, συχνά υποτιµάται. Σε πρόσφατη µελέτη αποτίµησης της σηµασίας του αγροτικού τοµέα της Γαλλίας για παράδειγµα, καταδείχθηκε ότι παρά το γεγονός ότι οι απασχολούµενοι στη Γεωργία αποτελούν το 3% του Οικονοµικά Ενεργού Πληθυσµού, ένα επιπλέον ποσοστό που ανέρχεται στο 17% συνδέεται άµεσα ή έµµεσα µε την αγροτική παραγωγή. Η απασχόληση αυτή αφορά τους κλάδους παραγωγής αγροτικών εισροών, εξοπλισµού και παγίου κεφαλαίου, τη βιοµηχανία τροφίµων, ποτών, καπνού, κλωστικών ινών, το εµπόριο, τις µεταφορές, την παροχή υπηρεσιών του δηµοσίου και ιδιωτικού τοµέα κλπ. Παρόµοια συστηµατική αποτίµηση για την Ελληνική πραγµατικότητα δεν υφίσταται. Είναι ωστόσο βέβαιο ότι το αντίστοιχο ποσοστό είναι σαφώς υψηλότερο ενώ η βιοµηχανία επεξεργασίας αγροτικών προϊόντων για παράδειγµα, αποτελεί την κινητήρια δύναµη της Ελληνικής µεταποίησης. Η συµβολή της Γεωργίας στην εξωστρέφεια της οικονοµίας είναι εξίσου ουσιώδης. Το 1 4 περίπου των εξαγωγών αποτελείται από προϊόντα διατροφής, ποτών και καπνού, ενώ αν προστεθούν κάποιοι κλάδοι της κλωστοϋφαντουργίας, το ποσοστό αυτό αυξάνεται σηµαντικά. Επιπλέον η Γεωργία αποτελεί τη βασική δραστηριότητα στις περισσότερες περιοχές της υπαίθρου που καλύπτουν τα 4\5 της χώρας, επιτρέπει την εισοδηµατική διαφοροποίηση, την πολυαπασχόληση και το σχηµατισµό επιπρόσθετου πλούτου, διαφυλάσσει και προστατεύει το περιβάλλον, έχει αναντικατάστατο ρόλο στην οικονοµική, κοινωνική και πολιτιστική συνοχή, την περιφερειακή ανάπτυξη. Συνεπώς η παραγωγική αξιοποίηση των µεγαλύτερων σε ηλικία αγροτών και κατοίκων της υπαίθρου, είτε αυτοί εντάσσονται στην οµάδα - στόχο, είτε είναι ηλικίας άνω των 65 ετών, ειδικά στις περιπτώσεις όπου υπάρχει πρόβληµα διαδοχής, 4
αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα, αν ληφθεί υπ οψιν ότι στις ηλικιακές αυτές κατηγορίες ανήκει το 55,7% των αγροτικών εκµεταλλεύσεων. Ι. 2. Οι δηµογραφικές τάσεις στη ύπαιθρο Κατά τη µεταπολεµική περίοδο, επήλθε µια βίαιη ανατροπή των δηµογραφικών δεδοµένων του αγροτικού χώρου. Όπως αποτυπώνεται στον Πίνακα Ι.1, ο αγροτικός πληθυσµός, σε αντίθεση µε το σύνολο της Ελλάδας, µειώθηκε αισθητά. Οι τάσεις αυτές περιορίσθηκαν τη δεκαετία του 80, ενώ την επόµενη δεκαετία παρατηρείται για πρώτη φορά µια ανάκαµψη και αύξηση του αγροτικού πληθυσµού σε απόλυτα µεγέθη, παρά το γεγονός ότι υπολείπονται της µεγέθυνσης του πληθυσµού όλης της χώρας. Πίνακας I.1 : Ποσοστιαία κατανοµή πληθυσµού µε βάση τον τόπο διαµονής: 1951 2000 περιοχές Αγροτικές περιοχές Ηµιαστικές περιοχές Αστικές 1951 47,5 14,8 37,7 1961 43,8 12,9 43,3 1971 35,2 11,6 53,2 1981 30,3 11,6 58,1 1991 28,4 12,8 58,8 2001 27,2 Πηγή: ΕΣΥΕ, Απογραφές Πληθυσµού, Επεξεργασία στοιχείων. Οι ηµιαστικές περιοχές, δηλαδή οι περιοχές δυο έως δέκα χιλιάδων κατοίκων, ακολούθησαν διαφορετική πορεία. Μετά την αρχική κάµψη τους τα πρώτα Μεταπολεµικά χρόνια, επιδεικνύουν µια σταθερότητα και συνεχή ενίσχυση τόσο σε απόλυτα όσο και σχετικά µεγέθη. Μάλιστα, από τη δεκαετία του 5
80, η σχετική τους ενίσχυση γίνεται µε ταχύτερους ρυθµούς από τις αστικές περιοχές. Ο,τι απώλεσαν οι αγροτικές και ηµιαστικές περιοχές τις δυο πρώτες δεκαετίες, συγκεντρώθηκε στις αστικές περιοχές. Οι εξελίξεις αυτές σχετίζονται µε τις αλλαγές στην αγορά εργασίας που παρουσιάζονται στη συνέχεια. Η µεγάλη ανέχεια της πρώτης περιόδου και η συγκέντρωση της ζήτησης εργασίας στις µεγάλες πόλεις ή το εξωτερικό, οδήγησε στην εσωτερική και εξωτερική µετανάστευση. Η ανάκαµψη αυτής της ζήτησης κυρίως από τα µέσα της δεκαετίας του 70 και η διαµόρφωση περιφερειακών αγορών και προοπτικών απασχόλησης στις ηµιαστικές περιοχές, οδήγησε στην ενίσχυση τους. Τέλος, η εµφάνιση και εµπέδωση εξωγεωργικών µορφών απασχόλησης από τα µέσα της δεκαετίας του 80, οδήγησε στην σταθεροποίηση και τελικά την ανάκαµψη και των αγροτικών περιοχών. Προς αυτή την κατεύθυνση,σηµαντική ήταν η συµβολή τόσο της σχετικής βελτίωσης των συνθηκών στην ύπαιθρο, όσο και των έργων υποδοµής. Πολλοί κάτοικοι αγροτικών περιοχών πλέον, µπορούν να µετακινούνται καθηµερινά και να εργάζονται συµπληρωµατικά ή πλήρως σε µια ηµιαστική περιοχή ή την πρωτεύουσα του Νοµού και αντίστροφά. Όλες οι παραπάνω ανακατατάξεις αποτυπώνονται στους λεγόµενους δηµογραφικούς δείκτες. Το πρόβληµα του αγροτικού χώρου δεν παίρνει τη µορφή µιας χαµηλότερης γεννητικότητας σε σύγκριση µε τις άλλες περιοχές, αλλά µιας δηµογραφικής «γήρανσης». Οι αυξανόµενοι δείκτες γήρανσης των αγροτικών περιοχών σε σύγκριση µε τους αντίστοιχους των ηµιαστικών και αστικών κέντρων ( Πίνακας Ι.2), καταδεικνύουν την ενίσχυση ενός διαρθρωτικού χαρακτηριστικού της υπαίθρου. ηλαδή την µεγέθυνση του ειδικού βάρους της πληθυσµιακής οµάδας 65 ετών και άνω, σε σύγκριση µε την οµάδα 0-14 ετών. Το φαινόµενο ότι η σχέση αυτή στην ύπαιθρο έχει πλέον υπερβεί την µια µονάδα, υποδηλώνει ο,τι ο πληθυσµός άνω των 65 ετών είναι πλέον µεγαλύτερος αυτού των 0-14. 6
Πίνακας I.2: είκτες πληθυσµιακής γήρανσης και εξάρτησης και βαθµό αστικότητας 1971 2001 είκτης Σύνολο Αγροτικές Ηµιαστικές Αστικές Γήρανσης χώρας Περιοχές Περιοχές Περιοχές 1971 0,43 0,47 0,40 0,41 1981 0,54 0,75 0,49 0,44 1991 0,71 1,0 0,63 0,60 2001 1,1 είκτης Σύνολο Αγροτικές Ηµιαστικές Αστικές Γήρανσης χώρας Περιοχές Περιοχές Περιοχές 1971 0,57 0,70 0,62 0,48 1981 0,57 0,67 0,61 0,52 1991 0,49 0,56 0,50 0,46 2001 0,47 Πηγή : ΕΣΥΕ, Απογραφές Πληθυσµού, επεξεργασία στοιχείων. ιαφορετική εικόνα παρουσιάζει η πορεία του δείκτη εξάρτησης. Ο δείκτης αυτός υποδηλώνει την παραγωγική ικανότητα του πληθυσµού και προκύπτει από την αναλογία των εξαρτηµένων ηλικιών, 0-14 και άνω των 65 ετών και των παραγωγικών ηλικιών. Ο δείκτης αυτός ακολουθεί τις τελευταίες δεκαετίες µια πτωτική τάση αν και παραµένει σαφώς υψηλότερος συγκρινόµενος µε τις ηµιαστικές και αστικές περιοχές. Ι. 3. Οι στατιστικές πηγές απασχόλησης στη Γεωργία και οι αδυναµίες χρήσης τους Υπάρχουν διάφορες πηγές στατιστικών δεδοµένων που αφορούν την απασχόληση στη Γεωργία. Αν και συγκεντρώνονται από τη ίδια υπηρεσία του ηµοσίου, την ΕΣΥΕ και ακολουθούν κοινή µεθοδολογία µε τα υπόλοιπα κράτη µέλη της Ε.Ε., καταγράφουν τα δεδοµένα της απασχόλησης από διαφορετική οπτική. (1) (1) ες για παράδειγµα τα εισαγωγικά σηµειώµατα της ετήσιας έκδοσης της Ε.Ε. Agriculture in the European Union and economic information. 7
Μια πρώτη προσέγγιση του προβλήµατος αφορά την απασχόληση στη Γεωργία σε σύγκριση µε την απασχόληση στους άλλους οικονοµικούς τοµείς. Οι πληροφορίες αυτές προέρχονται από τις στατιστικές απασχόλησης και κατατάσσουν τους απασχολούµενους µε βάση την κύρια απασχόληση, ακολουθώντας οµοιόµορφες τεχνικές για όλους τους κλάδους. Οι χρονικές µεταβολές που καταγράφονται στην Γεωργία ή τους άλλους κλάδους παρουσιάζονται στις ετήσιες εκτιµήσεις απασχόλησης. Η διάρθρωση της απασχόλησης και πληροφορίες που αφορούν την ηλικιακή κατανοµή, τη θέση στο επάγγελµα, το φύλο κλπ, προέρχονται από δειγµατοληπτικές έρευνες του εργατικού δυναµικού. Όλες οι παραπάνω προσεγγίσεις επιτρέπουν τις διατοµεακές συγκρίσεις απασχόλησης. Αποκρύπτουν ωστόσο τη µερική απασχόληση και όσους έχουν δεύτερη απασχόληση, δηλαδή το ευρύτατα διαδεδοµένο φαινόµενο της πολυαπασχόλησης. Τα στοιχεία αυτά καταγράφονται στις Έρευνες ιάρθρωσης των Εκµεταλλεύσεων που γίνονται δειγµατοληπτικά σε τακτά χρονικά διαστήµατα ή κατά τη διάρκεια των Απογραφών Γεωργίας Κτηνοτροφίας κάθε δεκαετία. Η εικόνα που παρουσιάζουν οι επιµέρους µεθοδολογικές προσεγγίσεις διαφοροποιείται σηµαντικά. Για παράδειγµα, µε βάση τις Έρευνες Εργατικού υναµικού, το έτος 2000 απασχολήθηκαν στη Γεωργία 700 χιλιάδες άτοµα περίπου. Την ίδια περίοδο, µε βάση την Ερευνά ιαρθρώσεων και την Απογραφή, απασχολήθηκαν 2,8 εκατοµµύρια εκ των οποίων οι µισοί ήταν οι κάτοχοι των εκµεταλλεύσεων και τα µέλη των οικογενειών τους και οι υπόλοιποι µόνιµοι ή εποχικοί αγρεργάτες αν και οι τελευταίοι υπάρχει κίνδυνος να καταγραφούν πολλαπλά, λόγω της απασχόλησης τους σε περισσότερες εκµεταλλεύσεις. Τέλος, ιδιαίτερα προβλήµατα παρατηρούνται στα στοιχεία προγενέστερων δεκαετιών. Στην παρουσίαση που ακολουθεί χρησιµοποιούνται όλες οι πηγές στοιχείων. Οι συγκρίσεις απασχόλησης µε τους άλλους τοµείς και το σύνολο της οικονοµίας γίνονται κατά κανόνα µε βάση τις δειγµατοληπτικές έρευνες εργατικού δυναµικού. 8
Αντίθετα, η διερεύνηση της απασχόλησης του αγροτικού τοµέα, της δυναµικής του, γίνεται µε τη βοήθεια των στοιχείων των Ερευνών ιαρθρώσεων και των Απογραφών. Τέλος, σε ειδικές περιπτώσεις χρησιµοποιούνται πηγές όπως αυτές προσδιορίζονται. Βασική υπόθεση εργασίας αποτελεί ότι οι υπάρχουσες ατέλειες µεταφέρονται από έτος σε έτος και συνεπώς δεν επηρεάζουν την καταγραφή διαχρονικών τάσεων, που αποτελεί και τελικό ζητούµενο. Ι. 4. Η εξέλιξη της συνολικής απασχόλησης στη Γεωργία Στον πίνακα Ι.3 παρουσιάζεται η απασχόληση στη Γεωργία σε απόλυτα µεγέθη και ως ποσοστό της συνολικής απασχόλησης. Λόγω των στατιστικών αδυναµιών που προαναφέρθηκαν, πρέπει να θεωρηθεί ότι τα στοιχεία που παρατίθενται προσδιορίζουν τάσεις και όχι την ακριβή εικόνα της απασχόλησης. Η περίοδος αναφοράς που επελέγη, δηλαδή το έτος 1951, έγινε για να καταγραφούν τα δεδοµένα που επικρατούσαν, όταν η ηλικιακή οµάδα που εξετάζουµε εισήλθε στην αγορά εργασίας. Με βασική παραδοχή, που ταυτίζεται µε την πραγµατικότητα ειδικά εκείνης της περιόδου, ότι η οµάδα που εξετάζουµε ήταν κάτοικοι υπαίθρου που εντάχθηκαν στο αγροτικό επάγγελµα εξ αρχής και δεν προήλθαν από κάποιο άλλο τοµέα απασχόλησης, τα άτοµα ηλικίας 55 ετών και άνω κατά την περίοδο 1988-2004, άρχισαν να εντάσσονται στην αγορά εργασίας τις πρώτες µεταπολεµικές δεκαετίες. ΠΙΝΑΚΑΣ Ι.3 : Αριθµός απασχολουµένων στη Γεωργία και ποσοστιαία στη συνολική απασχόληση : 1951-2000 συµµετοχή τους Αριθµός απασχολούµενων ( χιλιάδες ) Ποσοστιαία συµµετοχή (%) 1951 1961 1971 1981 1991 2000 1367 1960 1313 972 671 686 48 54 41 27 18 17 Πηγή : ΕΣΥΕ : Απογραφές πληθυσµού, επεξεργασία στοιχείων 9
Στο πίνακα Ι.3 καταγράφονται τρεις ουσιαστικές περίοδοι εξέλιξης του συνολικού αριθµού απασχολουµένων στην γεωργία. Κατά την πρώτη περίοδο, τη δεκαετία του 50, παρατηρείται µια σηµαντική αύξηση των απασχολούµενων, που αντιστοιχεί σε µέσους ετήσιους ρυθµούς ανόδου 4,3%. Ήταν ακριβώς εκείνη η αυξητική χρονική περίοδος κατά την οποία µεγάλο µέρος της ηλικιακής οµάδας που µελετούµε, εισήλθε στο αγροτικό επάγγελµα. Ακολούθησαν οι δεκαετίες 60,70,80 κατά τις οποίες η απασχόληση στη γεωργία υποχωρεί σηµαντικά µε ετήσιους ρυθµούς 3% περίπου για διαφορετικούς κάθε φορά λόγους. Τέλος, κατά την δεκαετία του 90, υπάρχει µια εµφανής σταθεροποίηση. Την περίοδο 1961-2000 οι απασχολούµενοι στη Γεωργία, τουλάχιστον όπως καταγράφονται από τις απογραφές Πληθυσµού, µειώθηκαν κατά 2\3 περίπου και η ποσοστιαία συµµετοχή τους ως προς την συνολική απασχόληση µειώθηκε από 54% σε 17%. Υπάρχουν διάφορες αιτίες που οδήγησαν στα παραπάνω φαινόµενα. Κατ αρχήν, κατά την πρώιµη µεταπολεµική περίοδο, διανεµήθηκαν εκτάσεις σε µικρούς και ακτήµονες αγρότες κάποιων περιοχών µε αποτέλεσµα να ενισχυθεί η απασχόληση στον τοµέα. Επιπλέον η περίοδος χαρακτηρίσθηκε από υψηλά και αυξανόµενα ποσοστά ανεργίας στους εξωγεωργικούς τοµείς. Την δεκαετία του 60 τα παραπάνω ανετράπησαν. Η µεταποιητική βιοµηχανία ακολουθούµενη από τον κλάδο των κατασκευών, προσέφερε προοπτικές απασχόλησης στον αγροτικό πληθυσµό. Η συγκέντρωση αυτών των κλάδων στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής κατά το πρώτο διάστηµα, οδήγησε στην µετεγκατάσταση και εσωτερική µετανάστευση του ανθρώπινου δυναµικού. Την ίδια περίοδο παρατηρήθηκε η έξαρση της εξωτερικής µετανάστευσης. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 60 και έως τα µέσα της δεκαετίας του 70, 1044 χιλιάδες άτοµα µετανάστευσαν µόνιµα στις αγορές εργασίας άλλων χωρών. (1) (1) ΕΣΥΕ, 1982, Στατιστική Επετηρίδα 10
Οι επιπτώσεις για την ύπαιθρο ήταν καταλυτικές. Μεγάλο τµήµα της εγκαταλείφθηκε, κυρίως από τις νεότερες ηλικιακά κατηγορίες, η συνοχή της αποδοµήθηκε, η απασχόληση στη Γεωργία µειώθηκε. Σε κάθε περίπτωση, η µείωση των απασχολούµενων αποτέλεσε αυτοσκοπό και όχι µόνο απόρροια της Γεωργικής Πολιτικής πολλών κυβερνήσεων των δεκαετιών 60 και 70. (1) Για να γίνουν αντιληπτές οι εξελίξεις από τη δεκαετία του 80 έως την παρούσα περίοδο, που αποτελούν και το χρονικό πεδίο αναφοράς της Μελέτης, κρίνεται επιβεβληµένη η παράθεση των στοιχείων απασχόλησης που προέρχονται από τις Απογραφές και τις Έρευνες ιαρθρώσεων Γεωργίας. Ο Πίνακας Ι.4 παρουσιάζει τη συνολική απασχόληση στη Γεωργία τα έτη 1991 και 2000. Την περίοδο αυτή η απασχόληση των κατόχων των αγροτικών εκµεταλλεύσεων και των µελών των νοικοκυριών τους µειώθηκε µε ρυθµούς 0,9% και ισοσκελίσθηκε από την αύξηση της απασχόλησης αγρεργατών. Επιπλέον αξίζει να αναφερθεί ότι η εικόνα της µεγάλης πτώσης της απασχόλησης των αγροτών τη δεκαετία του 80 που καταγράφουν οι Απογραφές Πληθυσµού, δεν τεκµηριώνεται από τις Έρευνες ιαρθρώσεων που υπολογίζουν τους ρυθµούς αυτούς στο ήµισυ. (2) Σε κάθε περίπτωση ο Πίνακας Ι.4, αποτυπώνει την καταλυτική σηµασία της Γεωργίας στην Ελλάδα. Το έτος 2000, 1,43 εκατοµµύρια απασχολήθηκαν αποκλειστικά, κυρίως η δευτερευόντως στις οικογενειακές αγροτικές τους εκµεταλλεύσεις. Επιπλέον, 1,36 εκατοµµύρια απασχολήθηκαν ως µισθωτοί στη µεγάλη πλειοψηφία τους εποχικοί, 230 χιλιάδες άτοµα χωρίς αµοιβή στη βάση της αλληλοβοήθειας, ενώ τέλος 424 χιλιάδες εκµεταλλεύσεις χρησιµοποίησαν εργασίες κατ αποκοπή. (1) ες για παράδειγµα τα Προγράµµατα Ανάπτυξης του ΚΕΠΕ και Γ. Λαµψίδης, 1981, Οικονοµικός Ταχυδρόµος Τ. 37 (2) Συγκρίσεις των στοιχείων της Έρευνας ιαρθρώσεων 1976-77, της πρώτης που έγινε µε βάση τις προδιαγραφές της Ε.Κ. µε τα στοιχεία των Ερευνών του 1991, υπολογίζουν τους ρυθµούς αυτούς σε 1,6%. 11
ΠΊΝΑΚΑΣ Ι.4: Αριθµός απασχολούµενων στο σύνολο των εκµεταλλεύσεων κατά κατηγορία και φύλλο ( χιλιάδες) 1991 Κάτοχοι και µέλη των νοικοκυριών που εργάσθηκαν στην ατοµική εκµετάλλευση Σύνολο Απασχολούµενων Αποκλειστική Απασχόληση Κύρια Απασχόληση ευτερεύουσα Απασχόληση Απασχολού- µενοι Μόνιµοι εργάτες Απασχολούµενοι Εποχικοί εργάτες Απασχο λούµενοι βάση Αλληλο βοήθειας Αριθµός αγροτικών εκµεταλ λεύσεων µε κατ αποκοπή εργασία Σύνολο 1570,53 1233 64,7 275,6 6,2 1202,3 Χώρας Αρρενες 90,5 633,7 51,4 225,3 5,3 670,1 Θήλεις 660,1 599,6 13,3 43,2 0,9 532,3 2000 Κάτοχοι και µέλη των νοικοκυριών που εργάσθηκαν στην ατοµική εκµετάλλευση Σύνολο Απασχο λούµενων Αποκλει στική Απασχό ληση Κύρια Απασχο ληση ευτερεύ ουσα Απασχόληση Απασχολού µενοι Μόνι µοι εργάτες Απασχο λούµενοι Εποχικοί εργάτες Απασχο λούµενοι βάση Αλληλο βοήθειας Αριθµός Αγροτικών εκµεταλ λεύσεων µε κατ αποκοπή εργασία Σύνολο 1434,5 1099,6 27,2 307,6 10,5 1355,1 230,6 424,5 Χώρας Αρρενες 836,4 569,1 22,3 244,9 9,6 1030,1 135,9 Θήλεις 598,1 530,5 4,9 62,7 0,8 325,1 94,7 Πηγή : ΕΣΥΕ, Απογραφές Γεωργίας - Κτηνοτροφίας 12
Ο Πίνακας µε µια πιο προσεκτική θεώρηση καταδεικνύει επίσης την εξέλιξη κάποιων ιδιαίτερα ουσιωδών µεγεθών. Η πτώση απασχόλησης αφορά κυρίως τα συµβοηθούντα µέλη του νοικοκυριού και τους κυρίως απασχολούµενους. Οι αρχηγοί εκµεταλλεύσεων µειώνονται µε χαµηλούς ρυθµούς ενώ αντίθετα, όσοι έχουν πλέον τη Γεωργία ως δευτερεύουσα και όχι ως αποκλειστική ή κύρια απασχόληση αυξάνονται. Οι εξελίξεις αυτές αποτυπώνουν δυο βασικά ιδιώµατα της Ελληνικής Γεωργίας : - Τις τάσεις διατήρησης της κατοχής της αγροτικής εκµετάλλευσης στην οικογένεια. Για παράδειγµα την περίοδο 1960-2000, κατά την οποία οι απασχολούµενοι στην Γεωργία µειώθηκαν κατά 2\3, ο αριθµός εκµεταλλεύσεων µειώθηκε µε ρυθµούς µόλις 0,7% το έτος. - Ένα αυξανόµενο µέρος των αγροτικών νοικοκυριών έχει ως κεντρική του στρατηγική την πολυδραστηριότητα και την πολυαπασχόληση. Το µέγεθος αυτό είναι δύσκολο να προσµετρηθεί συνολικά και έχει µόνο αποτιµηθεί σε έρευνες πεδίου σε τοπικές κλίµακες. Είναι ωστόσο δεδοµένη η ραγδαία αύξηση του αριθµού των αγροτικών οικογενειών που εµφανίζονται ως κάτοχοι εκµεταλλεύσεων, διαµένουν σε περιοχές µε δυνατότητες εξωγεωργικής απασχόλησης και έχουν απολέσει τον αµιγώς γεωργικό τους χαρακτήρα. Σε κάθε περίπτωση, το µέγεθος αυτό προσµετρήθηκε σε ποσοστό 50% σε επίπεδο νοικοκυριού, από την πιο βασική Μελέτη πεδίου που διεξήχθη για το σκοπό αυτό. (1) Ένας από τους παράγοντες που εξηγούν την κινητικότητα και πολυαπασχόληση, είναι το ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό υποαπασχόλησης των αγροτών. Όπως προκύπτει από τον Πίνακα Ι.5 πλέον του ενός στους δύο αρχηγούς εκµεταλλεύσεων απασχολούνται στις αγροτικές τους εργασίες µόνο έως 74 ηµέρες το έτος, ένας στους πέντε περίπου απασχολείται από 75-149 και οι υπόλοιποι 3 στους 10, 150 έως 300 και άνω ηµεροµίσθια. (1). αµιανός, Χ. Κασίµης, Α. Μωυσίδης, Μ. Ντεµούσης, 1994, Η πολυαπασχόληση στον αγροτικό τοµέα και η αναπτυξιακή πολιτική στην Ελλάδα, Αθήνα : ΙΜΜ. 13
Πίνακας I.5 Εκµεταλλεύσεις που ανήκουν σε φυσικά πρόσωπα κατά τάξεις ηλικιών και κατόχων και κατά τάξεις µεγέθους του αριθµού ηµερών απασχόλησης αυτών: 2000 Αριθµός Συνολικός Ηλικία Αρχηγού Ηµεροµισθίων Αριθµός Εκµεταλλεύσεων 45-54 55-64 65+ 0-74 417,5 76,8 92,5 164,9 75-149 144,3 29,6 38,5 42,9 150-224 117,5 25,8 33,3 26,4 225-299 44,2 10,4 12,3 6,9 300+ 93,2 22,4 24,7 12,3 ΣΥΝΟΛΟ 813,70 165 201,3 253,4 Πηγή: ΕΣΥΕ, Απογραφή Γεωργίας Κτηνοτροφίας έτους 1999/2000 Αν συνυπολογισθεί η προσφερόµενη εργασία των υπολοίπων µελών του νοικοκυριού, η εικόνα βελτιώνεται. Ωστόσο η «ικανότητα» της Γεωργίας να µην εµφανίζει ανεργία, να καλύπτει ή να απορροφά µια εκτεταµένη υποαπασχόληση, να αποτελεί µια διαθέσιµη δεξαµενή δυνητικού εργατικού δυναµικού για τους άλλους τοµείς της οικονοµίας, αποτελεί ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της γνωρίσµατα. Το φαινόµενο αυτό έχει βεβαίως και µια άλλη διάσταση. Οι απαιτήσεις εργασίας στη Γεωργία είναι τέτοιες που συχνά προσφέρουν συµπληρωµατικό εισόδηµα σε απασχολούµενους άλλων τοµέων, οι οποίοι σε διαφορετική περίπτωση δεν θα µπορούσαν να ανταποκριθούν στις οικονοµικές τους απαιτήσεις. Τα άτοµα αυτά δεν σηµαίνει κατ ανάγκη ότι εργάζονται στην Γεωργία. Μέσω της γης που κατέχουν και ενοικιάζουν σε αγρότες, αποσπούν σηµαντικό εισόδηµα από τον πρωτογενή τοµέα, δεδοµένου ό,τι το ένα τέταρτο περίπου της Γεωργικής γης στην Ελλάδα είναι ενοικιαζόµενο. Συµπερασµατικά αξίζει να τονισθεί ότι η δυνατότητα εξωγεωργικής απασχόλησης ενισχύει τη συνοχή του αγροτικού νοικοκυριού και αντίστροφα. Η δυνατότητα εργασίας ή άντλησης εισοδήµατος από τη Γεωργία, ενισχύει τη συνοχή και βελτιώνει τη θέση µη αγροτικών νοικοκυριών. 14
Ι. 5. Η θέση των πιο ηλικιωµένων αγροτών στην παραγωγή και την απασχόληση. ι. Κατανοµή µε βάση το βαθµό απασχόλησης και το µέγεθος της αγροτικής εκµετάλλευσης Τα όσα γενικά προαναφέρθηκαν για την υποαπασχόληση στη Γεωργία των αρχηγών εκµεταλλεύσεων, ισχύουν και για τις κατηγορίες των πιο ηλικιωµένων αγροτών. Στην κατηγορία 55-64 ετών, το έτος 2000, 46% των αρχηγών εργάζονται στην εκµετάλλευση τους έως 74 ηµέρες το έτος, 19% εργάζονται από 75 έως 149 ηµέρες, 17% εργάζονται από 150 έως 224 ηµέρες, 6% από 225 έως 299 ηµέρες και 12% από 300 ηµέρες και άνω. Τα ίδια ισχύουν και για όσους το έτος 2000 ανήκαν στην κατηγορία 45-54 ετών και σήµερα έχουν εισέλθει στην κατηγορία των πιο ηλικιωµένων που ερευνάµε. Αντίθετα, τα δεδοµένα επιδεινώνονται για την κατηγορία ηλικίας άνω των 65. Στην περίπτωση αυτή η καµπύλη των ηµερών απασχόλησης έχει µετατοπισθεί προς τα κάτω και όπως είναι αναµενόµενο, οι τάξεις µεγέθους λιγότερων συγκριτικά ηµεροµισθίων το έτος εµφανίζονται ενισχυµένες. Μπορεί συνολικά στην παραπάνω εικόνα να συνέβαλε η συνεχής εκµηχάνιση της Γεωργίας, όµως οι άνισες αυτές διαρθρωτικές κατανοµές, χαρακτηρίζουν, ή συχνά πηγάζουν, από την ανοµοιογένεια που επικρατεί στα µεγέθη των εκµεταλλεύσεων µε κριτήριο τη χρησιµοποιούµενη γη. Το µέγεθος των γεωργικών εκτάσεων αν χρησιµοποιηθεί µε απόλυτο τρόπο, µπορεί συχνά να οδηγήσει σε λανθασµένα συµπεράσµατα. Ιδίας έκτασης γη που αξιοποιείται εναλλακτικά για την παραγωγή σιτηρών, καπνού, υπαίθριων ή υπό κάλυψη οπωροκηπευτικών για παράδειγµα, οδηγεί σε εντελώς διαφορετικές προσόδους και απαιτήσεις εργασίας. Συνεπώς το κριτήριο αυτό πρέπει να χρησιµοποιείτε µόνο για οµοειδή προϊόντα. Σε κάθε περίπτωση ο Πίνακας Ι. 6, αποτυπώνει σε µεγάλο βαθµό τις παρατηρήσεις που αφορούσαν και την προσφορά εργασίας. 15
Πίνακας I. 6 : Εκµεταλλεύσεις σε χιλιάδες και χρησιµοποιούµενη γεωργική έκταση σε χιλιάδες στρέµµατα των εκµεταλλεύσεων που ανήκουν σε φυσικά πρόσωπα κατά τάξεις ηλικιών των κατόχων τους και κατά τάξεις µεγέθους της χρησιµοποιούµενης γεωργικής έκτασης: 1999-2000. Μέγεθος Σύνολο Ηλικία αρχηγού εκµετάλλευσης Εκµετάλλευσης 45-54 55-64 65+ (στρέµµατα) Αριθµός Εκτάσεις Αριθµός Εκτάσεις Αριθµός Εκτάσεις Αριθµός Εκτάσεις 816,5 35713 165,0 7999 201,3 9126 253,5 7340 Μέχρι 19.9 400,5 3367 75,8 656 92,74 794 147,4 1204 20-29,9 105,4 2519 21,2 509 26,6 639 33,8 805 30-49,9 121,0 4591 25,5 970 31,7-1205 34,4 1295 50-99,9 108,9 7464 23,8 1633 29,3-2009 25,7 1729 100-199,9 52,7 7139 12,1 1650 13,9-1886 8,9 1181 200+ 28,1 10639 6,6 2581 7,1 2593 3,3 1126 Πηγή: ΕΣΥΕ, Απογραφή Γεωργίας-Κτηνοτροφίας 1999-2000. Επεξεργασία στοιχείων. Ποσοστό 46% της ηλικιακής κατηγορίας 55-64 ετών, χρησιµοποιεί εκτάσεις έως 20 στρεµµάτων και κατέχει µόλις το 8% των εκτάσεων που καλλιεργεί η ηλικιακή αυτή οµάδα συνολικά. Στο άλλο άκρο, το 3% της κατηγορίας καλλιεργεί 200 στρέµµατα και άνω και συγκεντρώνει το 28% των εκτάσεων. Παρόµοια εικόνα αποτυπώνεται τόσο για το σύνολο της αγροτικής οικονοµίας όσο και για την κατηγορία 45-54 ετών που έχει ήδη εισέλθει στο χρονικό πεδίο της Μελέτης. Αντίθετα στην κατηγορία των συνταξιούχων κατόχων εκµεταλλεύσεων, δηλαδή 65 ετών και άνω, το ειδικό βάρος των µικρότερων εκµεταλλεύσεων είναι πιο ηυξηµένο. Για να γίνει κατανοητή η δυναµική που εµπεριέχει η ηλικιακή οµάδα 55-65 ετών, πρέπει να συγκριθεί µε τη ηλικιακή οµάδα 45-54 της προηγούµενης δεκαετίας, µε την οποία ουσιαστικά ταυτίζονταν. Από τις συγκρίσεις των ετών 1991-2000, προκύπτει ότι η ηλικιακή οµάδα που µελετούµε αυξήθηκε συνολικά κατά 5% περίπου. Στην εσωτερική της δοµή ωστόσο έλαβαν χώρα ουσιώδης µεταβολές. Ο αριθµός των κατόχων των 16
µεγαλύτερων εκµεταλλεύσεων άνω των 200 στρεµµάτων, όπως επίσης και των µικρότερων εκµεταλλεύσεων που καλλιεργούν έως 20 στρέµµατα ενισχύθηκε. Αντίθετα, µειώθηκε το ειδικό βάρος των εκµεταλλεύσεων όλων των ενδιάµεσων τάξεων µεγέθους. Οι τάσεις αυτές σχετίζονται µε τις ευρύτερες ανακατατάξεις που συντελούνται στην Γεωργία. Κατ αρχήν η ηλικιακή κατηγορία 45-54 ετών συχνά κληρονοµεί την περιουσία των γονέων και συνεπώς καταγράφεται την επόµενη δεκαετία ως ενισχυµένη. Η ενίσχυση του ειδικού βάρους των µικροκατόχων γης έως 20 στρέµµατα υποδηλώνει την αιτία για τη οποία τα άτοµα αυτά εµφανίζονται ως νεοεισερχόµενοι αγρότες στην ηλικία των 55-64 ετών. Η οικογενειακή κληρονοµιά ήταν τέτοια, που δεν επέτρεπε την απασχόληση τους στη Γεωργία παράλληλα µε την απασχόληση των γονέων τους. Η πόλωση των αγροτικών εκµεταλλεύσεων και η ισχυροποίηση των δύο άκρων, δηλαδή των µικρότερων και των µεγαλύτερων εις βάρος των εκµεταλλεύσεων µεσαίου µεγέθους, έχει άλλες αιτιάσεις και χαρακτηρίζει µεγάλο τµήµα της Ευρωπαϊκής Γεωργίας συνολικά. Η Κοινή Αγροτική Πολιτική στοχεύει εν µέρει µέσω των µέτρων διαρθρωτικού χαρακτήρα, στην ισχυροποίηση των συγκριτικά µεγαλύτερων εκµεταλλεύσεων και τον περιορισµό των µικρότερων. Συνήθως, ωστόσο, το φαινόµενο αυτό αποτελεί απόρροια των κοινών πολιτικών τιµών και αγορών. Η πτωτική τάση των κοινών εγγυηµένων τιµών την τελευταία δεκαπενταετία, ο περιορισµός των εγγυήσεων και της διασφάλισης του αγρότη, η σταδιακή άρση της εξωτερικής προστασίας, η συνεχής φιλελευθεροποίηση των πολιτικών και των αγορών, έχουν επιπτώσεις στο αγροτικό εισόδηµα, ασκούν σοβαρές πιέσεις στη συνοχή της Γεωργίας. Οι πολιτικές που ακολουθούνται διευρύνουν τις ανισότητες που υφίστανται, µε συνέπεια το 20% των Ευρωπαίων αγροτών να λαµβάνει το 80% των επιδοτήσεων. Προσπάθειες που στόχευαν στην ανατροπή αυτής της ανισότητας απέτυχαν. Τόσο οι προτάσεις του Επιτρόπου Γεωργίας Mc Sharry τη δεκαετία του 90 για µια ουσιαστική πολιτική υπέρ των µικρών γεωργών, όσο και οι προτάσεις του Επιτρόπου Fishler το 2002 για ουσιαστική χρήση του µέτρου της ιαφοροποίησης, υπονοµεύθηκαν ή περιορίσθηκαν. 17
Οι πιέσεις που ασκούνται στον βασικό παραγωγικό κορµό της Γεωργίας, τη µεσαία εκµετάλλευση, είτε ισχυροποιεί κάποιες από αυτές ή τις καθιστά προβληµατικές, γι αυτό και χαρακτηρίζονται από το µεγαλύτερο βαθµό διαρθρωτικών αλλαγών. Στο αντίποδα αυτής της εξέλιξης βρίσκεται η µικρή εκµετάλλευση. Ο κάτοχος της εµφανίζει την πιο έντονη τάση για πολυδραστηριότητα και πολυαπασχόληση. Όπου αυτή είναι εφικτή, οι µικρές εκµεταλλεύσεις παραµένουν ιδιαίτερα σταθερές. Όσο τα οδικά δίκτυα και τα έργα υποδοµής εξελίσσονται, οι συνθήκες διαβίωσης βελτιώνονται, αίρεται η αποµόνωση της υπαίθρου, η ολοκληρωµένη τοπική και περιφερειακή ανάπτυξη προσφέρει εξωγεωργική απασχόληση, η πολυαπασχολούµενη αγροτική εκµετάλλευση θα υφίσταται, τόσο στην Ελλάδα όσο και την υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτή η προσαρµοστικότητα των αγροτικών εκµεταλλεύσεων, έχει επανειληµµένα «εκθέσει» πολλούς ερευνητές και εκείνους που επιµένουν µονοσήµαντα για την ανάγκη εµπέδωσης λίγων µονάδων µεγάλου µεγέθους. Το ΚΕΠΕ για παράδειγµα, προέβλεπε τη δεκαετία του 80 µια ραγδαία υποχώρηση της Γεωργίας σε µια εικοσαετία. Ορισµένοι µελετητές µάλιστα, προέβλεψαν την µείωση των αγροτικών εκµεταλλεύσεων µεταξύ των δεκαετιών 1980 και 2000 στο 1\3. (1) Βεβαίως αυτή η εξέλιξη κάθε άλλο παρά έλαβε χώρα. Όλα τα παραπάνω χαρακτηρίζουν και την ηλικιακή κατηγορία που εξετάζει η Μελέτη. Εξάλλου όλα τα διαθέσιµα ευρήµατα καταδεικνύουν ότι ο βαθµός πολυαπασχόλησης δεν συναρτάται µε την ηλικία του αγρότη. ( 2 ) (1) Λ. Ανανίκας, Γ. αουτόπουλος, Ο. Ιακωβίδου, Α. Παπαδάκη Καυδιανού, Γ. Σιάρδος,1984, Το πρόβληµα της διαδοχής στην Ελληνική Γεωργία, Αθήνα : ΚΕΠΕ (2) ες. αµιανός κ.α., 1994 18
ι.ι. Εξέλιξη απασχόλησης και κατανοµή µε βάση τη θέση στο επάγγελµα και το φύλο. Ο Πίνακας Ι.7, παρουσιάζει την εξέλιξη της συνολικής απασχόλησης στη Γεωργία και το ποσοστό µε το οποίο συµµετέχει σε αυτή η ηλικιακή κατηγορία 55-64 ετών, την περίοδο 1988-2004. Τα στοιχεία προέρχονται από τις Έρευνες Εργατικού υναµικού και για λόγους που προαναφέρθηκαν, εγκυµονούν σοβαρούς κινδύνους ως προς την ακρίβεια τους. Για παράδειγµα, θεωρείται αβέβαιο να έχει µειωθεί ο αριθµός των απασχολούµενων κατά 10% περίπου το έτος 1998. Παραµένει επίσης ιδιαίτερα επισφαλές το στοιχείο περί µείωσης της απασχόλησης κατά 17 ποσοστιαίες µονάδες µεταξύ 2003 και 2004. Παρά το γεγονός ότι το 2004 υπήρξε µια ιδιαίτερα σηµαντική µείωση του αγροτικού εισοδήµατος, λόγω της κατάρρευσης των αγορών πολλών προϊόντων και τη µεταφορά πλούτου σ τους εξωγεωργικούς τοµείς, από πουθενά δεν προκύπτει παρόµοια µείωση της απασχόλησης. Σε κάθε περίπτωση, µε βάση τα στοιχεία του εν λόγω πίνακα, καταγράφονται δυο τάσεις. Πρώτον, η ηλικιακή οµάδα 55-64 µειώνεται µε ταχύτερους ρυθµούς από τη συνολική απασχόληση στη Γεωργία. εύτερον, το ποσοστό των πιο ηλικιωµένων απασχολούµενων παραµένει σηµαντικό. 19
Πίνακας I.7 :Απασχολούµενοι (σε χιλιάδες) στη Γεωργία συνολικά και ποσοστιαία συµµετοχή της ηλικιακής κατηγορίας 55-64 ετών, µε βάση τις Έρευνες Εργατικού υναµικού: 1988-2004 Έτος Αριθµός απασχολούµενων Ποσοστιαία Συµµετοχή Αγροτών ηλικίας 55-64 (%) 1988 1989 1990 1991 1992 1993 790,8 29,8 1994 787,9 30,2 1995 780,4 31,5 1996 785,4 30,1 1997 764,6 30,3 1998 719,8 28,2 1999 704,2 26,7 2000 712,9 26,6 2001 661,3 25,8 2002 648,3 25,2 2003 655,5 26,2 2004 545,6 24,5 Πηγή ΕΣΥΕ, Επεξεργασία στοιχείων Ερευνών Εργατικού υναµικού Το φαινόµενο της λεγόµενης «γήρανσης της γεωργίας» δεν αποτελεί αποκλειστικά Ελληνικό φαινόµενο. Στην Ευρώπη των 15, το έτος 2000, οι απασχολούµενοι άνω των 55 ετών, δηλαδή οι ηλικιακές κατηγορίες 55-64 και 65 και άνω ανήλθαν στο 52,5% του αγροτικού πληθυσµού, ενώ στην Ελλάδα στο 55,7%. Για παράδειγµα χώρες όπως η Πορτογαλία, η Ιταλία, η Ισπανία και η Μεγάλη Βρετανία, αντιµετωπίζουν παρόµοια ή ακόµη πιο οξυµένα προβλήµατα. Στο άλλο άκρο της ηλικιακής πυραµίδας, τους απασχολούµενους κάτω των 35 ετών, ο Ευρωπαϊκός µέσος όρος ανήλθε στο 8,1% έναντι 8,7% για την Ελλάδα. 20
Ο Πίνακας Ι.8, καταγράφει την συνολική απασχόληση της ηλικιακής οµάδας 55-64 και το ειδικό βάρος της αγροτικής σε αυτή. Πίνακας : I.8: Απασχολούµενοι (σε χιλιάδες), ηλικίας 55-64 ετών στη Γεωργία και το σύνολο της Οικονοµίας µε βάση τις Έρευνες Εργατικού υναµικού 1998-2004 Έτος Σύνολο Γεωργία,Κτηνοτρ. Ποσοστιαία συµµετοχή άση, Θήρα, Αλιεία συµµετοχή αγροτών(%) 1988 542,1 276,5 51,0 1989 534,1 266,7 49,9 1990 541,6 258,0 47,6 1991 525,0 234,5 44,7 1992 540,5 249,3 46,1 1993 519,3 236,0 45,4 1994 535,1 237,9 44,5 1995 546,3 245,8 45,0 1996 543,3 235,0 43,3 1997 538,9 231,4 42,9 1998 469,5 203,3 43,3 1999 460,6 188,2 40,9 2000 465,2 189,6 40,8 2001 449,8 170,6 37,9 2002 463,9 163,1 35,1 2003 492,5 171,1 34,7 2004 473,7 133,7 28,2 Πηγή: ΕΣΥΕ Επεξεργασία στοιχείων Ερευνών Εργατικού υναµικού. Παρά τις επιφυλάξεις που διατυπώθηκαν παραπάνω, σε αντίθεση µε ό,τι συµβαίνει στους υπολοίπους τοµείς της οικονοµίας, η απασχόληση στη Γεωργία φθίνει σηµαντικά. Έτσι ο αριθµός απασχολούµενων µεταξύ 1988 και 2004 µειώθηκε σχεδόν κατά το ήµισυ. Αποτέλεσµα αυτής της εξέλιξης ήταν ότι ενώ το 1988 ο ένας στους δυο απασχολούµενους ηλικίας 55-65 ετών προήρχετο από τη γεωργία η σχέση αυτή µειώθηκε σε ένας στους τρεις περίπου. Ο Πίνακας Ι.9, και τα ιαγράµµατα 1 και 2, αποτυπώνουν την εξέλιξη της κατανοµής των απασχολούµενων αγροτών ανά φύλο και θέση στο επάγγελµα. 21
Είναι χαρακτηριστικό ότι η πτώση της απασχόλησης των ανδρών οφείλεται κυρίως στην φθίνουσα πορεία των αυτοαπασχολούµενων. Αντίθετα, στην περίπτωση των γυναικών, η συνολική εξέλιξη των οποίων είναι πιο οµαλή,οι πτωτικές τάσεις οφείλονται πρωτίστως στην φθίνουσα πορεία των βοηθών-µη αµειβόµενων µελών του νοικοκυριού. Σε µια από τις λίγες έρευνες πεδίου που παρουσιάζει την κινητικότητα των γυναικών στη Γεωργία και αφορά και την Ελλάδα, καταγράφεται η τάση εξόδου των γυναικών συµβοηθούντων µελών προς την µεταποιητική βιοµηχανία και κυρίως τις υπηρεσίες. (1). Η εξειδίκευση τους σε δραστηριότητες εντάσεως εργασίας, όπως η συλλογή του καρπού,αλλά θα µπορούσαµε να ισχυρισθούµε, ο σταδιακός εκτοπισµός τους από τους οικονοµικούς µετανάστες που ανέλαβαν αυτές τις εργασίες, ίσως αποτελεί τη βασική αιτία της φθίνουσας πορείας αυτού του µεγέθους. Η εικόνα που καταγράφουν οι παραπάνω Πίνακες - έχει διάφορες αιτιάσεις. Κατ αρχήν, η µεγάλη πλειοψηφία των όσων ήταν 55-64 ετών την περίοδο 1988-2004, εντάχθηκαν στο αγροτικό επάγγελµα τις δεκαετίες 1950 και 1960. Όπως προαναφέρθηκε, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 50, ο αριθµός των απασχολούµενων στην Γεωργία αυξήθηκε. Αντίθετα τη δεκαετία του 60, λόγω της εσωτερικής και εξωτερικής µετανάστευσης, η απασχόληση µειώθηκε, πλήττοντας κυρίως τις νεότερες ηλικίες. Συνεπώς αυτό που παρατηρείται να συµβαίνει την περίοδο 1988-2004, έχει ως αφετηρία την περίοδο 1950-60. Το πέρασµα από αυξανόµενες σε φθίνουσες ροές τροφοδότησης της αγροτικής απασχόλησης µε νέους κατά το παρελθόν, αποτυπώνεται σήµερα στις πιο ηλικιωµένες οµάδες της αγροτικής απασχόλησης. Μια δεύτερη παράµετρος που εξηγεί τις πτωτικές τάσεις που παρατηρούνται αφορά το φαινόµενο της πολυδραστηριότητας. Όπως προαναφέρθηκε η µαζική µετανάστευση που διήρκησε µέχρι την δεκαετία του 70, αντικαταστάθηκε σταδιακά από την πολυαπασχόληση. (1)Ε.C., 1998, CAP Studies: Labour situation and strategies of farm women in diversified rural areas of Europe Final Report, Brussels. 22
Με δεδοµένο ότι τα στοιχεία των παραπάνω Πινάκων ουσιαστικά αποκλείουν τους πολυαπασχολούµενους αγρότες, όσο το φαινόµενο αυτό εντείνεται, τόσο οι Έρευνες Εργατικού υναµικού εµφανίζουν την απασχόληση στη γεωργία πτωτική. Τέλος, µια τρίτη παράµετρος καθοριστικής σηµασίας που εξηγεί τα όσα προαναφέρθηκαν, αφορά τα προγράµµατα πρόωρης συνταξιοδότησης των αγροτών. Από τα τέλη της δεκαετίας του 80 έως σήµερα, η εφαρµογή τριών τέτοιων προγραµµάτων είχε καταλυτική επίπτωση στα άτοµα µεγαλύτερης ηλικίας. 23
Μέρος ΙΙ. Η αλλαγή ηλικιών στη γεωργία ΙΙ. 1. Ιδιαιτερότητες στις διαδικασίες διαδοχής Το ζήτηµα της διαρθρωτικής «υστέρησης» και των ιδιοµορφιών του αγροτικού τοµέα, συζητείται επί µακρόν στην Ε.Ε. Τα τέλη της δεκαετίας του 60, ο τότε Επίτροπος Γεωργίας S.Manshold, ανάδειξε για πρώτη φορά ζητήµατα όπως ότι : (1) Η παραγωγικότητα εργασίας ήταν εξαιρετικά χαµηλή και το 50% των αγροτών ήταν ηλικίας άνω των 55 ετών, - τα 2/3 των εκµεταλλεύσεων δεν διέθεταν διάδοχο - το 80% των αγροτών υποαπασχολείτο. Έκτοτε άρχισε ο σχεδιασµός και η εφαρµογή κοινών πολιτικών διαρθρωτικού χαρακτήρα που στόχευαν, εκτός των άλλων, στην επιτάχυνση των αλλαγών στο εσωτερικό του αγροτικού τοµέα, στη µείωση του αγροτικού πληθυσµού, στην ηλικιακή του ανασυγκρότηση και την ένταξη νέων σε ηλικία στο αγροτικό επάγγελµα. Οι επιδιώξεις αυτές, σε περιόδους υψηλής απασχόλησης και αυτάρκειας σε αγροτικά προϊόντα, ήταν αναµενόµενες. Τα πορίσµατα των επιστηµονικών ερευνών συνηγορούσαν προς αυτή την κατεύθυνση : η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας στη γεωργία, µπορούσε να επιτευχθεί µε την είσοδο νέων σε ηλικία στο επάγγελµα, κάτι που αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί βασικό πυλώνα άσκησης της αγροτικής πολιτικής. Το µεγαλύτερο µέρος της διεθνούς βιβλιογραφίας που αναφέρεται στους προσδιοριστικούς παράγοντες του καινοτόµου αγρότη, συµπεραίνει ότι υπάρχει µια έντονη αρνητική συσχέτιση του βαθµού καινοτόµησης µε την ηλικία,γεγονός που υποδηλώνει ότι όσο νεότεροι είναι οι παραγωγοί τόσο πιο πιθανό είναι να καινοτοµήσουν. Σε παρόµοια συµπεράσµατα οδηγούνται και µελέτες που διεξήχθησαν στη χώρα µας. Στην πιο ευρεία και συστηµατική από αυτές, η ηλικία του αρχηγού της εκµετάλλευσης αποτελεί τον τρίτο σε βαρύτητα προσδιοριστικό παράγοντα του καινοτόµου αγρότη. (2) (1)European Communities 1969, Memorandum on the reform of agriculture in the European Economic Community and Annexes, Brussels (2) Χ. Ζιωγάνας, Α.Γουρδοµιχάλη, Ν. Λάππας, Ε.Νικολαίδης,1994, υναµικές Μονάδες, δυνητικές καινοτοµίες και αναδιάρθρωση του γεωργικού τοµέα, Αθήνα: Ίδρυµα Μεσογειακών Μελετών. 24
Ωστόσο η είσοδος νέων, προσκρούει στις ιδιοµορφίες της γεωργίας. Βασικό ιδίωµα του τρόπου ανάπτυξης της Ελληνικής γεωργίας αλλά και άλλων Ευρωπαϊκών χωρών, είναι ότι οι νέες αγροτικές εκµεταλλεύσεις δεν δηµιουργούνται από ετεροεπαγγελµατίες ή κατοίκους των πόλεων που αποφασίζουν να επενδύσουν στη γεωργία και να εγκατασταθούν στην ύπαιθρο. Η χαµηλή κερδοφορία του τοµέα, το υψηλό κόστος αγοράς γης που επιτείνεται από την ασάφεια στον καθορισµό των χρήσεών της, είναι µερικοί από τους παράγοντες που αποτρέπουν την είσοδο ετεροεπαγγελµατιών τουλάχιστον στην φυτική παραγωγή. Σε αντίθεση µε ότι συµβαίνει σε χώρες όπως η ανία και η Βρετανία για παράδειγµα, στην Ελλάδα η αγροτική εκµετάλλευση είναι αποτέλεσµα διαδοχής και µεταβίβασης µέρους τουλάχιστον της εκµετάλλευσης από τους γονείς στα παιδιά. Συνεπώς η είσοδος του νέου είναι συνυφασµένη και κατά κανόνα προϋποθέτει την αποχώρηση του ηλικιωµένου γονέα. Η διαδικασία διαδοχής είναι εξαιρετικά σύνθετη και έχει πολλαπλές οικονοµικές και κοινωνικές παραµέτρους. Κατ αρχήν, όπως προαναφέρθηκε, ο αποχωρών αγρότης επιθυµεί να παραµείνει η εκµετάλλευση στην οικογένεια και όχι σε τρίτους, γεγονός που σχετίζεται µε το δέσιµο που έχει µε τη γη και την περιουσία του, µε τον τρόπο και τα ιστορικά γεγονότα που οδήγησαν στη διανοµή της γης στην Ελλάδα στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν. Παράλληλα ωστόσο, σε αντίθεση µε τη θέληση του διαδόχου, επιθυµεί να µεταβιβάσει την εκµετάλλευσή του σε όσο το δυνατόν µεγαλύτερη ηλικία. Οι αλλαγές στη δοµή της οικογένειας, το αίσθηµα απαξίωσης, παραγκωνισµού και ανασφάλειας, επιτείνει αυτή την επιθυµία (1). Σε αυτά πρέπει να προστεθεί το σύστηµα συνταξιοδότησης του ΟΓΑ και οι ιδιαίτερα χαµηλές συντάξεις που προσφέρει. Επιπλέον ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό οικογενειών δεν διαθέτει διάδοχο που θα εγκατασταθεί και θα γίνει αγρότης πλήρους απασχόλησης.η αυξηµένη µόρφωση των νεότερων ηλικιών, (1) Α. Μωυσίδης,Θ. Ανθοπούλου, Μ.Ν.Ντυκέν,2002,Οι ηλικιωµένοι στον αγροτικό χώρο Συνθήκες διαβίωσης και όψεις κοινωνικού αποκλεισµού,αθήνα : Gutenberg COPA,1996,Οι ηλικιωµένοι στον αγροτικό χώρο και την ύπαιθρο, Βρυξέλλες 25
η επαγγελµατική κινητικότητα, η προσδοκία για καλύτερη απασχόληση στα αστικά κέντρα, η ανασφάλεια στη Γεωργία ιδιαίτερα µετά τις µεγάλες αλλαγές στις πολιτικές τιµών και αγορών και τις εισοδηµατικές εγγυήσεις που παρείχοντο, τα προβλήµατα κοινωνικής απαξίωσης του αγροτικού επαγγέλµατος, αποτελούν µερικές από τις αιτίες αυτού του φαινοµένου. ΙΙ.2 Τα µέτρα πολιτικής για την πρόωρη συνταξιοδότηση των αγροτών. Τη δεκαετία του 80, σε µία περίοδο παρατεταµένης ύφεσης, παρατηρείται µία σηµαντική στροφή της Ευρωπαϊκής πολιτικής. Η δυνατότητα συνταξιοδότησης σε µικρότερες ηλικίες επιλέχτηκε ως βασικό εργαλείο αντιµετώπισης των υψηλών ποσοστών ανεργίας. (1). Αποτέλεσµα των παραπάνω ήταν η εισαγωγή πολιτικών για µείωση της ηλικίας συνταξιοδότησης, η πρόωρη συνταξιοδότηση µε πλήρη ή µειωµένη σύνταξη, πολιτικές µερικής απασχόλησης συνταξιοδότησης, ειδικά µέτρα για τις γυναίκες, τα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλµατα, επανακαθορισµός των συντάξεων αναπηρίας µε ενσωµάτωση και κοινωνικών κριτηρίων. Την ίδια περίοδο υιοθετήθηκαν οι Κοινοτικές πολιτικές για την πρόωρη συνταξιοδότηση των αγροτών, που εφαρµόστηκαν ευρέως στην Ελλάδα. Η θέσπιση του πρώτου κανονιστικού πλαισίου εφαρµογής πρόωρης συνταξιοδότησης αγροτών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έγινε το 1988 µε την εφαρµογή του Κανονισµού 1096/88 «Σχετικά µε την καθιέρωση κοινοτικού καθεστώτος για την ενθάρρυνση της παύσης της γεωργικής δραστηριότητας». Είχε προηγηθεί η µερική εφαρµογή ενός παρόµοιου καθεστώτος µε εθνικούς πόρους χρηµατοδότησης στη Γαλλία και τα αποτελέσµατα του είχαν κριθεί ικανοποιητικά. (1)Η. Νικολακοπούλου-Στεφάνου, 1996, «Ελαστική Ηλικία Συνταξιοδότησης»,στο ΕΚΚΕ, Γήρανση και κοινωνία, πρακτικά Πανελλήνιου Συνεδρίου, Αθήνα: ΕΚΚΕ 26
Στόχος του Κανονισµού ήταν η χρηµατοδοτική ενίσχυση των πολιτικών των Κρατών Μελών για την παύση της δραστηριότητας αγροτών άνω των 55 ετών. Με τον τρόπο αυτό θεωρήθηκε ότι θα βοηθηθεί η προσαρµογή της Ευρωπαϊκής Γεωργίας στα ισχύοντα δεδοµένα, θα περιορίζονταν οι πλεονασµατικές παραγωγές, θα δηµιουργούνταν βιώσιµες εκµεταλλεύσεις σταθερής απασχόλησης, ικανές να ανταποκριθούν στον διεθνή ανταγωνισµό και πιέσεις. Ο Κανονισµός παρείχε τη δυνατότητα εθνικών επιλογών σε ζητήµατα όπως εύρος της ηλικίας και κατηγορίας των δικαιούχων, χρησιµοποίηση των εκτάσεων στις οποίες είχε εγκαταλειφθεί η γεωργική παραγωγή, ποσά αποζηµίωσης και διάρκεια πληρωµών, ενδεχόµενη κατανοµή της ετήσιας αποζηµίωσης µεταξύ πολλών συγκατόχων εκµεταλλεύσεων, δυνατότητα αποζηµίωσης συζύγου ή αγρεργατών άνω των 55 ετών, συµπληρωµατικές εθνικές πριµοδοτήσεις ανά εκτάριο, υπό τον όρο ότι τα µέτρα αυτά θα ενθάρρυναν την πρώιµη παύση της γεωργικής δραστηριότητας. Η εφαρµογή του Κανονισµού στην Ελλάδα είχε άµεση και σηµαντική απήχηση. Ήδη από το δεύτερο έτος εφαρµογής,71.114 δικαιούχοι είχαν ενταχθεί.(1) Σε αυτό συνέβαλαν οι χαλαροί όροι και προϋποθέσεις που έθετε ο Κανονισµός, ο τρόπος που εφαρµόσθηκαν στην Ελλάδα, οι εξαιρετικά χαµηλές συντάξεις ΟΓΑ της εποχής. Ωστόσο οι αποζηµιώσεις παρέµειναν χαµηλές και δεν αναπροσαρµόσθηκαν, µε αποτέλεσµα το ένατο έτος εφαρµογής να υπολείπονται των συντάξεων του ΟΓΑ και συνεπώς το πρόγραµµα να περατωθεί. Οι παραπάνω αδυναµίες, η περιορισµένη εφαρµογή του µέτρου στα άλλα Κράτη- Μέλη, η άρνηση των αγροτών να αποδεχθούν αµοιβές πολύ χαµηλότερες από το σχετικά εγγυηµένο εισόδηµα που ελάµβαναν, οδήγησε στη θέσπιση ενός νέου πλαισίου µε τον Κανονισµό 2079/92. (2) Το νέο καθεστώς επέφερε σηµαντικές καινοτοµίες. Ήταν υποχρεωτικό για κάθε χώρα και είχε τη µορφή πολυετούς προγράµµατος δεκαπενταετούς διάρκειας. Κάλυπτε τις ηλικίες ένταξης 55 έως 64 ετών και προέβλεπε χορηγούµενη ετήσια αποζηµίωση 720.000 δραχµών, προσαυξηµένη υπό προϋποθέσεις κατά 180.000 δραχµές, που καταβάλλονταν σε 12 µηνιαίες δόσεις. (1)Αγροτική Τράπεζα Ελλάδος, Έκθεση Εργασιών, Αθήνα :1990 27
(2)Commission of the EC, 1991 The development and future of the Common Agricultural Policy, Proposal of the Commission, Brussels Ωστόσο η σηµαντικότερη ίσως διαρθρωτική αλλαγή που επέφερε, ήταν η σύνδεση ένταξης στην πρόωρη συνταξιοδότηση µε την ταυτόχρονη εγκατάσταση ενός νέου στο αγροτικό επάγγελµα και τη διαδοχή. Ο Κανονισµός αυτός εφαρµόσθηκε στην Ελλάδα το 1994, µε την ενσωµάτωσή του στο 2 ο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης. Το 1999, µε τη θέσπιση του Κανονισµού 1257 και την ενσωµάτωση του στην τρέχουσα, Τρίτη Προγραµµατική Περίοδο, άρχισε να εφαρµόζεται το ισχύον σύστηµα Πρόωρης Συνταξιοδότησης, που σε µεγάλο βαθµό ακολουθεί τις κατευθύνσεις του προηγουµένου. Πιο αναλυτικά, οι δικαιούχοι του προγράµµατος πρέπει να πληρούν τις παρακάτω προϋποθέσεις: Να έχουν ηλικία 55 έως 64 ετών. Να έχουν ασκήσει τη γεωργική δραστηριότητα κατά κύριο επάγγελµα για τουλάχιστον 10 έτη πριν την ένταξή τους στο πρόγραµµα. Να είναι µόνιµοι κάτοικοι του Νοµού εντός του οποίου βρίσκεται η εκµετάλλευσή τους. Να είναι κάτοχοι και αρχηγοί αγροτικών εκµεταλλεύσεων ελάχιστου µεγέθους (30 στρέµµατα για ξηρικές καλλιέργειες, 12 στρέµµατα για ποτιστικές, θερµοκήπια και δενδρώδεις, 6 για καπνό και αµπέλια). Να παραχωρούν οριστικά ή µε µίσθωση το σύνολό της γεωργικής εκµετάλλευσης και των δύο συζύγων, στο «διάδοχο γεωργό». Κατ εξαίρεση µπορούν να κρατήσουν το 10% της γεωργικής τους έκτασης και όχι περισσότερο από 5 στρέµµατα ξηρικά ή ισοδύναµα, για την παραγωγή προϊόντων αποκλειστικά για αυτοκατανάλωση. Να παύουν οριστικά κάθε γεωργική δραστηριότητα αµέσως µετά την ένταξή τους στους δικαιούχους του προγράµµατος. Το ύψος της ετήσιας αποζηµίωσης ανέρχεται σε 3.733 ΕΥΡΩ, προσαυξηµένο κατά 700 ΕΥΡΩ, όταν ο διάδοχος είναι ηλικίας 20-30 ετών, ή διαµένει σε παραµεθόριο περιοχή. Όταν συµπληρώσουν το 65 έτος και συνταξιοδοτούνται από τον ΟΓΑ, γίνεται συµψηφισµός Πρόωρης Σύνταξης και της 28
εκάστοτε χορηγούµενης κατώτερης σύνταξης γήρατος ΟΓΑ στο ύψος της Πρόωρης. Οι προϋποθέσεις αυτές, συνδυάζονται µε παράλληλη ανάληψη υποχρεώσεων και προϋποθέσεων ένταξης του διαδόχου γεωργού, ο οποίος εκτός των άλλων πρέπει : Να έχει ηλικία 20 έως 39 ετών. Να έχει επαρκή επαγγελµατική ικανότητα. Να ασκήσει τη γεωργία κατά κύρια απασχόληση και να διατηρήσει την εκµετάλλευση που του µεταβιβάστηκε για διάστηµα τουλάχιστον ίσο µε την παραµονή του δικαιούχου στο πρόγραµµα. Να διευρύνει το µέγεθος της εκµετάλλευσης και την απασχόληση σε αυτή, µε βάση κάποια ελάχιστα όρια. Οι νέοι που διαδέχονται άτοµο που εντάχθηκε στο πρόγραµµα Πρόωρης Συνταξιοδότησης, έχουν προνοµιακή πρόσβαση στα υπάρχοντα κίνητρα νέων αγροτών, τα σπουδαιότερα εκ των οποίων είναι : Η πριµοδότηση πρώτης εγκατάστασης. Ο χαµηλότοκος δανεισµός για την αντιµετώπιση των δαπανών πρώτης εγκατάστασης. Ενισχύσεις για επενδύσεις στη βάση Σχεδίου Βελτίωσης. Μέτρα για τη µείωση αµοιβών δικηγόρου και συµβολαιογράφων. Μέτρα για τη µείωση του κόστους των αγροτικών κατασκευών. Μέτρα για την χορήγηση ποσοστώσεων και ικαιωµάτων από το Εθνικό Απόθεµα. Φορολογικά µέτρα και ιδίως αυτά που αφορούν το φόρο κληρονοµιάς και µεταβίβασης αγροτικής εκµετάλλευσης ή την αγορά γης. Παρά το γεγονός ότι η ύπαρξη διαδόχου γεωργού αποτελεί συχνά εµπόδιο επέκτασης των Προγραµµάτων Πρόωρης Συνταξιοδότησης, τα κίνητρα που προβλέπονται για τους νέους, αποτελούν παράλληλα κίνητρο, ασκούν πίεση και ενθαρρύνουν την πρώιµη παύση της γεωργικής δραστηριότητας της ηλικιακής κατηγορίας 55-65 ετών. Οι πίνακες ΙΙΙ.1και ΙΙΙ.2 παρουσιάζουν την υφιστάµενη κατάσταση του αριθµού δικαιούχων για το µέτρο 2079/92 και 1257/99 αντίστοιχα. 29
Πίνακας III.1 : Αριθµός πρόωρης συνταξιοδότησης αγροτών µε βάση το Πρόγραµµα του Κανονισµού 2079/92 και κατανοµή δικαιούχων κατά φύλο. Ηλικία Αίτησης Αριθµός δικαιούχων Ποσοστό ανδρών Ποσοστό γυναικών 55 5887 59,7 40,2 56 3862 59,9 40,0 57 3645 60,0 39,9 58 3546 60,2 39,7 59 3405 61,0 38,9 60 2928 59,9 40,0 61 2334 61,2 38,7 62 1688 60,9 39,1 63 1077 63,6 36,3 64 535 63,3 36,6 ΣΥΝΟΛΟ 28907 60,4 39,6 Πηγή Αγροτική Τράπεζα Ελλάδος Πίνακας III.2: Αριθµός πρόωρης συνταξιοδότησης αγροτών µε βάση το Πρόγραµµα του κανονισµού 1257/99 και κατανοµή δικαιούχων κατά φύλο. Ηλικία Αίτησης Αριθµός δικαιούχων Ποσοστό ανδρών Ποσοστό γυναικών 55 10.393 49,822 50,178 56 5.649 50,416 49,584 57 3.280 48,171 51,829 58 2.324 48,365 51,635 59 1.998 46,897 53,103 60 1.492 46,046 53,954 61 1.304 49,008 50,997 62 1.029 48,299 51,701 63 631 48,811 51,189 64 344 50,581 49,419 30
ΣΥΝΟΛΟ 28444 49,1 50,9 Πηγή : Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος Από τον πρώτο πίνακα προκύπτει, ότι 28.907 αγρότες ηλικίας 55-64 ετών λαµβάνουν πρόωρη συνταξιοδότηση. Το ειδικό βάρος των συγκριτικά νεώτερων ηλικιών κατά το έτος εισόδου είναι αυξηµένο, όπως επίσης και το ποσοστό των ανδρών έναντι των γυναικών. Όπως προκύπτει από τον δεύτερο πίνακα, µε βάση τον κανονισµό 1257/99, 28.444 δικαιούχοι λαµβάνουν πρόωρη συνταξιοδότηση. Οι δικαιούχοι των συγκριτικά νεωτέρων ηλικιών παραµένουν σαφώς πολυπληθέστεροι, ενώ η κατανοµή κατά φύλο έχει εξοµαλυνθεί. Συνεπώς κατά την τρέχουσα Τρίτη Προγραµµατική Περίοδο, συνολικά 57.351 αγρότες συνταξιοδοτούνται πρόωρα. Τα µέτρα αυτά αποτελούν τον Άξονα 1 του Εγγράφου Προγραµµατισµού Αγροτικής Ανάπτυξης και αναµένεται να απορροφήσουν 1.193 εκατοµµύρια Ευρώ ή το 44% των συνολικών δηµοσίων δαπανών του Εγγράφου. Η πορεία εφαρµογής τους κρίνεται ικανοποιητική, σε βαθµό πλέον που υπάρχει πρόβληµα µηδενικής Κοινοτικής συµµετοχής στις δαπάνες ένταξης νέων δικαιούχων. Αξίζει να τονισθεί ο,τι εκτός της Ελλάδας, ουσιαστικά προγράµµατα πρόωρης συνταξιοδότησης εφαρµόζουν µόνο η Γαλλία και η Ιρλανδία και δευτερευόντως η Ισπανία και η Φιλανδία. Στον πίνακα ΙΙΙ.3, παρουσιάζεται η κατανοµή των δικαιούχων ανά Νοµό. Πίνακας ΙΙΙ.3 : Αριθµός δικαιούχων πρόωρης συνταξιοδότησης µε βάση τους Κανονισµούς 2079/92 και 1257/99 ανά Νοµό ΝΟΜΟΣ Κανονισµός 2079/92 Κανονισµός 1257/99 ΑΘΗΝΩΝ 50 12 ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ 2589 2160 ΑΡΓΟΛΙ ΟΣ 323 360 ΑΡΚΑ ΙΑΣ 479 529 ΑΡΤΗΣ 244 371 ΑΧΑΪΑΣ 454 796 ΒΟΙΩΤΙΑΣ 49 71 ΓΡΕΒΕΝΩΝ 587 483 ΡΑΜΑΣ 311 449 31