ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Κ. ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ. Φοιτήτρια : Σαρρή Βασιλική Α.Μ. :

Σχετικά έγγραφα
Μάθημα: «Εφαρμογές Δημοσίου Δικαίου» ΘΕΜΑ: ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

Εργασία στο μάθημα των Εφαρμογών Δημοσίου Δικαίου με θέμα την Κριτική της Στάθμισης

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

«ΥΠΑΓΩΓΗ ΘΕΣΜΙΚΗ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ ΩΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΤΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΣΤΟ ΠΕΔΙΟ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ»

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Διοικητικό Δίκαιο Ι. Μαθητική σχέση έννομη σχέση δημόσιου διοικητικού δικαίου. Αντικείμενο Διοικητικού Δικαίου Διοίκηση

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ

«Η ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Η Αρχή της Νομιμότητας ως Οριοθέτηση των Συνταγματικών Δικαιωμάτων

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 1: Κράτος Δικαίου 1

Θέμα: «Η ιστορική μέθοδος ερμηνείας» Υπεύθυνος καθηγητής: κ. Ανδρέας Δημητρόπουλος

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ AΘΗΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΕΤΟΥΣ

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ : Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΛΟΥΚΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2003

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ :

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Προλογικό σημείωμα... Εισαγωγικές παρατηρήσεις... 1

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η εφαρµογή του δικαιώµατος της επικοινωνίας στον οικογενειακό χώρο» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΠΕΡΓΙΑΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

Άποψη περί εφαρμογής ν 4030/2011.

Περιεχόμενα. Χουρδάκης Ευστράτιος Σελίδα 1

Η ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ 1. ΟΙ ΙΣΧΥΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΕ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΥΠΕΡΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ (ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ)

Σελίδα 1 από 5. Τ

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε. ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Διοικητικό Δίκαιο. Εισαγωγή στο Διοικητικό Δίκαιο 1 ο Μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

1ο Κεφάλαιο Το δικαίωµα του συνεταιρίζεσθαι στα πλαίσια του άρθρου 12 του Συντάγµατος

Θέµα εργασίας: «Θεσµική εφαρµογή των θεµελιωδών δικαιωµάτων».υπόθεση Κλόντια Σίφερ.

ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

Το Δίκαιο, η Νομική Επιστήμη και η σημασία τους για τις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές. Αναλυτικό διάγραμμα του μαθήματος της Δευτέρας 5/10/2015

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΑΡ. 1 /2005

ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΜΙΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΥΝΗΘΗ ΛΑΘΗ ΚΑΙ ΑΣΤΟΧΙΕΣ

Βουλή είναι εξοπλισμένη με αναθεωρητική αρμοδιότητα. Το ερώτημα συνεπώς που τίθεται αφορά την κατά χρόνον αρμοδιότητα αυτού τούτου του αναθεωρητικού

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Ε.Ε. ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗ ΛΗΘΗ

«ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ Ο.Σ.Π.Α.»

της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/>

ΘΕΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ : ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΕΡΓΑΣΙΑ. «Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας, ως γενικής συνταγµατικής αρχής της ελληνικής έννοµης τάξης»

Διοικητικό Δίκαιο. Αστική ευθύνη του δημοσίου 1 ο μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

Εισαγωγή Ι. Ο προβληματισμός για την αρχή της αμεσότητας

Προπτυχιακή Εργασία. Παληοθόδωρου Ευσταθία. Σύγκρουση Δικαιωμάτων 1. ΤΑ ΑΤΟΜΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ: ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗ-ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

5419/16 εγκρίθηκε από την ΕΜΑ, 2ο τμήμα, στις Οι δηλώσεις και/ή οι αιτιολογήσεις ψήφου επισυνάπτονται στο παρόν σημείωμα.

Ν.1850 / Κύρωση του Ευρωπαϊκού Χάρτη της Τοπικής Αυτονοµίας

Με το παρόν σας υποβάλουµε τις παρατηρήσεις της ΑΠ ΠΧ επί του σχεδίου κανονισµού της Α ΑΕ σχετικά µε τη διασφάλιση του απορρήτου των επικοινωνιών.

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 30ής Απριλίου 2010

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

Διοικητικό Δίκαιο. Δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα και δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά δικαιώματα.

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Α ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΤΟΣ:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. V. Η εμπιστοσύνη ως αυτόνομο θεμέλιο ευθύνης του παραγωγού 17

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Ενωμένη στην πολυμορφία EL 2013/0402(COD) της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων ΙΙ (ΣτΕ 438/2001)

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Ενωμένη στην πολυμορφία EL 2009/2170(INI) Σχέδιο έκθεσης Diana Wallis (PE )

Θέμα: «Δημόσια Διαβούλευση Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας».

ΕΡΓΑΣΙΑ 6 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΙΚΑΙΩΜΑ ΕΠΙ ΤΗΣ Ι ΙΑΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ

Σχετ: Το από ηλεκτρονικό μήνυμά σας (αρ. πρωτ. εισερχ. 1399/ ). Θέμα: Σ/Ν περί ενσωμάτωσης Οδηγίας 2004/113/ΕΚ.

Ημερ: Αρ. Πρωτ.:1571 Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων Λεωφ. Κηφισίας 60, Μαρούσι Αθήνα, ΤΚ 15125

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Δεύτερη Γραπτή Εργασία. Διοικητικό Δίκαιο. Θέμα

05 Ευτυχία Γ. Αρµένη Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΣΟΤΗΤΑΣ

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

ΕΡΓΑΣΙΑ. Επιµέλεια εργασίας: Πολίτης Σπύρος Εmail: ιδάσκων: ηµητρόπουλος Ανδρέας ΙΑΓΡΑΜΜΑ. 2.Σχολιασµός απόφασης

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΟΙΚ. ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Δ/ΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Τ.Α. ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝ. Δ/ΣΗΣ & Π/Υ. Αθήνα 12 Νοεμβρίου 2013

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ Β : TO ΔΙΚΑΙΟ

Μετάφραση και δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας (DGT/2013/TIPRs)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Transcript:

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Κ. ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Φοιτήτρια : Σαρρή Βασιλική Α.Μ. : 1340200200990 2009

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΕΝΝΟΙΑ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΜΕΝΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΜΕΝΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΣΥΡΡΟΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΥΠΟΘΕΣΗ LUETH ΥΠΟΘΕΣΗ BLINKFUER ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΣΤΑΘΜΙΣΗΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΤΗΣ ΣΤΑΘΜΙΣΗΣ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΣΤΑΘΜΙΣΗΣ ΣΧΕΣΗ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΑΘΜΙΣΗΣ ΤΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΡΙΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΘΟΔΟ ΣΤΑΘΜΙΣΗΣ ΤΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΓΟΣΔ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ ΣΧΕΣΗ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΤΑΘΜΙΣΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ CONCLUSION ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στάθμιση Η αρμονική συμβίωση των πολιτών αποτελεί για κάθε ανθρώπινη κοινωνία πρωταρχικό της στόχο, όμως στην πράξη επιτυγχάνεται με δυσκολία κάτι τέτοιο. Το καίριο ζήτημα που δημιουργείται είναι ότι οι φορείς των δικαιωμάτων είστε εσκεμμένα είτε παρά τη θέλησή τους καταστρατηγούν τα δικαιώματά των συμπολιτών τους. Η πρακτική εφαρμογή των συνταγματικών δικαιωμάτων αποτελεί πράγματι τραχύ πεδίο δοκιμασίας και επαλήθευσης των διαφόρων θεωριών. Η «αλήθεια» των ποικίλων θεωριών δοκιμάζεται στην πρακτική τους εφαρμογή όταν καλούνται να επιλύσουν δεδομένες διαφορές και να άρουν πραγματικές συγκρούσεις και σ αυτό το πεδίο η παραδοσιακή θεωρία και η «στάθμιση», στην οποία καταλήγει δοκιμάζεται έντονα. Σύγκρουση δικαιωμάτων είναι η ταυτόχρονη αναγνώριση και νομική άσκηση των δικαιωμάτων περισσοτέρων φορέων κατά τρόπο ώστε η νόμιμη άσκηση του δικαιώματος του ενός να περιορίζει την επίσης νόμιμη άσκηση του δικαιώματος. Ιστορική αναδρομή Η έννοια της δικαιοσύνης με το πέρασμα των αιώνων παραλλάσσεται χωρίς να μένει στάσιμη στην αλλαγή των εννόμων τάξεων. Η αποστολή της κοινωνικής πραγματικότητας συνίσταται στην παρακολούθηση των κοινωνικοοικονομικών εξελίξεων, μονίμως μεταλλασσόμενη ακολουθώντας την και η δικαιοσύνη. Το δίκαιο δεν υπήρξε ποτέ μια «στατική» έννοια, αντιθέτως η δυναμική του εμφανίζεται συνέχεια. Έργο του εφαρμοστή του δικαίου 1 1 Ο Κων/νος Τριανταφυλλόπουλος αναφερόμενος στους δικαστές χαρακτηριστικά θεωρεί ότι «ο δικαστής είναι ο κατ επάγγελμα κρίνων τον κόσμο»

είναι η ορθή ερμηνεία των νόμων με γνώμονα τον κοινωνικό χώρο κάθε εποχής όπως και την εκάστοτε αντίληψη για τη δικαιοσύνη. Ήδη στην αρχαία Αθηναϊκή Δημοκρατία αρχίζουν να εφμανίζονται οι ατομικές ελευθερίες, οι οποίες αποτελούν προστατευόμενες από το δίκαιο εκφάνσεις της ανθρώπινης δράσης. Η προσωπική ελευθερία βρίσκεται άρρηκτα και αρμονικά συνδυασμένη με την κρατική υπεροχή. Τα θεμελιώδη δικαιώματα στον αρχαίο κόσμο ισχύουν έναντι, τόσο της κρατικής, όσο και της ιδιωτικής εξουσίας. Η ιστορία του αγώνα της ανθρωπότητας για ελευθερία και δικαιοσύνη βρίσκει την αφετηρία της στον 13 ο αι. και τη συνέχισή της μέχρι σήμερα 2. Από το 1215 και την Magna Charta και την Γαλλική Διακήρυξη του 1789 με επιστέγασμα το γαλλικό Σύνταγμα του 1791 έως και τη σύγχρονη εποχή, οι μεταβολές που έχουν επέλθει στον τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων είναι καθοριστικές. Για να καταφέρουμε να κάνουμε ανάλυση της στάθμισης αρχικά κρίνεται σκόπιμο να δοθεί ένας ορισμός της έννοιας των συνταγματικών δικαιωμάτων. Σ.δ. είναι τα παρεχόμενα στα άτομα ως μέλη του κοινωνικού συνόλου θεμελιώδη πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά δικαιώματα, τα οποία αποτελούν τις κατά την αντίληψη του συντακτικού νομοθέτη βασικές εξειδικεύσεις της ανθρώπινης αξίας και των οποίων το αμυντικό περιεχόμενο στρέφεται κατά της κρατικής και κάθε άλλης εξουσίας, το προστατευτικό περιεχόμενο στρέφεται μόνον προς το κράτος αξιώνοντας την παροχή βοήθειας για την απόκρουση κάθε απειλής, το δε εξασφαλιστικό, εφόσον αναγνωρίζεται, στρέφεται επίσης προς το κράτος αξιώνοντας την παροχή των απαραίτητων μέσων για την άσκηση του δικαιώματος. Ο Jhering άνοιξε το δρόμο τον 19 ο αι. για την εκδοχή του κοινωνικού προβληματισμού στην προσέγγιση του δικαίου και στην αμφισβήτηση της νομικής τυποκρατίας. Την ίδια περίοδο και πάλι στη Γερμανία, η απήχηση του Marx, οδηγεί στη διαμόρφωση ενός νέου ρεύματος στο πλαίσιο της νομικής επιστήμης, του «νομικού σοσιαλισμού», με προεξάρχοντα τον Α. Menger. 2 Βλ. Α.Γ. Δημητρόπουλος, «Συνταγματικά δικαιώματα», τόμος Γ Ημίτομος 1 σελ. 4

Στα τέλη του 19 ου αι. και στις αρχές του 20 ου, διαμορφώνεται ένα ευνοϊκό κλίμα για την αμφισβήτηση, από τους ίδιους τους νομικούς, της νομικής τυποκρατίας και για την ανάγκη προσφυγής σε κοινωνικά δεδομένα κατά την προσέγγιση του δικαίου στο πλαίσιο της νομικής επιστήμης. Η νομική τυποκρατία, υπό τις διάφορες εκφάνσεις της, έδειχνε τις καταφανείς αδυναμίες της, αφού οι εξελίξεις στην κοινωνική πραγματικότητα ήταν αδύνατο να αντιμετωπισθούν με βάση την προσκολλημένη στο κείμενο του νόμου, στις νομικές έννοιες ή στα νομολογιακά προηγούμενα, ερμηνεία. Με αφετηρία τις απόψεις του Jhering για το δίκαιο, ως συνισταμένη αντιτιθεμένων συμφερόντων, η σχολή της στάθμισης των συμφερόντων αναζητά κατά την ερμηνεία του δικαίου, τις σταθμίσεις των συμφερόντων από το νομοθέτη. «Ο νομοθέτης» επισημαίνει ο Ph. Heck, κύριος εκπρόσωπος της Σχολής, «δεν είναι κάποιο φάντασμα, αλλά η συνοπτική ονομασία για τα συμφέροντα που στάθηκαν η αιτία για το νόμο». Είναι προφανές ότι παρόμοια εκτίμηση ξεφεύγει από τα όρια της αυστηρά λογικής μεθόδου ερμηνείας που περιορίζεται στον κανόνα η στάθμιση συμφερόντων ανοίγεται εκ των πραγμάτων, στην κοινωνική πραγματικότητα, εισάγοντας εξωνομικές κρίσεις στην αναζήτηση του νοήματος του κανόνα δικαίου. Η αναφορά στην κοινωνία ως χώρος διαπλοκής και ανταγωνισμού συμφερόντων, καθίσταται αναγκαία για την προσέγγιση του δικαίου από τη νομική επιστήμη 3. Στη σύγχρονη έννομη τάξη η διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν είναι απλά ιδιωτική υπόθεση, αλλά αποτελεί κρατικό σκοπό. Σ αντίθεση προς το παλαιό κράτος αποχής, στο σύγχρονο πλαίσιο τα συνταγματικά δικαιώματα τελούν υπό την εγγύηση του κράτους. Η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων βαίνει παράλληλα προς την μεταβολή του κράτους από κράτος αποχής σε προστατευτικό κοινωνικό κράτος δικαίου. Σύμφωνα με τη συνταγματική επιταγή, όλα τα κρατικά όργανα οφείλουν να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη άσκησή τους. Ειδικά μετά την συνταγματική αναθεώρηση του 2001, το 25 παρ. 1 θέτει ως κρατική αποστολή τη διασφάλιση όχι μόνο της ανεμπόδιστης αλλά και της αποτελεσματικής άσκησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων, οξύνοντας την κρατική υποχρέωση 3 Κοινωνιολογία του δικαίου, Σούρλας, σελ. 71-72-73.

για προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Κάθε κρατικό όργανο αποτελεί κατά το Σ εγγυητή της άσκησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων από κάθε φορέα. Η συνταγματική επιταγή απευθύνεται σε όλα τα κρατικά όργανα, προστατεύει όλους τους φορείς και αναφέρεται στην ανεμπόδιστη άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Η προστατευτική υποχρέωση δεν έχει ως αποδέκτες τους ιδιώτες. Το κράτος όμως δικαιούται να αξιώνει απ όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης (α 25 παρ. 4 Σ). Η προστατευτική υποχρέωση σε βάρος των ιδιωτών απαιτεί την μεσολάβηση νόμου. Συμφέρον - Έννοια Στο σημείο αυτό θα επιχειρηθεί μια αναφορά στην έννοια του συμφέροντος. Το δικ. είναι εξουσία που αναγνωρίζεται στο δίκαιο υπέρ ορισμένου προσώπου για την εξυπηρέτηση κάποιου νομικά σημαντικού συμφέροντος. Η εξυπηρέτηση αυτού του συμφέροντος είναι η αιτία που δικαιολογεί την εξουσία που παρέχεται στο δικαιούχο με το αναγνωριζόμενο δικαίωμα υπέρ αυτού. Το εξυπηρετούμενο συμφέρον μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ο ουσιαστικός λόγος ύπαρξης του δικαιώματος. Έτσι γίνεται σαφές ότι το συμφέρον είναι αναγκαίο στοιχείο του δικαιώματος, που του δίνει την απαιτούμενη τελολογική χροιά, που χαρακτηρίζει κάθε νομικό μόρφωμα. Είναι αντιληπτό ότι δεν ταυτίζεται με το δικαίωμα. Το δικαίωμα δεν είναι απλώς ένα νομικά προστατευόμενο συμφέρον, αλλά μέσο για την εξυπηρέτησή του. Είναι η τελολογικά συνδεόμενο με το εξυπηρετούμενο συμφέρον εξουσία, την οποία αναγνωρίζει το δίκαιο ως ανήκουσα σε ορισμένο πρόσωπο και της οποία η επίκληση και η άσκηση αφήνεται κατ αρχήν στην ελευθερία του δικαιούχου. Το έννομο συμφέρον μπορεί ειδικότερα να προστατεύεται από το δίκαιο, χωρίς να υφίσταται εξαρχής και αντίστοιχο δικαίωμα. Η προσβολή αυτού του εννόμου συμφέροντος μπορεί επιγενομένως να οδηγήσει στη δημιουργία δικαιώματος. Το δικαίωμα διαφοροποιείται από το συμφέρον κατά το γεγονός ότι είναι εξοπλισμένο με την εξουσία ικανοποίησης. Δικαιολογημένο Συμφέρον

Υπάρχει ότι η θυσία που επιβάλλεται στο θύμα κρίνεται κατώτερη από το όφελος που μπορεί να αποκομίσει μία ομάδα προσώπων ή το κοινωνικό σύνολο ως δικαιολογημένο συμφέρον θα πρέπει να νοηθεί το συμφέρον του κοινού για πληροφόρηση. Η επίκλησή του από το δράστη οδηγεί στη στάθμιση συμφερόντων. Πρέπει να ληφθούν υπόψη: α) η συνταγματική αναγνώριση της ελευθερίας έκφρασης του τύπου, β) δεοντολογικοί κανόνες δημοσιογραφικής συμπεριφοράς, γ) διεθνή κείμενα που έχουν διατυπωθεί σχετικά με τη θέση και τις δραστηριότητες του τύπου και συντελούν στη διαμόρφωση του περιεχομένου των συναλλακτικών ηθών και της αντικειμενικής καλής πίστης. Δικαιολογημένο Συμφέρον Συνέπειες 1. Το καθήκον επιμελείας που οφείλει να τηρεί ο τύπος όταν αφορά παρουσίαση πραγματικών γεγονότων αμβλύνεται σε περίπτωση θεμάτων που ενδιαφέρουν την κοινή γνώμη και βρίσκονται στο κέντρο της επικαιρότητας. Ο δικαστής πρέπει να λάβει υπόψη: α) την προσωπικότητα του θιγομένου είναι αναγκαία η πληροφόρηση αν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται έχει θέση στη δημόσια ζωή. β) τη φύση της πληροφορίας η εκτίμηση εξαρτάται από το περιεχόμενο της είδησης. Η προστασία είναι ασθενέστερη όταν πρόκειται για γεγονός που δικαιολογείται να περιέλθει στη γνώση τρίτων, διότι συμβάλλει στο σχηματισμό της κοινής γνώμης σε θέμα γενικού ενδιαφέροντος. γ) το σκοπό της πληροφόρησης και τα κίνητρα του δράση η ανάγκη δημοσιότητας ή προβολής μιας πληροφορίας εξαρτάται απ το συμφέρον που υπηρετεί. δ) τα μέσα με τα οποία αποκτήθηκε η πληροφορία. ε) τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες αποκτήθηκε. στ) Τέλος το δικαστήριο πρέπει να κρίνει αν η προσβολή της προσωπικότητας υπήρξε σημαντική. Συρροή θεμελιωδών δικαιωμάτων

Η συρροή θεμελιωδών δικαιωμάτων, ως ένα παράλληλο πρόβλημα εκείνου της σύγκρουσης των θεμελιωδών δικαιωμάτων, θα μπορούσε να λεχθεί ότι εμφανίζεται μ αντίστροφο περιεχόμενο από τη δεύτερη. Τα ατομικά δικαιώματα αφορούν διάφορες και πολλαπλές περιοχές των ανθρώπινης ζωής. Οι περιοχές αυτές αναπόφευκτα αλληλοκαλύπτονται, εν μέρει τουλάχιστον κατά τέτοιο τρόπο ώστε μια ανθρώπινη ενέργεια να εμφανίζεται με περισσότερους νομικούς χαρακτηρισμούς, να είναι δηλαδή δυνατή η υπαγωγή της σε περισσότερες διατάξεις θεμελιωδών δικαιωμάτων. Με άλλα λόγια, η συρροή αναφέρεται στις περιπτώσεις εκείνες, μα και η αυτή ανθρώπινη ενέργεια εμπίπτει καθολικά ή μερικά όχι σε ένα, αλλά σε περισσότερα θεμελιώδη δικαιώματα. Έτσι το ίδιο περιστατικό, δηλ. η ίδια ανθρώπινη δραστηριότητα μπορεί να μπορεί να υπαχθεί στο πραγματικό περισσοτέρων κανόνων δικαίου που κατοχυρώνουν διάφορα ατομικά δικαιώματα. Δεν είναι συχνές οι περιπτώσεις που είναι προφανές ότι ένα μόνο δικαίωμα ισχύει και μία μόνο διάταξη εμφανίζεται ως εφαρμοστέα. Σε πολλές περιπτώσεις η συρροή δεν είναι αληθής αλλά φαινομενική. Η υπαγωγή μιας πράξης σε περισσότερα θεμελιώδη δικαιώματα αποτελεί τότε και μόνο ερμηνευτικό πρόβλημα, όταν δύο ή περισσότερα θεμελιώδη δικαιώματα, στα οποία υπάγεται η ενέργεια αυτή προβλέπουν διαφορετικής έκτασης περιορισμούς. Ο κανόνας «lex specialis derogate legi generalis» δηλαδή ειδική διάταξη υπερισχύει της γενικής διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο και βρίσκει πρόσφορο πεδίο εφαρμογής στο χώρο των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Σχέση γενικού προς ειδικό υφίσταται εφόσον το πραγματικό της lex specialis περιέχει όλα τα στοιχεία της lex generalis και επιπλέον ένα τουλάχιστο στοιχείο. Η ειδική διάταξη είτε αντιτίθεται στη γενική είτε την εκφράζει συγκεκριμενοποιώντας την, εξειδικεύοντάς την προηγείται απ αυτήν και εφαρμόζεται αποκλειστικά κατ αποκλεισμό της γενικής διάταξης. Μια δεύτερη αρχή που προϋποθέτει ίση νοηματική σχέση της πράξης προς δύο ή περισσότερα θεμελιώδη δικαιώματα, είναι η «in dubio pro libertate» που διαχέει την προστασία της προσωπικής ελευθερίας,

επιβάλλοντας να δεχτούμε πως εφόσον μια και η ίδια πράξη εμπίπτει εξίσου στο προστατευτικό περιεχόμενο περισσοτέρων θεμελιωδών δικαιωμάτων, τότε εφαρμόζεται η διάταξη με τους λιγότερους περιορισμούς. Σύγκρουση δικαιωμάτων Η πραγμάτωση του περιεχομένου των συνταγματικών δικαιωμάτων, όπως αντανακλάται στην ατομική και συλλογική δραστηριότητα παρουσιάζει το στοιχείο του ιδιαίτερου και του μοναδικού, ήτοι του εξατομικευμένου. Με δεδομένο το ότι τα συνταγματικά δικαιώματα αφορούν διάφορες περιοχής της ανθρώπινης ζωής, καθίσταται αναπόφευκτο γεγονός, αφενός το φαινόμενο της επικάλυψης και αλληλεπίδρασης αυτών των περιοχών, αφετέρου η αντιμετώπιση ενός «πραγματικού» περιστατικού μέσω της υπαγωγής σε κανόνες δικαίου, που κατοχυρώνουν διάφορα συνταγματικά δικαιώματα. Εδώ θεμελιώνεται η καθ όλα αποδεκτή άποψη ότι ο σπουδαιότερος ίσως περιορισμός των ατομικών αλλά και κοινωνικών δικαιωμάτων προέρχεται από την ανάγκη αμοιβαίας οριοθέτησης των βιοτικών σχέσεων που ρυθμίζουν, καθώς και ένταξής τους στο συνολικό πλαίσιο της συνταγματικής τάξης κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η συστηματική και τελολογική ενότητα του Συντάγματος. Έτσι πολλές φορές, καθίσταται ανέφικτη η υλοποίηση κοινωνικού δικαιώματος χωρίς αντίστοιχο περιορισμός ενός ατομικού. Πολύ γενικά θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι ανακύπτει κάποια «σύγκρουση» ανάμεσα στις συνταγματικά κατοχυρωμένες ατομικές ελευθερίες και τις αρμοδιότητες του δημοκρατικά νομιμοποιούμενου νομοθέτη, παρόλο που ορισμένες φορές η άσκηση της αρμοδιότητας είναι απαραίτητη για την κατοχύρωση της ελευθερίας 4. Το φαινόμενο της σύγκρουσης των δικαιωμάτων ανάγεται στο γενικότερο ζήτημα της σχέσης των δικαιωμάτων μεταξύ τους. Σαν ορισμός θα μπορούσε να δοθεί ο εξής: «Σύγκρουση συντ/κών δικαιωμάτων συντρέχει στην περίπτωση που δεν είναι δυνατή η ταυτόχρονη άσκηση περισσοτέρων δικαιωμάτων, οπότε η άσκηση του ενός δικαιώματος αποκλείει αναγκαστικά, ολικώς ή μερικώς τη σύγχρονη άσκηση του άλλου δικαιώματος. 4 Βλ. Χρυσόγονο Κ. Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, 2002, σελ. 102

Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι μια γενική έννοια της σύγκρουσης θεμελιωδών δικαιωμάτων είναι αυτή που υφίσταται ανάμεσα στις συνταγματικά κατοχυρωμένες ατομικές ελευθερίες και στις αρμοδιότητες του νομοθέτη, ο οποίος έχει νομιμοποιηθεί δημοκρατικά. Η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων είναι σχετική, καθώς συχνά για την υλοποίηση ενός κοινωνικού δικαιώματος απαιτείται ο περιορισμός ενός ατομικού, ενώ η άσκηση ενός και του αυτού δικαιώματος, εξίσου συχνά δεν μπορεί να ασκηθεί ταυτόχρονα από πολλούς φορείς. Σύγκρουση δικαιωμάτων υπό νομική έννοια συντρέχει ότι η άσκηση ενός θεμελιώδους δικαιώματος ενός προσώπου αποκλείει αναγκαίως, εν όλω ή εν μέρει, την ταυτόχρονη άσκηση του ίδιου ή άλλου θεμελιώδους δικαιώματος άλλου ή άλλων προσώπων. Χαρακτηριστικό της είναι ότι παρά το γεγονός ότι η άσκηση όλων των αντικρουόμενων κάθε φορά δικαιωμάτων απ όλους τους φορείς είναι νόμιμη, υπάρχει κάποιο θεμελιώδες δικαίωμα το οποίο θίγεται. Κάποιοι αντιτιθέμενοι στη θεωρία αυτή υποστήριξαν ότι δεν μπορεί να υφίσταται στην ουσία νομικό ζήτημα σύγκρουσης δικαιωμάτων από τη στιγμή που σκοπός του δικαίου είναι η ρύθμιση των ανθρωπίνων συμπεριφορών κατά τέτοιο τρόπο ώστε ν αποφεύγεται η μεταξύ τους σύγκρουση. Σ αυτό το επιχείρημα βασιζόμενοι, μεταξύ άλλων, μερίδα νομικών επιστημόνων υποστηρίζει την μη ύπαρξη της «νομικής» σύγκρουσης αλλά την ύπαρξη μόνο μιας «πραγματικής» σύγκρουσης μεταξύ των δικαιωμάτων η οποία και συνιστά την αποδοκιμαζόμενη από το δίκαιο παραβίαση του δικαιώματος του άλλου. Πραγματική σύγκρουση Συνίσταται στην προσβολή των δικαιωμάτων των άλλων, χωρίς αναγνώριση από το δίκαιο, το οποίο αποδοκιμάζει την εν λόγω παραβίαση. Κατά την πραγματική σύγκρουση ο ένας από τους φορείς, ο επιτιθέμενος, δραστηριοποιείται πέρα από το επιτρεπόμενο δικαϊκό πλαίσιο, ενεργώντας χωρίς δικαίωμα. Η άσκηση του δικαιώματος απ αυτόν δεν είναι νόμιμη και επομένως δεν πρόκειται για νομική σύγκρουση.

Πλαστότητα της «νομικής» σύγκρουσης δικαιωμάτων Κάποιοι θεωρητικοί υποστήριξαν ότι υφίσταται μια πλαστή εικόνα όσον αφορά τη «νομική σύγκρουση των δικαιωμάτων, η οποία έχει δημιουργηθεί από την ίδια την παραδοσιακή θεωρία, δηλαδή την ατομικιστική έννομη τάξη. Η θεωρία αυτή δε διέκρινε τον αμυνόμενο από τον επιτιθέμενο, την πραγματική σύγκρουση από την δικαϊκή άρση της, καθώς επιπλέον, δεν έθεσε ούτε σαφή όρια ως προς την άσκηση των δικαιωμάτων. Αντίθετα στη σύγχρονη έννομη τάξη όπου επικρατεί η ανθρωπιστική κοινωνική αρχή, δίνεται έμφαση στην άποψη ότι το άτομο, πέρα από δικαιώματα έχει και υποχρεώσεις, τα οποία βρίσκουν εφαρμογή και στο πλαίσιο των εννόμων διαπροσωπικών σχέσεων και θεσμών. Ως εκ τούτου οριοθετείται το δικαίωμα κάθε φορέα ως προς τα δικαιώματα των άλλων φορέων και παραμερίζεται πλέον η θεωρία της σύγκρουσης υπό νομική έννοια, δηλαδή της σύγκρουσης δύο δικαιωμάτων που ασκούνται κατά νόμιμο τρόπο. Στην πραγματικότητα ο ένας από τους δύο φορείς έχει θίξει τα δικαιώματα του άλλου, με αποτέλεσμα την ύπαρξη προσβολής δικαιώματος. Υπόθεση Lueth Ο Veit Harlan, δημοφιλής σκηνοθέτης του γερμανικού ναζιστικού καθεστώτος, είχε κινηματογραφική δραστηριότητα και μετά το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου. Ο διευθυντής της υπηρεσίας τύπου του Αμβούργου Lueth, προσπαθώντας να εμποδίσει μια νέα είσοδο του Harlan στο γερμανικό κινηματογράφο, τον κατηγορεί με ομιλία του σαν οπαδό του εθνικοσοσιαλισμού και παρακινεί το ακροατήριό του να μποϋκοτάρει την ταινία του Harlan. Το ίδιο επαναλαμβάνει και με επιστολή του στις εφημερίδες. Κατά του Lueth εγείρεται αγωγή με την οποία επιδιώκεται η καταδίκη του σε παράλειψη από τέτοιου είδους ενέργειες. Η αγωγή γίνεται δεκτή με την αιτιολογία ότι η συμπεριφορά αυτή του Lueth, σαν επέμβαση στη σφαίρα της επαγγελματικής δραστηριότητας του ενάγοντα αντίκειται στα χρηστά ήθη (826 γερμ. ΑΚ). Ο Lueth κατά της απόφασης αυτής εγείρει συνταγματική προσφυγή, η οποία και γίνεται δεκτή από το ΓΟΣΔ. Η προσφυγή βασιζόταν στο α. 5 του θεμ. Νόμου, ο οποίος κατοχυρώνει την

ελευθερία σκέψης και έκφρασης της γνώμης. Κατά το συνταγματικό δικαστήριο η ελευθερία εκφράσεως αποτελεί απαραίτητο στοιχείο της δημοκρατίας, αποτελεί τη βάση κάθε ελευθερίας. Το αξιολογικό περιεχόμενο του Σ πρέπει να εξασφαλίζεται σε όλες τις περιοχές του δικαίου. Το περιεχόμενο περιορίζει και την έννοια της γενικής ρήτρας του α. 826. Δεν έκρινε ορθά το κοινό δικαστήριο, ότι οι ενέργειες του Lueth είναι αντίθετες στα χρηστά ήθη. Το α 5 του θεμ. Νόμου προστατεύει όχι μόνο την απλή έκφραση γνώμης αλλά και την επιδιωκόμενη γενικότερη επίδραση. Το ενδιαφέρον του προσφεύγοντος ήταν ενδιαφέρον για το γερμανικό κινηματογράφο. Τα δημόσια συμφέροντα του Harlan πρέπει να υποχωρήσουν, εφόσον πρόκειται για δημόσια συζήτηση πάνω σε θέματα γενικής σημασίας. Κατά τη θεωρία της στάθμισης των συμφερόντων προβάλλει έντονα ο κίνδυνος των υποκειμενικών κρίσεων του πολιτειακού οργάνου. Η θεωρία αυτή βασίζεται στο ότι η διακριτική ευχέρεια που έχει, σ αυτές τις περιπτώσεις το αρμόδιο κρατικό όργανο πρέπει να ασκείται με κριτήρια αντικειμενικά και όχι με βάση αυθαίρετες κατατάξεις και υποκειμενικές εκτιμήσεις ιδεολογικής ή πολιτικής υφής. Όταν η εύλογη στάθμιση είναι και προφανής αυτή η ερμηνευτική υπόδειξη, εύστοχη στην αφηρημένη της διατύπωση, στηρίζει την ορθή και αποδεκτή λύση. Υπόθεση Blinkfuer (16-2-69) στάθμιση της οικονομικής ελευθερίας και ελευθεροτυπίας με την ελευθερία πνευματικών αντιθέσεων. Μετά την οικοδόμηση του τείχους του Βερολίνου, τρεις εκδοτικές εταιρείες εφημερίδων του συγκροτήματος Springer στο Αμβούργο, ανακοίνωσαν με έγγραφό τους προς τους πωλητές εφημερίδων να μην προβαίνουν στην πώληση εντύπων εφημερίδων που περιλαμβάνουν τη δημοσίευση των ραδιοφωνικών προγραμμάτων της Ανατολικής Γερμανίας, καθώς σε αντίθετη περίπτωση θα επανεξέταζαν το θέμα της συνέχισης των επαγγελματικών τους σχέσεων. Η εφημερίδα Blinkfuer που συνέχισε να δημοσιεύει ραδιοφωνικά προγράμματα της Ανατολικής Γερμανίας, είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση των πωλήσεών της, με αποτέλεσμα ο εκδότης της εφημερίδας να εγείρει αγωγή με την αιτιολογία ότι ο Springer, με την ενέργεια

επιδίωξε πολιτικούς σκοπούς και όχι ιδιοτελείς επαγγελματικούς σκοπούς, ώστε να προσβάλει την οικονομική επαγγελματική ελευθερία της Blinkfuer. Μετά την απόρριψη της αγωγής, ο εκδότης της Blinkfuer κατέθεσε συνταγματική αγωγή ενώπιον του ΓΟΣΔ. Το ΓΟΣΔ υποστήριξε ότι η έκκληση για οικονομικό αποκλεισμό επιτρέπεται μόνο ως μέσο του πνευματικού αγώνα γνωμών. Επιπλέον, πρέπει να περιορίζεται μόνο στη διακήρυξη των πεποιθήσεων και να μην εκτείνεται στη χρησιμοποίηση μέσων που στερούν από τον αντίπαλο τη δυνατότητα να αποφασίζει ελεύθερα και χωρίς οικονομικές πιέσεις. Η ελευθερία των πνευματικών αντιθέσεων δε συμβαδίζει με την οικονομική πίεση, η οποία κρίνεται παράνομη. Από τα ανωτέρω προκύπτει, ότι το ΓΟΣΔ, στη στάθμιση, στη συγκεκριμένη περίπτωση της οικονομικής ελευθερίας και της ελευθεροτυπίας του εκδότη της Blinkfuer και της ελευθερίας των πνευματικών αντιθέσεων του συγκροτήματος, υπερισχύει η οικονομική ελευθερία του εκδότη της Blinkfuer καθώς η ενέργεια του Springer δεν ασκείται εντός των ορίων της ελευθερίας των πνευματικών αντιθέσεων, αφού τείνει στον αποκλεισμό της κυκλοφορίας εντύπων λόγω του περιεχομένου τους και στην παρεμπόδιση της ελευθεροτυπίας μέσω της εκμετάλλευσης της ισχυρής θέσης αυτού που καλεί σε αποκλεισμό. Ως εκ τούτου, το ΓΟΣΔ έκανε δεκτή τη συνταγματική προσφυγή του εκδότης της Blinkfuer. Σύγκρουση θεμελιωδών δικαιωμάτων και περιορισμοί. Το θέμα της σύγκρουσης των θεμελιωδών δικαιωμάτων είναι στενά και άρρηκτα συνυφασμένο με το θέμα των περιορισμών των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Υφίσταται τριμερής διάκριση των περιορισμών σε απλές επιδράσεις απλούς περιορισμούς και προσβολές, τονίζοντας ότι οι δύο πρώτες κατηγορίες περιορισμών συνάδουν με τις Συνταγματικές επιταγές, ενώ οι προσβολές προσκρούουν στο ηθικοπολιτικό και νομικό περιεχόμενο των διατάξεων του Σ. Έρχονται σε άμεση ρήξη με το Σ, είναι αθέμιτοι και μη αιτιώδεις περιορισμοί, αντιβαίνουν στο όλο πνεύμα που διαπνέει το σύστημα δικαίου και ορθά το δίκαιο δεν μπορεί να κάνει τίποτε άλλο από το να τους αποδοκιμάζει.

Κρίνεται σκόπιμο ν αναφερθεί ότι ο σημαντικότερος περιορισμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων προέρχεται από την ανάγκη αμοιβαίων περιορισμών όσον αφορά στις βιοτικές σχέσεις που ρυθμίζουν και ένταξης στο συνολικό πλαίσιο της Σ/κής έννομης τάξης, κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται τόσο η συστηματική, όσο και η τελολογική ενότητα του Σ. Πολλές φορές είναι ανέφικτη η υλοποίηση ενός κοινωνικού δικαιώματος χωρίς αντίστοιχο περιορισμό ενός ατομικού. Οι περιορισμοί των θεμελιωδών δικαιωμάτων αποτελούν συχνά αναγκαία προϋπόθεση για την εν γένει άσκηση των δικαιωμάτων από τους άλλους, αλλά και από τους δικαιούχους τους ίδιους. Οι περιορισμοί και η αποτελεσματική άσκηση των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων τελούν υπό μία σχέση «αλληλεξάρτησης». Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Αριστόβουλος Μάνεσης «Η ελευθερία των άλλων δεν είναι μόνο όριο αλλά και προϋπόθεση για την ελευθερία του καθενός, όπως και η ελευθερία του καθενός είναι προϋποθέση για την ελευθερία όλων». Σύγκρουση θεμελιωδών δικαιωμάτων και διαπροσωπική ενέργεια Υπάρχει σχέση ανάμεσα στη σύγκρουση των δικαιωμάτων με τη θεωρία της διαπροσωπικής ενέργειας από το γεγονός ότι το Σ., αφενός αποδοκιμάζει απαγορεύει την επίθεση, αφετέρου επιδοκιμάζει προστατεύει την άμυνα, κάτι που προκύπτει εμφανώς από την διαπροσωπική εφαρμογή του αμυντικού περιεχομένου όλων των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Με την τοποθέτηση της απόλυτης αμυντικής ενέργειας των θεμελιωδών δικαιωμάτων στο πλαίσιο Άμυνας-Επίθεσης προκύπτει η λειτουργική της εξήγηση, που συνίσταται στην προστασία του αμυνόμενου από τον επιτιθέμενο. Τίθεται αφενός ανεξάρτητα από το ζήτημα της διαπροσωπικής ενέργειας και αφετέρου συνδεόμενο μ αυτό. Η διαπροσωπική εφαρμογή δημιουργεί για την ατομικιστική παράδοση και για όποια σύγχρονη νομική σκέψη δεν έχει αποβάλει τα κατάλοιπα του ατομικισμού, που επηρεάζεται στενά από τον τρόπο της εφαρμογής των δικαιωμάτων αυτών στις διαπροσωπικές σχέσεις.

Το ζήτημα της σύγκρουσης των δικαιωμάτων δεν είναι θέμα τριτενέργειας. Το αν υπάρχει ή όχι ζήτημα σύγκρουσης δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από την «τριτενέργεια». Δε δημιουργείται μόνο εφόσον αποδεχτούμε την τριτενέργεια. Αν πραγματικά υπάρχει ζήτημα σύγκρουσης δικαιωμάτων, η άρνηση της τριτενέργειας το συγκαλύπτει, ενώ η αποδοχή της το αποκαλύπτει εφόσον εφαρμόζονται τα θεμελιώδη δικαιώματα στις σχέσεις περισσοτέρων φορέων των δικαιωμάτων. Επομένως σε καμιά περίπτωση δεν πρόκειται, αν όντως υπάρχει ζήτημα σύγκρουσης θεμελιωδών δικαιωμάτων να εμποδιστεί με το αρνηθούμε την τριτενέργεια. Άλλωστε δεν είναι αυτή η διαπροσωπική εφαρμογή των δικαιωμάτων που γεννά το ζήτημα της συγκρούσεώς του, αλλά η δομή και η λειτουργία της ατομικιστικής έννομης τάξης. Μέθοδοι άρσης της σύγκρουσης των θεμελιωδών δικαιωμάτων Το δίκαιο δεν είναι δυνατό στα πλαίσια της σύγχρονης ανθρωπιστικής έννομης τάξης, να επιτρέπει και να απαγορεύει την ίδια συμπεριφορά. Τα θεμελιώδη δικαιώματα ρυθμίζονται πλέον όχι σαν αλληλοσυγκρουόμενα, αλλά σαν αρμονικά ασκούμενα δικαιώματα. Η αρμονική συμβίωση μεταξύ των φορέων του δικαίου συνιστά την αποστολή και την αξία του ίδιου του δικαίου, η οποία είναι δικανική άρση των πραγματικών συγκρούσεων μέσω της απονομής της δικαιοσύνης. Εφόσον πράγματι υπάρχει πραγματική σύγκρουση ανάμεσα στους φορείς των θεμελιωδών δικαιωμάτων, είναι αυτονόητο ότι κάποιος από τους φορείς δεν άσκησε το δικαίωμά του μέσα στα επιβαλλόμενα από το Σύνταγμα όρια, δηλαδή «ενήργησε χωρίς δικαίωμα» κατά τη χαρακτηριστική έκφραση του Α.Γ. ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ. Τα κρατικά όργανα οφείλουν να αίρουν τις συγκρούσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Η συνταγματική επιταγή του 25 παρ. 1 Σ σκιαγραφεί με τον καλύτερο τρόπο αυτή την υποχρέωση, κατά την οποία τα κρατικά όργανα οφείλουν να εξασφαλίζουν την ακώλυτη άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Θεωρείται ακόμη απαραίτητο να γίνει μια διασαφήνιση, που συνεχώς ακολουθεί κάθε προσπάθεια δικανικής άρσης των συγκρούσεων τα διάφορα

θεμελιώδη δικαιώματα ως καταχωρημένα στο Σ. δικαιώματα δεν τελούν σε κάποια σχέση ιεραρχίας, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Α. Ι. Μάνεσης: «Το Σ. δεν καθιερώνει καμία ιεράρχηση μεταξύ των ατομικών ελευθεριών». Άρα κατά το Σ. δεν υπάρχουν περισσότερο σημαντικά θεμελιώδη δικαιώματα. Τα θεσπισμένα δικαιώματα νομικά είναι ίσης αξίας είναι ισότιμες όλες οι ατομικές ελευθερίες ως προϊόν της ίδιας κυρίαρχης συντακτικής βούλησης, που προβαίνει στην προστασία τους είτε συγκεκριμενοποιώντας τις θεσπισμένες γενικότερες αρχές είτε προβλέπει γι αυτές όσους περιορισμούς ή εξαιρέσεις έκρινε σκόπιμους. Άρα, οποιαδήποτε προσπάθεια άρσης των πραγματικών συγκρούσεων πρέπει να βασίζεται στην τυπική νομική ισοδυναμία των Συνταγματικών Διατάξεων και να μην αεροβατεί σε γενικές (in abstracto) προτιμήσεις ενός συνταγματικού θεμελιώδους δικαιώματος εκτός αν μεταξύ τους υπάρχει σχέση ειδικότητας. Λύση στο πρόβλημα της σύγκρουσης των θεμελιωδών δικαιωμάτων ίσως να μπορούσε να δοθεί με βάση μια «ad hoc σχέση προτίμησης ανάμεσά τους, με γνώμονα τη βέλτιστη δυνατή έκβαση στη σύγκρουση των διακυβευομένων δικαιωμάτων και εννόμων αγαθών». Είναι δεδομένο ότι η διαφοροποίηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων με τα προαναφερόμενα άρθρα δεν αντικατοπτρίζει μια γενική τυπική ανωτερότητα ούτε μια γενική ιεράρχηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και σαφώς δεν αποτελεί γενικό κριτήριο δικανικής άρσης μιας συγκεκριμένης σύγκρουσης δύο θεμελιωδών δικαιωμάτων. Η θεωρία της Στάθμισης Σε μια προσπάθεια να παρουσιάσουμε τη νομική θεωρία της στάθμισης αντιμετωπίζει αρκετές δυσκολίες. Παρά τη γενικότερη αποδοχή της δεν υπάρχει μια συγκροτημένη θεωρία στάθμισης ανάλογη της μεγάλης σοβαρότητας του όλου θέματος. Δεν έχει προχωρήσει τόσο η θεωρητική επεξεργασία της στάθμισης, ώστε να παρέχει σαφή εικόνα της έννοιας, των περιπτώσεων εφαρμογής και όλων των ιδιαιτεροτήτων αυτής της μεθόδου. Πολλά ζητήματα, που αφορούν την αποτελεσματικότητα και τη συμβατότητα της μεθόδου με βασικές συνταγματικές αρχές, παραμένουν ακαθόριστα. Η θολή εικόνα που διατηρείται γύρω από τη στάθμιση εξακολουθεί να ενισχύει

την αυθόρμητη αποδοχή της. Πραγματικά η στάθμιση είναι περισσότερο αποτέλεσμα «αυθόρμητης αποδοχής» παρά εμπεριστατωμένης επιστημονικής έρευνας. Περιπτώσεις εμφάνισης της στάθμισης Παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον το πεδίο εφαρμογής της στάθμισης. Η μέθοδός της δεν είναι γενική, σε κάθε περίπτωση εφαρμοζόμενη μέθοδος διάκρισης της νομιμότητας από την παρανομία. Διαφέρει από τη συμβολική στάθμιση που έχει θέση παντού, γιατί δε χρησιμοποιείται σε κάθε περίπτωση. Ως νομική μέθοδος χρησιμοποιείται απ τον δικαστή σε ορισμένες «εξαιρετικά δυσχερείς» περιπτώσεις, στις οποίες η διάκριση του νομίμου από το παράνομο εμφανίζει μεγάλη δυσκολία ή τουλάχιστον δεν είναι εξαρχής ορατό. Όταν είναι ευκρινής η διάκριση της νομιμότητας από την παρανομία η στάθμιση φαίνεται μάλλον περιττή. Σε αντίθετη περίπτωση ο εφαρμοστής του δικαίου καταφεύγει στη στάθμιση. Αποτελεί η στάθμιση το «έσχατο καταφύγιο» για την επίλυση των «δυσχερών διαφορών», που στις νομιμοφανείς συγκρούσεις, στις συγκρούσεις που και τα δύο μέρη της διαφοράς «ευλόγως» διεκδικούν υπέρ αυτών τη νομιμότητα. Οι δυσχερείς περιπτώσεις στις οποίες ο κριτής προσφεύγει στη στάθμιση είναι περιπτώσεις συγκρούσεων. Αναδεικνύεται έτσι η στενή σχέση, που υπάρχει ανάμεσα στη στάθμιση και τη σύγκρουση, που αποτελεί το θεωρητικό και πραγματικό της υπόβαθρο. Η σύγκρουση προσφέρει την πρακτική και θεωρητική βάση, πάνω στην οποία οικοδομείται η στάθμιση. Η πραγματική σύγκρουση των φορέων και των συμφερόντων τους αποτελεί την πραγματική βάση, το πραγματικό επί του οποίου βασίζεται η στάθμιση. Η σύγκρουση είναι το ίδιο το πρόβλημα, ενώ η στάθμιση, η μέθοδος λύσης του προβλήματος. Δύο μέρη, δύο δικαιώματα, δύο αγαθά, δύο μεγέθη γενικότερα σταθμίζονται, επειδή συγκρούονται και για να αρθεί η σύγκρουσή τους. Αντιθέτως, δεν υπάρχει ανάγκη στάθμισης αν δεν έχει προηγηθεί σύγκρουση. Η σύγκρουση είναι η causa της στάθμισης. Υπό το ανωτέρω πρίσμα η στάθμιση θα μπορούσε να ορισθεί, ως «νομική μέθοδος άρσης των συγκρούσεων». Κριτήρια στάθμισης

Προφανώς μια επιστημονικά τεκμηριωμένη μέθοδος στάθμισης θα έπρεπε να είχε εφαρμογή σε όλες τις περιπτώσεις «απλές» και «δύσκολες», εμφανείς και νομιμοφανείς. Θα ήταν δικαιολογημένη η διαφοροποίηση ως προς την ακολουθούμενη μέθοδο προσδιορισμού του παρανόμου μόνο στην περίπτωση που βασιζόταν σε κάποιο συγκεκριμένο κριτήριο. Μεγαλύτερη δυσκολία εμφανίζεται αναφορικά με τα κριτήρια στάθμισης, δηλαδή τα «νομικά σταθμά» με τα οποία σταθμίζεται κάθε υπόθεση. Δεν προτείνονται συγκεκριμένα κριτήρια μέσω της θεωρίας αυτής, με τη βοήθεια των οποίων θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί η νομική αξιολόγηση, κριτήρια γενικά εφαρμοζόμενα σε κάθε περίπτωση, καθόσο τα μέτρα και τα σταθμά της δικαιοσύνης δεν μπορούν ν αλλάζουν από περίπτωση σε περίπτωση αλλά πρέπει να είναι τα ίδια για όλους. Σε κάθε περίπτωση οποιαδήποτε στάθμιση προϋποθέτει τα κριτήρια με τα οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί στάθμιση αυτού του είδους. Αν δεν ίσχυε η αρχή της τυπικής ισοδυναμίας θα έπρεπε να υπάρχουν συγκεκριμένα αντικειμενικά και μόνιμα κριτήρια για τη λειτουργία της στάθμισης. Προκύπτουν ενστάσεις αναφορικά προς τα κριτήρια αυτά. Αρχικά, η έλλειψη επιστημονικών κριτηρίων. Δεν έχουν προταθεί απ την επιστήμη αντικειμενικά και μόνιμα κριτήρια που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως σταθμά in abstracto. Ακόμη όμως κι αν υπήρχαν και αν είχαν προταθεί ικανοποιητικά επιστημονικά κριτήρια, θα ήταν απαραίτητη η expressis verbis συνταγματική τους θεμελίωση ακριβώς διότι θα εισήγαγαν εξαιρέσεις από την αρχή της τυπικής ισοδυναμίας. Αποτελέσματα στάθμισης Η ασάφεια και η αοριστία που είναι αποτέλεσμα της έλλειψης σαφών και αντικειμενικών κριτηρίων, δυσχεραίνουν σε σημαντικό βαθμό την κατάσταση και οδηγούν σε ανασφάλεια του δικαίου. Έγκειται εκτός των άλλων η ασάφεια της μεθοδολογίας αυτής στο ότι οποιοδήποτε συμφέρον εύκολα μπορεί να παρουσιαστεί ως υψηλή αξίας. Κατηγορείται συχνά για έλλειψη αντικειμενικότητας η στάθμιση. Με τον τρόπο που εφαρμόζεται έχει έντονο «μονομερή χαρακτήρα» υπό το πρίσμα

ότι η «αδύναμη» διάταξη τις περισσότερες φορές συνολικά απομακρύνεται από τη συγκεκριμένη περίπτωση. Ο αποκλεισμός συνταγματικής διάταξης από το πεδίο εφαρμογής της δημιουργεί μεγάλα προβλήματα και δεν μπορεί να δικαιολογηθεί συνταγματικά. Είναι εξαιρετικά σημαντικές οι συνέπειες της στάθμισης, διότι οδηγεί στον παραγκωνισμό συνταγματικής διάταξης, που όμως διαθέτει πλήρη νομική δύναμη. Επικρατεί σχεδόν πλήρης ελευθερία στο σχηματισμό της δικανικής κρίσης, εφόσον δεν υπάρχουν συγκεκριμένα κριτήρια με τα οποία καλείται να κρίνει ο δικαστής. Οποιαδήποτε κρίση ως προϊόν στάθμισης είναι νόμιμη. Η ελεύθερη επιλογή στάθμισης αναδεικνύεται σε ελεύθερη επιλογή διατάξεων, η οποία σε τελική ανάλυση καταλήγει στο ερώτημα: judex legibus solutus? Μήπως τίθεται πράγματι ο δικαστής υπεράνω του νόμου, εφόσον μπορεί να επιλέγει ποια διάταξη θα αποκλείσει και ποια θα εφαρμόσει στη συγκεκριμένη περίπτωση με κριτήρια μη αναγραφόμενα στο δίκαιο (21). Σε κάθε περίπτωση πάντως η στάθμιση διευρύνει σημαντικά τη δικαστική ευχέρεια. Πρακτική εναρμόνιση Η πρακτική εναρμόνιση προβλήθηκε ως μέθοδος συγκεκριμενοποίησης του κανονιστικού περιεχομένου, αλλά και της δικαστικής άρσης των συγκρούσεων. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου ο περιορισμός ενός θεμελιώδους δικαιώματος κρίνεται αναγκαίος παρά το ότι ο συντακτικός νομοθέτης δεν προέβλεψε επιφύλαξη υπέρ του νόμου. Αυτή δικαιολογεί περιορισμούς ανεπιφύλακτων συνταγματικών δικαιωμάτων, βρίσκοντας βάση σ άλλες συνταγματικές διατάξεις, προβαίνοντας σε συστηματική ερμηνεία του Σ., που άλλωστε αποτελεί σύστημα κανόνων δικαίου. Πρέπει να επιδιώκεται η εναρμόνιση των συνταγματικών δικαιωμάτων και έτσι να παρέχεται αμοιβαία προστασία στο καθένα από τα συγκρουόμενα θεμελιώδη δικαιώματα. Αμοιβαία προστασία σαφώς στα μέτρα του αμοιβαία δυνατού. Στάθμιση συμφερόντων Βρήκε πεδίο ανάπτυξης και εφαρμογής στη Γερμανία, χρονικά περίπου μετά το τέλος του Β Παγκόσμιου Πολέμου, που συνοδεύτηκε με το γενικότερο κλίμα της «φιλελευθεροποιήσεως». Κυρίως αναπτύχθηκε στα

πλαίσια της νομολογίας του ΓΟΣΔ ως τρόπος άρσης των συγκρούσεων των θεμελιωδών δικαιωμάτων, όταν το ΓΟΣΔ βρισκόταν αντιμέτωπο με δύσκολες περιπτώσεις διαπροσωπικής εφαρμογής των δικαιωμάτων. Η κρίση του αρμόδιου δικαιοδοτικού οργάνου πρέπει να φωτίζεται μόνο από το φως των Συνταγματικών επιταγών, που αποτελούν τα μόνα αντικειμενικά κριτήρια. Ο δικαστής είναι μέλος της κοινωνίας ασκών δημόσιο λειτούργημα και καλούμενος να προβεί σε αξιολογικές επιλογές, αφού συχνά και αναπόφευκτα καλείται να κρίνει ποιο από τα συγκρουόμενα θεμελιώδη δικαιώματα είναι άξιο περισσότερης προστασίας, ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος των υποκειμενικών κρίσεων, ιδίως σε φύσει οριακές περιπτώσεις, όπου η στάθμιση δεν είναι εύλογη και προφανής. Τις περισσότερες φορές η απαιτούμενη «αντικειμενικότητα» μοιάζει ανέφικτη, καθώς για το δικαιοδοτικό όργανο δεν είναι εύκολος ο αποχωρισμός της δικαιοδοτικής του κρίσης από την ιδεολογική και πολιτική συγκρότησή του, από τις ιδεολογικές σταθερές του μυαλού του από τις προηγούμενες συμβολικές του προθεωρήσεις. Η αμεροληψία του δικαιοδοτικού οργάνου όχι μόνο είναι δυνατή, καθώς συνίσταται στον αποχωρισμό της αξιολογικής του κρίσης από πιθανούς δεσμούς με τα αντιδικούντα μέρη ή με τα διακυβευόμενα συμφέροντα της συγκεκριμένης σύγκρουσης, αλλά και απαιτείται. Αρχή αναλογικότητας Η αρχή της αναλογικότητας ως μέθοδος άρσης της σύγκρουσης των θεμελιωδών δικαιωμάτων εμφανίστηκε στο γερμανικό, αλλά και στο γαλλικό αστυνομικό δίκαιο. Κατά το ΓΟΣΔ ο περιορισμός του συνταγματικού δικαιώματος πρέπει να βρίσκει ανταπόκριση στη φύση των πραγμάτων και να μην είναι ξένος και άσχετος προς αυτή. Την ίδια αρχή δέχεται και το ΔΕΚ, τονίζοντας την ανάγκη της ύπαρξης σχέσης αναλογίας μεταξύ των πράξεων των κοινοτικών οργάνων και του σκοπού που επιδιώκουν, καθώς και της μη υπέρβασης του επιβεβλημένου μέτρου για την πραγμάτωση του σκοπού. Στον ελληνικό χώρο η αρχή της αναλογικότητας βρήκε την πλήρη και ρητή κατοχύρωσή της χωρίς ανάγκη συναγωγής της από άλλα άρθρα, στο α. 25 παρ. 1 εδ. δ Σ. κατά το οποίο «οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά

το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα πρέπει να προβλέπονται είτε από το Σ είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας. Η εν λόγω αρχή συνάδει και με την κατοχυρωμένη στο α. 25 παρ. 1 εδ. α Σ. αρχή κράτους δικαίου και με τη ρήτρα κοινωνικής αλληλεγγύης. Η αρχή της αναλογικότητας, με τις τρεις ειδικότερες εκφάνσεις της επιτάσσει την ύπαρξη εύλογης σχέσης αναλογίας μεταξύ περιοριστικού μέσου και επιδιωκόμενου σκοπού. Ακόμη κι όταν ένα συνταγματικό δικαίωμα είναι κατ αρχήν δυνατό να περιοριστεί για λόγους προστασίας άλλων έννομων αγαθών, απαιτείται και τότε ο νομοθετικός περιορισμός να σέβεται την αρχή της αναλογικότητας. Τώρα, να προβούμε στην παράθεση των τριών ειδικότερων εκφάνσεων της αρχής της αναλογικότητας. Αυτές είναι οι ακόλουθες: Α] Η αρχή της καταλληλότητας, κατά την οποία ο νομοθετικός περιορισμός του θεμελιώδους δικαιώματος, που λαμβάνεται για την επίτευξη ενός σκοπού, θα πρέπει όντως να μπορεί (!) να επιφέρει το προσδοκώμενο αποτέλεσμα. Θα πρέπει το περιοριστικό της ελευθερίας να είναι πρόσφορο και κατάλληλο κατ είδος και κατ έκταση για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού. Β] Η αρχή της αναγκαιότητας, όταν λαμβάνεται ένας συγκεκριμένος νομοθετικός περιορισμός, αυτός θα πρέπει να είναι ο αναγκαίος, δηλαδή να αποκλείεται η επιλογή άλλου περιορισμού, εξίσου αποτελεσματικού ως μέτρου, λιγότερο όμως περιοριστικού. Όταν το ίδιο αποτέλεσμα είναι δυνατό να επιτευχθεί με μικρότερο περιορισμό, αυτό σημαίνει ότι ο περιορισμός που έχει ληφθεί δεν είναι αναγκαίος είτε κατ ένταση είτε κατ έκταση κι έτσι δεν συνάδει με την αρχή της αναλογικότητας. Η σχέση επομένως δεν είναι εύλογη μιας και ο περιορισμός έστω και αν είναι πρόσφορος, είναι επαχθέστερος από τον αναγκαίο. Γ] Η αναλογικότητα εν στενή εννοία. Εδώ ακριβώς υπάγεται η «στάθμιση συμφερόντων» που έχει ενταχθεί πλέον στην αρχή της αναλογικότητας, χάνοντας έτσι την μεθοδολογική της αυτοτέλεια. Σύμφωνα με την αρχή αυτή

τα προσδοκώμενα οφέλη από τη λήψη του περιοριστικού μέτρου δεν θα πρέπει να είναι δυσανάλογα μικρά σε σχέση με τις προκαλούμενες ζημίες. Πρέπει να σταθμίζεται η βαρύτητα του περιοριζομένου θεμελι ωδους δικαιώματος με την βαρύτητα του εννόμου αγαθού, που συνηγορεί υπέρ της λήψης του περιοριστικού μέτρου. Δεν μπορεί να γίνεται στάθμιση γενικά και για όλες τις περιπτώσεις, γιατί κανένα έννομο αγαθό δεν είναι προτιμότερο, σημαντικότερο και δεν υπερισχύει a priori ενός άλλου αγαθού, διότι κάτι τέτοιο δεν συνάδει με την αρχή της συνταγματικής ισοδυναμίας των συνταγματικών διατάξεων. Για τους λόγους αυτούς η στάθμιση σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορεί να προσφέρει σαφή, ασφαλή και γενικά κριτήρια. Κριτική για τη μέθοδο στάθμισης των συμφερόντων από το ΓΟΣΔ Η μέθοδος στάθμισης των συμφερόντων από το ΓΟΣΔ ξεκινά από την εσφαλμένη βάση της νομικής άσκησης των δικαιωμάτων και από τα δύο μέρη της διαφοράς και αντιμετωπίζοντας το όλο θέμα περιπτωσιολογικά προβαίνει στη στάθμιση των συμφερόντων σε κάθε περίπτωση. Στις περισσότερες περιπτώσεις σύγκρουσης δικαιωμάτων «οι ανώτερες αξίες υπερτερούν» ενώ «οι κατώτερες αξίες υποχωρούν». Η ασάφεια της μεθοδολογίας αυτής έγκειται, εκτός των άλλων, στο ότι οποιοδήποτε συμφέρον εύκολα μπορεί να παρουσιαστεί «ως υψηλή και ευγενής αξία», ενισχυόμενης με αυτόν τον τρόπο σημαντικά και της ευχέρειας της δικαστικής κρίσης και της αβεβαιότητος του δικαίου. Η θεωρία του αξιολογικού συστήματος στην οποία το ΓΟΣΔ στηρίζει την επέκταση της δικαϊκής δύναμης των θεμελιωδών δικαιωμάτων έχει γίνει στη Γερμανία στόχος κριτικής από πολλούς συγγραφείς και από διάφορες οπτικές γωνίες. Συμπέρασμα Τα συνταγματικά δικαιώματα αποτελούν εξουσίες που η άσκησή τους αποσκοπεί στην ικανοποίηση των συμφερόντων του ατόμου. Συχνά, η άσκηση ενός δικαιώματος από ένα ή περισσότερα μέλη της κοινωνίας συνεπάγεται τη

ματαίωση ή τον περιορισμό της άσκησης ενός θεμελιώδους δικαιώματος άλλου ή άλλων μελών της κοινωνίας. Έτσι καθίσταται ανέφικτη η πραγματοποίηση ενός κοινωνικού δικαιώματος χωρίς αντίστοιχο περιορισμό ενός ατομικού και καταφεύγουμε στη στάθμιση. Η μέθοδος αυτή εντοπίζει τις αντιθέσεις, δε στρέφεται όμως προς τον εντοπισμό της ενότητας, προς τη σύνθεσή τους, αλλά προς την προτίμηση του ενός ή του άλλου μέρους της διαφοράς, προτίμηση η οποία, όσο και να εξαρτάται από «αντικειμενικά κριτήρια» δεν μπορεί να απαλλαγεί από υποκειμενικά στοιχεία και κρίσεις. Conclusion The constitutional rights are authorities and their exercise aims to the satisfaction of personal interests. Sometimes the exercise of right of one or more individuals has a result the cancellation or constriction of the exercise of other fundamental rights of other members of the society. We face also the fact that we can t fully exercise a social right without the constriction of other rights of the individuals. The only solution is the weighing of rights. This method spots the conflicts between rights, but is not aiming to their conciliation; it is aiming to the preference of one right over the other. This preference may depend on objective criteria, however it is often influenced from subjective factors and judgments. Νομολογία 27/2009 Προσβολή προσωπικότητας. Συνταγματική προστασία της ατομικής ελευθερίας έκφρασης. Αυτή περιλαμβάνει και την ελεύθερη έκφραση και γνώμη μέσω του διαδίκου. Αξίωση αποζημίωσης λόγω προσβολής της προσωπικότητας μέσω διαδικτύου. Εφαρμοστέο δίκαιο είναι ο ν. 1178/1981 που καθιερώνει αξίωση αποζημίωσης λόγω αδικημάτων μέσω του τύπου. Μηνύματα που δε διαδίδονται δεν εμπίπτουν στο ανωτέρω νομοθέτημα. Ειδική διαδικασία του α. 681 Κ.Πολ.Δ. για την εκδίκαση των αξιώσεων αποζημίωσης λόγω προσβολής της προσωπικότητας που συντελείται μέσω του διαδικτύου.

293/2009 Προστασία Περιβάλλοντος. Διενέργεια ερευνητικών εργασιών λατομείου μαρμάρου σε δημόσια δασική έκταση και προϋποθέσεις χορήγησης σχετικής έγκρισης. Προστασία του φυσικού περιβάλλοντος σύμφωνα με τις επιταγές του Σ και το κοινοτικό δίκαιο. Οι σχετικές διατάξεις κατά το μέρος που προβλέπουν την απαλλαγή από την υποχρέωση τήρησης του προηγούμενου σταδίου της προέγκρισης χωροθέτησης και ήδη της προκαταρκτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης και αξιολόγησης, μεταθέτουν την εξέταση όλων των στοιχείων στο στάδιο της έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων, δεν παραβιάζουν το Σύνταγμα και το κοινοτικό δίκαιο. Η θέση διεξαγωγής των επιδίκων ερευνητικών εργασιών θεωρήθηκε δεδομένη και δεν εξετάστηκαν εναλλακτικές λύσεις και η προσβαλλόμενη πράξη δεν έχει εκδοθεί νομίμως. 17115/1988 Έστω και αν κίνητρο του δημιουργού κινηματογραφικής ταινίας, που επιχειρεί την αναπαράσταση της ζωής του Ιησού Χριστού, υπήρξε η καλλιτέχνης δημιουργία, δεν υπάρχει προστατευόμενο δικαίωμα που θα μπορούσε να τεθεί ως αντιμέτωπο του δικαιώματος της προσωπικότητας εκείνων των οποίων προσβάλλεται το θρησκευτικό συναίσθημα από την ταινία αυτή που διακωμωδεί και χλευάζει τον Χριστό. 161/1970 Βουλ. Πλημ. Θεσ. Ποιν. Χρ. (Κ) 1970 σ. 299 επ. Πατέρας μάρτυρας του Ιεχωβά αρνήθηκε να συναινέσει στην αφαιμαξομετάγγιση του νεογέννητου παιδιού του και προκλήθηκε έτσι ο θάνατός του. Ο πατέρας είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να παρεμποδίσει το θάνατο παρέχοντας τη συναίνεσή του και συνεπώς ετέλεσε ανθρωποκτονία δια παραλείψεως. Η πράξη του πατέρα δεν καταλογίζεται σ αυτόν λόγω σύγκρουσης καθηκόντων, που συνεπάγεται ηθικό καταναγκασμό.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΔΑΓΤΟΓΛΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ Δ., Συνταγματικά Δικαιώματα, Τόμος Α, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα Κομοτηνή 2005. ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Γ., Εφαρμογές Συνταγματικού Δικαίου ΙΙ Συνταγματικά Δικαιώματα, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα Θεσσαλονίκη 2007. ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Γ., Συνταγματικά Δικαιώματα, Γενικό Μέρος, τόμος Γ Ημίτομος Ι, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα Θεσσαλονίκη 2005. ΜΑΝΕΣΗΣ ΑΡΙΣΤΟΒΟΥΛΟΣ Ι., Συνταγματικά Δικαιώματα, Ατομικές Ελευθερίες, τόμος Α, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα Θεσσαλονίκη 1982. http://www.greeklaws.com.pubs/uploads/2566pdf