Αθήνα, 25 Ιουνίου 2010 ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ Η Ομοσπονδία Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδος (Ο.Ε.Ν.Γ.Ε.) μου γνωστοποίησε τα εξής: Διοικητές Νοσοκομείων, λόγω μη επαρκών εγκεκριμένων κονδυλίων εφημεριών, προβαίνουν σε μειώσεις ως προς την ασφαλή σύνθεση των προγραμμάτων εφημεριών των Κλινικών και Τμημάτων των Νοσοκομείων, όπως αυτά έχουν εγκριθεί από τα Επιστημονικά Συμβούλια, είτε με τη μορφή εντολής προς τους Διευθυντές για σύνταξη μειωμένου προγράμματος είτε με τη μορφή κατάρτισης μειωμένου προγράμματος από τους ίδιους παρά την επιμονή των Διευθυντών σε προγράμματα σύμφωνα με την απόφαση του Επιστημονικού Συμβουλίου. Πολλά Τμήματα, και κατόπιν αποφάσεων των συνδικαλιστικών οργάνων των Γιατρών, εξακολουθούν να υλοποιούν προγράμματα ασφαλή σύμφωνα με την απόφαση του Επιστημονικού Συμβουλίου μη υλοποιώντας τις προτάσεις ή τις εντολές των Διοικητών. Ερωτάται εάν είναι σύννομο οι Διευθυντές των Κλινικών και Τμημάτων των Νοσοκομείων να υπογράφουν και να βεβαιώνουν υλοποίηση προγραμμάτων εφημεριών σύμφωνων με τα εγκεκριμένα από το Επιστημονικό Συμβούλιο παρά την εντεταλμένη από το Διοικητή μειωμένη σύνθεση εφημερευόντων. 1
ΑΠΑΝΤΗΣΗ Α. Σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ.4 του Ν.3204/2003 "Τροποποίηση και συμπλήρωση της νομοθεσίας για το Εθνικό Σύστημα Υγείας και ρυθμίσεις άλλων θεμάτων αρμοδιότητας του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας" (ΦΕΚ Α 296), όπως αυτό τροποποίησε τη παράγραφο 1 του άρθρου 88 του Ν.2071/1992 "Εκσυγχρονισμός και Οργάνωση Συστήματος Υγείας" (ΦΕΚ Α 123), «Οι ιατροί του Ε.Σ.Υ. όλων των βαθμών... που υπηρετούν στα νοσοκομεία και στα κέντρα υγείας, υποχρεούνται σε εφημερία στο νοσοκομείο ή στο κέντρο υγείας, σύμφωνα με τις ανάγκες των τμημάτων, εργαστηρίων και ειδικών μονάδων και εν γένει σύμφωνα με τις ανάγκες για την απρόσκοπτη λειτουργία του νοσοκομείου ή του κέντρου υγείας». Περαιτέρω, ο Ν.3205/2003 "Μισθολογικές ρυθμίσεις λειτουργών και υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α., μονίμων στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και αντιστοίχων της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού και Λιμενικού Σώματος και άλλες συναφείς διατάξεις" (ΦΕΚ Α 297), ο οποίος άρχισε να ισχύει την 01-01-2004, στη παρ.1 του άρθρου 45 αυτού όρισε, ότι «Η συμμετοχή των ιατρών του Ε.Σ.Υ., των μελών Δ.Ε.Π. τμημάτων ιατρικής και όλων των ιατρών που με οποιαδήποτε σχέση προσφέρουν υπηρεσία στα νοσοκομεία στο πρόγραμμα εφημεριών, είναι υποχρεωτική για όλους τους βαθμούς και βαθμίδες, σύμφωνα με τις εκάστοτε υπηρεσιακές ανάγκες». 2
Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 1 εδ.α, β και γ του Ν.3754/2009 "Ρύθμιση όρων απασχόλησης των νοσοκομειακών ιατρών του Ε.Σ.Υ., σύμφωνα με το π.δ.76/2005 και άλλες διατάξεις" (ΦΕΚ Α 43), «Οι νοσοκομειακοί ιατροί του Ε.Σ.Υ., οι πανεπιστημιακοί ιατροί και οι ειδικευόμενοι πραγματοποιούν τις απαραίτητες εφημερίες για την ασφαλή λειτουργία των Νοσοκομείων και των Κέντρων Υγείας. Το πρόγραμμα των εφημεριών αυτών καταρτίζεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και το πρώτο άρθρο της κλαδικής σύμβασης που υπεγράφη μεταξύ της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδος και του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης την 1 η Δεκεμβρίου 2008. Για τις ανάγκες κατάρτισης του προγράμματος εφημεριών και ομαλής λειτουργίας των νοσοκομείων και των Κέντρων Υγείας δεν εφαρμόζονται ελαστικά ωράρια και ελαστικές σχέσεις εργασίας». Επίσης, με τη διάταξη της παρ.8 του άρθρου 45 Ν.3205/2003 ορίσθηκε, ότι «Εντός του τελευταίου τριμήνου του κάθε έτους εκδίδονται κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας, με τις οποίες καθορίζονται τα όρια των πιστώσεων του προϋπολογισμού για τις εφημερίες κάθε νοσοκομείου καθώς και κάθε λεπτομέρεια για τον τρόπο της εφημερίας και τον έλεγχό τους». Σε εφαρμογή της ως άνω εξουσιοδοτικής διάταξης, εκδίδονται κατ έτος κοινές Υπουργικές Αποφάσεις, οι οποίες εφαρμόζονται από τα Νοσοκομεία κατά τη κατάρτιση και έγκριση των μηνιαίων προγραμμάτων εφημεριών (ενεργών, μικτών και ετοιμότητας). 3
Οι Υπουργικές αυτές Αποφάσεις, παγίως αναφέρονται στα "υπόψη" αυτών «στην επιτακτική ανάγκη εύρυθμης λειτουργίας σε 24ωρη βάση των Νοσηλευτικών ιδρυμάτων», ενώ σε άλλο σημείο του κειμένου τους αναφέρουν, ότι «Αποκλειστικός παράγοντας του πλαισίου μέσα στο οποίο κινούνται οι Διοικήσεις των Ιδρυμάτων, που έχουν την αποκλειστική ευθύνη και αρμοδιότητα της έγκρισης, αφού λάβουν υπόψη τους τις εισηγήσεις των Διευθυντών, της Επιστημονικής Επιτροπής και ιδιαίτερα του Διευθυντή της Ιατρικής Υπηρεσίας, είναι οι ανάγκες του Νοσοκομείου και οι εγκεκριμένες πιστώσεις του προϋπολογισμού τους». Επίσης, ορίζουν, ότι «Ο μηνιαίος προγραμματισμός των εφημεριών, ενεργών, μικτών και ετοιμότητας, εγκρίνεται από τη Διοίκηση του Ιδρύματος και κοινοποιείται στους ενδιαφερόμενους». Περαιτέρω, με το Ν.3329/2005 "Εθνικό Σύστημα Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και λοιπές διατάξεις" (ΦΕΚ Α 81) και συγκεκριμένα το άρθρο 7 παρ.9, περ.6, ορίζεται, ότι «Ο Αναπληρωτής Διοικητής του Νοσοκομείου [και όπου αυτός δεν υπάρχει, ο Διοικητής] έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:... 6. Εγκρίνει και τροποποιεί τα μηνιαία προγράμματα εφημεριών του ιατρικού προσωπικού και υπερωριών, νυκτερινών και εξαιρέσιμων του λοιπού προσωπικού, μετά από εισήγηση των Διευθυντών των αντίστοιχων Υπηρεσιών», 4
Ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ.3, περ.α του αυτού ως άνω Νόμου, «Το Επιστημονικό Συμβούλιο γνωμοδοτεί για κάθε θέμα το οποίο σχετίζεται με την αποτελεσματική παροχή φροντίδας υγείας στους νοσηλευόμενους και τους εξωτερικούς ασθενείς του Νοσοκομείου. Στις αρμοδιότητες του Επιστημονικού Συμβουλίου περιλαμβάνονται: α) Η κατάρτιση και εισήγηση του ετήσιου και μηνιαίου προγράμματος εφημεριών των ιατρών των Τομέων και Τμημάτων του Νοσοκομείου και η έγκαιρη υποβολή του στον Αναπληρωτή Διοικητή του Νοσοκομείου για έγκριση, ή όπου αυτός δεν υπάρχει, στον Διοικητή. Οποιαδήποτε αλλαγή στο πρόγραμμα των εφημεριών γίνεται μόνο με γραπτή και αιτιολογημένη εισήγηση του Προέδρου του Επιστημονικού Συμβουλίου και έγκριση από τον Αναπληρωτή Διοικητή, ή όπου αυτός δεν ορίζεται, από τον Διοικητή». Β. Οι επιχειρούμενες από Διοικήσεις Νοσοκομείων μειώσεις ως προς την ασφαλή σύνθεση των προγραμμάτων εφημεριών των Κλινικών και Τμημάτων των Νοσοκομείων, λόγω μη επαρκών εγκεκριμένων κονδυλίων εφημεριών, όπως αυτά έχουν εγκριθεί από τα Επιστημονικά Συμβούλια, είτε με τη μορφή εντολής προς τους Διευθυντές για κατάρτιση μειωμένου προγράμματος είτε με τη μορφή κατάρτισης μειωμένου προγράμματος από τους ίδιους τους Διοικητές παρά την εμμονή των Διευθυντών σε προγράμματα, σύμφωνα με την απόφαση του Επιστημονικού Συμβουλίου, ουδεμία νομιμοποιητική βάση έχουν. Οι Διοικήσεις των Νοσοκομείων, οι οποίες έχουν τη κύρια και αποκλειστική ευθύνη και αρμοδιότητα της έγκρισης των μηνιαίων 5
προγραμμάτων εφημεριών (ενεργών, μικτών και ετοιμότητας), οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους και να τηρούν την ασφαλή σύνθεση των προγραμμάτων εφημεριών, με αποκλειστικό κριτήριο τις πραγματικές ανάγκες περίθαλψης των πολιτών και όχι με λογιστικά κριτήρια, στο πλαίσιο της εκάστοτε οικονομικής πολιτικής. Το λογιστικό κριτήριο δεν είναι δυνατόν να αναδεικνύεται σε αποφασιστικό παράγοντα του πλαισίου μέσα στο οποίο θα κινούνται οι Διοικήσεις των Νοσοκομείων, ώστε οι περικοπές στα προγράμματα εφημεριών να εναρμονίζονται με τη μείωση των συναφών κονδυλίων. Τούτο δε, καθόσον η ζωή των ασθενών αποτελεί προστατευόμενο έννομο αγαθό και η προστασία της χωρεί απόλυτα και άνευ όρων. Συνεπώς, η οποιαδήποτε μείωση του προτεινόμενου από τους Διευθυντές των Κλινικών και των Τμημάτων των Νοσοκομείων ασφαλούς αριθμού των εφημερευόντων Ιατρών, θα πρέπει να προκύπτει και να αποδεικνύεται μόνο από αντίστοιχη μείωση των αναγκών, που τουλάχιστον στη παρούσα οικονομική συγκυρία δεν συμβαίνει, διότι όπως έχει επίσημα δεχθεί και δηλώσει η Υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, υπάρχει αύξηση κατά 30% των ατόμων που δέχονται τα Νοσοκομεία. Επειδή οι Διοικήσεις των Νοσοκομείων αδυνατούν να στοιχειοθετήσουν μείωση των αναγκών, αντίστοιχη με την επιχειρούμενη από αυτούς μείωση του προτεινόμενου ασφαλούς αριθμού των εφημερευόντων Ιατρών και στη προσπάθειά τους να νομιμοποιήσουν τις περικοπές στα προγράμματα εφημεριών, αποπειρώνται ή επιχειρούν τη μετακύλιση της ευθύνης στους Διευθυντές των Κλινικών και των 6
Τμημάτων των Νοσοκομείων, ζητώντας από αυτούς να προτείνουν τις περικοπές, ως δήθεν, εξορθολογισμό των προγραμμάτων εφημεριών. Οι Διευθυντές, ως οι κατ εξοχήν υπεύθυνοι για την εύρυθμη λειτουργία των Κλινικών και των Τμημάτων των οποίων προΐστανται, οφείλουν να προτείνουν προγράμματα εφημεριών με απόλυτα ασφαλή σύνθεση, με βάση τις πραγματικές ανάγκες, ώστε να διασφαλίζεται η υγεία και η ζωή των ασθενών. Παρέπεται, ότι η ελλιπής ή επικίνδυνη στελέχωση της εφημερίας, με επιχείρημα τη μη ύπαρξη επαρκών κονδυλίων, θα δημιουργήσει αρχικά σοβαρά προβλήματα ασφαλούς λειτουργίας της εφημερίας, στη συνέχεια συνθήκες έκτακτης ανάγκης και τελικά κίνδυνο ζωής για τους ασθενείς και αυτό ανεξάρτητα από τη πειθαρχική και ποινική ευθύνη για παράβαση καθήκοντος ή έκθεση ασθενών σε κίνδυνο ζωής κ.ο.κ. Συνεπώς, οι Διευθυντές οφείλουν να μην αποδέχονται (συναινούν), αλλ ούτε να πραγματοποιούν περικοπές στα ασφαλή προγράμματα εφημεριών, που οι ίδιοι έχουν καταρτίσει και έχουν εγκριθεί από το Επιστημονικό Συμβούλιο, το κατ εξοχήν γνωμοδοτικό όργανο κάθε Νοσοκομείου. Εφόσον οι Διοικήσεις των Νοσοκομείων είναι αυτές που τελικώς εγκρίνουν και τροποποιούν τα μηνιαία προγράμματα εφημεριών του ιατρικού προσωπικού, είναι και αυτές που φέρουν την αποκλειστική ευθύνη και οφείλουν να την αναλάβουν, με όλες τις συνέπειες ανάληψης της ευθύνης αυτής. Άλλωστε, η οποιαδήποτε αλλαγή στο πρόγραμμα των εφημεριών, πρέπει, σύμφωνα με τη κείμενη νομοθεσία, να γίνεται με γραπτή και 7
αιτιολογημένη εισήγηση του Προέδρου του Επιστημονικού Συμβουλίου και να ακολουθεί η έγκριση της Διοίκησης του Νοσοκομείου, κάτι που σκόπιμα παραβλέπεται από τις Διοικήσεις των Νοσοκομείων. Συνεπώς, η ευθύνη των Διοικήσεων των Νοσοκομείων προσαυξάνει και λειτουργεί επιβαρυντικά γι αυτές, όταν αυτογνωμόνως προβαίνουν, λόγω μη επαρκών κονδυλίων εφημεριών, σε μειώσεις ως προς την ασφαλή σύνθεση των προγραμμάτων εφημεριών των Κλινικών και Τμημάτων των Νοσοκομείων, όπως αυτά έχουν καταρτισθεί από τους Διευθυντές και εγκριθεί από το Επιστημονικό Συμβούλιο των Νοσοκομείων. Η πραγματοποίηση του προγράμματος εφημεριών με ασφαλή σύνθεση, όπως αυτό έχει καταρτισθεί από το Διευθυντή της οικείας Κλινικής ή του οικείου Τμήματος και εγκριθεί από το Επιστημονικό Συμβούλιο του Νοσοκομείου, είναι καθ όλα δικαιολογημένη και νόμιμη, διότι το εντελλόμενο από τη Διοίκηση του Νοσοκομείου μειωμένο πρόγραμμα δεν διασφαλίζει την ομαλή και ασφαλή για τους Ιατρούς και τους ασθενείς λειτουργία της εφημερίας. Επιπλέον, το μειωμένο πρόγραμμα που καταρτίζουν και εντέλλονται Διοικήσεις Νοσοκομείων, αγνοεί τη τεκμηριωμένη θέση των κατ εξοχήν συναρμόδιων οργάνων (Επιστημονικό Συμβούλιο Διευθυντής), σε σχέση με την ασφαλή σύνθεση των εφημερευόντων Ιατρών, με συνέπεια να υπάρχει πρόδηλη αδυναμία ασφαλούς λειτουργίας των Κλινικών ή των Τμημάτων, ελλείψει του αναγκαίου ιατρικού προσωπικού, με όλους τους συναφείς με την αδυναμία αυτή κινδύνους. 8
Ενόψει των ανωτέρω, οι Διευθυντές των Κλινικών και των Τμημάτων των Νοσοκομείων νομιμοποιούνται να υπογράφουν και να βεβαιώνουν την υλοποίηση προγραμμάτων εφημεριών, σύμφωνα με τα εγκεκριμένα από το Επιστημονικό Συμβούλιο, παρά την εντεταλμένη από τις Διοικήσεις των Νοσοκομείων μειωμένη σύνθεση εφημερευόντων Ιατρών και τούτο για την αποτροπή της δημιουργίας συνθηκών έκτακτης ανάγκης και κινδύνου ζωής για ασθενείς και εφόσον οι υπηρεσίες των Ιατρών είναι αναγκαίες για την αποτροπή του κινδύνου αυτού. Τέλος, επισημαίνεται, ότι η παρεχόμενη εργασία στο πλαίσιο προγραμμάτων εφημεριών με ασφαλή σύνθεση, παρά την διενεργούμενη και στη συνέχεια εντελλόμενη από τις Διοικήσεις των Νοσοκομείων μείωση των προγραμμάτων εφημεριών, αποτελεί δεδουλευμένη εργασία και ως τέτοια πρέπει να αποζημιωθεί, μη νοούμενης δεδουλευμένης αλλά απλήρωτης εργασίας, η οποία παρασχέθηκε για κάλυψη πραγματικών αναγκών. Δρ Μιχαήλ Δ. Μιχαήλ Δικηγόρος παρ Αρείω Πάγω 9