Συγκριτική φυσιολογία σπάνιων έναντι κοινών φυτών της Ελληνικής Χλωρίδας. Comparative physiology of rare versus common plants of the Greek Flora

Σχετικά έγγραφα
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5. Άσκηση: Εδαφική σπερματική τράπεζα και φύτρωση σπερμάτων πυροακόλουθων ειδών

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8. Άσκηση: Φύτρωση και λήθαργος σπερμάτων

Βιολογία Διατήρησης του απειλούμενου φυτού Bupleurum capillare Boiss. & Heldr.

Κ ι λ µα µ τι τ κές έ Α λλ λ α λ γές Επι π πτ π ώ τ σει ε ς στη τ β ιοπο π ικιλό λ τη τ τα τ κ αι τ η τ ν ν ά γρια ζ ωή

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10. Άσκηση: Φυτοορμόνες και φυτική αύξηση

"Διατήρηση ενδημικών, σπάνιων και απειλούμενων φυτών της Στερεάς Ελλάδας"

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΖΩΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ


ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΥΤΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

Εισαγωγή στην επιστήμη και την επιστημονική μέθοδο

Σεμινάριο Βιβλιογραφίας στους προπτυχιακούς φοιτητές

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΑΜΕΣΕΣ ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΕ ΕΥΡΩΠΑΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ

Δράση Δ.2: Εκτός τόπου (ex situ) διατήρηση Action D.2: Ex situ conservation

ACTIVITIES OF MAICH CONSERNING THE STUDY AND CONSERVATION OF PLANT SPECIES 1. LOCAL HERBARIUM OF THE FLORA OF CRETE 2.

ΦΥΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΕΝΔΗΜΙΚΑ. που πωλούνται (ανεξέλεγκτα) στο διαδίκτυο

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΟΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΤΗ RHIZOACTIVE ΣΤΗΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΟΥ ΜΑΡΟΥΛΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΡΙΖΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΓΕΝΕΤΙΚΗ 03. ΜΕΣΗ ΤΙΜΗ & ΔΙΑΚΥΜΑΝΣΗ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή διατριβή

Στατιστική. 8 ο Μάθημα: Εφαρμογές Στατιστικής Ι: Διαστήματα Εμπιστοσύνης. Γεώργιος Μενεξές Τμήμα Γεωπονίας ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Οδηγός. Σχολιασμού. Διπλωματικής Εργασίας

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΦΩΤΟΣΥΝΘΕΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία

ΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑ CLIMATOLOGY

Μέλη ΔΕΠ: Γ. Μαντάνης, Σ. Καραστεργίου ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΡΙΟΝΙΔΙΩΝ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΗ ΥΓΡΑΣΙΑ & ΠΟΣΟΣΤΟ ΣΕ ΤΕΦΡΑ

Γ. Πειραματισμός Βιομετρία

Οδηγίες συγγραφής ερευνητικής εργασίας (προφορική ή γραπτή παρουσίαση)

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ

Εισαγωγή - Πειραματικοί Σχεδιασμοί. Κατσιλέρος Αναστάσιος

þÿ ɺÁ Ä ÅÂ, ±»Î¼ Neapolis University þÿ Á̳Á±¼¼± ¼Ìù±Â ¹ º à Â, Ç» Ÿ¹º ½ ¼¹ºÎ½ À¹ÃÄ ¼Î½ º±¹ ¹ º à  þÿ ±½µÀ¹ÃÄ ¼¹ µ À»¹Â Æ Å

Ανοικτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα στο ΤΕΙ Ιονίων Νήσων Τμήμα Τεχνολόγων Περιβάλλοντος Κατεύθυνση Τεχνολογιών Φυσικού Περιβάλλοντος. ΜΑΘΗΜΑ: Γενική Οικολογία

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΕΠΙ ΟΣΗΣ ΤΩΝ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΥΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΕΝΟΣ ΑΕΙ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥΣ ΣΤΗ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ

Ανάλυση της επίδοσης μαθητών βιολογίας με θέμα ερώτηση πειραματικής μελέτης για την ολυμπιάδα φυσικών επιστημών Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUSO)

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία

ΜΟΝΑΔΑ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ

ΖΑΝΝΕΙΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΕΛΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΤΙΤΛΟΣ: ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΦΥΤΩΝ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΦΩΣ ΚΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία

CRETAPLANT A Pilot Network of Plant Micro-Reserves in Western Crete Πιλοτικό Δίκτυο Μικρο-Αποθεμάτων Φυτών στη Δυτική Κρήτη (LIFE04NAT_GR_000104)

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΒΟΤΑΝΙΚΗΣ

Εργαστηριακές ασκήσεις Α και Β Γυμνασίου

þÿ¼ ½ ±Â : ÁÌ» Â Ä Å ÃÄ ²µ þÿä Å ÃÇ»¹º Í Á³ Å

ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΑΛΛΑΝΤΙΚΩΝ ΑΕΡΟΣ ΧΑΜΗΛΗΣ ΛΙΠΟΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ

1o ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΝΙΚΑΙΑΣ H ANAΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΦΥΤΩΝ

Γ. Πειραματισμός Βιομετρία

Βιολογία σπερμάτων ειδών της Ελληνικής χλωρίδας κατάλληλων για αποκατάσταση διαταραγμένων επιφανειών από μεταλλευτικές δραστηριότητες

Πτυχιακή Εργασία Η ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΣΤΙΣ ΘΗΛΑΖΟΥΣΕΣ ΜΗΤΕΡΕΣ

Α και Ω μιας επιτυχημένης εργασίας

Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία. Κ. Αλεξανδρής Αν. Καθηγητής, ΤΕΦΑΑ, ΑΠΘ

Παρακολούθηση 4 φυτικών ειδών προτεραιότητας της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ στην Κύπρο: Σχεδιασµός και εφαρµογή

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΩΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΩΝ ΜΕΣΩ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΡΓΑΛΕΙΟΥ ΜΑΙΝ ΣΕ ΤΥΠΙΚΩΣ ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΜΕΝΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

Εργαστήριο Συστηματικής Βοτανικής / Ζιζανιολογίας 2 ο Εξάμηνο (Εαρινό) Εισαγωγή. Δρ. Γεωργία Τοουλάκου

Νοσηλευτική Σεμινάρια

Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων

Ανάλυση εισοδήματος των μισθωτών και παράγοντες που το επηρεάζουν

Αναζήτηση επιστημονικών δημοσιεύσεων μέσω διαδικτύου

Τεχνικές Προδιαγραφές Εγγράφων

þÿ ÀÌ Ä º± µä À ¹ ¼ ½

Φωτογραφική μηχανή - Αρχή λειτουργίας.

ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΕ ΥΨΟΣ ΚΑΙ ΔΙΑΜΕΤΡΟ ΤΗΣ ΧΑΛΕΠΙΟΥ ΠΕΥΚΗΣ (PINUS ΗALEPENSIS) ΣΕ ΦΥΤΕΙΑ ΑΠΟΓΟΝΩΝ ΣΤΗ Β. ΕΥΒΟΙΑ

Δοκιμή Βλαστικότητας σπόρων (GR)

του Στέργιου Γ. Βέργου καθηγητή

Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Α Κ Α Ι Σ Τ Ρ Α Τ Ι Ω Τ Ι Κ Α Γ Ε Γ Ο Ν Ο Τ Α

ΣΠΑΝΙΑ, ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΑ ΦΥΤΙΚΑ TAXA

1 η Ε τ ή σ ι α Α ν α φ ο ρ ά γ ι α τ η ν κ α τ ά σ τ α σ η δ ι α τ ή ρ η σ η ς. CYCLADES Life: Integrated monk seal conservation of Northern Cyclades

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Έκθεση βέλτιστου τρόπου εξαπόλυσης και διάθεσης φυσικών εχθρών

Όργανα μέτρησης διαστάσεων-μάζας. Υπολογισμός πυκνότητας μεταλλικών σωμάτων

Εργασία στο μάθημα της Τεχνολογίας

Θεμελιώδεις αρχές επιστήμης και μέθοδοι έρευνας

ΜΕΛΕΤΗ ΟΙΝΟΠΕΔΙΟΥ (TERROIR) ΣΤΗ ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ. ΠΡΩΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ.

Μια από τις σημαντικότερες δυσκολίες που συναντά ο φυσικός στη διάρκεια ενός πειράματος, είναι τα σφάλματα.

Ανάλυση Τροφίμων. Ενότητα 1 : Μετρήσεις - Μονάδες Τ.Ε.Ι. ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ. Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων. Ακαδημαϊκό Έτος

Παράταση της ωφέλιμης ζωής κομμένου τριαντάφυλλου με την προσθήκη ουσιών στο νερό του ανθοδοχείου

ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΥΘΡΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΣΠΑΝΙΩΝ & ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία

Σχεδιάγραμμα 1: Αξία ή Μικτή Ωφέλεια Ενός Προϊόντος και το Πλεόνασμα του Καταναλωτή. Μέτρα ευημερίας του καταναλωτή. Κ α μ π ύ λ η Ζ ή τ η σ η ς P 1

Eπίδραση της άρδευσης μητρικών φυτών στους αναπαραγωγικούς χαρακτήρες του είδους Lotus corniculatus L.

Μαθησιακοί στόχοι κεφαλαίου

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Για το δείγμα από την παραγωγή της εταιρείας τροφίμων δίνεται επίσης ότι, = 1.3 και για το δείγμα από το συνεταιρισμό ότι, x

Εργαστήριο Δασικής Γενετικής / ΔΠΘ Ορεστιάδα. Ποσοτική Γενετική ΒΕΛΤΙΩΣΗ & ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΑΣΟΓΕΝΕΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ. Αριστοτέλης Χ.

Παρατήρηση συνεχών γραμμικών φασμάτων εκπομπής με το Φασματοσκόπιο

ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΓΡΑΠΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Η γραπτή εργασία θα περιλαμβάνει τα παρακάτω μέρη:

ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ 10 ΧΡΟΝΩΝ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία

3.ΑΠΛΗ ΤΥΧΑΙΑ ΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ (SIMPLE RANDOM SAMPLING)

Ανακρίνοντας το Θαλασσινό Νερό Μέτρηση της αλατότητας στην περιοχή της Αττικής (Σαρωνικός κόλπος, Αιγαίο Πέλαγος, Μεσόγειος Θάλασσα)

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΛΑΡΙΣΑΣ (ΤΕΙ/Λ)

þÿÿ ÁÌ» Â Ä Â ³µÃ ±Â ÃÄ ½ ±À

Μεταπυρική Διαχείριση Δασών Ψυχρόβιων Κωνοφόρων

ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΛΕΠΤΟΤΗΤΑΣ ΑΛΕΣΗΣ ΤΟΥ ΤΣΙΜΕΝΤΟΥ

2 Ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΙΔΙΚΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΔΙΕΘΝΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ

Καλλιέργεια βακτηρίων

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ

PLANT-NET CY. Δημιουργία Δικτύου Μικρο-Αποθεμάτων Φυτών στην Κύπρο για τη Διατήρηση Ειδών και Οικοτόπων Προτεραιότητας LIFE08 NAT/CY/000453

, µπορεί να είναι η συνάρτηση. αλλού. πλησιάζουν προς την τιµή 1, η διασπορά της αυξάνεται ή ελαττώνεται; (Εξηγείστε γιατί).

Μεταπτυχιακή Διατριβή

ΧΗΜΕΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ. ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ 1 ου ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

Transcript:

Πρακτικά 1 ου Συνεδρίου Ελληνικής Βοτανικής Εταιρείας, 25 369 Συγκριτική φυσιολογία σπάνιων έναντι κοινών φυτών της Ελληνικής Χλωρίδας 1 Μακρή Ν., 1 Γεωργίου Κ. & 2 Τρίγκας Π. 1 Τομέας Βοτανικής, Τμήμα Βιολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Πανεπιστημιόπολη, 157 84 Αθήνα. 2 Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Γενική Διεύθυνση Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος, Χαλκοκονδύλη 31, 14 32 Αθήνα. Περίληψη H αρχική προσέγγιση στη διερεύνηση του φαινομένου της σπανιότητας των φυτικών οργανισμών βασίστηκε στη μελέτη μεμονωμένων σπάνιων ειδών. Δεν οδηγούσε όμως σε συμπεράσματα με γενική ισχύ και σήμερα κερδίζει έδαφος η συγκριτική μελέτη των σπάνιων ειδών με ευρείας εξάπλωσης συγγενικά φυτά του ίδιου γένους (widespread congeners). Στην παρούσα εργασία συγκρίνονται βλαστητικοί και αναπαραγωγικοί χαρακτήρες με έμφαση στη φύτρωση των σπερμάτων των σπάνιων φυτών Alyssum densistellatum, A. euboeum και Cerastium runemarkii ως προς τα αντίστοιχα κοινά A. montanum subsp. montanum, A. chalcidicum και C. candidissimum. Comparative physiology of rare versus common plants of the Greek Flora 1 Makri N., 1 Georghiou K. & 2 Trigas P. 1 Department of Botany, Faculty of Biology, National and Kapodistrian University of Athens, Panepistimiopolis, 157 84 Athens. 2 Ministry of Rural Development and Food, General Directorate of Development and Protection of Forests and Natural Environment, 31 Halkokondili St., 14 32 Athens. Abstract The first approach in the research of rarity was based on the study of individual rare plant species. This approach did not lead to general conclusions, so nowadays the comparative study of rare species with their widespread congeners is enforced. In the present study vegetative and reproductive attributes with emphasis on seed germination characteristics are compared in the rare species Alyssum densistellatum, A. euboeum and Cerastium runemarkii and the common A. montanum subsp. montanum, A. chalcidicum and C. candidissimum, respectively.

37 Πρακτικά 1 ου Συνεδρίου Ελληνικής Βοτανικής Εταιρείας, 25 Εισαγωγή Δεν είναι ξεκάθαρο αν θα πρέπει να αναμένονται θεμελιώδεις διαφορές μεταξύ των διαδικασιών που οδηγούν στη σπανιότητα και εκείνων που επηρεάζουν τους πληθυσμούς πιο κοινών ειδών (Bevill & Louda 1999). Οι γενικεύσεις είναι παρακινδυνευμένες και το πιο κρίσιμο ίσως λάθος στην αντίληψή μας για τα σπάνια είδη είναι ότι αντιμετωπίζονται ως ένα σχετικά ομοιογενές σύνολο με κοινά χαρακτηριστικά τα οποία θα γίνουν εμφανή μετά από επαρκή έρευνα (Gitzendanner & Soltis 2). H αρχική προσέγγιση στη διερεύνηση του φαινομένου της σπανιότητας των φυτικών οργανισμών βασίστηκε στη μελέτη μεμονωμένων σπάνιων ειδών. Φάνηκε όμως από τα αποτελέσματα, ότι ο τρόπος αυτός δεν οδηγούσε σε συμπεράσματα με γενική ισχύ για τα σπάνια είδη, αλλά αποτελούσε απλή έρευνα συγκεκριμένων περιπτώσεων. Οι Kruckeberg & Rabinowitz (1985) στην ανασκόπησή τους για τις όψεις (aspects) της σπανιότητας τόνισαν τη σημασία της γνώσης των ορίων ανοχής των ενδημικών ειδών, επισήμαναν την έλλειψη επαρκών αποδείξεων για τα στενότερα όρια ανοχής τους και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι περισσότερες μελέτες συγκριτικής βιολογίας σπάνιων έναντι κοινών φυτών θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμες. Σήμερα κερδίζει έδαφος η συγκριτική μελέτη των σπάνιων ειδών με ευρείας εξάπλωσης συγγενικά φυτά του ίδιου γένους (widespread congeners). Η επιλογή συγγενικών μεταξύ τους φυτών με κοινή εξελικτική ιστορία μειώνει σημαντικά τον αριθμό των εξωγενών παραγόντων εξαιτίας των οποίων τα εξεταζόμενα είδη μπορεί να διαφέρουν οικολογικά (Bevill & Louda 1999). Στην ουσία, το κοινό φυτό δρα ως μάρτυρας του σπάνιου συγγενικού του (Baskauf et al. 1994). Οι πολυάριθμες συγκριτικές μελέτες που έχουν δημοσιευθεί μπορούν να χωριστούν σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη συγκρίνει χαρακτήρες (traits) μεταξύ πολυάριθμων φυτών, ενώ η δεύτερη μεταξύ μιας μικρής ομάδας, συνήθως ενός ζεύγους (Walck et al. 21). Οι χαρακτήρες στους οποίους βασίζεται η σύγκριση είναι τα βλαστητικά και τα αναπαραγωγικά γνωρίσματα, η δημογραφία, η φυτοφαγία από βόσκηση ή θήρευση, τα επίπεδα ποικιλότητας και άλλα γνωρίσματα, όπως οι εδαφικές και οι θρεπτικές απαιτήσεις, η ανθεκτικότητα στην ξηρασία και τη σκίαση, η απόκριση στη φωτιά και άλλες (Bevill & Louda 1999). Στο πλαίσιο της εκπόνησης της Διδακτορικής διατριβής της πρώτης εκ των συγγραφέων επιλέχθηκε ο δεύτερος τρόπος προσέγγισης, δηλαδή η σύγκριση ζευγών ενός σπάνιου φυτού και ενός συγγενικού του με ευρεία εξάπλωση σε μια προσπάθεια να αναγνωριστούν τα χαρακτηριστικά (features) της βιολογίας των φυτών τα οποία ενδέχεται να αποτελούν αιτίες της σπανιότητας. Αυτή η γνώση της βιολογίας των σπάνιων ειδών έχει ως απώτερο σκοπό τη συμβολή στην προσπάθεια διατήρησή τους. Τα προτεινόμενα ζεύγη σπάνιου-κοινού φυτού παρατίθενται στον Πίνακα 1. Ορισμένες επισημάνσεις για τα ζεύγη αυτά είναι: 1. Στο ζεύγος Cerastium runemarkii - Cerastium candidissimum το κοινό είδος C. candidissimum ενώ είναι ενδημικό της Ελλάδας εμφανίζει ευρεία εξάπλωση και είναι ένα τοπικά κοινό είδος σε αντίθεση με το σπάνιο C. runemarkii το οποίο απαντά σε δύο μόνο χλωριδικές περιοχές, 2. Στο ζεύγος Alyssum euboeum - Alyssum chalcidicum το κοινό είδος A. chalcidicum είναι ενδημικό των Βαλκανίων και ανήκει στην ίδια section με το σπάνιο είδος. Υλικά και μέθοδοι Η συλλογή των σπερμάτων των φυτών πραγματοποιήθηκε τον Αύγουστο του 24 στην Εύβοια. Στο όρος Όχη συλλέχθηκαν τα Aubrieta deltoideα, Cerastium

Πρακτικά 1 ου Συνεδρίου Ελληνικής Βοτανικής Εταιρείας, 25 371 candidissimum και Cerastium runemarkii. Στο Μαντούδι, τα Alyssum chalcidicum, Alyssum densistellatum και Alyssum euboeum. Τέλος, στο Όρος Δίρφυς μία ακόμα συλλογή (lot) του Alyssum chalcidicum και το Alyssum montanum subsp. montanum. Τα σπέρματα ζυγίστηκαν σε ζυγό ακριβείας (CΗΥΟ, Μodel JL-18) και υπολογίστηκε το μέσο βάρος σπέρματος. Κατά τα πειράματα μελέτης της φυτρωτικής συμπεριφοράς τα σπέρματα χωρίζονται σε εικοσάδες ή εικοσιπεντάδες ανάλογα με τη διαθεσιμότητά τους και τοποθετούνται ομοιόμορφα για διάβρεξη πάνω σε δύο φύλλα διηθητικού χαρτιού, μέσα σε γυάλινα τρυβλία Petri διαμέτρου 7 cm, που περιέχουν ανάλογα με το μέγεθος των σπερμάτων 2,5 3 ml απεσταγμένο νερό. Η έναρξη της διάβρεξης των σπερμάτων καθώς και κάθε άλλη εργασία που απαιτεί σκοτάδι γίνεται στο σκοτεινό θάλαμο του εργαστηρίου όπου η θερμοκρασία διατηρείται σταθερή γύρω στους 2 ± 1 C, σε πράσινο φως ασφαλείας. Τα τρυβλία στη συνέχεια τοποθετούνται αμέσως σε θαλάμους ελεγχόμενης θερμοκρασίας και φωτισμού (BK 56 EL, GmbH W.C. Heraeus Germany) και στις περιπτώσεις δειγμάτων σκοταδιού σε φωτοστεγή, μεταλλικά δοχεία. Ως κριτήριο της φύτρωσης ορίζεται η ορατή έξοδος του ριζιδίου. Τα ποσοστά φύτρωσης στα γραφήματα που ακολουθούν προκύπτουν μετά από στατιστική επεξεργασία των πέντε επαναλήψεων που χρησιμοποιούνται κατά την πειραματική διαδικασία. Πίνακας 1. Προτεινόμενα ζεύγη σπάνιου-κοινού φυτού. ΣΠΑΝΙΟ ΦΥΤΟ ΚΟΙΝΟ ΦΥΤΟ Alyssum densistellatum T.R. Dudley Alyssum montanum L. subsp. montanum Alyssum euboeum Halácsy Alyssum chalcidicum Janka Arenaria leucadia Phitos & Strid Arenaria serpyllifolia L. Aubrieta scyria Halácsy Aubrieta deltoidea L. Aurinia moreana Tzanoud. & Iatroú Aurinia saxatilis (L.) Desv. subsp. orientalis (Ard.) T.R. Dudley Bupleurum capillare Boiss. & Heldr. Bupleurum glumaceum Sibth & Sm. Cerastium runemarkii Möschl & Rech. fil. Cerastium candidissimum Correns Chaerophyllum heldreichii Orph. ex Boiss. Chaerophyllum aromaticum L. Consolida tenuissima (Sm.) Soó Consolida regalis S.F. Gray Convolvulus mairei Halácsy Convolvulus arvensis L. Globularia stygia Orph. ex Boiss. Globularia cordifolia L. Potentilla kionaea Halácsy Potentilla speciosa Willd. Saponaria jagelii Phitos & Greuter Saponaria calabrica Guss. Αποτελέσματα - Συζήτηση Οι χαρακτήρες που έχουν μέχρι τώρα προσδιοριστεί κατατάσσονται στα βλαστητικά και αναπαραγωγικά γνωρίσματα. Σχετικοί χαρακτήρες με την αναπαραγωγή είναι ο αριθμός των σπερμάτων ανά καρπό (μελετήθηκε στο ζεύγος A. densistellatum - A. montanum subsp. montanum), το βάρος των σπερμάτων, το τάχος και οι απαιτήσεις της φύτρωσης και η ύπαρξη ληθάργου. Οι χαρακτήρες οι σχετικοί με τα βλαστητικά γνωρίσματα είναι η βιοτική μορφή κατά Raunkiaer και η αυξητική μορφή που

372 Πρακτικά 1 ου Συνεδρίου Ελληνικής Βοτανικής Εταιρείας, 25 προσδιορίστηκαν βιβλιογραφικά και οι οποίες παρατίθενται μαζί με το βάρος σπερμάτων στον Πίνακα 2. Όταν πραγματοποιήθηκε η συλλογή του ζεύγους Α. densistellatum - Α. montanum subsp. montanum δεν είχε προηγηθεί η διασπορά των σπερμάτων, οπότε και στάθηκε δυνατή η μέτρηση του αριθμού τους ανά κεράτιο και για τα δύο φυτά. Για το πρώτο, ο μέσος αριθμός σπερμάτων ανά κεράτιο βρέθηκε ίσος με 1,43 ±,9 και για το δεύτερο ίσος με,89 ±,8. Επίσης, υπολογίστηκε και ο αριθμός των γερών σπερμάτων για το κάθε φυτό, ενώ σημειώνεται ότι κατά τους υπολογισμούς τα κεράτια με κατεστραμμένα σπέρματα περιλαμβάνονταν στα άδεια κεράτια (αριθμός σπερμάτων ίσος με μηδέν). Το ποσοστό γερών σπερμάτων βρέθηκε για το A. densistellatum ίσο με 96% και για το A. montanum subsp. montanum ίσο με 3%. Πίνακας 2. Οι βλαστητικοί και αναπαραγωγικοί χαρακτήρες. ΦΥΤΟ ΜΕΣΟ ΒΑΡΟΣ ΣΠΕΡΜΑΤΟΣ ΒΙΟΤΙΚΗ ΜΟΡΦΗ (ΚΑΤΑ RAUNKIAER) ΑΥΞΗΤΙΚΗ ΜΟΡΦΗ (mg) Alyssum 1,394±,26 densistellatum Alyssum montanum subsp. montanum,926±,74 Alyssum euboeum,528±,45 Alyssum chalcidicum Δίρφυς Μαντούδι Cerastium candidissimum Cerastium runemarkii,569±,65,543±,58,32±,192,455±,59 θυσανώδες πόα Το πρώτο βήμα στη μελέτη της φυτρωτικής συμπεριφοράς ήταν η διερεύνηση της θερμοκρασιακής εξάρτησης της φύτρωσης. Για το ζεύγος A. densistellatum - A. montanum subsp. montanum πραγματοποιήθηκαν πειράματα για το σπάνιο φυτό, ενώ για το κοινό απλά διαπιστώθηκε η βιωσιμότητά τους επειδή ο αριθμός των ώριμων σπερμάτων που συλλέχθηκαν ήταν εξαιρετικά μικρός. Το είδος A. densistellatum παρουσιάζει υψηλό ποσοστό φύτρωσης από τους 5 έως και τους 25 C το οποίο ελαττώνεται όταν η θερμοκρασία ανέβει στους 3 C. Στο ζεύγος C. runemarkii - C. candidissimum, το κοινό είδος C. candidissimum εμφανίζει εξαιρετικά υψηλό ποσοστό φύτρωσης στους 1, 15 και 2 C και το χαμηλότερο ποσοστό φύτρωσης που παρατηρήθηκε στους 25 C είναι πάνω από 6% (6,8%). Αντίθετα, το σπάνιο είδος C. runemarkii εμφανίζει εξαιρετικά μικρά ποσοστά φύτρωσης στο σκοτάδι τα οποία δεν ξεπερνούν το 7%. Τα σπέρματα είναι ληθαργικά. Μετά την ολοκλήρωση των πειραμάτων της θερμοκρασιακής εξάρτησης της φύτρωσης, τα τρυβλία με τα αφύτρωτα σπέρματα του C. runemarkii μεταφέρθηκαν σε φως ημέρας

Πρακτικά 1 ου Συνεδρίου Ελληνικής Βοτανικής Εταιρείας, 25 373 και θερμοκρασία περιβάλλοντος οπότε και παρατηρήθηκε μερική προώθηση της φύτρωσης. Τελική Φύτρωση, % 1 8 6 4 2 5 1 15 2 25 3 1 8 6 4 2 Τ 5, d Εικόνα 1. Η θερμοκρασιακή εξάρτηση της φύτρωσης των σπερμάτων του σπάνιου φυτού Alyssum densistellatum. Με κλειστό κύκλο παριστάνεται η φύτρωση (%) και με κλειστό τετράγωνο το Τ 5 (d). η, % σ ύ τ ρ ω Φ ή ε λ ικ Τ 1 8 6 4 2 1 15 2 25 3 2 1, d T 5 Τελική Φύτρωση, % 1 8 6 4 2 Φως ημέρας Σκοτάδι 1 15 2 25 Εικόνα 2. Η θερμοκρασιακή εξάρτηση της φύτρωσης των σπερμάτων του Cerastium candidissimum (αριστερά) και του Cerastium runemarkii (δεξιά). Οι λευκές ράβδοι απεικονίζουν την προώθηση της φύτρωσης από το φως της ημέρας και τα ανοιχτά τετράγωνα το Τ 5. Προκειμένου να διευκρινιστεί εάν αυτή η προώθηση της φύτρωσης οφείλεται στην εναλλαγή της θερμοκρασίας ή την παρουσία του φωτός, πραγματοποιήθηκαν δύο πειράματα με εναλλαγή φωτεινής και σκοτεινής περιόδου. Στο πρώτο η θερμοκρασία παρέμεινε σταθερή στους 15 C, ενώ στο δεύτερο η θερμοκρασία ήταν 2 C κατά τη φωτεινή περίοδο και 11 C κατά τη σκοτεινή περίοδο.

374 Πρακτικά 1 ου Συνεδρίου Ελληνικής Βοτανικής Εταιρείας, 25 1 1 Φύτρωση, % 8 6 4 2 Φως/Σκοτάδι Σκοτάδι Φύτρωση, % 8 6 4 2 Φως/Σκοτάδι Σκοτάδι 5 1 15 2 25 3 Χρόνος, d 5 1 15 Χρόνος, d Εικόνα 3. Η χρονική πορεία της φύτρωσης των σπερμάτων του σπάνιου φυτού Cerastium runemarkii σε συνθήκες εναλλαγής φωτεινής και σκοτεινής περιόδου σε σταθερή θερμοκρασία 15 C (αριστερά) και εναλλαγή θερμοκρασίας 2/11 C (δεξιά). Στο ζεύγος A. euboeum - Α. chalcidicum η φύτρωση των σπερμάτων του σπάνιου είδους πλησιάζει το 1% στους 1, 15 και 2 C, το 5% στους 5 C και πέφτει κάτω από το 2% στους 25 C (Γεωργίου & Ιωαννίδου, 1996). Η φύτρωση των δύο συλλογών του κοινού είδους διαφέρει στα τελικά ποσοστά της φύτρωσης, αλλά ακολουθεί παρόμοιο πρότυπο. Μεταφορά των αφύτρωτων σπερμάτων σε φως ημέρας δεν προωθεί τη φύτρωση. Τελική Φύτρωση, % 1 8 6 4 2 1 15 2 25 4 3 2 1 Τ 5, d Εικόνα 4. Η θερμοκρασιακή εξάρτηση της φύτρωσης των σπερμάτων του Alyssum chalcidicum. Με κλειστό κύκλο και τετράγωνο παριστάνονται η φύτρωση (%) και το Τ 5 (d) της συλλογής από τη Δίρφυ, αντίστοιχα και με ανοιχτά σύμβολα της συλλογής από το Μαντούδι.

Πρακτικά 1 ου Συνεδρίου Ελληνικής Βοτανικής Εταιρείας, 25 375 Σε αυτά τα πρώτα στάδια της έρευνας δεν είναι δυνατόν να προκύψουν συμπεράσματα για τις αιτίες της σπανιότητας των ειδών που αποτελεί τον τελικό στόχο. Ορισμένες διαφορές ήδη προκύπτουν από τα μέχρι τώρα αποτελέσματα. Στόχος είναι η συλλογή περισσότερων ζευγών και η διερεύνηση σε βάθος χαρακτήρων πέραν της φύτρωσης. Ευχαριστίες Η Νικολέτα Μακρή είναι υπότροφος Μεταπτυχιακών σπουδών του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών. Βιβλιογραφία Baskauf C.J., McCauley D.E. & Eickmeier W.G. 1994. Genetic analysis of a rare and a widespread species of Echinaceae (Asteraceae). Evolution 48: 18-188. Bevill R.L. & Louda S.M. 1999. Comparisons of related rare and common species in the study of plant rarity. Conservation Biology 13: 493-498. Γεωργίου Κ. & Ιωαννίδου Ε. 1996. Η φυσιολογία της φύτρωσης των σπερμάτων των σπάνιων ενδημικών φυτών της Ελληνικής χλωρίδας Alyssum lesbiacum και A. euboeum. Πρακτικά 6 ου Επιστημονικού Συνεδρίου Ελληνικής Βοτανικής Εταιρείας. Gitzendanner M.A. & Soltis P.S. 2. Patterns of genetic variation in rare and widespread plant congeners. American Journal of Botany 87: 783-792. Kruckeberg A.R. & Rabinowitz D. 1985. Biological aspects of endemism in higher plants. Annual Review of Ecology and Systematics 16: 447-479. Walck J.L., Baskin J.M. & Baskin C.C. 21. Why is Solidago shortii narrowly endemic and S. altissima geographically widespread? A comprehensive comparative study of biological traits. Journal of biogeography 28: 1221-1237.