ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ 1881-1908



Σχετικά έγγραφα
Ένοπλη αντιπαράθεση στις αρχές του 20ου αιώνα που διήρκεσε περίπου 4 χρόνια ( ) Ξεκίνησε από την περιοχή της Καστοριάς και περί το τέλος του

Τα Βαλκάνια των αλληλοσυγκρουόμενων εθνικών επιδιώξεων

Κεφάλαιο 1. Από τον Ελληνοτουρκικό Πόλεµο του 1897 στον Μακεδονικό Αγώνα (σελ )

Ενότητα 22 - Τα Βαλκάνια των αλληλοσυγκρουόμενων εθνικών επιδιώξεων. Ιστορία Γ Γυμνασίου. Μακεδονομάχοι Το αντάρτικο σώμα του Μελά

Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία

Κεφάλαιο 3. Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ )

Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912)

Γερμανός Καραβαγγέλης. Η ψυχή του Μακεδονικού Αγώνα

Να δώσετε το περιεχόµενο των παρακάτω όρων: α. Οργανικός νόµος 1900 β. Συνθήκη φιλίας και συνεργασίας γ. «Ηνωµένη αντιπολίτευσις»

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ 6ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΟΤΗΤΕΣ 27/28/29/30

Τοµπάζης /Τουµπάζης - Γιακουµάκης

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (διαγώνισμα 1)

Επαναληπτικό διαγώνισμα Ιστορίας

Κεφάλαιο 6. Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ )

Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι

Κεφάλαιο 4. Η Ελλάδα στον Α' Παγκόσµιο Πόλεµο (σελ )

32. Η Θεσσαλονίκη γνωρίζει μεγάλη ακμή

Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα της Ιστορίας. κατεύθυνσης των Πανελλαδικών εξετάσεων 2014

Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ

ΟΝΟΜΑ: ΕΠΩΝΥΜΟ: ΤΜΗΜΑ:

Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία

29. Νέοι εχθροί εμφανίζονται και αποσπούν εδάφη από την αυτοκρατορία

ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

7ος αι ος αι. ΗΡΑΚΛΕΙΟΣ. αποφασιστικοί αγώνες και μεταρρυθμίσεις

Φιλέλληνες ονοµάζονται οι ξένοι που εµπνεύσθηκαν από την Επανάσταση του 1821 και υποστήριξαν τον αγώνα των εξεγερµένων Ελλήνων µε διάφορους τρόπους.

18 ος 19 ος αι. ΣΟ ΑΝΑΣΟΛΙΚΟ ΖΗΣΗΜΑ. «Σώστε με από τους φίλους μου!»

Ενότητα 7 Η Φιλική Εταιρεία - Η επανάσταση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΒΑΣΙΚΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ

Μητρ. Βελγίου: «Αναμένοντες τον Πατριάρχη του Γένους»

1ο Σχέδιο. δεδοµένων της Β και Γ στήλης, που αντιστοιχούν στα δεδοµένα της Α στήλης. A. Βασικοί όροι των συνθηκών Β. Συνθήκες Γ.

ΣΧΕ ΙΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ

Μικρασιατική καταστροφή

Ενότητα 19 - Από την 3η Σεπτεμβρίου 1843 έως την έξωση του Όθωνα (1862) Ιστορία Γ Γυμνασίου

Καρατάσος-Καρατάσιος,

Το κίνηµα στο Γουδί και η κυβέρνηση Βενιζέλου


Η σταδιακή επέκταση του κράτους των Βουλγάρων

Ενότητα 20 - Από την έξωση του Όθωνα (1862) έως το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η άφιξη του βασιλιά Γεωργίου του Α.

Ελλάδα: ιστορική αναδρομή

ΕΚΤΑΚΤΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ-ΨΗΦΙΣΜΑ ΔΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΣΣΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ

ΗΕΠΟΧΗΤΗΣΑΚΜΗΣ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΕΡΜΑΤΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΣ ΩΣ ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ

Κωνσταντίνος: από τη Ρώμη στη Νέα Ρώμη

Φιλικές σχέσεις και συγκρούσεις με τους Βούλγαρους και τους Ρώσους Α. Οι Βούλγαροι α μέρος

Ενότητα 17 - Ο Ι. Καποδίστριας ως κυβερνήτης της Ελλάδας ( ) Η ολοκλήρωση της ελληνικής επανάστασης. Ιστορία Γ Γυμνασίου

ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Ιστορία Κεφ. 24 ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΓΩΝΑ

2 ο Γυμνάσιο Μελισσίων Σχολικό έτος: Τμήμα: Γ 2 Μάθημα: Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία. Επιμέλεια παρουσίασης: Μαμίτσα Μαρία, Μάστορα Βεατρίκη

Για την (προ)ιστορία του Μακεδονικού Ζητήματος


ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΤΟ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ( )

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΣΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΥ 20 ΟΥ ΑΙΩΝΑ

Κεφάλαιο 5. Η Θράκη, η Μικρά Ασία και ο Πόντος, ακµαία ελληνικά κέντρα (σελ )

Ενότητα 27- Το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Το κίνημα στο Γουδί (αφίσα της εποχής)

Ψήφισμα Δ.Σ. Συνδέσμου Αποφοίτων ΣΣΑΣ για το όνομα του κρατιδίου των Σκοπίων Τρίτη, 30 Ιανουάριος :00

ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ. Μαρία Παντελή Γιώργος Βασιλείου

Κεφάλαιο 17. Ο Ιωάννης Καποδίστριας και το έργο του (σελ )

Φιλική Εταιρεία. Τόπος Ίδρυσης Χρόνος Ίδρυσης Ιδρυτικά. Οδησσός. 14 Σεπτεµβρίου Νικόλαος Σκουφάς Αθανάσιος Τσακάλωφ Εµµανουήλ Ξάνθος

Η Ελλάδα από το 1914 ως το 1924

Ανασκόπηση Στο προηγούμενο μάθημα είδαμε πως μετά το θάνατο του Βασιλείου Β : το Βυζάντιο έδειχνε ακμαίο, αλλά είχαν τεθεί οι βάσεις της κρίσης στρατι

Επαναστατικά κινήµατα στη Μακεδονία και την Κρήτη (σελ )

Να απαντήσετε ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ και στις ΔΥΟ ερωτήσεις. Κάθε ερώτηση βαθμολογείται με δύο (2) μονάδες.

Κεφάλαιο 8. Η γερµανική επίθεση και ο Β' Παγκόσµιος Πόλεµος (σελ )

Ανατολικο ζητημα κριμαϊκοσ πολεμοσ. Μάθημα 4ο

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΛΑΙΤΖΙΔΟΥ. Σελίδα 1

1ο ΣΧΕ ΙΟ. Το έργο της Αντιβασιλείας

Ευρύκλεια Κολέζα ΑΠΟ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΟΥ ΩΣ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΒΕΡΝΤΕΝ ( )

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΣΠΙΘΑΡΙ 24 ΙΟΥΛΙΟΥ 2014

Η βασιλεία του Όθωνα - Ο Ιωάννης Κωλέττης. & βασιλείας του Όθωνα

Η μετάκληση του Βενιζέλου στην Αθήνα και οι επιπτώσεις στο Κρητικό Ζήτημα

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

Κεφάλαιο 5 (σελ ) Η επανάσταση στα νησιά του Αιγαίου

Ενότητα 10 Ελληνική επανάσταση και Ευρώπη

ΕΝΟΤΗΤΑ 10η: Ελληνική επανάσταση και Ευρώπη. Ελληνική επανάσταση και ευρωπαϊκή διπλωματία ( )

1 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Τα ΠΑΙ ΙΚΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΙΑ Το 958 µ.χ.. γεννιέται ο Βασίλειος ο Β, γιος του Ρωµανού και της Θεοφανώς. Γιαγιά του από την πλευρά του πατέρα του

Διαφωτισμός και διαμόρφωση των πολιτικών ιδεολογιών στην Ελλάδα

Εκπολιτιστικός Σύλλογος Βλαχάβας - Παπα-θύμιος Βλαχάβας - ΚΑΛΑΜΠΑΚΑ CITY KALAMPAKA MET

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ ΒΙΕΤΝΑΜ. Εργασία της μαθήτριας Έλλης Βελέντζα για το πρόγραμμα ΣινΕφηβοι

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ «ΕΒΡΑΙΚΟΙ ΤΟΠΟΙ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ»

ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΦΟΡΜΕΣ ΤΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ - Ο ΑΡΧΙΔΑΜΕΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

Κεφάλαιο 12. Η δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου - ο ιονύσιος Σολωµός (σελ )

Το συγκλονιστικό άρθρο. του Γλέζου στη Welt. Διαβάστε το συγκλονιστικό άρθρο του Μανώλη Γλέζου στη 1 / 5

Κεφάλαιο 9. Η εκστρατεία του ράµαλη ερβενάκια (σελ )

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

ΕΝΑΣ ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ

Στη συνέχεια έκανε αναφορά στην επίσκεψη που είχε την προηγούμενη μέρα στο Κέντρο, όπου ο κ. Μαρτίνοβιτς εξήγησε στον ίδιο και στους συνεργάτες του,

Χαιρετισμός στην εκδήλωση για την συμπλήρωση 20 χρόνων από την αδελφοποίηση των Δήμων Ηρακλείου και Λεμεσού

Ονοματεπώνυμο: Γιώργος Κωνσταντινίδης Τάξη: Γ 5 Σχολείο: Γυμνάσιο Αγίου Αθανασίου Διδάσκουσα: Σελιώτη Χ Χριστοδούλου Βασιλική

Η Τουρκία στον 20 ο αιώνα

Η Τουρκία στον 20 ο αιώνα

Ολυμπιακοί αγώνες ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΑΝΤΩΝΙΑΔΗ Α2

κάντε κλικ στη Τρίτη επιλογή : Οι Θεσσαλονικείς αδελφοί ισαπόστολοι Κύριλλος και Μεθόδιος

Ιστορία Στ Δημοτικού σχολείου ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΜΑΧΑΙΡΑ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α: Η ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΝ 19 Ο ΑΙΩΝΑ

ÖÑÏÍÔÉÓÔÇÑÉÏ ÈÅÙÑÇÔÉÊÏ ÊÅÍÔÑÏ ÁÈÇÍÁÓ - ÐÁÔÇÓÉÁ

Ο Μακεδονικός Αγώνας. του Δημητρίου Θ. Καραμήτσου Ομότιμου καθηγητή ΑΠΘ

Πανελλήνιες ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. Ιστορία Γενικής Παιδείας. Σαβ ΟΜΑ Α Α. Θέµα Α2

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΤΗΣ ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ

Η Γαλλική επανάσταση ( )

Transcript:

ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ 1881-1908 Η Μακεδονία πριν από τον ένοπλο αγώνα Ο γεωγραφικός χώρος της Μακεδονίας ως τµήµα της επικράτειας της Οθωµανικής αυτοκρατορίας χωριζόταν σε τρία βιλαέτια: της Θεσσαλονίκης, του Μοναστηρίου και των Σκοπίων. Σε αυτές τις περιοχές κατοικούσαν ελληνόφωνοι, σλαβόφωνοι, βλαχόφωνοι και αλβανόφωνοι χριστιανικοί πληθυσµοί, όπως επίσης τουρκόφωνοι και αλβανόφωνοι µουσουλµάνοι. Οι ελληνόφωνοι γενικά κυριαρχούσαν στα νότια, ενώ οι σλαβόφωνοι είχαν πυκνότερη παρουσία προς τα βόρεια. Ο αγώνας για την απελευθέρωση της Μακεδονίας από την οθωµανική κυριαρχία άρχισε ταυτόχρονα µε την επανάσταση στη νότια Ελλάδα το 1821, όµως δεν είχε αίσιο τέλος, ενώ οι εξεγέρσεις της περιόδου 1830-1860 δεν προσέφεραν τίποτε περισσότερο από σφαγές, λεηλασίες και τροµοκρατία των χριστιανικών πληθυσµών. Ένα ακόµη ελληνικό κίνηµα ξέσπασε στη Μακεδονία το 1877, αλλά η εξέγερση δεν κατόρθωσε να λάβει σηµαντικές διαστάσεις. Όµως, τώρα πλέον οι Έλληνες δεν ήταν µόνοι τους στον αγώνα για επικράτηση στη Μακεδονία. Η Μακεδονία, παρά τις εξεγέρσεις και τα επαναστατικά κινήµατα που εκδηλώθηκαν στον χώρο της, τελικά δεν κατόρθωσε να αποτελέσει τµήµα του ελεύθερου ελληνικού κράτους. Παρ όλα αυτά όµως η ιδέα του αλυτρωτισµού παρέµεινε άσβεστη. Ο µακεδονικός ελληνισµός υπό φοβερά αντίξοες συνθήκες, αντιπαλεύοντας υπέρτερες δυνάµεις, κατάφερε να κρατήσει αλώβητο το ελληνικό φρόνηµα στη Μακεδονία, ανοίγοντας τον δρόµο για την απελευθέρωσή της στους Βαλκανικούς πολέµους. Ήδη από τον 19ο αιώνα οι εθνικές επιδιώξεις των βαλκανικών κρατών έρχονται σε αντιπαράθεση µεταξύ τους. Είχε συµβάλλει, όµως, πρωτύτερα σε αυτό και η ενοποίηση του βαλκανικού χώρου µέσα στο πλαίσιο της Οθωµανικής αυτοκρατορίας, η οποία επέτρεψε την κινητικότητα των βαλκανικών λαών. Έλληνες από τη Μακεδονία και την Ήπειρο εγκαταστάθηκαν στη Σερβία, στη Βουλγαρία και στη Ρουµανία, ενώ Βούλγαροι κατέβηκαν στη Μακεδονία ενισχύοντας το ήδη υπάρχον σλαβικό στοιχείο. Ο µακεδονικός ελληνισµός υπό δύσκολες συνθήκες κατάφερε

Οι Βούλγαροι το 1870 απέκτησαν χωριστή εκπαιδευτική εκπροσώπηση µε την ίδρυση της Εξαρχίας και το 1878 ξεχωριστό κράτος µε τη δηµιουργία της Βουλγαρικής Ηγε- µονίας. Οι επιδιώξεις των Βουλγάρων δεν περιορίζονταν µόνο στην ενσωµάτωση των εδαφών της σηµερινής Μακεδονίας. Αντίθετα οραµατίζονταν µια µεγάλη Βουλγαρία, που θα περιλάµβανε τη σηµερινή Βουλγαρία, τη Δοβρουτσά, τη Μακεδονία και τη Θράκη, η οποία είχε γίνει προσωρινά πραγµατικότητα το 1877 µε την υπογραφή της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, που τερµάτιζε τον Ρωσοτουρκικό πόλεµο της περιόδου 1876-77. Ο εκκλησιαστικός διαχωρισµός των χριστιανικών πληθυσµών της Οθωµανικής αυτοκρατορίας σε πατριαρχικούς και εξαρχικούς προσέλαβε τη µορφή της εθνικής αντιπαράθεσης µεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων, διότι η διάκριση των πληθυσµών δεν γινόταν µε βάση την εθνική ταυτότητα, αλλά µε τη θρησκευτική επιλογή. Έτσι οι πατριαρχικοί ταυτίζονταν µε τους Έλληνες και οι εξαρχικοί µε τους Βούλγαρους. Το βουλγαρικό εθνικιστικό κίνηµα βρισκόταν σε έξαρση και ο ελληνικός πληθυσµός της Μακεδονίας, κυρίως της υπαίθρου, συντηρούσε τις πατρογονικές αξίες που προέρχονταν από τον κόσµο της παράδοσης, ενώ του ήταν πιο εύκολο να ταυτιστεί µε την έννοια της Εκκλησίας, παρά µε αυτήν του εθνικού κράτους. Εκεί ακριβώς βρισκόταν και ο ακρογωνιαίος λίθος των πιέσεων που δέχτηκε όλη τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα. Βέβαια, εκτός της θρησκείας, σηµαντικός παράγοντας για τον καθορισµό της εθνικής ταυτότητας υπήρξε και η γλώσσα που χρησιµοποιούσαν οι κληρικοί. Με την πάροδο του χρόνου έγινε αντιληπτό στους κύκλους του Οικουµενικού Πατριαρχείου ότι ήταν επιτακτική πλέον ανάγκη η υιοθέτηση δυναµικότερων µέσων, ώστε να αντιµετωπιστεί η συνεχώς αυξανόµενη πίεση της βουλγαρικής Εξαρχίας. Δεν ήταν άλλωστε λίγες οι περιπτώσεις βίαιων πιέσεων των βουλγαρικών συµµοριών που δρούσαν στη µακεδονική ύπαιθρο σε βάρος του ελληνικού πληθυσµού. Το 1870 ήδη ο βουλγαρικός εθνικισµός είχε γίνει αποφασιστικός παράγοντας για τις εξελίξεις στη Μακεδονία, αφού εκείνη τη χρονιά ιδρύθηκε η Βουλγαρική Εκκλησία, η γνωστή Εξαρχία. Οκτώ χρόνια αργότερα, το 1878, µε τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, δηµιουργείται µε την υποστήριξη της Ρωσίας ένα ανεξάρτητο βουλγαρικό κράτος που περιλάµβανε ολόκληρη τη Μακεδονία, εκτός από την πόλη της Θεσσαλονίκης και τη Χαλκιδική. Αν και µερικούς µήνες αργότερα οι όροι της συνθήκης µεταβλήθηκαν και Οι βουλγάρικες συµµορίες δρούσαν σε βάρος του ελληνι-

η Μακεδονία παρέµεινε υπό οθωµανική κυριαρχία, ωστόσο η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου δεν έπαυε να κεντρίζει τις επεκτατικές βλέψεις του νεοσύστατου βουλγαρικού κράτους. Μετά το 1870 αναπτύχθηκε έντονος ελληνοβουλγαρικός ανταγωνισµός στη Μακεδονία µε την ίδρυση νέων σχολείων και φιλεκπαιδευτικών σωµατείων. Όµως η βουλγαρική προπαγάνδα δυσκολευόταν να βρει πρόσφορο έδαφος. Στη δεκαετία του 1890, οι βουλγαρικές προσπάθειες οργανώθηκαν σε νέες βάσεις. Το 1893 συστήθηκε στη Θεσσαλονίκη η Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση, ενώ στη Σόφια επιτροπές ανέλαβαν τη χρηµατοδότηση, τον εξοπλισµό και την αποστολή ενόπλων σωµάτων, µε σκοπό τον βίαιο προσηλυτισµό του πληθυσµού της Μακεδονίας στην Εξαρχία και την εµφύσηση βουλγαρικής εθνικής συνείδησης. Μετά το 1870 εντάθηκε η ίδρυση νέων σχολείων και Στη Μακεδονία η επαναστατική δράση είχε αρχίσει από το 1876 µε το επαναστατικό σώµα του Κοσµά Δουµπιώτη, όπου και σχηµατίστηκε «Προσωρινή Κυβέρνηση της Μακεδονίας». Εν τω µεταξύ έληξε ο Ρωσοτουρκικός πόλεµος του 1878 µε τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, σύµφωνα µε την οποία ιδρυόταν αυτόνοµη ηγεµονία της Βουλγαρίας, ενώ πλήττονταν βαρύτατα τα ελληνικά συµφέροντα στη Μακεδονία, γι αυτό και προκάλεσε τη σφοδρή και δίκαιη αντίδραση του ελληνισµού αλλά και των Σέρβων. Ήταν πασιφανές πως η Ρωσία θέλησε να λύσει το Ανατολικό Ζήτηµα µονοµερώς, µέσω του «δορυφόρου» της, της Βουλγαρίας. Η Αγγλία πρώτη, αλλά και ολόκληρη η Ευρώπη, έφεραν αντιρρήσεις και έτσι για πρώτη φορά εµφανίστηκε στο διεθνή διπλωµατικό χώρο το «Μακεδονικό Ζήτηµα». Όλοι οι κάτοικοι της Μακεδονίας αντέδρασαν πολύ έντονα και έστειλαν υποµνήµατα προς όλες τις κατευθύνσεις (Υψηλή Πύλη, Οικουµενικό Πατριαρχείο και Μεγάλες Δυνά- µεις), µε τα οποία δήλωναν κατηγορηµατικά την αντίθεσή τους µε τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και ζητούσαν την ένωσή τους µε την Ελλάδα και όχι µε τη Βουλγαρία. Από την εποχή αυτή, λοιπόν, η Ελλάδα δεν αντιµετωπίζει µόνο τους Τούρκους αλλά και τους Σλάβους. Έτσι η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου τροποποιήθηκε στο συνέδριο του Βερολίνου (1878), περιόρισε τα σύνορα της Βουλγαρίας, δηµιουργώντας την Αυτόνοµη Ανατολική Ρωµυλία. Η Σερβία αναγνωριζόταν ελεύθερη καθώς επίσης το Μαυροβούνιο και η Ρουµανία.

Τις προσπάθειες των Βουλγάρων συντόνιζε το «Ανώτατο Μακεδονικό Κοµιτάτο», το οποίο ιδρύθηκε το 1895. Ιδιαίτερα µετά την αποτυχηµένη ελληνική επαναστατική δραστηριότητα του 1896 και τη συντριβή της Ελλάδας στον πόλεµο του 1897, το έδαφος στη Μακεδονία ήταν ιδιαίτερα πρόσφορο για τις βουλγαρικές βλέψεις. Από την αρχή στους κόλπους της οργάνωσης υπήρξαν δύο τάσεις: Οι βερχοβιστές (από τον όρο Varhoven Komitet), δηλαδή οι οπαδοί της Ανωτάτης Επιτροπής που απέβλεπαν στην ενσωµάτωση της Μακεδονίας στη Βουλγαρία, και οι σεντραλιστές (από τον όρο Centralen Komitet), οι οποίοι προτιµούσαν τη δηµιουργία ανεξάρτητου ή αυτόνοµου κράτους της Μακεδονίας. Οι δύο αντιµαχόµενες τάσεις συνενώθηκαν το 1898, όταν αρχηγός της Ανωτάτης Επιτροπής εξελέγη ο πρώην διευθυντής του βουλγαρικού γυµνασίου Θεσσαλονίκης Μπόρις Σαράφωφ. Την ίδια περίοδο άρχισαν να εισέρχονται στη Μακεδονία ένοπλες οµάδες Βουλγάρων, που έµειναν γνωστοί ως κοµιτατζήδες, από το βουλγαρικό κοµιτάτο. (Komitet = επιτροπή). Είχε ξεκινήσει αγώνας για τη διεκδίκηση της Μακεδονίας και η θρησκεία αποτελούσε ένα ισχυρό µέσο επιρροής των εγχώριων πληθυσµών, το µεγαλύτερο µέρος των οποίων ήταν ελληνικής καταγωγής. Ο οικουµενικός πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως έσπευσε βέβαια να καταδικάσει ως σχισµατική τη Βουλγαρική Εξαρχία αλλά και τον εθνοφυλετισµό των λαών της Βαλκανικής καθώς και τις ένοπλες βίαιες συγκρούσεις. Τα αποτελέσµατα υπήρξαν πενιχρά, αν όχι αµελητέα. Εκεί βεβαίως που οι πατριαρχικές νουθεσίες είχαν απήχηση ήταν η µοναστική πολιτεία του Αγίου Όρους, όπου διατηρήθηκε το ενιαίον και αδιαίρετον. Παρά τις επίµονες προσπάθειες της Βουλγαρικής Εξαρχίας να αποσπάσει από το Οικουµενικό Πατριαρχείο τη σερβική Μονή Χιλανδαρίου, τη Βουλγαρική Μονή Ζωγράφου καθώς και τη Βουλγαρική σκήτη της Βογορόδιτσας, το Άγιον Όρος στο σύνολο του έµεινε πιστό στην Ιερά Επιστασία των Καρυών και στη Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης. Προπαγανδιστική δράση στον χώρο της Μακεδονίας άρχισαν να αναπτύσσουν και οι Σέρβοι εθνικιστές, οι οποίοι είχαν και την υποστήριξη της Αυστροουγγαρίας για την προσάρτηση της περιοχής. Από τις πρώτες οργανώσεις που ιδρύθηκαν ήταν ο σύλλογος Εταιρεία του Αγίου Σάββα το 1886, ενώ από την επόµενη χρονιά άρχισαν

Ο ρόλος του Οικουµενικού Πατριαρχείου στον Μακεδονικό Αγώνα Σηµαντική ήταν η συνεισφορά του Οικουµενικού Πατριαρχείου στη δύσκολη περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα για να παραµείνει αλώβητος ο ελληνισµός στη Μακεδονία και πολύτιµη η συµπαράστασή του στους διωκόµενους αγωνιστές. Το 1900 το Πατριαρχείο, τον θρόνο του οποίου λάµπρυνε ο πατριάρχης Ιωακείµ Γ, διόρισε σε πολλές µητροπόλεις της Μακεδονίας νέους, γενναίους, ευρυµαθείς, µε αποστολική διάθεση µητροπολίτες, όπως ο Γερµανός Καραβαγγέλης στην Καστοριά, ο Χρυσόστοµος Καλαφάτης στη Δράµα κ.ά. Το Οικουµενικό Πατριαρχείο µε τον πάντα Έλληνα πατριάρχη περιέβαλε µε την αγάπη του όλους τους πιστούς, ανεξάρτητα από το έθνος στο οποίο ανήκαν, και δηµοκρατικά κατά παράδοση διοικούσε τις Εκκλησίες και µε θυσίες συχνά µεριµνούσε για όλους, όπως και κατά την εποχή της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Πρόβληµα σοβαρό στους κόλπους του προκάλεσαν το 1870 οι Ρώσοι δηµιουργώντας τη Βουλγαρική Εξαρχία. Στον ιστορικό χώρο της Μακεδονίας το σύνολο των χριστιανών αδιαφόρησε για την ίδρυση της Εξαρχίας και παρέµεινε πιστό στο Πατριαρχείο, σύντοµα όµως οι Βούλγαροι πράκτορες πρώτα και οι ένοπλοι κοµιτατζήδες αργότερα επιδίωξαν να υπαγάγουν τους σλαβόφωνους, ιδίως Μακεδόνες στην Εξαρχία, ουσιαστικά, όµως, να τους εκβουλγαρίσουν. Αρκετοί υπέκυψαν, έγιναν Εξαρχικοί, τη συντριπτική όµως πλειοψηφία συνέχισαν να αποτελούν οι πιστοί στο Πατριαρχείο, οι Πατριαρχικοί. Πολλοί ιεράρχες αντέδρασαν δυναµικά στις πιέσεις των Βουλγάρων. Στο µοναστήρι ο Ιωακείµ αναγκάστηκε να συµβουλεύσει: «Οφθαλµον αντί οφθαλµού» και στη Δράµα ο Χρυσόστοµος: «Πωλησάτω τα ιµάτια και αγορασάτω µάχαιραν». Στην Καστοριά ο Γερ- µανός έγινε η ψυχή του Αγώνα. Αντιλήφθηκε ότι οι Έλληνες Μακεδόνες µόνοι έπρεπε να αγωνιστούν για τη σωτηρία τους, τους ενθάρρυνε, βοήθησε τον Κώτα και τον Βαγγέλη, τους πρωτοπόρους γηγενείς Μακεδονοµάχους, σύστησε στα χωριά επιτροπές, ξαναπήρε από τους Βουλγάρους ναούς και πιστούς, οργάνωσε δίκτυα πληροφοριών, µερίµνησε για την προµήθεια όπλων. «Η καλύτερη άµυνά µας είναι η επίθεση», επαναλάµβανε ο Γερµανός και σαν αρχάγγελος περιόδευε, κήρυττε, εγκαρδίωνε το ποίµνίο του. Στη Δράµα ο Χρυσόστοµος, αργότερα µάρτυρας στη Σµύρνη, πρόσθετε: «Δια να καταστεί βουλγαρική η Μακεδονία, απαιτείται να στραγγαλισθεί η ιστορία και η εθνογραφία Συγκέντρωση κατοίκων της Καστοριάς την εποχή που ήταν

και να παραδοθώσιν εις το πυρ όλα τα µνηµεία, αρχαία, βυζαντινά και νεότερα, άτινα πάντα είναι ελληνικά». να δηµιουργούνται σερβικά σχολεία για τους σλαβόφωνους της βόρειας ζώνης της Μακεδονίας. Παράλληλα, το Υπουργείο Εξωτερικών της Σερβίας συγκρότησε και ιδιαίτερο τµήµα µακεδονικής προπαγάνδας, οι υπάλληλοι του οποίου σύντοµα άρχισαν να κατεβαίνουν µέχρι τη Θεσσαλονίκη. Έχοντας όµως ως µεγάλο αντίπαλο τους κοµιτατζήδες της ΕΜΕO, οι Σέρβοι αναγκάστηκαν να αποσύρουν τους προπαγανδιστές και να κλείσουν τα περισσότερα σχολεία τους στη νότια Μακεδονία. Το ελληνικό κράτος άργησε να αντιδράσει. Πάντως ο διορισµός του Ίωνα Δραγούµη ως υποπρόξενου στο µοναστήρι (Νοέµβριος 1902) συνετέλεσε στην οργάνωση του ελληνικού ένοπλου κινήµατος και στην εξύψωση του φρονήµατος. Έτσι, σύντοµα ακολούθησε η συγκρότηση των πρώτων εντοπίων σωµάτων µε πρωταγωνιστές τον Κώτα, τον Νταλίπη, τον Κύρου κ.ά. Τα γεγονότα αυτά και η συνακόλουθη διεθνοποίηση του Μακεδονικού ζητήµατος επιτάχυναν τις εξελίξεις στην Αθήνα. Τον Μάιο του 1904 ιδρύθηκε από το Δηµήτριο Καλαποθάκη το Μακεδονικό Κοµιτάτο, µε σκοπό να οργανώσει την ελληνική αντίδραση στη Μακεδονία και να συνδράµει µε όπλα, χρήµατα και εφόδια τους Έλληνες αντάρτες και να διαφωτίσει την ελληνική και τη διεθνή κοινή γνώµη για τα όσα συνέβαιναν στη Μακεδονία. Συναφείς ήταν και οι στόχοι του Κεντρικού Μακεδονικού Συλλόγου των αδελφών Θεοχάρη και Μαυρουδή Γερογιάννη. Την ίδια χρονιά η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε στη δηµιουργία οργάνωσης, κατευθυνόµενης από τα προξενεία µε επικεφαλής τον γενικό πρόξενο Θεσσαλονίκης Λάµπρο Κοροµηλά. Το προξενείο Θεσσαλονίκης ανέλαβε την οργάνωση του αγώνα στα όρια του Βιλαετιού Θεσσαλονίκης και το Μακεδονικό Κοµιτάτο στο Βιλαέτι Μοναστηρίου. Αξιωµατικοί του ελληνικού στρατού άρχισαν να διεξάγουν επιτόπιες έρευνες για την εκτίµηση της κατάστασης και τις προοπτικές δράσης. Εκτός από το προξενείο θεσσαλονίκης δηµιουργήθηκαν άλλα δύο κύρια οργανωτικά κέντρα στο Μοναστήρι και στις Σέρρες. Σε κάθε κέντρο προϊστάµενος ήταν ο Έλληνας πρόξενος. Όλα τα κέντρα ενισχύθηκαν µε αξιωµατικούς και υπαξιωµατικούς, οι οποίοι Οι Σέρβοι εθνικιστές ανέπτυξαν προπαγανδιστική δράση στον

Ίων Δραγούµης Ο Ιωάννης ή Ίων Δραγούµης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 2 Σεπτεµβρίου 1878. Ο πατέρας του, Στέφανος Δραγούµης, ήταν δικαστικός και µετέπειτα πρωθυπουργός της Επανάστασης στο Γουδί. Ο νεαρός Ίων µεγάλωσε σε ένα περιβάλλον που πίστευε στα εθνικά ιδεώδη και εµπνεόταν από ένθερµο πατριωτισµό. Οι ρίζες της πατριωτικής ιδεολογίας του θα πρέπει να αναζητηθούν στο οικογενειακό του περιβάλλον και στην ελληνοκεντρική του ανατροφή. Ήταν η εποχή που η Ελλάδα δονούταν από τη Μεγάλη Ιδέα, την απελευθέρωση των αλύτρωτων πατρίδων και των υποδούλων Ελλήνων, ενώ υψωνόταν η απειλή της Μεγάλης Βουλγαρίας και του Πανσλαβισµού. Θα σπουδάσει νοµικά και θα καταταγεί εθελοντής στον άτυχο Ελληνοτουρκικό πόλεµο του 1897. Το 1904 σκοτώνεται στη γη της Μακεδονίας ο γαµπρός και το ίνδαλµά του, ο Παύλος Μελάς. Γράφει στο «Μαρτύρων και Ηρώων Αίµα» απευθυνόµενος στην ελληνική νεολαία που καλούσε να ασχοληθεί µε τα εθνικά θέµατα «Φτάνουν πια οι Μάρτυρες. Χρειάζονται τώρα ήρωες. Γενείτε ήρωες. Να ξέρετε πως αν τρέξουµε να σώσουµε την Μακεδονία, η Μακεδονία θα µας σώσει». Όµως µε τη στάση του Δραγούµη δεν ήταν σύµφωνη η κυβέρνηση των Αθηνών και µετατίθεται κατά σειρά στα προξενεία Πύργου Βουλγαρίας, Φιλιππούπολης, Αλεξάνδρειας και Αλεξανδρούπολης (τότε Δεδέαγατς). Τη διετία 1907-1908 εργάζεται στο Ελληνικό Προξενείο Κωνσταντινουπόλεως και συναντά τον άλλο µεγάλο συνοδοιπόρο του, τον αξιωµατικό Αθανάσιο Σουλιώτη-Νικολαΐδη. Την περίοδο αυτή καταγράφει στο «Όσοι Ζωντανοί». Μαζί δηµιουργούν την Οργάνωση Κωνσταντινούπολης για υπεράσπιση των δικαιωµάτων των Ελλήνων και αυτονοµία στον Πόντο, στην Καππαδοκία, στα παράλια της Μικράς Ασίας. Μαζί οραµατίζονται το Ανατολικό ιδανικό όπου θα ενώνονταν όλοι οι λαοί τη Ανατολής, και οι Έλληνες ως γνήσιοι κληρονόµοι του Βυζαντίου θα γίνονταν σιγά-σιγά κυβερνήτες ή συγκυβερνήτες της Οθωµανικής αυτοκρατορίας εις βάρος των Τούρκων. Αυτό προϋπόθετε εναντίωση στην επιρροή των Μεγάλων Δυνάµεων που ήθελαν διάλυση της αυτοκρατορίας. Όµως η εξέλιξη του Νεοτουρκικού κινήµατος θα διαλύσει τα οράµατα των δύο φίλων. Ανδριάντας του Ίωνα Δραγούµη στο «πάρκο των Μακεδονοµά- Ο Ίων Δραγούµης, γιος του Στέφανου Δραγούµη, ως υπο-

Δηµήτριος Καλαποθάκης Ο Δηµήτριος Καλαποθάκης διετέλεσε πρόεδρος του «Μακεδονικού Κοµιτάτου» από την ίδρυσή του έως τον Φεβρουάριο του 1907, οπότε παραιτήθηκε µετά τη σύγκρουσή του µε την κυβέρνηση Θεοτόκη, η οποία επιθυµούσε να ενοποιήσει τη δράση στη Μακεδονία και να περιστείλει τις δραστηριότητες του ΜΚ. Ο Καλαποθάκης οργανώνει τα αντάρτικα σώµατα και τα στέλνει στη Μακεδονία, όπου οι βουλγαρικές συµµορίες εξόντωναν και τροµοκρατούσαν για χρόνια ολόκληρα τους ελληνοµακεδονικούς πληθυσµούς. Αυτός κρατά στα στιβαρά χέρια του τον αγώνα, στο κέντρο, ενώ επιτόπου παρακολουθεί την κατάσταση µε την άγρυπνη φροντίδα του ο Λάµπρος Κοροµηλάς, που διορίστηκε πρόξενος της Ελλάδος στη Θεσσαλονίκη. Ο Καλαποθάκης µε το «Μακεδονικό Κοµιτάτο» διορίζει, τον Αύγουστο του 1904, τον ανθυπολοχαγό Παύλο Μελά, αρχηγό των περιφερειών Μοναστηρίου και Καστοριάς. Ο Καλαποθάκης οργανώνει λοιπόν από την Αθήνα τα αντάρτικα σώµατα και τα στέλνει στη Μακεδονία, όπου οι βουλγάρικες συµµορίες εξόντωναν και τροµοκρατούσαν χρόνια ολόκληρα τους Έλληνες. Αυτός ενεργεί για την εξασφάλιση της διαδοχής τους, αυτός συντονίζει όλες τις σχετικές ενέργειες, ενηµερώνοντας το επίσηµο κράτος. Ο Παύλος Μελάς µε στολή µακεδονοµάχου σε πίνακα του Στη Μακεδονία τη συγκεκριµένη εποχή λειτουργούσαν 1.041 εκπαιδευτικά ιδρύµατα µε 1.704 διδάσκοντες και περίπου 68.000 µαθητές. Τα µεγαλύτερα εκπαιδευτικά κέντρα ήταν η Θεσσαλονίκη µε 32 εκπαιδευτικά ιδρύµατα, 127 διδάσκοντες και 3.898 µαθητές, το Μοναστήρι µε 19 σχολεία, 50 δασκάλους και περίπου 2.500 µαθητές, οι Σέρρες µε 16 σχολεία, 50 δασκάλους και 2.327 µαθητές και βέβαια η Κοζάνη, η Καστοριά, η Βέροια και η Σιάτιστα. Στη Μακεδονία, εκτός από τον σηµαντικό ρόλο που έπαιξαν στον τοµέα αυτόν ο «Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως» αλλά και ο «Σύλλογος προς διάδοσιν των ελληνικών Γραµµάτων» της Αθήνας, θα πρέπει να σηµειωθεί και η ουσιαστική Όταν ο Λάµπρος Κοροµηλάς διορίστηκε γενικός πρόξενος

προσφορά της «Μακεδονικής Φιλεκπαιδευτικής Αδελφότητας» που ιδρύθηκε το 1871 στην Κωνσταντινούπολη από τον Δυτικοµακεδόνα λόγιο και κληρικό Στέφανο Νούκα. Χάρη στη Μ.Φ.Α. ιδρύθηκε και το φηµισµένο για την εποχή Γυµνάσιο και Οικοτροφείο Τσοτυλίου, αλλά και ο «Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Βοδενών» στην Έδεσσα, ο Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Στρωµνίτσης, οι Αδελφότητες «Πρόοδος» στη Δράµα, «Φίλιππος» στο Δοξάτο, «Ηώς» στην Προσοτσάνη, «Μακεδονία» στην Καβάλα, «Φοίνιξ» στην Κοζάνη, «Αριστοτέλης» στο Κρούσοβο «Καρτερία» στο Μοναστήρι και «Ελπίς» στο Μεγάροβο. Υπήρχαν επίσης τέσσερα σωµατεία στη Σιάτιστα, στη Καστοριά, στη Βέροια και στη Μοσχόπολη. Όλοι αυτοί οι σύλλογοι είχανε ιδρυθεί στη δεκαετία 1870-1880, ενώ µερικοί από αυτούς υπήρξαν βραχύβιοι µε σηµαντική όµως δράση. Δεσπόζουσες όµως παρουσίες ήταν και οι Φιλεκπαιδευτικοί Σύλλογοι Θεσσαλονίκης και Σερρών αυτή τη δεκαετία, µε µεγάλη ακτινοβολία και ευρεία απήχηση στο εσωτερικό της περιοχής τους µε την ίδρυση και συντήρηση οικοτροφείων και διδασκαλείων στο ενεργητικό τους. Το ελληνικό Παρθεναγωγείο του Μοναστηρίου (Γεννάδειος Ο «Μακεδονικός Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Σερρών» Το 1870 ιδρύθηκε στις Σέρρες ο «Μακεδονικός φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος», µε πρόεδρο τον γιατρό Ιωάννη Θεοδωρίδη, στην πρωτοβουλία του οποίου οφείλεται και η ίδρυση του περίφηµου Διδασκαλείου Αρρένων (1871). Η διεύθυνση του Διδασκαλείου ανατέθηκε στον Δηµήτριο Μαρούλη, άνδρα εξαιρετικής µόρφωσης και άριστο πατριώτη. Το Διδασκαλείο των Σερρών ήταν το πρώτο που ιδρύθηκε σε τουρκοκρατούµενη περιοχή και έδειξε εθνικό ζήλο σε όλο του το βίο. Όταν όµως από το 1880 άρχισαν να αναδιοργανώνονται τα σχολεία και η πόλη απέκτησε όχι µόνο δηµοτικά σχολεία αλλά και ανώτερο παρθεναγωγείο και γυµνάσιο, τότε το Διδασκαλείο του Μαρούλη απώλεσε σηµαντικό έδαφος, µέχρις ότου το 1885 διαλύθηκε οριστικά. Λόγω της διάλυσής του, ο Μαρούλης εγκατέλειψε τις Σέρρες και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου πέθανε το 1892. Μετά από αυτόν τον λαµπρό δάσκαλο δίδαξαν στην πόλη και άλλοι αξιόλογοι παιδαγωγοί, όπως ο Ιωάννης Δέλλιος και η Άννα Τριανταφυλλίδου. Σχολική γιορτή στο ελληνικό δηµοτικό σχολείο του Βογατσι-

καλύπτονταν πίσω από την ιδιότητα του υπαλλήλου για να ασκούν το οργανωτικό και προπαγανδιστικό τους έργο. Στις πόλεις και στα χωριά συγκροτούνταν επιτροπές για να υποστηρίζουν τη δράση των ανταρτικών σωµάτων. Οι Έλληνες αντέδρασαν µε πολιτιστικά και εκπαιδευτικά όπλα: αρχικά µε τη δηµιουργία διαφόρων πολιτιστικών και φιλεκπαιδευτικών συλλόγων, που είχαν σκοπό την ανακοπή της προπαγάνδας που εξαπέλυε ο βουλγαρικός εθνικισµός. Ένας εθνικισµός που απέβλεπε στη βουλγαρική ηγεµονία στις διαµφισβητούµενες µεικτές επαρχίες της Μακεδονίας. Το συνέδριο του Βερολίνου το 1878 µαταίωσε τα σχέδια των Βουλγάρων για κατοχή της Μακεδονίας και η ελληνική κυβέρνηση αντιλαµβανόµενη το µέγεθος της σοβαρότητας της κατάστασης, αρχικά προέβη σε ίδρυση σχολείων και άλλων εκπαιδευτηρίων, ενισχύοντας παράλληλα τις προξενικές Αρχές. Ο αγώνας ουσιαστικά είχε ήδη αρχίσει. Οι Βούλγαροι οργανώνουν την επίθεσή τους Ο Μπόρις Σαράφωφ, Βούλγαρος αξιωµατικός και πρώην διευθυντής του βουλγαρικού γυµνασίου της Θεσσαλονίκης µε µακεδονική καταγωγή, οργάνωσε τα πρώτα ένοπλα σώµατα το 1895, τα οποία άρχισαν αµέσως τη δράση τους στις βόρειες περιοχές. Κατέλαβαν µερικά χωριά, χωρίς όµως να βρουν την ανταπόκριση που ανέµεναν. Ήδη όµως το όλο ζήτηµα είχε περάσει σε διπλωµατικό επίπεδο στην Ευρώπη, και οι Έλληνες αλλά και οι Σέρβοι δεν άργησαν να αντιληφθούν τα σχέδια του βουλγαρικού επεκτατισµού σε µια χρονική στιγµή που ο ίδιος ο Σαράφωφ είχε πείσει την Ευρώπη ότι ο αγώνας που διεξήγαγε αφορούσε την αυτονοµία της Μακεδονίας. Οι βουλγαροµακεδονικές επιτροπές συνέχιζαν να αυξάνουν τον αριθµό των ένοπλων οµάδων στη Μακεδονία, τους γνωστούς κοµιτατζήδες, µε σκοπό αρχικά τουλάχιστον τη δηµιουργία επαναστατικών επιτροπών. Ωστόσο ανάµεσα σε αυτές τις οµάδες είχαν στρατολογηθεί ντόπιοι ορεσίβιοι κυρίως ληστές και άλλοι κακοποιοί, που γνώριζαν αρκετά καλά την περιοχή. Οι οµάδες αυτές επικέντρωσαν τη δραστηριότητά τους στην τροµοκράτηση των πατριαρχικών χωριών. Εισέρχονταν στα χωριά και φόνευαν τους σηµαντικότερους υποστηρικτές του Πατριαρχείου, συνήθως κληρικούς, δασκάλους και προεστούς, µε αποτέλεσµα οι χωρικοί τροµοκρατηµένοι να µεταστρέφονται στην Εξαρχία. Οι δάσκαλοι που έστελνε το βουλγαρικό κράτος στα χωριά αυτά συνήθως

ήταν µέλη της ΕΜΕΟ. Από το 1902, που παρατηρήθηκε κάποια ανοχή από πλευράς των Τούρκων, οι Βούλγαροι µε πρωτεργάτες τους Τσακαλάρωφ, Μοσκώφ και Κλιάτσεφ άρχισαν να κινούνται µε περισσότερη ευκολία στη δηµιουργία νέων ένοπλων σωµάτων. Έτσι συστήνεται η πολυµελής οµάδα του περιβόητου Μήτρου-Βλάχου και των Μαρκώφ και Ποπάρσωφ. Την ίδια εποχή καταφθάνει στην περιοχή από τη Σόφια και ο συνταγµατάρχης Γιαγκώφ διαδίδοντας πως σύντοµα µετά την έκρηξη του κινήµατος η Μακεδονία θα είναι ελεύθερη. Ωστόσο οι σκοποί του δεν επιτεύχθηκαν και ξαναγύρισε στη Σόφια. Τον Οκτώβριο του 1902 ξεσπούν ταραχές στην Άνω Τζουµαγιά. Οι λεγόµενοι βερχοφιστές από το καλοκαίρι του ίδιου έτους είχαν προχωρήσει σε ενέργειες για την έκρηξη επαναστατικού κινήµατος στη Μακεδονία. Έτσι στις 8 Οκτωβρίου ο στρατηγός Τσόντσεφ, αρχηγός του Βερχοφιστικού Κοµιτάτου έφθασε µε πλήθος κοµιτατζήδων στην Άνω Τζουµαγιά και κινήθηκε εναντίον των οθωµανικών δυνάµεων και του µουσουλµανικού πληθυσµού. Παρά τις προσδοκίες του για εξέγερση του χριστιανικού πληθυσµού, µόνο 19 από τα 40 χωριά της περιοχής προσχώρησαν στο κίνηµά του. Η αποτυχία του κινήµατος του 1902 έφερε στο ευρωπαϊκό προσκήνιο το ζήτηµα της Μακεδονίας και από την πλευρά της η Ελλάδα, διαπιστώνοντας την ένταση στις σχέσεις Τουρκίας-Βουλγαρίας, προσπάθησε να βελτιώσει τις σχέσεις της µε την Τουρκία, επιχειρώντας παράλληλα άνοιγµα στη Σερβία. Η κατάσταση γινόταν ολοένα πιο έκρυθµη και οι Μεγάλες Δυνάµεις βλέποντας την τροπή που έπαιρναν τα πράγµατα πίεσαν την Τουρκία για κάποιες µεταρρυθµίσεις. Για τον λόγο αυτό στάλθηκε ο Χιλµή πασάς για να αναδιοργανώσει στο πλαίσιο του «Σχεδίου Μεταρρυθµίσεων της Βιέννης» τις υπηρεσίες, αλλά τελικά οι προσπάθειές του απέτυχαν. Ο Βασίλης Τσακαλάρωφ, βοεβόδας από την Κρυσταλλοπηγή και Τα γεγονότα του 1903 και το Ίλιντεν Τον Απρίλιο του 1903 και καθώς οι Βούλγαροι προετοιµάζονταν για ένοπλη εξέγερση κατά των Τούρκων στην περιοχή της Μακεδονίας, σηµειώθηκαν πολλές τροµοκρατικές ενέργειες στην ύπαιθρο και µία σηµαντική στην πόλη της Θεσσαλονίκης, που είχε ως αποτέλεσµα την ανατίναξη από τους βαρκάρηδες της Οθωµανικής Τράπεζας του ταχυδροµείου και του γαλλικού ατµόπλοιου Γουαδαλκιβίρ που βρισκόταν στο λιµάνι της πόλης.

Την αρχηγία του κινήµατος του Ίλιντεν είχαν ο Γκροέφ και ο Μπόρις Σαράφωφ, οι οποίοι αρχικά είχαν προβεί σε πυρπολήσεις χωριών, ανατινάξεις γεφυρών, µε σκοπό τη δηµιουργία σύγχυσης και αποκοπής των επικοινωνιών. Απώτερος στόχος τους άλλωστε ήταν η τροµοκρατία των κατοίκων και ο εξαναγκασµός τους σε φυγή στις ορεινές περιοχές, έτσι ώστε να επιδοθούν σε κλεφτοπόλεµο µε τις τουρκικές δυνάµεις. Οι Τούρκοι παρά τις αλλεπάλληλες δολιοφθορές συνέχιζαν να ενισχύουν τις δυνάµεις Οι «βαρκάρηδες της Θεσσαλονίκης» Οι «βαρκάρηδες» ήταν µια ολιγοµελής οργάνωση την οποία ίδρυσαν το 1897 απόφοιτοι του βουλγαρικού γυµνασίου Θεσσαλονίκης. Ήταν «µαθητευόµενοι επαναστάτες» και ιδεολόγοι µηδενιστές που «εγκατέλειψαν τα όριο της έννοµης τάξης και σάλπαραν µε µια βάρκα στις ελεύθερες και άγριες θάλασσες της παρανοµίας», όπως έγραφαν. Αν και είχαν αρχικά ιδεολογική σχέση µε την Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΕΟ), την πολιτική οργάνωση των Βουλγάρων της Μακεδονίας, που συγκροτήθηκε στο 1893 µε έδρα τη Θεσσαλονίκη, πολύ σύντοµα ανεξαρτητοποιήθηκαν και ακολούθησαν δικό τους δρόµο. Η πρώτη τους σκέψη ήταν να ανατινάξουν την Οθωµανική Τράπεζα, το διατηρητέο κτίριο στην οδό Φράγκων, όπου στεγάζεται σήµερα το Κρατικό Ωδείο. Το βοµβιστικό πρόγραµµά τους περιλάµβανε, εκτός από την τράπεζα, και άλλους στόχους µε ρίψη βοµβών και φυσιγγιών γεµάτα µε δυναµίτιδα, που είχαν κατασκευάσει τα µέλη τη οργάνωσης. Για λίγες µέρες, στο τέλη Απριλίου του 1903, η Θεσσαλονίκη έζησε ένα φοβερό όργιο εκρήξεων, ευτυχώς µε λίγα θύµατα σε σχέση µε το µέγεθος των υλικών ζηµιών. Η Οθωµανική Τράπεζα, που πυροδοτήθηκε µε φυτίλι, γκρεµίστηκε συθέµελα και µόνο η πρόσοψή της θύµιζε το µεγαλοπρεπές κτίριο. Τα τραπεζικό αποθέµατα µε τουρκικές λίρες έµειναν ακέραια και µεταφέρθηκαν σε τουρκικό θωρηκτό, ενώ οι συναλλαγές για αρκετές µέρες γίνονταν στο ύπαιθρο. Η γερµανική λέσχη κατέρρευσε και ζηµιές έπαθε το γειτονικό ξενοδοχείο «Κολόµπο». Η αµαξοστοιχία που ερχόταν από την Αλεξανδρούπολη µε 300 επιβάτες υπέστη µικρές ζηµιές, ενώ η επίθεση στο εργοστάσιο του αεριόφωτος δεν είχε καταστροφικό αποτέλεσµα, πέρα από µικροζηµιές σε κτίρια.

τους, µε αποτέλεσµα έως τα µέσα του Αυγούστου το κίνηµα να κατασταλεί. Αυτό είχε ως αποτέλεσµα την πρόκληση σοβαρών απωλειών και τη δηµιουργία κύµατος προσφύγων προς τη Βουλγαρία. Κατά τη διάρκεια του κινήµατος, καταλήφθηκε από τις βουλγαρικές δυνάµεις το Κρούσοβο, ανατινάχθηκε το Διοικητήριο και οι «επαναστάτες» ανακήρυξαν τη «Δηµοκρατία του Κρουσόβου» που επιβίωσε για λίγες µόνο ηµέρες, καθώς ο τουρκικός στρατός που το ανακατέλαβε επιδόθηκε σε λεηλασίες και φόνους. Η Δυτική Μακεδονία σήκωσε το βάρος του κινήµατος και υπέφερε σε σύγκριση µε τις άλλες περιοχές της Μακεδονίας τόσο από τους Βούλγαρους όσο και από τους Τούρκους. Οι βουλγαρικές βιαιότητες δεν άργησαν να γίνουν γνωστές στον ελληνισµό που παρακολουθούσε µε αγωνία τα τεκταινόµενα στον βόρειο χώρο της Μακεδονίας και όχι µόνο. Δεν ήταν λίγες οι φορές που οργανώνονταν συλλαλητήρια και άλλου είδους δια- µαρτυρίες για τις αγριότητες που διαπράττονταν από τους Βούλγαρους κοµιτατζήδες σε βάρος των πατριαρχικών σε πολλές κωµοπόλεις και χωριά. Το κίνηµα του Ίλιντεν ουσιαστικά θα έφερνε αντιµέτωπους τους Έλληνες µε τον βουλγαρικό εθνικισµό που είχε σκοπό την προσάρτηση της Μακεδονίας στη λεγοµένη Μεγάλη Βουλγαρία. Άρχιζε η πιο σκληρή φάση του Μακεδονικού Αγώνα. Οι επιπτώσεις από το κίνηµα του Ίλιντεν Οι ταραχές στην Άνω Τζουµαγιά µπορεί να µην κατέλυσαν την οθωµανική κυριαρχία στη Μακεδονία, προκάλεσαν όµως ένα κύµα συµπάθειας στην Ευρώπη. Η Μεγάλη Βρετανία, η Γαλλία, η Ρωσία και η Αυστροουγγαρία άρχισαν να πιέζουν την Υψηλή Πύλη να προβεί σε µεταρρυθµίσεις στη Μακεδονία. Μπροστά στον κίνδυνο να µείνει εκτός εξελίξεων, η ΕΜΕΟ αποφάσισε να προχωρήσει σε ένοπλη εξέγερση στη Μακεδονία στα µέσα του καλοκαιριού του 1903. Η εξέγερση που εκδηλώθηκε την ηµέρα της εορτής του Προφήτη Ηλία καταπνίγηκε γρήγορα, λόγω της άρνησης του πληθυσµού να συνδράµει τις ένοπλες οµάδες της ΕΜΕΟ αλλά και εξαιτίας της αποφασιστικότητας που έδειξαν οι Οθωµανοί. Τις νίκες των βουλγαρικών οµάδων στις πρώτες συγκρούσεις µε τους Τούρκους διαδέχθηκαν οι απανωτές ήττες και

η καταστροφή πολλών χωριών και κωµοπόλεων της Μακεδονίας, όπως το Κρούσοβο και η Κλεισούρα. Η τουρκική πλευρά προχώρησε για ακόµη µία φορά σε επίδειξη σκληρότητας σε βάρος των χριστιανικών πληθυσµών, που στην πλειοψηφία τους είχαν µείνει αµέτοχοι στην εξέγερση. Οι τουρκικές αγριότητες ξεσήκωσαν την κοινή γνώµη στην Ευρώπη, µε αποτέλεσµα οι κυβερνήσεις της Ρωσίας και της Αυστροουγγαρίας να πιέσουν τον σουλτάνο να αποδεχθεί ένα πρόγραµµα µεταρρυθµίσεων που είχε εκπονηθεί στο Μύρστεγκ, ένα χωριό κοντά στη Βιέννη. Οι µεταρρυθµίσεις του Μύρστεγκ είχαν σκοπό να περιορίσουν την καταπίεση και τη διαφθορά στα βιλαέτια της Θεσσαλονίκης, του Μοναστηρίου και των Σκοπίων. Ό,τι δεν µπόρεσε να καταφέρει η ΕΜΕΟ µε τη δύναµη των όπλων έγινε εφικτό µε την κατακραυγή που ξεσηκώθηκε στην Ευρώπη εναντίον της διοίκησης των Οθω- µανών. Η εξέγερση του Ίλιντεν είχε σοβαρές επιπτώσεις στη συνοχή της οργάνωσης. Η εµφανής αδυναµία των ανταρτικών οµάδων της ΕΜΕΟ να αντιπαρατεθούν στα τουρκικά στρατιωτικά αποσπάσµατα και η απώλεια πολλών ηγετικών στελεχών της οργάνωσης στη διάρκεια της εξέγερσης είχε ως αποτέλεσµα να δηµιουργηθούν δύο τάσεις. Η αντιπαλότητα των δύο τάσεων είχε σηµαντική επίπτωση στη δραστηριότητα των κοµιτατζήδων στη Μακεδονία. Οι τοπικοί βοεβόδες άρχισαν να ασχολούνται µε τις εσωτερικές αντιπαραθέσεις, ακόµη και να δολοφονούν ο ένας τον άλλο, µε αποτέλεσµα να µειωθεί η αποτελεσµατικότητα των κοµιτατζήδων. Αγρότες στα περίχωρα του Μοναστηρίου. Το Ίλιντεν µε το βλέµµα του Γάλλου δηµοσιογράφου Michel Paillares «Οι προκαλέσαντες την περιβόητη επανάσταση του Ίλιντεν της 20ης Ιουλίου του 1903 ενεπιστεύθησαν την διεύθυνσιν του βουλγαρισµού, άµα επέστρεψαν εις Σόφιαν, εις ανθρώπους του σχοινιού και του παλουκιού, οι οποίοι είχον µανία να σφάζουν και να δολοφονούν. Απεκεφάλισαν οι άνθρωποι αυτοί κατά εκατοντάδας. Η ωµότης και η προς την αρπαγήν τάσις των κοµιτατζήδων έφθασεν εις το µη περαιτέρω. Οι ίδιοι οι

οµοεθνείς τους οι Βούλγαροι, δεν ηδύναντο να υποφέρουν την σκληρότητα των και τας ολοέν αυξάνουσας απαιτήσεις των. Οι Έλληνες δεν κατεπίεζον τους µακεδονικούς πληθυσµούς. Δεν απήτουν παρά των χωρικών χρήµατα. Ετρέφοντο δι εξόδων των πάντοτε και επλήρωναν, όπου κατέλυον. Οι κυριότεροι αρχηγοί των Ελλήνων ήσαν αρχαίοι αξιω- µατικοί του ελληνικού στρατού, ανήκοντες εις τας καλλίτερας οικογενείας των Αθηνών. Η ανατροφή, την οποίαν είχον λάβει, τους ηµπόδιζε να µετέλθουν βίαια και άγρια µέσα. Ουδέποτε είς Μελάς θα επέτρεπεν εις οιονδήποτε εκ των οπαδών του να ξεκοιλιάσει µίαν γυναίκαν ή να κοµµατιάσει ένα γέροντα. Συνηντήσαµεν εις Νάουσαν έναν φανατικόν Έλληνα, ο οποίος παρεπονείτο, διότι ο οπλαρχηγός Ακρίτας (ο Μαζαράκης δηλαδή), εβάδιζε µε το Ευαγγέλιον ανά χείρας». Το σώµα του Μαζαράκη στο Βέρµιο της Νάουσας. Οι Έλληνες περνούν στην αντεπίθεση Μετά την ενθρόνιση στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως του Ιωακείµ Γ, η κατάσταση αρχίζει και µεταβάλλεται θεαµατικά αναφορικά µε τις πιέσεις των εξαρχικών σε βάρος του χριστιανικού πληθυσµού της Μακεδονίας. Άλλωστε ο Ιωακείµ Γ είχε διατελέσει παλαιότερα µητροπολίτης Θεσσαλονίκης και γνώριζε πολύ καλά τις επιδιώξεις των Βουλγάρων στη Μακεδονία. Διορίζονται µητροπολίτες σε ευαίσθητες περιοχές, νέοι ιεράρχες µε µεγάλη ευαισθησία για τα εθνικά θέµατα, όπως ο περίφηµος Γερµανός Καραβαγγέλης στην Καστοριά, ο Χρυσόστοµος Καλαφάτης στη Δράµα, ο Ιωακείµ Φορόπουλος στο Μοναστήρι και ο Στέφανος Δανιηλίδης στην Έδεσσα και πολλοί άλλοι. Το 1902 η Μακεδονία είχε γεµίσει από κοµιτατζήδες. Παρ όλα αυτά οι Έλληνες δεν τους ακολούθησαν και οι Τούρκοι στράφηκαν εναντίον όλων. Η Τουρκία αναγκάστηκε υπό την πίεση της Αυστρίας και της Ρωσίας να χωρίσει την περιοχή σε 5 ζώνες (Σκοπίων, Μοναστηρίου, Θεσσαλονίκης, Σερρών, Δράµας) µε ξένους διοικητές. Στο µεταξύ η δραστηριότητα των Βουλγάρων συνεχιζόταν µε όλο και µεγαλύτερη ένταση. Στρέφονταν κυρίως εναντίον των προκρίτων και των δασκάλων αλλά και εναντίον των άοπλων πληθυσµών. Ολόκληρα χωριά ξεκληρίστηκαν ή αναγκάστηκαν να γίνουν εξαρχικά. Συγχρόνως η ελληνική κυβέρνηση, διαβλέποντας τον κίνδυνο και προσπαθώντας να

οργανώσει την άµυνα του ελληνισµού, προβαίνει στην ίδρυση σχολείων, εκκλησιών, φιλεκπαιδευτικών συλλόγων αλλά και Αδελφοτήτων και φιλανθρωπικών σωµατείων που Μητροπολίτης Γερµανός Καραβαγγέλης (1866-1935) Ο Γερµανός Καραβαγγέλης ήταν µια από τις σηµαντικότερες και πολύπλευρες εκκλησιαστικές προσωπικότητες της εποχής του. Ο Γερµανός Καραβαγγέλης, παρά την τεράστια εθνική και εκκλησιαστική του προσφορά, παραµένει σχεδόν άγνωστος στην πατρίδα του, τη Λέσβο. Αντίθετα, στη Δυτική Μακεδονία, όπου έδρασε µια περίοδο της ζωής του, είναι γνωστός ως κεντρική µορφή του Μακεδονικού Αγώνα. Ωστόσο, πανελλαδικά υπάρχει διάχυτη άγνοια αλλά και σιωπή γύρω από τη δυνατή ιστορική προσωπικότητα του Γερµανού Καραβαγγέλη. Η Κοινότητα Στύψης επιχειρεί να δώσει µια λιτή χρονογραφία της ζωής και της δράσης του µεγάλου πατριώτη, Μακεδονοµάχου και τέκνου της Στύψης Γερµανού Καραβαγγέλη, έτσι ώστε ο αναγνώστης να µπορεί να σχηµατίσει την εικόνα αυτού του λεβέντη ρασοφόρου, που ήταν ταυτόχρονα δεινός ρήτορας, σαγηνευτικός διπλωµάτης, πανέξυπνος πολιτικός µε εξαιρετική φιλοσοφική κατάρτιση. Ο µητροπολίτης Καστοριάς, Γερµανός Καραβαγγέλης ιδι- Χρυσόστοµος Καλαφάτης (1867-1922) Γεννήθηκε στην Τρίγλια της Βιθυνίας το 1867. Το 1902 ο Πατριάρχης Ιωακείµ Γ τον χειροτονεί Μητροπολίτη Δράµας. Στον λόγο του αναφέρει: «Εν όλη την καρδία και εν όλη την διανοία θα υπερασπίσω την εκκλησία και το γένος». Οι Βούλγαροι, οι Σέρβοι, οι Ρουµάνοι έχουν αποδυθεί σε ανελέητο αγώνα αφανισµού του ελληνισµού της Μακεδονίας. Γυρίζει τα χωριά της Μακεδονίας, νουθετεί, εγκαρδιώνει, επαναφέρει σχισµατικούς, παίρνει πίσω σχολεία και εκκλησίες από τους Βούλγαρους, χτίζει γυµναστήρια, νοσοκοµεία, ορφανοτροφεία, αναγνωστήρια και ό,τι χρειάζεται για να βοηθήσει τον ελληνισµό. Ο Κωνσταντίνος Μαζαράκης-Αινιάν (Ακρίτας) υπήρξε

απέβλεπαν στην οικονοµική ενίσχυση των σχολείων αλλά και των άλλων φιλογενών σωµατείων. Παρ όλα αυτά οι πιέσεις από τους Βούλγαρους κοµιτατζήδες ήταν µεγάλες και συχνά, οι δάσκαλοι και οι ιερείς έθεταν σε κίνδυνο τη ζωή τους. Παράλληλα στην Αθήνα ιδρύεται η Εθνική Εταιρεία µε την οικονοµική ενίσχυση της κόµισσας Λουίζας Ριανκούρ από νέους αξιωµατικούς, όπως οι Κωνσταντίνος και Αλέξανδρος Μαζαράκης-Αινιάν, ο Γεώργιος Τσόντος και άλλοι, µε σκοπό την οργάνωση και αποστολή ένοπλων σωµάτων, ώστε να περιοριστούν οι τροµοκρατικές ενέργειες των Βουλγάρων, αλλά κυρίως να δηµιουργήσουν στον ελληνικό πληθυσµό αίσθηµα ασφάλειας. Η «Εθνική Εταιρεία» οργάνωσε τότε αντάρτικες οµάδες, κυριότερη από τις οποίες ήταν του καπετάνιου Μπρούφα. Στα νοτιοδυτικά επίσης της Μακεδονίας δρούσαν µικρές αντάρτικες οµάδες ντόπιων. Λόγω της ήττας του 1897, οι ελληνικές κυβερνήσεις κατά το διάστηµα 1897-1904, όταν είχε αρχίσει ο ένοπλος αγώνας των Μακεδόνων, δίσταζαν και αδρανούσαν να επέµβουν. Έτσι η αντίσταση αφέθηκε στους ντόπιους οπλαρχηγούς και στις πρωτοβουλίες του Πατριαρχείου. Η ελληνική οργάνωση όµως στη Μακεδονία άρχισε να µορφοποιείται, όταν ο Ίων Δραγούµης έφτασε ως πρόξενος της Ελλάδος στο Μοναστήρι το 1902. Την ίδια εποχή η ελληνική κυβέρνηση, συνειδητοποιώντας τους κινδύνους που απειλούσαν τη Μακεδονία εξαιτίας του συνεχώς ανερχόµενου βουλγαρικού επεκτατισµού και ξεπερνώντας Ο Γεώργιος Τσόντος, ένας εκ των ιδρυτών της Εθνικής Εται- Χρυσόστοµος Καλαφάτης (1867-1922) Γεννήθηκε στην Τρίγλια της Βιθυνίας το 1867. Το 1902 ο Πατριάρχης Ιωακείµ Γ τον χειροτονεί Μητροπολίτη Δράµας. Στον λόγο του αναφέρει: «Εν όλη την καρδία και εν όλη την διανοία θα υπερασπίσω την εκκλησία και το γένος». Οι Βούλγαροι, οι Σέρβοι, οι Ρουµάνοι έχουν αποδυθεί σε ανελέητο αγώνα αφανισµού του ελληνισµού της Μακεδονίας. Γυρίζει τα χωριά της Μακεδονίας, νουθετεί, εγκαρδιώνει, επαναφέρει σχισµατικούς, παίρνει πίσω σχολεία και εκκλησίες από τους Βούλγαρους, χτίζει γυµναστήρια, νοσοκοµεία, ορφανοτροφεία, αναγνωστήρια και ό,τι χρειάζεται για να βοηθήσει τον ελληνισµό.

τους φόβους της για τυχόν πολεµική εµπλοκή µε την Τουρκία, αποφασίζει και στέλνει στη Μακεδονία τους αξιωµατικούς Παύλο Μελά, Αναστάσιο Παπούλια, Γεώργιο Κολοκοτρώνη και Αλέξανδρο Κοντούλη, προκειµένου να εκτιµήσουν την κατάσταση που επικρατούσε. Παρά τη διχογνωµία που επικράτησε ανάµεσα στους αξιωµατικούς αναφορικά µε την οργάνωση του ένοπλου αγώνα, τελικά αποφασίστηκε η συγκρότηση ένοπλων οµάδων στελεχωµένων από ντόπιους, υπό την καθοδήγηση όµως Ελλήνων αξιωµατικών, ώστε Οι Κρητικοί στον Μακεδονικό Αγώνα Τον Ιούνιο του 1903 περνούν τα σύνορα και µπαίνουν στη Μακεδονία δέκα ντελικανήδες Κρητικοί υπό τον καπετάν Θύµιο Καούδη. Φτάνουν στη Μακεδονία ως πρωτοπόροι της αφυπνιζόµενης Ελλάδας. Αυτοί συγκροτούν το πρώτο αντάρτικο σώµα από την Ελλάδα. Ενισχύουν το σώµα του καπετάν Βαγγέλη και συνοδεύουν τον Μητροπολίτη Καστοριάς στις περιοδείες του στα χωριά ( ) Τον Αύγουστο του 1904 νέο σώµα από 14 οπλαρχηγούς εισέρχεται στη Μακεδονία και αρχίζει αµέσως πολεµική δράση ( ). Σε όλη τη διάρκεια της ένοπλης αναµέτρησης µέχρι το 1908, ένοπλες και αλλεπάλληλες µαχητικές φάλαγγες εισέρχονται στη Μακεδονία. Ενδεικτικά αναφέρονται τα ονόµατα Θ. Κουκουλάκης, Εµ. Κουρής, Ι. Δοξογιάννης, Ν. Καλοµενόπουλος, Γ. Σπυριδογιαννάκης κ.ά. Όπως γράφει ο Γ. Μόδης, «Εζητούντο άνδρες να παλέψουν, να αγωνισθούν και να παίζουν την ζωήν των δια την λευτεριάν των αδελφών µας Μακεδόνων και ολόκληρος η Κρήτη είχε µεταβληθεί σε έµπεδο του µακεδονικού Αγώνα». «Πίστευε ο Κρητικός» (γράφει ο Δ. Γοβατζιδάκης: Η συµβολή των Κρητών στον Μακεδονικό Αγώνα» Ε.Μ.Σ., Μακεδονικός Αγώνας. Διαλέξεις για τα 80 χρόνια, 1986, σ. 45 κ. επ.) «πως τα σύνορα της Ελλάδος δεν τελειώνουν ούτε πρέπει να τελειώνουν στη Μελούνα. Πέρα απ αυτά τα όρια ήξερε ότι υπάρχει αλύτρωτος Ελληνισµός µε απαράγραπτα ελληνικά δικαιώµατα, αδερφικός λαός που όχι µόνον στέναζε κάτω από τον ίδιο δυνάστη αλλά και κινδύνευε από άλλους βαλκανικούς λαούς, να χάσει την εθνική του ταυτότητα ( ). Η ψυχή των Κρητικών τραυµατισµένη από την ήττα του 97, πίστευε ότι η Μακεδονία είναι ένας τόπος της εκδίκησης». Οι Κρητικοί οπλαρχηγοί Καραβίτης, Βολάνης και Δικόνυµος Ο Θεόδωρος Κουκουλάκης, ένας εκ των 14 οπλαρχηγών

να υπάρχει η ανάλογη στρατιωτική οργάνωση και πειθαρχία. Τον πυρήνα όµως των σωµάτων αυτών τον αποτέλεσαν Κρητικοί µαχητές, επειδή ήταν εµπειροπόλεµοι λόγω των συνεχών επαναστάσεων κατά των Τούρκων. Οι Κρητικοί όµως εξαιτίας του µίσους τους κατά των Τούρκων λησµονούσαν αρχικά τον λόγο ύπαρξής τους στη Μακεδονία, την καταδίωξη δηλαδή των Βουλγάρων κοµιτατζήδων και γενικά των οργάνων της βουλγαρικής προπαγάνδας. Το 1904 εισέρχεται στη Μακεδονία ο Παύλος Μέλάς διαπιστώνοντας πως δεν είχαν σηµειωθεί σηµαντικές πρόοδοι στο θέµα της οργάνωσης των ένοπλων σωµάτων και επιστρέφοντας στην Αθήνα εκθέτει την κατάσταση στην κυβέρνηση. Κατόπιν τούτου η ελληνική κυβέρνηση αποφασίζει τον Ιούνιο του 1904 να αποστείλει ένοπλα εκπαιδευµένα σώµατα πλέον στη Μακεδονία µε σκοπό την έναρξη του αγώνα. Ήδη όµως από την πλευρά των Βουλγάρων είχαν σηµειωθεί σοβαρές ενέργειες, όπως δολοφονίες εγχώριων αγωνιστών που είχαν πλήξει την οργανωτική δοµή της άµυνας των Ελλήνων. Στις 14 Αυγούστου 1904 ο Παύλος Μελάς ορίζεται από το Μακεδονικό Κοµιτάτο αρχηγός όλων των ένοπλων σωµάτων που δρούσαν στη Μακεδονία και µε το ψευδώνυµο Μίκης Ζέζας φθάνει εκ νέου στη Μακεδονία µε 35 άνδρες ξεκινώντας και επίσηµα την ένοπλη φάση του αγώνα. Ενός αγώνα που απέβλεπε στη συγκράτηση των βουλγαρικών ένοπλων σωµάτων, προσπαθώντας συγχρόνως να αποφεύγει συγκρούσεις µε τους Τούρκους. Στις 13 Οκτωβρίου, ο Παύλος Μελάς πληγώνεται θανάσιµα και αφήνει την τελευταία του πνοή στη Μακεδονία που τόσο είχε αγαπήσει. Το σώµα του Μελά στις 26 Αυγούστου 1904 ο Μελάς στην Παύλος Μελάς Ο Παύλος Μελάς, γιος του Μιχαήλ Μελά, γεννήθηκε στη Μασσαλία το 1870, µορφώθηκε στην Αθήνα και µεγάλωσε σε ένα περιβάλλον µε έντονο τον εθνικό παλµό. Το 1886 µπήκε στη Σχολή Ευελπίδων. Αποφοίτησε µε τον βαθµό του ανθυπολοχαγού του πυροβολικού. Το 1892 παντρεύτηκε τη Ναταλία, κόρη του Στέφανου Δραγούµη. Ο άτυχος πόλεµος του 1897 τον πλήγωσε βαθιά. Πιστεύοντας όµως ότι η χώρα θα ξαναβρεί τον δρόµο της, αντέδρασε µέσα στο κλίµα της απογοήτευσης που τότε κυριαρχούσε. Δηµιουργεί στη Μακεδονία έναν µαχητικό εθνικό πυρήνα ενάντια των βουλγαρικών Ο Παύλος Μελάς και οι οπαδοί του.

σχεδίων και γίνεται η ψυχή του κινήµατος. Στις 24 Φεβρουαρίου 1904, µε διαταγή της τότε ελληνικής κυβέρνησης, πήγε στη Μακεδονία, µαζί µε άλλους 4 αξιωµατικούς για να συγκεντρώσει στοιχεία και να µελετήσει προσωπικά την κατάσταση. Στις 10 Ιουλίου του ίδιου χρόνου ξαναπήγε µόνος στη Μακεδονία, ως ζωέµπορος στην Κοζάνη και τη Σιάτιστα, όπου οργάνωσε το πρώτο σώµα του. Κυκλοφορούσε µε το ψευδώνυµο Μίκης Ζέζας. Ξαναγύρισε στην Αθήνα και κατόρθωσε να ιδρύσει το Μακεδονικό Κοµιτάτο. Ξαναπήγε για τρίτη και τελευταία φορά στη Μακεδονία στις 18 Αυγούστου 1904. Διοικούσε ένα σώµα 35 αντρών, όµως ουσιαστικά ήταν αρχηγός όλων των ανταρτικών οµάδων που δρούσαν στις περιφέρειες Μοναστηρίου και Καστοριάς. Ο αγώνας ήταν σκληρός, γιατί ούτε δοκιµασµένους οδηγούς διέθεταν ούτε εύκολα µπορούσαν να τροφοδοτηθούν. Τους δυσκόλευαν πολύ επίσης οι αδιάκοπες βροχές. Εκτός αυτών, οι τουρκικές Αρχές είχαν πληροφορηθεί το πέρασµα από τα σύνορα αυτού του ελληνικού σώµατος και το καταδίωκαν µε ενισχυµένο στρατιωτικό απόσπασµα. Ο Μελάς άρχισε αµέσως να αντιδρά εναντίον των κοµιτατζήδων για να ξεκαθαρίσει την περιοχή αλλά και για να οργανώσει την τοπική άµυνα. Κέντρο των επιχειρήσεών του ήταν τα χωριά Νεγοβάνη και Λέχοβο. Τη δράση του συνέχισε αδιάκοπα έως τις 13 Οκτωβρίου 1904. Εκείνη την ηµέρα βρισκόταν στο χωριό Στάτιστα, που σήµερα προς τιµήν του ονοµάζεται Μελάς. Η συµµορία κοµιτατζήδων του Μήτρου Βλάχου τον πρόδωσε. Τουρκικό απόσπασµα κύκλωσε το χωριό και το τµήµα του Μελά. Έπειτα από άµυνα δύο ωρών αποφάσισαν έξοδο. Πρώτος όρµησε ο Μελάς που πληγώθηκε θανάσιµα και πέθανε έπειτα από µισή ώρα. Η είδηση του ηρωικού θανάτου του συγκλόνισε το πανελλήνιο. Ολόκληρη η Αθήνα πένθησε. Ο θάνατός του έγινε αφορµή να τρέξουν στη Μακεδονία πολλοί Έλληνες αξιωµατικοί. Ο αγώνας για την απελευθέρωση της Μακεδονίας οργανώθηκε, απλώθηκε, γιγαντώθηκε για να καταλήξει στους νικηφόρους Βαλκανικούς πολέµους του 1912-13. Ο Μελάς στάθηκε ο πρωτοµάρτυρας για την ενσωµάτωση της Μακεδονίας στην Ελλάδα. Ο θάνατος του Παύλου Μελά συντάραξε ολόκληρο το έθνος Η θυσία του Παύλου Μελά προκάλεσε µεγάλη θλίψη όχι µόνο στη Μακεδονία αλλά και σε ολόκληρη την Ελλάδα που συνειδητοποίησε πως έπρεπε να υποστηριχτούν τα ελληνικά δίκαια στη Μακεδονία από τον κίνδυνο των Βουλγάρων και πως υπήρχε κίνδυνος Επιστολικό δελτάριο µε θέµα τον θάνατο του Μελά.

να χαθούν και άλλες ελληνικές περιοχές όπως η Ήπειρος και η Θράκη. Ο αγώνας φυσικά δεν σταµάτησε µε τον θάνατο του παλικαριού, αλλά συνεχίστηκε από άλλους Έλληνες αξιωµατικούς, συνεργάτες του Μελά, οι οποίοι µε τις οµάδες τους συγκρούονται καθηµερινά µε τους Βούλγαρους κοµιτατζήδες. Συνεχώς κατέφθαναν νέα σώµατα, που πέρα από τις συγκρούσεις, µε τις εισόδους τους στα χωριά ενθάρρυναν τους Έλληνες. Αυτό βέβαια είχε ως αποτέλεσµα να χάσουν πολλοί τη ζωή τους, ενώ από την πλευρά τους οι Βούλγαροι, θορυβηµένοι από τη σθεναρή αντίσταση των ντόπιων Ελλήνων και τη δράση των οµάδων, άρχισαν να παραπονούνται στην τουρκική διοίκηση και να της ζητούν να παρέµβει και να περιορίσει τη δράση των ελληνικών ένοπλων οµάδων. Ωστόσο, κατά τη δεκαετία του 1900 ιδρύθηκε στο Παρίσι ο γαλλικός σύνδεσµος L Hellenisme (Ο Ελληνισµός), ως συνέχεια του αντίστοιχου των Αθηνών υπό τον καθηγητή Καζάζη, µέλος του συνδέσµου για τη δικαίωση του ελληνισµού κατά τον Μακεδονικό Αγώνα. Αργότερα εκδίδεται και περιοδικό µε την ίδια ονοµασία, ενώ λίγο αργότερα δεκαπενθήµερη εφηµερίδα, πάλι µε την ονοµασία Ελληνισµός, που κάλυπτε σχεδόν όλη την επικαιρότητα του διεξαγόµενου Μακεδονικού Αγώνα και ενηµέρωνε ολόκληρη Ο Νεοκλής Καζάζης, πρόεδρος της Εταιρείας «Ελληνισµός». Γράφει ο Φ. Δραγούµης στο «Ηµερολόγιό» του, για τον θάνατο του Π. Μελά «19 Οκτωβρίου 1904. Όλαι αι εφηµερίδες γράφουν άρθρα, όλος ο λαός φαίνεται συγκινηµένος αλλά ποιος γνωρίζει αν θα περάσει αυτή η συγκίνηση ( ) 22 Οκτωβρίου 1904. Σήµερον το πρωί γίνεται το µνηµόσυνο του Παύλου εις την Μητρόπολιν. Πολύ πλήθος σπεύδει προς αυτήν. Πανταχού ακούγεται φωνή: «Είκοσι λεπτά η φωτογραφία του Παύλου Μελά». Όλαι αι οικίαι έχουν τουλάχιστον µίαν απ αυτάς. Ηµείς ιστάµεθα προ κενοταφίου εντελώς σκεπασµένου από 50 λαµπρούς στεφάνους ( ). Όλοι έκλαιον και εις το τέλος εκραύγασαν: Αιωνία σου η Μνήµη και συγχρόνως η µουσική έπαιζεν τον Εθνικό ύµνο. Όταν όλα εσίγησαν ηκούσθη µια γενική κραυγή «Ζήτω η Ελλάς και η Μακεδονία». Βλέπω, είµαι πλέον βέβαιος, ότι θα ωφελήσει ο θάνατός του». Πορτραίτο του Παύλου Μελά, το οποίο ζωγράφισε ο Σ. Χρη-

Η µαρτυρία του Γάλλου δηµοσιογράφου Michel Palliares «Προτού να επισκεφθώ την Μακεδονίαν και κατ αυτήν ταύτην την αποβίβασίν µου ακόµη εις Θεσσαλονίκην ήκουσα ποικίλας γνώµας περί τής υποστάσεως του Ελληνισµού εν τη χώρα. Οι µεν µοι διεβεβαίουν, ότι δεν υπάρχουσιν Έλληνες εν Μακεδονία, άλλοι ότι αν υπάρχωσιν είνε ξένοι. Τέλος άλλοι µοι έλεγον ότι οι Έλληνες είναι οι πολυπληθέστεροι, οι εργατικώτεροι και πλουσιώτεροι. Εν µέσω τοιούτων αντιφάσεων ήτο λίαν δυσχερές να εξεύρη τις την αλήθειαν. Εν τούτοις διατρέχων την Μακεδονίαν, τας πόλεις, τα χωρία, τας εξοχάς αυτής, ανεκάλυψα Έλληνας και µάλιστα πολλούς. Και αντί να ερωτήσω τους ξένους, συνεβουλεύθην τους ιθαγενείς, ηρεύνησα αυτά τα γεγονότα. Η στιγµή, καθ ήν ανέλαβα την έρευναν, ήτο καταλληλότατη, διότι συνέπιπτε µε το δράµα του Γραδοβάρ, την σφαγήν δηλονότι ελληνικής οικογενείας ο πατήρ ταύτης Τράϊκος Στεργίου ετεµαχίσθη υπό της βουλγαρικής συµµορίας του Μήτρου-Βλάχου η σύζυγος Ελισάβετ διετρυπήθη διά µαχαίρας ο υιός των επίσης εβασανίσθη, εσταυρώθη ο δευτερότοκος εκάη ζων, αφού προηγουµένως υπέστη όλα τα µαρτύρια ευφυέστατης στρεβλώσεως. Και πάντα ταύτα, µόνον και µόνον, διότι ο Έλλην προύχων Στεργίου και η σύζυγος του δεν συγκατατίθεντο να προσέλθωσιν εις τον Βουλγαρισµόν, εµµένοντες απαρασαλεύτως εις τον Ελληνισµόν... Και πρέπει να προσθέσω, ότι την στιγµήν, καθ ήν διεπράχθη το έγκληµα τούτο δεν υπήρχεν ούτε ένα σώµα ελληνικόν εν Μακεδονία- δεν υπήρχον ειµή µόνον βούλγαροι κοµιτατζήδες. Οι Έλληνες αποτελούσι την µεγαλειτέραν πλειονοψηφίαν των Χριστιανών εν Μακεδονία. Εισίν Έλληνες την καταγωγήν, τα αισθήµατα, τας εµπνεύσεις, οµιλούσι σχεδόν πάντες ελληνιστί. Ουχ ήττον έν µέρος του ελληνικού τούτου πληθυσµού είνε δίγλωσσον, οµιλούν την ελληνικήν και την σλαυοµακεδονικήν συγχρόνως, ήτοι είναι σλαυόφωνον. Αλλά διατί υπάρχουσί τίνες, οι οποίοι επιµένουσιν εις το ν αρνώνται εις αυτούς την ελληνικότητα; Απλώς διότι είνε σλαυόφωνοι! Και εξηγώ τούτο. Η άµπωτις και η παλίρροια των βουλγαρικών και των σερβικών επιδροµών κατέλιπον εις τίνα µακεδονικά διαµερίσµατα κατακάθισµα λέξεων σλαυϊκών, τας οποίας η εργασία των αιώνων ανέµιξεν εις τι χυδάϊσµα, µετά πτωχότατου λεξιλογίου, το σλαυοµακεδονικόν λεγόµενον». Η επίσκεψη του δηµοσιογράφου Paillares στο Βέρµιο, όπου Πριν αρχίσει ο Ρalliares την περιοδεία του στη µακεδονική γη, συναντήθηκε στο Ελλη- Μακεδόνες φωτογραφηµένοι δίπλα στο ελληνικό προξενείο

νικό Προξενείο Θεσσαλονίκης µε τον Κοροµηλά, ο οποίος όπως φαίνεται έµεινε καταγοητευµένος από την προσωπικότητα του. Ο Κοροµηλάς, σε µία από τις συζητήσεις που είχε µε τον Μ. Ρalliares στις συναντήσεις τους στη Θεσσαλονίκη, του εκµυστηρευότανε µε πικρία: Δηµιούργησαν µιαν Ελλάδα µικροσκοπική, ένα είδος µικρογραφίας, ένα bibelot για προθήκες. Οι ώµοι µας είναι πάρα πολύ αδύνατοι, για να κρατήσουνε το βάρος της θαυµάσιας κληρονοµιάς που µας άφησαν οι προγονοί µας... Αυτό ήταν, αλίµονο, η αρχή και η αιτία όλων των δεινών µας!. την Ευρώπη µε τη φωνή της αλήθειας. Ένας από τους βασικούς αρθρογράφους αυτής της εφηµερίδας υπήρξε και ο Γάλλος φιλέλληνας δηµοσιογράφος της εφηµερίδας Le Matin, Μichel Paillares, ο οποίος µε τα καυστικά του άρθρα υπήρξε αποκαλυπτικός για την κατάσταση που επικρατούσε τότε στη Μακεδονία. Μέσα στην ίδια τη Θεσσαλονίκη ήδη λειτουργούσε ελληνική πολιτική οργάνωση υπό την επίβλεψη του αξιωµατικού Αθανασίου Σουλιώτη-Νικολαΐδη, ο οποίος παρουσιαζόταν ως αντιπρόσωπος µιας γερµανικής εταιρείας ραπτοµηχανών και αργότερα ως υπεύθυνος ασφαλιστικής εταιρείας, όπου οι Έλληνες της Θεσσαλονίκης έδιναν σηµαντικά χρηµατικά ποσά για την ενίσχυση του αγώνα υπό µορφή ασφαλίστρων στην εταιρεία. Η οργάνωση της Θεσσαλονίκης, εκτός των άλλων, προσπάθησε να πετύχει και τον οικονοµικό αποκλεισµό των εξαρχικών, οι οποίοι µε τον τρόπο τους ήθελαν να κυριαρχούν Το µεταρρυθµιστικό πρόγραµµα του Murzzsteg Τον Σεπτέµβριο του 1903 στην πόλη Murzzsteg, οι υπουργοί Εξωτερικών της Αυστροουγγαρίας και της Ρωσίας, προετοίµασαν ένα νέο µεταρρυθµιστικό σχέδιο για το Μακεδονικό ζήτηµα το οποίο υπέβαλαν στην Πύλη τον Οκτώβριο του 1903. Οι κύριοι στόχοι του προγράµµατος που η Πύλη υποχρεώθηκε να δεχτεί µε επιφυλάξεις ήταν: Η εξασφάλιση της τάξης Η αποκατάσταση των ζηµιών της εξέγερσης του Ίλιντεν και η εφαρµογή των µεταρρυθµίσεων που προέβλεπε το σχέδιο της Βιέννης, και στο πλαίσιο αυτό Η ενίσχυση της ευρωπαϊκής παρουσίας στη Μακεδονία.

στην πόλη. Το είδος αυτό του «οικονοµικού πολέµου» φαίνεται πως απέφερε, γιατί µεγάλος αριθµός εξαρχικών καταστηµαταρχών και γενικότερα εµπόρων χρεωκόπησαν και επανήλθαν στις τάξεις του Πατριαρχείου, ενώ προς αυτή την κατεύθυνση εργαζόταν και το λεγόµενο «εκτελεστικό» της οργάνωσης που είχε σκοπό τον εκφοβισµό των πρακτόρων του βουλγαρισµού. Μεγάλες υπηρεσίες επίσης προσέφερε και ο Θεσσαλονικιός γιατρός Δ. Ζάννας, λόγω των φιλικών σχέσεων µε τον Τούρκο διοικητή Χασάν Ταξίµ, αλλά και µε πολλούς άλλους Τούρκους αξιωµατούχους. Κατόρθωνε και συγκέντρωνε χρήσιµες πληροφορίες και εξασφάλιζε την αποφυλάκιση Ελλήνων αγωνιστών. Περίπου την ίδια εποχή σχεδόν σε όλες τις περιοχές της Μακεδονίας ο αγώνας ανά- µεσα στα ελληνικά και στα βουλγαρικά σώµατα διεξαγόταν ανελέητος, ενώ έπειτα από τις συνεχείς εκκλήσεις των ελληνικών προξενικών αρχών, κυρίως του Μοναστηρίου, συνεχιζόταν η αποστολή νέων εκπαιδευµένων οµάδων από την Ελλάδα. Ο αγώνας βρισκόταν στην αποκορύφωσή του. Στην Αθήνα πλέον είχε καταστεί κατανοητό πως ο ένοπλος αγώνας ήταν η ενδεδειγµένη µορφή πάλης και άµυνας του ελληνι- Ο Αθανάσιος Σουλιώτης Νικολαΐδης, ο οποίος οργάνωσε και Λάµπρος Κοροµηλάς Ο Λάµπρος Κοροµηλάς (1856-1923), γενικός πρόξενος της Ελλάδας στη Θεσσαλονίκη, υπήρξε αναµφισβήτητα µία από τις σηµαίνουσες προσωπικότητες του Μακεδονικού Αγώνα. Από τον Μάιο του 1904 µέχρι το καλοκαίρι του 1906 οργάνωσε και συντόνισε τις δραστηριότητες των ελληνικών σωµάτων στο βιλαέτι της Θεσσαλονίκης. Συνεπίκουρους στο έργο του είχε επίλεκτους αξιωµατικούς, οι οποίοι προσέφεραν τις υπηρεσίες τους υπό τον µανδύα των προξενικών υπαλλήλων. Η εµφανής σύνδεση του Κοροµηλά µε την ελληνική ένοπλη δράση οδήγησε στις εύλογες διαµαρτυρίες της Πύλης. Έτσι η ελληνική κυβέρνηση, το καλοκαίρι του 1906, αναγκάστηκε να τον αποσύρει από την προξενική του θέση στη Θεσσαλονίκη. Προκειµένου όµως να αποτραπεί η οριστική όσο και καταστροφική αποµάκρυνσή του από τη Μακεδονία, ο Κοροµηλάς πήρε τον τίτλο του γενικού επιθεωρητού των ελληνικών προξενείων αυτής της περιοχής. Κατ αυτόν τον τρόπο η παραµονή του στα µακεδονικά βιλαέτια παρατάθηκε µέχρι το τέλος του 1907, οπότε, έπειτα από ισχυρές εξωτερικές πιέσεις, διορίστηκε πρεσβευτής στην Ουάσιγκτον. Ο Λάµπρος Κοροµηλάς, γενικός πρόξενος στη Θεσσαλονίκη, τον