Κοινωνιογλωσσολογία: Γενικά

Σχετικά έγγραφα
Εισαγωγικά στοιχεία για την Kοινωνιογλωσσολογία

H γλώσσα θεωρείται ιδιαίτερο σύστηµα,

Η Θεωρία Αυτο-κατηγοριοποίησης (ΘΑΚ) Από Χαντζή, Α. (υπό δηµοσίευση)

Ο 19ος αιώνας Είδαμε ότι πρώτοι ιστορικο-συγκριτικοί επιστήμονες είχαν στόχο να εξηγήσουν τις ομοιότητες που παρατηρούσαν ανάμεσα στις γλώσσες. Είδαμε

Η γλώσσα ως σύστημα και ως χρήση. Ασπασία Χατζηδάκη, Επίκουρη καθηγήτρια ΠΤΔΕ

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

ΕΙ ΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΑΡΤΗΣ ΧΡΗΣΗ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. β. φιλιππακοπουλου 1

(γλώσσα και σχολική αποτυχία γλώσσα και. συµπεριφοράς) ρ. Πολιτικής Επιστήµης και Ιστορίας Σχολικός Σύµβουλος Π.Ε. 70

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ. Γεράσιμος Παπαναστασάτος, Ph.D. Αθήνα, Σεπτέμβριος 2016

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Ερωτήµατα. Πώς θα µπορούσε η προσέγγιση των εθνικών επετείων να αποτελέσει δηµιουργική διαδικασία µάθησης και να ενεργοποιήσει διαδικασίες σκέψης;

διευκρίνιση Η (προ)ιστορία Παραδοσιακή µέθοδος διδασκαλίας - «Παραδοσιακά» Προγράµµατα Γλωσσικής Διδασκαλίας

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Συγκριτική Εκπαίδευση (PED_229)

Company LOGO ΕΝΟΤΗΤΑ: ΓΛΩΣΣΑ

Η ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ: ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΔΟΧΕΣ

5. Λόγος, γλώσσα και ομιλία

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Πρόλογος: Κογκίδου ήµητρα. Εκπαιδευτική Ηγεσία και Φύλο. Στο: αράκη Ελένη (2007) Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο.

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Οι γλώσσες αλλάζουν (5540)

ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα)

Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μίου Κρήτης «Επιστήμες Αγωγής»

Σοφία Αυγερινού-Κολώνια, Καθηγήτρια

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ48 / Ελληνική Γλώσσα και Γλωσσολογία

Ναπολέων Μήτσης: Αποσπάσματα κειμένων για τη σχέση γλώσσας και πολιτισμού

Μάθηση σε νέα τεχνολογικά περιβάλλοντα

Η εκμάθηση μιας δεύτερης/ξένης γλώσσας. Ασπασία Χατζηδάκη, Επ. Καθηγήτρια Π.Τ.Δ.Ε


Νεοελληνική Γλώσσα Γ Λυκείου

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons

Κοινωνικοπολιτισμικές. Θεωρίες Μάθησης. & Εκπαιδευτικό Λογισμικό

1. Γένεση, καταβολές καιεξέλιξητηςπε

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εθνομεθοδολογία

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Η γλώσσα των νέων. ΓΙΑΝΝΗΣ Ι. ΠΑΣΣΑΣ, MED ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ «ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ» 11 Οκτωβρίου 2018 Α. ΚΕΙΜΕΝΟ

Φύλο και διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών

Αγροτική Κοινωνιολογία

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Η αυθεντική μάθηση και αξιολόγηση. Δρ Δημήτριος Γκότζος

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

Πρόγραμμα Επιμόρφωσης για τη Διδασκαλία της Νέας Ελληνικής Γλώσσας - Φάση Γ ( )

Η Περιφερειακή Επιστήμη.

Η έννοια της κοινωνικής αλλαγής στη θεωρία του Tajfel. Ο Tajfel θεωρούσε ότι η κοινωνική ταυτότητα είναι αιτιακός παράγοντας κοινωνικής αλλαγής.

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

ΤΙΤΛΟΙ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΝΟΤΗΤΑΣ

1.3 Λειτουργίες της εργασίας και αντιλήψεις περί εργασίας

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Διαστάσεις της διγλωσσίας α. χρόνος β. σειρά γ. πλαίσιο κατάκτησης της δεύτερης γλώσσας

Μαθητές και πολιτισµική ετερότητα: Εµπειρίες, αντιλήψεις και στάσεις των µαθητών απέναντι στο διαφορετικό 2. Ιωάννινα 2004

1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο 1.2 Η Επιχείρηση

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ: Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΙΣΟΤΗΤΩΝ

Ηθεωρία της ρεαλιστικής σύγκρουσης (Sherif, 1966).

Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι

Εισαγωγή στην Παιδαγωγική

Εισαγωγή στη Γλωσσολογία Ι

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Βεμπεριανές απόψεις για την Εκπαίδευση Η συνδυαστική προσέγγιση του Basil Bernstein

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

Σκούρτου, Ε. (2011). Η Διγλωσσία στο Σχολείο. Αθήνα: Gutenberg. Γλώσσες και Διγλωσσία στον Κόσμο. Κεφάλαιο Πρώτο

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Οι κοινωνικές παράμετροι της εκπαιδευτικής διαδικασίας

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο

Οπτική αντίληψη. Μετά?..

Γλώσσα και Πολιτισμός στο Παγκόσμιο Χωριό

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

Η Θεωρία του Piaget για την εξέλιξη της νοημοσύνης

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

«Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)»

Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης

Αγροτική Κοινωνιολογία

ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΚΛΕΚΤΟΡΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΜΙΑΣ ΘΕΣΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΣΤΗ ΒΑΘΜΙΔΑ ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ

Πανεπιστήμιο Αιγαίου

Διοικητικό Δίκαιο Ι. Μαθητική σχέση έννομη σχέση δημόσιου διοικητικού δικαίου. Αντικείμενο Διοικητικού Δικαίου Διοίκηση

Παιδαγωγικές δραστηριότητες μοντελοποίησης με χρήση ανοικτών υπολογιστικών περιβαλλόντων

ΕΜΠΛΟΥΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΕΙΣ. ΤΗΣ ΔΟΜΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΩΣΥΡ κυρίως μετά τη δεκαετία του 60

Εναλλακτικές θεωρήσεις για την εκπαίδευση και το επάγγελμα του εκπαιδευτικού

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

"Ερευνώ και Ανακαλύπτω" την ΗλεκτροΜαγνητική Επαγωγή στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση Από τον Ηλεκτρισμό στο Μαγνητισμό, από το Μαγνητισμό στον Ηλεκτρισμό

5 -Τρόποιενσωµάτωσηςτης ΠεριβαλλοντικήςΕκπαίδευσης σταεκπαιδευτικάσυστήµατα

Παιδαγωγικές εφαρμογές Η/Υ. Μάθημα 1 ο

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΩΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ

LUDWIK FLECK ( ) (Λούντβικ Φλεκ) Ο Ludwik Fleck και η κατασκευή των επιστημονικών γεγονότων.

Τίτλος: The nation, Europe and the world: Textbooks and Curricula in Transition

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Η προσέγγιση του γραπτού λόγου και η γραφή. Χ.Δαφέρμου

Μανώλης Κουτούζης Αναπληρωτής Καθηγητής Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Αναγνώσεις σε επίπεδα

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

Transcript:

ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΟΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑ Μ. ΚΑΚΡΙ Η Κοινωνιογλωσσολογία: Γενικά Ορισµός και περιεχόµενο της κοινωνιογλωσσολογίας Κοινωνιογλωσσολογία ονοµάζεται η γλωσσολογική προσέγγιση που διερευνά αµφίδροµες και συστηµατικές σχέσεις ανάµεσα στα γλωσσικά συστήµατα και το κοινωνικό περιβάλλον όπου εµφανίζονται και χρησιµοποιούνται τα συστήµατα αυτά. Σε µια ευρύτερη προοπτική, η κοινωνιογλωσσολογική έρευνα ενδιαφέρεται πρώταπρώτα για τη θέση ή, αλλιώς, την υπόσταση µιας γλώσσας ή διαλέκτου στον χώρο που την περιβάλλει: µε ποιες άλλες γλώσσες ή διαλέκτους συνυπάρχει, σε τι σχέση µ αυτές, ποιες κοινωνικές συνέπειες έχει η χρήση της για τα άτοµα ή τις οµάδες που τη µιλούν. Συγχρόνως µε αυτά και σε συσχετισµό µαζί τους, η κοινωνιογλωσσολογία ερευνά, σε ένα άλλο επίπεδο, όλους τους επιµέρους κοινωνικούς παράγοντες που αντανακλώνται στη χρήση συγκεκριµένων γλωσσικών µορφών και ενδεχοµένως αναπαράγονται µέσω αυτής της χρήσης από τους οµιλητές: τον ρόλο δηλαδή που παίζουν στις γλωσσικές επιλογές των οµιλητών στοιχεία της ταυτότητάς τους (π.χ. η ηλικία, το φύλο, η µόρφωση, το επάγγελµα, η ιδεολογία κλπ.), της ταυτότητας του ακροατή (π.χ. αν είναι ιεραρχικά «ανώτερος»), της περίστασης της επικοινωνίας (π.χ. η επισηµότητά της). Ερευνά όµως επίσης πώς, µέσω της γλωσσικής δραστηριότητας, οικοδοµούνται συγκεκριµένες κοινωνικές ταυτότητες και πώς, γενικότερα, επηρεάζονται ή όχι στοιχεία και διαστάσεις της κοινωνικής οργάνωσης και των αναπαραστάσεών της. Με δυο λόγια, η κοινωνιογλωσσολογία ενδιαφέρεται να αποκαλύψει, να καταγράψει και να ερµηνεύσει, όσο είναι δυνατόν, τον τρόπο παραγωγής και κατανόησης του κοινωνικού νοήµατος που ενέχουν συγκεκριµένες γλωσσικές επιλογές και πρακτικές, καθώς και τις ενδεχόµενες συνέπειές του. Γενικότερα, αναγνωρίζεται ότι στην πραγµατική ζωή δυο γλώσσες ή γλωσσικές ποικιλίες ή γλωσσικοί τύποι που χρησιµοποιούνται παράλληλα δεν έχουν ούτε την ίδια κοινωνική σηµασία ούτε το ίδιο κοινωνικό γόητρο. Αν και για τη γλωσσολογία οι γλωσσικές µορφές από µόνες τους δεν έχουν καµία εγγενή κοινωνική αξία, στην πράξη τούς αποδίδεται συνήθως το κοινωνικό νόηµα που αντιστοιχεί στην

2 αξιολόγηση των οµάδων που τις χρησιµοποιούν. Επειδή η έκφραση του κοινωνικού νοήµατος στα ποικίλα περιβάλλοντα και τις οµάδες σχετίζεται αναπόφευκτα µε επιλογές διαφοροποίησης στη γλώσσα, η κοινωνιογλωσσολογία τοποθετεί τη γλωσσική διαφοροποίηση ή γλωσσική ποικιλότητα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός της: ποιοι παράγοντες τη δηµιουργούν, σε ποια γλωσσικά στοιχεία, µε τι στόχο ή αποτέλεσµα για τους οµιλητές και τους ακροατές, ποιες πληροφορίες σχετικά µε τη δόµηση και τις σχέσεις των κοινωνικών παραγόντων µεταξύ τους µπορούµε να αντλήσουµε από τη γλωσσική ποκιλότητα, πώς επενεργεί και αυτή µε τη σειρά της στις διάφορες παραµέτρους της κοινωνικής πραγµατικότητας κ.ά. Αναγκαιότητα της κοινωνιογλωσσολογικής οπτικής Το ότι γλώσσα και κοινωνία σχετίζονται στενά αποτελεί ίσως πια κοινό τόπο. Ωστόσο, στη συνείδηση των οµιλητών, τα πιο προφανή γλωσσικά φαινόµενα που οφείλονται στη σχέση αυτή δεν έχουν συσχετιστεί ικανοποιητικά µε τις κοινωνικές κατηγορίες µε τις οποίες συνδέονται, δεδοµένου ότι πολλές φορές και η ίδια η καθιερωµένη γλωσσολογία, τουλάχιστον µέχρι πριν από µερικές δεκαετίες, περιοριζόταν σε απλές αναφορές στις κοινωνικές τους αιτίες ή συνέπειες. Η καθαρά γλωσσολογική περιγραφή φαινόταν ότι αρκούσε ή ότι έπρεπε να προηγηθεί και, σε µεταγενέστερη φάση, να προστεθούν σ αυτήν, ως «εξωτερικά» στοιχεία, οι κοινωνικές, πολιτισµικές ή ψυχολογικές παράµετροι που συνδέονται µε το γλωσσικό φαινόµενο. Ακόµη όµως και σε µια «κοινωνικά αποστειρωµένη» γλωσσολογική περιγραφή, πολλά από τα φαινόµενα που περιγράφονται οφείλονται σε βαθύτερη σχέση κοινωνικού και γλωσσικού, χωρίς αυτό να επισηµαίνεται ή, κυρίως, χωρίς να διερευνάται συστηµατικά από την καθιερωµένη γλωσσολογία. Το κοινωνικό στοιχείο όµως παίζει καθοριστικό ρόλο τόσο στη διαµόρφωση όσο και στη λειτουργία των φυσικών γλωσσών. Συνεπώς, είναι απαραίτητος αφενός ο προσδιορισµός του αφετέρου η ένταξή του στη γλωσσολογική περιγραφή, ακόµη και αν κανένα από τα δύο αυτά ζητήµατα δεν έχει απαντηθεί µέχρι στιγµής χωρίς αµφισβητήσεις. Γένεση του κλάδου - πρόδροµοι Η επίγνωση του κοινωνικού χαρακτήρα της γλώσσας υπάρχει ήδη πολύ πριν από τη θεµελίωση της επιστήµης της γλωσσολογίας και την απαρχή της

3 συστηµατικής ανάλυσης του γλωσσικού φαινοµένου, πρώτα µε την ιστορικοσυγκριτική γλωσσολογία, τον 19ο αιώνα, και, κατόπιν, στις αρχές του 20 ού, µε την ανάπτυξη της σύγχρονης γλωσσολογίας. Ωστόσο, µόνο κατά τη δεκαετία του 60 ο κοινωνικός αυτός χαρακτήρας έρχεται στο επίκεντρο της γλωσσολογικής σκέψης και εξετάζεται µε ιδιαίτερα θεωρητικά και µεθοδολογικά εργαλεία, µε στόχο να συνεισφέρει στην επέκταση της κατανόησης τού πώς λειτουργεί η γλώσσα στις πραγµατικές συνθήκες χρήσης της. Από τις µελέτες του Saussure, του Meillet, του Sapir, του Whorf, του Bakhtin, του Voloshinov, του Firth, του Bernstein κ.ά., λίγες εξέταζαν συστηµατικά και αποκλειστικά τη σχέση γλώσσας και κοινωνίας. Παρά τον κοινωνιολογικό τους προσανατολισµό, τη µικρή ή µεγάλη σηµασία τους ή την επιθυµία των δηµιουργών τους για διεύρυνση του αντικειµένου της γλωσσολογίας, όπως καθοριζόταν στη συγκεκριµένη εποχή πραγµατοποίησής τους, δεν ανέπτυξαν συγκεκριµένες µεθόδους για την ανάλυσή αυτής της σχέσης. Υπήρξαν όµως προδροµικές και επανήλθαν στο φως - άλλες περισσότερο, άλλες λιγότερο - µε την ανάπτυξη της κοινωνικής σκέψης στο δεύτερο µισό του 20ού αιώνα και το άνοιγµα προς µια διεπιστηµονικότερη προσέγγιση του ερευνητικού πεδίου, που χαρακτηρίζει συνολικότερα τις κοινωνικές επιστήµες σήµερα. Λόγοι ανάπτυξης της κοινωνιογλωσσολογίας: Η αντίληψη ότι η γλώσσα είναι κοινωνικό φαινόµενο και µάλιστα κοινωνική δραστηριότητα, άρα ότι σ ένα τέτοιο πλαίσιο ερµηνείας πρέπει να µελετηθεί, ωρίµασε και κατανοήθηκε πλήρως τη δεκαετία του 60. Οι λόγοι ανάπτυξης του κλάδου εκείνη τη συγκεκριµένη περίοδο θεωρούνται -σχηµατικά- οι εξής: (α) Εσωτερικοί λόγοι (κριτική της κυρίαρχης γλωσσολογίας): (i) µεθοδολογικοί: έµφαση στο εµπειρικό στοιχείο (ii) θεωρητικοί: έµφαση στη γλωσσική πραγµάτωση αµφισβήτηση της οµοιογένειας του συστήµατος αµφισβήτηση της αυτονοµίας του (β) Εξωτερικοί λόγοι (κοινωνικο-ιστορικές συγκυρίες): - τεχνολογική εξέλιξη και εγγράµµατοι πληθυσµοί (σχολική αποτυχία) - επιθυµία γλωσσικής "προσαρµογής" πληθυσµών στα διάφορα γκέτο φτωχών και άνεργων οµάδων (κυρίως έγχρωµων), µε στόχο την "κοινωνική ειρήνη"

4 - µετα-αποικιακές ανάγκες (επιλογή γλώσσας, ορθογραφίας, εκπαιδευτικού σχεδιασµού) Στόχοι της κοινωνιογλωσσολογίας Οι στόχοι της κοινωνιογλωσσολογίας έχουν να κάνουν µε την κριτική που άσκησε ο κλάδος στην κυρίαρχη γλωσσολογία, όπου θεωρείται ότι ο περιοριστικός της χαρακτήρας χρειάζεται ριζική επέκταση. Χαρακτηριστικά είναι ορισµένα πολύ γνωστά αποσπάσµατα των δύο µεγάλων φυσιογνωµιών του κλάδου, του Dell Hymes και του William Labov, όσο και αν ο καθένας τους ανήκει σε διαφορετική παράδοση και ακολουθεί διαφορετική επιστηµονική πορεία. Ο Hymes (1973: 325) πρώτα-πρώτα θα ήθελε να δει την κοινωνιογλωσσολογία ως ένα µεταβατικό στάδιο στη γενικότερη µεταµόρφωση της γλωσσολογίας και των συγγενών της κοινωνικών επιστηµών σε επιστήµες που να συµπεριλαµβάνουν ό,τι ο ίδιος ονοµάζει κοινωνικά συγκροτηµένη γλωσσολογία: αυτήν που βλέπει τη γλώσσα να διαµορφώνει τα στοιχεία της υπό το πρίσµα του κοινωνικού νοήµατος που εκφράζει και των κοινωνικών λειτουργιών που εξυπηρετεί. Γι αυτόν, ο τελικός σκοπός της κοινωνιογλωσσολογίας πρέπει να είναι το να προΐσταται της διάλυσής της (1973: 324). Ο Labov, πάλι, ξεκινάει την εισαγωγή του στα ρηξικέλευθα Κοινωνιογλωσσικά σχήµατα (Sociolinguistic patterns, 1972α: xix) λέγοντας ότι για πολλά χρόνια αντιστάθηκε στον όρο κοινωνιογλωσσολογία, δεδοµένου ότι ο όρος αυτός υπαινίσσεται πως µπορεί να υπάρξει επιτυχής γλωσσολογική θεωρία ή πρακτική που να µην είναι κοινωνι(ολογι)κή. Γι αυτόν, το αντικείµενο µελέτης είναι η γλωσσική δοµή και εξέλιξη µέσα στο κοινωνικό περιβάλλον της γλωσσικής κοινότητας και, αν δεν ήταν αναγκαία η αντιπαράθεση αυτού του είδους έρευνας µε τη µελέτη της γλώσσας έξω από το κοινωνικό της περιβάλλον, θα προτιµούσε να λέει ότι πρόκειται απλώς για γλωσσολογία (1972α: 184). Κοινωνιογλωσσολογία έναντι κοινωνιολογίας της γλώσσας Στο συνολικό ερευνητικό πεδίο της κοινωνικής προσέγγισης της γλώσσας εντάσσονται δύο µεγάλες περιοχές, η κοινωνιογλωσσολογία και η κοινωνιολογία της γλώσσας. Σύµφωνα λοιπόν µ αυτόν τον διαχωρισµό, στην κοινωνιογλωσσολογία ανήκουν πιο γλωσσοκεντρικές προσεγγίσεις, που δίνουν δηλαδή έµφαση στην ίδια τη γλώσσα και τις δοµές της µέσα σε ένα καθορισµένο κοινωνικό πλαίσιο. Εκκινούν συνήθως

5 από την εξέταση συγκεκριµένων παραγωγών (π.χ. εκφωνηµάτων) των οµιλητών, τις οποίες συσχετίζουν µε τους ποικίλους κοινωνικούς παράγοντες που τις επηρεάζουν, π.χ. κοινωνική τάξη, ηλικία, φύλο κ.ά., στα διάφορα γνωστά γλωσσικά επίπεδα (φωνολογικό, µορφολογικό, συντακτικό, σηµασιολογικό). Επιχειρείται να καθοριστούν οι κανόνες που ρυθµίζουν τη συµµεταβολή κοινωνικών και γλωσσικών παραµέτρων και που έχουν ως αποτέλεσµα αφενός τη δηµιουργία διαφορετικών γλωσσικών παραλλαγών (ποικιλιών) µέσα σε µια κοινότητα, αφετέρου τη σταδιακή µεταβολή αυτών των ποικιλιών µέσα στον χρόνο λόγω εξωτερικών προς το σύστηµα αιτίων. Πρόκειται, µε άλλα λόγια, για τη µελέτη της γλώσσας σε σχέση µε την κοινωνία ή, αλλιώς, των κοινωνικών πλευρών της γλώσσας. Η προσέγγιση αυτή αφορά το µικρο-κοινωνιολογικό επίπεδο και πρώτος και κυριότερος εκπρόσωπός της υπήρξε ο Labov µε τις ποσοτικές συσχετιστικές µελέτες της γλωσσικής ποικιλότητας (variationist approach). Αντίθετα, η κοινωνιολογία της γλώσσας θεωρείται αντίστοιχα ότι είναι η µελέτη της κοινωνίας σε σχέση µε τη γλώσσα ή, κατά τον Coulmas (1997: 2), η µελέτη των γλωσσικών πλευρών της κοινωνίας. Η κοινωνιολογία της γλώσσας περιλαµβάνει δηλαδή προσεγγίσεις που εκκινούν από περισσότερο κοινωνιολογική σκοπιά, έχουν µακρο-κοινωνιολογική προοπτική και ενδιαφέρονται όχι για συγκεκριµένες γλωσσικές παραγωγές, αλλά για την κατανοµή γλωσσών και γλωσσικών ποικιλιών σε συγκεκριµένους κοινωνικούς σχηµατισµούς (κράτη, περιοχές, οργανισµούς κλπ.), τις συµβολικές επενδύσεις που αντιπροσωπεύουν για τους οµιλητές τους, τον ρόλο που διαδραµατίζουν στη συγκρότηση των ταυτοτήτων των διαφόρων κοινωνικών οµάδων κλπ. Πρόκειται για την περιγραφή και την ανάλυση των κοινωνικοπολιτικών λειτουργιών γλωσσικών συστηµάτων που βρίσκονται σε επαφή ή/και ανταγωνισµό. Σ αυτήν ανήκουν π.χ. οι έρευνες σχετικά µε τη διγλωσσία και την πολυγλωσσία, τις µειονοτικές γλώσσες, τις συνθήκες διατήρησης ή θανάτου γλωσσικών ποικιλιών, τον γλωσσικό σχεδιασµό (language planning) που επιχειρούν οι κοινότητες κ.ά. Πρώτος εκπρόσωπος αυτής της προσέγγισης θεωρείται ο Fishman, ο οποίος ήδη από τη δεκαετία του 60 άρχισε να ασχολείται µε τέτοιου είδους θέµατα. Σχέση γλώσσας και κοινωνίας Το θεµελιώδες ερώτηµα που παραµένει στη βάση κάθε κοινωνιογλωσσολογικού προβληµατισµού αφορά το πώς γίνεται αντιληπτή η σχέση ανάµεσα στη γλώσσα και την κοινωνία: η αµφισβήτηση των παραδοχών της κυρίαρχης γλωσσολογίας και οι

6 ποικίλοι θεωρητικοί και µεθοδολογικοί τρόποι µε τους οποίους εκδηλώθηκε, στο πλαίσιο των δύο µεγάλων περιοχών έρευνας που παραθέσαµε, έχουν στενή σχέση µε τις δυνατές απαντήσεις στο ερώτηµα αυτό. Πολύ απλουστευτικά και σχηµατικά, ο Wardhaugh (1998: 10-11) έχει κωδικοποιήσει τις δυνατές µορφές αυτής της σχέσης στη γλωσσολογική τους οπτική: (α) οι γλωσσικές δοµές ή/και συµπεριφορές επηρεάζονται και καθορίζονται από τις κοινωνικές. Η γλώσσα αντανακλά δηλαδή τις κοινωνικές σχέσεις και πρακτικές, θεωρείται προϊόν τους. Οι γλωσσικές παραλλαγές σε διάφορα επίπεδα (επιτονικό, φωνολογικό, µορφολογικό, συντακτικό) θεωρείται ότι λειτουργούν ως (εν)δείκτες κοινωνικών χαρακτηριστικών είτε των οµιλητών των ίδιων (εθνότητα, φύλο, ηλικία, κοινωνική διαστρωµάτωση) είτε της περίστασης της επικοινωνίας (αυθόρµητη, λιγότερο αυθόρµητη, ιεραρχηµένη κλπ.). Εξετάζονται, κατά συνέπεια, οι γλωσσικοί παράγοντες σε συνάρτηση µε τους κοινωνικούς, από τους οποίους εξαρτώνται, και επιχειρείται να περιγραφεί ο συσχετισµός και οι συνθήκες συµµεταβολής τους. Οι κοινωνικές κατηγορίες θεωρείται ότι προϋπάρχουν της γλώσσας, η οποία έτσι δεν παίρνει µέρος στη διαµόρφωσή τους (βλ. π.χ. Labov). (β) οι γλωσσικές δοµές και πρακτικές είναι αυτές που επηρεάζουν και καθορίζουν τις κοινωνικές, όπως φαίνεται να προκύπτει από την ισχυρή εκδοχή της υπόθεσης Sapir-Whorf. Οι κατηγοριοποιήσεις που κάνει κάθε γλώσσα στο σύστηµά της επηρεάζουν τον τρόπο σκέψης και υπαγορεύουν τις πολιτισµικές και κοινωνικές κατηγοριοποιήσεις της κοινότητας που τη µιλά. Η γλώσσα, λοιπόν, είναι εκείνη που καθορίζει εντέλει τον τρόπο θέασης του κόσµου. Οι κοινωνιογλωσσολογικές έρευνες της παράδοσης του Bernstein βρίσκονται κοντά σε µια τέτοια προσέγγιση, δίνοντας όµως περισσότερο έµφαση στο ίδιο το κοινωνικό στοιχείο: οι τρόποι διαφορετικής κοινωνικοποίησης παιδιών από διαφορετικά κοινωνικά στρώµατα οδηγούν στην εκµάθηση και τη χρήση διαφορετικών γλωσσικών κωδίκων και, κατ επέκταση, στον διαφορετικό προσανατολισµό της αντίληψης της πραγµατικότητας. (γ) υπάρχουν αµφίδροµες επιρροές µεταξύ των δύο, της γλώσσας και της κοινωνίας, όχι όµως συνδυάζοντας απλώς τις δύο παραπάνω εκδοχές της σχέσης που αναφέραµε. Γλώσσα και κοινωνία δεν αντιµετωπίζονται εδώ σαν ανεξάρτητες οντότητες, ανάµεσα στις οποίες µπορούν να ανιχνευθούν παράλληλες επιδράσεις της µιας και της άλλης κατεύθυνσης. Η γλώσσα αντιµετωπίζεται ως κοινωνική δραστηριότητα η ίδια, άρα οι αλληλεπιδράσεις γλώσσας και κοινωνίας είναι βαθύτερες, ισχυρότερες και, τελικά, διαφορετικής ποιότητας: η γλωσσική

7 δραστηριότητα, ως γλωσσική συµπεριφορά και κυρίως πρακτική, αντανακλά και καταγράφει κοινωνικούς συσχετισµούς δυνάµεων πάνω στο σύστηµα, συγχρόνως όµως επιδρά και η ίδια µε τη σειρά της πάνω στην κοινωνική πραγµατικότητα, νοµιµοποιώντας την, αναπαράγοντάς την ή και µεταβάλλοντάς την. Ο λόγος δηλαδή, ως γλωσσικές πρακτικές και άρα ως κοινωνική πράξη, έχει τη δύναµη να «ξαναδηµιουργεί» την πραγµατικότητα που θεωρείται ότι απλώς περιγράφει, συνεπώς µπορεί να της επιβάλει το δικό του πλαίσιο επεξεργασίας (στην ουσία, το πλαίσιο του δηµιουργού του). Η γλώσσα δεν έχει µόνο παθητικό ρόλο, αλλά επιδεικνύει και ενεργή συµµετοχή στη συγκρότηση, τη µετάδοση, την αναπαραγωγή και τη µεταβολή του κοινωνικού νοήµατος. Έτσι, µέσω της γλωσσικής δραστηριότητας (ή, καλύτερα, µέσω και της γλωσσικής δραστηριότητας), οι διάφορες κοινωνικές πρακτικές καθώς και οι κοινωνικές ταυτότητες ατόµων και οµάδων διαµορφώνονται, επικυρώνονται και παγιώνονται ή, αντίθετα, υφίστανται επαναδιαπραγµάτευση και µεταβάλλονται αναλόγως. (δ) η σχέση αυτή µπορεί να υπάρχει, µε την έννοια ότι η γλώσσα εγγράφεται και αυτή σε κοινωνικές σχέσεις εξουσίας, δεν είναι όµως ούτε δυνατό ούτε επιθυµητό να ανιχνευθεί στην παρούσα φάση της γλωσσολογικής θεωρίας. Τη θέση αυτή προωθεί η παράδοση του Chomsky, για τον οποίο οι µορφές/δοµές της γλώσσας, κατά ένα µεγάλο µέρος, προϋπάρχουν της χρήσης και της λειτουργίας της. Κατά συνέπεια, στη συγκρότηση µιας συνολικής θεωρίας προηγούνται οι γνωσιακές ερµηνείες σχετικά µε τα καθολικά χαρακτηριστικά των ανθρώπινων γλωσσών, οι οποίες αντιµετωπίζονται ως όργανο της σκέψης και όχι ως κοινωνικό φαινόµενο. Οι ποικίλες διαφοροποιήσεις τους καθόλου δεν ενδιαφέρουν εδώ: θεωρούνται και αντιµετωπίζονται ως επιφαινόµενα.