ιεύθυνση Στρατηγικής Ηµερ.:15 Ιουνίου 2012 Προς : ΡΑΕ Πειραιώς 132 118 54, Αθήνα Θέµα: Ενόψει έκδοσης αποφάσεων της ΡΑΕ για την τροποποίηση του Κώδικα ιαχείρισης του Συστήµατος όσον αφορά στη µεθοδολογία καθορισµού του Ετήσιου Κόστους του ΕΣΜΗΕ και τον προσδιορισµό του Ετήσιου Κόστους του ΕΣΜΗΕ και του Ε ΗΕ για το 2012. Με το παρόν, υποβάλλονται οι απόψεις µας, για την από 17-05-2012 ηµόσια ιαβούλευση αναφορικά µε τη µεθοδολογία υπολογισµού του Ετήσιου Κόστους του Ε ΗΕ (Ελληνικό ίκτυο ιανοµής Ηλεκτρικής Ενέργειας), που στην παρούσα φάση βασίζεται στον Κώδικα ιαχείρισης Συστήµατος (Κ Σ) δεδοµένου ότι δεν έχει θεσπισθεί ο Κώδικας ιαχείρισης του ικτύου. Η ηµόσια ιαβούλευση θίγει δύο βασικά σηµεία επί της µεθοδολογίας καθορισµού του Ετήσιου Κόστους του Ε ΗΕ, και συγκεκριµένα: στην Ενότητα Β1, περί προσδιορισµού των απασχολούµενων κεφαλαίων και αποσβέσεων ΡΠΒ (Ρυθµιζόµενης Περιουσιακής Βάσης), και στην Ενότητα Β2, περί εκκαθάρισης του επιτρεπόµενου εσόδου για το κόστος των δικτύων. Η ΡΑΕ θεωρεί αναγκαίο ότι όποιες τροποποιήσεις αποφασισθούν, θα πρέπει να τεθούν άµεσα σε εφαρµογή σχετικά µε τις αποφάσεις για την έγκριση του Ετήσιου Κόστους για τα έτη 2012-2013. Προφανώς οι προτεινόµενες αλλαγές έρχονται σε µια πρωτόγνωρα δυσχερή οικονοµική κατάσταση, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την ουσιαστική λειτουργία του νέου ιαχειριστή του ικτύου ιανοµής, που σύµφωνα µε το Ν.4001/2011, ασκείται µόλις πρόσφατα από την 1 η Μαΐου από τη θυγατρική Ε ΗΕ Α.Ε. 1
Η επιδείνωση της οικονοµικής κατάστασης στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς, εκτός του ότι έχει εκτοξεύσει το κόστος δανεισµού, έχει καταστήσει εξαιρετικά δύσκολη, αν όχι αδύνατη, την εξεύρεση νέων κεφαλαίων. Από την άλλη πλευρά, πρόσθετες ανάγκες έχουν δηµιουργηθεί από την απόσχιση των κλάδων διανοµής και µεταφοράς, αυξάνοντας σηµαντικά το λειτουργικό κόστος και τις µεταξύ των εταιρειών του Οµίλου ταµειακές συναλλαγές. Επιπλέον, θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η ΕΗ είναι εισηγµένη εταιρεία η οποία θα πρέπει µεταξύ άλλων να µεριµνά για το συµφέρον των επενδυτών και, παράλληλα, να διατηρεί την εµπιστοσύνη τους, χωρίς αδικαιολόγητη επιβάρυνση του Καταναλωτή. Προς αυτό τον σκοπό θα πρέπει, κατ ελάχιστο, το ρυθµιστικό πλαίσιο να είναι σταθερό, µακρόπνοο και, συγχρόνως, αρκετά ευέλικτο ώστε να µπορεί να αναγνωρίζει και να προσαρµόζεται σε ιδιαίτερες συνθήκες όπως είναι οι σηµερινές. Συνεπώς, η όποια προσαρµογή στη µεθοδολογία δεν µπορεί να αντιµετωπίζει τα θέµατα αποσπασµατικά (όπως ΡΠΒ και Επιτόκιο) αλλά θα πρέπει να διασφαλίζει ταυτόχρονα και τη διατήρηση της αξίας µιας εταιρείας. Αντιλαµβανόµαστε ότι οι όποιες αποφάσεις θα πρέπει να λειτουργούν υπέρ του Καταναλωτή και προς αυτή την κατεύθυνση είµαστε απολύτως σύµφωνοι λαµβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη ότι επιβάλλεται η επίτευξη της απαιτούµενης απόδοσης στα κεφάλαια του Οµίλου, έτσι ώστε αυτός να µπορεί να συνεχίσει οµαλά και απρόσκοπτα τις δραστηριότητές του. Στη συνέχεια, παρατίθενται οι απόψεις µας για τα θέµατα δικτύου και επισηµαίνονται οι αντικειµενικές δυσκολίες σε περίπτωση άµεσης εφαρµογής. Εκτιµούµε ότι οι επιπτώσεις θα είναι σηµαντικές και καθοριστικές από χρηµατοοικονοµικής άποψης και, ως εκ τούτου, παρακαλούµε να ληφθούν δεόντως υπόψη τα επιχειρήµατα και οι θέσεις που διατυπώνονται. Β1. Προσδιορισµός απασχολούµενων κεφαλαίων και αποσβέσεων ΡΠΒ Σύµφωνα µε τα ιεθνή Πρότυπα Χρηµατοοικονοµικής Αναφοράς ( ΠΧΑ), µια επιχείρηση για τη µέτρηση και απεικόνιση της αξίας των περιουσιακών της στοιχείων στις οικονοµικές της καταστάσεις, µπορεί να επιλέξει ως λογιστική αρχή, είτε τη µέθοδο του κόστους (cost model) ή τη µέθοδο των αναπροσαρµοσµένων αξιών (revaluation model). Η ΕΗ Α.Ε. έχει επιλέξει τη λογιστική αρχή των αναπροσαρµοσµένων αξιών, την οποία εφαρµόζει µε συνέπεια από την πρώτη εφαρµογή των ΠΧΑ που πραγµατοποιήθηκε το 2000 και η οποία λόγω της ορθολογικής αντιµετώπισης του θέµατος συνέβαλε θετικά και ουσιαστικά στην εισαγωγή της ΕΗ στο ΧΑΑ. Η επιλογή αυτή βασίστηκε στο γεγονός ότι στην ουσία της στοχεύει στην αποτύπωση της τρέχουσας οικονοµικής και λειτουργικής κατάστασης των παγίων περιουσιακών στοιχείων σε αντίθεση µε τη µέθοδο του ιστορικού κόστους, η οποία µπορεί µεν να αποτελεί τη µοναδική λογιστική εναλλακτική µέθοδο υποτιµά όµως την 2
οικονοµική αξία των παγίων και τη λειτουργική / οικονοµική τους κατάσταση για την επιχείρηση. Η ΕΗ Α.Ε., για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, θεωρεί ότι η πλέον ενδεδειγµένη αρχή αναγνώρισης και επιµέτρησης των παγίων περιουσιακών της στοιχείων, τόσο λογιστικά όσο και ρυθµιστικά, είναι αυτή των αναπροσαρµοσµένων αξιών. Ως προς τις προτάσεις της διαβούλευσης σχετικά µε τη Ρυθµιζόµενη Περιουσιακή Βάση, έχουµε να επισηµάνουµε τα εξής: Από µελέτη των Ευρωπαίων Ρυθµιστών (CEER), είναι προφανές ότι οι περισσότερες χώρες εφαρµόζουν µεθόδους αναπροσαρµογής της αξίας των παγίων τους (επανεκτίµηση, αναπροσαρµογή βάσει πληθωρισµού ή δείκτη τιµών παραγωγού κλπ.) ενώ ελάχιστες ακολουθούν τη µέθοδο του ιστορικού κόστους. Ασφαλώς, χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση σχετικά µε τις µεθόδους αυτές καθώς οι λεπτοµέρειες εφαρµογής τους δεν είναι απολύτως σαφείς από τη µελέτη. Η µέθοδος του Υπολειµµατικού Κόστους Αντικατάστασης (Depreciated Replacement Cost) εφαρµόζεται σε αρκετές Ευρωπαϊκές χώρες. Στη ΕΗ, η αναπροσαρµογή της αξίας πραγµατοποιείται από ανεξάρτητους εκτιµητές και κατά την εκτίµηση λαµβάνονται υπόψη όχι µόνο επαυξ7ήσεις της αξίας, αλλά και αποµειώσεις που οφείλονται σε απώλεια αξίας λόγω φυσιολογικής, λειτουργικής και οικονοµικής απαξίωσης των παγίων. Η µέχρι σήµερα διαδικασία προέβλεπε (βάσει των λογιστικών προτύπων) την επανεκτίµηση µόνο σε περίπτωση σηµαντικής µεταβολής της εύλογης αξίας των παγίων (σε διαστήµατα 4-5 ετών) µε αποτέλεσµα να παρατηρούνται αξιόλογες διακυµάνσεις τόσο στην αξία όσο και στην ωφέλιµη ζωή των παγίων. Προκειµένου να εξοµαλυνθεί η όποια επίπτωση της επανεκτίµησης, θα µπορούσε είτε αυτή να επιµερίζεται στη διάρκεια της ρυθµιστικής περιόδου, είτε να πραγµατοποιείται η επανεκτίµηση σε συχνότερα διαστήµατα. Με τον τρόπο αυτό, η οποιαδήποτε µεταβολή στην αξία των παγίων θα εξελισσόταν οµαλά ενώ δεν θα παρατηρούνταν φαινόµενα επιµήκυνσης της ωφέλιµης ζωής τους. Αν και η µέθοδος του Υπολειµµατικού Κόστους Αντικατάστασης θεωρείται από τη ΕΗ ως η πλέον ενδεδειγµένη εντούτοις, ακόµη και στην παρούσα φάση, θα µπορούσαν να εξεταστούν ισοδύναµα και διαφορετικού τύπου αναπροσαρµογές της αξίας των παγίων οι οποίες εφαρµόζονται σε άλλες χώρες. Για τη ΕΗ είναι θέµα ζωτικής σηµασίας το να προβλέπεται µια µέθοδος αναπροσαρµογής της ΡΠΒ που να ανταποκρίνεται στις εκάστοτε οικονοµικές συνθήκες. 3
Επιπλέον, σε σχέση µε το Επιτόκιο Απόδοσης: Στη διαβούλευση εξετάζονται όλα τα στοιχεία που επηρεάζουν το Ρυθµιζόµενο Έσοδο, εκτός από την µέθοδο υπολογισµού του επιτοκίου απόδοσης επί των απασχολούµενων κεφαλαίων, µε αποτέλεσµα να µην είναι ολοκληρωµένη η προτεινόµενη αναθεώρηση της µεθοδολογίας, έστω και για τα 2 εξεταζόµενα χρόνια. Σηµειώνεται και εδώ ότι στη µελέτη της CEER φαίνεται ότι η συνήθης πρακτική είναι να εξετάζεται η Ρυθµιζόµενη Περιουσιακή Βάση όχι µόνη της αλλά από κοινού µε το Επιτόκιο Απόδοσης. Αποτελεί βασική υποχρέωση του Ιδιοκτήτη του ικτύου ιανοµής η εξεύρεση κεφαλαίων για τη µελλοντική ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισµό του ικτύου, που σηµειωτέον περιλαµβάνει και τη µελλοντική αντικατάσταση του δικτύου των πελατών, δεδοµένου ότι αυτοί συµµετέχουν µόνο στην αρχική κατασκευή των παγίων που τους αφορούν. Το κόστος αντικατάστασης των δικτύων έχει αυξηθεί σοβαρά σε σχέση µε το 2004, όταν έγινε η σχετική επανεκτίµηση. Προφανώς, ο Ιδιοκτήτης του ικτύου θα πρέπει να εξασφαλίσει πολύ µεγαλύτερα κεφάλαια από τα ιστορικά διαµορφωµένα κόστη, προκειµένου να αναπτύσσονται επαρκώς τα δίκτυα σύµφωνα µε τις απαιτήσεις του Ρυθµιστή και της Αγοράς. Επιπλέον, το κόστος χρηµατοδότησης έχει αυξηθεί σηµαντικά την τελευταία διετία, µε αποτέλεσµα η ρυθµιστική απόδοση ύψους 8% να µην µπορεί να καλύψει πλέον το χρηµατοοικονοµικό κόστος, πόσο µάλλον τις απαιτούµενες αποδόσεις των ιδίων κεφαλαίων. Γενικά εκτιµάται ότι η απόδοση ιδίων κεφαλαίων σήµερα για την δραστηριότητα διανοµής, σε καµία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται στο χαρακτήρα και τον κίνδυνο αυτών των επενδύσεων. Έτσι το σηµερινό επίπεδο αποδόσεων λειτουργεί αποθαρρυντικά για οποιονδήποτε επενδυτή, οπότε ενδεχοµένως να οδηγήσει σε αδυναµία χρηµατοδότησης της ανάπτυξης του δικτύου. Σε κάθε περίπτωση, θεωρούµε ότι οποιαδήποτε µεταβολή του τρόπου προσδιορισµού της ΡΠΒ πρέπει απαραίτητα να συνοδεύεται µε ταυτόχρονη αναθεώρηση της απόδοσης επί των απασχολουµένων κεφαλαίων. Αν αυτά δεν εξεταστούν συνδυαστικά, δεν είναι δυνατό να εκτιµηθούν αξιόπιστα οι οικονοµικές επιπτώσεις. Τέλος οποιεσδήποτε ρυθµίσεις αποφασίζονται θα πρέπει να λαµβάνουν υπόψη και, σε κάθε περίπτωση, να µην αντιβαίνουν στις αρχές που πρέπει να τηρεί µια εταιρεία εισηγµένη στο Χρηµατιστήριο, όπως η ΕΗ Α.Ε, η οποία θα πρέπει να προασπίζεται τα συµφέροντα όλων των µετόχων της. 4
Αναφορικά µε την πρόταση ανάπτυξης ενός ρυθµιστικού µητρώου παγίων: Η ανάπτυξη ενός τρίτου, Ρυθµιστικού Μητρώου Παγίων, παράλληλα µε το Μητρώο κατά ΠΧΑ και το Μητρώο κατά Ν.2190, θα απαιτήσει σηµαντικό χρόνο και κόστος όχι µόνο για την υλοποίησή του αλλά και για την τήρησή του, σε µια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο λόγω της πρόσφατης απόσχισης του κλάδου διανοµής και των αναγκαίων ρυθµιστικών µεταβολών που αυτή επιφέρει. Επιπλέον, η ζητούµενη πληροφορία µε διάκριση των συµµετοχών ανά πάγιο, δεν υφίσταται στο υφιστάµενο µητρώο παγίων. Προκειµένου για τα νέα πάγια να τηρηθεί µητρώο στην επιθυµητή µορφή, θα απαιτηθούν µεγάλες και χρονοβόρες µεταβολές σε συστήµατα µηχανοργάνωσης, στη µεθοδολογία υπολογισµού των συµµετοχών αλλά και στις διαδικασίες παρακολούθησης των έργων από πλήθος εµπλεκόµενων Υπηρεσιών. Πιστεύουµε δε, ότι η ποιότητα της σηµερινής πληροφόρησης εξυπηρετεί πλήρως τον υπολογισµό της ΡΠΒ, καθώς οι χρηµατοδοτήσεις τρίτων αναγνωρίζονται και επιµετρώνται σε ιστορικό κόστος, η αξία τους δεν αναπροσαρµόζεται και παρουσιάζονται αφαιρετικά των αποσβέσεων παγίων. Συµπερασµατικά, θεωρούµε ότι ο υπολογισµός της ΡΠΒ και η τήρηση ενιαίου µητρώου παγίων - τόσο για λογιστικούς όσο και για ρυθµιστικούς σκοπούς µε βάση τη µέθοδο του Υπολειµµατικού Κόστους Αντικατάστασης αποτελεί την πλέον ενδεδειγµένη και συµφέρουσα για την επιχείρηση µέθοδο, σε απόλυτη συνάφεια µε διεθνή πρότυπα (όπως ΠΧΑ IFRS και IVS), καθώς και µε άλλες χώρες όπως ενδεικτικά αναφέρονται Βέλγιο, Φιλανδία, Ιταλία κλπ. Θα πρέπει να γίνει απολύτως σαφές ότι µια ιστορική ΡΠΒ, σε συνδυασµό µε ένα επιτόκιο απόδοσης που δεν ανταποκρίνεται στις σηµερινές συνθήκες, θα επιφέρει µειωµένες προσόδους για την δραστηριότητα διανοµής µε σοβαρά αρνητικά αποτελέσµατα στον Όµιλο. Από τη ΕΗ θεωρείται αναγκαία η από κοινού εξέταση της µεθοδολογίας ΡΠΒ και Επιτοκίου Απόδοσης, και θα µπορούσε να αποτελέσει αντικείµενο συζήτησης στο αµέσως επόµενο διάστηµα. 5
Β2. Εκκαθάριση επιτρεπόµενου εσόδου για το κόστος των δικτύων Ως προς την εκκαθάριση αποσβέσεων και απόδοσης απασχολούµενων κεφαλαίων επενδύσεων θα πρέπει να τροποποιηθεί η φόρµουλα υπολογισµού του Π3, λαµβάνοντας υπόψη τα εξής: τις αποκλίσεις του κεφαλαίου κίνησης το οποίο αποτελεί συστατικό της Ρυθµιζόµενης Περιουσιακής Βάσης. τη µέση τιµή του συνόλου των απασχολουµένων κεφαλαίων, λαµβάνοντας υπόψη την αρχή και το τέλος του υπό εξέταση έτους. ότι η Ρυθµιζόµενη Περιουσιακή Βάση της δραστηριότητας διανοµής ηλεκτρικής ενέργειας θα πρέπει τυπικά να υπολογίζεται και να παρακολουθείται σε διακεκριµένη βάση αφενός για τα κεφάλαια της Μητρικής Εταιρείας του Οµίλου ΕΗ Α.Ε. (επενδύσεις δικτύου διανοµής) και αφετέρου για τα κεφάλαια της Ε ΗΕ Α.Ε. Παραδείγµατα απασχολούµενων κεφαλαίων της Ε ΗΕ Α.Ε. περιλαµβάνουν: α) ασώµατες ακινητοποιήσεις, όπως είναι έξοδα αναδιοργάνωσης, προµήθεια/ ανάπτυξη νέων µηχανογραφικών εφαρµογών κλπ, β) ενσώµατα πάγια, όπως είναι ο εξοπλισµός που απαιτείται για τη λειτουργία του ιαχειριστή (π.χ. κτίρια, εγκαταστάσεις κτιρίων σε ακίνητα τρίτων), γ) απαιτούµενο κεφάλαιο κίνησης, όπως για την χρηµατοδότηση των αποθεµάτων, των έργων υπό εξέλιξη και των απαιτήσεων από πελάτες. Σηµειώνουµε ότι απαιτείται η διόρθωση της φόρµουλας Π3 ως προς το τελευταίο σκέλος υπολογισµού: 6
Ως προς την εκκαθάριση λόγω απόκλισης κόστους λειτουργίας, προτείνονται τα εξής: o Η προτεινόµενη µεθοδολογία αναφέρει ότι για τον υπολογισµό του ετήσιου εσόδου t θα εφαρµόζεται η εκκαθάριση των προϋπολογιστικών-απολογιστικών δαπανών του έτους t-2 δεδοµένου ότι αυτά είναι και τα µόνα απολογιστικά στοιχεία που είναι διαθέσιµα κατά τον χρόνο έγκρισης του έτους t που πραγµατοποιείται χρονικά στο τέλος του έτους t-1. Για το έτος 2012 δεν συντρέχει τέτοιος περιορισµός δεδοµένου ότι τα απολογιστικά στοιχεία για το έτος 2011 (t-1) είναι άµεσα διαθέσιµα. o Κατά την άποψή µας, η απόκλιση λόγω αποδεκτού σφάλµατος εκτιµήσεων µπορεί να τεθεί στο ±3%, οπότε τυχόν αποκλίσεις εντός του συγκεκριµένου εύρους δεν θα εκκαθαρίζονται (µέθοδος διαδρόµου corridor). Η θέση αυτή συνυπολογίζει ότι η Ε ΗΕ Α.Ε. θα λαµβάνει το προταθέν εύλογο περιθώριο κέρδους 6%, όποτε θα µπορεί να απορροφήσει ανάλογες ή/και µεγαλύτερες αποκλίσεις, χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η βιωσιµότητά του. o Σε περίπτωση που η απόκλιση είναι εκτός του προαναφερθέντος αποδεκτού ορίου (corridor), τότε αυτή εξετάζεται µεταξύ Ρυθµιστή και ιαχειριστή. Εξωγενείς, µη ελεγχόµενοι παράγοντες θα πρέπει να αξιολογούνται κατά περίπτωση. Ειδικότερα, όταν τα απολογιστικά στοιχεία κόστους είναι: υψηλότερα σε σχέση µε τον προϋπολογισµό και η απόκλιση οφείλεται σε µη ελεγχόµενους παράγοντες (πχ φυσικές καταστροφές, ακραίες καιρικές συνθήκες, κανονιστικό πλαίσιο κλπ), το ποσό της απόκλισης θα πρέπει να εκκαθαρίζεται υπέρ του ιαχειριστή. ιαφορετικά, δεν θα εκκαθαρίζεται. χαµηλότερα σε σχέση µε τον προϋπολογισµό και η απόκλιση οφείλεται σε στοχευµένες δράσεις µε παραµένοντα οφέλη, τότε το επιπλέον έσοδο θα πρέπει να παραµένει στον ιαχειριστή. ιαφορετικά, θα επιστρέφεται. Γενικά προτείνεται, η εκκαθάριση να αφορά στη διαφορά µεταξύ πραγµατικής απόκλισης και αποδεκτού ορίου απόκλισης. o Αποτελεί πεποίθησή µας, ότι η µέθοδος εκκαθάρισης πρέπει να παρέχει κίνητρα στον ιαχειριστή για την ουσιαστική µείωση του λειτουργικού κόστους (συστηµική και όχι ευκαιριακή). Μια στοχευµένη ενέργεια µείωσης του κόστους οδηγεί σε µείωση των χρεώσεων προς τους καταναλωτές - για την ίδια ή αναβαθµισµένη ποιότητα υπηρεσιών - σε βάθος χρόνου. Εάν ο ιαχειριστής δεν έχει τέτοιου είδους κίνητρα, αργά ή γρήγορα θα ατονήσει η όποια προσπάθεια ουσιαστικής βελτίωσης του κόστους. 7
Στο πλαίσιο αναθεώρησης της µεθοδολογίας, είναι κρίσιµο να συµπεριληφθούν σηµαντικές εκροές που αφορούν στη δραστηριότητα διανοµής οι οποίες µέχρι σήµερα δεν συµµετέχουν στο ετήσιο αντάλλαγµα, σηµαντικότερες εκ των οποίων είναι: o Αποζηµιώσεις τρίτων (ατυχήµατα προσωπικού, τροχαία, πυρκαγιές, αγροζηµιές κλπ) o Επισφαλείς απαιτήσεις από Προµηθευτές για τέλη χρήσης δικτύου o Επισφαλείς απαιτήσεις από παροχή υπηρεσιών σε πελάτες/πολίτες (έλεγχος µετρητή, αποκαταστάσεις βλαβών κλπ) που τελικά δεν εισπράττονται παρόλο που τα έσοδα τους αφαιρούνται από το ετήσιο αντάλλαγµα o Προβλέψεις από µη ληφθείσες άδειες προσωπικού o Λοιπές απάνες (παράβολα, ποινικές ρήτρες, έξοδα εγγυητικών επιστολών κλπ) o Χρηµατοοικονοµικό κόστος (στην περίπτωση που η Ε ΗΕ Α.Ε. δεν θα λάβει απόδοση επί των απασχολούµενων κεφαλαίων) Ολοκληρώνοντας, θα πρέπει να σηµειωθεί ότι η απόσχιση του Κλάδου ιανοµής και οι νέες ενδο-οµιλικές συναλλαγές δηµιουργούν πρόσθετα κόστη και αυξηµένες ανάγκες ρευστότητας (π.χ. νέα πληροφοριακά συστήµατα, δηµιουργία κεντρικών υπηρεσιών, απαιτούµενο εργολαβικό όφελος, υποχρεώσεις καταβολής ΦΠΑ κλπ). Οι υπόψη δυσκολίες θα πρέπει να αξιολογηθούν σοβαρά στις τελικές αποφάσεις. Αυτό είναι ιδιαιτέρως σηµαντικό για τον Ε ΗΕ, ο οποίος προκειµένου να λάβει άδεια ιαχειριστή, θα πρέπει πρωτίστως να τεκµηριώσει τη βιώσιµη πορεία του. Αναλυτικότερα τις σκέψεις και προτάσεις µας θα µπορούσαµε να σας τις παρουσιάσουµε σε µια συνάντηση, εφόσον το κρίνετε και εσείς σκόπιµο. 8