ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ. ΜΕΡΟΣ Ι : Γενικές Παρατηρήσεις. ΜΕΡΟΣ ΙΙ : Παρατηρήσεις - προτάσεις κατ άρθρο

Σχετικά έγγραφα
Έως 12/2010 (Ν. 3871/2010 και Ν.3899/2010)

ΜΕΡΟΣ 1 Ο ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ... 2 ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ... 5 ΦΥΣΗ ΣΣΕ...

ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Γ.Σ.Ε.Ε. ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ. ΑΡΙΘ.: 5 Αθήνα, 24 Μαΐου 2013 ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚ/ ΠΡΟΣ Τα Εργατικά Κέντρα και τις Ομοσπονδίες δύναμης ΓΣΕΕ


Τομέας Απασχόλησης και Αγοράς Εργασίας. Γενικό Συμβούλιο ΣΕΒ. Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2018, 18.30

Εργασιακά Θέματα «Το νέο καθεστώς της Μεσολάβησης Διαιτησίας μετά τον Ν. 4303/2014»

Κων/νος Τσουμάνης, Δικηγόρος, Νομικός Σύμβουλος ΣΠΕΔΕΘ & ΚΜ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ. ΑΡΙΘ.: 5 Αθήνα, 24 Μαΐου 2013 ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚ/ ΠΡΟΣ Τα Εργατικά Κέντρα και τις Οµοσπονδίες δύναµης ΓΣΕΕ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΥΜΦΙΛΙΩΣΗ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ...2 ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΦΙΛΙΩΣΗΣ;...5 ΠΟΙΑ Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΟΥ ΤΗΡΕΙΤΑΙ;...5

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

Β' ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΚΑΤ' ΑΡΘΡΟ

Απόσπασμα από την Επιτροπή των Ανεξάρτητων Ειδικών: Οι συστάσεις της Επιτροπής, όπως συνοψίζονται από τον Πρόεδρο της, καθηγητή Jan van Ours

ΚΕΙΜΕΝΟ ΘΕΣΕΩΝ ΓΣΕΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ. 9 Απριλίου 2013

Θέμα: Επείγουσα Εγκύκλιος για κρίσιμα ζητήματα συλλογικών διαπραγματεύσεων και ΣΣΕ.

ΤΜΗΜΑ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΥΡΙΖΑ

Σχέδιο Νόμου Για Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ. Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας. Άρθρο 1

Νέο πλαίσιο για συλλογικές διαπραγματεύσεις. Συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση

«Για τους όρους αμοιβής και εργασίας του προσωπικού των Συμβολαιογραφείων όλης της χώρας»

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΑΤΑ ΑΡΘΡΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 Ο ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ-ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Ημερομηνία: Δευτέρα, 13 Δεκεμβρίου 2010

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ & ΔΙΑΙΤΗΣΙΑΣ

Η ΝΕΑ ΕΘΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 2018

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Προλογικό σημείωμα... Εισαγωγικές παρατηρήσεις... 1

«Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των μηχανικών τριτοβάθμιας. εκπαίδευσης που εργάζονται σε βιομηχανικές επιχειρήσεις όλης της χώρας.

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ & ΔΙΑΙΤΗΣΙΑΣ

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ & ΔΙΑΙΤΗΣΙΑΣ

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ & ΙΑΙΤΗΣΙΑΣ

Πράξη 6 της (ΦΕΚ Α 38/ ) Ρύθμιση θεμάτων για την εφαρμογή της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 4046/2012 ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΠΡΟΣ Τον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης & Κοινωνικής Αλληλεγγύης κ. Πάνο Σκουρλέτη

Αλεξάνδρα Ν. Κοψίνη Δικηγόρος - Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Νομικής Αθηνών

ΘΕΜΑ : Γνωμοδότηση της Νομικού Συμβούλου της Δ.Ο.Ε. για την απεργία αποχή από τις διαδικασίες της αξιολόγησης

ΕΠΩΦΕΛΟΥΜΑΙ ΠΡΟΤΕΙΝΩ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΩ ΣΕΒΟΜΑΙ ΣΤΗΡΙΖΩ ΟΙΚΟΔΟΜΩΝΤΑΣ ΣΧΕΣΗ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΗ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΣΕΒ ΚΑΙ ΣΕΤΕ ΓΙΑ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΜΟΝΟΜΕΡΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ ΣΤΗ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ

Κοινοποίηση: 1. Ειδικό Γραμματέα Σ.ΕΠ.Ε. 2. Κοινωνικές Επιθεωρήσεις Εργασίας όλης της χώρας

Η απώλεια των σημείων ισορροπίας της κλαδικής συλλογικής διαπραγμάτευσης

Κοινοποίηση: 1. Ειδικό Γραμματέα Σ.ΕΠ.Ε. 2. Κοινωνικές Επιθεωρήσεις Εργασίας όλης της χώρας

ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΕΘΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 2018

ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ 43/2005

ΕΘΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΤΩΝ

Στη δημοσιότητα δόθηκε η Π.Κ. 6/ με τίτλο «Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας έτους 2018».

Λευκωσία, 10 Ιουλίου Frank Hoffer, Bureau for Workers Activities

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2019/0000(INI)

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ & ΙΑΙΤΗΣΙΑΣ

Π.Κ. 7/ ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ 5/2000

Δίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής Εργαζομένων και Ανέργων. Απρίλιος 2018

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΩΝ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ

Αθήνα, 26 Ιουλίου 2000

ΠΡΟΣ Τον Πρόεδρο του ΣΕΒ κ. Δ. Δασκαλόπουλο Τον Πρόεδρο ΓΣΕΒΕΕ κ.δ.ασημακόπουλο Τον Πρόεδρο της ΕΣΕΕ κ. Β. Κορκίδη

«Για τους όρους αμοιβής εργασίας των εργαζομένων στις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών όλης της χώρας»

Κατσίκης Καλαματιανού & Συνεργάτες Δικηγορική Εταιρεία. Σπυριδούλα Κουμπαρούλη kklegal.eu

ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΣΕΒ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΥΠΟΥΡΓΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Ο κοινωνικός διάλογος στη Ρουμανία. Άρπαντ Σούμπα Ομοσπονδία των μεταλλουργών «Μετάλ»

Άρθρο 1. Το άρθρο 2 του νόμου 1876/1990 αντικαθίσταται ως εξής: Περιεχόμενο της συλλογικής σύμβασης εργασίας

Σύσταση για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. Σχετικά με τη σύσταση Εθνικών Συμβουλίων Ανταγωνιστικότητας εντός της ζώνης του ευρώ

ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ 62/2003. «Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των λογιστών και βοηθών λογιστών

ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ 23/2005. Για τους όρους αμοιβής εργασίας των Εργαζομένων στις Επιχειρήσεις Παροχής Υπηρεσιών όλης της χώρας

Κώδικας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Κοινωνικών Αρχών Ομίλου ΟΤΕ

ΠΥΣ 6/ Πράξη 6 της Ρύθμιση θεμάτων για την εφαρμογή της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 4046/2012.

ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΕΣΕΕ ΣΤΗΝ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΘΕΣΜΟΥΣ ΓΙΑ ΤΑ ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Αθήνα, 24 Οκτωβρίου 2016

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ & ΙΑΙΤΗΣΙΑΣ

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΜΑΡΙΑΣ ΣΤΑΥΡΙΔΟΥ &ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Στρατιωτικό προσωπικό και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πρόσφατες Εξελίξεις στην Ελλάδα

Π.Κ. 27/ ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ Αριθ. 39/2000

ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. 9/3/2015 Γιώργος Θεοδόσης - Παραδόσεις Συλλογικού Εργατικού Δικαίου

Εργασιακά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα της γυναίκας εν μέσω οικονομικής κρίσης

Αθήνα, 18 Ιουλίου 2006 Αρ. Πρωτ.: Υ190

Εργασιακά: Προκλήσεις και μεταρρυθμίσεις για ευελιξία και παραγωγικότητα

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ. «Κεντρική Επιτροπή Κωδικοποίησης» Άρθρο 1. Σύσταση και συγκρότηση της Κεντρικής Επιτροπής Κωδικοποίησης (Κ.Ε.Κ.)

Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2012/0011(COD) της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ & ΙΑΙΤΗΣΙΑΣ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Έγγραφο συνόδου ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ. στην έκθεση

«Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των Βιολόγων που απασχολούνται στις κλινικές και στα Ιατρικά Διαγνωστικά Κέντρα όλης της Χώρας»

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ 51/2005. Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των Μουσικών της Φιλαρμονικής του Δήμου Ηρακλείου Κρήτης

ΠΕΡΙΕΧOΜΕΝΑ Πηγές Συντακτική ομάδα

Κοινοποίηση: 1. Ειδικό Γραμματέα Σ.ΕΠ.Ε. 2. Κοινωνικές Επιθεωρήσεις Εργασίας όλης της χώρας

ΕΘΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 2014

ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ 52/2005. Για τους όρους αμοιβής και εργασίας Λογιστών και Βοηθών Λογιστών Ξενοδοχειακών και λοιπών Επιχειρήσεων όλης της χώρας

«Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των αισθητικών συμβούλων όλης της Χώρας»

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων

Κώδικας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων & Κοινωνικών Αρχών Ομίλου ΟΤΕ

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

Προς. Τον Υπουργό Περιφερειακής Ανάπτυξης. και Ανταγωνιστικότητας. Κ. Μ. Χρυσοχοΐδη. Κοινοποίηση. Υπουργό Εργασίας & Κοινωνικής Ασφάλισης

1. Η κρατική μέριμνα για την κοινωνική ασφάλιση κατά το Σύνταγμα. Το δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλιση αποτελεί κοινωνικό δικαίωμα, το περιεχόμενο

ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ: ΚΑΤΕΠΕΙΓΟΝ Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: 35958/666

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ & ΙΑΙΤΗΣΙΑΣ

ECB-PUBLIC ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 15ης Φεβρουαρίου σχετικά με τους λογαριασμούς πληρωμών (CON/2017/2)

ΕΘΝΙΚΗ ΚΛΑ ΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ (ΕΛΛΑΔΑ)

ΗΜΕΡΙ Α. ΟΜΙΛΙΑ Προέδρου Ο.ΜΕ.. Άγγελου Ζησιµόπουλου

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

Transcript:

Νομοσχέδιο «Τροποποίηση διατάξεων Ν. 1876/1990 Αποκατάσταση και αναμόρφωση του πλαισίου περί συλλογικών διαπραγματεύσεων, μεσολάβησης και διαιτησίας και άλλες διατάξεις» ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ Ι : Γενικές Παρατηρήσεις ΜΕΡΟΣ ΙΙ : Παρατηρήσεις - προτάσεις κατ άρθρο

ΜΕΡΟΣ Ι : ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ I. Το παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον χαρακτηρίζεται σήμερα από ταχέως εξελισσόμενες τεχνολογίες, μετασχηματισμούς των αγορών εργασίας, μεταβαλλόμενη αρχιτεκτονική των συστημάτων παραγωγής, πιέσεις στις επιχειρήσεις για βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας τους, καθώς και αυξημένο ανταγωνισμό για την προσέλκυση ανθρώπων, κεφαλαίων και επενδύσεων. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα αντιμετωπίζει την εντονότερη οικονομική κρίση στη μεταπολεμική ιστορία της. Είναι γεγονός ότι οι συνθήκες οικονομικής ύφεσης που επικράτησαν τα τελευταία χρόνια και η επιδείνωση των μακροοικονομικών συνθηκών, επηρέασαν καταλυτικά τη δραστηριότητα και τα αποτελέσματα των ελληνικών επιχειρήσεων. Η ελληνική επιχείρηση υφίσταται τις επιπτώσεις του εκτεταμένου κρατικού παρεμβατισμού στην οικονομία, τη γραφειοκρατία που εκτρέφει η πολυνομία, τις συνεχείς αλλαγές στο φορολογικό σύστημα, την καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης, το αντι επενδυτικό κλίμα. Αυτοί είναι οι βασικοί παράγοντες που υποσκάπτουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και τη δυνατότητα να δημιουργεί θέσεις εργασίας. Η έξοδος από τη δημοσιονομική κρίση είναι απόλυτα εξαρτημένη από την ιδιωτική οικονομία και θα προέλθει μόνο μέσα από την αποκατάσταση της δυνατότητας του ιδιωτικού τομέα να παράγει πλούτο και ανάπτυξη ώστε να δημιουργεί θέσεις εργασίας. Μόνο με βιώσιμες και ανταγωνιστικές επιχειρήσεις μπορούμε ν ανακτήσουμε τις χαμένες δουλειές και να υπάρξει ρεαλιστική προοπτική αποκατάστασης των εισοδημάτων. Η ευελιξία στην αγορά εργασίας διασφαλίζει ότι η παραγωγικότητα θα αυξάνει ταχύτερα από την αύξηση των μισθών (π.χ. μέσω μιας αποκεντρωμένης διαδικασίας μη διοικητικού καθορισμού της αμοιβής εργασίας), που είναι το πρώτο βήμα στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και χωρίς αυτή δεν νοείται αλλαγή του αναπτυξιακού προτύπου. Αμοιβές που ξεπερνούν την αντοχή των επιχειρήσεων οδηγούν σε ύφεση, αποεπένδυση και ανεργία. Σε μία διεθνώς ανταγωνιστική οικονομία οι συλλογικές διαπραγματεύσεις είναι ελεύθερες και το νομικό πλαίσιο προστατεύει τους εργαζόμενους από καταχρηστικές πρακτικές των εργοδοτών, όπως η αδήλωτη εργασία. Τέτοιου είδους συμπεριφορές προέρχονται κυρίως από μη ανταγωνιστικές επιχειρήσεις σε περιόδους υφεσιακής έξαρσης. Συνεπώς, η κρατική παρέμβαση πρέπει να κατευθύνεται στη διαμόρφωση συνθηκών ανάπτυξης και στη διασφάλιση ενός πλαισίου εύρυθμης λειτουργίας που να καταπολεμά αποτελεσματικά παράνομες συμπεριφορές και πρακτικές, και όχι στην πλασματική αύξηση των εισοδημάτων, όταν δεν αναπτύσσεται η οικονομία.

Μόνον όταν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις δεν θα διέπονται από μια τυπολατρική, γραφειοκρατική προσπάθεια διαφύλαξης της αγοραστικής δύναμης και αναδιανομής του εισοδήματος, θα αποτελέσουν ένα σύγχρονο εργαλείο που θα διαφυλάξει τις θέσεις εργασίας, την καταπολέμηση της ανεργίας και την επαναφορά της οικονομίας σε τροχιά ανάπτυξης. II. Το νομοσχέδιο εισάγει - αντίθετα προς τις ανωτέρω διαπιστώσεις - μηχανισμούς διαρκούς παραγωγής δεσμευτικών κανόνων που θα ρυθμίζουν τις ατομικές εργασιακές σχέσεις. Παραγνωρίζει ότι αυτή την ώρα δύο είναι τα μεγαλύτερα προβλήματα στο κόσμο της εργασίας. Πρώτον, η πρωτοφανής ανεργία και δεύτερον το κλείσιμο επιχειρήσεων. Και στα δύο μείζονα αυτά κοινωνικά θέματα, το νομοσχέδιο, όχι μόνο δεν προσφέρει καμία λύση, αλλά, αντίθετα, δημιουργεί βάσιμους φόβους ότι θα συντείνει στην σοβαρή επιδείνωσή τους. Τούτο συνάγεται από την ανάπτυξη των παρακάτω σημαντικότερων σημείων του νομοσχεδίου, τα οποία θα ήταν εφικτό να αξιολογηθούν πιο εμπεριστατωμένα, αν συνόδευε το παρόν νομοσχέδιο και η απαιτούμενη αιτιολογική έκθεση, η οποία θα περιλάμβανε το σκεπτικό και τη βούληση του νομοθέτη. Η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας αποτελεί το δίχτυ ασφαλείας, πάνω από το οποίο μπορεί να κτιστεί το οικοδόμημα της διαμόρφωσης των μισθών, ανάλογα με τις συνθήκες και τις ανάγκες σε κλαδικό και επιχειρησιακό επίπεδο. Ο καθολικός χαρακτήρας ισχύος της ΕΓΣΣΕ της δίνει τη δυνατότητα να δρα ως ρυθμιστής της μισθολογικής πολιτικής των επιχειρήσεων σε εθνικό επίπεδο. Ο ρόλος όμως της ΕΓΣΕΕ και των κοινωνικών εταίρων που την υπογράφουν αποτελεί το επιστέγασμα της συνταγματικά κατοχυρωμένης συλλογικής αυτονομίας, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με πρακτικές νομοθετικού καθορισμού των κατώτατων ορίων μισθών και ημερομισθίων, όπως έχει επανειλημμένως επισημάνει ο ΣΕΒ στο παρελθόν. O κοινωνικός διάλογος αποτελεί θεσμό συνεννόησης, αναγνωρισμένο από την Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα πρέπει και στη χώρα μας να αποτελεί βασικό «εργαλείο» συμφωνιών, με σεβασμό στα αποτελέσματά του. Η πρακτική της νομοθέτησης είναι αντίθετη προς το σκοπό της θωράκισης και ενίσχυσης των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, καθώς επιβεβαιώνεται άμεση κρατική παρέμβαση σε αντικείμενο που εξ ορισμού θα πρέπει να διαπραγματεύονται οι κοινωνικοί εταίροι, οι οποίοι, όπως είναι προφανές, γνωρίζουν καλύτερα από κάθε άλλον τις συνθήκες και τις ανάγκες της αγοράς (ένα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η διαφοροποίηση της οικονομικής κατάστασης διαφόρων κλάδων της οικονομίας, ορισμένοι από τους οποίους αγωνίζονται να επιβιώσουν). Ο καθορισμός του

κατώτατου μισθού και κατώτατου ημερομισθίου θα πρέπει να γίνεται αποκλειστικά μέσω του θεσμού της ΕΓΣΣΕ, όπως γινόταν επί δεκαετίες, μέσω απευθείας συλλογικής διαπραγμάτευσης. Ένα από τα βασικά πεδία του εργατικού δικαίου που δημιούργησε προβλήματα στο σύστημα των εργασιακών σχέσεων στην Ελλάδα ήταν ο υποχρεωτικός χαρακτήρας του συστήματος διαιτησίας. Ο ΣΕΒ ακόμη και στο στάδιο επεξεργασίας του νομοσχεδίου που έγινε ο Ν. 1876/1990 έχει επανειλημμένα εκφράσει τη στήριξή του στο θεσμό των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων και την αντίθεσή του προς την υποχρεωτική διαιτησία, επειδή δεν συμβιβάζεται με τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και είναι αντίθετη προς τις διεθνείς συμβάσεις που έχει κυρώσει η Ελλάδα και τις σχετικές διεθνείς συστάσεις. Θέση του ΣΕΒ, στο πλαίσιο των Επειγουσών Παρατηρήσεων που έχουν υποβληθεί το 2011 και το 2012 στα αρμόδια όργανα του ΔΓΕ, αλλά και κατά τη διάρκεια των επισκέψεων της Αποστολής Υψηλού Επιπέδου του ΔΓΕ τον Οκτώβριο του 2011 και τον Απρίλιο του 2012, είναι ότι το σύστημα διαιτησίας στην Ελλάδα, όπως ίσχυε με βάση το Ν. 1876/1990 δεν ανταποκρινόταν στη Νομολογία του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, σύμφωνα με την οποία καταδικάζεται η μονομερής προσφυγή είτε σε μεσολάβηση είτε σε διαιτησία για την ρύθμιση των συλλογικών διαφορών εργασίας, όταν παράγει υποχρεωτικά αποτελέσματα εις βάρος τού άλλο μέρους. Υπενθυμίζεται ότι η Ελλάδα έχει κυρώσει τις συμβάσεις 98 και 154 ΔΟΕ, που εγγυώνται τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και αποδοκιμάζουν την υποχρεωτική μεσολάβηση και διαιτησία. Τον υποχρεωτικό χαρακτήρα του ελληνικού συστήματος διαιτησίας του Ν. 1876/1990 έχει καταδικάσει η «Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων» του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, η οποία έχει απευθύνει στο παρελθόν δύο απ ευθείας αιτήσεις προς την ελληνική Κυβέρνηση σχετικά με την υποχρεωτική διαιτησία (το 1999 και το 2000), και έχει ζητήσει με την 2261/2003 απόφασή της Επιτροπής Συνδικαλιστικής Ελευθερίας από την Κυβέρνηση να λάβει μέτρα για να θέσει τη Νομοθεσία της σε συμφωνία με τις διεθνείς συμβάσεις. Η καθιέρωση στο ελληνικό δίκαιο συναινετικής διαδικασίας θεωρούμε ότι είναι ενισχυτική της ελευθερίας στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, και κατ επέκταση της ευθύνης των κοινωνικών εταίρων για την οικονομική πρόοδο της χώρας, κατά τις επιταγές των σχετικών ΔΣΕ, καθώς αποτελεί ένα επιπλέον εργαλείο επιβοήθησης τόσο των επιχειρήσεων όσο και των εργαζομένων, διευκολύνοντας τη σύναψη ΣΣΕ. Το σύστημα αυτό άλλωστε συμβαδίζει και με την πρακτική που ακολουθείται και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, σύμφωνα με στοιχεία του ΔΓΕ, σύμφωνα με τα οποία σε καμία από αυτές δεν υφίσταται υποχρεωτικό σύστημα επίλυσης συλλογικών διαφορών. Ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας, θεσμός τον οποίο από τη δημιουργία του στηρίζει ο ΣΕΒ, αποτελεί ένα ζωντανό παράδειγμα θεσμού, που γεννήθηκε μέσα από συμφωνία των κοινωνικών εταίρων για μία ριζική αλλαγή στα εργασιακά. Είναι ένας ιδιαίτερα

πρωτοποριακός για την εποχή που δημιουργήθηκε θεσμός που νομοθετήθηκε από την οικουμενική τότε κυβέρνηση. Κανένας θεσμός, όμως, δεν μπορεί να είναι στο διηνεκές αναλλοίωτος, αλλά θα πρέπει να προσαρμόζεται ώστε να μπορεί να παρακολουθεί τις εσωτερικές και διεθνείς οικονομικές και άλλες εξελίξεις. Η μεσολαβητική διαδικασία ενέχει την ιδεολογική αναγνώριση της ύπαρξης κοινού συμφέροντος των δύο πλευρών για σύνθεση απόψεων και θέσεων και στηρίζεται στην επιδίωξη κοινών λύσεων και προτάσεων, ενώ όπως έκρινε και με την 2307/2014 απόφαση το ΣτΕ η υποχρεωτική διαιτησία έχει επικουρικό χαρακτήρα σε σχέση με τη συλλογική σύμβαση εργασίας. Η Επιτροπή των Εμπειρογνωμόνων για την Εφαρμογής των Συμβάσεων και των Συστάσεων του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, στην τελευταία Έκθεσή της, ενόψει της 104ης (2015) Διεθνούς Συνδιάσκεψης Εργασίας, κατέληξε στα εξής: «Η Επιτροπή οφείλει ωστόσο να δώσει έμφαση στο γενικό κανόνα, ότι νομοθετικές ρυθμίσεις οι οποίες επιτρέπουν σε οποιοδήποτε μέρος να προσφύγει μονομερώς σε υποχρεωτική διαιτησία για την επίλυση μιας διαφοράς, δεν προωθεί τις εκούσιες συλλογικές διαπραγματεύσεις και επομένως είναι αντίθετες στη Σύμβαση». Κατά συνέπεια, αφού η διαιτητική απόφαση έχει πάντοτε επικουρικό χαρακτήρα, πρέπει να εκδίδεται μόνο στις περιπτώσεις που οι συγκεκριμένες εργασιακές σχέσεις που επιδιώκει να ρυθμίσει δεν καλύπτονται από καμία συλλογική σύμβαση εργασίας, έτσι ώστε να προκύπτει και η αναγκαιότητα παρέμβασης του κανονιστικού αυτού μέσου. Το μόρφωμα των ομιλικών ΣΣΕ που εισάγεται για πρώτη φορά στο ελληνικό σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων, αποτελεί μία ακόμα ελληνική πρωτοτυπία και, από ότι γνωρίζουμε, σε καμία χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν υπάρχει αντίστοιχη νομοθετική πρόβλεψη. Η έννοια του Ομίλου παραπέμπει αποκλειστικά σε οικονομική συμμετοχή και δεν υποδηλώνει σε καμία περίπτωση ενιαία διοίκηση, ούτε, άλλωστε, ενιαίο επιχειρηματικό αντικείμενο. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το ότι, κατά τις προβλέψεις του σχεδίου νόμου, δύναται να ανατεθούν οι διαπραγματεύσεις για σύναψη ΣΣΕ σε συνδικαλιστικές οργανώσεις που είναι πλήρως αποξενωμένες από το επιχειρησιακό περιβάλλον, μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφικά αποτελέσματα τόσο για την ανταγωνιστική θέση μιας επιχείρησης / θυγατρικής ομίλου όσο και συνδικαλιστικών ισορροπιών και εκπροσωπήσεων. Θα πρέπει να τονίσουμε ότι η έλλειψη κοινότητας συμφερόντων μεταξύ θυγατρικών επιχειρήσεων / μελών Ομίλου δεν προάγει τις ελεύθερες και υγιείς συλλογικές διαπραγματεύσεις αλλά, αντίθετα, τον αθέμιτο ανταγωνισμό και τις σχετικές πρακτικές. Η αναγνώριση μιας εργοδοτικής οργάνωσης ως τέτοια, ανεξάρτητα από το τι προβλέπει το καταστατικό της, και η υποχρέωσή της να διαπραγματευτεί και να συνάψει ΣΣΕ, είναι αντισυνταγματική, διότι, αφενός προσβάλλει ευθέως το δικαίωμα τους συνεταιρίζεσθαι και

αφετέρου είναι προφανές ότι αντίκειται στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας. Η εκούσια, εξάλλου, συμμετοχή των εργοδοτών και των εργαζομένων σε συλλογικές διαπραγματεύσεις συνιστά θεμελιώδη βάση της συλλογικής αυτονομίας που προβλέπεται και από την υπ αριθμό 98 Διεθνή Σύμβαση Εργασίας. Η ενδεικτική και όχι εξαντλητική αναφορά σε «είδη» ΣΣΕ, επίσης παγκόσμια πρωτοτυπία με την οποία η σχετική προτεινόμενη ρύθμιση επιχειρεί να συνδυάσει δύο διαφορετικά συστήματα συλλογικών εργασιακών σχέσεων, δημιουργεί όχι μόνο αβεβαιότητα και σύγχυση αλλά έρχεται και σε πλήρη αντίφαση με τις διατάξεις του νομοσχεδίου που προβλέπουν αυστηρούς κανόνες ως προς την αρμοδιότητα και την ικανότητα σύναψης ΣΣΕ, καθώς και άκρως προσδιορισμένους κανόνες επίλυσης ζητημάτων συρροής μεταξύ των ρητώς αναφερομένων ειδών ΣΣΕ. Η υπεροχή της επιχειρησιακής ΣΣΕ έναντι της κλαδικής είναι σύμφωνη με τις Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας και, με βάση την αρχή της εγγύτητας της ρυθμιστικής πηγής προς τις ατομικές συμβάσεις, πρέπει να συνεχίσει να γίνεται σεβαστή. Για το λόγο αυτό, η αρχή της εύνοιας δεν πρέπει να έχει εφαρμογή στην περίπτωση της επιχειρησιακής ΣΣΕ, καθώς με αυτόν αναιρείται η δυνατότητα να ρυθμίζονται οι όροι των ατομικών σχέσεων εργασίας στο επίπεδο που πράγματι αυτές λειτουργούν, δηλαδή στο επιχειρησιακό επίπεδο, όπου είναι εφικτό οι εν λόγω όροι να συνομολογούνται με βάση τις ειδικές συνθήκες εργασίας και τα οικονομικά αποτελέσματα κάθε επιχείρησης, έτσι ώστε να αποφεύγεται η ισοπεδωτική αντιμετώπιση όλων των επιχειρήσεων που απειλεί τη βιωσιμότητά τους. Αντικείμενο συλλογικής σύμβασης, και πολύ περισσότερο διαιτητικής απόφασης, δεν μπορεί να αποτελούν ζητήματα επιχειρηματικής πολιτικής που δεν αφορούν άμεσα τις εργασιακές σχέσεις. Έτσι, η πρόβλεψη του νομοσχεδίου με την οποία η ΣΣΕ μπορεί να περιλαμβάνει όλα τα θέματα άσκησης επιχειρηματικής πολιτικής, όπως ζητήματα που έχουν σχέση με το τρόπο λειτουργίας της επιχείρησης, τον παραγωγικό σχεδιασμό και τον οικονομικό προγραμματισμό της, είναι κατάφορα αντίθετη προς την οικονομική ελευθερία των επιχειρήσεων (άρθ. 5 Συντ.) και στο αυτονόητο δικαίωμά τους να οργανώνουν τις δραστηριότητές τους όπως κρίνουν οι ίδιες.

Όλες οι προαναφερθείσες παρεμβάσεις στη διαδικασία των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων έρχονται σε αντίθεση με την εθνική προσπάθεια για ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, με διαφύλαξη των θέσεων εργασίας, τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και την προσέλκυση επενδύσεων.

II. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ-ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΚΑΤ ΑΡΘΡΟ Άρθρο 1 Περιεχόμενο της συλλογικής σύμβασης εργασίας Παρ. 1, 3 & 5: Αντικείμενο ΣΣΕ μπορούν να αποτελέσουν και ζητήματα που αφορούν σε επαγγελματικά ταμεία καθώς και η ερμηνεία των ενοχικών όρων μιας ΣΣΕ. Αυτά τα ζητήματα θα μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενο ΣΣΕ που συμφωνείται μετά από απευθείας συλλογικές διαπραγματεύσεις ή μετά από πρόταση μεσολάβησης, όχι όμως να αποτελούν απόφαση του Διαιτητή (δηλ αποτέλεσμα υποχρεωτικής Διαιτησίας). Πρέπει, δηλαδή, τα ζητήματα αυτά να εξαιρεθούν ρητά από το πεδίο εφαρμογής της υποχρεωτικής Διαιτησίας. Διότι, από την φύση του το ζήτημα της ίδρυσης επαγγελματικού ταμείου ανήκει στον πυρήνα της ιδιωτικής αυτονομίας και δεν δύναται να υποκατασταθεί από έναν τρίτο (όπως ο Διαιτητής). Το ίδιο θα πρέπει να εφαρμοσθεί και για την ερμηνεία των κανονιστικών όρων συλλογικών συμβάσεων εργασίας, για την οποία αρμόδιοι είναι μόνον οι ίδιοι οι συμβαλλόμενοι. Διαιτητική Απόφαση που προέρχεται από την διαδικασία της υποχρεωτικής διαδικασίας δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υποκαταστήσει την ελεύθερη βούληση των συμβαλλομένων μερών, η οποία άλλωστε είναι και η βάση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων και της συλλογικής αυτονομίας. Παρ. 4: Η επέκταση του αντικειμένου της ΣΣΕ, και ακόμη περισσότερο ΔΑ, σε ζητήματα επιχειρηματικής πολιτικής που δεν αφορούν «άμεσα» τις εργασιακές σχέσει στην οικονομική ελευθερία των επιχειρήσεων (άρθ. 5 Συντ.) και στο δικαίωμά τους να οργανώνουν τις δραστηριότητές τους όπως κρίνουν οι ίδιοι. Για το λόγο αυτό, θα πρέπει να διατηρηθεί η υφιστάμενη διάταξη. Άρθρο 2 Είδη συλλογικών συμβάσεων εργασίας και αρμοδιότητα σύναψή τους Παρ. 1: Η ενδεικτική αναφορά ειδών ΣΣΕ έρχεται σε αντίφαση με τις διατάξεις του νομοσχεδίου που προβλέπουν κανόνες αρμοδιότητας σύναψης και προσδιορισμό πεδίου εφαρμογής τους, καθώς και κανόνες επίλυσης της συρροής ΣΣΕ. Δεν νοείται πρόβλεψη ενδεικτική των ειδών ΣΣΕ. όταν δεν γίνεται περαιτέρω εξειδίκευση των όρων εκπροσώπησης, αντιπροσώπευσης, κ.λπ. Μέχρι σήμερα δικαιολογημένα υπάρχει περιοριστική απαρίθμηση των ειδών ΣΣΕ (numerus clausus). Η προτεινόμενη τροποποίηση που εισάγει την ενδεικτική αναφορά των ειδών ΣΣΕ.,

βρίσκεται σε λάθος κατεύθυνση και δημιουργεί πλήρη αβεβαιότητα για τη ρύθμιση των συλλογικών εργασιακών σχέσεων. Θετικά αξιολογείται η καθιέρωση της δυνατότητας σύναψης ΣΣΕ σε οργανισμούς, σωματεία, ν.π.ι.δ. κ.λπ. μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, δεδομένου ότι μέχρι σήμερα προβλεπόταν η σχετική δυνατότητα μέσω ΚΥΑ (ν. 435/76), δηλαδή, με άμεση παρέμβαση του Κράτους. Η πρόβλεψη των ομιλικών ΣΣΕ επιτείνουν τη νομική ασάφεια και κανονιστική αβεβαιότητα, δεδομένου ότι δεν υφίσταται νομικός χαρακτηρισμός στα πλαίσια του εργατικού δικαίου της έννοιας του «Ομίλου». Αντιθέτως, το όλο εργατικό δίκαιο είναι κτισμένο πάνω στην έννοια του «εργοδότη», που ταυτίζεται με το εκάστοτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που χαίρει πλήρους νομικής αυτοτέλειας. Συνεπώς, η οικονομική ερμηνεία της έννοιας του Ομίλου, δηλαδή το πραγματικό στοιχείο της μετοχικής σχέσης μεταξύ εταιρειών το ιδίου Ομίλου (υπογραμμίζεται ότι δεν προσδιορίζει ο νομοθέτης ούτε σε ποια κατηγορία μετοχών αναφέρεται, π.χ. οι τράπεζες διαθέτουν, μεταξύ άλλων, μετοχές σε ενέχυρο) δεν αρκεί από μόνο του για να στοιχειοθετήσει ούτε ταυτότητα συνθηκών εργασίας, ούτε, ασφαλώς, κοινότητα συμφερόντων των εργαζομένων, ώστε να είναι απαραίτητη η ρύθμιση αυτών μέσω μίας ενιαία ΣΣΕ. Η έννοια του Ομίλου παραπέμπει αποκλειστικά σε οικονομική συμμετοχή και δεν υποδηλώνει σε καμία περίπτωση ενιαία διοίκηση. Σε κάθε περίπτωση, οι επιμέρους επιχειρήσεις του Ομίλου διαθέτουν νομική αυτοτέλεια, δηλαδή η δράση τους αποφασίζεται και επηρεάζεται από την εκάστοτε διοίκησή τους. Με την πρόβλεψη αυτή του υπό κρίση νομοσχεδίου, αίρεται η νοηματικά ασφαλής έννοια της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου και δημιουργείται επικίνδυνη ασάφεια και πεδίο νοηματικής αυθαιρεσίας. Στην πράξη δε θα παρουσιάζονται σημαντικότατα προβλήματα, όπως π.χ. στην πολύ συνηθισμένη περίπτωση όπου ένας όμιλος περιλαμβάνει θυγατρικές επιχειρήσεις ανόμοιων αντικειμένων (π.χ. τράπεζα, ξενοδοχείο, ιχθυοκαλλιέργειες, κ.ο.κ.) και κλάδων δραστηριοτήτων με έντονο ανταγωνισμό. Σε κάθε περίπτωση, τίθενται σημαντικότατα ζητήματα εκπροσώπησης και περαιτέρω αρμοδιότητας σύναψης των εν λόγω ΣΣΕ, διότι πέρα από το καταστατικό της κάθε συνδικαλιστικής οργάνωσης, πρέπει να συνεκτιμάται η πραγματική συμμετοχή των μελών της στο πλήθος των επί μέρους θυγατρικών επιχειρήσεων. Η συνδικαλιστική οργάνωση διαθέτει την εξουσία εκπροσώπησης των εργαζομένων, στο μέτρο που αυτοί αποτελούν μέλη της. Εάν εκλείψει αυτή η απαραίτητη προϋπόθεση, πώς θα επιβεβαιώνεται η επιθυμία εκπροσώπησης για τη σύναψη ΣΣΕ; Πώς μπορεί να τεκμαίρεται αυτή η επιθυμία εκπροσώπησης και η ύπαρξη σχετικής αρμοδιότητας όταν π.χ. υφίσταται ανομοιογένεια μεταξύ κλάδων, ανομοιογένεια συνθηκών εργασίας και, εν τέλει, ανομοιογένεια συμφερόντων; Παρ. 5 & 6) Η πρόβλεψη περί δυνατότητας εκπροσώπησης από δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις (Ομοσπονδίες), χωρίς την απαραίτητη προϋπόθεση να είναι μέλη αυτών η πρωτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση, είναι αντίθετη μεταξύ άλλων στην

συνδικαλιστική ελευθερία καθώς και στις αρχές της συλλογικής αυτονομίας, αφού, με τον τρόπο αυτό, ανατίθεται η διαπραγμάτευση για σύναψη ΣΣΕ σε συνδικαλιστικές οργανώσεις που είναι πλήρως αποξενωμένες από το επιχειρησιακό περιβάλλον. Τα προβλήματα, η ανισορροπία και οι στρεβλώσεις που θα δημιουργηθούν από μία «ομιλική ΣΣΕ» δεν μπορούν να επιλυθούν από την έκδοση οιουδήποτε Προεδρικού Διατάγματος ή άλλου νομοθετήματος. Άρθρο 3 Διαδικασία διαπραγματεύσεων- δικαίωμα και υποχρέωση για διαπραγμάτευση Παρ. 8: Σχετικά με την εξειδίκευση της υποχρέωσης πληροφόρησης από την πλευρά της εργοδοσίας, οι εμπιστευτικές πληροφορίες και τα οικονομικά στοιχεία, που μπορεί να πλήξουν την λειτουργία της επιχείρησης (ως προς τον ανταγωνισμό, τους κανόνες της αγοράς, τις θέσεις εργασίας, τις συνθήκες εργασίας, την μισθολογική πολιτική, κλπ, σε περιπτώσεις δημόσιας εξαγοράς κ.ά.) θα πρέπει να παραμένουν εμπιστευτικές. Ειδικά δε, σε περιπτώσεις προσφυγής στη μεσολάβηση / διαιτησία, η γνωστοποίηση των παραπάνω στοιχείων σε συνδικαλιστικές οργανώσεις εκτός επιχείρησης ή σε οργανώσεις μη αντιπροσωπευτικές μπορεί να δημιουργήσουν σημαντικά προβλήματα στην ανταγωνιστική θέση της επιχείρησης. Παρ. 9: Περαιτέρω, η απαγόρευση για την εργοδοτική πλευρά να προσκομίσει στη διαδικασία της μεσολάβησης και της διαιτησίας στοιχεία που για οποιοδήποτε λόγο δεν είχε προσκομίσει κατά την διαδικασία των απ ευθείας διαπραγματεύσεων, εκτός του ότι δεν μπορεί να βρει λογική βάση, στο μέτρο που πρόκειται για διαδικασία «διαπραγματεύσεων» και όχι για δικαστική επίλυση νομικής διαφοράς, πρέπει να σημειωθεί ότι μια τέτοια απόλυτη απαγόρευση προσκόμισης στοιχείων δεν ισχύει ούτε καν στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Άλλωστε, μια τέτοια παράλογη ρύθμιση στερεί από τον εκάστοτε Μεσολαβητή ή Διαιτητή από τη γνώση πραγματικών στοιχείων και χρήσιμων πληροφοριών, που, ανεξάρτητα από το καθυστερημένο της υποβολής τους, θα βοηθήσουν στην διατύπωση προσφορότερων προτάσεων και ουσιαστικών λύσεων στην εκάστοτε συλλογική διαφορά συμφερόντων. Είναι προφανές ότι στόχος του νομοθέτη δεν πρέπει να είναι η τιμωρία του εργοδότη, αλλά η ενίσχυση της συλλογικής διαπραγμάτευσης και η ορθή επίλυση της συλλογικής διαφοράς. Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται να αποκλείεται το ενδεχόμενο της καλόπιστης περίπτωσης μη προσκόμισης των στοιχείων από την εργοδοτική πλευρά, η οποία σε πολλές περιπτώσεις είναι προς το συμφέρον των εργαζομένων και στόχο έχει την βιωσιμότητα της ίδιας της επιχείρησης.

Άρθρο 4 Διαδικασία υπογραφής και θέση σε ισχύ της ΣΣΕ Στην ΣΣΕ και στη διαιτητική απόφαση, θα πρέπει να γίνεται αναγραφή όλων των διατάξεων που τις αφορούν, καθώς και να προβλεφθεί ως τεκμήριο ότι δεν ισχύουν όσες δεν αναγράφονται. Αυτό είναι αυτονόητο για λόγους ασφάλειας δικαίου και οικονομίας δικαίου. Άρθρο 5 Ικανότητα για σύναψη ΣΣΕ Παρ. 1: Η προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 1, που προβλέπει ότι μία οργάνωση είναι υποχρεωμένη να διαπραγματευτεί και να συνάψει ΣΣΕ ανεξάρτητα από το τί προβλέπει το καταστατικό της, αντίκειται στο Σύνταγμα και συγκεκριμένα προσκρούει στις διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 1 και 3 για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και του άρθρου 12 παρ. 1, που θεμελιώνει το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι, του οποίου ειδικότερη έκφανση είναι η ίδρυση συνδικαλιστικής οργάνωσης και η συμμετοχή σε αυτή. Όπως είναι γνωστό, οι εν λόγω συνταγματικές διατάξεις προστατεύουν τη συνδικαλιστική ελευθερία όχι μόνο θετικά, δηλαδή ως δικαίωμα ίδρυσης συνδικαλιστικής οργάνωσης, αλλά και αρνητικά. Πρόκειται για τη λεγόμενη αρνητική συνδικαλιστική ελευθερία που συνίσταται στο δικαίωμα τόσο του εργαζόμενου όσο και του εργοδότη για αποχή τους από κάθε συνδικαλιστική οργάνωση. Η παραπάνω προτεινόμενη διάταξη προσκρούει και στη διάταξη του άρθρου 23 παρ. 1 του Συντάγματος για τη διασφάλιση της συνδικαλιστικής ελευθερίας, διάταξη η οποία, καλύπτει την ελευθερία αυτή όχι μόνο θετικά αλλά και αρνητικά. Με την προτεινόμενη διάταξη προσδίδεται με αναγκαστικό τρόπο η ικανότητα για σύναψη ΣΣΕ σε οργανώσεις που δεν έχουν συσταθεί με σκοπό την προάσπιση συνδικαλιστικών συμφερόντων των μελών τους αλλά έχει επαγγελματικό και μόνο χαρακτήρα. Πλην όμως, ο «αναγκαστικός» συνδικαλισμός δεν συμβιβάζεται με την συνδικαλιστική ελευθερία και το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι. Περαιτέρω, η προτεινόμενη διάταξη προσκρούει και στο άρθρο 22 παρ. 2 του Συντάγματος που ομιλεί για ελεύθερες διαπραγματεύσεις. Επισημαίνεται ακόμη ότι με την υπ αριθμό 98/1949 Διεθνή Σύμβαση Εργασίας, που κυρώθηκε από την Ελλάδα με το Ν.Δ. 4205/1961 και έχει αυξημένη τυπική ισχύ (άρθρο 28 του Συντάγματος), κατοχυρώνεται στο άρθρο 4 αυτής η εκούσια συμμετοχή των εργοδοτών και των εργαζομένων σε συλλογικές διαπραγματεύσεις. Κατά συνέπεια η προτεινόμενη διάταξη αντίκειται και στην εν λόγω αυξημένης τυπικής ισχύος Διεθνή Σύμβαση Εργασίας

Για τους ίδιους ακριβώς λόγους απορρίπτουμε τη δυνατότητα να συναφθεί συλλογική σύμβαση εργασίας με μεμονωμένους εργοδότες (2 έως 10). Με τον τρόπο αυτό καταργείται η έννοια της κλαδικής διαπραγμάτευσης και της κλαδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας. Το γεγονός ότι ορισμένες επιχειρήσεις ενδέχεται να απασχολούν την πλειοψηφία των εργαζομένων του κλάδου δεν τις νομιμοποιεί να υπογράφουν συλλογική σύμβαση που θα καλύπτει όλο τον κλάδο. Στην πραγματικότητα, η συλλογική σύμβαση που θα υπογράψουν από κοινού ορισμένες επιχειρήσεις δεν θα είναι τίποτα άλλο παρά ένα άθροισμα επιχειρησιακών συλλογικών συμβάσεων που έτσι και αλλιώς μπορούν να υπογράψουν χωρίς να δεσμεύουν ολόκληρο τον κλάδο. Τέλος, μία τέτοια ρύθμιση είναι αντίθετη προς τη διάταξη του άρθ. 22 παρ. 2 του Συντάγματος, το οποίο αναθέτει την υπογραφή συλλογικών συμβάσεων εργασίας, πλην της επιχειρησιακής, σε εργοδοτικές συνδικαλιστικές οργανώσεις. Άρθρο 6 Δέσμευση Η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας πρέπει να έχει τη δυνατότητα να δρα ως ρυθμιστής της μισθολογικής πολιτικής των επιχειρήσεων σε εθνικό επίπεδο και, με αυτήν την έννοια, να αποτελεί δίχτυ ασφαλείας, πάνω από το οποίο μπορεί να κτιστεί το οικοδόμημα της διαμόρφωσης των μισθών, ανάλογα με τις συνθήκες και τις ανάγκες σε κλαδικό και επιχειρησιακό επίπεδο. Με αυτήν την έννοια, είναι σωστή η διάταξη (παρ. 1) με την οποία επαναφέρεται η δυνατότητα να ρυθμίζει μισθολογικά ζητήματα η ΕΓΣΕΕ. Άρθρο 7 Χρόνος ισχύος της ΣΣΕ Παρ. 4: Το άρθρο αυτό επιφέρει την αυτοδίκαιη παράταση της κανονιστικής ισχύος των όρων της ΣΣΕ μέχρι την έκδοση ΔΑ, δηλαδή στην ουσία καταργείται τελείως η έννοια της μετενέργειας, ενώ αναστέλλονται όλες οι συνέπειες της καταγγελίας ή της λήξης μίας ΣΣΕ Προτείνεται η απάλειψη των εδαφίων β και γ της παραγράφου 4 του προτεινόμενου άρθρου 9 του ν. 1876/1990 (άρθρο 7 του νομοσχεδίου).

Άρθρο 8 Η αρχή της εύνοιας δεν πρέπει να έχει εφαρμογή στην περίπτωση της συρροής της επιχειρησιακής ΣΣΕ με κλαδική ΣΣΕ διότι αναιρεί την απαραίτητη ευελιξία από τις επιχειρήσεις και απειλείται η βιωσιμότητά τους. Στην περίπτωση συρροής ΣΣΕ, πρέπει να υπερισχύει εκείνη που βρίσκεται πλησιέστερα στη ρυθμιζόμενη σχέση εργασίας και αυτή είναι η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας. Άλλωστε, η υπεροχή της επιχειρησιακής συλλογικής σύμβασης εργασίας έναντι της κλαδικής δεν θεωρήθηκε αντίθετη προς τις διεθνείς συμβάσεις από την αρμόδια επιτροπή της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας. Οι συμβαλλόμενοι σε επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση γνωρίζουν τα προβλήματα, την κατάσταση της μονάδας τους και τους κινδύνους που αναλαμβάνουν για τις θέσεις εργασίας του αντίστοιχου διαπραγματευτικού πεδίου. Όπως έχει δείξει η πρακτική, μία επιχείρηση που ευημερεί ξεπερνά σε παροχές την κλαδική. Αν όμως η επιχείρηση βρίσκεται σε άσχημη οικονομική συγκυρία, πρέπει, κατά την κοινή λογική, να έχει τη δυνατότητα να συμφωνήσει με την αρμόδια επιχειρησιακή οργάνωση παροχές που θα επιτρέψουν την επιβίωσή της, προς το συμφέρον και των εργαζομένων. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι σε όλες τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες δίδεται η δυνατότητα στις επιχειρήσεις να αποκλίνουν με επιχειρησιακή ΣΣΕ από τις λοιπές κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές ρυθμίσεις. Άρθρο 9 Προσχώρηση και επέκταση εφαρμογής Χρειάζεται μελέτη για την επέκταση των κλαδικών και ιδίως των ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων ώστε να μην επαναληφθούν τα προβλήματα του παρελθόντος, δηλαδή α) ο ανεπαρκής διοικητικός έλεγχος των δεσμευόμενων από μία συλλογική σύμβαση εργαζομένων και β) η επέκταση κλαδικών συλλογικών συμβάσεων, που στην πραγματικότητα. δεν αναφέρονταν σε συγκεκριμένο παραγωγικό κλάδο. Ακόμη πιο προβληματική είναι η επέκταση των ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων και διαιτητικών αποφάσεων οι οποίες καλύπτουν εργαζόμενους σε τελείως ανόμοιες μεταξύ τους επιχειρήσεις και σε επιχειρήσεις με πολύ διαφορετική οικονομική κατάσταση. Δεδομένου ότι ο θεσμός της επέκτασης δεσμεύει επιχειρήσεις που δεν έλαβαν μέρος στη συλλογική διαπραγμάτευση, πρέπει να σέβεται τις ακόλουθες αρχές : Το ποσοστό κάλυψης των ήδη δεσμευόμενων εργαζομένων να είναι αυξημένο σε σχέση με το υφιστάμενο.

Να μην κηρύσσονται υποχρεωτικές οι ομοιοεπαγγελματικές ΣΣΕ. Να μην κηρύσσονται υποχρεωτικές οι διαιτητικές αποφάσεις ή, τουλάχιστον, να μην ισχύει επέκταση διαιτητικής απόφασης σε εργασιακές σχέσεις που ήδη καλύπτονται από άλλη συλλογική σύμβαση εργασίας. Αυτό είναι αναγκαίο επειδή η απόφαση 2307/2014 του ΣτΕ έκρινε ότι η υποχρεωτική διαιτησία έχει επικουρικό χαρακτήρα σε σχέση με τη συλλογική σύμβαση εργασίας. Άρθρο 11 Διαιτησία Αναφερόμαστε προς αποφυγή άσκοπων επαναλήψεων στις γενικές παρατηρήσεις του κειμένου του νομοσχεδίου ως προς τον θεσμό της Διαιτησίας. Σε κάθε περίπτωση, αναφέρουμε ότι από το σύστημα της μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία θα πρέπει να εξαιρεθούν τα ακόλουθα θέματα: - Κανονισμοί Εργασίας. - Ίδρυση και κανόνες λειτουργίας Επαγγελματικών Ταμείων Ασφάλισης. - Ερμηνεία ενοχικών όρων ΣΣΕ - Ομοιοεπαγγελματικές ΣΣΕ - Ομιλικές ΣΣΕ - Επιχειρησιακή ή ομοιοεπαγγελματική ΣΣΕ στις περιπτώσεις που δεν υπάρχει κενό ρύθμισης (π.χ. υφίσταται κλαδική ή εθνική ομοιοεπαγγελματική ρύθμιση που καλύπτει τις ειδικότητες των εργαζομένων της επιχείρησης). Επίσης, στην κρινόμενη κατά τη διαιτητική διαδικασία συλλογική διαφορά θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η οικονομική κατάσταση του κλάδου και όλων των επιχειρήσεων που υπάγονται στη συγκεκριμένη συλλογική ρύθμιση και όχι ο μέσος όρος, πράγμα που πρέπει να τεκμηριώνει ο διαιτητής στην απόφασή του, ώστε να μην κινδυνεύει η υπόσταση των ασθενέστερων επιχειρήσεων και οι αντίστοιχες θέσεις εργασίας. Πρέπει να τονιστεί ότι ο δικαστικός έλεγχος και οι πλήρως αιτιολογημένες αποφάσεις αποτελούν ασφαλιστική δικλείδα στην υποχρεωτικότητα της διαιτησίας. Ειδικά η αιτιολογία αποκτά ιδιαίτερη σημασία με τη σύσταση του νέου σώματος των οικονομικών εμπειρογνωμόνων. Συνεπώς, προτείνουμε να παραμείνουν οι διαδικασίες ως έχουν και να αξιολογήσουμε την εφαρμογή τους ύστερα από κάποιο εύλογο χρονικό διάστημα. Σημειώνουμε πάντως ότι το ισχύον σύστημα

ελέγχου ενισχύει το κύρος και την αξιοπιστία των διαιτητικών αποφάσεων, αφού ακόμη και οι δικαστικές αποφάσεις υπόκεινται σε δευτεροβάθμιο έλεγχο. Άρθρο 12-13 Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας Πρέπει να διατηρηθεί η ομοφωνία της εκλογής του Προέδρου και των μεσολαβητών /διαιτητών, η οποία έως σήμερα έχει λειτουργήσει με επιτυχία και έχει καθιερώσει μία πρακτική συνεννόησης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, που αποτελεί το πρώτο βήμα για τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις. Το σώμα εμπειρογνωμόνων πρέπει επίσης να έχει την ομόφωνη αποδοχή εργαζομένων και εργοδοτών και να είναι στη διάθεση όχι μόνο των μεσολαβητών / διαιτητών αλλά και των μερών που συμμετέχουν σε συλλογικές διαπραγματεύσεις στις διαδικασίες του ΟΜΕΔ. Για να έχει δε νόημα η αποτελεσματική λειτουργία του νέου σώματος πρέπει οι γνώμες του να περιλαμβάνονται στην αιτιολογία των διαιτητικών αποφάσεων. Άρθρο 14 Δεν υπάρχει συμφωνία ως προς την πρόβλεψη της ποινής της φυλάκισης. Άρθρο 15 Αύξηση του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου των υπαλλήλων και εργατοτεχνιτών της χώρας Η επαναφορά του κατώτατου μισθού και του κατώτατου ημερομισθίου στα επίπεδα του Ιουλίου του 2010 (χρονική περίοδος υπογραφής της ΕΓΣΕΕ 2010 2012) που συμφωνήθηκε βάσει της οικονομικής κατάστασης της χώρας τότε, παραγνωρίζει το διάστημα και την έξαρση της ύφεσης που μεσολάβησε μέχρι σήμερα. Επίσης, παραγνωρίζει τα δύο μεγαλύτερα προβλήματα στον κόσμο της εργασίας αυτή την στιγμή: την πρωτοφανή ανεργία, τη δυσκολία της βιωσιμότητας αλλά και την παύση των εργασιών πολλών επιχειρήσεων. Οι θέσεις εργασίας και η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων μπορεί να απειληθούν ακόμα περισσότερο από τις προβλεπόμενες αυτές ρυθμίσεις.

Υπάρχουν κλάδοι της οικονομίας όπου το εργατικό κόστος έχει αποφασιστική σημασία για την επιβίωση τους. Αυτές τις επιχειρήσεις βρίσκονται εκτεθειμένες σε σοβαρό κίνδυνο καθώς οι πελάτες τους, εντός και εκτός Ελλάδας, δεν θα δεχθούν τη μετακύλιση του πρόσθετου κόστους. Η οριζόντια αύξηση του κατώτατου μισθού στον ιδιωτικό τομέα είναι αντίθετη με κάθε έννοια αξιοκρατίας αλλά και συνεκτίμησης των πραγματικών οικονομικών δυνατοτήτων και προοπτικών κάθε κλάδου. Η κατάσταση αυτή θα είναι ανατρεπτική στην προσπάθεια προσέλκυσης ξένων ή εγχώριων επενδύσεων που έχει ανάγκη η χώρα και θα καταδικάσει, ακόμα και υγιείς επιχειρήσεις, στον αφανισμό, καθώς η αύξηση του κατώτατου μισθού θα συμπαρασύρει μισθολογικό και μη μισθολογικό κόστος. Οι μελέτες για την ακριβή ποσοστικοποίηση της μεταβολής του κατώτατου μισθού στην βιωσιμότητα των επιχειρήσεων, στην μεταβολή της ανεργίας (βραχυπρόθεσμα/ μακροπρόθεσμα) και στο ΑΕΠ μελετάται ακόμη και είναι πολύ δύσκολο να εκτιμηθεί λόγω της αβεβαιότητας σε πολλές άλλες μακροοικονομικές παραμέτρους. Προτείνουμε ο καθορισμός του κατώτατου μισθού και κατώτατου ημερομισθίου να γίνεται αποκλειστικά μέσω του θεσμού της ΕΓΣΣΕ, όπως γινόταν μέχρι τώρα, μέσω απευθείας συλλογικής διαπραγμάτευσης, δεδομένου ότι οι κοινωνικοί εταίροι που υπογράφουν χωρίς εξαίρεση εδώ και δεκαετίες την ΕΓΣΣΕ και την υπερασπίστηκαν με δήλωσή τους (3/2/2012), γνωρίζουν περισσότερο και καλύτερα από κάθε άλλον τις συνθήκες της αγοράς εργασίας. Άρθρο 16 Η εν λόγω πρόβλεψη καταλύει το διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη, προσβάλλει την οικονομική ελευθερία και την ελευθερία των συμβάσεων, και, σε κάθε περίπτωση, είναι καταχρηστική. Η Ευρωπαϊκή Οδηγία που ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο μέσω του ΠΔ 240/2006 δεν προέβλεπε καμία τέτοια συνέπεια. Η ελάχιστη εναρμόνιση της Οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο μίας χώρας πρέπει να γίνεται πάντοτε στο πνεύμα της κοινοτικής ρύθμισης και όχι αυθαίρετα. Για το λόγο αυτό, προτείνουμε την απάλειψη του άρθρου 16 του παρόντος νομοσχεδίου. Άρθρο 17 Θα πρέπει να υπάρξει αναλυτική αναφορά στις καταργούμενες διατάξεις τόσο για άρση ασαφειών όσο και για ασφάλεια δικαίου.

Οι πολλαπλοί και ποικίλοι κίνδυνοι που ελλοχεύουν στις περιπτώσεις των καταργουμένων και μεταβατικών διατάξεων καθιστούν το άρθρο αυτό ιδιαιτέρως πολύπλοκο και θα πρέπει να μελετηθεί και να αναλυθεί περαιτέρω. 8 Μαΐου 2015