ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΙΟΣ 2015 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Α.1. Η επίδραση απ το δημοτικό τραγούδι γίνεται αντιληπτή σε όλα τα αποσπάσματα μέσω της χρήσης του ιαμβικού δεκαπεντασύλλαβου, της προσωποποίησης των στοιχείων της φύσης, των ποικίλων εκφραστικών μέσων, της δημοτικής γλώσσας, της παρουσίας μιας θεϊκής μορφής, της χρήσης του αριθμού τρία, του δραματικού ενεστώτα. Ενδεικτικά, τρία παραδείγματα είναι: α) απόσπασμα 3: Ο χαρακτηρισμός της θεϊκής οπτασίας με το μονολεκτικό σύνθετο «Φεγγαροντυμένη» (στίχος 12), δηλαδή «ντυμένη με το φως του φεγγαριού» μαρτυρεί επίδραση του δημοτικού τραγουδιού, παραπέμποντας στις θαλάσσιες θεότητες/νεράιδες. β) απόσπασμα 4: Στο στίχο 7, το σχήμα αδιανόητο καθ υπερβολή «Τότε από φως μεσημερνό η νύχτα πλημμυρίζει», δηλαδή το ότι η νύχτα έγινε μέρα, απαντά συχνά στο δημοτικό τραγούδι. Επίσης, η τριπλή επανάληψη του «καν» (στίχοι 14-16) απηχεί τη χρήση του αριθμού 3 στο δημοτικό τραγούδι. γ) απόσπασμα 5: Η προσωποποίηση των στοιχείων της φύσης (στίχος 12) κι η θάλασσα να καταπιεί την κόρη αναζητάει, η χρήση του αριθμού 3 στις τρεις μάχες που έδινε ο Κρητικός (στίχος 16-19) και στις τρεις αποφατικές παρομοιώσεις είναι επιδράσεις του δημοτικού τραγουδιού. Β.1. Απόσπασμα 3, στίχος 10, Εσειότουν τ ολοστρόγγυλο και λαγαρό φεγγάρι. Το καθαρό φεγγάρι τρεμοπαίζει και χύνει το φως του στο χώρο. Σταδιακά εμφανίζεται μια θεϊκή οπτασία, η Φεγγαροντυμένη (:λουσμένη με φως). Η λαμπερή αυτή ύπαρξη συνενώνει αντιθετικά χαρακτηριστικά που παραπέμπουν σε φως (π.χ. στίχος 13) έτρεμε το δροσάτο φως, (στίχος 14).στα μάτια της τα ολόμαυρα και στα χρυσά μαλλιά της. Απόσπασμα 4, στίχοι 1-2, Εκοίταξε τ αστέρια κι εκείνα αναγαλλιάσαν / και την αχτινοβόλησαν και δεν την εσκεπάσαν. Η θεϊκή μορφή στρέφει το βλέμμα της προς τα αστέρια, τα οποία αναγαλλιάζουν στη θέα της και φαίνεται πως επικοινωνούν μαζί της με μυστηριακό τρόπο. Τ αστέρια ακτινοβολούν τη Φεγγαροντυμένη, αλλά το φως τους δεν 1
την καλύπτει. Το όραμα αυτό είναι γεμάτο με φως, υποδηλώνοντας την ομορφιά και την επιβλητικότητα της γυναικείας μορφής. Γενικά, στο απόσπασμα 4, στους στίχους 1-8, παρατηρούμε μια ανιούσα κλίμακα φωτοχυσίας. Ειδικότερα, η σταδιακή διάχυση του φωτός αποτυπώνεται μέσα από ένα κλιμακωτό ανιόν σχήμα. Η τοποθέτηση των ρημάτων αναγαλλιάσαν δεν την εσκεπάσαν πλημμυρίζει λαμπυρίζει ενδυναμώνει το φως που λούζει την πλάση. Ειδικά στο στίχο 7-8 κορυφώνεται η φωτοχυσία, με το σχήμα αδιανόητο καθ υπερβολή (στίχος 7) και την υπερβολή ολούθε λαμπυρίζει (στίχος 8), καθώς η πλάση μεταμορφώνεται σε πάμφωτο ναό, πιστοποιώντας τη θεϊκή υπόσταση της μορφής και τονίζοντας τη μετάβαση στο μεταφυσικό τοπίο. Συνεχίζοντας, στο απόσπασμα 4 υπάρχουν, επίσης, κι αλλού στοιχεία μετουσίωσης, λόγω του φωτός, των πραγμάτων, ως ενέργεια του θεού. Χαρακτηριστικά, στους στίχους 20-21, μέσω της παρομοίωσης του νερού που ξεπηδά απ τα βάθη του βουνού και αντανακλά έντονα λόγω του ήλιου, ο ήρωας συγκινείται, βουρκώνει και δεν βλέπει, πλέον, το θεϊκό πρόσωπο. Β.2. α) Στους στίχους 1-4 βρισκόμαστε στο παρόν του ναυαγού στη θάλασσα, όπου η θεά νιώθει συμπάθεια για το ναυάγιο, χαμογελά και τον κατευνάζει. Τα δάκρυά της δηλώνουν τη συγκίνηση για όσα πέρασε και για όσα θα περάσει ο ήρωας. Ξαφνικά, η Φεγγαροντυμένη χάνεται και ο ναυαγός βρίσκεται σε απόγνωση. Στο στίχο 5 ο ήρωας, μέσω μιας πρόδρομης αφήγησης, μεταφέρεται σ ένα χρονικό επίπεδο μετά το χαμό της κόρης. Στο στίχο 6 σημειώνεται μια ανάδρομη αφήγηση στο αγωνιστικό παρελθόν στην Κρήτη, όπου διέθετε αγωνιστικό μένος. Στους στίχους 7 15, παρατηρούμε και πάλι μια πρόδρομη αφήγηση στο μέλλον, όταν ζει μια θλιβερή ζωή, βιώνοντας μετά το χαμό της κορασιάς τη ζητιανιά και την εξαθλίωση. Αξίζει να σημειωθεί πως στους στίχους 10-12 ο ήρωας αφηγητής χρησιμοποιεί το λογοτεχνικό εύρημα της τεχνικής του ονείρου, για να ξαναγυρίσει στο χρόνο της ιστορίας, στο ναυάγιο. 2
Στους στίχους 16-20, μετατοπίζεται η αφήγηση (αναδρομικά) στο παρελθόν, όπου γίνεται αναφορά στη δύναμη που είχε πολεμώντας στην Κρήτη. Τέλος, στίχους 21-22, μεταφερόμαστε ξανά στο χρόνο της ιστορίας, στο ναυάγιο, στον αγώνα που δίνει ο ήρωας με τα άγρια κύματα, παλεύοντας με δύναμη προσπαθώντας να σώσει την κοπέλα. Β.2. β) Μέσω της παρομοίωσης του ήρωα με την πετροκαλαμίθρα (στίχος 10) τονίζεται η έντονη έλξη που αναπτύσσεται μεταξύ της Φεγγαροντυμένης και του Κρητικού. Ειδικότερα, η πετροκαλαμίθρα, ένα είδος μαγνητικής βελόνας, μεταφορικά έλκει τις ψυχές, τα πνεύματα έτσι, και ο ήρωας έλκει τη γυναικεία μορφή. Σύμφωνα με άλλη ερμηνεία, η πετροκαλαμίθρα στα Επτάνησα χρησιμοποιείται ως αλεξικέραυνο. Η Φεγγαροντυμένη, επομένως, σύμφωνα μ αυτή την ερμηνεία, έρχεται να εξουδετερώσει την οργή του κεραυνού, όπως το αλεξικέραυνο. Λειτουργικά, η παρομοίωση αποτελεί το πρώτο από τα τρία σχήματα λόγου (στίχος 10 παρομοίωση, στίχος 11 σχήμα άρσης και θέσης, στίχος 13 επανάληψη) στα οποία κλιμακώνεται η έλξη ανάμεσα στη Φεγγαροντυμμένη και το ναυάγιο, ξεκινώντας απ τη στάση του σώματος (στίχος 10), περνώντας στη στάση του κεφαλιού (στίχος 11) και, τέλος, φτάνοντας στην επαφή μέσω του βλέμματος. Γ.1.α) Η επήρεια της έκστασης οδηγεί σε σύγχυση τις νοητικές λειτουργίες του ήρωα. Συλλογίζεται πως η γυναίκα του ήταν γνώριμη, οικεία, αλλά ταυτόχρονα και αδιευκρίνιστη. Αισθάνεται πως η εικόνα αυτή ανάγεται στο παρελθόν του. Μέσω μιας τριπλής υπόθεσης, ανατρέχει στο παρελθόν, σκεπτόμενος πως είτε πρόκειται για κάποια αναπαράσταση αγίας είτε αποτέλεσε ερωτικό ίνδαλμα της εφηβείας του είτε του θύμιζε μια προσφιλή ονειρική μορφή της βρεφικής του ηλικίας, ίσως της μητέρας του. Για να προσδιορίσει περαιτέρω ο ήρωας αφηγητής το χαρακτήρα της ανάμνησης, σημειώνει πως αυτή ανάγεται στο παρελθόν («ήτανε μνήμη παλαιή»), είναι «γλυκιά» και λησμονημένη («αστοχισμένη»). Η αναδρομή αυτή στο παρελθόν, στους στίχους αυτούς, συνδέεται αρχικά με την πλατωνική ιδέα της θεωρίας της ανάμνησης του κόσμου των Ιδεών, συνιστώντας μια μετάβαση σ ένα μεταφυσικό παρελθόν. Από την άλλη, συνιστά και αναδρομή στο 3
πραγματικό παρελθόν στην Κρήτη, σε αναμνήσεις από τη νεανική, εφηβική και παιδικήβρεφική ηλικία. Γ.1. β) Ο ναυαγός (στίχος 3) νιώθει το δάκρυ της Φεγγαροντυμένης και συνειδητοποιεί πως, πλέον, είναι μόνος, έρημος, χωρίς ελπίδα. Είχε εναποθέσει, ως ικέτης, (στίχος 4 ), όλες τις ελπίδες του στη θεϊκή αυτή μορφή, γεγονός που ενισχύει την ανάγκη του ανθρώπου να πιστέψει σε κάτι ανώτερο. Συγκρίνοντας, τώρα (στίχος 5) το χέρι του με εκείνο την ώρα που αγωνιζόταν, συνειδητοποιεί πως, πλέον, έχει αλλάξει. Ίσως αυτό οφείλεται στις αμέτρητες πίκρες που βίωσε, καθώς έχει χάσει τα πάντα και έχει μετατραπεί σε απελπισμένο ζητιάνο (στίχοι 7-8 ). Ωστόσο, το γεγονός ότι πλέον δεν διαθέτει πια πολεμόχαρο πνεύμα και αγωνιστικό μένος, ότι πλέον δεν χαίρεται με τον πόλεμο (στίχο 6) δηλώνει ηθική μεταστροφή. Έχει μετουσιωθεί εσωτερικά σε μια ανώτερη ύπαρξη, περνώντας απ το μίσος του πολέμου στην ανάγκη για πλήρωση μέσω της επαφής με τους συνανθρώπους. Ίσως, λοιπόν, δεν πρόκειται απλώς για ένα πέρασμα απ την αγωνιστικότητα στην αδράνεια, στην παραίτηση αλλά για μια ηθική επανιεράρχηση αξιών, μια βαθύτερη αυτοσυνειδησία. Δ.1. Ανάμεσα στα 2 κείμενα υπάρχουν ομοιότητες αλλά και διαφορές. Ενδεικτικά παρατίθενται: Ομοιότητες (Η εκφώνηση χρειαζόταν να σχολιαστούν 2) 1. Και στα 2 παρατηρούμε πως παρουσιάζεται ξαφνικά μια γυναικεία μορφή, εξιδανικευμένη. 2. Η μορφή αυτή έχει στοιχεία ομορφιάς, αγνότητας, αισθησιασμού και περιβάλλεται με φως. 3. Και στα 2 η μορφή αυτή έχει στοιχεία που παραπέμπουν σε νεράιδα. (Βέβαια, αυτό μπορεί να θεωρηθεί και ως διαφορά, αφού στο παράλληλο βεβαιώνεται, στο τέλος, πως η γυναίκα είναι νεράιδα, ενώ στον Κρητικό υπονοείται). 4. Και στα 2 κείμενα τις γυναικείες μορφές τις παρακολουθούν, παρατηρούν οι αφηγητές, οι οποίοι λυπούνται όταν οι μορφές εξαφανίζονται. 5. Έντονο είναι, επίσης, το θεϊκό στοιχείο και στις 2 μορφές πριν την εμφάνιση της μορφής. 4
Διαφορές: (Η εκφώνηση χρειαζόταν να σχολιαστούν 3) 1. Στον Κρητικό η φύση-θάλασσα ηρεμεί ενώ στο παράλληλο η θάλασσα είναι αφρισμένη και ηρεμεί μετά. 2. Στον Κρητικό η μορφή βγαίνει απ τη θάλασσα ενώ στο παράλληλο βγαίνει απ τα βράχια και βουτά μετά στα κύματα. 3. Ο αφηγητής παρατηρητής είναι κρυμμένος ενώ ο ναυαγός Κρητικός όχι. 4. Στον Κρητικό το φως, γενικά, είναι έντονο ενώ στο παράλληλο μειώνεται και περιορίζεται στη μορφή. 5. Η νεράιδα στο παράλληλο διακατέχεται από φόβο, ενώ η Φεγγαροντυμένη στον Κρητικό δεν φοβάται. Το αντίθετο, επιδιώκει την επαφή με το ναυαγό. 6. Όταν, τελικά, η νεράιδα βλέπει τον αφηγητή εξαφανίζεται ενώ στον Κρητικό δεν εξαφανίζεται γι αυτό το λόγο. Σημείωση: Η παραπάνω απάντηση είναι σχεδιαγραμματική. Επιμέλεια Ύλης: Δημοβέλη Γιάννα Γκαντάρα Ιωάννα 5