EMA/669881/2015 EMEA/H/C/000791 Περίληψη EPAR για το κοινό εκουλιζουμάμπη Το παρόν έγγραφο αποτελεί σύνοψη της Ευρωπαϊκής Δημόσιας Έκθεσης Αξιολόγησης (EPAR) του. Επεξηγεί τον τρόπο με τον οποίο η Επιτροπή Φαρμάκων για Ανθρώπινη Χρήση (CHMP) αξιολόγησε το φάρμακο προτού διατυπώσει τη θετική της γνώμη για τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας, καθώς και τις συστάσεις της σχετικά με τους όρους χρήσης του. Τι είναι το ; Το είναι πυκνό διάλυμα για την παρασκευή διαλύματος προς έγχυση. Περιέχει τη δραστική ουσία εκουλιζουμάμπη. Σε ποιες περιπτώσεις χρησιμοποιείται το ; Το ενδείκνυται για τη θεραπεία ενηλίκων και παιδιών με: παροξυσμική νυχτερινή αιμοσφαιρινουρία (ΠΝΑ) άτυπο αιμολυτικό ουραιμικό σύνδρομο. Πρόκειται για σπάνιες, απειλητικές για τη ζωή γενετικές ασθένειες που προκαλούν τη ρήξη των ερυθροκυττάρων και έχουν ως επακόλουθο την εμφάνιση διαφόρων ιατρικών επιπλοκών. Η ΠΝΑ προκαλεί αναιμία (χαμηλά επίπεδα ερυθροκυττάρων), θρόμβωση (θρόμβους στα αιμοφόρα αγγεία), πανκυτταροπενία (χαμηλά επίπεδα αιμοσφαιρίων) και σκούρα ούρα, ενώ το άτυπο αιμολυτικό ουραιμικό σύνδρομο προκαλεί αναιμία, θρομβοκυτοπενία (χαμηλός αριθμός αιμοπεταλίων, των συστατικών δηλαδή που συμβάλλουν στην πήξη του αίματος) και νεφρική ανεπάρκεια. Δεδομένου του μικρού αριθμού ασθενών με αυτές τις παθήσεις και, άρα, της σπανιότητας των ασθενειών, το χαρακτηρίστηκε «ορφανό φάρμακο» (φάρμακο το οποίο χρησιμοποιείται σε σπάνιες ασθένειες) στις 17 Οκτωβρίου 2003 για την ΠΝΑ και στις 24 Ιουλίου 2009 για το άτυπο αιμολυτικό ουραιμικό σύνδρομο. Το φάρμακο χορηγείται μόνο με ιατρική συνταγή. 30 Churchill Place Canary Wharf London E14 5EU United Kingdom Telephone +44 (0)20 3660 6000 Facsimile +44 (0)20 3660 5555 Send a question via our website www.ema.europa.eu/contact An agency of the European Union European Medicines Agency, 2015. Reproduction is authorised provided the source is acknowledged.
Πώς χρησιμοποιείται το ; Το πρέπει να χορηγείται υπό την επίβλεψη γιατρού πεπειραμένου στη διαχείριση ασθενών με αιματολογικές και/ή νεφρικές διαταραχές. Για τη θεραπεία της ΠΝΑ, η θεραπεία για ασθενείς ηλικίας 18 ετών και άνω συνίσταται στην έγχυση (ενστάλαξη σε φλέβα) δόσης 600 mg, η οποία διαρκεί 25 έως 45 λεπτά, μία φορά εβδομαδιαίως και εν συνεχεία στην έγχυση δόσης 900 mg την πέμπτη εβδομάδα της θεραπείας. Στη συνέχεια, η δόση πρέπει να διατηρείται στα 900 mg, χορηγούμενη περίπου κάθε δύο εβδομάδες. Δύο εβδομάδες τουλάχιστον πριν από την έναρξη της θεραπείας με οι ασθενείς πρέπει να εμβολιάζονται κατά της μηνιγγίτιδας που προκαλείται από το βακτήριο Nαϊσσέρια της μηνιγγίτιδας (Neisseria meningitidis) και να υποβάλλονται σε επαναληπτικό εμβολιασμό σύμφωνα με τις ισχύουσες κατευθυντήριες γραμμές. Για τη θεραπεία του άτυπου αιμολυτικού ουραιμικού συνδρόμου, το φάρμακο χορηγείται στους ασθενείς ηλικίας 18 ετών και άνω σε δόση 900 mg με έγχυση, η οποία διαρκεί 25 έως 45 λεπτά, μία φορά την εβδομάδα για τις πρώτες 4 εβδομάδες, ακολουθούμενη από δόση 1.200 mg την πέμπτη εβδομάδα. Στη συνέχεια, η δόση πρέπει να διατηρείται στα 1.200 mg, χορηγούμενη περίπου κάθε δύο εβδομάδες. Στους ασθενείς ηλικίας κάτω των 18 ετών με ΠΝΑ και άτυπο αιμολυτικό ουραιμικό σύνδρομο χορηγούνται μικρότερες δόσεις, ανάλογα με το σωματικό τους βάρος, διάρκειας 1 έως 4 ωρών. Στους ασθενείς που υποβάλλονται σε ανταλλαγή πλάσματος (αφαίρεση, θεραπεία και επιστροφή του πλάσματος αίματος στην κυκλοφορία του αίματος) ή έγχυση πλάσματος, πρέπει να χορηγούνται πρόσθετες δόσεις. Στους ασθενείς που λαμβάνουν πρέπει να χορηγείται ειδική κάρτα, στην οποία εξηγούνται τα συμπτώματα ορισμένων τύπων λοιμώξεων και δίνονται οδηγίες στους ασθενείς να αναζητήσουν άμεσα ιατρική βοήθεια μόλις εμφανίσουν κάποιο από τα συμπτώματα. Πώς δρα το ; Η δραστική ουσία του, η εκουλιζουμάμπη, είναι μονοκλωνικό αντίσωμα. Το μονοκλωνικό αντίσωμα είναι αντίσωμα (τύπος πρωτεΐνης) που έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να αναγνωρίζει και να προσκολλάται σε μια συγκεκριμένη δομή (καλούμενη αντιγόνο) που υπάρχει στον οργανισμό. Η εκουλιζουμάμπη έχει σχεδιαστεί για να προσκολλάται στην πρωτεΐνη συμπληρώματος C5, η οποία αποτελεί μέρος του αμυντικού συστήματος του οργανισμού που ονομάζεται «σύστημα του συμπληρώματος». Σε ασθενείς με ΠΝΑ και άτυπο αιμολυτικό ουραιμικό σύνδρομο οι πρωτεΐνες του συμπληρώματος είναι υπερενεργοποιημένες με αποτέλεσμα να προκαλούν βλάβη στα ερυθροκύτταρα του ασθενή. Η εκουλιζουμάμπη, αναστέλλοντας τη δράση της πρωτεΐνης C5 του συμπληρώματος, προλαμβάνει τη βλάβη που προκαλούν οι πρωτεΐνες του συμπληρώματος στα κύτταρα, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στην ανακούφιση από τα συμπτώματα της νόσου. Ποιες μελέτες εκπονήθηκαν για το ; Το μελετήθηκε σε μία βασική μελέτη με τη συμμετοχή 87 ενηλίκων με ΠΝΑ οι οποίοι είχαν υποβληθεί σε τουλάχιστον τέσσερις μεταγγίσεις αίματος λόγω αναιμίας κατά το προηγούμενο έτος. Το συγκρίθηκε με εικονικό φάρμακο (εικονική θεραπεία). Οι βασικοί δείκτες μέτρησης της αποτελεσματικότητας ήταν ο αριθμός των ασθενών που διατήρησαν την αιμοσφαιρίνη (πρωτεΐνη που υπάρχει στα ερυθροκύτταρα) σε επίπεδα πάνω από το ατομικό επιδιωκόμενο επίπεδο, καθώς και ο αριθμός των μεταγγίσεων ερυθροκυττάρων στις οποίες χρειάστηκε να υποβληθεί ο ασθενής κατά τη EMA/669881/2015 Σελίδα 2/5
διάρκεια των 26 πρώτων εβδομάδων θεραπείας. Πραγματοποιήθηκε επίσης μία μελέτη σε επτά παιδιά με ΠΝΑ που είχαν υποβληθεί τουλάχιστον σε μία μετάγγιση κατά τα δύο τελευταία έτη. Σε όλους τους ασθενείς χορηγήθηκε και στο πλαίσιο της μελέτης μετρήθηκε ο αριθμός των μεταγγίσεων ερυθροκυττάρων που χρειάστηκαν κατά τη διάρκεια των 12 εβδομάδων θεραπείας. Επιπλέον, πραγματοποιήθηκε μελέτη μητρώου ασθενών με ΠΝΑ οι οποίοι δεν είχαν υποβληθεί ποτέ σε μετάγγιση αίματος. Η εν λόγω μελέτη εξέτασε τα επίπεδα του ενζύμου της γαλακτικής αφυδρογονάσης (LDH) στο αίμα των ασθενών. Οι τιμές της γαλακτικής αφυδρογονάσης αντικατοπτρίζουν την έκταση της ρήξης των ερυθροκυττάρων. Πραγματοποιήθηκαν τρεις κύριες μελέτες για το, στις οποίες μετείχαν 67 ασθενείς με άτυπο αιμολυτικό ουραιμικό σύνδρομο. Στην πρώτη μελέτη μετείχαν 17 ασθενείς με άτυπο αιμολυτικό ουραιμικό σύνδρομο που δεν ανταποκρίθηκαν ή δεν ήταν δυνατό να υποβληθούν σε ανταλλαγή πλάσματος ή έγχυση. Οι βασικοί δείκτες μέτρησης της αποτελεσματικότητας ήταν η μεταβολή του αριθμού αιμοπεταλίων, καθώς και ο αριθμός των ασθενών που παρουσίασαν «ομαλοποίηση των αιμοπεταλίων» και «αιματολογική ομαλοποίηση» (επαναφορά σε φυσιολογικές τιμές των επιπέδων αιμοπεταλίων και της γαλακτικής αφυδρογονάσης -ενός ενζύμου που βρίσκεται υπό φυσιολογικές συνθήκες στα ερυθρά αιμοσφαίρια). Στη δεύτερη μελέτη μετείχαν 20 ασθενείς με άτυπο αιμολυτικό ουραιμικό σύνδρομο που λάμβαναν ήδη θεραπεία ανταλλαγής ή έγχυσης πλάσματος. Οι βασικοί δείκτες μέτρησης της αποτελεσματικότητας ήταν αφενός ο αριθμός των ασθενών που δεν εκδήλωσαν επεισόδια θρομβωτικής μικροαγγειοπάθειας (δεν εμφάνισαν μείωση των αιμοπεταλίων άνω του 25% μετά την έναρξη της θεραπείας με και δεν χρειάστηκε ανταλλαγή ή έγχυση πλάσματος ή αιμοκάθαρση) και αφετέρου ο αριθμός των ασθενών που εμφάνισαν «αιματολογική ομαλοποίηση» με τη θεραπεία. Στην τρίτη μελέτη μετείχαν 30 ασθενείς με άτυπο αιμολυτικό ουραιμικό σύνδρομο που είχαν λάβει τουλάχιστον μία δόση εκουλιζουμάμπης. Η αποτελεσματικότητα της θεραπείας με εκτιμήθηκε με μια σειρά μετρήσεων, συμπεριλαμβανομένης της μεταβολής στον αριθμό των αιμοπεταλίων, καθώς και με βάση τους άλλους δείκτες μέτρησης της αποτελεσματικότητας που χρησιμοποιήθηκαν και στις δύο πρώτες μελέτες. Ποιο είναι το όφελος του σύμφωνα με τις μελέτες; Το ήταν αποτελεσματικότερο από το εικονικό φάρμακο στη βελτίωση των συμπτωμάτων της παροξυσμικής νυχτερινής αιμοσφαιρινουρίας (ΠΝΑ). Στη βασική μελέτη για την ΠΝΑ, ποσοστό 49% των ενήλικων ασθενών (21 από τους 43) που έλαβαν παρουσίασαν σταθερά επίπεδα αιμοσφαιρίνης και, κατά μέσο όρο, δεν χρειάστηκε να υποβληθούν σε μεταγγίσεις ερυθροκυττάρων. Συγκριτικά, κανένας από τους 44 ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο δεν παρουσίασε σταθερά επίπεδα αιμοσφαιρίνης, ενώ οι ασθενείς χρειάστηκε να υποβληθούν σε 10, κατά μέσο όρο, μεταγγίσεις. Στη μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε παιδιά, έξι από τους επτά ασθενείς δεν χρειάστηκαν μετάγγιση ερυθροκυττάρων και τα επίπεδα της αιμοσφαιρίνης βελτιώθηκαν κατά τη διάρκεια της θεραπείας με. Στη μελέτη μητρώου όπου μετείχαν ασθενείς με ΠΝΑ οι οποίοι δεν είχαν υποβληθεί ποτέ σε μετάγγιση αίματος, οι ασθενείς που υποβλήθηκαν σε θεραπεία με παρουσίασαν σημαντικές μειώσεις στα επίπεδα της γαλακτικής αφυδρογονάσης (LDH) ύστερα από 6 μήνες θεραπείας, γεγονός το οποίο υποδεικνύει μικρότερη έκταση ρήξης ερυθροκυττάρων. Στην πρώτη μελέτη για τη θεραπεία του άτυπου αιμολυτικού ουραιμικού συνδρόμου, ο αριθμός των αιμοπεταλίων αυξήθηκε και διατηρήθηκε σε φυσιολογικά επίπεδα στο 82% των ασθενών, ενώ στο 87% των ασθενών (13 από τους 15 ασθενείς) με αρχικά χαμηλά επίπεδα αιμοπεταλίων επιτεύχθηκε EMA/669881/2015 Σελίδα 3/5
ομαλοποίηση του αριθμού των αιμοπεταλίων, και στο 76% επιτεύχθηκε αιματολογική ομαλοποίηση. Στη δεύτερη μελέτη για το άτυπο αιμολυτικό ουραιμικό σύνδρομο, το 80% των ασθενών δεν εκδήλωσαν επεισόδιο θρομβωτικής μικροαγγειοπάθειας ενώ το 90% εμφάνισαν αιματολογική ομαλοποίηση. Στην τρίτη μελέτη, ο αριθμός αιμοπεταλίων αυξήθηκε και διατηρήθηκε σε φυσιολογικά επίπεδα στο 83% των ασθενών ενώ στο 77% των ασθενών (10 από τους 13 ασθενείς) με αρχικά χαμηλά επίπεδα αιμοπεταλίων παρατηρήθηκε ομαλοποίηση του αριθμού των αιμοπεταλίων. Ποιοι κίνδυνοι συνδέονται με το ; Η συχνότερη ανεπιθύμητη ενέργεια του (εμφανίζεται σε περισσότερους από 1 στους 10 ασθενείς) είναι ο πονοκέφαλος. Ο πλήρης κατάλογος των ανεπιθύμητων ενεργειών που αναφέρθηκαν με το περιλαμβάνεται στο φύλλο οδηγιών χρήσης. Λόγω του αυξημένου κινδύνου να νοσήσουν οι ασθενείς από σοβαρής μορφής μηνιγγίτιδα (σήψη μηνιγγιτιδόκοκκου), το δεν πρέπει να χορηγείται σε ασθενείς προσβεβλημένους από Nαϊσσέρια της μηνιγγίτιδας (Neisseria meningitidis) ή σε ασθενείς που δεν έχουν εμβολιαστεί κατά του εν λόγω βακτηρίου, εκτός εάν τους χορηγείται κατάλληλη αντιβιοτική αγωγή έως και δύο εβδομάδες μετά τον εμβολιασμό, για να μειωθεί ο κίνδυνος της λοίμωξης. Ο πλήρης κατάλογος των περιορισμών περιλαμβάνεται στο φύλλο οδηγιών χρήσης. Για ποιους λόγους εγκρίθηκε το ; Η CHMP έκρινε ότι τα οφέλη του υπερτερούν των κινδύνων που συνδέονται με αυτό και εισηγήθηκε τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας για το εν λόγω φάρμακο. Ποια μέτρα λαμβάνονται για την ασφαλή και αποτελεσματική χρήση του ; Καταρτίστηκε σχέδιο διαχείρισης κινδύνου προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το χρησιμοποιείται με τον ασφαλέστερο δυνατό τρόπο. Βάσει του σχεδίου αυτού, στην περίληψη των χαρακτηριστικών του προϊόντος και στο φύλλο οδηγιών χρήσης του συμπεριλήφθηκαν πληροφορίες σχετικά με την ασφάλεια, καθώς και με τις κατάλληλες προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγείας και τους ασθενείς. Επιπλέον, η εταιρεία που διαθέτει στην αγορά το θα διασφαλίζει ότι η διανομή του φαρμάκου θα πραγματοποιείται μόνον αφού ελεγχθεί ότι ο ασθενής έλαβε τον κατάλληλο εμβολιασμό. Η εταιρεία θα ενημερώνει επίσης τους συνταγογραφούντες και τους ασθενείς σχετικά με την ασφάλεια του φαρμάκου και θα τους επισημαίνει την ανάγκη επαναληπτικού εμβολιασμού, εφόσον χρειάζεται, για τους ασθενείς που λαμβάνουν. Λοιπές πληροφορίες για το Στις 20 Ιουνίου 2007, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χορήγησε άδεια κυκλοφορίας, η οποία ισχύει σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, για το. Η πλήρης EPAR του διατίθεται στον δικτυακό τόπο του Οργανισμού, στη διεύθυνση: ema.europa.eu/find medicine/human medicines/european Public Assessment Reports. Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη θεραπεία με το, διαβάστε το φύλλο οδηγιών χρήσης (συμπεριλαμβάνεται επίσης στην EPAR) ή επικοινωνήστε με τον γιατρό ή τον φαρμακοποιό σας. EMA/669881/2015 Σελίδα 4/5
Η περίληψη της γνώμης της επιτροπής ορφανών φαρμάκων για το διατίθεται στον δικτυακό τόπο του Οργανισμού, στη διεύθυνση: ΠΝΑ: ema.europa.eu/find medicine/human medicines/rare disease designations άτυπο αιμολυτικό ουραιμικό σύνδρομο (ahus): ema.europa.eu/find medicine/human medicines/rare disease designations Τελευταία ενημέρωση της περίληψης: 10-2015. EMA/669881/2015 Σελίδα 5/5