Μον.Πρωτ.Αθηνών 8487/2011 - Διαίρεση κατοικίας συζύγων. Επικουρική Αίτηση. ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ Αριθμός απόφασης 8487/2011 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Ειρήνη Νικολάου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, την οποία όρισε κατόπιν κληρώσεως ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Αθηνών και τη γραμματέα Ανδρονίκη Κατσιάδα. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 6 Μαίου 2011, για να δικάσει την υπόθεση ασφαλιστικών μέτρων μεταξύ: Της αιτούσας καθής η ανταίτηση:,για τον εαυτό της ατομικά και ως ασκούσας την επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων της και, η οποία εμφανίσθηκε με τους πληρεξούσιους δικηγόρους της Θεοπίστη Παναγιωτίδου και Διονύσιο Ασημακόπουλο. Του καθού η αίτηση - ανταιτούντος: ο οποίος εμφανίσθηκε με τους πληρεξούσιους δικηγόρους του Αλέξανδρο Παπατσώρη και Πολύκαρπο Αδαμίδη. Η κρινόμενη αίτηση με ημερομηνία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης, προσδιορίσθηκε δικάσιμος για τη συζήτησή της η. Κατά τη δικάσιμο εκείνη η συζήτηση αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο έκθεμα. Επίσης η κρινόμενη ανταίτηση με ημερομηνία. κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης, προσδιορίσθηκε δικάσιμος για τη συζήτησή της αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο έκθεμα. Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη Δικαστή του παρόντος Δικαστηρίου, δημοσία επ ακροατηρίω στην ορισθείσα δικάσιμο από τη σειρά του οικείου εκθέματος, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται ανωτέρω. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο, ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και αναφέρθηκαν στα κατατεθέντα έγγραφα σημειώματά τους, ζήτησαν δε να γίνουν δεκτά όσα ζητούν με αυτά.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ Από τη διάταξη του άρθρου 1511 του ΑΚ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1510, 1512, 1513 και 1514 του ΑΚ, προκύπτει ότι βασικό κριτήριο για την ανάθεση της γονικής μέριμνας και ειδικότερα της επιμέλειας του ανηλίκου τέκνου στον ένα από τους γονείς του είναι το συμφέρον του τέκνου, όπως το σωματικό, υλικό, πνευματικό, ψυχικό, ηθικό και γενικά κάθε είδους συμφέρον, το οποίο συνιστά αόριστη νομική έννοια με αξιολογικό περιεχόμενο, που εξειδικεύεται από το ουσιαστικό δικαστήριο. Το ως άνω συμφέρον του τέκνου λαμβάνεται υπό ευρεία έννοια, προς διαπίστωση δε της συνδρομής του εξετάζονται πάντα τα επωφελή και πρόσφορα για τον ανήλικο στοιχεία και περιστάσεις. Ακόμη, επιβάλλεται στο δικαστήριο, για τη λήψη της απόφασης του, ο σεβασμός της ισότητας μεταξύ των γονέων χωρίς διακρίσεις εξαιτίας του φύλου, της κοινωνικής προέλευσης ή της περιουσίας. Οι ικανότητες των γονέων, το περιβάλλον, το επάγγελμα, η πνευματική τους ανάπτυξη και η δράση τους στο κοινωνικό σύνολο, η ικανότητα προσαρμογής τους στις απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας μέσα στα πλαίσια της λογικής και ορθολογικής αντιμετώπισης των θεμάτων των νέων, η σταθερότητα των συνθηκών ανάπτυξης του τέκνου χωρίς εναλλαγές στις συνθήκες διαβίωσης, περιλαμβάνονται στα κριτήρια προσδιορισμού του συμφέροντος του τέκνου. Αυτό δε ισχύει ανεξάρτητα από την υπαιτιότητα των γονέων ως προς το διαζύγιο ή τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, εκτός εάν η συμπεριφορά του υπαιτίου έχει επιδράσει και στην άσκηση της γονικής μέριμνας- επιμέλειας, ώστε να ανακύπτει αντίθεση στο συμφέρον του τέκνου, λόγω της έκτασης και της βαρύτητας της συμπεριφοράς του αυτής, δηλωτικής της δομής του χαρακτήρα του και της εν γένει προσωπικότητάς του, έτσι ώστε και έναντι του τέκνου να αναμένεται από αυτόν η τήρηση της ίδιας συμπεριφοράς. Ουσιώδους σημασίας είναι και η επισημαινόμενη στο νόμο ύπαρξη ιδιαίτερου δεσμού του τέκνου προς τον ένα από τους γονείς του και η περί αυτού ρητώς εκφραζόμενη προτίμησή του, την οποία συνεκτιμά το δικαστήριο, ύστερα και από τη στάθμιση του βαθμού της ωριμότητάς του, χωρίς όμως η εκφρασθείσα γνώμη του τέκνου να αποτελεί, χωρίς άλλο, αποφασιστικό παράγοντα με ιδιαίτερη βαρύτητα, διότι πολλές φορές η βούληση του ανηλίκου είναι αποτέλεσμα επηρεασμού και δεν σημαίνει ότι εξυπηρετεί πράγματι το συμφέρον του. Με δεδομένη την ύπαρξη του εν λόγω δεσμού του τέκνου προς το συγκεκριμένο γονέα, αυτός θεωρείται ότι έχει τη δυνατότητα αποτελεσματικότερης διαπαιδαγώγησης προς όφελος του ανηλίκου και, επομένως, ότι είναι ο πλέον κατάλληλος για την επιμέλειά του, όμως υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι ο ιδιαίτερος αυτός δεσμός 2
του τέκνου προς τον ένα από τους γονείς του έχει αναπτυχθεί φυσιολογικά και αβίαστα, ως ψυχική στάση, η οποία είναι προϊόν της ελεύθερης και ανεπηρέαστης επιλογής του ανηλίκου που έχει τη στοιχειώδη ικανότητα διάκρισης. Πρέπει, όμως, όπως προεκτέθηκε, να λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη, ότι το ανήλικο, που έχει ακόμη ατελή την ψυχοπνευματική ανάπτυξη και την προσωπικότητά του υπό διαμόρφωση, υπόκειται ευχερώς σε επιδράσεις και υποβολές των γονέων ή άλλων, οι οποίες, έστω και χωρίς επίγνωση γενόμενες, οδηγούν ασφαλώς στο σχηματισμό της μονομερούς διαμόρφωσης και προτίμησης προς τον ένα από τους γονείς, οπότε η προτίμησή του δεν εξυπηρετεί πάντοτε και το αληθές συμφέρον του. Η διάσπαση εξάλλου της έγγαμης συμβίωσης των γονέων, με συνεπακόλουθο και τη διάσπαση της οικογενειακής συνοχής, κλονίζει σοβαρά την ψυχική ισορροπία του τέκνου που αισθάνεται ανασφάλεια και επιζητεί στήριγμα. Οι μεταξύ των συζύγων δημιουργούμενες έντονες αντιθέσεις ενίοτε αποκλείουν κάθε συνεννόηση μεταξύ τους, αλλά και σε σχέση με τα τέκνα τους, τα οποία, όχι σπανίως, χρησιμοποιούνται ως όργανα για την άσκηση παντοειδών πιέσεων και την ικανοποίηση εκδικητικών διαθέσεων. Έτσι, υπό το κράτος της κατάστασης αυτής, ο γονέας που αναλαμβάνει την επιμέλεια έχει, κατά την επιταγή του νόμου, πρόσθετα καθήκοντα και αυξημένη την ευθύνη της αντιμετώπισης των ως άνω ειδικών περιστάσεων κατά προέχοντα λόγο, κι αυτό προϋποθέτει την εξασφάλιση στο τέκνο κατάλληλων συνθηκών προσαρμογής. Το αποτέλεσμα όμως αυτό, με γνώμονα πάντοτε το συμφέρον του τέκνου, κάθε άλλο παρά επιτυγχάνεται με την πλήρη αποξένωση του τέκνου από τον άλλο γονέα, αφού ήδη, αυτή καθεαυτή η ανάθεση της επιμέλειας στον ένα από τους γονείς, εκ λόγων αναγόμενων στο συμφέρον του τέκνου, αποτελεί παρέκκλιση από την αρχή της ισότητας των γονέων στο λειτουργικό τούτο δικαίωμά τους το οποίο τίθεται υπό δικαστική ρύθμιση, παραβιάζονται δε και η αρχή αυτή και οι βασικοί κανόνες διαπαιδαγώγησης, που στηρίζονται στα πορίσματα της παιδικής ψυχολογίας προς βλάβη του ανηλίκου, ενώ παράλληλα δυσχεραίνεται και η ρυθμιστική επέμβαση του δικαστηρίου, όταν το τέκνο περιάγεται σε στάση άρνησης ή αντιπάθειας έναντι του άλλου γονέα από πράξεις ή παραλείψεις εκείνου που έχει την επιμέλεια του (ΑΠ 1316/2009 Α δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1976/2008 Α δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 2130/2007 Δίκη 2008.396, ΕφΛαρ 387/2006 Δικογραφία 2006.362). Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1520 του ΑΚ, ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει, για οποιονδήποτε λόγο, το ανήλικο τέκνο του, διατηρεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας του με αυτό, τα σχετικά δε με αυτή, κανονίζονται ειδικότερα από το Δικαστήριο. Το άκρως αυτό προσωπικό δικαίωμα του γονέα απορρέει από το φυσικό δεσμό του αίματος και του αισθήματος στοργής προς το τέκνο του, συντελεί δε στην ανάπτυξη του ψυχικού κόσμου του τελευταίου και της εν γένει προσωπικότητάς του και, για το λόγο αυτό, αποβλέπει κυρίως στο καλώς εννοούμενο συμφέρον του (ΑΠ
659/1998 ΝοΒ 47.1412, ΕφΘεσ 2322/1997 ΕλλΔνη 40.358). Ενόψει των προεκτεθέντων, η δυνατότητα προσωπικής επικοινωνίας δεν μπορεί να αφαιρεθεί από το γονέα που δεν έχει μαζί του το τέκνο, ούτε και να περιορισθεί, παρά μόνο στο μέτρο που σε εξαιρετικές περιπτώσεις τούτο επιβάλλεται από σπουδαίο λόγο (ΕφΘεσ 738/2009 ΕΦΑΔ 2010.191, ΕφΔωδ 157/2009 Α' δημ. ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 1461/1997 ΕλλΔνη 38.868, ΕφΘεσ 3570/1991 Αρμ ΜΣΤ.133. Τόσο για τον πλήρη αποκλεισμό, όσο και για τον περιορισμό της επικοινωνίας του τέκνου με τον γονέα ή τους απώτερους ανιόντες του, το Δικαστήριο θα εξετάσει εάν αυτό είναι αναγκαίο για το συμφέρον του τέκνου και όχι για το συμφέρον του γονέα ή τρίτου, που έχει την επιμέλεια αυτού. Ο νομοθέτης, λόγω αδυναμίας καθορισμού εκ των προτέρων αντικειμενικών κριτηρίων εξειδίκευσης της αόριστης νομικής έννοιας του συμφέροντος του τέκνου, προκειμένου να καθοριστεί η προσωπική επικοινωνία του γονέα, με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, παρέχει εξουσία στο Δικαστή να μπορεί να κρίνει, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, όπως θα έπραττε ο ίδιος (ο νομοθέτης), αν επρόκειτο να τάμει με νόμο τη συγκεκριμένη διαφορά. Για την εξειδίκευση της ανωτέρω αόριστης νομικής έννοιας δεν είναι δυνατόν να προταθεί ένα ενιαίο κριτήριο για όλες τις περιπτώσεις, αλλά περισσότερα διαφορετικά, που σε σχέση και συνδυαζόμενα μεταξύ τους, μπορούν να καθίστανται κάθε φορά αποφασιστικά (ΕφΑΘ 4818/1997 ΕλλΔνη 39. 879). Στην προκειμένη περίπτωση με την υπό κρίση από αίτησή της η αιτούσα ισχυρίζεται ότι η έγγαμη συμβίωση με τον καθού σύζυγό της έχει διακοπεί από εύλογη αιτία, που δεν αφορά το πρόσωπό της, επικαλούμενη δε επείγουσα περίπτωση ζητεί ως ασφαλιστικά μέτρα, α) να της ανατεθεί προσωρινώς αποκλειστικά η άσκηση της επιμέλειας των ανηλίκων τέκνων της, και,που έχει αποκτήσει με τον καθού σύζυγό της, β) να ρυθμιστεί προσωρινά η χρήση της οικογενειακής στέγης, ήτοι να της παραχωρηθεί προσωρινά η χρήση ολοκλήρου του ακινήτου, που οι διάδικοι χρησιμοποιούν ως οικογενειακή στέγη και να διαταχθεί η μετοίκηση του καθού από αυτήν, απειλουμένης εναντίον του προσωπικής κράτησης και χρηματικής ποινής για κάθε παράβαση του διατακτικού της εκδοθησομένης απόφασης, γ) να επιδικαστεί προσωρινά σε βάρος του καθού για λογαριασμό των εν λόγω ανηλίκων, οι οποίοι αδυνατούν να διαθρέψουν τον εαυτό τους, μηνιαία διατροφή σε χρήμα, ύψους 2.745 ευρώ για την ανήλικη και 2.781 ευρώ για τον ανήλικο για το διάστημα μετά την επίδοση της αίτησης, προκαταβαλλόμενα εντός του πρώτου τριημέρου κάθε μήνα, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας δόσης, δ) να επιδικαστεί προσωρινά σε βάρος του καθού για την ίδια μηνιαία διατροφή σε χρήμα, ύψους 1.000 ευρώ, για το διάστημα μετά την επίδοση της αίτησης, προκαταβαλλόμενα εντός του πρώτου τριημέρου κάθε μήνα, με το 4
νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας δόσης και, ε) να καταδικασθεί ο καθού στα δικαστικά της έξοδα. Με το παραπάνω περιεχόμενο και αιτήματα η αίτηση παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, το οποίο είναι καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιο, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρ. 686 επ. ΚΠολΔ). Είναι δε νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489, 1496, 1498, 1514, 1516 παρ. 2 και 1518 ΑΚ, 728, 729, 735, 951 και 175 ΚΠολΔ. Μη νόμιμο και απορριπτέο είναι το αίτημα για την απειλή σε βάρος του καθού παρεπόμενων ποινών (χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης) αναφορικά με τα αιτήματα της μετοίκησης και της παραχώρησης της χρήσης της οικογενειακής στέγης, διότι, η απόφαση που εκδίδεται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και αν ακόμη δεν έχει σαφώς καταψηφιστικό διατακτικό, αποτελεί τίτλο εκτελεστό και εκτελείται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 700 παρ. 1 και 2, 941 και 943 του ΚΠολΔ (Μπέης στο άρθρ. 735 σελ. 884, Βαθρακοκοίλης στο άρθρ, 735 αριθμ. 8 και 19, ΜΠρΘεσ 12654/1999 Αρμ 1999.1250), δηλαδή χωρεί άμεση εκτέλεση. Επομένως, οι κυρώσεις του άρθρου 947 του ΚΠολΔ δεν μπορούν να απειληθούν σε βάρος του καθού για την περίπτωση άρνησής του να συμμορφωθεί με το διατακτικό της απόφασης, όπως εν προκειμένω ζητεί η αιτούσα, αφού ο δικαστικός επιμελητής κατά το στάδιο της εκτέλεσης οφείλει να άρει κάθε εμπόδιο. Πρέπει, συνεπώς, κατά το μέρος που η αίτηση κρίθηκε νόμιμη, να ερευνηθεί περαιτέρω και από ουσιαστική άποψη. Ο καθού η αίτηση άσκησε κατά της αιτούσας την από ανταίτηση, με την οποία, αφού αρνείται τη βασιμότητα της αίτησης, ισχυριζόμενος ότι δεν έχει διασπασθεί η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων, αλλά ότι υπάρχει περίπτωση αποκατάστασης αυτής, ζητεί επικουρικά, σε περίπτωση που γίνει δεκτή η αίτηση της αιτούσας συζύγου του, ως ασφαλιστικό μέτρο α) να ανατεθεί σε αυτόν αποκλειστικά η επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων του, άλλως να ρυθμιστεί προσωρινά και κατά τον τρόπο που ο ίδιος περιγράφει η επιμέλεια των ανηλίκων, άλλως να ρυθμιστεί προσωρινά το δικαίωμα επικοινωνίας του με τα πιο πάνω ανήλικα τέκνα του, β) να ρυθμισθεί προσωρινά η χρήση της οικογενειακής στέγης, ήτοι να του παραχωρηθεί προσωρινά η χρήση ολοκλήρου του ακινήτου, που οι διάδικοι χρησιμοποιούν ως οικογενειακή στέγη και να διαταχθεί η μετοίκηση της καθής η ανταίτηση από αυτήν, άλλως να ρυθμισθεί η χρήση με τους τρόπους που προτείνει, απειλούμενης εναντίον της προσωπικής κράτησης και χρηματικής ποινής για κάθε παράβαση του διατακτικού της εκδοθησομένης απόφασης και, γ) να καταδικασθεί η τελευταία στα δικαστικά του έξοδα. Με το παραπάνω περιεχόμενο η ανταίτηση παραδεκτώς ασκείται επικουρικά, για την περίπτωση που γίνουν δεκτοί οι ισχυρισμοί της αιτούσας, χωρίς να προσκρούει στη
διάταξη του άρθρου 219 ΚΠολΔ, όπως κατά την κρατούσα άποψη στη θεωρία και τη νομολογία παραδεκτή είναι και η επικουρική ανταγωγή (βλ. Βαθρακοκοίλη υπ άρθρο 219 ΚΠολΔ, Διαμαντόπουλου Η Ανταγωγή κατά τον ΚΠολΔ, εκδ. 2003, σελ. 200 και εκεί παρατεθείσα νομολογία), αφού η απαγόρευση αιρέσεως στις διαδικαστικές πράξεις αφορά αποκλειστικώς αιρέσεις που αναφέρονται σε εξωδιαδικαστικό γεγονός και όχι περιστατικό, που ανάγεται στην ίδια τη διαδικασία, όπως η πορεία και η κατεύθυνση της δίκης (ΑΠ 1607/2000 ΕλλΔνη 2001.669). Πρέπει, επομένως, να απορριφθεί ο σχετικός ισχυρισμός της αιτούσας-καθής η ανταίτηση περί απαράδεκτου της κρινόμενης ανταίτησης ως μη νόμιμος. Είναι δε νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1514, 1516, 1518, 1520 ΑΚ, 735 και 176 ΚΠολΔ. Μη νόμιμο και απορριπτέο είναι το αίτημα για την απειλή σε βάρος της καθής παρεπόμενων ποινών (χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης) αναφορικά με τα αιτήματα της μετοίκησης και της παραχώρησης της χρήσης της οικογενειακής στέγης, για τους λόγους που προεκτέθηκαν. Επομένως, κατά το μέρος της που κρίθηκε νόμιμη, η ανταίτηση πρέπει να ερευνηθεί και από ουσιαστική άποψη, συνεκδικαζόμενη με την αίτηση κατά την προκειμένη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρ. 686 επ. ΚΠολΔ), λόγω της μεταξύ τους πρόδηλης συνάφειας και προς οικονομία χρόνου και δαπάνης από τη διεξαγωγή μιας δίκης (άρθρο 246 ΚΠολΔ). Ενόψει της προαναφερόμενης κατάστασης, πιθανολογείται ότι έχει πλέον διαρραγεί κάθε συναισθηματικός δεσμός μεταξύ των διαδίκων και έχει κλονιστεί ο γάμος τους, ώστε να καθίσταται πλέον αδύνατη κάθε επανασύνδεση. Επίσης πιθανολογήθηκε ότι η κατάσταση αυτή έχει διαμορφωθεί ήδη από το έτος 2009, οι διάδικοι δεν επιδεικνύουν διάθεση να συμβιώσουν και να συνευρεθούν και χρησιμοποιούν διαφορετικά υπνοδωμάτια, ώστε να μην έρχονται πλέον σε επαφή μεταξύ τους. Τούτο είναι εφικτό και λόγω του μεγέθους της οικίας τους, η οποία περιλαμβάνει τρία υπνοδωμάτια και δύο λουτρά στον τρίτο όροφο και τρία επιπλέον δωμάτια, που χρησιμοποιούνται ως καθιστικό, τραπεζαρία και γραφείο και ένα wc στον τέταρτο όροφο, με δύο διαφορετικές εισόδους από το κλιμακοστάσιο της πολυκατοικίας. Εφόσον δε πιθανολογήθηκε ότι η μέχρι τώρα συμβίωση υπ αυτές τις συνθήκες από το έτος 2009 δεν έχει δημιουργήσει έκρυθμη κατάσταση, έριδες και διαπληκτισμούς, αφού εξάλλου ο καθού ως ελεύθερος επαγγελματίας έχει ιδιαίτερα αυξημένες επαγγελματικές υποχρεώσεις και επιστρέφει σ αυτή τις νυχτερινές ώρες, οι διάδικοι δε ως άτομα ιδιαίτερης πνευματικής καλλιέργειας μπορούν να αντιληφθούν το συμφέρον τους και των ανηλίκων τέκνων τους, δεν πρέπει να διαταχθεί η προσωρινή μετοίκηση του καθού από τη συζυγική οικία, αλλά μπορούν να εξακολουθήσουν να χρησιμοποιούν προσωρινά χωριστούς χώρους αυτής, χωρίς να διαμορφωθούν νέοι χώροι με καθαίρεση τοίχων, όπως 6
αβασίμως ζητεί ο καθού, αφού η παρούσα απόφαση έχει προσωρινό χαρακτήρα, μέχρι τη συζήτηση της κυρίας υπόθεσης, οπότε θα κριθεί οριστικά η χρήση της συζυγικής οικίας. Πρέπει δηλ. κατά την κρίση αυτιού του Δικαστηρίου η αιτούσα μαζί με τα τέκνα της να κάνουν χρήση του τρίτου ορόφου της ενιαίας κατοικίας τους και ο καθού του τετάρτου ορόφου αυτής, και τα δυο διάδικα μέρη δε να κάνουν χρήση του κοινού χώρου της κουζίνας του τρίτου ορόφου, απορριπτομένου του σχετικού αιτήματος μετοίκησης του καθού ελλείψει κατεπείγοντος. Συντρέχει, όμως επείγουσα περίπτωση, που επιβάλλει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων, με τα οποία να ρυθμιστούν προσωρινά οι σχέσεις των διαδίκων με τα ανήλικα τέκνα τους, προκειμένου να αποφευχθεί η διακινδύνευση της ψυχικής τους ηρεμίας και ισορροπίας. Με βάση τα προεκτεθέντα και ανεξάρτητα από τα αισθήματα στοργής και αγάπης, που αναντίρρητα τρέφει ο καθού η αίτηση για τα ανήλικα τέκνα του, το Δικαστήριο τούτο, με αποκλειστικό οδηγό της δικαιοδοτικής κρίσης του το συμφέρον και μόνο των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων, λαμβάνοντας περαιτέρω υπόψη του τη διαμορφωθείσα πραγματική κατάσταση, καθώς και την επιθυμία, τη δυνατότητα, αλλά και την καταλληλότητα και των δύο γονέων τους να ασκήσουν την επιμέλεια του προσώπου τους, κρίνει ότι το υλικό και ηθικό συμφέρον τους επιβάλλει να ασκείται προσωρινά και εν τοις πράγμασι η επιμέλεια του προσώπου τους από την αιτούσα μητέρα τους, η οποία είναι σε θέση να τους παράσχει την απαιτούμενη φύλαξη, ανατροφή και εκπαίδευση, ως εκπαιδευτικός η ίδια, λαμβανομένου υπόψη και του ότι αυτά, λόγω και της ηλικίας τους, έχουν απόλυτη ανάγκη της στοργής και των περιποιήσεων της απούσας, η οποία εξάλλου, έχει αναλάβει αποκλειστικά η ίδια τη φροντίδα τους και είναι αφοσιωμένη στην ανατροφή τους. Την απαραίτητη αυτή φροντίδα, επιμέλεια αλλά και υπομονή, αντιθέτως, δεν πιθανολογείται ότι δύναται, με την ίδια επάρκεια, να προσφέρει στα ανήλικα τέκνα του ο καθού η αίτηση, παρά το ενδιαφέρον που και αυτός επιδεικνύει για την ανατροφή τους. Στο συμπέρασμα δε αυτό κατατείνουν, μεταξύ των άλλων, και η ηλικία των ανηλίκων, αλλά και οι ανάγκη σταθερότητας ως προς τις συνθήκες ανάπτυξής τους, που στο στάδιο αυτό συνηγορούν υπέρ της προσωρινής ανάθεσης της επιμέλειας στη μητέρα. Ο καθού, περαιτέρω, είναι διατηρώντας γραφείο στο Κολωνάκι και από την εργασία του αυτή αποκομίζει το ποσό των 46.000 ευρώ ετησίως, ήτοι το ποσό των τριών χιλιάδων οκτακόσιων (3.800) ευρώ μηνιαίως. Επιπλέον λόγω της θέσης του ως το έτος 2010 αποκόμισε το επιπλέον ποσό των 20.000 περίπου, ήτοι 1.600 ευρώ περίπου μηνιαίως (βλ. εκκαθαριστικό σημείωμα οικονομικού έτους 2010), στην οποία όμως πιθανολογήθηκε ότι δεν απασχολείται πλέον. Είναι κύριος ενός ΙΧΕ αυτοκινήτου, μάρκας ενώ στην κυριότητά του ανήκει η πολυτελής κατοικία που χρησιμοποιούν με την αιτούσα ως οικογενειακή τους στέγη. Η αιτούσα, από την άλλη πλευρά, είναι υπάλληλος της απασχολείται ως ωρομίσθια καθηγήτρια όπου
φοιτούν και τα τέκνα της, αποκομίζοντας κατά μέσο όρο το ποσό των 1.200 ευρώ μηνιαίως, ενώ δεν πιθανολογήθηκε ότι αποκομίζει οποιοδήποτε επιπλέον ποσό παραδίδοντας ιδιαίτερα μαθήματα σε μαθητές. Είναι ασφαλισμένη σε φορέα κύριας ασφάλισης και για την ιατροφαρμακευτική της περίθαλψη, είναι κυρία ενός ΙΧΕ αυτοκινήτου μάρκας κυλινδρισμού 1.800 cc, το οποίο χρησιμοποιεί για τις μετακινήσεις της από και προς την εργασία της, και ενός ακινήτου, ήτοι μίας παλαιός οικίας στην επιφανείας του ισογείου 95 τ.μ., στο οποίο ανήκει ως παράρτημα και η αποθήκη του υπογείου, επιφανείας 100 τ.μ. και στο οποίο οι γονείς της αιτούσας έχουν δικαίωμα συνοίκησης, το οποίο δεν αποδείχθηκε ότι της αποφέρει εισοδήματα από την εκμετάλλευσή του. Τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων, εξάλλου, είναι μαθητές της τάξης του στο οποίο καταβάλουν και οι δύο δίδακτρα συνολικού ύψους 916 ευρώ μηνιαίως, ενώ επιπροσθέτως παρακολουθούν μαθήματα πρόσθετων δραστηριοτήτων, τζούντο και ποδοσφαίρου ο ανήλικος για τα οποία καταβάλει το ποσό των 47 ευρώ μηνιαίως και καλλιτεχνικών για την ανήλικη για τα οποία καταβάλει το ποσό των 22 ευρώ μηνιαίως. Παρακολουθούν επίσης ιδιαίτερα μαθήματα αγγλικών, για τα οποία καταβάλουν το ποσό 225 ευρώ μηνιαίως, μπαλέτου για την για τα οποία καταβάλει το ποσό των 91 ευρώ μηνιαίως, ενώ για την αγορά βιβλίων, σχολικών βοηθημάτων και γραφικής ύλης απαιτείται το ποσό των 20 ευρώ μηνιαίως για κάθε τέκνο. Κατά τα λοιπά τα ανήλικα έχουν τις συνήθεις ανάγκες διατροφής, ένδυσης, υπόδησης και ψυχαγωγίας παιδιών της ηλικίας τους. Έτσι, και με βάση τις προαναφερόμενες οικονομικές δυνατότητες των γονέων τους και ενόψει του ότι τα ίδια τα ανήλικα στερούνται κάθε περιουσίας και πόρων ζωής και λόγω της ηλικίας τους δεν δύνανται να εργασθούν για να διαθρέψουν τον εαυτό τους, η μηνιαία διατροφή τους, στην οποία περιλαμβάνεται και η αναλογία τους στις λειτουργικές δαπάνες κοινοχρήστων, λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος, ύδατος κλπ. του διαμερίσματος στο οποίο διαμένουν, πρέπει να καθοριστεί στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ για καθένα από αυτά. Το ποσό αυτό είναι ανάλογο με τις ανάγκες των ανηλίκων, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες ζωής τους και ανταποκρίνονται στα απαραίτητα έξοδα για διατροφή, συντήρηση και εκπαίδευσή τους (τροφή, ένδυση, υπόδηση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ψυχαγωγία κλπ.). Συνολικά δηλαδή οι ανάγκες των ανηλίκων ανέρχονται στο ποσό των δύο χιλιάδων (1.000 + 1.000 = 2.000) ευρώ. Από το ποσό αυτό ο καθού είναι σε θέση και πρέπει να καταβάλει χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ, χωρίς να διακινδυνεύσει η δική του διατροφή, ενώ κατά το υπόλοιπο ποσό, που απαιτείται για τη διατροφή των ανηλίκων, συμμετέχει και η αιτούσα, τόσο με τις κατά τα ανωτέρω οικονομικές δυνατότητές της όσο και με την αποτιμητή σε χρήμα προσωπική εργασία και απασχόλησή 8
της για την περιποίηση και φροντίδα των ανηλίκων τέκνων της. Τη μηνιαία δε πιο πάνω διατροφή ο καθού πρέπει να προκαταβάλλει στην αιτούσα για λογαριασμό των ανηλίκων εντός του πρώτου τριημέρου (3ημέρου) κάθε ημερολογιακού μήνα και για το χρονικό διάστημα μετά την επίδοση της αίτησης. Λόγω της διάστασης, επίσης, η ίδια η αιτούσα δικαιούται διατροφής από τον καθού, διότι ο τελευταίος, αν εξακολουθούσε η έγγαμη συμβίωσή τους, θα όφειλε μεγαλύτερη συνεισφορά. Και τούτο διότι, κατά τη διάρκεια της διάστασης, ο γάμος των διαδίκων εξακολουθεί, τουλάχιστον τυπικά, να υφίσταται και, επομένως, η διατροφή θα πρέπει να εξασφαλίζει στην οικονομικά ασθενέστερη αιτούσα το ίδιο βιοτικό επίπεδο, με εκείνο που απολάμβανε όσο διαρκούσε η έγγαμη συμβίωση (βλ. και Θ. Παπαχρίστου, Εγχειρίδιο Οικογενειακού Δικαίου, 3 η έκδ., κεφ. ΣΤ', σ. 137). Προϋπόθεση της αξίωσης αυτής, δεν είναι η απορία της αιτούσας (βλ. και Π. Τζίφρα, Ασφαλιστικά μέτρα, έκδ. 4 η, σ. 240-241, Δ. Καλλινίκου στον ΑΚ των Απ. Γεωργιάδη - Μ. Σταθόπουλου, άρθρ. 1391, αριθ. 10 επ., Θ. Παπαχρίστου, Εγχειρίδιο Οικογενειακού Δικαίου, έκδ. 3 η, κεφ. ΣΤ', σ. 137) και για το λόγο αυτό το σχετικό δικαίωμα της τελευταίας δεν επηρεάζεται από την ύπαρξη ακινήτου της. Η έκταση (μέτρο) της οφειλόμενης διατροφής, εξάλλου, θα υπολογιστεί με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί κατά την έγγαμη συμβίωση, και την αναλογία, με την οποία θα συνεισέφεραν οι διάδικοι στις οικογενειακές ανάγκες. Στον υπολογισμό αυτό, εξάλλου, πρέπει να συνεκτιμηθούν και οι τυχόν νέες ανάγκες του δικαιούχου, αλλά και το αυξημένο κόστος που απαιτείται για την ικανοποίηση των υφιστάμενων ήδη κατά την έγγαμη συμβίωση αναγκών (βλ. Θ. Παπαχρίστου, ό.π., όπου και περαιτέρω παραπομπές στη θεωρία). Στην προκειμένη περίπτωση, επομένως, με βάση τις προαναφερόμενες οικονομικές δυνατότητες του καθού και με συνυπολογισμό των οικονομικών δυνατοτήτων της απούσας για τη λειτουργία του συζυγικού οίκου τους, κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων οι οικογενειακές ανάγκες τους, ανέρχονταν στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ. Για την κάλυψη των αναγκών αυτών ο καθού συνεισέφερε δύο χιλιάδες διακόσια (2.200) ευρώ, η δε αιτούσα το ποσό των οκτακόσιων (800) ευρώ μηνιαίως. Η διαφορά, ως εκ τούτου, ανάμεσα στο μισό της αξίας των οικογενειακών αναγκών και στο ποσό της συνεισφοράς της δικαιούχου συζύγου, που αποτελεί το ποσό της οφειλόμενης διατροφής, ανέρχεται σε επτακόσια (700) ευρώ (3.000 ευρώ : 2 = 1.500 ευρώ - 800 ευρώ). Έτσι, η οφειλόμενη από τον καθού διατροφή ανέρχεται στο πιο πάνω ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ, το οποίο ανταποκρίνεται στις ανάγκες της και αποτελεί την αναλογία, που ο καθού ήταν υποχρεωμένος να συνεισφέρει στο πλαίσιο της έγγαμης συμβίωσής τους με μέτρο τις συνθήκες της οικογενειακής τους ζωής. Περαιτέρω, δεν πιθανολογήθηκε σπουδαίος λόγος, που να επιβάλλει όρους και περιορισμούς στην επικοινωνία του καθού η αίτηση με τα ανήλικα τέκνα του, αφού δεν
συνιστούν τέτοιο λόγο οι ισχυρισμοί της αιτούσας ότι ο καθού οπλοφορεί εντός της οικίας του, όπως πιθανολογείται και από τις προσκομιζόμενες από αυτήν φωτογραφίες. Ο καθού πιθανολογείται ότι φέρει όπλο νόμιμα, κατόπιν αδείας της αρμόδιας αρχής, πλην όμως αυτή του χορηγήθηκε για λόγους προστασίας του και όχι για να το φέρει στη ζώνη του εντός της οικίας του και μάλιστα κατά την προετοιμασία του πρωινού των τέκνων του, ώστε πρέπει να τεθεί σχετικός περιορισμός προς προστασία των ανηλίκων. Το αληθινό συμφέρον των ανηλίκων, το οποίο και μόνο λαμβάνει υπόψη του το Δικαστήριο, υπαγορεύει να επικοινωνούν τακτικά με τον πατέρα τους, ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος αποξένωσής τους και να ενισχυθεί ο μεταξύ τους ψυχικός δεσμός, που θά συμβάλλει στην ομαλή ψυχοσωματική ανάπτυξη και ισορροπία τους. Προς τούτο, το Δικαστήριο κρίνει, ότι ο προσφορότερος τρόπος της μεταξύ τους επικοινωνίας, αφού ληφθούν υπόψη, οι συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί καθώς και οι ανάγκες τους, είναι ο αναφερόμενος στο διατακτικό της παρούσας (άρθρ. 692 παρ, 1 του ΚΠολΔ). Εξάλλου, η ανάγκη λήψης των αιτούμενων ασφαλιστικών μέτρων, προκύπτει από την ίδια τη φύση των ασφαλιστέων αξιώσεων. Με βάση τα παραπάνω η αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή κατά ένα μέρος δεκτή ως και κατ' ουσίαν και συγκεκριμένα α) να ανατεθεί προσωρινά στην αιτούσα αποκλειστικά η άσκηση της επιμέλειας των πιο πάνω ανηλίκων τέκνων της, που απέκτησε με τον καθού, β) να ρυθμισθεί η χρήση της οικογενειακής στέγης, με τον τρόπο που εκτίθεται στο διατακτικό, γ) να υποχρεωθεί ο καθού να προκαταβάλει στην αιτούσα, εντός του πρώτου τριημέρου (3ημέρου) κάθε ημερολογιακού μήνα και για το χρονικό διάστημα μετά την επίδοση της αιτήσεως, το ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ ως προσωρινή διατροφή για τα πιο πάνω ανήλικα τέκνα τους, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση της πληρωμής κάθε δόσεως μέχρι την εξόφληση και, δ) να υποχρεωθεί ο τελευταίος να προκαταβάλει στην αιτούσα, εντός του πρώτου τριημέρου (3ημέρου) κάθε ημερολογιακού μήνα και για το χρονικό διάστημα μετά την επίδοση της αιτήσεως, το ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ ως προσωρινή διατροφή της, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση της πληρωμής κάθε δόσεως μέχρι την εξόφληση. Πρέπει, επίσης να γίνει εν μέρει δεκτή και η ανταίτηση του καθού ως ουσιαστικά βάσιμη, να ρυθμισθεί δε προσωρινά η επικοινωνία του ανταιτούντος με τα ανήλικα τέκνα του, κατά τον τρόπο που εκτίθεται στο διατακτικό. Ειδικότερα, ο ανταιτών θα επικοινωνεί με τα τέκνα του, α) εβδομαδιαίως, κατά τις ημέρες Τρίτη και Πέμπτη, από ώρα 20.00 μέχρι ώρα 22.00 μ.μ., στην κατοικία τους, κατόπιν συνεννόησης των διαδίκων και εφόσον το επιτρέπει το πρόγραμμα των εξωσχολικών δραστηριοτήτων τους, β) κάθε δεύτερο Σαββατοκύριακο, από ώρα 09.00 π.μ. του Σαββάτου μέχρι ώρα 21.00 μ.μ. της Κυριακής, με δικαίωμα 10
εξόδου κατόπιν συνεννόησης των διαδίκων, γ) τις ημέρες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς εκ περιτροπής με την καθής, μία εβδομάδα καθένας, αρχής γενομένης από τις ημέρες της Πρωτοχρονιάς, δηλ. από 30/12/2011 μέχρι και 6/1/2012, δ) τις ημέρες του Πάσχα εκ περιτροπής με την καθής και συγκεκριμένα τον πρώτο χρόνο από τη Μ. Πέμπτη έως και την Τρίτη της Διακαινησίμου και τον άλλο χρόνο από την Τετάρτη της Διακαινησίμου μέχρι το Σάββατο της Διακαινησίμου κ.ο.κ. και, ε) ένα μήνα κάθε καλοκαίρι από 1 η έως και την 31 Π Αυγούστου κάθε έτους, με τον περιορισμό ότι κατά την επικοινωνία του με τα τέκνα του δεν θα φέρει μαζί του οποιοσδήποτε είδους όπλο. Τα δικαστικά έξοδα, τέλος, πρέπει να συμψηφιστούν στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκων λόγω της ιδιότητάς τους ως συζύγων (άρθρ. 179 ΚΠολΔ). ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ κατ' αντιμωλία των διαδίκων την από αίτηση και την από ανταίτηση. ΔΕΧΕΤΑΙ κατά ένα μέρος την αίτηση. ΑΝΑΘΕΤΕΙ προσωρινά την άσκηση της επιμέλειας των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων, αποκλειστικά στην αιτούσα. ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον καθού η αίτηση να προκαταβάλει στην αιτούσα, εντός των πρώτων τριών (3) ημερών κάθε ημερολογιακού μήνα και για το χρονικό διάστημα μετά την επίδοση της αίτησης, α) το ποσό χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, ως προσωρινή διατροφή για τα ως άνω ανήλικα τέκνα τους και, β) το ποσό επτακοσίων (700) ευρώ, ως προσωρινή διατροφή της, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση της πληρωμής κάθε δόσεως μέχρι την εξόφληση. ΡΥΘΜΙΖΕΙ τη χρήση της οικογενειακής στέγης, που βρίσκεται επί της οδού ήτοι της μεζονέτας του τρίτου και τετάρτου ορόφου της παραπάνω οικοδομής, στην οποία η αιτούσα και τα τέκνα της θα κάνουν αποκλειστική χρήση του τρίτου ορόφου αυτής, ενώ ο καθού θα κάνει αποκλειστική χρήση του τετάρτου ορόφου, και τα δύο διάδικα μέρη δε θα κάνουν χρήση του κοινού χώρου της κουζίνας του τρίτου ορόφου, ΔΕΧΕΤΑΙ κατά ένα μέρος την ανταίτηση. ΡΥΘΜΙΖΕΙ το δικαίωμα επικοινωνίας του ανταιτούντος με τα ανήλικα τέκνα του και ως εξής; Ο ανταιτών θα επικοινωνεί με τα τέκνα του, α) εβδομαδιαίως, κατά τις ημέρες Τρίτη και Πέμπτη, από ώρα 20.00 μέχρι ώρα 22.00 μ.μ., στην κατοικία τους, κατόπιν συνεννόησης των διαδίκων και εφόσον το επιτρέπει το πρόγραμμα των εξωσχολικών δραστηριοτήτων τους, β) κάθε δεύτερο Σαββατοκύριακο, από ώρα 09.00
π.μ. του Σαββάτου μέχρι ώρα 21.00 μ.μ. της Κυριακής, με δικαίωμα εξόδου κατόπιν συνεννόησης των διαδίκων, γ) τις ημέρες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς εκ περιτροπής με την καθής, μία εβδομάδα καθένας, αρχής γενομένης από τα Χριστούγεννα 2001, που θα παραμείνουν με την αιτούσα από τις 23/12/2011 μέχρι τις 29/12/2011, ενώ τις ημέρες της Πρωτοχρονιάς με τον καθού από τις 30/12/2011 μέχρι τις 6/1/2012, δ) τις ημέρες του Πάσχα εκ περιτροπής με την καθής και συγκεκριμένα τον πρώτο χρόνο από τη Μ. Πέμπτη έως και την Τρίτη της Διακαινησίμου και τον άλλο χρόνο από την Τετάρτη της Διακαινησίμου μέχρι το Σάββατο της Διακαινησίμου κ.ο.κ. και, ε) ένα μήνα κάθε καλοκαίρι από 1 Π έως και την 31 η Αυγούστου κάθε έτους, με τον περιορισμό ότι κατά την επικοινωνία του με τα τέκνα του δεν θα φέρει μαζί του οποιουδήποτε είδους όπλο. ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων. Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Αθήνα στις Αυγούστου χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους. Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ 12