Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Η θέση της «κυκλοφορίας» στην αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος... Γιώργος Σταμάτης

Σχετικά έγγραφα
Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οικιακή εργασία και πραγματικό ωρομίσθιο των εργαζομένων Γιώργος Σταμάτης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Αξίες και τιμές παραγωγής. Η σχέση μεταξύ του 1ου και του 3ου τόμου του «Κεφαλαίου» Γιώργος Σταμάτης

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ. και το Κόστος

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Για την απομυθοποίηση του Sraffa είκοσι θέσεις Γιώργος Σταμάτης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οι συνθήκες πραγματοποίησης της παραγωγής στην απλή αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου Παρασκευάς Παρασκευαΐδης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οι συνθήκες πραγματοποίησης της παραγωγής στην απλή αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου Παρασκευάς Παρασκευαΐδης

Εισαγωγή στην Πολιτική Οικονομία

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Αυτοματοποίηση της παραγωγής και μαρξιστική θεωρία Γιώργος Σταμάτης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Μη αναπαραγωγικές δαπάνες, κρατικές δαπάνες, κοινωνική αναπαραγωγή και κερδοφορία του κεφαλαίου Γιώργος Σταμάτης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Τεχνολογική εξέλιξη και τάση του ποσοστού κέρδους στον Μαρξ Γιώργος Σταμάτης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Αγροτικό πλεόνασμα, παραγωγική και μη παραγωγική εργασία, άνιση ανταλλαγή και παραοικονομία Γιώργος Σταμάτης

1. Σκοπός της οικονομικής ανάπτυξης είναι η αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων.

[Υπόδειξη: Τα αγαθά που χάνουν την υλική τους υπόσταση και τις ιδιότητες τους μετά την πρώτη χρήση τους ονομάζονται καταναλωτά.]

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Η θεωρία της αξίας και της υπεραξίας Γιώργος Σταμάτης

Η σύγχρονη εργατική τάξη και το κίνημά της (2) Συντάχθηκε απο τον/την ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ Παρασκευή, 11 Σεπτέμβριος :57

ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 Η ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ

Ποσοτική Εκτίμηση του Μέγιστου Εφικτού Λόγου Μη Εργαζομένων προς Εργαζόμενους στην Ελληνική Οικονομία

ΘΕΜΑΤΑ ΤΕΛΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

Αρχές Οικονομικής Θεωρίας προσανατολισμού

Τιμές Παραγωγής και Εργασιακές Αξίες στο Απλό Διτομεακό Υπόδειγμα

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2015 Β ΦΑΣΗ ÓÕÍÅÉÑÌÏÓ ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ ΟΜΑ Α ΠΡΩΤΗ

ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΘΕΜΑ Α. Α.1. α. Σωστή β. Λάθος γ. Λάθος δ. Σωστή ε. Σωστή. Α.2. γ. Α.3. β ΘΕΜΑ Β

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΕΝΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗ 8 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ. Όνομα/Επίθετο: ΟΜΑΔΑ Α

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2018

3. ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ: ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ HECKSCHER-OHLIN

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ ΟΜΑΔΑ ΔΕΥΤΕΡΗ

1.1. ΟΜΑΔΑ Α. Στις παρακάτω ερωτήσεις να σημειώσετε το χαρακτηρισμό Σ (σωστό) ή Λ (λάθος).

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ 2 Ενότητα #3: Το κόστος παραγωγής

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ Α. ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ - ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ. και το Κόστος

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ (Μικροοικονομική) Mankiw Gregory N., Taylor Mark P. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΖΙΟΛΑ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣ (επιμέλεια): Δοκίμια οικονομικής θεωρίας και οικονομικής πολιτικής εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1986, σ. 323

Ενότητα 3. Εννοιολογικό Πλαίσιο Κόστους - Ορισµοί ιακρίσεις. MBA Master in Business Administration Τµήµα: Οικονοµικών Επιστηµών

ΑΟΘ : ΘΕΜΑΤΑ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ

Case 10: Ανάλυση Νεκρού Σημείου (Break Even Analysis) με περιορισμούς ΣΕΝΑΡΙΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. Προσφορά των Αγαθών


Εισαγωγή. Λογιστική Κόστους. Κόστος. Η λογιστική κόστους είναι απλή

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ: ΘΕΩΡΙΑ ΠΑΡΑΓΩΓΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ

ΑΣΚΗΣΕΙΣ. 1η οµάδα. 2. Έστω ο επόµενος πίνακας παραγωγικών δυνατοτήτων: Χ Υ Κόστος. Κόστος ευκαιρίας Ψ Α /3

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Μερικά χαρακτηριστικά της νεοκλασικής θεωρίας Γιώργος Σταμάτης

Κεφάλαιο 3. Παραγωγικότητα της εργασίας και συγκριτικό πλεονέκτημα: Το Ρικαρδιανό υπόδειγμα


ΣΥΝΘΕΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

Α.4 Η καμπύλη ζήτησης με ελαστικότητα ζήτησης ίση με το μηδέν σε όλα τα σημεία της είναι ευθεία παράλληλη προς τον άξονα των ποσοτήτων.

Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2015

2. Να γράψετε έναν αριθμό που είναι μεγαλύτερος από το 3,456 και μικρότερος από το 3,457.

ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Ι

θυσιάζονται, όταν παράγεται μία επιπλέον μονάδα από το αγαθό Α. Μονάδες 3

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΕΠΙΛΟΓΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 15/06/2018 ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

Ρητοί Αριθμοί - Η ευθεία των αριθμών

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ 2016 ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ

Πανελλήνιες Εξετάσεις Ημερήσιων Γενικών Λυκείων. Εξεταζόμενο Μάθημα: Αρχές Οικονομικής Θεωρίας. Ημ/νία: 31 Μαΐου Απαντήσεις Θεμάτων

Κοστολόγηση κατά προϊόν ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΟΣΤΟΥΣ Ι

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΟΜΑΔΑ Α

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

Αντίστοιχα υπάρχει η αγορά προϊόντων και η αγορά παραγωγικών συντελεστών που συμμετέχουν οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.

ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΚΕΦ 1

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2016

ΟΜΟΣΠΟΝ ΙΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑ ΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2014

ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ Ο ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ GAUSS

Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Γ' ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΠΙΛΟΓΗΣ 2006 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ ΟΜΑ Α Α

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. Επιµέλεια: Οµάδα Οικονοµολόγων της Ώθησης

Κεφάλαιο 4 Ειδικοί συντελεστές παραγωγής και διανομή εισοδήματος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΟ ΕΓΧΩΡΙΟ ΠΡΟΙΟΝ. 1. Τι πρέπει να κατανοήσει o μαθητής

Slide 8.1. ΤΕΙ Πειραιά Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Λογιστική και Χρηματοοικονομική. Δευτέρα 27 Ιανουαρίου & Τετάρτη 29 Ιανουαρίου

Οικονομική Κοινωνιολογία

Α.1 Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (Α.Ε.Π.) σε σταθερές τιμές μετράει την αξία της συνολικής παραγωγής σε τιμές του έτους βάσης.

ΟΜΑ Α ΠΡΩΤΗ ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΑ

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ(EΠΑΛ) ΟΜΑΔΑ Α

Αρχές Οικονομικής Θεωρίας μάθημα επιλογής

Α1. ΘΕΜΑ Α. 1. Λ 2. Σ 3. Λ 4. Σ 5. Λ Α2.1. Β Α2.2. Δ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. Α.1. Κάθε οικονομία παράγει πάντοτε τους συνδυασμούς των προϊόντων που βρίσκονται πάνω στην καμπύλη των παραγωγικών της δυνατοτήτων.

Κόστος- Έξοδα - Δαπάνες

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΝΕΟ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ Β Θέµα 1ο Α. ii. iii. iv. (Μονάδες 15) ii. iii. iv. (Μονάδες 5) ii. iii. iv. (Μονάδες 5)

ΕΡΓΑΣΙΕΣ 3 ου ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ. 1 η Ομάδα: Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής

Εξετάσεις Η επιβολή από το κράτος κατώτατης τιμής στα αγροτικά προϊόντα έχει ως σκοπό την προστασία του εισοδήματος των αγροτών.

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Α.Ο.Θ. ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ Θέματα και Απαντήσεις

Μερικές «αντιφάσεις» στην ελαστική κρούση.

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2015 Β ΦΑΣΗ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΟΜΑ Α ΠΡΩΤΗ ΟΜΑ Α ΕΥΤΕΡΗ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 31 ΜΑΪΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ

Κεφ. 3 η παραγωγή της επιχείρησης και το κόστος

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΩΣΤΟΥ ΛΑΘΟΥΣ 1. Σε ένα κανονικό αγαθό, όταν αυξάνεται το εισόδηµα των καταναλωτών, τότε αυξάνεται και η συνολική δαπάνη των καταναλωτών 2.

ΟΜΑ Α Α. Α2 Η φάση της κρίσης στον οικονοµικό κύκλο χαρακτηρίζεται από εκτεταµένη ανεργία. Μονάδες 3

Ερωτήσεις και Ασκήσεις κεφ. 5, Ο προσδιορισμός των τιμών Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής : Ερωτήσεις σωστού λάθους.

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 15 ΙΟΥΝΙΟΥ 2018 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ

1. Ο όρος «μακροοικονομική θεωρία» είναι ταυτόσημος με τον όρο «θεωρία των τιμών».

Θεόδωρος Μαριόλης Τ.Δ.Δ., Πάντειο Πανεπιστήμιο Ι.Κ.Ε. Δημήτρης Μπάτσης

Transcript:

Η θέση της "κυκλοφορίας" στην αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος και στην παραγωγή υπεραξίας και κέρδουςτου Γιώργου Σταμάτη Είναι ευρέως δεδομένη η άποψη, ότι, κατά τον Μαρξ, ο τομέας της «κυκλοφορίας», δηλ. του εμπορίου και εν γένει των υπηρεσιών, είναι μη παραγωγικός, επειδή δεν παράγει υπεραξία ή, αντιστοίχως, κέρδος 2, αλλά παίρνει απλώς μέρος της υπεραξίας ή, αντιστοίχως, του κέρδους που παράγουν οι υπόλοιποι, οι παραγωγικοί, τομείς, δηλ. οι τομείς της «υλικής» παραγωγής, έτσι που και η εργασία, που απασχολείται στον τομέα της «κυκλοφορίας», είναι, ακόμη κι όταν είναι υπαγμένη στο κεφάλαιο, μη παραγωγική εργασία. Δείξαμε αλλού 3, ότι, πρώτον, η άποψη αυτή δεν είναι η άποψη του Μαρξ και, δεύτερον, ότι είναι αυτή καθεαυτήν αντικειμενικά εσφαλμένη. Εδώ δεν επιθυμούμε να αναπτύξουμε πράγματα που θα έπρεπε να ήσαν αυτονόητα δηλ. ότι κάθε εργασία πού είναι (δεν είναι) υπαγμένη στο κεφάλαιο παράγει (δεν παράγει) - ανεξάρτητα από το είδος των αξιών χρήσης που παράγει, υλικά αγαθά ή υπηρεσίες, - υπεραξία ή, αντιστοίχως, κέρδος και επομένως είναι, κατά τον Μαρξ παραγωγική (μη παραγωγική) εργασία, αλλά να δείξουμε γιατί στην καπιταλιστική εμπορευματική παραγωγή δεν είναι δυνατόν ο τομέας της κυκλοφορίας να παίρνει υπεραξία ή, αντιστοίχως, κέρδος, που παρήγαγαν άλλοι τομείς, και να εξηγήσουμε πώς γίνεται κάθε τομέας να παίρνει μόνον την υπεραξία ή, αντιστοίχως, το κέρδος, που παρήγαγε αυτός ο ίδιος, ή, αντιστρόφως, να παράγει ο ίδιος την υπεραξία ή, αντιστοίχως, το κέρδος που παίρνει, θα δείξουμε επίσης, ότι, όπως η εργασία, που ξοδεύεται στην «υλική» παραγωγή, είναι ανάλογα αν παράγει αναπαραγωγικές ή μη αναπαραγωγικές αξίες χρήσης, αναπαραγωγική ή μη αναπαραγωγική εργασία, έτσι και η εργασία που ξοδεύεται στην «κυκλοφορία», είναι, ανάλογα αν παράγει αναπαραγωγικές ή μη αναπαραγωγικές αξίες χρήσης, αναπαραγωγική ή μη αναπαραγωγική εργασία. Αναπαραγωγική (μη αναπαραγωγική) είναι μία αξία χρήσης, όταν εισέρχεται (δεν εισέρχεται) άμεσα ή έμμεσα στην παραγωγή όλων των παραγόμενων αξιών χρήσης. Μια αναπαραγωγική αξία χρήσης εισέρχεται λοιπόν άμεσα ή έμμεσα στην παραγωγή όλων των - αναπαραγωγικών και μη αναπαραγωγικών - αξιών χρήσης, μια μη αναπαραγωγική αξία χρήσης, αντιθέτως, ή δεν εισέρχεται στην παραγωγή καμιάς αξίας χρήσης ή εισέρχεται στην παραγωγή μερικών ή όλων των μη παραγωγικών αξιών χρήσης. Μια αναπαραγωγική αξία χρήσης είναι λοιπόν, επειδή ακριβώς εισέρχεται στην παραγωγή όλων των παραγόμενων αξιών χρήσης, απολύτως αναγκαία για την αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος στο σύνολο του. Αν δεν παραχθεί, τότε δεν μπορεί να παραχθεί καμία απολύτως αξία χρήσης και συνεπώς δεν μπορεί να αναπαραχθεί το οικονομικό σύστημα. Κάθε αναπαραγωγική αξία χρήσης είναι λοιπόν απολύτως αναγκαία για την αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος στο σύνολο του. Μια μη αναπαραγωγική αξία χρήσης, αντιθέτως, επειδή δεν εισέρχεται στην παραγωγή όλων των εμπορευμάτων, δεν είναι αναγκαία για την αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος στο σύνολο του. Διότι, εάν δεν παραχθεί, δεν μπορούν να παραχθούν εκείνες μόνον οι μη αναπαραγωγικές αξίες χρήσης, στην παραγωγή των οποίων εισέρχεται άμεσα ή έμμεσα αυτή η ίδια (αν εισέρχεται στην παραγωγή κάποιων μη αναπαραγωγικών αξιών χρήσης). Ένας απλός τρόπος να διαπιστώσει κανείς αν μια αξία χρήσης είναι αναπαραγωγική ή μη αναπαραγωγική είναι να διερευνήσει αν αυτή η αξία χρήσης εισέρχεται ή δεν εισέρχεται άμεσα ή έμμεσα στην παραγωγή μισθιακών αξιών χρήσης, αξιών χρήσης δηλ. που καταναλώνουν οι εργάτες. Αν εισέρχεται, είναι αναπαραγωγική, αν δεν εισέρχεται, είναι μη αναπαραγωγική αξία χρήσης. Κι αυτό διότι τα μισθιακά εμπορεύματα είναι - επειδή εισέρχονται άμεσα στην αναπαραγωγή της εργασιακής δύναμης, η οποία εισέρχεται άμεσα στην παραγωγή όλων των εμπορευμάτων, και ως εκ τούτου εισέρχονται κι αυτά τουλάχιστον έμμεσα στην παραγωγή όλων των εμπορευμάτων - αναπαραγωγικά εμπορεύματα, έτσι ώστε, όταν μια αξία χρήσης εισέρχεται άμεσα ή έμμεσα στην παραγωγή τους, εισέρχεται κι αυτή όπως εκείνα στην παραγωγή όλων των παραγομένων αξιών χρήσης και συνεπώς είναι αναπαραγωγική. Αν, αντιθέτως, μια αξία χρήσης δεν εισέρχεται άμεσα ή έμμεσα στην παραγωγή των μισθιακών εμπορευμάτων, δεν εισέρχεται στην αναπαραγωγή Σελίδα 1 / 8

της εργασιακής δύναμης, συνεπώς δεν εισέρχεται στην παραγωγή όλων των εμπορευμάτων κι επομένως είναι μη αναπαραγωγική. Αν λοιπόν ορισμένες αξίες χρήσης απ' αυτές που παράγονται στον τομέα της "κυκλοφορίας" εισέρχονται στην παραγωγή όλων των εμπορευμάτων και συνεπώς είναι αναπαραγωγικές αξίες χρήσης, τότε το συνολικό σύστημα δεν μπορεί να αναπαραχθεί αν δεν παραχθούν αυτές οι αξίες χρήσης, τότε δηλ. ορισμένα μέρη του τομέα της κυκλοφορίας είναι απολύτως αναγκαία για την αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος. Σελίδα 2 / 8

5. Το υπερπροϊόν του τομέα 1 περιέχει συνεπώς θετικές και αρνητικές ποσότητες εμπορευμάτων. (Η ποσότητα Xi(l6n) είναι θετική, επειδή 6π=απ και απ<1). Και ποιο είναι το υπερπροϊόν του τομέα 2; Είναι ίσο με Χ 2 μονάδες του εμπορεύματος 2 και - Χ 2 6 4 2 μονάδες του εμπορεύματος 4 και - Χ26 52 μονάδες του εμπορεύματος 5. Και αυτού του τομέα το υπερπροϊόν περιέχει θετικές και αρνητικές ποσότητες εμπορευμάτων. Αυτό το τελευταίο ισχύει και για το υπερπροϊόν καθενός από τους υπόλοιπους τομείς: και αυτών των τομέων το υπερπροϊόν αποτελείται από θετικές και αρνητικές ποσότητες εμπορευμάτων. Μπορούμε να συγκρίνουμε τα υπερπροϊόντα των διαφόρων τομέων μεταξύ τους; Προφανώς όχι. Το σημαντικότερο όμως είναι το εξής: Ότι επειδή ακριβώς το υπερπροϊόν κάθε τομέα περιέχει και αρνητικές ποσότητες εμπορευμάτων, δεν είναι δυνατόν να γίνει λόγος για το ποιος τομέας παρήγαγε ποιο μέρος του υπερπροϊόντος της συνολικής οικονομίας. Αυτό, το ότι δηλ. το υπερπροϊόν κάθε τομέα περιέχει και αρνητικές ποσότητες εμπορευμάτων, καθώς και η συνέπεια του που μόλις αναφέραμε είναι αποτέλεσμα του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας. Κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας σημαίνει πριν απ' όλα, ότι κάθε παραγωγός (εδώ κάθε τομέας) δεν παράγει ο ίδιος ό,τι χρειάζεται για την παραγωγή του, δηλ. τις εισροές της διαδικασίας παραγωγής του, αλλά ότι τις παίρνει από άλλους παραγωγούς (εδώ τομείς), γι' αυτό και αυτές οι εισροές εμφανίζονται ως αρνητικές ποσότητες εμπορευμάτων στις καθαρές εκροές του, δηλ. στο καθαρό προϊόν ή, αντιστοίχως, στο υπερπροϊόν που παράγει 1. Συνεπεία λοιπόν του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας δεν είναι δυνατόν να λεχθεί ποιος παραγωγός ή ποιος τομέας παρήγαγε ποιο μέρος του συνολικού καθαρού προϊόντος ή του συνολικού υπερπροϊόντος της οικονομίας. Συμβαίνει λοιπόν κι εδώ ό,τι συμβαίνει και λόγω 1. Οι καθαρές εκροές είναι ίσες με το καθαρό προϊόν, όταν τα μισθιακά εμπορεύματα δεν περιέχονται στις ενδιάμεσες εισροές, και είναι ίσες με το υπερπροϊόν, όταν αυτά περιέχονται, όπως εδώ, στις ενδιάμεσες εισροές. του ενδοεργοστασιακού καταμερισμού της εργασίας: Επειδή και κατά τη διαδικασία παραγωγής ενός ορισμένου παραγωγού (=εργοστασίου) οι εργαζόμενοι παράγουν υπό τις συνθήκες ενός ενδοεργοστασιακού καταμερισμού της εργασίας, δεν είναι δυνατόν να λεχθεί - ακόμη κι αν μπορούσε να πει κανείς (πράγμα που, Σελίδα 3 / 8

όπως είδαμε δεν μπορεί) ποιο είναι το καθαρόν προϊόν ή το υπερπροϊόν του εργοστασίου, δηλ. όλων των εργαζομένων συνολικά - ποιο μέρος αυτού του καθαρού προϊόντος ή υπερπροϊόντος παρήγαγε ένας ορισμένος εργαζόμενος. Το μόνον που δύναται να λεχθεί είναι ότι το συνολικό καθαρό προϊόν ή υπερπροϊόν της οικονομίας παρήχθη από το σύνολο των παραγωγών της και κατά συνέπεια από το σύνολο των εργατών της (κι αυτό πάλι, μόνον όταν αυτή η οικονομία είναι, όπως εδώ «κλειστή», δηλ. δεν έχει ανταλλακτικές σχέσεις με άλλες οικονομίες). Πώς όμως διαπιστώνεται τι παρήγαγε και τι πήρε από το συνολικό υπερπροϊόν της οικονομίας ένας ορισμένος τομέας; Στον καπιταλισμό ο κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας διαμεσολαβείται από την εμπορευματική παραγωγή. Τα προϊόντα της εργασίας γίνονται εμπορεύματα. Κάθε παραγωγός παίρνει από τους άλλους ό,τι χρειάζεται για την παραγωγή του δίνοντας ένα ισοδύναμο. Αυτό ισχύει και για σύνολα παραγωγών του ιδίου εμπορεύματος, δηλ. για τους τομείς παραγωγής. Η (μέσω του χρήματος) ανταλλαγή των προϊόντων της εργασίας μετατρέπει τα ως αξίες χρήσης διαφορετικά εμπορεύματα σε ομοιογενή και σύμμετρα πράγματα. Έτσι, η εμπορευματοποίηση των προϊόντων της εργασίας, δηλ. η εμπορευματική ανταλλαγή, επιτρέπει τη διαπίστωση του μέρους του συνολικού υπερπροϊόντος που παρήγαγε ένας τομέας ως διαπίστωση του μέρους της συνολικής υπεραξίας (αν τα εμπορεύματα ανταλλάσσονται στις αξίες τους) ή του μέρους του συνολικού κέρδους (αν τα εμπορεύματα ανταλλάσσονται σε τιμές που διαφέρουν από τις αξίες τους) που παρήγαγε αυτός ο ίδιος. Ας υποθέσουμε, ότι τα εμπορεύματα ανταλλάσσονται στις αξίες τους. Τότε στη θέση κάθε ποσότητας εμπορευμάτων εισέρχεται το αξιακό της ισοδύναμο, δηλ. η αξία αυτών των εμπορευμάτων, και συνεπώς στη θέση των υπερπροϊόντων των επιμέρους τομέων οι υπεραξίες αυτών των τομέων. Για να γίνει αυτό πρέπει βέβαια να είναι γνωστή η αξία μιας μονάδος κάθε εμπορεύματος. Το διάνυσμα των αξιών μπορεί να υπολογιστεί βάσει της δεδομένης τεχνικής. Είναι Σελίδα 4 / 8

Ποιες υπεραξίες πήραν οι επιμέρους τομείς; Αυτές ακριβώς, τις οποίες παρήγαγαν. Το ότι κάθε τομέας παίρνει αυτήν ακριβώς την υπεραξία, την οποία παράγει, οφείλεται στο γεγονός, ότι η υπεραξία, την οποία παράγει υπολογίζεται στην βάση της εμπορευματικής ανταλλαγής, υπολογίζεται δηλ. ως υπεραξία, την οποία παίρνει. Και πράγματι η υπεραξία που παράγει ένας τομέας υπολογίζεται, όπως είδαμε, ως η διαφορά μεταξύ των υπολογισμένου σε αξίες εσόδων και των υπολογισμένων σε αξίες εξόδων, δηλ. πράγματι ως η υπεραξία την οποία παίρνει. Για να ήταν δυνατόν ένας τομέας να παίρνει περισσότερη ή λιγότερη υπεραξία απ' όση παράγει, θα έπρεπε η ανταλλαγή ορισμένων εμπορευμάτων να μην είναι ανταλλαγή ισοδυνάμων, δηλ. να υπάρχουν για καθένα απ' αυτά τα εμπορεύματα δύο αξίες: ένα σύνολο αξιών, σύμφωνα με τις οποίες υπολογίζεται πόση υπεραξία παρήγαγε, και ένα δεύτερο - διαφορετικό - σύνολο αξιών, σύμφωνα με τις οποίες υπολογίζεται πόση υπεραξία πήρε αυτός ο τομέας. Αυτό όμως είναι αδύνατον, διότι, όπως είδαμε, λόγω του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας και της διαμεσολάβησής του από την εμπορευματική ανταλλαγή, η ποσότητα της υπεραξίας που παρήγαγε ένας τομέας υπολογίζεται ως η διαφορά μεταξύ των σε αξίες υπολογισμένων εσόδων και των επίσης σε αξίες υπολογισμένων εξόδων δηλ. σε αξίες, στις οποίες υπολογίζεται η υπεραξία, την οποίαν παίρνει. Συνεπώς η υπεραξία την οποίαν παράγει, και η υπεραξία, την οποίαν παίρνει ένας τομέας, υπολογίζονται στις ίδιες αξίες, στις αξίες που ισχύουν πράγματι κατά την ανταλλαγή. Οι αξίες λοιπόν, στις οποίες υπολογίζεται η υπεραξία που παράγει και οι αξίες στις οποίες υπολογίζεται η υπεραξία που παίρνει ένας τομέας, είναι οι ίδιες. Γι αυτό και η υπεραξία που παράγει και η υπεραξία που παίρνει ένας τομέας είναι η ίδια. Μένει να δείξουμε, ότι η υπεραξία που παράγει και παίρνει κάθε τομέας είναι θετική. Η απόδειξη έχει ως εξής: Ως γνωστόν η αξία του καθαρού προϊόντος, δηλ. το άθροισμα της αξίας της εργασιακής δύναμης και της υπεραξίας, ενός τομέα είναι ίση με την ζωντανή εργασία που χρησιμοποιεί αυτός ο τομέας. Διότι, αν Χ; και ψί είναι το διάνυσμα του ακαθάριστου προϊόντος και του καθαρού προϊόντος του τομέα i, i=l, 2, 3, 4, 5, 6, τότε από την δηλ. όταν η αξία 0)5650 μιας μονάδας εργασιακής δύναμης είναι μικρότερη της μονάδας. Μπορεί να αποδειχθεί ότι σε συστήματα, όπως το δεδομένο, τα οποία δύναται να παράγουν ένα αυστηρά θετικό (ή μη αρνητικό) υπερπροϊόν, η αξία μιας μονάδας εργασιακής δύναμης είναι μικρότερη της μονάδας 1. Συνεπώς οι υπεραξίες όλων των τομέων είναι θετικές. Δεν μεταβάλλεται τίποτα στα παραπάνω, αν υποθέσουμε ότι τα εμπορεύματα δεν ανταλλάσσονται στις αξίες τους, αλλά σε τιμές που διαφέρουν από τις τελευταίες. Μόνον που στην περίπτωση αυτή δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για την υπεραξία που παράγει και παίρνει, αλλά πρέπει να μιλάμε για το κέρδος που παράγει και παίρνει ένας τομέας. Το κέρδος ενός τομέα προκύπτει αν πολλαπλασιάσουμε το διάνυσμα του υπερπροϊόντος αυτού του τομέα όχι με το διάνυσμα των αξιών ω, αλλά με το διάνυσμα των τιμών p. To διάνυσμα των τιμών δύναται στη δεδομένη περίπτωση που το πραγματικό ωρομίσθιο είναι δεδομένο να προσδιοριστεί πλήρως, αν το τυποποιήσουμε θέτοντας την τιμή ενός εμπορεύματος ή ενός καλαθιού εμπορευμάτων ίση με μια θετική σταθερά. Με το διάνυσμα των τιμών προσδιορίζεται μονοσήμαντα και το γενικό ποσοστό κέρδους. Μπορεί να δείξει κανείς, ότι το διάνυσμα των τιμών είναι αυστηρά θετικό (και σε ορισμένες περιπτώσεις για πραγματικό ωρομίσθιο ίσο με το μηδέν μη αρνητικό) και το ποσοστό κέρδους πάντα θετικό 1. Επειδή το γενικό ποσοστό κέρδους είναι, λόγω της θετικότητας του υπερπροϊόντος, θετικό, είναι και το κέρδος κάθε τομέα θετικό. Κι αυτό, διότι το ποσοστό κέρδους είναι ίσο με το λόγο του κέρδους προς την σε τιμές υπολογισμένη ονομαστική αξία των μέσων παραγωγής. Επειδή όμως η τελευταία είναι, λόγω της θετικότητας των τιμών 2, θετική και επειδή το ποσοστό κέρδους είναι θετικό, είναι και το κέρδος θετικό. 3 Απ' όσα αναπτύξαμε προκύπτει, ότι κάθε τομέας παίρνει ακριβώς την υπεραξία ή, αντιστοίχως, το κέρδος, το Σελίδα 5 / 8

οποίο παράγει αυτός ο ίδιος. Συνεπώς η υπεραξία ή, αντιστοίχως, το κέρδος που παίρνει καθένας από τους τομείς κυκλοφορίας (εδώ του εμπορίου) παράγεται απ' αυτόν τον ίδιο. Και επειδή οι τομείς αυτοί παράγουν υπεραξία ή, αντιστοίχως, κέρδος, είναι παραγωγικοί τομείς, και η εργασία, την οποίαν απασχολούν και η οποία παράγει αυτήν την υπεραξία ή, αντιστοίχως, αυτό το κέρδος, είναι παραγωγική εργασία. Επίσης, ορισμένοι από τους τομείς της κυκλοφορίας παράγουν αναπαραγωγικά εμπορεύματα. Στο παράδειγμα μας όλοι οι τομείς πλην των τομέων 3 και 6 παράγουν, όπως εύκολα μπορεί να διαπιστώσει κανείς, αναπαραγωγικά εμπορεύματα. Μόνον οι τομείς 3 και 6 παράγουν μη αναπαραγωγικά εμπορεύματα. Απ' αυτό έπεται, ότι οι τομείς του εμπορίου που εμπορεύονται αναπαραγωγικά εμπορεύματα (εδώ οι τομείς 4 και 5 που εμπορεύονται τα αναπαραγωγικά εμπορεύματα 1 και 2) παράγουν αναπαραγωγικά εμπορεύματα, ενώ οι τομείς του εμπορίου που εμπορεύονται μη αναπαραγωγικά εμπορεύματα (εδώ ο τομέας 6 που εμπορεύεται το μη αναπαραγωγικό εμπόρευμα 3) παράγουν μη αναπαραγωγικά εμπορεύματα. Έτσι όχι μόνον όλοι οι τομείς της κυκλοφορίας είναι, επειδή και στο βαθμό που [χρησιμοποιούν ξένη εργασιακή δύναμη, παραγωγικοί τομείς, αλλά και μερικοί από [αυτούς είναι αναπαραγωγικοί, δηλ. απολύτως αναγκαίοι για την αναπαραγωγή του συνολικού οικονομικού συστήματος. Τελειώνοντας επιθυμούμε να προλάβουμε μια δυνατή παρανόηση. Η διαπίστωση, ότι ένας τομέας παίρνει ακριβώς ό,τι παράγει, ισχύει για όλους του καπιταλιστικούς τομείς στις μεταξύ των σχέσεις, όχι όμως και για τους λεγόμενους «συντελεστές παραγωγής», δηλ. για την εργασία και το κεφάλαιο, στην μεταξύ των σχέση. Από τα παραπάνω δεν έπεται, ότι και το «κεφάλαιο» και η «εργασία» παράγουν ό,τι παίρνουν, δηλ. το πρώτο την υπεραξία ή, αντιστοίχως, το κέρδος και η [δεύτερη την αξία ή, αντιστοίχως, την τιμή της συνολικής εργασιακής δύναμης. Διότι και τα δύο, τόσο η υπεραξία ή, αντιστοίχως, το κέρδος, όσο και η αξία ή, αντιστοίχως, η τιμή της συνολικής εργασιακής δύναμης, και συνεπώς και το άθροισμα τους, το σε αξίες ή, αντιστοίχως, σε τιμές υπολογισμένο καθαρό προϊόν στο σύνολο του, είναι αποκλειστικά και μόνον προϊόντα εργασίας. Γιατί όμως τότε δεν δύναται να λεχθεί ότι οι καπιταλιστές παίρνουν ένα μέρος της αξίας ή, αντιστοίχως, της τιμής του καθαρού προϊόντος που παρήγαγαν όχι αυτοί οι ίδιοι, αλλά οι εργάτες; Διότι στην καπιταλιστική πραγματικότητα δεν παράγουν οι εργάτες ένα κάποιο καθαρό προϊόν για δικό τους λογαριασμό, μέρος του οποίου παίρνουν μετά οι καπιταλιστές χωρίς να το έχουν παράγει, αλλά οι καπιταλιστές παράγουν για λογαριασμό τους το συνολικό καθαρό προϊόν, μέρος του οποίου καταβάλλουν στους εργάτες ως αντίτιμο της εργασιακής δύναμης που αγόρασαν απ' αυτούς και χρησιμοποίησαν για την παραγωγή. Τόσο αυτό το μέρος, όσο και το υπόλοιπο μέρος, η υπεραξία ή, αντιστοίχως, το κέρδος που απομένει σ' αυτούς, το παρήγαγαν αυτοί οι ίδιοι για λογαριασμό τους. Το ζήτημα δεν είναι αν το παρήγαγαν ή όχι, αλλά πώς το παρήγαγαν και συνεπώς το πήραν χωρίς να εργάζονται, αφού κάθε μέρος του καθαρού προϊόντος είναι προϊόν εργασίας και μόνον εργασίας. Η απάντηση σ' αυτό το ερώτημα είναι, ότι το παρήγαγαν, επειδή κατά την παραγωγή του χρησιμοποιούν μεταξύ άλλων (μέσων παραγωγής κτλ.) και κάτι, του οποίου η αξία ή, αντιστοίχως, η τιμή είναι μικρότερη από την αξία ή, αντιστοίχως, την τιμή του καθαρού προϊόντος το οποίο παράγει, επειδή δηλ. κατά την παραγωγή του χρησιμοποιούν ξένη εργασιακή δύναμη. Ένας παραγωγός, αντιθέτως, ο οποίος παράγει χωρίς να χρησιμοποιεί ξένη εργασιακή δύναμη, παράγει μεν, ακριβώς όπως παράγει ο καπιταλιστής και δεν παράγει ο μισθωτός εργάτης, για δικό του λογαριασμό, δεν παράγει όμως επίσης όπως παράγει ο καπιταλιστής, υπεραξία ή, αντιστοίχως, κέρδος. Δεν διαφέρει ο καπιταλιστής απ' αυτόν τον παραγωγό, ο οποίος δεν χρησιμοποιεί ξένη εργασιακή δύναμη, κατά το ότι ο μεν καπιταλιστής παίρνει και κάτι που δεν παρήγαγε ο ίδιος για λογαριασμό του, ενώ αυτός ο παραγωγός παίρνει μόνον ό,τι παρήγαγε για λογαριασμό του. Διότι και οι δύο τους δεν παίρνουν τίποτα που να μην παρήγαγαν για λογαριασμό τους. Αλλά διαφέρουν κατά το ότι, επειδή αυτός ο παραγωγός δεν χρησιμοποιεί ξένη εργασιακή δύναμη, κανένα μέρος του προϊόντος του δεν παίρνει την μορφή της υπεραξίας ή, αντιστοίχως, του κέρδους, ενώ ένα μέρος του προϊόντος του καπιταλιστή παίρνει, επειδή ακριβώς χρησιμοποιεί ξένη εργασιακή δύναμη, τη μορφή της υπεραξίας ή, αντιστοίχως, του κέρδους. Εν συντομίας το μέρος του προϊόντος που καρπούται ο καπιταλιστής δεν παράγεται από τον εργάτη και το παίρνει μετά ο καπιταλιστής,! αλλά παράγεται από τον καπιταλιστή για δικό του λογαριασμό και γι' αυτό ακριβώς το καρπούνται ο ίδιος, μόνον που, όπως το μέρος αυτό προκύπτει επειδή οι καπιταλιστής χρησιμοποιεί ξένη εργασιακή δύναμη, η αξία ή αντιστοίχως, η τιμή Ι της οποίας είναι μικρότερη από την αξία ή αντιστοίχως την τιμή του προϊόντος Ι που δημιουργεί, έτσι ακριβώς το ίδιο αυτό μέρος δημιουργείται όχι από την δική ι του, Σελίδα 6 / 8

αλλά απ'αυτήν την ξένη εργασιακή δύναμη που χρησιμοποιεί. Στο γεγονός ότι και αυτό που παίρνει ο καπιταλιστής και αυτό που παίρνει ο εργάτης είναι προϊόντα της εργασίας του εργάτη, δεν αντιφάσκει το γεγονός, ότι και τα δύο αυτά Ι μέρη του καθαρού προϊόντος τα παράγει ο καπιταλιστής. Η φαινομενική αντίφαση Ι εξαφανίζεται αν προσθέσει κανείς: χρησιμοποιώντας όμως ξένη εργασιακή δύναμη Ι (την οποίων πληρώνει λιγότερο από την αξία ή αντιστοίχως την τιμή του καθαρού προϊόντος την οποία αυτή παρήγαγε). Το ότι λοιπόν δεν δύναται να λεχθεί, ότι οι καπιταλιστές παίρνουν ένα μέρος Ι του προϊόντος που παρήγαγαν οι εργάτες, οφείλεται στο ότι οι εργάτες δεν παράγουν απολύτως τίποτα για λογαριασμό τους, μέρος του οποίου θα μπορούσαν να πάρουν μετά οι καπιταλιστές. Ολόκληρο το καθαρό προϊόν το παράγουν οι καπιταλιστές για λογαριασμό τους χρησιμοποιώντας ξένη εργασιακή δύναμη. Ένα μέρος απ' αυτό πληρώνουν ως αμοιβή στους εργάτες, την εργασιακή δύναμη την οποία χρησιμοποίησαν, και το υπόλοιπο μένει σ' αυτούς τους ίδιους. Δεν το παίρνουν από κανέναν, αφού το παρήγαγαν, όπως και το πρώτο μέρος, αυτοί οι ίδιοι για λογαριασμό τους - χρησιμοποιώντας βέβαια ξένη εργασιακή δύναμη, πράγμα που συνεπάγεται ότι συγχρόνως τα δύο αυτά μέρη είναι προϊόντα του ξοδέματος αυτής ακριβώς της εργασιακής δύναμης. 1. Για την θεώρηση του χειρογράφου και την απάλειψη ορισμένων λαθών ευχαριστώ τον Τάκη Βουγιουκλάκη. Του Τάκη Βουγιουκλάκη είναι και η απόδειξη στην υποσημείωση σελ. 123. 2. Για υπεραξία μιλάμε, όταν τα εμπορεύματα ανταλλάσσονται στις αξίες τους. και για κέρδος, όταν ανταλλάσσονται σε τιμές που διαφέρουν από τις αξίες. 3. Δες. Προβλήματα μαρξιστικής Οικονομικής θεωρίας. Εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 1986, σελ. 249 κ.ε.. του ιδίου Georg Charasoff - ένας πρωτοπόρος της θεωρίας των γραμμικών συστημάτων παραγωγής, Τεύχη Πολιτικής Οικονομίας, Τεύχος 2, Αθήνα Άνοιξη 1988, σελ. 51κ. ε. και του ιδίου, Αγροτικό πλεόνασμα, παραγωγική και μη παραγωγική εργασία, άνιση ανταλλαγή και παραοικονομίας Η θαυμαστή καριέρα ορισμένων εννοιών της μαρξικής πολιτικής οικονομίας στις σημερινές κοινωνικές επιστήμες στη χώρα μας, θέσεις. No 27, Αθήνα Απρίλιος - Ιούνιος 1989, σελ. 58κ.ε. 1. Δες, Προβλήματα Μαρξιστικής Οικονομικής θεωρίας. Εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 1986, σελ. 27 κ.ε. 1. Δες, Ο προσδιορισμός των τιμών σε γραμμικά συστήματα παραγωγής, στου ιδίου (Επιμέλεια), Δοκίμια Οικονομικής θεωρίας και Οικονομικής Πολιτικής. Αφιέρωμα στον Σάκη Καράγιωργα, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 1986, σελ. 168 κ.ε. 2. Υποθέτουμε ότι το δεδομένο πραγματικό ωρομίσθιο είναι μεγαλύτερο του μηδενός. Στην περίπτωση αυτή οι τιμές είναι όλες θετικές. 3. Είδαμε, ότι η υπεραξία και το κέρδος κάθε τομέα είναι θετικά, καίτοι το υπερπροϊόν του δεν είναι αυστηρά θετικό, αλλά περιέχει και αρνητικές ποσότητες εμπορευμάτων. Αυτό ισχύει όχι μόνον για τους επιμέρους τομείς, αλλά και για το σύστημα στο σύνολο του. Εδώ προϋποθέσαμε, ότι Υ>0, δηλ. ότι το υπερπροϊόν του συστήματος είναι αυστηρά θετικό. Επειδή η μέγιστη ιδιοτιμή της Β είναι μικρότερη της μονάδος, αυτό συνεπάγεται, ότι και Χ>0. Αν ωστόσο υποθέσουμε ότι Χ50 ή κι ακόμη Χ>0, τότε το υπερπροϊόν του συστήματος δεν είναι αναγκαστικά αυστηρά θετικό (Υ>0) ή μη αρνητικό (Υθ0), αλλά μπορεί να περιέχει θετικές και αρνητικές ποσότητες εμπορευμάτων (όπως περιέχει και το υπερπροϊόν Yj Ενός τομέα i θετικές και αρνητικές ποσότητες εμπορευμάτων εδώ που είναι Υ>0). Κατά μείζονα λόγο περιέχουν σ' αυτήν την τελευταία περίπτωση και τα υπερπροϊόντα των επιμέρους τομέων θετικές και αρνητικές ποσότητες εμπορευμάτων. Ωστόσο και σ' αυτήν την Σελίδα 7 / 8

περίπτωση η υπεραξία και το κέρδος κάθε τομέα και συνεπώς του συστήματος παραγωγής στο σύνολο του είναι θετικά μεγέθη. Στην περίπτωση αυτή το οικονομικό σύστημα βρίσκεται, από την άποψη της αναπαραγωγής του, στην ίδια θέση. στην οποία βρισκόταν και στην περίπτωση που Υ>0 κάθε τομέας, το υπερπροϊόν του οποίου περιέχει και μη αρνητικές συνιστώσες: Δεν μπορεί να αναπαραχθεί μόνο του ως κλειστό σύστημα, αλλά, όπως κάθε τομέας που όταν Υ>0 το υπερπροϊόν περιέχει και αρνητικές ποσότητες εμπορευμάτων και συνεπώς πρέπει να ανταλλάσσει εμπορεύματα με άλλους τομείς για να μπορεί να αναπαραχθεί, πρέπει να ανταλλάσσει εμπορεύματα με άλλα οικονομικά συστήματα για να μπορεί να αναπαραχθεί. Και συγκεκριμένα πρέπει να ανταλλάσσει εμπορεύματα που περιέχονται στο υπερπροϊόν του σε θετικές ποσότητες με εμπορεύματα που περιέχονται στο υπερπροϊόν του σε αρνητικές ποσότητες. Τα εμπορεύματα αυτά τα ανταλλάσσει βέβαια στις αξίες ή, αντιστοίχως, στις τιμές, οι οποίες ισχύουν και για την ανταλλαγή εμπορευμάτων μεταξύ των τομέων του. Σελίδα 8 / 8