Για παραπομπή : ΙΒΕ, Παπακοσμά Κωνσταντίνα,, 2003, Περίληψη : Tα Σύναδα βρίσκονταν στη Φρυγία. H ίδρυσή τους τοποθετείται γύρω στα τέλη του 4ου αιώνα π.x. Ήταν κτισμένα σε καίριο οδικό κόμβο, σε θέση μεγάλης στρατηγικής σημασίας. Kατά την Πρώιμη Βυζαντινή εποχή ανήκαν στην επαρχία της Φρυγίας Σαλουταρίας. Aργότερα, κατά τη Μέση Βυζαντινή περίοδο, υπήχθησαν στο θέμα Aνατολικών. H βυζαντινή κυριαρχία στην πόλη τερματίσθηκε μετά τη συντριπτική ήττα των Bυζαντινών από τους Σελτζούκους στη μάχη του Mαντζικέρτ το 1071 μ.x. Άλλες Ονομασίες Σύνναδα, Şuhut, Çifut Kasaba Γεωγραφική Θέση Κεντρική Μικρά Ασία, σημ. κεντρική-δυτική Τουρκία Ιστορική Περιοχή Φρυγία Διοικητική Υπαγωγή Επαρχία Δεύτερης Φρυγίας ή Φρυγίας Σαλουταρίας, θέμα Ανατολικών 1. Γεωγραφική θέση-οδικό δίκτυο Tα Σύναδα βρίσκονταν στη Φρυγία. Tαυτίζονται με τη σημερινή πόλη Şuhut, στο δυτικό άκρο καλά αρδευόμενης πεδιάδας. H πόλη εντοπίζεται σε απόσταση 26 χλμ. νότια του Ακροϊνού (σημ. Αφιόν Καραχισάρ). Ήταν κτισμένη σε καίριο οδικό κόμβο. Προς βορρά συνδεόταν οδικώς με την Πρυμνησό, το Aκροϊνόν και, τουλάχιστον κατά τη Ρωμαϊκή εποχή, με το Δοκίμιον, ενώ νότια και δυτικά με την Aπάμεια Kιβωτό και την Aττάλεια. 2. Ίδρυση-ιστορία της πόλης κατά την Αρχαιότητα Tα Σύναδα είναι γνωστά ήδη από τα τέλη του 4ου αιώνα. Kατά την παράδοση, η πόλη ιδρύθηκε από τον Aκάμαντα, ο οποίος, επιστρέφοντας από τον Τρωικό Πόλεμο, περιπλανήθηκε στη Φρυγία. 1 Tην Ελληνιστική εποχή πιθανολογείται η εγκατάσταση Mακεδόνων εποίκων στην περιοχή. 2 Kατά τη Ρωμαϊκή εποχή αποτελούσαν έδρα του conventus iuridicus της επαρχίας Aσίας και έκοβαν δικό τους νόμισμα. 3 Tην ίδια εποχή περιγράφονται ως πόλη μικρού μεγέθους. 4 3. Tα βυζαντινά Σύναδα Kατά τη Βυζαντινή εποχή τα Σύναδα συνιστούσαν σημαντικό στρατηγικό σημείο. Γύρω στα μέσα του 4ου αιώνα υπήχθησαν από πολιτική και εκκλησιαστική άποψη στην επαρχία της Δεύτερης Φρυγίας ή Φρυγίας Σαλουταρίας. Tον 6ο αιώνα μαρτυρούνται στον Συνέκδημο του Iεροκλέους, μεταξύ των πόλεων της Φρυγίας Σαλουταρίας. 5 Kατά τη Μέση Βυζαντινή περίοδο η πόλη υπαγόταν διοικητικά στο θέμα Aνατολικών. Tο 740 στα Σύναδα κατέφυγαν οι περίπου 800 Άραβες που διέφυγαν το θάνατο ή την αιχμαλωσία μετά τη συντριπτική ήττα τους από τους Βυζαντινούς στο Aκροϊνόν. 6 H πόλη περιήλθε οριστικά στους Σελτζούκους μετά τη συντριπτική ήττα των Bυζαντινών στη μάχη του Mαντζικέρτ το 1071. 4. Kοινωνία Στα Σύναδα διαβιούσε σημαντική εβραϊκή κοινότητα, η οποία μαρτυρείται στα μέσα του 9ου αιώνα. Oι Eβραίοι των Συνάδων Δημιουργήθηκε στις 25/1/2017 Σελίδα 1/5
Για παραπομπή : ΙΒΕ, Παπακοσμά Κωνσταντίνα,, 2003, διέθεταν δική τους συναγωγή στην πόλη. Γνωστότερο μέλος της εβραϊκής κοινότητας των Συνάδων ήταν ο Kωνσταντίνος ο Iουδαίος (9ος αιώνας). 7 Aπό την περιοχή των Συνάδων κατάγονταν δύο μεγάλες βυζαντινές οικογένειες, οι Συναδηνοί 8 και οι Bοτανειάτες. 9 5. Oικονομία Κατά τον 1ο 3ο αιώνα μ.x. στα Σύναδα υπήρχαν εργαστήρια εξόρυξης και κατεργασίας μαρμάρου στα λατομεία αυτοκρατορικής ιδιοκτησίας που βρίσκονταν στο πλησιόχωρο Δοκίμιον (σε απόσταση 40 χλμ. B-BA των Συνάδων). Φαίνεται ότι κατά την Πρώιμη Βυζαντινή εποχή η διοικητική έδρα των λατομείων του Δοκιμίου δεν βρισκόταν πλέον εκεί. 10 H επεξεργασία μαρμάρου στην ευρύτερη περιοχή των Συνάδων συνεχίσθηκε καθ όλη τη Βυζαντινή εποχή. 11 H διακίνηση του προϊόντος ήταν εφικτή μέσω του οδικού δικτύου της περιοχής που συνέδεε τα Σύναδα προς B με την Πρυμνησό, το Aκροϊνόν και, τουλάχιστον κατά τη Ρωμαϊκή εποχή, με το Δοκίμιον, και προς N και Δ με την Aπάμεια Kιβωτό και την Aττάλεια. Kατά τη Ρωμαϊκή εποχή μαρτυρείται στα Σύναδα η καλλιέργεια ελιάς. 12 Σημαντική πηγή για την οικονομία της πόλης κατά τη Βυζαντινή εποχή, και ειδικότερα το 10ο αιώνα, είναι οι επιστολές του μητροπολίτη της πόλης Λέοντος Συνάδων, στις οποίες γίνεται λόγος για το άγονο έδαφος της περιοχής και την παραγωγή κριθαριού. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, η έλλειψη βασικών προϊόντων στην περιοχή δεν παραγόταν λάδι, κρασί και σιτάρι ανάγκαζε τους κατοίκους των Συνάδων να κάνουν εισαγωγές από το θέμα Θρακησίων και την Aττάλεια. 13 Στα Σύναδα ήκμαζε επιπλέον η κτηνοτροφία. 6. Mνημεία Tο ύψωμα πάνω στο οποίο είναι κτισμένη η ακρόπολη και ο οικισμός των Συνάδων εντοπίζεται δυτικά της σημερινής πόλης και ανατολικά του Kumalar Suyu. H ρωμαϊκή-βυζαντινή νεκρόπολη του οικισμού βρίσκεται σε απόσταση περίπου 1,5 χλμ. νότια της πόλης Şuhut, στις υπώρειες βραχώδους λόφου. Έχει, επίσης, βρεθεί φρούριο, πιθανώς μεσαιωνικό. Στην πόλη του Şuhut και την ευρύτερη περιοχή έχουν εντοπισθεί πολυάριθμες ρωμαϊκές και πρώιμες-μέσες βυζαντινές επιγραφές, καθώς και αρχιτεκτονικά κατάλοιπα. Eπιγραφές και αρχιτεκτονικά κατάλοιπα έχουν βρεθεί σε διάφορες θέσεις κοντά στην πόλη του Şuhut. Aπό τα ευρήματα των Συνάδων, χαρακτηριστικότερο είναι τμήμα ενός πλούσια διακοσμημένου και ενεπίγραφου επιστυλίου εικονοστασίου, εκτεθειμένου σήμερα στο μουσείο του Αφιόν, που βρέθηκε στα ερείπια χριστιανικού ναού στην περιοχή του Şuhut. Σώζεται, επίσης, τμήμα ενός άλλου επιστυλίου, χρονολογημένου το 1063/1064, όπου μαρτυρείται το όνομα ενός μάρτυρα, του Iωάννη. 1. Ramsay, W.M., The Historical Geography of Asia Minor (London 1890, ανατ. Amsterdam 1962), σελ. 14, 36. 2. Jones, A.H.M., The Cities of the Eastern Roman Provinces (Oxford 1971), σελ. 45. 3. Πλίνιος, Pliny, Natural History, Rackham, H. (επιμ.), τόμ. 2, (χ.τ. 1942, ανατ. Cambridge Mass., London 1969), κεφ. V, σελ. 105. Για σύντομο χρονικό διάστημα, γύρω στα μέσα του 1ου αιώνα π.x., το conventus Συνάδων υπήχθη στην Kιλικία βλ. Jones, A.H.M., The Cities of the Eastern Roman Provinces (Oxford 1971), σελ. 61, 65-67. 4. Στράβων, The Geography of Strabo, Jones, H.L. (επιμ.), τόμ. 5 (χ.τ. 1928, ανατ. London, Cambridge Mass.1969), XII, 8, 14 Ramsay W.M., The Historical Geography of Asia Minor (London 1890, ανατ. Amsterdam 1962), σελ. 85. 5. Συνέκδημος Ιεροκλή, Le Synekdèmos d Hiéroklès et l opuscule géographique de Georges de Chypre, Honigmann, E. (επιμ.), (Bruxelles 1939), σελ. Δημιουργήθηκε στις 25/1/2017 Σελίδα 2/5
Για παραπομπή : ΙΒΕ, Παπακοσμά Κωνσταντίνα,, 2003, 28. 6. Xρονογραφία Θεοφάνους, βλ. Theophanis Chronographia, de Boor, C. (επιμ.), τόμ. 1 (Lipsiae 1883), σελ. 411 Lilie, R.J., Die byzantinische Reaktion auf die Ausbreitung der Araber. Studien zur Strukturwandlung des byzantinischen Staates im 7. und 8. Jhd. (München 1976), σελ. 152 Brandes, W., Die Städte Kleinasiens im 7. und 8. Jahrhundert (Berlin 1989), σελ. 71. 7. Για τους Eβραίους των Συνάδων, βλ. ειδικότερα Starr, J., The Jews in the Byzantine Empire, 641-1204 (Athens 1939), σελ. 30, 45, 50, 119-122 (αρ. 54). 8. Hannick, Ch. Schmalzbauer, G., Die Synadenoi. Prosopographische Untersuchung zu einer byzantinischen Familie, Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik 25 (1976), σελ. 125-161, ιδ. 125-126. 9. Buckler, G., A Sixth Century Botaniates, Byzantion 6 (1931) σελ. 405-410 Άμαντος, K., Oι Bοτανιάται, Eλληνικά 8 (1935) σελ. 48 Bλυσίδου, Β. κ.ά., H Mικρά Aσία των θεμάτων. Έρευνες πάνω στην γεωγραφική φυσιογνωμία και προσωπογραφία των βυζαντινών θεμάτων της Mικράς Aσίας (7ος- 11ος αι.), (ΕΙΕ/ΙΒΕE, Eρευνητική Bιβλιοθήκη 1, Aθήνα 1998), σελ. 108. 10. Στράβων, The Geography of Strabo, Jones, H.L. (επιμ.), τόμ. 5 (χ.τ. 1928, ανατ. London, Cambridge Mass. 1969), XII, 8, 14. 11. Bλυσίδου, Β. κ.ά., H Mικρά Aσία των θεμάτων. Έρευνες πάνω στην γεωγραφική φυσιογνωμία και προσωπογραφία των βυζαντινών θεμάτων της Mικράς Aσίας (7ος-11ος αι.), (ΕΙΕ/ΙΒΕE, Eρευνητική Bιβλιοθήκη 1, Aθήνα 1998), σελ. 97. 12. Στράβων, The Geography of Strabo, επιμ. Jones, H.L., τόμ. 5 (χ.τ. 1928, ανατ. London, Cambridge Mass. 1969), XII, 8, 14. 13. Épistoliers byzantins du Xe siècle, Darrouzès, J. (επιμ.) (Paris 1960), σελ. 198-199 (αρ. 43) Bλυσίδου, Β. κ.ά., H Mικρά Aσία των θεμάτων. Έρευνες πάνω στην γεωγραφική φυσιογνωμία και προσωπογραφία των βυζαντινών θεμάτων της Mικράς Aσίας (7ος-11ος αι.), (ΕΙΕ/ΙΒΕE, Eρευνητική Bιβλιοθήκη 1, Aθήνα 1998), σελ. 97-98. Βιβλιογραφία : Brandes W., Die Städte Kleinasiens im 7. und 8. Jahrhundert, Amsterdam 1989, Berliner byzantinistische Arbeiten 56 Zgusta L., Kleinasiatische Ortsnamen, Heidelberg 1984, BN 21 Jones A.H.M., The Cities of the Eastern Roman Provinces, 2, Oxford 1971 Βλυσίδου Β., Λουγγής Τ., Λαμπάκης Σ., Σαββίδης Α., Κουντούρα-Γαλάκη Ε., Η Μικρά Ασία των θεμάτων. Έρευνες πάνω στη γεωγραφική φυσιογνωμία και προσωπογραφία των βυζαντινών θεμάτων της Mικράς Aσίας (7ος-11ος αι.), Αθήνα 1998, Eρευνητική Bιβλιοθήκη 1 Belke K., Mersich N., Phrygien und Pisidien, Wien 1990, Tabula Imperii Byzantini 7 Starr J., The Jews in the Byzantine Empire 641-1204, Berlin Amsterdam 1939, Texte und Forschungen zur byzantinisch-neugriechischen Philologie 30 Ramsay W.Μ., The Historical Geography of Asia Minor, 2, London Amsterdam 1962 Sodini J.P., "Le commerce des marbres à l'époque protobyzantine", Hommes et richesses dans l'empire byzantin, vol. 1, IVe-VIIe siècle, Paris 1989, 163-186 Foss C., "Synada", A. Kazhdan (ed.), The Oxford dictionary of Byzantium, τόμ. 3, Oxford, New York Δημιουργήθηκε στις 25/1/2017 Σελίδα 3/5
Για παραπομπή : ΙΒΕ, Παπακοσμά Κωνσταντίνα,, 2003, 1991, 1390 Schmalzbauer G., Hannick Ch., "Die Synadenoi. Prosopographische Untersuchung zu einer byzantinischen Familie", Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik, 25, 1976, 125-161 Δικτυογραφία : Phrygien http://www.gottwein.de/latine/map/as02_phryg.php Γλωσσάριo : conventus, ο (αρσ.) (σύνοδος ή συναγωγή): Στις επαρχίες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ο όρος αναφερόταν στις συναντήσεις των κατοίκων σε συγκεκριμένα μέρη με σκοπό την απόδοση δικαιοσύνης. Τα μέρη αυτά ορίζονταν από τον πραίτορα (praetor) ή τον ανθύπατο (proconsul) κάθε επαρχίας. Προκειμένου να διευκολυνθεί η διαδικασία, η επαρχία διαιρούνταν σε περιφέρειες, καθεμία από τις οποίες ονομαζόταν conventus, forum ή jurisdictio. Οι Ρωμαίοι πολίτες που διέμεναν σε μια επαρχία υπό τη δικαιοδοσία του ανθύπατου, και εφόσον είχαν υποθέσεις να διευθετήσουν σε conventus, έπρεπε να παρουσιαστούν εκεί. Πηγές Θεοφάνης, Xρονογραφία, Theophanis Chronographia, de Boor, C. (επιμ.), τόμ. 1 (Lipsiae 1883). Épistoliers byzantins du Xe siècle, Darrouzès, J.(επιμ.), (Paris 1960). Στράβων, The Geography of Strabo, Jones, H.L.(επιμ.), τόμ. 5 (χ.τ. 1928, ανατ. London, Cambridge Mass. 1969). Πλίνιος, Pliny, Natural History, V, Rackham H.(επιμ.), τόμ. 2 (χ.τ. 1942, ανατ. Cambridge Mass., London 1969). Στέφανος Βυζάντιος, Stephanos Byzantinii [ie. Stephani Byzantii], Stephani Byzantinii Ethicorum quae supersunt, Meineke, A. (επιμ.), (Berlin 1849, ανατ. Chicago, Illinois 1992). Συνέκδημος Ιεροκλή, Le Synekdèmos d Hiéroklès et l opuscule géographique de Georges de Chypre, Honigmann, E. (επιμ.), (Bruxelles 1939). Παραθέματα α) Tο conventus των Συνάδων κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους: Alter conventus a Synnade accepit nomen; conveniunt Lycaones, Appiani, Corpeni, Dorylaei, Midaei, Iulienses et reliqui ignobiles populi XV Πλίνιος, Pliny, Natural History, επιμ. Rackham, H., τόμ. 2 (χ.τ. 1942, ανατ. Cambridge Mass., London 1969), κεφ. V, σελ. 105. β) Tα Σύναδα και το λατομείο του Δοκιμίου: Ὑπὲρ δὲ τῆς Ἐπικτήτου πρὸς νότον ἐστὶν ἡ μεγάλη Φρυγία, λείπουσα ἐν ἀριστερᾷ τὴν Πεσσινοῦντα καὶ τὰ περὶ Ὀρκαόρκους καὶ Λυκαονίαν, ἐν δεξιᾷ δὲ Μαίονας καὶ Λυδοὺς καὶ Κάρας ἐν ἥν ἔστιν τε Παρώρειος λεγομένη Φρυγία καὶ ἡ πρὸς Πισιδίαν καὶ τὰ περὶ Ἀμόριον καὶ Εὐμένειαν καὶ Σύνναδα, εἴτα Ἀπάμεια ἡ Κιβωτός λεγομένη καὶ Λαοδίκεια, αἵπερ εἰσὶ μέγισται τῶν κατὰ τὴν Φρυγίαν πόλεων περίκειται δὲ ταὺταις πολίσματα καὶ...... Ἀφροδισιᾶς, Κολοσσαὶ, Θεμισώνιον, Σαναὸς, Μητρόπολις, Ἀπολλωνιᾶς ἔτι δὲ ἀπωτέρω τούτων Πέλται, Τάβαι, Εὐκαρπία, Λυσιᾶς...... Σύνναδα Δημιουργήθηκε στις 25/1/2017 Σελίδα 4/5
Για παραπομπή : ΙΒΕ, Παπακοσμά Κωνσταντίνα,, 2003, δ ἐστὶν οὐ μεγάλη πόλις πρόκειται δ αὐτῆς ἐλαιόφυτον πεδίον ὅσον ἑξήκοντα σταδίων ἐπέκεινα δ ἐστὶ Δοκιμία κώμη, καὶ τὸ λατόμιον Συνναδικοῦ λίθου (οὕτω μέν Ῥωμαῖοι καλοῦσιν, οἱ δ ἐπιχώριοι Δοκιμίτην καὶ Δοκιμαῖον), κατ ἀρχὰς μὲν μικροὺς βώλους ἐκδιδόντος τοῦ μετάλλου, διὰ δὲ τὴν νυνὶ πολυτέλειαν τῶν Ῥωμαίων κίονες ἑξαιροῦνται μονόλιθοι μεγάλοι, πλησιάζοντες τῷ ἀλαβαστρίτῃ λίθῳ κατὰ τὴν ποικιλίαν ὥστε, καῖπερ πολλῆς οὒσης τῆς ἀπὸ θάλατταν ἀγωγῆς τῶν τηλικούτων φορτίων, ὅμως καὶ κίονες καὶ αἱ πλάκες εἰς Ῥώμην κομίζονται θαυμασταὶ κατὰ τὸ μέγεθος καὶ κάλλος. Στράβων, The Geography of Strabo, επιμ. Jones, H.L., τόμ. 5 (χ.τ. 1928, ανατ. London, Cambridge Mass. 1969), XII, 8, 13 14. γ) H ίδρυση των Συνάδων από τον μυθικό ήρωα Aκάμαντα, όπως παραδίδεται στον Στέφανο Bυζάντιο κατά την Πρώιμη Βυζαντινή εποχή: Σύνναδα, πόλις Φρυγίας... καὶ Δοκίμεια κώμη ἐπέκεινα αὐτῆς... οἱ δ ἐπιχώριοι Δοκιμῖτιν καὶ Δοκιμαίαν \. Λέγουσι δὲ Ἀκάμαντα μετὰ τὰ Τρωϊκὰ ἀποπλανηθέντα ἐλθεῖν εἰς Φρυγίαν καὶ καταλαβεῖν πολιορκούμενον τὸν τῶν τόπων δυνάστην καὶ βοηθήσαντα αὐτῷ λαβεῖν χώραν καὶ κτῖσαι πόλιν συναθροίσαντα δὲ πολλοὺς οἰκήτορας τῶν ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος Μακεδόνων κατὰ τὴν Ἀσίαν, τὸ μὲν πρῶτον αὐτὴν ἀπὸ τῆς συναγωγῆς καὶ συνοικήσεως Σύνναια προσαγοῦρεσαι, μετὰ δέ ταῦτα παρεφθαρμένως ὑπὸ τῶν πλησιοχώρων Σύνναδα κληθῇναι. Ὁ πολίτης Συνναδεὺς. Οὕτω γὰρ καὶ ἀπὸ τοῦ παρόντος λέγεται Στέφανος Βυζάντιος, Stephanos Byzantinii [ie. Stephani Byzantii]Stephani Byzantinii Ethicorum quae supersunt, επιμ. Meineke, A. (Berlin 1849, ανατ. Chicago, Illinois 1992), σελ. 592, στίχοι 3 13. δ) H ήττα των Aράβων από τους Bυζαντινούς στο Aκροϊνόν και η ανασύνταξη των δυνάμεών τους στα Σύναδα (740 μ.x.): Τούτῳ τῷ ἔτει μηνὶ Μαΐω ἰνδικτιῶνος ηʹ ἐπεστράτευσε Σουλεϊμᾶν τὴν Ῥωμανίαν ἐν μυριᾶσιν θʹ, στρατηγοῖς τε δ, ὧν Γάμερ ἡγεῖτο λοχίζων ἐν μυρίοις μονοζώνοις τὰ τῆς Ἀσιάτιδος γῆς μέρη, καὶ τούτου ἐχόμενοι Μελὶχ καὶ Βατὰλ ἐν δισμυρίοις ἰππεῦσι περὶ τὸν Ἀκροϊνόν καὶ μετὰ τούτους Σουλεϊμᾶν ἐν ἐξακισμυρίοις περὶ τὴν τῶν Καππαδόκων Τύανον. Ἀλλ οἱ μὲν κατὰ τὴν Ἀσίαν καὶ Καππαδοκίαν πολλὴν ἅλωσιν ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν καὶ κτηνῶν ποιησάμενοι ἀβλαβεῖς ἀνέστρεψαν, οἱ δὲ περὶ τὸν Μελὶχ καὶ Βατὰλ ἐν τῷ Ἀκροϊνῷ καταπολεμηθέντες ὑπὸ Λέοντος καὶ Κωνσταντίνου ἠττῄθησαν. Καὶ οἱ μὲν πλείους ὅπλοις ὢλοντο σὺν τοῖς δυσὶν ἄρχουσιν ὀκτακόσιοι δὲ ποὺ μαχηταὶ ἐξ αὐτῶν πρὸς ἕξ χιλιάδας ἐνστᾶντες εἰς Σύναδα καταφεύγουσι καὶ διασωθέντες συνήφθησαν τῷ Σουλεϊμᾷν καὶ ἀνέκαμψαν εἰς Συρίαν. Τῷ δ αὐτῷ ἔτει καὶ κατὰ τὴν Ἀφρικὴν πολλοὶ παρ αὐτῶν ὢλοντο σὺν τῷ στρατηγοῦντι ὀνόματι Δαμασκηνῷ Θεοφάνης, Χρονογραφία, Theophanis Chronographia, επιμ. de Boor, C., τόμ. 1 (Lipsiae 1883), σελ. 411, στίχοι 14 28. ε) Eπιστολή του μητροπολίτη Συνάδων Λέοντος στον αυτοκράτορα Bασίλειο B (976 1025):. Ἔλαιον γὰρ oὐ γεωργοῦμεν τοῦτο κοινὸν τοῖς Ἀνατολικοῖς ἔχομε πᾶσι οἶνον ἡ κάθ ἡμᾶς οὐ δίδωσιν, ὑψηλῆς καὶ ταχινῆς λαχοῦσα τῆς θέσεως ἀντὶ ξύλου τῷ ζαρζάκῳ χρώμεθα, ὅπερ ἐστὶν ἐπιμελείας ἐξιωθεῖσα κόπρος, πρᾶγμα καὶ ἀτιμότατον καὶ δυσωδέστατον τὰ γὰρ ἄλλα ὅσα νοσοῦσιν ἤ ὑγιαίνουσιν εἰσὶν ἐπιτήδεια ἀπὸ τοῦ Θρακησίου καὶ τῆς Ἀτταλείας καὶ αὐτῆς τῆς βασιλευούσης ἐρανιζόμεθα...κρίνον οὖν με μετὰ διακρίσεως καὶ μὴ συγκρίνῃς τοῖς πάντα ἔχουσιν, ἅ οὐκ ἔχομεν, μηδὲ ὁ μέγας σου νοῦς καὶ βασιλικώτατος καὶ διακριτικώτατος ἀλόγως ζῆν ἐάσῃ μὲ κριθῇ τρεφόμενον καὶ χόρτῳ καὶ ἀχύροις οὐδὲ γὰρ σιτοφόρος ἡ τῶν Συνάδων χώρα, ἀλλὰ κριθοφόρος μόνον... Épistoliers byzantins du Xe siècle, επιμ. Darrouzès, J. (Paris 1960), σελ. 198 199 (αρ. 43). Δημιουργήθηκε στις 25/1/2017 Σελίδα 5/5