Α. ΚΕΙΜΕΝΟ Γεώργιο Βιζυηνό, Το αµάρτηµα τη µητρό µου (απόσπασµα).

Σχετικά έγγραφα
Α. ΚΕΙΜΕΝΟ Γεώργιος Βιζυηνός, Το αµάρτηµα της µητρός µου (απόσπασµα).

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΜΠΤΗ 29 ΜΑΪΟΥ 2003 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ ΤΑΞΗΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 2003

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ ΤΑΞΗΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 2003

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ ΤΑΞΗΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 2003 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ ΤΑΞΗΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 2003

Α. ΚΕΙΜΕΝΟ Γεώργιος Βιζυηνός, Το αμάρτημα της μητρός μου (απόσπασμα).

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ «ΟΜΟΚΕΝΤΡΟ» Α. ΦΛΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

Κυψέλης 47 τηλ.: FΑΧ: ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Νεοελλημική Λογοτεχμία

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΗΜ/ΝΙΑ :. ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ :..

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Το παραμύθι της αγάπης

Γεϊργιοσ Βιηυθνόσ, Το αμάρτθμα τθσ μθτρόσ μου (απόςπαςμα).

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ( ) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα)

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Ο ΓΑΜΟΣ ΤΗΣ ΑΦΡΟΔΩΣ. Διασκευή ενός κεφαλαίου του λογοτεχνικού βιβλίου. (Δημιουργική γραφή)

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

3 ο βραβείο ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΑΜΟΥΛΗ. Βασιλεία Παπασταύρου. 1 ος Πανελλήνιος διαγωνισμός λογοτεχνικής έκφρασης για παιδιά ( )

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ


Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ

ΤΟ ΣΤΕΡΕΟ ΠΟΥ ΤΡΩΕΙ ΣΟΚΟΛΑΤΑ

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

Ο χαρούμενος βυθός. Αφηγητής : Ένας όμορφος βυθός. που ήταν γαλαζοπράσινος χρυσός υπήρχε κάπου εδώ κοντά και ήταν γεμάτος όλος με χρυσόψαρα.

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΝΗΦΟΣ: Ένα λεπτό µόνο, να ξεµουδιάσω. Χαίροµαι που σε βλέπω. Μέρες τώρα θέλω κάτι να σου πω.

ασκάλες: Ριάνα Θεοδούλου Αγάθη Θεοδούλου

Δουλεύει, τοποθετώντας τούβλα το ένα πάνω στο άλλο.

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Α. ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

THE ENGLISH SCHOOL ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

Λόγοι για την παιδαγωγική της οικογένειας (Γέρων Εφραίμ Κατουνακιώτης)

Απόψε μες στο καπηλειό :: Τσιτσάνης Β. - Καβουράκης Θ. :: Αριθμός δίσκου: Kal-301.

Πρώτες μου απορίες. ΚΟΙΤΑΖΑ τ αγόρια και σκέπτουμουν. [7]

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #20. «Δεκαοχτώ ψωμιά» Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΟΝΟΜΑ: 7 ο ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ

ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ Η ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Η ζωή είναι αλλού. < <Ηλέκτρα>> Το διαδίκτυο είναι γλυκό. Προκαλεί όμως εθισμό. Γι αυτό πρέπει τα παιδιά. Να το χρησιμοποιούν σωστά

Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΥΜΝΑΖΕΤΑΙ (Κωµικό σκετς)

Αϊνστάιν. Η ζωή και το έργο του από τη γέννησή του έως το τέλος της ζωής του ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΒΑΚΑΛΗ-ΣΥΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ. Εικόνες: Νίκος Μαρουλάκης

«Η νίκη... πλησιάζει»

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

Ακούσµατα που δεν θα ξεχάσω ποτέ και που ίσως δεν θα ακούσω ξανά. Θεόφιλος Πατσάς

«Το δαμαλάκι με τα χρυσά πόδια»

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

ΤΡΙΓΩΝΑ ΚΑΛΑΝΤΑ. Τρίγωνα, κάλαντα σκόρπισαν παντού. κάθε σπίτι μια φωλιά του μικρού Χριστού. ήρθαν τα Χριστούγεννα κι η Πρωτοχρονιά

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 4 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν

Βεδουΐνα :: Χιώτης Μ. - Λαζαρίδου Θ. :: Αριθμός δίσκου: B

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

The best of A2 A3 A4. ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ, α Από το Α συμβούλιο των θεών με την Αθηνά στην Ιθάκη. ως τη μεταστροφή του Τηλέμαχου.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

Καθηγητής: Λοιπόν, εδώ έχουμε δυο αριθμούς α και β. Ποιος είναι πιο μεγάλος. Λέγε Ελπίδα.

General Music Catalog General Music ΚΑΨΑΛΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. page 1 / 6

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

ΚΩΔΙΚΟΣ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: 1-VA-PR

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Bίντεο 1: Η Αµµόχωστος του σήµερα (2 λεπτά) ήχος θάλασσας

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών Γυµνασίου - Λυκείου

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Αν δούµε κάπου τα παρακάτω σήµατα πώς θα τα ερµηνεύσουµε; 2. Πού µπορείτε να συναντήσετε αυτό το σήµα; (Κάθε σωστή απάντηση 1 βαθµός)

ΦΙΟΝΤΟΡΙΚΟ: Ήρθαμε τόσο μακριά γιατί εδώ έχει δουλειά. (αναστενάζουν, με βαριά καρδιά).

Η τέχνη της συνέντευξης Martes, 26 de Noviembre de :56 - Actualizado Lunes, 17 de Agosto de :06

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

ΠΕΡΙΓΡΑΦΩ ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ. Μια ολοκληρωμένη περιγραφή της εικόνας: Βρέχει. Σήμερα βρέχει. Σήμερα βρέχει όλη την ημέρα και κάνει κρύο.

Δυο μάτια παιχνιδιάρικα :: Κάνουλας Κ. - Παγιουμτζής Σ. :: Αριθμός δίσκου: DT-142.

Transcript:

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΜΠΤΗ 29 ΜΑ ΟΥ 2003 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙ ΩΝ: ΕΞΙ (6) Α. ΚΕΙΜΕΝΟ Γεώργιο Βιζυηνό, Το αµάρτηµα τη µητρό µου (απόσπασµα). Όταν επανήλθον να καθίσω πλησίον τη, έτρεµον τα γόνατά µου εξ αορίστου αλλ ισχυρού τινο φόβου. Η µήτηρ µου εκρέµασε την κεφαλήν, ω κατάδικο, όστι ίσταται ενώπιον του κριτού του µε την συναίσθησιν τροµερού τινο εγκλήµατο. Το θυµάσαι το Αννιώ µα ; µε ηρώτησε µετά τινα στιγµά πληκτική σιωπή. Μάλιστα, µητέρα! Πώ δεν το θυµούµαι! Ήταν η µόνη µα αδελφή, κ εξεψύχησεν εµπρό στα µάτια µου. Ναι! µε είπεν, αναστενάξασα βαθέω, αλλά δεν ήτο το µόνο µου κορίτσι! Εσύ είσαι τέσσαρα χρόνια µικρότερο από το Χρηστάκη. Ένα χρόνο κατόπι του έκαµα την πρώτη µου θυγατέρα. Ήταν τότε κοντά, που επαντρολογιέτο ο Φωτή ο Μυλωνά. Ο µακαρίτη ο πατέρα σου παράργησε το γάµο του, ώ που ν αποσαραντήσω εγώ, για να του στεφανώσουµε µαζί. Ήθελε να µε βγάλη και µένα στον κόσµο, για να χαρώ σαν πανδρευµένη, αφού κορίτσι δεν µ άφηκεν η γιαγιά σου να χαρώ. Το πρωί του στεφανώσαµε, και το βράδυ ήταν οι καλεσµένοι στο σπίτι του και επαίζαν τα βιολιά, και έτρωγεν ο κόσµο µέσα στην αυλή, κι εγύρνα η κανάτα µε το κρασί από χέρι σε χέρι. Και έκαµεν ο πατέρα σου κέφι, σαν διασκεδαστικό που ήταν ο µακαρίτη, και µ έρριψε το µανδήλι του, να σηκωθώ να χορέψουµε. Σαν τον έβλεπα να χορεύη, µου άνοιγεν η καρδιά µου, και σαν νέα που ήµουνε, ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ

ΑΡΧΗ 2ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ αγαπούσα κ εγώ το χορό. Κ εχορέψαµε λοιπόν κ εχόρεψαν και οι άλλοι καταπόδι µα. Μα εµεί εχορέψαµε και καλύτερα και πολύτερα. Σαν εκοντέψανε τα µεσάνυχτα, επήρα τον πατέρα σου παράµερα και τον είπα Άνδρα, εγώ έχω παιδί στην κούνια και δεν µπορώ πια να µείνω. Το παιδί πεινά εγώ εσπάργωσα. Πώ να βυζάξω µεσ στον κόσµο και µε το καλό µου το φόρεµα! Μείνε συ, αν θέλη να διασκεδάση ακόµα. Εγώ θα πάρω το µωρό να πάγω στο σπίτι. Ε, καλά, γυναίκα! είπεν ο σχωρεµένο, και µ επαπάρισε πα στον ώµο. Έλα, χόρεψε κι αυτό το χορό µαζί µου, και ύστερα πηγαίνουµε κ οι δύο. Το κρασί άρχισε να µε χτυπά στο κεφάλι, και αφορµή γυρεύω κι εγώ να φύγω. Σαν εξεχορέψαµε κ εκείνο το χορό, επήραµε τη στράτα. Ο γαµβρό έστειλε τα παιχνίδια και µα εξεπροβόδησαν ώ το µισό το δρόµο. Μα είχαµε ακόµη πολύ ώ το σπίτι. Γιατί ο γάµο έγινε στον Καρσιµαχαλά. Ο δούλο επήγαινε µπροστά µε το φανάρι. Ο πατέρα σου εσήκωνε το παιδί, και βαστούσε και µένα από το χέρι. Κουράσθη, βλέπω, γυναίκα! Ναι, Μιχαλιό. Κουράσθηκα. Άιντε βάλ ακόµα κοµµάτι δύναµι, ώ που να φθάσουµε στο σπίτι. Θα στρώσω τα στρώµατα µοναχό µου. Εµετάνοιωσα που σ έβαλα κ εχόρεψε τόσο πολύ. εν πειράζει, άνδρα, του είπα. Το έκαµα για το χατήρι σου. Αύριο ξεκουράζουµαι πάλι. Έτσι ήρθαµε στο σπίτι. Εγώ εφάσκιωσα κ εβύζαξα το παιδί, κ εκείνο έστρωσε. Ο Χρηστάκη εκοιµάτο µαζί µε την Βενετιά, που την αφήκα να τον φυλάγη. Σε λίγο επλαγιάσαµε και µει. Εκεί, µέσα στον ύπνο µου, µ εφάνηκε πω έκλαψε το παιδί. Το κα µένο!, είπα, δεν έφαγε σήµερα χορταστικά. Και ακούµβησα στην κούνια του να το βυζάξω. Μα ήµουν πολύ κουρασµένη και δεν µπορούσα να κρατηθώ. Το έβγαλα λοιπόν, και το έβαλα κοντά µου, µέσ το στρώµα, και του έδωσα τη ρόγα στο στόµα του. Εκεί µε ξαναπήρεν ο ύπνο. ΤΕΛΟΣ 2ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ

ΑΡΧΗ 3ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ εν ηξεύρω πόσην ώρα ήθελεν ώ το πουρνό. Μα σαν έννοιωσα να χαράζη α το βάλω, είπα, το παιδί στον τόπο του. Μα κει που πήγα να το σηκώσω, τι να διω! Το παιδί δεν εσάλευε! Εξύπνησα τον πατέρα σου το ξεφασκιώσαµε, το ζεστάναµε, του ετρίψαµε το µυτούδι του, τίποτε! Ήταν απεθαµένο! Το πλάκωσε, γυναίκα, το παιδί µου! είπεν ο πατέρα σου, και τον επήραν τα δάκρυα. Τότε άρχισα εγώ να κλαίγω στα δυνατά και να ξεφωνίζω. Μα ο πατέρα σου έβαλε το χέρι του στο στόµα µου και Σου! µε είπε. Τι φωνάζει έτσι, βρε βώδι; Αυτό µε το είπε. Θεό σχωρέσ τονε. Τρία χρόνια είχαµε πανδρευµένοι, κακό λόγο δεν µε είπε. Κ εκείνη τη στιγµή µε το είπε. Ε; Τι φωνάζει έτσι; Θέλει να ξεσηκώση τη γειτονιά, να πη ο κόσµο πω εµέθυσε κ επλάκωσε το παιδί σου; Και είχε δίκηο, που ν αγιάσουν τα χώµατα που κοίτεται! Γιατί, αν το µάθαινεν ο κόσµο, έπρεπε να σχίσω τη γη να έµβω µέσα από το κακό µου. Αλλά, τι τα θέλει! Η αµαρτία είναι αµαρτία. Σαν το εθάψαµε το παιδί, κ εγυρίσαµεν από την εκκλησία, τότε άρχισε το θρήνο το µεγάλο. Τότε πια δεν έκλαιγα κρυφά. Είσαι νέα, και θα κάµη κι άλλα, µ έλεγαν. Ω τόσον ο καιρό περνούσε, και ο Θεό δεν µα έδιδε τίποτε. Να! έλεγα µέσα µου. Ο Θεό µε τιµωρεί, γιατί δεν εστάθηκα άξια να προφυλάξω το παιδί που µ έδωκε! Και εντρεπόµουνα τον κόσµο, και εφοβούµην τον πατέρα σου. Γιατί κ εκείνο όλο τον πρώτο χρόνο έκαµνε τάχα τον αλύπητο και µ επαρηγορούσε, για να µε δώση θάρρο. Ύστερα όµω άρχισε να γίνεται σιγανό και συλλογισµένο. ΤΕΛΟΣ 3ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ

Β. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΑΡΧΗ 4ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΤΑΞΗ 1. Από πού αντλεί το αφηγηµατικό υλικό του ο Γεώργιο Βιζυηνό και πώ το αξιοποιεί; (Μονάδε 9) Να αναφέρετε τρία σηµεία του παραπάνω κειµένου, τα οποία τεκµηριώνουν τη θέση σα (Μονάδε 6). Μονάδε 15 2. Να αναφέρετε, µε παραδείγµατα µέσα από το παραπάνω κείµενο, πέντε από τα βασικά χαρακτηριστικά τη διηγηµατογραφία του Βιζυηνού. Μονάδε 20 3. «Ο Βιζυηνό έχει την ικανότητα να διαγράφει αυθυπόστατου ανθρώπινου τύπου, επιµένοντα πολύ στη λεπτοµερειακή απόδοση των ψυχικών καταστάσεων. Οι ήρωέ του ιδωµένοι µε αγάπη, έχουν µια ειδική ευαισθησία, είναι ήρωε παθητικοί». (Γιώργο Παγανό, Η Νεοελληνική Πεζογραφία, τ. Α, Κώδικα, Θεσσαλονίκη 1999). Να επαληθεύσετε την παραπάνω άποψη µε στοιχεία από το απόσπασµα του Γ. Βιζυηνού. Μονάδε 20 4. «Το πλάκωσε, γυναίκα, το παιδί µου! είπεν ο πατέρα σου, και τον επήραν τα δάκρυα. Τότε άρχισα εγώ να κλαίγω στα δυνατά και να ξεφωνίζω. Μα ο πατέρα σου έβαλε το χέρι του στο στόµα µου και Σου! µε είπε. Τι φωνάζει έτσι, βρε βώδι; Αυτό µε το είπε. Θεό σχωρέσ τονε. Τρία χρόνια είχαµε πανδρευµένοι, κακό λόγο δεν µε είπε. Κ εκείνη τη στιγµή µε το είπε. Ε; Τι φωνάζει έτσι; Θέλει να ξεσηκώση τη γειτονιά, να πη ο κόσµο πω εµέθυσε κ επλάκωσε το παιδί σου;». Να σχολιάσετε σε δύο παραγράφου (130-150 λέξει ) τη στάση του πατέρα, όπω αυτή προκύπτει από το παραπάνω απόσπασµα. Μονάδε 25 ΤΕΛΟΣ 4ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ

ΑΡΧΗ 5ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ 5. Να γίνει συγκριτικό σχολιασµό του αποσπάσµατο από «Το αµάρτηµα τη µητρό µου» του Γ. Βιζυηνού µε το παρακάτω απόσπασµα από την «Αναφορά στον Γκρέκο» του Νίκου Καζαντζάκη όσον αφορά στη θέση τη γυναίκα. Μονάδε 20 Νίκο Καζαντζάκη, Αναφορά στον Γκρέκο, (απόσπασµα). Μονάχα µια φορά θυµούµαι τη µητέρα µου να λάµπει παράξενα το µάτι τη, να γελάει και να χαίρεται, σαν όταν θα ταν ανύπαντρη ή αρραβωνιασµένη. Πρωτοµαγιά, είχαµε πάει σ ένα χωριό, στη Φόδελε, γεµάτο νερά και περβόλια πορτοκαλιέ, να κάµει ο πατέρα µου µια βάφτιση. Οπόταν, άξαφνα, σφοδρή νεροποντή ξέσπασε, γίνηκε ο ουρανό νερό κι άδειασε απάνω στη γη, κι αυτή κακάριζε, άνοιγε και δέχουνταν τ αρσενικά νερά βαθιά στον κόρφο τη. Είχαν µαζευτεί οι προύχοντε του χωριού, µε τι γυναίκε του και τι κόρε, στο µεγάλον οντά του κουµπάρου, η βροχή κι οι αστραπέ έµπαιναν από τι χαραµάδε τη πόρτα και των παραθυριών, ο αέρα µύριζε πορτοκάλι και χώµα. Και µπαινόβγαιναν τα τραταρίσµατα, τα κρασιά, τα ρακιά κι οι µεζέδε, πήρε να βραδιάζει, άναψαν τα λυχνάρια, οι άντρε ήρθαν στο κέφι, οι γυναίκε οι χαµοβλεπούσε σήκωσαν τα µάτια κι άρχισαν να κακαρίζουν σαν τι πέρδικε κι όξω από το σπίτι µούγκριζε ακόµα ο Θεό, πλήθαιναν οι βροντέ, τα στενά δροµάκια του χωριού είχαν γίνει ποτάµια, κατρακυλούσαν οι πέτρε και χαχάριζαν, είχε γίνει ο Θεό νεροποντή κι αγκάλιαζε, πότιζε, κάρπιζε τη γη. Κι ο κύρη στράφηκε στη µάνα µου, πρώτη φορά είδα να την κοιτάζει µε τρυφεράδα, κι η φωνή του πρώτη φορά είχε γλυκάνει: Μαργή, τη είπε, τραγούδηξε. Τη έδινε την άδεια, µπροστά σε τόσου άντρε, να τραγουδήσει κι εγώ σηκώθηκα ανταρεµένο. δεν ξέρω γιατί, είχα θυµώσει έκαµα να τρέξω στη µάνα µου, σα να θελα να την προστατέψω µα ο κύρη µε άγγιξε µε το δάχτυλό του ΤΕΛΟΣ 5ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ

ΑΡΧΗ 6ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ στον ώµο και µε κάθισε κάτω. Κι η µάνα µου φάνηκε αγνώριστη, γυάλιζε το πρόσωπό τη, σα να το αγκάλιαζαν όλε οι βροχέ κι οι αστραπέ, σήκωσε το λαιµό, και θυµούµαι τα µακριά κορακάτα µαλλιά τη λύθηκαν ξαφνικά, τη σκέπασαν τι πλάτε και κατέβηκαν ώ τα γοφιά τη. Κι άρχισε... τι φωνή ήταν εκείνη, βαθιά, γλυκιά, λίγο βραχνή, όλο πάθο µεσόκλεισε τα µάτια τη κατά τον κύρη και τραγούδησε µια µαντινάδα. ε θα την ξεχάσω ποτέ τη µαντινάδα αυτή τότε δεν κατάλαβα γιατί την είπε, για ποιον την είπε αργότερα, σα µεγάλωσα, κατάλαβα. Τραγουδούσε µε τη γλυκιά, γεµάτη συγκρατηµένο πάθο φωνή τη και κοίταζε τον πατέρα: Θαµάζουµαι όταν περπατεί πώ δεν ανθούν οι ρούγε και πώ δε γίνεσαι α τό µε τι χρυσέ φτερούγε! Γύρισα πέρα τα µάτια, να µη βλέπω τον κύρη, να µη βλέπω τη µάνα, πήγα στο παραθύρι κι ακούµπησα το κούτελό µου στο τζάµι κι έβλεπα τη βροχή να πέφτει και να τρώει τα χώµατα. ΤΕΛΟΣ 6ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ