DRAFT ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΙΑΤΑΞΕΙΣ

Σχετικά έγγραφα
Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4117, 15/3/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟN ΠΕΡΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟ. Για σκοπούς εναρμόνισης:

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΙΤΛΟΣ Ι ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ. Άρθρο 1 Σκοπός

* NOMOI * Νο.

Φορείς που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες

Πληροφορίες σχετικά με το αρμόδιο ταμείο αποζημίωσης επενδυτών

(δ) η ΑΕΠΕΥ ή το πιστωτικό ίδρυµα που αιτείται τη χορήγηση άδειας λειτουργίας ΠΜ διαθέτουν ανεξάρτητη και αυτοτελή υπηρεσία λειτουργίας ΠΜ, το πρόσωπο

Plus500CY Ltd. Εταιρικές Πληροφορίες

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΜΕΤΑΒΟΛΩΝ ΣΗΜΑΝΤΙΚΩΝ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΑΠΟ ΥΠΟΧΡΕΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ Ν. 3556/2007 ΠΕΡΙ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ


- Παράγωγα σχετιζόμενα με εμπορεύματα και εκκαθαρίζονται με ρευστά διαθέσιμα.

I. ΕΙΣΑΓΩΓΗ. 1 «Εκδότες» νοούνται τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, συμπεριλαμβανομένων. 2 Ως «χρηματοπιστωτικά μέσα» νοούνται

ΑΠΟΦΑΣΗ 4/461/ τoυ ιοικητικού Συμβουλίου. Θέμα: Προϋποθέσεις χορήγησης άδειας λειτουργίας Ανώνυμης Εταιρίας Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών.

Ν 3606/2007: Αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και άλλες διατάξεις.

"Άρθρο 24 Ν. 3601/2007 Συμμετοχές σε πιστωτικά ιδρύματα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Κατηγοριοποίηση πελατών

ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑ ΟΣ ΕΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑ

Νόμος 4209/2013. Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ (AIFMD) για τους Διαχειριστές Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων (ΔΟΕΕ) στην Ελληνική Νομοθεσία

Προς την Διοίκηση της Εταιρείας (για κοινοποίηση στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ) 27 Φεβρουαρίου 2014

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΕΛΤΙΣΤΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΕΝΤΟΛΩΝ ΕΠΙ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ 1 / 216 / του.σ. της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς

ΑΠΟΦΑΣΗ 2/356/ του ιοικητικού Συµβουλίου. Θέµα: Χορήγηση και ανάκληση άδειας λειτουργίας οργανωµένης αγοράς Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ 2 / 435 / τoυ ιοικητικού Συµβουλίου ΤΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (EE L 173 της , σ. 349)

ΤΕΚΕ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΓΓΥΗΣΗΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ T.E.K.E. Ενηµερωθείτε πώς λειτουργεί και πώς σας καλύπτει. ΤΡΑΠΕΖΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου σχετικά µε τον οριστικό χαρακτήρα του διακανονισµού και τη σύσταση ασφαλειών

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3852, 30/4/2004

α) των άρθρων 2, 55Α και 55Γ του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος,

ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΓΓΥΗΣΗΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΕΝ ΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

«Θεσμός εξασφάλισης των επενδυτών και υποστήριξης της αξιοπιστίας της αγοράς των επενδυτικών υπηρεσιών»

MiFID (Markets in Financial Instruments Directive)

ATHOS ASSET MANAGEMENT Α.Ε.Δ.Α.Κ. Πολιτική Αποφυγής Σύγκρουσης Συμφερόντων

Ερωτήσεις και απαντήσεις σε συνέχεια της επαναλειτουργίας της Χρηματιστηριακής Αγοράς

Η ΟΔΗΓΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ (MIFID)

MiFID II MiFIR: Aναγκαίες προσαρμογές στο νέο περιβάλλον

ΔΕΥΤΕΡΟΓΕΝΗΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ 1/461/ του Διοικητικού Συμβουλίου

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. στον. ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ (ΕΕ) αριθ. /.. της Επιτροπής

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΙΑΧΕΙΡΙΣΕΩΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4142, 26/10/2007

δ Είναι ομάδα περιουσίας που αποτελείται από κινητές αξίες, μέσα χρηματαγοράς και

2311 Κ.Δ.Π. 365/2003

ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ ΤΙΤΛΟΣ Ι - ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ - ΟΡΟΙ ΓΙΑ ΤΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΚΕΠΕΥ

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 3016/2002

«LAMDA DEVELOPMENT ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ» Αριθμός Μητρώου Α.Ε. 3039/06/Β/86/28 Αριθμός Γ.Ε.ΜΗ.

ΠΡΟ-ΣΥΜΒΑΤΙΚΟ ΠΑΚΕΤΟ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΠΕΛΑΤΩΝ. EFG Telesis Finance ΑΕΠΕΥ

ΘΕΜΑΤΑ ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ ΔΙΑΤΑΞΗΣ

Κατευθυντήριες γραμμές

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 3/556/ τoυ Διοικητικού Συμβουλίου

Επισκόπηση των εναλλακτικών επιλογών και διακριτικών ευχερειών που ορίζονται στην οδηγία 2013/36/ΕΕ και στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΕΛΤΙΣΤΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΕΝΤΟΛΩΝ ATTICA BANK

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ Προς τους μετόχους της της Ανώνυμης Εταιρίας με την επωνυμία ΣΙΔΗΡΕΜΠΟΡΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΣΙΔΜΑ ΑΕ Γ.Ε.ΜΗ (ΑΡ.Μ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΟΜΙΛΟΥ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ. Πολιτική κατηγοριοποίησης πελατών

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΕ ΕΚΤΑΚΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ «ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΔΜΗΕ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ» Αρ. Γ.Ε.ΜΗ.

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ)

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3918, 5/11/2004


ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΤΟΧΩΝ ΚΟΙΝΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ATTICA BANK ΑΝΩΝΥΜΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΕ ΕΚΤΑΚΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ (ΑΡ.Μ.Α.Ε.

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΑΠΟΘΕΤΗΡΙΟ ΤΙΤΛΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ (ΕΛ.Κ.Α.Τ.) (Συνεδρίαση 223/ )

Ο ΠΕΡΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι - ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ - ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ ΔΟΕΕ

Δευτερογενής Διαπραγμάτευση και Εκκαθάριση Συναλλαγών

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΤΟΧΩΝ ΚΟΙΝΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ATTICA BANK ΑΝΩΝΥΜΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΕ ΕΚΤΑΚΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ (ΑΡ.Μ.Α.Ε.

ΘΕΜΑΤΑ ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ ΙΑΤΑΞΗΣ

Ι. ΜΠΟΥΤΑΡΗΣ & ΥΙΟΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΕΠΕΝ ΥΣΕΩΝ Αρ. Μ.Α.Ε. : 8514/06/Β/86/02 ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΕ ΕΤΗΣΙΑ ΤΑΚΤΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ Ν.3606/2007. ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ (MiFID)

ΘΕΜΑΤΑ ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ ΙΑΤΑΞΗΣ

ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ»

Α Π Ο Φ Α Σ Η 7/459/ του ιοικητικού Συµβουλίου ΤΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΑΚΤΙΚΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΜΑΘΙΟΣ ΠΥΡΙΜΑΧΑ ΑΕ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΒΙΟΤΕΧΝΙΚΗ, ΕΜΠΟΡΙΚΗ & ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΑΡ. ΜΑΕ. 6445/06/Β.

ΜΕΡΟΣ Ι - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΑΚΤΙΚΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ. π ρ ο σ κ α λ ε ί

Π Ρ Ο Σ Κ Λ Η Σ Η. (συνταγείσα σύµφωνα µε το άρθρο 26 παρ. 2β του κ.ν. 2190/1920) Των µετόχων της Ανώνυµης Εταιρείας µε την επωνυµία «FLEXOPACK

ΟΔΗΓΟΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΗΣ / ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΜΕΤΟΧΩΝ ΣΤΗ ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΗ ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟΥ

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΑΡ. ΜΑΕ 5419/06/Β/86/02

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4216, 23/10/2009

Κοινή Απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΠΟΦΑΣΗ 2/305/ του ιοικητικού Συµβουλίου. Θέµα: Λειτουργία παράλληλης αγοράς χρηµατιστηρίου του άρθρου 32 του Νόµου 1806/1988 (ΦΕΚ Α 207).

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΡΙΘΜ. 123/

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 17/633/ του Διοικητικού Συμβουλίου. Θέμα: Ενημερωτικό δελτίο, ετήσια και εξαμηνιαία έκθεση ΟΣΕΚΑ

Plus500CY Ltd. Ταμείο Αποζημίωσης Επενδυτών

ΘΕΜΑΤΑ ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ ΙΑΤΑΞΗΣ

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ «ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΔΜΗΕ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ» Αρ. Γ.Ε.ΜΗ.

Α.Ε.Κ 2/305 ΦΕΚ 1360/Β/03 Λειτουργία παράλληλης αγοράς χρηματιστηρίου του άρθρου 32 του Νόμου 1806/1988 (ΦΕΚ Α 207).

Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος αριθ. MARKT/2006/11/G : Πάροχοι δεδοµένων στον τοµέα των χρηµατοπιστωτικών υπηρεσιών ΕΝΤΥΠΟ ΑΙΤΗΣΗΣ

µεγαλύτερο του 1/20 του καταβεβληµένου µετοχικού κεφαλαίου της Εταιρείας για την προσθήκη νέoυ θέµατος (υπ. αριθµ. 7) στην ηµερήσια διάταξη:

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ ΣΕ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΕΣ ΑΓΟΡΕΣ 1 γ Η διάρκεια της ειδικής διαπραγμάτευσης ανά χρηματοπιστωτικό μέσο είναι κατ α Ετήσια και

ΘΕΜΑΤΑ ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ ΔΙΑΤΑΞΗΣ

ΔΟΜΙΚΗ ΚΡΗΤΗΣ ΑΕ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΕ ΕΚΤΑΚΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ

Αριθμός 81 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟΥ ΑΞΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 31,34,35,36 ΚΑΙ 39 ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΞΙΩΝ ΚΑΙ

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ Διάταγμα δυνάμει του Νόμου 112(Ι)/2004

ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗ της από (ΦΕΚ Β 2452/ ) Κοινής Απόφασης της Τράπεζας της Ελλάδος και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς

ΝΟΜΟΣΧΕ ΙΟ ΜΕ ΤΙΤΛΟ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

3. Εκλογή ελεγκτικής εταιρείας για τον έλεγχο των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της χρήσης 2019 και καθορισμός της αμοιβής τους.

AΠΟΦΑΣΗ 1/644/ του Διοικητικού Συμβουλίου

Π Ρ Ο Σ Κ Λ Η Σ Η (συνταγείσα σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2β του κ.ν. 2190/1920)

Transcript:

DRAFT1 22.5.2006 ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΙΤΛΟΣ Ι ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΕ ΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ Άρθρο 1 Σκοπός Με τον παρόντα νόµο σκοπείται η ενσωµάτωση στην ελληνική νοµοθεσία της υπ αριθµ. 2004/39/Ε.Κ. του Ευρωπαϊκού Συµβουλίου για τις αγορές χρηµατοπιστωτικών µέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συµβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συµβουλίου. Άρθρο 2 Ορισµοί { 4 } Για τους σκοπούς του παρόντος νόµου, νοούνται ως: 1. «Επιχείρηση Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών» (Ε.Π.Ε.Υ.): κάθε νοµικό πρόσωπο του οποίου το σύνηθες επάγγελµα ή δραστηριότητα είναι η παροχή µιας ή περισσοτέρων επενδυτικών υπηρεσιών σε τρίτους ή /και η διενέργεια µιας ή περισσοτέρων επενδυτικών δραστηριοτήτων σε επαγγελµατική βάση 2. «Συστηµατικός εσωτερικοποιητής» (systemic internaliser): Ε.Π.Ε.Υ. η οποία συναλλάσσεται κατά τρόπο οργανωµένο, συχνά και συστηµατικά για ίδιο λογαριασµό εκτελώντας εντολές πελατών εκτός ρυθµιζόµενης αγοράς ή ΠΜ. 3. «Ειδικός διαπραγµατευτής» (market maker): πρόσωπο που δραστηριοποιείται στις χρηµατοπιστωτικές αγορές σε συνεχή βάση και αναλαµβάνει να συναλλάσσεται για ίδιο λογαριασµό αγοράζοντας και πωλώντας χρηµατοπιστωτικά µέσα έναντι ιδίων κεφαλαίων σε τιµές που έχει καθορίσει ο ίδιος. 4. «Πελάτης»: κάθε φυσικό ή νοµικό πρόσωπο στο οποίο µια Ε.Π.Ε.Υ. παρέχει επενδυτικές ή / και παρεπόµενες υπηρεσίες. 5. «Επαγγελµατίας πελάτης»: πελάτης που πληροί τα κριτήρια και τις διαδικασίες που ορίζονται στο άρθρο *. 6. «Ιδιώτης πελάτης»: κάθε πελάτης που δεν είναι επαγγελµατίας. 7. «ιαχειριστής αγοράς»: πρόσωπο ή πρόσωπα που διευθύνουν ή/ και διαχειρίζονται τις δραστηριότητες µιας ρυθµιζόµενης αγοράς. 8. «Ρυθµιζόµενη αγορά»: πολυµερές σύστηµα που το διευθύνει ή το εκµεταλλεύεται διαχειριστής αγοράς και το οποίο επιτρέπει ή διευκολύνει την προσέγγιση πλειόνων 1

συµφερόντων τρίτων για την αγορά και την πώληση χρηµατοπιστωτικών µέσων εντός του συστήµατος και σύµφωνα µε τους κανόνες του που δεν παρέχουν διακριτική ευχέρεια κατά τρόπο καταλήγοντα στη σύναψη σύµβασης σχετικής µε χρηµατοπιστωτικά µέσα εισηγµένα προς διαπραγµάτευση βάσει των κανόνων και/ή των συστηµάτων του και το οποίο έχει λάβει άδεια λειτουργίας και λειτουργεί κανονικά σύµφωνα µε τις διατάξεις των άρθρων **. 9. «Πολυµερής µηχανισµός διαπραγµάτευσης (ΠΜ )»: πολυµερές σύστηµα που το διαχειρίζεται Ε.Π.Ε.Υ. ή διαχειριστής αγοράς και εντός του οποίου συναντώνται πλείονα συµφέροντα τρίτων για την αγορά και την πώληση χρηµατοπιστωτικών µέσων εντός του συστήµατος και σύµφωνα µε κανόνες που δεν παρέχουν διακριτική ευχέρεια κατά τρόπο καταλήγοντα στη σύναψη σύµβασης σύµφωνα µε τις διατάξεις των άρθρων ***. 10. «Εντολή µε όριο»(limit order): εντολή αγοράς ή πώλησης ορισµένου αριθµού χρηµατοπιστωτικών µέσων σε συγκεκριµένη οριακή ή καλύτερη τιµή11. «Κινητές αξίες»: οι κατηγορίες κινητών αξιών που επιδέχονται διαπραγµατεύσεως στην κεφαλαιαγορά, εξαιρουµένων των µέσων πληρωµής και ιδίως: (α) µετοχές και άλλοι τίτλοι ισοδύναµοι µε µετοχές εταιρειών, προσωπικών εταιρειών και άλλων οντοτήτων, καθώς και πιστοποιητικά καταθέσεως αυτών, (β) οµόλογα ή άλλες µορφές τιτλοποιηµένου χρέους, καθώς και πιστοποιητικά καταθέσεως αυτών, (γ) κάθε άλλη κινητή αξία που παρέχει δικαίωµα αγοράς ή πώλησης παρόµοιων µεταβιβάσιµων κινητών αξιών ή επιδεχόµενη διακανονισµού µε ρευστά διαθέσιµα προσδιοριζόµενου κατ αναφορά προς κινητές αξίες, νοµίσµατα, επιτόκια ή αποδόσεις, εµπορεύµατα ή άλλους δείκτες ή µεγέθη. 12. «Μέσα χρηµαταγοράς»: κατηγορίες µέσων που αποτελούν αντικείµενα συνήθους διαπραγµατεύσεως στη χρηµαταγορά, όπως έντοκα γραµµάτια του ηµοσίου, τίτλοι παρακαταθήκης και εµπορικά γραµµάτια, εξαιρουµένων των µέσων πληρωµής. 13. «Κράτος µέλος καταγωγής», (α) της Ε.Π.Ε.Υ.: i. εάν η Ε.Π.Ε.Υ. είναι φυσικό πρόσωπο, το κράτος µέλος στο οποίο βρίσκονται τα κεντρικά της γραφεία, ii. εάν η Ε.Π.Ε.Υ. είναι νοµικό πρόσωπο, το κράτος µέλος στο οποίο βρίσκεται η iii. καταστατική έδρα του, εάν η Ε.Π.Ε.Υ. δεν έχει, βάσει της εθνικής της νοµοθεσίας, καταστατική έδρα, το κράτος µέλος στο οποίο βρίσκονται τα κεντρικά της γραφεία. (β) της ρυθµιζόµενης αγοράς: το κράτος µέλος στο οποίο είναι καταχωρηµένη η ρυθµιζόµενη αγορά ή εάν βάσει της νοµοθεσίας του εν λόγω κράτους µέλους, αυτή δεν έχει καταστατική έδρα, το κράτος µέλος στο οποίο βρίσκονται τα κεντρικά γραφεία της ρυθµιζόµενης αγοράς. 14. «Κράτος µέλος υποδοχής»: το κράτος µέλος, διάφορο του κράτους µέλους καταγωγής, στο οποίο µια Ε.Π.Ε.Υ. έχει υποκατάστηµα ή παρέχει υπηρεσίες ή/και ασκεί δραστηριότητες, ή το κράτος µέλος στο οποίο ρυθµιζόµενη αγορά παρέχει τους κατάλληλους µηχανισµούς για να διευκολύνει την πρόσβαση µελών εξ αποστάσεως ή συµµετεχόντων εγκατεστηµένων στο εν λόγω κράτος µέλος στις διενεργούµενες στο σύστηµα της συναλλαγές. 15. «Πιστωτικά ιδρύµατα»: τα πιστωτικά ιδρύµατα κατά την έννοια της παραγράφου 1α του άρθρου 2 του ν. 2076/1992, ή εφόσον πρόκειται για πιστωτικό ίδρυµα µε καταστατική έδρα σε άλλο κράτος µέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η επιχείρηση κατά την έννοια του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 1 τη Οδηγίας 2000/12/ΕΚ (L126/26.5.2000). 2

16. «Εταιρεία διαχείρισης»: η εταιρεία διαχείρισης κατά την έννοια της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του ν. 3283/2004 (ΦΕΚ Α 210) ή εφόσον πρόκειται για εταιρεία διαχείρισης µε καταστατική έδρα σε άλλο κράτος µέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η επιχείρηση κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 1α της Οδηγίας 85/611/ΕΟΚ (L375/31.12.1975), συµπεριλαµβανοµένης και της Ανώνυµης Εταιρείας ιαχείρισης Αµοιβαίων Κεφαλαίων της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του ν. 3283/2004, καθώς και κάθε επιχείρηση η οποία έχει την καταστατική της έδρα εκτός της Ευρωπαϊκής ένωσης και η οποία θα ήταν υποχρεωµένη να ζητήσει άδεια λειτουργίας σύµφωνα µε την παράγραφο 1 του άρθρου 5 της Οδηγίας 85/611/ΕΟΚ, εάν είχε την καταστατική της έδρα εντός της Κοινότητας. 17. «Υποκατάστηµα»: τόπος επιχειρηµατικής δραστηριότητας πλην της έδρας, ο οποίος αποτελεί τµήµα της Ε.Π.Ε.Υ., στερείται νοµικής προσωπικότητας και παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες και ασκεί επενδυτικές δραστηριότητες, ενδεχοµένως δε και παρεπόµενες δραστηριότητες για τις οποίες η Ε.Π.Ε.Υ. έχει λάβει άδεια λειτουργίας. Όλοι οι τόποι επιχειρηµατικής δραστηριότητας που συγκροτούνται σε ένα κράτος µέλος από Ε.Π.Ε.Υ. µε έδρα σε άλλο κράτος µέλος θεωρούνται ως ένα και µόνο υποκατάστηµα. 18. «Ειδική συµµετοχή»: άµεση ή έµµεση συµµετοχή σε επιχείρηση επενδύσεων που αντιπροσωπεύει το 10% τουλάχιστον του κεφαλαίου ή των δικαιωµάτων ψήφου, κατά την έννοια του άρθρου 92 της οδηγίας 2001/34/ΕΚ, ή που επιτρέπει την άσκηση σηµαντικής επιρροής στη διαχείριση της Ε.Π.Ε.Υ. στην οποία υπάρχει η εν λόγω συµµετοχή. 19. «Μητρική επιχείρηση»: η µητρική επιχείρηση κατά την έννοια της παραγράφου 5 του άρθρου 42ε και της παραγράφου 1 του άρθρου 106 του κ.ν. 2190/1920 ή εφόσον πρόκειται για µητρική επιχείρηση µε καταστατική έδρα σε άλλο κράτος µέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 1 της έβδοµης Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ (L193/18.7.1983). 20. «Θυγατρική επιχείρηση»: η θυγατρική επιχείρηση κατά την έννοια της παραγράφου 5 του άρθρου 42ε και της παραγράφου 1 του άρθρου 106 του κ.ν. 2190/1920, ή εφόσον πρόκειται για θυγατρική επιχείρηση µε καταστατική έδρα σε άλλο κράτος µέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 1 της έβδοµης Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ (L193/18.7.1983). Όλες οι θυγατρικές επιχειρήσεις θυγατρικών επιχειρήσεων θεωρούνται θυγατρικές επιχειρήσεις της µητρικής επιχείρησης. 21. «Έλεγχος»: µία επιχείρηση θεωρείται ότι ελέγχει άλλη όταν συντρέχει µία τουλάχιστον από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στα άρθρα 42ε και 106 του κ.ν. 2190/1920 ή στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 1 της Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ. 24. «Στενοί δεσµοί»: κατάσταση στην οποία δύο ή περισσότερα φυσικά ή νοµικά πρόσωπα συνδέονται µε: (α) σχέσης συµµετοχής: δηλαδή κατοχή, άµεσα ή µέσω ελέγχου, του 20% ή περισσότερο των δικαιωµάτων ψήφου ή του κεφαλαίου µιας επιχείρησης, (β) «σχέση ελέγχου»: δηλαδή σχέση µεταξύ µητρικής και θυγατρικής επιχείρησης κατά την έννοια του άρθρου 42ε, παρ. 5 του κ.ν. 2190/1920 ή παρόµοια σχέση µεταξύ οποιουδήποτε φυσικού ή νοµικού προσώπου και µιας επιχείρησης. Κατάσταση στην οποία δύο ή περισσότερα φυσικά ή νοµικά πρόσωπα συνδέονται µόνιµα µε ένα και το αυτό πρόσωπο µε σχέση ελέγχου θεωρείται επίσης ότι συνιστά στενό δεσµό µεταξύ αυτών των προσώπων. 3

Άρθρο 3 Παροχή επενδυτικών υπηρεσιών 1. Η καθ οιονδήποτε τρόπο κατ επάγγελµα παροχή επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων στην Ελλάδα και σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος νόµου επιτρέπεται µόνο στις Α.Ε.Π.Ε.Υ., στα πιστωτικά ιδρύµατα, στις Α.Ε.Ε.. και στις Α.Ε..Α.Κ. που έχουν αδειοδοτηθεί να παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες. 2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να επιβάλλει σε φυσικά ή νοµικά πρόσωπα που παραβιάζουν τις διατάξεις της παραγράφου 1 πρόστιµο ύψους **** ευρώ. Σε περίπτωση σοβαρών υποτροπών, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς µπορεί να επιβάλλει πρόστιµο ύψους µέχρι *** ευρώ. Άρθρο 4 Επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες {παράρτηµα Ι Τµήµα Α οδηγίας} Οι Ε.Π.Ε.Υ. δύνανται να παρέχουν, εφόσον περιλαµβάνεται στην άδεια λειτουργίας τους, οποιαδήποτε από τις κάτωθι επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες: 1. Λήψη και διαβίβαση εντολών: λήψη και διαβίβαση για λογαριασµό επενδυτών εντολών για κατάρτιση συναλλαγών σχετικά µε χρηµατοπιστωτικά µέσα. 2. Εκτέλεση εντολών για λογαριασµό πελατών: η διαµεσολάβηση στη σύναψη συµφωνιών αγοράς ή πώλησης ενός ή περισσοτέρων χρηµατοπιστωτικών µέσων για λογαριασµό πελατών (αρ. 4 παρ. 1.5 οδηγία). 3. ιαπραγµάτευση για ίδιο λογαριασµό: η διαπραγµάτευση έναντι ιδίων κεφαλαίων, η οποία οδηγεί στην ολοκλήρωση συναλλαγών σε ένα ή περισσότερα χρηµατοπιστωτικά µέσα (αρ. 4 παρ. 1.6 οδηγία). 4. ιαχείριση χαρτοφυλακίων: η διαχείριση, µε εντολή του πελάτη και υπό καθεστώς διακριτικής ευχέρειας για κάθε πελάτη, χαρτοφυλακίων που περιλαµβάνουν ένα ή περισσότερα χρηµατοπιστωτικά µέσα (αρ. 4 παρ. 1.9 οδηγία). 5. Επενδυτικές συµβουλές: η παροχή προσωπικών συµβουλών σε πελάτη, είτε κατόπιν αιτήσεώς του, είτε µε πρωτοβουλία της Ε.Π.Ε.Υ., σχετικά µε µία ή περισσότερες συναλλαγές που αφορούν χρηµατοπιστωτικά µέσα (αρ. 4 παρ. 1.4 οδηγία). 6. Αναδοχή χρηµατοπιστωτικών µέσων και/ ή τοποθέτηση χρηµατοπιστωτικών µέσων µε δέσµευση ανάληψης. 7. Τοποθέτηση χρηµατοπιστωτικών µέσων χωρίς δέσµευση ανάληψης. 8. Λειτουργία πολυµερούς µηχανισµού διαπραγµάτευσης (ΠΜ ). Άρθρο 5 Παρεπόµενες υπηρεσίες {παράρτηµα Ι Τµήµα Β οδηγίας} Οι Ε.Π.Ε.Υ. δύνανται να παρέχουν, εφόσον περιλαµβάνεται στην άδεια λειτουργίας τους, οποιαδήποτε από τις κάτωθι παρεπόµενες υπηρεσίες: 4

(1) Φύλαξη και διαχείριση χρηµατοπιστωτικών µέσων για λογαριασµό πελατών, περιλαµβανοµένης της θεµατοφυλακής και συναφών υπηρεσιών όπως η διαχείριση χρηµατικών διαθεσίµων/ παρεχόµενων ασφαλειών. (2) Παροχή πιστώσεων ή δανείων σε επενδυτή προς διενέργεια συναλλαγής σε ένα ή περισσότερα χρηµατοπιστωτικά µέσα, στην οποία εµπλέκεται η Ε.Π.Ε.Υ. που παρέχει την πίστωση ή το δάνειο. (3) Παροχή συµβουλών σε επιχειρήσεις σχετικά µε τη διάρθρωση του κεφαλαίου, τη κλαδική στρατηγική και συναφή θέµατα, καθώς και συµβουλών και υπηρεσιών σχετικά µε συγχωνεύσεις και εξαγορές επιχειρήσεων. (4) Υπηρεσίες ξένου συναλλάγµατος εφόσον συνδέονται µε την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών. (5) Έρευνα στον τοµέα των επενδύσεων και χρηµατοοικονοµική ανάλυση ή άλλες µορφές γενικών συστάσεων που σχετίζονται µε συναλλαγές σε χρηµατοπιστωτικά µέσα. (6) Υπηρεσίες σχετιζόµενες µε την αναδοχή. (7) Επενδυτικές καθώς και παρεπόµενες υπηρεσίες σχετικά µε τα υποκείµενα µέσα των παραγώγων που περιλαµβάνονται στο άρθρο 6 στοιχεία 5, 6, 7 και 10, εφόσον σχετίζονται µε την παροχή επενδυτικών ή παρεπόµενων υπηρεσιών. Άρθρο 6 Χρηµατοπιστωτικά µέσα {παράρτηµα Ι Τµήµα Γ οδηγίας} Οι Ε.Π.Ε.Υ. δύνανται να παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες κάνοντας χρήση οποιουδήποτε από τα κάτωθι χρηµατοπιστωτικά µέσα: (1) Κινητές αξίες. (2) Μέσα χρηµαταγοράς. (3) Μερίδια οργανισµών συλλογικών επενδύσεων. (4) Συµβόλαια δικαιωµάτων προαίρεσης, συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης, συµβάσεις ανταλλαγής (swaps), προθεσµιακές συµβάσεις επιτοκίων (forward-rate agreements) και άλλες παράγωγες συµβάσεις σχετιζόµενες µε κινητές αξίες, νοµίσµατα, επιτόκια ή αποδόσεις, ή άλλα παράγωγα µέσα, χρηµατοπιστωτικούς δείκτες ή άλλα χρηµατοπιστωτικά µεγέθη δεκτικά εκκαθαρίσεως µε φυσική παράδοση ή µε ρευστά διαθέσιµα. (5) Συµβόλαια δικαιωµάτων προαίρεσης, συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης, συµβάσεις ανταλλαγής (swaps), προθεσµιακές συµβάσεις επιτοκίου και κάθε άλλη σύµβαση παράγωγου µέσου σχετιζόµενη µε εµπορεύµατα, που πρέπει να εκκαθαρισθούν µε ρευστά διαθέσιµα ή µπορούν να εκκαθαρισθούν µε ρευστά διαθέσιµα κατ επιλογή ενός συµβαλλόµενου µέρους (αλλά όχι λόγω αδυναµίας πληρωµής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύµβασης). (6) Συµβόλαια δικαιωµάτων προαίρεσης, συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης, συµβάσεις ανταλλαγής (swaps) και κάθε άλλη σύµβαση παράγωγου µέσου σχετιζόµενη µε εµπορεύµατα, που επιδέχονται εκκαθαρίσεως µε φυσική παράδοση, εφόσον είναι διαπραγµατεύσιµα σε ρυθµιζόµενη αγορά ή/καιπμ. (7) Συµβόλαια δικαιωµάτων προαίρεσης, συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης, συµβάσεις ανταλλαγής (swaps), προθεσµιακές συµβάσεις (forwards) και κάθε άλλη σύµβαση παράγωγου µέσου σχετιζόµενη µε εµπορεύµατα, που επιδέχονται εκκαθαρίσεως µε φυσική παράδοση, εφόσον δεν αναφέρονται άλλως στο στοιχείο 6 5

του παρόντος άρθρου και δεν προορίζονται για εµπορικούς σκοπούς και που έχουν τα χαρακτηριστικά άλλων παράγωγων χρηµατοπιστωτικών µέσων, όσον αφορά, µεταξύ άλλων, το κατά πόσον υπόκεινται σε εκκαθάριση ή διακανονισµό µέσω αναγνωρισµένων γραφείων συµψηφισµού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων. (8) Παράγωγα µέσα για τη µετακύληση του πιστωτικού κινδύνου. (9) Χρηµατοοικονοµικές συµβάσεις επί διαφορών (contracts for differences). (10) Συµβόλαια δικαιωµάτων προαίρεσης, συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης, συµβάσεις ανταλλαγής (swaps), προθεσµιακές συµβάσεις επιτοκίου και κάθε άλλη σύµβαση παράγωγου µέσου σχετιζόµενη µε κλιµατικές µεταβλητές, ναύλους, άδειες εκποµπής ρύπων, ή ποσοστά πληθωρισµού ή άλλες επίσηµες οικονοµικές στατιστικές, που πρέπει να εκκαθαρισθούν µε ρευστά διαθέσιµα ή µπορούν να εκκαθαρισθούν µε ρευστά διαθέσιµα κατ επιλογή ενός συµβαλλόµενου µέρους (αλλά όχι λόγω αδυναµίας πληρωµής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύµβασης) καθώς και κάθε άλλη σύµβαση παράγωγου µέσου σχετιζόµενη µε περιουσιακά στοιχεία, δικαιώµατα, υποχρεώσεις, δείκτες και µέτρα, εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά στο παρόν άρθρο, που έχουν τα χαρακτηριστικά άλλων παράγωγων χρηµατοπιστωτικών µέσων, όσον αφορά, µεταξύ άλλων, το κατά πόσον είναι διαπραγµατεύσιµα σε ρυθµιζόµενη αγορά ή ΠΣΠ, υπόκεινται σε εκκαθάριση ή διακανονισµό µέσω αναγνωρισµένων γραφείων συµψηφισµού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων. Άρθρο 7 Πεδίο εφαρµογής { 1, 2} {3} 1. Η παρούσα οδηγία εφαρµόζεται στις Ε.Π.Ε.Υ. και στις ρυθµιζόµενες αγορές. 2. Οι ακόλουθες διατάξεις εφαρµόζονται επίσης σε πιστωτικά ιδρύµατα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει της οδηγίας 2000/12/ΕΚ, όταν τα εν λόγω ιδρύµατα παρέχουν/ ασκούν µία ή πλείονες επενδυτικές υπηρεσίες / δραστηριότητες: Τα άρθρα 2 παράγραφος 2, 11, 13 και 14 Το Κεφάλαιο ΙΙ του Τίτλου ΙΙ, εκτός του άρθρου 23 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο Το Κεφάλαιο III του Τίτλου II, εκτός του άρθρου 31 παράγραφοι 2 έως 4 και του άρθρου 32 παράγραφοι 2 έως 6 και8 έως 9 Τα άρθρα 48 έως 53, 57, 61 και 62 και Το άρθρο 71 παράγραφος 1. 3. Οι διατάξεις του παρόντος νόµου δεν εφαρµόζονται: (α) στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, κατά την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ ή του άρθρου 1 της οδηγίας 2002/83/ΕΚ, και στις επιχειρήσεις που ασκούν τις δραστηριότητες αντασφάλισης και αντεκχώρησης που αναφέρονται στην οδηγία 64/225/ΕΟΚ, ή στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις του ν.δ/τος 400/1970 όπως ισχύει (άρθρο 3 παρ. 1 στοιχείο ε). (β) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες αποκλειστικά στις µητρικές τους επιχειρήσεις, στις θυγατρικές τους επιχειρήσεις ή σε άλλες θυγατρικές επιχειρήσεις των µητρικών τους επιχειρήσεων, (γ) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτική υπηρεσία ως παρεπόµενη δραστηριότητα στο πλαίσιο της επαγγελµατικής τους δραστηριότητας, υπό τον όρο ότι η δραστηριότητα αυτή διέπεται από νοµοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις ή από 6

επαγγελµατικό κώδικα δεοντολογίας που δεν απαγορεύουν την παροχή της υπηρεσίας αυτής, (δ) στα πρόσωπα που δεν παρέχουν άλλες επενδυτικές υπηρεσίες / δραστηριότητες πλην της διενέργειας πράξεων για ίδιο λογαριασµό, εκτός εάν είναι ειδικοί διαπραγµατευτές (market makers) ή εάν διενεργούν πράξεις για ίδιο λογαριασµό εκτός ρυθµιζόµενης αγοράς ή ΠΜ κατά τρόπο οργανωµένο, συχνά και συστηµατικά, παρέχοντας ένα σύστηµα προσβάσιµο σε τρίτα µέρη, ώστε να πραγµατοποιούν συναλλαγές µε αυτά, (ε) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες οι οποίες συνίστανται αποκλειστικά στη διαχείριση συστηµάτων συµµετοχής των εργαζοµένων, (στ) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες που συνίστανται µόνο στη διαχείριση συστηµάτων συµµετοχής των εργαζοµένων και στην παροχή επενδυτικών υπηρεσιών αποκλειστικά στις µητρικές τους επιχειρήσεις, στις θυγατρικές τους επιχειρήσεις ή σε άλλες θυγατρικές επιχειρήσεις των µητρικών τους επιχειρήσεων, (ζ) στα µέλη του Ευρωπαϊκού Συστήµατος Κεντρικών Τραπεζών και στους άλλους εθνικούς οργανισµούς που επιτελούν παρόµοιες λειτουργίες και στους λοιπούς δηµόσιους φορείς που διαχειρίζονται το δηµόσιο χρέος ή παρεµβαίνουν στη διαχείρισή του, (η) στους οργανισµούς συλλογικών επενδύσεων και στα ταµεία συντάξεων, είτε υπόκεινται σε συντονισµό σε κοινοτικό επίπεδο είτε όχι, και στους θεµατοφύλακες και διαχειριστές αυτών των επιχειρήσεων, (θ) στα πρόσωπα που διενεργούν πράξεις σε χρηµατοπιστωτικά µέσα για ίδιο λογαριασµό ή παρέχουν υπηρεσίες επενδύσεων σε παράγωγα επί εµπορευµάτων ή σε παράγωγες συµβάσεις, που περιλαµβάνονται στο άρθρο 5 στοιχείο 10, στους πελάτες της κύριας δραστηριότητάς τους, υπό τον όρο ότι αυτό αποτελεί παρεπόµενη δραστηριότητα ως προς την κύρια δραστηριότητά τους, θεωρούµενη σε επίπεδο οµίλου, και ότι η εν λόγω κύρια δραστηριότητά τους δεν είναι η παροχή επενδυτικών υπηρεσιών κατά την έννοια του παρόντος νόµου ούτε η παροχή τραπεζικών υπηρεσιών βάσει της οδηγίας 2000/12/ΕΚ, (ι) στα πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές συµβουλές κατά την άσκηση άλλης επαγγελµατικής δραστηριότητας µη εµπίπτουσας στο πεδίο εφαρµογής του παρόντος νόµου, υπό την προϋπόθεση ότι δεν αµείβονται ειδικά για την παροχή των συµβουλών αυτών, (ια) στα πρόσωπα των οποίων η κύρια δραστηριότητα συνίσταται στη διενέργεια πράξεων σε εµπορεύµατα ή/και παράγωγα επί εµπορευµάτων για ίδιο λογαριασµό. Η εξαίρεση αυτή δεν έχει εφαρµογή όταν τα πρόσωπα που διενεργούν πράξεις σε εµπορεύµατα ή/και παράγωγα επί εµπορευµάτων για ίδιο λογαριασµό αποτελούν µέρος οµίλου, κύρια δραστηριότητα του οποίου είναι η παροχή άλλων επενδυτικών υπηρεσιών, κατά την έννοια του παρόντος νόµου ή τραπεζικών υπηρεσιών βάσει της οδηγίας 2000/12/ΕΚ, (ιβ) στις επιχειρήσεις οι οποίες παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες ή/και επιδίδονται σε επενδυτικές δραστηριότητες που συνίστανται αποκλειστικά στη διενέργεια πράξεων για ίδιο λογαριασµό σε αγορές συµβολαίων µελλοντικής εκπλήρωσης ή δικαιωµάτων προαίρεσης επί χρηµατοπιστωτικών µέσων ή άλλων παραγώγων και σε αγορές τοις µετρητοίς µε µόνο σκοπό την αντιστάθµιση κινδύνων θέσεων σε αγορές παραγώγων ή δραστηριοποιούνται για λογαριασµό άλλων µελών των αγορών αυτών ή διαµορφώνουν τιµές για τα µέλη των αγορών αυτών, και οι οποίες καλύπτονται από την εγγύηση εκκαθαριστών µελών των ιδίων αγορών, εφόσον την ευθύνη για την εκτέλεση των συµβάσεων που συνάπτουν οι επιχειρήσεις αυτές φέρουν εκκαθαριστές µέλη των ιδίων αγορών, 7

4. Τα δικαιώµατα που απορρέουν από τον παρόντα νόµο δεν εκτείνονται στις υπηρεσίες που παρέχονται από αντισυµβαλλοµένους σε πράξεις που διενεργούνται από δηµόσιους φορείς που χειρίζονται το δηµόσιο χρέος ή από µέλη του Ευρωπαϊκού Συστήµατος Κεντρικών Τραπεζών κατά την άσκηση των καθηκόντων τους σύµφωνα µε τη Συνθήκη και το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήµατος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή κατά την άσκηση ισοδύναµων καθηκόντων δυνάµει εθνικών διατάξεων. ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ Α ΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΕΦ Ι. ΟΡΟΙ ΚΑΙ ΙΑ ΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ Α ΕΙΑΣ Άρθρο 8 Άδεια λειτουργίας και µητρώο Α.Ε.Π.Ε.Υ. {άρθρα 5 παρ. 3 και 4, άρθρα 6 παρ. 1 και 2} 1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς χορηγεί άδεια λειτουργίας σε Α.Ε.Π.Ε.Υ., εφόσον αυτή έχει την καταστατική της έδρα και την κεντρική διοίκησή της στην Ελλάδα. Στην άδεια λειτουργίας απαριθµούνται οι επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες και οι παρεπόµενες υπηρεσίες που επιτρέπεται να παρέχει η Α.Ε.Π.Ε.Υ. Σε καµία περίπτωση δεν χορηγείται άδεια µόνο για την παροχή παρεπόµενων υπηρεσιών. 2. Οι Α.Ε.Π.Ε.Υ. λειτουργούν µε τη µορφή ανώνυµης εταιρείας. Στην επωνυµία τους πρέπει να αναγράφονται οι λέξεις Ανώνυµη Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Α.Ε.Π.Ε.Υ.). 3. Α.Ε.Π.Ε.Υ. που ζητά χορήγηση άδειας για να επεκτείνει τις δραστηριότητές της σε πρόσθετες επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες ή παρεπόµενες υπηρεσίες που δεν είχαν προβλεφθεί κατά το χρόνο χορηγήσεως της αρχικής άδειας πρέπει να υποβάλει αίτηση επέκτασης της άδειας λειτουργίας της. 4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δηµιουργεί µητρώο Α,Ε.Π.Ε.Υ. στο οποίο εγγράφονται όλες οι Α.Ε.Π.Ε.Υ, που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας. Το κοινό έχει πρόσβαση στο µητρώο αυτό, το οποίο περιέχει πληροφορίες σχετικά µε τις υπηρεσίες πληροφορίες σχετικά µε τις υπηρεσίες ή / και τις δραστηριότητες για τις οποίες η Α.Ε.Π.Ε.Υ. έχει λάβει άδεια λειτουργίας. Το µητρώο ενηµερώνεται τακτικά. Άρθρο 9 Μετοχικό κεφάλαιο {άρθρο 12 οδηγία} 1. Το µετοχικό κεφάλαιο Α.Ε.Π.Ε.Υ. δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερο από εξακόσιες χιλιάδες Ευρώ ( 600.000). Για την παροχή υπηρεσιών αναδόχου έκδοσης τίτλων το µετοχικό κεφάλαιο των Α.Ε.Π.Ε.Υ. αυτών έχει ελάχιστο ύψος τρία εκατοµµύρια Ευρώ ( 3.000.000). Τα ανωτέρω όρια του µετοχικού κεφαλαίου 8

δύνανται να αναπροσαρµόζονται µε (άρθρο 28 παρ. 1 ν. 2396/1996). απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. 2. Οι µετοχές των Α.Ε.Π.Ε.Υ. είναι ονοµαστικές. 3. Για να εκδοθεί άδεια σύστασης Α.Ε.Π.Ε.Υ., σύµφωνα µε τις διατάξεις των ανωνύµων εταιρειών, απαιτείται να κατατεθεί προηγουµένως σε ειδικό λογαριασµό σε Τράπεζα που λειτουργεί νόµιµα στην Ελλάδα το µετοχικό κεφάλαιο της Εταιρείας, καθώς και να έχει χορηγηθεί άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. (άρθρο 4 παρ. 1 εδάφιο α ν. 1806/1988). Το µετοχικό κεφάλαιο καταβάλλεται τοις µετρητοίς. Μερική καταβολή αποκλείεται. 4. Η αύξηση του µετοχικού κεφαλαίου των Ε.Π.Ε.Υ. µπορεί να γίνει και µε κεφαλαιοποίηση αποθεµατικών τους, µε εξαίρεση το τακτικό αποθεµατικό. Άρθρο 10 Προϋποθέσεις χορήγησης άδειας λειτουργίας {7} 1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν χορηγεί άδεια εάν δεν έχει πεισθεί πλήρως ότι ο αιτών πληροί όλες τις προϋποθέσεις των διατάξεων που ορίζονται στον παρόντα νόµο. 2. Η Α.Ε.Π.Ε.Υ. παρέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, οι οποίες είναι αναγκαίες για να µπορέσει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να πεισθεί ότι η Α.Ε.Π.Ε.Υ. έχει λάβει, κατά τη στιγµή της αρχικής αδειοδότησης, όλα τα αναγκαία µέτρα για να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις διατάξεις των άρθρων *** έως ***. (άρ. 7 παρ. 2 οδηγία) Ειδικότερα για την έκδοση άδειας λειτουργίας η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς συνεκτιµά: 1. (α) την οργάνωση και την οργανωτική δοµή της υπό σύσταση Α.Ε.Π.Ε.Υ. Ειδικότερα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εκτιµά την επάρκεια της οργάνωσης και οργανωτικής δοµής της υπό σύσταση Α.Ε.Π.Ε.Υ. ανά κύρια και παρεπόµενη επενδυτική υπηρεσία για την παροχή της οποίας υποβάλλεται η αίτηση παροχής άδειας. (β) τα τεχνικά και οικονοµικά της µέσα. Ειδικότερα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εκτιµά την επάρκεια των τεχνικών και οικονοµικών µέσων της Α.Ε.Π.Ε.Υ. ανά κύρια και παρεπόµενη επενδυτική υπηρεσία για την παροχή της οποίας υποβάλλεται η αίτηση της άδειας. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς θα λάβει υπόψη τυχόν πρόθεση της εταιρείας να αποκτήσει ασφαλιστική κάλυψη των κινδύνων των πελατών της καθώς και τα επιµέρους χαρακτηριστικά της προβλεπόµενης κάλυψης (ύψος κάλυψης, καλυπτόµενοι κίνδυνοι, κόστος ασφάλισης για τον πελάτη). γ) την αξιοπιστία, την πείρα, την επαγγελµατική ικανότητα και το ήθος των προσώπων που πρόκειται να την διοικήσουν. Η επαγγελµατική ικανότητα των προσώπων αυτών εκτιµάται ανά κύρια και παρεπόµενη επενδυτική υπηρεσία για την παροχή της οποίας υποβάλλεται η αίτηση παροχής άδειας, 9

(δ) την καταλληλότητα των µετόχων που διαθέτουν ειδική συµµετοχή στην εταιρεία. 2. Σε περίπτωση που οποιοδήποτε από τα παραπάνω κριτήρια δεν έχει εφαρµογή στην αιτούµενη εταιρεία λόγω του είδους των κυρίων και παρεποµένων υπηρεσιών που προτίθεται να παρέχει, η αίτηση έκδοσης άδειας θα προσδιορίζει το µη εφαρµοζόµενο κριτήριο καθώς και τους λόγους µη εφαρµογής του. 3. Τα ικαιολογητικά και Στοιχεία που απαιτούνται για την έκδοση άδειας σε νεοϊδρυόµενη Α.Ε.Π.Ε.Υ. είναι: 3.1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς θα εξετάσει αίτηση έκδοσης άδειας σε νεοϊδρυόµενη Α.Ε.Π.Ε.Υ. εφόσον έχει υποβληθεί το σύνολο των παρακάτω δικαιολογητικών και στοιχείων: (α) αίτηση (χωρίς περιορισµό ως προς τον τύπο), που θα απαριθµεί τις κύριες και παρεπόµενες επενδυτικές υπηρεσίες για τις οποίες υποβάλλεται η αίτηση παροχής άδειας, υπογεγραµµένη από τον νόµιµο εκπρόσωπο ή εκπροσώπους της υπό σύσταση Α.Ε.Π.Ε.Υ. Στην αίτηση θα προσδιορίζεται η διεύθυνση και το ονοµατεπώνυµο του εξουσιοδοτηµένου εκπροσώπου της υπό σύσταση Α.Ε.Π.Ε.Υ. για κάθε επαφή µε την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Η αίτηση θα προσδιορίζει επίσης εάν η υπό σύσταση Α.Ε.Π.Ε.Υ. είναι συνδεδεµένη µε ΕΠΕ, πιστωτικό ίδρυµα, ασφαλιστική εταιρία ή εισηγµένη σε ρυθµιζόµενη αγορά εταιρία ή εάν ελέγχεται οπό τα ίδια φυσικά ή νοµικά πρόσωπο τα οποία ελέγχουν Α.Ε.Π.Ε.Υ., πιστωτικό ίδρυµα, ασφαλιστική εταιρία ή εισηγµένη σε ρυθµιζόµενη αγορά εταιρία. Στην αίτηση θα προσδιορίζονται επίσης τόσο η επωνυµία της υπό ίδρυση Α.Ε.Π.Ε.Υ. όσο και ο διακριτικός της τίτλος, εάν υπάρχει. (β) πλήρες πρόγραµµα των δραστηριοτήτων της υπό ίδρυση Α.Ε.Π.Ε.Υ. (γ) σχέδιο καταστατικού της υπό ίδρυση Α.Ε.Π.Ε.Υ., (δ) για καθένα από τα µέλη του διοικητικού συµβουλίου της υπό ίδρυση Α.Ε.Π.Ε.Υ., τα διευθυντικά στελέχη της υπό ίδρυση Α.Ε.Π.Ε.Υ. και τους µετόχους που κατέχουν ειδική συµµετοχή στην Εταιρία, τα εξής: (Ι) ονοµατεπώνυµο, διεύθυνση και επαγγελµατική ιδιότητα των φυσικών προσώπων και επωνυµία και έδρα των νοµικών προσώπων, (ΙΙ) αντίγραφο ποινικού µητρώου, (ΙΙΙ) πιστοποιητικό περί µη πτωχεύσεως, (ΙV) βιογραφικό σηµείωµα. (V) ποσοστό δικαιωµάτων ψήφου που άµεσα ή έµµεσα δικαιούται να ασκήσει στις γενικές συνελεύσεις της Εταιρίας, και (VΙ) απαντήσεις επί ειδικών ερωτηµατολογίων. (ε) για τα πρόσωπο που έχουν την ευθύνη του λογιστηρίου και των εσωτερικών ελέγχων της Εταιρίας, θα καταγράφεται το ονοµατεπώνύµο, η διεύθυνσή τους, η επαγγελµατική του κατάρτιση και τυχόν εξειδίκευσή τους. 3.2 Σηµειώνεται ότι σε περίπτωση που οι µέτοχοι µε ειδική συµµετοχή κατέχουν λιγότερο από το 51% του κεφαλαίου της εταιρίας, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς 10

δύναται να απαιτεί τα στοιχεία του εδαφίού (δ) της παραγράφου 3.1 και από άλλους ιδρυτές. Εάν µέτοχοι που κατέχουν ειδική συµµετοχή είναι νοµικά πρόσωπα, τότε η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξετάζει το σχετικά στοιχεία για κάθε πρόσωπο, µέχρι φυσικού προσώπου, που ελέγχει τα παραπάνω νοµικά πρόσωπα, και δύναται να ζητήσει τα παραπάνω στοιχεία για κάθε νοµικό και φυσικό πρόσωπο στη σειρά ελέγχου του µετόχου µε ειδική συµµετοχή. 4. Τα ικαιολογητικά και Στοιχεία για την έκδοση άδειας σε Υφιστάµενη Ηµεδαπή Ανώνυµη Εταιρία. 4.1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς θα εξετάσει αίτηση έκδοσης άδειας σε µετατρεπόµενη σε Εταιρία υφιστάµενη ηµεδαπή ανώνυµη εταιρία, εφόσον έχει υποβληθεί το σύνολο των παρακάτω δικαιολογητικών και στοιχείων: (α) το σύνολο των δικαιολογητικών και στοιχείων της παραγράφου 3.1 του παρόντος άρθρου (καθώς και η διεύθυνση όπου εδράζεται η διοίκηση της Εταιρίας εάν είναι διαφορετική από την καταστατική της έδρα), (β) απόδειξη µε κάθε νόµιµο έγγραφο µέσο ότι η υποβάλλουσα την αίτηση εταιρία λειτουργεί τουλάχιστον επί δύο (2) έτη κατά την ηµεροµηνία υποβολής της αίτησης, (γ) τις ετήσιες οικονοµικές καταστάσεις των τριών (3) τελευταίων χρήσεων της εταιρίας (ή το σύνολο των ετησίων οικονοµικών καταστάσεων της εταιρίας εάν δεν έχει συµπληρώσει κατά την υποβολή της αίτησης τρεις (3) χρήσεις), µαζί µε τα πιστοποιητικά ελέγχου των καταστάσεων αυτών από ορκωτό ελεγκτή, (δ) κατάσταση δανείων και πιστώσεων της Εταιρίας (που να προσδιορίζει τον δανειστή, το ποσό, τη διάρκεια, το επιτόκιο, εξασφαλίσεις και όρους αποπληρωµής) και των βεβαρηµένων στοιχείων της Εταιρίας (που να προσδιορίζει το είδος και την αξία των στοιχείων), και (ε) άλλα ιστορικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει η καταλληλότητα της εταιρίας για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών. 4.2 Οι προβλέψεις της παραγράφου 3.2 του παρόντος άρθρου ισχύουν και ως προς τις αιτήσεις υφισταµένων ηµεδαπών ανωνύµων εταιριών. 4.3 Τα προβλεπόµενα στις αµέσως προηγούµενες παραγράφους 4.1 και 4.2 ισχύουν και ως προς αιτήσεις τροποποίησης της άδειας λειτουργίας υφιστάµενης ανώνυµης χρηµατιστηριακής εταιρίας για την παροχή κυρίων ή παρεποµένων επενδυτικών υπηρεσιών η παροχή των οποίων δεν προβλέπεται στην άδεια λειτουργίας της. 5. Τα ικαιολογητικά και Στοιχεία για την έκδοση άδειας σε Αλλοδαπές ΕΠΕΥ εκτός από ΕΠΕΥ Καταγωγής Κράτους Μέλους 5.1 Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς θα εξετάσει αίτηση έκδοσης άδειας σε αλλοδαπή ΕΠΕΥ εκτός από ΕΠΕΥ καταγωγής Κράτους - Μέλους, εφόσον έχει υποβληθεί το σύνολο των παρακάτω δικαιολογητικών και στοιχείων: (α) το σύνολο των δικαιολογητικών και στοιχείων της παραγράφου 3.1 του παρόντος άρθρου, 11

(β) πιστοποιητικό της αρµόδιας υπηρεσίας έκδοσης άδειας παροχής επενδυτικών υπηρεσιών από το οποίο να αποδεικνύεται ότι η αλλοδαπή ΕΠΕΥ έχει άδεια παροχής επενδυτικών υπηρεσιών κατά τη νοµοθεσία της χώρας καταγωγής της, (γ) απόδειξη µε κάθε νόµιµο έγγραφο τρόπο ότι ικανοποιείται ο όρος αµοιβαιότητας ως προς την έκδοση άδειας παροχής επενδυτικών υπηρεσιών από τις αρµόδιες αρχές της χώρας καταγωγής της αλλοδαπής ΕΠΕΥ, και (δ) απόδειξη κατάθεσης σε τράπεζα που λειτουργεί νόµιµο στην Ελλάδα, στο όνοµα της αλλοδαπής ΕΠΕΥ, ποσού ίσου ή µεγαλύτερου από το ελάχιστο µετοχικό κεφάλαιο που απαιτείται κατά το νόµο, όπως εκάστοτε ισχύει, για την παροχή των επενδυτικών υπηρεσιών για τις οποίες υποβάλλεται η αίτηση. Ως προς τη λογιστική απεικόνιση και χρήση του, το ποσό της παραπάνω κατάθεσης επέχει θέση µετοχικού κεφαλαίου του καταστήµατος της αλλοδαπής ΕΠΕΥ στην Ελλάδα. 5.2 Οι προβλέψεις της παραγράφου 3.2 του παρόντος άρθρου ισχύουν και ως προς τις αιτήσεις αλλοδαπών ΕΠΕΥ. ( παρ. 3 απόφαση 6161/86/1996 Σ ΕΚ) 6. Ο αιτών ενηµερώνεται εντός έξι µηνών από την υποβολή πλήρους αίτησης άδειας λειτουργίας, για τη χορήγηση ή την απόρριψη της άδειας. (άρ. 7 παρ. 3 οδηγία) 7. Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς µπορούν να εξειδικεύονται οι προϋποθέσεις και τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την προβλεπόµενη στο παρόν άρθρο παροχή άδειας λειτουργίας. Άρθρο 11 Οργανωτικές απαιτήσεις {άρθρο 13 οδηγίας παρ. 1 έως 9} 1. Οι Ε.Π.Ε.Υ. οφείλουν να συµµορφώνονται µε τις οργανωτικές απαιτήσεις των παραγράφων 2 έως 8. 2. Η Ε.Π.Ε.Υ. εφαρµόζει κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες για να εξασφαλίζεται επαρκώς η συµµόρφωση της εταιρείας, συµπεριλαµβανοµένων των στελεχών, υπαλλήλων και συνδεδεµένων αντιπροσώπων της, µε τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις διατάξεις του παρόντος νόµου, καθώς και κατάλληλους κανόνες για τις προσωπικές συναλλαγές των προσώπων αυτών. 3. Η Ε.Π.Ε.Υ. καταρτίζει και εφαρµόζει αποτελεσµατικές οργανωτικές και διοικητικές ρυθµίσεις ώστε να ενεργεί όλα τα ευλόγως πρακτέα προκειµένου να µην επηρεάζονται αρνητικά τα συµφέροντα των πελατών λόγω συγκρούσεων συµφερόντων κατά την έννοια του άρθρου [18] του παρόντος νόµου. 4. Η Ε.Π.Ε.Υ. ενεργεί τα ευλόγως πρακτέα για να εξασφαλίζεται η συνεχής και τακτική εκτέλεση των επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων, χρησιµοποιεί δε προς τούτο κατάλληλα και ανάλογα συστήµατα, µέσα και διαδικασίες. 5. Η Ε.Π.Ε.Υ. µεριµνά ώστε, όταν αναθέτει σε τρίτους την εκτέλεση επιχειρησιακών λειτουργιών ουσιώδους σηµασίας για την παροχή συνεχούς και ικανοποιητικής υπηρεσίας στους πελάτες και την εκτέλεση των επενδυτικών δραστηριοτήτων σε 12

συνεχή και ικανοποιητική βάση, να λαµβάνονται εύλογα µέτρα για να αποφεύγεται κάθε αδικαιολόγητη επιδείνωση του λειτουργικού κινδύνου. Η ανάθεση σε τρίτους σηµαντικών επιχειρησιακών λειτουργιών πρέπει να γίνεται µε τρόπο που να µην παραβλάπτει ουσιωδώς την ποιότητα του εσωτερικού της ελέγχου ούτε την ικανότητα των εποπτικών φορέων να εποπτεύουν τη συµµόρφωση της επιχείρησης µε όλες τις υποχρεώσεις της. Η Ε.Π.Ε.Υ. οφείλει να έχει υγιείς διοικητικές και λογιστικές διαδικασίες, µηχανισµούς εσωτερικού ελέγχου, αποτελεσµατικές διαδικασίες εκτίµησης των κινδύνων και κατάλληλους µηχανισµούς ελέγχου και ασφάλειας των συστηµάτων ηλεκτρονικής επεξεργασίας δεδοµένων. 6. Η Ε.Π.Ε.Υ. µεριµνά ώστε να καταγράφονται όλες οι υπηρεσίες που παρέχει και οι συναλλαγές που εκτελεί, κατά τρόπο που να επιτρέπει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να ελέγχει τη συµµόρφωση µε τις απαιτήσεις του παρόντος νόµου, και ιδίως τη συµµόρφωση της Ε.Π.Ε.Υ. µε όλες τις υποχρεώσεις της έναντι των πελατών ή επενδυτών. 7. Σε περίπτωση υποκαταστήµατος Ε.Π.Ε.Υ. η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εφαρµόζει την υποχρέωση της παραγράφου 6 στις συναλλαγές που εκτελεί το υποκατάστηµα, µε την επιφύλαξη της δυνατότητας της αρµόδιας αρχής του κράτους µέλους καταγωγής να έχει άµεση πρόσβαση στις σχετικές καταχωρήσεις. Άρθρο 12 1. Εάν η.ε.π.ε.υ. κατέχει χρηµατοπιστωτικά µέσα που ανήκουν σε πελάτες, λαµβάνει κατάλληλα µέτρα για να προστατεύσει τα δικαιώµατα κυριότητας των πελατών, ιδίως σε περίπτωση αφερεγγυότητας της Ε.Π.Ε.Υ. και να αποτρέψει τη χρησιµοποίηση χρηµατοπιστωτικών µέσων πελατών για ίδιο λογαριασµό, εκτός εάν ο πελάτης έχει δώσει τη ρητή συγκατάθεσή του. 2. Εάν η Ε.Π.Ε.Υ. κατέχει κεφάλαια πελατών, υποχρεούται να λαµβάνει κατάλληλα µέτρα για να προστατεύσει τα συµφέροντα των πελατών και, εκτός από την περίπτωση των πιστωτικών ιδρυµάτων, να αποτρέψει τη χρησιµοποίηση κεφαλαίων πελατών για ίδιο λογαριασµό. 3. ανειστές ΕΠΕΥ απαγορεύεται να κατάσχουν ή δεσµεύσουν περιουσιακά στοιχεία πελατών της, στους οποίους αυτή παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες, υπό µορφή χρηµάτων κατατεθειµένων σε τραπεζικούς λογαριασµούς πελατών που τηρούνται στο όνοµα της εταιρίας ή χρηµατοπιστωτικών µέσων, εφόσον δικαιούχοι, σύµφωνα µε τα τηρούµενα στην εταιρία κατά τους κανόνες του άρθρου [6 του ν. 2396/1996] βιβλία και κάθε άλλο έγγραφο αποδεικτικό µέσο, είναι οι παραπάνω πελάτες. Η διάταξη του προηγουµένου εδαφίου ισχύει προκειµένου περί χρηµατοπιστωτικών µέσων και ως προς τα πιστωτικά ιδρύµατα που παρέχουν νοµίµως επενδυτικές υπηρεσίες. 4. Στα ως άνω µη δεκτικά κατάσχεσης και δέσµευσης χρηµατοπιστωτικά µέσα δεν περιλαµβάνονται µόνον τα χρηµατοπιστωτικά µέσα που ανήκουν στους επενδυτέςπελάτες της επιχείρησης παροχής επενδυτικών υπηρεσιών σύµφωνα µε τους κανόνες του εµπραγµάτου δικαίου, αλλά και εκείνα που κατέχει, άµεσα ή έµµεσα, η επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και των οποίων πραγµατικός δικαιούχος, σύµφωνα µε τα τηρούµενα σ αυτήν κατά τους κανόνες του άρθρου 6 του ν. 2396/1996 βιβλία και στοιχεία [και κάθε άλλο έγγραφο αποδεικτικό µέσο], είναι πελάτης της, στον οποίο η επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες, ανεξάρτητα από το αν το όνοµα του δικαιούχου-πελάτη είναι καταχωρηµένο στο µητρώο του θεµατοφύλακα ή άλλου φορέα συστήµατος καταχώρισης τίτλων. 13

5.Εφόσον κατασχεθούν εις χείρας επιχείρησης παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, που είναι χειριστής λογαριασµού στο Σύστηµα Άυλων Τίτλων του Κεντρικού Αποθετηρίου Αξιών, ως τρίτης, άυλοι τίτλοι, οι οποίοι, κατά το χρόνο της κατάσχεσης, είχαν πωληθεί χωρίς να έχει γίνει ακόµη η εκκαθάριση της σχετικής χρηµατιστηριακής συναλλαγής, αντικείµενο της κατάσχεσης αποτελεί το προϊόν της πωλήσεως µετά την αφαίρεση φόρων, προµηθειών και λοιπών τελών και εξόδων, που περιέρχεται στην επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών ως χειριστή του λογαριασµού για τους πωληθέντες άυλους τίτλους, αφού συµψηφισθούν τυχόν υφιστάµενες κατά το χρόνο της κατάσχεσης αντίθετες χρηµατικές απαιτήσεις του χειριστή κατά του δικαιούχου του προϊόντος της πωλήσεως µετά την αφαίρεση φόρων, προµηθειών και λοιπών τελών και εξόδων. 6. Εάν επιβληθεί κατάσχεση στους τραπεζικούς λογαριασµούς της παραγράφου 9 του άρθρου 20 του νόµου 3632/1928, η κατάσχεση αυτή δεν παράγει αποτελέσµατα ως απολύτως άκυρη (α) έναντι της εταιρίας «Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών, η οποία δικαιούται να αναλαµβάνει τα κεφάλαια που απαιτούνται για την εκπλήρωση των εκάστοτε χρηµατικών υποχρεώσεων των συµµετεχόντων στο διακανονισµό, και (β) έναντι µέλους του Χρηµατιστηρίου Αθηνών και θεµατοφύλακα που εκκαθαρίζει χρηµατιστηριακές συναλλαγές, ως προς χρηµατικά ποσά που ανήκουν σε επενδυτές - πελάτες τους. Άρθρο 13 {14} ιαδικασία διαπραγµάτευσης και οριστικοποίηση των συναλλαγών σε ΠΜ 1. Οι ΕΠΕΥ ή οι διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ΠΜ, εκτός τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο άρθρο [13], καταρτίζουν κανόνες και διαδικασίες για την οµαλή διαπραγµάτευση και καθορίζουν αντικειµενικά κριτήρια για την αποτελεσµατική εκτέλεση των εντολών. 2. Οι ΕΠΕΥ ή οι διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ΠΜ θεσπίζουν διαφανείς κανόνες σχετικούς µε τα κριτήρια προσδιορισµού των χρηµατοπιστωτικών µέσων, η διαπραγµάτευση των οποίων επιτρέπεται στα πλαίσια των συστηµάτων τους. Οι ΕΠΕΥ ή οι διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ΠΜ υποχρεούνται να παρέχουν, όπου συντρέχει η περίπτωση, επαρκείς πληροφορίες δηµόσια διαθέσιµες ή να διασφαλίζουν ότι υπάρχει πρόσβαση σε τέτοιες πληροφορίες, ώστε να µπορούν οι χρήστες του να µορφώνουν επενδυτική κρίση, ανάλογα µε τη φύση των χρηστών και µε τα είδη των υπό διαπραγµάτευση χρηµατοπιστωτικών µέσων. 3. Τα άρθρα [19, 21 και 22] του παρόντος δεν έχουν εφαρµογή στις συναλλαγές που συνάπτονται µεταξύ µελών ενός ΠΜ ή συµµετεχόντων σ αυτόν ή µεταξύ του ΠΜ και των µελών του ή των συµµετεχόντων σ αυτόν σε σχέση µε τη χρησιµοποίησή του, στα πλαίσια των κανόνων που το διέπουν. Τα µέλη όµως ενός ΠΜ ή οι συµµετέχοντες σ αυτό συµµορφώνονται προς τις προβλεπόµενες στα εν λόγω άρθρα υποχρεώσεις έναντι των πελατών τους όταν, ενεργώντας για λογαριασµό των πελατών τους, εκτελούν εντολές τους µέσω των συστηµάτων ΠΜ. 14

4. Οι ΕΠΕΥ ή οι διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ΠΜ οφείλουν να καταρτίζουν και να τηρούν κανόνες διαφανείς και βασισµένους σε αντικειµενικά κριτήρια, οι οποίοι να διέπουν την πρόσβαση στον ΠΜ. Οι κανόνες αυτοί πρέπει να πληρούν τους όρους του άρθρου [42 παράγραφος 3]. 5. Οι ΕΠΕΥ ή οι διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ΠΜ υποχρεούνται να ενηµερώνουν σαφώς τους χρήστες του για τις αντίστοιχες ευθύνες τους όσον αφορά το διακανονισµό των συναλλαγών που εκτελούνται εντός του εν λόγω συστήµατος. Οι ΕΠΕΥ ή οι διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ένα ΠΜ οφείλουν να έχουν δηµιουργήσει τους αναγκαίους µηχανισµούς για τη διευκόλυνση του αποτελεσµατικού διακανονισµού των συναλλαγών που διενεργούνται στα πλαίσια των συστηµάτων του ΠΜ. 6. Εάν κινητή αξία εισαχθείσα προς διαπραγµάτευση σε ρυθµιζόµενη αγορά αποτελεί επίσης αντικείµενο διαπραγµάτευσης σε ΠΜ χωρίς τη συγκατάθεση του εκδότη της, ο εκδότης δεν υπόκειται σε καµία υποχρέωση έναντι του ΠΜ ως προς την αρχική, τη συνεχή και την κατά περίπτωση δηµοσιοποίηση χρηµατοοικονοµικών πληροφοριών σχετικών µε τον ΠΜ. 7. Οι ΕΠΕΥ ή οι διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται ΠΜ οφείλουν να συµµορφώνονται αµέσως µε κάθε απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για την αναστολή ή τη διακοπή της διαπραγµάτευσης συγκεκριµένου χρηµατοπιστωτικού µέσου. Άρθρο 13 Μέτοχοι και µέλη µε ειδικές συµµετοχές {10} 1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς απαγορεύει την παροχή / άσκηση επενδυτικών υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων από Α.Ε.Π.Ε.Υ. µέχρις ότου πληροφορηθούν την ταυτότητα των άµεσων ή έµµεσων µετόχων ή µελών, ανεξαρτήτως του αν πρόκειται για φυσικά ή για νοµικά πρόσωπα που κατέχουν ειδικές συµµετοχές, καθώς και το ύψος των εν λόγω ειδικών συµµετοχών. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αρνείται τη χορήγηση άδειας λειτουργίας εφόσον, λαµβανοµένης υπόψη της ανάγκης να διασφαλιστεί η ορθή και συνετή διαχείριση της Α.Ε.Π.Ε.Υ., δεν έχει πεισθεί για την καταλληλότητα των µετόχων ή µελών που κατέχουν ειδικές συµµετοχές. Εάν υπάρχουν στενοί δεσµοί µεταξύ της Α.Ε.Π.Ε.Υ. και άλλων φυσικών ή νοµικών προσώπων, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς χορηγεί άδεια λειτουργίας µόνο εάν οι δεσµοί αυτοί δεν εµποδίζουν την αποτελεσµατική άσκηση των εποπτικών της καθηκόντων. 2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν χορηγεί άδεια εάν οι νοµοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις τρίτης χώρας που διέπουν ένα ή περισσότερα φυσικά ή νοµικά πρόσωπα µε τα οποία η Α.Ε.Π.Ε.Υ. έχει στενούς δεσµούς, ή οι δυσχέρειες που 15

ανακύπτουν κατά την εφαρµογή τους, εµποδίζουν την αποτελεσµατική άσκηση των εποπτικών της καθηκόντων. 3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς απαιτεί από κάθε φυσικό ή νοµικό πρόσωπο που προτίθεται να αποκτήσει ή να πωλήσει άµεσα ή έµµεσα ειδική συµµετοχή σε Α.Ε.Π.Ε.Υ. να γνωστοποιεί προηγουµένως, σύµφωνα µε το δεύτερο εδάφιο, το ύψος της συµµετοχής που θα προκύψει µε τον τρόπο αυτό. Τα πρόσωπα αυτά οφείλουν επίσης να γνωστοποιούν στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, όταν προτίθενται να αυξήσουν ή να µειώσουν την ειδική τους συµµετοχή, εάν µε τον τρόπο αυτό η αναλογία των δικαιωµάτων ψήφου ή του κεφαλαίου που κατέχουν θα φθάσει, θα υπερβεί ή θα πέσει κάτω από το 20%, 33% ή 50% ή εάν η Α.Ε.Π.Ε.Υ. θα καταστεί ή θα παύσει να είναι θυγατρική τους. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 4, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται, εντός τριών µηνών από την προβλεπόµενη στο πρώτο εδάφιο ηµεροµηνία της γνωστοποίησης µιας σχεδιαζόµενης απόκτησης, να αντιταχθεί στο σχέδιο αυτό εάν, λαµβανοµένης υπόψη της ανάγκης να διασφαλιστεί η ορθή και συνετή διαχείριση της Α.Ε.Π.Ε.Υ., δεν έχει πεισθεί για την καταλληλότητα των προσώπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο. Εάν δεν αντιταχθεί στο πρόγραµµα αυτό, µπορεί να ορίσει προθεσµία για την υλοποίησή του. 4. Εάν το πρόσωπο που αποκτά τη συµµετοχή που αναφέρεται στην παράγραφο 3 είναι Α.Ε.Π.Ε.Υ., πιστωτικό ίδρυµα, ασφαλιστική επιχείρηση ή εταιρία διαχείρισης ΟΣΕΚΑ που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος µέλος, ή µητρική Ε.Π.Ε.Υ., πιστωτικού ιδρύµατος, ασφαλιστικής επιχείρησης ή εταιρίας διαχείρισης ΟΣΕΚΑ που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος µέλος, ή πρόσωπο που ελέγχει Ε.Π.Ε.Υ., πιστωτικό ίδρυµα, ασφαλιστική επιχείρηση ή εταιρία διαχείρισης ΟΣΕΚΑ που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος µέλος, και εάν, ως αποτέλεσµα της αποκτώµενης συµµετοχής, η επιχείρηση γίνεται θυγατρική του αποκτώντος ή περιέρχεται υπό τον έλεγχό του, η εκτίµηση της απόκτησης συµµετοχής υπόκειται στην προηγούµενη διαβούλευση που προβλέπεται στο άρθρο [60]. 5. Α.Ε.Π.Ε.Υ., η οποία λαµβάνει γνώση οποιασδήποτε απόκτησης ή εκχώρησης συµµετοχών στο κεφάλαιό της µε την οποία οι συµµετοχές σε αυτήν υπερβαίνουν ή πέφτουν κάτω από οποιοδήποτε από τα όρια που αναφέρονται στην παράγραφο 3, πρώτο εδάφιο, οφείλει άµεσα να ενηµερώσει την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σχετικά. Τουλάχιστον µία φορά κατ έτος, οι Α.Ε.Π.Ε.Υ. γνωστοποιούν στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τα ονόµατα των µετόχων και εταίρων που κατέχουν ειδικές συµµετοχές και τα ποσοστά αυτών των συµµετοχών όπως προκύπτουν, για παράδειγµα, από τις πληροφορίες που ανακοινώνονται στις ετήσιες γενικές συνελεύσεις των µετόχων και εταίρων ή από την εφαρµογή των ρυθµίσεων που ισχύουν για τις εταιρίες των οποίων οι κινητές αξίες είναι εισηγµένες προς διαπραγµάτευση σε ρυθµιζόµενη αγορά. 6. Εάν η επιρροή των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, πρώτο εδάφιο, είναι δυνατό να αποβεί σε βάρος της ορθής και συνετής διαχείρισης της Α.Ε.Π.Ε.Υ., η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς λαµβάνει κατάλληλα µέτρα για να τερµατιστεί αυτή η κατάσταση. Τα µέτρα αυτά είναι δυνατόν να περιλαµβάνουν ιδίως αιτήσεις έκδοσης δικαστικών εντολών και /ή την επιβολή κυρώσεων κατά διευθυντών και διαχειριστών, ή την 16

αναστολή της άσκησης των δικαιωµάτων ψήφου που απορρέουν από µετοχές ή µερίδια που κατέχουν οι εν λόγω µέτοχοι ή εταίροι. Παρόµοια µέτρα µπορούν να ληφθούν και κατά των προσώπων που δεν συµµορφώνονται µε την υποχρέωση προηγούµενης ενηµέρωσης σε περίπτωση απόκτησης ή αύξησης ειδικής συµµετοχής. Σε περίπτωση απόκτησης συµµετοχής παρά την αντίθεση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ανεξάρτητα από τις άλλες κυρώσεις που µπορεί να επιβάλλει, µπορεί να αποφασίσει είτε την αναστολή της άσκησης των αντίστοιχων δικαιωµάτων ψήφου, είτε την ακυρότητα ή την ακυρωσία των αντίστοιχων ψήφων. Άρθρο 14 Πρόσωπα που διευθύνουν την Α.Ε.Π.Ε.Υ. {9} 1. Τα πρόσωπα που πραγµατικά διευθύνουν τη δραστηριότητα της Α.Ε.Π.Ε.Υ. οφείλουν να έχουν τα απαιτούµενα εχέγγυα εντιµότητας και πείρας ώστε να εξασφαλίζεται η υγιής και συνετή διαχείριση της Α.Ε.Π.Ε.Υ. 2. Η Α.Ε.Π.Ε.Υ. οφείλει να γνωστοποιεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κάθε µεταβολή στη διοίκησή της και να της παρέχει όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για να εκτιµήσει εάν τα νέα πρόσωπα που διορίζονται στη διοίκηση της επιχείρησης παρέχουν τα απαιτούµενα εχέγγυα εντιµότητας και πείρας. 3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να αρνηθεί να χορηγήσει άδεια λειτουργίας εάν δεν έχει πεισθεί για την εντιµότητα και την πείρα των προσώπων που διευθύνουν πραγµατικά την Α.Ε.Π.Ε.Υ., ή εάν υπάρχουν αντικειµενικοί και εξακριβώσιµοι λόγοι που επιτρέπουν να θεωρηθεί ότι οι προτεινόµενες αλλαγές στη διοίκηση της επιχείρησης αποτελούν απειλή για την ορθή και συνετή διαχείρισή της. 4. Η Α.Ε.Π.Ε.Υ. οφείλει να έχει στη διοίκηση της τουλάχιστον δύο πρόσωπα που πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 1. 5. Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς µπορούν να εξειδικεύονται τα κριτήρια καταλληλότητας των µελών του ιοικητικού Συµβουλίου Α.Ε.Π.Ε.Υ. καθώς και των προσώπων που ασκούν διοίκηση. Άρθρο 15 {16 παρ. 31 } 1.Οι Ε.Π.Ε.Υ. που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς οφείλουν να συµµορφώνονται διαρκώς µε τους όρους που τίθενται στα άρθρα ** και ** του παρόντος νόµου για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας. 2. Οι Ε.Π.Ε.Υ. οφείλουν να αναγράφουν σε κάθε έντυπο, δηµοσίευση, ανακοίνωση ή διαφήµιση τον αριθµό άδειας λειτουργίας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (άρθρο 29 παρ. 2 ν.2396/1996) Άρθρο 16 Ανάκληση άδειας λειτουργίας {8} 17

1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ανακαλεί την άδεια λειτουργίας Α.Ε.Π.Ε.Υ. εν όλω ή και εν µέρει, ως προς τις επενδυτικές υπηρεσίες για τις οποίες παρεσχέθη σε αυτήν η άδεια λειτουργίας στις εξής περιπτώσεις: α) εάν κρίνει ότι έχουν παύσει να συντρέχουν πλέον οι προϋποθέσεις µε βάση τις οποίες είχε χορηγηθεί η άδεια λειτουργίας, β) εάν η Α.Ε.Π.Ε.Υ. δεν πληροί τις προϋποθέσεις των άρθρων ** έως ** του ν. *** για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων, γ) εάν η Α.Ε.Π.Ε.Υ. έχει υποπέσει σε σοβαρές και επανειληµµένες παραβάσεις διατάξεων της χρηµατιστηριακής νοµοθεσίας, που καθιστούν τη λειτουργία της επικίνδυνη για τους επενδυτές και την εύρυθµη λειτουργία της κεφαλαιαγοράς, δ) εάν η Α.Ε.Π.Ε.Υ. δεν κάνει χρήση της άδειας λειτουργίας εντός δώδεκα µηνών από την ηµεροµηνία χορήγησής της, παραιτηθεί ρητώς από αυτήν ή παύσει να παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες για συνεχόµενο διάστηµα τουλάχιστον έξι µηνών, ε) απέκτησε την άδεια λειτουργίας µε ψευδείς δηλώσεις ή µε οποιονδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο (άρθρο 8 περ. β οδηγίας) Πριν προχωρήσει στην ανάκληση της άδειας λειτουργίας, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς γνωστοποιεί στην Ε.Π.Ε.Υ. τις διαπιστωθείσες ελλείψεις ή παραβάσεις και της γνωστοποιεί την πρόθεσή της να προχωρήσει σε ανάκληση της άδειας λειτουργίας της, τάσσοντάς της ταυτόχρονα προθεσµία, που δεν µπορεί να είναι µικρότερη από δέκα ηµέρες από την παραπάνω γνωστοποίηση, µέσα στην οποία η εταιρεία οφείλει να διατυπώσει τις απόψεις της και να λάβει, όταν απαιτείται, τα κατάλληλα µέτρα. Μετά την πάροδο της προθεσµίας και αφού λάβει υπόψη της τις θέσεις της Ε.Π.Ε.Υ., η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αποφασίζει οριστικώς. (Άρθρο 4 παρ. 5 ν.1806/1988) Άρθρο 17 {άρθρο 7 ν.2836/200} Προσωρινή αναστολή άδειας λειτουργίας Α.Ε.Π.Ε.Υ. 1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς µπορεί να αναστέλλει προσωρινά τη λειτουργία Α.Ε.Π.Ε.Υ., όταν διαπιστώνει παράβαση της νοµοθεσίας της κεφαλαιαγοράς που καθιστά τη λειτουργία της επικίνδυνη για τους επενδυτές και την εύρυθµη λειτουργία της χρηµατιστηριακής αγοράς. Η προσωρινή αναστολή µπορεί να εφαρµόζεται σε ορισµένες µόνον από τις επενδυτικές υπηρεσίες, ως προς τις οποίες έχει παρασχεθεί άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Σε κατεπείγουσες περιπτώσεις η αναστολή αποφασίζεται από την Εκτελεστική Επιτροπή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και η σχετική απόφαση εγκρίνεται στην αµέσως επόµενη συνεδρίαση του ιοικητικού Συµβουλίου. Η διάρκεια της αναστολής δεν µπορεί να υπερβαίνει τους τρεις µήνες. Στην απόφαση αναστολής µπορεί να τίθεται σύντοµη προθεσµία στην εταιρία µέσα στην οποία οφείλει να λάβει τα αναγκαία µέτρα για την παύση των παραβάσεων ή την άρση των συνεπειών τους. 2. Η περί προσωρινής αναστολής απόφαση είναι αµέσως εκτελεστή και γνωστοποιείται στην ενδιαφερόµενη εταιρία µε κάθε πρόσφορο µέσο και δηµοσιεύεται σε περίληψη στο Ηµερήσιο ελτίο Τιµών του Χρηµατιστηρίου Αξιών Αθηνών και σε δύο ευρείας κυκλοφορίας ηµερήσιες εφηµερίδες. Το αργότερο µέχρι 18

την παρέλευση του χρόνου αναστολής, και αφού λάβει υπόψη της τις θέσεις της εταιρίας, το ιοικητικό Συµβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς αποφασίζει είτε την άρση της αναστολής είτε την ανάκληση της άδειας της εταιρίας ή την απαγόρευση της λειτουργίας της σύµφωνα µε την κείµενη νοµοθεσία. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και ιδίως ύστερα από αίτηση της ίδιας της εταιρίας, η αναστολή λειτουργίας µπορεί να παραταθεί για άλλες σαράντα πέντε (45) ηµέρες κατ' ανώτατο όριο µετά τη λήξη της. 3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς µε την απόφαση που λαµβάνει σύµφωνα µε την παράγραφο 1 δύναται να διορίζει υπάλληλο ή στέλεχός της ή και τρίτο πρόσωπο ως προσωρινό επίτροπο της εταιρίας και να ορίζει τις πράξεις που επιτρέπεται να διενεργούνται ελεύθερα από την εταιρία, καθώς και τις πράξεις που επιτρέπεται να διενεργούνται µόνον κατόπιν προηγούµενης άδειας του προσωρινού επιτρόπου. Οποιαδήποτε πράξη της διοίκησης της εταιρίας που διενεργείται χωρίς την προηγούµενη άδεια του προσωρινού επιτρόπου, εφόσον αυτή απαιτείται, είναι άκυρη. Η ευθύνη του προσωρινού επιτρόπου κατά την άσκηση των καθηκόντων του περιορίζεται σε δόλο και βαρειά αµέλεια. 4. Ο προσωρινός επίτροπος υπόκειται στον έλεγχο και την εποπτεία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και τα καθήκοντά του διαρκούν για όσο χρονικό διάστηµα η εταιρία τελεί σε καθεστώς προσωρινής αναστολής λειτουργίας και σε κάθε περίπτωση µέχρι το διορισµό επόπτη εκκαθάρισης, κατά το άρθρο *** του παρόντος νόµου. Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς µπορεί να παρατείνεται το έργο του προσωρινού επιτρόπου όσο απαιτείται για σκοπούς παράδοσης στον επόπτη εκκαθάρισης και το πολύ ένα µήνα µετά την ανάληψη των καθηκόντων του επόπτη εκκαθάρισης. 5. Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δύναται να αντικαθίσταται ο προσωρινός επίτροπος. 6. Η αµοιβή του προσωρινού επιτρόπου καθορίζεται µε την απόφαση διορισµού του και βαρύνει την εταιρία της οποίας αναστέλλεται προσωρινά η λειτουργία. Προκειµένου περί υπαλλήλων ή στελεχών της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η αµοιβή αυτή καταβάλλεται επιπλέον των τυχόν αποδοχών τους από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. 7. Ο προσωρινός επίτροπος, όταν ενάγεται ή κατηγορείται για πράξεις ή παραλείψεις που έγιναν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και εξαιτίας αυτής, παρίσταται στις σχετικές δίκες µε µέλη της Νοµικής Υπηρεσίας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Ο προσωρινός επίτροπος δεν προσωποκρατείται ούτε υπέχει οποιαδήποτε ποινική, αστική ή άλλη ευθύνη έναντι οποιουδήποτε για χρέη της Α.Ε.Π.Ε.Υ που έχουν γεννηθεί πριν από το διορισµό του, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσής τους. Άρθρο 18 Ειδική εκκαθάριση Α.Ε.Π.Ε.Υ. εν υπάρχει πρόβλεψη στην οδηγία (Άρθρο 4α ν. 1806/1988) 19