Αριθμός 24/2000 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Β1 Πολιτικό Τμήμα

Σχετικά έγγραφα
ΑΠ 930/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Άρειος Πάγος ΥΠΕΡΩΡΙΑ & ΥΠΕΡΕΡΓΑΣΙΑ

Αριθμός 1118/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Άρειος Πάγος 171/2016 Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας και πλασιέ

Νάξου. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι επαρκώς ορισμένος και το Εφετείο, το οποίο έκρινε ομοίως απορρίπτοντας τον περί

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αιγίου.

Αριθμός 925/2002 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ζ' Πολιτικό Τμήμα

Άρειος Πάγος 175/2013 Εργασία και έκτη ημέρα την εβδομάδα σε επιχειρήσεις με καθεστώς πενθήμερης εργασίας

Άρειος Πάγος B1' Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 15/2008

Αριθμός 1349/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

Αριθμός 450/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Άρειος Πάγος 498/2016 Σύμβαση γνήσιας και μη γνήσιας ετοιμότητας προς εργασία

Αριθμός 1419/2005 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ B1 Πολιτικό Τμήμα

Άρειος Πάγος Δ Πολιτικό Τμήμα Αριθμός απόφασης 1745/2007

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 12η Ιανουαρίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 3 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

Όταν οι εργαζόμενοι αυτοί διαμένουν και διατρέφονται στην οικία του εργοδότη, χαρακτηρίζονται ως οικόσιτοι οικιακοί μισθωτοί.

670/2012 (Β2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Ο

Άρειος Πάγος Αποχώρηση λόγω συνταξιοδότησης και ύψος αποζημίωσης.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 15 Φεβρουαρίου 2011, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Published on TaxExperts (

2417/2015. Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη 8oϊei. Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών χωρίς. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στην

Από τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ. 1-4, 4 παρ. 1 α, 6 παρ. 1, 12παρ.1, 13 παρ. 1, 2 και 3,

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 17 Ιανουαρίου 2001, με την παρουσία και της γραμματέως Δήμητρας Φαραγγά, για να δικάσει μεταξύ:

ΕΕμπΔ 2014 σελ. 627, με παρατηρήσεις Δ.Τζάκα σελ. 631 Απόφαση 201 / 2014

Άρειος Πάγος Β1 Πολιτικό Τμήμα Αριθμός απόφασης 310/2011

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΥΠΕΡΕΡΓΑΣΙΑ ΚΡΑΤΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ

Άρειος Πάγος Τακτική Ολομέλεια Αριθμός 23/2007 (Δημοσίευση ΝοΒ 2007 σελ. 1852)

Απόφαση 210 / 2018 (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 210/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

Αριθμός απόφασης 4013/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

Του αναιρεσείοντος:..., κατοίκου..., ο οποίος παραστάθηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο του Έλλη Ρούσσου.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 15 Μαΐου 2012, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη, για να δικάσει μεταξύ:

Άρειος Πάγος Αριθμός αποφάσεως 67/2004 Γ' Πολιτικό Τμήμα

Άρειος Πάγος Β2' Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 93/2009

Written by Administrator Thursday, 19 January :11 - Last Updated Thursday, 19 January :20

ΑΠ 686/2017 Μη μείωση αποζημίωσης απόλυσης λόγω συνταξιοδότησ

Απόφαση 162 / 2018 (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 162/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2' Πολιτικό Τμήμα

το ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑ(ΟΥ

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 7 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου,

Απόφαση 137 / 2018 (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 137/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2' Πολιτικό Τμήμα

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)

Άρειος Πάγος Β1 Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 873/2009

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

Αυτόματη μετάφραση Automatic translation (Google translate) << Επιστροφή. Αριθμός 272/2017 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ.

Άρειος Πάγος 40/2017 Συνυπολογισμός πρόσθετων αμοιβών στον υπολογισμό Δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα, επιδόματος αδείας και αποδοχών αδείας

Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ'

ΤΟ ΝΕΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΩΝ ΟΡΩΝ ΑΜΟΙΒΗΣ & ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ. Πέτρος Ραπανάκης Οικονομολόγος -Εργασιακός Σύμβουλος 1

Περίληψη ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

1 of 6 18/4/2017 2:30 μμ

Π. Ραπανάκης, Το νέο θεσμικό πλαίσιο που προβλέπει την καταχώριση της υπερεργασίας και της νόμιμης υπερωρίας στο Π.Σ. «ΕΡΓΑΝΗ»

Αριθµός απόφασης 7765/2010 www,dikigoros.gr

Αριθμός ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 23 Απριλίου 2013, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 8 Ιανουαρίου 2007, με την παρουσία και της Γραμματέως Ελένης Γιαννέλη, για να δικάσει μεταξύ :

Της αναιρεσείουσας:..., κατοίκου..., την οποία εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Μανώλης Φραντζεσκάκης.

Αριθμός 1625/2014 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2` Πολιτικό Τμήμα ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ

Published on TaxExperts (

Άρειος Πάγος: 166/1996 (Τµ. Β') Πηγή: ΕΕ 8-9, σελ. 867, 1996

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ηλία Γιαννακάκη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αθανάσιο Θεμέλη,

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 8/5/2007 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Εφετείο Αθηνών.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του Πρωτοδικείου Κω την για να δικάσει την ακόλουθη υπόθεση μεταξύ:

Αρ. Απόφασης 5679/2015 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ _ *

Άρειος Πάγος /06/ Σύμβαση μελέτης. προϋπολογισμού δαπανών έργου. Καθορισμός του ύψους του προϋπολογισμού.

Α Π Ο Σ Π Α Σ Μ Α. Από το πρακτικό της αριθ. 52/2018 τακτικής Συνεδρίασης της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου Νέας Φιλαδέλφειας-Νέας Χαλκηδόνας

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 7 Οκτωβρίου 2014, με την παρουσία και της Γραμματέως Ελένης Τσιουρή, για να δικάσει μεταξύ:

Άρειος Πάγος 270/2017 Αν κατά τη διάρκεια της

Αριθµός 1321/2004 ΤΟ ΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. ` Πολιτικό Τµήµα

Χαρακτηρισμός εργασίας ως εξαρτημένης. Προϋποθέσεις - Μίσθωση έργου και έλλειψη εξαρτήσεων από τον κύριο του έργου.

ΝΑΥΤΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΟΥ ΕΡΓΟΔΟΤΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟΝ ΑΝΤΙΚΛΗΤΟ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 218/2016 Α2 Τμ.

Άρειος Πάγος 1266/2017 Διάκριση εργάτη υπαλλήλου: Για τον χαρακτηρισμό προσώπου ως

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 20 Νοεμβρίου 2015, με την παρουσία και του Γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Χρυσούλα Παρασκευά, Αντιπρόεδρο του Αρείου. Πάγου, Μαρία Γαλάνη - Λεοναρδοπούλου - Εισηγήτρια, Δημήτριο Χονδρογιάννη,

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

μειωμένους δασμούς κ.λπ. λόγω μετοικεσίας με τις διατάξεις του ν. 2579/1998

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 7 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Άρειος Πάγος 1354/2017 Καταχρηστική άσκηση δικαιώματος μισθωτού

Αριθμός απόφασης 226/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

Αριθμός 1369/2011 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2' Πολιτικό Τμήμα

Ο Εισαγγελέας, αφού έλαβε το λόγο από τον Πρόεδρο, πρότεινε την απόρριψη του παραπεμφθέντος λόγου της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης, ως αβάσιμου.

Αριθμός 665/2015 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

Πηγή: RS1Z276QLISKBX1JD3U&apof=1244_2014

Άρειος Πάγος /03/ Ο εταίρος διαχειριστής ομορρύθμου ε

248/2017 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Β'

Αριθμός 63/2013 ΑσΜ 482/2012 ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ

Άρειος Πάγος Α1' Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 249/2009

7/2009 ΑΠ ( ) Αριθμός 7/2009 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1` Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

ΣτΕ 2292/1991 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ'.

Πηγή: ΕΕΔ Τόμος 73/2014, Σελ. 460

Του αναιρεσείοντος: Β. Α. του Κ., κατοίκου..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Εμμανουήλ Διαμαντάρα και κατέθεσε προτάσεις.

Άρειος Πάγος Β2 Πολιτικό Τμήμα Αριθμός απόφασης 1370/2010

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΤΑΚΤΙΚΉ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 278/2016 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΙΙΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

Της αναιρεσείουσας: Μ. Α. του Σ., κατοίκου... Παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Ρήγο.

ΣτΕ 2302/2011. κατά του..., κατοίκου Βάρης Αττικής (...), ο οποίος δεν παρέστη.

ΣτΕ 851/2016 [ Υπολογισμός αξίας ακινήτου για επιβολή εισφοράς σε χρήμα]

Άρειος Πάγος Αριθμός αποφάσεως 1608/2007 Δ Πολιτικό Τμήμα [Δημοσίευση: ΝοΒ 56 (2008) σελ. 409]

ΣτΕ 1383/2012. κατά των:α)... και β)..., κατοίκων..., τακτικών δημοτικών συμβούλων, στις ως άνω δημοτικές εκλογές, οι οποίοι δεν παρέστησαν.

Transcript:

Αριθμός 24/2000 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Β1 Πολιτικό Τμήμα ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Εμμανουήλ Δαμάσκο, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω κωλύματος του Αντιπροέδρου), Χρήστο Παληοκώστα, Λουκά Λυμπερόπουλο, Ανδρέα Μοσχανδρέου και Δημήτριο Παπαμήτσο, Αρεοπαγίτες. ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 2 Νοεμβρίου 1999, με την παρουσία και της γραμματέως Ασπασίας Ζαρουχλιώτου, για να δικάσει μεταξύ: Των αναιρεσειόντων:, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Δημήτριο Τσακίρη. Του αναιρεσιβλήτου:., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Νομικό. Η ένδικη διαφορά έχει εισαχθεί με την από 2 Ιουλίου 1997 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 2485/1998 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 35/1999 του Εφετείου Πειραιώς. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 15 Φεβρουαρίου 1999 αίτησή τους. Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω, ο εισηγητής Αρεοπαγίτης Δημήτριος Παπαμήτσος ανέγνωσε την από 19 Οκτωβρίου 1999 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή του πρώτου λόγου της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως με τα στοιχεία Α2β και την απόρριψη των λοιπών, ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως και ο πληρεξούσιος του αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντιδίκου στη δικαστική δαπάνη. ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Επειδή, όπως προκύπτει από το δικόγραφο της ένδικης αγωγής, με αυτό ο ενάγων και ήδη αναιρεσίβλητος πρόβαλε, ότι οι εναγόμενοι και ήδη αναιρεσείοντες με προφορική σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου τον προσέλαβαν από 5.3.1993 ως οδηγό του αναφερόμενου βυτιοφόρου ατυοκινήτου, μικτού βάρους 38 τόννων, προς μεταφορά με αυτό καυσίμων (πετρελαίου και βενζίνης) και ότι οι εναγόμενοι του ανέφεραν ότι ο μισθός του θα ήταν ο νόμιμος. Κατά την έννοια του περιεχομένου αυτού της αγωγής οι εναγόμενοι διαβεβαίωσαν τον ενάγοντα, προδήλως αποδεχθέντα τις διαβεβαιώσεις αυτές, ότι θα του κατέβαλαν τις αποδοχές, που προβλέπονται από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας για τους οδηγούς αυτοκινήτων βυτιοφόρων μεταφοράς πετρελαιοειδών και όχι από τις εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, αφού δεν χρειαζόταν οιαδήποτε αναφορά των εναγομένων και συμφωνία των διαδίκων για την τήρηση των από τις εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις τασσόμενων γενικών ελαχίστων ορίων αποδοχών. Επομένως, το Εφετείο, που με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε, ότι βάσει συμφωνίας των διαδίκων ήταν εφαρμοστέες επί του προκειμένου οι για τους οδηγούς των ως άνω βυτιοφόρων συλλογικές συμβάσεις εργασίας - χωρίς να δεχθεί ότι οι διάδικοι ανήκαν στις συμβληθείσες με αυτές επαγγελματικές οργανώσεις και χωρίς όλες οι συλλογικές αυτές συμβάσεις να έχουν κηρυχθεί υποχρεωτικές - δεν έλαβε υπόψη παρά το νόμο ουσιώδη πράγματα μη προταθέντα από τον ενάγοντα, ήτοι την ως άνω συμφωνία των διαδίκων, και ο περί του αντιθέτου, από τον αριθ. 8 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ., λόγος του αναιρετηρίου, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.- Επειδή, ο λόγος της αναιρέσεως, από τον αριθ. μόνο 19 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ. (κατά τον προσήκοντα νομικό χαρακτηρισμό του), για παντελή

έλλειψη αιτιολογιών, άλλως για ανεπάρκεια και αντιφατικότητα των αιτιολογιών της προσβαλλόμενης αποφάσεως ως προς τα επιδικασθέντα με αυτήν από την ένδικη εργασιακή σχέση κονδύλια, διότι "δεν αιτιολογεί ποιος ήταν ο νόμιμος ή συμφωνημένος μισθός που εδικαιούτο ο αντίδικος κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, ποιο το ύψος των αποδοχών του που του καταβλήθηκε, ποιο το ύψος της οφειλόμενης αποζημιώσεως λόγω απολύσεως, ποιο το ποσό της καταβληθείσας και πως τελικά προέκυψαν τα ποσά που έκρινε ότι οφείλονται και ότι έτσι καθίσταται ανέφικτος ο δικαστικός έλεγχος για το ποια πραγματικά γεγονότα έλαβε υπόψη η απόφαση, σε ποιες νομικές διατάξεις τα υπήγαγε και αν εφάρμοσε σωστά αυτές", πρέπει να απορριφθεί προεχόντως ως αόριστος. Διότι με το αναιρετήριο - συμπλήρωση του οποίου δεν επιτρέπεται με οιαδήποτε άλλα έγγραφα, ακόμη και διαδικαστικά (Ολ. Α.Π. 27/ 1998, 32/1996)- δεν προβάλλεται ότι η έφεση των εναγομένων, εκτός του λόγου της περί μη εφαρμογής επί του προκειμένου των συλλογικών συμβάσεων για τους οδηγούς βυτιοφόρων καυσίμων, τον οποίο απέρριψε το Εφετείο, περιείχε και λόγο πλήσσοντα ειδικώς τον υπολογισμό των πρωτοδίκως με βάση τις συλλογικές αυτές συμβάσεις επιδικασθέντων ως άνω κονδυλίων. Συνεπώς, το Εφετείο, βάσει του μεταβιβαστικού κατά το άρθρο 522 του Κ.Πολ.Δ. αποτελέσματος της εφέσεως εξουσία είχε προς εξέταση τον ως άνω υπολογισμού καθεαυτόν, αλλά όχι και υποχρέωση, η παράβαση της οποίας να θεμελιώνει τον από τον αριθ. 19 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ. αναιρετικό λόγο. Και εξαφανίσθηκε μεν η πρωτόδικη απόφαση συνολικά από το Εφετείο, τούτο όμως προδήλως έγινε για την ενότητα του τίτλου, αφού μόνο ως προς ένα μερικότερο αγωγικό κονδύλιο (το αφορών την αξία των παρεχόμενων στον ενάγοντα ενδυμάτων και υποδημάτων) και ως προς την πρωτοδίκως απαγγελθείσα καταψήφιση εις ολόκληρο των εναγομένων και προσωπική κατ' αυτών κράτηση το Εφετείο έκρινε κατ' αποτέλεσμα διαφορετικά σε σχέση με την πρωτόδικη απόφαση - που κατά τα λοιπά - και επομένως και ως προς τον υπολογισμό των ως άνω κονδυλίων επικυρώθηκε ουσιαστικά από αυτό.- Επειδή, κατά το άρθρο 1 παρ. 1 και 2 του ν. 435/1976, οι μισθωτοί που απασχολούνται νομίμως πέρα από τα επιτρεπόμενα για κάθε κατηγορία ανώτατα χρονικά όρια της ημερήσιας εργασίας δικαιούνται αμοιβή για κάθε ώρα τέτοιας απασχολήσεως ίσης προς το καταβαλλόμενο ημερομίσθιο, αυξημένο κατά τα οριζόμενα ποσοστά, ενώ οι μισθωτοί που παρέχουν μη νόμιμη υπερωριακή εργασία δικαιούνται από την πρώτη ώρα, πέρα από τον πλουτισμό που αποκόμισε ο εργοδότης χωρίς νόμιμη αιτία, και πρόσθετη αποζημίωση ίση προς το 100% του καταβαλλόμενου ωρομισθίου. Εξάλλου, με την από 14.2.1984 ΕΓΣΣΕ, που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως με τη 11770/20.3.1984 απόφαση του Υπουργού Εργασίας, από 1.1.1984 η εβδομαδιαία διάρκεια της εργασίας των μισθωτών μειώθηκε σε 40 ώρες, ορίσθηκε δε ότι κατά τα λοιπά (επομένως και ως προς την αμοιβή της υπερεργασίας) εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις του άρθρου 9 της 1/1982 αποφάσεως του ΔΔΔΔ Αθηνών. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι για τον υπολογισμό της υπερωριακής εργασίας, στην οποία αφορούν οι παροχές του άρθρου 1 του ν. 435/1976, λαμβάνεται υπόψη όχι η εβδομαδιαία, αλλά η ημερήσια εργασία υπό την έννοια ότι υφίσταται υπερωριακή εργασία όταν ο μισθωτός απασχοληθεί πέρα των οκτώ ωρών ημερησίως. Αντίθετα για τον υπολογισμό της υπερεργασίας υπό την ανωτέρω έννοια κριτήριο αποτελεί όχι η ημερήσια, αλλά η εβδομαδιαία απασχόληση του μισθωτού και μάλιστα εκείνη που πραγματοποιείται τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας. Τέλος, με το άρθρο 8 της από 13.1.1993 ΣΣΕ, για το προσωπικό των οδηγών βυτιοφόρων φορτηγών αυτοκινήτων επιχειρήσεων μεταφοράς και εμπορίας πετρελαιοειδών κλπ προϊόντων, καθιερώθηκε

πενθήμερη εργασία κατά εβδομάδα με δυνατότητα απασχόλησης και το Σάββατο χωρίς δικαίωμα αντικατάστασης της ημέρας αυτής με άλλη ημέρα ανάπαυσης. Στην προκείμενη περίπτωση, το Εφετείο δέχθηκε ανελέγκτως τα εξής: Ο ενάγων κατά το χρονικό διάστημα από 1.6.1993 έως 31.3.1997 εργαζόταν ως οδηγός βυτιοφόρου καυσίμων συνεχώς επί έξι ημέρες εβδομαδιαίως και συγκεκριμένα από Δευτέρα έως και Σάββατο επί 9.5 ώρες ημερησίως και συνολικά (9,5 Χ7) 57 ώρες την εβδομάδα. Και ότι - αφού η τακτική αυτή επί εξαήμερο εβδομαδιαία απασχόληση του ενάγοντος εμφαίνει επί του προκειμένου εφαρμογή του συστήματος της εξαήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, σύμφωνα με τη δυνατότητα που παρείχε η προμνησθείσα συλλογική σύμβαση εργασίας για τους οδηγούς των ως άνω βυτιοφόρων - από τις 57 αυτές ώρες, οι πέρα των 40 ωρών του συλλογικού ωραρίου, 8 πρώτες ώρες (40-48) αποτελούσαν υπερεργασία και οι επόμενες 9 ώρες (6Χ1,5=9) παράνομη υπερωριακή απασχόληση, αφού αυτή πραγματοποιήθηκε χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις. Με την ως άνω κρίση του το Εφετείο δεν παραβίασε τις ουσιαστικού δικαίου προαναφερόμενες διατάξεις και, επομένως, ο λόγος του αναιρετηρίου κατά τη σχετική αιτίασή του πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.- Επειδή, ο εργοδότης, κατά την πληρωμή του μισθού και τη χορήγηση του εκκαθαριστικού σημειώματος, έχει το δικαίωμα να αξιώσει από τον εργαζόμενο να υπογράψει εξοφλητική απόδειξη (Α.Κ. 424). Η εν λόγω απόδειξη πρέπει να είναι αναλυτική, να αναφέρει δηλαδή τα επιμέρους ποσά που απαρτίζουν τις καταβληθείσες αποδοχές του εργαζομένου, καθώς επίσης και τις αιτίες καταβολής τους. Αντιθέτως, η εξοφλητική απόδειξη που δεν είναι αναλυτική, δεν καθορίζει δηλαδή τις οφειλόμενες και τις τελικά καταβληθείσες αποδοχές του εργαζομένου, είναι αόριστη και δεν λαμβάνεται υπόψη από το δικαστήριο. Αλλά και σε μια τέτοια περίπτωση δεν αποκλείεται στον εργοδότη η δυνατότητα να αποδείξει ένσταση εξοφλήσεως των αποδοχών του εργαζομένου με άλλα αποδεικτικά μέσα, εφόσον μάλιστα στη διαδικασία των εργατικών διαφορών επιτρέπονται και αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου (Κ.Πολ.Δ. 671 παρ. 1). Στην προκείμενη περίπτωση, οι αναιρεσείοντες, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση του Εφετείου, με τον τρίτο λόγο της εφέσεώς τους ισχυρίσθηκαν ότι έχουν εξοφλήσει τον αναιρεσίβλητο για την υπερωριακή απασχόληση και την απασχόληση πέρα των 40 ωρών (υπερεργασία) και προς απόδειξη του ως άνω ισχυρισμού τους προσκόμισαν με επίκληση 48 αποδείξεις καταβολής στον αναιρεσίβλητο από τον Ιούνιο 1993 μέχρι Μάρτιο 1997 του συνολικού ποσού των 6.838.00 δρχ. Το δικάσαν δικαστήριο, αναφορικά με τον ως άνω ισχυρισμό των αναιρεσειόντων, δέχθηκε ανελέγκτως τα εξής: ότι στις πιο πάνω αποδείξεις αναγραφόταν το συνολικό ποσό που καταβαλλόταν κάθε μήνα συλλήβδην για "εκτός έδρας, Κυριακές, γιορτές, υπερωρίες και διανυκτερεύσεις εξωτερικού και εσωτερικού" (κατά τη σχετική διατύπωση των αποδείξεων), χωρίς να διαλαμβάνονται τα επί μέρους ποσά που καταβλήθηκαν για κάθε αιτία χωριστά, ειδικότερα δε τα συγκεκριμένα ποσά που καταβλήθηκαν για υπερεργασία και για υπερωριακή απασχόληση, ώστε με τον τρόπο αυτό να είναι εφικτός ο δικαστικός έλεγχος και ότι ούτε από τις αποδείξεις αυτές ούτε από κανένα άλλο πειστικό στοιχείο προκύπτει η εξόφληση των απαιτήσεων του αναιρεσιβλήτου για τις παραπάνω αιτίες. Μάλιστα στις παραπάνω αποδείξεις δεν γίνεται καθόλου μνεία για υπερεργασία. Ακολούθως, το Εφετείο απέρριψε την ανωτέρω ένσταση ως αβάσιμη. Έτσι που αποφάνθηκε το Εφετείο δεν παραβίασε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 416, 422, 424 και 200 Α.Κ. και, επομένως, η περί του αντιθέτου αιτίαση του αναιρετηρίου από τον αριθ. 1 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ. πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη. Η περαιτέρω δε αιτίαση

του αναιρετηρίου για ανεπάρκεια των αιτιολογιών της προσβαλλομένης ως προς την ως άνω κρίση της πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη καθ' ο μέρος, υπό την επίκληση της αναιρετικής αυτής πλημμέλεια, πλήσσει την ανέλεγκτη επί της ουσίας κρίση του Εφετείου για μη απόδειξη δι' οιουδήποτε αποδεικτικού μέσου των επίμαχων καταβολών. Καθ' ο δε μέρος αναφέρεται στο μη καθορισμό από το Εφετείο της αιτίας, για την οποία καταβλήθηκαν τα ποσά αυτά, πρέπει η αιτίαση αυτή να απορριφθεί ως αβάσιμη, αφού το Εφετείο δεν είχε υποχρέωση να διαλάβει στην απόφασή του τέτοια περαιτέρω αιτιολογία ενόψει και του ότι μεταξύ των διαδίκων είχαν υπάρξει και άλλες - πλην των επίμαχων - από την ένδικη εργασιακή σχέση αξιώσεις, περί των οποίων δεν πρόκειται. Ο λόγος δε του αναιρετηρίου από το άρθρο 559 αριθ. 20 του Κ.Πολ.Δ. ότι το Εφετείο παραμόρφωσε το περιεχόμενο των ανωτέρω έγγραφων αποδείξεων πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος, γιατί δεν υπάρχει παραμόρφωση εγγράφου, όταν το δικαστήριο, εκτιμώντας, όπως επί του προκειμένου, το έγγραφο ως αποδεικτικό μέσο, είτε μεμονωμένα, είτε σε συνδυασμό με το σύνολο των αποδεικτικών μέσων που επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι, πείθεται για την ύπαρξη ή ανυπαρξία των πραγματικών γεγονότων, προς απόδειξη των οποίων προσκομίζεται, αφού τότε πρόκειται απλώς για εκτίμηση αποδεικτικού εγγράφου. Περαιτέρω, από τη γενική διαβεβαίωση του Εφετείου, ότι λήφθηκαν υπόψη και συνεκτιμήθηκαν με τις καταθέσεις των εξετασθέντων μαρτύρων και τις ένορκες βεβαιώσεις, που επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι κατά το άρθρο 671 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ., και όλα τα έγγραφα που επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν οι τελευταίοι, δεν καταλείπεται καμιά αμφιβολία ότι μεταξύ αυτών συμπεριλαμβάνονται οι 43 αποδείξεις πληρωμής, η από 31.12.1996 απόδειξη πληρωμής 75% για υπερωριακή εργασία και η υπ' αριθ. 191/1998 ένορκη βεβαίωση. Επομένως, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο περί του αντιθέτου λόγος του αναιρετηρίου από το άρθρο 559 αριθ. 11 του Κ.Πολ.Δ. Ο υποθετικά δε ασκηθείς λόγος του αναιρετηρίου από τον αριθ. 8 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ., κατά τον οποίο το Εφετείο, αν κριθεί ότι δέχθηκε ότι οι ανωτέρω καταβολές αφορούσαν άλλο χρέος, εκτός των από υπερεργασία και υπερωρίες, έλαβε υπόψη ουσιώδες πράγμα μη προταθέν, πρέπει να απορριφθεί ως στηριζόμενος στη μη συντρέχουσα προμνησθείσα προϋπόθεση, υπό την οποία και ασκήθηκε.- Επειδή, σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί στη δεύτερη σκέψη, και ο τελευταίος από τον αριθ. 19 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ. λόγος του αναιρετηρίου, κατά τον οποίο δεν καθορίζονται στην προσβαλλόμενη απόφαση συγκεκριμένως οι πραγματικές προϋποθέσεις για επιδικασθέντα στον ενάγοντα αδικαιολόγητο σε βάρος του πλουτισμό των εναγομένων από την παρασχεθείσα σε αυτούς παράνομη υπερωριακή εργασία του, πρέπει να απορριφθεί ως αόριστος. Διότι με το αναιρετήριο - συμπλήρωση του οποίου δεν επιτρέπεται κατά τα προεκτεθέντα - δεν προβάλλεται συγκεκριμένως ότι η έφεση των εναγομένων περιείχε ειδικό περί ελλείψεως των πραγματικών προϋποθέσεων του αδικαιολογήτου πλουτισμού λόγο, ώστε η σχετική παράλειψη του Εφετείου να θεμελιώνει τον από τον αριθ. 19 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ. αναιρετικό λόγο, αφού η προσβαλλόμενη απόφαση ουσιαστικά επικύρωσε την πρωτόδικη και ως προς το ως άνω αγωγικό κονδύλιο κατά τα εκτεθέντα στη δεύτερη σκέψη.- ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Απορρίπτει την από 15 Φεβρουαρίου 1999 αίτηση των περί αναιρέσεως της 35/1999 απόφασης του Εφετείου Πειραιώς. Και

Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσιβλήτου, την οποία προσδιορίζει σε διακόσιες ογδόντα χιλιάδες (280.000) δραχμές.- Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 7 Δεκεμβρίου 1999. Και Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο, στις 11 Ιανουαρίου 2000. Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ