Μικροοργανισμοί και Φυσικό Περιβάλλον Τα κύτταρα ζουν στη φύση σε στενή αλληλεξάρτηση με άλλα κύτταρα, σχηματίζοντας συναθροίσεις που λέγονται πληθυσμ

Σχετικά έγγραφα
Γενική Μικροβιολογία. Ενότητα 5 η ΚΥΤΤΑΡΙΚΗ ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

Αρχές Βιοτεχνολογίας Τροφίμων

Γενική Μικροβιολογία. Ενότητα 6 η ΚΥΤΤΑΡΙΚΗ ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

Κεφ. 12 ΛΙΠΙ ΙΑ ΚΑΙ ΚΥΤΤΑΡΙΚΕΣ ΜΕΜΒΡΑΝΕΣ

ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΜΑΚΡΟΘΡΕΠΤΙΚΑ (C, H, N, O) 96% ΜΙΚΡΟΘΡΕΠΤΙΚΑ (πχ. Na, K, P, Ca, Mg) 4% ΙΧΝΟΣΤΟΙΧΕΙΑ (Fe, I) 0,01%

Τα χημικά στοιχεία που είναι επικρατέστερα στους οργανισμούς είναι: i..

ρευστότητα (εξασφαλίζεται µε τα φωσφολιπίδια)

Kυτταρική Bιολογία ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΜΕΜΒΡΑΝΕΣ, ΜΕΜΒΡΑΝΙΚΑ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΑ & ΔΙΑΛΟΓΗ ΠΡΩΤΕΪΝΩΝ ΔIAΛEΞΗ 4 (6/3/2013)

ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΠΛΑΣΜΑΤΙΚΗΣ ΜΕΜΒΡΑΝΗΣ. Πετρολιάγκης Σταμάτης Τμήμα Γ4

Βιολογία Β Λυκείου θέματα

Κεφάλαιο 2ο ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΚΥΤΤΑΡΟΥ

Θέματα πριν τις εξετάσεις. Καλό διάβασμα Καλή επιτυχία

Περιήγηση στο εσωτερικό του Κυττάρου. Φώτης Καρβέλης

BΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΒΙΟΧΗΜΕΙΑΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΧΗΜΙΚΗ ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΥΤΤΑΡΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12 ΛΙΠΙΔΙΑ ΚΑΙ ΚΥΤΤΑΡΙΚΕΣ ΜΕΜΒΡΑΝΕΣ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

Kυτταρική Bιολογία ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΜΕΜΒΡΑΝΕΣ, ΜΕΜΒΡΑΝΙΚΑ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΑ & ΔΙΑΛΟΓΗ ΠΡΩΤΕΪΝΩΝ ΔIAΛEΞΕΙΣ 4 & 5 (29/2 & 2/3/2016)

ΣΥΜΠΥΚΝΩΣΗ: αφαίρεση ενός μορίου νερού - σύνθεση ενός διμερούς ΥΔΡΟΛΥΣΗ : προσθήκη ενός μορίου νερού - διάσπαση του διμερούς στα συστατικά του

ΓENIKA ΣTOIXEIA. Η φυσιολογία του ανθρώπου μελετά τα χαρακτηριστικά και τους λειτουργικούς μηχανισμούς που κάνουν το ανθρώπινο σώμα ζωντανό οργανισμό.

Αρχές Βιοτεχνολογίας Τροφίμων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 Υδατάνθρακες

ΤΑ ΜΟΡΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ. Τι γνωρίζετε για τους υδατάνθρακες;

KΕΦΑΛΑΙΟ 1ο Χημική σύσταση του κυττάρου. Να απαντήσετε σε καθεμιά από τις παρακάτω ερωτήσεις με μια πρόταση:

ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΒΑΚΤΗΡΙΑΚΟΥ. Γεώργιος Φιλιούσης Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Κτηνιατρικής Α.Π.Θ

οµή και λειτουργία των µεγάλων βιολογικών µορίων

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΤΟ ΚΥΤΤΑΡΟ Δ.ΑΡΕΘΑ

Παθητική και ενεργητική μεταφορά μέσω μεμβρανών

Οργανική Χημεία. Κεφάλαιο 28: Βιομόρια-λιπίδια

Η ΧΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ. Καρβουντζή Ηλιάνα Βιολόγος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Οργάνωση της ζωής βιολογικά συστήματα

Kυτταρική Bιολογία ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΜΕΜΒΡΑΝΕΣ, ΜΕΜΒΡΑΝΙΚΑ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΑ & ΔΙΑΛΟΓΗ ΠΡΩΤΕΪΝΩΝ ΔIAΛEΞΕΙΣ 4 & 5 (3/3 & 6/3/2017)

ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ - ΤΟ ΚΥΤΤΑΡΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11. Βιοενεργητική & Μεταβολισµός: Μιτοχόνδρια, Χλωροπλάστες & Υπεροξειδιοσώµατα

Δομή και λειτουργία προκαρυωτικού κυττάρου

ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ.ΕΤΟΥΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Βιοτεχνολογία. Ανάπτυξη μικροοργανισμών Διδάσκουσα: Αναπλ. Καθ. Άννα Ειρήνη Κούκκου

ΧΗΜΙΚΗ ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΥΤΤΑΡΟΥ. Τα χημικά μόρια που οικοδομούν τους οργανισμούς

ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ Ι. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο Βιοχημική εξέλιξη

Γενική Μικροβιολογία. Ενότητα 14 η ΜΙΚΡΟΒΙΑΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Οργάνωση της ζωής βιολογικά συστήματα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡIΤΟ ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΜΕΜΒΡΑΝΕΣ

πρωτεΐνες πολυμερείς ουσίες δομούν λειτουργούν λευκώματα 1.Απλές πρωτεΐνες 2.Σύνθετες πρωτεΐνες πρωτεΐδια μη πρωτεϊνικό μεταλλοπρωτεΐνες

Ποια είναι κατά τη γνώμη σας τα 30 μικρομόρια που συνιστούν τα πρόδρομα μόρια των βιομακρομορίων; Πώς μπορούν να ταξινομηθούν;

ΕΡΓΑΣΙΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ 3.1 ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

CAMPBELL REECE, ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΜΟΣ Ι, ΠΕΚ 2010

ΒΙΟΛΟΓΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ.ΕΤΟΥΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12 ΛΙΠΙΔΙΑ ΚΑΙ ΚΥΤΤΑΡΙΚΕΣ ΜΕΜΒΡΑΝΕΣ

Τράπεζα Θεμάτων Βιολογίας Β' Λυκείου Κεφάλαιο 1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Αρχές Βιοτεχνολογίας Τροφίμων

Κεφάλαιο 2. Copyright The McGraw-Hill Companies, Inc Utopia Publishing, All rights reserved

Κυτταρικό τοίχωμα. Το φυτικό κύτταρο. Χλωροπλάστης Χυμοτόπιο

ΒΟΤΑΝΙΚΗ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΦΥΤΟΥ

«ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΔΟΜΗ ΞΥΛΟΥ» ΧΗΜΙΚΗ ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΞΥΛΟΥ. Δρ. Γεώργιος Μαντάνης Εργαστήριο Τεχνολογίας Ξύλου Τμήμα Σχεδιασμού & Τεχνολογίας Ξύλου & Επίπλου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. Μορφολογία Βακτηριακού Κυττάρου

1. Εισαγωγή στο Κύτταρο

ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΔΡΑΣΗ ΠΡΩΤΕΙΝΩΝ

Είναι σημαντικές επειδή: Αποτελούν βασικά δοµικά συστατικά του σώµατος Εξυπηρετούν ενεργειακές ανάγκες Ασκούν έλεγχο σε όλες τις βιοχηµικές διεργασίες

Κωνσταντίνος Π. (Β 2 ) ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ

ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΕΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

ΛΙΠΙΔΙΑ ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΜΕΜΒΡΑΝΕΣ. 29/10/2015 Δ.Δ. Λεωνίδας

αποτελούν το 96% κ.β Ποικιλία λειτουργιών

ΠΡΩΤΕΪΝΕΣ. Φατούρος Ιωάννης Αναπληρωτής Καθηγητής

Το νερό και οι ιδιότητές του Οι µοναδικές φυσικοχηµικές ιδιότητες του νερού οφείλονται στο ότι:

Η ανόργανη θρέψη των φυτών

Kυτταρική Bιολογία. Μιτοχόνδρια & Χλωροπλάστες - Τα Ενεργειακά Κέντρα των Ευκαρυωτικών Κυττάρων ΔIAΛEΞΕΙΣ 24 & 25 (27 /5/2016)

Ειδικές μέθοδοι ανάλυσης κυτταρικών διεργασιών Επίδραση εξωγενών παραγόντων στη λειτουργία κυτταρικών μεμβράνων

ΧΗΜΙΚΗ ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΞΥΛΟΥ "ΔΟΜΗ ΞΥΛΟΥ"

Οι δευτερογενείς µεταβολίτες

ΒΙΟΧΗΜΕΙΑ ΧΗΜΙΚΗ ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΒΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΜΟΡΙΩΝ. Στοιχείο O C H N Ca P K S Na Mg περιεκτικότητα % ,5 1 0,35 0,25 0,15 0,05

Τμήμα Βιολογίας Μάθημα: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΥΤΤΑΡΟΥ Γ εξάμηνο Διαλέξεις κάθε Τρίτη μ.μ. και Παρασκευή 11-13

ΟΡΓΑΝΙΚΕΣ ΟΥΣΙΕΣ. 1. (α) Ποιο μόριο απεικονίζεται στο σχεδιάγραμμα; (β) Ποια είναι η απλούστερη μορφή του R;

Η ανόργανη θρέψη των φυτών

Created with Print2PDF. To remove this line, buy a license at:

ΖΩΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡIΤΟ ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΜΕΜΒΡΑΝΕΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο Κύτταρο, η θεμελιώδης μονάδα της ζωής

Αποµόνωση µεµβρανικών λιπιδίων

Κεφάλαιο 3 ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ

Το φωσφορικό ανιόν δεν ανάγεται µέσα στο φυτό. Παραµένει στην υψηλότερη οξειδωτική µορφή του

ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ.ΕΤΟΥΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΧΗΜΕΙΑ

τα βιβλία των επιτυχιών

ΚΥΤΤΑΡΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΔΟΧΗ

Ηδοµή των λιπαρών οξέων

Βιολογία Γενικής Παιδείας Β Λυκείου

3.1 ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

ΤΟ ΚΥΤΤΑΡΟ ΠΥΡΗΝΑ ΚΥΤΤΑΡΟΠΛΑΣΜΑ ΟΡΓΑΝΥΛΛΙΑ ΥΑΛΟΠΛΑΣΜΑ ΠΥΡΗΝΙΟ ΠΥΡΗΝΙΚΗ ΜΕΜΒΡΑΝΗ ΠΥΡΗΝΙΚΟΣ ΦΛΟΙΟΣ

ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΥΔΩΝ ΤΕΦΑΑ/ΔΠΘ ΜΑΘΗΜΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΟΝΗΤΙΚΗΣ. Φατούρος Γ. Ιωάννης, Επίκουρος Καθηγητής

και χρειάζεται μέσα στο ρύθμιση εναρμόνιση των διαφόρων ενζυμικών δραστηριοτήτων. ενζύμων κύτταρο τρόπους

Κυτταρικό τοίχωμα. Το φυτικό κύτταρο. Χλωροπλάστης Χυμοτόπιο

Κυτταρική Βιολογία. Ενότητα 01 : Εισαγωγή. Παναγιωτίδης Χρήστος Τμήμα Φαρμακευτικής ΑΠΘ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ

(αδρές αποικίες) Θέρμανση (λείες αποικίες) ζωντανά ποντίκια ζωντανά ποντίκια νεκρά ποντίκια

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΡΩΤΗΣΕΩΝ.-ΑΣΚΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ

ΓΕΝΙΚΗ ΜΙΚΡΟΒΙΟΛΟΓΙΑ. Μαντώ Κυριακού 2015

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΚΥΤΤΑΡΙΚΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΚΥΤΤΑΡΙΚΗ ΔΙΑΠΕΡΑΤΟΤΗΤΑ

Τίτλος Μαθήματος: Γενική Μικροβιολογία. Ενότητα: ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΒΑΚΤΗΡΙΑΚΟΥ ΚΥΤΤΑΡΟΥ. Διδάσκων: Καθηγητής Ιωάννης Σαββαΐδης.

Βιολογικές μεμβράνες

1. Να οξειδωθούν και να παράγουν ενέργεια. (ΚΑΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ)

ΒΙΟΛΟΓΙΑ B ΛΥΚΕΙΟΥ ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΤΡΙΤΟ ΚΥΤΤΑΡΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ

Ενότητα: ΕΥΚΑΡΥΩΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΡΟΚΑΡΥΩΤΙΚΑ ΚΥΤΤΑΡΑ

Transcript:

1

Μικροοργανισμοί και Φυσικό Περιβάλλον Τα κύτταρα ζουν στη φύση σε στενή αλληλεξάρτηση με άλλα κύτταρα, σχηματίζοντας συναθροίσεις που λέγονται πληθυσμοί. Η ακριβής περιβαλλοντική θέση στην οποία επιβιώνει ένας μικροβιακός πληθυσμός ονομάζεται ενδιαίτημα. Οι κυτταρικοί πληθυσμοί συμβιώνουν και αλληλεπιδρούν με άλλους κυτταρικούς πληθυσμούς, σχηματίζοντας συναθροίσεις που ονομάζονται μικροβιακές κοινότητες. Το σύνολο των ζωντανών οργανισμών μαζί με το περιβάλλον ρβ στο οποίο ζουν ονομάζεται οικοσύστημα (ωκεανοί, λίμνες, ρεύματα, θερμές πηγές, έδαφος, βράχοι, ανώτεροι ζωικοί και φυτικοί οργανισμοί, κλπ). Εκτιμήσεις της συνολικής ποσότητας μικροβίων στη γη δείχνουν ότι ο αριθμός τους προσεγγίζει τα 5Χ10 30 κύτταρα. Κατά συνέπεια, η συνολική ποσότητα άνθρακα που υπάρχει στον συνολικό αριθμό κυττάρων ισοδυναμεί με την ποσότητα άνθρακα όλων των φυτών στη γη, ενώ η συνολική περιεκτικότητα σε άζωτο είναι 10πλάσια από εκείνη του συνόλου της φυτικής βιομάζας. Ζούμε, λοιπόν, σε ένα κόσμο μικροβίων. 2

Σχ.1. Η επίδραση των μικροοργανισμών στη ζωή του ανθρώπου. 3

Η Επίδραση των Μικροοργανισμών στον Άνθρωπο 1. Οι μικροοργανισμοί ως νοσογόνοι παράγοντες, 2. Μικροοργανισμοί και γεωργία, 3. Μικροοργανισμοί και τρόφιμα, 4. Μικροοργανισμοί, ενέργεια και περιβάλλον, 5. Μικροοργανισμοί και βιοτεχνολογία. Η Ιστορία της Μικροβιολογίας Σχ.2. Το μικροσκόπιο που χρησιμοποίησε ο Robert Hooke. 4

Η Κατάρριψη της Αυθόρμητης Γένεσης από τον Pasteur Σχ.3.. Το πείραμα του Pasteur. 5

Σχ.4. Tα α αξιώματα του Koch που αποδεικνύουν αιτίες των ασθενειών είναι οι μικροοργανισμοί. ότι 6

7

Το έντρο της Ζωής Η προσεκτική παρατήρηση της εσωτερικής δομής των κυττάρων αποκαλύπτει ότι υπάρχουν δύο δομικοί τύποι κυττάρου: 1. Τα προκαρυωτικά ρ και 2. Τα ευκαρυωτικά. Τα ευκαρυωτικά είναι κατά κανόνα μεγαλύτερα και πολυπλοκότερα από τα προκαρυωτικά. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των ευκαρυωτικών είναι η παρουσία μεμβρανοειδών δομών που ονομάζονται οργανίδια, όπως ο πυρήνας, τα μιτοχόνδρια και οι χλωροπλάτες. Αν και όλα τα γνωστά προκαρυωτικά κύτταρα διαφέρουν από φυλογενετικής απόψεως από τα ευκαρυωτικά, δεν είναι όλα τα προκαρυωτικά στενοί συγγενείς μεταξύ τους. Η επιστήμη που μελετά τους εξελικτικούς δεσμούς μεταξύ των διαφόρων μορφών ζωής ονομάζεται φυλογενετική. Η εξελικτική σχέση μεταξύ των μικροοργανισμών συνάγεται από τη συγκριτική ανάλυση της αλληλουχίας ορισμένων μακρομορίων (ιδιαίτερα το ριβοσωματικό RNA αποτελεί ένα εξαιρετικό δείκτη των εξελικτικών σχέσεων). 8

Σχ.5. Προσδιορισμός των γονιδίων του ριβοσωματικού RNA και φυλογενετική. 9

Από τη σύγκριση των αλληλουχιών του ριβοσωματικού RNA διακρίνονται 3 γενεαλογίες κυττάρων: 1. Τα βακτήρια, 2. Τα αρχαία,, και 3. Τα ευκάρυα. Τα βακτήρια και τα αρχαία ανήκουν στους προκαρυώτες. Θεωρείται ότι οι «χώροι» αυτοί προέκυψαν από έναν κοινό πρόγονο, τον «καθολικό πρόγονο». Το δέντρο της ζωής δείχνει ότι: Α. Οι προκαρυωτικοί μικροοργανισμοί δεν συγγενεύουν στενά μεταξύ τους, και Β. Τα αρχαία σχετίζονται περισσότερο με τα ευκάρυα, παρά με τα βακτήρια. Έτσι, η εξελεκτική διαφοροποίηση του κοινού προγόνου ακολούθησε 2 κατευθύνσεις: 1. Την κατεύθυνση των βακτηρίων, και 2. Μια άλλη κατεύθυνση από την οποία προέκυψαν τελικά οι «χώροι» των Αρχαίων και των Ευκαρύων. 10

Σχ.6. 6 Το φυλογενετικό δέντρο της ζωής, όπως προκύπτει από τη σύγκριση της αλληλουχίας του ριβοσωματικού RNA. 11

12

Βλεννοπολυσακχαρίτες Ο όρος αυτός αναφέρεται σε πολυσακχαρίτες που περιέχουν σάκχαρα με Ν- ακετυλαμινομάδες, όπως η Ν-ακετυλογλυκαζαμίνη και η Ν-ακετυλογαλακτοζαμίνη. Ένας βλεννοπολυσακχαρίτης που συναντάται συχνά σε μικροοργανισμούς ως συστατικό του κυτταρικού τοιχώματος είναι η χιτίνη. Σχ.7.. Χιτίνη. 13

Λιποειδή Είναι διαλυτά σε οργανικούς διαλύτες και σχεδόν αδιάλυτα στο νερό. ιακρίνονται σε: - Λιπαρά οξέα (RCOOH, όπου R: αλκύλιο), - Τριγλυκερίδια,, που είναι εστέρες της γλυκερίνης με λιπαρά οξέα, - Φωσφολιποειδή,, που είναι εστέρες της γλυκερίνης που περιέχουν φώσφορο και πολλές φορές άζωτο. Τα φωσφολιποειδή που περιέχουν χολίνη είναι γνωστά ως λεκιθίνες. - Στεροειδή,, τα οποία αν και απουσιάζουν από τα πιο πολλά βακτήρια, ορισμένα παράγωγά τους είναι απαραίτητα για το σχηματισμό των σπορίων των μυκήτων. Η εργοστερόλη ρ που παράγεται από μύκητες είναι μγ μεγάλης ηςβ βιομηχανικής σημασίας, αφού είναι η βάση για τη σύνθεση πληθώρας ουσιών που χρησιμοποιούνται στην ιατρική. - Καροτενοειδή,, τα οποία απαντώνται σε πολλά είδη μικροβίων. Στα βακτήρια και στα ευκαρυωτικά το υδρόφοβο μέρος συνδέεται με το υδρόφιλο μέρος των λιποειδών μέσω εστερικού δεσμού, ενώ στα αρχαία μέσω αιθερικού δεσμού. 14

O I C O C I Α I I C O C I I Β Σχ.8.. Α. Εστερικός δεσμός, Β. Αιθερικός δεσμός. Τειχικά οξέα Βρίσκονται κυρίως στα τοιχώματα των περισσότερων Gram (+) βακτηρίων. Είναι ευδιάλυτα στο νερό πολυμερή ριβιτόλης ή γλυκερίνης που συνδέονται μεταξύ τους με φωσφοδιεστερικούς δεσμούς. Τα περισσότερα τειχικά οξέα περιέχουν μεγάλα ποσά D-αλανίνης. Στα ελεύθερα OH της γλυκερίνης και της ριβιτόλης συνδέονται συνήθως σάκχαρα, όπως γλυκόζη, γαλακτόζη και Ν-ακετυλογλυκοζαμίνη. Συνδέονται με ιόντα Mg Mg 2+ 2+. 15

Σχ.9.. Τειχικά οξέα. Α.. Lactobacillus casei,, Β. Actinomyces antibioticus, Γ. Staphylococcus lactis,. Bacillus subtilis και Actinomyces streptomycini. 16

17

Κυτταρική μορφολογία Ο όρος μορφολογία αναφέρεται στο σχήμα ενός οργανισμού. Για τους προκαρυωτικούς μικροοργανισμούς είναι γνωστές πολλές διαφορετικές μορφολογίες. Σχ.10. Αντιπροσωπευτικά κυτταρικά σχήματα (μορφολογίες) προκαρυωτικών μικροοργανισμών. 18

Το μέγεθος των προκαρυωτικών κυττάρων ποικίλλει από 0.1-0.2μ 0.2μm έως άνω των 50μm. Ελάχιστοι βέβαια προκαρυωτικοί μικροοργανισμοί (π.χ. Epulopiscium fishelsoni) έχουν διάμετρο 50μm. Τα ευκαρυωτικά κύτταρα έχουν διάμετρο από 2μm έως άνω των 200μm. Συνεπώς τα προκαρυωτικά κύτταρα είναι πολύ μικρά σε σχέση με τα ευκαρυωτικά. Σχ.11. Σύγκριση μεγέθους διαφόρων προκαρυωτικών. Οι περισσότεροι προκαρυώτες έχουν διάμετρο μεταξύ 0.5-2μm. 19

Το μικρό μέγεθος των προκαρυωτικών κυττάρων επηρεάζει πολλές βιολογικές ιδιότητες, όπως τον ρυθμό εισόδου-εξόδου εξόδου των θρεπτικών μεταβολιτών και αποβλήτων, καθορίζοντας την κυτταρική αύξηση και την ταχύτητα μεταβολισμού, οι οποίες είναι αντιστρόφως ανάλογες προς το κυτταρικό μέγεθος. Αυτό συμβαίνει γιατί η ταχύτητα μεταφοράς ουσιών εξαρτάται από τη διαθέσιμη μεμβρανική επιφάνεια και σε σχέση με τον κυτταρικό όγκο, τα μικρά κύτταρα έχουν περισσότερη επιφάνεια στη διάθεσή τους από ότι τα μεγάλα. Με άλλα λόγια, όσο αυξάνεται το μέγεθος του κυττάρου, τόσο μειώνεται ο λόγος επιφάνειας/όγκος. Σχ.12. Συσχέτιση κυτταρικής επιφάνειας και κυτταρικού όγκου. 20

Κυτταρoπλασματική μεμβράνη: ομή Η κυτταροπλασματική μεμβράνη είναι μια λεπτή δομή που περιβάλλει πλήρως το κύτταρο (πάχους 8nm). Αποτελεί τον φραγμό ανάμεσα στο κυτταρόπλασμα και το περιβάλλον ρβ και αν διαρραγεί το κύτταρο «πεθαίνει». Η γενική δομή των βιολογικών μεμβρανών είναι μια διπλοστοιβάδα φωσφολιπιδίων. Σχ.13. ομή διπλοστοιβάδας φωσφολιπιδίων. 21

Στην διπλοστοιβάδα φωσφολιπιδίων βρίσκονται ενσωματωμένες πρωτεΐνες, οι οποίες έχουν πολύ υδρόφοβες επιφάνειες σε περιοχές που διαπερνούν την μεμβράνη και υδρόφιλες επιφάνειες σε περιοχές που εκτίθενται είτε στο εσωτερικό, είτε στο εξωτερικό του κυττάρου. Σχ.14. ομή κυτταροπλασματικής μεμβράνης. 22

Η δομή της κυτταροπλασματικής μεμβράνης σταθεροποιείται με δεσμούς υδρογόνου και υδρόφοβες αλληλεπιδράσεις, ενώ κατιόντα (π.χ. Mg 2+, Ca 2+ σχηματίζουν ιοντικούς δεσμούς με τα αρνητικά φορτία των φωσφολιπιδίων. Ορισμένες πρωτεΐνες συνδέονται πολύ σταθερά με την επιφάνεια της μεμβράνης (λειτουργούν ως μεμβρανοσύνδετες πρωτεΐνες). Οι περιφερειακές μεμβρανικές πρωτεΐνες είναι λιποπρωτεΐνες που στο αμινοτελικό άκρο τους περιέχουν λιπίδια μέσω των οποίων συνδέονται σταθερά στη μεμβράνη. Η κυτταροπλασματική μεμβράνη είναι ρευστή: φωσφολιπίδια και πρωτεϊνικά μόρια έχουν σημαντική ελευθερία κινήσεων (ρευστό ρ μωσαϊκό). ) Μια βασική διαφορά μεταξύ ευκαρυωτικών και προκαρυωτικών κυττάρων ως προς τη χημική σύνθεση των μεμβρανών είναι ότι τα ευκαρυωτικά κύτταρα έχουν στις μεμβράνες τους στερόλες. Αντιθέτως, σχεδόν όλα τα προκαρυωτικά στερούνται στερολών (εξαίρεση τα μεθανιότροφα και τα μυκοπλάσματα). Ανάλογα με τον κυτταρικό τύπο, οι στερόλες συνιστούν το 5-25% του συνόλου των λιπιδίων των ευκαρυωτικών κυττάρων. Οι στερόλες είναι άκαμπτα, επίπεδα μόρια, σε αντίθεση με τα λιπαρά οξέα που είναι εύκαμπτα. 2+ ) 23

Συνεπώς, η αλληλεπίδραση λ των στερολών με τη μεμβράνη σταθεροποιεί τη δομή της και μειώνει την ευκαμψία της. Τα οπανοειδή είναι μόρια παρόμοια με τις στερόλες. Απαντούν στις μεμβράνες πολλών βακτηρίων και διαδραματίζουν ρόλο ανάλογο με αυτόν των στερολών στα ευκαρυωτικά κύτταρα. Οπανοειδή δεν απαντούν στα αρχαία. Σχ.15. Στερόλες και οπανοειδή: (α) Γενική δομή στερόλης, (β) ομή χοληστερόλης, (γ) ομή του οπανοειδούς διπλοπτενίου. 24

Τα λιπίδια των αρχαίων χαρακτηρίζονται από χημική ιδιαιτερότητα. Σε αντίθεση με τα λιπίδια των βακτηρίων και ευκαρύων, όπου τα λιπαρά οξέα συνδέονται στο μόριο της γλυκερόλης με εστερικούς δεσμούς,, τα λιπίδια των αρχαίων συνδέονται με αιθερικούς δεσμούς. Επιπροσθέτως, τα λιπίδια των αρχαίων στερούνται λιπαρών οξέων. Οι πλευρικές αλυσίδες αποτελούνται από επαναλαμβανόμενες μονάδες ισοπρενίου. P P Σχ.16. Χημικοί δεσμοί σε λιπίδια: (α) Εστερικός δεσμός, (β) Αιθερικός δεσμός, (γ) Ισοπρένιο. 25

Κύριες κατηγορίες λιπιδίων στα αρχαία είναι οι διαιθέρες της γλυκερόλης και οι τετρααιθέρες της διγλυκερόλης. Στο μόριο του τετρααιθέρα, οι πλευρικές αλυσίδες φυτανυλίου (αλυσίδα 4 ισοπρενίων) συνδέονται μεταξύ τους με ομοιοπολικό δεσμό, σχηματίζοντας μονοστοιβάδα και όχι διπλοστοιβάδα. Οι μονοστοιβάδες είναι εξαιρετικά ανθεκτικές, γεγονός που δικαιολογεί ότι η συγκεκριμένη μεμβρανική δομή απαντά συχνά στα υπερθερμόφιλα αρχαία. Σχ.17. Κύρια λιπίδια των αρχαίων: (α) ιαιθέρες γλυκερόλης, (β) Τετραιθέρες γλυκερόλης. 26

Σχ.17. ομή μεμβρανών αρχαίων: (α) ιπλοστοιβάδα λιπιδίων, (β) Μονοστοιβάδα λιπιδίων. 27

Κυτταροπλασματική μεμβράνη: Λειτουργία Η κυτταροπλασματική μεμβράνη παίζει κρίσιμο ρόλο σε πάρα πολλές κυτταρικές λειτουργίες: 1. Λειτουργεί ως φραγμός διαπερατότητας, εμποδίζοντας την παθητική ροή κυτταροπλασματικών συστατικών από ή προς το εσωτερικό του κυττάρου, 2. Αποτελεί τη θέση λειτουργίας πολλών πρωτεϊνών (ένζυμα, πρωτεΐνες που συμμετέχουν στην μεταφορά ουσιών προς το εσωτερικό ή εξωτερικό του κυττάρου), και 3. Αποτελεί θέση διατήρησης ενέργειας στο κύτταρο, βρίσκεται δηλαδή σε ενεργειακά «φορτισμένη» μορφή, στην οποία Η + διαχωρίζονται από ΟΗ - (πρωτονιοκίνητη δύναμη). Αν και ορισμένα μικρά υδρόφοβα μόρια διαπερνούν τη μεμβράνη λόγω διάχυσης, τα υδρόφιλα και φορτισμένα μόρια δεν περνούν ελεύθερα, αλλά μεταφέρονται μέσω ειδικών διαμεμβρανικών πρωτεϊνών. Ακόμα και το εξαιρετικά μικρό σε μέγεθος Η + είναι αδύνατον να διαχέεται ελεύθερα μέσω της κυτταροπλασματικής μεμβράνης. Ωστόσο το μόριο του νερού διαπερνά εύκολα τη μεμβράνη. 28

Σχ.19. Οι κύριες λειτουργίες της κυτταροπλασματικής μεμβράνης. 29

Η μεταφορά του νερού επιταχύνεται σημαντικά από ειδικούς διαμεμβρανικούς μεταφορείς, τις υδατοπορίνες. Οι πρωτεΐνες μεταφοράς δεν μεταφέρουν απλώς ουσίες από τη μια πλευρά της μεμβράνης στην άλλη, αλλά συσσωρεύουν ουσίες στο εσωτερικό του κυττάρου ακόμα και αντίθετα προς τη διαβάθμιση της συγκέντρωσής τους. Αν τα κύτταρα δεν είχαν άλλο τρόπο για να προσλαμβάνουν θρεπτικές ουσίες πλην της διάχυσης, δεν θα μπορούσαν να επιτύχουν τα υψηλά επίπεδα ενδοκυτταρικών συγκεντρώσεων, που είναι αναγκαία για τις βιοχημικές αντιδράσεις του μεταβολισμού. Τα κύτταρα έχουν μηχανισμούς μ για να συσσωρεύουν θρεπτικά υλικά σε επίπεδα υψηλότερα από αυτά που υπάρχουν στη φύση (έργο των πρωτεϊνών μεταφοράς). Χαρακτηριστικό της διαμεσολαβούμενης μεταφοράς είναι η υψηλή εξειδίκευση των πρωτεϊνικών μεταφορέων. Πολλοί μεταφορείς αναγνωρίζουν ένα μόνο είδος μορίου, ενώ άλλοι μια σειρά μορίων της ίδιας οικογένειας. Επιπλέον, το κύτταρο ρυθμίζει τη σύνθεση των πρωτεϊνών μεταφοράς ανάλογα με το είδος των διαθέσιμων θρεπτικών ουσιών και την συγκέντρωσή τους. Ο παράγοντας συγκέντρωση είναι σημαντικός, γιατί συχνά υφίστανται δύο τύποι μεταφορέων για την ίδια ουσία: 30

1. Ένας όταν η ουσία είναι σε μεγάλη συγκέντρωση, και 2. Ένας άλλος, υψηλότερης συγγένειας, όταν η ουσία βρίσκεται σε χαμηλή συγκέντρωση. Σχ.20. Σχέση ταχύτητας πρόσληψης και εξωτερικής συγκέντρωσης στις διεργασίες απλής διάχυσης και διαμεσολαβούμενης μεταφοράς. 31

ομή και λειτουργία των μεμβρανικών πρωτεϊνών μεταφοράς Υπάρχουν 3 τύποι διαμεμβρανικών συστημάτων μεταφοράς: 1. Αυτά που χρησιμοποιούν 1 διαμεμβρανική πρωτεΐνη, 2. Αυτά που χρησιμοποιούν μια ολόκληρη σειρά πρωτεϊνών που δρουν συνεργειακά,, και 3. Αυτά που χρησιμοποιούν 1 διαμεμβρανική και 1 περιπλασματική πρωτεΐνη. Οι πρωτεΐνες-μεταφορείς έχουν συνήθως 12 α-έλικες που διατρέχουν τη μεμβράνη από την εσωτερική και εξωτερική πλευρά, σχηματίζοντας ένα διαμεμβρανικό κανάλι. Σχ.21. ομή διαμεμβρανικών μεταφορέων και τύποι μεταφοράς. 32

Σχ.22. Οι 3 τύποι διαμεμβρανικών συστημάτων μεταφοράς. 33

Μονομεταφορείς είναι πρωτεΐνες που μεταφέρουν ένα μόριο διαμέσου της μεμβράνης προς μια κατεύθυνση. Συμμεταφορείς είναι πρωτεΐνες που μεταφέρουν μια ουσία μαζί με κάποια άλλη ουσία (συνήθως Η + ). Αντιμεταφορείς είναι πρωτεΐνες που μεταφέρουν μια ουσία προς μια κατεύθυνση και ταυτοχρόνως μεταφέρουν μια δεύτερη ουσία προς την αντίθετη κατεύθυνση. ιαπεράση λακτόζης: ένας απλός μεταφορέας Η διαπεράση λακτόζης είναι τυπικός συμμεταφορέας μεταφέροντας ένα μόριο λακτόζης μαζί με 1 Η +. Καθώς τα μόρια λακτόζης μεταφέρονται από τη διαπεράση λακτόζης, η ενέργεια της πρωτονιοκίνητης δύναμης μειώνεται σταδιακά λόγω της εισροής πρωτονίων στο κύτταρο. Η πρωτονιοκίνητη δύναμη, όμως, αναγεννάται διαρκώς μέσω εξώεργων αντιδράσεων. Ως τελικό αποτέλεσμα, η διαπεράση της λακτόζης οδηγεί σε υψηλές ενδοκυτταρικές συγκεντρώσεις. 34

Σχ.23. Λειτουργία διαπεράσης της λακτόζης και άλλων απλών μεταφορέων της Escherichia coli. 35

Μετατόπιση ομάδας Είναι η διεργασία μεταφοράς κατά την οποία η μεταφερόμενη ουσία τροποποιείται χημικά κατά τη διέλευσή της μέσω της μεμβράνης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το σύστημα της φωσφοτρανσφεράσης,, με το οποίο μεταφέρονται στο εσωτερικό του κυττάρου και συγχρόνως φωσφορυλιώνονται τα σάκχαρα γλυκόζη, μαννόζη και φρουκτόζη. Σχ.24. Μηχανισμός του συστήματος της φωσφοτρανσφεράσης της Escherichia coli. 36

ιαμεμβρανική μμβρ ήμ μεταφορά εξαρτώμενη από περιπλασματικές πρωτεΐνες δέσμευσης: Το σύστημα ABC To περίπλασμα [χώρος μεταξύ κυτταροπλασματικής μεμβράνης και εξωτερικής μεμβράνης στα Gram (-) βακτήρια] περιέχει πρωτεΐνες που συμμετέχουν σε μηχανισμούς μεταφοράς (περιπλασματικές πρωτεΐνες δέσμευσης). Τα συστήματα μεταφοράς που χρησιμοποιούν περιπλασματικές πρωτεΐνες δέσμευσης διαθέτουν επίσης διαμεμβρανικές υπομονάδες,, οι οποίες εκτελούν την μεταφορά, καθώς και μια υπομονάδα που παρέχει την απαιτούμενη ενέργεια, μέσω υδρόλυσης ATP (συστήματα μεταφοράς ABC). Iδιαίτερο γνώρισμα των συστημάτων ABC είναι ότι οι περιπλασματικές πρωτεΐνες δέσμευσης διαθέτουν εξαιρετικά υψηλή συγγένεια υποστρώματος. Οι πρωτεΐνες αυτές μετακινούνται στον χώρο του περιπλάσματος και δεσμεύουν τα υποστρώματά τους ακόμα σε εξαιρετικά χαμηλές συγκεντρώσεις υποστρώματος. Παρόμοια συστήματα μεταφοράς υπάρχουν και στα Gram (+) βακτήρια. Στα βακτήρια αυτά, που δεν έχουν περίπλασμα,, οι πρωτεΐνες δέσμευσης δεν είναι κινητές, αλλά βρίσκονται αγκυροβολημένες στην κυτταροπλασματική μεμβράνη. 37

Σχ.25. Μηχανισμός ενός μεταφορέα ABC. Έκκριση πρωτεϊνών Στα βακτήρια η μετατόπιση πρωτεϊνών διενεργείται από άλλες πρωτεΐνες (μετατοπάσες). Για παράδειγμα, η μετατοπάση SecY/E/G/A, μια μεμβρανική πρωτεΐνη, εκκρίνει ορισμένες πρωτεΐνες, ενώ συγχρόνως ενθέτει άλλες εντός της μεμβράνης. 38

Το κυτταρικό τοίχωμα των προκαρυωτών Στο εσωτερικό του βακτηριακού κυττάρου αναπτύσσεται σημαντική πίεση λόγω συσσώρευσης μεγάλων συγκεντρώσεων διαλυμένων ουσιών. Για να αντέξουν τις πιέσεις αυτές, τα βακτήρια έχουν κυτταρικά τοιχώματα,, τα οποία προσδίδουν στα κύτταρα σχήμα και σχετική ακαμψία. Τα βακτήρια υποδιαιρούνται σε δύο μεγάλες ομάδες: Α. Τα Gram (+) βακτήρια, και Β. Gram (-) βακτήρια. Χρώση Gram Όλα τα κύτταρα χρωματίζονται με κρυσταλλικό ιώδες (μωβ χρώμα). Τα κύτταρα πλένονται με διαλύτη (ακετόνη ή αλκοόλη). Το πλύσιμο αποχρωματίζει τα Gram (-) βακτήρια. Το παρασκεύασμα βάφεται με χρωστική άλλου χρώματος (π.χ. χ καστανέρυθρα με σαφρανίνη). Μόνο τα Gram (-) βακτήρια βάφονται, τα Gram (+) διατηρούν το μωβ αρχικό χρώμα. Παρατήρηση στο μικροσκόπιο. 39

Σχ.26.. Χρώση Gram. 40

Η διαφορά στη χρώση Gram οφείλεται σε διαφορές στο κυτταρικό τοίχωμα. Η ακριβής αιτία πάντως της παρεμπόδισης της απομάκρυνσης της χρωστικής από τα Gram (+) είναι άγνωστη. Πεπτιδογλυκάνη Η άκαμπτη στοιβάδα των Gram (-) και Gram (+) βακτηρίων έχει παραπλήσια χημική σύσταση. Πρόκειται για μια στοιβάδα από πεπτιδογλυκάνη (ή μουρεΐνη) ΐνη). Οι πεπτιδογλυκάνες είναι μακρομόρια, όπου επαναλαμβάνεται ένας βλεννοδισακχαρίτης (Ν-ακετυλογλυκοζαμίνη-Ν-ακετυλομουραμικό ακετυλομουραμικό οξύ). Σε ορισμένα μόρια Ν-ακετυλομουραμικού οξέος συνδέεται μια τετραπεπτιδική ουρά αποτελούμενη από L-αλανίνη, D-γλουταμινικό οξύ, διαμινοπιμελικό οξύ (DAP) ή λυσίνη και D-αλανίνη. Σχ.27. (α) ιαμινοπιμελικό οξύ, (β) Λυσίνη. 41

Η βασική δομή της πεπτιδογλυκάνης είναι μια πτυχωτή επιφάνεια, όπου οι αλυσίδες γλυκάνης, τις οποίες σχηματίζουν τα σάκχαρα, συνδέονται μεταξύ τους με πεπτιδικούς δεσμούς μεταξύ των τετραπεπτιδίων. Σχ.28. ομή τετραπεπτιδίου γλυκάνης. 42

Η έκταση των διασυνδέσεων διαφέρει χαρακτηριστικά μεταξύ διαφορετικών ομάδων βακτηρίων (όσο μεγαλύτερη τόσο πιο στερεό είναι το τοίχωμα). Στα Gram (-) οι διασυνδέσεις γίνονται συνήθως με απευθείας σχηματισμό πεπτιδικού δεσμού μεταξύ αμινομάδας του DAP και τελικής D-αλανίνης άλλου τετραπεπτιδίου γλυκάνης. Στα Gram (+) οι διασυνδέσεις γίνονται συνήθως με πεπτιδικές γεφυρώσεις από πρόσθετα αμινοξέα, οι τύποι και αριθμοί των οποίων οί ποικίλουν με το είδος του μικροοργανισμού. Στα Gram (+) βακτήρια υπάρχουν πολλά στρώματα (έως 25 και αποτελεί έως και 90% των υλικών του κυτταρικού τοιχώματος). Στα Gram (-) βακτήρια υπάρχει συνήθως μόνο ένα στρώμα πεπτιδογλυκάνης (μερικές φορές ίσως δύο) και αποτελεί μόνο 5-10% των υλικών του κυτταρικού τοιχώματος. Παρά τις διαφορές, το μήκος των αλυσίδων πεπτιδογλυκάνης, ο τρόπος και η έκταση της διασύνδεσης δ των αλυσίδων καθορίζουν το σχήμα των βακτηρίων. Η πεπτιδογλυκάνη απαντά μόνο στα βακτήρια (το Ν-ακετυλομουραμικό και το DAP απουσιάζουν εντελώς από τα κυτταρικά τοιχώματα των αρχαίων και ευκαρύων). ) 43

Σχ.29. Τρόποι συνδυασμού μονάδων πεπτιδίων και γλυκάνης στο στρώμα της πεπτιδογλυκάνης. 44

Το DAP υπάρχει σε όλα τα Gram (-) και σε ορισμένα είδη Gram (+). Στους περισσότερους Gram (+) κόκκους το DAP αντικαθίσταται από λυσίνη, ενώ σε άλλα Gram (+) βακτήρια απαντούν διαφορετικά αμινοξέα αντί DAP. To D-γλουταμινικό λ ό οξύ της θέσης-2 2 εμφανίζεται υδροξυλιωμένο σε ορισμένα είδη, ενώ άλλες υποκαταστάσεις εμφανίζονται σπανιότερα στα αμινοξέα των θέσεων 1 ή 3 του τετραπεπτιδίου. Εκτός από αμινοξέα που απαντούν στο τετραπεπτίδιο, η γεφύρωση μπορεί να περιέχει επίσης γλυκίνη, θρεονίνη, σερίνη ή ασπαρτικό οξύ, όχι όμως αμινοξέα με διακλαδιζόμενη πλευρική αλυσίδα, με αρωματικό δακτύλιο, θειούχα αμινοξέα ή ιστιδίνη, αργινίνη και προλίνη. Τειχικά οξέα Πολλά Gram (+) βακτήρια έχουν ενσωματωμένους στο κυτταρικό τους τοίχωμα όξινους πολυσακχαρίτες (τειχικά οξέα). Τα τειχικά οξέα είναι πολυμερή που περιέχουν κατάλοιπα φωσφορικής γλυκερόλης ή φωσφορικής ριβιτόλης. Οι πολυαλκοόλες αυτές συνδέονται μεταξύ τους με φωσφοεστερικούς δεσμούς και συνήθως είναι συνδεδεμένα μαζί τους άλλα σάκχαρα ή D-αλανίνη. ί η 45

Σχ.30. Τειχικά οξέα και συνολική δομή Gram (+) τοιχώματος. 46

Ορισμένα γλυκερινούχα τειχικά οξέα είναι συνδεδεμένα με λιπίδια των μεμβρανών των Gram (+) βακτηρίων (λιποτειχικά οξέα). Κάψουλα Πολλοί προκαρυωτικοί οργανισμοί συνθέτουν οργανικά πολυμερή που σχηματίζουν ένα άμορφο μαλακό στρώμα έξω από το κυτταρικό τοίχωμα, την κάψουλα. Κύτταρα με κάψουλα σχηματίζουν λείες ή βλεννοειδείς αποικίες, ενώ αυτά που στερούνται κάψουλας αδρές αποικίες. Ο σχηματισμός της κάψουλας ευνοείται και από τις συνθήκες του περιβάλλοντος. Υψηλές συγκεντρώσεις σακχάρου ευνοούν τον σχηματισμό της. Η λειτουργία της κάψουλας είναι η προστασία του κυττάρου από φαγοκυττάρωση και από μόλυνση με ιούς, οι οποίοι για να μολύνουν το κύτταρο, πρέπει να έρθουν σε επαφή με το κυτταρικό τοίχωμα. 47

Κύτταρα χωρίς τοιχώματα Το ένζυμο λυσοζύμη διασπά τον β-1,4-γλυκοζιτικό δεσμό μεταξύ Ν- ακετυλογλυκοζαμίνης και Ν-ακετυλομουραμικού οξέος, εξασθενίζοντας το κυτταρικό τοίχωμα, οπότε έχουμε λύση του κυττάρου εξ αιτίας εισαγωγής νερού στο κύτταρο. Σε υψηλή ωσμωτική ισχύ, η κατεργασία με λυσοζύμη οδηγεί στην δημιουργία πρωτοπλαστών. Οι σφαιροπλάστες φέρουν ορισμένα υπόλοιπα του πολύπλοκου Gram (-) κυτταρικού τοιχώματος. Αν και η πλειοψηφία των προκαρυωτών αδυνατεί να επιβιώσει απουσία κυτταρικού τοιχώματος, μερικοί προκαρυώτες δεν έχουν τοίχωμα (π.χ. μυκοπλάσματα). Αυτοί επιβιώνουν είτε γιατί διαθέτουν ισχυρές μεμβράνες, είτε γιατί ζουν σε ωσμωτικώς προστατευμένα ενδιαιτήματα. Ορισμένα μυκοπλάσματα περιέχουν στις κυτταρικές μεμβράνες τους στερόλες, οι οποίες προσδίδουν ισχύ και ακαμψία. 48

Σχ.31. Πρωτοπλάστες (α) σε αραιό διάλυμα, και (β) σε ισοτονικό διάλυμα σακχαρόζης. 49

Κυτταρικά τοιχώματα των αρχαίων Σε μερικά είδη αρχαίων το κυτταρικό τοίχωμα αποτελείται όχι από πεπτιδογλυκάνη, αλλά από έναν παρόμοιο πολυσακχαρίτη, την ψευδοπεπτιδογλυκάνη (έχει Ν- ακετυλοταλοζαμινουρονικό οξύ αντί Ν-ακετυλομουραμικό οξύ). Σχ.32. ομή ψευδοπεπτδογλυκάνης. 50

Επίσης, οι γλυκοζιτικοί δεσμοί της ψευδοπεπτιδογλυκάνης είναι β-1,3 και όχι β-1,4. Σε άλλα είδη αρχαίων, τα κυτταρικά τοιχώματα αποτελούνται από πολυσακχαρίτες, γλυκοπρωτεΐνες ή πρωτεΐνες, αντί πεπτιδογλυκάνης και ψευδοπεπτιδογλυκάνης. Συνήθης τύπος κυτταρικού τοιχώματος μεταξύ των αρχαίων είναι η παρακρυσταλλική επιφανειακή στοιβάδα (στοιβάδα S) που αποτελείται από μόρια πρωτεΐνης ή γλυκοπρωτεΐνης. Τα αρχαία, επειδή δεν περιέχουν πεπτιδογλυκάνη, εμφανίζουν ανθεκτικότητα έναντι λυσοζύμης και πενικιλλίνης (εμποδίζει τη σύνθεση της πεπτιδογλυκάνης). Η εξωτερική μεμβράνη μμβρ των Gram (-) βακτηρίων Εκτός της πεπτιδογλυκάνης, τα Gram (-) περιέχουν μια πρόσθετη επίστρωση τοιχώματος αποτελούμενη από λιποπολυσακχαρίτες (LPS) LPS). H στοιβάδα αυτή είναι ουσιαστικά μια δεύτερη λιπιδική στοιβάδα, γνωστή και ως εξωτερική μεμβράνη. Η χημεία του LPS Το πολυσακχαριτικό τμήμα του LPS αποτελείται από 2 μέρη: 1.Τον κεντρικό πολυσακχαρίτη (πυρήνας), και 2. Τον Ο-πολυσακχαρίτη. 51

Ο κεντρικός πολυσακχαρίτης περιέχει 2-κετοδεοξυοκτονικό οξύ (KDO), επτόζες, γλυκόζη, γαλακτόζη, και Ν-ακετυλογλυκοζαμίνη. Με τον κεντρικό πολυσακχαρίτη συνδέεται ο Ο-πολυσακχαρίτης που περιέχει συνήθως γαλακτόζη, γλυκόζη, ραμνόζη, μαννόζη, και ένα ή περισσότερα ασυνήθη σάκχαρα. Σχ.33. ομή του λιποπολυσακχαρίτη (LPS) των Gram (-) βακτηρίων. 52

Τα σάκχαρα του Ο-πολυσακχαρίτη χ ρ η σχηματίζουν 4-μελείς μ ς ή 5-μελείς μ ς αλληλουχίες, συχνά διακλαδιζόμενες. Το λιπιδικό μέρος του λιποπολυσακχαρίτη (λιπίδιο Α), αποτελείται από λιπαρά οξέα ενωμένα με δισακχαρίτη φωσφορικής Ν-ακετυλογλυκοζαμίνης μέσω αμινο- εστερικών δεσμών. Ο δισακχαρίτης συνδέεται με τον κεντρικό πολυσακχαρίτη μέσω του κετοδεοξυοκτανικού οξέος. Συνήθη λιπαρά οξέα που απαντώνται στο λιπίδιο Α είναι το καπροϊκό, το δαφνικό, το μυριστικό, το παλμιτικό, κλπ. Ο LPS συνδέεται με διάφορες πρωτεΐνες σχηματίζοντας το εξωτερικό ήμισυ της δομής της μεμβράνης. Στην εσωτερική πλευρά της εξωτερικής μεμβράνης πολλών Gram (-) βακτηρίων, συναντάται ένα σύμπλεγμα λιποπρωτεΐνης,, που λειτουργεί ως άγκυρα μεταξύ εξωτερικής μεμβράνης και πεπτιδογλυκάνης. Φωσφολιπίδια υπάρχουν κυρίως στο εσωτερικό φύλλο της εξωτερικής μεμβράνης, ενώ το εξωτερικό περιέχει, εκτός από λίγα φωσφολιπίδια, κυρίως λιποπολυσακχαρίτες (LPS). 53

Σχ.34. To Gram (-) κυτταρικό τοίχωμα. 54

Η εξωτερική μεμβράνη μμβρ συχνά παρουσιάζει τοξικότητα έναντι ζωικών κυττάρων. Οι τοξικές ιδιότητες συνδέονται με το λιπίδιο Α (ενδοτοξίνη ενδοτοξίνη). Η εξωτερική μεμβράνη είναι σχετικά διαπερατή στα μικρομόρια, σε αντίθεση με την κυτταροπλασματική μεμβράνη. Αυτό οφείλεται στην παρουσία πρωτεϊνών (πορίνες)) που λειτουργούν ως κανάλια. Οι πορίνες διακρίνονται σε: Α. Μη ειδικές, που σχηματίζουν κανάλια πλήρη ύδατος, από τα οποία μπορούν να διέλθουν οποιουδήποτε τύπου μικρομόρια, και Β. Ειδικές, που σχηματίζουν ειδικά κέντρα δέσμευσης για μια ουσία ή μια ομάδα παραπλήσιων ουσιών. Οι περισσότερες πορίνες αποτελούνται από 3 όμοιες πρωτεϊνικές υπομονάδες. Συνεπώς, η εξωτερική μεμβράνη είναι διαπερατή από μικρά μόρια (λόγω των πορινών), δεν είναι όμως διαπερατή από μεγαλομόρια (πρωτεΐνες, ένζυμα, κλπ). Έτσι, στο περίπλασμα συγκρατώνται υδρολυτικά ένζυμα, πρωτεΐνες δέσμευσης, χημειοϋποδοχείς, κλπ. 55

Συσχέτιση της δομής του κυτταρικού τοιχώματος με τη χρώση Gram Στη χρώση Gram, σχηματίζεται εντός του κυττάρου σύμπλεγμα ιωδίου- κρυσταλλικού ιώδους, το οποίο στα Gram (-) βακτήρια απομακρύνεται κατά την πλύση με αλκοόλη, ενώ στα Gram (+) όχι. Τα Gram (+) βακτήρια, έχουν παχύτατα κυτταρικά τοιχώματα από πολλές στοιβάδες πεπτιδογλυκάνης, που αφυδατώνονται από την αλκοόλη, με αποτέλεσμα να κλείνουν οι πόροι και να εγκλωβίζεται το σύμπλεγμα ιωδίου-κρυσταλικού ιώδους. Στα Gram (-) βακτήρια, η αλκοόλη διαπερνά την εξωτερική λιπιδούχο στοιβάδα και τη λεπτή στοιβάδα πεπτιδογλυκάνης, με αποτέλεσμα να απομακρύνεται το σύμπλεγμα ιωδίου-κρυσταλικού ιώδους. Μετακίνηση των μικροοργανισμών Μαστίγια και κίνηση Πολλοί προκαρυωτικοί μικροοργανισμοί έχουν την ικανότητα να μετακινούνται λόγω ειδικών δομών, των μαστιγίων. Τα μαστίγια είναι επιμήκεις, λεπτές προεκβολές, ελεύθερες στο ένα άκρο και ενωμένες με το κύτταρο στο άλλο. 56