......
Το περιβόλι της Γης
«Το περιβόλι της Γης» πρωτοκυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Άγκυρα στη σειρά Σύγχρονη Λογοτεχνία για Νέους Έλληνες Συγγραφείς, με τον τίτλο «Εδώ πλανήτης Γη» Μακέτα εξωφύλλου - Σελιδοποίηση: Ευθύµης Δηµουλάς Διορθώσεις: Νέστορας Χούνος 2010 ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΦΗΚΑΣ & EKΔOΣEIΣ «AΓKYPA» Δ.A. ΠAΠAΔHMHTPIOY A.B.E.E. Λάµπρου Κατσώνη 271 & Γεωργίου Παπανδρέου - Άγιοι Ανάργυροι, Τ.Κ. 13562 Τηλ.: 210 2693800-4 Fax: 210 2693806-7 Κεντρικό κατάστηµα: ΑΓΚΥΡΑ-ΠΟΛΥΧΩΡΟΣ, Σόλωνος 124 - Αθήνα, Τ.Κ. 10681 Τηλ.: 210 3837667, 210 3837540 Fax: 210 3837066 e-mail: agyra@agyra.gr www.agyra.gr ISBN: 978-960-422-828-7 Απαγορεύεται η αναπαραγωγή µέρους ή όλης της έκδοσης, η µεταφορά σε οποιοδήποτε ηλεκτρονικό αποθηκευτικό σύστηµα ή αναµετάδοση µε οποιασδήποτε µορφής ηλεκτρονικά, µηχανικά, φωτοτυπικά ή άλλα µέσα, χωρίς την προηγούµενη γραπτή άδεια του εκδότη. Ν. 2121/1993, καθώς και κανόνες του Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν και στην Ελλάδα.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΦΗΚΑΣ To περιβόλι της Γης Κάποιοι εξωγήινοι σώζουν τελικά τη Γη, αφού οι κάτοικοί της μόνοι τους αδυνατούν να συμβιώσουν ειρηνικά μεταξύ τους και με τη φύση... Eικόνες: Σπύρος Γούσης
Το βιβλίο αυτό το αφιερώνω στη νέα γενιά που έρχεται από το 2010 και μετά. Τη γενιά που θα βρεθεί αντιμέτωπη με τις κλιματικές αλλαγές που εμείς, οι παλιοί, προκαλέσαμε με την αλόγιστη εκμετάλλευση της φύσης. Ο συγγραφέας
Περιεχόμενα Πρόλογος του συγγραφέα... 13 Δύο παράξενοι επισκέπτες... 15 Οι πρώτες επαφές... 18 Μια βόλτα στο χωριό... 28 Η ξενάγηση συνεχίζεται... 37 Στο Γεωργικό Ινστιτούτο... 44 Μια αξέχαστη μέρα... 47 Τα χαμένα χρόνια... 51 Η οικολογική επανάσταση... 61 Το διοικητικό σύστημα... 65 Η εκδρομή... 72 Στον εθνικό δρυμό Χελμού... 81 Στο σχολείο... 91 Μηνύματα από τον πλανήτη Ούρα... 97 Η μεγάλη συνάντηση... 103
Πρόλογος του συγγραφέα Ό λοι οι σκε πτό με νοι άν θρω ποι α να γνω ρί ζουν σή με ρα ό τι κά τι δεν πά ει κα λά στη Γη μας. Πό λε μοι α νά βουν πό τε στη μια και πό τε στην άλ λη ά κρη της και χι λιά δες α θώ οι πλη ρώνουν με τη ζω ή τους τα παι χνί δια των με γά λων δυ νά με ων. Η πεί να μα στί ζει μό νι μα ο λό κλη ρους λα ούς, ο οι κο νο μι κός πόλε μος, με τα χρη μα τι στη ρια κά παι χνί δια, ξε σπά ει πά νω στις πλά τες των α δυ νά των, ε νώ η κα τά στα ση του πε ρι βάλ λο ντος χει ρο τε ρεύ ει κά θε μέ ρα ό λο και πε ρισ σό τε ρο κι α πει λεί ο λόκλη ρο τον πλα νή τη με οι κο λο γι κή κα τα στρο φή. Για την αν θρω πό τη τα υ πάρ χουν λοι πόν σή με ρα μό νο δυ ο δρό μοι: ο έ νας ο δη γεί στην κα τα στρο φή της, ε νώ ο άλ λος ο δη γεί στη συ νέ χι ση της ύ παρ ξης του αν θρώ που πά νω στη Γη. Προς το πα ρόν ό λα δεί χνουν πως έ χου με δια λέ ξει τον πρώ το δρό μο, δη λα δή την αυ το κα τα στρο φή μας. Με την τακτι κή που α κο λου θού με σή με ρα εί ναι βέ βαιο ό τι, α φού προκα λέ σου με πρώ τα με γά λες ζη μιές στο φυ σι κό πε ρι βάλ λον, στο τέ λος το εί δος μας θα χα θεί. Και τό τε μό νο η Γη θα μπορέ σει ν α να σά νει και θα ξε κι νή σει μια νέ α ε ξέ λι ξη πά νω στον πλα νή τη, χω ρίς την πα ρου σί α του αν θρώ που. Ο άλ λος δρό μος, ο δρό μος της α ρε τής, της συμ φι λί ω σης των αν θρώ πων, της ει ρή νης, της σω στής συμ βί ω σης με το 13
πε ρι βάλ λον και με τη φύ ση, φαί νε ται προς το πα ρόν να έ χει ε γκα τα λει φθεί. Οι λι γο στές φω νές που α κού γο νται α πό ανθρώ πους που βλέ πουν τον κίν δυ νο και προ ει δο ποιούν, μοιάζουν «φω νή βο ώ ντος εν τη ε ρή μω» και χα ρα κτη ρί ζο νται σαν «κιν δυ νο λο γί ες». Κι ό μως, ό λα τα ε πι στη μο νι κά δε δο μέ να μιλά νε για την ε περ χό με νη οι κο λο γι κή κα τάρ ρευ ση, που θα την α κο λου θή σουν πό λε μοι, πεί να και χί λια δυο άλ λα δει νά. Μ αυ τό το βι βλί ο προ σπα θώ να α φυ πνί σω του λά χι στον την ψυ χή των παι διών, α φού ε μείς οι με γά λοι φαί νε ται πως έ χου με πω ρω θεί ε ντε λώς α πό τις σει ρή νες της κα τα να λω τικής κοι νω νί ας κι α δυ να τού με να α ντι λη φθού με τι συμ βαί νει γύ ρω μας. Στο βι βλί ο αυ τό, η αν θρω πό τη τα σώ ζε ται τε λι κά α πό κάποιους ε ξω γή ι νους και τα πράγ μα τα ο δη γού νται σε μια αρμο νι κή συμ βί ω ση αν θρώ που και φύ σης. Ό μως, αυ τό δεν σημαί νει πως και στην πραγ μα τι κό τη τα θα γί νει κά τι τέ τοιο, ού τε ό τι μπο ρού με να ε να πο θέ σου με τις ελ πί δες μας στην έ ξω θεν βο ή θεια. Α ντί θε τα, πρέ πει ό λοι μας να ε πι στρα τεύσου με τις δυ νά μεις μας για μια αλ λα γή πο ρεί ας, που θα ο δη γή σει στη σω τη ρί α μας. Ας αρ χί σου με λοι πόν α πό τα παι διά κα θώς εί ναι πιο ευαί σθη τα σε κα τα στά σεις, που ε μείς οι με γά λοι θέ λου με να α γνο ού με. 14
Δύο παράξενοι επισκέπτες Οουρανός ήταν ακόμα σκοτεινός εκείνο το δροσερό ξημέρωμα της 30ής Ιουνίου του 2240 μ.χ. Στη μέση του ουράνιου θόλου έλαμπε, όπως πάντα αυτή την εποχή, η Πούλια, ενώ το φεγγάρι είχε δύσει από ώρα, παρασέρνοντας πίσω του τον Δία και τον Άρη. Στο μεγάλο λιβάδι, πάνω στο βουνό, οι λαγοί έβοσκαν αμέριμνοι ανά μεσα στα αγριο λούλουδα που μοσχοβολούσαν. Να όμως, που λίγο αργότερα ήρθε να ταράξει την ησυχία της νύχτας ένα παράξενο βουητό και μια φωτεινή σφαίρα άρχισε να κατεβαίνει απ τον ουρανό. Το στρογγυλό αντικείμενο, που ολοένα μεγάλωνε, έβγαζε ένα περίεργο, ασπροκίτρινο φως. Μερικές στιγμές το φως αυτό γινόταν πιο δυνατό, ενώ άλλοτε αδυνάτιζε. Καθώς πλησίαζε προς τη Γη, άρχισε ν αλλάζει και να γίνεται κοκκινωπό και γύρω γύρω, στην περιφέρειά του αναβόσβηναν μια σειρά από γαλάζια φωτάκια. 15
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΦΗΚΑΣ Φτά νο ντας στο έ δα φος το πε ρί ερ γο σκά φος εί χε γί νει με γά λο σαν έ να τριώ ρο φο σπί τι κι εί χε ε ντε λώς κοκ κι νίσει. Στά θη κε λί γο πιο ψη λά α πό τα χόρ τα και μια τρύ πα ά νοι ξε στο κά τω μέ ρος του. Σε λί γο, μέ σα α πό την τρύ πα βγή καν δυο πε ρί ερ γα ό ντα που έ μοια ζαν με φω τει νά ανθρω πά κια. Το μπόι τους δεν ξε περ νού σε το 1,50 μ. και φο ρού σαν κά τι πα ρά ξε νες γυα λι στε ρές στο λές. Στη συ νέχεια κα τέ βη καν κι άλ λα τρί α αν θρω πά κια κι ύ στε ρα άλλα δυο ό ντα που ή ταν ό μως δια φο ρε τι κά α πό τα προ η γού με να. Αυ τά ή ταν δυο κα νο νι κά παι διά, δη λα δή δυο παι διά της Γης, έ ντε κα και δώ δε κα χρό νων. Μό λις κα τέβη καν τα παι διά α πό το σκά φος, τα άλ λα αν θρω πά κια τα έ πια σαν α πό τα χέ ρια, τα πή γαν στην ά κρη του λι βαδιού και τους έ δει ξαν το χω ριου δά κι που τα φώ τα του δια κρί νο νταν στην πλα γιά. Ύ στε ρα γύ ρι σαν στο στρογγυ λό σκά φος τους, μπή καν μέ σα κι ε κεί νο άρ χι σε ν α ναβο σβή νει πε ρί ερ γα. Πε ριτ τό να πού με πως το πα ρά ξε νο σκά φος ή ταν έ να ε ξω πλα νη τι κό δια στη μό πλοιο και τα φω τει νά αν θρω πάκια ή ταν το πλή ρω μά του. Δεν πέ ρα σε πολ λή ώ ρα και το πε ρί ερ γο ό χη μα εί χε ε ξαφα νι στεί στα βά θη του ου ρα νού, α κρι βώς ό πως εί χε έρθει. Μό νο που τώ ρα στη Γη υ πήρ χαν δυο κά τοι κοι πα ραπά νω, κι αυ τοί ή ταν ο Γιάν νης και η Χρύ σα. 16
ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΓΗΣ 17
Οι πρώτες επαφές Λ ίγο αργότερα τα δυο παιδιά έφτασαν μέχρι τα πρώ σπίτια του χωριού. Ψάχνοντας στα δρομάκια Λτα ανάμεσα στα σπίτια, στα περιβόλια και στις συστάδες των δέντρων, πλησίασαν στην είσοδο ενός σπιτιού που μπροστά του υπήρχαν δυο μεγά λα πλατάνια. Εκεί τα περίμενε ένα άλλο παιδί, της ίδιας περίπου ηλικίας, που μόλις τα είδε πλησίασε προς το μέρος τους. Γεια σας, είπε το παιδί. Λέγο μαι Αλέ ξανδρος. Καλώς ήρθατε! Ελάτε μαζί μου. Ήταν φανερό ότι ο Αλέ ξανδρος τους περίμενε, επειδή κάποιοι τον είχαν ειδοποιήσει. Πάμε γρήγορα μέσα, είπε ο Αλέξανδρος κι έτρεξε πρώτος προς την πόρτα. Ξημέρωνε και στην ανατολή είχε αρχίσει να χαράζει όταν τα τρία παιδιά προχώρησαν προς το σπίτι και χώθηκαν στην αποθήκη που ήταν στο υπόγειο. Εκεί οι ένοικοι φύλαγαν τις σοδειές τους. Ο Αλέ ξανδρος άναψε 18
ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΓΗΣ το φως και κοί τα ξε τους άλ λους δυο γε μά τος πε ριέργεια. Η Χρύ σα ή ταν έ να ό μορ φο κο ρί τσι, με ο λό χρυ σα μαλ λιά κι ο Γιάν νης έ να με λα χρι νό α γό ρι, με κα τά μαυρα μά τια κι ε ρευ νη τι κό βλέμ μα. Τα ρού χα τους ή ταν πα ρά ξε να, αλ λιώ τι κα, φα ντα χτε ρά, σαν να θε λαν να κά νουν με το ντύ σι μό τους ε ντύ πω ση. Στο μπλου ζά κι του Γιάν νη ή ταν γραμ μέ νο με κά τι πε λώ ρια γράμ μα τα έ να «I LOVE YOU» και τα πα πού τσια της Χρύ σας εί χαν έ να πα ρά ξε νο σχή μα. Α ντί θε τα, ο Α λέ ξαν δρος ή ταν ντυμέ νος α πλά, με μια γκρι ζο γά λα νη φόρ μα και στο στήθος του έ γρα φε με μι κρά, κόκ κι να γράμ μα τα: «Πε ρι βό λι της Γης». Ο για κάς και οι ά κρες των μα νι κιών του ή ταν κόκ κι να. Λοι πόν, Α λέ ξαν δρε, εί μα στε πε ρί ερ γοι να δού με το χω ριό και τη Γη ύ στε ρα α πό τό σα χρό νια, εί παν τα δυο παι διά. Δη λα δή, πό σα χρό νια λεί πε τε; ρώ τη σε ο Α λέ ξαν δρος γε μά τος πε ριέρ γεια. Δεν σου εί παν οι φί λοι μας; τον ρώ τη σε ο Γιάν νης. Δεν ξέ ρεις ό τι μας εί χαν πά ρει πριν α πό δια κό σια πε νή ντα χρό νια, το 1990; Δη λα δή, πό σο εί σα στε τώ ρα; Σε τι η λι κί α σάς πή ραν; ρώ τη σε ο Α λέ ξαν δρος. Μας πή ραν πε ρί που στα δέ κα, εί πε η Χρύ σα, και τώρα εί μα στε δια κο σί ων ε ξή ντα χρό νων, σύμ φω να με το η με ρο λό γιο της Γης. 19