ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τµήµα) της 11ης Δεκεµβρίου 2008 (*)

Σχετικά έγγραφα
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks και τον M. Desantes, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

NOMOΣ ΥΠ ΑΡΙΘ. 3937/2011 Διατήρηση της βιοποικιλότητας και άλλες διατάξεις Άρθρο 3 Εθνικό σύστηµα προστατευόµενων περιοχών 2. Το Υπουργείο Περιβάλλοντ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΦΥΣΗ 2000, Λεωφόρος Μεσογείων 119, Αθήνα ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΣΧΕΤΙΚΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΦΥΣΗ 2000

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟ ΕΙΔΙΚΩΝ ΖΩΝΩΝ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ (ΕΖΔ) Τελική έκδοση της 14ης Μαΐου 2012

«Η (μη) συμμόρφωση της Ελλάδας και των πολιτών της με τις επιταγές του Δικτύου NATURA 2000»

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 29ης Ιουνίου 1995 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 16ης Σεπτεμβρίου 1999 *

της 10ης Δεκεμβρίου 1968*

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 27ης Οκτωβρίου 2011 (*)

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 *

Νομοθεσία για τη φύση: Κατάσταση εφαρμογής των ευρωπαϊκών οδηγιών για τη φύση Προτάσεις για τη βελτίωση εφαρμογής τους

με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, η οποία ασκήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 2005,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 *

Νομοθεσία για τη φύση: Κατάσταση εφαρμογής των ευρωπαϊκών οδηγιών για τη φύση Προτάσεις για τη βελτίωση εφαρμογής τους

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ολομέλεια) της 25ης Νοεμβρίου 2003 *

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

«Παράβαση κράτους μέλους Οδηγία 92/100/ΕΟΚ Δικαίωμα δημιουργού Δικαίωμα εκμίσθωσης και δανεισμού Παράλειψη εμπρόθεσμης μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο»

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 15ης Ιανουαρίου 2002 *

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΣτΕ 2915/2012 [Ακύρωση δασικής διάταξης για απαγόρευση της θήρας στο «Δέλτα Εβρου»]

Παράβαση κράτους μέλους Οδηγία 92/100/ΕΟΚ Πνευματική ιδιοκτησία Δικαίωμα εκμισθώσεως και δανεισμού Παράλειψη μεταφοράς εντός της ταχθείσας προθεσμίας

με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, η οποία ασκήθηκε στις 30 Ιουνίου 2008,

ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ NATURA 2000 ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ, ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΚΑΙ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ Διάταγμα δυνάμει του Νόμου 112(Ι)/2004

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 5ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Μάρτιος Κοινοτικές Οδηγίες που δεν έχουν ενσωματωθεί στο Εθνικό Δίκαιο Προθεσμία ενσωμάτωσης 2005/35/ΕΚ

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz,

«Η νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την προστασία της Caretta- Caretta»

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 *

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ NATURA 2000 ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ, ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΚΑΙ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ. Μαρία Φλουράκη, δικηγόρος

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 14ης Ιουλίου 2005 *

Μάιος Κοινοτικές Οδηγίες που δεν έχουν ενσωματωθεί στο Εθνικό Δίκαιο Προθεσμία ενσωμάτωσης 2005/35/ΕΚ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ & ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ «Περιβαλλοντικά Προβλήματα & Δίκαιο» ΜΑΘΗΜΑ 7

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 15ης Δεκεμβρίου 2005 *

ΑΔΑ: ΒΕΤ9Β-ΣΧΠ. ΑΔΑ: ΑΘΗΝΑ 26 / 2 / 2013 Αρ. Πρωτ. 599/26167

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΣΤΟΧΩΝ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΟΠΟΥΣ NATURA 2000

d-d be6f- 7e7a2c858b73&surveylanguage=EL&serverEnv=

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 25ης Απριλίου 2002 *

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 *

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Νοεμβρίου 2004 *


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ένατο τμήμα) της 23ης Δεκεμβρίου 2015 (*)

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Έγγραφο συνόδου ΠΡΟΣΘΗΚΗ. στην έκθεση. Επιτροπή Νομικών Θεμάτων. Εισηγητής: Andrzej Duda A8-0047/2015

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Σεπτεμβρίου 1999 *

PE-CONS 56/1/16 REV 1 EL

ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 30ής Απριλίου 2010

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής 4. Άρθρο 2 Αγωγές παραλείψεως 5. Άρθρο 3 Φορείς νομιμοποιούμενοι προς έγερση αγωγής 5. Άρθρο 4 Ενδοκοινοτικές παραβάσεις 6

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Έγγραφο συνόδου ΠΡΟΣΘΗΚΗ. στην έκθεση. Επιτροπή Νομικών Θεμάτων. Εισηγητής: Andrzej Duda A8-0017/2015

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Μαΐου 1989 *

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

PE-CONS 16/1/15 REV 1 EL

A8-0219/

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 23ης Οκτωβρίου 2008 (*) «Παράβαση κράτους μέλους Οδηγία 89/48/ΕΟΚ Εργαζόμενοι Αναγνώριση διπλωμάτων»

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 23ης Οκτωβρίου 2008 (*) «Παράβαση κράτους μέλους Οδηγία 89/48/ΕΟΚ Εργαζόμενοι Αναγνώριση διπλωμάτων»

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 *

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 20ής Οκτωβρίου 2005 *

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 23ης Μαρτίου 2006*

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Ιανουαρίου 1995 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 *

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

L 181/74 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσημη Εφημερίδα. Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Μόνον το κράτος µέλος εντός του οποίου χορηγήθηκε ένα δίπλωµα µπορεί να ελέγξει τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων χορηγήθηκε το δίπλωµα αυτό

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

PE-CONS 17/1/15 REV 1 EL

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 4ης Μαρτίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 18ης Ιουλίου 2007 *

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Τροποποιήσεις του κανονισμού διαδικασίας του δικαστηρίου

ΔΙΚΤΥΟ ΝΑΤURA Ελενα Στυλιανοπούλου. Τμήμα Περιβάλλοντος Μάϊος 2014

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 *

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

A8-0361/ Συμφωνία Σταθεροποίησης και Σύνδεσης ΕΕ-Kοσσυφοπεδίου: διαδικασίες για την εφαρμογή της

Ευρωπαϊκός Οργανισμός Ασφάλειας της Αεροπορίας 7 Δεκεμβρίου 2009

Transcript:

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τµήµα) της 11ης Δεκεµβρίου 2008 (*) «Παράβαση κράτους µέλους Οδηγίες 79/409/ΕΟΚ και 92/43/ΕΟΚ Διατήρηση των αγρίων πτηνών Ζώνες ειδικής προστασίας Ανεπαρκή µέτρα προστασίας» Στην υπόθεση C-293/07, µε αντικείµενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, η οποία ασκήθηκε στις 15 Ιουνίου 2007, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούµενη από τους M. Κωνσταντινίδη, D. Recchia και M. Πατακιά, µε τόπο επιδόσεων στο Λουξεµβούργο, κατά προσφεύγουσα, Ελληνικής Δηµοκρατίας, εκπροσωπούµενης από την E. Σκανδάλου, µε τόπο επιδόσεων στο Λουξεµβούργο, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τµήµα), καθής, συγκείµενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τµήµατος, K. Schiemann, J. Makarczyk, L. Bay Larsen (εισηγητή) και C. Toader, δικαστές, γενική εισαγγελέας: E. Sharpston γραµµατέας: L. Hewlett, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ ακροατηρίου συζητήσεως της 25ης Σεπτεµβρίου 2008, κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων, εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση 1 Με το δικόγραφο της προσφυγής της, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η Ελληνική Δηµοκρατία, παραλείποντας να λάβει όλα τα αναγκαία µέτρα για τη θέσπιση και εφαρµογή ενός συνεκτικού, συγκεκριµένου και ολοκληρωµένου νοµικού καθεστώτος, ικανού να εξασφαλίσει τη βιώσιµη διαχείριση και την αποτελεσµατική προστασία των ζωνών ειδικής προστασίας (στο εξής: ΖΕΠ) που έχουν χαρακτηρισθεί λαµβανοµένων υπόψη των στόχων διατηρήσεως που θέτει η οδηγία 79/409/ΕΟΚ του Συµβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών (ΕΕ L 103, σ. 1, στο εξής: οδηγία περί πτηνών), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις συνδυασµένες διατάξεις του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας αυτής καθώς και του άρθρου της 4, παράγραφος 4, πρώτη περίοδος, όπως τροποποιήθηκε µε το άρθρο 6, παράγραφοι 2 έως 4, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συµβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (ΕΕ L 206, σ. 7, στο εξής: οδηγία περί οικοτόπων). Το νοµικό πλαίσιο Η κοινοτική νοµοθεσία 2 Το άρθρο 4, παράγραφοι 1, 2 και 4, πρώτη περίοδος, της οδηγίας περί πτηνών ορίζει τα εξής: «1. Για τα είδη που αναφέρονται στο παράρτηµα Ι προβλέπονται µέτρα ειδικής διατηρήσεως που αφορούν τον οικότοπό τους, για να εξασφαλισθεί η επιβίωση και η αναπαραγωγή των ειδών αυτών στη ζώνη εξαπλώσεώς τους. Για τον σκοπό αυτό λαµβάνονται υπόψη: α) τα είδη που απειλούνται µε εξαφάνιση, β) τα είδη που είναι ευπαθή σε ορισµένες µεταβολές των οικοτόπων τους, γ) τα είδη που θεωρούνται σπάνια διότι οι πληθυσµοί τους είναι µικροί ή η τοπική τους εξάπλωση περιορισµένη, δ) άλλα είδη που έχουν ανάγκη ιδιαίτερης προσοχής, λόγω ιδιοτυπίας του οικοτόπου τους. Για να πραγµατοποιηθούν οι εκτιµήσεις, θα ληφθούν υπόψη οι τάσεις και οι µεταβολές των επιπέδων του πληθυσµού.

Τα κράτη µέλη κατατάσσουν κυρίως σε [ΖΕΠ] τα εδάφη τα πιο κατάλληλα, σε αριθµό και επιφάνεια, για τη διατήρηση των ειδών αυτών στη γεωγραφική θαλάσσια και χερσαία ζώνη στην οποία έχει εφαρµογή η παρούσα οδηγία. 2. Ανάλογα µέτρα υιοθετούνται από τα κράτη µέλη για τα αποδηµητικά είδη που δεν µνηµονεύονται στο παράρτηµα Ι, των οποίων η έλευση είναι τακτική, λαµβάνοντας υπόψη τις ανάγκες προστασίας στη γεωγραφική θαλάσσια και χερσαία ζώνη στην οποία εφαρµόζεται η παρούσα οδηγία, όσον αφορά τις περιοχές αναπαραγωγής, αλλαγής φτερώµατος και διαχειµάσεως, και τις ζώνες όπου βρίσκονται οι σταθµοί κατά µήκος των οδών αποδηµίας. Για το σκοπό αυτό τα κράτη µέλη αποδίδουν ιδιαίτερη σηµασία στην προστασία των υγροτόπων, και ιδίως όσων έχουν διεθνή σπουδαιότητα. [ ] 4. Τα κράτη µέλη υιοθετούν κατάλληλα µέτρα για να αποφύγουν, στις ζώνες προστασίας που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2, τη ρύπανση ή τη φθορά των οικοτόπων, καθώς και τις επιζήµιες για τα πτηνά διαταράξεις, όταν αυτές έχουν σηµαντικές συνέπειες σε σχέση µε τους αντικειµενικούς στόχους του παρόντος άρθρου. [ ]» 3 Το άρθρο 6, παράγραφοι 2 έως 4, της οδηγίας περί οικοτόπων ορίζει τα εξής: «2. Τα κράτη µέλη θεσπίζουν τα κατάλληλα µέτρα ώστε στις ειδικές ζώνες διατήρησης να αποφεύγεται η υποβάθµιση των φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων ειδών, καθώς και οι ενοχλήσεις που έχουν επιπτώσεις στα είδη για τα οποία οι ζώνες έχουν ορισθεί, εφόσον οι ενοχλήσεις αυτές θα µπορούσαν να έχουν επιπτώσεις σηµαντικές όσον αφορά τους στόχους της παρούσας οδηγίας. 3. Κάθε σχέδιο, µη άµεσα συνδεόµενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση του τόπου, το οποίο όµως είναι δυνατόν να επηρεάζει σηµαντικά τον εν λόγω τόπο, καθεαυτό ή από κοινού µε άλλα σχέδια, εκτιµάται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις του στον τόπο, λαµβανοµένων υπόψη των στόχων διατήρησής του. Βάσει των συµπερασµάτων της εκτίµησης των επιπτώσεων στον τόπο και εξαιρουµένης της περίπτωσης των διατάξεων της παραγράφου 4, οι αρµόδιες εθνικές αρχές συµφωνούν για το οικείο σχέδιο µόνον αφού βεβαιωθούν ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου περί του οποίου πρόκειται και, ενδεχοµένως, αφού εκφρασθεί πρώτα η δηµόσια γνώµη. 4. Εάν, παρά τα αρνητικά συµπεράσµατα της εκτίµησης των επιπτώσεων και ελλείψει εναλλακτικών λύσεων, ένα σχέδιο πρέπει να πραγµατοποιηθεί για άλλους επιτακτικούς λόγους σηµαντικού δηµοσίου συµφέροντος, περιλαµβανοµένων λόγων κοινωνικής ή

οικονοµικής φύσεως, το κράτος µέλος λαµβάνει κάθε αναγκαίο αντισταθµιστικό µέτρο ώστε να εξασφαλισθεί η προστασία της συνολικής συνοχής του Natura 2000. Το κράτος µέλος ενηµερώνει την Επιτροπή σχετικά µε τα αντισταθµιστικά µέτρα που έλαβε. Όταν ο τόπος περί του οποίου πρόκειται είναι τόπος όπου ευρίσκονται ένας τύπος φυσικού οικοτόπου προτεραιότητας ή/και ένα είδος προτεραιότητας, είναι δυνατόν να προβληθούν µόνον επιχειρήµατα σχετικά µε την υγεία ανθρώπων και τη δηµόσια ασφάλεια ή σχετικά µε θετικές συνέπειες πρωταρχικής σηµασίας για το περιβάλλον, ή, κατόπιν γνωµοδοτήσεως της Επιτροπής, άλλοι επιτακτικοί σηµαντικοί λόγοι σηµαντικού δηµοσίου συµφέροντος.» 4 Σύµφωνα µε το άρθρο 7 της οδηγίας περί οικοτόπων, «οι υποχρεώσεις που πηγάζουν από τις παραγράφους 2, 3 και 4 του άρθρου 6 της παρούσας οδηγίας αντικαθιστούν τις υποχρεώσεις που πηγάζουν από την πρώτη πρόταση της παραγράφου 4 του άρθρου 4 της οδηγίας [περί πτηνών], όσον αφορά τις ζώνες που χαρακτηρίστηκαν δυνάµει της παραγράφου 1 του άρθρου 4 ή αναγνωρίστηκαν µε ανάλογο τρόπο δυνάµει της παραγράφου 2 του άρθρου 4 της εν λόγω οδηγίας, τούτο δε από την ηµεροµηνία θέσης σε εφαρµογή της παρούσας οδηγίας ή από την ηµεροµηνία της ταξινόµησης ή της αναγνώρισης εκ µέρους ενός κράτους µέλους δυνάµει της οδηγίας [περί πτηνών], εφόσον αυτή είναι µεταγενέστερη». Η εθνική κανονιστική ρύθµιση 5 Σύµφωνα µε τον νόµο 1650/86, ο οποίος αφορά την προστασία και τη διαχείριση των ΖΕΠ, όπως τροποποιήθηκε µε τους νόµους 2742/99 και 3044/02 (στο εξής: νόµος 1650/86), η διαδικασία χαρακτηρισµού των ΖΕΠ σκοπεί στη θέσπιση νοµικού καθεστώτος προστασίας των εν λόγω ζωνών που περιλαµβάνει: επεξεργασία ενός σχεδίου διαχειρίσεως (ειδική περιβαλλοντική µελέτη) το οποίο πρέπει να εγκριθεί από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δηµοσίων Έργων (ΠΕΧΩΔΕ), θέσπιση εξειδικευµένου νοµικού πλαισίου (µε την έκδοση είτε προεδρικού διατάγµατος είτε κοινής υπουργικής αποφάσεως) που καθορίζει τους όρους, τους περιορισµούς και τις απαγορεύσεις σχετικά µε την προστασία µιας περιοχής, και την ίδρυση, συγκρότηση και θέση σε λειτουργία ενός οργανισµού διαχειρίσεως. 6 Ο νόµος 1650/86 προβλέπει επίσης, στο άρθρο του 21, παράγραφος 6, τη δυνατότητα ενός µεταβατικού σταδίου προστασίας, στην περίπτωση που καθυστερεί η έκδοση προεδρικού διατάγµατος. Στην περίπτωση αυτή, η διοίκηση δύναται να καθορίσει µε κοινή υπουργική

απόφαση απαγορεύσεις, όρους και περιορισµούς για επεµβάσεις και δραστηριότητες που είναι δυνατό να έχουν βλαπτικά αποτελέσµατα. Ωστόσο, η ισχύς µιας τέτοιας κοινής υπουργικής αποφάσεως δεν µπορεί να υπερβαίνει τα δύο έτη, µε δυνατότητα παρατάσεως της ισχύος της για ένα επιπλέον έτος. Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία 7 Κατόπιν της υποβολής µεγάλου αριθµού καταγγελιών, κοινοβουλευτικών ερωτήσεων και αναφορών σχετικών µε την έλλειψη προστασίας των ΖΕΠ αλλά και την ύπαρξη δραστηριοτήτων οι οποίες δύνανται να παραβλάψουν την ακεραιότητα των ΖΕΠ, η Επιτροπή εξέτασε τα στοιχεία που είχε στη διάθεσή της και έκρινε ότι η Ελληνική Δηµοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις συνδυασµένες διατάξεις του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας περί πτηνών και του άρθρου 4, παράγραφος 4, πρώτη περίοδος, της οδηγίας αυτής, όπως αυτό τροποποιήθηκε, σύµφωνα µε το άρθρο 7 της οδηγίας περί οικοτόπων, µε το άρθρο 6, παράγραφοι 2 έως 4, της τελευταίας αυτής οδηγίας. 8 Στις 22 Δεκεµβρίου 2004, σύµφωνα µε το άρθρο 226 ΕΚ, η Επιτροπή απηύθυνε έγγραφο οχλήσεως στην Ελληνική Δηµοκρατία, µε το οποίο την κάλεσε να υποβάλει τις παρατηρήσεις της εντός προθεσµίας δύο µηνών. 9 Η Ελληνική Δηµοκρατία απάντησε στο εν λόγω έγγραφο οχλήσεως µε έγγραφο το οποίο περιήλθε στην Επιτροπή στις 7 Μαρτίου 2005. Απαντώντας στο ότι, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, δεν είχε ακόµη θεσπισθεί το εξειδικευµένο νοµικό πλαίσιο, ενώ αυτό έπρεπε να έχει θεσπισθεί µε την έκδοση είτε προεδρικού διατάγµατος είτε κοινής υπουργικής αποφάσεως, η Ελληνική Δηµοκρατία ισχυρίστηκε ότι οι διαδικασίες διαβουλεύσεως και εξετάσεως των προτάσεων ήσαν ιδιαίτερα χρονοβόρες. Ωστόσο, υποστήριξε ότι το υπάρχον νοµοθετικό πλαίσιο εξασφάλιζε ικανοποιητικά την προστασία όλων των ειδών των αγρίων πτηνών και των επιµέρους ενδιαιτηµάτων τους. 10 Η Επιτροπή, επειδή δεν ικανοποιήθηκε από την απάντηση της Ελληνικής Δηµοκρατίας ούτε από τις λοιπές πληροφορίες που της διαβιβάσθηκαν και µη έχοντας λάβει από το κράτος µέλος αυτό κοινοποίηση της θεσπίσεως εξειδικευµένου νοµικού πλαισίου για όλες τις ΖΕΠ, θεώρησε ότι το εν λόγω κράτος εξακολουθούσε να παραβαίνει τις υποχρεώσεις του. Κατά συνέπεια, απέστειλε στις 19 Δεκεµβρίου 2005 αιτιολογηµένη γνώµη στην Ελληνική Δηµοκρατία, καλώντας τη να συµµορφωθεί µε τις υποχρεώσεις της εντός προθεσµίας δύο µηνών από την παραλαβή της γνώµης αυτής. 11 Η Επιτροπή έλαβε την απάντηση του κράτους µέλους αυτού στην αιτιολογηµένη γνώµη στις 23 Μαρτίου 2006. Με την απάντηση αυτή, η Ελληνική Δηµοκρατία, αφενός, παραπέµπει στην απάντηση που είχε

δώσει προηγουµένως στο έγγραφο οχλήσεως και, αφετέρου, αναφέρει τη σύσταση διυπουργικής οµάδας εργασίας επιφορτισµένης µε την εξέταση του υφισταµένου νοµικού καθεστώτος προστασίας των ΖΕΠ και µε τη θέσπιση συµπληρωµατικών µέτρων προστασίας. 12 Κρίνοντας ότι η Ελληνική Δηµοκρατία δεν εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις εν λόγω συνδυασµένες διατάξεις των οδηγιών περί πτηνών και περί οικοτόπων, η Επιτροπή άσκησε την υπό κρίση προσφυγή. Επί της προσφυγής 13 Προς στήριξη της προσφυγής της, η Επιτροπή προβάλλει, κατ ουσίαν, δύο αιτιάσεις. Επί της πρώτης αιτιάσεως, αντλούµενης από µη τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τα άρθρα 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας περί πτηνών και 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων Επιχειρηµατολογία των διαδίκων 14 Η Επιτροπή επισηµαίνει ότι, µέχρι σήµερα, η Ελληνική Δηµοκρατία έχει ταξινοµήσει 151 ΖΕΠ. Μόνο δεκαπέντε ΖΕΠ έχουν αποτελέσει αντικείµενο πράξεως χαρακτηρισµού προβλεπόµενης από την εθνική νοµοθεσία και, συνεπώς, τυγχάνουν ειδικού καθεστώτος προστασίας, δυνάµενου να διασφαλίσει την πλήρη εφαρµογή της οδηγίας περί πτηνών. 15 Η Επιτροπή υπογραµµίζει ότι ένα κράτος µέλος, προκειµένου να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τις οποίες υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας περί πτηνών, οφείλει να θεσπίσει ειδικό προς τούτο νοµοθετικό πλαίσιο, το οποίο πρέπει να είναι συνεκτικό και ολοκληρωµένο. Για την εφαρµογή του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 2, απαιτείται η λήψη µέτρων ειδικής διατηρήσεως για τα είδη για τα οποία θεσπίζονται ΖΕΠ. Τα εν λόγω µέτρα δεν αρκεί να είναι απαγορευτικά, αλλά πρέπει να έχουν και θετικό χαρακτήρα. Τα συµπληρωµατικά µέτρα στα οποία αναφέρεται η Ελληνική Δηµοκρατία είναι γενικού περιεχοµένου, είναι αποσπασµατικά και δεν εξυπηρετούν τους στόχους διατηρήσεως που θέτει η οδηγία περί πτηνών. 16 Η Ελληνική Δηµοκρατία υποστηρίζει ότι έλαβε όλα τα κατάλληλα µέτρα για τη θέσπιση και εφαρµογή ενός συνεκτικού και ολοκληρωµένου νοµικού καθεστώτος, ικανού να διασφαλίσει τη βιώσιµη διαχείριση και την αποτελεσµατική προστασία των χαρακτηρισµένων ΖΕΠ, λαµβανοµένων υπόψη των στόχων διατηρήσεως που επιδιώκουν οι οδηγίες περί πτηνών και περί οικοτόπων. 17 Συναφώς, ισχυρίζεται ότι, πέραν των δεκαπέντε ΖΕΠ που έχουν

χαρακτηρισθεί σύµφωνα µε τον νόµο 1650/86, δεκατέσσερις ΖΕΠ προστατεύονται ως εθνικοί δρυµοί, κατ εφαρµογήν την ελληνικής δασικής νοµοθεσίας, και 103 ΖΕΠ έχουν χαρακτηρισθεί ως καταφύγια άγριας ζωής, σύµφωνα µε τον νόµο 2637/98. Η Ελληνική Δηµοκρατία ισχυρίζεται επίσης ότι περίπου 163 500 εκτάρια των ΖΕΠ έχουν χαρακτηρισθεί ως υγρότοποι διεθνούς σηµασίας, σύµφωνα µε τη Σύµβαση που συνήφθη στις 2 Φεβρουαρίου 1971 στο Ramsar, περί προστασίας των διεθνούς ενδιαφέροντος υγροτόπων ιδία ως υγροβιοτόπων, όπως έχει τροποποιηθεί. Περίπου 94 500 εκτάρια των εν λόγω χαρακτηρισµένων κατά τα άνω υγροτόπων έχουν αποτελέσει αντικείµενο κοινών υπουργικών αποφάσεων προδιασφαλίσεως. 18 Επίσης, περίπου 3 000 εκτάρια εντός των ΖΕΠ έχουν χαρακτηριστεί ως ζώνες προστασίας της φύσεως εντός ζωνών οικιστικού ελέγχου. Εξάλλου, επιπλέον 84 900 εκτάρια των ΖΕΠ έχουν χαρακτηριστεί ως αισθητικά δάση, µνηµεία της φύσεως, ελεγχόµενες κυνηγετικές περιοχές, εκτροφεία θηραµάτων. Επιπλέον, στις αγροτικές εκτάσεις των ΖΕΠ εφαρµόζεται η κοινή υπουργική απόφαση 324032/04, που αφορά µεταξύ άλλων την εφαρµογή του καθεστώτος της πολλαπλής συµµόρφωσης, όπως προβλέπει η κοινοτική κανονιστική ρύθµιση. 19 Η Ελληνική Δηµοκρατία επισηµαίνει επίσης ότι µέχρι σήµερα υπάρχουν 27 φορείς διαχειρίσεως που προστατεύουν περιοχές οι οποίες αντιστοιχούν σε 35 ΖΕΠ, συνολικής εκτάσεως περίπου 485 000 εκταρίων. 20 Τέλος, το υφιστάµενο πλαίσιο προστασίας καλύπτει τουλάχιστον το 57 % της συνολικής εκτάσεως των ΖΕΠ, ενώ υφίσταται πλαίσιο διαχειρίσεως, ιδίως για τις δασικές εκτάσεις, το οποίο αφορά περίπου το 96 % της συνολικής εκτάσεως των ΖΕΠ. Εκτίµηση του Δικαστηρίου 21 Επιβάλλεται κατ αρχάς η υπόµνηση ότι η ακριβής µεταφορά της οδηγίας περί πτηνών έχει ιδιαίτερη σπουδαιότητα, καθόσον η διαχείριση της κοινής κληρονοµιάς έχει ανατεθεί στα κράτη µέλη όσον αφορά το έδαφος του καθενός (βλ., µεταξύ άλλων, απόφαση της 12ης Ιουλίου 2007, C-507/04, Επιτροπή κατά Αυστρίας, Συλλογή 2007, σ. I 5939, σκέψη 92). 22 Κατά τη νοµολογία του Δικαστηρίου, το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας περί πτηνών επιβάλλει στα κράτη µέλη την υποχρέωση να προβλέπουν για τις ΖΕΠ ένα νοµικό καθεστώς προστασίας που να διασφαλίζει, µεταξύ άλλων, την επιβίωση και την αναπαραγωγή των ειδών πτηνών που απαριθµούνται στο παράρτηµα Ι της οδηγίας αυτής, καθώς και την αναπαραγωγή, την αλλαγή φτερώµατος και τη διαχείµαση των αποδηµητικών ειδών που δεν απαριθµούνται στο εν λόγω παράρτηµα, των οποίων η έλευση είναι τακτική (βλ. αποφάσεις της 18ης Μαρτίου 1999, C-166/97, Επιτροπή κατά Γαλλίας, Συλλογή

1999, σ. I-1719, σκέψη 21, και της 13ης Δεκεµβρίου 2007, C-418/04, Επιτροπή κατά Ιρλανδίας, Συλλογή 2007, σ. I-10947, σκέψη 153). 23 Δεν αµφισβητείται επίσης ότι το άρθρο 4 της οδηγίας περί πτηνών προβλέπει, τόσο για τα είδη που απαριθµούνται στο παράρτηµα Ι αυτής όσο και για τα αποδηµητικά είδη, ένα ειδικό και ενισχυµένο σύστηµα προστασίας, το οποίο δικαιολογείται από το γεγονός ότι πρόκειται, αντιστοίχως, για τα είδη που αντιµετωπίζουν τη µεγαλύτερη απειλή και για τα είδη που αποτελούν κοινή κληρονοµιά της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (αποφάσεις της 11ης Ιουλίου 1996, C-44/95, Royal Society for the Protection of Birds, Συλλογή 1996, σ. I-3805, σκέψη 23, και Επιτροπή κατά Ιρλανδίας, προπαρατεθείσα, σκέψη 46). 24 Δυνάµει του άρθρου 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων, το οποίο προβλέπει υποχρεώσεις που αντικαθιστούν τις απορρέουσες από το άρθρο 4, παράγραφος 4, πρώτη περίοδος, της οδηγίας περί πτηνών όσον αφορά τις χαρακτηρισµένες ζώνες, το νοµικό καθεστώς προστασίας των ΖΕΠ πρέπει επίσης να διασφαλίζει ότι θα αποφεύγονται, όσον αφορά τις τελευταίες, η υποβάθµιση των φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων ειδών, καθώς και οι ενοχλήσεις που έχουν επιπτώσεις στα είδη για τα οποία έχουν οριστεί οι εν λόγω ζώνες (βλ. απόφαση της 27ης Φεβρουαρίου 2003, C 415/01, Επιτροπή κατά Βελγίου, Συλλογή 2003, σ. I 2081, σκέψη 16). 25 Όσον αφορά το νοµικό καθεστώς των χαρακτηρισµένων ΖΕΠ, όπως οµολογεί η Ελληνική Δηµοκρατία και όπως υπενθυµίζεται στη σκέψη 20 της παρούσας αποφάσεως, το υφιστάµενα πλαίσια προστασίας και διαχειρίσεως δεν καλύπτουν τη συνολική έκταση των οικείων ΖΕΠ. 26 Υπογραµµίζεται επίσης ότι, εκτός από τις δεκαπέντε ΖΕΠ που αποτέλεσαν αντικείµενο πράξεως χαρακτηρισµού σύµφωνα µε την ελληνική νοµοθεσία, οι λοιπές προστατευόµενες ΖΕΠ υπόκεινται σε ετερόκλητα νοµικά καθεστώτα τα οποία, µολονότι φαίνονται ικανά να συµβάλλουν, έστω και κατά τρόπο µεταβαλλόµενο κατά περίπτωση, στην προστασία των οικοτόπων και των ειδών πτηνών, δεν παρέχουν στις οικείες ΖΕΠ επαρκή προστασία, δεδοµένου ότι η προστασία αυτή δεν επικεντρώνεται ειδικώς στους σκοπούς των άρθρων 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας περί πτηνών καθώς και 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων. 27 Επισηµαίνεται επί παραδείγµατι ότι, όσον αφορά τις χαρακτηρισµένες ως εθνικούς δρυµούς ΖΕΠ κατ εφαρµογήν της ελληνικής δασικής νοµοθεσίας, το εκτιθέµενο από την Ελληνική Δηµοκρατία γεγονός ότι οι δραστηριότητες ελέγχονται στις περιφερειακές των δρυµών αυτών ζώνες, ενώ το καθεστώς απόλυτης προστασίας της φύσεως ισχύει µόνον ως προς τον πυρήνα των δρυµών αυτών, δεν µπορεί να διασφαλίσει, µεταξύ άλλων, ότι οι ιδιώτες εµποδίζονται προληπτικώς από το να επιδοθούν σε ενδεχοµένως βλαπτικές δραστηριότητες στις οικείες περιφερειακές των ΖΕΠ ζώνες (βλ., συναφώς, απόφαση

Επιτροπή κατά Ιρλανδίας, προπαρατεθείσα, σκέψη 208). 28 Εξάλλου, το γεγονός που επισηµαίνει η Ελληνική Δηµοκρατία, ότι δηλαδή οι εθνικές αρχές προωθούν διαδικασία λήψεως προσωρινών µέτρων για τη διασφάλιση της προστασίας των ΖΕΠ µέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας χαρακτηρισµού της εκάστοτε ΖΕΠ, συµφωνεί µε τη διαπίστωση που εκτίθεται στη σκέψη 26 της παρούσας αποφάσεως. 29 Κατά συνέπεια, η αιτίαση που αντλείται από µη τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τα άρθρα 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας περί πτηνών και 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων, είναι βάσιµη. Επί της δεύτερης αιτιάσεως, αντλούµενης από µη τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το άρθρο 6, παράγραφοι 3 και 4, της οδηγίας περί οικοτόπων Επιχειρηµατολογία των διαδίκων 30 H Επιτροπή ισχυρίζεται ότι η διαδικασία της περιβαλλοντικής αδειοδοτήσεως, όπως εφαρµόζεται στο πλαίσιο της µεταφοράς της οδηγίας περί οικοτόπων στο εσωτερικό δίκαιο, έχει γενικό χαρακτήρα και δεν αποτελεί παρά ένα στοιχείο για τη διασφάλιση της αποτελεσµατικής λειτουργίας του συστήµατος προστασίας, το οποίο δεν µπορεί όµως να υποκαταστήσει το ίδιο το σύστηµα, όταν αυτό δεν υπάρχει, ούτε να καλύψει τις ελλείψεις του. 31 Η Ελληνική Δηµοκρατία υποστηρίζει ότι, σύµφωνα µε την υφιστάµενη νοµοθεσία, πραγµατοποιείται εκτίµηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των σχεδίων, των έργων και των δραστηριοτήτων που σχεδιάζονται εντός των ΖΕΠ, ώστε να καταστεί βέβαιον ότι δεν θα παραβλαφθεί η ακεραιότητα του τόπου περί του οποίου πρόκειται. Εκτίµηση του Δικαστηρίου 32 Συναφώς, υπενθυµίζεται ότι, κατά πάγια νοµολογία, εναπόκειται στην Επιτροπή να αποδείξει την ύπαρξη της προβαλλόµενης παραβάσεως. Αυτή οφείλει να προσκοµίσει στο Δικαστήριο όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την εκ µέρους του διαπίστωση της παραβάσεως, χωρίς να µπορεί να στηριχθεί σε οποιοδήποτε τεκµήριο (βλ., µεταξύ άλλων, απόφαση της 20ής Σεπτεµβρίου 2007, C-304/05, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 2007, σ. I-7495, σκέψη 105). 33 Εν προκειµένω, η Επιτροπή περιορίστηκε, κατ ουσίαν, να ισχυριστεί, χωρίς να προσκοµίσει κανένα συγκεκριµένο αποδεικτικό στοιχείο, ότι η διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδοτήσεως που έχει θεσπισθεί µε την ελληνική νοµοθεσία έχει γενικό χαρακτήρα και δεν µπορεί να πληρώσει τα κενά του συστήµατος προστασίας των ΖΕΠ (βλ., συναφώς,

απόφαση της 10ης Ιανουαρίου 2008, C-387/06, Επιτροπή κατά Φινλανδίας, σκέψεις 24 και 26). 34 Από τον ισχυρισµό αυτόν όµως δεν µπορεί να συναχθεί ότι η Ελληνική Δηµοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6, παράγραφοι 3 και 4, της οδηγίας περί οικοτόπων. 35 Κατά συνέπεια, η δεύτερη αιτίαση πρέπει να απορριφθεί. 36 Κατόπιν των προεκτεθέντων, διαπιστώνεται ότι η Ελληνική Δηµοκρατία, παραλείποντας να λάβει όλα τα αναγκαία µέτρα για τη θέσπιση και εφαρµογή ενός συνεκτικού, συγκεκριµένου και ολοκληρωµένου νοµικού καθεστώτος, ικανού να εξασφαλίσει τη βιώσιµη διαχείριση και την αποτελεσµατική προστασία των ΖΕΠ που έχουν χαρακτηρισθεί λαµβανοµένων υπόψη των στόχων διατηρήσεως που θέτει η οδηγία περί πτηνών, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις συνδυασµένες διατάξεις του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας αυτής καθώς και του άρθρου της 4, παράγραφος 4, πρώτη περίοδος, όπως τροποποιήθηκε µε το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας περί οικοτόπων. Επί των δικαστικών εξόδων 37 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισµού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπήρχε σχετικό αίτηµα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδοµένου ότι οι ουσιωδέστεροι ισχυρισµοί της Ελληνικής Δηµοκρατίας απορρίφθηκαν, πρέπει αυτή να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα σύµφωνα µε το αίτηµα της Επιτροπής. Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δεύτερο τµήµα) αποφασίζει: 1) Η Ελληνική Δηµοκρατία, παραλείποντας να λάβει όλα τα αναγκαία µέτρα για τη θέσπιση και εφαρµογή ενός συνεκτικού, συγκεκριµένου και ολοκληρωµένου νοµικού καθεστώτος, ικανού να εξασφαλίσει τη βιώσιµη διαχείριση και την αποτελεσµατική προστασία των ζωνών ειδικής προστασίας που έχουν χαρακτηρισθεί λαµβανοµένων υπόψη των στόχων διατηρήσεως που θέτει η οδηγία 79/409/ΕΟΚ του Συµβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις συνδυασµένες διατάξεις του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας αυτής καθώς και του άρθρου της 4, παράγραφος 4, πρώτη περίοδος, όπως τροποποιήθηκε µε το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συµβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας.

2) Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά. 3) Καταδικάζει την Ελληνική Δηµοκρατία στα δικαστικά έξοδα. (υπογραφές) * Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική.