ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΣΤΗ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ: ΚΕΦΑΛΑΙΑ 1, 2, 4, 5 ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ: ΚΟΡΥΦΑΙΟ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: ΘΕΜΑ Α Α. 1 Β. 4 Γ. 3 Δ. 2 Ε. 1 ΘΕΜΑ Β Β1. Οι λόγοι που μπορεί να παρατηρηθεί αυτή η απόκλιση-διαφορά στην αλληλουχία των νουκλεοτιδίων στα δύο (2) γονίδια, του ανθρώπου και του χιμπατζή είναι: 1. Μπορεί να διαφέρουν σε εσωνιακές περιοχές. 2. Μπορεί να διαφέρουν σε συνώνυμα κωδικόνια των εξωνίων τους. 3. Μπορεί να διαφέρουν στα κωδικόνια λήξης της μετάφρασής τους. 4. Μπορεί να διαφέρουν στα πρώτα νουκλεοτίδια των πρώτων τους εξωνίων, που από αυτά, με τη μεταγραφή, θα προκύψει η 5 αμετάφραστη περιοχή των mrna τους. 5. Μπορεί να διαφέρουν στα τελευταία νουκλεοτίδια των τελευταίων τους εξωνίων, που από αυτά, με τη μεταγραφή, θα προκύψει η 3 αμετάφραστη περιοχή των mrna τους. 6. Μπορεί να διαφέρουν στη τροποποίηση που θα υποστούν μετά το τέλος της μετάφρασης, με αποτέλεσμα ενώ αρχικά διέφεραν οι δύο (2) πολυπεπτιδικές αλυσίδες (του ανθρώπου και του χιμπατζή) περισσότερο μεταξύ τους, τελικά ομοίασαν σε μεγαλύτερο βαθμό. Β2. 1 ον. Ιστόνες 2 ον. Άλλες πρωτεΐνες που συμμετέχουν στη δημιουργία του ινιδίου χρωματίνης (π.χ. μη ιστόνες) 3 ον. DNA-Ελικάση. 4 ον. Πριμόσωμα. 5 ον. DNA-Πολυμεράσες. 6 ον. Ειδικά επιδιορθωτικά ένζυμα. 7 ον. Μεταγραφικοί παράγοντες. 8 ον. RNA-Πολυμεράσες. 9 ον. Πρωτεΐνες των μικρών ριβονουκλεοπρωτεϊνικών σωματιδίων. 10 ον. DNA-Δεσμάση 1
Προσοχή: υπάρχουν πολλές πρωτεΐνες μέσα στον πυρήνα που έχουν απομονωθεί και μελετηθεί, απλά περιοριζόμαστε σε αυτές που αναφέρονται στο σχολικό βιβλίο της Γ λυκείου. Β3. Στα βακτήρια η ρύθμιση της γονιδιακής έκφρασης αποσκοπεί κυρίως στην προσαρμογή του οργανισμού στις εναλλαγές του περιβάλλοντος, έτσι ώστε να εξασφαλίζονται οι καλύτερες συνθήκες για τη βασική λειτουργία του που είναι η αύξηση και η διαίρεση. Τα κύτταρα ενός πολυκύτταρου οργανισμού, σε αντίθεση με τα κύτταρα που ανήκουν σε ένα βακτηριακό στέλεχος και είναι πανομοιότυπα μεταξύ τους, διαφέρουν στη δομή και στη λειτουργία τους. Η ζωή αρχίζει, όταν ένα γονιμοποιημένο ωάριο διαιρείται με μίτωση και παράγει τρισεκατομμύρια κύτταρα, που έχουν τα ίδια γονίδια. Στα αρχικά στάδια της εμβρυογένεσης τα κύτταρα εξειδικεύονται, για να εκτελέσουν επιμέρους λειτουργίες και η διαδικασία αυτή ονομάζεται κυτταρική διαφοροποίηση. Τα κύτταρα ενός πολύπλοκου πολυκύτταρου οργανισμού, όπως τα νευρικά, τα μυϊκά, τα ηπατικά, διαφέρουν στη μορφή και στη λειτουργία τους, αλλά έχουν όλα το ίδιο γενετικό υλικό, άρα και τα ίδια γονίδια. Τι τα κάνει τότε να διαφέρουν τόσο πολύ; Μολονότι όλα τα κύτταρα έχουν τις ίδιες γενετικές οδηγίες, έχουν αναπτύξει μηχανισμούς που τους επιτρέπουν να εκφράζουν τη γενετικής τους πληροφορία επιλεκτικά και να ακολουθούν μόνο τις οδηγίες ου χρειάζονται κάθε χρονική στιγμή. Κάθε κυτταρικός τύπος έχει εξειδικευμένη λειτουργία και πρέπει να υπάρχει πλήρης συντονισμός των λειτουργιών όλων των κυττάρων. Γι αυτό, η τελειοποίηση των συστημάτων ελέγχου είναι αναγκαία και λόγω της μεγαλύτερης πολυπλοκότητας των ευκαρυωτικών κυττάρων, αλλά και επειδή πρέπει να ελεγχθεί προσεκτικά η ανάπτυξη των πολυκύτταρων οργανισμών. Κατά συνέπεια, η ρύθμιση των γονιδίων στα ευκαρυωτικά κύτταρα γίνεται σε πολλά επίπεδα. ΘΕΜΑ Γ Γ1. Κάθε φυσιολογικό μεταφασικό χρωμόσωμα αποτελείται από δύο αδελφές χρωματίδες, οι οποίες συγκρατούνται στο κεντρομερίδιο. Το κεντρομερίδιο «διαιρεί» κάθε χρωματίδα σε δύο βραχίονες, ένα μεγάλο και ένα μικρό. Τα μεταφασικά χρωμοσώματα ενός κυττάρου διαφέρουν μεταξύ τους ως προς το μέγεθος και ως προς τη θέση του κεντρομεριδίου. Τα χρωμοσώματα ταξινομούνται σε ζεύγη κατά ελαττούμενο μέγεθος. Η απεικόνιση αυτή αποτελεί τον καρυότυπο. Ο αριθμός και η μορφολογία των χρωμοσωμάτων είναι ιδιαίτερο χαρακτηριστικό κάθε είδους. Στον άνθρωπο τα φυσιολογικά αρσενικά και θηλυκά άτομα έχουν στον πυρήνα των σωματικών τους κυττάρων 23 ζεύγη χρωμοσωμάτων. Το ένα χρωμόσωμα κάθε ζεύγους είναι πατρικής και το άλλο μητρικής προέλευσης και ελέγχουν τις ίδιες ιδιότητες. Από τα 23 ζεύγη, τα 22 είναι μορφολογικά ίδια στα αρσενικά και στα θηλυκά άτομα και ονομάζονται αυτοσωμικά χρωμοσώματα. Το 23 ο ζεύγος στα θηλυκά άτομα αποτελείται από δύο Χ χρωμοσώματα, ενώ στα αρσενικά άτομα αποτελείται από ένα Χ και ένα Υ χρωμόσωμα. Το Υ χρωμόσωμα είναι μικρότερο σε μέγεθος από το Χ. τα χρωμοσώματα αυτά ονομάζονται φυλετικά και σε πολλούς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένου και του ανθρώπου, καθορίζουν το φύλο. Στον άνθρωπο η παρουσία του Υ χρωμοσώματος καθορίζει το αρσενικό άτομο, ενώ η απουσία του το θηλυκό άτομο. Έτσι, ένα φυσιολογικό αρσενικό άτομο έχει 44 αυτοσωμικά χρωμοσώματα και ένα ζεύγος ΧΥ, ενώ ένα φυσιολογικό θηλυκό 44 αυτοσωμικά και ένα ζεύγος ΧΧ. Με τη μελέτη Καρυοτύπου μπορούμε τέλος να διαγνώσουμε όλες τις Αριθμητικές και τις Δομικές Χρωμοσωμικές Ανωμαλίες, όπως π.χ. στον προγεννητικό έλεγχο μετά από Αμνιοπαρακέντηση ή Λήψη Χοριακών Λαχνών. 2
Γ2. Τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της χρησιμοποίησης των πλασμιδίων στην Τεχνολογία του Ανασυνδυασμένου DNA, είναι τα ακόλουθα: ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ 1. Είναι εύκολα στο χειρισμό τους, λόγω 1. Δε μπορούν να ενσωματώσουν μεγάλα του μικρού μεγέθους τους. τμήματα DNA του Δότη-Οργανισμού. 2. Έχουν ανεξάρτητο αυτοδιπλασιασμό, σε σχέση με το DNA του κυττάρου στο οποίο εισάγονται. 3. Έχουν μόνο σε ένα σημείο την ειδική αλληλουχία-στόχο της περιοριστικής ενδονουκλεάσης που θα χρησιμοποιήσουμε στην Τεχνολογία του Ανασυνδυασμένου DNA. 4. Μετασχηματίζουν Βακτήρια και Φυτά (βλέπε Πλασμίδιο Τi). 5. Η διαδικασία της Κλωνοποίησής τους είναι απλή. 2. Έχοντας τη δυνατότητα να μεταφέρονται από ένα βακτήριο σε άλλο, μπορούν να τα κάνουν ανθεκτικά σε αντιβιοτικά Γ3. 1 ον. Τα νουκλεοσώματα που αποτελούνται από 146 ζεύγη νουκλεοτιδίων του DNA και το οκταμερές των ιστονών. 2 ον. Το κάθε ινίδιο χρωματίνης που αποτελείται από ένα μόριο DNA, ιστόνες και άλλες πρωτεΐνες (π.χ. τις μη ιστόνες). Κατ επέκταση και οι χρωματίδες και τα χρωμοσώματα. 3 ον. Τα μικρά ριβονουκλεοπρωτεϊνικά σωματίδια που αποτελούνται από snrna και πρωτεΐνες. 4 ον. Τα ριβοσώματα που αποτελούνται από rrna και πρωτεΐνες. Γ4. Για τη σύνθεση του Ε 1 Ενζύμου ισχύει ότι: Α αλληλόμορφο για τη σύνθεση του Ε 1 Ενζύμου ΑΑ : με το Ε 1 Ένζυμο. α αλληλόμορφο για μη σύνθεση του Ε 1 Ενζύμου Αα : με το Ε 1 Ένζυμο. Α > α αα : χωρίς το Ε 1 Ένζυμο. Για τη σύνθεση του Ε 2 Ενζύμου ισχύει ότι: Β αλληλόμορφο για τη σύνθεση του Ε 2 Ενζύμου ΒΒ : με το Ε 2 Ένζυμο. β αλληλόμορφο για μη σύνθεση του Ε 2 Ενζύμου Ββ : με το Ε 2 Ένζυμο. Β > β ββ : χωρίς το Ε 2 Ένζυμο. Για τη σύνθεση του Ε 3 Ενζύμου ισχύει ότι: Γ αλληλόμορφο για τη σύνθεση του Ε 3 Ενζύμου ΓΓ : με το Ε 3 Ένζυμο. γ αλληλόμορφο για μη σύνθεση του Ε 3 Ενζύμου Γγ : με το Ε 3 Ένζυμο. Γ > γ γγ : χωρίς το Ε 3 Ένζυμο. Γ4 (i) 1 ος Τρόπος Λύσης P : Γυναίκα : ΑΑΒβγγ x ΑαΒβΓγ : Άνδρας Γαμ: ΑΒγ ΑΒΓ 3
F : Αβγ ΑΒγ ΑβΓ Αβγ αβγ αβγ αβγ αβγ ΑΒΓ ΑΒγ ΑβΓ Αβγ αβγ αβγ αβγ αβγ ΑΒγ ΑΑΒΒΓγ ΑΑΒΒγγ ΑΑΒβΓγ ΑΑΒβγγ ΑαΒΒΓγ ΑαΒΒγγ ΑαΒβΓγ ΑαΒβγγ Αβγ ΑΑΒβΓγ ΑΑΒβγγ ΑΑββΓγ ΑΑββγγ ΑαΒβΓγ ΑαΒβγγ ΑαββΓγ Ααββγγ q = 10/16 ή (10/16) x 100% = 62,5% η πιθανότητα να αποκτήσει αυτό το ζευγάρι ασθενές παιδί (με την πλάγια γραμματοσειρά). 2 ος Τρόπος Λύσης P : Γυναίκα : ΑΑ x Αα: Άνδρας Γαμ: Α Α α F : 1/2 ΑΑ : 1/2 Αα Φ.Α = 100% (ή 1) με το ένζυμο Ε 1 P : Γυναίκα : Ββ x Ββ: Άνδρας Γαμ: Β Β β β F : 1/4 ΒΒ : 2/4 Ββ : 1/4 ββ Φ.Α = 75% (ή 3/4) με το ένζυμο Ε 2 : 25% (ή 1/4) χωρίς το ένζυμο Ε 2 P : Γυναίκα : γγ x Γγ: Άνδρας Γαμ: γ Γ γ F : 1/2 Γγ : 1/2 γγ Φ.Α = 50% (ή 1/2 ) με το ένζυμο Ε 3 : 50% (ή 1/2 ) χωρίς το ένζυμο Ε 3 Για να γεννηθεί ασθενές παιδί, θα πρέπει να συμβεί ένα από τα ακόλουθα αμοιβαία ασυμβίβαστα γεγονότα: 1. Να έχει έλλειψη μόνο του Ε 1 ενζύμου = 0 x 3/4 x 1/2 = 0 2. Να έχει έλλειψη μόνο του Ε 2 ενζύμου = 1 x 1/4 x 1/2 = 1/8 3. Να έχει έλλειψη μόνο του Ε 3 ενζύμου = 1 x 3/4 x 1/2 = 3/8 4. Να έχει έλλειψη των Ε 1 και Ε 2 ενζύμων = 0 x 1/4 x 1/2 = 0 5. Να έχει έλλειψη των Ε 1 και Ε 3 ενζύμων = 0 x 3/4 x 1/2 = 0 6. Να έχει έλλειψη των Ε 2 και Ε 3 ενζύμων = 1 x 1/4 x 1/2 = 1/8 7. Να έχει έλλειψη και των τριών αυτών ενζύμων = 0 x 1/4 x 1/2 = 0 Η συνδυασμένη πιθανότητα αυτών των 7 αμοιβαίων ασυμβίβαστων γεγονότων είναι ίση με το άθροισμα των επιμέρους πιθανοτήτων τους. Άρα q ολική = 5/8 ή (5/8) x 100% = 62,5 % να αποκτήσει αυτό το ζευγάρι ασθενές παιδί. 4
Γ4 (ii) Αφού ο άνδρας αυτός δεν παράγει την ουσία W σημαίνει ότι είναι ετερόζυγος, για ένα τουλάχιστον υπολειπόμενο αλληλόμορφο γονίδιο. Τα γονίδια είναι ανεξάρτητα και μπορούμε να μελετήσουμε την κληρονόμηση κάθε γονιδίου ξεχωριστά. Από το γονότυπο της συζύγου, γίνεται φανερό ότι, ο άνδρας αυτός: 1. δε μπορεί να είναι ομόζυγος για τα υπολειπόμενα αλληλόμορφα β ή γ 2. δε μπορεί να είναι ούτε ετερόζυγος για τα υπολειπόμενα αλληλόμορφα β ή γ, αφού σε κάθε περίπτωση μπορεί να γεννηθεί ασθενής απόγονος, κάτι όμως που απέκλεισε ο Γενετιστής. Άρα ο γονότυπος του 2 ου συζύγου αυτής της γυναίκας είναι υποχρεωτικά: αα (για να είναι ο ίδιος ασθενής)ββγγ = ααββγγ P : Γυναίκα : ΑΑΒβγγ x ααββγγ : Άνδρας Γαμ: ΑΒγ αβγ Αβγ F : 1/2 ΑαΒΒΓγ : 1/2 ΑαΒβΓγ Φ.Α. = 100 % υγιή παιδιά ΘΕΜΑ Δ Δ1. Η Περιοριστική Ενδονουκλεάση που ανοίγει το πλασμίδιο-φορέα κλωνοποίησης, θα πρέπει να το κόβει σε ένα μόνο σημείο του. Επομένως, αποκλείεται η χρήση των Περιοριστικών Ενδονουκλεασών α και β, αφού κόβουν το πλασμίδιο σε δύο σημεία η καθεμία τους. Επίσης αποκλείεται να χρησιμοποιήσουμε την Περιοριστική Ενδονουκλεάση γ, αφού κόβει μέσα στην αλληλουχία του υποκινητή, γεγονός που θα εμπόδιζε τη μεταγραφή του γονιδίου. Δ2. Στο στάδιο αυτό, τα βακτήρια-ξενιστές που έχουν προσλάβει το πλασμίδιο, ανασυνδυασμένο, ή μη ανασυνδυασμένο, επιλέγονται από εκείνα που δεν το έχουν προσλάβει. Προκειμένου λοιπόν να απομονωθούν οι βακτηριακοί κλώνοι που περιέχουν το πλασμίδιο, ανασυνδυασμένο ή μη, πρέπει να απομακρυνθούν-να σκοτωθούν τα βακτηριακά στελέχη που δεν προσέλαβαν κάποιο πλασμίδιο, δηλαδή τα μη μετασχηματισμένα και να επιζήσουν μόνο τα μετασχηματισμένα βακτήρια, με μη ανασυνδυασμένο και με ανασυνδυασμένο πλασμίδιο. Τα μετασχηματισμένα βακτήρια επιλέγονται με βάση την ανθεκτικότητά τους σε κάποιο αντιβιοτικό, που τους προσδίδει ένα γονίδιο του πλασμιδίουφορέα κλωνοποίησης. Η χρήση πλασμιδίων με γονίδια ανθεκτικότητας σε κάποιο αντιβιοτικό, καθιστά ανθεκτικά στο συγκεκριμένο αντιβιοτικό, μόνο τα βακτήρια-ξενιστές που μετασχηματίστηκαν με αυτά τα πλασμίδια. Τα βακτήρια αναπτύσσονται σε στερεό θρεπτικό υλικό που περιέχει είτε το αντιβιοτικό αμπικιλίνη, είτε το αντιβιοτικό στρεπτομυκίνη. Με αυτό τον τρόπο, όσα βακτήρια έχουν προσλάβει κάποιο πλασμίδιο (Μετασχηματισμένα) επιβιώνουν, πολλαπλασιάζονται και παράγουν το καθένα τους από μία αποικία, που αποτελεί ταυτόχρονα έναν βακτηριακό κλώνο. Αντίθετα, όσα βακτήρια δεν προσέλαβαν κάποιο πλασμίδιο (Μη Μετασχηματισμένα), πεθαίνουν παρουσία του αντιβιοτικού της αμπικιλίνης ή της στρεπτομυκίνης και δε δίνουν αποικίες. Δ3. Αλυσίδα Ι ΟΗ-GCCAATATTAAATGAGCATGCCGTAGGAATATTCGG Αλυσίδα ΙΙ CGGTTATAATTTACTCGTACGGCATCCTTATAAGCC Εικόνα 2 5
Η μεταγραφή γίνεται με προσανατολισμό 5 προς 3. Το mrna που συντίθεται έχει προσανατολισμό 5 προς 3. Το mrna είναι συμπληρωματικό και αντιπαράλληλο με τη μεταγραφόμενη αλυσίδα του γονιδίου, που ονομάζεται και μη κωδική, για γονίδια που κωδικοποιούν τη σύνθεση mrnas μορίων. Η μη κωδική αλυσίδα του γονιδίου, είναι επίσης συμπληρωματική και αντιπαράλληλη με την κωδική αλυσίδα του γονιδίου. Με τη μεταγραφή, οι πληροφορίες που βρίσκονται στα γονίδια μεταφέρονται στο mrna με βάση τη συμπληρωματικότητα των νουκλεοτιδικών βάσεων. Η αλληλουχία των βάσεων του mrna καθορίζει την αλληλουχία των αμινοξέων στις πρωτεΐνες, με βάση έναν κώδικα αντιστοίχισης νουκλεοτιδίων mrna με αμινοξέα πρωτεϊνών, ο οποίος ονομάζεται γενετικός κώδικας. Γι αυτό η πρωτεϊνοσύνθεση είναι πραγματικά μία διαδικασία «μετάφρασης» από τη γλώσσα των βάσεων στη γλώσσα των αμινοξέων. Τα βασικά χαρακτηριστικά του γενετικού κώδικα είναι: Ο γενετικός κώδικας είναι κώδικας τριπλέτας, δηλαδή μία τριάδα νουκλεοτιδίων, το κωδικόνιο, κωδικοποιεί ένα αμινοξύ. Ο γενετικός κώδικας είναι κώδικας συνεχής, δηλαδή το mrna διαβάζεται συνεχώς ανά τρία νουκλεοτίδια, χωρίς να παραλείπεται κάποιο νουκλεοτίδιο. Ο γενετικός κώδικας είναι κώδικας μη επικαλυπτόμενος, δηλαδή κάθε νουκλεοτίδιο ανήκει σε ένα μόνο κωδικόνιο. Ο γενετικός κώδικας έχει κωδικόνιο έναρξης, και κωδικόνια λήξης. Το κωδικόνιο έναρξης σε όλους τους οργανισμούς είναι το AUG και κωδικοποιεί το αμινοξύ μεθειονίνη. Υπάρχουν τρία κωδικόνια λήξης, τα UAG, UGA και UAA. Η παρουσία των κωδικονίων αυτών στο μόριο του mrna οδηγεί στον τερματισμό της σύνθεσης της πολυπεπτιδικής αλυσίδας. Ο όρος κωδικόνιο δεν αφορά μόνο το mrna αλλά και το γονίδιο από το οποίο παράγεται. Έτσι, για παράδειγμα, το κωδικόνιο έναρξης AUG αντιστοιχεί στο κωδικόνιο έναρξης της κωδικής αλυσίδας του γονιδίου ΑΤG, κ.ο.κ. Το τμήμα ενός γονιδίου, και του mrna του, που κωδικοποιεί μία πολυπεπτιδική αλυσίδα, αρχίζει με το κωδικόνιο έναρξης και τελειώνει με το κωδικόνιο λήξης. Έτσι, στην Κωδική αλυσίδα του γονιδίου, κωδικόνιο έναρξης είναι το 5 ATG3 και κωδικόνιο λήξης, ένα από τα κωδικόνια: 5 TAA3, 5 TGA3 και 5 TAG3. Στο παραπάνω μόριο DNA βρίσκουμε κωδικόνιο έναρξης 5 ATG3 στην Αλυσίδα Ι, από δεξιά προς τα αριστερά, και προχωρώντας με βήμα τριπλέτας, βρίσκουμε επίσης και το κωδικόνιο λήξης της μετάφρασης 5 TAA3. Το κωδικόνιο λήξης της μετάφρασης δεν αντιστοιχεί σε αμινοξύ. Επομένως, κωδική αλυσίδα είναι η Ι και μη κωδική η ΙΙ. Το mrna που προκύπτει από τη μεταγραφή του παραπάνω γονιδίου είναι το: 5 GGCUUAUAAGG AUG CCG UAC GAG UAA AUUAUAACCG3 5 - αμετάφραστη περιοχή 3 - αμετάφραστη περιοχή Δ4. Η αλληλουχία που αναγνωρίζει η Περιοριστική Ενδονουκλεάση-δ πάνω στο DNA μόριο που περιέχει το συνεχές ευκαρυωτικό γονίδιο, πρέπει να βρίσκεται εκατέρωθεν και έξω από τα όρια της κωδικοποιούσας περιοχής του ευκαρυωτικού γονιδίου. Επομένως η αλληλουχίαστόχος των 6 ζευγών βάσεων της Περιοριστικής Ενδονουκλεάσης-δ, είναι η: 5 TTATAA3 3 ΑΑΤΑΤΤ5 Δ5. Το γονίδιο πρέπει να ξεκινά μετά τον υποκινητή και μετά τη λήξη του να υπάρχουν οι αλληλουχίες λήξης της μεταγραφής. Επειδή το τμήμα του DNA που περιέχει το γονίδιο, έχει κοπεί στα δύο άκρα του δημιουργώντας τα ίδια μονόκλωνα άκρα από αζευγάρωτες βάσεις, μπορεί να συνδεθεί με το πλασμίδιο με δύο τρόπους: 6
1. Το ανασυνδυασμένο πλασμίδιο, φέρει μετά τον υποκινητή το κωδικόνιο έναρξης 5 ATG3 της Κωδικής Αλυσίδας και με βήμα τριπλέτας και το κωδικόνιο λήξης της μετάφρασης 5 ΤΑΑ3, πριν τις Αλληλουχίες λήξης της μεταγραφής. Οι βακτηριακοί κλώνοι που περιέχουν αυτόν τον τύπο του ανασυνδυασμένου πλασμιδίου παράγουν το ολιγοπεπτίδιο. 2. Το ανασυνδυασμένο πλασμίδιο, μετά τον υποκινητή περιέχει τμήμα DNA που δεν περιέχει τα κωδικόνια έναρξης και λήξης της μετάφρασης, επειδή έχει συνδεθεί με το πλασμίδιο με αντίστροφο τρόπο, από ό,τι στην προηγούμενη περίπτωση. Οι βακτηριακοί κλώνοι που περιέχουν αυτόν τον τύπο του ανασυνδυασμένου πλασμιδίου δεν παράγουν το ολιγοπεπτίδιο. Καλή συνέχεια και στα επόμενα Διαγωνίσματά σας! 7