Γεώργιος Ευθυμίου Σελ. 153 Γεώργιος Ευθυμίου Επίκουρος Καθηγητής Τμήματος Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος, Τ.Ε.Ι. Στερεάς Ελλάδας, Καρπενήσι Τα παραδοσιακά επαγγέλματα σημαντικό εργαλείο για την οικοτουριστική ανάπτυξη των προστατευόμενων περιοχών 1. Εισαγωγή Στα μέσα του προηγούμενου αιώνα επικράτησε ένα ισχυρό μεταναστευτικό ρεύμα προς τα αστικά κέντρα της χώρας μας αλλά και το εξωτερικό, το οποίο οδήγησε σε μαρασμό και εγκατάλειψη την ελληνική ύπαιθρο, στην εγκατάλειψη συχνά και αφανισμό πολλών παραδοσιακών επαγγελμάτων. Τα παραδοσιακά επαγγέλματα είναι μέρος της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, η οποία αλλοιώνεται συνεχώς εξαιτίας των κοινωνικών και τεχνολογικών εξελίξεων. Είναι σημαντική η διάσωση, ανάδειξη και η διάδοση αυτών, καθότι αποτελούν μέρος της ιστορίας κάθε περιοχής. Αυτή η πρόθεση γίνεται επιτακτική ανάγκη, όταν αναφερόμαστε σε προστατευόμενες περιοχές, οι οποίες έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και παρουσιάζουν αυξανόμενη επισκεψιμότητα λόγω των σπάνιων ειδών χλωρίδας και πανίδας που φιλοξενούν. Οι προστατευόμενες περιοχές κατέχουν στις μέρες μας, περίπου το 15%, της έκτασης του πλανήτη μας, ενώ στην Ελλάδα το ένα τρίτο περίπου της έκτασης της έχει χαρακτηριστεί και ανήκει σε κάποια κατηγορία προστατευόμενης περιοχής. Πολλές από τις συνήθειες των ανθρώπων των προηγούμενων αιώνων ανακαλύπτονται και παρουσιάζονται από τις ανασκαφές σε αρχαιολογικούς χώρους. Kατά τον Στεφανάκη (2006), ο αρχαιολογικός τουρισμός εμπεριέχει τον εκπαιδευτικό χαρακτήρα σε θέματα πολιτισμού, παράδοσης και διαμόρφωσης της πολιτισμικής συνείδησης, τόσο της υλικής, δηλαδή την προστασία μνημείων, όσο και της άυλης, τη διατήρηση, δηλαδή, αρχών και αξιών (Βεργωτή, 2009). Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να καταγραφούν στις προστατευόμενες περιοχές της χώρας μας οι παραδοσιακές ασχολίες των κατοίκων, που διατηρήθηκαν, αναβίωσαν ή μπορούν με τις σημερινές συνθήκες να αναβιώσουν και να αποτελέσουν βασικό εργαλείο και υποδομή για την οικοτουριστική ανάπτυξη και προβολή των οικισμών που βρίσκονται στα όρια των προστατευόμενων περιοχών. Η εκπαίδευση είναι το βασικό εργαλείο που μπορεί να συμβάλλει στη διάδοση και αναβίωση των παραδοσιακών επαγγελμάτων στη νέα γενιά που επιθυμεί να παραμείνει στα πατρώα εδάφη και να ασχοληθεί με αυτά.
Σελ. 154 Πρακτικά 4ου Πανελληνίου Συνεδρίου «Λαϊκός Πολιτισμός και Εκπαίδευση» 2. Γενικά για τις Προστατευόμενες Περιοχές Η πρώτη προστατευόμενη περιοχή σε παγκόσμιο επίπεδο ανακηρύχτηκε το 1872 και ήταν το πάρκο Yellowstone στις Η.Π.Α. Στην Ευρώπη το 1906 ανακηρύχτηκε το πρώτο εθνικό πάρκο, ενώ πολύ σύντομα και η Ελλάδα (το 1938) άρχισε να αναγνωρίζει περιοχές με ειδικό οικολογικό ενδιαφέρον (αρχικά δάση) και να τις θέτει υπό καθεστώς προστασίας. Έτσι λοιπόν ανακηρύχθηκαν στις αρχές του 1938 οι δυο πρώτοι εθνικοί δρυμοί, του Ολύμπου και του Παρνασσού. Έκτοτε προστίθενται κατά διαστήματα, νέες περιοχές σε κάποια από τις δώδεκα κατηγορίες προστατευομένων περιοχών που έχουν ανακηρυχθεί στη χώρα μας. Η προσέγγιση που ακολουθήθηκε στα πρώτα στάδια του θεσμού των προστατευόμενων περιοχών ήταν η απόλυτη προστασία φυσικών περιοχών και ο αποκλεισμός των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Στην πορεία, η προσέγγιση αυτή εγκαταλείπεται και δίνει τη θέση της στην αντίληψη της ενσωμάτωσης των ήπιων ανθρώπινων δραστηριοτήτων στα όρια της προστατευόμενης περιοχής όπου το επιτρέπει η διαχείρισή τους και της στενής σύνδεσης της προστασίας με την αειφορική χρήση των φυσικών πόρων. Στην Ελλάδα φυσικές περιοχές αναγνωρίζονται ως προστατευόμενες είτε μέσω του χαρακτηρισμού τους με βάση την ισχύουσα εθνική νομοθεσία, είτε με την κατοχύρωσή τους στο πλαίσιο διεθνών συμβάσεων τις οποίες έχει κυρώσει η χώρα και διεθνών ή Ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών. Περαιτέρω, οι περιοχές του Δικτύου Natura 2000, αποτελούν περιοχές διατήρησης τύπων οικοτόπων και ειδών Κοινοτικού ενδιαφέροντος. Σε πολλές περιπτώσεις παρατηρείται αλληλεπικάλυψη μεταξύ των προστατευόμενων περιοχών σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Με την υφιστάμενη ελληνική νομοθεσία υπάρχουν οι παρακάτω κατηγορίες προστατευόμενων περιοχών (Ευθυμίου, 2008): Εθνικοί Δρυμοί Εθνικά Πάρκα Αισθητικά Δάση Διατηρητέα Μνημεία της Φύσης Καταφύγια Άγριας Ζωής Ελεγχόμενες κυνηγετικές περιοχές Εκτροφεία θηραμάτων Περιοχές Προστασίας της Φύσης Περιοχές Απόλυτης Προστασίας της Φύσης Προστατευτικά Δάση Προστατευόμενοι Φυσικοί Σχηματισμοί και Τοπία
Γεώργιος Ευθυμίου Σελ. 155 Περιοχές Οικοανάπτυξης Παράλληλα η χώρα μας έχει υπογράψει, ως συμβαλλόμενο μέλος, μια σειρά από διεθνείς συνθήκες και συμβάσεις που αφορούν το περιβάλλον και από το γεγονός αυτό έχει ανακηρύξει επιπλέον περιοχές ως προστατευόμενες διεθνούς σημασίας, οι οποίες αναφέρονται στη συνέχεια (Ευθυμίου, 2008): Υγρότοποι διεθνούς σημασίας σύμφωνα με τη Σύμβαση Ραμσάρ Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς Αποθέματα Βιόσφαιρας Ειδικά Προστατευόμενες Περιοχές σύμφωνα με τη Σύμβαση της Βαρκελώνης Βιογενετικά Αποθέματα Περιοχές στις οποίες έχει απονεμηθεί το Ευρωδίπλωμα. Περιοχές του ευρωπαϊκού οικολογικού δικτύου Natura 2000 Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής, η χώρα μας διαθέτει 419 περιοχές Natura, οι οποίες καταλαμβάνουν έκταση 42.947 τετραγωνικών χιλιομέτρων, έκταση που αντιστοιχεί στο 27,2% της χερσαίας επιφάνειας της χώρας και στο 6,1% του θαλάσσιου χώρου της. Η πλειονότητα των περιοχών του δικτύου Natura δεν είναι θεσμοθετημένες (λ.χ. εθνικά πάρκα), αλλά προστατεύονται με κάποιους γενικούς περιορισμούς. Επίσης έχουν ιδρυθεί από το 2003 και λειτουργούν 28 Φορείς Διαχείρισης που καλύπτουν μόλις το 23% των περιοχών του δικτύου Natura 2000, οι οποίοι διαχειρίζονται ισάριθμες προστατευόμενες περιοχές. 3. Παραδοσιακά επαγγέλματα Από τις αρχές του 19ου αιώνα αναπτύχθηκαν νέες οικονομικές δομές και στις ελληνικές πόλεις με διαφοροποίηση αυτοματοποίηση των παραδοσιακών μορφών εργασίας. Η εκβιομηχάνιση είχε ως αποτέλεσμα πολλά παραδοσιακά επαγγέλματα να περιοριστούν και σταδιακά σχεδόν να εξαφανιστούν, λόγω της ανάπτυξης νέων αναγκών και συνηθειών. Τα κυριότερα παραδοσιακά επαγγέλματα της ελληνικής υπαίθρου είναι: 3.1 Γανωτής Η εργασία του γανωτή ήταν συνυφασμένη με τις καθημερινές ανάγκες των ανθρώπων και ειδικότερα με την τροφή. Ο γανωτής περνούσε στην επιφάνεια των σκευών μαγειρικής, τα οποία ήταν χάλκινα, ένα ειδικό μέταλλο (κασσίτερος) ώστε να αποφευχθεί η οξείδωση τους. Η δραστηριότητα αυτή ήταν το γάνωμα. Η τέχνη του γανωτή έχει αρχίσει να εξαφανίζεται καθώς τα νέα μαγειρικά σκεύη είναι πλέον ανοξείδωτα και δε χρειάζονται επικασσιτέρωση. 3.2. Ο Καλαθοποιός Το επάγγελμα αυτό ήταν δεδομένο σε ολόκληρη την ελληνική ύπαιθρο καθότι υπήρχε ανάγκη για την κατασκευή αποθηκευτικών και μεταφορικών μέσων για διά-
Σελ. 156 Πρακτικά 4ου Πανελληνίου Συνεδρίου «Λαϊκός Πολιτισμός και Εκπαίδευση» φορα προϊόντα και διότι οι πρώτες ύλες για τις ανάγκες της παραγωγής υπήρχαν άφθονες στη φύση. Τα απαραίτητα για την καλαθοπλεκτική υλικά τα έπαιρναν από τις λυγαριές, τις μυρθιές, τις σφακιές και τα καλάμια που φύονται πλούσια στους υγροτόπους και τα ρέματα. 3.3. Αγγειοπλάστης Το επάγγελμα του αγγειοπλάστη το εξασκούσαν σε ορισμένες περιοχές όπου υπήρχε κατάλληλο χώμα και όπου είχε αναπτυχθεί η σπουδαία παράδοση στη δημιουργία αγγειοπλαστικών αντικειμένων. Συχνά οι αγγειοπλάστες ενοικίαζαν περιοχές όπου υπήρχε κατάλληλο χώμα κι εκεί έστηναν τα εργαστήρια τους. Από τη μεταφορά νερού από τις πηγές του χωριού και τη φύλαξη του ελαιολάδου στο σπίτι μέχρι το εμπόριο και τη μεταφορά προϊόντων σε υγρή μορφή (λάδι, κρασί) χρησιμοποιούντο τα πήλινα αγγεία από αρχαιοτάτων χρόνων, όπως μαρτυρούν οι ανασκαφές και τα αρχαία ναυάγια. Με τη βιομηχανική επανάσταση και την εξάπλωση των γυάλινων, πλαστικών και ανοξείδωτων δοχείων περιορίστηκε δραστικά η χρήση των πήλινων σκευών. 3.4. Πεταλωτής Το βασικό μεταφορικό μέσο από την αρχαιότητα ακόμη ήταν ζώα όπως το άλογο, το γαϊδούρι ή το μουλάρι. Ο πεταλωτής τοποθετούσε στα πόδια των ζώων πέταλα έτσι ώστε, το ζώο να μπορεί να περπατάει στους κακοτράχαλους τότε δρόμους χωρίς να πληγώνονται οι οπλές του και να διατηρεί το ζώο την ισορροπία του. Παλιά υπήρχαν πολλοί πεταλωτές, τώρα όμως και αυτό το επάγγελμα έχει ελαττωθεί κατά πολύ με τη διαδεδομένη χρήση των μηχανοκίνητων μέσων μεταφοράς και έχει περιοριστεί πλέον στο άθλημα της ιππασίας 3.5. Σαγματοποιός Πρόκειται για ένα παραδοσιακό επάγγελμα του οποίου η τύχη εξαρτάται άμεσα με αυτό του πεταλωτή. Παλαιότερα, που οι μεταφορές γινόντουσαν με ζώα, ήταν απαραίτητη η χρήση του σαμαριού το οποίο τοποθετούσαν στη ράχη του ζώου και χρησίμευε σαν κάθισμα του αναβάτη και για να στερεώσουν επάνω του διάφορα αντικείμενα, ακόμη και κοφίνια για τη μεταφορά προϊόντων. Ο περιορισμός της χρήσης των ζώων στις βασικές καθημερινές ανάγκες των ανθρώπων, σχεδόν εξαφάνισε την τέχνη του σαγματοποιού. 3.6. Υφάντρα Οι υφάντρες ήταν κατά κύριο λόγο γυναίκες, οι οποίες είχαν μεγάλη υπομονή, τέχνη, δημιουργικότητα καθώς ύφαιναν τα ρούχα, τα σκεπάσματα, χαλιά κλπ., είδη πρώτης ανάγκης για ένα νοικοκυριό. Πολλά νοικοκυριά διέθεταν αργαλειό και ύφαιναν ασταμάτητα, καθώς στα παλιά χρόνια είχαν ζήτηση τα υφαντά. Η πρώτη ύλη, ήταν το μαλλί, από το κούρεμα των ζώων, το οποίο με κατάλληλη επεξεργασία,
Γεώργιος Ευθυμίου Σελ. 157 γινόταν νήμα. Υπήρχαν τρεις (3) τύποι αργαλειού: ο όρθιος, ο πλαγιαστός και αυτός του «λάκκου». Ο πιο συνηθισμένος ήταν ο πλαγιαστός. Η άνθιση της κλωστοϋφαντουργίας με τη βιομηχανική επανάσταση έστρεψε τον κόσμο στα βιομηχανικά πλέον υφάσματα, ενδύματα, σκεπάσματα και χαλιά και συρρίκνωσε σε βαθμό εξαφάνισης τα χειροποίητα υφαντά. 3.7. Ο Μυλωνάς - Ελαιομυλωνάς Η καλλιέργεια σιτηρών, καλαμποκιού, ήταν διαδεδομένη στην ελληνική ύπαιθρο για τις διατροφικές ανάγκες. Αλευρόμυλοι υπήρχαν σε όλα σχεδόν τα χωριά, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν υδρόμυλοι, εφόσον κοντά στο χωριό υπήρχε ποτάμι με τρεχούμενο νερό. Σήμερα με τη βιομηχανοποίηση της γεωργίας και την λειτουργία των σύγχρονων κυλινδρόμυλων, ελάχιστοι παραδοσιακοί νερόμυλοι υπάρχουν και πολύ λιγότεροι είναι ενεργοί. Η ελιά είναι ένα ακόμη σπουδαίο μεσογειακό προϊόν, που αποτελεί βασική γεωργική παραγωγή της χώρας μας. Με την βιομηχανοποίηση της παραγωγής αντικαταστάθηκαν οι παραδοσιακοί ελαιόμυλοι ή λιοτρίβια που λειτουργούσαν χειροκίνητα ή με υποζύγια από υπερσύγχρονα σήμερα ελαιοτριβεία. 3.8. Οι καραβομαραγκοί και οι ρετσινάδες Η ξυλεία αλλά και το ρετσίνι των πεύκων (της χαλεπίου και της τραχείας πεύκης) αποτελούσαν υλικά για τη ναυπήγηση ξύλινων πλεούμενων, μια δραστηριότητα που απαιτεί μεγάλη εξειδίκευση και τεχνογνωσία και αναπτύχθηκε στα νησιά από τα πολύ παλιά χρόνια. Μέχρι το 18ο αιώνα στα ελληνικά παράλια υπήρχαν μεγάλοι Ταρσανάδες (ναυπηγεία), όπου κατασκεύαζαν μικρά εμπορικά καράβια και αλιευτικά πλεούμενα. Τα σύγχρονα ναυπηγεία και η χρήση του πλαστικού και του μετάλλου ως πρώτη ύλη εξαφάνισε σχεδόν την παραδοσιακή ναυπηγική. Αλλά και η παραγωγή υποκατάστατων της ρητίνης ή η εισαγωγή φτηνής ρητίνης από το εξωτερικό (κυρίως Κίνα) έκανε τους νέους να εγκαταλείψουν την ρητινοκαλλιέργεια των ελληνικών πευκοδασών με συνέπεια να είναι τα πευκοδάση μας πιο ευάλωτα σε φυσικούς και ανθρώπινους κινδύνους. 3.9. Πετράδες Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική χρησιμοποιεί την πέτρα και το ξύλο ως βασικά δομικά υλικά. Τα οφέλη από τη χρήση των φυσικών υλικών στη δόμηση είναι σε όλους γνωστή, ανεξάρτητα αν ακολουθείται η σύγχρονη τεχνική στη δόμηση με νέα υλικά. Πετράδες αποκαλούν τους τεχνίτες που ειδικεύονται στην εξόρυξη της πέτρας από τα λατομεία καθώς και στη δόμηση κατοικιών, τοίχων, τοιχίων από πέτρες χωρίς συνδετικό υλικό, τις γνωστές «ξερολιθιές». Η Ήπειρος είναι κοιτίδα των μαστόρων, οι οποίοι προέρχονται από τρεις περιοχές: τα χωριά της Κόνιτσας, τα Τζουμέρκα και τους Χουλιαράδες. Με τη χρήση νέων υλικών στη σημερινή δόμηση, «χάθηκαν»
Σελ. 158 Πρακτικά 4ου Πανελληνίου Συνεδρίου «Λαϊκός Πολιτισμός και Εκπαίδευση» σταδιακά τα «μαστόρια» της πέτρας και μαζί τους μια αρχαιότατη τέχνη. Παράλληλα έγινε σχεδόν απαγορευτικό το κόστος κατασκευής μιας πέτρινης εκ θεμελίων οικίας, οπότε η τέχνη περιορίστηκε σήμερα στην πέτρινη επένδυση μιας κατασκευής. 3.10. Γαλατάς Ο γαλατάς άρμεγε πρωί πρωί τα ζώα του (τις αγελάδες του, τις κατσίκες του ή τα πρόβατά του), κρατούσε λίγο γάλα για να κάνει η οικογένειά του τυρί ή γιαούρτι και το υπόλοιπο το πουλούσε. Γέμιζε στα γκιούμια, βαθιά μπακιρένια σκεύη με στόμιο το φρέσκο γάλα, τα φόρτωνε στο γαϊδουράκι του και στη συνέχεια κατευθύνονταν στις γειτονιές, για να το πουλήσει (Μπαλαφούτης 2004, Σαρησάββας 2007). 4. Τα παραδοσιακά επαγγέλματα ως εργαλείο στην διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών. Ο άνθρωπος ανέκαθεν ζούσε και ανέπτυσσε δραστηριότητες μέσα στα φυσικά οικοσυστήματα. Αυτή η αρμονική σχέση ανθρώπου και φύσης διαταράχθηκε μετά τη βιομηχανική επανάσταση, οπότε άρχισε η εντατική εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, ακολούθησε η αστυφιλία και η σταδιακή εγκατάλειψη της υπαίθρου και των σχετικών με αυτή ανθρώπινων ασχολιών. Η συνολική ύπαρξη και δράση του ανθρώπου μέσα στο φυσικό περιβάλλον τον έκανε θεματοφύλακα του φυσικού πλούτου, του τοπίου και της βιοποικιλότητας κάθε περιοχής. Με τις καθημερινές του δραστηριότητες ο άνθρωπος έμμεσα διαχειριζόταν τα φυσικά οικοσυστήματα. Τα περισσότερα από τα παραδοσιακά επαγγέλματα αποτελούν εργαλείο διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών. Πιο συγκεκριμένα: Ο καλαθοποιός ή καλαθοπλέκτης για την εργασία του ως πρώτη ύλη χρησιμοποιεί παρόχθια είδη όπως οι θαμνώδεις ιτιές και διάφορα είδη καλαμιών. Με την κοπή αυτών των ειδών έμμεσα διαχειρίζεται την παρόχθια βλάστηση, καθαρίζει κανάλια (στραγγιστικά και αρδευτικά), βοηθάει τη λειτουργία των παρόχθιων οικοσυστημάτων. Η παρόχθια αυτή βλάστηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή καλαθιών, καθιστικών, ακόμη και για το σκέπασμα καλυβών και αποθηκευτικών χώρων. Ο αγγειοπλάστης ή κανατάς, όπως λεγόταν παλιά, αξιοποιεί την πρώτη ύλη της περιοχής του και σήμερα πλέον κατασκευάζει δημιουργίες με περισσότερο διακοσμητικό και αισθητικό χαρακτήρα. Στην ίδια κατηγορία μπορεί να θεωρηθεί ότι ανήκουν πλέον και οι υφάντρες. Με την ανάπτυξη του αγροτουρισμού τις τελευταίες δεκαετίες και την πλειάδα των παραδοσιακών καταλυμάτων μπορεί να χρησιμοποιηθούν λειτουργικά οι δημιουργίες τους σε αυτά. Επιπλέον μπορεί να αξιοποιηθεί
Γεώργιος Ευθυμίου Σελ. 159 το μαλλί από την τοπική κτηνοτροφία και να γίνεται λόγος για χειροποίητα τοπικά προϊόντα με έντονο ενδιαφέρον για τους επισκέπτες. Ταυτόχρονα η λειτουργία εργαστηρίων αγγειοπλαστικής ή υφαντικής τέχνης σε χωριά και παραδοσιακούς οικισμούς στα διοικητικά όρια μιας προστατευόμενης περιοχής μπορεί να αποτελέσουν χώρους με μεγάλη επισκεψιμότητα και προσέλκυση επισκεπτών, όπου ο επισκέπτης μπορεί να δει την παραδοσιακή τέχνη στην άσκησή της και να έχει τη δυνατότητα να αγοράσει δημιουργήματά της. Μια τέτοια σχολή-εργαστήριο υφαντικής και εκθετήριο-πωλητήριο δημιουργιών λειτουργεί η Ριζάρειος σχολή στα Ζαγοροχώρια της Ηπείρου. Παράλληλα οι γυναίκες στους οικισμούς που βρίσκονται σε προστατευόμενες περιοχές έχουν τη δυνατότητα μέσω Γυναικείων Αγροτικών Συνεταιρισμών να προωθήσουν χειροτεχνίες τους (Ευθυμίου, 2010). Η τέχνη του πετρά, του τεχνίτη που δημιουργεί με την πέτρα, εκτός του ότι αξιοποιεί τον φυσικό πλούτο της περιοχής του δημιουργεί κατασκευές από φυσικά υλικά τα οποία εναρμονίζονται πλήρως, αναδεικνύουν και προβάλλουν το τοπίο μιας περιοχής. Η διεθνής σύμβαση για το τοπίο, την οποία έχει υπογράψει και η χώρα μας, μπορεί να υπηρετηθεί ουσιαστικά και από τις πέτρινες κατασκευές και δημιουργίες των τεχνιτών της πέτρας, καθότι σαν κατασκευές εναρμονίζονται και αφομοιώνονται από το τοπίο της κάθε περιοχής. Η τέχνη του πεταλωτή, τα τελευταία χρόνια λογικά θα πρέπει να αναβιώνει σιγά-σιγά σε πολλές περιοχές καθότι με τα διάφορα θεματικά πάρκα, τις φάρμες ζώων και άλλες αγροτουριστικές υποδομές που δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρόνια στην ελληνική επικράτεια, αυξάνεται ο αριθμός των αλόγων που χρησιμοποιούνται για περιηγήσεις και σπορ στη φύση. Το πετάλωμα του αλόγου ακόμη και η κατασκευή των πετάλων μπορεί να αποτελέσει αξιοθέατο για τους επισκέπτες μιας περιοχής. Η ξενάγηση και η επίσκεψη ή διάσχιση μιας προστατευόμενης περιοχής (εθνικό πάρκο, υγρότοπος, αισθητικό δάσος) είναι πιο οικολογικό να γίνεται με άλογα σε μικρές ομάδες επισκεπτών και όχι με μηχανοκίνητα μέσα, σε επιλεγμένες και με σήμανση διαδρομές. Ο παραδοσιακός μυλωνάς είναι ένα επάγγελμα που δείχνει σημάδια ανάκαμψης. Οι παραδοσιακοί μύλοι που σώζονται σήμερα είναι κυρίως νερόμυλοι. Υπάρχει μια σύγχρονη τάση σε όσους από αυτούς δεν έχουν γίνει μουσειακοί χώροι ή καφετέριες ή χώροι εστίασης, να ανακαινίζονται και να λειτουργούν για την παραγωγή αλεύρων κυρίως από ντόπιες ποικιλίες σιτηρών και καλαμποκιού. Μπορούν έτσι να αποκτήσουν «ζωή» υδάτινοι παράδεισοι που γνώρισαν δόξες σε προηγούμενους αιώνες και να αποτελέσουν πόλους έλξης επισκεπτών και σχολείων. Συχνά δίπλα ή κοντά σε νερόμυλους λειτουργούσαν και οι γνωστές νεροτριβές, όπου οι νοικοκυρές πήγαιναν μια φορά το χρόνο και έπλεναν τις φλοκάτες και τα
Σελ. 160 Πρακτικά 4ου Πανελληνίου Συνεδρίου «Λαϊκός Πολιτισμός και Εκπαίδευση» υφαντά τους μέσα στις λεγόμενες «κοπάνες» με τη δύναμη και τον στροβιλισμό του νερού, χωρίς χημικά, χωρίς απορρυπαντικά, τελείως οικολογικά. Τεράστιο το οικολογικό όφελος από τον παραδοσιακό καθαρισμό, στην προστασία της ποιότητας των υδάτων, σε αντίθεση με τις επιβαρύνσεις από τα χημικά των σύγχρονων μεθόδων καθαρισμού. Η παραδοσιακή ναυπηγική, χρησιμοποιούσε φυσικά υλικά, φιλικά στο περιβάλλον αλλά και οι κατασκευές της ουδεμία σχέση μπορεί να έχουν από τα «σύγχρονα» σκάφη. Η χρήση των στρεβλών και «άχρηστων» για τεχνητή ξυλεία πεύκων, δημιουργούσε αθάνατα σκαριά ψαροκάικων για τη θάλασσα, αλλά και οι παραδοσιακές βάρκες των υγροτόπων, οι γνωστές «πλάβες», ήταν από ξύλο κατασκευασμένες. Η αναβίωση έστω κι επιλεκτικά «καρνάγιων» για κατασκευή και συντήρηση παραδοσιακών πλεούμενων μπορεί να λειτουργήσει ως πόλος έλξης επισκεπτών, παρατηρητών, μελετητών της αρχαίας αυτής τέχνης. Περιστασιακά λειτούργησαν τέτοια εργαστήρια με δυνατότητα επίσκεψης κατά τη λειτουργία τους, όπως όταν κατασκευάστηκε η αρχαία τριήρης στην περιοχή του Βόλου. 5. Προτάσεις Τα τελευταία χρόνια οι διεθνείς συγκυρίες οδήγησαν σημαντικό αριθμό πολιτών να επιστρέψουν στα πατρώα εδάφη και γενικά στην ελληνική ύπαιθρο, δημιουργώντας ευνοϊκές συνθήκες για αναβίωση παραδοσιακών ασχολιών. Μια από τις κυριότερες δραστηριότητες που αναπτύσσονται στις προστατευόμενες περιοχές είναι ο οικοτουρισμός και οι εναλλακτικές μορφές τουρισμού (Ευθυμίου 2008, 2009). Η αναβίωση των παραδοσιακών επαγγελμάτων μπορεί να λειτουργήσει προς αυτή την κατεύθυνση και η ενάσκησή τους σε ανοικτά και επισκέψιμα εργαστήρια είναι δυνατό να προσελκύσει επισκέπτες είτε για παρατήρηση είτε για εκμάθηση αυτών. Είναι δημιουργικό να διοργανώνονται σχολεία ή σεμινάρια εκμάθησης παραδοσιακών επαγγελμάτων, όπως η σχολή της εκπαίδευσης νεανίδων από το Ριζάρειο Ίδρυμα στα Ζαγοροχώρια, την προσφορά σε αυτές όταν αποφοιτήσουν αργαλειούς και την πώληση των δημιουργιών τους από εκθετήριο του ιδρύματος. Στην πόλη της Καρδίτσας υπάρχει εργαστήριο αγγειοπλαστικής το οποίο δέχεται επισκέψεις σχολικών μονάδων για την επίδειξη της κατασκευής αγγειοπλαστικών έργων ( κούπες, γλάστρες κλπ). Η χρήση των καλαμιών στους υγροτόπους από την καλαθοπλεκτική μπορεί να συμβάλλει ουσιαστικά στη διαχείρισή τους και πρέπει να ενισχυθεί και διαδοθεί ειδικά από τους φορείς διαχείρισης στις προστατευόμενες περιοχές όπου δραστηριοποιούνται. Παράλληλα πρέπει να διαδοθεί η χρήση των καλαμιών για τις στέγες των αποθηκευτικών χώρων των αγροτών, κάτι που εφαρμόζεται με επιτυχία στην Αγγλία.
Γεώργιος Ευθυμίου Σελ. 161 Οι περισσότεροι σωζόμενοι μέχρι πρόσφατα υδρόμυλοι έχουν μετατραπεί σε κέντρα εστίασης ή ως εκθεσιακοί χώροι. Τα τελευταία χρόνια οι υδρόμυλοι που ανακαινίζονται ή αναστηλώνονται επαναλειτουργούν οπότε και την τοπική παραγωγή προωθούν αλλά παράλληλα είναι ανοιχτοί στα σχολεία για περιβαλλοντική εκπαίδευση. Θα πρέπει να συνεχιστεί και να ενισχυθεί με κάθε δυνατό τρόπο αυτή η ενθαρρυντική τακτική μια και η ζήτηση προϊόντων από αυτούς είναι συνεχώς αυξανόμενη. Ευχαριστίες Ο συγγραφέας εκφράζει τις ευχαριστίες του στη δασοπόνο κα Α. Σκόνδρα για τη βοήθειά της τόσο στη εύρεση βιβλιογραφικών πηγών όσο και την προφορική παρουσίαση της εργασίας στο συνέδριο. Βιβλιογραφία Βεργωτή, Θ. (2009). Η αειφορική διαχείριση νησιωτικών περιοχών με πολιτισμικό και οικολογικό ενδιαφέρον. Η περίπτωση της ευρύτερης περιοχής της αρχαίας Κυμισάλας της Ρόδου. Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία. Ρόδος: Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Ευθυμίου Γ., (2008). Προστατευόμενες φυσικές περιοχές βιότοποι. Διδακτικές σημειώσεις, Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος, Τ.Ε.Ι. Λάρισας, Καρδίτσα. Ευθυμίου Γ. (2008). Προστατευόμενες Περιοχές και εναλλακτικές μορφές τουρισμού. Ομιλία στην ημερίδα «Οικοτουρισμός στις Προστατευόμενες Περιοχές» που διοργάνωσε ο Φορέας Διαχείρισης Δέλτα Αξιού-Λουδία-Αλιάκμονα, στα πλαίσια της διεθνούς έκθεσης Philoxenia, στο συνεδριακό κέντρο Ν. Γερμανός της HELEXPO, Θεσσαλονίκη, 1 Νοεμβρίου 2008. (Πρακτικά CD-ROM) http://www.axiosdelta.gr/τανέατουφορέα/tabid/64/default.aspx Ευθυμίου Γ. (2009). Δυνατότητες ανάπτυξης εναλλακτικών μορφών τουρισμού στο νομό Καρδίτσας. Ομιλία στην συνεδριακή ημερίδα «Τουρισμός αθλητισμός» που διοργάνωσε η Νομαρχία Καρδίτσας, στα πλαίσια του 1ου Αναπτυξιακού Συνεδρίου Νομού Καρδίτσας, στη δημοτική πινακοθήκη 31/5/2009 Ευθυμίου Γ., (2010). Γυναίκα και Αγροτουρισμός. Εναρκτήρια ομιλία στο 3ο Πανελλήνιο Συνέδριο «ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗ, Η γυναίκα στην οικογενειακή και κοινωνική ζωή, την παιδεία, τον πολιτισμό και την εργασία» που συνδιοργάνωσαν το Κέντρο Ιστορικής και Λαογραφικής Έρευνας «Ο ΑΠΟΛΛΩΝ», το Παιδαγωγικό Τμήμα Προσχολικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστήμιου Θεσσαλίας, και το Τμήμα Δασοπονίας
Σελ. 162 Πρακτικά 4ου Πανελληνίου Συνεδρίου «Λαϊκός Πολιτισμός και Εκπαίδευση» και Δ.Φ.Π. του Παραρτήματος Καρδίτσας του Τ.Ε.Ι. Λάρισας, 3 5 Οκτωβρίου 2008, Καρδίτσα, ISBN: 978-960-89243-1-4, σελ: 55-70 Μπαλαφούτης Κώστας, (2004), Παραδοσιακά Επαγγέλματα και Συνήθειες Σαρησάββας Βασίλης, (2007), Παραδοσιακά Επαγγέλματα, Ταξίδι στο χθες Ομάδα Διάσωσης Πολιτιστικής κληρονομιάς (2008). Οδηγός παραδοσιακών επαγγελμάτων. Ινστιτούτο Νεολαίας, Αθήνα. Στεφανάκης Μ. (2006). Σκέψεις για έναν αρχαιολογικό-εκπαιδευτικό τουρισμό., Πολιτιστικός Τουρισμός στην 3η Χιλιετία: Ρόδος- Απασχόληση-Πολιτική, Ρόδος, 25-32. http://www.archive.gr/modules.php?name=news&file=article&sid=239. http://www.ntua.gr/mirc/db/epirus_db/arxitektonikh/mastores.htm Επίσκεψη μαθητών του 1 ου Δημοτικού Σχολείου Καρδίτσας, στο παραδοσιακό χυτήριο των Αφών Ψαρρή. 2001 (Αρχείο Βασιλικής Κοζιού-Κολοφωτιά)