ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΙΙ Α. ΚΕΙΜΕΝΟ

Σχετικά έγγραφα
Ποια μετοχή λέγεται επιρρηματική; Επιρρηματική λέγεται η μετοχή που χρησιμοποιείται για να εκφράσει επιρρηματικές

ΟΝΟΜΑΤΙΚΟΙ ΤΥΠΟΙ ΤΟΥ ΡΗΜΑΤΟΣ (απρόσωπες εγκλίσεις)

ΜΕΤΟΧΗ Η ΜΕΤΟΧΗ. Ας θυμηθούμε το σχηματισμό και την κλίση της ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Συντακτικό. χρόνου. Απρόσωπα ρήματα και εκφράσεις Προσοχή ουσιαστ.(σε ονομαστ.)+ἐστί ουδέτερο επιθέτου+ἐστί(π.χ. ἄξιον ἐστί) ουδέτερο μτχ.

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ Ο. ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙΝΟΥ

Τίτλος Μαθήματος: Αρχαία Ελληνική Γλώσσα - Θεματογραφία ΙI

ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Ἀκούω δ αὐτόν, ὦ ἄνδρες δικασταί, ἐπὶ τοῦτον τὸν λόγον τρέψεσθαι, ὡς

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

Βασικοί κανόνες κατά τη σύνταξη της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας ΒΑΣΙΚΟΙ ΟΡΟΙ

I. EL VERBO *PARADIGMA VERBAL

Στοιχεία συντακτικού. (βασικές γνώσεις)

ΣΤΑΔΙΑ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Εργαστήριο Αρχαιομάθειας. Κείμενο. Κατάλογος φαινομένων. Περιεχόμενα. [Διδασκαλία - Εκπαίδευση] Ηλεκτρονικές Ασκήσεις

ΘΕΩΡΙΑ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΕΤΟΧΩΝ ΣΕ ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η ΠΟΡΕΙΑ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ ΕΝΟΣ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ 322Α - 323Α

Με την προσδοκία ότι το βιβλίο αυτό θα αποβεί χρήσιμο σε μαθητές και συναδέλφους φιλολόγους, εύχομαι καλή επιτυχία στο έργο τους.

Η απρόσωπη σύνταξη. Απρόσωπα ρήματα και απρόσωπες εκφράσεις. Ορισμός

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

Δειγματική Διδασκαλία του αδίδακτου αρχαιοελληνικού κειμένου στη Β Λυκείου με διαγραμματική παρουσίαση και χρήση της τεχνολογίας

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

Ποια μετοχή λέγεται κατηγορηματική;

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΑΠΑΝΤΗΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ (ΑΓΝΩΣΤΟ)

Α. Οι κύριες προτάσεις στον πλάγιο λόγο

Απρόσωπο ρήμα. Μπιλανάκη Ελευθερία

ΓΡΑΠΣΗ ΕΞΕΣΑΗ ΣΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ B ΛΤΚΕΙΟΤ ΟΜΑΔΑ ΠΡΟΑΝΑΣΟΛΙΜΟΤ ΑΝΘΡΩΠΙΣΙΚΩΝ ΠΟΤΔΩΝ AΔΙΔΑΚΣΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

Προτεινόμενος Προγραμματισμός κατά ενότητα

Το αντικείμενο [τα βασικά]

Η απρόσωπη σύνταξη στα ν.ε. Απρόσωπα ρήματα είναι : α) τα ρήματα που σχηματίζονται μόνο στο γ' ενικό πρόσωπο: πρέπει, πρόκειται, επείγει κ.ά.

ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΥΘΥ ΣΤΟΝ ΠΛΑΓΙΟ ΛΟΓΟ

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (διαγώνισμα 3)

ΕΙΜΙ= είμαι, υπάρχω. ΥΠΟΤΑ- ΚΤΙΚΗ ω ης η ωμεν. ισθι εστω. εσοίμην εσοιο εσοιτο εσοίμεθα εσοισθε εσοιντο ΑΡΣΕΝΙΚΟ ΘΗΛΥΚΟ ΟΥΔΕΤΕΡΟ. ο υσης ο υσ η ο υσαν

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Ο.Π. ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ / ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ


ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΑΞΗ / ΤΜΗΜΑ : Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ : ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2017 ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: 7

2o ΘΕΜΑ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ

Σε μια περίοδο ή ημιπερίοδο σύνθετου λόγου οι προτάσεις συνδέονται μεταξύ τους με τρεις τρόπους:

Ἀνδοκίδου, Περὶ τῶν μυστηρίων 6-8

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙΔΕΣ

Η παθητική σύνταξη και το ποιητικό αίτιο

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Α. «Ἐπεί δ ἡ πόλις τῶν συγκειµένων τοῖς ἀπό συµβόλων κοινωνοῦσι»:να µεταφράσετε το απόσπασµα που σας δίνεται. Μονάδες 10 Β. Να γράψετε σ

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια Β 1,5-8

qwφιertyuiopasdfghjklzxερυυξnmηq σwωψerβνtyuςiopasdρfghjklzxcvbn mqwertyuiopasdfghjklzxcvbnφγιmλι klzxcvλοπbnαmqwertyuiopasdfghjklz

ΑΡΧΑΙΑ Β ΛΥΚ. ΠΡΟΕΤ. Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟΥ απαραίτητοι για τη σωστή μετάφραση

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ. καί ὑπερενεγκόντες ναῦς ἀποκομίζονται: κύρια πρόταση ἀποκομίζονται: ρήμα

ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Αριστοτέλους Πολιτικά, Θ 2, 1 4)

Προτεινόμενος Προγραμματισμός κατά ενότητα

ἀγανακτῶ, ἄγαμαι (θαυμάζω), εὐδαιμονίζω / μακαρίζω (καλοτυχίζω), ζηλῶ, ἥδομαι, θαυμάζω, οἰκτίρω (λυπάμαι), ὀργίζομαι, χαίρω κ.ά.

«Η τροπικότητα στην Νέα Ελληνική» Ανάλυση βάσει του Επικοινωνιακού Δοµολειτουργικού Προτύπου

Ασκήσεις γραμματικής. Να γίνει εγκλιτική αντικατάσταση των παρακάτω τύπων στον ενεστώτα και αόριστο β, στην ενεργητική και μέση φωνή:

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Ξενοφῶντος, Ἱέρων, 5, 1-2

Δημοσθένους, Περὶ Ἁλοννήσου, 2-3

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ Στις άλλες δηλαδή ικανότητες, καθώς ακριβώς εσύ λες, αν κάποιος

ΚΕΙΜΕΝΑ. Α. Το τέχνασμα του Θεμιστοκλή

Ο ΠΛΑΓΙΟΣ ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΥΘΥ ΣΕ ΠΛΑΓΙΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΛΑΓΙΟ ΣΤΟΝ ΕΥΘΥ

ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλης Ηθικά Νικομάχεια (Β6, 9-13 και 519b)

ΟΜΟΙΟΙ ΚΑΙ OMOHXΟΙ ΤΥΠΟΙ

ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ β ΛΥΚΕΙΟΥ

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ Μ.ΤΕΤΑΡΤΗ 11 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2012 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ, ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Α. ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ...

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλους Πολιτικά (Γ1, 1-2, 3-4/6/12) Τῷ περὶ πολιτείας ἐπισκοποῦντι, καὶ τίς ἑκάστη καὶ ποία

ΚΕΙΜΕΝΟ: Υπερείδης, Επιτάφιος, 23-26

ιδαγμένο κείμενο Αριστοτέλους Πολιτικά Θ 2.1-4

Τι χρειάζεται να έχουμε υπόψη μας, για να αναλύσουμε μια επιρρηματική μετοχή σε δευτερεύουσα πρόταση

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΑ Α ΓΥΜΝΑΙΟΥ

ΟΜΟΙΟΙ ΚΑΙ OMOHXΟΙ ΤΥΠΟΙ

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. Προγραμματισμός κατά ενότητα

Ξενοφώντος Κύρου Παιδεία 3, 2, 12

ΤΑ ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΡΗΜΑΤΟΣ ΦΩΝΗ ΣΥΖΥΓΙΑ ΔΙΑΘΕΣΗ ΧΡΟΝΙΚΗ ΒΑΘΜΙΔΑ ΠΟΙΟΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Θ.Α. ΑΜΕΛΙΔΗΣ ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 9 ΙΟΥΝΙΟΥ 2017 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ

ΚΥΡΙΟΙ ΟΡΟΙ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

ΧΡΟΝΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ. Ας θυμηθούμε τις χρονικές προτάσεις στα νέα ελληνικά:

ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Εἶτα δεῖ καὶ ἐκείνων μεμνῆσθαι, ὅτι ἐξῆν Ἀγοράτῳ τουτῳί, πρὶν εἰς τὴν βουλὴν

ΑΡΧΑΙΑ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. 9 Ιουνίου 2017 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΚΛΙΜΑΚΑ ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ (ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΔΩΡΑΚΙ!!!!)

Τα ρήματα ἵστημι, τίθημι, ἵημι, δίδωμι σχηματίζουν αόριστο β και διαφέρουν στην κλίση του από τα ρήματα σε -ω. ΕΝΕΡΓΗΣΙΚΗ ΥΩΝΗ

44 Χρόνια Φροντιστήρια Μέσης Εκπαίδευσης

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ

Α. Διδαγμένο κείμενο : Πολιτικά Αριστοτέλους ( Α2,15-16) &( Γ1, 1-2/3-4/6/12 )

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η σύνταξη του απαρεμφάτου

3. «ειµαρµένη ηµέρα»-«εντεχνος σοφία»:να προσδιοριστεί το περιεχόµενο των όρων.

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΜΠΤΗ 15 ΜΑΪΟΥ 2014 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ (Β1, 1-4) Διττῆς δὴ τῆς ἀρετῆς οὔσης, τῆς μὲν διανοητικῆς τῆς δὲ ἠθικῆς,

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΤΑΞΗ / ΤΜΗΜΑ : Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ : ΜΑΪΟΥ 2019 ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: 4

ΤΑ ΜΕΡΗ ΤΟΥ Βασίλης Αναστασίου

ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2011

Ασκήσεις γραμματικής

Αρχές Σύνταξης της Αρχαιοελληνικής Γλώσσας

Νόμος ὁ βοηθῶν ἐτσί τῷ τῆς πόλεως συνδέσμῳ μετά θεών. Οἱ τιθέμενοι τοὺς νόμους εἰσίν οἱ ἀσθενεῖς ἄνθρωποι.

Αρχαία Ελληνικά ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Ἐπειδὴ πᾶσαν πόλιν ὁρῶμεν κοινωνίαν τινὰ οὖσαν καὶ πᾶσαν κοινωνίαν ἀγαθοῦ

Το υποκείμενο. Όλα τα υποκείμενα: ρημάτων / απαρεμφάτων / μετοχών μεταφράζονται με Ονομαστική. 1. Ονομαστική: όταν είναι υποκείμενο ρήματος

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΤΑΞΗ / ΤΜΗΜΑ : Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ : ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2019 ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: 6

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Πλάτωνος Πρωταγόρας 323C-324Α

Transcript:

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΙΙ Α. ΚΕΙΜΕΝΟ Αἰτοῦμαι οὖν ὑμᾶς, ὦ ἄνδρες, εὔνοιαν πλείω παρασχέσθαι ἐμοὶ τῷ ἀπολογουμένῳ ἢ τοῖς κατηγόροις, εἰδότας ὅτι κἂν ἐξ ἴσου ἀκροᾶσθε, ἀνάγκη τὸν ἀπολογούμενον ἔλαττον ἔχειν. Οἱ μὲν γὰρ ἐκ πολλοῦ χρόνου ἐπιβουλεύσαντες καὶ συνθέντες, αὐτοὶ ἄνευ κινδύνων ὄντες, τὴν κατηγορίαν ἐποιήσαντο ἐγὼ δὲ μετὰ δέους καὶ κινδύνου καὶ διαβολῆς τῆς μεγίστης τὴν ἀπολογίαν ποιοῦμαι. [ ] Ἔτι δὲ καὶ τόδε ἐνθυμητέον, ὅτι πολλοὶ ἤδη πολλὰ καὶ δεινὰ κατηγορήσαντες παραχρῆμα ἐξηλέγχθησαν ψευδόμενοι οὕτω φανερῶς, ὥστε ὑμᾶς πολὺ ἂν ἥδιον δίκην λαβεῖν παρὰ τῶν κατηγόρων ἢ παρὰ τῶν κατηγορουμένων οἱ δὲ αὖ, μαρτυρήσαντες τὰ ψευδῆ ἀδίκως ἀνθρώπους ἀπολέσαντες, ἑάλωσαν παρ ὑμῖν ψευδομαρτυρίων, ἡνίκ οὐδὲν ἦν ἔτι πλέον τοῖς πεπονθόσιν. Ανδοκίδου, Περὶ τῶν μυστηρίων 68 Λεξιλόγιο αἰτέομαι οῦμαί τινα + απαρέμφατο = ζητώ από κάποιον να ἔλαττον ἔχω = μειονεκτώ ἔχω + τελικό απαρέμφατο = μπορώ να ποιοῦμαι κατηγορίαν = απαγγέλλω κατηγορία, κατηγορώ παραχρῆμα = αμέσως ἐξελέγχω τινὰ + κατηγορηματική μετοχή = αποδεικνύω ότι κάποιος δίκην λαμβάνω παρά τινος = τιμωρώ, παίρνω εκδίκηση από κάποιον ἁλίσκομαι ψευδομαρτυρίων = καταδικάζομαι για ψευδομαρτυρία (ως δικανικό ρήμα) ΜΕΤΟΧΗ Β. ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ Είναι ρηματικό επίθετο που «μετέχει» του ρήματος και του επιθέτου, έχει δηλαδή τις ιδιότητες και των ρημάτων και των επιθέτων γι αυτό έχει δύο φύσεις, τη ρηματική και την επιθετική. Η ρηματική φύση της μετοχής φαίνεται: Έχει χρόνους (λύων, λύσων, λύσας, λελυκώς, λυόμενος, λυσόμενος, λυθείς, λελυμένος), φωνή και διαθέσεις (ενεργητική, μέση, παθητική λύων, λυόμενος, λυθείς ). Έχει τη σύνταξη του ρήματος (δέχεται υποκείμενο, αντικείμενο, ποιητικό αίτιο, δοτική προσωπική είναι συνδετικός ρηματικός τύπος, συνδέει δηλαδή το υποκείμενο ή το αντικείμενο με το κατηγορούμενο και γενικά δέχεται κάθε είδους προσδιορισμό όπως το ρήμα) 147

ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΛΕΝΤΖΙΟΥ οἱ μετέχοντες τοῦ κινδύνου (Αριστ. Ῥητορικὴ 1376a), οἱ λέγοντες τὴν ἀλήθειαν, τὰ ἠγγελμένα αὐτοῖς. Συνοδεύεται από το δυνητικό ἄν, όπως και το ρήμα, για να δηλώσει το δυνατό στο παρόν και το μέλλον ή το απραγματοποίητο και ισοδυναμεί με δυνητική Eυκτική ή δυνητική Oριστική Ἑώρα τὸ παρατείχισμα ῥᾳδίως ἂν ληφθὲν (Θουκ. Ἱστορία 7.42.4). Δεν προσδιορίζεται από επίθετο αλλά από επίρρημα Κακῶς δράσαντες οὐκ ἐλάσσονα πάσχουσι (Αισχ. Πέρσαι 813). Η επιθετική φύση της μετοχής φαίνεται: Έχει 3 γένη (αρσενικό, θηλυκό και ουδέτερο) όπως και το επίθετο (ὁ παιδεύων ἡ παιδεύουσα τὸ παιδεῦον). Κλίνεται όπως και το επίθετο (ὁ λυόμενος, τοῦ λυομένου, τῷ λυομένῳ, τὸν λυόμενον ). Προσδιορίζει, όπως και το επίθετο, ένα ουσιαστικό ως επιθετικός ή κατηγορηματικός προσδιορισμός Αἱ πόλεις αἱ δημοκρατούμεναι (επιθ. προσδ.), τοῖς νόμοις τοῖς κειμένοις διοικοῦνται (επιθ. προσδ.) (Αισχίν. Κατὰ Κτησιφῶντος 6) Ηὐλίζεσθε ἐγκεχαλινωμένοις τοῖς ἵπποις (κατηγορ. προσδ.) (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 7.7.67) Οἱ στρατιῶται εἶχον τὰς ἀσπίδας ἐκκεκαλυμμένας (κατηγορ. προσδ.) (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 1.2.17). Χρησιμοποιείται ως κατηγορούμενο οἱ ἄνδρες ἐψηφισμένοι ἦσαν (Ξεν. Ἑλληνικὰ 2.1.31). Ουσιαστικοποιείται με το άρθρο ὁ λέγων (:ὁ ῥήτωρ), ὁ ἄρχων κλπ. Συμφωνία: κάθε μετοχή, είτε είναι συνημμένη είτε απόλυτη, συμφωνεί με το υποκείμενό της κατά γένος, αριθμό και πτώση ὁ λάμπων ἥλιος / Φιλίππου τελευτήσαντος Ἀλέξανδρος ἐγένετο βασιλεὺς (Διόδ. Σικ. Ἱστορικὴ Βιβλιοθήκη 17.6.2). Χρόνοι: 1 οι χρόνοι της μετοχής καθορίζουν κατά κανόνα τη χρονική βαθμίδα (παρόν, παρελθόν, μέλλον), αλλά μόνο σε σχέση με τον χρόνο του κυρίου ρήματος και όχι απόλυτα και ανεξάρτητα από αυτόν. Διατηρούν όμως κανονικά το ποιόν της πράξης. Μόνο μια επιθετική μετοχή ενεστώτα μπορεί να δηλώνει και το απόλυτο παρόν. Είδη: ανάλογα με τη χρήση της και τη σημασία της η μετοχή διακρίνεται στα εξής τρία είδη Επιθετική ή αναφορική: προσδιορίζει ως επίθετο ένα ουσιαστικό. 1 Για την αναγνώριση της σημασίας των μετοχών είναι ενδεικτικός και ο χρόνος, κατά τον οποίο εκφέρονται. Έτσι η μετοχή του ενεστώτα, η οποία μπορεί να ενέχει και σημασία παρατατικού, κατά κανόνα τοποθετεί αυτό που δηλώνει η μετοχή σε πράξη σύγχρονη με την εξέλιξη που δηλώνει το ρήμα. Η μετοχή του αορίστου κανονικά δίνει το προβάδισμα στο περιεχόμενο της μετοχής. Η μετοχή του παρακειμένου παρουσιάζει αυτό που δηλώνει η μετοχή ως ήδη συντελεσμένο. Τέλος, η μετοχή μέλλοντα δηλώνει την επιδίωξη του επιθυμητού. 148

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΙΙ Κατηγορηματική: εξαρτάται από ρήμα ως άμεσο ή έμμεσο συμπλήρωμα της έννοιάς του και έχει θέση κατηγορουμένου ή κατηγορηματικού προσδιορισμού. Επιρρηματική: προσδιορίζει ως επιρρηματικός προσδιορισμός ένα ρήμα ή ρηματικό τύπο. Διακρίνεται σε τροπική, χρονική, τελική, εναντιωματική, υποθετική, αιτιολογική. Α ΕΠΙΘΕΤΙΚΗ ΜΕΤΟΧΗ Επιθετική λέγεται η μετοχή η οποία προσδιορίζει κάποιο ουσιαστικό με τον ίδιο τρόπο όπως και το επίθετο. Συνήθως συνοδεύεται από το άρθρο που είναι και υποκείμενό της ὁ τὸν ὅλον κόσμον συντάττων (Ξεν. Ἀπομνημονεύματα 4.3.13). Όταν δεν έχει άρθρο, τότε σχεδόν πάντα προηγείται λέξη που προσδιορίζεται ομοιόπτωτα από τη μετοχή και είναι υποκείμενό της. Δεν παίρνει άρθρο, όταν προηγείται το υποκείμενό της στην ίδια πτώση, όταν και το υποκείμενό της δεν έχει άρθρο και όταν τίθεται ως κατηγορηματικός προσδιορισμός ἅμα ἦρι ἀρχομένῳ (Θουκ. Ἱστορία 8.61.1) / ἄνθρωποι λέγοντες / τέχνη γιγνομένη. Βρίσκεται σε όλους τους χρόνους και δέχεται άρνηση οὐ. Στην περίπτωση που η μετοχή εκφράζει υπόθεση ή υποκειμενική γνώμη ή κάτι γενικό, παίρνει άρνηση μή. Ισοδυναμεί και αναλύεται σε αναφορική πρόταση και γι αυτό λέγεται και αναφορική μετοχή. Μετάφραση: η επιθετική μετοχή μεταφράζεται κυρίως με «αυτός ο οποίος» ή «ο οποίος, η οποία, το οποίο» ή «που» + ρήμα. Συντακτική θέση επιθετικής μετοχής: η επιθετική μετοχή όπως και το επίθετο τίθεται ως: α) επιθετικός προσδιορισμός ουσιαστικού στρατεύουσιν ἐπὶ τὰς Αἰόλου νήσους καλουμένας (Θουκ. Ἱστορία 3.88). β) υποκείμενο ή αντικείμενο Ὁ πληγεὶς ἀεὶ τῆς πληγῆς ἔχεται (υποκείμενο) (Δημοσθ. Φιλιππικὸς Α 40.6.1). Κολάζουσι τοὺς ἀκοσμοῦντας (αντικείμενο) (Ισοκρ. Ἀεροπαγιτικὸς 42.2). γ) κατηγορούμενο: πάντα με άρθρο και συνδέεται με το υποκείμενο με τα ρήματα εἰμί, ὑπάρχω, γίγνομαι οἱ ἄνδρες εἰσὶν οἱ ποιοῦντες ὅ,τι ἂν ἐν ταῖς μάχαις γίγνηται (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 3.2.18). Παρατήρηση Όταν με τα ρήματα εἰμί, γίγνομαι, ὑπάρχω η μετοχή δεν έχει άρθρο, δεν είναι επιθετική, αλλά κατηγορηματική. δ) κατηγορηματικός προσδιορισμός: πάντοτε χωρίς άρθρο και εκφράζει, όπως και το επίθετο, μια ιδιότητα του ουσιαστικού όχι μόνιμη αλλά παροδική Οἱ Θηβαῖοι εὐθὺς ἔπεμψαν εἰς Ἀθήνας ἄγγελον ἐστεφανωμένον (Ξεν. Ἑλληνικὰ 6.4.19). 149

ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΛΕΝΤΖΙΟΥ Παρατήρηση Η μετοχή αυτή ως κατηγορηματικός προσδιορισμός δεν αναλύεται σε αναφορική πρόταση. ε) παράθεση ουσιαστικού ή αντωνυμίας: προσδίδει στο ουσιαστικό ή στην αντωνυμία ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα, μη αναγκαίο. Πολύ συχνά είναι μετοχή συνδετικού ρήματος που λειτουργεί ως παράθεση μαζί με το κατηγορούμενό της ἡμεῖς οἱ λέγοντες (Δημοσθ. Προοίμιον 7.2.4) Ἐπορεύθησαν εἰς Ἀπολλωνίαν, Κορινθίων οὖσαν ἀποικίαν (Θουκ. Ἱστορία 1.26.2). στ) ετερόπτωτος προσδιορισμός: Καὶ ἐν τῷ μὴ μελετῶντι ἀξυνετώτεροι ἔσονται καὶ δι αὐτὸ καὶ ὀκνηρότεροι (εμπρόθετος προσδιορισμός αιτίας) (Θουκ. Ἱστορία 1.142.89). Ουσιαστικοποίηση επιθετικής μετοχής: η έναρθρη επιθετική μετοχή ουσιαστικοποιείται, όταν παραλείπεται το ουσιαστικό που προσδιορίζει και παίρνει τη νοηματική και συντακτική θέση του παραλειπόμενου ουσιαστικού, τίθεται δηλαδή ως υποκείμενο, αντικείμενο, παράθεση, επεξήγηση και γενικά κάθε είδους προσδιορισμός. Οι πιο συνήθεις επιθετικές μετοχές που μετά την παράλειψη του προσδιοριζόμενου ουσιαστικού απαντούν ως ουσιαστικά είναι: ὁ ἄρχων = ο άρχοντας οἱ ἄρχοντες = οι άρχοντες ὁ διώκων = ο κατήγορος οἱ ἐκπεπτωκότες =οι εξόριστοι ἡ εἰμαρμένη = η μοίρα ἡ ἐπιοῦσα = η επόμενη μέρα ὀ ἐρῶν = ο εραστής οἱ ἔχοντες = οι πλούσιοι οἱ θανόντες = οι νεκροί οἱ κάμνοντες = οι ασθενείς ὁ κλέπτων = ο κλέφτης οἱ κρατοῦντες =οι άρχοντες ὁ λέγων = ο ρήτορας τὸ μέλλον = το μέλλον ὁ νικῶν = ο νικητής τὰ νομιζόμενα = τα έθιμα ἡ οἰκουμένη = η γη τὸ παρελθὸν = το παρελθόν τὸ παρὸν = το παρόν οἱ παριόντες = οι ρήτορες οἱ προεστῶτες = οι άρχοντες οἱ προσήκοντες = οι συγγενείς οἱ τεθνεῶτες = οι νεκροί ὁ τεκὼν = ο πατέρας ἡ τεκοῦσα = η μητέρα οἱ τεκόντες = οι γονείς ὁ φεύγων =ο κατηγορούμενος, ο εξόριστος Ἀληθινὸς ἄρχων οὐ πέφυκε τὸ αὑτῷ συμφέρον σκοπεῖσθαι ἀλλὰ τὸ τῷ ἀρχομένῳ (Πλάτ. Πολιτεία, 347d). Πατέρα τίμα, τὴν δὲ τεκοῦσαν σέβου (Μέν. Γνῶμαι Μονόστιχοι 674). Πολλές φορές το ουδέτερο της επιθετικής μετοχής με άρθρο χρησιμοποιείται στη θέση αφηρημένου ουσιαστικού. Ευρεία χρήση αυτού γίνεται στον Θουκυδίδη. τὸ ἀνειμένον = η χαλαρότητα τὸ βουλόμενον = η θέληση τὸ δεδιὸς = ο φόβος τὸ ἐπιθυμοῦν = η επιθυμία τὸ ἡσυχάζον = η ησυχία τὸ θαρσοῦν = το θάρρος τὸ λυποῦν = η λύπη τὸ λυσιτελοῦν = η ωφέλεια τὸ νοσοῦν = η νόσος τὸ ξυνεστηκὼς / ξυνεστὼς = η συνωμοσία,οι συνωμότες τὸ ὀργιζόμενον = η οργή τὸ ποθοῦν = ο πόθος 150

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΙΙ τὸ δοκοῦν /τὸ δόξαν=η γνώμη, η απόφαση τὸ δυνάμενον = η δύναμη τὸ συμφέρον = το συμφέρον Οἱ δὲ τὸ μὲν ἐπιθυμοῦν τοῦ πλοῦ οὐκ ἐξῃρέθησαν (Θουκ. Ἱστορία 6.24.2). Τὸ γὰρ νοσοῦν ποθεῖ σε ξυμπαραστάτην (Σοφ. Φιλοκτήτης 674675). Πολυσήμαντη επιθετική μετοχή: η έναρθρη επιθετική μετοχή, επειδή αποτελεί συνεπτυγμένη αναφορική πρόταση, μπορεί να έχει πολυσήμαντη έννοια, να δηλώνει δηλαδή και υπόθεση ή αιτία ή σκοπό ή αποτέλεσμα και τότε είναι αναφορική υποθετική (μπορεί να περιλαμβάνει κάθε είδος υποθετικού λόγου και έχει άρνηση μή), αναφορική αιτιολογική (φανερώνει αιτιολογία και έχει άρνηση οὐ), αναφορική τελική (βρίσκεται σε χρόνο μέλλοντα και έχει άρνηση μή), αναφορική συμπερασματική (βρίσκεται επίσης σε χρόνο μέλλοντα) Ὁ μὴ δαρεὶς ἄνθρωπος οὐ παιδεύεται (Μέν. Γνῶμαι Μονόστιχοι 1.422). Τοὺς δέκα στρατηγοὺς τοὺς οὐκ ἀνελομένους τοὺς ἐκ τῆς ναυμαχίας ἐβουλεύσασθε ἁθρόους κρίνειν (Πλάτ. Ἀπολογία 32b). Αὖθις δὲ ὁ ἡγησόμενος οὐδεὶς ἔσται (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 2.4.5). Κάποτε χωρίς να παραλείπεται το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό, η άναρθρη επιθετική μετοχή ισοδυναμεί με αφηρημένο ρηματικό ουσιαστικό, ομόρριζο του οικείου ρήματος. Πρὸ ἡλίου δύοντος (= πρὸ τῆς δύσεως τοῦ ἡλίου) (Αισχίν. Κατὰ Τιμάρχου 1.12.3). Ἅμα ἦρι ἀρχομένῳ (= ἅμα τῇ τοῦ ἔαρος ἀρχῇ) (Θουκ. Ἱστορία 8.61.1). Ἐπὶ Πυθοδώρου ἄρχοντος Ἀθήνησι (= ἐπὶ τῆς ἀρχῆς τοῦ Πυθοδώρου) (Διόδ. Σικ. Ἱστορικὴ Βιβλιοθήκη 12.37.1). ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΙΘΕΤΙΚΗΣ ΜΕΤΟΧΗΣ Έναρθρη επιθετική μετοχή: το άρθρο της αποδίδεται με τη δεικτική αντωνυμία οὗτοςαὕτητοῦτο ή ἐκεῖνοςηον στο ίδιο γένος, στην ίδια πτώση και στον ίδιο αριθμό με τη μετοχή και η μετοχή αποδίδεται με δευτερεύουσα αναφορική πρόταση που εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία ὅςἥὃ ή ὅστιςἥτιςὅ,τι ως υποκείμενο σε πτώση ονομαστική + ρήμα σε Οριστική ή Ευκτική πλαγίου λόγου, ανάλογα με το χρόνο της εξάρτησης Μίσει τοὺς κολακεύοντας καὶ ἐξαπατῶντας (= μίσει τούτους οἳ κολακεύουσι καὶ τούτους, οἳ ἐξαπατῶσι) (Ισοκρ. Πρὸς Δημόνικον 30.12) Ὁ μὴ ἐπιτρέπων τοῖς ἀδικοῦσιν ἀδικεῖν τιμῆς ἄξιός ἐστι (= ἐκείνοις, οἳ ἀδικοῦσι) (Πλάτ. Νόμοι 730d). Άναρθρη επιθετική μετοχή: αναλύεται σε αναφορική πρόταση που εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία ὃς ή ὅστις ως υποκείμενο σε πτώση ονομαστική + ρήμα σε Οριστική ή Ευκτική πλαγίου λόγου, ανάλογα με το ρήμα εξάρτησης, ή σε δυνητική Οριστική ή δυνητική Ευκτική, αν η μετοχή είναι δυνητική 151

ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΛΕΝΤΖΙΟΥ Δύναμαι συνεῖναι ἀνθρώποις δυναμένοις ἀναλίσκειν (= οἳ δύνανται) (Λυσ. Ὑπὲρ Ἀδυνάτου 24.5.34) Εἰς τὸ πόλισμα ἂν γενόμενον οὐκ ἐβούλοντο στρατοπεδεύεσθαι (= εἰς τὸ πόλισμα ὃ ἂν ἐγένετο) (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 6.4.7). Μετοχή με επιρρηματική σημασία: αναλύεται στην αντίστοιχη αναφορική επιρρηματική πρόταση: α) αναφορική υποθετική μετοχή: έχει άρνηση μή έχει θέση υποκειμένου ή αντικειμένου και αναλύεται σε αναφορική υποθετική πρόταση με τις αντωνυμίες ὅστιςἥτιςὅ,τι (= εἴ τις), ὅσοςὅσηὅσον ως υποκείμενο σε πτώση ονομαστική. Η έγκλιση καθορίζεται από την εξάρτηση της μετοχής. Έχουμε και συνεπτυγμένο υποθετικό λόγο, κατά περίπτωση Ὁ μὴ δαρεὶς οὐ παιδεύεται (= ὅστις ἂν μὴ δαρῇ) (Μέν. Γνῶμαι Μονόστιχοι 1.422) Ὁ τοὺς λῃστὰς τιμωρησάμενος οὐκ ἂν εἰκότα λέγοι (= ὅστις τιμωρήσαιτο) (Δημοσθ. Ὑπὲρ Ἀλοννήσου 3.56). β) αναφορική αιτιολογική: βρίσκεται κοντά σε ρήματα ψυχικού πάθους ή δικαστικά, έχει άρνηση οὐ και αναλύεται σε αναφορική αιτιολογική πρόταση που εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία ὃς ή ὅστις (= ὅτι οὗτοςαὕτητοῦτο) ως υποκείμενο σε πτώση ονομαστική + ρήμα (= γιατί αυτός) Ἐκεῖνοι γὰρ τῷ ἑκατὸν τάλαντα κλέψαντι θάνατον ἔταξαν (= τούτῳ ὃς ἔκλεψε = ὅτι οὗτος ἔκλεψε) (Λυκούργ. Κατὰ Λεωκράτους 65.13) Τοὺς δέκα στρατηγοὺς τοὺς οὐκ ἀνελομένους τοὺς ἐκ τῆς ναυμαχίας ἐβουλεύσασθε ἁθρόους κρίνειν (= τούτους οἳ οὐκ ἀνείλοντο = ἐπεὶ οὗτοι οὐκ ἀνείλοντο) (Πλάτ. Ἀπολογία 32b). γ) αναφορική τελική: έχει άρνηση μή, εξαρτάται συνήθως από ρήματα κίνησης και βρίσκεται σε χρόνο μέλλοντα. Αναλύεται σε αναφορική τελική πρόταση που εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία ὃς ή ὅστις ως υποκείμενο σε πτώση ονομαστική + ρήμα σε Οριστική μέλλοντα συνήθως ή σε μέλλοντα Ευκτικής πλαγίου λόγου, ανάλογα με το ρήμα εξάρτησης ή εισάγεται με το ἵνα οὗτοςαὕτητοῦτο + Υποτακτική ή Ευκτική πλαγίου λόγου Πορεύονται κατοψόμενοι τοὺς πολεμίους (= οἳ κατόψονται = ἵνα οὗτοι κατόψωνται) (Αρριαν. Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις 4.30.6, με τροποποιήσεις) Ἔπεμψαν τοὺς προκατασκεψομένους (= τούτους, οἳ προκατασκέψονται = ἵνα οὗτοι προκατασκέψαιντο) (Αρριαν. Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις 1.13.1, με τροποιποιήσεις). Β ΚΑΤΗΓΟΡΗΜΑΤΙΚΗ ΜΕΤΟΧΗ Κατηγορηματική λέγεται η μετοχή η οποία εξαρτάται από ρήμα και συμπληρώνει την έννοιά του άμεσα ή έμμεσα. Απαντά σε όλους τους χρόνους και είναι πάντα άναρθρη. Συντακτική λειτουργία: Αναφέρεται είτε στο υποκείμενο είτε στο αντικείμενο του ρήματος από το οποίο εξαρτάται και λειτουργεί άλλοτε ως κατηγορούμενο και άλλοτε ως κατηγορηματικός προσδιορισμός. Υποκείμενο κατηγορηματικής μετοχής: το υποκείμενο της κατηγορηματικής μετοχής είναι το ίδιο με το υποκείμενο ή αντικείμενο του ρήματος από το οποίο εξαρτάται. Η μετοχή συμφωνεί μαζί του σε γένος, αριθμό και πτώση. Σε γενικές γραμμές αν το ρήμα εξάρτησης είναι αμετάβατο ή παθητικό, η μετοχή αναφέρεται 152

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΙΙ στο υποκείμενό του. Αν είναι μεταβατικό αναφέρεται στο αντικείμενό του. Πολύ σπάνια η κατηγορηματική μετοχή αναφέρεται και στη δοτική προσωπική. Με κατηγορηματική μετοχή που αναφέρεται στο υποκείμενο συντάσσονται τα εξής ρήματα: α) Εἰμί, γίγνομαι, ὑπάρχω (ποιητ. πέλομαι): η κατηγορηματική μετοχή έχει θέση κατηγορουμένου και τα ρήματα αυτά μαζί με τη μετοχή αποτελούν περίφραση που εκφράζει ό,τι και η μετοχή. Μεταφράζεται σαν ρήμα στον χρόνο και την έγκλιση του κυρίου ρήματος, το οποίο αγνοείται εἰμὶ λέγων (= λέγω) = λέω, ὑπάρχω εἰδὼς (= οἶδα) = γνωρίζω, γίγνομαι φιλῶν = φιλῶ = αγαπώ Μισοῦντες γίγνονται τοὺς κακοὺς (= μισοῦσι τοὺς κακούς) (Πλάτ. Νόμοι 908b) Ἦν Περικλέους γνώμη νενικηκυῖα (= ἐνενίκει) (Θουκ. Ἱστορία 2.12.2). β) Στα ρήματα που ακολουθούν η μετοχή εκφράζει το κύριο νόημα και το ρήμα συμπληρωματικό νόημα. Έτσι το ρήμα μπορεί να μεταφράζεται με επίρρημα και η μετοχή με ρήμα (στον ίδιο χρόνο και έγκλιση με το κύριο ρήμα): τυγχάνω = τυχαίνει να, συμβαίνει να, τυχαία, συμπτωματικά λανθάνω = μου διαφεύγει την προσοχή, μένω απαρατήρητος, κρυφά, ασυναίσθητα φαίνομαι / φανερός εἰμι / δῆλός εἰμι / ἐναργής εἰμι = φαίνομαι ότι, είναι φανερό ότι, φανερά, αποδεδειγμένα, αναμφίβολα, σαφώς οἴχομαι = έχω φύγει, ξεκινώ, δρομαίως, βιαστικά, ταχέως, αμέσως φθάνω = προφθάνω να, προλαβαίνω να, πριν από, μόλις, προ ολίγου, αμέσως, πρώτος ἔφυν, πέφυκα = εκ φύσεως διάγω / διαγίγνομαι / διατελῶ / διαβιῶ / διαμένω = περνώ τον καιρό μου, διαρκώς, συνεχώς, πάντοτε Ἐγὼ δὲ προξενῶν τυγχάνω (Δημοσθ. Πρὸς Κάλλιπον 5.9.10) Ἔλαθον εἱσελθόντες οἱ Θηβαῖοι (Θουκ. Ἱστορία 2.2.3) Ἡ ψυχὴ ἀθάνατος φαίνεται οὖσα (Πλάτ. Φαίδων 107c) Μένων ὁ Θετταλὸς δῆλον ἦν ἐπιθυμῶν πλουτεῖν ἰσχυρῶς (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 2.6.21) Οἴχονται διώκοντες (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 1.10.5) Φθάνουσιν ἀπολέσαντες αὐτοὺς (Δημοσθ. Κατὰ Νεαίρας 100.34) Διάγουσι μανθάνοντες δικαιοσύνην (Ξεν. Κύρου Παιδεία 1.2.6) Θρηνοῦντες διετελοῦμεν (Ισοκρ. Αἰγινητικὸς 27.3) Ὁ ἥλιος λαμπρότατος ὢν διαμένει (Ξεν. Ἀπομνημονεύματα 4.7.7). γ) Τα ψυχικού πάθους σημαντικά: χαίρω, ἥδομαι, τέρπομαι, ὀργίζομαι, βαρέως φέρω, ἄχθομαι, ἀλγῶ, λυποῦμαι, μεταμέλομαι (= μετανιώνω), αἰσχύνομαι (= ντρέπομαι), χάριν ἔχω, χάριν οἶδα (= αναγνωρίζω ευγνωμοσύνη). Η μετοχή αυτή έχει και αιτιολογική σημασία (κατηγορηματική αιτιολογική). Γενικά με τα ρήματα ψυχικού πάθους η μετοχή είναι κατηγορηματική, όταν δηλώνει πράξη σύγχρονη ή υστερόχρονη σε σχέση με το ρήμα και αιτιολογική, όταν δηλώνει πράξη προτερόχρονη. Μετάφραση: «που, να, με το να, με» Χαίρω διαλεγόμενος τοῖς σφόδρα πρεσβύταις (Πλάτ. Πολιτεία 328de) Οὐκ αἰσχύνομαι τοῦτο λέγων (Ξεν. Κύρου Παιδεία 5.1.21) Μετεμέλοντο τὰς σπονδὰς οὐ δεξάμενοι (Θουκ. Ἱστορία 4.27.23) 153

ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΛΕΝΤΖΙΟΥ Οὐ τοῦ πλέονος μὴ στερισκόμενοι χάριν ἔχουσιν (Θουκ. Ἱστορία 1.77.3). δ) Τα ευεργεσίας αδικοπραγίας, νίκης ήττας: εὖ ποιῶ, κακῶς ποιῶ, χάριν φέρω (= κάνω χάρη), ἀδικῶ, ἁμαρτάνω (= σφάλλω), νικῶ, κρατῶ, ἡττῶμαι, λείπομαι (= υστερώ). Μετάφραση: «που, να, και» + ρήμα, «με το να, στο να» + ρήμα Εὖ γε ἐποίησας ἀναμνήσας με (Πλάτ. Φαίδων 60c) Ἀδικεῖτε πολέμου ἄρχοντες (Θουκ. Ἱστορία 1.53.2) Τούτου οὐχ ἡττησόμεθα εὖ ποιοῦντες (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 2.3.2324). ε) Τα ενάρξεως, λήξεως, ανοχής, καμάτου, καρτερίας: ἄρχομαι, ὑπάρχω (= αρχίζω πρώτος), λήγω, διαλείπω, ἀπολείπω, ἐπιλείπω, παύομαι, ὑπομένω, κάμνω, ἀπαγορεύω (= κουράζομαι, εξαντλούμαι). Μετάφραση: «να» ή και με επίρρημα Ἄρξομαι ἀπὸ τῆς ἰατρικὴς λέγων (Πλάτ. Συμπόσιον 186b) Οὐ πώποτε διέλειπον ζητῶν καὶ μανθάνων (Ξεν. Ἀπολογία 16.717.1) Ἀπείρηκα ἤδη βαδίζων καὶ τρέχων (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 5.1.2). στ) Τα πλησμονής, επάρκειας, απόλαυσης ή κόρου: ἐμπίπλαμαι, κορέννυμαι, πλήρης εἰμί, μεστός εἰμι, ἀρκῶ, ἄδην ἔχω (= έχω αρκετά), πειρῶμαι, κρείττων εἰμί, πολὺς ή πολλὸς ἔγκειμαι (= ζητώ επίμονα). Μετάφραση: «να, για να», με επίρρημα ή εμπρόθετο Ἄδην εἶχον κτείνοντες (Ηρόδ. Ἱστορίαι 9.39.1213) Ἡνίκ ἤδη μεστὸς ἦ θυμούμενος (Σοφ. Οἰδίπους ἐπὶ Κολονῷ 768). Με κατηγορηματική μετοχή που αναφέρεται στο υποκείμενο ή στο αντικείμενο συντάσσονται τα εξής ρήματα: α) Τα αισθήσεως, γνώσεως, μαθήσεως, μνήμης: αἰσθάνομαι, ὁρῶ, ἀκούω, οἶδα, περιορῶ (= αδιαφορώ, ανέχομαι), προΐεμαι (= παραμελώ), μανθάνω, ἐπίσταμαι, γιγνώσκω, ἁλίσκομαι (= συλλαμβάνω να), μέμνημαι, κατανοῶ, ἐνθυμοῦμαι, ἐπιλανθάνομαι. Μετάφραση: «ότι, να, πως, που» Οὐ γὰρ ᾔδεσαν αὐτὸν τεθνηκότα (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 1.10.16) Ἔγνων τὴν εἰσβολὴν ἐσομένην (Θουκ. Ἱστορία 2.13.1) Ὅ τε ἐν πολέμῳ εὐτυχίᾳ πλεονάζων οὐκ ἐντεθύμηται θράσει ἀπίστῳ ἐπαιρόμενος (Θουκ. Ἱστορία 1.120.45). β) Τα δείξεως, αγγελίας και ελέγχου: δείκνυμι, δηλῶ, ἀγγέλω, ἐλέγχω, ἐξελέγχω (= αποδεικνύω ότι), ἀποφαίνω, παρέχω (= παρουσιάζω). Μετάφραση: «ότι, πως» Ἡ ἀνθρωπεία φύσις ἀσμένη ἐδήλωσεν ἀκρατὴς ὀργῆς οὖσα (Θουκ. Ἱστορία 3.84.2) Ἐξηλέγχθη Φίλιππος λαβῶν (Δημοσθ. Κατὰ Ἀφόβου 29.4). Σπάνια και απρόσωπα ρήματα συντάσσονται με κατηγορηματική μετοχή, όπως: ἀρκεῖ μοι, ἱκανόν ἐστι (= μου είναι αρκετό), ὁσίως ἔχει (= είναι όσιο), ἄμεινόν ἐστι, λυσιτελεῖ (= είναι επωφελές), μεταμέλει μοι (= μετανοώ). Η μετοχή στη συγκεκριμένη περίπτωση αναφέρεται στη δοτική προσωπική και τίθεται σε δοτική ως υποκείμενο του απρόσωπου ρήματος. Μετάφραση: «να, ότι, το να, το ότι, που». Στο μεταμέλει μοι η μετοχή είναι κατηγορηματική αιτιολογική και δε λαμβάνεται ως υποκείμενο Ὁσίως ἂν ἔχοι αὐτῷ μὴ δεχομένῳ τὰς σπονδὰς τῶν Ἀργείων (Ξεν. Ἑλληνικὰ 4.7.2) Οἷς οὐδὲ ἅπαξ ἐλυσιτέλησε πιθομένοις (Λυσ. Δήμου καταλύσεως ἀπολογία 28.1) Οὔτε νῦν μοι μεταμέλει οὕτως ἀπολογογησαμένῳ (Πλάτ. Ἀπολογία 38e). 154

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΙΙ Τα ρήματα εἰμὶ και γίγνομαι + δοτική προσωπική ηθική: κατηγορηματικές είναι και οι μετοχές ἡδομένῳ, ἀσμένῳ, βουλομένῳ, ἀχθομένῳ, προσδεχομένῳ που συμφωνούν με τη δοτική προσωπική ηθική των ρημάτων εἰμὶ και γίγνομαι και αποτελούν μαζί τους περίφραση που ισοδυναμεί με το αντίστοιχο ρήμα της μετοχής Ἀσμένοις τοῖς ἀνθρώποις τὸ φῶς ἐγίγνετο (Πλάτ. Κρατύλος 418cd) Τῷ πλήθει οὐ βουλομένῳ ἦν τῶν Ἀθηναίων ἀφίστασθαι (Θουκ. Ἱστορία 2.3.23). Παράλειψη κατηγορηματικής μετοχής: η κατηγορηματική μετοχή μπορεί να παραλείπεται, όταν είναι μετοχή του ρήματος εἰμὶ ή όταν εννοείται εύκολα από τα συμφραζόμενα Ἀνεπαύοντο δὲ ὅπου ἐτύγχανον ἕκαστος (ενν. ὤν) (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 3.1.3) Ἀνεχώρησαν καὶ οἱ Ἀθηναῖοι τοῖς ἑκατὸν ναυσίν, ἐπειδὴ καὶ ἐκείνους εἶδον (ενν. ἀναχωροῦντας) (Θουκ. Ἱστορία 3.16.417.1). Σπάνια υπάρχουν και κατηγορηματικές μετοχές απρόσωπων ρημάτων ή εκφράσεων που βρίσκονται σε αιτιατική και ουδέτερο γένος (αιτιατική απόλυτη κατηγορηματικής μετοχής) Ἑώρα μεταμέλον τῇ πόλει (Ισοκρ. Κατὰ Καλλιμάχου 21.5) Εἶδον ἀδύνατον ὂν τιμωρεῖν τοῖς ἀνδράσι (Θουκ. Ἱστορία 4.15.2.12). Σύνταξη των ρημάτων ἀκούω και αἰσθάνομαι Α) Άμεση αντίληψη (αυτηκοΐα) = ακούω ο ίδιος με τα αυτιά μου: με γενική προσώπου ή πράγματος Λόγων δ ἀκοῦσαι τίς βλάβη;; (Σοφ. Οἰδίπους ἐπὶ Κολονῷ 1187) με αιτιατική πράγματος, όταν πρόκειται για ήχους, λόγους καὶ πολλὰ καὶ παντοῖ ἀκούσας κακὰ (Αριστοφ. Θεσμοφοριάζουσαι 388) με γενική + κατηγορηματική μετοχή ἤκουσα αὐτοῦ καὶ περὶ φίλων διαλεγομένου (Ξεν. Ἀπομνημονεύματα 2.4.1) με γενική και αιτιατική καὶ τοῦτο ἀκηκόαμεν Σωκράτους (Ξεν. Ἀπομνημονεύματα 1.2.31). Β) Έμμεση αντίληψη (ετεροκοΐα) = ακούω ότι, μαθαίνω, έχω την πληροφορία (διαμέσου άλλου): με αιτιατική + κατηγορηματική μετοχή για βέβαιη πληροφορία ἤκουσε τὸν Κῦρον ἐν Κιλικίᾳ ὄντα (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 1.4.5) ἤισθοντο προσιόντα τὸν Ἀγησίλαον (Ξεν. Ἑλληνικὰ 4.5.1) με ειδικό απαρέμφατο για αβέβαιο γεγονός ἀκούω κώμας εἶναι καλάς (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 3.2.3435) με ειδική πρόταση για αβέβαιο γεγονός ᾜσθετο ὅτι τὸ στράτευμα ἐν Κιλικίᾳ ἦν (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 1.2.21). Ρήματα διπλής συντάξεως και σημασίας Κάποια ρήματα συντάσσονται άλλοτε με κατηγορηματική μετοχή και άλλοτε με απαρέμφατο και έχουν διαφορετική σημασία σε κάθε περίπτωση. Τα ρήματα αυτά είναι τα εξής: 155

ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΛΕΝΤΖΙΟΥ α) αἰσχύνομαι / αἰδοῦμαι + κατηγορηματική μετοχή = με ντροπή κάνω κάτι, ντρέπομαι που οὐκ αἰσχύνομαι μανθάνων (Πλάτ. Ἱππίας Ἐλάσσων 372c) αἴδεσαι πατέρα προλείπων (Σοφ. Αἴας 506507) αἰσχύνομαι / αἰδοῦμαι + τελικό απαρέμφατο = ντρέπομαι να αἰσχύνονται λόγους γράφειν (Πλάτ. Φαῖδρος 257d) αἰδέομαι γυμνοῦσθαι (Ομ. Ὀδύσσεια 6.221222) β) ἄρχομαι + κατηγορηματική μετοχή = αρχίζω να ἄρξομαι διδάσκων ἐκ τῶν θείων (Ξεν. Κύρου Παιδεία 8.8.2) ἄρχομαι + τελικό απαρέμφατο = για πρώτη φορά αρχίζω να ἄρχομαι λέγειν γ) γιγνώσκω + κατηγορηματική μετοχή = γνωρίζω ότι ἔγνω τὴν ἐσβολὴν ἐσομένην (Θουκ. Ἱστορία 2.13.1) γιγνώσκω + ειδικό απαρέμφατο = γνωρίζω ότι, κρίνω ότι ἔγνωσαν κερδαλεώτερον εἶναι (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 1.9.17) γιγνώσκω + τελικό απαρέμφατο = αποφασίζω να, μαθαίνω να ἔγνωσαν ἐμοὶ παραδοῦναι τὸν παῖδα (Ισοκρ. Τραπεζιτικὸς 16.23) δ) ἐπιλανθάνομαι + κατηγορηματική μετοχή = λησμονώ ότι ὀφείλων ἐπιλέλαθα (Πίνδ. Ὀλυμπιόνικος 10 (11) 4) ἐπιλανθάνομαι + τελικό απαρέμφατο = λησμονώ να ἐπιλανθάνονται εἰπεῖν (Υπερ. Ὑπὲρ Λυκόφρονος 7) ε) ἐπίσταμαι / οἶδα + κατηγορηματική μετοχή = γνωρίζω ότι σὺ ἐσθλὸς ὢν ἐπίστασο (Σοφ. Αἴας 13981399) οὐκ ᾔδεσαν αὐτὸν τεθνηκότα (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 1.10.16) ἐπίσταμαι / οἶδα + τελικό απαρέμφατο = γνωρίζω να ἐπίσταμαι θεοὺς σέβειν (Ευρ. Ἱππόλυτος 996) Ὀλύνθιοι ἴσασι τὸ μέλλον προορᾶν (Δημοσθ. Κατὰ Ἀριστοκράτους 109.4) στ) μέμνημαι + κατηγορηματική μετοχή = θυμάμαι ότι μεμνήμεθ ἐλθόντες (Ευρ. Ἑκάβη 244) μέμνημαι + τελικό απαρέμφατο = θυμάμαι να μεμνήσονται καὶ δεῦρο ἀποπέμπειν (Ξεν. Κύρου Παιδεία 8.6.6) ζ) φαίνομαι + κατηγορηματική μετοχή (για πραγματικό φαινόμενο) = φαίνομαι ότι, αποδεικνύομαι ότι Κλέαρχος ἐπιορκῶν ἐφάνη (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 2.5.38) φαίνομαι + ειδικό ή τελικό απαρέμφατο (για αβέβαιο φαινόμενο) = φαίνομαι να, παρέχω την εντύπωση ότι ὁ ὑποκριτὴς κλαίειν ἐφαίνετο (Ξεν. Συμπόσιον 1.16.1) η) σύνοιδα ἐμαυτῷ + κατηγορηματική μετοχή = συναισθάνομαι, έχω συνείδηση ότι ἐμαυτῷ συνῄδη οὐδὲν ἐπισταμένῳ (Πλάτ. Ἀπολογία 22cd) σύνοιδά τινι (δοτική προσώπου) + κατηγορηματική μετοχή = γνωρίζω όσα και κάποιος άλλος οὗτοι ξυνίσασι Μελήτῳ μὲν ψευδομένῳ, ἐμοὶ δὲ ἀληθεύοντι (Πλάτ. Ἀπολογία 34b). ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΤΗΓΟΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΜΕΤΟΧΗΣ Η κατηγορηματική μετοχή αναλύεται σε ειδική πρόταση που εισάγεται με το σύνδεσμο ὅτι. Οι εγκλίσεις στην ανάλυση έχουν ως εξής: Οριστική: μετά από ρήμα εξάρτησης αρκτικού χρόνου. Ευκτική πλαγίου λόγου: μετά από ρήμα εξάρτησης ιστορικού χρόνου. Δυνητική Οριστική ή δυνητική Ευκτική, ανάλογα με τα συμφραζόμενα, όταν η κατηγορηματική μετοχή συνοδεύεται από το δυνητικό μόριο ἂν Ὁρῶ ὑμᾶς ἀχθομένους (= ὅτι ἄχθεσθε) (Ξεν. Ἑλληνικὰ 6.3.5) 156

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΙΙ Ἑώρων ὑμᾶς ἀχθομένους (= ὅτι ἄχθοισθε) Οἶδα τοὺς ἄνδρας ἂν μαχομένους (= ὅτι οἱ ἄνδρες ἂν μάχοιντο) ᾜδειν τοὺς ἄνδρας ἂν μαχομένους (= ὅτι οἱ ἄνδρες ἂν ἐμάχοντο). Γ ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΙΚΗ ΜΕΤΟΧΗ Επιρρηματική λέγεται η μετοχή η οποία προσδιορίζει ποιοτικά το ρήμα ή ένα ρηματικό τύπο της πρότασης. Τίθεται ως επιρρηματικός προσδιορισμός του ρήματος ή του ρηματικού τύπου και δηλώνει την επιρρηματική σχέση του χρόνου, της υπόθεσης, του σκοπού, της εναντίωσης, του τρόπου και της αιτίας. Τα είδη της επιρρηματικής μετοχής: οι επιρρηματικές μετοχές είναι έξι ειδών: α) χρονική, β) υποθετική, γ) τελική, δ) εναντιωματική, ε) τροπική, στ) αιτιολογική. Η επιρρηματική μετοχή είναι ένας συνεπτυγμένος τύπος δευτερεύουσας επιρρηματικής πρότασης και ισοδυναμεί με αντίστοιχη δευτερεύουσα πρόταση, εκτός από την τροπική που ισοδυναμεί με επιρρηματικό προσδιορισμό του τρόπου ή του μέσου. ΧΡΟΝΙΚΗ ΜΕΤΟΧΗ Η χρονική μετοχή, ως καθαρά χρονική και χρονικοϋποθετική, εκφράζει τον χρόνο της ενέργειας του προσδιοριζομένου ρήματος ή ρηματικού τύπου. Τίθεται σε κάθε χρόνο, εκτός από μέλλοντα, και σε σχέση με την πράξη του ρήματος εκφράζει στον ενεστώτα το σύγχρονο και στον αόριστο το προτερόχρονο ή σπάνια το υστερόχρονο. Δέχεται άρνηση οὐ και άλλοτε μή. Μετάφραση: η χρονική μετοχή που δε δηλώνει άλλη σχέση εκτός από το χρόνο στη νέα ελληνική αποδίδεται ως εξής: α) όταν δηλώνει το προτερόχρονο «αφού, μόλις, όταν» + Οριστική του ίδιου χρόνου με τη μετοχή, β) όταν δηλώνει το σύγχρονο «ενώ, τη στιγμή που, την ώρα που, όταν» + Οριστική του ίδιου χρόνου. Η χρονικοϋποθετική μετοχή αποδίδεται στα νέα ελληνικά με τους συνδέσμους «όταν, αφού, κάθε φορά που, όσες φορές, οσάκις» + Οριστική ή Υποτακτική, ανάλογα με το είδος του υποθετικού λόγου που σχηματίζεται από την υπόθεση της μετοχής και το ρήμα της ίδιας πρότασης που είναι η απόδοση. Η χρονική σημασία δηλώνεται ακριβέστερα, όταν πριν ή μετά τη μετοχή υπάρχουν τα χρονικά επιρρήματα: ἅμα (= συγχρόνως), μεταξὺ (= εν τω μεταξύ), εὐθύς, αὐτίκα (= αμέσως, μόλις), ἐξαπιναίως, ἄρτι (= μόλις τώρα), ἤδη, ἔτι (= ακόμη), εἶτα, ἔπειτα, ἐκ τούτου, ἐξαίφνης. Παραδείγματα Δρυὸς πεσούσης πᾶς ἀνὴρ ξυλεύεται (Μέν. Γνῶμαι Μονόστιχοι 185) Περικλῆς παρελθὼν ἔλεξε τοιάδε (Θουκ. Ἱστορία 2.59.3) Δειπνήσνατες ἀπελαύνετε (Ξεν. Κύρου Παιδεία 3.1.37) Ἅμα ταῦτ εἰπὼν ἀνέστη (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 3.1.47) Πολλαχοῦ με ἐπέσχε λέγοντα μεταξὺ (Πλάτ. Ἀπολογία 40b) 157

ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΛΕΝΤΖΙΟΥ Ἄρτι τῆς μάχης γεγενημένης ἐπιβοηθοῦσιν ἄλλοι πελτασταὶ (Θουκ. Ἱστορία 2.79.4) Ὁ Θεμιστοκλῆς ἐπελθὼν τοῖς Λακεδαιμονίοις ἐνταῦθα δὴ φανερῶς εἶπεν (Θουκ. Ἱστορία 1.91.4). Ορισμένες χρονικές μετοχές κατέληξαν στη σημασία να είναι ισοδύναμες με χρονικά επιρρήματα ή εμπρόθετα, όπως: ἀνύσας σαντες = στα γρήγορα ἀρχόμενος / ἀρξάμενος = αρχικά, στην αρχή διαλιπὼν όντες / ἐπισχὼν = έπειτα από λίγο τελευτῶν ῶντες = στο τέλος, τελικά χρονίζων = έπειτα από καιρό, για πολύ καιρό Ἅπερ εἶπον ἀρχόμενος (Θουκ. Ἱστορία 4.64.1) Ἐπ αὐτοὺς ὑμᾶς τελευτῶν ἐκεῖνος ἥξει (Δημοσθ. Περὶ τῶν ἐν Χερρονήσῳ 49.34) Ὀλίγον χρόνον διαλιπὼν ἐκινήθη (Πλάτ. Φαίδων 118a). Κάποιες φορές η χρονική μετοχή εκφέρεται και εμπρόθετα για να δοθεί έμφαση στο σύγχρονο, στο προτερόχρονο και στο υστερόχρονο (σπάνια) Ἡ ὀργὴ σὺν τῷ φόβῳ λήγοντι ἄπεισι (Ξεν. Κύρου Παιδεία 4.5.2122) Μετὰ Συρακούσας οἰκισθείσας ᾤκισαν Κατάνην (Θουκ. Ἱστορία 6.3.3). Ενίοτε η μετοχή αορίστου εκτός από το χρόνο δηλώνει και αιτία, αιτιολογεί μεταγενέστερη ενέργεια (χρονικοαιτιολογική μετοχή) Ἀκούσαντες ταῦτα ἠχθέσθησαν (Ξεν. Κύρου Παιδεία 7.4.5, με τροποποιήσεις). ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΡΟΝΙΚΗΣ ΜΕΤΟΧΗΣ Η χρονική μετοχή αναλύεται σε δευτερεύουσα χρονική ή χρονικοϋποθετική πρόταση με τους εξής τρόπους: Α) Όταν το χρονικό γεγονός παρίσταται ως πραγματικό ή βέβαιο αναλύεται: α. Όταν δηλώνει το προτερόχρονο με τα: ἐπεί, ἐπειδή, ὡς, ὅτε, ἀφ οὗ, ἐξ ὅτου + Οριστική. Η μετοχή βρίσκεται συνήθως σε αόριστο Κῦρος συλλέξας στράτευμα ἐπολιόρκει Μίλητον (= ἐπεὶ συνέλεξε στράτευμα) (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 1.1.7). β. Όταν δηλώνει το σύγχρονο με τα: ἐν ᾧ, ὅτε, ὁπότε, ἡνίκα + Οριστική. Η μετοχή βρίσκεται συνήθως σε ενεστώτα Νεανίας γὰρ ὅστις ὢν Ἄρην στυγῇ κόμη μόνον καὶ σάρκες, ἔργα δ οὐδαμοῦ (= ἐν ᾧ ἐστι) (Ευρ. απ. 1052.12). γ. Όταν δηλώνει το υστερόχρονο με τα: ἕως, ἔστε, μέχρι + Οριστική Ταῦτα ἐποίουν γενομένου σκότους (= μέχρι σκότος ἐγένετο) (Ξεν. Κύρου Παιδεία 4.2.26, με τροποποιήσεις). Β) Όταν η χρονική μετοχή εμπεριέχει και υπόθεση, δηλαδή όταν έχουμε χρονικοϋποθετική μετοχή, σχηματίζεται συνεπτυγμένος υποθετικός λόγος, ο οποίος αναλύεται ως εξής: α. Όταν δηλώνει το προσδοκώμενο ή απεριόριστη επανάληψη στο παρόν και μέλλον με τα: ὅταν, ἐπάν, ἐπειδάν, ὁπόταν, ἕως ἂν + Υποτακτική Δειπνήσαντες δέ, πορεύεσθε (= ἐπειδὰν δειπνήσητε). 158

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΙΙ β. Όταν δηλώνει απεριόριστη επανάληψη στο παρελθόν με τα: ὅτε, ὁπότε (= κάθε φορά που ) + Ευκτική επαναληπτική Κῦρος ἐθήρευεν ἀπὸ ἵππου γυμνάσαι βουλόμενος ἑαυτόν τε καὶ τοὺς ἵππους (= ὁπότε βούλοιτο) (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 1.2.7). ΥΠΟΘΕΤΙΚΗ ΜΕΤΟΧΗ Δηλώνει την προϋπόθεση με την οποία ισχύει η πράξη του προσδιοριζομένου ρήματος. Απαντά σε κάθε χρόνο εκτός από μέλλοντα. Μεταφράζεται: «αν, εάν» + Οριστική ή «αν, εάν» + Υποτακτική. Σοβαρές ενδείξεις για την αναγνώριση της υποθετικής μετοχής είναι η άρνηση μή, η δυνητική έγκλιση (δυνητική Οριστική, δυνητική Ευκτική) και το δυνητικό απαρέμφατο. Επισφαλής απόδειξη είναι το ρήμα σε χρόνο μέλλοντα ή σε Προστακτική ή αν είναι δοξαστικό ή απρόσωπο ή αν έχουμε ρηματικό επίθετο. Ασφαλής απόδειξη είναι το νόημα: η λογική συνάφεια μετοχής και ρήματος Οὐκ ἔστιν ἄρχειν μὴ διδόντα μισθὸν (Δημοσθ. Φιλιππικὸς Α 25.1) Ταῦτα μὲν μετρίως ποιῶν, πλείω δ ἂν ἐκεκτήμην (Λυσ. Ἀεροπαγιτικὸς 32.13) Τοὺς φίλους εὐεργετοῦντες καὶ τοὺς ἐχθροὺς δυνήσεσθε κολάζειν (Ξεν. Κύρου Παιδεία 8.7.28) Νῦν δ ἔξεστί σοι μεθ ἡμῶν γενομένῳ ζῆν καρπούμενον τὰ σαυτοῦ (Ξεν. Ἑλληνικὰ 4.1.35) Ἆρα βιωτὸν ἡμῖν ἐστιν διεφθαρμένου τοῦ σώματος;; (Πλάτ. Κρίτων 47e). ΑΝΑΛΥΣΗ ΥΠΟΘΕΤΙΚΗΣ ΜΕΤΟΧΗΣ Ο υποθετικός λόγος του οποίου η υπόθεση βρίσκεται σε υποθετική ή χρονικοϋποθετική μετοχή λέγεται συνεπτυγμένος. Οι μετοχές αυτές αναλύονται σε υποθετικές προτάσεις, που με την απόδοση δηλώνουν όλα τα είδη των υποθετικών λόγων. Η μορφή της υπόθεσης εξαρτάται από την απόδοση, το νόημα της πρότασης και τον τρόπο εκφοράς των υποθετικών λόγων. Συνεπώς έχουμε: εἰ + Οριστική πραγματικό ή αντίθετο του πραγματικού εἰ + Ευκτική απλή σκέψη ή αόριστη επανάληψη στο παρελθόν ἐάν, ἄν, ἢν + Υποτακτική προσδοκώμενο ή αόριστη επανάληψη στο παρόνμέλλον ὅταν, ὁπόταν, ἐπάν, ἐπειδὰν + Υποτακτική εκφράζει εκτός από προϋπόθεση και χρόνο (χρονικοϋποθετική μετοχή) ὅτε, ὁπότε + Ευκτική επαναληπτική (χρονικοϋποθετική μετοχή) Τοῦτ ἔχων ἅπαντ ἔχω (= εἰ τοῦτ ἔχω) (πραγματικό) (Σοφ. Ἀντιγόνη 498) Οὐκ ἄν ποτε ἀδικεῖν ἐπιχειρῶν τὰ δύο μέρη τῆς οὐσίας ἀπέδωκεν (= εἰ ἐπεχείρει ἀδικεῖν) (αντίθετο του πραγματικού) (Ισοκρ. Πρὸς Εὐθύνουν 16.3, με τροποποιήσεις) Ἡμεῖς οἰόμεθα πλείονος ἂν ἄξιοι εἶναι φίλοι ἔχοντες τὰ ὅπλα ἢ παραδόντες ἄλλῳ (= εἰ ἔχοιμεν, εἰ παραδοῖμεν) (απλή σκέψη) (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 2.1.20) Τὰ ὄρνεα γευσάμενα διεφθείρετο (= εἰ γεύσαιντο) (αόριστη επανάληψη στο παρελθόν) (Θουκ. Ἱστορία 2.50.1) Δίκαια δράσας συμμάχους ἕξεις θεοὺς (=ἐὰν δράσῃς) (προσδοκώμενο) (Μέν. Γνῶμαι Μονόστιχοι 126) 159

ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΛΕΝΤΖΙΟΥ Μίσει τοὺς κολακεύοντας ὥσπερ τοὺς ἐξαπατῶντας ἀμφότεροι γὰρ πιστευθέντες τοὺς πιστεύσαντας ἀδικοῦσιν (= ἐὰν πιστευθῶσιν) (αόριστη επανάληψη στο παρόν μέλλον) (Ισοκρ. Πρὸς Εὐθύνουν 30). ΤΕΛΙΚΗ ΜΕΤΟΧΗ Δηλώνει σκοπό (τελικό αίτιο), δηλαδή τον στόχο στον οποίο αποβλέπει η ενέργεια του υποκειμένου του προσδιοριζομένου ρήματος. Απαντά σε χρόνο μέλλοντα, σπάνια όμως και σε ενεστώτα με ρήματα κίνησης: ἔρχομαι, ἥκω, πλέω, πέμπω κ.ά., όταν δηλώνεται άμεση πραγματοποίηση του σκοπού. Μετάφραση: «για να, με σκοπό να, με την πρόθεση να, να» + ρήμα. Εξαρτάται από ρήματα που δηλώνουν κίνηση ή σκόπιμη ενέργεια, δράση, εκλογή, προσφορά κ.ά. Ενίοτε συνοδεύεται από το ὡς εκφράζει υποκειμενική γνώμη και εξαρτάται συνήθως από ρήματα σκόπιμης ενέργειας. Μεταφράζεται: «με την πρόθεση να» Προπέμψαντες κήρυκες πόλεμον προεροῦντα (Θουκ. Ἱστορία 1.29.1) Παρῆσαν οἱ Θηβαῖοι λέγοντες (σε ενεστώτα) (Ξεν. Ἑλληνικὰ 5.1.33) Προσβολὰς παρεσκευάζοντο τῷ τείχει ποιησόμενοι (Θουκ. Ἱστορία 2.18.1) Τριήρεις ἐπλήρου, ὡς βοηθήσων κατὰ θάλατταν (Ξεν. Ἑλληνικὰ 6.4.21) ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΕΛΙΚΗΣ ΜΕΤΟΧΗΣ Η τελική μετοχή αναλύεται σε τελική πρόταση ως εξής: ἵνα, ὅπως, ὡς + Υποτακτική ενεστώτα (σπάνια) ο σκοπός έχει διάρκεια, ή ἵνα, ὅπως, ὡς + Υποτακτική αορίστου ο σκοπός είναι στιγμιαίος, ή ἵνα, ὅπως, ὡς + Ευκτική πλαγίου λόγου μετά από ρήμα ιστορικού χρόνου ἔρχονται γράμματα μαθησόμενοι (= ἵνα μανθάνωσι / μάθωσι) (Ξεν. Κύρου Παιδεία 1.2.6) Οὗτος ἥκει ἀμφισβητήσων (= ἵνα ἀμφισβητήσῃ) (Λυσ. Ὑπὲρ Αδυνάτου 14.34) Ἔβαινον κατοψόμενοι τοὺς πολεμίους (= ἵνα κατίδωσιν / κατόψοιντο / κατίδοιεν) (Αρριαν. Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις 4.30.6, με τροποποιήσεις). ΕΝΑΝΤΙΩΜΑΤΙΚΗ ΜΕΤΟΧΗ Δηλώνει εναντίωση ή παραχώρηση προς εκείνο που εκφράζει το ρήμα ή ο ρηματικός τύπος, τον οποίο προσδιορίζει. Απαντά σε κάθε χρόνο εκτός από μέλλοντα. Μετάφραση: «αν και, και αν, μολονότι, έστω και αν, παρόλο που» + ρήμα. Η σημασία της εναντιωματικής μετοχής γίνεται σαφέστερη όταν συνοδεύεται από τα καὶ (= καὶ ταῦτα) (= και μάλιστα), καίπερ, καίτοι και όταν υπάρχει άρνηση από τα οὐδέ, μηδέ επίσης όταν το ρήμα της πρότασης συνοδεύεται από τα ὅμως, ἀλλ ὅμως, ἀλλὰ καί, εἶτα, ἔπειτα, κἆτα Ὁ γραμμάτων ἄπειρος οὐ βλέπει βλέπων (: εἰ καὶ βλέπει) (Μέν. Γνῶμαι Μονόστιχοι 586) Νεώτερος ὢν παρελήλυθα συμβουλεύσων (Ισοκρ. Ἀρχίδαμος 1.5) Ἱκανά μοι νομίζω εἰρῆσθαι, καίτοι πολλά γε παραλιπὼν (Λυσ. Κατὰ Φίλωνος 34.12) 160

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΙΙ Ἀθηναῖοι καὶ οὐ μεταλαβόντες τοῦ χρυσίου ὅμως πρόθυμοι ἦσαν εἰς τὸν πόλεμον (Ξεν. Ἑλληνικὰ 3.5.2). ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΝΑΝΤΙΩΜΑΤΙΚΗΣ ΜΕΤΟΧΗΣ Η εναντιωματική μετοχή αναλύεται σε εναντιωματική πρόταση ως εξής: εἰ καὶ + Οριστική ή Ευκτική ἐὰν / ἂν καὶ + Υποτακτική η εναντίωση ή η παραχώρηση γίνεται προς κάτι το πραγματικό καὶ εἰ + Οριστική ή Ευκτική καὶ ἂν / κἂν + Υποτακτική η εναντίωση ή η παραχώρηση γίνεται προς κάτι το μη πραγματικό, το αδύνατο ή απίθανο ή το ενδεχόμενο οὐδ εἰ + Οριστική ή Ευκτική oὐδ ἐάν, μήδ ἐὰν + Υποτακτική η εναντίωση ή η παραχώρηση γίνεται προς κάτι το μη πραγματικό, το αδύνατο ή απίθανο ή το ενδεχόμενο, αλλά η πρόταση στην οποία ανήκει η μετοχή έχει άρνηση. Η εναντιωματική μετοχή σχηματίζει εναντιωματικό υποθετικό λόγο, όπως και η υποθετική μετοχή, ανάλογη με την απόδοση Πολλοὶ ὄντες εὐγενεῖς εἰσι κακοὶ (: εἰ καί εἰσι εὐγενεῖς) (Ευρ. Ἡλέκτρα 538) Καὶ ἀποστάσα ἡ πόλις ἔλθοι ἂν εἰς σύμβασιν (: καὶ εἰ ἀποσταίη) (Θουκ. Ἱστορία 3.46.2) Καὶ ἀνεπιστήμονες ἔτι ὄντες ἀπετολμήσαμεν (: εἰ καὶ ἀνεπιστήμονες ἦμεν) (Θουκ. Ἱστορία 7.67.1) Τὸν Ὀρόνταν καὶ τότε προσεκύνησαν καίπερ εἰδότες ὅτι ἐπὶ θάνατον ἄγοιτο (: εἰ καὶ ᾔδεσαν) (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 1.6.10). ΤΡΟΠΙΚΗ ΜΕΤΟΧΗ Εκφράζει τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η πράξη του προσδιοριζομένου ρήματος. Απαντά σε όλους τους χρόνους εκτός από μέλλοντα, κυρίως όμως σε ενεστώτα. Δέχεται άρνηση οὐ και σπάνια μή. Μετάφραση: με μετοχή (ο/ώντας, μένος), με το «να» + ρήμα, με επίρρημα, με εμπρόθετο, ρήμα + «και», «χωρίς να» + ρήμα όταν υπάρχει άρνηση εἰσί τινες οἳ λῃζόμενοι ζῶσιν (= υπάρχουν κάποιοι που ζουν ληστεύοντας / με το να ληστεύουν / ληστρικά / ληστεύουν και ζουν / ζουν με τη ληστεία) Οὐ πάσχοντες εὖ, ἀλλὰ δρῶντες κτώμεθα τοὺς φίλους (Θουκ. Ἱστορία 2.40.4) Οὕτω διεκείμεθα, τοτὲ μὲν γελῶντες, ἐνίοτε δὲ δακρύοντες (Πλάτ. Φαίδων 59a) Ἀπῆλθον οὐδὲν ἀποκρινάμενοι (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 2.5.42) Οἱ Θηβαῖοι ἀνεχώρησαν ἐκ τῆς γῆς οὐδὲν ἀδικήσαντες (Θουκ. Ἱστορία 2.5.7). Τροπικές είναι οι μετοχές ἄγων, ἔχων, φέρων, λαβὼν + αιτιατική, χρώμενος + δοτική με ρήματα κινήσεως σημαντικά και μπορούν να μεταφράζονται με ένα απλό «με» Ἧκε Μένων ὁπλίτας ἔχων χιλίους (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 1.2.6) Ἐγὼ δὲ Πείσωνα ἠρώτων εἰ βούλοιτό με σῶσαι χρήματα λαβὼν (Λυσ. Κατὰ Ἐρατοσθένους 8.5) Παρεκελεύοντο κραυγῇ οὐκ ὀλίγῃ χρώμενοι (Θουκ. Ἱστορία 7.44.4) 161

ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΛΕΝΤΖΙΟΥ Ορισμένες τροπικές μετοχές έχουν λάβει ειδική σημασία και αποδίδονται με τροπικά επιρρήματα ή εμπρόθετα: ἀνύσας = γρήγορα διατεινάμενος = με όλη τη δύναμη ἑλὼν = δια της βίας, βίαια κλαίων = με θλίψη λαθὼν = κρυφά, ύπουλα προσκείμενος = πιεστικά φέρων = βιαστικά / φερόμενος = με ορμή φθάσας = εκ των προτέρων, έγκαιρα χαίρων = με χαρά, ατιμωρητί Σάλαιθος διαλαθὼν ἐσέρχεται ἐς τὴν Μυτιλήνην (Θουκ. Ἱστορία 3.25.1) Τοῦτον οὐδεὶς χαίρων ἀδικήσει (Πλάτ. Γοργίας 510d) Ἐσέπεσον φερόμενοι εἰς τοὺς Ἕλληνας οἱ Μῆδοι (Ηρόδ. Ἱστορίαι 7.210.6) Ὁ Ἀλκιβιάδης προσκείμενος ἐδίδασκε τὴν Δεκέλειαν (Θουκ. Ἱστορία 7.18.1). ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΤΟΧΗ Εκφράζει την αιτία της ενέργειας του προσδιοριζομένου ρηματικού τύπου (αναγκαστικό αίτιο). Απαντά σε κάθε χρόνο, αλλά σπάνια σε μέλλοντα και πολύ συχνά προσδιορίζει ρήματα ψυχικού πάθους. Αιτιολογική είναι συνήθως η μετοχή: α) των δοξαστικών ρημάτων (οἴομαι, ἡγοῦμαι, νομίζω, δοκῶ κ.ά.), β) των γνωστικών και αισθητικών ρημάτων (γιγνώσκω, οἶδα, ἐννοῶ, ὁρῶ, αἰσθάνομαι κ.ά.), γ) των δικανικών ρημάτων, δ) των ρημάτων ψυχικού πάθους (χαίρω, ἄχθομαι, ἥδομαι, αἰσχύνομαι κ.ά.), όταν δηλώνει πράξη προτερόχρονη σε σχέση με το ρήμα που προσδιορίζει. Κάποτε τίθεται ως επεξήγηση στα εμπρόθετα διὰ τοῦτο, διὰ ταῦτα, ἕνεκα τούτου, ἐκ τούτου, τα οποία προηγούνται της μετοχής. Εκφράζει: α) αντικειμενική αιτιολογία αιτιολογία που θεωρείται πραγματική από τον ομιλητή: χωρίς μόριο ή με τα ἅτε (δή), οἷα (δή), οἷον (δή) + μετοχή. Μετάφραση: «επειδή πράγματι, διότι, λόγω του ότι, αφού, στη στιγμή που, μια και, σαν» Ὀλεῖσθε ἠδικηκότες τὸν ἄνδρα τόνδε (Σοφ. Φιλοκτήτης 10351036) Κῦρος ἅτε παῖς ὢν ἥδετο τῇ στολῇ (Ξεν. Κύρου Παιδεία 1.3.3) Οἷον διὰ χρόνου ἀφιγμένος ἀσμένως ᾖα (Πλάτ. Χαρμίδης 153a). β) υποκειμενική αιτιολογία αιτιολογία που ισχύει κατά την άποψη του υποκειμένου του ρήματος: ὡς + μετοχή = διότι τάχα, διότι δήθεν, με την ιδέα ότι, με τη σκέψη ότι, με τον ισχυρισμό ότι, σαν (να) Ἀμφότεροι τροπαῖον ὡς νενικηκότες ἐστήσαντο (Ξεν. Ἑλληνικὰ 7.5.26) Τὸν Περικλέα ἐν αἰτίᾳ εἶχον ὡς πείσαντα σφᾶς πολεμεῖν (Θουκ. Ἱστορία 2.59.2). γ) υποθετική αιτιολογία η αιτιολογία δεν είναι πραγματική, αλλά λαμβάνεται ως προϋπόθεση ισχύος της πράξης του ρήματος: ὥσπερ + μετοχή = σαν να, λες και, θαρρείς και Ὠρχοῦντο ὥσπερ ἄλλοις ἐπιδεικνύμενοι (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 5.4.34) 162

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΙΙ Τῶν δ ἀδελφῶν ἀμελοῦσιν, ὥσπερ ἐκ πολιτῶν μὲν γιγνομένους φίλους, ἐξ ἀδελφῶν δὲ οὐ γιγνομένους (Ξεν. Ἀπομνημονεύματα 2.3.3). Το ερωτηματικό τί τίθεται μπροστά στην αιτιολογική μετοχή για να δηλώσει έκπληξη ή αποδοκιμασία. Συνηθισμένες εκφράσεις είναι οι εξής: τί βουλόμενος, τί παθών, τί μαθών;; (= γιατί) Τί βουλόμενος πείθω ὑμᾶς;; (Ισοκρ. Ἀεροπαγιτικὸς 71.13) Τί οὖν μαθόντες ἐμαρτυρεῖθ ὑμεῖς;; (Δημοσθ. Κατὰ Στεφάνου 38.12) Τί παθόντες λελάσμεθα;; (Ομ. Ἰλιὰς 11.313) ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΜΕΤΟΧΗΣ Η αιτιολογική μετοχή αναλύεται σε δευτερεύουσα αιτιολογική πρόταση με τους εξής τρόπους: Όταν δηλώνει πραγματική αιτιολογία, εισάγεται με τους συνδέσμους ἐπεί, ἐπειδή, ὅτι, διότι (και κυρίως με το ὅτι, όταν εξαρτάται από ρήμα ψυχικού πάθους) + Οριστική ή Ευκτική του πλαγίου λόγου και σπάνια δυνητική Οριστική ή δυνητική Ευκτική. Όταν δηλώνει υποκειμενική αιτιολογία, εισάγεται με τον σύνδεσμο ὡς + Οριστική ή Ευκτική του πλαγίου λόγου Τισσαφέρνης ἐπιορκήσας πολεμίους τοὺς θεοὺς ἐκτήσατο (= ἐπειδὴ ἐπιώρκησε) (Ξεν. Ἑλληνικὰ 3.4.11) Λακεδαιμόνιοι ἦλθον πρεσβείᾳ ἥδιον ἂν ὁρῶντες (= ἐπεὶ ὁρῷεν ἂν ἥδιον) (Θουκ. Ἱστορία 1.90.12) Ἀμφότεροι τροπαῖον ἔστησαν ὡς νενικηκότες (= ὡς ἐνενικήκεσαν ή ὡς νενικηκότες εἶεν) (Ξεν. Ἑλληνικὰ 7.5.26). ΤΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΜΕΤΟΧΗΣ Η επιρρηματική μετοχή είναι συνημμένη ή απόλυτη και συμφωνεί με το υποκείμενό της σε γένος, αριθμό και πτώση. Οι επιθετικές και οι κατηγορηματικές μετοχές είναι πάντα συνημμένες, καθώς αναφέρονται σε όρο της πρότασης. Οι επιρρηματικές μετοχές είναι άλλοτε συνημμένες κι άλλοτε απόλυτες, εκτός από τις τελικές που είναι πάντα συνημμένες, γιατί το υποκείμενό τους είναι ίδιο με το υποκείμενο του ρήματος. Οι μετοχές των απρόσωπων ρημάτων είναι πάντα απόλυτες. Πολύ σπάνια απαντά απόλυτη κατηγορηματική μετοχή απρόσωπου ρήματος. Α) Συνημμένη: λέγεται η μετοχή της οποίας το υποκείμενο είναι όρος της πρότασης, έχει δηλαδή κι άλλη συντακτική θέση μέσα στην πρόταση που ανήκει η μετοχή (υποκείμενο του ρήματος, αντικείμενο, δοτική προσωπική, υποκείμενο του απαρεμφάτου) Κῦρος συλλέξας στράτευμα ἐπολιόρκει Μίλητον (Κῦρος: υποκείμενο ρήματος και μετοχής) (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 1.1.7) Ἐπέκειντο (Ἀθηναῖοι) Συρακοσίοις ἀναχωροῦσι (Συρακοσίοις: αντικείμενο ρήματος και υποκείμενο μετοχής) 163

ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΛΕΝΤΖΙΟΥ Ἔδοξεν αὐτοῖς συσκευασμένοις ἀναχωρεῖν (αὐτοῖς: δοτική προσωπική και υποκείμενο μετοχής). Β) Απόλυτη: λέγεται η μετοχή της οποίας το υποκείμενο δεν είναι άλλος όρος της πρότασης, αλλά αποκλειστικά και μόνο υποκείμενο της μετοχής. Βρίσκεται σε πτώση γενική (γενική απόλυτη), σε αιτιατική (αιτιατική απόλυτη) και σε ονομαστική (ονομαστική απόλυτη). Σπάνια και σε δοτική (δοτική απόλυτη) Καταστάσης τῆς ἐκκλησίας ἐς ἀντιλογίαν ἦλθον (Θουκ. Ἱστορία 1.31.4) Βοηθησάντων ὑμῶν προθύμως πόλιν προσλήψεσθε (Θουκ. Ἱστορία 3.13.7). Γενική απόλυτη: είναι η απόλυτη μετοχή των προσωπικών ρημάτων που τίθεται σε πτώση γενική. Η μετοχή έχει δικό της υποκείμενο, που δεν ανήκει στην πρόταση ως κύριος όρος της και μπαίνει σε πτώση γενική μαζί με το υποκείμενό της. Η γενική απόλυτη μπορεί να είναι κάθε επιρρηματική μετοχή, εκτός της τελικής Δοξάντων τούτων ἐκπέμπουσιν οἱ Λακεδαιμόνιοι Εὐδαμίδαν (Ξεν. Ἑλληνικὰ 5.2.24) Παρήγγειλεν αὐτοῖς παρασκευάζεσθαι ὡς μάχης ἐσομένης (Ξεν. Ἑλληνικὰ 7.5.20). Αιτιατική απόλυτη: είναι η μετοχή των απρόσωπων ρημάτων και εκφράσεων που τίθεται σε πτώση αιτιατική ουδετέρου γένους και ενικού αριθμού. Η αιτιατική απόλυτη είναι συνήθως εναντιωματική και πιο σπάνια αιτιολογική, υποθετική ή χρονική μετοχή και αναλύεται στις αντίστοιχες δευτερεύουσες επιρρηματικές προτάσεις. Στις απρόσωπες μετοχές υποκείμενο είναι απαρέμφατο. Κάποιες φορές απαντά και αιτιατική απόλυτη προσωπικών ρημάτων σε κάθε γένος και αριθμό, αλλά συνοδεύεται κανονικά από το ὡς που εκφράζει υποκειμενική αιτιολογία (= γιατί τάχα, γιατί δήθεν, με την ιδέα ότι ), ή ὥσπερ που εκφράζει ψευδή υποθετική αιτιολογία (= σα να ) ἐξὸν (ἔξεστι) ὂν (ἐστίν) δέον (δεῖ) παρὸν (πάρεστι) μέλον (μέλει) χρεὼν (χρή) παρασχὸν (παρέχει) εἰρημένον (εἴρηται) γεγραμμένον (γέγραπται) Συνηθέστερες αιτιατικές απόλυτες δεδογμένον (δοκεῖ) τυχὸν (τυγχάνει) προσῆκον (προσήκει) πρέπον (πρέπει) μεταμέλον (μεταμέλει) δοκοῦν (δοκεῖ) δόξαν δόξαντα ὑπάρχον (ὑπάρχει) μετὸν (μέτεστι) προσταχθὲν (προστάττεται) δυνατὸν ὂν (δυνατόν ἐστιν) οἷόν τ ὂν (οἷόν τ ἐστιν) ῥᾴδιον ὂν (ῥᾴδιόν ἐστιν) ἄδηλον ὂν (ἄδηλόν ἐστιν) αἰσχρὸν ὂν (αἰσχρόν ἐστιν) δίκαιον ὂν (δίκαιόν ἐστιν) ἀδύνατον ὂν (ἀδύνατόν ἐστιν) οὕτως ἔχον (οὕτως ἔχει) Σημείωση: α) Οι αιτιατικές δόξαν δόξαντα παίρνουν κατ εξαίρεση υποκείμενο αντωνυμία ουδετέρου γένους και πληθυντικού αριθμού. β) Οι παραπάνω αιτιατικές, όταν είναι κατηγορηματικές μετοχές, δεν είναι απόλυτες Σὲ οὐχὶ ἐσώσαμεν οἷόν τε ὂν (Πλάτ. Κρίτων 46a) Καλῶς ὑπάρχον ὑμῖν πολεμεῖν μὴ μέλλετε (Θουκ. Ἱστορία 1.124.1) Φίλους κτῶνται ὡς βοηθῶν δεόμενοι, τῶν δ ἀδελφῶν ἀμελοῦσιν, ὥσπερ ἐκ πολιτῶν μὲν γιγνομένους φίλους, ἐξ ἀδελφῶν δὲ οὐ γιγνομένους (Ξεν. Ἀπομνημονεύματα 2.3.3) (αιτιατική απόλυτη προσωπικού ρήματος) Δόξαντα δὲ ταῦτα τὰ στρατεύματα ἀπῆλθε (Ξεν. Ἑλληνικὰ 3.2.19). 164

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΙΙ Ανακολουθίες μετοχικής σύνταξης α) Σπάνια τίθεται απόλυτη επιρρηματική μετοχή προσωπικού ρήματος σε ονομαστική απόλυτη αντί της γενικής απόλυτης Ἐνταῦθα μαχόμενοι καὶ βασιλεὺς καὶ Κῦρος, Κτησίας λέγει (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 1.8.27). β) Κάποτε βρίσκουμε ονομαστική συνημμένης μετοχής, ανακόλουθα προς το υποκείμενό της το οποίο βρίσκεται σε γενική, δοτική ή αιτιατική πτώση Ἀποβλέψας πρὸς τὸν στόλον ἔδοξέ μοι πάγκαλος εἶναι (αντί ἀποβλέψαντι) (Πλάτ. Νόμοι 686d). γ) Σπανιότατα σε δοτική απόλυτη τίθεται η μετοχή προσωπικού ρήματος αντί της γενικής απόλυτης Ξενοφῶντι πορευομένῳ οἱ ἱππεῖς ἐντυγχάνουσι πρεσβύταις (αντί Ξενοφῶντος πορευομένου) (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 6.3.10.24). δ) Κάποιες φορές απαντά γενική συνημμένης μετοχής που τίθεται σε γενική πτώση, διαφορετική από το υποκείμενό της Βοηθησάντων δὲ ὑμῶν προθύμως τὴν πόλιν προσλήψεσθε (αντί βοηθήσαντες ὑμεῖς) (Θουκ. Ἱστορία 3.13.7). ΔΥΝΗΤΙΚΗ ΜΕΤΟΧΗ Δυνητική λέγεται η μετοχή που συνοδεύεται από το δυνητικό μόριο ἄν. Δυνητική μπορεί να είναι η επιθετική, η κατηγορηματική και η επιρρηματική μετοχή (εκτός από την τελική) και ισοδυναμεί με δυνητική Οριστική ή με δυνητική Ευκτική, ανάλογα με την ιδιαίτερη σημασία της. Η δυνητική μετοχή βρίσκεται σε κάθε χρόνο εκτός από μέλλοντα. Μεταφράζεται ως μετοχή (ανάλογα με το είδος της) και ως δυνητική έγκλιση Οὔτε ὄντα οὔτ ἂν γενόμενα λογοποιοῦσι (= οὔτ ἂν γένοιτο) (Θουκ. Ἱστορία 6.38.2) Εὖ δ ἴσθι μηδὲν ἄν με τούτων ἐπιχειρήσαντα, εἰ δυναστείαν μόνον καὶ πλοῦτον ἑώρων ἐξ αὐτῶν γενησόμενον (= ὅτι ἐπεχείρησα ἄν) (Ισοκρ. Φίλιππος 133.13). ΣΥΝΔΕΣΗ ΜΕΤΟΧΩΝ Όταν σε μια πρόταση υπάρχουν δύο ή περισσότερες μετοχές, συνεκφέρονται με τους εξής τρόπους: α) Όταν είναι ομοειδείς και προσδιορίζουν την ίδια λέξη: συνδέονται παρατακτικά οὗτοι προσελθόντες καὶ καλέσαντες τοὺς τῶν Ἑλλήνων ἄρχοντας λέγουσιν (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 2.1.8) τίθενται ασύνδετα για έμφαση και ζωηρότητα Ἡμεῖς σε γεννήσαντες, ἐκθρέψαντες παιδεύσαντες, μεταδόντες ἁπάντων, ὅμως προαγορεύομεν ἐξεῖναι ἀπιέναι (Πλάτ. Κρίτων 51cd). β) Όταν είναι ετεροειδείς, όταν προσδιορίζει η μία την άλλη, όταν είναι όμοιες και δεν προσδιορίζουν την ίδια λέξη, τίθενται ασύνδετα Προϊόντες λελήθαμεν εἰς τὸ μέσον ἀμφοτέρων πεπτωκότες (χρονική κατηγορηματική) (Πλάτ. Θεαίτητος 180e) Κῦρος ὑπολαβὼν τοὺς φεύγοντας συλλέξας στράτευμα ἐπολιόρκει Μίλητον (Ξεν. Κύρου Ἀνάβασις 1.1.7) 165

ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΛΕΝΤΖΙΟΥ Δημοσθένης Νικίᾳ προσελθὼν γνώμην ἐποιεῖτο πληρώσαντας ἔτι τὰς λοιπὰς τῶν νεῶν βιάσασθαι ἅμα ἕῳ τὸν ἔκπλουν (Θουκ. Ἱστορία 7.72.3). Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΦΩΝΗΕΝΤΟΛΗΚΤΑ ΡΗΜΑΤΑ ΣΕ ΜΙ Τα φωνηεντόληκτα ρήματα σε μι κανονικά σχηματίζουν το θέμα του ενεστώτα (και του παρατατικού) από το ρηματικό θέμα, αφού προστεθεί στην αρχή ο ενεστωτικός αναδιπλασιασμός, δηλαδή η επανάληψη του αρχικού συμφώνου του ρηματικού θέματος μαζί με ένα ι: (ρ. θ. στη, σίστημι =) ἵστημι (= στήνω) (ρ. θ. θη, θίθημι =) τίθημι (= θέτω) (ρ. θ. jη, jιjημι =) ἵημι (= ρίχνω) (ρ. θ. δω, δίδωμι =) δίδωμι (= δίνω) Τα φωνηεντόληκτα ρήματα σε μι γενικά, όπως και τα συμφωνόληκτα, διαφέρουν από τα ρήματα σε ω κατά το σχηματισμό του ενεστώτα και του παρατατικού της ενεργητικής και μέσης φωνής. Αλλά τέσσερα μόνο φωνηεντόληκτα σε μι, δηλαδή τα ρήματα ἵστημι, τίθημι, ἵημι, δίδωμι, διαφέρουν από τα ρήματα σε ω κατά το σχηματισμό του β αορίστου. Τα τέσσερα αυτά ρήματα στους χρόνους αυτούς, δηλαδή στον ενεστώτα, τον παρατατικό και τον αόριστο β, κλίνονται κατά τον ακόλουθο τρόπο: Παράδειγμα κλίσης φωνηεντόληκτων σε μι ρημάτων (Φωνηεντόληκτα Β Συζυγίας) Οριστική Ενεστώτας Παρατατικός Ενεργητική Φωνή Ενεστώτας και Παρατατικός ἵημι ἵης (ἱεῖς) ἵησι ἵεμεν ἵετε ἱᾶσι τιθέασι ἵστημι ἵστης ἵστησι ἵστᾰμεν ἵστᾰτε ἱστᾶσι ἵστατον ἵστατον ἵστην ἵστης ἵστη ἵστᾰμεν ἵστᾰτε ἵστᾰσαν ἵστατον ἵστάτην ἵετον ἵετον ἵην ἵεις ἵει ἵεμεν ἵετε ἵεσαν ἵετον ἱέτην τίθημι τίθης(τιθεῖς) τίθησι τίθεμεν τίθετε τίθετον τίθετον ἐτίθην ἐτίθεις ἐτίθει ἐτίθεμεν ἐτίθετε ἐτίθεσαν ἐτίθετον ἐτιθέτην δίδωμι δίδως δίδωσι δίδομεν δίδοτε διδόασι δίδοτον δίδοτον ἐδίδουν ἐδίδους ἐδίδου ἐδίδομεν ἐδίδοτε ἐδίδοσαν ἐδίδοτον ἐδιδότην 166

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΙΙ 167 Υποτακτική Ενεστώτας ἱστῶ ἱστῇς ἱστῇ ἱστῶμεν ἱστῆτε ἱστῶσι ἱῶ ἱῇς ἱῇ ἱῶμεν ἱῆτε ἱῶσι τιθῶ τιθῇς τιθῇ τιθῶμεν τιθῆτε τιθῶσι διδῶ διδῷς διδῷ διδῶμεν διδῶτε διδῶσι ἱστῆτον ἱστῆτον ἱῆτον ἱῆτον τιθῆτον τιθῆτον διδῶτον διδῶτον Ευτκική Ενστώτας ἱσταίην ἱσταίης ἱσταίη ἱσταίημεν/ αῖμεν ἱσταίητε/ αῖτε ἱσταίησαν/ αῖεν ἱείην ἱείης ἱείη ἱείημεν/ ἱεῖμεν ἱείητε/ ἱεῖτε ἱείησαν/ ἱεῖεν τιθείην τιθείης τιθείη τιθείημεν/ εῖμεν τιθείητε/ εῖτε τιθείησαν/ εῖεν διδοίην διδοίης διδοίη διδοίημεν/ οῖμεν διδοίητε/ οῖτε διδοίησαν/ οῖεν ἱσταῖτον ἱσταίτην ἱεῖτον ἱείτην τιθεῖτον τιθείτην διδοῖτον διδοίτην Προστακτική Ενεστώτας ἵστη ἱστάτω ἵστατε ἱστάντων/ ἱστάτωσαν ἵει ἱέτω ἵετε ἱέντων/ ἱέτωσαν τίθει τιθέτω τίθετε τιθέντων / τιθέτωσαν δίδου διδότω δίδοτε διδόντων/ διδότωσαν ἵστατον ἱστάτων ἵετον ἱέτων τίθετον τιθέτων δίδοτον διδότων Απαρ. Ενεστ ἱστάναι ἱέναι τιθέναι διδόναι Μετοχή Ενεστ. ἱστὰς ἱστᾶσα ἱστὰν ἱεὶς ἱεῖσα ἱὲν τιθεὶς τιθεῖσα τιθὲν διδοὺς διδοῦσα διδὸν Αόριστος Β Οριστική ἧκα ἧκας ἧκε εἷμεν εἷτε εἷσαν ἔθηκα ἔθηκας ἔθηκε ἔθεμεν ἔθετε ἔθεσαν ἔδωκα ἔδωκας ἔδωκε ἔδομεν ἔδοτε ἔδοσαν

ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΛΕΝΤΖΙΟΥ Υποτακτική Ευκτική Προστακτική εἷτον εἵτην ὧ ᾗς ᾗ ὧμεν ἧτε ὧσι ἧτον ἧτον εἵην εἵης εἵη εἵημεν / εἷμεν εἵητε / εἷτε εἵησαν / εἷεν εἷτον εἵτην ἓς ἕτω ἕτε ἕντων ή ἕτωσαν ἕτον ἕτων ἔθετον ἐθέτην θῶ θῇς θῇ θῶμεν θῆτε θῶσι θῆτον θῆτον θείην θείης θείη θείημεν/θεῖμεν θείητε/θεῖτε θείησαν/θεῖεν θεῖτον θείτην θὲς θέτω θέτε θέντων ή θέτωσαν θέτον θέτων ἔδοτον ἐδότην δῶ δῷς δῷ δῶμεν δῶτε δῶσι δῶτον δῶτον δοίην δοίης δοίη δοίημεν/οῖμεν δοίητε/οῖτε δοίησαν/οῖεν δοῖτον δοίτην δὸς δότω δότε δόντων/δότωσαν δότων δότων Απαρ. εἷναι θεῖναι δοῦναι Μετοχή εἳς εἷσα ἓν θεὶς θεῖσα θὲν δοὺς δοῦσα δὸν Οριστική Ενεστώτας Μέση Φωνή Ενεστώτας και Παρατατικός ἵστᾰμαι ἵεμαι τίθεμαι ἵστασαι ἵεσαι τίθεσαι ἵσταται ἵεται τίθεται ἱστάμεθα ἱέμεθα τιθέμεθα ἵστασθε ἵεσθε τίθεσθε ἵστανται ἵενται τίθενται δίδομαι δίδοσαι δίδοται διδόμεθα δίδοσθε δίδονται 168

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΙΙ 169 ἵστασθον ἵστασθον ἵεσθον ἵεσθον τίθεσθον τίθεσθον δίδοσθον δίδοσθον Παρατατικός ἱστάμην ἵστασο ἵστατο ἱστάμεθα ἵστασθε ἵσταντο ἱέμην ἵεσο ἵετο ἱέμεθα ἵεσθε ἵεντο ἐτιθέμην ἐτίθεσο ἐτίθετο ἐτιθέμεθα ἐτίθεσθε ἐτίθεντο ἐδιδόμην ἐδίδοσο ἐδίδοτο ἐδιδόμεθα ἐδίδοσθε ἐδίδοντο ἵστασθον ἱστάσθην ἵεσθον ἱέσθην ἐτίθεσθον ἐτιθέσθην ἐδίδοσθον ἐδιδόσθην Υποτακτική Ενεστώτας ἱστῶμαι ἱστῇ ἱστῆται ἱστώμεθα ἱστῆσθε ἱστῶνται ἱῶμαι ἱῇ ἱῆται ἱώμεθα ἱῆσθε ἱῶνται τιθῶμαι τιθῇ τιθῆται τιθώμεθα τιθῆσθε τιθῶνται διδῶμαι διδῷ διδῶται διδώμεθα διδῶσθε διδῶνται ἱστῆσθον ἱστῆσθον ἱῆσθον ἱῆσθον τιθῆσθον τιθῆσθον διδῶσθον διδῶσθον Ευτκική Ενστώτας ἱσταίμην ἱσταῖο ἱσταῖτο ἱσταίμεθα ἱσταῖσθε ἱσταῖντο ἱείμην ἱεῖο ἱεῖτο ἱείμεθα ἱεῖσθε ἱεῖντο τιθείμην τιθεῖο τιθεῖτο τιθείμεθα τιθεῖσθε τιθεῖντο διδοίμην διδοῖο διδοῖτο διδοίμεθα διδοῖσθε διδοῖντο ἱσταῖσθον ἱσταίσθην ἱεῖσθον ἱείσθην τιθεῖσθον τιθείσθην διδοῖσθον διδοίσθην Προστακτική Ενεστώτας ἵστᾰσο ἱστάσθω ἵστασθε ἱστάσθων/ ἱστάσθωσαν ἵεσο ἱέσθω ἵεσθε ἱέσθων/ ἱέσθωσαν τίθεσο τιθέσθω τίθεσθε τιθέσθων/ τιθέσθωσαν δίδοσο διδόσθω δίδοσθε διδόσθων/ διδόσθωσαν ἵστασθον ἱστάσθων ἵεσθον ἱέσθων τίθεσθον τιθέσθων δίδοσθον διδόσθων Απαρ. Ενεστ ἵστασθαι ἵεσθαι τίθεσθαι δίδοσθαι