Λ Ο Γ Ο Τ Ε Χ Ν Ι Α Σ Θ Ε Ω Ρ Η Τ Ι Κ Η Σ Κ Α Τ Ε Υ Θ Υ Ν Σ Η Σ Γ Λ Υ Κ Ε Ι Ο Υ Α. ΚΕΙΜΕΝΟ

Σχετικά έγγραφα
β) Στην περιγραφή της Μοσχούλας ενσωματώνονται επίθετα με μεταφυσικό περιεχόμενο, γεγονός που

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΩΝ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2013 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΚΑΙ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : Ν.ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (ΘΕΡΙΝΑ) ΣΕΙΡΑ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 17/02/2013. Κείμενο

ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Παπαδιαµάντη ο νεαρός βοσκός είναι το πρόσωπο που πρωταγωνιστεί στη σχέση του ανθρώπου µε τα ζώα και ο ίδιος είναι φτωχός, καθώς το κοπάδι ανήκει στο

Περικλέους Σταύρου Χαλκίδα Τ: & F: chalkida@diakrotima.gr W:

Β.1. Η αφήγηση διανθίζεται από πολλά εκφραστικά μέσα. Στο απόσπασμα αυτό χρησιμοποιούνται τα εξής:

Νέα Ελληνική Λογοτεχνία Α Λυκείου Κωδικός 4528 Ενότητα: «Παράδοση και μοντερνισμός στη νεοελληνική ποίηση»

χαμένο πρόβατο (απολωλός πρόβατον). ος σκύλος με το σκοινί), όπου δίνονται συμβουλές στους νέους για την αντιμετώπιση του σαρκικού πειρασμού.

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : Ν. ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (ΘΕΡΙΝΑ) ΣΕΙΡΑ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 17/02/2013 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑ Α

Γ ΛΤΚΕΙΟΤ ΛΟΓΟΣΕΧΝΙΑ ΚΑΣΕΤΘΤΝΗ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ «ΤΑ ΑΝΤΙΚΛΕΙΔΙΑ» Ἡ Ποίηση εἶναι μιά πόρτα ἀνοιχτή. Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ. Α1. Η επίδραση του Ευρωπαϊκού Ρομαντισμού είναι πρόδηλη στο έργο του

Ανακτήθηκε από την ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΚΛΙΜΑΚΑ edu.klimaka.gr ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 15 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2015 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ÈÅÌÁÔÁ 2007 ÏÅÖÅ. Α. ΚΕΙΜΕΝΟ ιονύσιο Σολωµό «Ο Κρητικό» Επαναληπτικά Θέµατα ΟΕΦΕ 2007

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ «ΟΝΕΙΡΟ ΣΤΟ ΚΥΜΑ»

ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ. Το κίνημα του ρομαντισμού κυριάρχησε στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

Εὐλογημένη ἡ ἐπιθυμία τοῦ πλούσιου νέου σήμερα νά

Οι συγγραφείς της Παλαιάς Διαθήκης: άνθρωποι εμπνευσμένοι από το Θεό.

Λ Ο Γ Ο Τ Ε Χ Ν Ι Α Θ Ε Ω Ρ Η Τ Ι Κ Η Σ Κ Α Τ Ε Υ Θ Υ Ν Σ Η Σ Γ Λ Υ Κ Ε Ι Ο Υ , Ο 166. Α. ΚΕΙΜΕΝΟ

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ «ΟΝΕΙΡΟ ΣΤΟ ΚΥΜΑ»

Ήµην ϖτωχόν βοσκόϖουλον εις τα όρη. εκαοκτώ ετών, και δεν ήξευρα

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ «Μόνο γιατί μ αγάπησες», Μαρία Πολυδούρη

Λ Ο Γ Ο Τ Ε Χ Ν Ι Α Σ Θ Ε Ω Ρ Η Τ Ι Κ Η Σ Κ Α Τ Ε Υ Θ Υ Ν Σ Η Σ Γ Λ Υ Κ Ε Ι Ο Υ Α. ΚΕΙΜΕΝΟ

Αναστασία Μπούτρου. Εργασία για το βιβλίο «Παπούτσια με φτερά»

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

Φροντιστήριο «ΕΠΙΛΟΓΗ» Ιατροπούλου 12 & σιδ. Σταθµού - Καλαµάτα τηλ.: & 96390

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 2004

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 2004

Χρήστος Τερζίδης: Δεν υπάρχει το συναίσθημα της αυτοθυσίας αν μιλάμε για πραγματικά όνειρα

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

μαθημα δεύτερο: Βασικοί ορισμοί και κανόνεσ 9 MAΘΗΜΑ ΤΡΙΤΟ: Το συναισθηματικό μας υπόβαθρο 16

Κυριακή 23 Ἰουνίου 2019.

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ: «Επι-σκέψεις στο εργαστήρι ενός ποιητή» Κώστας Καρυωτάκης- Μαρία Πολυδούρη

Κάιν καί Ἄβελ. ΜΑΘΗΜΑ 3ο. Γένεσις 4,1-15

ιονύσιος Σολωµός ( )

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ. Κείμενο: «Όνειρο στο κύμα» : Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Οδυσσέας Ελύτης: Η Μαρίνα των βράχων (Κ.Ν.Λ. Γ Λυκείου, σσ )

Όνειρο στο κύμα. Το έργο (γενικά)

Ρέας Γαλανάκη: «Η µεταµφίεση»

Η δικη μου μαργαριτα 1

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Φροντιστήρια Εν-τάξη Σελίδα 1 από 5

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ. στη Νεοελληνική Λογοτεχνία Γ Λυκείου


Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΕΡΕΤΡΙΑΣ ΑΙΩΝΙΟ ΦΩΣ

Α1. Ταυτίζεται ο αφηγητής με το συγγραφέα στο διήγημα αυτό; Στην απάντησή σας να σχολιάσετε τη φράση στο τέλος του διηγήματος (Δια την αντιγραφήν).

ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ Η ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ. «Μόνο γιατί µ αγάπησες» (Οι τρίλιες που σβήνουν, 1928, σελ σχολικού βιβλίου) ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

Α. ΚΕΙΜΕΝΟ: "Όνειρο στο κύμα", Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Απόσπασμα: Ἤμην πτωχόν βοσκόπουλον εἰς τά ὄρη Ὅλα ἐκεῖνα ἦσαν ἰδικά μου.

4. «Συγχρόνως µ εκυρίευσε και ο φόβος το ταλαίπωρον ζώον»: Να σχολιάσετε σε µια παράγραφο 100 περίπου λέξεων το παραπάνω χωρίο.

Kangourou Greek Competition 2014

ΠΡΟΛΟΓΟΣ: 1 η σκηνή: στίχοι 1-82

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Κυριακή 5 Μαΐου 2019.

Κυριακή 19 Μαΐου 2019.

4. ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἀσώτου.

Αποστολή Ιερουσαλήμ: Από εδώ ο Ιησούς ξεκίνησε την πορεία του για την είσοδό του στην Ιερουσαλήμ. (δείτε το βίντεο)

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΟΝΕΙΡΟ ΣΤΟ ΚΥΜΑ

Λογοτεχνία Γ Λυκείου Θεωρητικής Κατεύθυνσης Κείμενο: Γιώργος Παυλόπουλος «Τα αντικλείδια»

Παραινέσεις 1 ενός πατέρα του καιρού μας. Αγαπημένο μου παιδί,

Ὁ χορτασμός τῶν πεντακισχιλίων

Τζ. Τζόυς, «Έβελιν» (Ν.Ε.Λ. Β Λυκείου, Β11, σ. 248)

Παναγιώτης Γιαννόπουλος Σελίδα 1

Οδυσσέας Ελύτης: Ο Ύπνος των Γενναίων (Κ.Ν.Λ. Γ Λυκείου, σσ )

Κυριακή 28 Ἰουλίου 2019.

ΗΜΕΡΗΣΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΤΕΤΑΡΤΗ 20 ΜΑΪΟΥ 2009 ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Ρομαντισμός. Εργασία για το μάθημα της λογοτεχνίας Αραμπατζή Μαρία, Βάσιου Μαρίνα, Παραγιού Σοφία Σχολικό έτος Τμήμα Α1

Τίτσα Πιπίνου: «Οι ζωές μας είναι πολλές φορές σαν τα ξενοδοχεία..»

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

Εἰς τήν Κυριακήν τῶν Μυροφόρων.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

«Φυσική Αγωγή στο δημοτικό σχολείο. Πως βλέπουν το μάθημα οι μαθητές του σχολείου.»

Ποίηση. Ἡ ποίησή μας δημιουργεῖ τὴν ἐντύπωση, ὄχι πὼς ἀνακαλύψαμε κάτι καινούργιο, ἀλλὰ πὼς θυμηθήκαμε κάτι ποὺ εἴχαμε ξεχάσει

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ Γ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΧΑΡΤΙΝΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΟΜΑΔΑ Β. Ερώτηση 1 α

[Ένας φίλος που...τρώγεται]

Χαρακτηριστικές εικόνες από την Ιλιάδα του Ομήρου

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Τ ρ ί τ η, 5 Ι ο υ ν ί ο υ Το τελευταίο φως, Ιφιγένεια Τέκου

Το κορίτσι με τα πορτοκάλια. Εργασία Χριστουγέννων στο μάθημα της Λογοτεχνίας. [Σεμίραμις Αμπατζόγλου] [Γ'1 Γυμνασίου]

Κυριακή 12 Μαΐου 2019.

2 Η γλώσσα είναι η γνωστή καθαρεύουσα. Αλλά η αναδροµή στο χρόνο γίνεται µε τη γλώσσα που τότε µιλούσε: Α. «Βρέθηκα εδώ χωρίς να ξέρω,. κοπέλα µου» Β.

Γ ΤΑΞΗ ΑΡΧΗ 2ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΤΕΛΟΣ 2ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ

ΕΚΦΡΑΖΟΝΤΑΣ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ Η ΑΓΑΠΗ

Kataskinosis2017B_ ÎÔ Ï 8/28/17 6:58 PM Page 1. Κατασκήνωση «ΘΑΒΩ Ρ» τῆς Ὀρθοδόξου Ἀδελφότητος. «Η ΟΣΙΑ ΞΕΝΗ» στήν ΕΛΑΝΗ Κασσανδρείας

«Το κορίτσι με τα πορτοκάλια»

Εφηβεία και Πρότυπα. 2)Τη στάση του απέναντι στους άλλους, ενήλικες και συνομηλίκους

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

[Ένας φίλος που...τρώγεται]

Transcript:

Λ Ο Γ Ο Τ Ε Χ Ν Ι Α Σ Θ Ε Ω Ρ Η Τ Ι Κ Η Σ Κ Α Τ Ε Υ Θ Υ Ν Σ Η Σ Γ Λ Υ Κ Ε Ι Ο Υ Α. ΚΕΙΜΕΝΟ Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, «Όνειρο στο κύμα» Ἀφοῦ ἔμαθα τά πρῶτα γράμματα πλησίον τοῦ γηραιοῦ Σισώη, ἐστάλην ὡς ὑπότροφος τῆς μονῆς εἴς τινα κατ' ἐπαρχίαν ἱερατικήν σχολήν, ὅπου κατετάχθην ἀμέσως εἰς τήν ἀνωτέραν τάξιν, εἶτα εἰς τήν ἐν Ἀθήναις Ριζάρειον. Τέλος, ἀρχίσας τάς σπουδάς μου σχεδόν εἰκοσαετής, ἐξῆλθα τριακοντούτης ἀπό τό Πανεπιστήμιον ἐξῆλθα δικηγόρος μέ δίπλωμα προλύτου... Μεγάλην προκοπήν, ἐννοεῖται, δέν ἔκαμα. Σήμερον ἐξακολουθῶ νά ἐργάζωμαι ὡς βοηθός ἀκόμη εἰς τό γραφεῖον ἐπιφανοῦς τινος δικηγόρου καί πολιτευτοῦ ἐν Ἀθήναις, τόν ὁποίον μισῶ, ἀγνοῶ ἐκ ποίας σκοτεινῆς ἀφορμῆς, ἀλλά πιθανῶς ἐπειδή τόν ἔχω προστάτην καί εὐεργέτην. Καί εἶμαι περιωρισμένος καί ἀνεπιτήδειος, οὐδέ δύναμαι νά ὠφεληθῶ ἀπό τήν θέσιν τήν ὁποίαν κατέχω πλησίον τοῦ δικηγόρου μου, θέσιν οἱονεί αὐλικοῦ. Καθώς ὁ σκύλος, ὁ δεμένος μέ πολύ κοντόν σχοινίον εἰς τήν αὐλήν τοῦ αὐθέντου του, δέν ἠμπορεῖ νά γαυγίζῃ οὔτε νά δαγκάσῃ ἔξω ἀπό τήν ἀκτῖνα καί τό τόξον τά ὁποῖα διαγράφει τό κοντόν σχοινίον, παρομοίως κ ἐγώ δέν δύναμαι οὔτε νά εἴπω, οὔτε νά πράξω τίποτε περισσότερον παρ ὅσον μοῦ ἐπιτρέπει ἡ στενή δικαιοδοσία τήν ὁποίαν ἔχω εἰς τό γραφεῖον τοῦ προϊσταμένου μου. Ὅλα ἐκεῖνα ἦσαν ἰδικά μου. Οἱ λόγγοι, αἱ φάραγγες, αἱ κοιλάδες, ὅλος ο αἰγιαλός, καί τά βουνά. Τό χωράφι ἦτον τοῦ γεωργοῦ μόνον εἰς τάς ἡμέρας πού ἤρχετο νά ὀργώση ἤ νά σπείρη, κ' ἔκαμνε τρίς τό σημεῖον τοῦ Σταυροῦ, κ' ἔλεγεν: «Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱού καί τοῦ Αγίου Πνεύματος, σπέρνω αὐτό τό χωράφι, γιά νά φᾶνε ὅλ' οἱ ξένοι κ' οἱ διαβάτες, καί τά πετεινά τ' οὐρανού, καί νά πάρω κ ἐγώ τόν κόπο μου!» Ἐγώ, χωρίς ποτέ νά ὀργώσω ἤ νά σπείρω, τό ἐθέριζα ἐν μέρει. Ἐμιμούμην τούς πεινασμένους μαθητάς τοῦ Σωτῆρος, κ' ἔβαλλα εἰς ἐφαρμογήν τάς διατάξεις του Δευτερονομίου χωρίς νά τάς γνωρίζω. Τῆς πτωχῆς χήρας ἦτον ἡ ἄμπελος μόνον εἰς τάς ὥρας πού ἤρχετο ἡ ἰδία διά νά θειαφίσῃ, ν' ἀργολογήσῃ, νά γεμίσῃ ἕνα καλάθι σταφύλια, ἤ νά τρυγήσῃ, ἄν ἔμενε τίποτε διά τρύγημα. Ὅλον τόν ἄλλον καιρόν ἧτον κτῆμα ἰδικόν μου. Μόνους ἀντιζήλους εἰς τήν νομήν τήν κάρπωσιν ταύτην εἶχα τούς μισθωτούς τῆς δημαρχίας, τούς ἀγροφύλακας, οἱ ὁποῖοι ἐπί τῇ προφάσει, ὅτι ἐφύλαγαν τά περιβόλια τοῦ κόσμου, ἐννοοῦσαν να ἐκλέγουν αὐτοί τάς καλυτέρας ὀπώρας. Αὐτοί πράγματι δέν μοῦ ἤθελαν το καλόν μου. Ἦσαν τρομεροί ἀνταγωνισταί δι ἐμέ. Ὁ κύρ Μόσχος εἶχεν ἀποκτήσει περιουσίαν εἰς ἐπιχειρήσεις καί ταξίδια. Ἔχων ἐκτεταμένον κτῆμα εἰς τήν θέσιν ἐκείνην, ἔπεισε μερικούς πτωχούς γείτονας νά τοῦ πωλήσουν τούς ἀγρούς των, ἠγόρασεν οὕτως ὀκτώ ἤ δέκα συνεχόμενα χωράφια, τά περιετείχισεν ὅλα ὁμοῦ, καί ἀπετέλεσεν ἕν μέγα διά τόν τόπον μας κτῆμα, μέ πολλῶν ἑκατοντάδων στρεμμάτων ἔκτασιν. Ὁ περίβολος διά να κτισθῇ ἐστοίχισε πολλά, ἴσως περισσότερα ἤ ὅσα ἤξιζε τό κτῆμα ἀλλά δέν τόν ἔμελλε δι' αὐτά τόν κύρ Μόσχον θέλοντα νά ἔχῃ χωριστόν οἱονεί βασίλειον δι' ἑαυτόν καί διά τήν ἀνεψιάν του. Ἔκτισεν εἰς τήν ἄκρην πυργοειδῆ ὑψηλόν οἰκίσκον, μέ δύο πατώματα, ἐκαθάρισε καί περιεμάζευσε τούς ἐσκορπισμένους κρουνούς τοῦ νεροῦ, ἤνοιξε καί πηγάδι πρός κατασκευήν μαγγάνου διά τό πότισμα. Διῄρεσε τό κτῆμα εἰς τέσσαρα μέρη εἰς ἄμπελον, ἐλαιῶνα, ἀγροκήπιον μέ πλῆθος ὀπωροφόρων δένδρων καί κήπους μέ αἱμασιάς ἤ μποστάνια. Ἐγκατεστάθη ἐκεῖ, κ' ἔζη διαρκῶς εἰς τήν ἐξοχήν, σπανίως κατερχόμενος εἰς τήν πολίχνην. Τό κτῆμα ἦτον παρά τό χεῖλος τῆς θαλάσσης, κ' ἐνῷ ὁ ἐπάνω τοῖχος ἔφθανεν ὥς τήν κορυφήν τοῦ μικροῦ βουνοῦ, ὁ κάτω τοῖχος, μέ σφοδρόν βορρᾶν πνέοντα, σχεδόν ἐβρέχετο ἀπό τό κῦμα». Ὁ κὺρ Μόσχος εἶχεν ὡς συντροφιὰν τὸ τσιμποῦκι του, τὸ κομβολόγι του, τὸ σκαλιστήρι του καὶ τὴν ἀνεψιάν του τὴν Μοσχούλαν. Ἡ παιδίσκη θὰ ἦτον ὡς δυὸ ἔτη νεωτέρα ἐμοῦ. Μικρὴ ἐπήδα ἀπὸ βράχον εἰς βράχον, ἔτρεχεν ἀπὸ κολπίσκον εἰς κολπίσκον, κάτω εἰς τὸν αἰγιαλόν, ἔβγαζε κοχύλια κ ἐκυνηγοῦσε τὰ καβούρια. Ἦτον θερμόαιμος καὶ ἀνήσυχος ὡς πτηνὸν τοῦ αἰγιαλοῦ. Ἦτον ὡραία μελαχροινή, κ ἐνθύμιζε τὴν νύμφην τοῦ Ἄσματος τὴν ἡλιοκαυμένην, τὴν ὁποίαν οἱ υἱοὶ τῆς μητρός της εἶχαν βάλει νὰ φυλάῃ τ ἀμπέλια «Ἰδοὺ εἶ καλή, ἡ πλησίον μου, ἰδοὺ εἶ καλή ὀφθαλμοί σου περιστεραί...». Ὁ λαιμός της, καθὼς ἔφεγγε καὶ ὑπέφωσκεν ὑπὸ τὴν τραχηλιάν της, ἦτον ἀπείρως λευκότερος ἀπὸ τὸν χρῶτα τοῦ προσώπου της. Ἐγύρισα ὀπίσω, κατέβην πάλιν τόν κρημνόν, κ' ἔφθασα κάτω εἰς τήν θάλασσαν. Τήν ὤραν ἐκείνην εἶχε βασιλέψει ὁ ἥλιος, καί τό φεγγάρι σχεδόν ὁλόγεμον ἤρχισε νά λάμπῃ χαμηλά, ὥς δύο καλαμιές ὑψηλότερα ἀπό τά βουνά τῆς ἀντικρινῆς νήσου. Ὁ βράχος ὁ δικός μου ἔτεινε πρός βορρᾶν, καί πέραν ἀπό τόν ἄλλον κάβον πρός δυσμάς, ἀριστερά μου, ἔβλεπα μίαν πτυχήν ἀπό τήν πορφύραν τοῦ ἡλίου, πού εἶχε βασιλέψει ἐκείνην τήν στιγμήν. Ἦτον ἡ οὐρά τῆς λαμπρᾶς ἁλουργίδος πού σύρεται ὀπίσω, ἤ ἦτον ὁ τάπης, πού τοῦ ἔστρωνε, καθώς λέγουν, ἡ μάννα του, διά νά καθίσῃ νά δειπνήσῃ. Δεξιά ἀπό τόν μέγαν κυρτόν βράχον μου, ἐσχηματίζετο μικρόν ἄντρον θαλάσσιον, στρωμένο μέ ἄσπρα κρυσταλλοειδῆ κοχύλια καί λαμπρά ποικιλόχρωμα χαλίκια, πού ἐφαίνετο πώς τό εἶχον εὐπρεπίσει καί στολίσει αἱ νύμφαι τῶν θαλασσῶν. Ἀπό τό ἄντρον ἐκεῖνο ἤρχιζεν ἕνα μονοπάτι, διά τοῦ ὁποίου ἀνέβαινέ τις πλαγίως τήν ἀπότομον ἀκρογιαλιάν, κ' ἔφθανεν εἰς τήν κάτω πόρταν τοῦ

τοιχογυρίσματος τοῦ κύρ Μόσχου, τοῦ ὁποίου ὁ ἕνας τοῖχος ἔζωνεν εἰς μῆκος ἑκατοντάδων μέτρων ὅλον τόν αἰγιαλόν. Ἐπί πόσον ἀκόμη θά τό ἐνθυμοῦμαι ἐκεῖνο τό ἁβρόν, τό ἁπαλόν σῶμα τῆς ἁγνῆς κόρης, τό ὁποῖον ἠσθάνθην ποτέ ἐπάνω μου ἐπ ὀλίγα λεπτά τῆς ἄλλως ἀνωφελοῦς ζωῆς μου! Ἦτον ὄνειρον, πλάνη, γοητεία. Καί ὁπόσον διέφερεν ἀπό ὅλας τάς ἰδιοτελεῖς περιπτύξεις, ἀπό ὅλας τάς λυκοφιλίας καί τούς κυνέρωτας τοῦ κόσμου ἡ ἐκλεκτή, ἡ αἰθέριος ἐκείνη ἐπαφή! Δέν ἦτο βάρος ἐκεῖνο, τό φορτίον τό εὐάγκαλον, ἀλλ ἦτο ἀνακούφισις καί ἀναψυχή. Ποτέ δέν ἠσθάνθην τόν ἑαυτόν μου ἐλαφρότερον ἤ ἐφ ὅσον ἐβάσταζον τό βάρος ἐκεῖνο Ἤμην ὁ ἄνθρωπος, ὅστις κατώρθωσε νά συλλάβῃ μέ τάς χεῖράς του πρός στιγμήν ἕν ὄνειρον, τό ἴδιον ὄνειρόν του Ἡ Μοσχούλα ἔζησε, δέν ἀπέθανε. Σπανίως τήν εἶδα ἔκτοτε, καί δέν ἠξεύρω τί γίνεται τώρα, ὁπότε εἶναι ἁπλῆ θυγάτηρ τῆς Εὔας, ὅπως ὅλαι. Ἀλλ' ἐγώ ἐπλήρωσα τά λύτρα διά τήν ζωήν της. Ἡ ταλαίπωρος μικρή μου κατσίκα, τήν ὁποίαν εἶχα λησμονήσει πρός χάριν της, πράγματι «ἐσχοινιάσθη» περιεπλάκη κακά εἰς τό σχοινίον, μέ τό ὁποῖον τήν εἶχα δεμένην, καί ἐπνίγη!... Μετρίως ἐλυπήθην, καί τήν ἔκαμα θυσίαν πρός χάριν της. Κ' ἐγώ ἔμαθα γράμματα, ἐξ εὐνοίας καί ἐλέους τῶν καλογήρων, κ' ἔγινα δικηγόρος... Ἀφοῦ ἐπέρασα ἀπό δύο ἱερατικάς σχολάς, ἦτον ἑπόμενον! Τάχα ἡ μοναδική ἐκείνη περίστασις, ἡ ὀνειρώδης ἐκείνη ἀνάμνησις τῆς λουομένης κόρης, μ' ἔκαμε νά μή γίνω κληρικός; Φεῦ! ἀκριβῶς ἡ ἀνάμνησις ἐκείνη ἔπρεπε νά μέ κάμῃ νά γίνω μοναχός. Ὀρθῶς ἔλεγον ὁ γηραιός Σισώης ὅτι «ἄν ἤθελαν νά μέ κάμουν καλόγερον, δέν ἔπρεπε νά μέ στείλουν ἔξω από τό μοναστήρι...». Διά τήν σωτηρίαν τῆς ψυχῆς μου ἤρκουν τά ὀλίγα ἐκεῖνα κολλυβογράμματα, τά ὁποῖα αὐτός μέ εἶχε διδάξει, καί μάλιστα ἦσαν καί πολλά!... Καί τώρα, ὅταν ἐνθυμοῦμαι τό κοντόν ἐκεῖνο σχοινίον, ἀπό τό ὁποῖον ἐσχοινιάσθη κ' ἐπνίγη ἡ Μοσχούλα, ἡ κατσίκα μου, καί ἀναλογίζομαι τό ἄλλο σχοινίον τῆς παραβολῆς, μέ τό ὁποῖον εἶναι δεμένος ὁ σκύλος εἰς τήν αὐλήν τοῦ ἀφέντη του, διαπορῶ μέσα μου ἄν τά δύο δέν εἶχαν μεγάλην συγγένειαν, καί ἄν δέν ἦσαν ὡς «σχοίνισμα κληρονομίας» δι ἐμέ, ὅπως ἡ Γραφή λέγει. Ὤ! ἄς ἤμην ἀκόμη βοσκός εἰς τά ὄρη!...» (Διά την ἀντιγραφήν) Α. ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ Β. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ 1. Στο έργο του Παπαδιαμάντη υπάρχουν επιδράσεις από τον ρομαντισμό. Ποια στοιχεία του αποσπάσματος επιβεβαιώνουν την παρακάτω άποψη; Μονάδες 15 2. Η χριστιανική πίστη και η ρεαλιστική απεικόνιση της ζωής των απλών και ταπεινών ανθρώπων της ελληνικής υπαίθρου θεωρούνται βασικά γνωρίσματα του έργου του Παπαδιαμάντη. Μπορείτε να τα επισημάνετε στα συγκεκριμένα αποσπάσματα; Μονάδες 20 3. Παράλληλα με την εσωτερική πάλη των ανθρώπων στην πεζογραφία του Παπαδιαμάντη υπάρχει το κοινωνικό κακό, η κοινωνική αδικία. Πώς επαληθεύεται η άποψη αυτή στο διήγημα «Όνειρο στο κύμα»; Μονάδες 20 4. α. Ποια γνώμη εκφράζει ο συγγραφέας αφηγητής για τις γυναίκες με τη φράση «εἶναι ἁπλῆ θυγάτηρ τῆς Εὔας, ὅπως ὅλαι;» Μονάδες 10 β. Πώς σχετίζεται «ἡ ὀνειρώδης ἐκείνη ἀνάμνησις τῆς λουομένης κόρης» με την απόφαση του βοσκού να μη γίνει κληρικός; Μονάδες 10 5. Ποια κοινά στοιχεία εντοπίζετε από άποψη περιεχομένου ανάμεσα στο διήγημα του Παπαδιαμάντη και στο ποίημα του Καρυωτάκη; Μονάδες 25 Οι ώρες μ εχλώμιαναν, γυρτός που βρέθηκα ξανά στο αχάριστο τραπέζι. (Απ το ανοιχτό παράθυρο στον τοίχο αντικρινά ο ήλιος γλιστράει και παίζει). Διπλώνοντας το στήθος μου, γυρεύω αναπνοή στη σκόνη των χαρτιών μου. (Σφύζει γλυκά και ακούγεται χιλιόφωνα η ζωή στα ελεύθερα του δρόμου). Απόκαμα, θολώσανε τα μάτια μου και ο νους, όμως ακόμα γράφω. (Στο βάζο ξέρω δίπλα μου δυο κρίνους φωτεινούς. Σα να χουν βγει σε τάφο). Κώστας Καρυωτάκης «Γραφιάς» ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ 1. Η εποχή κατά την οποία ο Αλ. Παπαδιαμάντης συγγράφει τα έργα του βρίσκεται στο μεταίχμιο ανάμεσα στον ρομαντισμό που φθίνει και στον ρεαλισμό που μόλις εμφανίζεται. Το «Όνειρο στο κύμα» ανήκει στην πρώτη περίοδο της συγγραφικής δραστηριότητας του Παπαδιαμάντη. Βρίσκεται, επομένως, πιο κοντά στον ρομαντισμό παρ όλο που παρουσιάζει στοιχεία τόσο ρεαλιστικά όσο και ηθογραφικά.

Πρωτίστως τα στοιχεία που αντλεί ο Παπαδιαμάντης από την τεχνοτροπία του ρομαντισμού συνθέτουν τη σκηνογραφία του έργου του, καθώς χρησιμοποιεί υποβλητικά σκηνικά, με αναφορές σε νυχτερινά φεγγαρόλουστα τοπία, στον ήλιο την ώρα του δειλινού, στα κύματα που φωσφορίζουν, στο φλοίσβο του νερού, στο βράχο, στην «ουρά τής λαμπράς ἀλουργίδος». Πρόκειται για περιγραφές γεμάτες από εκφραστικό πλούτο και λυρισμό, ποιητικές περιγραφές που ξεπερνούν τις απλές σκηνοθετικές ανάγκες, γίνονται φορείς νοημάτων και συνθέτουν ένα τοπίο καταπληκτικής ομορφιάς («Τήν ὤραν αἱ νύμφαι τῶν θαλασσῶν»). Ο ρομαντισμός είναι ένα λογοτεχνικό ρεύμα που παρουσιάζει τα στοιχεία της εξιδανίκευσης, της φυγής από την πραγματικότητα, το συναίσθημα και τη φαντασία, το συγκινησιακό και το ιδανικό. Μέσα από την περιγραφή του γυμνού κοριτσιού ο συγγραφέας πετυχαίνει με εξαιρετικό λυρισμό να μεταβεί από την πραγματικότητα στο μυθικό, ιδεατό και εξωπραγματικό στοιχείο. Η εικόνα του κοριτσιού αποκτά ονειρική υπόσταση, το ονειρικό στοιχείο κυριαρχεί. Ο συγγραφέας εξαγιάζει φύση και γυναικείο σώμα προσδίδοντάς τους μυθική, μαγική και εξωπραγματική ομορφιά («Ἦτον ὄνειρον, πλάνη, γοητεία», «Ἥμην ὀ ἄνθρωπος.ονειρόν τού»). Ο έρωτας αποτελεί βασικό θέμα του ρομαντισμού που συνήθως είναι μελαγχολικός, καταδικασμένος, ανολοκλήρωτος, εξιδανικευμένος. Σε επίπεδο μορφής η χρήση της καθαρεύουσας, προσεγμένης και αμιγούς, απόρροια της παλαιότερης πεζογραφίας κυριαρχεί στις περιγραφές και στις λυρικές παρεκβάσεις του αφηγητή. Ρομαντική επίδραση, τέλος, μαρτυρούν οι θρύλοι, οι παραδόσεις, τα στοιχεία της μυθολογίας που προβάλλονται στο διήγημα και οριοθετούν το ονειρικό περιβάλλον μέσα στο οποίο η Μοσχούλα, προσεγγίζοντας το ιδεατό, ενσαρκώνει γυναικείες μορφές της αρχαίας ή της νέας μυθολογίας (δοξασία γιά τή μάννα τού ἥλιου, «αἱ νύμφαι τῶν θαλασσῶν»). 2. α) Χριστιανική πίστη: Διάχυτο στο διήγημα είναι το στοιχείο της θρησκευτικότητας, η βαθειά χριστιανική πίστη, που συνηγορεί στην ταύτιση του ομοδιηγητικού αφηγητή και του Παπαδιαμάντη, με αποτέλεσμα να προσδίδεται αυτοβιογραφικός χαρακτήρας στο διήγημα. Αναφορές που επιβεβαιώνουν την παραπάνω άποψη είναι: - η αναφορά του αφηγητή στην ιστορία του πατέρα Σισώη, η οποία ακολούθησε κυκλική πορεία από τη σωτηρία στην αμαρτία και τελικά στη λύτρωση ακολουθώντας τη ζωή του μοναχού. Ο ήρωας του έργου βρίσκει αναλογίες της δικής του πορείας μ αυτή του πατέρα Σισώη αν και η έκβαση της ζωής του ήταν διαφορετική. - η επιθυμία του νεαρού βοσκού να γίνει μοναχός, οι ιερατικές σχολές στις οποίες σπούδασε με τη μέριμνα του Μοναστηριού και η ζωή του κοντά στους μοναχούς και το κοινόβιο. - η αναφορά στους Πρωτόπλαστους, σε εκκλησιαστικά κείμενα (διατάξεις Δευτερονομίου). - η επιλογή βυζαντινών γλωσσικών και υφολογικών τύπων αποδεικνύει εκκλησιαστική επίδραση. Ο Παπαδιαμάντης υιοθετεί λέξεις και εκφράσεις που απαντώνται στην Αγία Γραφή («παιδίσκη», «φραγγέλιον», «σχοίνισμα»). - η χρήση συμβολισμών που παραπέμπουν στην Καινή Διαθήκη (του γεωργού, του καλού ποιμένα, της αμπέλου, του κήπου της Εδέμ). - η παραβολή του «απωλολότος προβάτου» απεικονίζεται με την απώλεια της κατσίκας και την αναζήτηση της από το βοσκό. - Η σημασιολογική αναλογία της περιγραφής της Μοσχούλας με το απόσπασμα από το «Άσμα Ασμάτων» που αποδίδεται στον Σολωμόντα, αναλογία που επιτυγχάνεται μέσω της «παράληψης». Οι αναφορές αυτές δείχνουν ότι ο ήρωας και μέσω αυτού ο Παπαδιαμάντης είναι βαθύς γνώστης των εκκλησιαστικών κειμένων, είναι προικισμένος με αυστηρές χριστιανικές αρχές. Το ηθικο-θρησκευτικό στοιχείο αναδύεται μέσα από εσωτερικές συγκρούσεις και διλήμματα σχετικά με τον πειρασμό και την αμαρτία από τη μια και την ερωτική επιθυμία απ την άλλη. Προσπαθεί να αποφύγει τον πειρασμό, νιώθει τύψεις για την αμαρτία του και επιθυμεί τη σωτηρία της ψυχής του. β) Ρεαλιστική Απεικόνιση: Ο ρεαλισμός κυριαρχεί περισσότερο στις αναφορές του ήρωα στο αφηγηματικό παρόν του, όπου κρίνει τη ζωή του στο αστικό περιβάλλον. Ωστόσο, ρεαλιστικά στοιχεία εμπεριέχονται και στην παρουσίαση της απλότητας της ζωής των ανθρώπων της υπαίθρου, χωρίς ωστόσο καμία τάση εξιδανίκευσης αλλά αντίθετα αποδίδοντας τις «σκοτεινές πλευρές» των κλειστών αυτών κοινωνιών. Συγκεκριμένα: - η ζωή του βοσκού, οι ασχολίες του σε σχέση με το κοπάδι, οι συνήθειες της καθημερινότητάς του. - η εκτενής αναφορά του συγγραφέα στις γεωργικές εργασίες (σπορά, θερισμός). - οι πληροφορίες για τα στοιχεία του υλικού πολιτισμού της αγροτικής κοινωνίας (μαγγάνι, αιμασιές). - η στάση των αγροφυλάκων που παρανομούσαν εις βάρος των απλοϊκών αγροτών. - η θέση της «πτωχής χήρας» που φροντίζει το χωράφι της για να καρπωθεί απ αυτό ό,τι έμεινε από τις ασυδοσίες των συγχωριανών της. - η κοινωνική ανισότητα που διαχωρίζει τους ανθρώπους με βάση την οικονομική τους επιφάνεια και εμποδίζει την ουσιαστική ανθρώπινη επικοινωνία (Μόσχος χωρικοί, βοσκός Μοσχούλα). - οι λυκοφιλίες και οι κυνέρωτες που χαρακτηρίζουν τις ανθρώπινες σχέσεις κυρίως όταν αυτές διαμορφώνονται μακριά από το φυσικό περιβάλλον. 3. Η μάχη με τους πειρασμούς και την αμαρτία κυριαρχεί στην ψυχή του έφηβου ήρωα από τη στιγμή που αντιλαμβάνεται την παρουσία της γυμνής κοπέλας στη θάλασσα. Οι θρησκευτικές και ηθικές αξίες που έχει διαμορφώσει μέσα από τις συμβουλές και υποδείξεις των πνευματικών του πατέρων, δημιουργούν στον ήρωα ενοχικά συναισθήματα για την παραμονή του. Από την άλλη η ομορφιά του γυμνού εφηβικού κοριτσιού και το ερωτικό πάθος τον κυριεύουν, με αποτέλεσμα να βιώνει εσωτερικές συγκρούσεις που τον επαναφέρουν από το «όνειρο» στη σκληρή πραγματικότητα. Παράλληλα με την εσωτερική πάλη εμφανής στο διήγημα είναι και η πάλη των τάξεων, η κοινωνική αδικία που εκφράζεται έμμεσα αλλά και με σαφήνεια με την παρουσίαση του κυρ-μόσχου, («μικρού άρχοντα, λίαν ιδιότροπου») ο οποίος ζει απομονωμένος στην απέραντη ιδιοκτησία του. Ο αφηγητής αναφέρει ότι ο κυρ-μόσχος απέκτησε την περιουσία

του από τις επιχειρήσεις και τα ταξίδια (αστικός πλούτος) και στη συνέχεια «έπεισε μερικούς πτωχούς γείτονας να του πωλήσουν τους αγρούς των». Ο Παπαδιαμάντης ως άριστος κοινωνικός παρατηρητής δε διστάζει να στηλιτεύσει την κοινωνική αδικία. Καταγγέλλει την κοινωνική εκμετάλλευση και ανισότητα παρουσιάζοντας από τη μια τους φτωχούς βιοπαλαιστές αγρότες και από την άλλη τον πλούσιο κυρ-μόσχο με το κτήμα των εκατοντάδων στρεμμάτων και το διώροφο πύργο («ἔχων ἐκτεταμένον ἔκτασιν»). Επιπλέον, θα παρατηρήσει με ειρωνικό ύφος την κοινωνική αδικία που προέρχεται από τους φορείς εξουσίας (αγροφύλακες) οι οποίοι εκμεταλλευόμενοι την ιδιότητα του κρατικού λειτουργού προβαίνουν σε αυθαιρεσίες σφετεριζόμενοι την περιουσία των φτωχών γεωργών την οποίαν όφειλαν να προστατεύουν («μόνους ἀντίζηλους ἀνταγωνισταῖ δι ἐμέ»). Παράλληλα ο παρείσακτος νόμος της πόλης αποτιμάται ειρωνικά ως πρόφαση για να επιβληθεί το δίκαιο του ισχυρότερου. Στο συγκεκριμένο έργο το κοινωνικό κακό απεικονίζεται στην αρχή και στο τέλος του έργου με την αποστροφή του αφηγητή για το δυστυχισμένο παρόν που βιώνει στο αστικό περιβάλλον. Οι ανώτερες μορφές κοινωνικής οργάνωσης, η κοσμική μόρφωση, ο πολιτισμός κατέστρεψαν τη σχέση ανθρώπου φύσης, έφθειραν την αγνότητα και την αθωότητα της ανθρώπινης ψυχής, επέφεραν τη δέσμευση και την ανελευθερία. 4. α) Πρόκειται για μια άδικη, γενικευτική και υποτιμητική άποψη για τις γυναίκες, με την οποία ωστόσο στοχεύει να καταδείξει ο αφηγητής τη διαφορά ανάμεσα στη Μοσχούλα του «ονείρου» και στην ώριμη Μοσχούλα. Η πρώτη αποτελεί «όνειρο, πλάνη, γοητεία», ενώ η δεύτερη «απλή θυγάτηρ της Εύας, όπως όλαι». Τη νεαρά Μοσχούλα μυθοποιεί και εξιδανικεύει ο αφηγητής παρουσιάζοντάς την ωραία, αγνή, άδολη, ως ενσάρκωση γυναικείων μορφών της αρχαίας ή της νέας μυθολογίας (αναδυόμενη Αφροδίτη). Η ώριμη Μοσχούλα παρουσιάζεται ως γυναίκα συνηθισμένη χωρίς κανένα ενδιαφέρον, σύμβολο του κόσμου της φθοράς που συνεπάγεται η μετάβαση του ατόμου από την εφηβεία στην ωριμότητα και η ένταξη στις κοινωνικές δομές. Ο συγγραφέας τονίζει έτσι την απομυθοποίηση που επιφέρουν ο χρόνος και η φθορά του και προβάλλει τη διάσπαση ανάμεσα στο όνειρο που είναι φευγαλέο και άπιαστο και στην πραγματικότητα, η οποία συνοδεύεται από την ανωνυμία και την ομοιομορφία. Η ανάμνηση της νεαράς Μοσχούλας έγινε για τον αφηγητή μια ανεπανάληπτη εμπειρία, έμεινε ανικανοποίητη επιθυμία, με αποτέλεσμα να επιδράσει καθοριστικά στην πορεία της μετέπειτα ζωής του και στη γνώμη που είχε για τις γυναίκες. Όλες οι άλλες υπήρξαν γι αυτόν κοινότυπες και ιδιοτελείς, κληροδότησαν την αδυναμία του φύλου τους ως γνήσιες θυγατέρες της Εύας, φέροντας και τα ελαττώματα της πρωτόπλαστης. Με τη συγκεκριμένη στάση ο αφηγητής συγγραφέας δείχνει απόλυτος και ισοπεδωτικός καθώς είναι φανερή η αρνητική στάση του απέναντι στις γυναίκες που αγγίζει τα όρια του μισογυνισμού, ενταγμένη στα πλαίσια της μοναχικής του κατήχησης. β) Η θύμηση της στιγμής που κράτησε στα χέρια του το σώμα της γυμνής Μοσχούλας εγκλώβισε τον ήρωα στα εγκόσμια. Αποτέλεσε φραγμό στο όνειρό του να γίνει κληρικός, γιατί του αποκάλυψε τη μαγεία και τους επίγειους πειρασμούς γύρω από το γυναικείο κάλλος. Ο ίδιος όμως ο αφηγητής αναιρεί την απόφασή του. Αναρωτιέται αν αυτή η εμπειρία υπήρξε η αιτία που δεν έγινε μοναχός. Αναφέρει, δηλαδή, ότι η ανάμνηση της ιδανικής ομορφιάς της κόρης θα έπρεπε να τον κάνει να γίνει κληρικός και όχι να τον αποτρέψει. Ίσως ήταν ο μόνος τρόπος να λυτρωθεί από το όνειρό του και από την ανάμνηση ενός ανέφικτου έρωτα. Όμως η αλήθεια ότι γεύτηκε τον πειρασμό σε συνδυασμό με τη σεμνή και ηθική του φύση τον οδήγησε στην επιλογή να μην γίνει κληρικός. Κρατώντας το γυμνό κοριτσίστικο σώμα στα χέρια του διέπραξε ηθικό σφάλμα, έχασε τον «παράδεισο» και την ευδαιμονία της αγνής, φυσικής ζωής. Το μαρτύριό του αποκαλύπτεται όταν ομολογεί πως ακριβώς εξαιτίας αυτής της ανάμνησης έπρεπε να ακολουθήσει τη μοναχική ζωή. Σε βαθύτερη εκ των υστέρων ανάλυση του θέματος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι θα έπρεπε να είχε γίνει μοναχός, επειδή δεν ένιωσε ποτέ πια την ίδια ερωτική επιθυμία. 5. Τόσο στο διήγημα «Όνειρο στο κύμα» όσο και στο ποίημα του Καρυωτάκη «Γραφιάς» εντοπίζεται η αντίθεση: «κλειστός χώρος» - «ανοιχτός χώρος». Τα συναισθήματα και η δράση των ηρώων τους εξαρτώνται από τον χώρο κίνησης. Το φυσικό περιβάλλον και στα δυο έργα συνδέεται άρρηκτα με την ευδαιμονία, την ελευθερία, τη συναισθηματική πληρότητα, ενώ ο αστικός μικροαστικός χώρος σηματοδοτεί την έκπτωση, τη φθορά, τον περιορισμό και τη δυστυχία που είναι απόρροια της αποξένωσης του ανθρώπου από τη φύση του. Στο διήγημα του Παπαδιαμάντη η σχέση του αφηγητή με τον ανοιχτό χώρο της φύσης είναι βαθειά ερωτική. Ο αποχωρισμός του από αυτήν σημαίνει δυστυχία και η ζωή του αλλάζει ριζικά. Αναγκάστηκε να απομακρυνθεί από το οικείο φυσικό περιβάλλον και την επιρροή των μοναχών για να βρεθεί στην πόλη εγκλωβισμένος σε δικηγορικό γραφείο ως βοηθός δικηγόρου χωρίς να μπορεί να σημειώσει επαγγελματική επιτυχία («μεγάλη προκοπήν, εννοείται δεν έκαμα. Σήμερον εξακολουθώ να εργάζομαι ως βοηθός ακόμη»). Παραμένει υφιστάμενος ενός ανθρώπου που μισεί, γιατί δεν του αφήνει περιθώρια πρωτοβουλιών, ώστε να εξελιχθεί επαγγελματικά. Πρόκειται για μια μίζερη ζωή που τον κάνει να νιώθει σαν το δεμένο σκυλί, υποταγμένο στο αφεντικό του μέσα σε μια σχέση υποτέλειας, χωρίς δυνατότητα να εξωτερικεύσει κάποιο συναίσθημα («και είμαι περιορισμένος του προϊσταμένου μου»). Την ίδια αίσθηση του εγκλωβισμού και της ασφυκτικής ζωής πραγματεύεται και ο Καρυωτάκης. Οι δυο πρώτοι στίχοι κάθε στροφής παρουσιάζουν την καταπιεσμένη ζωή του ποιητικού υποκειμένου στον κλειστό χώρο του γραφείου, ενώ οι δύο επόμενοι στίχοι, μέσα σε παρενθέσεις, αποδίδουν την αντίθετη εικόνα που επικρατεί στον ανοιχτό χώρο. Ο ποιητής θεωρεί αφύσικη τη ζωή των υπαλλήλων των γραφείων, οι οποίοι είναι αναγκασμένοι να διαθέτουν πολύτιμο χρόνο από τη ζωή τους στον καταθλιπτικό χώρο της εργασίας τους. Ο ήρωας του ποιήματος σπαταλά τη ζωή του σκυμμένος στα χαρτιά του, πάνω από ένα τραπέζι, το οποίο χαρακτηρίζει «αχάριστο», εφόσον δεν έχει να του προσφέρει κανένα αντάλλαγμα («οι ώρες τραπέζι»), τη στιγμή που ο ήλιος χαρίζει την ομορφιά της ζωής μέσω των φωτοσκιάσεων κατά τη διάρκεια της μέρας («απ το ανοιχτό και παίζει»). Νιώθει το ίδιο δεσμευμένος και υποχρεωμένος στις επαγγελματικές του σχέσεις με τον ώριμο αφηγητή του Παπαδιαμάντη («διπλώνοντας των χαρτιών μου»). Νιώθει ότι η ζωή του περνά ανεκμετάλλευτη, ότι απομακρύνεται ανεπιστρεπτί από την ομορφιά και την ευτυχία. Οι «δυο φωτεινοί κρίνοι» αποκομμένοι όπως και ο ίδιος από το φυσικό τους περιβάλλον και βαλμένοι στο βάζο του «κλειστού» γραφείου του λειτουργούν συμβολικά σα νεκρικά λουλούδια, επισφραγίζοντας θλιβερά τον πνευματικό και ψυχικό του «θάνατο» όπως και στο «Όνειρο στο κύμα» το σχοινί συμβολίζει το «θάνατο» του ήρωα ως φυσικού ανθρώπου.

Επιμέλεια Φαρσάρη Ελένη Κόρκακα Σάνδη