ΟΙ ΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΣΕΛΗΝΗΣ Νέα Σελήνη Πρώτο τέταρτο Πανσέληνος Τελευταίο τέταρτο Εκδόσεις Πατάκη / Ημερολόγια Λογοτεχνικό Ημερολόγιο 2017. Πόσο μου λείπεις Ανθολόγηση κειμένων, σχεδιασμός έκδοσης Κώστας Σταμάτης Τυπογραφικές διορθώσεις Νάντια Κουτσουρούμπα Φωτοστοιχειοθεσία Διονυσία Ροσγοβά Φιλμ-μοντάζ Γιώργος Κεραμάς Copyright Σ. Πατάκης ΑΕΕΔΕ (Εκδόσεις Πατάκη), Αθήνα, 2016 Πρώτη έκδοση από τις Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, Σεπτέμβριος 2016 (ΚΕΤ... ΚΕΠ.../16) ISBN 978-960-16-...-... (άδετο) ΠΑΝΑΓΗ ΤΣΑΛΔΑΡΗ (ΠΡΩΗΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ) 38, 104 37 ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ.: 210.36.50.000, 801.100.2665, 210.52.05.600, ΦΑΞ: 210.36.50.069 ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ: ΕΜΜ. ΜΠΕΝΑΚΗ 16, 106 78 ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ.: 210.38.31.078 ΥΠΟΚ/ΜΑ: ΚΟΡΥΤΣΑΣ (ΤΕΡΜΑ ΠΟΝΤΟΥ - ΠΕΡΙΟΧΗ Β ΚΤΕΟ), 570 09 ΚΑΛΟΧΩΡΙ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ, Τ.Θ. 1213, ΤΗΛ.: 2310.70.63.54, 2310.70.67.15, ΦΑΞ: 2310.70.63.55 Web site: http://www.patakis.gr e-mail: info@patakis.gr, sales@patakis.gr
δεκέμβριος /ιανουάριος ΤΡΙΤΗ 27 Δεκεμβρίου 2016 ΤΕΤΑΡΤΗ 28 Δεκεμβρίου 2016 ΠΕΜΠΤΗ 29 Δεκεμβρίου 2016 ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 30 Δεκεμβρίου 2016 ΣΑΒΒΑΤΟ 31 Δεκεμβρίου 2016 2017 ι ανουάριος ΚΥΡΙΑΚΗ Περιτομή Ιησού Χριστού, Βασιλείου του Μεγάλου 1
Κώστας Κρυστάλλης Στο σταυραητό ΠΟ ΜΙΚΡΟ κι ἀπ ἄφαντο πουλάκι, σταυραητέ μου, Α παίρνεις κορμὶ μὲ τὸν καιρὸ καὶ δύναμη κι ἀγέρα κι ἁπλώνεις πῆχες τὰ φτερὰ καὶ πιθαμὲς τὰ νύχια καὶ μέσ στὰ σύγνεφα πετᾶς, μέσ στὰ βουνὰ ἀνεμίζεις φωλιάζεις μέσ στὰ κράκουρα, συχνομιλᾶς μὲ τἄστρα, μὲ τὴν βροντὴ ἐρωτεύεσαι κι ἀπιδρομᾶς καὶ παίζεις μὲ τἄγρια ἀστραποπέλεκα καὶ βασιλιὰν σὲ κράζουν τοῦ κάμπου τὰ πετούμενα καὶ τοῦ βουνοῦ οἱ πετρίτες. Ἔτσι ἐγεννήθηκε μικρὸς κι ὁ πόθος μου στὰ στήθη κι ἀπ ἄφαντο κι ἀπ ἄπλερο πουλάκι, σταυραητέ μου, μεγάλωσε, πῆρε φτερά, πῆρε κορμὶ καὶ νύχια καὶ μοῦ ματώνει τὴν καρδιά, τὰ σωθικὰ μοῦ σκίζει κι ἔγινε τώρα ὁ πόθος μου ἀητός, στοιχειὸ καὶ δράκος κι ἐφώλιασε βαθιὰ-βαθιὰ μέσ στ ἄσαρκο κορμί μου καὶ τρώει κρυφὰ τὰ σπλάχνα μου, κουφοβοσκάει τὴ νιότη. Μπεζέρισα νὰ περπατῶ στοῦ κάμπου τὰ λιοβόρια. Θέλω τ ἀψήλου ν ἀνεβῶ ν ἀράξω θέλω, ἀητέ μου, μέσ στὴν παλιά μου κατοικιά, στὴν πρώτη τὴ φωλιά μου, θέλω ν ἀράξω στὰ βουνά, θέλω νὰ ζάω μ ἐσένα. Θέλω τ ἀνήμερο καπρί, τ ἀρκούδι, τὸ πλατόνι, καθημερνή μου κι ἀκριβὴ νὰ τἄχω συντροφιά μου. Κάθε βραδούλα, κάθε αὐγή, θέλω τὸ κρύο τ ἀγέρι Γλωσσάρι: κράκουρα: οι απρόσιτες, κρημνώδεις άκρες των κορυφών στα ψηλά βουνά ἀπιδρο μᾶς: πετάς ορμητικά, πας με φόρα πετρίτες: γεράκια των βουνών, σαΐνια κουφο βοσκάει: τρώει, φθείρει από μέσα προς τα έξω μπεζέρισα: μπούχτισα, σιχάθηκα λιοβόρια: ηλιοκαύματα, καυσωνικοί αέρες καπρί: αγριογούρουνο πλατόνι: ελάφι με πλατιά κέ ρατα
ιανουάριος ΔΕΥΤΕΡΑ 2 ΤΡΙΤΗ 3 ΤΕΤΑΡΤΗ 4 ΠΕΜΠΤΗ 5 ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ Τα Άγια Θεοφάνια 6 ΣΑΒΒΑΤΟ Ιωάννου του Προδρόμου και Βαπτιστού 7 ΚΥΡΙΑΚΗ 8
νἄρχεται ἀπὸ τὴν λαγκαδιά, σὰν μάνα, σὰν ἀδέρφι νὰ μοῦ χαϊδεύει τὰ μαλλιὰ καὶ τ ἀνοιχτά μου στήθη. Θέλω ἡ βρυσούλα, ἡ ρεματιά, παλιὲς γλυκές μου ἀγάπες νὰ μοῦ προσφέρουν γιατρικὸ τ ἀθάνατα νερά τους. Θέλω τοῦ λόγγου τὰ πουλιὰ μὲ τὸν κελαϊδισμό τους νὰ μὲ κοιμίζουν τὸ βραδύ, νὰ μὲ ξυπνοῦν τὸ τάχυ. Καὶ θέλω νἄχω στρῶμα μου, νἄχω καὶ σκέπασμά μου τὸ καλοκαίρι τὰ κλαδιὰ καὶ τὸν χειμὼ τὰ χιόνια. Κλωνάρια ἀπ ἀγριοπρίναρα, φουρκάλες ἀπὸ ἐλάτια θέλω νὰ στρώνω στοιβανιὲς κι ἀπάνου νὰ πλαγιάζω, ν ἀκούω τὸν ἦχο τῆς βροχῆς καὶ νὰ γλυκοκοιμιέμαι. Ἀπὸ ἡμερόδεντρον, ἀητέ, θέλω νὰ τρώω βαλάνια, θέλω νὰ τρώω τυρὶ ἀλαφιοῦ καὶ γάλα ἀπ ἄγριο γίδι. Θέλω ν ἀκούω τριγύρω μου πεῦκα κι ὀξιὲς νὰ σκούζουν, θέλω νὰ περπατῶ γκρεμούς, ραϊδιά, ψηλὰ στεφάνια, θέλω κρεμάμενα νερὰ δεξιὰ ζερβιὰ νὰ βλέπω. Θέλω ν ἀκούω τὰ νύχια σου νὰ τὰ τροχᾶς στὰ βράχια, ν ἀκούω τὴν ἄγρια σου κραυγή, τὸν ἴσκιο σου νὰ βλέπω. Θέλω, μὰ δὲν ἔχω φτερά, δὲν ἔχω κλαπατάρια καὶ τυραννιέμαι καὶ πονῶ καὶ σβυέμαι νύχτα μέρα. Παρακαλῶ σε, σταυραητέ, γιὰ χαμηλώσου ὀλίγο καὶ δός μου τὲς φτεροῦγες σου καὶ πάρε με μαζί σου, πᾶρε μὲ ἀπάνω στὰ βουνά, τὶ θὰ μὲ φάει ὁ κάμπος! Άπαντα, τ. α, επιμ. Γ. Βαλέτας, Εκδόσεις Π. Σύψα-Χρ. Σιαμαντά τάχυ (το): πολύ πρωί ἀγριοπρίναρα: άγρια πουρνάρια, με σκληρά και αγκαθωτά φύλλα φουρκάλες: διχαλωτά ξύλα ἡμερόδεντρος: ήμερη βελανιδιά, που οι καρποί της είναι γλυκοί (σε αντίθεση με τους πικρούς της βελανιδιάς) και τρώγονται ραϊδιά: ψηλοί, απότομοι βράχοι πάνω από γκρεμούς στεφάνια: πολύ στε νά και επικίνδυνα, ολισθηρά περάσματα (ίσα που χωράει ανθρώπου πόδι) πάνω από ψηλούς γκρεμούς ζερβιά: αριστερά κλαπατάρια: τα μεγαλύτερα φτερά των αρπακτικών πουλιών (συμφυρμός των λέξεων κλάπα+πλατάρι).
ιανουάριος ΔΕΥΤΕΡΑ 9 ΤΡΙΤΗ 10 ΤΕΤΑΡΤΗ Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχου 11 ΠΕΜΠΤΗ Τατιανής μάρτυρος 12 ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 13 ΣΑΒΒΑΤΟ Αγνής μάρτυρος 14 KYPIAKH 15
Έλλη Αλεξίου Διάλογος με τα μέλη του σώματος Α ΜΑΤΙΑ ΜΟΥ, καθώς τά κοιτάζω στόν καθρέφτη, μοῦ Τ φέρνουνε δάκρυα. Αὐτά μοιάζουν ὡς πρός τό χαρακτή - ρα πιότερο μέ τά χέρια. Δουλέψανε κι αὐτά καί δουλεύουνε τόσο, πού εἶναι καημός. Μόνο πώς δέν ἐκφράζουνε κανένα παράπονο. Τά δοσαν ὅλα, τά χασαν ὅλα, κοντεύουνε νά γίνουν ἀνάπηρα ἀπό τίς θυσίες, ἀπό τή χρόνια ὑπερκόπωση, κι ὄχι μόνο δέ ζη τοῦνε τό λόγο, παρά ντρέπονται, λέει, πού ἀδυνατίσα νε. Δακρύζανε τότες πάνω στή δουλειά καί κοκκινίζανε γιά νά δουλευτοῦνε κεῖνες οἱ φοβερές «μινιατοῦ- ρες», οἱ πελεκάνοι κ οἱ ἐρωδιοί μέ τά κομψά μακρυά πόδια δίπλα στά νερά, γιά νά ναι τά σχέδια σύμφωνα μέ τό περιεχόμενο τῶν βιβλίων, πού ἤτανε φυσιολατρικό, κ οἱ πολύ - χρωμες πεταλοῦδες, κι ὁ Θεός Σι βά, ἄν καί τόσο μικροσκοπικός, ἔπρεπε νά ξεχωρίζουν καλά τά πολυάριθμα ποδάρια του, καί τό πάλεμά του μέσα στίς φλόγες... Καί τά μάτια ἀπό τήν πολλή προσήλωση ἀρρώστησαν, τόσο πού χρειά - στηκε νά τά δεῖ γιατρός, τότες πού πλέχτηκε κείνη ἡ λεπτεπίλεπτη νταντέλλα ἀπό ξανθά μαλλιά. Κάθε κλωστή εἶχε δου λευτεῖ στό κοπανέλλι ἤτανε ἀπ ὅλες-ὅλες ἕξι τρίχες, φανταστεῖτε το κι αὐτό! ἀπό μετρημένες ἕξι, ἕξι τρίχες! Καί πλέχτηκε ἕνα θαῦμα βοήθησαν λίγο καί τά χέρια, μά τά χέρια εὐφραίνονταν μ αὐτές τίς τιμητικές ἀσχολίες, ἀντί νά τά κουράζουν, τούς δίνανε χαρά. Νταντέλλα ἀπό κοριτσίστικα ξανθά μαλλιά!... τόσο πού κι ὁ νέος, πού γι αὐτόν πλέχτηκε, γιά νά γίνει εὑρετήριο στά βιβλία του, δέν μποροῦ - σε νά τό πιστέψει. Τήν κρατοῦσε στά χέρια του κι ἀποθάμαζε: «Μά εἶναι ἀπό τά μαλλιά σου; Ἀπίστευτο! Ἀληθινά ἀπό τά μαλλιά σου;» Καί τώρα, ὕστερ ἀπό τόσους καί τόσους
ιανουάριος ΔΕΥΤΕΡΑ 16 ΤΡΙΤΗ Αντωνίου του Μεγάλου 17 ΤΕΤΑΡΤΗ Αθανασίου του Μεγάλου και Κυρίλλου πατριαρχών Αλεξανδρείας 18 ΠΕΜΠΤΗ 19 ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ Ευθυμίου του μεγάλου 20 ΣΑΒΒΑΤΟ Μαξίμου ομολογητού, Νεοφύτου, Ευγενίου μάρτυρος 21 KYPIAKH Τιμοθέου αποστόλου 22
κόπους, κουράστηκαν τά μάτια. Εἶναι σάν ἀρρωστημένα. Κι ἀντίς νά φωνάζουν: «Γιατί μᾶς ξόδεψες σέ περιττολογίες; Γιατί μᾶς ἀσώτεψες ἔτσι ἄσκοπα...» Ὁ νέος, λέει, δέν ξέρει οὔτε ποῦ, οὔτε πῶς, οὔτε πότε, χάθηκε ἀπ τά χέρια του κείνη ἡ πολυδουλεμένη ντα ντέλλα ἀπό ξανθά μαλλιά, θά χει, λέει, ἴσως ξεχαστεῖ σέ κανένα βιβλίο, ἤ θά χει παραπέσει, τίς οἶδε ποῦ, καί δέ θυμᾶται καί καλά ποιό ἀκριβῶς ἀπ τά δυό κο ρίτσια τοῦ τήν εἶχε πλέξει, ἡ Μίλλυ ἤ ἡ Ἄννα, γιατί κεῖ νον τόν καιρό τίς ἀγαποῦσε συγχρόνως καί τίς δυό, καί τά βιβλία μέ τίς μινιατοῦρες, τούς πελεκάνους, τούς ἐρωδιούς, τίς πεταλοῦδες καί τό θεό Σιβά, πουλήθηκαν στόν παλαιοπώλη δέκα δραχμές τό ἕνα, ὡς μεταχειρισμένα βιβλία. Τά στολίδια τοῦ ξώφυλλου δέν τά πρόσεξε, οὔτε ὁ παλαιοπώλης, οὔτε ὁ νέος, πού γύ ρευε ὅπως- ὅπως νά τά ξεκάμει, «δῶρα, τά λεγε, τῆς ρωμαντικῆς μου ἐποχῆς». Τά μάτια δέ ζητᾶνε τό λόγο, δέ λένε: «Γιατί μᾶς ἀσώτεψες σέ περιττολογίες», παρά εἶναι στυγνά καί θλιμμένα, γιατί, λέει, δέ θά μποροῦνε ἐπ ἄπειρον νά προσφέρουνται. Καί μάλιστα προοιωνίζονται ἕνα τέ λος πιό δύστυχο: μή γεννοῦνε στά κατατελευταῖα καί βάρος... Μυστήρια, Εκδόσεις Καστανιώτη