(2015) 1 PRO JUSTITIA. Η ανακριτική διείσδυση για την αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος υπό το πρίσμα της νομολογίας του ΕΔΔΑ

Σχετικά έγγραφα
Προλογικό σημείωμα.. Θέση του ερωτήματος της μελέτης. 1. Οριοθέτηση εννοιών ανακριτικής διείσδυσης και αστυνομικής παγίδευσης. 3

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

Ηλίας Α. Στεφάνου Έλενα Α. Καπαρδή Δικηγόροι

της δίωξης ή στην αθώωση.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ... VII ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... XV ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ...1 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Τελευταίως παρατηρείται έξαρση του φαινομένου επιθέσεων, βιαιοπραγιών και διενέργειας ελέγχων σε αλλοδαπούς μετανάστες, σε σχέση με τη νομιμότητα της

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

18(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΕ ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η θέση της πολιτικής αγωγής στην ποινική δίκη. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος

-Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς επί των προϋποθέσεων της προσωρινής κρατήσεως

«Ειδικά θέματα υπαλληλικού και πειθαρχικού δικαίου - Σχέση με ποινική δίκη» Σύντομη επισκόπηση της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 8: Η θέση του ανηλίκου ως κατηγορουμένου

δικαίου προς τις διατάξεις του καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου που κυρώθηκε με τον ν. 3003/2002 (ΦΕΚ Α 75)»

Αθήνα 1Ο Απριλίου 2013 ΠΡΟΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Η ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ 1. ΟΙ ΙΣΧΥΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΕ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΥΠΕΡΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ (ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

ΤΜΗΜΑ Α ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΕ ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Ενώπιον του Α Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών

Εισαγωγή Ι. Ο προβληματισμός για την αρχή της αμεσότητας

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

09. Ποινικό Δίκαιο & Ποινική Δικονομία

ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΑΠΟ ΑΜΕΛΕΙΑ

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΑΡ. 1 /2005

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

κτικού μέσου ως αυτοτελής προσβολή ατομικού δικαιώματος

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

José Pedro Pessoa e Costa κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Διοικητικό Δίκαιο. Δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα και δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2016/0126(NLE) της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ - ΠΡΟΣΘΗΚΗ. Στο σ/ν «Μεταρρυθµίσεις ποινικών διατάξεων, κατάργηση των καταστηµάτων κράτησης Γ τύπου και άλλες διατάξεις»

Ποινική ικονομία II. Υποχρεωτικό. Πτυχίο (1ος Κύκλος) Θα ανακοινωθεί

Ο ΕΡΓΟΔΟΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΤΟΥ INTERNET

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Μιλώντας για την καταπολέμηση της διαφθοράς στην Χώρα μας, νομίζω ότι είναι σωστό να κάνουμε δύο διαπιστώσεις:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Νομοθετικές πράξεις) ΟΔΗΓΙΕΣ

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 4: Βασικές Αρχές της απονομής δικαιοσύνης σε ανηλίκους

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 3: Ποινικό Δίκαιο των Ανηλίκων

Περίληψη : «Τελεσίδικη δικαστική απόφαση που αφορά στο αδίκημα της. μη καταβολή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης από μέλος Δ.

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 4322/2015

ΠΡΟΣ ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Πρόληψη και καταπολέµηση της εµπορίας ανθρώπων και προστασία των θυµάτων αυτής»

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Το Προστατευόμενο Έννομο Αγαθό στην Πορνογραφία Ανηλίκων

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Συνοδευτικό έγγραφο στην

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ...17 Α. Ελληνικές...17 Β. Ξενόγλωσσες...19

«Σύσταση αρχής καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από ε- από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας,

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 16 Οκτωβρίου 2012 (23.10) (OR. en) 14826/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0036 (COD)

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ 25ΗΣ ΣΕΙΡΑΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΝ. Δεύτερο Στάδιο

[1] ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΛΕΓΚΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΑΡΘΡΟ 28 Ν 4139/2013. Τα εγκλήματα της διακίνησης ναρκωτικών ουσιών έλκουν συνεχώς το

ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΔΙΟ - ΣΥΝΟΛΟ ΔΙΩΡΩΝ

Δεύτερο Στάδιο - Σύνολο Διώρων

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Αριθ. 1384/2000 Τμ. Στ

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

«Όροι και όρια της ανακριτικής διείσδυσης ως ειδικής ανακριτικής πράξης»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών Ημερίδα της Ζητήματα Φορολογικού Δικαίου

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Σχέδιο Νόμου Μέρος Α Άρθρο 1 Σύσταση ενεχύρου στις περιπτώσεις των νόμων 3213/2003, 3691/2008, 4022/2011, 2960/2001 και των υπόχρεων του νόμου

Α.- ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΞΕΝΟΦΟΒΙΑΣ» Α. Γενικό μέρος

Οικονομικό Ποινικό Δίκαιο

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

9663/19 ΣΠΚ/μγ 1 JAI.2

Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Ενωμένη στην πολυμορφία EL 2013/0402(COD) της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών

Ενδικοφανής προσφυγή Δικαίωμα ακρόασης. Σύνθεση Δημοσίου Δικαίου Αικατερίνη Ηλιάδου

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΠΕΡΓΙΑΣ

Ποινική ικονομία I. Υποχρεωτικό. Πτυχίο (1ος Κύκλος) Θα ανακοινωθεί

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Στρατιωτικό προσωπικό και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πρόσφατες Εξελίξεις στην Ελλάδα

καθώς επιλαμβάνεστε των καθηκόντων σας, θεωρώ αναγκαίο να θέσω υπόψη σας τα εξής:

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 21 Μαΐου 2019 (OR. en)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Για την ενσωµάτωση των Οδηγιών 2010/64/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΔΕΙΚΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΠΡΑΞΕΙΣ ΣΥΝΤΡΟΦΙΚΗΣ ΒΙΑΣ ΚΑΙ ΒΙΑΣΜΟΥ

Διπλωματική Εργασία ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΚΡΙΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΡΘΡΟ 253 Α ΚΠΔ. Επιμέλεια:

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ. Πρόληψη και καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και προστασία των θυμάτων αυτής ΑΡΘΡΟ 1

Η διεθνής διάσταση της πρόσβασης στο άσυλο. Αρχή της μη επαναπροώθησης. επαναπροώθησης αποτελεί τον πυρήνα του δικαιώματος στο άσυλο, δηλαδή του

(Νομοθετικές πράξεις) ΟΔΗΓΙΕΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ...9 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Α ΕΚ ΟΣΗΣ...11 ΠΕΡΙΛΗΨΗ...13 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ...15 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

9666/19 ΣΠΚ/μκρ 1 JAI.2

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΥΤΑΝΗ ΓΙΑ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥΠΟΛΗ ΖΩΓΡΑΦΟΥ Ε.Μ.Π Ι. Η λειτουργία μη αδειοδοτημένων ραδιοφωνικών σταθμών στο

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ...

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Α) Η θεωρητική και νοµολογιακή προσέγγιση πριν από το Ν 2408/1996 (Υπεράσπιση 1992, 357)... 9

Transcript:

Pro Justitia Τόμος 1, 2015 Η ανακριτική διείσδυση για την αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος υπό το πρίσμα της νομολογίας του ΕΔΔΑ Σάββας Ορφανός Μεταπτυχιακός Φοιτητής Νομικής Σχολής ΑΠΘ Διάγραμμα i. Ορισμός της ανακριτικής διείσδυσης ως ειδικής ανακριτικής πράξης ii. Ανακριτική διείσδυση και ΕΔΔΑ iii. Οι αποφάσεις που αφορούν την Ελλάδα ενώπιον του ΕΔΔΑ iv. Συμπεράσματα Προτάσεις Περίληψη: Η ανακριτική διείσδυση αποτελεί ένα από τα επαχθέστερα ανακριτικά μέτρα για την αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος. Η οριοθέτησή της είναι ασφαλώς ένα δύσκολο και επίπονο νομικό ζήτημα, όπως είναι ασφαλώς και η αντίστοιχη διάκριση της νόμιμης ανακριτικής διείσδυσης από την «παράνομη» παγίδευση του προσώπου κατά του οποίου διενεργείται. Οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν για τα ατομικά δικαιώματα και ελευθερίες είναι πολλοί, για αυτό και το μέτρο αυτό πρέπει να διατάσσεται και να διενεργείται με φειδώ και περίσσεια σύνεση μόνο σε συγκεκριμένες εξατομικευμένες περιπτώσεις και υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, με απόλυτο σεβασμό στην αρχή της αναγκαιότητας ( ως ειδικότερη έκφανση της αρχής της αναλογικότητας), αφού το μέτρο αυτό πρέπει να είναι το «έσχατο καταφύγιό» μας για την κατάληψη του δράστη τη στιγμή που τελεί μια αξιόποινη πράξη ή τη συλλογή αποδεικτικού υλικού για την αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος. Σκοπός της εισήγησης αυτής είναι αποτύπωση των θέσεων του ΕΔΔΑ για την αστυνομική παγίδευση μέσω της επισκόπησης διαφόρων αποφάσεών του για το ζήτημα αυτό. Ειδικότερα, με την επισκόπηση αποφάσεων του ΕΔΔΑ που αφορούν τη χώρα μας, θα συναχθούν κάποια συμπεράσματα για τη στάση της ελληνικής νομολογίας (κυρίως του ΑΠ) σε σχέση με την ανακριτική διείσδυση και τη συμμόρφωσή της προς τη στάση του ΕΔΔΑ. Καταλήγοντας, ο εισηγητής θα καταλήξει 1

σε κάποια συμπεράσματα, αλλά και κάποιες προτάσεις περί του πως θα μπορούσε σε εθνικό επίπεδο να διενεργείται αυτό το μέτρο, αλλά ποιες θα είναι οι θεσμικές και δικονομικές εγγυήσεις με τις οποίες θα μπορούσαν να κατοχυρωθούν τα θεμελιώδη δικαιώματα του προσώπου κατά του οποίου διενεργείται το επαχθές αυτό μέτρο. Το παρόν έργο υπάγεται σε Άδεια Χρήσης: Creative Commons Αναφορά Δηµιουργού-Μη Εµπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές (CC BY-NC-ND 4.0) https ://creativecommons. org / licenses / by - nc - nd /4.0/ deed. el i. Ορισμός της ανακριτικής διείσδυσης ως ειδικής ανακριτικής πράξης Καλημέρα σας. Είναι μεγάλη μου τιμή να βρίσκομαι σε αυτό το σεμινάριο μεταπτυχιακών και υποψηφίων διδακτόρων που διοργανώνεται για πρώτη φορά. Θέμα της σημερινής μου εισήγησης είναι η ανακριτική διείσδυση ως ειδικό ανακριτικό μέτρο για την αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος. Σε τι συνίσταται όμως αυτή? Με τον όρο ανακριτική διείσδυση ή αστυνομική παγίδευση ή διείσδυση υπό έμπιστα πρόσωπα νοείται η χρησιμοποίηση, είτε των ίδιων των ανακριτικών υπαλλήλων είτε άλλων εμπίστων προσώπων (ιδιωτών) που συνεργάζονται με τις ανακριτικές αρχές με στόχο όχι τόσο τη συλλογή αποδεικτικού υλικού ως προς μια μεμονωμένη πράξη ή την κατάληψη του δράστη τη στιγμή που διαπράττει κάποια αξιόποινη πράξη, όσο στη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων, σχετικά με την αντιμετώπιση οργανωμένης εγκληματικής δραστηριότητας, με βασικό πλεονέκτημα ότι διασπά τη στεγανότητα των κλειστών μαφιόζικων και τρομοκρατικών οργανώσεων με την υιοθέτηση ανάλογων, προς τους δικούς τους, συνωμοτικών κανόνων δράσης 1. Βέβαια, στη νομολογία του ΕΔΔΑ 2 ο όρος αστυνομική παγίδευση διακρίνεται από τον όρο αστυνομική διείσδυση. Με τον πρώτο, που είναι στενότερος του δεύτερου, περιγράφεται μόνο η παραβιάζουσα το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη μυστική αστυνομική δράση. Τούτη περιλαμβάνει π.χ. την πρόκληση σε τέλεση αξιόποινης πράξης για την οποία ο ύποπτος δεν είχε προδιάθεση με σκοπό τη 1 Έτσι σε Παπαδαμάκη, Ανακριτική διείσδυση και άρση του απορρήτου ως ανακριτικές πράξεις κατά του οργανωμένου εγκλήματος, σε Εφαρμογές Ποινικής Δικονομίας, Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, 2006, σελ. 86-87. 2 Βλ. Καϊάφα- Γκμπάντι, Η πρόσφατη νομολογία του ΕΔΔΑ για την αστυνομική διείσδυση και το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, ΠοινΔικ 2011, σελ. 59 επ. 2

σύλληψή του. Με το δεύτερο (ευρύτερο) όρο αποδίδονται και μορφές νόμιμης αστυνομικής δράσης, π.χ. για την κατάληψη του δράστη τη στιγμή που τελεί την αξιόποινη πράξη, για τη συλλογή αποδεικτικού υλικού κλπ. Αναφορικά τώρα για τη σχέση της ανακριτικής διείσδυσης με τον agent provocateur του άρθρου 46 παρ. 2 ΠΚ, αξίζει να ειπωθεί ότι ενώ η προβοκατόρικη κατ άρθρο 46 παρ. 2 ΠΚ συμπεριφορά είναι μεν κατ αρχήν αξιόποινη, αίρεται όμως κατά μια άποψη εν τέλει ο άδικος χαρακτήρας της με τους ειδικούς ποινικούς νόμους που την επιτρέπουν ως ανακριτική πράξη 3. Επίσης, στην περίπτωση του agent provocateur σκοπός είναι η κατάληψη του δράστη κατά την τέλεση του εγκλήματος ως εγωιστικό κίνητρο, ενώ στην αστυνομική διείσδυση σκοπός είναι η πρόσκτηση του αποδεικτικού υλικού που θα αποκαλύπτει την οργάνωση και τη δράση της εγκληματικής οργάνωσης 4. ii. Ανακριτική διείσδυση και ΕΔΔΑ Στο σημείο αυτό θα άξιζε να εξετάσουμε τη στάση του ΕΔΔΑ σε σχέση με την ανακριτική διείσδυση. Τα τελευταία χρόνια, οι αποφάσεις του ΕΔΔΑ σε θέματα μυστικών ανακριτικών πράξεων και διάκρισής τους από μια απαγορευμένη αστυνομική παγίδευση εμφανίζονται αυξημένες σε αριθμό. Το γεγονός αυτό εξηγείται εύκολα, αν λάβει κανείς υπόψη του ότι κυρίως από το 2000 και μετά προωθήθηκαν στο διεθνές πεδίο σημαντικά νομικά εργαλεία για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, τα οποία ευνοούν την εφαρμογή μυστικών ανακριτικών μεθόδων, και τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης έχουν προχωρήσει αντίστοιχα και αυτά από τότε όχι μόνο σε θεσμική καθιέρωση τέτοιων μεθόδων αλλά και σε συχνότερη εφαρμογή τους στην πράξη 5. Ήδη από τις προηγούμενες δεκαετίες 6 το ΕΔΔΑ στην υπόθεση Texeira de Castro κατά Πορτογαλίας υπήγαγε τη συγκαλυμμένη δράση των αστυνομικών στις προϋποθέσεις της δίκαιης δίκης κατά το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ κρίνοντας ότι οι 3 Βλ. Παπαδαμάκη, Ανακριτική διείσδυση και άρση του απορρήτου ως ανακριτικές πράξεις κατά του οργανωμένου εγκλήματος, σε Εφαρμογές Ποινικής Δικονομίας, σελ. 93. Αντίθετα σε Μανωλεδάκη, Ποινικό Δίκαιο, ζ έκδοση, πλήρως αναθεωρημένη με επιμέλεια των Καιάφα-Γκμπάντι/Συμεωνίδου-Καστανίδου, σελ. 542 επ. 4 Βλ. Λίβο, Οργανωμένο έγκλημα: έννοια και δικονομικοί τρόποι αντιμετώπισής του, σε Το οργανωμένο έγκλημα από την σκοπιά του ποινικού δικαίου, Ζ Πανελλήνιο συνέδριο ΕΕΠΔ, σελ. 57. 5 Βλ. Καϊάφα - Γκμπάντι, Η πρόσφατη νομολογία του ΕΔΔΑ για την αστυνομική διείσδυση και το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, ΠοινΔικ 2011, σελ. 59 επ. 3

αστυνομικοί υπερέβησαν κατά την παγίδευση τα όρια της εξουσίας τους και καθόρισε τις προϋποθέσεις νομιμότητας της συγκεκριμένης αστυνομικής δραστηριότητας ως εξής 7 : α) οι αστυνομικοί πρέπει να ενεργούν στο πλαίσιο επιχείρησης την οποία έχει διατάξει και εποπτεύει δικαστής, β) πρέπει να υφίστανται εύλογες υπόνοιες κατά του προσώπου που υπέστη την παγίδευση, να έχει αυτό ποινικό παρελθόν ή να διώκεται, γ) πρέπει να υφίστανται αποδεικτικά στοιχεία (π.χ. κατοχή ναρκωτικών) για την πρόθεση του προσώπου στόχου να τελέσει τα σχετικά εγκλήματα και να μην εξαντλείται συνεπώς η καταδίκη του καθ ου η αστυνομική διείσδυση στις καταθέσεις των αστυνομικών και δ) οι αστυνομικοί να αρκούνται σε παθητικό ρόλο και όχι να ασκούν επιρροή ώστε να τελεστεί μια πράξη που αλλιώς δε θα τελούνταν. Από τότε μέχρι και σήμερα το ΕΔΔΑ συστηματοποίησε τις θέσεις του γύρω από την αστυνομική παγίδευση, η παράθεση των οποίων είναι απαραίτητη για την πρισματική οπτική της αστυνομικής διείσδυσης στην εγχώρια έννομη τάξη 8 : α) Το ΕΔΔΑ αποδέχεται ότι ο ρόλος του σε σχέση με το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη κατά το άρθρο 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ δεν είναι να ορίσει αν κάποιες αποδείξεις σε μια ποινική δίκη αποκτήθηκαν παράνομα, είναι όμως να εξετάσει αν μια τέτοια «παρανομία» κατέληξε σε προσβολή ενός άλλου δικαιώματος που προστατεύεται από τη Σύμβαση. Με άλλα λόγια, η λειτουργία του είναι να ερευνήσει αν ο έλεγχος των εθνικών δικαστηρίων για τη φερόμενη αστυνομική παγίδευση του προσφεύγοντα εξασφάλισε επαρκώς τα δικαιώματα υπεράσπισής του ως κατηγορουμένου και ιδίως το δικαίωμά του για κατ αντιπαράσταση εξέταση και ισότητα των όπλων. β) Η καταπολέμηση ακόμη και του οργανωμένου εγκλήματος, δεν μπορεί να χρησιμοποιεί ως αποδεικτικά μέσα αυτά που αποκτήθηκαν από πράξεις αστυνομικής πρόκλησης για τέλεση εγκλημάτων, γιατί αυτό θα ενείχε τον κίνδυνο να στερηθεί 6 Αρ. προσφ. 25829/1994, βλ. περίληψη της απόφασης και σε ΠοινΧρ 1999, σελ. 486. 7 Βλ. Παπαδαμάκη, Ανακριτική διείσδυση και άρση του απορρήτου ως ανακριτικές πράξεις κατά του οργανωμένου εγκλήματος, σε Εφαρμογές Ποινικής Δικονομίας, σελ. 94-95. 8 Βλ. Καϊάφα-Γκμπάντι, Η πρόσφατη νομολογία του ΕΔΔΑ για την αστυνομική διείσδυση και το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, ΠοινΔικ 2011,σελ. 59 επ., καθώς και τις αποφάσεις Ali κατά Ρουμανίας με αρ. προσφ. 30595/09 (9.11.2010), σκέψη 98, Bulfinsky κατά Ρουμανίας με αρ. προσφ. 28823/04 (1.6.2010), σκέψη 40, Constantin a. Stoian κατά Ρουμανίας με αρ. προσφ. 23782/06 και 46629/06 (29.9.2009), σκέψη 54, Gorgievski κατά FYROM με αρ. προσφ. 18002/02 (16.7.2009), σκέψη 46, Ramanauskas κατά Λιθουανίας με αρ. προσφ. 74420/01 (5.2.2008), σκέψη 52, Malininas κατά Λιθουανίας με αρ. προσφ. 10071/04 (1.7.2008), σκέψη 34, Bykov κατά Ρωσίας με αρ. προσφ. 4378/02 (10.3.2009), σκέψεις 88-89. 4

εξαρχής ο κατηγορούμενος το δικαίωμά του σε δίκαιη δίκη 9. Γι αυτό και στη νομολογία του το ΕΔΔΑ θεωρεί 10 πολύ σημαντικές τις διαδικαστικές εγγυήσεις που τίθενται για τη διεξαγωγή τέτοιων μυστικών ερευνών, και μεταξύ αυτών ιδίως την ύπαρξη θεσμικά ρυθμισμένης και σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση αναγκαίας τυπικής εντολής για τη μυστική αστυνομική δράση και εποπτεία αυτής από δικαστικό ή εισαγγελικό λειτουργό. Μάλιστα, στην υπόθεση Ramanauskas κατά Λιθουανίας 11 το ΕΔΔΑ ξεκαθάρισε ευθέως ότι το κράτος φέρει ευθύνη ακόμη και για την προκλητική δράση των οργάνων του για τέλεση αξιόποινων πράξεων, έστω και αν τούτη φέρεται να έλαβε χώρα από δική τους πρωτοβουλία και χωρίς αυτά να έχουν τηρήσει (ακόμη) τη νόμιμη διαδικασία, αφού το κράτος φέρει το βάρος οργάνωσης μιας διαδικασίας ερευνών με τέτοιο τρόπο, που να μην επιτρέπει παρόμοια φαινόμενα, γιατί διαφορετικά ο δρόμος πιθανών αυθαιρεσιών είναι διάπλατα ανοιχτός. γ) Για το ΕΔΔΑ, η διάκριση της αστυνομικής πρόκλησης/παγίδευσης για τέλεση μιας αξιόποινης πράξης από την ανεκτή μυστική αστυνομική δράση και τα κριτήριά της κρίσιμο είναι κατά πόσο η αστυνομική δράση είχε ένα «ουσιωδώς παθητικό χαρακτήρα» («essentially passive character»), δηλαδή δε θα πρέπει ο αστυνομικός να προκαλέσει τη διάπραξη μιας αξιόποινης πράξης που τούτο διαφορετικά ο δράστης δε θα είχε τελέσει, για να αποκτήσει έτσι στοιχεία για τέλεση του αδικήματος και να θεμελιώσει μια ποινική δίωξη 12. Περαιτέρω, κρίθηκε ότι η αστυνομική δράση δεν είχε «ουσιωδώς παθητικό χαρακτήρα» όταν η πρωτοβουλία της πράξης ανήκε 9 Bannikova κατά Ρωσίας με αρ. προσφ. 18757/06 (4.11.2010), σκέψεις 33-34, Ramanauskas κατά Λιθουανίας με αρ. προσφ. 74420/01 (5.2.2008), σκέψεις 49-51 πρβλ. και Khudobin κατά Ρωσίας με αρ. προσφ. 59696/00 (26.10.2006), σκέψη 128, Texeira de Castro κατά Πορτογαλίας με αρ. προσφ. 25829/94 (9.6.1998), σκέψη 36. Πρβλ. σχετικά και Bykov κατά Ρωσίας με αρ. προσφ. 4378/02 (10.3.2009), σκέψη 93 με αναφορά σε κάθε τύπο εγκλήματος. 10 Βλ. από τις παλιότερες αποφάσεις: Vanyan κατά Ρωσίας με αρ. προσφ. 53203/99 (15.12.2005), σκέψεις 46-47, Khudobin κατά Ρωσίας με αρ. προσφ. 59696/00 (26.10.2005) σκέψη 135, Miliniene κατά Λιθουανίας με αρ. προσφ. 74355/01 (24.6.2008), σκέψη 39, και από τις νεότερες: Ramanauskas κατά Λιθουανίας με αρ. προσφ. 74420/01 (5.2.2008), σκέψη 53, Bannikova κατά Ρωσίας με αρ. προσφ. 18757/06 (4.11.2010), σκέψεις 48 50. 11 αρ. προσφ. 74420/2001, Σκέψεις 63 65. 12 Bannikova κατά Ρωσίας με αρ. προσφ. 18757/06 (4.11.2010), σκέψη 37, Ramanauskas κατά Λιθουανίας με αρ. προσφ. 74420/01 (5.2.2008), σκέψη 55, Malininas κατά Λιθουανίας με αρ. προσφ. 10071/04 (1.7.2008), σκέψη 35, Ali κατά Ρουμανίας με αρ. προσφ. 30595/09 (9.11.2010), σκέψη 99, Bulfinsky κατά Ρουμανίας με αρ. προσφ. 28823/04 (1.6.2010), σκέψη 41, Gorgievski κατά FYROM με αρ. προσφ. 18002/02 (16.7.2009), σκέψη 49. 5

στην αστυνομία και δε συνέπραξε απλά ο αστυνομικός σε κάτι που είχε ήδη αρχίσει να τελείται 13, όταν ο προσφεύγων πιέστηκε να τελέσει το αδίκημα (: ως «πίεση» λαμβάνεται υπόψη η τυχόν πρωτοβουλία της αστυνομίας, η τυχόν επανειλημμένη πρόταση για τέλεση μιας αξιόποινης πράξης, ενώ έχει προϋπάρξει σχετική άρνηση του υπόπτου) 14, όταν ο αιτών μπορεί να ήταν αναμεμειγμένος στην αξιόποινη πράξη ή είχε την προδιάθεση να την τελέσει 15 και, τέλος, όταν οι αρχές δεν μπορούν ανά πάσα στιγμή να καταδείξουν ότι είχαν συγκεκριμένους και επαρκείς λόγους να διατάξουν μια καλυμμένη αστυνομική έρευνα, υποδεικνύοντας έτσι ότι δεν αρκούν απλές και αθεμελίωτες υπόνοιες κατά ενός προσώπου 16. Την εν λόγω θέση του επαναβεβαίωσε το ΕΔΔΑ και πρόσφατα, δεχθέν παραβίαση του δικαιώματος για δίκαιη δίκη κατ' άρθρο 6 ΕΣΔΑ, στην υπόθεση Baltins κατά Λετονίας (με αρ. προσφ. 25282/07), στην οποία ο συγκεκαλυμμένος πράκτορας ζήτησε από τον κατηγορούμενο να του προμηθεύσει μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών και του προσέφερε ένα σεβαστό χρηματικό ποσό ως δέλεαρ, κάτι που γεννούσε κατά την κρίση του αμφιβολίες ως προς το εάν η συμπεριφορά του πράκτορα παρέμεινε καθαρά παθητική 17. δ) Πέραν των ανωτέρω, το ΕΔΔΑ περνά και σε ένα δεύτερο επίπεδο ελέγχου διαδικαστικής υφής και επιδιώκει να βεβαιωθεί ότι τα εθνικά δικαστήρια έλεγξαν από 13 Bannikova κατά Ρωσίας με αρ. προσφ. 18757/06 (4.11.2010), σκέψη 43, Sequeira κατά Πορτογαλίας με αρ. προσφ. 73577/01 (6.5.2003), Gorgievski κατά FYROM με αρ. προσφ. 18002/02 (16.7.2009), σκέψη 52, Vlachos κατά Ελλάδας με αρ. προσφ. 20643/06 (18.9.2008), σκέψη 26, Gorgievski κατά FYROM με αρ. προσφ. 18002/02 (16.7.2009), σκέψη 52. 14 Bannikova κατά Ρωσίας με αρ. προσφ. 18757/06 (4.11.2010), σκέψη 47, Ramanauskas κατά Λιθουανίας με αρ. προσφ. 74420/01 (5.2.2008), σκέψη 67, Malininas κατά Λιθουανίας με αρ. προσφ. 10071/04 (1.7.2008), σκέψη 37, Vanyan κατά Ρωσίας (15.12.2005) με αρ. προσφ. 53203/99, σκέψεις 11 και 49. 15 Βannikova κατά Ρωσίας με αρ. προσφ. 18757/06 (4.11.2010), σκέψη 41, Constantin a. Stoian κατά Ρουμανίας με αρ. προσφ. 23782/06 και 46629/06 (29.9.2009), σκέψη 55, Khudobin κατά Ρωσίας με αρ. προσφ. 59696/00 (26.10.2006), σκέψη 134, Ali κατά Ρουμανίας με αρ. προσφ. 30595/09 (9.11.2010), σκέψη 99, Bulfinsky κατά Ρουμανίας με αρ. προσφ. 28823/04 (1.6.2010), σκέψη 41. 16 Bannikova κατά Ρωσίας με αρ. προσφ. 18757/06 (4.11.2010), σκέψη 38, Constantin a. Stoian κατά Ρουμανίας με αρ. προσφ. 23782/06 και 46629/06 (29.9.2009), σκέψη 55, Ramanauskas κατά Λιθουανίας με αρ. προσφ. 74420/01 (5.2.2008), σκέψη 56, καθώς ήδη και Texeira de Castro κατά Πορτογαλίας με αρ. προσφ. 25829/94 (9.6.1998), σκέψη 38. 17 Βλ. Φαρσεδάκη/Σατλάνη, Ένα Απάνθισμα από τη Νομολογία του ΕΔΔΑ του έτους 2013 για τη δίκαιη ποινική δίκη, ΠοινΔικ 2014, σελ. 162. 6

μόνα τους ή με αφορμή τον ισχυρισμό του προσφεύγοντα τυχόν πρόκληση/παγίδευσή του από την αστυνομία, με τρόπο που να ανταποκρίνεται σε μια δίκαιη ακρόαση του κατηγορουμένου 18. Έτσι, το ΕΔΔΑ δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στο κατά πόσο στο εθνικό δίκαιο ένας τέτοιος ισχυρισμός αποτελεί λόγο υπεράσπισης, δίνει τυχόν αφορμή για αποκλεισμό αποδείξεων ή έχει παρόμοιες συνέπειες. Το ΕΔΔΑ θεωρεί ότι η κατ αντιπαράσταση εξέταση των μυστικών αστυνομικών και η ισότητα των όπλων είναι απολύτως αναγκαία συστατικά της διαδικασίας στην οποία θα ελεγχθεί ένας παρόμοιος ισχυρισμός 19. Σημαντικό είναι επίσης σχετικά ότι για το ΕΔΔΑ παραβίαση του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη υποδηλώνουν και οι περιπτώσεις που το αποδεικτικό υλικό δεν αποκαλύπτεται στην υπεράσπιση για λόγους δημοσίου συμφέροντος ενώ, τέλος, τονίζει ότι το βάρος απόδειξης για το ότι δεν υπήρξε παγίδευση, το φέρει η κατηγορούσα αρχή 20. iii. Οι αποφάσεις που αφορούν την Ελλάδα ενώπιον του ΕΔΔΑ Μέχρι στιγμής δύο είναι οι «ελληνικές» υποθέσεις σχετικά με την αστυνομική διείσδυση που απασχόλησαν το ΕΔΔΑ. Στη μια υπόθεση, Βλάχος κατά Ελλάδας (αρ. προσφ. 20643/06), το ΕΔΔΑ δε δέχθηκε παραβίαση του δικαιώματος για δίκαιη ποινική δίκη, αφού δε διέγνωσε αστυνομική παγίδευση 21. Δέχθηκε ειδικότερα ότι ο αστυνομικός προσποιήθηκε, ότι ενδιαφέρεται να αγοράσει παραχαραγμένα (πλαστά) αμερικανικά δολάρια, ότι ο κατηγορούμενος και προσφεύγων του έδειξε αμέσως τα πλαστά χαρτονομίσματα και ότι δεν υπήρξε αστυνομική πρόκληση, επειδή το έγκλημα είχε τελεσθεί ήδη πριν από την επαφή του κατηγορουμένου με τον αστυνομικό. 18 Bannikova κατά Ρωσίας με αρ. προσφ. 18757/06 (4.11.2010), σκέψεις 51 επ., Ali κατά Ρουμανίας με αρ. προσφ. 30595/09 (9.11.2010), σκέψεις 101 επ., Bulfinsky κατά Ρουμανίας με αρ. προσφ. 28823/04 (1.6.2010), σκέψεις 43 επ., Constantin a. Stoian κατά Ρουμανίας με αρ. προσφ. 23782/06 και 46629/06 (29.9.2009), σκέψεις 57 επ. 19 Bannikova κατά Ρωσίας με αρ. προσφ. 18757/06 (4.11.2010) σκέψη 58, Ali κατά Ρουμανίας με αρ. προσφ. 30595/09 (9.11.2010), σκέψη 98. 20 Ramanauskas κατά Λιθουανίας με αρ. προσφ. 74420/01 (5.2.2008), σκέψη 70. 21 Βλ. Φαρσεδάκη/Σατλάνη, Ένα Απάνθισμα από τη Νομολογία του ΕΔΔΑ του έτους 2013 για τη δίκαιη ποινική δίκη, ΠοινΔικ 2014, σελ. 160-161. 7

Στην άλλη υπόθεση, Πυργιωτάκης κατά Ελλάδας (αρ. προσφ.15100/06) 22, το ΕΔΔΑ δέχθηκε παραβίαση του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη εξαιτίας αστυνομικής παγίδευσης. Είχε προηγηθεί καταδίκη του προσφεύγοντος για διαμεσολάβηση σε πώληση ναρκωτικών ουσιών, αν και προβλήθηκε ο ισχυρισμός περί αστυνομικής παγίδευσης. Ο προσφεύγων έφερε σε επαφή τους δύο αστυνομικούς που δήθεν ενδιαφέρονταν για αγορά ναρκωτικών με τον πωλητή. Το εφετείο, ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο επέβαλε στον προσφεύγοντα κάθειρξη 7 ετών, ενώ ο Άρειος Πάγος απέρριψε την αίτηση αναίρεσης με την ΑΠ 2496/2005 23, αφού αποφάνθηκε, ότι δεν υφίστατο υπέρβαση της επιτρεπόμενης συγκεκαλυμμένης δράσης του αστυνομικού στη συγκεκριμένη περίπτωση. Στη συνέχεια, έλαβε χώρα διαπίστωση εκ μέρους του ΕΔΔΑ παραβίασης του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη εξαιτίας αστυνομικής παγίδευσης, δεδομένου ότι ο προσφεύγων εμφανίστηκε στην υπόθεση μόνο τη μοιραία ημέρα, ο ρόλος του περιοριζόταν στο να υποδείξει στους αστυνομικούς το μέρος όπου βρισκόταν ο πωλητής ναρκωτικών ουσιών, κατόπιν σχετικού αιτήματος ενός γνωστού του, δεν είχε ποινικό παρελθόν και οι αρχές δε διέθεταν ικανούς λόγους να υποπτεύονται ότι ενέχεται σε διακίνηση ναρκωτικών 24. Η καταδίκη της Ελλάδος στην υπόθεση Πυργιωτάκης ήταν λογική συνέπεια της αδιαφορίας που επιδεικνύει ο ΑΠ σχετικά με τη νομολογία του ΕΔΔΑ (και) στο συγκεκριμένο θέμα 25. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουμε όχι μόνο γιατί ο ΑΠ αγνοεί σε αφηρημένο επίπεδο την οριοθέτηση της έννοιας της αστυνομικής παγίδευσης από το ΕΔΔΑ, αλλά και γιατί στον έλεγχο των κριτηρίων που χρησιμοποιούνται από τα δικαστήρια σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση ως προς την τυχόν ύπαρξη αστυνομικής παγίδευσης καθώς και στον έλεγχο της διαδικαστικής τύχης του σχετικού ισχυρισμού δεν ακολουθεί τις κατευθύνσεις του ΕΔΔΑ. Έτσι, δεν ακολουθείται πρώτα απ όλα η βασική αρχή του ΕΔΔΑ ότι η μυστική δράση των αστυνομικών, για να είναι νομιμοποιημένη, πρέπει να στηρίζεται εκάστοτε σε πολύ συγκεκριμένους και πειστικούς λόγους θεμελίωσης υπονοιών για την τέλεση 22 Βλ. ΠοινΔικ 2008, σελ. 1332, με παρατηρήσεις Πουλαράκη. 23 Βλ. ΠοινΧρ 2004, σελ. 979. 24 Βλ. Φαρσεδάκη/Σατλάνη, Ένα Απάνθισμα από τη Νομολογία του ΕΔΔΑ του έτους 2013 για τη δίκαιη ποινική δίκη, ΠοινΔικ 2014, σελ. 160-161. 25 Βλ. σχετικά με το θέμα τις ΑΠ 1028/1999 ΠοινΧρ 2000,σελ. 514 με σχόλιο Λίβου, ΑΠ 1742/2003 ΠοινΧρ 2004, σελ. 979, ΑΠ 942/2005 ΠοινΧρ 2006, σελ. 52, ΑΠ 1498/2005 ΠΛογ 2005, σελ. 1327, ΑΠ 2185/2005 ΠΛογ 2005, σελ. 1994, ΑΠ 2496/2005 ΠΛογ 2005,σελ. 2202, ΑΠ 100/2007 ΠοινΧρ 2007, σελ. 996 καθώς επίσης και ΠεντΕφΠειρ 6/2000 ΠοινΔικ 2000, σελ. 241, ΤριμΕφΘεσ 324/2003 ΠοινΔικ 2003,σελ. 912, ΑναφΕισΠλημΛαμ 513/2004 ΠοινΧρ 2004, σελ.1093. 8

αξιόποινων πράξεων από συγκεκριμένα πρόσωπα. Ειδικότερα, τα δικαστήρια της ουσίας δεν προχωρούν σ έναν ουσιώδη έλεγχο των πηγών πληροφόρησης της αστυνομίας, αρκούμενα στη γενική αναφορά για περιέλευση πληροφοριών σ αυτήν, που δίνει αφορμή για χρήση μυστικών αστυνομικών, και τούτο δεν ελέγχεται από τον ΑΠ 26. iv. Συμπεράσματα - Προτάσεις Ενόψει της θέσπισης ήδη από το 2001 του άρθρου 253Α ΚΠΔ, η αστυνομική δράση που λαμβάνει τα χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς του agent provocateur κατ άρθρο 46 παρ. 2 ΠΚ είναι παράνομη και δεν αίρεται ο άδικος χαρακτήρας της 27 με καμία ερμηνευτική κατασκευή 28. Η αστυνομία δηλαδή είναι υποχρεωμένη να ακολουθήσει την διαδικασία του άρθρου 253Α ΚΠΔ για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, της τρομοκρατίας και των λοιπών εγκλημάτων που αναφέρονται στην ανωτέρω διάταξη. Δυστυχώς, στην πράξη δεν αιτιολογείται η αστυνομική διείσδυση όπως πρέπει. Ακόμη, δεν υπάρχει νομοθετική πρόβλεψη που να κατοχυρώνει την τήρηση πρωτοκόλλων τεκμηρίωσης με τα αποτελέσματα της μυστικής αστυνομικής δράσης ή να μαγνητοφωνείται ή να βιντεοσκοπείται η αστυνομική επιχείρηση με σκοπό την αποφυγή αυθαιρεσιών 29. Επιπλέον, απουσιάζει παντελώς μια ρύθμιση για μεταγενέστερη ειδική ενημέρωση των θιγόμενων από τη μυστική αστυνομική δράση προσώπων. Οι ελλείψεις αυτές καθιστούν ακόμη πιο έντονο το πρόβλημα στην πράξη, όπου με τη γνωστή πρακτική μιας άδηλης αξιοποίησης από τα δικαστήρια ανώνυμων πληροφοριών που προέρχονται από τους κόλπους της αστυνομίας, η κατάσταση επιδεινώνεται. Με βάση όσα έχουν ειπωθεί, κρίνεται ότι απαιτείται σε εθνικό επίπεδο μια περαιτέρω νομοθετική βελτίωση της ανακριτικής διείσδυσης, αλλά και η εναρμόνισή 26 Βλ. Δημάκη, Οι πρόσφατες εξελίξεις στη νομολογία του ΕΔΔΑ σχετικά με την αστυνομική παγίδευση και οι συνέπειες για την ελληνική νομολογία, ΠοινΧρ 2008, σελ. 601-603. 27 Βλ. Μανωλεδάκη, Ποινικό Δίκαιο, ζ έκδοση, πλήρως αναθεωρημένη με επιμέλεια των Καιάφα-Γκμπάντι/Συμεωνίδου-Καστανίδου, σελ. 545. 28 Βλ. Λίβο, Το αξιόποινο του agent provocateur, Η σύγχρονη αντεγκληματική πολιτική μπροστά στο δίλημμα της δημοκρατίας και της αποτελεσματικότητας, ΠοινΧρ 1987, σελ. 706 επ. 29 Βλ. Συμεωνίδου Καστανίδου, Η αστυνομική διείσδυση κατά του θεσμού, ΠοινΛογ 2001, σελ. 1605. 9

της με τις συνταγματικές επιταγές και με τις δικαιϊκές επιταγές της ΕΣΔΑ και με τη νομολογία του ΕΔΔΑ(κυρίως σε όσα έκανε δεκτά στην υπόθεση Πυργιωτάκης), λαμβάνοντας υπόψη την πάγια, μεταξύ άλλων, συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, ( η οποία εκ των πραγμάτων προϋποθέτει με τη σειρά της τη συνεκτίμηση, συναξιολόγηση και στάθμιση βασικών συνταγματικών δικαιωμάτων ), αφενός και την in concreto εκτίμηση της κατάστασης με το σεβασμό στις ιδιαιτερότητες και τη σοβαρότητα της κάθε περίπτωσης αφετέρου, έτσι ώστε η έλλογη προσφυγή στην ειδική ανακριτική πράξη της ανακριτικής διείσδυσης να είναι πλέον πραγματικότητα. Ακόμη, αν σε συγκεκριμένη περίπτωση η συντελεσθείσα ανακριτική διείσδυση είναι παράνομη (ήτοι αντίκειται στις προϋποθέσεις που θέτει το Άρθρο 253Α ΚΠΔ), το γεγονός αυτό πρέπει να αποτελεί μια απόλυτη ακυρότητα (Άρθρο 171 παρ. 1 δ ΚΠΔ), η οποία να μπορεί να προταθεί από τον κατηγορούμενο σε οποιαδήποτε στάση της δίκης (και στον ΑΠ), ξεπερνώντας τα «στεγανά» που θέτει το Άρθρο 173 παρ. 2 ΚΠΔ. Πάντως, αξίζει να τονιστεί ότι με βάση το νεοτεθέν άρθρο 177 παρ. 2 ΚΠΔ, η «παγίδευση» αυτή δεν μπορεί να αξιοποιηθεί αποδεικτικά, στην περίπτωση που τα συναχθέντα από αυτήν αποδεικτικά μέσα έχουν αποκτηθεί με αξιόποινες πράξεις ή μέσω αυτών. Τέλος, θέση της εισήγησης αυτής είναι ότι ο αυτοτελής ισχυρισμός του κατηγορουμένου περί παράνομης «παγίδευσής» του από τα αστυνομικά όργανα, πρέπει πάντοτε να αιτιολογείται ειδικά και εμπεριστατωμένα από τα δικαστήρια. Σε περίπτωση που αυτό δε γίνει, η απόφαση που θα εκδοθεί θα είναι αναιρετέα λόγω έλλειψης από αυτήν της ειδικής αιτιολογίας που επιβάλλει το Σύνταγμα, κατά τα οριζόμενα στο Άρθρο 510 εδ. δ ΚΠΔ. Ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας. 10