Περιγραφικές, θεωρητικές και ρυθμιστικές αναντιστοιχίες

Σχετικά έγγραφα
«Η τροπικότητα στην Νέα Ελληνική» Ανάλυση βάσει του Επικοινωνιακού Δοµολειτουργικού Προτύπου

ΤΑ ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΡΗΜΑΤΟΣ ΦΩΝΗ ΣΥΖΥΓΙΑ ΔΙΑΘΕΣΗ ΧΡΟΝΙΚΗ ΒΑΘΜΙΔΑ ΠΟΙΟΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

ΡΗΜΑΤΑ. Στην πρώτη περίπτωση κάποιος ενεργεί (ρήμα) και η ενέργειά του αυτή ασκείται σε ένα άλλο πρόσωπο ή πράγμα έξω από αυτόν.

Για κάθε φάση του σχεδίου διδασκαλίας προτείνονται δύο στάδια δραστηριοτήτων:

Ρήματα λέγονται οι λέξεις που φανερώνουν ότι ένα πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ενεργεί ή παθαίνει κάτι ή βρίσκεται σε μία κατάσταση.

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑ ΟΠΟΥΛΟΣ

ΘΕΜΑΤΑ ΥΠΟΤΡΟΦΙΩΝ ΣΤ ΤΑΞΗΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΓΛΩΣΣΑ

ΕΙΔΙΚΕΣ ΒΟΥΛΗΤΙΚΕΣ ΕΝΔΟΙΑΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ. Εισάγονται με τους συνδέσμους: ότι, πως, που

Σταυρούλα Τσιπλάκου Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Ελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου

Οι σύνθετες προτάσεις αποτελούνται από δύο ή περισσότερες απλές προτάσεις που συνδέονται μεταξύ τους με συνδετικά στοιχεία.


Πέτρος Κλιάπης 3η Περ. Ημαθίας

ΤΑ ΡΗΜΑΤΑ Τα ρήματα Έχουν δύο φωνές: την ενεργητική και την παθητική Ενεργητική φωνή: ω. Παθητική φωνή: -μαι. Οι καταλήξεις των ρημάτων, ω, -άβω

ΟΙ ΧΡΟΝΟΙ ΤΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ ΠΡΟΤΑΣΗ. Η οργανωμένη ομάδα λέξεων που εκφράζει μόνο ένα νόημα, με σύντομη συνήθως διατύπωση, λέγεται πρόταση.

Άρθρο. Διαδρομές στη διδασκαλία της νέας ελληνικής σε αλλόγλωσσους στην Ελλάδα

Περιληπτικά, τα βήματα που ακολουθούμε γενικά είναι τα εξής:

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΥΘΥ ΣΤΟΝ ΠΛΑΓΙΟ ΛΟΓΟ

Ερωτηματικές προτάσεις ( Μέρος 2 ο )

ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ

Η πρόταση. Πρόταση λέγεται ένα σύντομο κομμάτι του λόγου, που περιλαμβάνει μια σειρά από λέξεις με ένα τουλάχιστον ρήμα και έχει ολοκληρωμένο νόημα.

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

ΡΗΜΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ

The G C School of Careers

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. Προτεινόμενος Προγραμματισμός κατά ενότητα

Στάδια Ανάπτυξης Λόγου και Οµιλίας

Πώς Διηγούμαστε ή Αφηγούμαστε ένα γεγονός που ζήσαμε

Θέµατα Μορφολογίας της Νέας Ελληνικής Ι. Κώστας Δ. Ντίνας Πανεπιστήµιο Δυτικής Μακεδονίας

ΕΙΔΗ ΔΕΥΤΕΡΕΥOΥΣΩΝ ΠΡOΤΑΣΕΩΝ Τη θεωρία της ύλης θα τη βρείτε: Βιβλίο μαθητή σελ και Βιβλίο Γραμματικής σελ

ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Ερωτηματικές προτάσεις. Ερωτηματικές λέγονται οι προτάσεις που στον προφορικό λόγο συνοδεύονται από ανέβασμα της φωνής και στο γραπτό με ερωτηματικό.

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

ΕΙΜΙ= είμαι, υπάρχω. ΥΠΟΤΑ- ΚΤΙΚΗ ω ης η ωμεν. ισθι εστω. εσοίμην εσοιο εσοιτο εσοίμεθα εσοισθε εσοιντο ΑΡΣΕΝΙΚΟ ΘΗΛΥΚΟ ΟΥΔΕΤΕΡΟ. ο υσης ο υσ η ο υσαν

Holton, D., P. Mackridge & E. Φιλιππάκη-Warburton. Γραμματική της ελληνικής γλώσσας.

Προτεινόμενος Προγραμματισμός κατά ενότητα

Εισηγήτρια: Μ. Παραδιά

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ. Γραμματική της Νέας Ελληνικής

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ Δ/ΝΣΗ Π. ΕΚΠ/ΣΗΣ Δ/ΝΣΗ ΠΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ.

5. Λόγος, γλώσσα και ομιλία

Χρήστος Μαναριώτης Σχολικός Σύμβουλος 4 ης Περιφέρειας Ν. Αχαϊας Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ ΣΤΗΝ Α ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

Χρήστος Κλαίρης - Γεώργιος Μπαμπινιώτης. Γραμματική της Νέας Ελληνικής. Δομολειτουργική - Επικοινωνιακή.

Προτεινόμενος Προγραμματισμός κατά ενότητα

:00:11:17 00:00:13:23. Έλα δω να δεις :00:13:23 00:00:15:18. Η Χλόη είναι αυτή; :00:16:21 00:00:18:10. Ναι.

Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ-ΓΛΩΣΣΑ *ΘΕΩΡΙΑ

The G C School of Careers

II. ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΑΡΤΙΟΣ 2019 ΣΥΝΟΛΟ

Μελέτησε τις παρακάτω σημειώσεις για τις καταλήξεις των ρημάτων

Page 1

Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία

Μεταξία Κράλλη! Ένα όνομα που γνωρίζουν όλοι οι αναγνώστες της ελληνικής λογοτεχνίας, ωστόσο, κανείς δεν ξέρει ποια

Παραδοσιακά παιχνίδια

Οδηγίες συγγραφής αναφοράς (ΒΙΟ 230) «12 βήματα προς την επιτυχία» Βασίλης Προμπονάς Λευκωσία, 2018

ΥΛΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2007 ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΥΠΟΤΡΟΦΩΝ ΚΑΘΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΑΤΑΛΑ Α ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΜΕ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΕΤΗΣΙΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ Α ΤΑΞΗ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Γυµνάσιο Σιταγρών Θεατρικοί διάλογοι από τους µαθητές της Α Γυµνασίου. 1 η µέρα. Χιουµορίστας: Καληµέρα παιδιά, πρώτη µέρα στο Γυµνάσιο.

Extract from the book Play and Laugh- Language games for teaching Greek as a foreign. language. by Ifigenia Georgiadou, 2004, Hellenic Culture Centre

ΛΕΞΕΙΣ ΓΙΑ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ

ΛΥΣΕΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΟΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Με την προσδοκία ότι το βιβλίο αυτό θα αποβεί χρήσιμο σε μαθητές και συναδέλφους φιλολόγους, εύχομαι καλή επιτυχία στο έργο τους.

Α τάξη. Βρες και κύκλωσε παρακάτω όλες αυτές τις λέξεις που είναι γραμμένες δίπλα:

ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Χρόνος: 1 ώρα. Οδηγίες

Γραμματική και Συντακτικό Γ Δημοτικού ανά ενότητα - Παρασκευή Αντωνίου

ΧΡΗΣΙΜΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΛΑΤΙΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

ΤΑ ΜΕΡΗ ΤΟΥ Βασίλης Αναστασίου

Ποιό(τητα) της ενέργειας και ρηματική όψη στις σχολικές γραμματικές της ελληνικής

Το αντικείμενο [τα βασικά]

το αντικείμενο στα αρχαία ελληνικά. Ο.Π

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ. Η σύνταξη μιας πρότασης

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

The G C School of Careers

THE ENGLISH SCHOOL ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ - ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - ΔΕΙΚΤΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ -

Πώς να διαβάζεις στο σπίτι γρήγορα και αποτελεσματικά για μαθητές τάξης Teens 2 & 3 (B & C Senior)

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΡΟΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΓΡΑΨΟΥΜΕ ΜΙΑ ΚΑΛΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΥΠΟΤΡΟΦΙΩΝ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΓΛΩΣΣΑ

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΣΧΑ: 1) Μετατρέπω τις παρακάτω ονοματικές φράσεις σε ρηματικές και το. α) Ψήσιμο οβελία από το μπαμπά.

Αναπτυξιακά ορόσημα λόγου

3. ΤΟ ΡΗΜΑ ΚΑΙ Η ΡΗΜΑΤΙΚΗ ΦΡΑΣΗ

Δεκτές είναι μόνο οι λέξεις της νέας Eλληνικής γλώσσας που υπάρχουν στα ισχύοντα βοηθήματα-λεξικά τα οποία είναι τα εξής (1) :

Ερωτηματολόγιο Προγράμματος "Ασφαλώς Κυκλοφορώ" (αρχικό ερωτηματολόγιο) Για μαθητές Β - Γ Δημοτικού

THE G C SCHOOL OF CAREERS ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ Ε ΤΑΞΗ

ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΑΣΚΗΣΗ 2013/14. Μιχαηλίδου Αγγελική Λάλας Γεώργιος

Γλωσσική επιμέλεια: επιλογή ή αναγκαιότητα; Άννα Ιορδανίδου

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

ΛΑΝΙΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΟ ΔΟΚΙΜΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΕΠΤΑ (7) ΣΕΛΙΔΕΣ

ΟΜΟΙΟΙ ΚΑΙ OMOHXΟΙ ΤΥΠΟΙ

Δεύτερη διδακτική πρόταση Έλεγχος επίδοσης στο σχολείο. 1 φωτοτυπία ανά μαθητή με τον έλεγχο παραγωγή προφορικού λόγου, παραγωγή γραπτού λόγου

ΣΧΕΔΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ 1

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. 5η Ενότητα: Συζητώντας για την εργασία και το επάγγελμα ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Εισαγωγικά κείμενα

3ο Νηπ/γείο Κορδελιού Τμήμα Ένταξης

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. Προγραμματισμός κατά ενότητα

Γιούλη Χρονοπούλου Μάιος Αξιολόγηση περίληψης

Ερωτηματολόγιο Προγράμματος "Ασφαλώς Κυκλοφορώ" (αρχικό ερωτηματολόγιο) Για μαθητές Δ - Ε - ΣΤ Δημοτικού

ΑΡΘΡΑ. Μικρές λέξεις που μπαίνουν μπροστά από ουσιαστικά, επίθετα, τις κλιτές μετοχές και ορισμένες αντωνυμίες. ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ

Transcript:

Άν ν α Ρο ύ σ σ ο υ & Αν α σ τ ά σ ι ο ς Τσ α γ γ α λ ί δ η ς Περιγραφικές, θεωρητικές και ρυθμιστικές αναντιστοιχίες Abstract In this paper we discuss the category mood with special emphasis on the socalled subjunctive in Modern Greek. What qualifies as the subjunctive has been a problem in most traditional approaches, which is carried over to school grammars, even the most recent ones. We show that the problem largely arises due to a high degree of conservatism that underlies most analyses; in this context, the use of very traditional categorizations (e.g. subjunctive ) is considered necessary, despite the fact that they are not fully supported by the empirical data. 1. Η νεοελληνική υποτακτική Το ζήτημα της ύπαρξης της κατηγορίας της υποτακτικής στη νέα ελληνική δεν έχει βρει μονολεκτική απάντηση, τουλάχιστον κατά τα τελευταία 100 χρόνια, χωρίς να εγείρει πολλά άλλα ερωτήματα είτε λογικά/θεωρητικά είτε εμπειρικά/πρακτικά μερικά από τα οποία μπορούν να διατυπωθούν ως εξής: Υπάρχει νεοελληνική υποτακτική; - Αν ναι, είναι ο τύπος γράψω ή να γράψω; (i) Αν είναι ο τύπος γράψω, πώς γράφεται το γράψεις; (ii) Αν είναι ο τύπος να γράψω, τι είναι το να έγραψα; (iii) Αν είναι ο τύπος να γράψω, τι είναι το γράψω; (iv) Αν είναι και ο τύπος ας γράψω, γιατί δεν εμφανίζεται ποτέ υποταγμένος; (v) Είναι μορφολογική ή συντακτική κατηγορία; (vi) Καθορίζεται με βάση τη μορφή ή την ερμηνεία; (vii) Σε ποιον βαθμό μοιάζει με την υποτακτική της αρχαίας ελληνικής ή κάποιας άλλης γλώσσας; Ποια συγκεκριμένα κριτήρια πληροί; (viii) Βασίζεται σε κάποια συγκεκριμένη επιστημονική ή ιδεολογική παραδοχή; (ix) Υπάρχει επειδή πρέπει να υπάρχει; - Αν όχι, ποιο είναι το πρόβλημα; Δεν θα ασχοληθούμε με το σύνολο των σχετικών ερωτημάτων εδώ, αλλά κυρίως με τα περιγραφικά και πρακτικά προβλήματα που ανακύπτουν στο πλαίσιο της εκπαίδευσης, με αναφορά στα πρόσφατα βιβλία του Δημοτικού και του Γυμνασίου. [ 529 ]

2. Μορφολογία και ορθογραφία Α. ΡΟΥΣΣΟΥ & Α. ΤΣΑΓΓΑΛΙΔΗΣ Το μόνο που δεν συζητείται σίγουρα στις μέρες μας είναι το ορθογραφικό ζήτημα, που σε άλλες εποχές ήταν μια σημαντική συνιστώσα του προβλήματος: Ορθογραφικό ζήτημα δεν τίθεται πλέον από κανέναν (με κάποιες ίσως περιθωριακές εξαιρέσεις βλ. Τσαγγαλίδης 2000) όμως, στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει καθολική συναίνεση, καθώς για πολλούς το ζήτημα τίθεται σε λάθος βάση. Φαίνεται πως η κοινή γραφή με ει των καταλήξεων στα γράφει, να γράφει, θα γράψει κτλ. μετά τη μεταρρύθμιση του 1976 θεωρήθηκε απλώς απλοποίηση της ορθογραφικής πρακτικής, ότι δηλαδή πρόκειται για μια παραχώρηση που οι υποστηρικτές της καθαρεύουσας δεν ήταν διατεθειμένοι να κάνουν νωρίτερα (βλ. και Παπαναστασίου 2008, 148, 154 κ.α.). [1] [η γλωσσική και εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1976] [α]ποτέλεσε, επίσης, μια νέα ευκαιρία για περαιτέρω ορθογραφικές απλουστεύσεις, καθώς συνοδεύτηκε από σχετικά περιορισμένης έκτασης αλλαγές, όπως η κατάργηση της γραφής με η(-) και με -ω- της υποτακτικής των ρημάτων, π.χ. να λύνεις, να λύνει, να λύσεις, να λύσει, να λύνομαι κτλ., η γραφή με -ει του απαρεμφάτου της παθητικής φωνής, π.χ. λυθεί (Παπαναστασίου 2008, 159). Η εμπλοκή της ορθογραφίας ανέκαθεν αποσταθεροποιούσε οποιαδήποτε προσπάθεια μορφολογικής ανάλυσης (όχι μόνο στην περίπτωσή μας βέβαια). Και για τον Ψυχάρη η ορθογραφία ήταν πολύ σημαντικό μέρος του προβλήματος και ο Τριανταφυλλίδης εκεί (δηλαδή στην άποψη του Ψυχάρη που συνοψίζεται στο [2] παρακάτω) βάσισε την επιμονή του, παρά τις πιέσεις του συνόλου σχεδόν των άλλων δημοτικιστών. [2] Ναπολογηθώ λοιπόν και μπροστά στους φίλους που δεν καταλαβαίνουνε για ποιο λόγο ξακολουθώ και γράφω την υποταχτική με -η. Κατάληξη της υποταχτικής διαφορετική από την κατάληξη του ενεστώτα δε μας απόμεινε ούτε στη δημοτική ούτε στην καθαρέβουσα. Λοιπόν έχουνε δίκιο οι φίλοι και απορούνε. Ωςτόσο μας απόμεινε ο αόριστος της υποταχτικής, ενώ στον ενεστώτα, οριστική και υποταχτική το ίδιο: φιλείς ή φιλής, ένα και τα δυο στην προφορά: μα φίλησα και να φιλήσω αλλάζουνε τύπο. Αυτό θα πη νομίζω πως έχουμε ακόμα γερό μέσα μας το συναίστημα της υποταχτικής. Τόσο γερό μάλιστα που τη νοιώθουμε και χωρίς το να, σε άπειρες φρασούλες που περιττό να τις καταλογίζουμε τώρα (σαν πω, αν πω, άμα πω κτλ., όσα καταφέρης κτλ.), όπου έχουμε είδος μέλλοντα της υποταχτικής, ξεχωριστό από της οριστικής το μέλλοντα. Θα μου πήτε: για την κατάληξη αδιάφορο. Σταθήτε μια στιγμή. Στην ορθογραφία μας, αν παραδεχτούμε παντού το ει, πώς θα κάμουμε για να δώσουμε τόνο ιδιαίτερο στα δυο ακόλουθα, σα διακρίνεις και σα διακρίνης; Η ομιλία ξέρει και τα τονίζει αλλιώς το καθένα: στο χαρτί ας τα τονίζουμε αλλιώς και μεις, αλλάζοντας την ορθογραφία. Έτσι τα βολέψαμε για το που και πού, το πως και το πώς (κ. Ταξ. β, 12, σμ. 1), να μην παραπονιούνται οι φίλοι αφού έτσι το θελήσανε. Ίσως πάλε παραπονεθούνε που δεν τους ακούω από πείσμα και που άδικα τους αρνιούμαι την ομάλωση της υποταχτικής και ορι- [ 530 ]

ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΕΣ, ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΕΣ στικής, γιατί το παράδειγμα που σας ανάφερα δεν αξίζει. Στο δέφτερο και τρίτο πρόσωπο του ενικού, βέβαια πως η ορθογραφία μας είναι βοήθεια για να ξεδιακρίνουμε. Μα στο ξεδιακρίνουμε ίσια ίσια που γράφω, δηλαδή στο πρώτο του πληθυντικού και του ενικού, στο δέφτερο και τρίτο του πληθυντικού, η ορθογραφία τι φελά; Πώς θα μάθουμε αν είναι αόριστος ή ενεστώτας άμα πούμε για να ξεδιακρίνουμε; Σωστό. Μα όχι και τόσο, γιατί αν το δέφτερο και τρίτο πρόσωπο δείχνουνε διαφορά, σημαίνει πως αόριστο έχουμε, σημαίνει πως διαφορά υπάρχει, και τόντις υπάρχει στο μελώδημα (Ταξ. β, 12, σμ. 1). Λοιπόν καλήτερο και μεις να τη σημειώνουμε παντού, μια και μας συφέρνει να τη σημειώνουμε σε κάμποσα ρήματα. (Ψυχάρης 1906, 199 200) Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η εμπλοκή της ορθογραφίας στη συζήτηση μάλλον περιπλέκει ένα σχετικά απλό ζήτημα, χωρίς να υπάρχει κανένα προφανές κέρδος με τη διάκριση μεταξύ ει και η και, αντίστοιχα, καμία προφανής ζημία με την απουσία διάκρισης στα άλλα πρόσωπα. Άλλωστε, ανεξάρτητα από την ορθή γραφή των συγκεκριμένων τύπων, το πρόβλημα της μορφολογικής ανάλυσης παραμένει, λ.χ., στον χαρακτηρισμό των ρηματικών καταλήξεων (π.χ. Παπαναστασίου 2008, 293, 296 8). Όπως φαίνεται στο [3], συχνά έχουμε έναν ακόμα συμβιβασμό των δύο απόψεων: μονολεκτική υποτακτική υπάρχει, αλλά μόνο στους τύπους του αορίστου (και όχι του ενεστώτα οι τύποι του οποίου ήταν πάντοτε ίδιοι και στην οριστική και στην υποτακτική, όπως φαίνεται και στην άποψη του Ανδριώτη (1976) στο [7] παρακάτω): [3] Για να διευκολυνθεί ο αναγνώστης, αναφέρεται ο τρόπος με τον οποίο έγινε η ανάλυση των ρηματικών τύπων που εξετάζονται, σε θέμα και επίθημα: οριστ. ενεστ. ενεργ.: βεβαιώ-ν-ω, αγαπ-ώ, στερ-ώ πρτ. ενεργ.: βεβαίω-ν-α, αγαπ-ούσ-α, στερ-ούσ-α οριστ. αορ. ενεργ.: βεβαίω-σ-α, αγάπ-ησ-α, στέρ-ησ-α υποτ. αορ. ενεργ.: βεβαιώ-σ-ω, αγαπ-ήσ-ω, στερ-ήσ-ω (Παπαναστασίου 2008, 293) Ο συμβιβασμός αυτός οδηγεί στην περιγραφή της αντίστοιχης κατάληξης ως εξής: [4] /-ο/ = -ω επίθημα α εν. οριστ. ενεστ. και υποτ. αορ. ενεργ., π.χ. βεβαιώνω βεβαιώσω, αγαπήσω. (Παπαναστασίου 2008, 298) Πολύ συχνά, παραγνωρίζεται το μέγεθος της σχετικής μορφοσυντακτικής αλλαγής και η έμφαση τίθεται στην απλοποίηση της γραφής. Όπως, αντίστροφα, η ορθογραφική διάκριση πολύ συχνά θεωρήθηκε απαραίτητη για την κωδικοποίηση της υποτιθέμενης μορφοσυντακτικής διαφοράς. Ο Τριανταφυλλίδης σε πολλά σημεία παραπέμπει απλώς στην άποψη του Ψυχάρη (όταν λ.χ. απαντά στις παρατηρήσεις του Βλαστού) και μέχρι πρόσφατα το σχετικό επιχείρημα χρησιμοποιήθηκε σε περιπτώσεις όπως η ακόλουθη: [ 531 ]

Α. ΡΟΥΣΣΟΥ & Α. ΤΣΑΓΓΑΛΙΔΗΣ [5] Το βασικό μας πρόβλημα είναι να μην χάσουμε τη βεβαιότητα ότι η υποτακτική, εξαιτίας της σημασίας της, είναι μια έγκλιση διαφορετική από την οριστική, και ότι η σημασία αυτή επιβάλλει την διατήρηση της ιδιαίτερης φυσιογνωμίας της. Το κέρδος από την ενοποίηση της ορθογραφίας είναι μηδαμινό, ενώ η άποψη ότι δήθεν η υποτακτική δεν υπάρχει πια, αφού είναι ίδια με την οριστική, είναι επιστημονικό λάθος. Αντίθετα, η κατανόηση και αναγνώριση της υποτακτικής ως ιδιαίτερης έγκλισης με ιδιαίτερη σημασία και ορθογράφηση έστω και σε μερικούς τύπους αποτελεί και εμβάθυνση στα προβλήματα της γλώσσας μας και άσκηση της κριτικής ικανότητάς μας και των μαθητών. Το να αδιαφορούμε, εξάλλου, για την υποδαύλιση των κριτικών ικανοτήτων και δυνατοτήτων των νέων ανθρώπων, μαθητών και μη, οδηγεί στην υποβάθμισή τους. (Τσοπανάκης 1994, 342) Τέτοιου είδους επικλήσεις εξωγλωσσικών αναγκών, ενδιαφερόντων και προτεραιοτήτων, προφανώς δεν μπορεί να αποτελέσουν επιχείρημα για τη φωνολογική και μορφοσυντακτική ταυτότητα οποιουδήποτε γλωσσικού τύπου, ούτε βέβαια για τη συνακόλουθη ορθογράφησή του. 3. Μονολεκτική υποτακτική δεν υπάρχει από καιρό! Είναι προφανές ότι τα επιχειρήματα του πρώιμου Ανδριώτη, του Βλαστού, του Φιλήντα κτλ. δεν απαντήθηκαν ποτέ. Το ύφος τους είναι εξάλλου ενδεικτικό της βεβαιότητάς τους για την ορθότητα της ανάλυσης αυτής. [6] Όταν κατά τους τελευταίους π.χ. αιώνες συντελέστηκε πια η εξαφάνιση της προσωδίας και συνέπεσε φωνητικά το ω με το ο καθώς και το ει με το η, ο ενεστώτας της υποταχτικής συνέπεσε και ταυτίστηκε πια απόλυτα με τον ενεστώτα της οριστικής, ο αόριστος της υποταχτικής με το μέλλοντα της οριστικής, ο παρακείμενος της υποταχτικής [ ] απαρχαιώθηκε κι αχρηστεύθηκε, και ολόκληρη η υποταχτική πήγε στο φούντο, για να κρατάει συντροφιά της προκεκοιμημένης αδελφής της της ευκτικής. (Ανδριώτης 1976, 46) [7] βλέπουμε σήμερα τον κ. Τζάρτζανο, σαν αντιπρόσωπο όλων εκείνων που καταλογίζουν στη δημοτική κάθε ελληνικούρα των μορφωμένων, αρκεί να είναι κάπως συνηθισμένη, να παίρνει ενεστωτικούς τύπους της οριστικής στη δημοτική γλώσσα, που κανένας δεν αμφιβάλλει πως ανήκουν στην οριστική, και γγίζοντάς τους μ ένα μαγικό ραβδί να τους μετατρέπει σε υποταχτική. [ ] Ωστόσο το ξέρουν και τα μωρά παιδιά πως ενεστωτικοί τύποι της υποταχτικής δεν υπάρχουν εδώ και δυο χιλιάδες χρόνια, κι όποιος λέει πως υπάρχουν και ο ίδιος γελιέται και τους άλλους γελά. (Ανδριώτης 1976, 47) (8) οι αρχαίες υποταχτική, εφτική, και τ απαρέφατο δεν απομείνανε στη γλώσσα μας με τους μονόλεξους τύπους τους. [ ] Όμως οι κατασκεβαστήδες της καθαρέβουσας νομίζοντας πως γράφουν την ίδια την αττική, της φορτώσανε και τούτες τις σκουριές, να λύσητε, θα γράψητε, που ναι και πολύ άνοστα στην προφορά. (Φιλήντας 1910, 284 5) (9) To δέφτερο που με σκοτίζει είναι πως στο ζήτημα της γλώσσας είμαι, καθώς ξέρεις, πολύ ντούρος. Και δε θα είτανε λογικό να βοηθούσα να τυπωθούνε βι- [ 532 ]

ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΕΣ, ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΕΣ βλία χωρίς να βεβαιωθώ πρωτίτερα πως η δημοτική τους είναι της προκοπής (κατά τη δική-μου πράξη και θεωρία). Έτσι μου φαίνεται πως το καλίτερο που μπορώ να κάνω είναι να περιμένω να τυπωθεί το πρώτο βιβλίο, κι αν το βρω σωστό και καλό τότε βάζω το χέρι-μου στην τσέπη και βγάζω μερικές μπακίρες. Με αφτές (κι όσους άλλους παράδες μαζεφτούνε από αλλού) βγαίνει δέφτερο βιβλίο. Και πάει λέγοντας. Μην περιμένεις όμως πεντάρα τσακιστή όσο ξακολουθείς να γράφεις την υποταχτική διαφορετικά από την οριστική. Καιρός είναι να βγει από τη μέση η παράλογη αυτή ασκήμια. Δεν έχει καμιά βάση. Και είναι και μπόσικη πολιτική. Αν θέμε να παστρέψουμε τη γλώσσα πρέπει να έχουμε και χέρια παστρικά. (επιστολή Βλαστού στον Τριανταφυλλίδη, 22.12.1934 Τριανταφυλλίδης 2001, 410) Πάντως, η άποψη που επικράτησε στη Γραμματική Τριανταφυλλίδη και σε όλες τις μεταγενέστερες επίσημες εκδοχές της ήταν αυτή που εξέφραζε ο Τζάρτζανος συστηματικά από το 1928, η οποία συνοψίζεται ως εξής: (10) Η υποτακτική γραμματικώς, ήτοι τυπικώς και φωνητικώς, στον ενεστώτα, και τον ενεργητικό και το μέσο ή παθητικό, έχει συμπέσει πια με την οριστική (γράφω, γράφεις, γράφει κλπ., να γράφω, να γράφης, να γράφη κλπ. λούζομαι, λούζεσαι, λούζεται κλπ., να λούζωμαι, να λούζεσαι, να λούζεται κλπ.). Αυτό τους παρασύρει πολλούς, ώστε να νομίζουν ότι δεν υπάρχει στη νέα Ελληνική γλώσσα ξεχωριστή έγκλισις ως υποτακτική. Αλλά στον αόριστο, και τον ενεργητικό και το μέσο ή παθητικό, η υποτακτική διατήρησε πάντοτε και διατηρεί ως τα τώρα καθαρά τους ιδιαίτερούς της τύπους όλους (πρβλ. έγραψα, -ες, -ε κλπ., γράψω, -ης, -η κλπ. - ντύθηκα, -ες, -ες κλπ., ντυθώ, ής, -ή κλπ.) Έπειτα, ότι δεν έχουν συμπέσει οι δυο εγκλίσεις, ήτοι η οριστική και η υποτακτική, συντακτικώς και σημασιολογικώς, το δείχνει κοντά στα άλλα καθαρά η διαφορετική χρήσις της αρνήσεως στην καθεμιά απ τις δυο αυτές εγκλίσεις. Πρβλ. Δε γράφεις ίσια μη γράφης στραβά. Δεν έγραψες τίποτε μη γράψης τίποτε. Δε χτενίζεσαι καλά μη χτενίζεσαι έτσι. Δεν ελούστηκες σήμερα μη λουστής σήμερα, κλπ. (Τζάρτζανος 1946, 280) Η άποψη αυτή δεν είναι κατ ανάγκην προβληματική επειδή είναι συμβιβαστική. Είναι όμως σίγουρα προβληματική κατά το ότι εμμένει στην ταυτόχρονη αναφορά σε μορφο-συντακτικά και σημασιολογικά χαρακτηριστικά. Τα σχετικά προβλήματα εξακολουθούν να είναι υπαρκτά, ιδιαίτερα στον χώρο της εκπαίδευσης, όπως θα δούμε στην επόμενη ενότητα. 4. Η υποτακτική στην εκπαίδευση Το ζήτημα της διδασκαλίας της υποτακτικής εντάσσεται στο γενικότερο ερώτημα που αφορά το περιεχόμενο του γλωσσικού μαθήματος. Γενικά δεν είναι ξεκάθαρο αν είναι άλλες οι κατηγορίες μιας περιγραφικής/επιστημονικής/ μεγάλης γραμματικής και άλλες οι κατηγορίες μιας παιδαγωγικής/ σχολικής/ μικρής γραμματικής (κάτι που απασχόλησε ιδιαίτερα και τον Τριανταφυλλίδη και όσους ασχολήθηκαν με την προσαρμογή της μεγάλης γραμματικής και τη χρήση της στην εκπαίδευση). [ 533 ]

Α. ΡΟΥΣΣΟΥ & Α. ΤΣΑΓΓΑΛΙΔΗΣ Η απάντηση της γραμματικής της Ε και Στ Δημοτικού φαίνεται να είναι αρνητική στο ερώτημα αυτό κατά το ότι οι κατηγορίες που περιλαμβάνονται εκεί μάλλον δεν διαφέρουν σε τίποτε από αυτές που περιλαμβάνει η (εκτενέστερη) Γραμματική των Holton, Mackridge & Φιλιππάκη-Warburton (1997). Οι περιφράσεις με το να κανονικά αναφέρονται ως τύποι της υποτακτικής, το ας επίσης περιγράφεται ως μόριο της υποτακτικής, ενώ ο τύπος γράψω περιγράφεται ρητά ως εξαρτημένος (Φιλιππάκη-Warburton, Γεωργιαφέντης, Κοτζόγλου & Λουκά 2009, 171, 134 αντίστοιχα). Και για τη Γραμματική του Γυμνασίου, η απάντηση επίσης φαίνεται να είναι αρνητική, η βάση όμως είναι προφανώς παραδοσιακότερη, πολύ πιο κοντά στις περιγραφές του Τζάρτζανου και της Γραμματικής Τριανταφυλλίδη εδώ δηλαδή ο τύπος γράψω είναι τύπος της υποτακτικής (Χατζησαββίδης & Χατζησαββίδου 2009, 127). Το ζητούμενο σε κάθε περίπτωση θα έπρεπε μάλλον να είναι η συνέπεια και ήδη ένα προφανές πρόβλημα προκύπτει από τις διαφορετικές αφετηρίες των δύο έργων: η περιφραστική υποτακτική παρουσιάζεται με αρκετές λεπτομέρειες στο Δημοτικό, όμως στο Γυμνάσιο ο μαθητής θα συναντήσει την υποτακτική που ακολουθεί τα να, όταν κτλ. Επιπλέον, η αναγνώριση του τύπου γράψω ως εξαρτημένου στη Γραμματική του Δημοτικού, αλλά ως υποτακτικής αορίστου στο Γυμνάσιο δημιουργεί τουλάχιστον σύγχυση. Όπως βλέπουμε στο [11], η έγκλιση παρουσιάζεται ως τυπική κατηγορία με σαφή σημασιολογικά χαρακτηριστικά (και βέβαια με πρωτοτυπικά παραδείγματα τύπων και χρήσεων) στη Γραμματική του Δημοτικού: [11] Δ. Έγκλιση Ο γιος του κυρ Πέτρου σπουδάζει αστροναύτης ΟΡΙΣΤΙΚΗ: κάτι το πραγματικό/βέβαιο Ο κυρ Πέτρος ήθελε να σπουδάσει ο γιος του αστροναύτης ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ: κάτι το επιθυμητό/αβέβαιο Ο κυρ Πέτρος έλεγε συχνά στον γιό του Όταν μεγαλώσεις, σπούδασε αστροναύτης! ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ: συμβουλή/απαίτηση Χρησιμοποιούμε διαφορετικούς τύπους του ρήματος για να δείξουμε αν η πράξη που περιγράφουμε είναι πραγματική/βέβαιη (οριστική) ή επιθυμητή/ αβέβαιη (υποτακτική) ή ακόμα αν απαιτούμε την πραγματοποίησή της (προστακτική). Οι διαφορετικοί αυτοί ρηματικοί τύποι λέγονται εγκλίσεις (Φιλιππάκη-Warburton, Γεωργιαφέντης, Κοτζόγλου & Λουκά 2009, 141) Στη συνέχεια η άρνηση αναφέρεται ως διαφοροποιητικό στοιχείο των εγκλίσεων, όπως και στην αρχική ανάλυση των Βελούδη & Φιλιππάκη- Warburton (1984). Στη συνέχεια, η υποτακτική και η προστακτική ορίζονται ως άχρονες εγκλίσεις και επομένως υπάρχει κάποια δυσκολία στην ένταξη των τύπων που φέρουν τα μορφολογικά χαρακτηριστικά του παρελθοντικού: [ 534 ]

ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΕΣ, ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΕΣ [12] Προσέχω τον σχηματισμό των εγκλίσεων: Όταν περιγράφω κάτι ως πραγματικό/βέβαιο, το τοποθετώ στη χρονική βαθμίδα στην οποία συνέβη/συμβαίνει/θα συμβεί (δηλ. παρόν/παρελθόν/μέλλον). Γι αυτό και η οριστική έγκλιση σχηματίζει τύπους στους διάφορους χρόνους (οριστική ενεστώτα, παρατατικού, αορίστου, συνοπτικού μέλλοντα, εξακολουθητικού μέλλοντα, παρακειμένου, υπερσυντελίκου, συντελεσμένου μέλλοντα). Όταν περιγράφω κάτι ως επιθυμητό/αβέβαιο ή απαιτώ την πραγματοποίησή του, δεν το τοποθετώ σε χρονική βαθμίδα. Έτσι, η υποτακτική και η προστακτική είναι άχρονες εγκλίσεις. - Οι βασικοί και πιο συνηθισμένοι τύποι της υποτακτικής σχηματίζονται με το να + τους τρεις απλούς τύπους ποιού ενεργείας (εξακολουθητικό επαναλαμβανόμενο, συνοπτικό-στιγμιαίο, συντελεσμένο): π.χ. να γράφω να γράψω να έχω γράψει. Υπάρχουν κι άλλοι τύποι υποτακτικής που παράγονται επίσης με το να: π.χ. να έγραφα να έγραψα να είχα γράψει. (Φιλιππάκη-Warburton, Γεωργιαφέντης, Κοτζόγλου & Λουκά 2009, 142) Οι περιφράσεις με να + παρελθοντικό χρόνο απλά κατηγοριοποιούνται ως άλλοι τύποι, καθώς εισάγονται με το να (άρα τυπικά ανήκουν στην υποτακτική), όμως δύσκολα μπορούν να χαρακτηριστούν ως άχρονοι. Ο ορισμός των εγκλίσεων εκτείνεται και στις δευτερεύουσες προτάσεις και ιδιαίτερα σε αυτές που εισάγονται με να, όπως παρακάτω: [13] Βουλητικές προτάσεις Οι βουλητικές προτάσεις είναι εξαρτημένες προτάσεις που εκφράζουν επιθυμία, σχεδιασμό ή ευχή. Είναι αντικείμενα ρημάτων όπως θέλω, μπορώ, εύχομαι, αναγκάζομαι, σκοπεύω κ.ά. Επίσης είναι υποκείμενα απρόσωπων ρημάτων και απρόσωπων εκφράσεων όπως: πρέπει, χρειάζεται, απαγορεύεται, είναι ανάγκη, είναι αδύνατον, κ.ά. Οι βουλητικές προτάσεις βρίσκονται πάντοτε σε υποτακτική (γι αυτό και ξεκινούν με το μόριο να της υποτακτικής). (Φιλιππάκη-Warburton, Γεωργιαφέντης, Κοτζόγλου & Λουκά 2009, 194) Η χρήση του να βέβαια εμφανίζεται και σε άλλες δευτερεύουσες προτάσεις, τις λεγόμενες παραδοσιακά τελικές, π.χ. ήρθα (για) να σε δω. Και σε αυτή την περίπτωση το σκεπτικό θα πρέπει να είναι ότι υποχρεωτικά εκφράζονται με υποτακτική. Δεν γίνεται σαφές ωστόσο αν οι βουλητικές (και τελικές) προτάσεις βρίσκονται σε υποτακτική και για αυτό ξεκινούν με να, ή αν ξεκινούν με το να και για αυτό εκφράζονται με υποτακτική. Η διαπλοκή τύπου και σημασίας παραμένει παρούσα και στην περιγραφή των εγκλίσεων στη Γραμματική του Γυμνασίου: [14] Με τις εγκλίσεις δηλώνεται πώς θέλουμε να παρουσιάσουμε κάθε φορά αυτό που σημαίνει το ρήμα. Οι εγκλίσεις του ρήματος διαφοροποιούνται είτε μορφολογικά είτε με τη χρήση μορίων πριν από τους ρηματικούς τύπους και είναι δύο ειδών: οι προσωπικές και οι απρόσωπες. Οι προσωπικές εγκλίσεις έχουν ξεχωριστούς μορφολογικούς τύπους για τα διάφορα πρόσωπα του ρήματος και είναι η οριστική, η υποτακτική και η προστακτική, π.χ. Περπάτα γρήγορα (προστ.). Οι απρόσωπες εγκλίσεις είναι αυτές που δε διαθέτουν ξεχωρι- [ 535 ]

Α. ΡΟΥΣΣΟΥ & Α. ΤΣΑΓΓΑΛΙΔΗΣ στούς μορφολογικούς τύπους για τα διάφορα πρόσωπα του ρήματος και είναι το απαρέμφατο και η μετοχή, π.χ. Διαβάζει ακούγοντας μουσική (μετοχή). Τροπικότητες ονομάζονται οι διάφορες σημασιολογικές λειτουργίες που εκφράζονται με τη χρήση των εγκλίσεων και δείχνουν την υποκειμενική στάση του ομιλητή [ ] Εξετάζονται μαζί με τις εγκλίσεις, γιατί και οι εγκλίσεις κυρίως οι προσωπικές εκφράζουν τροπικότητες. (Χατζησαββίδης & Χατζησαββίδου 2009, 126 7) Οι ασυνέπειες και όλα τα προβλήματα της παραδοσιακής ανάλυσης επανέρχονται, σε σχέση και με τα τυπικά χαρακτηριστικά (λ.χ. τη συνοδεία των μορίων, την υποταγμένη σύνταξη, τους δείκτες της άρνησης) και με τις πιθανές ερμηνείες της κάθε έγκλισης: [15] Οι προσωπικές εγκλίσεις Η οριστική Η οριστική εκφράζει κατά κανόνα μια ενέργεια ή μια κατάσταση πραγματική και βέβαιη, π.χ. Η Ελλάδα ανήκει στην Ενωμένη Ευρώπη. Συχνά όμως μπορεί να εκφράζει και άλλες σημασίες, όπως τη δυνατότητα να γίνει κάτι (π.χ. Θα πετούσε από τη χαρά του αν έπαιρνε το δίπλωμα), την πιθανότητα (π.χ. Δεν ήρθε ακόμη. Θα τον πήρε ο ύπνος), την ευχή (π.χ. Ας τον έβλεπε κι ας ήταν για λίγο) και την παράκληση (π.χ. Δεν προσέχεις λιγάκι τη διατροφή σου). [ ] Η οριστική έχει κανονικά άρνηση δε(ν). Όταν δηλώνει ευχή έχει άρνηση μη(ν). Η υποτακτική Η υποτακτική εκφράζει κατά κανόνα το ζητούμενο, το ενδεχόμενο και το επιθυμητό, π.χ. Αν μαγειρέψω γεμιστά, θα είναι όλοι ευχαριστημένοι. Συχνά παίρνει και άλλες σημασίες, όπως της προτροπής (π.χ. Μακάρι να ζήσει), της απορίας (π.χ. Δεν είναι καθόλου καλά τα νέα, πώς να του το πω;), της προσταγής (π.χ. Να τα πεις όλα!), της απαγόρευσης (π.χ. [Να] Μην πιστεύεις στον καθένα) κ.ά. [ ] Η υποτακτική χαρακτηρίζεται από τη χρήση των μορίων να, ας, καθώς και από το ότι συνδυάζεται με τους συνδέσμους αν, εάν, όταν, πριν, πριν να, μόλις, προτού, άμα, για να, μήπως. Στις απαγορεύσεις χρησιμοποιείται συνήθως η υποτακτική χωρίς το μόριο να, π.χ. (Να) μην τον ακούς σε ό,τι σου λέει. Η υποτακτική έχει την άρνηση μη(ν). (Χατζησαββίδης & Χατζησαββίδου 2009, 127) Η σύγχυση που προκαλείται από τον ρόλο της άρνησης στον χαρακτηρισμό των εγκλίσεων είναι μάλλον σαφής. Για παράδειγμα, το αν μαγειρέψω είναι υποτακτική λόγω του μαγειρέψω, αλλά έχει άρνηση δεν και όχι μη(ν) (αν δεν μαγειρέψω) όπως θα περίμενε κανείς με βάση τον παραπάνω ορισμό. Αυτή η ιδιαιτερότητα ισχύει και για όλες τις εκφορές του ρηματικού αυτού τύπου με τους συνδέσμους αν, όταν, άμα, μήπως στην πράξη με οποιονδήποτε σύνδεσμο. Και πάλι, το πρόβλημα οξύνεται στις περιπτώσεις των παρελθοντικών τύπων που συνοδεύονται από το να: εφόσον είναι παρελθοντικοί πρέπει να ανήκουν στην οριστική, η οποία όμως έτσι μπορεί να εκφράζει κάτι τόσο πραγματικό όσο μια απραγματοποίητη ευχή : [ 536 ]

ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΕΣ, ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΕΣ [16] Βουλητικές προτάσεις Βουλητικές ονομάζονται οι δευτερεύουσες προτάσεις που εισάγονται με το να και συμπληρώνουν την έννοια ρημάτων που δηλώνουν συνήθως βούληση, όπως θέλω, ζητώ, προτρέπω, επιθυμώ, εμποδίζω, κτλ. [ ] Οι βουλητικές έχουν άρνηση μη(ν) και εκφέρονται συνήθως με υποτακτική, π.χ. Θέλει πάντα να μην είναι μόνος του. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι βουλητικές προτάσεις εκφέρονται με τύπους παρελθοντικού χρόνου, γιατί εκφράζεται είτε απραγματοποίητη ευχή είτε η επιθυμία ή απλώς η σκέψη αυτού που μιλά, π.χ. Ήθελε να ήταν μικρός και να έπαιζε στη γειτονιά του. Είναι αδύνατο να έφτασε τόσο νωρίς στο σπίτι του. (Χατζησαββίδης & Χατζησαββίδου 2009, 147) 5. Μορφολογία και σύνταξη, τύπος και σημασία Όπως είδαμε στην ενότητα 3, είναι προφανές ότι δεν υπάρχει μονολεκτική υποτακτική. Αυτό που εξακολουθεί να μην είναι προφανές είναι η βάση της (όποιας) περιφραστικής ανάλυσης, η σχέση της μορφολογίας με τη σύνταξη, η σχέση του σχηματισμού ενός τύπου με τη χρήση του, το διαφοροποιητικό χαρακτηριστικό κάθε υπαρκτής διάκρισης. Η ανάλυση των Βελούδη & Φιλιππάκη-Warburton (1984) και οι επεκτάσεις της (βλ. λ.χ. τη συζήτηση του πίνακα που ακολουθεί στο Τσαγγαλίδης 2002) δεν φαίνεται να γίνεται εύκολα αποδεκτή ειδικά στον χώρο της εκπαίδευσης για πολλούς λόγους, μεταξύ των οποίων: [17] Απλοί τύποι με το θα με το να με το ας ενεστώτας γράφω θα γράφω να γράφω ας γράφω εξαρτημένος γράψω θα γράψω να γράψω ας γράψω παρατατικός έγραφα θα έγραφα να έγραφα ας έγραφα παρελθοντικός έγραψα θα έγραψα να έγραψα ας έγραψα παρακείμενος έχω γράψει θα έχω γράψει να έχω γράψει ας έχω γράψει υπερσυντέλικος είχα γράψει θα είχα γράψει να είχα γράψει ας είχα γράψει Οριστική: άρνηση δεν Υποτακτική: άρνηση μην Οι τύποι του ρήματος σε σχέση με τους δείκτες της άρνησης ( οριστική και υποτακτική με βάση τους Βελούδης & Φιλιππάκη-Warburton (1984)) (α) οι χρήσεις των δύο σκελών της υποτακτικής είναι αρκετά διαφορετικές και έτσι δεν γίνεται εύκολα αποδεκτή ως μία ενιαία κατηγορία με προφανές περιεχόμενο (β) ο όρος υποτακτική φαντάζει άστοχος στην περίπτωση των πάντα ανυπότακτων τύπων του ας (αν και αυτό όλο και λιγότερο θα αποτελεί πρόβλημα, δεδομένης της αδιαφάνειας σχεδόν όλων των όρων της γραμματικής μεταγλώσσας μας) [ 537 ]

Α. ΡΟΥΣΣΟΥ & Α. ΤΣΑΓΓΑΛΙΔΗΣ (γ) το ας αξιολογείται ως πολύ περιφερειακό κομμάτι της γραμματικής (και, άρα, ως κάτι αρκετά διαφορετικό από το να) (δ) δεν υπάρχει ένα σαφές χαρακτηριστικό, είτε τυπικό είτε σημασιολογικό, που να κάνει τους τύπους με το να και το ας μια αδιαμφισβήτητη κατηγορία. Aκόμα και η άρνηση δεν αποτελεί τέτοιο χαρακτηριστικό, καθώς το μη(ν) εμφανίζεται και χωρίς τα να/ας στις αποτρεπτικές δομές, π.χ. μη φύγεις (έστω και αν η χρήση αυτή φαίνεται να περιορίζεται στο β πρόσωπο βλ. Βελούδης (1987) για μια εξήγηση του περιορισμού), ενώ συνοδεύει και τους τύπους σε -οντας: επομένως ούτε είναι απαραίτητη η παρουσία του να ή του ας για να εμφανιστεί το μη(ν) ούτε και η χρήση του μη(ν) εμπλέκει αναγκαστικά την υποτακτική ως έγκλιση). (ε) δεν υπάρχει ένα σαφές χαρακτηριστικό, είτε τυπικό είτε σημασιολογικό, που να κάνει τους τύπους της οριστικής μια ενιαία και αδιαμφισβήτητη κατηγορία (ϛ) υπάρχει δυσπιστία κατά το ότι η διάκριση φαίνεται να είναι πολύ θεωρητική, να μη λαμβάνει υπόψη τις πραγματικές ανάγκες ή/και τις δυνατότητες είτε των μαθητών είτε των διδασκόντων (ζ) υπάρχουν ίσως και θεωρητικά προβλήματα ως προς τις λεπτομέρειες της ανάλυσης, όμως, κυρίως, υπάρχει συντηρητισμός. Είτε στο πλαίσιο της εκπαίδευσης είτε γενικότερα, εξακολουθεί να ισχύει η παρατήρηση του Θωμόπουλου: [18] Αν ρωτήσεις τι σημαίνει αιτιατική (= accusativus), παρακείμενος, υπερσυντέλικος, έκθλιψη, κράση, δίφθογγος τόσοι όροι που δεν αποδίδουν το σημαινόμενο και θελήσεις ν αντικαταστήσεις τους όρους αυτούς με άλλους πιο αποδοτικούς και πιο αληθινούς, ο νωθρόμυαλος αναγνώστης θα ξενιστεί, κι ο αρχαιολάτρης βερμπαλιστής θα σε συκοφαντήσει. Απ αυτό το φόβο όλες οι γραμματικές, παράλληλα με τις όσες κι όποιες αρετές-τους, πάσχουν, λίγο πολύ, την ίδια αρρώστεια: συντηρητισμό. (Θωμόπουλος 1945, 5) Και ακόμα, μπαίνει και το πρακτικό ερώτημα που θέτει ο Θωμόπουλος: Αν, με βάση τη σημασία, εντάξουμε την περιφραστική υποτακτική στον πίνακα των εγκλίσεων του ρήματος, δεν είναι σαφές αν μπορούμε να αγνοήσουμε τις άλλες, τις λεγόμενες συντακτικές εγκλίσεις (όπως περίπου συνέβη κατά την προσαρμογή της μεγάλης στη μικρή γραμματική Τριανταφυλλίδη βλ. Τσαγγαλίδης 2001). (19) Στις εγκλίσεις δεν σημειώνω ξεχωριστά ούτε την ευκτική ούτε την υποταχτική, αφού ξεχωριστοί τύποι των δυο αυτών εγκλίσεων, που είχε η αρχαία γλώσσα, σήμερα δεν υπάρχουν. Οι δυο αυτές συνταχτικές εγκλίσεις σχηματίζονται με ανάλογα μόρια και τύπους της οριστικής. Αν ανοίξει κανείς ξεχωριστή στήλη για τις περιφραστικές αυτές εγκλίσεις, έχει χρέος, για τον ίδιο λόγο ν ανοίξει και τρίτη στήλη για τη δυνητική που αποδίνει το conditionalis: (θα έφερνα, [ 538 ]

ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΕΣ, ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΕΣ θα είχα φέρει) κι άλλη μια για την πιθανολογική (θα κοιμάται τώρα, πιστεύω, θα έτρωγαν εκείνη τη στιγμή, υποθέτω). (Θωμόπουλος 1945, 8 9) Και, δεδομένης της διαπλοκής τύπου και σημασίας, δεν είναι σαφές σε ποιο σημείο θα πρέπει να σταματήσουμε βλ. και τη σχετική συζήτηση του Ανδριώτη (1976, 46), καθώς και την παρατήρηση του Jespersen (1924, 321) για την αύξηση του αριθμού των εγκλίσεων όταν αυτές δεν ορίζονται με βάση τα τυπικά χαρακτηριστικά τους. 6. Συμπεράσματα: από τη θεωρητική ανάλυση στη σχολική πράξη Πολλά μπορούν να ειπωθούν για τον συντηρητισμό και τις ιδεοληψίες που επηρεάζουν την εκπαιδευτική πρακτική λειτουργώντας ως φίλτρα οποιασδήποτε μεταρρυθμιστικής προσπάθειας ήδη από τις αρχές του 20ού αι. Το ερώτημα παραμένει αν πρέπει να επιμένουμε σε χαρακτηρισμούς και κατηγοριοποιήσεις του τύπου οριστική, υποτακτική κτλ., με δεδομένες όλες τις ασάφειες που προκύπτουν από τις αναντιστοιχίες μορφής και σημασίας. Η μορφολογική ανάλυση και η θεωρητική προσέγγιση στον σχηματισμό των περιφράσεων που είδαμε στο [17], μας επιτρέπει να διατηρήσουμε τα κοινά στοιχεία των μονολεκτικών και περιφραστικών τύπων και ταυτόχρονα να τονίσουμε τις διαφορές τους. Ειδικά στην περίπτωση των περιφράσεων, τα θα, να και ας είναι εξ ορισμού διαφορετικά στοιχεία (για πολλούς λόγους βλ. Roussou & Tsangalidis υπό έκδ.). Επομένως, είναι αναμενόμενο ότι ο συνδυασμός του καθενός από αυτά με τους ίδιους ρηματικούς τύπους θα οδηγήσει σε διαφορετικές ερμηνείες. Σε αυτό το πλαίσιο ίσως είναι απαραίτητο να ακολουθηθεί μια περιγραφή η οποία θα βασίζεται πρωτίστως στα τυπικά (μορφολογικά, συντακτικά) χαρακτηριστικά των ρηματικών τύπων και στη συνέχεια στον συνδυασμό τους με στοιχεία όπως τα να, ας, θα. Τα κοινά χαρακτηριστικά των περιφράσεων, όπως δίνονται στον πίνακα στο [17] δεν σημαίνουν απαραίτητα ότι θα πρέπει να ανήκουν στην ίδια κατηγορία (όπως κι αν αυτή χαρακτηρίζεται), καθώς οι διαφορές τους προκύπτουν ούτως ή άλλως συνδυαστικά (π.χ. ο ίδιος ρηματικός τύπος μπορεί να συνοδεύεται από διαφορετικά στοιχεία). Οι ερμηνείες που αποδίδονται στις περιφράσεις αυτές προκύπτουν επίσης συνδυαστικά. Οι λεγόμενες τροπικότητες αφορούν επομένως τις περιφράσεις και όχι (απαραίτητα) τους ρηματικούς τύπους. Το ζητούμενο παραμένει αν και κατά πόσο είμαστε διατεθειμένοι να προβούμε σε αναλύσεις και ερμηνείες που βγαίνουν έξω από τα πλαίσια των παραδοσιακών γραμματικών, σε επίπεδο γλωσσολογικής θεώρησης και εφαρμογής, όπως είναι η περίπτωση της συγγραφής μιας σχολικής γραμματικής. [ 539 ]

Α. ΡΟΥΣΣΟΥ & Α. ΤΣΑΓΓΑΛΙΔΗΣ Βιβλιογραφία Aνδριώτης, N. Π. 1976. Yπάρχει υποταχτική στη νέα ελληνική;, στο Aντιχάρισμα στον καθηγητή Nικόλαο Π. Aνδριώτη: ανατύπωση 88 εργασιών του με τη φροντίδα επιτροπής). Θεσσαλονίκη, 44 51. Βελούδης, Γ. 1987. *Μη φύγω, μη φύγεις, (*)μη φύγει / να μη φύγω, να μη φύγεις, να μη φύγει ή: η γραμματικοποίηση της αμεσότητας, Μελέτες για την ελληνική γλώσσα 8, 293 309. Bελούδης, Γ. & E. Φιλιππάκη-Warburton. 1984. H υποτακτική στα νέα ελληνικά, Μελέτες για την ελληνική γλώσσα 4, 151 68. Holton, D., P. Mackridge & I. Philippaki-Warburton. 1997. Greek: A Comprehensive Grammar of the Modern Language. Λονδίνο: Routledge.. 1999. Γραμματική της ελληνικής γλώσσας. Μτφρ. Β. Σπυρόπουλος. Αθήνα: Πατάκης. Θωμόπουλος, Γ. 1945. Γραμματική της νεοελληνικής κοινής. Αθήνα. Jespersen, O. 1924. The Philosophy of Grammar. Λονδίνο: George Allen & Unwin. Παπαναστασίου, Γ. 2008. Νεοελληνική ορθογραφία: ιστορία, θεωρία, εφαρμογή. Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Roussou, A. & A. Tsangalidis. Υπό έκδ. Modal Particles in Modern Greek: Description or Explanation?, Proceedings of the Cambridge Workshop on Particles (University of Cambridge, 30 31.10.2008). Tζάρτζανος, A. 1946. Nεοελληνική σύνταξις (της κοινής δημοτικής), 1ος τόμ. Aθήνα: OEΣΒ. Τριανταφυλλίδης, Μ. 2001. Αλληλογραφία 1895 1959. Επιμ. Π. Μουλλάς, Μ. Βερτσώνη-Κοκόλη & Έ. Πέτκου. Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Tσαγγαλίδης, Α. 2000. Τι θα πει υποτακτική; Οι κατηγορίες του ρήματος στα λεξικά και τις γραμματικές της νέας ελληνικής, Μελέτες για την ελληνική γλώσσα 20, 543 54.. 2001. Για τις συντακτικές εγκλίσεις της νέας ελληνικής, Πρακτικά του 4ου Διεθνούς Συνεδρίου Ελληνικής Γλωσσολογίας (Λευκωσία, Σεπτέμβριος 1999). Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 300 7.. 2002. Για τους χρόνους του νεοελληνικού ρήματος, Μελέτες για την ελληνική γλώσσα 22, 647 58. Tσοπανάκης, A. 1994. Nεοελληνική γραμματική. Θεσσαλονίκη & Aθήνα: Aφοί Kυριακίδη & Eστία. Φιλήντας, Μ. 1910. Γραμματική της ρωμαίικης γλώσσας: Τόμος δέφτερος. Αθήνα: Η Νομική. Φιλιππάκη-Warburton, E., Μ. Γεωργιαφέντης, Γ. Κοτζόγλου & Μ. Λουκά. 2009. Γραμματική για την Ε και Στ Δημοτικού. Αθήνα: ΟΕΔΒ & Πατάκης. Χατζησαββίδης, Σ. & Α. Χατζησαββίδου. 2009. Γραμματική νέας ελληνικής γλώσσας Αʹ, Βʹ, Γʹ Γυμνασίου. Αθήνα: ΟΕΔΒ & Ελληνικά Γράμματα. Ψυχάρης, Γ. 1906. Ρόδα και μήλα, 3ος τόμ. Αθήνα: Βιβλιοπουλείο της Εστίας. Λέξεις-κλειδιά: υποτακτική, έγκλιση, σχολική γραμματική, περιγραφική γραμματική. [ 540 ]