A ΦIEPΩMA. Γιάννης Tσαρούχης Mαρτυρίες για τη ζωή και το έργο του μεγάλου δημιουργού και στοχαστή 2-19 AΦIEPΩMA 21 BIBΛIO 22 ΘEAMATA 23 ΓEYΣEIΣ



Σχετικά έγγραφα
Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΕΝΑΣ ΤΟΙΧΟΣ ΣΤΗΝ ΑΙΝΟ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ...

Όταν είσαι χορεύτρια, ηθοποιός, τραγουδίστρια, καλλιτέχνης γενικότερα, είσαι ένα σύμπαν που φωτοβολεί.

Modern Greek Beginners

Μάνος Κοντολέων : «Ζω γράφοντας και γράφω ζώντας» Πέμπτη, 23 Μάρτιος :11

Σχολικές αναμνήσεις. Η γιαγιά του Χάρη θυμάται

ΒΙΒΛΙΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ

Η Κωνσταντίνα και οι αράχνες

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Ένας θαυμάσιος μαρτυρικός αγιογράφος χωρίς χέρια και πόδια

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Εισαγωγή στα Πρότυπα Γυμνάσια-N.Γλώσσα

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Το παραμύθι της αγάπης

Πάμπλο Πικάσο ο ζωγράφος

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου.

Ώρες με τη μητέρα μου

Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία

Γιώργος Δ. Λεμπέσης: «Σαν να μεταφέρω νιτρογλυκερίνη σε βαγονέτο του 19ου αιώνα» Τα βιβλία του δεν διαβάζονται από επιβολή αλλά από αγάπη

Eπιμέλεια κειμένου: Xριστίνα Λαλιώτου Μακέτα εξωφύλλου - Σελιδοποίηση: Ευθύµης Δηµουλάς Διορθώσεις: Νέστορας Χούνος

Μια φορά κι έναν καιρό

Αϊνστάιν. Η ζωή και το έργο του από τη γέννησή του έως το τέλος της ζωής του ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΒΑΚΑΛΗ-ΣΥΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ. Εικόνες: Νίκος Μαρουλάκης

Η συγγραφέας Φανή Πανταζή μιλάει στο Infowoman.gr για το μεγαλείο της μητρικής αγάπης

Αντώνης Πασχαλία Στέλλα Α.

Συγγραφέας. Ραφαέλα Ρουσσάκη. Εικονογράφηση. Αμαλία Βεργετάκη. Γεωργία Καμπιτάκη. Γωγώ Μουλιανάκη. Ζαίρα Γαραζανάκη. Κατερίνα Τσατσαράκη

Μάθημα 1. Ας γνωριστούμε λοιπόν!!! Σήμερα συναντιόμαστε για πρώτη φορά. Μαζί θα περάσουμε τους επόμενους

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΕΛΠΙΔΑ. Είμαι 8 χρονών κα μένω στον καταυλισμό μαζί με άλλες 30 οικογένειες.

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

ΦΟΙΤΗΤΡΙΑ: ΠΑΤΣΑΤΖΑΚΗ ΕΛΕΝΗ, ΑΕΜ:3196 ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΥΕ258 ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΩΝ ΓΛΩΣΣΙΚΩΝ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ

Συγγραφέας: Αλεξίου Θωμαή ΕΠΙΠΕΔΟ Α1 ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΔΙΑΜΟΝΗ. Κατανόηση γραπτού λόγου. Γεια σου, Μαργαρίτα!

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΑΠΟΔΕΛΤΙΩΣΗ

Συνέντευξη με τη Μαίρη Παπαπαύλου, συγγραφέα του βιβλίου Κάθε ηλιοβασίλεμα

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

ΘΕΜΑ: ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΧΟΡΟΙ ΚΑΙ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ

Κατανόηση προφορικού λόγου

Το βιβλίο της Μ. Autism Resource CD v Resource Code RC115

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Ι ΑΚΤΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ: Τι κάνεις στον ελεύθερο χρόνο σου;

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

Δύο ιστορίες που ρωτάνε

ΟΝΟΜΑ: 7 ο ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ

Σκηνή 1η Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι

ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΣΜΕΝΗ Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΟΥ 34ΟΥ ΠΦΕΘΚ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΤΗΣ ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

Ο συγγραφέας Δημήτρης Στεφανάκης και «Ο χορός των ψευδαισθήσεων» Πέμπτη, 10 Σεπτεμβρίου :26

«Το κορίτσι με τα πορτοκάλια»

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ ΧΡΥΣΙΠΠΟΣ

ΧΑΡΤΙΝΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΟΜΑΔΑ Β. Ερώτηση 1 α

Ο δάσκαλος που με εμπνέει

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ( ) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα)

LET S DO IT BETTER improving quality of education for adults among various social groups

3 ο βραβείο ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΑΜΟΥΛΗ. Βασιλεία Παπασταύρου. 1 ος Πανελλήνιος διαγωνισμός λογοτεχνικής έκφρασης για παιδιά ( )

σόκ. Σιώπησε και έφυγε μετανιωμένος χωρίς να πει τίποτα, ούτε μια λέξη.» Σίμος Κάρμιος Λύκειο Λειβαδιών Σεπτέμβριος 2013

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

''Μιλω ντας επιγραμματικα για την ανα γκη δημιουργι ας του νε ου ανθρω που''

Δουλεύει, τοποθετώντας τούβλα το ένα πάνω στο άλλο.

Για αυτό τον μήνα έχουμε συνέντευξη από μία αγαπημένη και πολυγραφότατη συγγραφέα που την αγαπήσαμε μέσα από τα βιβλία της!

Μια φορά και ένα καιρό, σε μια μουντή και άχρωμη πόλη κάπου στο μέλλον, ζούσαν τρία γουρουνάκια με τον παππού τους. Ο Ανδρόγεως, το Θρασάκι και ο

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

Η. Διαδικασία διαμεσολάβησης

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

TO ΠAPTI EKΠΛHΞH. και. Περιεχόμενα. Καλωσόρισες στη Φωτεινούπολη! Ώρα για διακόσμηση. Φτιάξε τη δική σου Φωτεινούπολη! Ένα δώρο ζωγραφιστό

Χαρούμενη Άνοιξη! Το μαθητικό περιοδικό του 12ου Δημοτικού Σχολείου Περιστερίου ΜΑΡΤΙΟΣ 2014

Λόγια αποχαιρετισμού ενός τελειόφοιτου μαθητή

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Σχολή Ι.Μ.Παναγιωτόπουλου Το κορίτσι με τα πορτοκάλια Του Γιοστέιν Γκάαρντερ Λογοτεχνικό ανάγνωσμα Χριστουγέννων

ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΕ ΤΑ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΑ ΤΟΥ JOSTEIN GAARDER

6 ο ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ Νηπιαγωγοί Σοφία Καπετανάκη Μαρία Κουτεντάκη. Ευέλικτη ζώνη. «χώμα. και νερό ταξίδι στην ΚΝΩΣΣΟ»

Εισαγωγή. Ειρήνη Σταματούδη, LL.M., Ph.D. Διευθύντρια Ο.Π.Ι.

Δάφνη Σουμάν: «Η ζωή της Σεχραζάτ»

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Η ιστορία του χωριού μου μέσα από φωτογραφίες

Το κορίτσι με τα πορτοκάλια. Εργασία Χριστουγέννων στο μάθημα της Λογοτεχνίας. [Σεμίραμις Αμπατζόγλου] [Γ'1 Γυμνασίου]

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Μιλώντας με τα αρχαία

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Μια επίσκεψη στη Βουλή των Αντιπροσώπων

Παραδοσιακά τραγούδια στον κύκλο του χρόνου

Ο Νίκος Πιλάβιος μιλάει στην Μαίρη Γκαζιάνη για τον «Παραμυθά» των βιβλίων του Πέμπτη, 07 Ιούνιος :11

...Μια αληθινή ιστορία...

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

Μέσα από τη ζωγραφική, την κατασκευή ιστοριών και παραμυθιών βρήκαν από αρκετά έως πολύ τον τρόπο να εκφραστούν και να δημιουργήσουν.

Τα κτήρια λένε την ιστορία τους. 48o Γυμνάσιο Αθηνών ΔΑΝΣΜ. Διεύθυνση Αναστήλωσης Νεότερων και Σύγχρονων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού

Βούλα Μάστορη. Ένα γεμάτο μέλια χεράκι

Μουσικά όργανα. Κουδουνίστρα. Υλικά κατασκευής: Περιγραφή κατασκευής: Λίγα λόγια γι αυτό:

Πρόταση Διδασκαλίας. Ενότητα: Γ Γυμνασίου. Θέμα: Δραστηριότητες Παραγωγής Λόγου Διάρκεια: Μία διδακτική περίοδος. Α: Στόχοι. Οι μαθητές/ τριες:

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΝΥΠΑΡΞΗ ΣΤΗΝ ΕΚΔΙΩΞΗ MAΘ Η Μ Α : Ν Ε Ο Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Κ Α Ι Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Η Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α

Transcript:

A ΦIEPΩMA KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993 2-19 AΦIEPΩMA O Eλλην ζωγράφος Γιάννης Tσαρούχης. Mαρτυρίες για τη ζωή και το έργο του μεγάλου δημιουργού και στοχαστή. Tα παιδικά χρόνια. H ζωή του στην οδό Λουκά Pάλλη και οι δεσμοί του με τον Πειραιά. Oι πρώτες δημιουργίες. Aρχισε να ενδιαφέρεται για τη ζωγραφική σε ηλικία επτά ετών κάνοντας εικόνες αγίων. Kαραγκιόζης και Σπαθάρης. Πώς γνώρισε τον μεγάλο καραγκιοζοπαίχτη στην Kηφισιά. Tαξίδι στην Πόλη. H γνωριμία του με τον Kεμάλ, στις εκδηλώσεις του «Mπαλκάν Φεστιβαλί» τον Oκτώβριο του 1934. Σκηνοθεσία και φωτογραφία. Φωτογράφησε πρόσωπα και τοπία, τα οποία υπήρξαν πηγή έμπνευσης στη ζωγραφική του. Aπό τον Kαΐμη στην Eσκενάζυ. Στο στέκι της οδού Δώρου μαζί με τον Kόντογλου και τον Ξυγγόπουλο. Προσκύνημα στο Aγιον Oρος. «H αληθινή θρησκεία δεν έχει ναούς, δεν έχει τίποτα δικό της, γιατί είναι όλα δικά της». H γνωριμία με τον Kουν. H συνεργασία των δύο δημιουργών, το 1934, για την παράσταση της «Eρωφίλης». 20 KPITIKH Kριτική Θεάτρου και δίσκων. 21 BIBΛIO Nέες εκδόσεις. 22 ΘEAMATA Kινηματογράφοι και Θέατρα. 23 ΓEYΣEIΣ Oίνος ο Aγαπητός. Συνταγή μαγειρικής. 24-31 THΛEOPAΣH Kριτική. Eρτζιανά. Tο πρόγραμμα της εβδομάδας. Yπεύθυνος «Eπτά Hμερών»: BHΣ. ΣTAYPAKAΣ O Eλλην ζωγράφος Γιάννης Tσαρούχης Mαρτυρίες για τη ζωή και το έργο του μεγάλου δημιουργού και στοχαστή O Γιάννης Tσαρούχης υπαγορεύει στον Aλέξη Σαββάκη, στην αυλή του σπιτιού του στο Mαρούσι το 1988. (Φωτογραφία του Στέλιου Σκοπελίτη). «IΩANNHΣ TΣAPOYXHΣ YΠO AΛEΞIOY ΣABBAKH» είναι το νέο βιβλίο για τη ζωή και το έργο του μεγάλου Eλληνα ζωγράφου και στοχαστή που θα κυκλοφορήσει σε λίγες μέρες από τις εκδόσεις «Kαστανιώτη». Συγγραφέας του ο Aλέξης Σαββάκης, ο άνθρωπος που για χρόνια ολόκληρα έχει ζήσει από πολύ κοντά τον Γιάννη Tσαρούχη. Tο βιβλίο δεν συνιστά μια επιστημονική κατάθεση στην Iστορία της Tέχνης ούτε μια κριτική εμβάθυνση-αποτίμηση στον σπουδαίο Eλληνα ζωγράφο. Eίναι πρώτα απ όλα κατάθεση ψυχής - μαρτυρίες για πρόσωπα και καταστάσεις, για τον κόσμο, τον τόσο μακρινό και ταυτόχρονα τόσο κοντινό, του Γιάννη Tσαρούχη. Ποια η ζωή, το έργο, οι αγωνίες του ζωγράφου; Ποια τα σημαντικά πρόσωπα στη ζωή του; Ποιες οι σημαντικές ημερομηνίες του; Ποιες οι σχέσεις του με την ορθοδοξία, την Πόλη και το Aγιον Oρος; Πώς, τέλος, γεννήθηκε ένα τέτοιο βιβλίο; «Hταν», λέει ο Aλέξης Σαββάκης, «μια επιθυμία που γεννήθηκε μέσα μου την ίδια κιόλας μέρα του θανάτου του, όταν άρχισα να συνειδητοποιώ πως εξέλιπε πια οριστικά ως φυσική παρουσία. Iσως αυτή η αντίδραση να ή- ταν και η άμυνά μου μπρος στο πανικό του κενού, του ποτέ ξανά. Θέλησα λοιπόν να καταθέσω σε κοινό ταμείο τις αναμνήσεις μου, ό,τι δηλαδή η στενή κοινωνία μαζί του επί πολλά χρόνια είχε φέρει. Hθελα να επεκτείνω έτσι την παρουσία του για μένα και για όσους θα τους παρηγορούσε να ακούν γι αυτόν. Kάπως σαν για να παραμυθήσω τη λύπη των κοινών φίλων, ήθελα να διηγηθώ δικές μου αναμνήσεις. Kαι σκεπτόμουν πως κοντά σ αυτούς που τον γνώρισαν, τον αγάπησαν και τον θαύμασαν, ίσως να χρησιμεύσουν οι αναμνήσεις αυτές και σε εκείνους που στο μέλλον θα τον ανακαλύψουν και θα ενδιαφερθούν να μάθουν περισσότερα για τη ζωή και το έργο του. Γιατί είναι βέβαιο πως το μέλλον έχει συμμαχήσει μαζί του από παλιά, από τότε που νέος ακόμη θα αισθανόταν ασφαλώς τα θαρρυντικά κεντήματα και τους κνησμούς της αθανασίας». Tο βιβλίο, που αποσπάσματά του προδημοσιεύουμε, αποτελείται από η- μερολογιακές σημειώσεις σύγχρονα γραμμένες με τα γεγονότα που περιγράφει ο συγγραφέας. Συχνά μιλάει ο ίδιος ο Tσαρούχης μέσα από κείμενα που υπαγόρευε στον Aλέξη Σαββάκη και που σχετίζονται με την πολύτιμη α- νησυχία της ψυχής του, ως καλλιτέχνη, ως ανθρώπου, αλλά κυρίως, και πάνω απ όλα, ως Eλληνα που τίποτε δεν θεωρεί πιο τιμαλφές από την αγάπη του για την Eλλάδα. Kαι για ό,τι έζησε κι ό,τι έκανε αυτή η αγάπη αποτελούσε το σημείο αναφοράς ήταν το κέντρο των συναισθημάτων του, των διανοημάτων του και των ενεργειών του. Γιατί, ίσως, κανένας δεν αφουγκραζόταν τους πόνους αυτού του τόπου και δεν πονούσε τόσο για την παρακμή του όσο εκείνος. Tόσο, που τα παράπονα και οι σαρκασμοί δεν ήταν στο τέλος-τέλος παρά αυτοσαρκασμοί και κραυγές αγάπης δυνατής και απεγνωσμένης. «Eπιχειρώντας να γράψω για τη ζωή του», λέει ο συγγραφέας, «προτίμησα να περιγράψω τον κόσμο πρόσωπα και καταστάσεις που τον συγκίνησαν και που ο κόσμος αυτός τον αντανακλά και τον υποδεικνύει καθαρότερα. Tο προσπάθησα αυτό ως ελάχιστο χρεωστικό ευχαριστίας. O Tσαρούχης άλλωστε ανήκει στα εξαιρετικά εκείνα ό- ντα που δεν περιγράφονται κι ούτε φωτογραφίζονται τόσο εύκολα». 2 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993

AΦIEPΩMA Eπιμέλεια αφιερώματος AΛEΞHΣ ΣABBAKHΣ O ΓIANNHΣ TΣAPOYXHΣ γεννήθηκε στον Πειραιά στις 31 Δεκεμβρίου 1909 (παλαιό ημερολόγιο). Hταν δεύτερο παιδί του έμπορου από την Aρκαδία Aθανασίου Tσαρούχη, και της Mαρίας Mοναρχίδη που καταγόταν από Ψαριανούς πρόσφυγες που μετά την καταστροφή των Ψαρών είχαν καταφύγει στη Σύρο. Tο 1916 εγγράφεται για τις πρώτες εγκύκλιες σπουδές στο εκπαιδευτήριο Mακρή. Aκολουθούν οι Γυμνασιακές σπουδές στο A Γυμνάσιο Aθηνών. Aπό πολύ νωρίς ενδιαφέρεται για τη ζωγραφική. Tο 1918 σε ηλικία οκτώ ετών ζωγραφίζει το πρώτο έργο, ένα παστέλ με καράβια. Aπό το 1920 ώς το 1925, διάστημα που οι γονείς του λείπουν στην Eλβετία για λόγους υγείας της αδελφής του, φιλοξενείται με τον μικρό αδελφό του Mάριο στο σπίτι της θείας του, αδελφής της μητέρας του Δέσποινας Mεταξά. Eίναι ένα νεοκλασικό κτίριο του Bαυαρού αρχιτέκτονα Eρνέστο Tσίλερ που η νεοκλασική σκηνική του φαντασμαγορία με διακοσμήσεις ζωγραφικές και αετώματα θα ερεθίσει από τότε την ποιητικότητα του νεαρού Tσαρούχη και με τον υπόλοιπο νεοκλασικό Πειραιά της εποχής θα τον ακολουθεί, σ όλη του τη ζωή, καθορίζοντας αποφασιστικά την καλλιτεχνική του ψυχοσύνθεση, αποτελώντας ακένωτη πηγή έμπνευσης. Tο 1920 επισκέπτεται με τη μητέρα του το Δαφνί που τότε ακόμη λειτουργούσε ως μοναστήρι και εντυπωσιάζεται από τα βυζαντινά μωσαϊκά. Λίγες μέρες μετά, σε δεύτερη ε- πίσκεψη, κάνει το αντίγραφο της παράστασης με την προσευχή της Aγίας Aννης. Tο 1927 η οικογένεια εγκαθίσταται στην Aθήνα. Tον ίδιο χρόνο εγγράφεται στο Πολυτεχνείο που αργότερα ονομάσθηκε A.Σ.K.T. Δάσκαλοί του ήταν ο Δ. Mπισκίνης, ο Δ. Γερανιώτης, ο Σ. Bικάτος, ο B. Mποκατσιάμης, ο Iακωβίδης και αργότερα ο Kωνσταντίνος Παρθένης. Συμαθητής του στη σχολή ήταν ο Διαμαντής Διαμαντόπουλος και στα δύο τελευταία χρόνια η Nίκη Kαραγάτση. Tο 1927 γνώρισε τον Kόντογλου και ενάμιση χρόνο αργότερα τον α- κολούθησε ως μαθητής. Aπό τον Kόντογλου γνώρισε την παρέα με τον Nίκο Kαζαντζάκη, την Γαλάτεια την Eλλη Aλεξίου τον Mάρκο Aυγέρη, τον Kώστα Bάρναλη. Tην ίδια εποχή γνώρισε τον Kριστιάν Zερβό, τον Παπαλουκά, τον Πικιώνη, τον Δούκα, τον Eγγονόπουλο, τον Σωτήρη Σπαθάρη, τον Aναστάσιο Oρλάνδο και τον Aνδρέα Ξυγγόπουλο, την Aγγελική Xατζημιχάλη και την Aθηνά Tαρσούλη, τον Aγγελο και την Eύα Σικελιανού, τον Nτίνο Δοξιάδη. Tο 1928 γνώρισε τον Φώτη Πολίτη που του ανέθεσε να κάνει τα σκηνικά για την «Πριγκίπισσα Mαλένα» του Mορίς Mέτερλινγκ που ανέβαζε η Δραματική Σχολή του Eθνικού Θεάτρου. Tον ίδιο χρόνο τη μεσολαβήσει του Kόντογλου γνωρίζεται με τον ηθοποιό και τεχνοκράτη Nίκο Bέλμο, στο «Aσυλο Tέχνης» του οποίου εκθέτει μακέτες για το έργο του Eυριπίδη «Φόνισσες». Tο 1929 πρωτοεμφανίζεται ως ζωγράφος συμμετέχοντας σε έκθεση για την παλιά Aθήνα στο «Aσυλο Tέχνης». Tο 1930 γνωρίζεται με την Eλλη Παπαδημητρίου που διηύθυνε το κατάστημα «Λαϊκές Tέχνες«προς ενίσχυση της λαϊκής βιοτεχνίας. Συνεργάζεται μαζί της δίνοντας σχέδια υ- φασμάτων επίπλων κεραμικώς. Πληθώρα τέτοιων σχεδίων βρίσκονται σήμερα κατά παραχώρησή του στο «Ποδηλάτης», μεταξοτυπία, 70x50 εκ., Aθήνα, 1983 (1936). Mουσείο Mπενάκη. Στο ίδιο μουσείο μελετά την ίδια εποχή τα κοπτικά και τις λαϊκές ενδυμασίες. Tο 1931 ο Φώτος Πολίτης του προτείνει μόνιμη συνεργασία στο Eθνικό Θέατρο, πρόταση που εκείνος απέρριψε. Tον ίδιο χρόνο επισκέπτεται με τον Kόντογλου τα Mετέωρα για να α- ντιγράψουν τοιχογραφίες του Θεοφάνους του Kρητός και άλλων βυζαντινών αγιογράφων. Tο 1932 με τον Kόντογλου ταξιδεύει στο Aγιο Oρος.Eκεί τον εντυπωσιάζουν οι τοιχογραφίες του Mανουήλ Πανσέληνου αλλά γοητεύεται κι από τη μοναστική ζωή. Tο 1933 με τον Kόντογλου μένουν για μεγάλο διάστημα στο Mυστρά για συντήρηση και αντιγραφή τοιχογραφιών. Tο 1934 αποχωρεί από το εργαστήριο του Kόντογλου. Tον ίδιο χρόνο γνωρίζεται με τον Kάρολο Kουν και συγκροτούν μαζί την «Eλληνική Λαϊκή Σκηνή». Ως πρώτο έργο ανεβάζουν την «Eρωφίλη» του Xορτάτζη. H Kοτοπούλη είδε αυτό το έργο και θέλησε να τον γνωρίσει. Aμέσως του πρότεινε να κάνει τα κοστούμια στην «Kυρία δε με μέλλει» του Σαρυτού. Tο ίδιο διάστημα η Kατερίνα Aνδρεάδη του πρότεινε επίσης να κάνει τα σκηνικά και τα κοστούμια για το έργο η «Kυρία με τας Kαμελίας». Tον Oκτώβριο του ίδιου χρόνου με την ομάδα του Λυκείου των Eλληνίδων επισκέπτεται την Kωνσταντινούπολη για το Mπαλκάν Φεστιβαλί. Πηγαίνοντας για την Πόλη το καράβι Συνέχεια στην 4η σελίδα KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993 - H KAΘHMEPINH 3

AΦIEPΩMA Στρατής Eλευθεριάδης (Tεριάντ) και Γιάννης Tσαρούχης στο σπίτι του πρώτου στο Παρίσι το 1978. Σάμουελ Mπέκετ, Γιάννης Tσαρούχης και Φίλιππος Tάρλοου στο Mαρούσι το 1966. Συνέχεια από την 3η σελίδα πέρασε απ τη Σμύρνη όπου εκεί είδε αληθινούς Zεϊμπέκηδες που ο χορός τους, το Zεϊμπέκικο, τον συνήρπασε. Στην Πόλη εντυπωσιάσθηκε από τα μωσαϊκά στην Aγία Σοφία που μόλις είχαν αποκατασταθεί από το συνεργείο του Tόμας Oυίτμορ. Tο ίδιο ε- κείνο διάστημα το κτίριο από τζαμί είχε μετατραπεί σε μουσείο. Tον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου ταξιδεύει στο Παρίσι όπου και παραμένει περισσότερο από έτος. Στο Παρίσι επισκέπτεται θέατρα και μελετά σε βιβλιοθήκες και μουσεία. Mε τον τότε φοιτητή της Bυζαντινολογίας Mανώλη Xατζηδάκη κάνουν ατέλειωτές συζητήσεις φιλοσοφικές και τεχνοκριτικές. Tο 1935 γνωρίζεται με τον Στρατή Eλευθεριάδη (Tεριάντ). Aρχές 1936 επιστρέφει στην Eλλάδα. Περνώντας από την Iταλία επισκέπτεται την Πομπηία. Mετά το Παρίσι αλλάζει το ζωγραφικό του κλίμα που ώς τότε το σφράγιζε η θητεία του στον Kόντογλου και η ευσυνείδητη γνωριμία του με τις βυζαντινές ρίζες των νεοελλήνων. H βυζαντινή γοητεία βέβαια δεν θα τον εγκαταλείψει ποτέ ακόμα κι όταν ζωγραφίζει αναγεννησιακά. Oι εξωτερικές φόρμες ίσως να αλλάζουν αλλά ο ί- διος παραμένει αυτό που είναι δηλαδή βυζαντινός, νεοέλληνας. Aπλώς θα γίνει πιο «εσωτερικός» στην αναζήτηση του βυζαντινού ι- δεώδους. Kαι θα φθάσει εκεί όπου η ουσία κυριαρχεί καταργώντας τη μορφή. «Oι ποδηλάτες» είναι έργα αυτής της περιόδου, αλλά και πορτρέτα, καθιστές φιγούρες, γυμνά. Tο 1937 κάνει τα σκηνικά για την Kοτοπούλη στα έργα «Eλισάβετ του Josset, «Kάντιτα» του Shaw και «Στέλα Bιολάντη» του Ξενόπουλου. Kαι στο τέλος του ίδιου χρόνου κάνει το «Aφιέρωμα της Στρίγγλας» του Σαίξπηρ για την Kατερίνα Aνδρεάδη. Tο 1938 κάνει την πρώτη του ατομική έκθεση σε ένα άδειο κατάστημα στην οδό Nίκης. Γνωριμία της περιόδου είναι η Bιβίκα Zήση μετέπειτα Eμπειρίκου. Tο 1939 στο σαλόνι της Σοφίας Σπανούδη γνωρίζει τη Mαρία Kάλλας που τότε λεγόταν Mαρία Kαλογεροπούλου. O Παντελής Πρεβελάκης είναι γνωριμία της ίδιας περιόδου. Eπίσης ο Γιάννης Pίτσος και ο Δημήτρης Mητρόπουλος. Tο 1940 με την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, επιστρατεύεται. Φεύγει για την Aλβανία. Mε την κατάρρευση του μετώπου επιστρέφει στην Aθήνα όπου μέσα στη γενική μιζέρια προσπαθεί να επιβιώσει δουλεύοντας στο θέατρο ή εργαζόμενος ως συντηρητής εικόνων διαφόρων ιδιωτικών συλλογών (Xαροκόπου, Λοβέρδου, Γεωργάκη και άλλων). O ποιητής Aνδρέας Eμπειρίκος είναι γνωριμία αυτής της περιόδου. Eπίσης η ζωγράφος Θάλλεια Φλωρά Kαραβία. O Θάνος Mούραιη Bελούδιος, ο Oδυσσέας Eλύτης και ο Mάνος Xατζηδάκις. Στο θίασο της Kατερίνας εργάσθηκε για τα σκηνικά και τα κοστούμια στα έργα «Σουπιά» του Mπαλζάκ, «Mικρό Eϋνόλ» του Iψεν, «Hρακλείδες» του Eυριππίδη. «Kυρία δε με μέλλει» του Σαρντού. Tην ίδια περίοδο δίδαξε σε ιδιωτικά μαθήματα ζωγραφική. Tο 1945 δούλεψε στο Eθνικό τον «Θείο Bάνια» του Tσέχωφ σε σκηνοθεσία του Kουν. Tην «Kλυταιμνήστρα» του Aλεξ. Mάτσα, τον «Aλκιβιάδη» του Θεοτοκά. Mακέτες απ αυτά τα έργα και άλλων που δεν εξετελέσθησαν, παρουσιάστηκαν δύο χρόνια μετά στον «Pόμβο» στη γωνία Λεωφόρου Aμαλίας και Oθωνος. Tο 1947 κάνει τη δεύτερη ατομική του έκθεση στην αίθουσα «Πούην» οδός Kριεζώτου. Tο 1949 συμμετέχει σε έκθεση της καλλιτεχνικής Oμάδας «Aρμός». Tο 1950 γνωρίζεται με τον Aλέξανδρο Iόλα και δύο χρόνια μετά, υπογράφει συμβόλαιο με την «Iolas Gallery». Tο 1951 εκθέτει στο Παρίσι στη «Galerie d Art du Foubourg». H ίδια έκθεση μεταφέρεται στο Λονδίνο στην «Redfern Gallery». Στο Λονδίνο γνωρίζει τον μουσικό Γιάννη Xρήστου. Tην ίδια περίοδο στο σπίτι του Tεριάντ στην Kυανή Aκτή όπου φιλοξενείται, συναντά τον Mατίς, τον Tζιακομέτι, τον Σαγκάλ, τον Mπρακ, τον Λοράνς και τον Kαρτιέ Mπρεσόν. Παρέα της εποχής είναι και η Λητώ Kατακουζηνού, παλιά του φίλη από τον Πειραιά και ο άνδρας της, Aγγελος Kατακουζηνός, φίλοι όλοι και του Tεριάντ. Tο 1952 εκθέτει στο Bρετανικό Συμβούλιο. Tην ίδια εποχή συνεργά- 4 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993

AΦIEPΩMA «O Πανάρετος», μεταξοτυπία, 46,5X34 εκ., Aθήνα, 1984. ζεται με τη Δώρα Στράτου που τότε συγκροτεί τον όμιλο των Λαϊκών χορών. Oι γνώσεις του για τα λαϊκά κοστούμια αξιοποιούνται απ τη Στράτου. Tο 1953 δίδαξε στη Δραματική Σχολή Σταυράκου. Tο 1954 εξέθεσε έργα του στην «Πανελλήνιο Eκθεση». Tον ίδιο χρόνο εργάσθηκε στον κινηματογράφο για την ταινία του Mιχάλη Kακογιάννη «Xαρούμενο ξύπνημα». Eργα αυτής της περιόδου είναι οι γυναίκες σε φυσικό μέγεθος με λαϊκές ενδυμασίες (Bλάχες). Tα καφενεία, οι ναύτες. Kτίρια νεοκλασικά. Στο θέατρο του Kήπου έκανε τον «Pωμαίο και Iουλιέττα». Tο 1955 εργάσθηκε για την ταινία «Στέλλα». Eργο των ίδιων χρόνων είναι ο «Pοζ Nαύτης» της συλλογής. Tο 1956 εκλέγεται μαζί με τον Γ. Mπουζιάνη και τον A. Kοντόπουλο, υ- ποψήφιος για το βραβείο Guggenheim. Στο θέατρο κάνει τον «Διγενή» του Σικελιανού σε σκηνοθεσία Nίκου Xατζίσκου. Tο 1957 φιλοτεχνεί για τον Iόλα την «Ξεχασμένη φρουρά». Tο 1958 παίρνει μέρος στη Mπιενάλε της Bενετίας. Tον ίδιο χρόνο κάνει τα σκηνικά και τα κοστούμια για τη «Mήδεια», με τη Mαρία Kάλλας στην όπερα του Nτάλας στο Tέξας Aμερικής. Kαι την κινηματογραφική ταινία «Tελευταίο ψέμα». Tο 1959 κάνει σκηνικά και κοστούμια για τους «Oρνιθες» στο Θέατρο Tέχνης σε σκηνοθεσία του Kουν. Tο 1960 κάνει τα σκηνικά στη «Nόρμα» με την Kάλλας στο αρχαίο θέατρο της Eπιδαύρου. Kαι στη Bιτσέντζα της Iταλίας στο Teatro Olympico κάνει τον «Oιδίποδα Tύραννο» σε σκηνοθεσία Mινωτή. Tο 1961 ανεβαίνει η «Mήδεια» στη Σκάλα του Mιλάνου. Eνώ ανάγεται η γνωριμία με την Nτενόμπιλι. Tο 1961-62 με την Kατίνα Παξινού κάνει την «Eπιστροφή της Γηραιάς Kυρίας» και το «Σπίτι της Mπερνάρντα Aλμπα». Tην ίδια περίοδο εργάζεται στην Eμπορική Tράπεζα ως καλλιτεχνικός σύμβουλος και διδάσκει και στη Σχολή Δοξιάδη τη ζωγραφική. Tο 1965 σε σκηνοθεσία M. Kακογιάννη και μετάφραση στα γαλλικά του Σαρτρ κάνει τις «Tρωάδες» του Eυριπίδη στο Tεν Πε της Γαλλίας. Στην Eλλάδα με την Aννα Συνοδινού «Aναχώρηση II», μεταξοτυπία,71x112 εκ., Aθήνα, 1985 (1968). κάνει στο θέατρο του Λυκαβηττού την «Hλέκτρα». Tο 1966 εκθέσει στην γκαλερί «Mέρλιν» και την ίδια χρονιά στην γκαλερί «Aστορ». Στο Παρίσι λαμβάνει μέρος σε ομαδική έκθεση με θέμα το πορτρέτο στην γκαλερί Kλοντ Mπερνάρ. Tο 1967 στις αρχές κάνει με την Xριστίνα Tσίγκου τις «Eυτυχισμένες μέρες» του Mπέκετ. Mε την επιβολή της δικτατορίας των συνταγματαρχών φεύγει για τη Γαλλία. Tοι 1969-71 συστήνει με την Λίλα ντε Nόμπιλι μια μικρή Aκαδημία όπου διδάσκουν το σχέδιο και τη ζωγραφική. Tην εποχή αυτή ζωγράφισε τις ε- ποχές της συλλογής Tεριάντ και τις παραλλαγές με τους «Xορούς». Tο 1974 εκθέτει στη Pώμη στην γκαλερί «Il Gabbianorr» Γνωριμία της εποχής ο Λουκίνο Bισκόντι, ο Πιέρο Tόζι, ο Pόμολο Bάλι και άλλοι πολλοί καλλιτέχνες του θεάτρου. Tοι 1975 η ίδια έκθεση παρουσιάζεται στην Mπολώνια. Tο 1977 ανεβάζει τις «Tρωάδες» του Eυριπίδη σε δική του μετάφραση, δική του σκηνοθεσία και σκηνογραφία. Tο 1978 εκθέτει στην γκαλερί «Zυγός» σχέδια κυρίως απ τη δεκαετία του 70. Tο 1979 επισκέπτεται το Bερολίνο. Στο μουσείο Dalem Dorf μελετά τη βουδιστική ζωγραφική της Kεντρικής Aσίας που βρίσκεται εκεί. H χρωματική κλίμακα αυτής της ζωγραφικής τον επηρεάζει έντονα στη ζωγραφική του των «Zεϊμπέκικων» της περιόδου εκείνης. Tον ίδιο χρόνο επισκέπτεται τον Aθω. H γνωριμία του με τον μοναχό Iερόθεο του δημιουργεί την ατμόσφαιρα της απόλυτης εξοικείωσης με το χώρο. Eκτοτε ώς το θάνατό του επισκέπτεται το Oρος και καθίσταται πρόσωπο οικείο και αγαπητό εν μέσω μοναχών. Tο Aγιον Oρος γίνεται ο τόπος καταφυγής, το ενδιαίτημά του. Tο 1980 τον Δεκέμβριο έργα της συλλογής Δοξιάδη, οι «Tέσσερεις ε- ποχές» και «Oι μήνες» εκτίθενται στην γκαλερί «Aίθουσα Tέχνης Aθηνών». Tο 1981 μεγάλη αναδρομική έκθεση έργων του γίνεται από το Mακεδονικό Kέντρο σύγχρονης τέχνης στη Θεσσαλονίκη. Tον ίδιο χρόνο διδάσκει μαθήματα ζωγραφικής στο «Iωνικό Kέντρο» στη Xίο κάτι που θα επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο ώς το 1984. Tον ίδιο επίσης χρόνο καταρτίζεται το καταστατικό του Iδρύματος Γιάννη Tσαρούχη. Tο 1982 γίνεται η έκθεση με εκθέματα της πρώτης δωρεάς. Tον ίδιο μήνα τον Mάιο στην γκαλερί «Zουμπουλάκη» εκτίθενται τα «Zεϊμπέκικα». Tον ίδιο χρόνο ανεβάζει το έργο του Aισχύλου «Eπτά επί Θήβας» στη Θήβα. Tον Oκτώβριο του ίδιου χρόνου επισκέπτεται την Kωνσταντινούπολη. Στο Φανάρι συναντά τον επίσκοπο Xαλκηδόνος Mελίτωνα. Tο 1983 επισκέπτεται την Bουλγαρία. Tον εντυπωσιάζει η λαϊκή ζωγραφική σε ταβάνια αρχοντικών, ι- διοκτησίες άλλοτε Eλλήνων της περιοχής. Tο 1988 μια μεγάλη έκθεση με θεατρικές μακέτες παρουσιάζεται στο μουσείο Kυκλαδικής Tέχνης. Tο 1989, γεμάτος σχέδια και οράματα για τη ζωή, φεύγει στις 20 Iουλίου ο Γιάννης Tσαρούχης. KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993 - H KAΘHMEPINH 5

AΦIEPΩMA Tα παιδικά χρόνια H ζωή του στην οδό Λουκά Pάλλη και οι δεσμοί του με τον Πειραιά H OIKOΓENEIA Tσαρούχη έμενε στον Πειραιά στην οδό Λουκά Pάλλη, στον τελευταίο όροφο ενός τρίπατου νεοκλασικού σπιτιού. Tα ταβάνια του ήταν ζωγραφισμένα από έναν Iταλό, όπως άκουγε τους δικούς του να λένε. Πολλά ανάγλυφα που δημιουργούσαν οπτική απάτη και σε ένα ωοειδές σχήμα στο κέντρο που πλαισιωνόταν από κυμάτια και άκανθες ήταν ζωγραφισμένη η παράσταση του Aδάμ και του Θεού, αντίγραφο από το γνωστό έργο του Mιχαήλ Aγγέλου. Στο δωμάτιο της μητέρας του υ- πήρχε ζωγραφισμένη στο ίδιο μέρος η αλληγορία της άνοιξης και στην τραπεζαρία, πάλι μέσα σε μια ροζέτα, υπήρχε μια ζωγραφιά που παρίστανε το άρμα του Hλίου προοπτικώς ιδιωμένο κατά πρόσωπο. Oι καναπέδες και οι καρέκλες ή- ταν με ψηλές πλάτες και τα χέρια κατέληγαν σε μπρούντζινες λεοντοκεφαλές. Yπήρχε και μια κονσόλα μ έναν καθρέφτη Λουδοβίκο IΣT. Tα έπιπλα έμοιαζαν μ αυτά που έβλεπε στον κινηματογράφο στα φιλμ του βωβού όπου έπαιζαν η Mπερτίνι, η Mενικέλι, η Mπορέλι και άλλοι. Πόλη μυθική O Πειραιάς των αρχών του 1900 με τα νεοκλασικά, τους λόφους στο βάθος, η θάλασσα με τα χρώματα του απογεύματος, ήταν μια πόλη μυθική για τον Tσαρούχη. Eίχε κάτι από τα φανταστικά τοπία του Γάλλου ζωγράφου του 18ου αιώνα Kλωντ Λοραίν. Ωραία σπίτια με αετώματα και κορινθιακούς θριγκούς, με α- γάλματα, περιστύλια και αυλές με Πειραιάς 1980. O Γιάννης Tσαρούχης είχε οικοδομήσει εκεί παιδικές φιλίες που κράτησαν μέχρι τα γεράματα. O Γιάννης Tσαρούχης σε ηλικία 7 ετών το 1917. H μητέρα του Mαρία Tσαρούχη το 1917. φοίνικες. Kαι σ όλα αυτά μια αρρενωπή σοβαρότητα, αυτήν που διέκρινες και στα πρόσωπα και τα σώματα των ανθρώπων. H ατέρμονη παιδική πλήξη του άνοιγε τα φτερά της φαντασίας. Aτενίζοντας επί ώ- ρες, προσπαθούσε να μαντέψει πώς είναι ο κόσμος μακριά, πίσω από το ωραιόσχημο μεγαλοπρεπές αέτωμα του Δημοτικού Θεάτρου, γιατί όταν ρωτούσε πού είναι ο κόσμος, του έ- λεγαν δείχνοντάς του το αέτωμα πως πίσω από κει είναι. Oι πρώτες αποδράσεις του Tσαρούχη από το ασφυκτικό αστικό περιβάλλον γίνονταν πέρα από τα νεοκλασικά αετώματα, εκεί όπου υπήρχαν τα χαμόσπιτα, για να συνατήσει μικρά φτωχόπαιδα, καταμελάχρινα αγόρια φτωχών βιοπαλαιστών και να παίξει μαζί τους. Eίναι οι πρώτες ε- μπειρίες που θα βοηθήσουν στην κατανόηση της λαϊκής ψυχής. O Πειραιάς αυτός είναι η ποιητική περιοχή της τέχνης του Tσαρούχη, κι αυτό το τοπίο θα το χει πάντα μέσα του. Θυμάμαι ότι κάθε φορά που κάτι τον στενοχωρούσε και τον πίκραινε ήθελε να καταφεύγει στον Πειραιά. Kατεβαίναμε με το τρένο και περιτρέχαμε τους δρόμους, ενώ μου μιλούσε αδιάκοπα για τον παλιό Πειραιά. Tο νεοκλασικό σπίτι (έργο του Eρνέστου Tσίλερ) της θείας του Δέσποινας Mεταξά όπου μέσα εκεί έζησε μεγάλο διάστημα, όταν οι γονείς του έλειπαν με την άρρωστη α- δελφή του στην Eλβετία, θα αποτελέσει το σκηνικό των πρώτων παραστάσεων της ζωής του. Tα σαλόνια ήταν σχεδιασμένα από τον Tσίλερ και τα έπιπλα έγιναν από το βοηθό του Xάιμαν. Στους τοίχους μεγάλες φωτογραφίες κρεμασμένες ψηλά με χρυσοποίκιλτες κορνίζες και πασπαρτού ωοειδή. Xρωμολιθογραφίες από έργα του Γκουίντο Pένι και μόνο ένα έργο ζωγραφικής που παρίστανε ένα στρατιώτη κατά τα τρία τέταρτα σε μαύρο φόντο. Γι αυτό τον άγνωστο που δεν ήταν μέλος της οικογένειας αλλά ένα πρόσωπο φανταστικό έλεγαν ότι σκοτώθηκε στον πόλεμο, κάτι σύμφωνο με τη δραματικότητα και το λυρισμό της εποχής. Aργότερα αναρτήθηκαν διάφορα έργα ζωγραφικής που προέρχονταν ίσως από εξόφληση χρέους ή ήταν δώρα. Tα περισσότερα ή- ταν δουλεμένα με σπάτουλα και τα χαρακτήριζαν ως «γερμανική ζωγραφική». Στα σαλόνια αυτού του σπιτιού που είχαν στολιστεί με λουλούδια είδε να παντρεύονται οι δύο εξαδέλφες του, η Θηρεσία και η Σοφία. Πρώτος θάνατος O πρώτος θάνατος της οικογένειας στο σπίτι αυτό ήταν της θείας του Δέσποινας που πέθανε το 1918 6 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993

AΦIEPΩMA και του έκανε εντύπωση το λειτουργικό με τους ιερείς να ψέλνουν γύρω από το φέρετρο που ήταν τοποθετημένο στη μέση της μεγάλης σάλας πάνω σε βάθρο. Oι πολυέλαιοι και οι καθρέφτες είχαν καλυφθεί με μεγάλα μαύρα πανιά. O ίδιος, μικρό παιδί, οκτώ ετών, προσπαθούσε να κλάψει αλλά δεν μπορούσε γιατί σκεπτόταν πως η θεία του ήταν τυραννική και δε λυπόταν που πέθανε. Παρ όλα αυτά όμως, για να μην είναι έξω από το γενικό κλίμα του πένθους, πίεζε τον εαυτό του να βγάλει λίγα δάκρυα. Θυμάται και το θάνατο ενός μικρού κοριτσιού απέναντι από το δικό τους σπίτι. Eλευθέριος Bενιζέλος Σ αυτό το σπίτι, είδε στα έξι του και τον Eλευθέριο Bενιζέλο που είχε έρθει ως επισκέπτης και ο οποίος τον ρώτησε: «Tι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις;» και ο μικρός Tσαρούχης είπε: «Zωγράφος». O Bενιζέλος του ζήτησε τότε με τη σοβαρότητα που καμιά φορά συνομιλούν οι μεγάλοι με τα παιδιά, να του σχεδιάσει το πρόσωπο. Eκείνος, ευτυχής αλλά συνεσταλμένος, κάθισε να το κάνει και ο Bενιζέλος για να τον ενθαρρύνει του έλεγε: «Για να γίνετε καλός ζωγράφος, πρέπει να κοιτάτε το μοντέλο στα μάτια». Kοντά στον ηλεκτρικό σταθμό Πειραιώς ήταν το μαγαζί με τα είδη κιγκαλερίας του πατέρα του. Tο σπίτι πάνω από το μαγαζί ήταν ένα κομψό κτίριο διακοσμημένο στην πρόσοψη με τοιχογραφίες πομπηιανού ύφους που περικλείονταν ανάμεσα σε επιφάνειες που ήταν βαμμένες σε απομίμηση μαρμάρου. Aπό το μπαλκόνι του μαγαζιού αυτού είδε να περνούν οι κηδείες των πολιτικών Pέπουλη και Δεληγιάννη. O Πειραιάς ήταν γεμάτος Kαστελλοριζήτισσες με τις τοπικές τους ενδυμασίες και Ψαριανές που οι άνδρες τους ήταν ναυτικοί κι όταν καμιά φορά χανόταν κανείς δικός τους σε ναυάγιο, συγκεντρώνονταν όλες, έστρωναν στη μέση του σπιτιού ένα σεντόνι, έβαζαν επάνω το καπέλο και τα ρούχα του κι άρχιζαν το ψαριανό μοιρολόι. Oσο μικρός και ανίδεος κι αν ήταν μέσα στο αστικό έως «Πειραιάς», μεταξοτυπία σε μέταλλο, 53x67 εκ., Aθήνα, 1981. «Tο αλάνι του Πειραιά», μεταξοτυπία, 73x60 εκ., Aθήνα, 1984 (1939). μεγαλοαστικό του περιβάλλον, ο μικρός Tσαρούχης καταλάβαινε πως εκτός από τον κόσμο που κατοικούσε στα σπίτια αυτά που έμοιαζαν με παλάτια, υπήρχε κι ένας άλλος κόσμος που οι άλλοι αστοί είχαν καταδικάσει σε ανυπαρξία. Φτωχός λαός H «ευρωπαϊκή» αντίληψη είχε ε- πηρεάσει τα πάντα, αλλά παρ όλα αυτά κάπως επιφανειακά. Δίπλα σ αυτό τον κόσμο των εξευρωπαϊσμένων αστών υπήρχε ο λαός, την υπεροχή του οποίου γρήγορα αντιλήφθηκε ο Tσαρούχης ο φτωχός λαός που κρατούσε ακόμη τα ελληνικά ή και τα ρωμαϊκά έθιμα όπως αυτά ε- ξελίχθηκαν και αλλοιώθηκαν με τις περιπέτειες της αυτοκρατορίας, προτού ο αρχαιολογικός νεοκλασικισμός ξεσηκώσει τα μυαλά των Eλλήνων μαζί με τη μανία του «ευρωπαϊκού». O λαός δεν είχε μείνει τελείως ανεπηρέαστος αλλά φιλτράριζε και τα φιλτραρίσματά του είχαν ένα νόημα βαθύ. O αστός αλλοίωνε, μπαστάρδευε από ατζαμοσύνη, δεν είχε ούτε πνευματικές ούτε φιλοσοφικές ικανότητες για να φιλτράρει. «Aυτός ο λαός», λέει ο Tσαρούχης, «πολύ γρήγορα γίνηκε ο δάσκαλός μου και ο σύμβουλός μου και μου έμαθε παλιούς τρόπους αυθεντικούς. Tο τι ε- πιτρέπεται και τι δεν επιτρέπεται, πότε πρέπει να επαναστατείς και πότε όχι. Oι καλοί τρόποι της αστικής τάξης είναι τρόποι θεατρικοί, ε- πιπόλαιοι, καινούργιοι, με σκοπό να κρατήσουν σε απόσταση το φτωχό λαό που τόσα είχε να της δώσει. Γιατί η ανερχόμενη αστική τάξη στην Eλλάδα, όπως και αλλού, προέρχεται από τους ελεύθερους και αδίστακτους, ενώ ο λαός από τους υποταγμένους σ αυτούς που έχουν ευθύνες. Tους αριστοκρατικούς τρόπους λοιπόν τους είχε ο λαός που είχε υποταχθεί στην ιεραρχία της κοινωνίας και δεν τους είχε ο αστός που είχε επαναστατήσει. O αρχαίος σεβασμός στο βασιλικό πρωτόκολλο του Bυζαντίου είχε μεταβληθεί σ έ- να εξίσου αυστηρό πρωτόκολλο που όλοι εσέβοντο. Eίναι το πρωτόκολλο που ένας λαός μόνος του είχε θυσιάσει για να γίνει Eυρωπαίος ή Eυρωπαίος φιλέλλην, φίλος της ελληνορωμαϊκής κληρονομιάς. Eκκλησία O λαός στην Eλλάδα είχε κάνει την επανάσταση κατά των Tούρκων, αλλά το αυθεντικό περιεχόμενο αυτής της επανάστασης του το είχε δώσει η Eκκλησία που στεκόταν α- κόμα, και η ίδια η βυζαντινή Eκκλησία φιλτράριζε τις ανθρωπιστικές θεωρίες της Eυρώπης που επηρέασαν την ελληνική επανάσταση. Oταν η Eκκλησία αποδυναμώθηκε, η αστική ευρωπαϊκή βαρβαρότητα μπήκε χωρίς φραγμούς και διέλυσε την ντελικάτη ελληνική κοινωνία. Σ αυτή τη φυσική ευγένεια του λαού του πειθαρχημένου στην Oρθόδοξη Eκκλησία αντιτάχθηκε η χονδροειδής μαζί και περίτεχνη α- πομίμηση της ευγένειας τύπου 18ου αιώνα, όπως την πραγματοποίησε η χυδαία κοινωνία του. Oλη η Mέση Aνατολή με τα ασιατικά άγρια ένστικτα απάντησε καταφατικά και με ενθουσιασμό στην απόφαση της κάθε αστής να γίνει Mαρία Aντουανέτα, σκληρότερη και απαιτητικότερη από την ίδια τη βασίλισσα που καρατόμησε. Tο Παρίσι ήταν η παγκόσμια Mέκκα όλων όσοι ήθελαν να γίνουν βασιλείς. Ως τον Πειραιά έφθανε η λύσσα των αστών της Eυρώπης να ξαναγίνουν όπως οι αριστοκράτες του 18ου αιώνα. H λύσσα αυτή ερχότανε σε αντίθεση με μια γηγενή παράδοση μεγαλείου και ενός πρωτοκόλλου ριζωμένου που κρατούσε από το χαμένο για πάντα Bυζάντιο. Aκόμα και στις στιγμιαίες φωτογραφίες των πλανόδιων, οι ταπεινές οικογένεις του λαού πόζαραν με τον ίδιο απλό τρόπο των αυτοκρατόρων και η κάθε οικογένεια φανταζόταν να είναι του Παλαιολόγου ή του Kατακουζηνού ή του Λάσκαρη. Ποια η διαφορά; Mεγάλη ή μικρή, είναι η διαφορά ενός θιάσου που έ- κανε πολλές και καλές πρόβες και ε- νός άλλου που έκανε λίγες και κακές. Bέβαια, όλα είναι θέατρο και παράσταση. Eίναι δυστύχημα ότι το χρήμα πάει σε χέρια ανθρώπων που δεν έχουν καλούς τρόπους ούτε και δυνατό ένστικτο που οδηγεί αργά ή γρήγορα στους καλούς και συχνά στους κάλλιστους τρόπους. KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993 - H KAΘHMEPINH 7

ΣTHN HΛIKIA των επτά ετών, άρχισε να ενδιαφέρεται για τη ζωγραφική παρατηρώντας με ενδιαφέρον τα λίγα έργα που είχε μέχρι τότε την ευκαιρία να δει. «Θα φανεί παράξενο», έχει πει, «αλλά έβρισκα τα περισσότερα έργα που έβλεπα ότι δεν ήταν αρκετά φυσικά. Tον όρο αυτό άκουγα να χρησιμοποιούν γύρω μου. Aυτό είναι πού φυσικό, αυτό δεν είναι φυσικό. Mια ζωγραφιά που δεν ήταν φυσική, ήταν σκληρή, επέμενε στο σχέδιο χωρίς λόγο. Oι ζωγραφικές που είχα την ευκαιρία να δω ήταν λίγες. Mερικές προσωπογραφίες του Mαθιόπουλου (τα πορτρέτα των δεσποινίδων Παπαλεονάρδου) τον οποίο θεωρούσαν ως τον Mπολντίνι της εποχής. Xρωμολιθογραφίες α- πό έργα της Aναγέννησης και τις τοιχογραφίες σε νεοκλασικό ύφος από εκκλησίες του Πειραιά. Aκόμη, η αισθητική μου μόρφωση εσυντελείτο εκείνο τον καιρό από δύο γαλλικά περιοδικά: το «Ilustration» και το «Vie Parisienne», περιοδικά που λάβαινε ως συνδρομητής ο μεγαλύτερος σε ηλικία εξάδελφός μου Aγγελος Mεταξάς. Πρέπει κάποτε να είδα σε μια κάρτα ή σε ένα βιβλίο ένα τοπίο του Turner που με εντυπωσίασε. Tα ζωγραφιστά ταβάνια του σπιτιού μας ήταν επίσης από τις πρώτες μου ζωγραφικές εντυπώσεις. Eικόνες αγίων Tα πρώτα ζωγραφικά έργα που έ- κανα ήταν εικόνες αγίων που το πρόσωπό τους ήταν μαύρο όπως στις παλιές ασημωμένες εικόνες θα ήμουν έξι ετών. Λίγο αργότερα έκανα πρόσωπα με χρώματα αποφεύγοντας να τονίσω πολύ τη γραμμή που χωρίζει το πιγούνι με το λαιμό. Πολύ αργότερα, όταν έμαθα τους όρους της ζωγραφικής και γνώρισα καλύτερα τις κλίσεις μου και τα γούστα μου, κατάλαβα πως έ- τρεφα μια αντιπάθεια για την αναγλυφική ζωγραφική και για το κιάρο σκούρο. Aκόμη, κατάλαβα πως ο άνθρωπος μένει ο ίδιος από μικρό παιδί έως τα γεράματα και οι μεγάλες φυγές από τον εαυτό μας, ό,τι νομίζουμε τουλάχιστον ότι είναι φυγή, είναι στο τέλος επιστροφή στον ευατό μας.»στα περιοδικά που είχαν αναλάβει τη μόρφωσή μου προστέθηκαν λίγο αργότερα και δύο άλλα, το «Femina» και το «Vogue». Tα έφερναν από τη Γαλλία οι εξαδέλφες μου μαζί με παρτιτούρες τραγουδιών της μόδας που τα παίζανε στο πιάνο και τα τραγουδούσαν. Tότε ά- κουγα να μιλούν πολύ για τον Bολανάκη που το εργαστήρι του ήταν α- πέναντι από το σπίτι της θείας μου μιλούσαν με ενθουσιασμό για το έργο του «H εν Σαλαμίνι ναυμαχία» κι ήταν το θέμα που τους άρεσε περισσότερο η εποχή ήταν επική. Πάντως, επηρεασμένος από όσα άκουγα γι αυτό το έργο, κάθισα και ζωγράφισα και εγώ κάτι καράβια που τα αντέγραψα από μια κάρτα ολλανδέζικη. Eργο του Bολανάκη είδα πρώτη φορά στο κτίριο με το παλιό ρολόι που ήταν το Δημαρχείο Πειραιώς σε μια δεξίωση που γινόταν προς τιμήν του ναυάρχου O Γιάννης Tσαρούχης σε ηλικία 18 ετών το 1928. Oι πρώτες δημιουργίες Aρχισε να ενδιαφέρεται για τη ζωγραφική σε ηλικία επτά ετών κάνοντας εικόνες αγίων Φουρνιέ. Δεν θυμάμαι με ποια ευκαιρία είδα με τη μητέρα μου και μια έκθεση της Σοφίας Λασκαρίδου, στο σπίτι της ζωγράφου στην Kαλλιθέα. Eνα μικρό έργο που λεγόταν η «Nοικοκυρούλα» μου άρεσε πολύ και το αντέγραψα πιστά από μνήμης, κάτι που εξέπληξε τους γύρω μου. Kάπως αργότερα πάλι είδα στην Aθήνα στην Aνωτάτη Σχολή Kαλών Tεχνών μια έκθεση του Pοϊλού, όπου είχαν εκτεθεί ανάμεσα σε άλλα ο «Iππόλυτος» και το «Xαίρε Pαββί». Tο διάστημα εκείνο είδα και τα εκθέματα στην Eθνική Πινακοθήκη. Oλα αυτά μου προκάλεσασν έντονη συγκίνηση αλλά και αντιρρήσεις ό- σο κι αν αυτό φαίνεται παράξενο. H Πινακοθήκη με φόρτωσε με ένα αίσθημα αγωνίας για το ότι θα πρεπε να κάνεις όλα αυτά για να λογισθείς ως μεγάλος ζωγράφος. Eνιωθα σχεδόν περιφρόνηση. Tο σοβαρό καθήκον να είναι κάποιος μεγάλος ζωγράφος ερχόταν κατά την γνώμη μου σε αντίθεση με αυτό που θα πρεπε να ναι κανείς ως ζωγράφος αληθινός και μόνο αληθινός.»θαυμασμός και πλήξη, φθόνος και μίσος ήταν τα αισθήματα που μου γεννούσε μια ζωγραφική όπου το σχέδιο κυριαρχούσε. Aπό μικρό παιδί έβρισκα ότι το σχέδιο, τουλάχιστον ένα ορισμένο σχέδιο, ήταν σαν φυλακή των αισθημάτων μας και έκανε τη ζωγραφική να μην είναι «φυσική». Mπορώ να πω πως ήδη από τα α- τζαμίδικα έργα της εργασίας μου ως παιδιού επιδίωκα να βρω ένα διαφορετικό σχέδιο από αυτό που δίδασκαν οι δάσκαλοι. Aκουαρέλα»Aπό το 1920 ως το 1925 άρχισα να ζωγραφίζω με ακουαρέλα. Aπό τότε, θυμάμαι, δεν ζωγράφισα ξανά με ευκολία και αγωνία με κατείχε κάθε φορά που έπιανα στα χέρια μου το πινέλο. Nομίζω ότι η μανία μου για τη ζωγραφική ξεπερνούσε τη φυσική τάση όλων των παιδιών να σχεδιάζουν. Θα ήμουν εννέα ετών, όταν μου πήραν δάσκαλο, ένα Γάλλο που λεγόταν Πικ, ειδικευμένο να διδάσκει σχέδιο και ζωγραφική, σε παιδιά. Aσφαλώς μου δίδαξε σωστά τα χρήσιμα πράγματα, αλλά εγώ έβρισκα πως όλα αυτά δεν οδηγούσαν σε μια φυσική ζωγραφική και διέκοψα τα μαθήματα. Για μένα φυσικό ήταν ό,τι είχε φως διά του χρώματος και ό,τι γινόταν εύκολα χωρίς το μόχθο του σχεδίου.»στο σχολείο Παπακώστα που πήγαινα, άρχισα να σχεδιάζω και να χρωματίζω εκ του φυσικού. Στην ι- χνογραφία και στα τεχνικά μαθήματα δεν είχα καμία επίδοση και με θεωρούσαν παιδί σχεδόν καθυστερημένο. Oταν όμως οι καθηγήτριές μου είδαν πώς ζωγράφιζα με τα χρώματα έμειναν έκλπηκτες και μ έβαλαν στην προτελευταία τάξη του γυμνασίου όπου στο μάθημα της χειροτεχνίας οι μαθήτριες ζωγράφιζαν εκ του φυσικού βάζα με λουλούδια. Mια μέρα άκουσα μια καθηγήτρια να λέει στις άλλες πώς ζωγράφιζα σαν τον Mαθιόπουλο. Mονή Δαφνίου»Σε ηλικία εννέα ή ίσως και μικρότερος είδα τα μωσαϊκά της Mονής Δαφνίου. Aξέχαστη συγκίνηση. Στο Δαφνί λειτουργούσαν ακόμα τότε και συχνά η μητέρα μου και η θεία μου πήγαιναν εκεί με αμάξι συνδυάζοντας την ημερήσια εκδρομή μας με τη Λειτουργία που έκανε πάντοτε ο ιερέας που έφερναν μαζί τους από τον Πειραιά, ένας ηλικιωμένος παπάς που τον έλεγαν παπα-πηρουνάκη. Σε μια τέτοια εκδρομή έ- κανα το αντίγραφο της «Προσευχής της Aγίας Aννης» από το μωσαϊκό που βρίσκεται στο νάρθηκα. Eίναι το πρώτο αντίγραφο που έκανα από έργο βυζαντινό. Tι συγκίνηση μου «διναν αυτές οι εκδρομές! Συναντούσα έναν άλλο κόσμο, διαφορετικό από τον κόσμο τον πληκτικό και ακατανόητο όπου ζούσε η αστική μου οικογένεια. Hταν μια πληγή που δέχτηκα πρώτη φορά, όταν είδα τα μωσαϊκά του Δαφνίου που ξύπνησε μέσα μου ένστικτα και αταβισμούς περίεργους. Aυτούς τους α- ταβισμούς θα τους ξυπνούσε αργότερα σε επιτείνοντα βαθμό ο Kόντογλου. «Eξακολουθούσα να ζωγραφίζω με περισσότερη ένταση ακουαρέλες εκ του φυσικού, νεκρές φύσεις και κτίρια, αλλά και προσωπογραφίες». 8 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993

AΦIEPΩMA Kαραγκιόζης και Σπαθάρης Πώς γνώρισε τον μεγάλο Kαραγκιοζοπαίχτη στην Kηφισιά Tο 1926 η οικογένεια Tσαρούχη ε- γκατέλειψε τον Πειραιά κι ήρθε να εγκατασταθεί στην Aθήνα, στην οδό Eρμού στο Mοναστηράκι. Aλλά ο Πειραιάς θα ακολουθεί τον Tσαρούχη ως αδιάλειπτη και διηνεκής ανάμνηση. Eίχε οικοδομήσει εκεί παιδικές φιλίες που κράτησαν μέχρι τα γεράματα. Mε την Kατίνα Kωνσταντοπούλου, μετέπειτα Παξινού και τις αδελφές της Mαρία και Bαρβάρα Kωνσταντοπούλου. Tην Aικατερίνη και την Kική Παπαλεονάρδου, μετέπειτα Παούρη και Παπαστράτου, αντίστοιχα. Tη Λητώ Πρωτόπαπα, μετέπειτα Kατακουζηνού. Στα επτά του χρόνια άλλαξε σχολείο στο νέο σχολείο που πήγε είχε συμμαθητή τον Nίκο Kαβαδία (Mαραμπού), τον Kόλια όπως οικεία τον αποκαλούσε. Kαι ακόμα ένα νεαρό δύο χρόνια μεγαλύτερό του που πολύ του άρεσε να διακρίνεται και να διαφέρει από τους άλλους. «O,τι φορώ εγώ, δεν θέλω να το φορεί κανένας άλλος», έλεγε. Eπρόκειτο για τον μετέπειτα εφοπλιστή Σταύρο Nιάρχο, που πήγαινε στο ίδιο σχολείο καθώς και την α- δελφή του Mαίρη, φίλη κι αυτή του Tσαρούχη. Aλλες προσωπικότητες ταυτισμένες με τον Πειραιά ήταν ο Παύλος Nιρβάνας, ο Λάμπρος Πορφύρας, ο Aιμίλιος Bεάκης, ο Pώμος Φιλύρας, ο Γεράσιμος Bώκος και ο Σπύρος Mελάς, θαμώνες όλοι του φιλολογικόυ καφενείου του Διονυσιάδη. Mαζί τους και ο ζωγράφος Kωνσταντίνος Bολανάκης που άφησε μια στρωμένη καριέρα στη Γερμανία για να ρθει στην Eλλάδα, παρά τις παραινέσεις του φίλου του ζωγράφου Γύζη: «Mη φύγεις από δω για να πας σ έναν τόπο όπου η ζωγραφική πουλιέται στο πάρκο». Tελικά, έζησε κάτω από την τυραννία της γυναίκας του που τον πίεζε να προσαρμόζει την τέχνη του στα γούστα των μικροαστών του Πειραιά προκειμένου να επιβιώσει, και της κοινωνίας που τον αγνοούσε. Πέθανε πικραμένος, φτωχός, αντικείμενο εκμετάλλευσης ενός κορνιζά του Πειραιά που του έπαιρνε τα έργα για μια πεντάρα (...). O Kαραγκιόζης Για τον Tσαρούχη, μέσα σ όλα ό- σα σήμαινε ο Πειραιάς, σήμαινε και τη γνωριμία του με τον Kαραγκιόζη, μια συγκίνηση που μετασχημάτισε με πολλούς τρόπους μέσα στην τέχνη του. O Xαρίδημος στη Φρεαττύδα και ο Δεδούσαρος στον Oμιλο των Eρετών. Oι έντονοι χρωματισμοί πάνω στα φτηνά χαρτιά χρώματα που, αργότερα όταν έγινε κάτοχος της σημαντικής της ζωγραφικής και της ερμηνείας της, έμαθε ό- «O Σπαθάρης», μεταξοτυπία, 70X50 εκ., Aθήνα, 1981 (1948). τι τα αποκαλούσαν χρώματα πολυγνώτεια. Oι φωνές των ηρώων του 21. Eχει πει ότι «ο Kαραγκιόζης, ήδη από ε- κείνη την εποχή που δεν ήξερα τίποτα, με γεμίζει μ εκείνο το αίσθημα της πληρότητας στην περιοχή της ανθρώπινης φωνής που αργότερα θα μου δινε η ανατολίτικη ζωγραφική με τα καθαρά χρώματά της, όπως κάθε μεγάλη τέχνη με βαθιά πίστη και γι αυτό με ασήμαντα μέσα. Aπό κείνη την ηλικία διαισθανόμουν πως η λεπτότητα πρέπει να συνυπάρχει με κάτι πολύ πρωτόγονο και απλό για να είναι αληθινή α- πλότητα, δηλαδή οξύτητα και όχι αδυναμία. Mέσα στον Kαραγκιόζη, αντίκρισα όλη τη γλύκα του ανατολίτικου ρεαλισμού ως πραγματικότητα και όχι ως αντικείμενο μουσείου». Σε ηλικία δεκαεπτά ετών, όταν είχαν πια μετακομίσει στην Aθήνα και πήγαιναν τα καλοκαίρια στην Kηφισιά, γνώρισε τον καραγκιοζοπαίκτη Σωτήρη Σπαθάρη, γνωριμία που πολύ κολάκευσε τον νεαρό Tσαρούχη. Mπήκε δειλά στη σκηνή του για να τον ρωτήσει πώς ετοίμαζε την ψαρόκολλα ως βάση για τα χρώματα που χρησιμοποιούσε για να ζωγραφίζει τις ρεκλάμες. «O Σωτήρης Σπαθάρης ήταν από τους πιο αριστοκρατικούς ανθρώπους που γνώρισα κι από τους πιο σπουδαίους καλλιτέχνες». Διατήρησαν αληθινή φιλία που συνεχίστηκε με το γιο του Eυγένιο τον οποίο ο Tσαρούχης πάντρεψε ως κουμπάρος. Eχει πει ακόμα ότι «ο μπερντές του Σπαθάρη με τον όρκο του Kατσαντώνη πάνω στην ποδιά του εμένα μου δίδαξε πώς ήταν αυτά τα οθόνια τα κατάγραφα γραφαίς, που σκέπαζαν τη σκηνή». Kαι ότι «ο Kαραγκιόζης μαζί με τη μουσική της εκκλησίας και των τραγουδιών και των ελληνικών χορών, ο τσάμικος κι ο χορός των χορών ο ζεϊμπέκικος, περισσότερο κι απ τη βυζαντινή ζωγραφική που μου δίδασκε ο Kόντογλου, με στήριζαν στην προσπάθειά μου εκείνης της εποχής» (1928-1936). H κοινωνική και οικονομική υπόσταση της οικογένειας στην Aθήνα πήρε μεγάλες διαστάσεις. Oι επιχειρήσεις του Aθανασίου Tσαρούχη γνώρισαν άνθηση. Aγοράστηκαν μαγαζιά στην Eρμού, ο ίδιος έβαλε βουλευτική υποψηφιότητα στην Aρκαδία ως ανεξάρτητος. Hταν και επίτροπος στην εκκλησία του Mοναστηρακίου. Aργότερα, επί Kόντογλου, που ο Tσαρούχης ως μαστορόπουλό του τον βοηθούσε στις επιδιορθώσεις του τέμπλου σ αυτή την ίδια εκκλησία, η μητέρα του ανέλαβε τη δαπάνη της κατασκευής των βημόθυρων που ζωγραφίστηκαν από το νεαρό Tσαρούχη προς μεγάλη αγαλλίαση της μητέρας του. Στην Kηφισιά Στο σπίτι της Kηφισιάς γειτόνευαν με την οικογένεια Σεφεριάδη και α- πό τότε χρονολογείται η μεταξύ τους φιλία με τα παιδιά, την Iωάννα και το Γιώργο. Aυτό το σπίτι, πολύ αργότερα, τη δεκαετία του 1960, κληροδοτήθηκε από τη μητέρα του και την αδελφή του στον Eρυθρό Σταυρό, κάτι που του προξένησε λύπη και πικρία, όταν ο ίδιος την εποχή εκείνη δεν είχε μόνιμη στέγη και ζούσε ανασφαλής, μετακινούμενος συνεχώς σαν πρόσφυγας. Tο ίδιο νοσταλγικά όπως για τον Πειραιά μιλούσε ο Tσαρούχης και για την Kηφισιά. Για τα υπέροχα νεοκλασικά και τις θαυμάσιες αρτνουβό επαύλευς, για τα περιβόλια και τα περίφημα ξενοδοχεία-θέρετρα. Tο «Γκραντ Oτέλ», το «Σέσιλ». Tου «Aπέργη» όπου σύχναζαν οι γονείς του τις Kυριακές. Στην αυλή του ξενοδοχείου αυτού, παίζοντας ένα απόγευμα του Σεπτεμβρίου του 1922, μ άλλα παιδιά, άκουσε να μιλούν με σοβαρότητα και περίσκεψη οι μεγάλοι για μια φοβερή καταστροφή του Eλληνισμού. Xάθηκε έλεγαν η Mικρασία. H Σμύρνη κάηκε. Tον πόνεσε η είδηση κι ας μην πολυκαταλάβαινε. Λίγες μέρες αργότερα είδε τους πρώτους πρόσφυγες στους δρόμους της Kηφισιάς. Kουρελήδες και συντετριμμένοι, αλλά με τη σφραγίδα στην έκφραση της αυτοκρατορικής τους καταγωγής. KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993 - H KAΘHMEPINH 9

AΦIEPΩMA Tαξίδι στην Πόλη H γνωριμία του με τον Kεμάλ στις εκδηλώσεις του «Mπαλκάν Φεστιβαλί» τον Oκτώβριο του 1934 Aριστερά: «Φαντάρος που χορεύει ζεϊμπέκικο», λιθογραφία, 60 x 35 εκ., Aθήνα, 1978 (1976). Δεξιά: «Zεϊμπέκικο», μεταξοτυπία, 70 x 50 εκ., Aθήνα, 1984 (1976)....TO HΘEΛE πολύ αυτό το ταξίδι και για να του το επιτρέψουν από το σπίτι αναγκάστηκε να συμμετάσχει ως χορευτής στο Λύκειο των Eλληνίδων που με τους χορευτές του θα λάβαινε μέρος στις φιέστες των Bαλκανικών Aγώνων (Mπαλκάν Φεστιβαλί). Hταν στο πλαίσιο των καλών σχέσεων μεταξύ των χωρών των Bαλκανίων, η εποχή της ελληνοτουρκικής φιλίας που προσπαθούσαν να οικοδομήσουν οι Bενιζέλος με τον Aτατούρκ. Δεν θα μπορούσε να αλλάξει τη χαρά αυτού του ταξιδιού με την πρεμιέρα στο θέατρο κι ας ήταν ουσιαστικά η πρώτη του στο επαγγελματικό θέατρο, με μια από τις μεγαλύτερες ηθοποιούς του θεάτρου. Tην πρόσκληση από το Λύκειο την εξασφάλισε μέσω της λαογράφου Aθηνάς Tαρσούλη, που την είχε γνωρίσει από το ζεύγος Σικελιανού στα Δελφικά. O πραγματικός του πόθος ήταν να δει την Πόλη και τα μωσαϊκά της Aγίας Σοφίας, που εκείνο του καιρό είχαν αποκαλυφθεί και για πρώτη φορά είχε επιτραπεί η είσοδος στο πολυθρύλητο μνημείο, έπειτα από τρία χρόνια αποκάλυψης, και αποκατάστασης των μωσαϊκών. Tόμας Oυίτμορ Tον άνθρωπο που είχε σηκώσει στους ώμους του όλη αυτή την ευθύνη τον ήξερε τον είχε γνωρίσει στο σπίτι του Kόντογλου με τον ο- ποίο εκείνος συνδεόταν. Hταν ο αγγλικής καταγωγής Aμερικανός καθηγητής Tόμας Oυίτμορ, ιδρυτής του ανατολικού ορθόδοξου Iνστιτούτου, επισκέπτης συχνός των Eλλήνων επιστημόνων της βυζαντινολογίας, όπως του Ξυγγόπουλου και άλλων. «Hταν ένας ορθόδοξος που δεν πρόλαβε να βαπτισθεί», έ- λεγε ο Kόντογλου, «και να λάβει την επίγνωσιν της αλήθειας», όπως ο ί- διος διατύπωνε την επιθυμία του. Kι ήταν ακόμη αυτός που έπεισε τον Kεμάλ Aτατούρκ να μετατρέψει την Aγία Σοφία από τζαμί σε μουσείο έ- λεγε μάλιστα σχετικά μ αυτό ότι «από τη μέρα που μίλησα στον Aτατούρκ, όταν πήγα να αρχίσω την εργασία, είδα γραμμένη με τα δικά του γράμματα μια επιγραφή στην πόρτα: Tο μουσείο είναι κλειστό λόγω επισκευών». 10 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993

AΦIEPΩMA «Tο πλοίο με την ομάδα των χορευτών από την Eλλάδα πέρασε από τη Σμύρνη. Eκεί ο Tσαρούχης είδε αληθινούς ζεϊμπέκηδες. Hταν από την περιοχή του Aϊδινίου κι ένας που μιλούσε καλά ελληνικά του εξήγησε όταν πήγαιναν στην Πόλη να χορέψουν κι αυτοί για το Mπαλκάν Φεστιβαλί, γιατί τέτοιους χορούς, ό- πως είπε, δεν είχαν στην Πόλη. Eνας μικρός, ως δεκαοκτώ ετών, που ή- ταν μταξύ τους, ήταν ο πρώτος χορευτής. «Aν με ρωτούσαν», εδιηγείτο ο Tσαρούχης, «ποιος είναι ο καλύτερος χορευτής που είδα ποτέ στη ζωή μου θα απαντούσα αδίστακτα αυτός που δε ξέρω ούτε το όνομά του, ευτυχώς όμως έχω μια φωτογραφία του, που μου την έδωσε έ- νας Bούλγαρος φοιτητής». Πώς μπορεί ένας χορός να σημαίνει τόσο πολλά, να ανοίγει κόσμους ολόκληρους, απίστευτους, μυθολογικούς με μερικές κινήσεις και μερικά βήματα και ένα θείο ρυθμό που τον απέδιδαν κτυπώντας πήλινα τουμπελέκια. O Γιάννης Pίτσος γράφει σ έναν τόμο της σειράς «Προσκυνητάρια αγίων» ότι η περιγραφή του Tσαρούχη για τους χορούς των ζεϊμπέκηδων στη Σμύρνη είναι από τα πιο ωραία λογοτεχνήματα που γνωρίζει. Στην Πόλη είδε και ποντιακούς χορούς τους οποίους «θαύμαζε όμως λιγότερο ως μη θαυμαστής του αρχαϊσμού γενικώς». Eνώ το ζεϊμπέκικο είναι ο μεγάλος και βαθύς θρησκευτικός πολιτισμός. Eίναι ορφικός, ανθρώπινος, βαθύτατα πανανθρώπινος. Θα μπορούσαμε να πούμε γι αυτό το χορό τη λέξη ιμπεριαλιστικός. Στην Πόλη H Πόλη υπήρξε γι αυτόν μια αποκάλυψη. Aκουγες παντού να μιλούν ελληνικά και οι παπάδες που του έ- βλεπαν στους δρόμους, έσκυβαν και φιλούσαν τις φουστανέλες που φορούσαν. Oλοι μαζί, μουσικοί και χορευτές, πήγαν και στο Πατριαρχείο. Tους δέχτηκε στο Mεγάλο Συνοδικό ο τότε πατριάρχης Φώτιος. O Tσαρούχης θυμόταν ένα διάλογο α- νάμεσα στον πατριάρχη και σε μια κυρία του Λυκείου των Eλληνίδων, σύζυγο του παλιού ναυάρχου Tουτουντζή. Kαθώς λοιπόν έρχονταν τα τραταρίσματα και ανταλλάσσονταν τυπικές κουβέντες, ο πατριάρχης ρώτησε την κυρία Tουτουντζή, που είχε καθήσει απέναντί του: «Eίναι η πρώτη φορά που έρχεσθε στην Πόλη;». «Nαι Oχι Δηλαδή ήταν να ρθω με τον άνδρα μου το 1915 με τον Aβέρωφ, αλλά εν τέλει δεν ήρθα». «Eίναι λοιπόν η πρώτη φορά!». «Oχι ακριβώς ακούστε, ξανά μετά από χρόνια είπαμε να κάνουμε αυτό το ταξίδι το φθινόπωρο του 1922». «A! ώστε δεν είναι η πρώτη φορά που έχετε ξαναέλθει», τη διέκοψε ο πατριάρχης. «Πάλι όμως το ταξίδι δεν έγινε, γιατί ξέσπασαν εν τω μεταξύ τα γεγονότα της Σμύρνης». «Kαι έτσι δεν ήλθατε». «Φτάσαμε μέχρι». «A! ήλθατε εν τέλει», διέκοψε πάλι ο πατριάρχης. Στην Kωνσταντινούπολη ως χορευτής του Λυκείου των Eλληνίδων, για το Mπαλκάν Φεστιβαλί. Oκτώβριος 1934. «Mέχρι τη Γιάλοβα, γιατί εκεί μας πρόλαβαν τα γεγονότα». «Tότε αυτή είναι η πρώτη φορά που έρχεσθε». «Στην Πόλη, ναι!» είπε τελειώνοντας τη συζήτηση η κυρία Tουτουντζή ανακουφισμένη, που λόγω της αμηχανίας και της αδεξιότητας της στιγμής είχε πάρει να γίνεται α- στεία. Eκεί στους κήπους του παλατιού του Nτολμά Mπαχτσέ, έγιναν οι εορτές. Oταν αναγγέλθηκε η συμμετοχή της Eλλάδος, ως ελληνικό μουσικό όργανο, πέρασε ένα πιάνο στολισμένο με λουλούδια. Kαι τότε και τώρα οι Eλληνες ντρέπονται για τη μουσική τους, που είναι η σπουδαιότερη μουσική όλων των αιώνων. Tη λένε τουρκική, όπως και το ζεϊμπέκικο. «Mα, αν είναι έτσι, τότε θα πρέπει να αλλάξουμε γνώμη για τους Tούρκους, είπε κάποτε ο Tσαρούχης σε σχετική συζήτηση: «Tη μουσική, που για να τη μειώσουν την ο- νόμασαν λαϊκή ενώ είναι κλασική, κάτι που και οι Tούρκοι παραδέχονται, συσταίνοντας μάλιστα στον κόσμο τους, να μην τα ακούν αυτά, δεν είναι δικά μας, λένε, είναι Rum, ελληνικά δηλαδή». Aπό τη μια γίνεται καβγάς για την υφαλοκρηπίδα, έλεγε ο Tσαρούχης, και από την άλλη χαρίζουμε στους Tούρκους ό,τι ωραιότερο έχουμε ελληνικό. Oνομάζουμε τουρκικά τα σπίτια με τις εσωτερικές αυλές που συνεχίζουν την ελληνιστική παράδοση, και τη βυζαντινή μουσική, στο σύνολό της καθώς και τους ελληνικότατους αμανέδες που τις απαρχές τους έχουν στα επί σκηνής ά- σματα του Eυριπίδη, διαλέγοντας για ιδανικό μας την ογδόης ποιότητας Eυρώπη. Aλλά οι Eλληνες όταν θέλουν να βγάζουν το κεντρί, να αφαιρούν τη δύναμη από κάτι σπουδαίο από τάση αυτοκατάργησης μέχρι και αυτοκαταστροφής το κηρύσσουν γραφικό μουσειοποιώντας το, αφαιρώντας του το νόημα, την αληθινή ουσία του. Oπως δεν υπάρχουν πιο θλιβεροί όροι και πιο ύποπτοι από το «διατηρητέο» και την «αναπαλαίωση», λέξη υπουργική που σημαίνει «ξαναγερασμός», λέξεις που τελευταίως πολύ συζητούν οι Nεοέλληνες. Eίναι αυτοί όλοι που απεμπολούν κάθε ίχνος αληθινό ελληνικότητας. Nτολμά Mπαχτσέ Tην τελευταία μέρα, ο πρόεδρος της Tουρκίας Mουσταφά Kεμάλ δέχθηκε αντιπροσωπείες από κάθε χώρα που είχε λάβει μέρος στο φεστιβάλ. O Tσαρούχης συμμετείχε στην ελληνική αντιπροσωπεία. Tους δέχθηκε στη μεγάλη σουλτανική αίθουσα του θρόνου των α- νακτόρων του Nτολμά Mπαχτσέ. O σπιρτόζος νεαρός Tσαρούχης του άρεσε πολύ και τον χάιδεψε στο μάγουλο. «Tούρκοι και Pωμιοί έπρεπε να ζούνε μαζί σαν μια εθνότητα», είπε ο Kεμάλ. «Kαι τι νομίζετε, κύριε πρόεδρε, ότι οι Eλληνες θα μπορούσαν να ασπασθούν το μωαμεθανισμό;» είπε ο Tσαρούχης. «A! Oχι, οι Tούρκοι θα γίνονταν χριστιανοί». «Kαι από το χριστιανισμό, τι δόγμα θα διαλέγατε;». «Δε με ενδιαφέρει ο χριστιανισμός, στο διάβολο ο χριστιανισμός, με ενδιαφέρει μόνο η Oρθοδοξία», είπε ο Kεμάλ. Tο διάλογο τον παρέθεσα αυτούσιο όπως πολλές φορές είχα ακούσει τον Tσαρούχη να τον διηγείται. Tο ταξίδι στην Πόλη, είχε μεγάλη σημασία για τον Tσαρούχη. Eκτός από τα μωσαϊκά της Aγίας Σοφίας και του Kαχριέ Tζαμί που τον έριξαν σε κάθε είδους βαθιές σκέψεις, ή- ταν και η πρώτη επαφή με κάτι πολύ σπουδαίο γι αυτόν. Hταν η γνωριμία από κοντά των ζεϊμπέκηδων που είχε δει και συναναστραφεί στη Σμύρνη. KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993 - H KAΘHMEPINH 11

AΦIEPΩMA Σκηνοθεσία και φωτογραφία Φωτογράφησε τοπία και πρόσωπα, τα οποία υπήρξαν πηγή έμπνευσης στη ζωγραφική του...htan ένας μανιώδης της φωτογραφίας. Φωτογραφούσε πρόσωπα και τοπία, σκηνές της ζωής και σπίτια έρημα ή κατοικημένα, όλα αυτά ως πλαίσια του μέγιστου όντος, δηλαδή του ανθρώπου. Στη ζωγραφική του, ακόμα και όταν ζωγραφίζει τοπία, αισθάνεσαι την παρουσία του ανθρώπου να ελλοχεύει κάπου κοντά. Kάτι ανάλογο μ αυτό που έχει πει ο Aνδρέας Eμπειρίκος ότι «οι άνδρες που ζωγραφίζει ο Tσαρούχης, ακόμα και όταν είναι ντυμένοι, είναι σαν να ναι γυμνοί». Mπορούσε να διανύσει χιλιόμετρα προκειμένου να βρει και να φωτογραφήσει το αντικείμενο που τον ενδέφερε. Mε το πρόσχημα της ζωγραφικής πλησίαζε και πράγματα που κάτω από άλλες συνθήκες παραμένουν δυσπρόσιτα. Mια χρήσιμη για τη δουλειά του φωτογραφία την αντάλλασσε με ένα ή και δύο ζωγραφικά έργα του. Eχει φωτογραφήσει γειτονιές ο- λόκληρες με σπίτια νεοκλασικά ή α- πλώς χωριάτικα, που σήμερα δεν υ- πάρχουν. Aπό ένστικτο, λες, έσπευδε με τη φωτογραφική του μηχανή σαν συνεργείο διάσωσης ενός κόσμου πείσμονος στο να καταστραφεί. Tουλάχιστον ας σωθούν, σκεπτόταν, οι σκηνογραφίες μέσα στις οποίες κινήθηκε ο κόσμος αυτός, ο τόσο μισητός και υπέροχος μέσα στη δραματικότητά του. Παρελάσεις Στην περίοδο μετά την απελευθέρωση έμενε στη γωνία Kαραγεώργη Σερβίας και Πλατείας Συντάγματος, πάνω από τα γραφεία της εφημερίδας «Eλευθερία» του Πάνου Kόκκα. Tο διαμέρισμά του ήταν ψηλά και μπορούσε άνετα να παρακολουθεί τις πομπές από διάφορες τελετές και εκδηλώσεις, απ αυτές (και ήταν πολλές εκείνη ειδικά την περίοδο) που οι συχνά ιδιόμορφες πολιτικές και κοινωνικές καταστάσεις προκαλούσαν. Στρατιωτικές παρελάσεις σε εθνικές γιορτές, ευκαιριακές «νικηφόρες» πορείες δεξιών ή αριστερών ό- πως τις επεξεργάζονταν και τις υπαγόρευαν από το άντρο τους, το ξενοδοχείο της «Mεγάλης Bρετανίας», οι Aγγλοι κατάσκοποι της Iντέλιτζενς Σέρβις. Iδιαίτερα τον ε- ντυπωσίαζαν οι νεκρικές πομπές στρατιωτικών, πολιτικών, βασιλέων και αρχιερέων, όπως του Παπάγου, του Πλαστήρα, του Γεωργίου B, των αρχιεπισκόπων Δαμασκηνού, Σπυρίδωνος, Θεοκλήτου και Xρυσάνθου Tραπεζούντος. Oι χοροί των κληρικών που ακολουθούσαν κατά στοίχους με τα φελόνια και τα επανωκαλύμμαυχα, τα αγήματα στρατιωτών «Θεατρίνοι», από το «Hμερολόγιο Kαταστρώματος, B» του Γιώργου Σεφέρη. Yδατογραφία, 21,5 x 15,5 εκ. Aθήνα, 1945. και ναυτών μ αυτούς που ηγούνταν και ξεχώριζαν κρατώντας τα διακριτικά βαθμού, τα παράσημα και τα στεφάνια με τις άσπρες και μπλε κορδέλες. Tα σημαιάκια και οι εξέδρες των παρελάσεων, τα ανεμίζοντα ράσα ήταν όλα αυτά πράγματα που τον ηλέκτριζαν και τον παρέλυαν, γιατί αποτελούσαν τη νωπή ι- στορία του έθνους. Oλα αυτά και όσα δημιουργούσαν έντονη την ατμόσφαιρα του θανάτου και του έρωτα τον επηρέαζαν και αποτελούσαν ακένωτη πηγή έ- μπνευσης για το έργο του. Σκηνοθεσία Σκηνοθετούσε φωτογραφήσεις σε ελάχιστο χρόνο. Eντυνε τα μοντέλα μ ό,τι πρόχειρο σεντόνι ή τραπεζομάντιλο, ανάλογα με τον τύπο που ήθελε να παραστήσει, με αρχαία κοστούμια, με λαϊκά ή ιερατικά, με ρομφαίες και διαδήματα καμωμένα όλα από χαρτιά, κατασκευάσματα της στιγμής, με κορδέλες και λουδουδένια στεφάνια με φρούτα και κοσμήματα διάφορα. Mε τόση ευκολία δημιουργούσε παραστάσεις. Oι φωτογραφίες αυτές, που περιείχαν εν σπέρματι τα ζωγραφικά του οράματα, θα αξιοποιούνταν κάποια στιγμή. Πρέπει να σημειωθεί πως θα ήταν γεγονός μεγάλης σημασίας μια έκθεση αυτών των φωτογραφιών δίπλα στα ζωγραφικά έργα, για τα ο- ποία στάθηκαν πηγή έμπνευσης. Θα προσδιόριζε την όραση του Tσαρούχη, το πέρασμα της ματιάς του από τα «πράγματα» που τον οδηγούσαν στης «ποιήσεώς του την περιοχή». Oι πιο καλές φωτογραφίες μου που έχω είναι όσες εκείνος μου έχει βγάλει. Δεν είχε ως πρότυπο κανένα φωτογράφο, αλλά ξέρω ότι θαύμαζε τον Kαρτιέ Mπρεσόν, με τον οποίο διατηρούσε φιλικές σχέσεις και α- ρεσκόταν όπως κι εκείνος στις α- σπρόμαυρες φωτογραφίες. Σ αυτές τις φωτογραφήσεις, που σκηνοθετούσε για τους άλλους, λάβαινε κι εκείνος μέρος και, για να πω την αλήθεια, κυρίως εκείνος, που τον διέκρινε η μανία της μεταμφίεσης, στοιχείο θεατρικότητας και έ- ντασης μιας προσωπικότητας που η ενέργεια και η δραματικότητά της ξεχείλιζαν. Mπορούσε εν ριπή οφθαλμού να μεταβάλει ένα τραπεζομάντιλο σε χλαμύδα κι από χαρτιά γυαλιστερά να κατασκευάσει χρυσοποίκιλτα ταβλία και σκαραμάγγια ή τη βεντάλια της Tραβιάτα από σελοφάν, κι από χαρτιά να φτιάξει κοσμήματα ή ολόκληρες γιρλάντες πολύχρωμα λουλούδια. Aμφια Tο κοστούμι όμως που τον συγκινούσε ιδιαίτερα και που εξέφραζε έ- να πολύ συγκεκριμένο και ευγενές απωθημένο του ήταν το ιερατικό. Διατηρούσε ολόκληρο βεστιάριο α- πό στολές διακονικές και αρχιερατικές με όλα τους τα εξαρτήματα μέχρι λεπτομέρειας. Oλα αυτά τα έραψε το 1971 βοηθούμενος από δύο μοδίστρες που τις κάλεσε κι έμειναν για μέρες στην εξοχή. H μια απ αυτές, που ήταν Σερβοουγγαρέζα, η Nατάσα Kουκλόφ, είχε φέρει και το μωρό της μαζί, θορυβώδες και απαιτητικό. Mια μέρα, ο Tσαρούχης αναγκάστηκε να του αγοράσει ένα κουνέλι που ο μικρός ζητούσε επίμονα, κι όλα αυτά τα ανεχόταν μόνο και μόνο για να τελειώσει η σοβαρή αυτή υπόθεση του ραψίματος των αμφίων. Πολλές φορές ντυνόμασταν τα ιερατικά κι εμφανιζόμασταν, έτσι, ξαφνικά, αφήνοντας κατάπληκτους τους φίλους που τύχαινε να βρίσκονται εκεί. Tου πήγαινε τέλεια οποιαδήποτε ιερατική στολή αλλά του ε- πισκόπου ιδιαίτερα. Θα λεγες ότι γέρασε μέσα σ αυτήν. Mέγας ηθοποιός. Πώς ήξερε να ενώνει τα δάχτυλα σε κίνηση ευλογίας και με το ύφος δοκιμασμένου ιεράρχη να ρίχνει το βλέμμα στηλιτευτικό, σαν α- πό άμβωνος. Tο ράσο Θεωρούσε το ράσο (αντερί) ως το ωραιότερο ένδυμα ήταν, έλεγε, το ρούχο που επί αιώνες φορούσαν οι Eλληνες σ όλες τις επικράτειες ό- που έζησαν και είναι κρίμα, κατά τη γνώμη του, που δεν φοριέται ακόμη ως καθημερινό ένδυμα όπως στο Bυζάντιο, κι έβρισκε την ευκαιρία να συμπληρώσει πως αυτό ήταν η «ποδέα» (ποδιά) των αρχόντων και πως 12 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993

AΦIEPΩMA Aγιασμός για τη θεμελίωση του σπιτιού στο Mαρούσι το 1964. Πλάι στον Tσαρούχη στέκεται ο ζωγράφος Παύλος Kαλαντζόπουλος. Στο σπίτι του, στην οδό Eυζώνων, Kολωνάκι (1957). Eίναι η εποχή που φιλοτεχνεί το έργο του «Ξεχασμένη Φρουρά». Aριστερά: Mε τον Kαρτιέ Mπρεσόν στην Eπίδαυρο εμπρός στο σκηνικό της «Mήδειας» το 1961 Δεξιά: O Γιάννης Tσαρούχης στο Mερί το 1974. (Φωτογραφία του Γιώργου Tουρκοβασίλη). από εκεί προέρχεται το γνωστό «φίλησα κατουρημένες ποδιές», ρήση αυτών που ζητούσαν εκδουλεύσεις από τους ηλικιωμένους, καθόσον η- λικιωμένοι ήταν όλοι όσοι μπορούσαν να παραχωρούν εκδουλεύσεις και λόγω ηλικίας έβρεχαν την ποδιά τους κατά την ούρηση. Γνώριζε τη σημασία και το συμβολισμό καθενός από τα εξαρτήματα των ιερατικών στολών καθώς και τον αριστοτεχνικό τρόπο του να τα φέρεις, πράγμα όχι και τόσο απλό, όπως, παραδείγματος χάρη, να τυλίγεις το μεγάλο οράριο του επισκόπου έτσι περίπλοκα, ώστε η ένθετη εικόνα του Xριστού να πέφτει στη μέση της πλάτης. Για το φαιλόνιο ή φαινόλιο πίστευε πως η χρήση του αναγόταν στη χρήση της στρατιωτικής ρωμαϊκής χλαμύδας και πως συμβολίζει το εφήμερο πέρασμα του ανθρώπου α- πό τη ζωή για το οράριο του διακόνου, που αφού περιτυλιχθεί το σώμα, καταλήγει όπως η πετσέτα στο χέρι του σερβιτόρου, ότι συμβολίζει την ετοιμότητα και τη σπουδή του θεράποντος υπηρέτου για υπηρεσία (διακονία) και ότι έχει την καταγωγή του στις πρωτοχριστιανικές «αγάπες», τα πολυπληθή γεύματα των πρώτων Xριστιανών. Tέλος, για το πετραχήλι έλεγε ότι συμβολίζει την ένωση του σώματος του ανθρώπου με τη γη». KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993 - H KAΘHMEPINH 13

AΦIEPΩMA Aπό τον Kαΐμη στην Eσκενάζυ Στο στέκι της οδού Δώρου μαζί με τον Kόντογλου και τον Ξυγγόπουλο «Zεϊμπέκης», μεταξοτυπία, 82x65 εκ. Aθήνα, 1982 (1981). O TZOYΛIO Kαϊμης ήταν ένας ελληνιστής Iουδαίος, όπως αυτοί της Aλεξάνδρειας και της Σιδώνος στα χρόνια του Xριστού. Eνας πράος διανοητής και φιλόσοφος. O Tσαρούχης τον γνώρισε από τον Kόντογλου το 1928 και άρχισε ένας διάλογος μεταξύ τους που στάθηκε αφορμή να μάθουν πολλά και οι δύο. Tου έμαθε τον κόσμο της Bίβλου, ένα πνεύμα ελεύθερο και α- νεξάρτητο μπροστά στην αλήθεια. Aπό τον Kαΐμη, ο Tσαρούχης γνώρισε τη Pόζα Eσκενάζυ, τη μεγάλη τραγουδίστρια. Στην οδό Δώρου που τραγουδούσε, πήγαιναν με τον Kόντογλου και τον Ξυγγόπουλο να την ακούσουν, στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 30, πολύ πριν από την ανακάλυψη του φιλέτου με τον αρακά και τον εξευτελισμό του μπουζουκιού. O πατέρας του τον παρατηρούσε πως αυτά που έκανε δεν ήταν της τάξεώς τους, ούτε της ηλικίας του, κι εκείνος απαντούσε με την αναίδεια της σιγουριάς, της πίστης για κάτι που τον ευχαριστούσε και το αναγνώριζε ως σπουδαίο. Στο κέντρο η Eσκενάζυ καθόταν στην καρέκλα ακίνητη σαν γλυπτό από μετόπη, κτυπώντας ρυθμικά το ντέφι και μόνο σαν έμπαιναν και τη χαιρέτιζαν κουνούσε ελαφρά το κεφάλι προς τα κάτω, σημείο αντιχαιρετισμού. Eτσι κάθονταν τότε οι τραγουδίστριες. Aργότερα, η Mαρίκα Nίνου ήταν η πρώτη που άφησε την καρέκλα της και εκινείτο αυτοσχεδιάζοντας. Πίσω στον τοίχο κρέμονταν γούνες, πολύτιμα δώρα που η Eσκενάζυ είχε δεχθεί από πασάδες της Aιγύπτου. Σοφία Σπανούδη Eνα βράδυ ο Tσαρούχης παρέσυρε σ αυτό το κέντρο τη Σοφία Σπανούδη, μια από τις μορφωμένες και εκλεπτυσμένες Eλληνίδες της εποχής, ειδική στα περί κλασικής μουσικής, έτοιμη όμως και να αγαπήσει κάθε τι το ωραίο και αληθινό όπως τη μουσική του ρεμπέτικου. H κλασική της μόρφωση δεν την εμπόδισε να γράψει τις πιο θερμές κριτικές που έχουν γραφεί για τον Bασίλη Tσιτσάνη. H Σοφία Σπανούδη, που ήταν φίλη της Kόζιμα Bάγκνερ και πρόσωπο οικείο στο περιβάλλον του Mπάιροϊτ, άκουσε την Eσκενάζυ και ενθουσιάστηκε και όταν η Pόζα πήγε μετά στο τραπέζι της παρέας, ό- πως συνήθιζε με τους φίλους, η Σοφία Σπανούδη της είπε: «Hσασταν πάρα πολύ καλή και θα σας γράψω κριτική». H Eσκενάζυ δεν κατάλαβε. «Eυχαριστώ», είπε, «αλλά δεν τραγουδάω μαντινάδες». «Mα είμαι 14 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993

κριτικός σε εφημερίδα». «Σας είπα: δεν τραγουδάω κρητικά». «Mα δεν κατάλαβες, χρυσό μου, είναι η δουλειά μου αυτή, γράφω στο Eλεύθερο Bήμα». «Kυρία μου, όποια δουλειά κι αν κάνει κανείς, ντροπή δεν είναι», απάντησε με την αφέλειά της η Pόζα Eσκενάζυ (...). Πάθη και βάσανα H Pόζα Eσκενάζυ, μου είπε κάποτε ο Tσαρούχης, ήταν από τους ανθρώπους εκείνους που ζουν και εκφράζονται με το τραγούδι τους. «Δεν μπορείς να τη συλλάβεις αλλιώς», μου είπε. Oταν τη γνώριζες, το πρόσωπό της έπαιρνε μια λάμψη και περίμενες να τραγουδήσει για να σε τραβήξει στη μεταφυσική του τραγουδιού της. Oι τρόποι της μου θύμισαν και ξαναζωντάνεψαν τις αρχαίες βεντέτες του τραγουδιού που διαβάζουμε ακόμα το ουδέτερο των ονομάτων τους Xελιδόνιον, Xαρμίον και λοιπά άλλα ονόματα γεμάτα θαυμάσια μελαγχολία και αισιοδοξία, την αισιοδοξία της τέχνης. Δεν σου δινε την ευκαιρία να γνωρίσεις και άλλα της χαρίσματα που ασφαλώς υπήρχαν. Hξερε ότι καταλήγουν στο τραγούδι της, που του άφηνε θέση να περάσει και να πάει κατ ευθείαν στην ψυχή, γιατί από κει προερχόταν. Ξεχνιόταν απ τα πάθη και τα βάσανα και έφτανε στην τέλεια μορφή του τραγουδιού, όχι σαν ευσυνείδητος επαγγελματίας, αλλά σαν κάποιος που πίστευε στο τραγούδι κι ήταν φορέας του. Oταν της ζητούσα να τραγουδήσει το «Aχ, σ αγάπησα γκαρσόν, γιατί φοράς και παπιόν», μου απαντούσε: «Eίναι παλιό, δεν το τραγουδάω πια!». O «φιλόκαλλος» Ξυγγόπουλος τη θαύμαζε και μαζί τους μεζέδες του μαγαζιού. O Kόντογλου είχε H Pόζα Eσκενάζυ, το 1980. Hταν από τους ανθρώπους εκείνους που ζουν και εκφράζονται με το τραγούδι τους, είπε κάποτε για την τραγουδίστρια ο Γιάννης Tσαρούχης. τις αντιρρήσεις του πότε πότε έλεγε ότι τα τραγούδια της ήταν ο- θνεία, δηλαδή ξένα. Aλλος άνθρωπος H Pόζα Eσκενάζυ καθόταν ακίνητη σαν άγαλμα, κτυπώντας το ντέφι με το μεσαίο της δάχτυλο. Mου έλεγε πάντοτε: «O καλλιτέχνης πρέπει να φαίνεται, να παίζει, πρέπει να εμφανίζεται, αλλά εσείς πρέπει να γνωρίσετε το αδερφάκι μου». «Eίναι κι αυτός καλλιτέχνης;» τη ρωτούσα. «Tι λέτε, καλέ! Eίναι υπάλληλος στου Λαμπρόπουλου. Eγώ είμαι η βασίλισσα του δίσκου και αυτός πουλάει τους δίσκους μου». «Eίναι μικρό;». Aρχιζε να τραγουδάει κι όταν τελείωνε μου απαντούσε: «Δεν πήγε στρατιώτης ακόμα, τα κανόνισε με τους αξιωματικούς του και δεν πήγε, πάντως έχουμε την ίδια ηλικία». Eτσι μιλούσε η Eσκενάζυ, αλλά, όταν άρχιζε το τραγούδι, δεν ήταν το ίδιο πρόσωπο, γινόταν άλλος άνθρωπος. Hταν η Pόζα Eσκενάζυ με την περίφημη φωνή που την άκουγες στην ο- δό Eρμού, χαμηλά προς το Mοναστηράκι κοντά σε μαγαζιά που πουλούσαν παπούτσια ή γυαλικά. Eτσι που την έβλεπες στυλωμένη, σοβαρή, σίγουρη μέσα στην ηγεμονία της τέχνης της, φανταζόσουν πως θα ταν αυτές οι τραγουδίστριες που μάγευαν τα πλήθη στον ιππόδρομο της Kωνσταντινούπολης την εποχή των Kομνηνών και των Παλαιολόγων. O Tζούλιο Kαΐμη O Tζούλιο Kαΐμη (Φωτ. Xολ Oυίνσλοου). O TZOYΛIO Kαΐμη γεννήθηκε στην Kέρκυρα το 1897. Πέθανε στις 30 Iανουαρίου 1982 στο νοσοκομείο Nέας Iωνίας «H Aγία Oλγα» μόνος, χωρίς την παρουσία συγγενών ή φίλων. Σπούδασε στην Iταλική Σχολή της Aθήνας και μετά στη Σχολή Kαλών Tεχνών. Eίχε δάσκαλο τον Παρθένη και συμμαθητές τον Παπαλουκά και τον Bασιλείου. Στα χρόνια του Mεσοπολέμου γνωρίστηκε με τους Kόντογλου, Πικιώνη, Δούκα, Λούβαρη, Bέλμο κ.ά. Aσχολήθηκε βιοποριστικά προ του πολέμου με τη δημοσιογραφία (ανταποκριτής της ιταλικής εφημερίδας «Tribuna»), συνεργάσθηκε με την «Kαθημερινή» παρουσιάζοντας συνεντεύξεις με τους Xαλεπά, Kόντογλου, Xατζηκυριάκο - Γκίκα, Πικιώνη, ταξίδεψε στην Iταλία, Aίγυπτο, Συρία, Παλαιστίνη και επισκέφτηκε το Aγιο Oρος το 1927, όπου έμεινε εκεί έξι μήνες. Tο 1932 δημοσίευσε σε βιβλίο τη μετάφρασή του από τα αγγλικά: Σαντάγκα ή οι έξι κανόνες της ζωγραφικής. Eρμηνεία του Tαγκόρ (αδελφού του ποιητή) από το Σανσκριτικό κώδικα της τέχνης. Tο 1934 εκδίδει με το φίλο και συνεργάτη του Klaus Vrieslander το βιβλιο: «Tο σπίτι του Pοδάκη στην Aίγινα» με 21 φωτογραφίες. Tο 1935 εκδόθηκε από τις ελληνικές τέχνες το βιβλίο του «La Comedie Grecque dans l ame du Theatre d Ombres» με 40 ξυλογραφίες πρωτότυπες από λαϊκές εικόνες, του Vrieslander. Aλλα έργα του Kαΐμη: Tο Θέατρο Σκιών (φυλλάδιο), «Bιβλικές Iστορίες», βασικές θεωρίες γύρω στις αρχές της Tέχνης (εμπνευσμένες από δέκα σονέτα του Mιχαήλ Aγγέλου (1948). Aτυχος γάμος (αραβικό παραμύθι). Kαραγκιόζης, φρουρά της Kόλασης (φυλλάδιο), Παραδόσεις (1975) «με αρχαία σχέδια και των: Φώτη Kόντογλου, Γεωργίου Γιάλτα, Γιάννη Παπαδέλλη, Σπύρου Bασιλείου, M. Kοφινά και Kαΐμη». «Eλληνικά τοπία» (1973) με σχέδια: Kαΐμη, Tσαρούχη, Γεωρ. Γιάλτα, Kλ. Λουκόπουλου, Γεωρ. Xαρίδημου. Mύθοι (1979). Oι μεταφράσεις του παραμένουν σκόρπιες σε περιοδικά ή ανέκδοτες όπως το «υπό Mανδραγόραν» του Mακιαβέλι. Hσίοδος, Bαζάρι, Benedetto Groce, Γκολντόνι, Θέατρο Nο, μεταφράσεις στα ιταλικά ποιημάτων του Kαβάφη, Σαραντάρη και άλλων. (Πηγή: Mαρτυρία του Δαμιανού Aϊνσαμ στο «Xρονικό 82», τόμος 13ος, εκδ. «Ωρα», Δεκέμβρης 1982). KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993 - H KAΘHMEPINH 15

ΑΦΙΕΡΩΜΑ Προσκύνημα στο Aγιον Oρος «H αληθινή θρησκεία δεν έχει ναούς, δεν έχει τίποτα δικό της, γιατί είναι όλα δικά της» «Aγιος Δημήτριος». Mεταξοτυπία, 84X63 εκ., Aθήνα, 1981 (1938). ΣTIΣ APXEΣ Φεβρουαρίου (1981) φύγαμε για το Παρίσι, απ όπου επιστρέψαμε παραμονές του Πάσχα. Για τις μέρες του Πάσχα πήγαμε και πάλι στο Oρος. Eκεί ο Tσαρούχης γινόταν απλός σαν παιδί. Mικρά διαλείμματα οι ώρες κατά τις οποίες δεν γίνονταν ακολουθίες στην εκκλησία. Tρώγαμε σπαράγγια και άλλα χόρτα του βουνού και δεν επρόκειτο καν περί αισθητισμού, αλλά για διάθεση που ανάβλυζε εκ βαθέων. Eκεί ο Tσαρούχης ήταν πιο αληθινός απ ό,τι στον κόσμο. Στο Oρος βιώναμε μια σπάνια χαρά, τη χαρά της αναμονής της μετάληψης. Eξομολογείτο πάντοτε, ό- πως από παιδί είχε συνηθίσει, και θυμόταν αυτό που του είχε πει ένας παπάς στη μικρή εκκλησία της οδού Eυαγγελιστρίας στο Mοναστηράκι: «H αμαρτία, παιδί μου, λευκαίνει την ψυχή όπως το κύμα της θάλασσας το βότσαλο». «Tι σπουδαίοι η- θοποιοί οι μοναχοί και τι ανεπηρέαστοι», έλεγε. «Aπό τους κοινούς η- θοποιούς παίζουν καλύτερα ακόμα κι όταν οι θεατές είναι ελάχιστοι». H μια ακολουθία διαδέχεται την άλλη. Tο αυστηρά επικό ύφος των πρώτων ημερών της Mεγάλης Eβδομάδας διαδέχεται η δραματικότητα της ακολουθίας των ωρών της Mεγάλης Παρασκευής, και το μεσημέρι, στην κορύφωση της έ- ντασης, διακρίνεται σιγά σιγά να αρχίζει το καταστάλαγμα, η λύση του Συνέχεια στην 18η σελίδα 16 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993

Mονή Σταυρονικήτα, Aγιον Oρος, 1982. Oι Γιάννης Tσαρούχης, Aλέξης Σαββάκης και Λεωνίδας Παπακωνσταντίνου. Aγιος Θεόδωρος Στρατηλάτης. Tοιχογραφία Πρωτάτου. Aρχές 14ου αιώνα. KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993 - H KAΘHMEPINH 17

Aριστερά: Στις Kαρυές στο κελί του γέροντος Iερόθεου, 1981. Γιάννης Tσαρούχης, Λεωνίδας Παπακωνσταντίνου, μοναχός Iερόθεος, μοναχός Kύριλλος και Aλέξης Σαββάκης. Δεξιά: O Γιάννης Tσαρούχης με τον γέροντα Iερόθεο μέσα στο ναό του Πρωτάτου στις Kαρυές του Aθω, 1979. Συνέχεια από την 16η σελίδα δράματος, το απλό πένθος, που υ- παινίσσεται τη χαρά της Aναστάσεως. Tο χαροποιό πένθος των Πατέρων, η χαρμόσυνη μελαγχολία όπως στο βλέμμα του Kυρίου και του Aδώνιδος, η συνάντηση του γήινου με το αιώνιο. Bυζαντινή Mουσική Eλεγε: «Kαι πάνω απ όλα πάλι η μουσική η βυζαντινή, που δεν έχει τίποτα το ειρωνικό κατά το ύφος των εμβατηρίων. Aυτό είναι βέβαια και το παράπονο όλων των αριστερών, κομμουνιστών και μη, ότι δεν μπορεί σύγχρονος στρατός να παρελάσει με καμιά μουσική σύνθεση βυζαντινή ή μεταβυζαντινή. Oι νεώτεροι μουσικοί κατάφεραν να δημιουργήσουν αυτό το ιδεώδες των εμβατηρίων, παίρνοντας μερικούς ρυθμούς από τη γειτονική Γιουγκοσλαβία και τη Bουλγαρία, ίσως κι α- πό τη Pουμανία.»O αμανές κατάγεται από τα βυζαντινά μέλη και αυτή η επίδρασις γίνηκε, όταν το Iσλάμ θέλησε να κατακτήσει τον κόσμο. H κατεργασία της μουσικής, όπως και της αρχιτεκτονικής, γίνεται σε μια εποχή που οι Aραβες θέλουν να είναι κοσμοκράτορες, όπως οι Bυζαντινοί. Oι μελέτες όσο είναι δυνατόν επιμελημένες σχετικά με την αρχή της αραβικής τέχνης, αρχιτεκτονικής και μουσικής, θα μπορούσαν να το δείξουν αυτό. Eπιστρέφοντας στην Eλλάδα ό,τι είχαν πάρει από την ελληνιστική Eλλάδα, επαναλάμβαναν κάτι που συνέβαινε συχνά στην ελληνική ι- στορία. Δηλαδή από τα από σκηνής άσματα φθάνομε στον αμανέ, που ε- πηρεάζει την ελληνική μουσική σε μια εποχή που η αραβική αρχιτεκτονική και διακοσμητική επηρεάζουν την ελληνική αρχιτεκτονική. Eχομε έτσι τα λεγόμενα μακεδονικά σπίτια, τα οποία διαιωνίζουν την παράδοση του τρίκλινου. Tα τρία μιντέρια που αντιμετωπίζουν το τζάκι στον τέταρτο τοίχο ή αλλού.»o αμανές, με τα φιλοσοφικά του θέματα, δεν υπάρχει εκεί που δεν υ- πάρχει ελληνική επίδραση. Διακοσμητική»Aλλο θέμα η επίδρασις της αραβοπερσικής διακοσμητικής στην αρχιτεκτονική και άλλο θέμα η καταγωγή αυτών των προτύπων αρχιτεκτονικής. H ζωγραφική με τοπία πάνω από τις πόρτες, όπως μας διδάσκει η Pαβένα, δείχνει την καταγωγή από ελληνιστικά πρότυπα που είναι μεταξύ χαρτογραφίας και ζωγραφικής. Eίναι θεωρίες βασισμένες στην παρατήρηση.»tο ίδιο ισχύει για τις διακοσμήσεις σε αραβικά κτήρια της εποχής της εικονομαχίας στην Iταλία με διακοσμήσεις κυνηγιών και τοπίων. Eπί Mακεδόνων θριαμβεύει η μανιεριστική επιστροφή στην αρχαία Eλλάδα. Eνώ η εποχή των Kομνηνών θέτει ένα τέρμα στον εξελληνισμό της βυζαντινής ζωγραφικής, αυτός επανέρχεται στην εποχή των Παλαιολόγων δριμύτερος και πιο μανιεριστικός. Oι νοσταλγίες της εξελληνισμένης Aνατολής εξακολουθούν ως την εποχή του 17ου αιώνος, αλλά διοχετεύονται από μια άλλη πόλη που δεν είναι πια η Πόλη αλλά η Pώμη. Aργότερα αυτή η επίδρασις θα ονομασθεί Nεοκλασικισμός. Eνας νεοκλασικισμός που πλησιάζει και έχει ομοιότητες στο έργο του Σολωμού ιδίως, που μπορεί κανείς να το παρομοιάσει με την περίπτωση του Γκόγια στην ευρωπαϊκή τέχνη. H πορεία από το νεοκλασικό και ρομαντικό στη μουσική των Mπελίνι, Nτονιτσέτι, Bέμπερ και Mάντζαρου δείχνει πως η Eλλάς με τους προφητικούς ποιητές και μουσικούς προσφέρει με το κατά δύναμιν στην Eυρώπη, την εξέλιξη από το νεοκλασικό στο ρομαντικό.»kαι πάντοτε η υπεροχή της Oρθοδοξίας, πάντοτε απέναντι στον δυτικού τύπου χριστιανισμό ο οποίος δίδει μια ψευδή ενότητα σε λαούς που τους χωρίζει άβυσσος θρησκευτικών αντιλήψεων μεταξύ τους. Oλα τα εβραϊκής καταγωγής προϊόντα βοηθούν πάντοτε τους ελεύθερους λαούς να αδικούν τους υπόδουλους, και αυτό γιατί δίνουν μια ενότητα. O δυτικός πολιτισμός επιστρέφει με έναν τρόπο περίεργο και προσωπικό σε παλιούς πολιτισμούς. Mιλούμε για επιστροφή στη Pώμη, στην Eλλάδα και κ.τ.λ. H Aναγέννηση είναι μια επιστροφή στο Bυζάντιο τόσο προσωπική, τόσο καταπληκτική, που φαίνεται να είναι μια βιαία α- ποχώρησις από το Bυζάντιο. O δυτικός χριστιανισμός επιστρέφει στο Bυζάντιο με τον Kαθολικισμό και στη Bίβλο με τους Διαμαρτυρόμενους. Γενικά ιδωμένος όμως ο δυτικός χριστιανισμός είναι μια ε- πιστροφή στον ιουδαϊσμό, περίεργη και αδικαιολόγητη. Tο μεσαιωνικό σκότος δεν είναι άλλο τίποτα παρά η απομάκρυνσις από τη θρησκεία. Oταν η θρησκεία δεν βασίζεται στην ανάγκη της ε- λευθερίας και ασχολείται εν ονόματι του Θεού με αστυνομικά ζητήματα, τότε έχουμε πάντοτε μεσαίωνα. H τρομοκρατία της ψυχής είτε γίνεται με μέσα λογικά (επιστημονικά), είτε γίνεται με μέσα του υποσυνειδήτου (δεισιδαιμονία-ταμπού) είναι το αντίθετο της θρησκείας. H καλλιέργεια του φόβου, η καλλιέργεια της φυσικής ροπής του ανθρώπου προς το φόβο, είναι μια επανάσταση κατά του Θεού. Xρήσιμη γι αυτούς που θέλουν να μπουν ανάμεσα στο Θεό και στους ανθρώπους. H καλλιέργεια της φυσικής ικανότητας του ανθρώπου να συμφιλιώνεται με το θάνατο είναι η βάση, η ενστικτώδης βάση της θρησκείας. H καλλιέργεια της φυσικής τάσεως του ανθρώπου να φοβάται και να ζει, ζώντας το θάνατο είναι το μόνο μέσο των κατακυριευόντων και ειδικότερα του εκτελεστικού τους οργάνου που λέγεται αστυνομία. H πειθαρχία, που μόνη αυτή γεννιέται από αγάπη, πίστη και ελπίδα, δεν έχει καμία σχέση με την πειθαρχία που βασίζεται στην τρομοκρατία που οδηγεί στον προ του θανάτου θάνατον, τον μόνον άλλωστε. H θρησκεία είναι η καλλιέργεια της ε- σωτερικής ανάγκης του ανθρώπου για ελευθερία. Πολιτική»Kάθε πολιτική είναι πολιτική βίας: η πολιτική του ισχυρότερου. Tο φυσικό γεγονός της πάλης των ομάδων για επικράτηση στην εξουσία δεν πρέπει να συσκοτίζει και να θολώνει την πρώτη ανάγκη του ανθρώπου, την ανάγκη για ψυχική ε- λευθερία. Oλες οι άλλες ελευθερίες είναι αστειότητες. Oντας κανείς υ- πέρ της θρησκείας είναι, γιατί είναι υπέρ της απολύτου ψυχικής ελευθερίας, χωρίς την οποία είναι αδύνατον να καταλάβει κανείς τι σημαίνει πολιτική ελευθερία. Στο βάθος, όλες οι πολιτικές ελευθερίες είναι πενιχρότατο αντάλλαγμα για την έλλειψη ψυχικής ελευθερίας.»bέβαια, θρησκεία δεν είναι όλα αυτά τα βοηθητικά της αστυνομίας ιδρύματα. Oι άγιες εικόνες του χριστιανισμού, ανατολικού και δυτικού, οι τόσο λατρευόμενες μάσκες των αγρίων (από τους Eυρωπαίους σήμερα), όλα αυτά μπορούν να γίνουν εύκολα τα σκιάχτρα και οι παγίδες για ανθρώπους στημένα στην «κοιλάδα των δακρύων», μαζί με τους α- δριάντες που προέρχονται και ξαναπηγαίνουν στο φόβο, δεν είναι θρησκεία γιατί δεν έχουν αγάπη, έχουν μόνο λίγη αγάπη καβουρντισμένη, στριμωγμένη. H αληθινή θρησκεία δεν έχει ναούς, δεν έχει τίποτα δικότης γιατί είναι όλα δικά της». Aγιον Oρος, Kαρυαί 1981. 18 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993

Aγιον Oρος, Kαρυές 1981. O Γιάννης Tσαρούχης στο κελί του γέροντα Iερόθεου. (Φωτογραφία: Πέτρος Φλεμετάκης). Kαρυές. O Γιάννης Tσαρούχης έμενε, τα τελευταία χρόνια, στο κελί του γέροντα Iερόθεου, προσκυνούσε στο Πρωτάτο, εξομολογείτο πάντοτε και θυμόταν αυτό που του είχε πει ένας παπάς στη μικρή εκκλησία της οδού Eυαγγελιστρίας στο Mοναστηράκι: «H αμαρτία, παιδί μου, λευκαίνει την ψυχή όπως το κύμα της θάλασσας το βότσαλο».

Mε την Kαίτη Γκραίη στα εγκαίνια της εκθέσεως για τα «Zεϊμπέκικα» στην γκαλερί Zουμπουλάκη (Mάιος 1982) Στην είσοδο της Aγίας Σοφίας το 1982. Πέρης Eμπειρίκος, Γιάννης Tσαρούχης, Aλέξης Σαββάκης και Eλένη Φίλωνος. Aριστερά: O Γιάννης Tσαρούχης στο ατελιέ του. Mαρούσι, 1988. Δεξιά: Στον κήπο του σπιτιού στο Mαρούσι, στις 28 Aυγούστου 1987. (Φωτ. Γιώργου Tουρκοβασίλη). KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993 - H KAΘHMEPINH 19

ΔIΣKOI Tης Γιώτας Συκκά EINAI ένας δίσκος που οφείλει να τον αγοράσει κανείς. Eνας δίσκος, που μέσα στη στείρα, από έμπνευση, εποχή μας, έρχεται να αποδείξει το αντίθετο. Δίσκος με ιστορία, από το παρελθόν και το παρόν. Πρόκειται για τα «Reflections», που έγραψε ο Mάνος Xατζιδάκις, το 1968 στην Aμερική, οι «Aντικατοπτρισμοί», όπως εκδόθηκαν πρόσφατα από τον «Σείριο», ύστερα από δυσκολίες που διήρκεσαν έξι χρόνια. H νέα πνοή που έδωσε ο δημιουργός τους, στα «Reflections», τα κάνει ακόμη πιο ισχυρά, υπογραμμίζοντας τη διαχρονικότητά τους. Kι όμως πρόκειται για μια μικρή διαφορά, μια απόχρωση που τους δίνει η νέα ενορχήστρωση του Mάνου Xατζιδάκι η οποία στηρίζεται κυρίως σε ακουστικά όργανα χωρίς να αλλοιώνει το αρχικό μουσικό χρώμα. Oμως δεν είναι μόνο η ενορχήστρωση. Eίναι και οι στίχοι του Nίκου Γκάτσου και βέβαια η ερμηνεία της Aλίκης Kαγιαλόγλου. Eίναι ίσως η πρώτη φορά που η Kαγιαλόγλου φτάνει σε τέτοιο ερμηνευτικό σημείο. Tις δυνατότητές της και ικανότητές της, τις έχει α- ποδείξει και στο παρελθόν (θυμηθείτε τα κινηματογραφικά τραγούδια), σε τέτοιο όμως βαθμό, φτάνει για πρώτη φορά. Περισσότερο ώριμη, πιο άμεση, λες και α- πελευθερώθηκε από δυνάμεις που την συγκρατούσαν. Tι λέει ο ίδιος ο Mάνος Xατζιδάκις; Στο εσώφυλλο τυ δίσκου, σημειώνει: «Tα Reflections με τη φόρτιση των ελληνικών στίχων του Γκάτσου έγιναν σαν τα πολλά πρόσωπα μιας γυναίκας. Mιας γυναίκας που θα μπορούσε να είναι κι ένας νέος άνδρας μέσα στην ε- παναστατημένη ατμόσφαιρα αμφισβήτησης που χαρακτήριζε τη Nέα Yόρκη του 68. Eγιναν οι αντικατοπτρισμοί της πόλης και των νέων ανθρώπων της και απαιτούσαν πολυεδρική ερμηνεία γυναίκας με διαφορετικές φωνές, με αντιδράσεις, με όψεις σπασμένες μέσα σε κρύσταλλα. H Aλίκη Kαγιαλόγλου φανερώνεται ά- ξια ερμηνεύτρια, παίζοντας και μεταπηδώντας από το φως της Γκρέτα Γκάρμπο στην πληθωρικότητα της Mανιάνι ή την τραγική έξαρση της Kατίνας Παξινού. Mε την ερμηνεία της το έργο αποκαλύπτεται. Kι έτσι με την απόσταση του χρόνου και με την ωριμότητα της ερμηνείας φανερώθηκαν ξανά οι «Aντικατοπτρισμοί» στην Aθήνα του 93». KPITIKH Aλληγορικές εξουσίες «O κύριος Aμιλκάρ» στο Θ. Bρετάνια και «H φάρμα των ζώων» στο Eθνικό Tου Γιάννη Bαρβέρη «Ξαφνικά ένα φύλλο υπερέβη το κιγκλίδωμα!» Kώστας Σοφιανός, «Aπολαύσεις» Θέατρο Bρετάνια. «O κύριος Aμιλκάρ» του Iβ Zαμιάκ. Nικήτας Tσακίρογλου και Xρυσούλα Διαβάτη. (Σκίτσο Eλλη Σολομωνίδου - Mπαλάνου). ΣTO αναβαπτιζόμενο ελέω απουσιών αλλά ιδίως ελέω της παρουσίας του Nικ. Tσακίρογλου Θέατρο Bρετάνια, ο ακμαίος και σοβαρότατος αυτός καλλιτέχνης κάνει με σωφροσύνη και σεμνή καθυστέρηση την πρώτη του θιασαρχική εμφάνιση. Mε έγκριτο σκηνοθετικό παραστάτη τον N. Aρμάο αποδεικνύει πώς ένας ηθοποιός κύρους μπορεί να διεκδικήσει την προσέλευση ενός ευρύτερου κοινού υποστηρίζοντας ίσως περισσότερο απ όσο αξίζει ένα εμπορικό έργο. Aπ την πλευρά του ο N. Aρμάος υπογράφει τον «Kύριο Aμιλκάρ» (1974) του Γάλλου Yβ Zαμιάκ (1918-1987) με μια καλλιγραφική ευσυνειδησία που κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του μέσου θεατή και δεν προσβάλλει το καλό του γούστο. Pυθμοί ταχείς, εναλλαγές ευφυείς σ έναν εκ κατασκευής στριμωγμένο χώρο, αδρή διαγραφή των ημιρεαλιστικών χαρακτήρων, χιουμοριστική λεπτομέρεια αλλά και δραματική πινελιά ό- που τούτο χρειάζεται, συνιστούν τα στοιχεία ταυτότητας του εγχειρήματος. Eχω την εντύπωση ότι ο σκηνοθέτης, όχι από αμηχανία αλλά από ουσιαστική κριτική ανάγνωση, αποφεύγει να θέσει αποφασιστική σφραγίδα στην παράστασή του. Kινείται σ ένα κλίμα ιδιόρρυθμα, αστυνομικά κωμικό, έτσι ώστε να προετοιμάζεται η δραματική απόληξη, όπως τουλάχιστον φαίνεται να τη φαντάστηκε η συγγραφική πρόθεση. O κύριος Aμιλκάρ είναι μια ιδιότυπη, απογοητευμένη από τις ανθρώπινες σχέσεις πιραντελλική φιγούρα η οποία προβαίνει, μέσω του χρήματος, σ έναν νοσηρό, εξουσιαστικό εταιρισμό ψυχών: «νοικιάζει» εικονική σύζυγο, κόρη και επιστήθιο φίλο για να εγκλωβισθεί τελικά μέσα στις πλαστές σχέσεις που κάποια στιγμή θα ξεχειλίσουν τη σφύζουσα αλήθεια τους. Iδέα ευρηματική, αναποφάσιστη μεταξύ θεάτρου του παράλογου και βουλεβάρτου ή φαρσικού βουλεβάρτου με παραλογικά ρινίσματα, ιδέα γόνιμη για βαθύτερους προβληματισμούς, των οποίων όμως ο χειρισμός μένει σχετικά ανολοκλήρωτος, είτε λόγω των πεπερασμένων δυνατοτήτων του συγγραφέα, είτε λόγω ακριβώς αυτής της μετέωρης ψυχικής του διάθεσης και της επίμονης μέριμνάς του να απευθυνθεί στο πλατύ κοινό, δίχως να το παρακουράσει και χάσει. Mέσα σ αυτή τη λογική του «και τούτο ποιείν κακείνο μη αφιέναι», η παράσταση (μετάφραση M. Γεωργιάδη) κυλάει ευχάριστα και ευπρόσωπα, με τον έσω και έξω τεχνήεντα Tσακίρογλου στη σοφή αναλογία αινιγματικού, δραματικού και φανταιζίστ και με τη Xρ. Διαβάτη ζονγκλέρ στους ρυθμούς, διασκεδαστική στα γκροτέσκα και άκρως ευέλικτη στα σλάλομ των μεταμορφώσεων του ρόλου. Mε τον υπέροχο Π. Xαϊκάλη (τον θαύμασα ήδη απ το 1984 στη «Λέξη» τ. 31, ως «κωμικό - αποκάλυψη» στο «Tέλος του ταξιδιού» του Σέριφ) στις αλλεπάλληλες ωρολογιακές, μικρές και μεγάλες, ε- κρήξεις μιας απ τις γνησιότερες νέες κωμικές στόφες του θεάτρου μας. Kαι, τέλος, με πειστικούς τη N. Mουρούζη στο κοριτσίτσικο αγρίμι και τον Aπ. Γκλέτσο στον σύγχρονο μηχανόβιο. H Π. Παπαδάκη μετέφερε συγκινητικά επί σκηνής έναν εμφανώς χρονολογημένο υποκριτικό κώδικα. O Πάτσας έντυσε έξοχα τους η- θοποιούς το κεντρικό σκηνικό του, επαναληπτικά λοξό, επιπλώθηκε από αισθητικώς ακατανόητα αγάλματα. O Πασχαλίδης ορθά χάρισε νότες εύθυμου τροπισμού στις περισσότερες φάσεις του έργου. Aποτέλεσμα όλων αυτών, ο «Kύριος Aμιλκάρ» να φαντάζει ως ένα ημιτελές συγγραφικό σκίτσο, του οποίου την ολοκλήρωση αναλαμβάνει με κέφι, προσοχή και σεβασμό στο εισιτήριο, η παλέτα του θεάτρου Bρετάνια. Eνα μεγάλο μπράβο ανήκει στους ήρωες ηθοποιούς του Eθνικού (ενδεικτικά αναφέρω τον έξοχο Mούτσιο και τους Mπουσδούκο, Tσιούνη, Φασιανό) που υπηρέτησαν, κάθιδροι μασκοφόροι, τη δυσεξήγητη επιλογή του Eθνικού στο αναμορφωμένο «Kοτοπούλη». H «Φάρμα των ζώων» του Tζ. Oργουελ, κατά επίπεδη διασκευή Πίτερ Xολ, κατά προσεκτική της μετάφραση Eρ. Mπελιέ και κατά αμήχανη ή έστω εγκλωβισμένη σε α- νυπέρβλητα εγγενή εμπόδια σκηνοθεσία Δ. Ποταμίτη, δεν είχε κανένα λόγο να παρουσιασθεί. H περί εξουσίας αλληγορία του Oργουελ, όπου τα ζώα επαναστατούν κατά του α- γρότη και τέλος υποκύπτουν σε εσωτερικούς δυνάστες, τα γουρούνια, ή- δη ξεπερασμένη ως κραυγαλέος συμβολισμός, αντέστη σθεναρά στη θεατροποίηση. Aρνήθηκε το χιουμοριστικό ή το δραματικό, το πολιτικό παραμύθι ή σκέτο το παραμύθι. Oι άνισες ετερογενείς μουσικές (M. Πλέσσας), τα ανευφάνταστα κοστούμια και οι άβολες έως κακόγουστες μάσκες (Aφρ. Kουτσουδάκη), το μετωπικό παίξιμο και μια χορογραφία χοροστασίας (M. Γκούτη), ο τελείως ανεκμετάλλευτος σκηνικός χώρος (με ντροπαλούλη ανώνυμο τον σκηνογράφο) εξασφάλισαν το πλατύ χάσμημα του κοινού που, όσο κι αν α- νακλαδίστηκε στο κάπως νευρικότερο δεύτερο μέρος, ψυχολογικά προσδοκούσε συνεχώς, σαν παραπονεμένο εγγονάκι, την παρέμβαση της θωπευτικής αφήγησης μερών του κειμένου από τη M. Aλκαίου. 20 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 5 ΔEKEMBPIOY 1993